x

Σύνδεση

Δεν έχετε λογαριασμό; Εγγραφείτε

Νόμος 976/1979 - ΦΕΚ Α-236/16-10-1979 (Κωδικοποιημένος)

Νόμος 976/1979 : Περί ρυθμίσεως ζητημάτων σχετικών προς τροχαία ατυχήματα προκαλούμενα υπό μηχανοκίνητων οχημάτων του δημοσίου.

Στο αρχικό κείμενο έχουν επέλθει μεταβολές. Το Κωδικοποιημένο αρχείο, εκδόθηκε σε επικαιροποιημένο και ενοποιημένο κείμενο, την 03.08.2016 με ενσωματωμένες τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις.

Συνδρομητικές Υπηρεσίες
- Το Νομοθέτημα έχει κωδικοποιηθεί σε αρχείο ενιαίο κειμένου, με ενσωματωμένες τις διατάξεις με τις οποίες έχει συμπληρωθεί - τροποποιηθεί μεταγενέστερα.
- Η υπηρεσία προβολής και μεταφόρτωσης κωδικοποιημένων κειμένων είναι διαθέσιμη ΔΩΡΕΑΝ, μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη, με πρόσβαση στις Συνδρομητικές Υπηρεσίες.

- Απαιτείται μεγαλύτερο επίπεδο πρόσβασης για την προβολή των Συνδρομητικών Υπηρεσιών.
Εάν είστε μέλος και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές Υπηρεσίες, πατήστε ΕΔΩ για Σύνδεση. -Θέματα Βοήθειας και Υποστήριξης για τις συνδρομητικές υπηρεσίες.

 

ΑΡΧΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΦΕΚ

Το αρχικό κείμενο των διατάξεων, όπως ήταν δημοσιευμένες στο Φ.Ε.Κ., οι οποίες έχουν τροποποιηθεί μεταγενέστερα.

ΝΟΜΟΣ 976/1979
(ΦΕΚ Α΄236)
Περί ρυθμίσεως ζητημάτων σχετικών προς τροχαία ατυχήματα προκαλούμενα υπό μηχανοκινήτων οχημάτων του Δημοσίου.

 

Άρθρο 1.
1.Οι υφ' οιανδήποτε σχέσιν ή ιδιότητα οδηγοί των πάσης φύσεως μηχανοκινήτων οχημάτων του δημοσίου εις περίπτωσιν τροχαίου ατυχήματος συμβάντος κατά την εκτέλεσιν ή ένεκα της υπηρεσίας των δεν ευθύνονται έναντι τούτου δια την εκ του ατυχήματος θετικήν ή αποθεματικήν ζημίαν του Δημοσίου ως  και δια τας αποζημιώσεις εις τας οποίας υπεβλήθη τούτο προς αποκατάστασιν ζημιών τρίτων, ή προς ικανοποίησιν ηθικής βλάβης αυτών. Αι διατάξεις του προηγουμένου εδαφίου δεν εφαρμόζονται εάν ο οδηγός παραλείψη υπαιτίως να προβή εις την κατά το Άρθρο  2 εδάφ. 2 του παρόντος έγγραφον δήλωσιν, ή εάν οδηγός ενήργησεν εκ δόλου ή υπό την επίδρασιν οινοπνεύματος ή τοξικών ουσιών.
2.Οι κατά την προηγουμένην παράγραφον οδηγοί δεν ευθύνονται έναντι τρίτων δια ζημίας, τας οποίας επροξένησαν εις τούτους κατά την οδήγησιν μηχανοκινήτων οχημάτων του Δημοσίου κατά την εκτέλεσιν ή ένεκα της υπηρεσίας των, εφ' όσον το Δημόσιον ευθύνεται έναντι των τρίτων εις αποζημίωσιν.

Άρθρο 2.
Ο οδηγός πάσης φύσεως μηχανοκινήτου οχήματος του Δημοσίου υποχρεούται εις περίπτωσιν ατυχήματος να αναγγείλη αμέσως τούτο εις την αρμοδίαν Αστυνομικήν Αρχήν, η οποία το εγγράφει εις το βιβλίον συμβάντων και αποστέλλει αμελλητί αντίγραφον εις την Διεύθυνσιν Εσωτερικών της Νομαρχίας ή του Νομαρχιακού Διαμερίσματος του τόπου του ατυχήματος. Επίσης ο οδηγός υποχρεούται να μεριμνήση δια την εξασφάλισιν των αποδεικτικών στοιχείων περί των συνθηκών του ατυχήματος και δια την μείωσιν ή αποφυγήν πάσης περαιτέρω ζημίας, εντός δε τριών εργασίμων ημερών από του αστυχήματος να προβή εις έγγραφον δήλωσιν περί τούτου και των συνθηκών αυτού, προς την Διεύθυνσιν Εσωτερικών της Νομαρχίας  ή του Νομαρχιακού διαμερίσματος του τόπου του ατυχήματος. Προκειμένου περί οχημάτων των Υπουργείων Εθνικής Αμύνης, Δημ. Τάξεως και Εμπορικής Ναυτιλίας ή έγγραφος δήλωσις υποβάλλεται υπό των οδηγών προς την υπηρεσίαν των.

Άρθρο 3.
1.Η Διεύθυνσις Εσωτερικών της Νομαρχίας ή του Νομαρχιακού Διαμερίσματος ευθύς ως περιέλθη εις αυτήν το κατά το προηγούμενον άρθρον αντίγραφον του βιβλίου συμβάντων ή λάβη γνώσιν καθ' οιονδήποτε τρόπον περί του τροχαίου ατυχήματος ειδοποιεί περί τούτου την Υπηρεσίαν εις την οποίαν υπάγεται ο οδηγός του οχήματος και διατάσσει ένορκον διοικητικήν εξέτασιν προς εξακρίβωσιν των συνθηκών αυτού και των προκληθεισών ζημιών.
2.Την εξέτασιν ενεργεί υπάληλος, οριζόμενος υπό του Νομάρχου ή του Αναπληρωτού Νομάρχου.
Ο διεξάγων την εξέτασιν δύναται να καλή τον οδηγόν του οχήματος, τους συνεπιβάτας, ως και πάντα τρίτον δια να καταθέσουν περί του ατυχήματος και περί του ύψους των ζημιών. Αι καταθέσεις λαμβάνονται κατά τας διατάξεις του Κώδικος Ποινικής Δικονομίας, συμπράττει δε ως γραμματεύς έτερος υπάλληλος οριζόμενος υπό του δεξάγοντος την εξέτασιν.
3.Η Διεύθυνσις Εσωτερικών της Νομαρχίας ή του Νομαρχιακού Διαμερίσματος δικαιούται να ζητή α)από τας υπηρεσίας του Υπουργείου Συγκοινωνιών την διεξαγωγήν πραγματογνωμοσύνης περί των αιτίων του ατυχήματος και του ύψους των ζημιών, β)από τας αστυνομικάς αρχάς την διενέργειαν αυτοψίας εις τον τόπον του ατυχήματος και την σύνταξιν σχετικής εκθέσεως μετά σχεδιαγράμματος ή αντίγραφα της εκθέσεως της αυτοψίας και του σχεδιαγράμματος από την τυχόν γενομένην προανάκρισιν και γ)από τας αρμοδίας ιατροδικαστικάς υπηρεσίας ή τους εντεταλμένους ιατρούς και εν ελλείψει τούτων από τας υπηρεσίας του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών ή των Κρατικών Νοσοκομείων την διεξαγωγήν πραγματογνωμοσύνης εις περίπτωσιν θανάτου ή σωματικών βλαβών, περί των αιτίων αυτών, περί του βαθμού αναπηρίας και του πιθανού χρόνου νοσηλείας του τραυματισθέντος, συντασσομένης προς τούτο σχετικής ιατρικής εκθέσεως.
4.Προκειμένου περί οχημάτων των Υπουργείων Εθνικής Αμύνης, Δημοσίας Τάξεως και Εμπορικής Ναυτιλίας δια τας ενεργείας των παρ. 1 και 3 του παρόντος άρθρου αρμοδία είναι η μονάς ή η υπηρεσία εις την οποίαν ανήκει το όχημα, την δε κατά την παρ. 2 εξέτασιν ενεργεί αξιωματικός της υπηρεσίας ή μονάδος κατά τας διατάξεις του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικος, οριζόμενος υπό του προϊσταμένου αυτής. Την διεξαγωγήν αυτοψίας και πραγματογνωμοσύνης δύνανται να ενεργούν η υπηρεσία στρατονομίας και αι τεχνικαί και υγειονομικαί υπηρεσίαι       των Ενόπλων Δυνάμεων. Μετά το πέρας των ως άνω ενεργειών διαβιβάζεται ο φάκελος της υποθέσεως εις την Διεύθυνσιν Εσωτερικών της Νομαρχίας ή του Νομαρχιακού Διαμερίσματος του τόπου, όπου συνέβη το ατύχημα, δια την περαιτέρω κατά το άρθρο  5 του παρόντος διαδικασίαν.

Άρθρο 4.
1.Εις εκάστην Νομαρχίαν ή Νομαρχιακόν Διαμέρισμα συγκροτείται τριμελής επιτροπή, η οποία είναι αρμοδία να αποφαίνεται, κατόπιν αιτήσεως των ζημιωθέντων εκ τροχαίων ατυχημάτων προκληθέντων υπό οχημάτων του Δημοσίου, περί της εξωδίκου και συμβιβαστικής λύσεως της διαφοράς της σχετικής προς τας υποχρεώσεις του Δημοσίου και εφ' όσον το ποσόν το οποίον αιτείται έκαστος των ζημιωθέντων δεν υπερβαίνη τας δραχ. 100.000.Το ποσόν τούτο δύναται να αναπροσαρμόζεται δι' αποφάσεων του Υπουργού Προεδρίας της Κυβερνήσεως.
2.Η Επιτροπή απαρτίζεται εξ ενός Αξιωματικού της υπηρεσίας τροχαίας, ενός Μηχανολόγου ή άλλου αρμοδίου υπαλλήλου της Υπηρεσίας Συγκοινωνιών και ενός διοικητικού υπαλλήλου. Εις περίπτωσιν σωματικών βλαβών αντί του διοικητικού υπαλλήλου της Επιτροπής μετέχει ιατρός του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ.
3.Τα μέλη της Επιτροπής, ο εκ των μελών Πρόεδρος αυτής και ο γραμματεύς, ως και οι αναπληρωταί αυτών ορίζονται και αντικαθίστανται δι' αποφάσεως του Νομάρχου ή Αναπληρωτού Νομάρχου.

 Άρθρο 5.
Η αίτησις του ενδιαφερομένου υποβάλλεται εις την Διεύθυνσιν εσωτερικών της Νομαρχίας ή του Νομαρχιακού Διαμερίσματος, η οποία διαβιβάζει αυτήν μεθ' ολοκλήρου του φακέλου της υποθέσεως εις την Επιτροπήν του Άρθρο  4 του παρόντος. Η Επιτροπή εκτιμά τα διαβιβασθέντα υπό της υπηρεσίας στοιχεία, την αίτησιν του ενδιαφερομένου και τα τυχόν προσκομισθέντα υπ' αυτού έτερα στοιχεία, δυναμένη να ζητήση και συμπληρωματικήν πραγματογνωμοσύνην ή ένορκον διοικητικήν εξέτασιν. Εφ' όσον η Επιτροπή κρίνη βάσιμον την αίτησιν του ζημιωθέντος εν όλω ή εν μέρει και ο ενδιαφερόμενος αποδεχθή την κρίσιν της Επιτροπής, καταρτίζεται πρακτικόν εξωδίκου συμβιβασμού, εις το οποίον περιέχεται το ολικόν ποσόν της καταβλητέας αποζημιώσεως και δήλωσις του ενδιαφερομένου, ότι αποδέχεται το ποσόν τούτο εις πλήρη εξόφλησίν του. Το πρακτικόν υπογράφεται υπό των μελών της Επιτροπής και του ενδιαφερομένου. Εις το πρακτικόν επισυνάπτεται έκθεσις της Επιτροπής,εις την οποίαν αιτιολογείται ειδικώς η κρίσις της περί της καθορισθείσης αποζημιώσεως και καταχωρίζεται η γνώμη της τυχόν μειοψηφίας. Εάν ο ενδιαφερόμενος δεν αποδεχθή την κρίσιν της Επιτροπής ή εάν η Επιτροπή κρίνη ότι η αίτησις πρέπει ν’ απορριφθή, σημειούται επί της αιτήσεως ότι δεν επετεύχθη συμβιβασμός. Εάν δεν επιτευχθή συμβιβασμός δύναται ο ενδιαφερόμενος να ζητήση την εξώδικον και συμβιβαστικήν λύσιν της διαφοράς συμφώνως προς τας περί Νομικού Συμβουλίου του Κράτους διατάξεις.

Άρθρο 6.
Το κατά το προηγούμενον άρθρον πρακτικόν της Επιτροπής, μετά των λοιπών σχετικών στοιχείων, αποστέλλεται εις την Διεύθυνσιν Εσωτερικών της Νομαρχίας ή του Νομαρχιακού Διαμερίσματος η οποία μεριμνά δια την έγκρισίν του υπό του Νομάρχου ή του Αναπληρωτού Νομάρχου την ανάλυψιν της υποχρεώσεως και την αναγνώρισιν της δαπάνης και διαβιβάζει τα σχετικά δικαιολογητικά εις την αρμοδίαν, κατά το άρθρο  27 του Ν.Δ. 321/1969, "περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού", Υπηρεσίαν προς εκκαθάρισιν και εντολήν πληρωμής της καθορισθείσης αποζημιώσεως, εις βάρος των εγγεγραμμένων εις τον Νομαρχιακόν Προϋπολογισμόν οικείων πιστώσεων. Κατά την έγκρισιν του Πρακτικού ο Νομάρχης ή Αναπληρωτής Νομάρχης ασκεί έλεγχον νομιμότητος και ουσίας.

Άρθρο 7.
Αι δια την εφαρμογήν του παρόντος νόμου πιστώσεις εγγράφονται εις τον προϋπολογισμόν των εξόδων του Υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως υπό ίδιον κωδικόν αριθμόν και μεταβιβάζονται εις τους δευτερεύοντας διατάκτας (Νομάρχας ή Αναπληρωτάς Νομάρχας) μερίμνη της παρά τω Υπουργείω τούτω Δ/νσεως Κρατικών Αυτοκινήτων Επικοινωνιών και Εποπτείας Νομικών Προσώπων Οργανισμών και Ιδρυμάτων η οποία καθίσταται αρμοδία δια την τήρησιν σχετικών στατιστικών στοιχείων, ως και δια την εν γένει εποπτείαν της εφαρμογής του παρόντος νόμου.

Άρθρο 8.
Αι λεπτομέρειαι εφαρμογής του παρόντος νόμου δύναται να ρυθμίζωνται δι' αποφάσεων του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως.

Άρθρο 9.
Το εδάφιον 1 της παραγράφου 1 του άρθρου 1 και η παράγραφος 2 του ιδίους άρθρου του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και επί τροχαίων ατυχημάτων συμβάντων από πρώτης Ιανουαρίου 1979 και εντεύθεν. Τυχόν καταβληθέντα ποσά δεν επιστρέφονται.

Άρθρο 10.
Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Εν Αθήναις τη 9 Οκτωβρίου 1979


Κατεβάσετε επίσης το αρχείο με το πρωτότυπο κείμενο, όπως είναι δημοσιευμένο στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ.) του Εθνικού Τυπογραφείου


 

Τελευταία ενημέρωση
Έχει διαβαστεί 13586 φορές