Υπουργική Απόφαση 88/64002/2024 - ΦΕΚ 1732/Β/19-3-2024
Καθορισμός των αναγκαίων συμπληρωματικών μέτρων για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2017 (L 95), για τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες
που διενεργούνται με σκοπό την εξασφάλιση της εφαρμογής της νομοθεσίας για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης, την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων και για την προστασία της υγείας των ανθρώπων και των ζώων από τα ζωικά υποπροϊόντα και τα παράγωγα προϊόντα και για την εφαρμογή του κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού (ΕΕ) 2019/2124 της Επιτροπής της 10ης Οκτωβρίου 2019 (L 321), όσον αφορά τους κανόνες για τους επίσημους ελέγχους φορτίων ζώων και αγαθών υπό διαμετακόμιση, μεταφόρτωση και περαιτέρω μεταφορά μέσω της Ένωσης.
Υπουργική Απόφαση Αριθμ. 88/64002/2024
ΦΕΚ 1732/Β/19-3-2024
Καθορισμός των αναγκαίων συμπληρωματικών μέτρων για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2017 (L 95), για τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται με σκοπό την εξασφάλιση της εφαρμογής της νομοθεσίας για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης, την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων και για την προστασία της υγείας των ανθρώπων και των ζώων από τα ζωικά υποπροϊόντα και τα παράγωγα προϊόντα και για την εφαρμογή του κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού (ΕΕ) 2019/2124 της Επιτροπής της 10ης Οκτωβρίου 2019 (L 321), όσον αφορά τους κανόνες για τους επίσημους ελέγχους φορτίων ζώων και αγαθών υπό διαμετακόμιση, μεταφόρτωση και περαιτέρω μεταφορά μέσω της Ένωσης.
Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α) Της παρ. 7 του άρθρου 23 του ν. 4691/2020 «Ρυθμίσεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό του αγροτικού τομέα και άλλες διατάξεις» (Α' 108),
β) του άρθρου 90 του Κώδικα νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα (άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005, Α' 98), το οποίο διατηρήθηκε σε ισχύ με την παρ. 22 του άρθρου 119 του ν. 4622/2019 (Α' 133).
2. Τον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται με σκοπό την εξασφάλιση της εφαρμογής της νομοθεσίας για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές και των κανόνων για την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων, την υγεία των φυτών και τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, για την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) 999/2001, (ΕΚ) 396/2005, (ΕΚ) 1069/2009, (ΕΚ) 1107/2009, (ΕΕ) 1151/2012, (EE) 652/2014, (ΕΕ) 2016/429 και (ΕΕ) 2016/2031, των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) 1/2005 και (ΕΚ) 1099/2009 και των οδηγιών του Συμβουλίου 98/58/ΕΚ, 1999/74/ΕΚ, 2007/43/ΕΚ, 2008/119/ΕΚ και 2008/120/ΕΚ και για την κατάργηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) 854/2004 και (ΕΚ) 882/2004, των οδηγιών του Συμβουλίου 89/608/ΕΟΚ, 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ ΕΟΚ, 91/496/ΕΟΚ, 96/23/ΕΚ, 96/93/ΕΚ και 97/78/ΕΚ και της απόφασης 92/438/ΕΟΚ του Συμβουλίου (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους) (L 95).
3. Τον κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμό (ΕΕ) 2019/2124 της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 2019, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους κανόνες για τους επίσημους ελέγχους φορτίων ζώων και αγαθών υπό διαμετακόμιση, μεταφόρτωση και περαιτέρω μεταφορά μέσω της Ένωσης και για την τροποποίηση των κανονισμών της Επιτροπής (ΕΚ) 798/2008, (ΕΚ) 1251/2008, (ΕΚ) 119/2009, (ΕΕ) 206/2010, (ΕΕ) 605/2010, (ΕΕ) 142/2011, (ΕΕ) 28/2012, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/759 της Επιτροπής και της απόφασης 2007/777/ΕΚ της Επιτροπής (L 321).
4. Την Ανακοίνωση της Επιτροπής για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους) (2022/C 467/02).
5. Το π.δ. 79/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων» (Α' 138).
6. Το π.δ. 79/2023 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α' 131).
7. Την υπ' αρ. 3065/13.7.2023 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Σταύρο Κελέτση» (Β' 4527).
8. Την υπ' αρ. πρωτ. 44/33258/5.2.2024 εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
9. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ, ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ
Άρθρο 1
Σκοπός
Με την παρούσα καθορίζονται:
α) τα αναγκαία συμπληρωματικά μέτρα για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017 (L 95), για τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται με σκοπό την εξασφάλιση της εφαρμογής της νομοθεσίας για τους τομείς της περ. α' που αφορά τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης που παράγονται στις εγκαταστάσεις και τις επιχειρήσεις πρωτογενούς παραγωγής της περ. α' της παρ. 2 του άρθρου 3 του π.δ. 79/2007 (Α' 95), της περ. δ', της περ. ε'και της περ. στ' της παρ. 2 του άρθρου 1 του Κανονισμού αυτού,
β) τα αναγκαία συμπληρωματικά μέτρα για την εφαρμογή του κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού (ΕΕ) 2019/2124 της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 2019 (L 321), όσον αφορά τους κανόνες για τους επίσημους ελέγχους φορτίων ζώων και αγαθών υπό διαμετακόμιση, μεταφόρτωση και περαιτέρω μεταφορά μέσω της Ένωσης,
γ) τα αναγκαία συμπληρωματικά μέτρα για την εφαρμογή του κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού (ΕΕ) 2019/2122 της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 2019 (L 321) για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ορισμένες κατηγορίες ζώων και αγαθών που εξαιρούνται από τους επίσημους ελέγχους στους συνοριακούς σταθμούς ελέγχου και τους ειδικούς ελέγχους στις προσωπικές αποσκευές επιβατών και σε μικρά φορτία εμπορευμάτων που αποστέλλονται σε φυσικά πρόσωπα και δεν προορίζονται να διατεθούν στην αγορά, και για την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) 142/2011 της Επιτροπής,
δ) άλλα εθνικά μέτρα για τους επίσημους ελέγχους και άλλες επίσημες δραστηριότητες των περ. α'και β'.
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας: α) ισχύουν οι ορισμοί της παρ. 2 του άρθρου 2 και του άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, β) οι «επίσημοι έλεγχοι», όπως ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, διακρίνονται ως εξής:
βα) «τακτικός έλεγχος»: επίσημος έλεγχος που διενεργείται με συχνότητα που καθορίζεται σύμφωνα με τις παρ. 2 και 3 του άρθρου 5, ββ) «έκτακτος έλεγχος»: επίσημος έλεγχος που διενεργείται για τη διερεύνηση καταγγελιών, για τη διερεύνηση και διαχείριση κοινοποιήσεων του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές (RASFF - Rapid Alert System for Food and Feed), για την εφαρμογή στοχοθετημένων εντολών της Γενικής Διεύθυνσης Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων βΑΝΤΕ) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και για τη διερεύνηση περιπτώσεων, για τις οποίες υπάρχει υπόνοια των αρμόδιων αρχών για βλάβη του δημόσιου συμφέροντος ή κινδύνου για τη δημόσια υγεία, την υγεία των ζώων ή για τις συνθήκες καλής διαβίωσης των ζώων. Στον έκτακτο έλεγχο συμπεριλαμβάνεται και ο διοικητικός έλεγχος (έλεγχος εγγράφων) κατά τον οποίο δύναται να διαπιστωθούν μη συμμορφώσεις των υπεύθυνων των επιχειρήσεων/εγκαταστάσεων στους κανόνες που ορίζονται στο άρθρο 1. Ο διοικητικός έλεγχος, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, ακολουθείται από επιτόπιο έλεγχο για τον ακριβή καθορισμό και αποτίμηση της έκτασης περιπτώσεων μη συμμόρφωσης. βγ) «επανέλεγχος»: επίσημος έλεγχος (επιτόπιος ή διοικητικός, κατά περίπτωση) που διενεργείται με σκοπό την αξιολόγηση του βαθμού συμμόρφωσης μίας επιχείρησης σε μη συμμορφώσεις που έχουν διαπιστωθεί. Ο χρόνος επανελέγχου καθορίζεται με βάση το είδος, τον αριθμό και τη βαρύτητα των μη συμμορφώσεων.
Άρθρο 3
Αρμόδιες αρχές
1. Ως κεντρικές αρμόδιες αρχές ορίζονται οι ακόλουθες υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ):
α) η Διεύθυνση Κτηνιατρικής Δημόσιας Υγείας, αα) για τον τομέα της περ. α' της παρ. 2 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, όσον αφορά τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης που παράγονται στις εγκαταστάσεις και τις επιχειρήσεις πρωτογενούς παραγωγής της περ. α' της παρ. 2 του άρθρου 3 του π.δ. 79/2007 και αβ) για τον τομέα της περ. ε' της παρ. 2 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, β) η Διεύθυνση Υγείας των Ζώων, βα) για τον τομέα της περ. δ' της παρ. 2 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, με την επιφύλαξη της υποπερ. γβ' της παρούσας παραγράφου και ββ) για τις περ. α' και β' της παρ. 1 του άρθρου 47 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, γ) η Διεύθυνση Προστασίας των Ζώων, Φαρμάκων και Κτηνιατρικών Εφαρμογών, γα) για τον τομέα της περ. στ' της παρ. 2 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 και γβ) για τον τομέα της περ. δ' της παρ. 2 του άρθρου 1 ου Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, όσον αφορά την εφαρμογή συστημάτων σήμανσης και καταγραφής των ζώων, δ) το Τμήμα Προγραμματισμού και Συντονισμού Κτηνιατρικών Εργαστηριακών Ελέγχων, για την παρακολούθηση εφαρμογής των άρθρων 37, 38, 39, 100 και 101 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625.
2. Οι κεντρικές αρμόδιες αρχές της παρ. 1:
α) είναι υπεύθυνες για την οργάνωση, την εποπτεία και το συντονισμό των επίσημων ελέγχων (τακτικών και εκτάκτων), καθώς και την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 στους αντίστοιχους τομείς αρμοδιότητάς τους, β) συντονίζουν, διαχειρίζονται και επιβλέπουν την εφαρμογή του συστήματος διαχείρισης πληροφοριών για τους επίσημους ελέγχους (IMSOC) του άρθρου 131
του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 στους αντίστοιχους τομείς αρμοδιότητάς τους και ειδικότερα των συστατικών μερών των περ. β' και δ' της παρ. 1 του άρθρου 3 του εκτελεστικού Κανονισμού 2019/1715 της Επιτροπής της 30ης Σεπτεμβρίου 2019 (L 261), γ) διενεργούν έκτακτους ελέγχους, δ) συμμετέχουν στους επίσημους ελέγχους της περ. α' της παρ. 3, εφόσον ζητηθεί η συνδρομή τους και κριθεί απαραίτητο.
3. Οι κτηνιατρικές υπηρεσίες των Περιφερειών και των Περιφερειακών Ενοτήτων της χώρας και για την περιοχή άσκησης των αρμοδιοτήτων τους, ορίζονται ως αρμόδιες αρχές (περιφερειακές αρμόδιες αρχές) για:
α) τη διενέργεια των επισήμων ελέγχων (τακτικών και εκτάκτων) και των άλλων επίσημων δραστηριοτήτων, β) την επίσημη πιστοποίηση των ζώων, των προϊόντων τους, των τροφίμων ζωικής προέλευσης και των ζωικών υποπροϊόντων και
γ) τη διενέργεια δειγματοληψιών στο πλαίσιο των επίσημων εργαστηριακών ελέγχων, συμπεριλαμβανομένων των δειγματοληψιών σε ζώα και αγαθά που διατίθενται προς πώληση με μεθόδους εξ αποστάσεως επικοινωνίας.
4. Ο ΕΦΕΤ ορίζεται ως αρμόδια αρχή για τη διενέργεια επίσημων ελέγχων στις επιχειρήσεις τροφίμων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά του, ως προς τη διαχείριση των ζωικών υποπροϊόντων, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 3 της υπ' αρ. 612/118658/8.5.2020 (Β' 1983) απόφασης Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
5. Οι έκτακτοι έλεγχοι που διενεργούνται από τις κεντρικές αρμόδιες αρχές, μπορεί να:
α) πραγματοποιούνται με τη συμμετοχή επίσημων κτηνιάτρων υπαλλήλων των αρμοδίων αρχών των παρ. 3 και 4,
β) ανατίθενται, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, εξολοκλήρου σε κτηνιάτρους υπαλλήλους των αρμόδιων αρχών των παρ. 3 και 4, ανεξάρτητα από τη χωρική αρμοδιότητα της υπηρεσίας προέλευσής τους ή να πραγματοποιούνται με τη συνεργασία αυτών.
6. Οι επίσημοι κτηνίατροι της περ. β' της παρ. 5 επιλέγονται από μητρώο, στο οποίο καταχωρίζονται οικειοθελώς, μετά από σχετική αίτησή τους και εφόσον έχουν λάβει την ανάθεση καθηκόντων της παρ. 2 του άρθρου 4 της παρούσας, με μέριμνα των κεντρικών αρμόδιων αρχών. Το μητρώο διαχωρίζεται σε διακριτά τμήματα, ανάλογα με το είδος της επιχείρησης ή δραστηριότητας που αποτελεί αντικείμενο ελέγχου στο πλαίσιο εφαρμογής της παρούσας και αναρτάται στην επίσημη ιστοσελίδα του ΥΠΑΑΤ.
7. Οι τελωνειακές αρχές είναι αρμόδιες για την εφαρμογή των παρ. 3 και 4 του άρθρου 15.
Άρθρο 4
Υποχρεώσεις αρμόδιων αρχών
1. Οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 3 της παρούσας λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για την τήρηση των υποχρεώσεων περί εμπιστευτικότητας του άρθρου 8 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625. Για την εφαρμογή της παρ. 5 του ανωτέρω άρθρου, όταν οι αρμόδιες αρχές κρίνουν απαραίτητο να δημοσιεύουν ή να δημοσιοποιούν πληροφορίες σχετικές με τα αποτελέσματα του επίσημου ελέγχου, παρέχουν προθεσμία 24 ωρών στον/στην υπεύθυνο/η της ελεγχόμενης επιχείρησης ή δραστηριότητας για την υποβολή σχολίων επί των εν λόγω πληροφοριών, εκτός εάν συντρέχουν λόγοι προάσπισης της δημόσιας υγείας ή επιτακτικού δημόσιου συμφέροντος που υπαγορεύουν την άμεση και χωρίς καθυστέρηση δημοσίευση ή κοινοποίησή τους, σύμφωνα με την παρ. 4 του ίδιου άρθρου. Τα σχόλια που υποβάλλονται λαμβάνονται υπόψη στη διαμόρφωση της δημοσίευσης ή της δημοσιοποίησης των πληροφοριών, ή, εάν παραληφθούν μετά το πέρας της 24ωρης προθεσμίας, δημοσιεύονται ή δημοσιοποιούνται κατά ανάλογο τρόπο.
2. Οι υπάλληλοι των αρμόδιων αρχών του άρθρου 3 διενεργούν τους επίσημους ελέγχους και τις επίσημες δραστηριότητες για τις οποίες λαμβάνουν σχετική ανάθεση καθηκόντων, εγγράφως. Η ανάθεση καθηκόντων του/της κάθε υπαλλήλου διατηρείται σε αρχείο της αρμόδιας αρχής για όσο χρονικό διάστημα ο/η αντίστοιχος/η υπάλληλος αποτελεί μέλος του προσωπικού της και τουλάχιστον για επιπλέον πέντε (5) έτη.
3. Οι υπάλληλοι που διενεργούν τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες λαμβάνουν κατάρτιση και ενημέρωση σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 5 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, συμμετέχοντας, μεταξύ άλλων, σε σχετικά προγράμματα κατάρτισης και διαρκούς επιμόρφωσης που οργανώνονται και υλοποιούνται από τη Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του ΥΠΑΑΤ ή/και άλλες δημόσιες υπηρεσίες και φορείς. Οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 3 της παρούσας, μεριμνούν για την κατάλληλη κατάρτιση των υπαλλήλων τους με κάθε πρόσφορο τρόπο.
4. Γ ια την εφαρμογή των περ. β' και γ' της παρ. 1 του άρθρου 5 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, κάθε υπάλληλος στον/στην οποίο/α ανατίθενται καθήκοντα διενέργειας επισήμων ελέγχων υπογράφει υπεύθυνη δήλωση, με την οποία δεσμεύεται:
α) να ασκεί τα καθήκοντά του/της ανεπηρέαστος/η από τρίτους,
β) να αιτείται την εξαίρεσή του/της από τη διενέργεια επίσημου ελέγχου, κάθε φορά που κρίνει ότι η συμμετοχή του/της υπονομεύει την αμεροληψία του/της, λόγω της σχέσης του/της με τον ελεγχόμενο ή άλλων περιστάσεων που οδηγούν σε σύγκρουση συμφερόντων.
Η υπεύθυνη δήλωση του/της υπαλλήλου διατηρείται στο αρχείο της αρμόδιας αρχής για το χρονικό διάστημα στο οποίο ο/η εν λόγω υπάλληλος αποτελεί μέλος του προσωπικού της και τουλάχιστον για επιπλέον πέντε (5) έτη.
5. Με ευθύνη των προϊσταμένων των αρμόδιων αρχών του άρθρου 3, μπορεί:
α) να γίνεται δεκτή η αίτηση υπαλλήλου για εξαίρεσή του/της από τη διενέργεια συγκεκριμένου επίσημου ελέγχου, σύμφωνα με την περ. β' της παρ. 4, εάν αξιολογείται ότι η συμμετοχή του/της θέτει αιτιολογημένα εύλογες αμφιβολίες για την αμερόληπτη κρίση του/της,
β) να ανακαλείται η σύμφωνα με την παρ. 2 ανάθεση σε υπάλληλο της διενέργειας επισήμου ελέγχου σε συγκεκριμένα ή σε όλα τα αντικείμενα αυτού εάν υφίστανται γεγονότα, ενδείξεις ή υποψίες που εγείρουν εύλογη αμφιβολία για την αμεροληψία του/της ή την ανεξαρτησία του/της από οποιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του/της.
6. Οι αρμόδιες αρχές καταρτίζουν και τηρούν έγγραφα ή ηλεκτρονικά αρχεία, σύμφωνα με το άρθρο 13 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, καθ' όλη τη διάρκεια δραστηριοποίησης κάθε ελεγχόμενης από αυτές εγκατάστασης ή επιχείρησης και για τουλάχιστον τρία (3) έτη μετά την παύση αυτής. Τα αρχεία περιλαμβάνουν όλα τα έγγραφα και τα στοιχεία που σχετίζονται με τους διενεργηθέντες επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΕΠΙΣΗΜΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΕΠΙΣΗΜΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ
Άρθρο 5
Οργάνωση και σχεδιασμός των επίσημων ελέγχων
1. Σε επίσημο έλεγχο υποβάλλονται οι υπεύθυνοι/ ες επιχειρήσεων, οι διεργασίες και δραστηριότητες της παρ. 1 του άρθρου 10 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625. Γ ια τον σκοπό αυτό:
α) οι αρμόδιες αρχές καταρτίζουν, συντάσσουν και τηρούν τους επικαιροποιημένους καταλόγους των υπεύθυνων επιχειρήσεων, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 10 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, οι οποίοι περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, στοιχεία σχετικά με τις εγκαταστάσεις, το ζωικό κεφάλαιο, τα μέσα και τους χώρους που φέρουν υπό την ευθύνη τους, β) οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων παρέχουν στις αρμόδιες αρχές εντός προθεσμίας που δεν υπερβαίνει τις επτά (7) ημέρες, εκτός εάν ορίζεται διαφορετική προθεσμία σε ειδικότερες διατάξεις της ενωσιακής νομοθεσίας, οποιαδήποτε μεταβολή αφορά στα στοιχεία της περ. α', γ) οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων που παραλαμβάνουν ζώα ή αγαθά ζωικής προέλευσης από άλλο κράτος μέλος είναι υποχρεωμένοι να αναφέρουν την άφιξη τέτοιων ζώων ή αγαθών στην οικεία αρμόδια περιφερειακή κτηνιατρική αρχή, με γνωστοποίηση που πραγματοποιείται τουλάχιστον μία ημέρα νωρίτερα από την άφιξη των εν λόγω φορτίων, με κάθε πρόσφορο μέσο.
2. Οι τακτικοί έλεγχοι διενεργούνται με βάση:
α) την ανάλυση επικινδυνότητας σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 9 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 και με βάση το σύνολο ή μέρος των κριτηρίων ανά πεδίο/ αντικείμενο επισήμου ελέγχου, του παραρτήματος I του άρθρου 24 της παρούσης και β) τα ελάχιστα όρια που κατά περίπτωση θέτουν ειδικότεροι κανόνες της ενωσιακής νομοθεσίας σε ό,τι αφορά το ελάχιστο ποσοστό επιχειρήσεων που απαιτείται να ελεγχθεί ετησίως ή την ενιαία ελάχιστη συχνότητα, ανά τομέα, αντικείμενο ή δραστηριότητα.
3. Με την επιφύλαξη της υπ' αρ. 474/92444/30.3.2020 (Β' 1195) κοινής απόφασης των Υπουργών Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, η κατηγοριοποίηση των επιχειρήσεων σε επίπεδα κινδύνου, η συχνότητα υποβολής τους σε τακτικό έλεγχο και κάθε άλλο θέμα σχετικά με την ακολουθούμενη μεθοδολογία προγραμματισμού, καθορίζονται από τις κεντρικές αρμόδιες αρχές, με την κατάρτιση αντίστοιχων «οδηγών προγραμματισμού επίσημων ελέγχων», ανά ελεγχόμενο τομέα, αντικείμενο ή δραστηριότητα, οι οποίοι αναρτώνται στον δικτυακό τόπο του ΥΠΑΑΤ.
4. Έως την 1η Μαρτίου κάθε έτους, οι αρμόδιες αρχές των παρ. 3 και 4 του άρθρου 3:
α) αξιολογούν τους επίσημους ελέγχους που έχουν διενεργήσει κατά το προηγούμενο έτος και συντάσσουν έκθεση απολογισμού ανά ελεγχόμενο τομέα,
β) καθορίζουν τις επιχειρήσεις και τις εγκαταστάσεις, ανά ελεγχόμενο τομέα, στις οποίες θα διενεργήσουν επίσημους ελέγχους κατά το τρέχον έτος, σύμφωνα με τις παρ. 2 και 3.
5. Επιχειρήσεις που υποβάλλονται σε έκτακτους ελέγχους μπορεί να εξαιρούνται από ετήσιο προγραμματισμό ελέγχου της περ. β' της παρ. 4, όταν κρίνεται σκόπιμο από τις περιφερειακές αρμόδιες αρχές. Οι επανέλεγχοι διενεργούνται από τις περιφερειακές αρμόδιες αρχές χωρίς να επηρεάζεται ο προγραμματισμός των επισήμων ελέγχων.
6. Οι επίσημοι έλεγχοι διενεργούνται χωρίς προειδοποίηση, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 9 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625. Κατ' εξαίρεση, όταν η αρμόδια αρχή κρίνει απαραίτητη την έκδοση προειδοποιητικής ανακοίνωσης για τη διευκόλυνση του ελέγχου, αυτή εκδίδεται εντός σαράντα οχτώ (48) ωρών πριν τον έλεγχο, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις που, κατά την κρίση της αρμόδιας αρχής απαιτείται χρόνος μεγαλύτερος των 48 ωρών.
7. Για την καλύτερη οργάνωση των επίσημων ελέγχων, οι υπεύθυνοι/ες επιχειρήσεων που παραλαμβάνουν ζώα ή προϊόντα ζωικής προέλευσης, ζωικό αναπαραγωγικό υλικό, ζωικά υποπροϊόντα/παράγωγα προϊόντα, σανό και άχυρο, καθώς και τρόφιμα που περιέχουν τόσο προϊόντα φυτικής προέλευσης όσο και μεταποιημένα προϊόντα ζωικής προέλευσης (σύνθετα προϊόντα) από άλλο κράτος μέλος, γνωστοποιούν την άφιξη τέτοιων ζώων ή αγαθών στην οικεία περιφερειακή αρμόδια αρχή, σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου 9 Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625. Η γνωστοποίηση πραγματοποιείται τουλάχιστον μία εργάσιμη ημέρα πριν από την άφιξη των εν λόγω φορτίων, με κάθε πρόσφορο τρόπο.
Άρθρο 6
Τεκμηρίωση διαδικασιών ελέγχου
1. Σε εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 12 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 οι κεντρικές αρμόδιες αρχές συντάσσουν κατευθυντήριες οδηγίες ανά τομέα , οι οποίες καλύπτουν τα θεματικά πεδία του κεφαλαίου ΙΙ του παραρτήματος ΙΙ του Κανονισμού αυτού και παρέχουν έγκυρη και επικαιροποιημένη πληροφόρηση στο προσωπικό που διενεργεί τους επίσημους ελέγχους, σχετικά με τις διαδικασίες ελέγχου.
2. Οι κεντρικές αρμόδιες αρχές αναρτούν τις κατευθυντήριες οδηγίες της παρ. 1 στον δικτυακό τόπο του ΥΠΑΑΤ.
Άρθρο 7
Γενικοί κανόνες διενέργειας των επίσημων ελέγχων
1. Με εξαίρεση τον εργαστηριακό επίσημο έλεγχο και τους ελέγχους που πραγματοποιούνται σε ζώα και αγαθά στους συνοριακούς σταθμούς ελέγχου της χώρας, οι επίσημοι έλεγχοι διενεργούνται μετά από την έκδοση σχετικής εντολής από τον/την προϊστάμενο/η της αρμόδιας αρχής, στην οποία αναφέρονται τουλάχιστον:
α) ο/η υπεύθυνος/η επιχείρησης ή/και η δραστηριότητα/πεδίο που αποτελεί αντικείμενο του ελέγχου,
β) τα ονοματεπώνυμα των ελεγκτών/τριων και
γ) η ημερομηνία διενέργειας του ελέγχου.
2. Η εντολή διενέργειας ελέγχου της παρ. 1 επιδεικνύεται στον/στην υπεύθυνο/η της επιχείρησης.
3. Οι επίσημοι έλεγχοι διενεργούνται με τη χρήση τυποποιημένων φύλλων ελέγχου που διατίθενται σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή. Τα φύλλα ελέγχου περιλαμβάνουν το σύνολο των απαραίτητων στοιχείων που η αξιολόγησή τους διασφαλίζει τον έλεγχο συμμόρφωσης στους κανόνες και στις απαιτήσεις που θέτει η νομοθεσία στους τομείς που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας. Ο τύπος και το περιεχόμενο των φύλλων ελέγχου καθορίζονται με απόφαση του/της προϊσταμένου/ης της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής του ΥΠΑΑΤ ή του αρμόδιου οργάνου του ΕΦΕΤ στην περίπτωση των ελέγχων που διενεργεί δυνάμει της παρ. 4 του άρθρου 3. Υποδείγματα των τυποποιημένων φύλλων ελέγχου αναρτώνται στον δικτυακό τόπο του ΥΠΑΑΤ.
4. Οι τακτικοί επίσημοι έλεγχοι διενεργούνται κατά τις εργάσιμες ημέρες και ώρες της ελεγχόμενης επιχείρησης, με τρόπο που να προκαλεί την ελάχιστη δυνατή διοικητική επιβάρυνση ή παρεμπόδιση της δραστηριότητάς της. Ο τρόπος διενέργειας και η χρονική διάρκεια του επίσημου ελέγχου δεν τίθενται σε περιορισμούς που μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά τον σκοπό και την αποτελεσματικότητά του.
5. Κατά τη διενέργεια του επίσημου ελέγχου, κάθε εντεταλμένος/η επίσημος κτηνίατρος εφαρμόζει τις μεθόδους και τις τεχνικές του άρθρου 14 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, στο πεδίο ελέγχου που καθορίζει η σχετική εντολή διενέργειας της παρ. 1. Αν κατά τη διάρκεια του ελέγχου υποπέσει στην αντίληψή του/της ένδειξη, γεγονός ή πληροφορία που υποδηλώνει μη συμμόρφωση σε κανόνες και απαιτήσεις της νομοθεσίας σε τομείς εκτός του πεδίου ελέγχου που ορίζει η σχετική εντολή ανάθεσης που έχει λάβει, αλλά εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας:
α) διευρύνει ανάλογα το πεδίο του διενεργούμενου ελέγχου, εάν το συμπληρωματικό ελεγχόμενο αντικείμενο εμπίπτει στα ελεγκτικά καθήκοντά του, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 4 της παρούσας, ή
β) ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση την οικεία αρμόδια αρχή για την ανάληψη των απαραίτητων ενεργειών και τη διενέργεια στοχευμένου ελέγχου από ελεγκτή/ τρια, που στα ελεγκτικά καθήκοντά του/της εμπίπτει το συγκεκριμένο αντικείμενο.
6. Εάν κατά τη διενέργεια του ελέγχου υποπέσει στην αντίληψη του/της ελεγκτή/τριας ένδειξη, γεγονός ή πληροφορία που κατά την εκτίμησή του/της συνιστά μη συμμόρφωση σε κανόνες και απαιτήσεις της νομοθεσίας σε τομείς εκτός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας, ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση την καθ' ύλη αρμόδια αρχή.
7. Όταν καθίσταται δυσχερής ή κρίνεται, από την αρχή που διενεργεί τον έλεγχο, μη αναγκαία η επιτόπια διενέργεια του επίσημου ελέγχου, μπορεί το σύνολο ή μέρος αυτού να πραγματοποιείται απομακρυσμένα, με τη χρήση τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών, εάν:
α) κρίνεται εφικτό από την αρμόδια αρχή, με την επιφύλαξη του άρθρου 8 και
β) συναινεί προς αυτό ο υπεύθυνος της επιχείρησης.
8. Ο επίσημος έλεγχος ολοκληρώνεται:
α) με τη συμπλήρωση του φύλλου ελέγχου από τον/ την ελεγκτή/τρια και την υπογραφή αυτού από τον/την υπεύθυνο/η της επιχείρησης ή τον/την νόμιμο/η εκπρόσωπό της ή, σε περίπτωση άρνησης υπογραφής, με την καταχώριση σχετικής επισήμανσης στο φύλλο ελέγχου από τον/την ελεγκτή/τρια,
β) με τη σύνταξη έκθεσης ελέγχου, η οποία κοινοποιείται στην ελεγχθείσα επιχείρηση με μέριμνα της αρμόδιας αρχής,
γ) με την έγγραφη υπόδειξη συστάσεων για την ανάληψη διορθωτικών ενεργειών, προς την ελεγχθείσα επιχείρηση ή/και με την επιβολή μέτρων συμμόρφωσης και κυρώσεων, σύμφωνα με τα ευρήματα του ελέγχου.
δ) με τη διενέργεια επανελέγχου επαλήθευσης της υλοποίησης των διορθωτικών ενεργειών, όπου απαιτείται.
Άρθρο 8
Δικαιώματα και υποχρεώσεις ελεγκτών/τριων και επιχειρήσεων κατά τη διενέργεια του επίσημου ελέγχου
1. Κατά την άσκηση του έργου του/της, ο/η ελεγκτής/ τρια:
α) έχει πρόσβαση στα ζώα, τα αγαθά, τις εγκαταστάσεις, τον εξοπλισμό, τα μέσα μεταφοράς, τα κτήρια και σε όλους τους χώρους που βρίσκονται στον έλεγχο των υπευθύνων επιχειρήσεων, κατά περίπτωση και στον βαθμό που κρίνεται αναγκαίο για την αποτελεσματική διεκπεραίωση του ελέγχου,
β) έχει πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα, τις πληροφορίες και τα αρχεία, έντυπα και μηχανογραφημένα, τα οποία κρίνει απαραίτητο να ελέγξει για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης στους κανόνες και στις απαιτήσεις της νομοθεσίας στους τομείς που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας,
γ) ζητά και παραλαμβάνει πρωτότυπα έγγραφα, τα οποία επιστρέφονται στην επιχείρηση μετά το πέρας του ελέγχου,
δ) πραγματοποιεί τις απαραίτητες δειγματοληψίες, ανάλογα με το αντικείμενο του διενεργούμενου ελέγχου,
ε) ζητά και παραλαμβάνει για διερεύνηση υλικά, ουσίες και γενικότερα στοιχεία συναφή με τον διενεργούμενο έλεγχο, τα οποία βρίσκονται εντός των εγκαταστάσεων και των χώρων της επιχείρησης, τα οποία επιστρέφονται μετά το πέρας του ελέγχου, εφόσον ζητηθεί από τον/ την υπεύθυνο/η αυτής και δεν αποτελούν τεκμήρια μη συμμόρφωσης,
στ) λαμβάνει φωτογραφίες ή/και βιντεοσκοπημένο υλικό για την τεκμηρίωση των ευρημάτων του ελέγχου, με την προϋπόθεση ότι είναι σε γνώση του/της υπεύ- θυνου/ης της επιχείρησης και καταγράφεται στο φύλλο ελέγχου.
2. Ο/Η ελεγκτής/τρια ενεργεί κατά την άσκηση του έργου του/της τηρώντας τις εξής υποχρεώσεις:
α) τηρεί εχεμύθεια για τα εμπιστευτικά στοιχεία και πληροφορίες που περιέρχονται σε γνώση του, σύμφωνα με το άρθρο 8 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, β) μεριμνά για την ελάχιστη δυνατή παρεμπόδιση της δραστηριότητας της επιχείρησης που απαιτείται για την εξασφάλιση της αποτελεσματικότητας του ελέγχου, γ) ενημερώνει τον/την υπεύθυνο/η της επιχείρησης ή τον/την νόμιμο/η εκπρόσωπό της σχετικά με τα δικαι- ώματά του/της, τη διαδικασία του ελέγχου και τις συνέπειες των πράξεων ή παραλείψεών του/της σε σχέση με τη διαδικασία,
δ) διενεργεί τον έλεγχο με τη χρήση των απαιτούμε- νων φύλλων ελέγχου, στα οποία καταγράφει τα σχετικά ευρήματα, με βάση τις οδηγίες που έχει λάβει, ε) συντάσσει έκθεση ελέγχου μέσα σε είκοσι (20) εργάσιμες ημέρες από την ολοκλήρωση του ελέγχου.
3. Κατά τη διενέργεια του ελέγχου, ο/η υπεύθυνος/η της επιχείρησης ή ο/η νόμιμος/η εκπρόσωπός της ή άλλο πρόσωπο, ορισμένο για τον σκοπό αυτό από την επιχείρηση, έχει τη δυνατότητα:
α) να απαιτεί την επίδειξη της εντολής διενέργειας ελέγχου της παρ. 1 του άρθρου 7, β) να συμμετέχει σε όλες τις διαδικασίες του ελέγχου, να παρέχει εξηγήσεις ή συμπληρωματικές πληροφορίες και να εκφράζει τη γνώμη του/της σε ζητήματα που αφορούν τις δραστηριότητες για τις οποίες ελέγχεται, γ) να απαιτεί την τήρηση εχεμύθειας για στοιχεία και πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα που περιέρχονται σε γνώση του/της ελεγκτή/τριας, δ) να λαμβάνει γνώση και αντίγραφα όλων των εγγράφων και αποτελεσμάτων του ελέγχου, εκτός εάν ο σκοπός δικαστικών ερευνών ή η προστασία δικαστικών διαδικασιών δεν το επιτρέπουν, να διατυπώνει απόψεις και να υποβάλει εξηγήσεις και ενστάσεις, οι οποίες καταγράφονται στο φύλλο ελέγχου.
4. Οι επιχειρήσεις μέσω του/της υπευθύνου/ης τους, του/της νόμιμου/ης εκπροσώπου τους ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου, ορισμένου για τον σκοπό αυτό:
α) έχουν, κατά τη διενέργεια του ελέγχου, τις υποχρεώσεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 15 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 και
β) συνυπογράφουν τα φύλλα ελέγχου.
Άρθρο 9
Επίσημα πιστοποιητικά - Επίσημες βεβαιώσεις
1. Τα επίσημα πιστοποιητικά υπογράφονται από τον αρμόδιο για την πιστοποίηση υπάλληλο που ορίζεται σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 4 της παρούσας, και εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 87, 88 και 89 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625. Οι επίσημες βεβαιώσεις εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 91 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625. Για τον σκοπό αυτό, οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 3 της παρούσας καταρτίζουν και τηρούν επικαιροποιημένο κατάλογο με τους αρμόδιους υπαλλήλους στους οποίους ανατίθεται να υπογράφουν επίσημα πιστοποιητικά και επίσημες βεβαιώσεις και να διενεργούν εποπτεία έκδοσης επίσημων βεβαιώσεων από τους υπεύθυνους επιχειρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 91 του Κανονισμού (ΕΕ) 201/625.
2. α) Τα επίσημα πιστοποιητικά διακινούνται μέσα από το IMSOC, το Πληροφοριακό Σύστημα Διαχείρισης Υγειονομικών Πιστοποιητικών για το Εξαγωγικό Εμπόριο σε τρίτες χώρες (ΠΣΔΥΠΕ), σύμφωνα με την υπ' αρ. 68/10269/13.1.2021 (Β' 85) κοινή απόφαση Υπουργών Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Επικρατείας ή ηλεκτρονικές βάσεις τρίτων χώρων, κατόπιν απαίτησης των χωρών αυτών κατά την εξαγωγή στο έδαφός τους ή με άλλο τρόπο που υποδεικνύεται από την κεντρική αρμόδια αρχή.
β) Υποδείγματα των επίσημων πιστοποιητικών και πληροφορίες σχετικά με αυτά, αναρτώνται στο IMSOC ή στον δικτυακό τόπο του ΥΠΑΑΤ.
3. Σε περίπτωση απουσίας υποδείγματος ειδικού πιστοποιητικού, ενημερώνεται η κεντρική αρμόδια αρχή για την εκ μέρους της ανάληψη των κατάλληλων ενεργειών.
4. Όταν εφαρμόζεται η υποπερ. ii της περ. α' της παρ. 3 του άρθρου 88 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 και ειδικότερα όταν τρίτη χώρα απαιτεί την έκδοση υγειονομικού πιστοποιητικού εξαγωγής για ζωοτροφές, ο αρμόδιος υπάλληλος της παρ. 1 του παρόντος άρθρου εκδίδει το απαιτούμενο κτηνιατρικό πιστοποιητικό, λαμβάνοντας υπόψη το αντίστοιχο πιστοποιητικό ή βεβαίωση εξαγωγής ζωοτροφών.
5. Οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 3 μεριμνούν ώστε η παρ. 3 του άρθρου 4 της παρούσας να εφαρμόζεται αντίστοιχα και για τους υπαλλήλους που εξουσιοδοτούνται για την υπογραφή επίσημων πιστοποιητικών και επίσημων βεβαιώσεων.
6. Οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 3 τηρούν αρχείο αντιγράφων όλων των επίσημων πιστοποιητικών και βεβαιώσεων που εκδίδουν, τα οποία διατηρούνται για τουλάχιστον τρία (3) χρόνια.
Άρθρο 10
Διαδικασία επαλήθευσης των επίσημων ελέγχων και άλλων επίσημων δραστηριοτήτων
1. Οι κεντρικές αρμόδιες αρχές ασκούν εποπτεία στο σύστημα επίσημων ελέγχων και άλλων επίσημων δραστηριοτήτων, προκειμένου:
α) να επαληθεύουν την αποτελεσματικότητα και την καταλληλότητα των επίσημων ελέγχων και άλλων επίσημων δραστηριοτήτων και
β) να διασφαλίζουν τη λήψη των απαραίτητων διορθωτικών ενεργειών, όταν απαιτείται.
2. Η εποπτεία της παρ. 1 αφορά το έργο που επιτελούν:
α) οι υπάλληλοι της κάθε κεντρικής αρμόδιας αρχής
που ενεργούν σύμφωνα με την περ. γ' της παρ. 2 του άρθρου 3,
β) οι αρμόδιες αρχές των παρ. 3 και 4 του άρθρου 3.
3. Το πλαίσιο των ενεργειών άσκησης εποπτείας ανά τομέα, αντικείμενο ή δραστηριότητα καθορίζεται σε ειδικό «Σχέδιο Άσκησης Εποπτείας» που συντάσσεται από τις κεντρικές αρμόδιες αρχές. Στο «Σχέδιο Άσκησης Εποπτείας» περιγράφονται διαδικασίες των ενεργειών εποπτείας που αφορούν:
α) τον τρόπο υλοποίησης της εποπτείας, τη συλλογή και αξιολόγηση πληροφοριών, συνδυαστικά ή κατά περίπτωση, μέσω:
αα) της παρακολούθησης δεικτών απόδοσης, αβ) της αποστολής και συμπλήρωσης κατάλληλα δομημένου ερωτηματολογίου από τα εποπτευόμενα όργανα,
αγ) της ανατροφοδότησης που παρέχεται από τον απολογισμό των ενεργειών εποπτείας προηγούμενων ετών ή/και από την εποπτεία που ασκούν οι περιφερειακές αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με την παρ. 5, αδ) της πραγματοποίησης επιτόπιας επίσκεψης στις έδρες των εποπτευόμενων οργάνων, β) τη σύνταξη έκθεσης εποπτείας, γ) την παρακολούθηση και αξιολόγηση προτεινόμενων διορθωτικών ενεργειών.
4. Κατά την άσκηση ενεργειών εποπτείας της παρ. 1: α) τα εποπτευόμενα όργανα συνεργάζονται και βοηθούν την εποπτεύουσα αρχή και παρέχουν σε αυτήν πρόσβαση στους χώρους και στις εγκαταστάσεις τους και σε αρχεία ή έγγραφα που σχετίζονται με την εποπτευόμενη δραστηριότητα,
β) δύναται να συμμετέχουν επίσημοι κτηνίατροι του μητρώου της παρ. 6 του άρθρου 3.
5. Διαδικασία επαλήθευσης των επίσημων ελέγχων και άλλων επίσημων δραστηριοτήτων, μέσω της άσκησης των ενεργειών εποπτείας της παρ. 3, ασκείται και από τις περιφερειακές αρμόδιες αρχές στην περιοχή αρμοδιότητάς τους, κατ' αναλογία και σύμφωνα με τις παρ. 3 και περ. α της παρ. 4.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
ΕΠΙΣΗΜΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ ΣΕ ΖΩΑ ΚΑΙ ΑΓΑΘΑ ΠΟΥ ΕΙΣΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Ή ΜΕΣΩ ΑΥΤΗΣ ΣΕ ΑΛΛΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ
Άρθρο 11
Είσοδος αγαθών μέσω εγκεκριμένων σημείων εισόδου ορισμένων νησιών
1. Τα αγαθά που εισέρχονται στην Ένωση μέσω των εγκεκριμένων σημείων εισόδου ορισμένων ελληνικών νησιών (Ρόδος, Μυτιλήνη, Ηράκλειο Κρήτης), υποβάλλονται σε επίσημους ελέγχους με τους ίδιους όρους, απαιτήσεις και κανόνες που διέπουν τους ελέγχους αγαθών που εισάγονται στην Ένωση. Τα φορτία αυτά που προορίζονται αποκλειστικά για τοπική χρήση στο νησί του σημείου εισόδου, εξαιρούνται από τους επίσημους ελέγχους στους συνοριακούς σταθμούς ελέγχου.
2. Οι περιφερειακές αρμόδιες αρχές που φέρουν τη χωρική αρμοδιότητα για το κάθε σημείο εισόδου της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, μετά την ολοκλήρωση των επίσημων ελέγχων, οριστικοποιούν το συνοδευτικό Κοινό Υγειονομικό Έγγραφο Εισόδου (ΚΥΕΕ) του άρθρου 56 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, το οποίο αναφέρει ότι τα προϊόντα ζωικής προέλευσης και τα σύνθετα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά, προορίζονται αποκλειστικά για τοπική κατανάλωση και δεν επαναποστέλλονται σε άλλα τμήματα του εδάφους της Ένωσης. Για τον σκοπό αυτόν, μετά την ολοκλήρωση των επίσημων ελέγχων, οι περιφερειακές αρμόδιες αρχές, επιπλέον: α) καταγράφουν στο σύστημα TRACES την εισαγωγή του φορτίου,
β) επιτηρούν την εφαρμογή και τήρηση των απαιτήσεων της παρ. 3,
γ) παρακολουθούν τόσο τη διακίνηση, όσο και την ανάλωση των αγαθών του φορτίου, μέχρι εξαντλήσεώς αυτών.
3. Για κάθε εισερχόμενο φορτίο, σε όλες τις μονάδες συσκευασίας από τις οποίες αυτό αποτελείται, επιτίθεται σήμανση, με μέριμνα του ιδιοκτήτη, ως εξής: α) σε όλες τις εξωτερικές συσκευασίες (στις αρχικές με τις οποίες εισήχθησαν, αν η πώληση στον τελικό καταναλωτή γίνεται σε αυτές ή στις νέες συσκευασίες, αν γίνεται ανασυσκευασία στην εγκατάσταση του εισαγωγέα), καθώς και στις επιμέρους συσκευασίες (μετά από ανασυσκευσία ή όπως εισήχθησαν), επιτίθεται σφραγίδα ή ετικέτα, σε ευκρινές σημείο αυτών και σε 2 τουλάχιστον πλευρές της κάθε συσκευασίας, διαστάσεων 20 x 10 εκατοστά, που φέρει σήμανση με μελάνι κόκκινου χρώματος, στην οποία αναγράφεται με κεφαλαία γράμματα «ΕΙΣΗΧΘΗ ΣΤΗ ΝΗΣΟ , Αριθμός του ΚΥΕΕ,
ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ Η ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΜΟΝΟ ΣΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ»,
β) σε κάθε συσκευασία που έρχεται απευθείας σε επαφή με το προϊόν και για προϊόντα που προορίζονται για τη λιανική πώληση, επιτίθεται αυτοκόλλητη ετικέτα, στην οποία, πέρα από τα στοιχεία που αναγράφονται στον Κανονισμό (ΕΕ) 1169/2011, αναγράφεται υποχρεωτικά ο αριθμός αναφοράς του ΚΥΕΕ και η ένδειξη «ΓΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΝΗΣΟ», με γραμματοσειρά
χρώματος κόκκινου ή μαύρου, γ) για φορτία νωπών ψαριών που διατίθενται άμεσα στη λιανική πώληση, αναγράφεται στο σχετικό τιμολόγιο
η ένδειξη «ΓΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΝΗΣΟ»,
καθώς και ο αριθμός αναφοράς του ΚΥΕΕ, ή επιτίθεται στο τιμολόγιο σφραγίδα με την ίδια ένδειξη.
Άρθρο 12
Εγκεκριμένες αποθήκες για την αποθήκευση φορτίων αγαθών υπό διαμετακόμιση
1. Οι περιφερειακές αρμόδιες αρχές:
α) εγκρίνουν τις αποθήκες που συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρ. 2 του άρθρου 23 του κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού (ΕΕ) 2019/2124, για την αποθήκευση των φορτίων της παρ. 1 του ίδιου άρθρου, β) ανακαλούν ή αναστέλλουν προσωρινά την έγκριση των αποθηκών μετά από επίσημο έλεγχο, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 23 του κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού (ΕΕ) 2019/2124.
2. Οι αποφάσεις έγκρισης, ανάκλησης της έγκρισης ή προσωρινής αναστολής της έγκρισης της παρ. 1, κοινοποιούνται στην κεντρική αρμόδια αρχή της παρ. 3 του άρθρου 3.
3. Οι περιφερειακές αρμόδιες αρχές διενεργούν τους επίσημους ελέγχους των εγκεκριμένων αποθηκών σύμφωνα με το άρθρο 26 του κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού (ΕΕ) 2019/2124 και επιπλέον λαμβάνουν όλα τα απαιτούμενα μέτρα, σε συνεργασία με τις κατά τόπους αρμόδιες τελωνειακές αρχές:
α) για να αποφεύγεται η αποθήκευση των προϊόντων που δεν πληρούν τις κτηνιατρικές απαιτήσεις εισόδου στην Ένωση στους ίδιους χώρους με τα προϊόντα που τις πληρούν, με εξαίρεση την περίπτωση που διασφαλίζεται η χωριστή αποθήκευση των προϊόντων που δεν πληρούν τις απαιτήσεις εισαγωγής σε χώρο που κλειδώνει με τη σύμφωνη γνώμη της περιφερειακής αρμόδιας αρχής, β) για να διασφαλίζεται ο αποτελεσματικός έλεγχος της εισόδου και της εξόδου των προϊόντων από την αποθήκη και, κατά τις ώρες πρόσβασης στις αποθήκες, η εποπτεία από την περιφερειακή αρμόδια αρχή, γ) για να αποτρέπεται η έξοδος από την αποθήκη των προϊόντων που δεν πληρούν τις απαιτήσεις εισόδου στην Ένωση, χωρίς την άδειά τους, δ) για να αποφεύγεται οποιαδήποτε αλλοίωση ή υποκατάσταση των προϊόντων που είναι αποθηκευμένα στις αποθήκες ή οποιαδήποτε αλλαγή της πρώτης ή της δεύτερης συσκευασίας τους ή η μεταποίησή τους.
4. Η κεντρική αρμόδια αρχή της παρ. 3 του άρθρου 3 μπορεί να απαγορεύει την αποθήκευση αγαθών που δεν πληρούν τις απαιτήσεις εισόδου στην Ένωση, εάν συντρέχουν λόγοι προάσπισης της δημόσιας υγείας ή επιτακτικού δημόσιου συμφέροντος που σχετίζεται με την υγεία των ζώων.
5. Τα φορτία αγαθών υπό διαμετακόμιση προκειμένου να αποθηκευτούν σε εγκεκριμένη αποθήκη οφείλουν να διαθέτουν τελωνειακή σφραγίδα. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η αποθήκευση δεν επιτρέπεται.
6. Η αρμόδια αρχή της παρ. 3 του άρθρου 3 τηρεί και επικαιροποιεί στο IMSOC τον κατάλογο των εγκεκριμένων αποθηκών, σύμφωνα με το άρθρο 25 του κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού (ΕΕ) 2019/2124.
7. Οι περιφερειακές αρμόδιες αρχές είναι υπεύθυνες για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 23, 24, 26, 27, 28, 29 και 30 του κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού (ΕΕ) 2019/2124, σε ό,τι αφορά τις αποθήκες της παρ. 1 του άρθρου 23 του ίδιου Κανονισμού (ΕΕ).
Άρθρο 13
Μεταφορά φορτίων αγαθών υπό διαμετακόμιση σε σκάφος που εξέρχεται από το έδαφος της Ένωσης
1. Οι επιχειρήσεις που εφοδιάζουν απευθείας τα θαλάσσια μεταφορικά μέσα με αγαθά που δεν πληρούν τις απαιτήσεις για είσοδο στην Ένωση και προορίζονται για την τροφοδοσία του πληρώματος και των επιβατών, πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις: α) ο/η ενδιαφερόμενος/η για το φορτίο δηλώνει τον τελικό προορισμό των φορτίων, υποβάλλοντας το μέρος Ι του ΚΥΕΕ στο σύστημα IMSOC,
β) τα αγαθά έχουν υποβληθεί κατά την είσοδό τους στη χώρα στους απαιτούμενους ελέγχους στον συνοριακό σταθμό ελέγχου εισόδου,
γ) τα αγαθά προέρχονται από τρίτη χώρα από την οποία δεν απαγορεύεται η εισαγωγή στο έδαφος της Ένωσης,
δ) οι επιχειρήσεις έχουν λάβει έγκριση από τις περιφερειακές αρμόδιες αρχές,
ε) ο εφοδιασμός αφορά προϊόντα τα οποία δεν έχουν υποβληθεί σε οποιαδήποτε μεταποίηση, εκτός εάν η πρώτη ύλη πληροί τις απαιτήσεις της νομοθεσίας για την είσοδο στην Ένωση,
στ) διαθέτουν εγκαταστάσεις των οποίων η είσοδος και η έξοδος ελέγχονται διαρκώς από τον/την υπεύθυνο/η της αποθήκης,
ζ) εάν πρόκειται για εγκεκριμένες αποθήκες, ισχύουν οι απαιτήσεις του άρθρου 12.
2. Οι υπεύθυνοι/ες των επιχειρήσεων της παρ. 1 πραγματοποιούν τις παραδόσεις απευθείας στα θαλάσσια μεταφορικά μέσα ή σε ειδικά εγκεκριμένη αποθήκη που βρίσκεται στο λιμάνι προορισμού, υπό την προϋπόθεση ότι λαμβάνονται μέτρα ώστε τα συγκεκριμένα αγαθά να μην εγκαταλείπουν τη λιμενική ζώνη για άλλον προορισμό.
3. Οι περιφερειακές αρμόδιες αρχές είναι υπεύθυνες για τον έλεγχο των όρων μεταφοράς των αγαθών σε σκάφη που εξέρχονται της Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 29 του κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού (ΕΕ) 2019/2124.
Άρθρο 14
Επίσημοι έλεγχοι σε ζώα και αγαθά που προέρχονται από τρίτες χώρες εκτός από τα υπαγόμενα σε επίσημους ελέγχους σε συνοριακούς σταθμούς ελέγχου
1. Για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης με τους κανόνες που αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, οι αρμόδιοι υπάλληλοι των συνοριακών σταθμών ελέγχου διενεργούν τακτικά επίσημους ελέγχους, βάσει κινδύνου και με την κατάλληλη συχνότητα, σύμφωνα με τα άρθρα 44 και 45 του ίδιου Κανονισμού.
2. Για την οργάνωση και τον συντονισμό των επίσημων ελέγχων καθώς και για την ιχνηλάτηση των εισερχόμενων φορτίων, ο/η υπεύθυνος/η για το φορτίο υποβάλλει στον συνοριακό σταθμό ελέγχου το μέρος Ι του ΚΥΕΕ μέσα από το IMSOC. Στην περίπτωση αυτή το ΚΥΕΕ αποτελεί μόνο προκοινοποίηση με σκοπό την ιχνηλασιμότητα του φορτίου μέχρι τον τελικό τόπο προορισμού και δεν αποτελεί υγειονομική πιστοποίηση.
3. Όταν κατά τους επίσημους ελέγχους της παρ. 1 του άρθρου 45 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 διαπιστωθεί ότι τα ζώα και τα αγαθά δεν συμμορφώνονται προς τους κανόνες της Ένωσης, οι αρμόδιοι/ες υπάλληλοι του συνοριακού σταθμού ελέγχου εφαρμόζουν τις διατάξεις της παρ. 3 του ιδίου άρθρου.
4. Τα μέτρα που επιβάλλονται σύμφωνα με την παρ. 3, εφαρμόζονται με δαπάνη του/της υπεύθυνου/ης της επιχείρησης που φέρει την ευθύνη για το φορτίο.
Άρθρο 15
Ζώα και αγαθά που απαλλάσσονται από τους επίσημους ελέγχους στους συνοριακούς σταθμούς ελέγχου - Καθορισμός Σημείων εισόδου ζώων συντροφιάς
1. Εξαιρούνται από τους ελέγχους στους συνοριακούς σταθμούς ελέγχου οι κατηγορίες ζώων και αγαθών του άρθρου 48 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, σύμφωνα με τις εξουσιοδοτικές πράξεις που εκδίδονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.
2. Τα αγαθά ζωικής προέλευσης της περ. α' του άρθρου 48 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, απαλλάσσονται από τους επίσημους ελέγχους στους συνοριακούς σταθμούς ελέγχου, όταν:
α) η αρμόδια αρχή της παρ. 1, σημείο β) του άρθρου 3 έχει προηγουμένως εγκρίνει την εισαγωγή τους χορηγώντας σχετική άδεια,
β) τα εν λόγω αγαθά δεν προορίζονται για διαφορετική χρήση από εκείνη για την οποία έχουν πάρει τη σχετική άδεια και
γ) στον συνοριακό σταθμό ελέγχου διαπιστώνεται η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στην άδεια της περ. α'.
3. Αγαθά που υπάγονται στις περ. δ' και ε' του άρθρου 48 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 και διαπιστώνεται κατά τη διενέργεια ελέγχων από την αρμόδια τελωνειακή υπηρεσία ότι δεν πληρούν τις απαιτήσεις του κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού (ΕΕ) 2019/2122 της Επιτροπής της 10ης Οκτωβρίου 2019 (L 321), κατάσχονται και καταστρέφονται, με δαπάνη που βαρύνει τον/ την κάτοχο ή τον/την υπεύθυνο/η αυτών.
4. α) Τα ζώα συντροφιάς, του Παραρτήματος Ι του Κανονισμού (ΕΕ) 576/2013 (L 178), που εισέρχονται στην Ένωση από τρίτες χώρες, εισέρχονται στη χώρα από σημεία εισόδου τα οποία καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ του άρθρου 24 της παρούσης.
β) Ο έλεγχος των ζώων της περ. α' διενεργείται από τις τελωνειακές αρχές της χώρας, με τη συνδρομή και τη συνεργασία, όποτε απαιτείται, των οικείων αρμόδιων αρχών της παρ. 3, των αστυνομικών αρχών και των λιμενικών αρχών.
γ) Στην περίπτωση έκτακτων αναγκών που αφορούν στη δημόσια υγεία ή την υγεία των ζώων, σε εθνικό ή διεθνές επίπεδο, η Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής εκδίδει σχετικές κατευθυντήριες οδηγίες και ενημερώνει αμέσως όλες τις εμπλεκόμενες ελεγκτικές αρχές.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ, ΑΝΑΛΥΣΗ, ΔΟΚΙΜΗ ΚΑΙ ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Άρθρο 16
Δειγματοληψία και διενέργεια αναλύσεων, δοκιμών ή διαγνώσεων
1. Οι διαδικασίες λήψης, χειρισμού, επισήμανσης και αποστολής των δειγμάτων που λαμβάνονται στο πλαίσιο των επισήμων ελέγχων και δραστηριοτήτων του πεδίου εφαρμογής της παρούσας, συμμορφώνονται με τους κανόνες της ισχύουσας ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας, με τις κατευθυντήριες οδηγίες των εργαστηρίων αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ενωσιακά Εργαστήρια Αναφοράς) και με τις κατευθυντήριες οδηγίες του άρθρου 6 της παρούσας. Για τους σκοπούς επίσημου ελέγχου, μπορεί να υποβάλλονται στη διενέργεια εργαστηριακής ανάλυσης, δοκιμής ή διάγνωσης και δείγματα ζώων και αγαθών που αποτελούν αντικείμενο εμπορίου με μεθόδους εξ αποστάσεως επικοινωνίας, σύμφωνα με το άρθρο 36 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625.
2. Η αρμόδια αρχή που διενεργεί τη δειγματοληψία: α) διασφαλίζει τη λήψη επαρκούς ποσότητας για: αα) τα δείγματα που λαμβάνονται στο πλαίσιο των
άλλων επίσημων δραστηριοτήτων, καθώς και τα δείγματα που λαμβάνονται για την αρχική επίσημη ανάλυση, δοκιμή ή διάγνωση στο πλαίσιο των επίσημων ελέγχων, αβ) τα πρόσθετα αντιπροσωπευτικά δείγματα που προορίζονται για τη διενέργεια των αναλύσεων, δοκιμών και διαγνώσεων της περ. β' της παρ. 5 και της περ. β' της παρ. 10, εφόσον αυτό είναι σκόπιμο, ενδεδειγμένο και τεχνικά εφικτό και με την επιφύλαξη της παρ. 13, ενημερώνοντας σχετικά τον/την υπεύθυνο/η της επιχείρησης/ εγκατάστασης,
β) σφραγίζει το κάθε δείγμα που λαμβάνει, γ) αποστέλλει τα δείγματα που λαμβάνονται στο πλαίσιο των άλλων επίσημων δραστηριοτήτων και τα δείγματα που λαμβάνονται για την αρχική επίσημη ανάλυση, δοκιμή ή διάγνωση στο πλαίσιο των επίσημων ελέγχων, στα εργαστήρια του άρθρου 17 της παρούσας, όπου υποβάλλονται στις κατάλληλες μεθόδους ανάλυσης, δοκιμής ή διάγνωσης, σύμφωνα με το άρθρο 34 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625.
3. Όλα τα δείγματα λαμβάνονται χωρίς αποζημίωση της επιχείρησης/εγκατάστασης στην κατοχή της οποίας βρίσκονται τα ζώα ή αγαθά που αποτελούν αντικείμενο της δειγματοληψίας.
4. Οι υπεύθυνοι/ες των επιχειρήσεων/εγκαταστάσεων των οποίων τα ζώα ή αγαθά υπόκεινται σε δειγματοληψία στο πλαίσιο των επισήμων ελέγχων, έχουν το δικαίωμα γνώμης δεύτερου εμπειρογνώμονα, με δικά τους έξοδα, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 35 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625. Για την άσκηση του δικαιώματος αυτού οι υπεύθυνοι/ες των επιχειρήσεων/εγκαταστάσεων ενημερώνονται από την αρμόδια αρχή που διενεργεί τη δειγματοληψία.
5. Το δικαίωμα σε γνώμη δεύτερου εμπειρογνώμονα παρέχει στον/στην υπεύθυνο/η της επιχείρησης/εγκατάστασης τη δυνατότητα:
α) να ζητεί επανεξέταση της τεκμηρίωσης της αρχικής δειγματοληψίας ή/και της ανάλυσης, της δοκιμής ή της διάγνωσης από εμπειρογνώμονα της επιλογής του/της, ή/και
β) να ζητεί και να λαμβάνει από την αρμόδια αρχή αντιπροσωπευτικό δείγμα, με σκοπό τη διενέργεια δεύτερης ανάλυσης στο πλαίσιο της διατύπωσης γνώμης από τον δεύτερο εμπειρογνώμονα, εφόσον αυτό είναι σκόπιμο, ενδεδειγμένο και τεχνικά εφικτό, σύμφωνα με την περ. αβ' της παρ. 2.
6. Για την προσφυγή στην άσκηση του δικαιώματος της παρ. 5, ο/η υπεύθυνος/η της επιχείρησης/εγκατάστασης
ενημερώνει εγγράφως την αρχή που διενήργησε τη δειγματοληψία ή/και την αρχική επίσημη ανάλυση, δοκιμή ή διάγνωση, εντός πέντε (5) ημερών από την κοινοποίηση του εργαστηριακού αποτελέσματος σε αυτόν/η.
7. Εφόσον ζητηθεί στο πλαίσιο άσκησης του δικαιώματος σε γνώμη δεύτερου εμπειρογνώμονα, η επανεξέταση της τεκμηρίωσης της δειγματοληψίας, της ανάλυσης, των δοκιμών ή της διάγνωσης:
α) λαμβάνει χώρα χωρίς καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση σε ημερομηνίες που συμφωνούνται από κοινού μεταξύ του/της εμπειρογνώμονα και της αρχής που διενέργησε τη δειγματοληψία ή/και του επίσημου εργαστηρίου,
β) πραγματοποιείται χωρίς να θίγονται οι υποχρεώσεις περί εμπιστευτικότητας των πληροφοριών που καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο και αφορούν είτε τον/την εντολέα του/της εμπειρογνώμονα, είτε άλλα πρόσωπα,
γ) περιορίζεται στα απολύτως απαραίτητα στοιχεία τεκμηρίωσης που αφορούν στη λήψη και μετέπειτα χειρισμό του δείγματος ή/και στο εργαστηριακό αποτέλεσμα και κρίνεται αντικειμενικά δόκιμο να αξιολογηθούν, χωρίς να προκαλείται περιττός πρόσθετος διοικητικός φόρτος για την αρχή που διενέργησε τη δειγματοληψία ή/και το επίσημο εργαστήριο ή να τίθεται σε επισφάλεια η εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που σχετίζονται με το σύστημα διαχείρισης ποιότητας του επίσημου εργαστηρίου.
8. Ο υπεύθυνος/η της επιχείρησης/εγκατάστασης υποβάλλει στις αρμόδιες αρχές της παρ. 1 του άρθρου 3 έκθεση πραγματογνωμοσύνης, στην οποία επισυνάπτεται η σχετική τεκμηρίωση σχετικά με την κατάλληλη επιστημονική και τεχνική κατάρτιση που διαθέτει ο εμπειρογνώμονας που τη συνέταξε και που σχετίζεται με την υπηρεσία που κλήθηκε να προσφέρει:
α) εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία της έγγραφης ενημέρωσης της παρ. 6, εάν η πραγματογνωμοσύνη αφορά μόνο στην επανεξέταση της τεκμηρίωσης της δειγματοληψίας, της ανάλυσης, των δοκιμών ή της διάγνωσης, ή β) εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την ημερομηνία της έγγραφης ενημέρωσης της παρ. 6, εάν η πραγματογνωμοσύνη αφορά στη διενέργεια δεύτερης ανάλυσης, δοκιμής ή διάγνωσης.
9. Εάν οι αρμόδιες αρχές της παρ. 1 του άρθρου 3 κάνουν αποδεκτή την έκθεση πραγματογνωμοσύνης, όσον αφορά την αμφισβήτηση της ορθότητας της δειγματοληψίας ή του αποτελέσματος της δεύτερης ανάλυσης, δοκιμής ή διάγνωσης, ενημερώνει τον/την υπεύθυνο/η της επιχείρησης/εγκατάστασης ότι, κατά περίπτωση:
α) η δειγματοληψία θεωρείται ως μη γενόμενη,
β) το αποτέλεσμα της ανάλυσης, δοκιμής ή διάγνωσης δεν λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό και την ανάληψη περαιτέρω ενεργειών.
10. Εάν οι αρμόδιες αρχές της παρ. 1 του άρθρου 3 δεν κάνουν αποδεκτή την έκθεση πραγματογνωμοσύνης, ενημερώνουν τον/την υπεύθυνο/η της επιχείρησης/ εγκατάστασης, αιτιολογώντας την απόφασή τους, ότι, κατά περίπτωση:
α) το αποτέλεσμα της αρχικής επίσημης εργαστηριακής ανάλυσης, δοκιμής ή διάγνωσης καθίσταται οριστικό, εφόσον κατά την αρχική δειγματοληψία δεν λήφθηκε πρόσθετο αντιπροσωπευτικό δείγμα για τη διενέργεια δεύτερης επίσημης ανάλυσης, δοκιμής ή διάγνωσης, σύμφωνα με την περ. αβ' της παρ. 2,
β) έχει τη δυνατότητα να αιτηθεί, εντός πέντε (5) ημερών από την ενημέρωσή του/της τη διενέργεια δεύτερης επίσημης ανάλυσης, δοκιμής ή διάγνωσης στο πρόσθετο δείγμα που λήφθηκε κατά την αρχική δειγματοληψία, σύμφωνα με την περ. αβ' της παρ. 2, το οποίο παραμένει για τον σκοπό αυτό στην κατοχή της αρμόδιας αρχής που διενήργησε τη δειγματοληψία, εφόσον αυτό είναι εφικτό, ή του επίσημου εργαστηρίου που διενήργησε την αρχική επίσημη ανάλυση, δοκιμή ή διάγνωση.
11. Η δεύτερη επίσημη ανάλυση, δοκιμή ή διάγνωση διενεργείται με έξοδα του/της υπεύθυνου/ης της επιχείρησης/εγκατάστασης σε επίσημο εργαστήριο διαφορετικό από αυτό που διενήργησε την αρχική επίσημη ανάλυση, δοκιμή ή διάγνωση, το οποίο ορίζεται από τις αρμόδιες αρχές της παρ. 1 του άρθρου 3. Το αποτέλεσμα της δεύτερης επίσημης ανάλυσης, δοκιμής ή διάγνωσης είναι οριστικό και καθορίζει τις περαιτέρω ενέργειες που αναλαμβάνονται.
12. Εάν παρέλθουν άκαρπες οι χρονικές προθεσμίες της παρ. 6, της παρ. 8 και της περ. β) της παρ. 10, το αποτέλεσμα της αρχικής επίσημης ανάλυσης, δοκιμής ή διάγνωσης καθίσταται οριστικό.
13. Η εφαρμογή των διατάξεων της περ. β' της παρ. 5 και της περ. β' της παρ. 10 τελούν υπό την επιφύλαξη των ειδικότερων κανόνων της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας που αναφέρονται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις αναλύσεων και δοκιμών (π.χ. δοκιμές ανίχνευσης μυκοτοξινών ή βαρέων μετάλλων) και απαιτούν την τήρηση ειδικών διαδικασιών για τη δειγματοληψία και εργαστηριακή ανάλυση.
14. Η εφαρμογή των διατάξεων των παρ. 4 έως 12 του παρόντος άρθρου, δεν αναστέλλει τη χωρίς καθυστέρηση διαδικασία λήψης από τις αρμόδιες αρχές του άρθρου 3 των άμεσα αναγκαίων μέτρων για την εξάλειψη ή τον περιορισμό των κινδύνων για την υγεία των ανθρώπων και των ζώων, καθώς και για την καλή μεταχείριση των ζώων, σύμφωνα με τους σχετικούς κανόνες που αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625.
Άρθρο 17
Επίσημα εργαστήρια αναλύσεων, δοκιμών ή διαγνώσεων
1. Με μέριμνα της κεντρικής αρμόδιας αρχής της περ. δ' της παρ. 1 του άρθρου 3 της παρούσας καταρτίζεται και τηρείται επικαιροποιημένος κατάλογος επίσημων εργαστηρίων, στα οποία διενεργούνται οι εργαστηριακές αναλύσεις, δοκιμές ή διαγνώσεις στα δείγματα που λαμβάνονται κατά τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες του πεδίου εφαρμογής της παρούσας, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 37 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625. Στον κατάλογο των επίσημων εργαστηρίων εντάσσονται τα εργαστήρια των Διευθύνσεων Κτηνιατρικών Κέντρων Αθηνών και Θεσσαλονίκης του ΥΠΑΑΤ που πληρούν τους όρους και τις προϋποθέσεις της παρ. 4.
2. Σε περίπτωση κατάστασης έκτακτης ανάγκης ή αναδυόμενου κινδύνου για την υγεία των ανθρώπων και των ζώων και για την καλή μεταχείριση των ζώων, ή όταν τα εργαστήρια της παρ. 1 δεν διαθέτουν την εμπειρογνωμοσύνη, τον εξοπλισμό, την υποδομή και το προσωπικό που απαιτούνται για την εκτέλεση νέων ή ιδιαίτερα εξειδικευμένων εργαστηριακών αναλύσεων, δοκιμών ή διαγνώσεων, είναι δυνατό να ορίζεται ως επίσημο εργαστήριο και να εντάσσεται στον κατάλογο της παραγράφου 1, κατόπιν σχετικής ανάθεσης:
α) εργαστήριο που ανήκει και λειτουργεί σε φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ή ελλείψει αυτών, σε εργαστήριο του ιδιωτικού τομέα, ή
β) εργαστήριο που βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 37 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625.
3. Ο ορισμός επίσημου εργαστηρίου της παρ. 2 και η ένταξή του στον κατάλογο της παρ. 1 γίνεται με απόφαση του Προϊσταμένου της Γενικής Δ/νσης Κτηνιατρικής σύμφωνα με το άρθρο 109 του ν. 4622/2019 (Α' 133). Οι όροι ανάθεσης περιγράφονται σε πρωτόκολλα συνεργασίας ή συμβάσεις για τη διασφάλιση του αποτελεσματικού συντονισμού και της εύρυθμης συνεργασίας μεταξύ των αρμοδίων αρχών και του επίσημου εργαστηρίου.
4. Τα επίσημα εργαστήρια που εντάσσονται στον κατάλογο της παρ. 1:
α) συμμορφώνονται με τους όρους των παρ. 4 και 5 του άρθρου 37 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων του άρθρου 18 της παρούσας,
β) ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις του άρθρου 38 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης να ενημερώνουν τις κεντρικές αρμόδιες αρχές, όποτε τους ζητηθεί, σχετικά με τα αποτελέσματα των τακτικών επιθεωρήσεων αξιολόγησης της διαπίστευσής τους σύμφωνα με το πρότυπο EN ISO/IEC 17025 από τον αρμόδιο εθνικό οργανισμό διαπίστευσης και τα αποτελέσματα των διεργαστηριακών συγκριτικών δοκιμών ή των δοκιμών ελέγχου ικανότητας στις οποίες συμμετέχουν και σχετίζονται με τα καθήκοντα που τους ανατίθενται,
γ) διατηρούν την ιδιότητά τους ως επίσημα εργαστήρια του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου βρίσκονται εγκατεστημένα, αν πρόκειται για εργαστήρια της περ. β' της παρ. 2 της παρούσας,
δ) συνεργάζονται με τις κεντρικές αρμόδιες αρχές, στο πλαίσιο της εποπτείας που αναφέρεται στην παρ. 6, σύμφωνα με το άρθρο 39 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625.
5. Η κεντρική αρμόδια αρχή της περ. δ' της παρ. 1 του άρθρου 3 αναρτά στον δικτυακό τόπο του ΥΠΑΑΤ τον επικαιροποιημένο κατάλογο επίσημων εργαστηρίων της παρ. 1, δημοσιοποιώντας, για καθένα από αυτά τουλάχιστον:
α) το αντικείμενο του επίσημου ελέγχου ή/και της επίσημης δραστηριότητας για το οποίο του ανατίθεται η διενέργεια ανάλυσης, δοκιμής ή διάγνωσης,
β) την ονομασία, τη διεύθυνση και τα στοιχεία επικοινωνίας και
γ) τα στοιχεία της διαπίστευσής τους σύμφωνα με το πρότυπο EN ISO/IEC 17025.
6. Τα επίσημα εργαστήρια της περ. α' της παρ. 2 που εντάσσονται στον κατάλογο της παρ. 1, τελούν υπό την εποπτεία της κεντρικής αρμόδιας αρχής της περ. δ' και των κατά περίπτωση συναρμόδιων αρχών των περ. α' έως γ' της παρ. 1 του άρθρου 3 της παρούσας. Η εποπτεία μπορεί να ασκείται, συνδυαστικά ή κατά περίπτωση, μέσω:
α) της πραγματοποίησης επιτόπιας επίσκεψης στις έδρες των εργαστηρίων,
β) της κοινοποίησης κάθε είδους πληροφορίας και στοιχειών που κρίνεται απαραίτητο να ζητούνται, προ- κειμένου να αξιολογείται η τεχνική και οργανωτική επάρκεια για τη διενέργεια των αναλύσεων, δοκιμών ή διαγνώσεων που τους ανατίθενται.
7. Ο ορισμός επίσημου εργαστηρίου της παρ. 2 και η ένταξή του στον κατάλογο της παρ. 1 ανακαλείται άμεσα με απόφαση Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, είτε εξολοκλήρου είτε για ορισμένα καθήκοντα, όταν διαπιστώνεται ότι το εργαστήριο δεν ανταποκρίνε- ται στους όρους και στις υποχρεώσεις της παρ. 4 ή δεν λαμβάνει εγκαίρως τα απαραίτητα διορθωτικά μέτρα για τον σκοπό αυτό.
Άρθρο 18
Παρεκκλίσεις από τους όρους περί υποχρεωτικής διαπίστευσης της λειτουργίας ή των χρησιμοποιούμενων μεθόδων για τα επίσημα εργαστήρια
1. Με όμοια με την παρ. 3 του άρθρου 17 απόφαση μπορεί να εντάσσεται στον κατάλογο της παρ. 1 του ιδίου άρθρου:
α) ένα εγκατεστημένο στη χώρα εργαστήριο, για συγκεκριμένο αντικείμενο εργαστηριακού ελέγχου, ανεξάρτητα από το εάν λειτουργεί και είναι διαπιστευμένο σύμφωνα με το πρότυπο EN ISO/IEC 17025,
β) ένα υπάρχον επίσημο εργαστήριο, εγκατεστημένο στη χώρα, για τη χρήση μεθόδου ανάλυσης, δοκιμής ή διάγνωσης σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 42 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, ακόμη κι αν δεν συμπεριλαμβάνεται στο πεδίο διαπίστευσής του, εφόσον τηρούνται οι όροι της παρ. 2 του ίδιου άρθρου.
2. Η διατήρηση των εργαστηρίων της περ. α' της παρ. 1 στον κατάλογο των επίσημων εργαστηρίων προϋποθέτει την τήρηση των όρων και προϋποθέσεων των περ. α' και β' της παρ. 1 του άρθρου 40 του Κανονισμού (ΕΕ). Ειδικά στην περίπτωση εργαστηρίων που ασχολούνται αποκλειστικά με την ανίχνευση Trichinella spp. στο κρέας, απαιτείται η υποχρεωτική συμμετοχή τους, με ικανοποιητικές επιδόσεις, στις διεργαστηριακές συγκριτικές δοκιμές ή δοκιμές επάρκειας που οργανώνει και αξιολογεί το αντίστοιχο εθνικό εργαστήριο αναφοράς της παρ. 1 του άρθρου 19.
3. Η εποπτεία που αναφέρεται στην παρ. 6 του άρθρου 17 της παρούσας, μπορεί να ασκείται και στα εργαστήρια της περ. α' της παρ. 1.
4. Ο ορισμός και η ένταξη στον κατάλογο της παρ. 1 του άρθρου 17 ενός εργαστηρίου σύμφωνα με την περ. β' της παρ. 1 του παρόντος άρθρου έχει προσωρινό χαρακτήρα και δεν υπερβαίνει την περίοδο ενός έτους, με δυνατότητα ανανέωσης για ένα επιπλέον έτος, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 42 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625.
Άρθρο 19
Εθνικά εργαστήρια αναφοράς
1. Με την υπ' αρ. 645/252853/7.10.2019 (Β' 3787) απόφαση του Υπουργού και της Υφυπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων έχουν οριστεί τα Εθνικά Εργαστήρια Αναφοράς (ΕΕΑ) που ορίζονται στους τομείς του επίσημου ελέγχου και των άλλων επίσημων δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας, σε εφαρμογή του άρθρου 100 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625.
2. Τα ΕΕΑ πληρούν τις απαιτήσεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 2 και της παρ. 3 του άρθρου 100 και ασκούν τις αρμοδιότητες και εκτελούν τα καθήκοντα του άρθρου 101 του Κανονισμού 625/2017.
3. Με μέριμνα της κεντρικής αρμόδιας αρχής της περ. δ' της παρ. 1 του άρθρου 3 της παρούσας:
α) τηρείται και αναρτάται στον δικτυακό τόπο του ΥΠΑΑΤ επικαιροποιημένος κατάλογος των ΕΕΑ,
β) κοινοποιούνται στην Επιτροπή, στο σχετικό Εργαστήριο Αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στα άλλα κράτη μέλη το όνομα και η διεύθυνση κάθε ΕΕΑ, γ) εξασφαλίζεται η συνεργασία και ο συντονισμός των ΕΕΑ μεταξύ τους και με το Εργαστήριο Αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις περιπτώσεις που ορίζονται περισσότερα από ένα ΕΕΑ ανά Εργαστήριο Αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗ - ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ
Άρθρο 20
Αμοιβαία διοικητική συνδρομή - Ενωσιακοί έλεγχοι
1. Η, ανά τομέα, κεντρική αρμόδια αρχή άρθρου 3 ορίζεται ως οργανισμός σύνδεσης του άρθρου 103 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, για την παροχή αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής και συνεργασίας, στον τομέα αρμοδιότητάς της, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τους αντίστοιχους φορείς - συνδέσμους των άλλων κρατών μελών, σύμφωνα με τα άρθρα 102 έως 108 του ίδιου Κανονισμού.
2. Οι επίσημοι κτηνίατροι των αρμόδιων αρχών του άρθρου 3 μπορεί να συμμετέχουν ως εμπειρογνώμονες σε ενωσιακούς ελέγχους που διενεργούνται σε κράτη μέλη ή σε τρίτες χώρες, όταν αυτό ζητείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Άρθρο 21
Συνδρομή αρμόδιων αρχών σε ελέγχους
1. Οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 3 παρέχουν στους εμπειρογνώμονες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που διενεργούν ελέγχους κάθε αναγκαία συνδρομή για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
2. Οι περιφερειακές αρμόδιες αρχές παρέχουν στις αρμόδιες αρχές της παρ. 1 του άρθρου 3, εντός της οριζόμενης από αυτή προθεσμίας, κάθε αναγκαία συνδρομή για την εκτέλεση των καθηκόντων της.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'
ΜΕΤΡΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ
Άρθρο 22
Μέτρα συμμόρφωσης - Κυρώσεις
1. Όταν υπάρχει υπόνοια μη συμμόρφωσης στους κανόνες της παρ. 2 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 3 της παρούσας ενεργούν σύμφωνα με τις παρ. 2 και 3 του άρθρου 137 του ίδιου Κανονισμού, ώστε να επιβεβαιώσουν ή να εξαλείψουν την υπόνοια.
2. Όταν η υπόνοια μη συμμόρφωσης στους κανόνες της παρ. 2 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 αφορά σε φορτία που εισέρχονται στην Ένωση, η αρμόδια αρχή στο σημείο εισόδου θέτει αυτά υπό επίσημη δέσμευση. Τα μέτρα που λαμβάνονται για τα φορτία καθώς και οι ενέργειες των εν λόγω αρμοδίων αρχών είναι σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 66, 67, 68, 69, 71 και 72 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625. Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο εφαρμόζονται με δαπάνη του υπευθύνου της επιχείρησης που φέρει την ευθύνη για το φορτίο.
3. Όταν κατά τον επίσημο έλεγχο ή άλλη επίσημη δραστηριότητα διαπιστωθεί μη συμμόρφωση στους κανόνες της παρ. 2 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 3 της παρούσας επιβάλλουν μέτρα συμμόρφωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 4 και 6 έως 21 του ν. 4235/2014 (Α' 32) ή/ και κυρώσεις σύμφωνα με τα άρθρα 22 έως και 27 του ίδιου νόμου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ'
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 23
Καταργούμενες διατάξεις
Από την έναρξη ισχύος της παρούσας, καταργούνται:
α) το π.δ. 420/1993 (Α' 179),
β) οι περ. 4 έως 9 και 12 της παρ. Α' του άρθρου 2 και τα άρθρα 12,14, 20 έως 22 και 26 έως 28 του π.δ. 79/2007 (Α' 95),
γ) το π.δ. 36/1992 (Α' 17),
δ) το π.δ. 344/1998 (Α' 229),
ε) η υπ' αρ. 645/252853/7.10.2019 (Β' 3787) απόφαση Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Άρθρο 24
Παραρτήματα
(Βλέπε στο οικείο ΦΕΚ)
Άρθρο 25
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 4 Μαρτίου 2024
Υπουργική Απόφαση 88/64002/2024 - ΦΕΚ 1732/Β/19-3-2024
Καθορισμός των αναγκαίων συμπληρωματικών μέτρων για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2017 (L 95), για τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται