x

Σύνδεση

Δεν έχετε λογαριασμό; Εγγραφείτε

Νόμος 2107/1992 - ΦΕΚ 203/Α/29-12-1992

Κύρωση «Διεθνούς Σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων νομικών κανόνων σχετικά με τις φορτωτικές και τον Πρωτοκόλλου υπογραφής αυτής», «Πρωτοκόλλου για την τροποποίηση της Διεθνούς Σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων νομικών κανόνων

σχετικά με τις φορτωτικές, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 25 Αυγούστου 1924» και «Πρωτοκόλλου για την τροποποίηση της Διεθνούς Σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων νομικών κανόνων σχετικά με τις φορτωτικές της 25ης Αυγούστου 1924, όπως αυτή τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο της 23ης Φεβρουαρίου 1968».


ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 2107/1992

ΦΕΚ 203/Α/29-12-1992

 Κύρωση ‘Διεθνούς Σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων νομικών κανόνων σχετικά με τις φορτωτικές και τον Πρωτοκόλλου υπογραφής αυτής’, ‘Πρωτοκόλλου για την τροποποίηση της Διεθνούς Σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων νομικών κανόνων σχετικά με τις φορτωτικές, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 25 Αυγούστου 1924’ και ‘Πρωτοκόλλου για την τροποποίηση της Διεθνούς Σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων νομικών κανόνων σχετικά με τις φορτωτικές της 25ης Αυγούστου 1924, όπως αυτή τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο της 23ης Φεβρουαρίου 1968’.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο πρώτο

1. Κυρώνονται κοι έχουν την ισχύ. που ορίζει το άρθρο 28

παράγραφος 1 του Συντάγματος: α) η ‘Διεθνής Σύμβαση για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων σχετικά με τις φορτωτικές και το Πρωτόκολλο υπογραφής αυτής*, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες., στις 24 Αυγούστου 1924, β) το ‘Πρωτόκολλο για την τροποποίηση της Διεθνούς Σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων νομικών κανόνων σχετικά με τις φορτωτικές, που ‘υπογράφηκε στις Βρυξέλλες σης 25 Αυγούστου 1924’, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 23 Φεβρουαρίου 1968, και γ) το ‘Πρωτόκολλο για την τροποποίηση της Διεθνούς Σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων νομικών κανόνων σχετικά με τις φορτωτικές της 25ης Αυγούστου 1924, όπως αυτή τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο της 23ης Φεβρουαρίου 1968’ που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 21 Δεκεμβρίου 1979. i  ¦ ·¦

2. Το κείμενο της Σύμβασης σε πρωτότυπο στη γαλλική γλώσσα, και τα κείμενα των δυο Πρωτοκόλλων σε πρωτότυπο στην αγγλική γλώσσα, όλα μεταφρασμένα στην ελληνική έχουν ως εξής:

CONVENTION INTERNATIONALE POUR  Ι’ UNIFICATION DE OERTAINES REGLES EN MATIERE

DE CONNAISSEMENT.

 

ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΦΟΡΤΩΤΙΚΕΣ

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Γερμανίας, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Αργεντινής, η Αυτού Μεγαλειότης ο Βασιλεύς των Βέλγων, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Χιλής, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Κούβας, η Αυτού Μεγαλειότης ο Βασιλεύς της Δανίας και της Ισλανδίας, η Αυτού Μεγαλειότης ο Βασιλεύς της Ισπανίας, ο Αρχηγός του Κράτους της Εσθονίας, ο Πρόεδρος των Η.Π.Α., ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Φινλανδίας, ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, η Αυτού Μεγαλειότης ο Βασιλεύς του Η.Β. της Μ. Βρετανίας και της Ιρλανδίας και των Υπερπόντιων Βρετανικών κτήσεων, Αυτοκράτορας των Ινδιών, η Γαληνότατη Υψηλότητα του Κυβερνήτη του Βασιλείου της Ουγγαρίας, η Αυτού Μεγαλειότης ο Βασιλεύς της Ιταλίας, η Αυτού Μεγαλειότης ο Αυτοκράτορας της Ιαπωνίας, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Λεττονίας, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας του Μεξικού, η Αυτού Μεγαλειότης ο Βασιλεύς της Νορβηγίας, η Αυτής Μεγαλειότης η Βασίλισσα των Κάτω Χωρών, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας του Περού, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Πολωνίας, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Πορτογαλίας, η Αυτού Μεγαλειότης ο Βασιλεύς της Ρουμανίας, η Αυτού Μεγαλειότης ο Βασιλεύς των Σέρβων - Κροατών και Σλοβένων, η Αυτού Μεγαλειότης ο Βασιλεύς της Σουηδίας και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Ουρουγουάης.

Αναγνωρίζοντας τη χρησιμότητα να καθορίσουν με κοινή συμφωνία ορισμένους ομοιόμορφους Κανόνες σχετικά με τη φορτωτική.

Αποφάσισαν να συνάψουν μία σύμβαση προς το σκοπό αυτόν και όρισαν ως πληρεξούσιους τους κατωτέρω:

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Γερμανίας: Την Α.Ε. VON KELLER, Πληρεξούσιο (Πρέσβη) Υπουργό Γερμανίας στις Βρυξέλλες.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Αργεντινής:

Η Αυτού Μεγαλειότης ο Βασιλεύς των Βέλγων τους:

M.L. FRANCK, Υπουργό Αποικιών, Πρόεδρο της Διεθνούς Ναυτιλιακής Επιτροπής.

M.A.Le JEUNE, Γερουσιαστή, Αντιπρόεδρο της Διεθνούς Ναυτιλιακής Επιτροπής.

M. F. SOHR Διδάκτορα Δικαίου, Γενικό Γραμματέα της Διεθνούς Ναυτιλιακής Επιτροπής, Καθηγητή στο Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Χιλής: Την Αυτού Εξοχότητα ARMENDO QUEZADA, Πληρεξούσιο (Πρέσβη) Υπουργό της Χιλής στις Βρυξέλλες.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Κούβας:

Η Αυτού Εξοχότης ο Βασιλεύς της Δανίας και της Ισλανδίας:

Η Αυτού Εξοχότης ο Βασιλεύς της Ισπανίας: την Αυτού Εξοχότητα το Μαρκήσιο DE VILLALOBAR και DE GUIMAREY, Πρέσβη της Ισπανίας στις Βρυξέλλες.

Ο Αρχηγός του κράτους της Εσθονίας: Την Αυτού Εξοχότητα τον κ. PUSTA, Υπουργό Εσθονίας στις Βρυξέλλες.

Ο Πρόεδρος των Η.Π.Α.:

Την Αυτού Εξοχότητα τον κ. W. PHILLIPS, Πρεσβευτή των Η.Π.Α. στις Βρυξέλλες. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Φινλανδίας:

Ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας: Την Αυτού Εξοχότητα τον κ. M. HERBETTE, Πρέσβη της Γαλλίας στις Βρυξέλλες.

Η Αυτού Εξοχότης ο Βασιλεύς του Ηνωμένου Βασιλείου της Μ. Βρετανίας και της Ιρλανδίας και των Υπερπόντιων Βρετανικών Κτήσεων, Αυτοκράτορας των Ινδιών:

Την Αυτού Εξοχότητα τον Αξιότιμο SIR GEORGE GRAHAME, G.C.V.O., K.C.M.G., Πρεσβευτή της Αυτού Εξοχότητας της Βρετανίας στις Βρυξέλλες.

Η Γαληνότατη Υψηλότητα ο Κυβερνήτης του Βασιλείου της Ουγγαρίας:

τον Κόμη κ. OLIVIER WORACZICKY, Βαρώνο DE ΡΑΒΙENITS Επιτετραμμένο της Ουγγαρίας στις Βρυξέλλες.

Η Αυτού Εξοχότης ο Βασιλεύς της Ιταλίας: τον κ. J. DANCO, Επιτετραμμένο της Ιταλίας στις Βρυξέλλες.

Η Αυτού Εξοχότης ο Αυτοκράτορας της Ιαπωνίας: την Αυτού Εξοχότητα τον κ. M. ADATCI, Πρέσβη της Ιαπωνίας στις Βρυξέλλες.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Λεττονίας:

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας του Μεξικού: Η Αυτού Εξοχότης ο Βασιλεύς της Νορβηγίας: Η Αυτού Εξοχότης η Βασίλισσα των Κάτω Χωρών: Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας του Περού:

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Πολωνίας και της Ελεύθερης πόλης DANTZIG:

Την Αυτού Εξοχότητα τον κ. Κόμη J. SZEMBEK, Πληρεξούσιο (Πρέσβη) Υπουργό της Πολωνίας στις Βρυξέλλες.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Πορτογαλίας:

Η Αυτού Εξοχότης ο Βασιλεύς της Ρουμανίας: Την Αυτού Εξοχότητα τον κ. M. HENRI CATARGI Πληρεξούσιο (Πρέσβη) Υπουργό Ρουμανίας στις Βρυξέλλες.

Η Αυτού Εξοχότης ο Βασιλεύς των Σέρβων Κροατών και Σλοβένων:

Τους κ.κ. M. STRAZNICKY και VERONA.

Η Αυτού Εξοχότης ο Βασιλεύς της Σουηδίας:

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Ουρουγουάης:

οι οποίοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι προς τούτο, συμφώνησαν τα ακόλουθα:

Αρθρο 1

Στην παρούσα σύμβαση οι παρακάτω όροι χρησιμοποιούνται με την ακριβή έννοια, που ορίζεται παρακάτω:

α) ‘Μεταφορέας’ περιλαμβάνει τον πλοιοκτήτη ή το ναυλωτή που συμβάλλεται με σύμβαση μεταφοράς με φορτωτή.

β) ‘Σύμβαση Μεταφοράς’ σημαίνει μόνο σύμβαση μεταφοράς, που καλύπτεται από φορτωτική ή από άλλο παρόμοιο έγγραφο, που αποτελεί τίτλο για τη θαλάσσια μεταφορά πραγμάτων.

Περιλαμβάνεται επίσης και φορτωτική ή άλλο παρόμοιο έγγραφο ως ανωτέρω που εκδίδεται με βάση ή σε εκτέλεση ναυλοσύμφωνου, από τη στιγμή που αυτός είναι ο τίτλος που διέπει τις σχέσεις του μεταφορέα και του κομιστή του.

γ) ‘Πράγματα’ περιλαμβάνει πράγματα, αντικείμενα, εμπορεύματα και είδη οιασδήποτε φύσεως με εξαίρεση τα ζωντανά ζώα, καθώς και φορτίο, που έχει δηλωθεί στη σύμβαση μεταφοράς, σαν φορτίο καταστρώματος και πράγματι μεταφέρεται έτσι.

δ) ‘Πλοίο’ σημαίνει οποιοδήποτε σκάφος, που χρησιμοποιείται για θαλάσσια μεταφορά εμπορευμάτων.

ε) ‘Μεταφορά πραγμάτων’ καλύπτει την περίοδο από το χρόνο που φορτώθηκαν τα πράγματα στο πλοίο μέχρι την εκφόρτωση τους από αυτό.

Αρθρο 2

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6, ο μεταφορέας, σ’ όλες τις συμβάσεις θαλάσσιας μεταφοράς πραγμάτων υπόκειται στις ευθύνες και υποχρεώσεις, όπως και απολαμβάνει τα δικαιώματα και απαλλαγές, που αναφέρονται παρακάτω σε ό,τι αφορά τη φόρτωση, τη μεταχείριση, τη στοιβασία, τη μεταφορά, τη φύλαξη, τη φροντίδα

και την εκφόρτωση των πραγμάτων αυτών.

Αρθρο 3

1. Ο μεταφορέας, πριν και κατά την έναρξη του πλου θα πρέπει να επιδείξει την προσήκουσα επιμέλεια προκειμένου:

α) να έχει το πλοίο κατάλληλο για θαλασσοπλοΐα. β) να εξοπλίσει, να επανδρώσει και εφοδιάσει το πλοίο κατάλληλα.

γ) να έχει τα κύτη, τους καταψυκτικούς και ψυκτικούς χώρους και κάθε άλλο χώρο του πλοίου, όπου φορτώνονται πράγματα, κατάλληλους και ασφαλείς για την παραλαβή, μεταφορά και συντήρηση τους.

2. Ο μεταφορέας, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 4, θα προβεί με τον τρόπο που αρμόζει και με επιμέλεια στη φόρτωση, μεταχείριση, στοιβασία, μεταφορά, φύλαξη και εκφόρτωση των πραγμάτων που μεταφέρονται.

3. Μετά την παραλαβή των εμπορευμάτων στην κατοχή του ο μεταφορέας ή ο πλοίαρχος ή ο πράκτορας του μεταφορέα είναι υποχρεωμένος, ύστερα από αίτηση του φορτωτή, να εκδόσει στο φορτωτή φορτωτική που θα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων:

α. Τα βασικά διακριτικά σημεία για την αναγνώριση των πραγμάτων όπως δηλώνονται γραπτά από το φορτωτή πριν από την έναρξη της φόρτωσης των πραγμάτων αυτών, με την προϋπόθεση ότι αυτά τα σημεία είναι αποτυπωμένα ή γραμμένα καθαρά με οποιονδήποτε άλλο τρόπο στα ασυσκεύαστα πράγματα ή στα κιβώτια ή καλύμματα μέσα στα οποία περιέχονται αυτά με τέτοιο τρόπο ώστε κανονικά να παραμείνουν ευανάγνωστα μέχρι το τέλος του ταξιδιού.

β. Ανάλογα με την περίπτωση, τον αριθμό των δεμάτων ή κομματιών ή την ποσότητα ή το βάρος, όπως αυτά δηλώνονται γραπτά από το φορτωτή.

γ. Την προφανή τάξη γενική και εξωτερική κατάσταση των πραγμάτων.

Πάντως ο μεταφορέας, πλοίαρχος ή πράκτορας του μεταφορέα δεν υποχρεούται να καταχωρίσει ή να αναφέρει στη φορτωτική τυχόν ενδεικτικά σημεία, αριθμό, ποσότητα ή βάρος, για τα οποία έχει σοβαρό λόγο να υποψιάζεται ότι δεν ανταποκρίνονται ακριβώς στα πράγματα που πράγματι παρέλαβε ή για τα οποία δεν είχε τα κατάλληλα μέσα για να το επαληθεύσει.

4. Μια τέτοια φορτωτική αποτελεί τεκμήριο παραλαβής των πραγμάτων από το μεταφορέα όπως αυτά περιγράφονται σύμφωνα με τις παραγρ. 3 (α), (β) και (γ), εκτός εάν αποδειχθεί το αντίθετο.

5. Ο φορτωτής ευθύνεται έναντι του μεταφορέα κατά το χρόνο της φόρτωσης, για την ακρίβεια των διακριτικών σημείων, τον αριθμό, ποσότητα και βάρος, όπως τα έχει δηλώσει και έχει υποχρέωση να αποζημιώσει το μεταφορέα, για κάθε απώλεια, ζημία ή έξοδα που προκύπτουν ή είναι αποτέλεσμα ανακριβειών ως προς αυτά τα στοιχεία. Το δικαίωμα του μεταφορέα για μια τέτοια αποζημίωση δεν περιορίζει με κανένα τρόπο την ευθύνη του και τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από τη σύμβαση μεταφοράς έναντι οιουδήποτε τρίτου προσώπου, εκτός από το φορτωτή.

6. Εφόσον δεν έχει δοθεί στο μεταφορέα ή στον πράκτορα του στο λιμάνι εκφόρτωσης έγγραφη δήλωση απώλειας ή ζημίας και της γενικής φύσης αυτής της απώλειας ή ζημίας πριν ή κατά το χρόνο παραλαβής των πραγμάτων από το πρόσωπο που έχει το δικαίωμα στην παραλαβή τους με βάση τη σύμβαση μεταφοράς, τότε η παραλαβή θα αποτελεί τεκμήριο ότι τα πράγματα παραδόθηκαν από το μεταφορέα

όπως περιγράφονται στη φορτωτική.

Στην περίπτωση που η απώλεια ή ζημία δεν είναι εμφανής τότε η δήλωση πρέπει να γίνει μέσα σε τρεις ημέρες από την παραλαβή των εμπορευμάτων.

Δεν απαιτείται γραπτή δήλωση εάν η κατάσταση του εμπορεύματος κατά το χρόνο της παραλαβής αποτέλεσε αντικείμενο κοινής επιθεώρησης ή εξέτασης.

Σε κάθε περίπτωση, ο μεταφορέας και το πλοίο απαλλάσσονται από κάθε ευθύνη για απώλειες ή ζημίες, εφόσον δεν ασκηθεί αγωγή μέσα of ένα χρόνο από την παράδοση των εμπορευμάτων ή από την ημερομηνία που θα έπρεπε να είχε γίνει η παράδοση.

Στην περίπτωση πραγματικής ή τεκμαρτής απώλειας ή ζημίας, ο μεταφορέας και ο παραλήπτης θα προβούν σε κάθε αμοιβαία διευκόλυνση για την επιθεώρηση των εμπορευμάτων και την καταμέτρηση τους.

7. Μετά τη φόρτωση των εμπορευμάτων η φορτωτική, που θα εκδόσει ο μεταφορέας, ο πλοίαρχος ή ο πράκτορας του μεταφορέα στο φορτωτή θα είναι, εφόσον το ζητήσει ο φορτωτής ‘φορτωτική φόρτωσης’ υπό τον όρο ότι, εάν ο φορτωτής έχει πάρει πριν κάποιο άλλο έγγραφο με το οποίο απέκτησε δικαιώματα πάνω στα εμπορεύματα, θα το επιστρέφει μόλις του δοθεί η ‘φορτωτική φόρτωσης’. Ο μεταφορέας, ο πλοίαρχος ή ο πράκτορας θα έχουν επίσης την ευχέρεια να σημειώσουν στο λιμάνι φόρτωσης, στο εμπορευματόγραφο που εκδόθηκε αρχικά, το ή τα ονόματα του ή των πλοίων στα οποία έχουν φορτωθεί τα εμπορεύματα και την ημερομηνία ή τις ημερομηνίες φόρτωσης και αφού το εμπορευματόγραφο αυτό συμπληρωθεί έτσι θα θεωρείται σύμφωνα με τους όρους αυτού του άρθρου ότι αποτελεί ‘φορτωτική φόρτωσης’ με την προϋπόθεση ότι περιλαμβάνει τα αναφερόμενα στο άρθρο 3 παρ. 3.

8. Κάθε όρος ή συμφωνία σε σύμβαση μεταφοράς, που απαλλάσσει το μεταφορέα ή το πλοίο από ευθύνη για απώλεια ή ζημία των εμπορευμάτων ή σε σχέση με αυτά και που οφείλεται σε αμέλεια, δόλο ή παράλειψη καθηκόντων ή υποχρεώσεων που προβλέπονται σ’ αυτό το άρθρο, ή που περιορίζει την ευθύνη αυτήν κατά τρόπο διαφορετικό από ό,τι ορίζεται στην παρούσα Σύμβαση, είναι άκυρη, ανυπόστατη και ανενεργός.

Ρήτρα για εκχώρηση του ασφαλίσματος στο μεταφορέα ή άλλη ανάλογη ρήτρα, θα θεωρείται σαν ρήτρα που απαλλάσσει το μεταφορέα από ευθύνη.

Άρθρο 4

1. Ούτε ο μεταφορέας ούτε το πλοίο ευθύνονται για απώλειες ή ζημίες που προέρχονται ή είναι αποτέλεσμα αναξιοπλοΐας, εκτός αν αυτή προέρχεται από έλλειψη της δέουσας επιμέλειας εκ μέρους του μεταφορέα να διατηρεί το πλοίο σε κατάσταση αξιοπλοΐας, ή να εξασφαλίζει στο πλοίο το κατάλληλο πλήρωμα, εξαρτισμό και εφοδιασμό και να διατηρεί σε καλή και ασφαλή κατάσταση τους αποθηκευτικούς χώρους, τους θαλάμους υψηλής και χαμηλής ψύξης και κάθε άλλο χώρο του πλοίου όπου φορτώνονται εμπορεύματα, ώστε να είναι κατάλληλοι για την παραλαβή, μεταφορά και συντήρηση τους, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 3 παραγρ. 1.

Οποτεδήποτε προκύψει απώλεια ή ζημία σαν αποτέλεσμα αναξιοπλοΐας, το βάρος της απόδειξης εάν επιδείχθηκε η δέουσα επιμέλεια το φέρει ο μεταφορέας ή οποιοσδήποτε τρίτος που νομιμοποιείται να ζητήσει την απαλλαγή, που προβλέπεται από το άρθρο αυτό.

2. Ούτε ο μεταφορέας ούτε το πλοίο ευθύνονται για απώλεια ή ζημία που προέρχεται ή προκύπτει από:

(α) Πράξη ή παράλειψη ή αμέλεια του πλοιάρχου, ναυτικού, πλοηγού ή προστηθέντος από το μεταφορέα, σχετικά με τη διακυβέρνηση ή το χειρισμό του πλοίου.

(β) Πυρκαϊά, εκτός αν αυτή προκλήθηκε από ίδιο πταίσμα του μεταφορέα.

(γ) Κινδύνους ή ατυχήματα στη θάλασσα ή σε άλλα πλεύσιμα νερά.

(δ) Ανώτερη βία.

(ε) Πολεμικές ενέργειες.

(στ) Πράξεις των εχθρών της πολιτείας.

(ζ) Κράτηση ή περιορισμό από κυβερνητικό ή νομοθετικό όργανο ή κατάσχεση βασισμένη σε δικαστική διαδικασία.

(η) Υγειονομικό περιορισμό.

(θ) Πράξη ή παράλειψη του φορτωτή ή του κυρίου των πραγμάτων ή του αντιπροσώπου του ή εκπροσώπου του.

(ι) Απεργίες, ανταπεργίες, στάσεις εργασίας ή εμπόδια που προκαλούν είτε ολική ή μερική διακοπή εργασίας για οποιαδήποτε αιτία.

(ια) Οχλοκρατία ή κοινωνικές αναταραχές.

(ιβ) Διάσωση ή με πρόθεση τη διάσωση ζωής ή πραγμάτων στη θάλασσα.

(ιγ) Μείωση του όγκου ή του βάρους, καθώς και κάθε άλλη ζημία ή απώλεια που προέρχεται από κάποιο εγγενές ελάττωμα από την ποιότητα ή την ιδιοσυστασία του πράγματος.

(ιδ) Ανεπάρκεια της συσκευασίας.

(ιε) Ανεπάρκεια ή ατέλεια των διακριτικών σημείων.

(ιστ) Κεκρυμμένα ελαττώματα που δεν ανακαλύπτονται με τη δέουσα επιμέλεια.

(ιζ) Κάθε άλλη αιτία, που δεν προέρχεται απά προσωπικό πταίσμα του μεταφορέα ή από πταίσμα των πρακτόρων ή εκπροσώπων του μεταφορέα, αλλά το Βάρος της απόδειξης θα το έχει το πρόσωπο που νομιμοποιείται να ζητήσει αυτήν την εξαίρεση και το οποίο θα πρέπει να αποδείξει, ότι ούτε το προσωπικό του σφάλμα ούτε οι ενέργειες του μεταφορέα ούτε το σφάλμα ούτε οι ενέργειες των πρακτόρων ή των προστημένων του μεταφορέα συνέβαλαν στην απώλεια ή τη ζημία.

3. Ο φορτωτής δεν ευθύνεται για τις απώλειες ή ζημίες που υφίσταται ο μεταφορέας ή το πλοίο και που προέρχονται ή προκύπτουν από οποιαδήποτε αιτία που δεν συνιστά πράξη, παράλειψη ή αμέλεια του φορτωτή, των πρακτόρων και των προστηθέντων του.

4. Καμιά παρέκκλιση από την πορεία για διάσωση ή με πρόθεση τη διάσωση ζωής ή πραγμάτων στη θάλασσα και καμιά άλλη δικαιολογημένη παρέκκλιση από την πορεία δεν θεωρείται παραβίαση της σύμβασης αυτής ή της σύμβασης μεταφοράς και ο μεταφορέας δεν ευθύνεται για καμιά απώλεια ή ζημία που προκύπτει από αυτή.

5. Ο μεταφορέας και το πλοίο δεν ευθύνονται σε καμιά περίπτωση για απώλειες ή ζημίες που προκαλούνται σε εμπορεύματα ή που έχουν σχέση με αυτά, για ποσό άνω των 100 λιρών Αγγλίας κατά δέμα ή μονάδα ή το ισόποσο σε άλλο νόμισμα, εκτός αν το είδος και η αξία αυτών των εμπορευμάτων έχουν δηλωθεί από το φορτωτή πριν από τη φόρτωση τους και αυτή η δήλωση έχει επισυναφθεί στη φορτωτική.

Τέτοια δήλωση που έχει ενσωματωθεί στη φορτωτική αποτελεί κατ’ αρχήν τεκμήριο, αλλά δεν είναι δεσμευτική και μπορεί να αμφισβητηθεί από το μεταφορέα

Με συμφωνία μεταξύ του μεταφορέα του πλοιάρχου ή του πράκτορα του μεταφορέα και του φορτωτή, μπορεί να οριστεί ανώτατο ποσόν ευθύνης διαφορετικό από εκείνο που προβλέπεται σ’ αυτήν την παράγραφο υπό τον όρο ότι αυτό το συμβατικό μέγιστο ποσό δεν θα είναι κατώτερο από το ποσό που ορίζεται παραπάνω.

Ο μεταφορέας ή το πλοίο δεν ευθύνονται σε καμιά περίπτωση για απώλεια ή ζημία που προκαλείται σε εμπορεύματα ή έχει σχέση με αυτά, εάν ο φορτωτής έχει κάνει εν γνώσει του ψευδή δήλωση στη φορτωτική σχετικά με το είδος ή την αξία τους.

6. Εύφλεκτα, εκρηκτικά ή επικίνδυνα εμπορεύματα για τη φόρτωση των οποίων ο μεταφορέας, ο πλοίαρχος ή ο πράκτορας του μεταφορέα δεν έχουν συμφωνήσει γνωρίζοντας τη φύση τους και τα χαρακτηριστικά τους, μπορούν ανά πάσα στιγμή πριν από την παράδοση τους να εκφορτωθούν σε οποιαδήποτε περιοχή ή να καταστραφούν ή να καταστούν αβλαβή από το μεταφορέα χωρίς υποχρέωση αποζημίωσης και ο φορτωτής αυτών των εμπορευμάτων ευθύνεται για κάθε ζημία ή έξοδα που προέρχονται ή προκύπτουν άμεσα ή έμμεσα από τη φόρτωση τους. Αν κάποιο από αυτά τα εμπορεύματα που φορτώθηκαν εν γνώσει και με τη συναίνεση του μεταφορέα αποτελέσει κίνδυνο για το πλοίο και το φορτίο, θα μπορεί με τον ίδιο τρόπο να εκφορτωθεί ή να καταστραφεί ή να καταστεί αβλαβές από το μεταφορέα χωρίς ευθύνη από μέρους του εκτός αν συντρέχει περίπτωση γενικής αβαρίας.

Αρθρο 5

Ο μεταφορέας έχει την ευχέρεια να παραιτηθεί μερικώς ή ολικώς από τα δικαιώματα και τις ενστάσεις του, ή να αυξήσει τις ευθύνες και υποχρεώσεις του, όπως αυτές προβλέπονται από την παρούσα Σύμβαση, υπό την προϋπόθεση ότι τέτοια παραίτηση ή επαύξηση θα ενσωματωθεί στη φορτωτική που εκδίδεται στο φορτωτή.

Καμιά διάταξη αυτής της Σύμβασης δεν θα έχει εφαρμογή σε ναυλοσύμφωνα, αν όμως για πλοίο που είναι ναυλωμένο με ναυλοσύμφωνο εκδοθούν φορτωτικές τότε, αυτές θα υπόκεινται στις διατάξεις αυτής της Σύμβασης. Καμιά διάταξη αυτών των κανόνων δεν συνιστά απαγόρευση αναγραφής στο φορτωτική οποιασδήποτε νόμιμης διάταξης σχετικά με . τη γενική αβαρία.

Αρθρο 6

Παρά τις διατάξεις των προηγούμενων άρθρων, ο μεταφορέας, ο πλοίαρχος ή ο πράκτορας του μεταφορέα και ο φορτωτής θα είναι ελεύθεροι, για συγκεκριμένα εμπορεύματα όποια και αν είναι αυτά, να συνάψουν οποιαδήποτε συμφωνία με οποιουσδήποτε όρους σ’ ό,τι αφορά στην ευθύνη και στις υποχρεώσεις του μεταφορέα για τα εμπορεύματα αυτά, καθώς και τα δικαιώματα και τις απαλλαγές του μεταφορέα για τα ίδια εμπορεύματα, ή σ’ ό,τι αφορά στις υποχρεώσεις του ως προς την κατάσταση αξιοπλοΐας του πλοίου στο μέτρο που οι όροι αυτοί δεν είναι αντίθετοι με τη δημόσια τάξη ή την υποχρέωση φροντίδας ή επιμέλειας των προστημένων ή πρακτόρων του σχετικά με τη φόρτωση, τη διακίνηση, στοιβασία, μεταφορά, φύλαξη, επιμέλεια και εκφόρτωση εμπορευμάτων που μεταφέρονται δια θαλάσσης, υπό την προϋπόθεση, ότι σ’ αυτήν την περίπτωση, δεν έχει εκδοθεί ούτε θα εκδοθεί φορτωτική και οι όροι της συμφωνίας αυτής θα συμπεριληφθούν σε μία απόδειξη, που θα είναι

ένα έγγραφο μη μεταβιβάσιμο και θα είναι έτσι χαρακτηρισμένο.

Κάθε σύμβαση που θα καταρτίζεται με αυτόν τον τρόπο, θα έχει πλήρη νομική ισχύ.

Εν τούτοις το άρθρο αυτό δεν θα έχει εφαρμογή στις συνήθεις εμπορικές φορτώσεις κατά την επιχείρηση των συνήθων εμπορικών συναλλαγών, αλλά μόνο σε άλλες φορτώσεις των οποίων ο χαρακτήρας ή η κατάσταση των αγαθών για μεταφορά, καθώς και οι συνθήκες, οι όροι και οι περιστάσεις με. τις οποίες θα γίνει η μεταφορά είναι τέτοιες που να δικαιολογούν ειδική συμφωνία.

Αρθρο 7

Καμιά διάταξη της σύμβασης αυτής δεν εμποδίζει το μεταφορέα ή το φορτωτή να συνομολογήσει διατάξεις, όρους, επιφυλάξεις ή απαλλαγές, σχετικές με τις υποχρεώσεις και τις ευθύνες του μεταφορέα, και του πλοίου για απώλεια ή ζημιές των εμπορευμάτων, ή σχετικά με τη φύλαξη, επιμέλεια και διακίνηση τους πριν από τη φόρτωση και μετά την εκφόρτωση του πλοίου που μετέφερε τα πράγματα δια θαλάσσης.

Αρθρο 8

Οι διατάξεις της παρούσας σύμβασης δεν θίγουν ούτε τα δικαιώματα ούτε τις υποχρεώσεις του μεταφορέα, όπως αυτές προβλέπονται από διατάξεις που ισχύουν κατά καιρούς, σχετικά με τον περιορισμό της ευθύνης των πλοιοκτητών.

Αρθρο 9

Οι νομισματικές μονάδες στις οποίες αναφέρεται παρούσα σύμβαση υπολογίζονται σε αξία χρυσού.

Εκείνα τα Συμβαλλόμενα Κράτη όπου η λίρα Αγγλίας δεν χρησιμοποιείται σαν νομισματική μονάδα, έχουν το δικαίωμα να στρογγυλοποιούν και να μετατρέπουν σύμφωνα με το δικό τους νομισματικό σύστημα τα ποσά που αναφέρονται σ’ αυτήν τη σύμβαση σε λίρες.

Η εθνική νομοθεσία μπορεί να επιφυλάσσει στον υπόχρεο το δικαίωμα της καταβολής του χρέους σε εθνικό νόμισμα σύμφωνα με τις τιμές συναλλάγματος που ισχύουν για το εν λόγω εμπόρευμα, κατά την ημερομηνία κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι εκφόρτωσης.

Άρθρο 10

Οι διατάξεις της παρούσας σύμβασης εφαρμόζονται σε κάθε φορτωτική που εκδίδεται σε οποιοδήποτε εκ των Συμβαλλόμενων Μερών.

Άρθρο 11

Μετά την παρέλευση προθεσμίας δύο χρόνων, το αργότερο, από την ημερομηνία υπογραφής της παρούσας σύμβασης, η Κυβέρνηση του Βελγίου θα έλθει σε επικοινωνία με τις Κυβερνήσεις των Υψηλών Συμβαλλόμενων Μερών που θα έχουν δηλώσει ότι είναι έτοιμα να την κυρώσουν προκειμένου να αποφασιστεί αν θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ. Οι επικυρώσεις θα κατατίθενται στις Βρυξέλλες σε ημερομηνία που θα καθοριστεί κατόπιν κοινής συμφωνίας μεταξύ των εν λόγω κυβερνήσεων. Η πρώτη κατάθεση των οργάνων επικύρωσης θα καταγράφεται σ’ ένα’ πρακτικό που θα

υπογράφεται από τους εκπροσώπους των Κρατών-Μελών, που’ θα συμμετάσχουν και τον Υπουργό Εξωτερικών του Βελγίου.

Οι μεταγενέστερες καταθέσεις των οργάνων επικύρωσης θα γίνονται μέσω μιας έγγραφης κοινοποίησης που θα απευθύνεται στη Βελγική Κυβέρνηση και θα συνοδεύεται από ένα όργανο επικύρωσης.

Ακριβές αντίγραφο του πρακτικού του σχετικού με την πρώτη κατάθεση των επικυρώσεων, των κοινοποιήσεων που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, καθώς και των οργάνων επικύρωσης που τις συνοδεύουν, θα αποστέλλονται αμέσως δια της διπλωματικής οδού, με μέριμνα της Βελγικής Κυβέρνησης, στα Κράτη που έχουν υπογράψει αυτήν τη Σύμβαση ή έχουν προσχωρήσει σ’ αυτή. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, η εν λόγω Κυβέρνηση θα γνωστοποιεί ταυτόχρονα την ημερομηνία κατά την οποία έλαβε την κοινοποίηση.

Άρθρο 12

Τα κράτη που δεν έχουν υπογράψει τη Σύμβαση θα μπορούν να προσωρήσουν σ’ αυτήν, είτε συμμετείχαν είτε όχι στη Διεθνή Διάσκεψη των Βρυξελλών.

Το Κράτος που επιθυμεί να προσχωρήσει κοινοποιεί εγγράφως την πρόθεση του στη Βελγική Κυβέρνηση διαβιβάζοντας την πράξη προσχώρησης που θα κατατεθεί στο αρχείο της εν λόγω Κυβέρνησης.

Η Βελγική Κυβέρνηση θα διαβιβάζει, αμέσως, σ’ όλα τα κράτη που έχουν υπογράψει τη Σύμβαση ή έχουν προσχωρήσει σ’ αυτήν, ακριβές αντίγραφο της κοινοποίησης και της πράξης προσχώρησης, αναφέροντας την ημερομηνία κατά την οποία έλαβε την κοινοποίηση.

Άρθρο 13

Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη μπορούν κατά το χρόνο της υπογραφής της κατάθεσης των επικυρώσεων ή κατά την προσχώρηση να δηλώσουν ότι η αποδοχή της Σύμβασης αυτής δεν ισχύει είτε ως προς ορισμένες είτε ως προς όλες από τις αυτόνομες κτήσεις της Κοινοπολιτείας, τις αποικίες, κτήσεις, προτεκτοράτα ή υπερπόντιες επικράτειες που βρίσκονται υπό την κυριαρχία ή δικαιοδοσία τους. Κατά συνέπεια, μπορούν μεταγενέστερα να προσχωρήσουν ξεχωριστά για λογαριασμό της μιας ή της άλλης από αυτές τις αυτόνομες κτήσεις της Κοινοπολιτείας, αποικίες, κτήσεις, προτεκτοράτα ή υπερπόντιες επικράτειες που εξαιρούνται από την αρχική τους δήλωση. Μπορούν επίσης, συμμορφούμενοι με αυτές τις διατάξεις, να καταγγείλουν τη Σύμβαση αυτήν ξεχωριστά για μια ή περισσότερες αυτόνομες κτήσεις, της κοινοπολιτείας, αποικίες, κτήσεις, προτεκτοράτα ή υπερπόντιες επικράτειες που βρίσκονται υπό την κυριαρχία τους ή τη δικαιοδοσία τους.

Άρθρο 14

Ως προς τα κράτη που έχουν συμμετάσχει στην πρώτη κατάθεση των επικυρώσεων η Σύμβαση αυτή θα ισχύει ένα χρόνο μετά την ημερομηνία σύνταξης των πρακτικών αυτής της κατάθεσης. Ως προς τα Κράτη που θα την κυρώσουν μεταγενέστερα ή που θα προσχωρήσουν σ’ αυτήν, καθώς και στις περιπτώσεις όπου η έναρξη ισχύος θα γίνει μεταγενέστερα και σύμφωνα με το άρθρο 13, η Σύμβαση θα έχει ισχύ έξι μήνες μετά την παραλαβή από τη Βελγική

Κυβέρνηση των κοινοποιήσεων, που προβλέπονται στο άρθρο 11, εδάφιο 2 και στο άρθρο 12 εδάφιο 2.

Άρθρο 15

Σε περίπτωση που κάποιο από τα Συμβαλλόμενα Κράτη θελήσει να καταγγείλει τη Σύμβαση, η καταγγελία αυτή θα κοινοποιηθεί εγγράφως στη Βελγική Κυβέρνηση, που θα αποστείλει ακριβές αντίγραφο της κοινοποίησης σε όλα τα άλλα Κράτη-μέλη, γνωστοποιώντας τους την ημερομηνία κατά την οποία την έλαβε.

Η καταγγελία ισχύει μόνο για το Κράτος που θα την κοινοποιήσει ένα χρόνο μετά την παραλαβή της Κοινοποίησης αυτής από τη Βελγική Κυβέρνηση.

Άρθρο 16

Κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος θα έχει τη δυνατότητα να συγκαλέσει μια νέα Διάσκεψη, με σκοπό την εξέταση πιθανών τροποποιήσεων, οι οποίες θα μπορούσαν να επέλθουν σ’ αυτήν τη Σύμβαση. *

Τα Κράτη που θα κάνουν χρήση αυτού του δικαιώματος θα πρέπει να κοινοποιήσουν την πρόθεση τους αυτήν ένα χρόνο πριν στα άλλα Κράτη μέσω της Βελγικής Κυβέρνησης που θα αναλάβει να συγκαλέσει τη Διάσκεψη.

Έγινε στις Βρυξέλλες

σ’ ένα αντίγραφο

Στις 25 Αυγούστου 1924

Πρωτόκολλο υπογραφής

Κατά την υπογραφή της Διεθνούς Σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων νομικών κανόνων σχετικά με τις φορτωτικές, οι προσυπογράφοντες πληρεξούσιοι υιοθέτησαν το Πρωτόκολλο αυτό που θα έχει την ίδια ισχύ και αξία, ως εάν ήταν διατάξεις που θα είχαν συνταχθεί στο ίδιο το κείμενο της Σύμβασης στην οποία αναφέρεται.

Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη θα μπορούν να θέσουν σε ισχύ αυτήν τη Σύμβαση είτε δίνοντας της ισχύ νόμου είτε εντάσσοντας στην εθνική τους νομοθεσία τους κανόνες που υιοθετούνται από τη Σύμβαση με μορφή ανάλογη μ’ αυτήν τη νομοθεσία.

Επιφυλλάσσουν ρητά το δικαίωμα:

1. Να διευκρινίσουν ότι στις περιπτώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 4 παράγραφος 2 γ’ έως ιστ’.

Ο κομιστής της φορτωτικής μπορεί να έχει το δικαίωμα να ζητήσει ευθύνες για απώλεια ή ζημία που προκύπτει από προσωπικό λάθος του μεταφορέα ή τα λάθη των αντιπροσώπων του και τα οποία δεν καλύπτονται από την παράγραφο α’.

2. Να εφαρμόσουν σ’ ό,τι αφορά στην εθνική ακτοπλοΐα, το άρθρο 6 σε όλες τις κατηγορίες των εμπορευμάτων, χωρίς να λάβουν υπόψη τον περιορισμό του τελευταίου εδαφίου του εν λόγω άρθρου.

Εγινε στις Βρυξέλλες, σε ένα μόνο αντίγραφο στις 25 Αυγούστου 1924

Ακολουθούν υπογραφές

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΦΟΡΤΩΤΙΚΕΣ ΠΟΥ ΥΠΟΓΡΑΦΗΚΕ ΣΤΙΣ ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ ΣΤΙΣ 25 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1924

Τα Συμβαλλόμενα Μέρη,

ΘΕΩΡΩΝΤΑΣ ότι είναι επιθυμητή η τροποποίηση της Διεθνούς Σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων νομικών κανόνων σχετικά με τις φορτωτικές, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 25 Αυγούστου 1924

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ τα εξής:

Αρθρο 1

(1) Στο Άρθρο 3 στην παράγραφο 4 θα προστίθεται: ‘Ωστόσο, δεν χωρεί απόδειξη για το αντίθετο όταν η

φορτωτική έχει μεταβιβασθεί σε τρίτο πρόσωπο που ενεργεί με καλή πίστη’.

(2) Στο άρθρο 3 η παράγραφος 6 εδάφιο 4 διαγράφεται και αντικαθίσταται από:

‘Με την επιφύλαξη της παραγράφου 6β, ο μεταφορέας και το πλοίο θα απαλλάσσονται σε κάθε περίπτωση από οποιαδήποτε ευθύνη σχετικά με τα εμπορεύματα, εφόσον δεν έχει εγερθεί αγωγή εντός ενός έτους από την παράδοση τους ή από την ημερομηνία που θα έπρεπε να είχαν παραδοθεί. Ωστόσο, αυτή η περίοδος μπορεί να παραταθεί, αν τα μέρη έτσι συμφωνήσουν μεταγενέστερα από το γεγονός που προκάλεσε την αγωγή.

(3) Στο άρθρο 3 μετά την παράγραφο 6 προστίθεται η παράγραφος 6β:

‘Αναγωγή για αποζημίωση κατά τρίτου προσώπου μπορεί να εγερθεί ακόμα και μετά τη λήξη του έτους που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο, αν εγερθεί εντός του χρονικού διαστήματος που επιτρέπεται από τη νομοθεσία του Κράτους του δικαστηρίου το οποίο έχει επιληφθεί της υπόθεσης. Πάντως το χρονικό αυτό διάστημα δεν θα είναι μικρότερο από τρεις μήνες, από την ημέρα που το πρόσωπο που εγείρει την αναγωγή έχει πληρώσει την απαίτηση ή έχει λάβει κοινοποίηση της αγωγής εναντίον του.

Άρθρο 2

Στο άρθρο 4, η παραγρ. 5 διαγράφεται και αντικαθίσταται από τα εξής:

‘(α) Εκτός αν η φύση και η αξία αυτών των εμπορευμάτων έχουν δηλωθεί από το φορτωτή πριν από τη φόρτωση και έχουν αναφερθεί στη φορτωτική, ούτε ο μεταφορέας ούτε το πλοίο θα είναι ή θα θεωρηθούν σε οποιαδήποτε περίπτωση υπεύθυνοι για οποιαδήποτε απώλεια ή ζημία σε εμπορεύματα ή σε σχέση μ* αυτά για ποσό που υπερβαίνει το ισότιμο των 10.000 φράγκων ανά δέμα ή μονάδα ή 30 φράγκα κατά κιλό μικτού βάρους των εμπορευμάτων που χάθηκαν ή υπέστησαν ζημία, οποιοδήποτε από τα δύο όρια είναι μεγαλύτερο.

(β) Το συνολικό ποσό της αποζημίωσης θα υπολογίζεται σε σχέση με την αξία αυτών των εμπορευμάτων στον τόπο και το χρόνο που εκφορτώνονται από το πλοίο ή που θα έπρεπε να έχουν εκφορτωθεί, σύμφωνα με τη σύμβαση μεταφοράς. Η αξία των εμπορευμάτων θα υπολογίζεται, σύμφωνα με τη χρηματιστηριακή τιμή για το εμπόρευμα, ή,

αν δεν υπάρχει τέτοιο η τιμή σύμφωνα με την τρέχουσα τιμή στην αγορά, ή αν δεν υπάρχει καμία από τις δύο θα υπολογίζεται με βάση τη συνήθη αξία των εμπορευμάτων του ίδιου είδους και ποιότητας.

(γ) Όταν ένα εμπορευματοκιβώτιο, παλέτα ή παρόμοιο μέσο μεταφοράς χρησιμοποιείται για συγκέντρωση εμπορευμάτων, ο αριθμός των δεμάτων ή μονάδων που αναφέρονται στη φορτωτική ότι είναι συσκευασμένα σε τέτοιο μέσο θα θεωρείται ότι είναι ο αριθμός των δεμάτων ή των μανάδων για τους σκοπούς αυτής της παραγράφου όσον αφορά σ’ αυτά τα δέματα ή στις μονάδες. Εκτός από την προαναφερόμενη περίπτωση, αυτό το μέσο μεταφοράς θα θεωρείται σα δέμα ή μονάδα.

(δ) Φράγκο σημαίνει μονάδα που αποτελείται από 65,5 χιλιοστόγραμμα χρυσού καθαρότητας 900 βαθμών. Η ημερομηνία μετατροπής του ποσού που χορηγείται σε εθνικό νόμισμα θα προσδιορίζεται από τη νομοθεσία του δικαστηρίου που έχει επιληφθεί της διαφοράς.

(ε) Ούτε ο μεταφορέας ούτε το πλοίο θα έχουν δικαίωμα να επωφεληθούν από τον περιορισμό της ευθύνης που προβλέπεται σ’ αυτήν την παράγραφο αν αποδειχθεί ότι η ζημία προκλήθηκε σάν αποτέλεσμα πράξης ή παράλειψης του μεταφορέα που έγινε με πρόθεση να προξενηθεί ζημία ή από βαρειά αμέλεια και με γνώση ότι πιθανόν να προξενηθεί ζημία.

(στ) Η δήλωση που αναφέρεται στο εδάφιο (α) αυτής της παραγράφου, εφόσον ενσωματωθεί στη φορτωτική, θα αποτελεί κατ’ αρχήν τεκμήριο αλλά δεν θα είναι δεσμευτική ή οριστική για το μεταφορέα.

(η) Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του μεταφορέα, πλοιάρχου ή πράκτορα του μεταφορέα και του φορτωτή, μπορεί να οριστούν άλλα ανώτερα όρια από αυτά, που αναφέρονται στην un’ αριθ. (α) αυτής της παραγράφου, υπό τον όρο ότι κανένα ανώτατο όριο που θα οριστεί κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν θα είναι κατώτερο από το ανάλογο μέγιστο που αναφέρεται σ’ αυτό το εδάφιο (α).

(θ) Ούτε ο μεταφορέας ούτε το πλοίο θα είναι υπεύθυνοι σε οποιαδήποτε περίπτωση για απώλεια ή ζημία στα εμπορεύματα ή σε σχέση μ’ αυτά αν ο φορτωτής εν γνώσει του έχει κάνει στην φορτωτική ψευδή δήλωση σχετικά με τη φύση ή την αξία τους’.

Άρθρο 3

Μεταξύ των άρθρων 4 και 5 της Σύμβασης εισάγεται το ακόλουθο Άρθρο 4β

‘1. Οι ενστάσεις και τα όρια ευθύνης που προβλέπονται σ’ αυτήν τη Σύμβαση θα ισχύουν για κάθε αξίωση κατά του μεταφορέα σχετικά με απώλεια ή ζημία σε εμπορεύματα που καλύπτονται από σύμβαση μεταφοράς είτε η αγωγή θεμελιώνεται σε συμβατική ευθύνη είτε σε εξωσυμβατική ευθύνη.

2. Αν τέτοια αξίωση προβληθεί κατά υπαλλήλου ή πράκτορα του μεταφορέα, ο υπάλληλος ή πράκτορας αυτός με την προϋπόθεση ότι δεν είναι τρίτος συμβαλλόμενος μπορεί να προτείνει τις ενστάσεις και τα όρια ευθύνης, που δικαιούται να επικαλεσθεί ο μεταφορέας σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση.

3. Το σύνολο των ποσών αποζημίωσης σε βάρος του μεταφορέα και των υπαλλήλων και πρακτόρων του δεν θα υπερβαίνει, σε καμιά περίπτωση, το όριο που προβλέπεται σ’ αυτήν τη Σύμβαση.

4. Ωστόσο, ένας υπάλληλος ή πράκτορας του μεταφορέα

δεν δικαιούται να επωφεληθεί από τις διατάξεις αυτού του Άρθρου, αν αποδεικνύεται ότι η ζημία προκλήθηκε σαν αποτέλεσμα μιας πράξης ή παράλειψης του υπαλλήλου ή πράκτορα που έγινε με την πρόθεση να προξενηθεί ζημία ή από βαρειά αμέλεια και με γνώση ότι πιθανόν να προξενηθεί ζημία.

Άρθρο 4

Το άρθρο 9 της Σύμβασης διαγράφεται και αντικαθίσταται από το εξής:

‘Η παρούσα Σύμβαση δεν επηρεάζει τις διατάξεις οποιασδήποτε άλλης διεθνούς Σύμβασης ή εθνικής νομοθεσίας που ρυθμίζουν την ευθύνη για πυρηνική βλάβη’.

Άρθρο 5

Το άρθρο 10 της Σύμβασης διαγράφεται και αντικαθίσταται από τα εξής:

‘Οι διατάξεις αυτής της Σύμβασης ισχύουν για οποιαδήποτε φορτωτική που αφορά τη μεταφορά εμπορευμάτων μεταξύ λιμένων σε δύο διαφορετικά κράτη αν:

(α) η φορτωτική εκδοθεί σε ένα Συμβαλλόμενο Κράτος

ή

(β) η μεταφορά γίνεται από λιμένα Συμβαλλόμενου Κράτους ή

(γ) η σύμβαση μεταφοράς που περιέχεται ή της οποίας αποτελεί αποδεικτικό στοιχείο η φορτωτική προβλέπει ότι οι διατάξεις αυτής της Σύμβασης ή της νομοθεσίας οποιουδήποτε Κράτους που τις εφαρμόζει θα διέπουν τη σύμβαση μεταφοράς, ανεξάρτητα από την εθνικότητα του πλοίου, του μεταφορέα, του φορτωτή, του παραλήπτη ή οποιουδήποτε άλλου ενδιαφερόμενου προσώπου.

Κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος θα εφαρμόζει τις διατάξεις αυτής της Σύμβασης στις φορτωτικές που προαναφέρονται.

Το Άρθρο αυτό δεν εμποδίζει ένα Συμβαλλόμενο Κράτος από του να εφαρμόζει τις διατάξεις της Σύμβασης αυτής για φορτωτικές που δεν συμπεριλαμβάνονται στις προηγούμενες παραγράφους’.

Άρθρο 6

Μεταξύ των Μερών, του παρόντος Πρωτοκόλλου, η Σύμβαση και το Πρωτόκολλο θα θεωρούνται και θα ερμηνεύονται μαζί σαν ένα ενιαίο έγγραφο.

Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος του παρόντος Πρωτοκόλλου δεν θα έχει καμία υποχρέωση να εφαρμόζει τις διατάξεις αυτού του Πρωτοκόλλου σε φορτωτικές που έχουν εκδοθεί σε Κράτος που είναι Μέρος στη Σύμβαση αλλά δεν είναι Μέρος σ’ αυτό το Πρωτόκολλο.

Άρθρο 7

Μεταξύ των Μερών του παρόντος Πρωτοκόλλου, η καταγγελία της Σύμβασης από οποιοδήποτε από αυτά, σύμφωνα με το άρθρο της 15, δεν θα ερμηνεύεται κατά κανέναν τρόπο σαν καταγγελία της Σύμβασης όπως τροποποιείται από το παρόν Πρωτόκολλο.

Άρθρο 8

Κάθε διαφορά μεταξύ δύο ή περισσότερων Συμβαλλόμενων Μερών σχετικά με την ερμηνεία ή εφαρμογή της Σύμβασης που δεν μπορεί να τακτοποιηθεί με διαπραγματεύσεις, θα

υποβάλλεται σε διαιτησία αν το ζητήσει ένα από αυτά. Αν μέσα σε διάστημα έξι μηνών από την ημερομηνία της αίτησης για διαιτησία τα Μέρη δεν έχουν συμφωνήσει για τη διαδικασία της διαιτησίας, οποιοδήποτε από τα Μέρη μπορεί να φέρει τη διαφορά στο Διεθνές Δικαστήριο μετά από αίτηση σύμφωνα με το Καταστατικό του Δικαστηρίου.

Άρθρο 9

(1) Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί κατά το χρόνο της υπογραφής ή της κύρωσης του παρόντος Πρωτοκόλλου ή της προσχώρησης σ’ αυτό, να δηλώσει ότι δεν θεωρεί ότι δεσμεύεται από το Άρθρο 8 αυτού του Πρωτοκόλλου.

Τα άλλα Συμβαλλόμενα Μέρη δεν θα δεσμεύονται από αυτό το Άρθρο έναντι οποιουδήποτε Συμβαλλόμενου Μέρους που έχει εκφράσει τέτοια επιφύλαξη.

(2) Συμβαλλόμενο Μέρος που έχει εκφράσει επιφύλαξη, σύμφωνα με την παράγραφο 1, μπορεί οποτεδήποτε να την αποσύρει με ανακοίνωση στη Βελγική Κυβέρνηση.

Άρθρο 10

Το Πρωτόκολλο αυτό θα είναι ανοιχτό για υπογραφή από τα Κράτη που έχουν κυρώσει τη Σύμβαση ή που έχουν προσχωρήσει σ’ αυτήν μέχρι τις 23 Φεβρουαρίου 1968 και από οποιοδήποτε Κράτος εκπροσωπείται στη 12η σύνοδο (1967-1968) της Διπλωματικής Διάσκεψης Ναυτικού Δικαίου.

Άρθρο 11

(1) Αυτό το Πρωτόκολλο πρέπει να επικυρωθεί.

(2) Επικύρωση αυτού του Πρωτοκόλλου από οποιοδήποτε κράτος που δεν είναι Μέρος στη Σύμβαση θα έχει σαν αποτέλεσμα την προσχώρηση στη Σύμβαση.

(3) Τα έγγραφα επικύρωσης θα κατατεθούν στη Βελγική Κυβέρνηση.

Άρθρο 12

(1) Κράτη που είναι Μέλη των Ηνωμένων Εθνών ή Μέλη των εξειδικευμένων οργάνων των Ηνωμένων Εθνών και που δεν εκπροσωπούνται στη 12η Σύνοδο της Διπλωματικής Διάσκεψης για το Ναυτικό Δίκαιο, μπορεί να προσχωρήσουν σ’ αυτό το Πρωτόκολλο.

(2) Προσχώρηση σ’ αυτό το Πρωτόκολλο θα έχει την ισχύ προσχώρησης στη Σύμβαση.

(3) Τα όργανα προσχώρησης θα κατατεθούν στη Βελγική Κυβέρνηση.

Άρθρο 13

(1) Η ισχύς αυτού του Πρωτοκόλλου θα αρχίσει τρεις μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης δέκα εγγράφων επικύρωσης ή προσχώρησης, τουλάχιστον πέντε από τα οποία θα έχουν κατατεθεί από Κράτη που το καθένα διαθέτει χωρητικότητα ίση ή μεγαλύτερη από 1.000.000 κόρους ολικής χωρητικότητας.

(2) Για κάθε Κράτος που κυρώνει το παρόν Πρωτόκολλο ή προσχωρεί σ’ αυτό μετά την ημερομηνία κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης ή προσχώρησης που προσδιορίζει την έναρξη ισχύος, όπως ορίζεται στην παράγραφο (1) αυτού του Άρθρου, αυτό το Πρωτόκολλο θα τεθεί σε ισχύ τρεις μήνες μετά την κατάθεση του εγγράφου επικύρωσης

του ή προσχώρησης σ’ αυτό.

Άρθρο 14

(1) Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να καταγγείλει το Πρωτόκολλο αυτό με ανακοίνωση του στη Βελγική Κυβέρνηση.

(2) Η καταγγελία αυτή συνεπάγεται την καταγγελία της Σύμβασης.

(3) Η καταγγελία παράγει αποτελέσματα ένα χρόνο μετά την ημερομηνία λήψης της ανακοίνωσης από τη Βελγική Κυβέρνηση.

Άρθρο 15

(1) Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί κατά το χρόνο της υπογραφής, επικύρωσης ή προσχώρησης ή οποτεδήποτε αργότερα, να δηλώσει με γραπτή ανακοίνωση προς τη Βελγική Κυβέρνηση σε ποιες από τις εδαφικές περιοχές που βρίσκονται υπό την κυριαρχία του ή για τις δημόσιες σχέσεις των οποίων είναι υπεύθυνο, εφαρμόζεται το Πρωτόκολλο αυτό.

Τρεις μήνες μετά την ημερομηνία λήψης μιας τέτοιας ανακοίνωσης από τη Βελγική Κυβέρνηση, το Πρωτόκολλο θα επεκτείνεται στις αναφερόμενες σε αυτήν εδαφικές περιοχές, αλλά όχι πριν από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ του Πρωτοκόλλου στο ενδιαφερόμενο Κράτος.

(2) Αυτή η επέκταση θα έχει επίσης εφαρμογή στη Σύμβαση εάν η τελευταία δεν έχει ισχύσει ακόμα σε αυτές τις περιοχές.

(3) Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Κράτος έχει κάνει δήλωση, σύμφωνα με την παράγραφο (1) αυτού του Άρθρου, μπορεί σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο να δηλώσει με ανακοίνωση του προς τη Βελγική Κυβέρνηση ότι η ισχύς του Πρωτοκόλλου παύει να επεκτείνεται σε αυτήν την περιοχή. Η καταγγελία αυτή θα παράγει αποτελέσματα ένα χρόνο μετά την ημερομηνία λήψης της ανακοίνωσης αυτής από τη Βελγική Κυβέρνηση. Θα έχει επίσης εφαρμογή στη Σύμβαση.

Άρθρο 16

Τα Συμβαλλόμενα Μέρη μπορούν να εφαρμόσουν το παρόν Πρωτόκολλο είτε προσδίδοντας του την ισχύ νόμου είτε περιλαμβάνοντας με κατάλληλη μορφή στην εθνική τους νομοθεσία τους κανόνες που υιοθετούνται από αυτό το Πρωτόκολλο.

Άρθρο 17

Η Βελγική Κυβέρνηση θα γνωστοποιήσει στα Κράτη, που εκπροσωπούνται στη δωδέκατη σύνοδο (1967-1968) της Διπλωματικής Διάσκεψης για το Ναυτικό Δίκαιο, στα Κράτη που προσχωρούν σ’ αυτό το Πρωτόκολλο και στα Κράτη-Μέλη της Σύμβασης, τα ακόλουθα:

1. Τις υπογραφές, επικυρώσεις και προσχωρήσεις που λαμβάνονται σύμφωνα με τα Άρθρα 10, 11 και 12.

2. Την ημερομηνία κατά την οποία το Πρωτόκολλο αυτό θα τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 13.

3. Τις γνωστοποιήσεις όσον αφορά την εφαρμογή στις εδαφικές περιοχές σύμφωνα με το Άρθρο 15.

4. Τις καταγγελίες που λαμβάνονται σύμφωνα με το Άρθρο 14.

ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ οι υπογεγραμμένα που είναι κατάλληλα εξουσιοδοτημένοι για το σκοπό αυτόν

υπέγραψαν το Πρωτόκολλο αυτό.

ΕΓΙΝΕ στις Βρυξέλλες, σ’ ένα αντίγραφο, σης 23 Φεβρουαρίου 1968, στη γαλλική και αγγλική γλώσσα και τα δύο κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά, που παραμένει κατατεθειμένο στο αρχείο της Κυβέρνησης του Βελγίου, η οποία θα εκδόσει επικυρωμένα αντίγραφα:

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΦΟΡΤΩΤΙΚΕΣ. ΤΗΣ 25ΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1924,

ΟΠΩΣ ΑΥΤΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΤΗΣ 23ΗΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1968

ΤΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΕΡΗ της Διεθνούς Σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων νομικών κανόνων σχετικά με τις φορτωτικές, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 25 Αυγούστου 1924, όπως αυτή τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο για την τροποποίηση αυτής της Σύμβασης, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 23 Φεβρουαρίου 1968,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ τα εξής:

Άρθρο I

Για τους σκοπούς αυτού του Πρωτοκόλλου, ‘Σύμβαση’ σημαίνει τη Διεθνή Σύμβαση για την ενοποίηση ορισμένων νομικών κανόνων σχετικά με τις φορτωτικές και ίο Πρωτόκολλο υπογραφής της, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 25 Αυγούστου 1924, όπως αυτή τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 23 Φεβρουαρίου 1968.

Άρθρο II

1. Στο άρθρο 4 η παραγρ. 5, α) της Σύμβασης αντικαθίσταται από το εξής:

‘α) Εκτός αν η φύση και η αξία των εμπορευμάτων έχουν δηλωθεί από το φορτωτή πριν από τη φόρτωση και έχουν αναφερθεί στη φορτωτική, ούτε ο μεταφορέας ούτε το πλοίο θα είναι ή θα θεωρηθούν σε οποιαδήποτε περίπτωση υπεύθυνοι για οποιαδήποτε απώλεια ή ζημία σε εμπορεύματα ή σε σχέση μ’ αυτά για ποσό, που υπερβαίνει τις 666.67 μονάδες υπολογισμού ανά δέμα ή μονάδα ή 2 μονάδες υπολογισμού κατά κιλό μικτού βάρους των εμπορευμάτων που χάθηκαν ή υπέστησαν ζημία, οποιοδήποτε από τα δύο όρια είναι μεγαλύτερο.

2. Στο άρθρο 4, η παραγρ. 5, d) της Σύμβασης αντικαθίσταται από το εξής:

‘d) Η μονάδα υπολογισμού, που αναφέρεται σ’ αυτό το άρθρο είναι τα Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα, όπως αυτά προσδιορίζονται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Τα ποσά, που αναφέρονται στην υποπαράγραφο α) αυτής της παραγράφου, θα μετατρέπονται στο εθνικό νόμισμα με βάση την αξία του νομίσματος αυτού, στην ημερομηνία, που θα προσδιορίζεται από τη νομοθεσία του Κράτους του δικαστηρίου, που έχει επιληφθεί της υποθέσεως. Η ισοτιμία της αξίας του εθνικού νομίσματος προς τα Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα κράτους που είναι μέλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, θα υπολογίζεται σύμφωνα με τη μέθοδο υπολογισμού, που ισχύει και εφαρμόζεται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στη συγκεκριμένη ημερομηνία, στη

λειτουργία και τις συναλλαγές του. Η ισοτιμία της αξίας του εθνικού νομίσματος προς τα Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα, κράτους που δεν είναι μέλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, θα γίνεται σύμφωνα με τον τρόπο, που θα καθορίζει το ίδιο το Κράτος.

Εν τούτοις, Κράτος που δεν είναι μέλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και που η νομοθεσία του δεν επιτρέπει την εφαρμογή των διατάξεων, που προβλέπονται στις προηγούμενες προτάσεις, μπορεί, κατά το χρόνο της επικύρωσης του Πρωτοκόλλου του 1979 ή της προσχώρησης ϋ αυτό ή οποτεδήποτε αργότερα, να δηλώσει ότι τα όρια της ευθύνης, που προβλέπονται στη Σύμβαση αυτή και θα εφαρμόζονται στο έδαφος του, θα καθορίζονται ως εξής:

ι) σχετικά με τρ ποσό των 666.67 μονάδων υπολογισμού, που αναφέρονται στην υποπαράγρ. α) της παραγράφ. 5 του άρθρου αυτού, 10.000 νομισματικές μονάδες,

ιι) σχετικά με το ποσό των 2 μονάδων υπολογισμού, που αναφέρονται στην. υποπαράγρ. α) της παραγράφ. 5 του άρθρου αυτού, 30 νομισματικές μονάδες.

Η νομισματική μονάδα, που αναφέρεται στην προηγούμενη πρόταση, αντιστοιχεί σε 65,5 χιλιοστόγραμμα χρυσού καθαρότητας 900 βαθμών.

Η μετατροπή των ποσών, που καθορίζονται σ’ αυτήν την πρόταση στο εθνικό νόμισμα, θα γίνει σύμφωνα με το δίκαιο του ενδιαφερόμενου κράτους. Ο υπολογισμός και η μετατροπή, που αναφέρονται στις προηγούμενες προτάσεις θα γίνουν με τέτοιο τρόπο ώστε. το εθνικό νόμισμα κάθε κράτους να εκφράζει κατά το δυνατόν την ίδια πραγματική αξία για τα ποσά της υποπαραγράφου α) της παραγράφου 5 του άρθρου αυτού, όπως εκφράζονται εκεί σε μονάδες υπολογισμού. Κατά την κατάθεση του εγγράφου επικύρωσης του Πρωτοκόλλου του 1979 ή της προσχώρησης σ’ αυτό και όταν υπάρχει αλλαγή της μεθόδου υπολογισμού ή της αξίας του εθνικού νομίσματος σε σχέση με την μονάδα υπολογισμού ή τη νομισματική μονάδα, τα Κράτη θα ανακοινώνουν στο θεματοφύλακα τον τρόπο υπολογισμού ή το αποτέλεσμα της μετατροπής, ανάλογα με την περίπτωση.

Άρθρο III

Κάθε διαφορά μεταξύ δύο ή περισσότερων Συμβαλλόμενων Μερών σχετικά με την ερμηνεία ή εφαρμογή του Πρωτοκόλλου αυτού, που δεν μπορεί να τακτοποιηθεί με διαπραγματεύσεις, θα υποβάλλεται σε διαιτησία αν το ζητήσει ένα απ* αυτά. Αν μέσα σε διάστημα έξι μηνών από την ημερομηνία της αίτησης για διαιτησία τα μέρη δεν έχουν συμφωνήσει για τη διαδικασία της διαιτησίας, οποιοδήποτε από τα Μέρη μπορεί να φέρει τη διαφορά στο Διεθνές Δικαστήριο μετά από αίτηση σύμφωνα με το Καταστατικό του Δικαστηρίου.

Άρθρο IV

(1) Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί κατά το χρόνο της υπογραφής ή της κύρωσης του παρόντος Πρωτοκόλλου ή της προσχώρησης σ’ αυτό να δηλώσει ότι δεν θεωρεί ότι δεσμεύεται από το άρθρο III.

(2) Συμβαλλόμενο Μέρος, πού έχει εκφράσει επιφύλαξη, σύμφωνα με την παράγραφο (1), μπορεί οποτεδήποτε να την αποσύρει με ανακοίνωση στη Βελγική Κυβέρνηση.

Άρθρο V

Το Πρωτόκολλο αυτό θα είναι ανοιχτό για υπογραφή από τα Κράτη που έχουν υπογράψει τη Σύμβαση της 25ης Αυγούστου 1924 ή το Πρωτόκολλο της 23ης Φεβρουαρίου 1968 ή που είναι Μέρη της Σύμβασης.

Αρθρο VI

(1) Αυτό το Πρωτόκολλο πρέπει να επικυρωθεί

(2) Επικύρωση αυτού του Πρωτοκόλλου από οποιοδήποτε Κράτος, που δεν είναι Μέρος στη Σύμβαση θα έχει την ισχύ επικύρωσης της Σύμβασης.

(3) Τα έγγραφα επικύρωσης θα κατατεθούν στη Βελγική Κυβέρνηση.

Αρθρο VII .

(1) Κράτη, που δεν αναφέρονται στο άρθρο V μπορούν να προσχωρήσουν σ αυτό το Πρωτόκολλο.

(2) Προσχώρηση σ’ αυτό το Πρωτόκολλο θα έχει την ισχύ προσχώρησης στη Σύμβαση.

(3) Τα έγγραφα προσχώρησης θα κατατεθούν στη Βελγική Κυβέρνηση.

Άρθρο VIII

(1) Η ισχύς αυτού του Πρωτοκόλλου θα αρχίσει τρεις μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης πέντε εγγράφων επικύρωσης ή προσχώρησης.

(2) Για κάθε΄Κράτος, που κυρώνει αυτό το Πρωτόκολλο ή προσχωρεί σ’ αυτό μετά την πέμπτη κατάθεση, αυτό το Πρωτόκολλο θα τεθεί σε ισχύ τρεις μήνες μετά την κατάθεση του εγγράφου επικύρωσης του ή προσχώρησης σ αυτό.

Άρθρο IX

(1) Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να καταγγείλει το Πρωτόκολλο αυτό με ανακοίνωση του στη Βελγική Κυβέρνηση.

(2) Η καταγγελία παράγει αποτελέσματα ένα χρόνο μετά την ημερομηνία λήψης της ανακοίνωσης από τη Βελγική Κυβέρνηση.

Άρθρο Χ

(1) Κάθε Κράτος μπορεί κατά το χρόνο της υπογραφής, επικύρωσης ή προσχώρησης ή οποτεδήποτε αργότερα, να δηλώσει με γραπτή ανακοίνωση προς τη Βελγική Κυβέρνηση, σε ποιες από τις εδαφικές περιοχές για τις διεθνείς σχέσεις των οποίων είναι υπεύθυνο, εφαρμόζεται το Πρωτόκολλο αυτό. Τρεις μήνες μετά τη λήψη μιας τέτοιας ανακοίνωσης από τη Βελγική Κυβέρνηση, το Πρωτόκολλο θα επεκτείνεται στις αναφερόμενες σ’ αυτήν εδαφικές περιοχές, αλλά όχι πριν από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ του Πρωτοκόλλου στο ενδιαφερόμενο Κράτος.

(2) Η επέκταση αυτή θα έχει επίσης εφαρμογή στη Σύμβαση εάν η τελευταία δεν έχει ισχύσει ακόμα ο’ αυτές τις περιοχές.

(3) Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Κράτος έχει κάνει δήλωση, σύμφωνα με την παράγραφο (1) αυτού του Άρθρου, μπορεί σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο να δηλώσει

με ανακοίνωση του προς τη Βελγική Κυβέρνηση ότι η ισχύς του Πρωτοκόλλου παύει να επεκτείνεται σ’ αυτές τις περιοχές. Η καταγγελία αυτή θα παράγει αποτελέσματα ένα χρόνο μετά την ημερομηνία λήψης της ανακοίνωσης από τη Βελγική Κυβέρνηση.

Αρθρο XI

Η Βελγική Κυβέρνηση θα γνωστοποιήσει στα κράτη, που έχουν υπογράψει και προσχωρήσει, τα ακόλουθα:

1. Τις υπογραφές, επικυρώσεις και προσχωρήσεις, που λαμβάνονται σύμφωνα με τα Άρθρα V, VI και VII.

2. Την ημερομηνία κατά την οποία το Πρωτόκολλο αυτό θα τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με το Άρθρο VIII.

3. Τις γνωστοποιήσεις όσον αφορά την εφαρμογή σης εδαφικές περιοχές σύμφωνα με το Άρθρο Χ.

. 4. Τις δηλώσεις και κοινοποιήσεις, που γίνονται σύμφωνα με το άρθρο II.

5. Τις δηλώσεις, που γίνονται σύμφωνα με το Άρθρο IV.

6. Τις καταγγελίες, που λαμβάνονται σύμφωνα με το Αρθρο IX.

ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ οι υπογεγραμμένοι, που είναι κατάλληλα εξουσιοδοτημένοι για το σκοπό αυτόν, υπέγραψαν το Πρωτόκολλο αυτό.

ΕΓΙΝΕ στις Βρυξέλλες, σ’ ένα αντίγραφο, σης 21 Δεκεμβρίου 1979, στην αγγλική και γαλλική γλώσσα και τα δύο κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά, που παραμένει κατατεθειμένο στο αρχείο της Κυβέρνησης του Βελγίου, η οποία θα εκδόσει επικυρωμένα αντίγραφα.

 

Άρθρο δεύτερο

1. Οι διατάξεις της δια του παρόντος νόμου κυρουμένης Διεθνούς Συμβάσεως, όπως αυτή τροποποιείται από τα κυρούμενα ομοίως πρωτόκολλα, εφαρμόζονται στην Ελλάδα και έχουν ισχύ για όλες τις μεταφορές που εκτελούνται υπό φορτωτική, όπου τα λιμάνια φόρτωσης και εκφόρτωσης ανήκουν σε διαφορετικά Κράτη, καθώς επίσης και στις θαλάσσιες μεταφορές μεταξύ ελληνικών λιμένων.

2. Από την εφαρμογή των δια του παρόντος νόμου κυρουμένων κειμένων δεν θίγονται οι διατάξεις του ν. 3816/1956 που δεν έχουν σχέση με τα κυρούμενα κείμενα και συγκεκριμένα οι διατάξεις των άρθρων 168 έως και 173.

 

Άρθρο τρίτο

1. Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η εφαρμογή των δια του παρόντος νόμου κυρουμένων κειμένων αρχίζει από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 12 της Διεθνούς Σύμβασης, της παραγράφου (2) του άρθρου 13 του πρώτου Πρωτοκόλλου (1968) και της παραγράφου (2) του άρθρου VIII του δεύτερου Πρωτοκόλλου (1974).

2. Τα πρωτότυπα κείμενα της Διεθνούς Σύμβασης στη γαλλική γλώσσα και των δύο πρωτοκόλλων στην αγγλική γλώσσα κατισχύουν των ελληνικών κειμένων.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 28 Δεκεμβρίου 1992

 

 


Κατεβάσετε το αρχείο με το πρωτότυπο κείμενο, όπως είναι δημοσιευμένο στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ.) του Εθνικού Τυπογραφείου.


 

 

Έχει διαβαστεί 4554 φορές
Προηγούμενο άρθρο
Νόμος 2117/1993 - ΦΕΚ 19/Α/18-2-1993