Περί μελέτης και εκτελέσεως απάντων των Εκκλησιαστικών Έργων.
Έχουσα υπ’όψει:
α)Το άρθρον 10 και 32 παράγραφος 2 του υπ’ αριθμόν 126/1969 Νομοθετικού Διατάγματος «περί Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος».
β)Το άρθρον 5 παράγραφος 1 του Νομοθετικού Διατάγματος 407/1970 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Νομοθετικού Διατάγματος 126/1969».
γ)Την υπ’ αριθμόν 65/27.11.1973 απόφασιν του Κ.Δ.Σ./ Ο.Δ.Δ.Ε.Π.
δ)Την από 27.4.74 απόφασιν Αυτής, ψηφίζει:
Τον Κανονισμόν υπ’ αριθμόν 55 «περί μελέτης και εκτελέσεως απάντων των Εκκλησιαστικών Έργων» έχοντα ούτω:
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ υπ’ αριθ. 55
Περί μελέτης και εκτελέσεως απάντων των Εκκλησιαστικών Έργων.
Άρθρον 1.
Εκκλησιαστικά έργα – Τεχνικά – Καλλιτεχνικά:
1.Εκκλησιαστικά έργα νοούνται άπαντα τα υπό των Νομικών Προσώπων της Εκκλησίας, εκτελούμενα έργα, είτε ταύτα ανάγονται εις την εκπλήρωσιν του αγιαστικού και πνευματικού έργου της Εκκλησίας είτε αποσκοπούν εις την εν γένει αξιοποίησιν της Εκκλησιαστικής Περιουσίας.
Ως Εκκλησιαστικά έργα νοούνται ομοίως και τα προοριζόμενα δια στέγασιν Γραφείων, εκκλησιαστικών υπηρεσιών, κατοικιών Αρχιερέων και Ιερέων ως και εκείνα τα οποία αποβλέπουν εις την εκπλήρωσιν των φιλανθρωπικών και μορφωτικών σκοπών της Εκκλησίας.
Τα ανωτέρω έργα διακρίνονται εις Τεχνικά και Καλλιτεχνικά.
2.Τεχνικόν έργον είναι πάσα μετά του εδάφους συνδεομένη κατασκευή συμπληρουμένη ή μη υπό εγκαταστάσεων και αντιστρόφως, εκτελουμένη υπό των Νομικών Προσώπων της Εκκλησίας, νοουμένη ως νέα κατασκευή, ανακαίνισις, επισκευή ή συντήρησις.
3.Καλλιτεχνικόν έργον νοείται γενικώς παν ό,τι δεν περιλαμβάνεται εις τα Τεχνικά έργα, είτε ενσωματούται εις τας δομικάς κατασκευάς και εις τας τοιαύτας των εγκαταστάσεων είτε αποτελεί διακοσμητικάς εργασίας ως ενδεικτικώς κατωτέρω αναφέρονται, διακοσμήσεις, αγιογραφήσεις, κατασκευή τέμπλων, αμβώνων, δεσποτικών θρόνων, αναλογίων, προσκυνηταρίων, θυρών και παραθύρων ειδικών σχεδίων, παγκαρίων, επίπλων ειδικών σχεδίων, γενικώς ένθετοι διακοσμήσεις δαπέδων τοίχων και οροφών, έτι δε περί έργων μνημειακού και καλλιτεχνικού χαρακτήρος.
4.Εν περιπτώσει αμφισβητήσεως περί χαρακτηρισμού έργου τινός αποφαίνεται εν ολομελεία η Επιτροπή Έργων.
5.Έκαστον των έργων περιλαμβάνει την εκπόνησιν της μελέτης και την εκτέλεσιν της κατασκευής αυτού.
Άρθρον 2.
Εκπόνησις Μελετών Τεχνικών - Καλλιτεχνικώνέργων - Σύμβασις.
1.Αι μελέται των έργων εκπονούνται είτε υπό του Τμήματος Μελετών της Τεχνικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας, είτε παρ’ ιδιωτών, εφ’ όσον δεν επαρκεί το παρά τη ΤΥΕ υπηρετούν τεχνικόν προσωπικόν κατόπιν αποφάσεως του Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π., μετά προηγουμένην δεδικαιολογημένην γνωμοδότησιν της Επιτροπής Έργων.
2.Αι μελέται εγκρίνονται υπό του Κ.Δ.Σ./ Ο.Δ.Δ.Ε.Π. κατόπιν γνωμοδοτήσεως του αντιστοίχου κλάδου της παρά τη ΤΥΕ Επιτροπής Έργων.
3.Οι ιδιώται μελετηταί αμείβωνται συμφώνως προς τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις περί των εις τους ιδιώτας μηχανικούς υπό των Ν.Π.Δ.Δ. καταβαλλομένων δια τας μελέτας αμοιβών, βάσει του Κώδικος «περί αμοιβής μηχανικών και αρχιτεκτόνων». Αι αμοιβαί υπόκεινται εις τας νομίμους υπέρ τρίτων κρατήσεις.
4.Εις την σύμβασιν αναθέσεως μελέτης εις ιδιώτας ορίζονται υποχρεωτικώς αι βαρύνουσαι την αμοιβήν του αναδόχου της μελέτης κρατήσεις ειδικώς και κατά ποσοστόν.
5.Αι λεπτομέρειαι των μελετών και οι όροι εκπονήσεως αυτών καθορίζονται είτε συμφώνως προς την διηακήρυξιν και τας σχετικάς προσδιαγραφάς του διαγωνισμού, είτε κατά τους εκάστοτε υπό της ΤΥΕ τιθεμένους όρους, αναλόγως του είδους και της φύσεως του έργου.
6.Προκειμένου περί γενικών μελετών αξιοποιήσεως χωροταξικών ρυθμιστικών, πολεοδομικών, σκοπιμότητος, και παρομοίας φύσεως αι προδιαγραφαί επί των οποίων θα συνταχθή η μελέτη συντάσσονται υπό της ΤΥΕ.
Άρθρον 3.
Τρόποι αναθέσεως μελετών εις ιδιώτας
Αι εις ιδιώτας αναθέσεις μελετών γίνονται υπό του κυρίου του έργου:
1.Δια διαγωνισμού, ούτινος αι προδιαγραφαί και η διακήρυξις συντάσσονται απαραιτήτως υπό της ΤΥΕ, συμφώνως προς τους εκάστοτε ισχύοντας Κανονισμούς περί
διενεργείας διαγωνισμών και εγκρίνονται υπό του ΓΚΔΣ/ΟΔΔΕΠ, τη εισηγήσει του αρμοδίου κλάδου, της παρά τη ΤΥΕ Επιτροπής Έργων.
2.Δι’ επιλογής, ητιολογημένης, κατόπιν προσκλήσεως δημοσιευομένης δις εις δύο τουλάχιστον εφημερίδας ευρείας κυκλοφορίας με τασσομένην προθεσμίαν ουχί ελάσσονα των 10 ημερών υπό του ΚΔΣ/ΟΔΔΕΠ κατόπιν γνωματεύσεως της παρά τη ΤΥΕ Επιτροπής Έργων.
3.Προκειμένου περί καλλιτεχνικών έργων, αι μελέται εκπονούνται δι’ απ’ ευθείας αναθέσεως υπό του ΚΔΣ/ΟΔΔΕΠ κατόπιν γνωμοδοτήσεως της παρά τη ΤΥΕ Επιτροπής Έργων εις τους έχοντας τα νόμιμα προσόντα τεχνικούς και αρμοδίους καλλιτέχνας κατ’ ειδικότητα ή διαθέτοντας αποδεδειγμένως ειδικότητα και πείραν περί τα τοιαύτα έργα.
4.Δι’ απ’ ευθείας αναθέσεως υπό του ΚΔΣ/ ΟΔΔΕΠ εις καταλλήλους μελετητάς κατόπιν γνωματεύσεως της παρά τη ΤΥΕ Επιτροπής Έργων.
Άρθρον 4.
Συγκρότησις μελετών.
1.Aι μελέται των εκκλησιαστικών εν γένει έργων αποτελούνται εξ όλων των απαραιτήτων στοιχείων ήτοι σχεδίων, τευχών και διαγραμμάτων δια της χρήσεως των οποίων καθίσταται εφικτή και άνευ παρερμηνείας η εκτέλεσις του έργου, ενδεικτικώς αναφερομένων ως κατωτέρω.
2.Γενικά και ειδικά τοπογραφικά διαγράμματα ως και υψομετρικά τοιαύτα, απαραίτητα δια την σύνταξιν της μελέτης, αναλόγως της φύσεως του έργου.
3.Πλήρης Αρχιτεκτονική μελέτη (προσχέδια, γενικά κατασκευαστικά, σχέδια χαράξεως εκσκαφών γενικώς, γενικών διαμορφώσεων, πεδίλων θεμελίων κλπ.) μετά σχεδίων λεπτομερειών εις αναλόγους κλίμακας συμφώνως τω νόμω περιλαμβάνοντα άπαντας τους συμβολισμούς, διαστάσεις, στάθμας, επεξηγήσεις και παραπομπάς δια την αρτίαν εκτέλεσιν αυτών.
4.Πλήρης Στατική μελέτη μετά σχεδίων ξυλοτύπων, τεύχους στατικών υπολογιστών ως και σχεδίων λεπτομερειών μετά πινάκων αναπτυγμάτων σιδηρού οπλισμού μετ’ αναγραφής όλων των απαραιτήτων διαστάσεων, συμβολισμών, διατομών και λοιπών στοιχείων ώστε να εξασφαλίζεται η άνευ αμφιβολιών εκτέλεσις ταύτης.
5.Πλήρης μελέτη εγκαταστάσεων μετά σχεδίων εγκαταστάσεων και σχετικών τευχών υπολογισμού ως και σχεδίων λεπτομερειών μετά πινάκων αναπτυγμάτων των εγκαταστάσεων, μεθ’ όλων των αναγκαίων διαστάσεων, διατομών, σταθμών, συμβολισμών και λοιπών στοιχείων δια την άνευ αμφιβολιών κατασκευήν των προβλεπομένων υπό του μελετητού εγκαταστάσεων και δι’ έκαστον είδος αυτών.
6.Άπασαι αι ανωτέρω μελέται συνοδεύονται υπό των αντιστοίχων τεχνικών περιγραφών. Αύται περιλαμβάνουν ενδελεχή ανάλυσιν και επεξήγησιν των εν τοις σχεδίοις αναφερομένων κατασκευών, τους αναγκαίους χαρακτηρισμούς δια τον καθορισμόν του αντικειμένου των έργων από τεχνικής απόψεως, τους σχετικούς προς την φύσιν, τον χαρακτήρα, την θέσιν και την έκτασιν του έργου, δίδουν δε πλήρη εικόνα συμπληρούσαι ταύτα εις τρόπον ώστε δια των σχεδίων της μελέτης και αυτών να είναι δυνατή η άνευ αμφιβολιών καταννόησις των μελετών και να καθίσταται εφικτή η άνευ παρερμηνείας εκτέλεσις των έργων.
7.Αι ως άνω τεχνικαί μελέται συνοδεύονται και υπό των αντιστοίχων οικονομικών τευχών περιλαμβάνουσαι τα κάτωθι:
α)Τεύχος αναλυτικής προμετρήσεως
Εις το τεύχος τούτο εμφαίνεται ο τρόπος προσδιορισμού των ποσοτήτων των κατ’ είδος εργασιών.
Η αναλυτική προμέτρησις συντάσσεται κατά τα διάφορα στοιχεία του έργου κεχωρισμένως.
β)Τεύχος αναλύσεως τιμών.
Εις τούτο εμφαίνεται ο συμφώνως τω ΑΤΟΕ ή τη αναλύσει τιμών του Υπουργείου Δημοσίων Έργων ή ετέρου δοκίμου Κανονισμού αναλύσεως τιμών, προσδιορισμός της τιμής μονάδος εκάστου είδους εργασίας, βάσει των τιμών ημερομισθίων και υλικών, λαμβανομένων εκ του πρακτικού της τιμαριθμικής επιτροπής της περιφερείας, ένθα το έργον, και δια το εξάμηνον καθ’ ο συντάσσεται η μελέτη, μη περιλαμβανομένου του ποσοστού δια γενικά και επισφαλή έξοδα του αναδόχου ως και δι’ όφελος αυτού.
γ)Τεύχος τιμολογίου.
Εις τούτο αναφέρονται αναλυτικώς άπαντα τα είδη εργασίας με τιμάς τας εκάστοτε προσδιοριζομένας δια των ως άνω αναλύσεων, μετά των γενικών όρων οι οποίοι αφορούν εις τους συμβατικούς όρους ΑΤΟΕ οίτινες εχρησιμοποιήθησαν κατά την σύνταξιν του τεύχους αναλύσεως τιμών, το περιεχόμενον εκάστης των τιμών, τα εργολαβικά ποσοστά, τας μονάδας και σύμβολα τα χρησιμοποιούμενα εις εκάστην επί μέρους μελέτην, τον πίνακα βασικών τιμών και ημερομισθίων των απαραιτήτων δια την συγκρότησιν της μελέτης με τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις προσαυξήσεως των ημερομισθίων δια τας ασφαλιστικάς εισφοράς ως και τας διατάξεις περί μειώσεως των αποδόσεων ΑΤΟΕ.
δ)Τεύχος προϋπολογισμού.
Τούτο περιλαμβάνει τα είδη εργασίας, υπό τον αυτόν αύξοντα αριθμόν υπό τον οποίον αναφέρεται το είδος τούτο εις το τιμολόγιον, τας ποσότητας εκάστου είδους, την τιμήν μονάδος τέλος δε την μερικήν και ολικήν δαπάνην του έργου και γενικώς όσα εν τω άρθρω 9 παρ. 5 αναλυτικώς αναφέρονται.
ε)Τεύχη συγγραφής υποχρεώσεων.
Εις ταύτα περιλαμβάνονται αι υποχρεώσεις του εργολάβου, λαμβανομένου υπ’ όψιν των διατάξεων περί εκτελέσεως των Εκκλησιαστικών Έργων, απαραιτήτως δε του παρόντος Κανονισμού, ως και οι όροι της εκτελέσεως του έργου, η ποιότης των υλικών και των εργασιών, αι δοκιμαί των υλικών και εν γένει των κατασκευών.
στ)Τεύχος ειδικής συγγραφής υποχρεώσεων.
Εις τούτο αναφέρονται τυχόν ειδικαί απαιτήσεις και ειδικοί όροι οι οποίοι διέπουν την εκτέλεσιν του έργου ως χρονικός περιορισμός, συνθήκαι εργασίας, τρόπος εκτελέσεως, τρόπος πληρωμής κλπ.
ζ)Τεύχος διακηρύξεως δημοπρασίας.
Εις το τεύχος τούτο διαλαμβάνεται:
(α)Η δημοπρατούσα το έργον αρχή.
(β)Το σύστημα δημοπρασίας.
(γ)Το είδος και η θέσις του δημοπρατουμένου έργου μετά συνοπτικής περιγραφής και η κατά τον προϋπολογισμόν μελέτης προβλεπομένη συνολική δαπάνη του έργου.
(δ)Η ημερομηνία, η ώρα και ο τόπος διενεργείας του διαγωνισμού, ο χρόνος, ο τρόπος και ο τόπος διαθέσεως των τευχών της μελέτης του έργου εις τους ενδιαφερομένους.
(ε)Ποίοι γίνονται δεκτοί εις την δημοπρασίαν και περί των αναγκαιούντων προσθέτων προσόντων ως και περί των αποδεικτικών στοιχείων των αναδόχων.
(στ)Τα τεύχη της μελέτης του έργου, τα σχέδια ως και αι εγκριτικαί αυτών αποφάσεις ως και παν έτερον στοιχείον μέλλον να συγκροτήση την σύμβασιν εκτελέσεως του έργου.
(ζ)Αι διατάξεις αι διέπουσαι την διεξαγωγήν της δημοπρασίας και το έργον.
Άρθρον 5.
Υποβολή – Έλεγχος και έγκρισις μελετών.
1.Αι μελέται εγκρίνονται υπό του Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π. κατόπιν γνωμοδοτήσεως του αντιστοίχου κλάδου της παρά τη ΤΥΕ Επιτροπής Έργων.
2.Αι συντασσόμεναι υπό ιδιωτών μελέται υποβάλλονται εις 5πλουν ή προκειμένου περί ειδικών μελετών εις αριθμόν αντιτύπων καθοριζομένων δια της συμβάσεως αναθέσεως.
3.Αι υπό ιδιωτών συντασσόμεναι μελέται υποβάλλονται προς έγκρισιν εις στάδια καθοριζόμενα υπό της οικείας συμβάσεως, δια των οποίων καθορίζονται και αναλυτικώτερον τα δι’ έκαστον στάδιον μελέτης απαιτούμενα προς υποβολήν και έγκρισιν στοιχεία.
4.Αι συμβατικαί προθεσμίαι, αι διέπουσαι την έγκρισιν των κατά φάσιν μελέτης υποβαλλομένων στοιχείων, αναγράφονται εις την οικείαν σύμβασιν και είναι ανάλογοι προς την φύσιν την έκτασιν και το μέγεθος του έργου. Τροποποίησις των ως άνω τιθεμένων προθεσμιών γίνεται κατά τα εν παραγράφω 1 του παρόντος άρθρου.
5.Ο ανάδοχος μελετητής υποχρεούται εις μερικήν ή ολικήν διόρθωσιν ή ανασύνταξιν της ανατεθείσης αυτώ μελέτης προς συμπλήρωσιν ή βελτίωσιν ταύτης εφ’ όσον τούτο ήθελε ζητηθή υπό της Επιτροπής Έργων ητιολογημένως.
Άρθρον 6.
Αναθέσεις επιβλέψεως – Άσκησις επιβλέψεως.
1.Η επίβλεψις της εκτελέσεως των έργων της Εκκλησίας ασκείται υπό της ΤΥΕ είτε ανατίθεται αύτη εις ιδιώτας τεχνικούς κατόπιν αποφάσεως του Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π. τη προτάσει του κυρίου του έργου κατόπιν γνωμοδοτήσεως της Επιτροπής Έργων.
2.Η επίβλεψις ανατίθεται εις τους ασκούντας νομίμως το επάγγελμα του Τεχνικού αντιστοίχου ειδικότητος και εις ειδικούς επιστήμονας προκειμένου περί ειδικών έργων τους έχοντας τα εκ του νόμου προβλεπόμενα προσόντα.
3.Τα καθήκοντα των επιβλεπόντων μηχανικών νοούνται ως ταύτα διαγράφονται υπό του Νόμου και του παρόντος Κανονισμού.
4.Η αμοιβή του επιβλέποντος καθορίζεται συμφώνως προς τας εκάστοτε ισχύουσας διατάξεις, ως αύται εφαρμόζονται δια τα Ν.Π.Δ.Δ. και εν συνδυασμώ προς το άρθρον 3 της υπ’ αριθ. 7/1970 Κανονιστικής Διατάξεως.
5.Εις περιπτώσεις επιβλέψεως Καλλιτεχνικών έργων υπό καλλιτεχνών μη διπλωματούχων μηχανικών, εχόντων τα υπό των οικείων διατάξεων προσόντα περί εκπονήσεως των τοιούτων μελετών, ως η παράγραφος 4 του άρθρου 3 του παρόντος, δια τον προσδιορισμόν της αμοιβής αυτών ισχύει η προηγουμένη παράγραφος.
Άρθρον 7.
Τρόπος εκτελέσεως έργων.
1.Ουδέν έργον δημοπρατείται ούτε άλλως πως ανατίθεται η κατασκευή αυτού πριν ή συνταγή και εγκριθή αρμοδίως η οριστική αυτού μελέτη.
2.Η κατασκευή του έργου πραγματοποιείται δι’ αναθέσεως ταύτης υπό του κυρίου του έργου εις εργολήπτας περί ων το άρθρον 13 παράγραφος 1 του παρόντος Κανονισμού δια συμβάσεως συνομολογούμενης κατόπιν δημοσίου διαγωνισμού. Δια την δια διαγωνισμού ανάδειξιν του εργολήπτου δεν αποτελεί απόλυτον κριτήριον η ευθηνοτέρα προσφορά.
3.Εις επειγούσας περιπτώσεις ή μοναδικότητος κατασκευαστού ή δις αποτυχόντος δημοσίου διαγωνισμού ή συνεχίσεως εργασιών μετ’ έκπτωσιν του αναδόχου ή άλλως πως διαλυθείσης εργολαβικής συμβάσεως, επιτρέπεται, μετά σύμφωνον ητιολογημένην γνώμην της Επιτροπής Έργων, η εκτέλεσις των έργων δια διαγωνισμού μεταξύ περιωρισμένου αριθμού εργοληπτών δια προσκλήσεως ή δι’ απ’ ευθείας και άνευ διαγωνισμού αναθέσεως εις εργολήπτην ή απολογιστικώς ή και δι’ αυτεπιστασίας υπό της Υπηρεσίας. Ωσαύτως επιτρέπεται ή δι’ απ’ ευθείας και άνευ διαγωνισμού ανάθεσις εκτελέσεως εργασιών μέχρι ποσού 200.000 δρχ. κατόπιν συμφώνου ητιολογημένης γνώμης της παρά τη Τ.Υ.Ε. Επιτροπής Έργων και αποφάσεως του Κ.Δ.Σ. του ΟΔΔΕΠ.
4.Προκειμένου περί έργων καλλιτεχνικών ως εν τω άρθρω 1 παράγραφος 3 αναφέρονται, επιτρέπεται η απ’ ευθείας και άνευ διαγωνισμού ανάθεσις τούτων εις ειδικούς δεδοκιμασμένους καλλιτέχνας ή ειδικούς τεχνίτας και ειδικούς κατασκευαστάς κατόπιν γνωμοδοτήσεως της παρά τη Τ.Υ.Ε. Επιτροπής Έργων.
«5.Προκειμένου περί αξιοποιήσεως ακινήτου απο το συστήματος της επί αντιπαροχή ανεγέρσεως τούτου, καθ’ ο το εργολαβικόν αντάλλαγμα συνίσταται εις εξ αδιαιρέτου ποσοστά συνιδιοκτησίας, διεξάγεται δημόσιος διαγωνισμός ή διαγωνισμός κατόπιν προσκλήσεως μεταξύ περιωρισμένου αριθμού εργολάβων δημοσίων έργων ή και Εταιρειών πάσης φύσεως ασχολουμένων με σχετικά έργα. Η περίληψις της διακηρύξεως του διαγωνισμού εις την περίπτωσιν ταύτην δημοσιεύεται δις εις τρεις εφημερίδας των Αθηνών εξ ων δύο ευρείας κυκλοφορίας και μιας των δημοπρασιών προσέτι δε εις δύο εφημερίδας της έδρας ένθα το ακίνητον τουλάχιστον μεν τεσσαράκοντα πέντε (45) ημέρας προ της διεξαγωγής τούτου εφ’ όσον αι μελέται υποβάλλονται υπό των διαγωνιζομένων, τουλάχιστον δε δέκα πέντε (15) ημέρας προς της διεξαγωγής τούτου και εκπονούνται υπό του κυρίου του έργου».
*Η παρ. 5 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 7 Κανον. 68 / 1976
Άρθρον 8.
Συστήματα δημοπρατήσεως.
«1.Δια την δημοπράτησιν της κατασκευής των έργων εφαρμόζονται αυτοτελώς ή και δια συνδυασμών μεταξύ των τα ακόλουθα συστήματα».
*Η εντός « » περίοδος αντικαταστάθηκε ως άνω απο το άρθρ. 7 Κανον. 68/1976
α)Δημοπρασία δια ποσοστού ενιαίας εκπτώσεως επί των τιμών του εγκεκριμένου τιμολογίου και προϋπολογισμού εις ακεραίας μονάδας και άνευ ορίου.
β)Δημοπρασία δια ποσοστού ενιαίας εκπτώσεως επί των τιμών του εγκεκριμένου τιμολογίου και προϋπολογισμού εις ακεραίας μονάδας μετά ορίου.
γ)Δημοπρασία δια συμπληρώσεως τιμολογίου και προϋπολογισμού μεθ’ ομαλότητος των προσφερομένων τιμών και άνευ ορίου.
δ)Δημοπρασία δια συμπληρώσεως τιμολογίου και προϋπολογισμού μεθ’ ομαλότητος των προσφερομένων τιμών μετά ορίου.
ε)Δημοπρασία δια της κατ’ αποκοπήν τιμής του έργου προσφερομένης υπό των διαγωνιζομένων.
στ)Δημοπρασία απολογιστικών έργων.
ζ)Δημοπρασία δια την επ’ αντιπαροχή αξιοποίησιν ακινήτου.
«η)Δημοπρασία μετ’ αξιολογήσεως προσφορών».
*Το εδαφ. η΄ προστέθηκε δια της παρ. 1 του άρθρ. 5 Καν. 57/1974
Εις άπαντα τα συστήματα δημοπρατήσεως αι προσφοραί είναι έγγραφοι και κατατίθενται ενσφράγιστοι.
2.Το εφαρμοστέον εις εκάστην συγκεκριμένην περίπτωσιν σύστημα δημοπρατήσεως καθορίζεται υπό του Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π. κατόπιν ητιολογημένης γνώμης της παρά τω Ο.Δ.Δ.Ε.Π. Επιτροπής Έργων.
Άρθρον 9.
Τεύχη δημοπρατήσεως.
1.Αι δημοπρασίαι διενεργούνται βάσει εγκεκριμένης μελέτης κατά τα εν τη διακηρύξει οριζόμενα.
2.Η ως άνω μελέτη περιλαμβάνει πλην των τεχνικού περιεχομένου στοιχείων (διαγραμμάτων, τεχνικών υπολογισμών, τεχνικών προδιαγραφών κλπ.) και του σχεδίου της διακηρύξεως και τα ακόλουθα τεύχη δημοπρατήσεως εν όλω ή εν μέρει αναλόγως προς το σύστημα δημοπρατήσεως:
α)Τεχνικήν περιγραφήν
β)Τιμολόγιον μελέτης
γ)Προϋπολογισμόν μελέτης
δ)Συγγραφάς υποχρεώσεων.
3.Η Τεχνική Περιγραφή περιλαμβάνει τους αναγκαίους προσδιορισμούς δια τον καθορισμόν του αντικειμένου του δημοπρατουμένου έργου από τεχνικής απόψεως, τους σχετικούς προς την φύσιν, τον χαρακτήρα, την θέσιν και την έκτασιν του έργου και εις περιπτώσεις συνθέτου έργου, ανάλυσιν των συγκροτούντων αυτό επί μέρους στοιχειωδών έργων, των διακρινομένων υπό αυτοτελείας εν τεχνική εννοία.
4.Το τιμολόγιον μελέτης περιέχει πλήρη περιγραφήν εκάστου είδους εργασίας και τας τιμάς μονάδος των εργασιών ως και τυχόν γενικούς όρους αφορώντας εις την εφαρμογήν των τιμών, εάν ούτοι δεν περιλαμβάνωνται εις την συγγραφήν υποχρεώσεων. Εις τας τιμάς μονάδος του τιμολογίου μελέτης δεν συμπεριλαμβάνεται ποσόν δια γενικά και επισφαλή έξοδα, εργαλεία, εγκαταστάσεις κλπ. Δια πάσης φύσεως βάρη ή υποχρεώσεις του αναδόχου ως και δι’ όφελος αυτού.
«5.Ο προϋπολογισμός μελέτης ελέγχεται πάντοτε υπό της υπηρεσίας προ της εγκρίσεως διεξαγωγής της δημοπρασίας, αναθεωρούμενος ή μη κατά την κρίσιν ταύτης, δέον δε να είναι απηλλαγμένος λογιστικών λαθών. Εάν παρά τούτο υφίστανται τοιαύτα λογιστικά λάθη, εις τα γινόμενα των ποσοτήτων επί τας αντιστοιχούσας τιμάς ή εις τα αθροίσματα των δαπανών και τον υπολογισμόν ή άθροισιν του ποσοστού γενικών εξόδων, ο συμμετέχων εις την δημοπρασίαν εργολήπτης υποχρεούται να διορθώση τα λογιστικά ταύτα λάθη του προϋπολογισμού μελέτης. Εις ανάλογον διόρθωσιν προβαίνουν και αι Επιτροπαί διαγωνισμών, ενεργούοσαι περαιτέρω επί του ούτω διορθωθέντος προϋπολογισμού της μελέτης. Ο προϋπολογισμός μελέτης περιλαμβάνει»:
*Η πρώτη περίοδος της παρ. 5 αντικαταστάθηκε από το άρθρ. 7 Kανον. 68 / 1976
α)Τας εκτελεστέας εργασίας, ως αριβώς αύται περιγράφονται εν τω τιμολογίω κατ’ είδος, κεχωρισμένως κατά κατηγορίας εργασιών, τους αριθμούς των αντιστοίχων άρθρων του τιμολογίου, το είδος της μονάδος και την ποσότητα εκάστου είδους εργασίας, την τιμήν μονάδος εκάστου είδους εργασίας, τας εξ αυτών προκυπτούσας κατά την μελέτην δαπάνας κατ’ είδος εργασίας και το άθροισμα των δαπανών κατά κατηγορίαν εργασιών, συμβολιζόμενον απο το συμβόλου Σ με δείκτην τον δείκτην της αντιστοίχου κατηγορίας ως και το γενικόν άθροισμα του συνόλου των δαπανών συμβολιζόμενον απο το συμβόλου Σσ. Εκάστη εκ των άνω κατηγοριών δύναται να διαχωρίζηται εις ομάδας ομοειδών εργασιών προς εφαρμογήν των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 37 του παρόντος. Κατηγορία μη διαχωριζομένη θεωρείται ως μία ομάς. Εάν χορηγούνται υπό του κυρίου του έργου υλικά των οποίων η αξία εμπεριέχεται εις τας τιμάς μονάδος των εργασιών εις ας ταύτα χρησιμοποιούνται αφαιρείται εκ του ως άνω γενικού αθροίσματος δαπανών συμβολιζόμενα εις την περίπτωσιν ταύτην απο το συμβόλου Σσ, η αξία των υλικών τούτων και η προκύπτουσα διαφορά αποτελεί εν τοιαύτη περιπτώσει το άθροισμα δαπανών της μελέτης συμβολιζόμενον απο το συμβόλου Σσ.
«β)Το χρηματικόν ποσόν δια γενικά και επισφαλή έξοδα, εργαλεία, εγκαταστάσεις κλπ., δια πάσης φύσεως βάρη ή υποχρεώσεις του αναδόχου ως και δι’ όφελος αυτού, υπολογιζόμενον βάσει του ως άνω γενικού αθροίσματος δαπανών της μελέτης καθοριζόμενον βάσει του παρόντος Κανονισμού εις 28% του ως άνω προκύπτοντος Σσ΄, πλην των περιπτώσεων του άρθρου 64 του παρόντος».
*Το εδαφ. β΄ αντικαταστάθηκε απο το άρθρ. 7 Κανον. 68/1976
γ)Το άθροισμα των κατά τα προηγούμενα εδάφια α και β ποσών όπερ αποτελεί την κατά την μελέτην αξίαν του έργου, συμβολιζομένην απο το συμβόλου ΣΣ.
δ)Ποσόν κατ’ εκτίμησιν δια δαπάνας απροβλέπτους ή μη δυναμένας να εκτιμηθούν εκ των προτέρων. Το άθροισμα της κατά άνω κατά την μελέτην αξίας (ΣΣ) και του κατά το παρόν εδάφιον ποσού δαπανών, αποτελεί την κατά την μελέτην συνολικώς προβλεπομένην δαπάνην του έργου. Εις περιπτώσεις έργων δυσχερούς προμετρήσεως, αντί των εν εδαφίω α της παρούσης παραγράφου στοιχείων, αναγράφεται μόνον το εκτιμώμενον γενικόν άθροισμα του συνόλου των δαπανών Σσ΄ αντί δε του εν εδαφίω δ΄ της προηγουμένης παραγράφου ποσού δι’ απροβλέπτους και λοιπάς δαπάνας, αναγράφεται ποσόν προς στρογγύλευσιν του προκύπτοντος εκ του ως άνω ποσού Σσ΄ και του κατά τα εδαφ. β΄ ποσού αθροίσματος ΣΣ.
6.Αι συγγραφαί υποχρεώσεων, γενικαί ή ειδικαί, περιλαμβάνουν τους δια την κατασκευήν του έργου συμφωνουμένους γενικούς ή ειδικούς όρους πάσης φύσεως ως οικονομικούς, κατασκευαστικούς, προθεσμίας, ρήτρας, πίνακας τυχόν χορηγουμένων υπό του κυρίου του έργου υλικών μετά της αποτιμήσεως αυτών, ως και την σειράν ισχύος των τευχών και σχεδίων.
Άρθρον 10.
Διακήρυξις δημοπρασίας.
1.Εν τη διακηρύξει προσδιορίζονται:
α)Ο προκηρύσσων την δημοπρασίαν κύριος του έργου.
β)Το σύστημα δημοπρατήσεως.
γ)Το είδος και η θέσις του δημοπρατουμένου έργου δια συνοπτικής περιγραφής συνιστώσης τον τίτλον της συσταθησομένης εργολαβίας και η κατά τον προϋπολογισμόν της μελέτης συνολικώς προβλεπομένη δαπάνη του έργου.
δ)Η ημερομηνία, η ώρα και ο τόπος διενεργείας της δημοπρασίας, ο χρόνος και ο τρόπος χορηγήσεως των τευχών της μελέτης του έργου εις τους ενδιαφερομένους, αι ενέργειαι της επιτροπής διεξαγωγής της δημοπρασίας και η ανακήρυξις του μειοδότου ως και ο χρόνος της τοιαύτης ανακηρύξεως.
ε)Οι εις την δημοπρασίαν δεκτοί αναλόγως της φύσεως του έργου, του εργοληπτικού πτυχίου, του ύψους της δαπάνης και λοιπών ειδικών προσόντων εκ των εις την παράγραφον 1 του άρθρου 13 του παρόντος αναφερομένων.
στ)Τα τεύχη της μελέτης του έργου προσδιοριζόμενα απαραιτήτως δια των στοιχείων των οικείων εγκριτικών αυτών αποφάσεων, τα τεύχη δημοπρατήσεως ως και παν έτερον στοιχείον επί του οποίου θα βασισθή η καταρτισθησομένη εργολαβική σύμβασις.
ζ)Αι διατάξεις κατά τας οποίας θέλει γίνει η διεξαγωγή της δημοπρασίας, η ανάδειξις του αναδόχου και η ανάθεσις της κατασκευής του έργου εις αυτόν, ή τυχόν νόμω επιτρεπταί από τούτων παρεκκλίσεις.
«2.Περίληψις της διακηρύξεως δημοσιεύεται δις απο το τύπου δέκα πέντε (15) τουλάχιστον ημέρας προ της διεξαγωγής των εις τρεις τουλάχιστον εφημερίδας, εξ ων αι δύο εκ των εν Αθήναις εκδιδομένων ευρείας κυκλοφορίας γενικών ειδήσεων και μιας εκ των εν Αθήναις εκδιδομένων ειδικών δημοπρασιών, πλην των περιπτώσεων του άρθρου 7 παράγραφος 5, ότε απαιτείται, κατά περίπτωσιν, χρόνος τεσσαράκοντα πέντε (45) και δέκα πέντε (15) ημερών.
Προκειμένου περί επαναληπτικών δημοπρασιών διεξαγομένων βάσει της μελέτης και των όρων της αρχικής τοιαύτης και εφ’ όσον δεν παρήλθεν τρίμηνον από της διεξαγωγής ταύτης, η περίληψις δύναται να δημοσιευθεί τουλάχιστον δέκα (10) ημέρας προ της επαναληπτικής δημοπρασίας».
*Η παρ. 2 αντικαταστάθηκε απο το άρθρ. 7 Κανον. 68/1976
3.Η δημοσιευμένη περίληψις διακηρύξεως περιλαμβάνει συνοπτικήν μνείαν απαραιτήτως των κατά τας περιπτώσεις α΄ έως και ε΄ της παραγράφου 1 στοιχείων.
Άρθρον 11.
Εγγύησις συμμετοχής εις δημοπρασίαν.
1.Υπό εκάστου των συμμετεχόντων εις την δημοπρασίαν κατατίθενται εγγύησις δια την τοιαύτην συμμετοχήν του. Η εγγύησις ορίζεται ίση προς δύο επί τοις εκατόν (2%) επί του πρϋπολογιζομένου ύψους δαπάνης, το οποίον αναφέρεται εις την διακήρυξιν της δημοπρασίας.
2.Η ως άνω εγγύησις παρέχεται είτε δια γραμματίου παρακαταθέσεως εις το Ταμείον Παρακαταθηκών και Δανείων αναφέροντος τον σκοπόν, δι’ ον η κατάθεσις ή δια καταθέσεως χρεωγράφων, ων ο Νόμος προβλέπει την τοιαύτην χρήσιν, είτε δι’ εγγυοδοτικής επιστολής ανεγνωρισμένης Τραπέζης ή του Ταμείου Συντάξεως Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων.
3.Η εγγυοδοτική επιστολή πρέπει απαραιτήτως να αναγράφη το όνομα, επώνυμον και πατρώνυμον του περί ου η εγγύησις εργολάβου ή τον τίτλον του εργολάβου ή της Εταιρείας, το έργον δια την εκτέλεσιν του οποίου παρέχεται αύτη και τον όρον της παραιτήσεως της Τραπέζης από της διζήσεως και την αναγνώρισιν υπ’ αυτής της υποχρεώσεως, όπως καταθέση απροφασίστως εντός τριών ημερών από της σχετικής ειδοποιήσεως το αιτηθησόμενον ποσόν της εγγυήσεως.
Εγγυοδοτική επιστολή μη περιέχουσα τα ανωτέρω είναι απαράδεκτος.
4.Η επιστροφή της κατά τα ανωτέρω εγγυήσεως εις τον ανακηρυχθέντα ανάδοχον γίνεται υπό της υπηρεσίας μετά την παρ’ αυτού κατάθεσιν της εγγυήσεως καλής εκτελέσεως συμφώνως τω άρθρω 23 του παρόντος κατά την υπογραφήν της συμβάσεως εργολαβίας.
5.Εις τους λοιπούς συναγωνιζομένους αι εγγυήσεις συμμετοχής αποδίδονται μετά την έγκρισιν του αποτελέσματος της δημοπρασίας. Δύναται τη αιτήσει του ενδιαφερομένου να επιστραφή η κατατεθείσα κατά την δημοπρασίαν εγγύησις και πρότερον, πάντως όμως μετά την εκπνοήν της προθεσμίας προς υποβολήν ενστάσεων, εφ’ όσον ούτος δεν υπέβαλεν ένστασιν και κατά την κρίσιν της Επιτροπής διεξαγωγής του διαγωνισμού δεν πιθανολογείται ανατροπή του αποτελέσματος της δημοπρασίας και η ανακήρυξις του αιτούντος την επιστροφήν της εγγυήσεως συναγωνιζομένου, ως αναδόχου του έργου.
Άρθρον 12.
Επιτροπή διεξαγωγής δημοπρασίας.
Αι δημοπρασίαι διεξάγονται υπό του Κ.Δ.Σ. προκειμένου περί της Κεντρικής Υπηρεσίας ή των προς τούτο εξουσιοδοτουμένων Π.Δ.Σ. ή της Διοικήσεως του κυρίου φορέως του έργου παρά Επιτροπής οριζομένης προς τούτο και αποτελουμένης τουλάχιστον εκ τριών μελών. Τα μέλη της επιτροπής εξ ων ο εις Πρόεδρος μετά
των αναπληρωτών των ορίζονται προκειμένου μεν περί έργων προϋπολογισμού μέχρις αξίας 2.000.000 δραχμών υπό του Διοικητού του Ο.Δ.Δ.Ε.Π. προκειμένου δε περί έργων αξίας μεγαλυτέρου προϋπολογισμού υπό του ΚΔ.Σ. μετά πρότασιν πάντοτε της Επιτροπής Έργων.
Η Επιτροπή διεξαγωγής της δημοπρασίας συνέρχεται εις τον τόπον της διεξαγωγής του διαγωνισμού ημίσειαν ώραν προ της διεξαγωγής τούτου.
Εις την Επιτροπήν δύναται δια της αποφάσεως περί διορισμού αυτής να τοποθετήται και γραμματεύς.
Άρθρον 13.
Συμμετοχή εις δημοπρασίας.
1.Δεκτοί εις τας δημοπρασίας γίνονται αναλόγως της φύσεως του έργου οι πτυχιούχοι εργολήπται Δημοσίων Έργων, εμπειροτέχναι, ειδικοί τεχνίται, αγιογράφοι, γλύπται, ειδικοί τεχνίται διακοσμηταί και πας ειδικός έστω και μη ειδικώς ενταύθα αναφερόμενος αλλά δυνάμενος να εκτελέση ειδικόν έργον δια τας ειδικάς ανάγκας της εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής και των εκκλησιαστικών τεχνών και διακοσμήσεων, εφ’ όσον τούτο προβλέπεται ρητώς εν τη διακηρύξει και κατά τα εν αυτή ειδικώτερον οριζόμενα ως προς την επαγγελματικήν ειδικότητα αυτών.
2.Εις πάσας τας δημοπρασίας οι συναγωνιζόμενοι εμφανίζονται μόνον αυτοπροσώπως. Αι ανώνυμοι εταιρείαι εκπροσωπούνται υπό μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας, εγκρίνοντος την συμμετοχήν ταύτης εις τον συναγωνισμόν προς ανάληψιν του δημοπρατουμένου έργου και ορίζοντος τον εκπροσωπούντα ταύτην.
3.Αι Κοινοπραξίαι εργοληπτών Δημοσίων Έργων ή τεχνικών εταιρειών, κατόχων πτυχίου εργολήπτου εταιρείας γίνονται δεκταί μόνον εφ’ όσον τούτο δεν αποκλείεται ρητώς υπό της διακηρύξεως και υπό τον όρον ότι έκαστος των συμμετεχόντων εις την κοινοπραξίαν κέκτηται τα υπό της διακηρύξεως οριζόμενα προσόντα. Οι κοινοπρακτούντες ευθύνονται εκ της συμμετοχής εις την δημοπρασίαν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον. Αι υποβαλλόμεναι προσφοραί δέον να είναι υπογεγραμμέναι υπό πάντων των κοινοπρακτούντων και εν περιπτώσει εταιρειών υπό των νομίμων αυτών εκπροσώπων κατά την προηγουμένην παράγραφον. Αι προσφοραί επιδίδονται παρά πάντων τούτων, αυτοπροσώπως παρισταμένων ή υπό κοινού εκπροσώπου οριζομένου δια συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου.
Αι εγγυήσεις συμμετοχής παρέχονται κοινώς δια πάντας τους κοινοπρακτούντας. Ουδείς δύναται να συμμετέχη εις πλείονας της μιας κοινοπραξίας, συμμετεχούσας εις τον αυτόν διαγωνισμόν.
4.Ουδείς δύναται εις την αυτήν δημοπρασίαν να εκπροσωπήση πλείοντας της μιας εταιρείας ή κοινοπραξίας, ουδέ δύναται να συμμετάσχη κεχωρισμένως δι’ εαυτόν εις ταύτην ο εκπροσωπών συμμετέχουσαν εταιρείαν ή μέλος Διοικητικού Συμβουλίου τοιαύτης εταιρείας. Εις την περίπτωσιν ταύτην αποκλείονται πάσαι οι τοιαύται πολλαπλαί προσφοραί, πλην αν αποσυρθούν υπό των ενδιαφερομένων πάσαι αι λοιπαί πλην μιας. Δεν δύναται επίσης να μετάσχη εις την δημοπρασίαν δι’ ίδιον λογαριασμόν υπάλληλος εταιρείας συμμετεχούσης εις αυτήν ή σύμβουλοι ειδικοί, αμειβόμενοι υπ’ αυτής επί μισθώ ή καθ’ οιονδήποτε έτερον τρόπον.
5.Οι όροι των προηγουμένων παραγράφων 2 έως 4 εφαρμόζονται αναλόγως και επί αλλοδαπών ουχί κατόχων ελληνικού πτυχίου εργολήπτου Δημοσίων Έργων, εφ’ όσον πρόκειται περί διεθνούς δημοσίου διαγωνισμού κατά τα εν τη σχετική διακηρύξει οριζόμενα. Εν τη περιπτώσει ταύτη η διακήρυξις δέον να εγκριθή υπό της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου μετά σύμφωνον γνώμην του Κ.Δ.Σ./ Ο.Δ.Δ.Ε.Π. και της Επιτροπής Έργων.
Αλλοδαπαί εταιρείαι εκπροσωπούνται κατά το Καταστατικόν των, ο δε εκπρόσωπός των δεν είναι αναγκαίον να είναι μέλος του Διοικητικού αυτών Συμβουλίου.
Άρθρον 14.
Γενικά διεξαγωγής δημοπρασίας.
1.Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επί πάντων των συστημάτων δημοπρατήσεως, συμπληρούνται δε δι’ έν έκαστον των συστημάτων τούτων από τας ειδικάς διατάξεις των επομένων άρθρων 15 έως 21.
2.Αι προσφοραί των μυστικών δημοπρασιών γίνονται δεκταί υπό της επιτροπής διεξαγωγής της δημοπρασίας κατά την ημέραν της δημοπρασίας και μέχρι της εν τη διακηρύξει οριζομένης ώρας και παραδίδονται εντός ιδίου εσφραγισμένου φακέλλου, εφ’ ου αναγράφεται υπό του συναγωνιζομένου ο τίτλος του δημοπρατουμένου έργου, η λέξις «ΠΡΟΣΦΟΡΑ» και η επωνυμία αυτού. Η κήρυξις της ενάρξεως της συνεδρίας της επιτροπής γίνεται υπό του Προέδρου αυτής προ της ώρας ταύτης, μεθ’ ο έκαστος των συναγωνιζομένων εγχειρίζει την προσφοράν του. Παρελθούσης της εν τη διακηρύξει ώρας, κηρύσσεται λήξασα η παράδοσις προσφορών και αναγράφεται τούτο εις τα πρακτικά απαγορευομένης δι’ οιονδήποτε λόγον της αποδοχής προσφοράς μετά την κήρυξιν λήξεως της παραδόσεως επί συνεπεία ακυρότητος της δημοπρασίας, πλην αν η επίδοσις των προσφορών αρξαμένη συνεχίζεται άνευ διακοπής.
3.Προ της παραλαβής προσφοράς υπό της επιτροπής εις μυστικήν δημοπρασίαν ελέγχονται παρόντων των συναγωνιζομένων: α)η αυτοπρόσωπος εμφάνισις των συναγωνιζομένων ή η νόμιμος εκπροσώπησις αυτών, όπου επιτρέπεται αύτη, β)το εργοληπτικόν πτυχίον και το πιστοποιητικόν εκπληρώσεως οικονομικών υποχρεώσεων, εφ’ όσον η εκπλήρωσις αύτη αποτελεί κατά νόμο προϋπόθεσιν συμμετοχής εις δημοπρασίαν, και γ)πιστοποιητικόν εκτελέσεως συναφών έργων εφ’ όσον υπό της διακηρύξεως απαιτείται τούτο. Οι κρινόμενοι ως μη πληρούντες τας προϋποθέσεις ταύτας αποκλείονται της περαιτέρω διαδικασίας της δημοπρασίας.
Εις τας μυστικάς δημοπρασίας οι ούτως αποκλειόμενοι εάν δηλώσουν την πρόθεσίν των προς υποβολήν ενστάσεως δύνανται να ζητήσουν την παρά της επιτροπής παραλαβήν του φακέλλου της προσφοράς των, όστις τηρείται αναποσφράγιστος.
4.Επί μυστικής δημοπρασίας μετά τον κατά τα ανωτέρω έλεγχον, η επιτροπή της δημοπρασίας παραλαμβάνει και αριθμεί κατά σειράν επιδόσεως τους φακέλλους των δικαιουμένων περαιτέρω συμμετοχής εις την δημοπρασίαν και καταγράφει εν τω πρακτικώ, εις επήκοον των παρισταμένων τα εν εκάστω φακέλλω ευρισκόμενα έγγραφα, περιληπτικώς μεν αλλά κατά τρόπον εμφανίζοντα το σύμφωνον ή ου προς τους όρους της διακηρύξεως και τον νόμον. Ο εν τω φακέλλω ευρισκόμενος εσωτερικός φάκελλος ο περιέχων την προσφοράν δεν αποσφραγίζεται εισέτι, αναγράφεται δε επ’ αυτού ο ίδιος αύξων αριθμός του εξωτερικού φακέλλου. Ληξάσης της καταγραφής του περιεχομένου όλων των φακέλλων, οι συναγωνιζόμενοι αποσύρονται και η επιτροπή εν συνεδριάσει ελέγχει τα περιεχόμενα εις τους φακέλλους στοιχεία συμμετοχής και αποφασίζει περί των τυχόν αποκλειομένων. Αποκαθισταμένης είτα της συνεδριάσεως δημοσίας, η επιτροπή ανακοινώνει τα ονόματα των τυχόν αποκλειομένων της περαιτέρω συμμετοχής εις την δημοπρασίαν ως και τους λόγους αποκλεισμού εκάστου τούτων.
5.Μετά τον κατά την προηγουμένην παράγραφον έλεγχον αποσφραγίζονται υπό της επιτροπής δημοσία οι ειδικοί φάκελλοι οι φέροντες την επιγραφήν «ΠΡΟΣΦΟΡΑ», οι ανήκοντες μόνον εις τους μη αποκλεισθέντας, μονογραφούνται υφ’ όλων των μελών της επιτροπής τα εις έκαστον τοιούτον φάκελλον στοιχεία προσφοράς και καταχωρούνται εις πίνακα, αποτελούντα απόσπασμα του πρακτικού διεξαγωγής της δημοπρασίας, το όνομα εκάστου των συνεχιζόντων να συμμετέχουν της δημοπρασίας, συναγωνιζομένων και τα αντίστοιχα οικονομικά στοιχεία της προσφοράς του. Η επιτροπή εκφωνεί, εις επήκοον των παρισταμένων, το όνομα εκάστου συναγωνιζομένου και τα κατά περίπτωσιν και αναλόγως του εφαρμοζομένου συστήματος δημοπρατήσεως συνολικά οικονομικά στοιχεία της αντιστοίχου προσφοράς. Ομοίως ανακοινοί τους τυχόν αποκλειομένους περαιτέρω της δημοπρασίας ένεκα παραβάσεων εις τα έγγραφα του φακέλλου τούτου.
6.Εις πάσαν δημοπρασίαν, προσφοραί αντιστοιχούσαι εις αξίαν έργου ίσην ή μεγαλυτέραν της κατά την μελέτην αξίας του έργου Σ θεωρούνται ως με γενόμεναι, ουδόλως λαμβανόμεναι υπ’ όψιν προς εξαγωγήν του αποτελέσματος της δημοπρασίας και οι προσενεγκόντες αυτάς αποκλείονται της περαιτέρω συμμετοχής εις αυτή. Μυστικαί προσφοραί μη υπογεγραμμέναι ιδιοχείρως υπό του μειοδότου όταν είναι φυσικόν πρόσωπον, ή υπό του εξουσιοδοτουμένου δια την εκπροσώπησιν, όταν πρόκειται περί εργοληπτικής εταιρείας, θεωρούνται ως μη γενόμεναι με τας αυτάς ως άνω συνεπείας.
7.Ενστάσεις κατά του κύρους δημοπρασιών υποβάλλονται εγγράφως και απευθύνονται μόνο προς τον Πρόεδρον της επιτροπής της δημοπρασίας, κατατιθέμεναι εις το πρωτόκολλον της διενεργούσης την δημοπρασίαν υπηρεσίας, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας δύο ημερών από της ημέρας καθ’ ην εγένετο εις δημοσίαν συνεδρίασιν η ανακοίνωσις του τελικού αποτελέσματος της δημοπρασίας. Ενστάσεις ως άνω, μη υποβαλλόμεναι συμφώνως προς τα εν τω προηγουμένω εδαφίω, θεωρούνται ως μη υποβληθείσαι.
Ο Πρόεδρος της επιτροπής της δημοπρασίας μετά την παρέλευσιν της προθεσμίας υποβολής ενστάσεως, υποβάλλει το πρακτικόν της δημοπρασίας και τας τυχόν εμπροθέσμως υποβληθείσας ενστάσεις, παρέχων και πάσαν πληροφορίαν αναγκαίαν δια την κρίσιν του αποτελέσματος της δημοπρασίας.
8.Μετά την παρέλευσιν της προθεσμίας υποβολής ενστάσεων κατά του κύρους της δημοπρασίας, εις τους συναγωνισθέντας οίτινες τυχόν απεκλείσθησαν δι’ οιονδήποτε λόγον της περαιτέρω συμμετοχής εις την δημοπρασίαν και δεν υπέβαλον εμπροθέσμως ένστασιν κατά του αποκλεισμού των, επιστρέφονται τη αιτήσει των, οι υπ’ αυτών κατατεθέντες φάκελλοι στοιχείων προς συμμετοχήν εις την δημοπρασίαν. Εις τα στοιχεία ταύτα δεν περιλαμβάνονται αι αποσφραγισθείσαι προσφοραί. Επιτρέπεται και προ της παρελεύσεως της προθεσμίας προς υποβολήν ενστάσεως η επιστροφή φακέλλου, εφ’ όσον ο συναγωνισθείς δηλώση εγγράφως προς τον πρόεδρον της επιτροπής παραίτησιν από του δικαιώματος ενστάσεως. Εις τους υποβάλοντας εμπρόθεσμον κατά του αποκλεισμού των ένστασιν, οι φάκελλοι επιστρέφονται μετά την έγκρισιν της δημοπρασίας ή τη αιτήσει των, μετά την παρέλευσιν της κατά νόμον προθεσμίας ισχύος της προσφοράς. Οι εσωτερικοί εσφραγισμένοι φάκελλοι οι περιέχοντες την προσφοράν συναγωνιζομένων, οίτινες απεκλείσθησαν της δημοπρασίας, ουδέποτε ανοίγονται αλλ’ επιστρέφονται εσφραγισμένοι μετά των λοιπών στοιχείων, ως ανωτέρω ορίζεται.
9.Εν περιπτώσει πλειόνων προσφορών με την αυτήν έκπτωσιν ή γενικήν τεκμαρτήν έκπτωσιν η ανακήρυξις του μειοδότου γίνεται δια κλήρου.
Άρθρον 15.
Δημοπρασία δια ποσοστού ενιαίας εκπτώσεως επί των τιμών εγκεκριμένου τιμολογίου και προϋπολογισμού εις ακεραίας μονάδας άνευ ορίου.
1.Τα κατά σύστημα τούτο απαιτούμενα τεύχη δημοπρατήσεως είναι τα ακόλουθα:
α)Η διακήρυξις δημοπρασίας.
β)Το τιμολόγιον μελέτης.
γ)Ο προϋπολογισμός μελέτης.
δ)Η γενική συγγραφή υποχρεώσεων.
ε)Η ειδική συγγραφή υποχρεώσεων.
στ)Η τεχνική περιγραφή αναφερομένη λεπτομερώς επί των έργων και άπαντα τα σχέδια των μελετών, γενικά και λεπτομερειών.
2.Η παρ’ εκάστου διαγωνιζομένου προσφερομένη έκπτωσις εκφράζεται εις ακεραίας μονάδας επί τοις εκατόν και είναι ενιαία δι’ όλας τας τιμάς του τιμολογίου της μελέτης. Μειοδότης αναδεικνύεται ο προσφέρων το μεγαλύτερον ποσοστόν εκπτώσεως. Επί πλειόνων ίσων εκπτώσεων ο μειοδότης αναδεικνύεται δια κληρώσεως.
Άρθρον 16.
Δημοπρασία δια ποσοστού ενιαίας εκπτώσεως επί των τιμών του εγκεκριμένου τιμολογίου και προϋπολογισμού
εις ακεραίας μονάδας μετά ορίου.
1.Τα κατά το σύστημα τούτο απαιτούμενα τεύχη δημοπρατήσεως είναι τα ακόλουθα:
α)Η διακήρυξις δημοπρασίας.
β)Το τιμολόγιον μελέτης.
γ)Ο προϋπολογισμός μελέτης.
δ)Η γενική συγγραφή υποχρεώσεων.
ε)Η ειδική συγγραφή υποχρεώσεων.
στ)Η τεχνική περιγραφή αναφερομένη λεπτομερώς επί των έργων και άπαντα τα σχέδια των μελετών, γενικά και λεπτομερειών.
2.Η παρ’ εκάστου διαγωνιζομένου προσφερομένη έκπτωσις εκφράζεται εις ακεραίας μονάδας επί τοις εκατόν και είναι ενιαία δι’ όλας τας τιμάς του τιμολογίου της μελέτης.
3.Η Επιτροπή διεξαγωγής της δημοπρασίας αναδεικνύει ως μειοδότην τον προσενεγκόντα την μεγαλύτερον έκπτωσιν εφ’ όσον είναι κατωτέρα του 20%.
Εάν η έκπτωσις είναι ανωτέρα του ορίου τούτου, η επιτροπή αναδεικνύει τούτον ως προσωρινόν μειοδότην δυναμένη να διατυπώση εν τω πρακτικώ και την τυχόν περί του μη ευλόγου της προσφοράς γνώμην της.
4.Επί αναδείξεως προσωρινού μειοδότου η υπηρεσία καλεί τούτον να δικαιολογήση την προσφοράν του. Η υπηρεσία δύναται να καλέση προς τούτο ταυτοχρόνως ή και εν συνεχεία και τον επόμενον ή και επομένως κατά σειράν συναγωνισθέντας, εφ’ όσον πρόκειται περί ποσοστών ανωτέρων του ως άνω ορίου. Εν υπάρξει πλειόνων μειοδοτών με τα αυτά ποσοστά εκπτώσεως καλούνται, κατά περίπτωσιν εκάστοτε, άπαντες οι του αυτού ποσοστού. Η δικαιολόγησις γίνεται δια το σύνολον της δαπάνης του έργου. Προς τούτο υποβάλλονται στοιχεία κοστολογήσεως των εργασιών κατά φυσικάς μονάδας, περιλαμβανομένων πάντων των συντελεστών του κόστους, ως της εργασίας, των εργοδοτικών επί ταύτης επιβαρύνσεων, των υλικών, της απασχολήσεως μηχανημάτων, των γενικών εξόδων και των φορολογικών υποχρεώσεων του αναδόχου. Δια την περίπτωσιν δημοπρασίας, άνευ προμετρήσεως η κοστολόγησις γίνεται δια μίαν εκάστην των τιμών του τιμολογίου ή μόνον δια τας βασικάς εκ τούτων, ως αύται θα προσδιορίζωνται εις την προς δικαιολόγησιν πρόσκλησιν της υπηρεσίας. Η κατά τα ανωτέρω κοστολόγησις, αποβλέπουσαν μόνον εις τον περί του ευλόγου της εκπτώσεως σχηματισμόν γνώμης παρά της υπηρεσίας, αποτελεί έγγραφον εμπιστευτικόν μη ανακοινώσιμον εις τους λοιπούς μειοδότας και εν περιπτώσει κατακυρώσεως της δημοπρασίας, δεν αποτελεί στοιχείον της συμβάσεως.
Άρθρον 17.
Δημοπρασία δια συμπληρώσεως τιμολογίου και προϋπολογισμού μεθ’ ομαλότητος των προσφερομένων
τιμών και άνευ ορίου.
1.Τα κατά το σύστημα τούτο απαιτούμενα τεύχη δημοπρασίας είναι τα εν παραγράφω 1 του άρθρου 15 διαλαμβανόμενα, προσέτι δε τιμολόγιον προσφοράς, και προϋπολογισμόν προσφοράς προς συμπλήρωσιν.
2.Τα κατά την δημοπρασίαν υποβαλλόμενα «τιμολόγιον προσφοράς» και «προϋπολογισμός προσφοράς» διανέμονται εις τους ενδιαφερομένους υπό της εν τη διακηρύξει οριζομένης υπηρεσίας εις αντίτυπα υπογεγραμμένα και εσφραγισμένα κατά σελίδα. Το τιμολόγιον προσφοράς και ο προϋπολογισμός προσφοράς ειναι πανομοιότυπα προς τα αντίστοιχα κατά το άρθρον 9 του παρόντος τεύχη δημοπρατήσεως με μόνην την διαφοράν ότι τυγχάνουν ασυμπλήρωτοι αι θέσεις των τιμών μονάδος και των βάσει τούτων προκυπτόντων ποσών.
3.Εις το τιμολόγιον προσφοράς συμπληρούνται υφ’ εκάστου συναγωνιζομένου εις τας οικείας θέσεις ολογράφως και αριθμητικώς, αι προσφερόμενται τιμαί μονάδος, εις ας δεν περιλαμβάνεται το εργολαβικόν ποσοστόν. Εις τον προϋπολογισμόν προσφοράς συμπληρούται υφ’ εκάστου συναγωνιζομένου εις τας οικείας θέσεις: α)αι απο το τιμολογίου προσφοράς προσφερθείσαι τιμαί, β)η δαπάνη εκάστου είδους εργασίας, γ)τα αθροίσματα των κατά την προσφοράν δαπανών δι’ εκάστην κατηγορίαν εργασιών, εκφραζόμενα απο το συμβόλου Π με δείκτην τον τοιούτον της αντιστοίχου κατηγορίας ως και το γενικόν άθροισμα του συνόλου των δαπανών εκφραζόμενον απο το συμβόλου Σπ, δ)χρηματικόν ποσόν δια γενικά ή και επισφαλή, έξοδα, εργαλεία, εγκαταστάσεις κλπ. δια πάσης φύσεως βάρη και υποχρεώσεις του αναδόχου, καθοριζόμενον βάσει του συνολικού αθροίσματος των δαπανών Σπ και του εργολαβικού ποσοστού, ε)το άθροισμα των κατά τα προηγούμενα εδάφια γ και δ ποσών, όπερ αποτελεί την κατά την προσφοράν αξίαν του έργου, συμβολιζόμενον απο το συμβόλου Σπ, στ)το άθροισμα της κατά τα ανωτέρω συνολικής κατά την προσφοράν αξίας του έργου και του κατακεχωρημένου εν τω τεύχει προϋπολογισμού προσφοράς ποσού απροβλέπτων δαπανών, όπερ άθροισμα αποτελεί την κατά την προσφοράν συνολικώς προβλεπομένην δαπάνην του έργου.
4.Δια την υπό των συναγωνιζομένων συμπλήρωσιν και υποβολήν των κατά την προηγουμένην παράγραφον στοιχείων ισχύουν τα ακόλουθα:
α)Απαγορεύεται η χρήσις αντιγράφων, έστω και κατά πάντα ακριβών, των ως άνω τιμολογίων, ή προϋπολογισμών προσφοράς, επιβαλλομένης απαραιτήτως της χρήσεως αυτουσίων των υπογεγραμμένων και εσφραγισμένων τοιούτων. Τα στοιχεία ταύτα συμπληρούνται δια μελάνης ή γραφομηχανής και υπογράφονται ιδιοχείρως υπό του συναγωνιζομένου κατά σελίδα.
β)Απαγορεύεται οιαδήποτε τροποποίησις του κειμένου του τιμολογίου ή προϋπολογισμού προσφοράς ή των εν αυτοίς περιεχομένων αριθμών ως και οιαδήποτε διόρθωσις, δαγραφή ή προσθήκη ή ιδιαιτέρα έκπτωσις επί των ήδη συμπεπληρωμένων τιμών του τιμολογίου ή ποσών του προϋπολογισμού προσφοράς.
γ)Απαγορεύεται η εις το τιμολόγιον προσφοράς αναγραφή οιασδήποτε τιμής μόνον αριθμητικώς, απαιτουμένης και της ολογράφου αναγραφής ταύτης.
δ)Απαγορεύεται η αναγραφή εν τω τιμολογίω διαφόρου ολογράφου από της αριθμητικής τιμής της αυτής μονάδος εργασίας τινός ως και η αναγραφή διαφόρου τούτων εν τω προϋπολογισμώ.
ε)Η προσφορά πρέπει να είναι λογιστικώς ακριβής, απηλλαγμένη οιουδήποτε σφάλματος κατά την εκτέλεσιν των σχετικών πράξεων.
Άπαντα τα γινόμενα εν τω προϋπολογισμώ προσφοράς στρογγυλεύονται εις ακεραίας δραχμάς. Προκύπτον κλάσμα της δραχμής μέχρι των πέντε δεκάτων (0,50) της δραχμής αμελείται, μεγαλύτερον δε θεωρείται ως ακεραία δραχμή.
5.Αι τιμαί μονάδος και τα προκύπτοντα εξ αυτών οικονομικά μεγέθη της προσφοράς πρέπει να πληρούν τας ακολούθως απαιτήσεις ομαλότητος:
α)Έκαστον των μερικών αθροισμάτων Π, των αντιστοιχούντων εις το κατά την προσφοράν σύνολον της δαπάνης της αντιστοίχου κατηγορίας εργασίων, πρέπει να μη είναι μικρότερον των ογδοήκοντα εκατοστών (0,80) ούτε μεγαλύτερον του ενός και δέκα εκατοστών (1,10) του αθροίσματος Σ της αντιστοίχου κατηγορίας του προϋπολογισμού της μελέτης, μειωμένου κατά την γενικήν τεκμαρτήν έκπτωσιν της προσφοράς, ως εν παραγράφω 7 του παρόντος άρθρου.
β)Εκάστη των τιμών μονάδος της προσφοράς πρέπει να μη είναι μικρότερα των ογδοήκοντα εκατοστών (0,80) ούτε μεγαλυτέρα του ενός και δέκα εκατοστά (1,10) της αντιστοίχου τιμής μονάδος, του προϋπολογισμού της μελέτης, μειωμένης κατά την ειδικήν δια την κατηγορίαν τεκμαρτήν έκπτωσιν της προσφοράς, ως εν παραγράφω 7 του παρόντος άρθρου.
6.Παράβασις οιασδήποτε των κατά τας παραγράφους 4 και 5 απαιτήσεων ή απαγορεύσεων συνεπάγεται την απόρριψιν της προσφοράς.
7.Η διαφορά από του γενικού αθροίσματος δαπανών της μελέτης Σσ του αντιστοίχου αθροίσματος δαπανών της προσφοράς Σπ., διαιρουμένη απο το γενικού αθροίσματος δαπανών της μελέτης Σσ, αποτελεί την εκ της δημοπρασίας προκύπτουσαν γενικήν τεκμαρτήν έκπτωσιν. Η διαφορά από του μερικού αθροίσματος, δαπανών εκάστης κατηγορίας εργασιών Σι του αντιστοίχου μερικού αθροίσματος της προσφοράς Πι διαιρουμένης απο το μερικού αθροίσματος δαπανών Σι, αποτελεί την εκ της δημοπρασίας προκύπτουσαν ειδικήν τεκμαρτήν έκπτωσιν της κατηγορίας αύτης.
Άρθρον 18.
Δημοπρασία δια συμπληρώσεως τιμολογίου και προϋπολογισμού μεθ’ ομαλότητος των προσφερομένων τιμών μετά ορίου.
1.Κατά το σύστημα τούτο εφαρμόζονται τα εν άρθω 17 του παρόντος οριζόμενα προστιθεμένων των κάτωθι.
2.Η Επιτροπή διεξαγωγής της δημοπρασίας αναδεικνύει ως μειοδότην τον προσελεγκόντα την χαμηλοτέραν προσφοράν, εφ’ όσον η δια ταύτην γενική τεκμαρτή έκπτωσις είναι κατωτέρα του είκοσι τοις εκατόν (20%). Εάν η τοιαύτη γενική τεκμαρτή έκπτωσις είναι ανωτέρα του ορίου τούτου, η επιτροπή αναδεικνύει τούτον ως προσωρινόν μειοδότην, δυναμένη να διατυπώση εν τω πρακτικώ και την τυχόν περί του μη ευλόγου της προσφοράς γνώμην της. Αι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 16 εφαρμόζονται αναλόγως και εν προκειμένω.
3.Κατά το παρόν σύστημα ισχύει η παράγραφος 4 του άρθρου 16 του παρόντος Κανονισμού.
Άρθρον 19.
Δημοπρασία δια της κατ’ αποκοπήν τιμής του έργου προσφερομένης υπό του διαγωνιζόμενου.
1.Τα κατά το σύστημα τούτο απαιτούμενα τεύχη δημοπρατήσεως είναι τα ακόλουθα:
α)Η διακήρυξις δημοπρασίας.
β)Η Γενική Συγγραφή Υποχρεώσεων.
γ)Η Ειδική Συγγραφή Υποχρεώσεων.
δ)Αναλυτική Τεχνική Περιγραφή αναφερομένη εις πάσας τας λεπτομερείας του έργου.
ε)Αναλυτικά σχέδια, γενικά και λεπτομερειών.
2.Δια της κατ’ αποκοπήν τιμής του όλου έργου προσφερομένης υπό των διαγωνιζομένων βάσει των εν τη παραγράφω 1 στοιχείων, μειοδότης ανακηρύσσεται ο προσφέρων την μικροτέραν κατ’ αποκοπήν τιμή.
3.Επί του προκειμένου το τιμολόγιον μελέτης το συνταχθέν υπό της υπηρεσίας ή του μελετητού ευρίσκει εφαρμογήν μόνον δια την πληρωμήν νέων εργασιών ή αλλαγήν εργασιών.
Άρθρον 20.
Δημοπρασία απολογιστικών έργων.
1.Κατά το σύστημα τούτο αι εργασίαι εκτελούνται αναδεικνυομένου εργολάβου τη επιβλέψει της αρμοδίας υπηρεσίας δια λογαριασμόν του κυρίου έργου, μετ’ αναγνωρίσεως υπέρ του εργολάβου ποσοστού επί των πραγματοποιουμένων δαπανών δια γενικά έξοδα επισφαλή και όφελος αυτού.
2.Απαιτούμενα δια την δημοπρασίαν τεύχη είναι:
α)Διακήρυξις, ορίζουσα το έργον, τον τόπον και τον χρόνον διενεργείας ταύτης, τα προς συμμετοχήν εις την δημοπρασίαν προσόντα καθώς και την εγγύησιν συμμετοχής.
β)Τεχνικήν Περιγραφήν πλήρως περιγράφουσα το έργον.
γ)Προμέτρησιν των έργων εάν ταύτα είναι επιδεκτικά προμετρήσεως.
δ)Προϋπολογισμός μελέτης, συνιστάμενος εις την κατ’ εκτίμησιν υπό της Υπηρεσίας προβλεπομένην δαπάνην.
ε)Συγγραφάς υποχρεώσεων (γενικήν και ειδικήν).
στ)Σχέδια απεικονίζοντα κατά το δυνατόν σαφέστερον τας προς εκτέλεσιν κατασκευάς.
3.Έκαστος των συναγωνιζομένων προσφέρει ποσοστόν εκπεφρασμένον εις ακεραίας μονάδας επί τοις εκατόν όπερ εφαρμοζόμενον επί των απολογιστικώς δια λογαριασμόν του κυρίου του έργου πραγματοποιηθησομένων δαπανών, καθορίζει την αποζημίωσιν αυτού δια γενικά ή άλλα έξοδα ως δι’ όφελος αυτού.
Η Επιτροπή διαξεγωγής της δημοπρασίας αναδεικνύει ως μειοδότην τον προσενεγκόντα το κατά τα ανωτέρω μικρότερον ποσοστόν. Εν περιπτώσει υπάρξεως πλειόνων της μιας προσφορών με το αυτόν ποσοστόν ο μειοδότης αναδεικνύεται δια κλήρου.
Άρθρον 21.
Δημοπρασίαι δια την επί αντιπαροχή αξιοποίησιν.
1.Κατά το σύστημα τούτο αι εργασίαι εκτελούνται υπό αναδεικνυομένου αναδόχου τη επιβλέψει της αρμοδίας υπηρεσίας. Η επίβλεψις περιορίζεται εις καθ’ ο μέρος αφορά εις τον αρχικόν κύριον του επί αντιπαροχή αξιοποιουμένου ακινήτου και μόνον δια την τήρησιν των όρων της συμβάσεως.
2.Το εργολαβικόν αντάλλαγμα συνίσταται εις εξ αδιαιρέτου ποσοστά συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου του δι’ ανεγέρσεως κτίσματος αξιοποιουμένου ακινήτου, άτινα ο αρχικός κύριος μεταβιβάζει προς τον ανάδοχον ή τους υπ’ αυτού υποδεικνυομένους τρίτους κατά τους όρους της συμβάσεως. Εάν επί ενός οικοπέδου ανεγερθούν περισσότεραι της μιας αυτοτελείς οικοδομαί ή επί συγχρόνου ανεγέρσεως υπό του αυτού αναδόχου οικοδομών επί πλειόνων του ενός οικοπέδου του αυτού κυρίου δέον όπως το εργολαβικόν αντάλλαγμα καθορίζεται επί αυτοτελούς ή αυτοτελών οικοδομών.
3.Απαιτούμενα δια την δημοπράτησιν τεύχη είναι:
α)Διακήρυξις ορίζουσα το έργον, τον τόπον και τον χρόνον διενεργείας της δημοπρασίας, τα προς συμμετοχήν εις ταύτην προσόντα καθώς και την εγγύησιν συμμετοχής.
β)Τεχνική Περιγραφή πλήρως και λεπτομερώς περιγράφουσα το έργον τούτο κατά το εφικτόν.
Γ)Συγγραφαί Υποχρεώσεων (Γενική και Ειδική).
«δ.Πλήρης σειρά σχεδίων τα οποία, εν συσχετισμώ προς την Τεχνικήν Περιγραφήν, να απεικονίζουν σαφέστατα τας προς εκτέλεσιν κατασκευάς, ήτοι τουλάχιστον: 1)Αρχιτεκτονικήν προμελέτην (κατόψεις, όψεις, τομαί κλπ.), 2)Σχέδια γενικής διατάξεως ξυλοτύπων, 3)Σχέδια καθορίζοντα τας θέσεις ειδών υγιεινής ως και θερμαντικών ή κλιματιστικών σωμάτων και 4)πίνακα ποσοστών συνιδιοκτησίας.
Εις περίπτωσιν καθ’ ην τα ανωτέρω σχέδια δεν εκπονούνται υπό του κυρίου του οικοπέδου ταύτα υποβάλλονται υπό των διαγωνιζομένων και αποτελούν αναπόσπαστον στοιχείον της προσφοράς των, εκπονούνται δε πάντοτε συμφώνως προς την τεχνικήν περιγραφήν του αρχικού κυρίου του οικοπέδου ως εν εδαφίω β΄ του παρόντος.
*Το εδαφ. δ΄ αντικαταστάθηκε απο το άρθρ. 7 Κανον. 68/1976
4.Έκαστος των διαγωνιζομένων προσφέρει διακεκριμένας αυτοτελείς ιδιοκτησίας, κατά προτίμησιν επί του αυτού ακινήτου ή ολόκληρη αυτοτελή ακίνητα.
5.Η Επιτροπή διεξαγωγής της δημοπρασίας αναδεικνύει ως ανάδοχον τον προσενεγκόντα το κατά τα ανωτέρω μείζον αντάλλαγμα.
6.Αι προθεσμίαι υποβολής του πρακτικού της διενεργείας της δημοπρασίας, της εγκρίσεως αυτού υπό της Επιτροπής Έργων και της τελικής αποφάσεως του Κ.Δ.Σ.Ο.Δ.Δ.Ε.Π. επιμηκυνόμεναι των εν τα παρόντι Κανονισμώ ισχυουσών δια τα έτερα συστήματα δημοπρατήσεως καθορίζονται εκάστοτε, αναλόγως του έργου, εν τη σχετική διακηρύξει.
Εν τη διακηρύξει επίσης καθορίζεται ο χρόνος εκπονήσεως και παραδόσεως των οριστικών μελετών υπό του οριστικού πλειοδότου εις την Υπηρεσίαν από της εγκρίσεως του αποτελέσματος του διαγωνισμού υπό του Κ.Δ.Σ./ΟΔΔΕΠ".
*Τα εντός « » προστέθηκαν απο το άρθρ. 7 Κανον./68/1976
Άρθρον 21α
Δημοπρασία μετ' αξιολογήσεως προσφορών:
"1.Κατά το σύστημα τούτο, δια της διακηρύξεως παρέχεται ελευθερία εις τους συναγωνιζομένους όπως καθορίζουν δια της προσφοράς των, επί πλέον των κατά τας διατάξεις του άρθρ. 17 του παρόντος, τιμών μονάδος και δαπανών και στοιχεία αναφερόμενα ιδία εις :
α.Την μελέτην του όλου ενεργού ή τμήματος αυτού.
β.Τον καθορισμόν τεχνολογικών χαρακτηριστικών αφορώντων εις στοιχεία του έργου.
γ.Τας προθεσμίας εκτελέσεως του έργου.
2.Τα κριτήρια αξιολογήσεως της προσφοράς και οι συντελεσταί επιρροής τούτων ορίζονται πάντοτε δια της διακηρύξεως, ήτις εις την περίπτωσιν αυτήν εγκρίνεται κατόπιν συμφώνου γνώμης της αρμοδίας Επιτροπής έργων.
Δια της διακηρύξεως ορίζονται ομοίως κατά την αυτήν διαδικασίαν, τα απαιτούμενα προς υποβολήν υπό των συναγωνιζομένων κατά την δημοπρασίαν τεύχη, σχεδιαγράμματα και λοιπά έγγραφα καθοριστικά των εν παρ. 1 του παρόντος στοιχείων.
Δια της διακηρύξεως δύναται να χαρακτηρισθούν τα ως άνω στοιχεία ως έγγραφα εμπιστευτικά, μη ανακοινώσιμα εις τους λοιπούς συναγωνιζομένους, εις ην περίπτωσιν κρίνεται ότι τοιαύτα στοιχεία αποτελούν επαγγελματικόν απόρρητον των συμμετεχόντων εις την δημοπρασίαν.
3.Η αξιολόγησις των κατά τα ανωτέρω στοιχεία γίνεται υπό της Επιτροπής διεξαγωγής της δημοπρασίας. Η διακήρυξις εις περιπτώσεις καθ' ας η περί αξιολογήσεως κρίσις απαιτεί ειδικάς επιστημονικάς γνώσεις, δύναται να ορίση ειδικήν προς τούτο επιτροπή αξιολογήσεως. Η περί αξιολογήσεως κρίσις γίνεται πάντοτε προ της αποσφραγίσεως των οικονομικών προσφορών και διατυπούται εν ιδίω πρακτικώ όπερ, πλην του ανακοινωσίμου εις τους συμμετέχοντας της δημοπρασίας αποτελέσματος εκφράζοντος την τελικήν κρίσιν της Επιτροπής, είναι έγγραφον εμπιστευτικού χαρακτήρος. Κατά την αξιολόγησιν δύναται να αποκλεισθούν περαιτέρω συμμετοχής εις την δημοπρασίαν συναγωνιζόμενοι των οποίων
τα υποβληθέντα στοιχεία κρίνονται ως μη πληρούντα θεμελιώδεις αρχάς της τεχνικής επιστήμης ή διΐστανται προς τους όρους της διακηρύξεως.
4.Η Επιτροπής διεξαγωγής της δημοπρασίας ανακοινοί εν δημοσία συνεδριάσει τα αποτελέσματα της αξιολογήσεως των κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου υποβαλλομένων στοιχείων και ακολούθως προβαίνει εις την αποσφράγισιν των υποβληθεισών οικονομικών προσφορών των μη αποκλεισθεισών κατά το στάδιον αξιολογήσεως συναγωνιζομένων και εν συνεχεία εις τον έλεγχον των στοιχείων των οικονομικών προσφορών αυτών. Είτα η Επιτροπή προβαίνει βάσει του αποτελέσματος της τελικής κρίσεως της Επιτροπής αξιολογήσεως, εις τον προσδιορισμόν της εκ της αξιολογήσεως των στοιχείων επιρροής επί της οικονομικής προσφοράς, εις απόλυτα μεγέθη εκφραζόμενα εις δραχμάς και περαιτέρω εις τον καθορισμόν του εκ της αξιολογήσεως ταύτης προκύπτοντος ύψους της προσφοράς, όπερ αντιπροσωπεύει την μετ' αξιολόγησιν προσφοράν.
5.Κατά τα λοιπά, ως προς την διεξαγωγήν της δημοπρασίας, εφαρμόζονται αι διατάξεις του άρθρ. 17 του παρόντος".
*Το άρθρο 21α προστέθηκε από την παρ. 2 του άρθρ. 5 Καν. 57/1974
Άρθρον 22.
Έγκρισις Ακύρωσις Μερική επανάληψις δημοπρασίας.
1.Η δημοπρασία δεν τελειούται πριν ή εγκριθή υπό του Κ.Δ.Σ.
2.Προκειμένης δημοπρασίας καθ' ην ανεδείχθη προσωρινός μειοδότης, η έγκρισις γίνεται μετά γνώμης της Επιτροπής Έργων. Το Κ.Δ.Σ. δύναται να κηρύξη άκυρον την προσφοράν του προσωρινού μειοδότου εάν κατά την γνώμην της Επιτροπής Έργων κρίνεται ότι η δικαιολόγησις της προσφοράς δεν είναι ικανοποιητική και εξετάζουσα τας επομένας κατά σειράν μεγέθους προσφοράς, να κατακυρώση την δημοπρασίαν επ' ονόματι του εκ των συναγωνιζομένων προσενεγκόντος την πρώτην επαρκώς δικαιολογηθείσαν προσφοράν ή να ακυρώση την δημοπρασίαν.
3.Η διαδικασία των μη εγκριθεισών δημοπρασιών, επιφυλασσωμένων των διατάξεων της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου επιτρέπεται ν' ακυρωθή μόνον δια τινα εκ των ακολούθως λόγων:
α)Δια παράτυπον διεξαγωγήν αυτών, αλλά μόνον εφ' όσον εκ της παρατυπίας επηρεάζεται το αποτέλεσμα της δημοπρασίας, β)εάν βασίμως προκύπτη ότι εγένετο συνεννόησις των συναγωνιζομένων προς ανάληψιν της εκτελέσεως του έργου άνευ πραγματικού συναγωνισμού, γ)εάν το αποτέλεσμα της δημοπρασίας κρίνεται ουχί ικανοποιητικόν δια τον κύριον του έργου, δ)εάν ο συναγωνισμός υπήρξεν ανεπαρκής κατά την κρίσιν του Κ.Δ.Σ. Η ακύρωσις μυστικών δημοπρασιών γίνεται μετά γνώμης της Επιτροπής Έργων.
4.Εάν η δημοπρασία ακυρωθή ή δεν εγκριθή δι' οιονδήποτε λόγον το αποτέλεσμα αυτής, ουδεμιάς δικαιούνται αποζημιώσεως ουδείς των συμμετασχόντων εις ταύτην.
5.Εάν εγένοντο δεκτοί εις την δημοπρασίαν συναγωνιζόμενοι μη κεκτημένοι τα νόμιμα προσόντα ή μη πληρούντες τους δια της διακηρύξεως οριζόμενους όρους ή αν συναγωνιζόμενοι απεκλείσθησαν παρανόμως εκ της δημοπρασίας ή εάν κατά την διεξαγωγήν της δημοπρασίας εγένοντο άλλα λάθη, επιτρέπεται η μερική ακύρωσις της δημοπρασίας από του σημείου καθ' ο εγένετο η παρατυπία ή τα λάθη και η επανάληψις ταύτης κατά τας διατάξεις του νόμου, αφ' ου σημείου ηκυρώθη αύτη. Δια της περί μερικής ακυρώσεως και επαναλήψεως αποφάσεως ορίζεται ο τόπος και ο χρόνος της επαναλήψεως αυτής και τα μέλη της επιτροπής διεξαγωγής της μερικής ταύτης επαναλήψεως της δημοπρασίας. Η προθεσμία δια την συνέχισιν της δημοπρασίας είναι τουλάχιστον πέντε (5) ημέραι. δια την έγκρισιν, εις την περίπτωσιν της παρούσης παραγράφου, λαμβάνονται υπ' όψιν τα πρακτικά τόσον της αρχικής όσον και της κατά συνέχισιν δημοπρασίας.
6.Τα έξοδα δημοσιεύσεως περιλήψεως διακηρύξεως της αρχικής και τυχόν επαναληπτικών δημοπρασιών βαρύνουν τον ανάδοχον του έργου.
7.Εάν εις τον μειοδότην δεν κοινοποιηθή η απόφασις εγκρίσεως της δημοπρασίας εντός εξήκοντα (60) ημερών από της διενεργείας ταύτης δύναται ούτος να δηλώση εγγράφως ότι ανακαλεί οριστικώς την προσφοράν του. Εν τοιαύτη περιπτώσει επιστρέφεται εις τούτον εντός δέκα (10) ημερών, η κατατεθείσα εγγύησις συμμετοχής.
8.Έγκρισις γενομένη μετά την προθεσμίαν της ανωτέρω παραγράφου είναι, ισχυρά εφ' όσον δεν διαφωνεί εις τούτο ο υποβαλών την προσφοράν.
Άρθρον 23.
Σύμβασις εκτελέσεως.
1.Η δια την κατασκευήν του έργου σύμβασις καταρτίζεται βάσει της αποφάσεως περί εγκρίσεως του αποτελέσματος της δημοπρασίας δια συνολικών χρηματικόν ποσόν το εκ της δημοπρασίας προκύπτον μετά του εν τη μελέτη προβλεπομένου κονδυλίου απροβλέπτων. Η απόφασις εγκρίσεως κοινοποιείται εις τον υπέρ ου η κατακύρωσις καλούμενον όπως εις ωρισμένον τόπον και χρόνον εντός προθεσμίας ουχί ελάσσονος των τριών ουδέ μείζονος των δέκα (10) ημερών προσέλθη δια την υπογραφήν της συμβάσεως και κατάθεσιν της κατά το άρθρον 24 του παρόντος απαιτουμένης προς τούτο εγγυήσεως καλής εκτελέσεως.
2.Εάν ο κληθείς μειοδότης δεν εμφανισθή εντός της ανωτέρω τασσομένης προθεσμίας κηρύσσεται έκπτωτος δι' αποφάσεως του Κ.Δ.Σ. Δια την έκπτωσιν ταύτην δεν απαιτείται κοινοποίησις ειδικής προσκλήσεως.
Εις την σύμβασιν αναφέρονται και προσαρτώνται ως αναπόσπαστα και αποτελούνται εν μετ' αυτής, άπαντα τα συμβατικά στοιχεία της μελέτης ήτοι σχέδια και τεύχη μετά των τευχών της οικονομικής μελέτης καθώς και παν έτερον ειδικόν στοιχείον, υπογραφόμενα υπό των συμβαλλομένων.
3.Κατά την υπογραφήν της συμβάσεως ο ανάδοχος οφείλει να δηλώση την διεύθυνσιν εις ην δέον να κοινοποιώνται τα προς τούτον απευθυνόμενα έγγραφα της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας, ορίση δε πληρεξούσιον αντιπρόσωπον και αντίκλητον αποδεκτόν υπό της υπηρεσίας, κάτοικον της έδρας της διευθυνούσης υπηρεσίας, εξουσιοδοτημένον δια την παραλαβήν των κοινοποιουμένων αυτώ σχετικών εγγράφων.
Εις περίπτωσιν αρνήσεως τούτων δια την παραλαβήν των σχετικών εγγράφων ή απουσία και μη εξευρέσεως τούτων η κοινοποίησις των εγγράφων γίνεται κατά τας διατάξεις του Κώδικος Πολιτικής Δικονομίας, των εξόδων ταύτης βαρυνόντων τον ανάδοχον.
4.Απαραιτήτως εις την οικείαν σύμβασιν εργολαβίας δέον όπως περιλαμβάνωνται αι βαρύνουσαι το έργον κρατήσεις ειδικώς και κατά ποσοστόν και ο υπόχρεως προς πληρωμήν εκάστης τούτων.
5.Η μη εμφάνισις του αναδόχου προς υπογραφήν της συμβάσεως συνεπάγεται την υπέρ του κυρίου του έργου κατάπτωσιν της εγγυήσεως συμμετοχής εις την δημοπρασίαν.
Άρθρον 24.
Εγγύησις καλής εκτελέσεως.
1.Δια την υπογραφήν της συμβάσεως απαιτείται η υπό του αναδόχου των έργων προσκόμισις εγγυήσεως καλής εκτελέσεως ήτις ορίζεται εις ποσοστόν επί της εκ της προσφοράς του αναδόχου προκυπτούσης συνολικής δαπάνης του έργου, περιλαμβανομένων και των απροβλέπτων δαπανών. Το ποσοστόν της εγγυήσεως ορίζεται εις πέντε επί τοις εκατόν (5 %) κατατιθεμένης εγγυητικής επιστολής ως εις το άρθρον 11 του παρόντος παράγραφοι 2 και 3 αναφέρεται.
2.Συμπληρωματική εγγύησις εκτελέσεως απαιτείται και επί πάσης μεταγενεστέρας αυξήσεως του χρηματικού αντικειμένου της συμβάσεως κατά το αυτό ποσοστόν της προηγουμένης παραγράφου λογιζόμενη επί του ποσού της αυξήσεως. Η συμπληρωματική αυτή εγγύησις κατατίθεται υπό του αναδόχου εις την διευθύνουσαν Υπηρεσίαν επί τη κοινοποιήσει προς τον ανάδοχον της εγκριτικής αποφάσεως και εν πάση περιπτώσει προ της εκδόσεως της εντολής πληρωμής επί του πρώτου λογαριασμού, του συντασσομένου καθ' υπέρβασιν του ποσού της συμβάσεως. Εν μη καταθέσει της εγγυήσεως ταύτης παρακρατείται αύτη εκ των τοιούτων λογαριασμών πληρωμής και με το αυτό ποσοστόν επί παντός καθ' υπέρβασιν του χρηματικού αντικειμένου πιστοποιουμένου ποσού. Εις περίπτωσιν μειώσεως του συμβατικού αντικειμένου, αιτήσει του αναδόχου επέρχεται ανάλογος μείωσις των εγγυήσεων.
3.Η εγγύησις καλής εκτελέσεως συμπληρούται δια των κρατήσεων επί των εκάστοτε εκδιδομένων κατά τας διατάξεις του άρθρου 56 του παρόντος εντολών πληρωμής. Η κράτησις αύτη ορίζεται εις ποσοστόν πέντε επί τοις εκατόν (5%) επί της συνολικής, κατά την ελεγχείσαν πιστοποίησιν, άξιας των εκτελεσθεισών εργασιών και εις ποσοστόν δέκα επί τοις εκατόν (10%) επί της αξίας των τυχόν περιλαμβανομένων εις την πιστοποίησιν υλικών.
4.Αι κατά τας ανωτέρω παραγράφους 13 εγγυήσεις καλής εκτελέσεως καλύπτουν εν τω συνόλω των, αδιακρίτως την πιστήν στην εφαρμογήν πάντων των όρων της συμβάσεως και οιανδήποτε απαίτησιν του κυρίου του έργου κατά του αναδόχου, προκύπτουσαν ένεκα του έργου.
5.Το σύνολον της κατά τας παραγράφους 1 έως και 3 του παρόντος άρθρου εγγυήσεως μειούται, κατά την διάρκειαν της κατασκευής των έργων, κατά ποσοστόν επί της αξίας των τελικώς επιμετρηθεισών εργασιών, των οποίων η επιμέτρησις ηλέγχθη και εγένετο αποδεκτή υπό της υπηρεσίας. Το ποσοστόν της τοιαύτης μειώσεως ανέρχεται εις τόσας επί τοις εκατόν μονάδας, όσαι αι κατά την παράγραφον 1 εφαρμοζόμενοι εις την συγκεκριμένην περίπτωσιν μονάδες εγγυήσεως, προσαυξημένοι κατά μίαν ακεραίαν μονάδα.
Η κατά τα ανωτέρω μείωσις γίνεται δι' αποφάσεως του προϊσταμένου της διευθυνούσης Υπηρεσίας, εκδιδομένης επί σχετικής αιτήσεως του αναδόχου. Δια της αιτήσεως ταύτης υποβάλλεται ειδικός απολογισμός εμφαίνων την εκκαθαρισθείσαν, βάσει των γενομένων αποδεκτών τελικών επιμετρήσεων, δαπάνην.
6.Αι λοιπαί εγγυήσεις αποδίδονται μετά την οριστικήν παραλαβήν. Προ ταύτης επιτρέπεται αποδέσμευσις μέρους των ως άνω εγγυήσεων μετά συντέλεσιν της προσωρινής παραλαβής, κατόπιν αιτήσεως του αναδόχου και εφ' όσον ήθελε κριθή ότι αι απομένουσαι εγγυήσεις εξασφαλίζουν τα συμφέροντα του κυρίου του έργου κατά τον μέχρι της οριστικής παραλαβής χρόνον. Η κατά τα ανωτέρω αποδέσμευσις δεν δύναται να είναι μείζων ποσού αντιστοιχούντος εις ποσοστόν 2% επί της αξίας των παραλαμβανομένων εργασιών.
Άρθρον 25.
Επίβλεψις κατασκευής έργου.
1.Η επίβλεψη αποσκοπεί εις την πιστήν τήρησιν των όρων της συμβάσεως υπό του αναδόχου και εις την κατασκευήν του έργου υπ' αυτού κατά τους κανόνας της τέχνης, επί τω σκοπώ πληρεστέρας ανταποκρίσεως προς τον προορισμόν του. Η επίβλεψις είναι συνεχής και διαρκής καθ' όλην την διάρκειαν της κατασκευής και μέχρις αποπερατώσεως του έργου.
2.Η διευθύνουσα το έργον υπηρεσία ορίζει τον επιβλέποντα το έργον μηχανικόν, ενδεχομένως μετά των βοηθών αυτού.
Εις περιπτώσεις κατά τας οποίας ο κύριος του έργου δεν διαθέτει ιδίαν Τεχνικήν Υπηρεσίαν. Η επίβλεψις ανατίθεται εις ιδιώτας αναλόγου ειδικότητος τεχνικούς συμφώνως τω άρθρω 6 του παρόντος υπό του κυρίου του έργου μετ' έγκρισιν του Κ.Δ.Σ. και γνωμοδότησιν της παρά τη ΤΥΕ Επιτροπής Έργων. Ουδέν έργον εκτελείται άνευ προηγουμένου διορισμού επιβλέποντος μηχανικού.
3.Ο επιβλέπων μηχανικός αποτελεί τον άμεσον βοηθόν της διευθυνούσης το έργον αρχής ως και του κυρίου του έργου και επιμελείται των εν τη παραγράφω 1 του παρόντος άρθρου αναφερομένων.
4.Ο επιβλέπων φέρει ακεραίαν την ευθύνην δια τας ποσότητας των υπ' αυτού ελεγχθεισών επιμετρήσεων και των βάσει τούτων εκδοθεισών πιστοποιήσεων, λογαριασμών ως και της ποιότητος των κατασκευών. Ο βοηθός του επιβλέποντος ευθύνεται δια τας συγκεκριμένας ενεργείας τας κατά την άσκησιν της επιβλέψεως ανατεθείσας εις αυτόν. Επί πλειόνων ασκησάντων διαδοχικώς καθήκοντα επιβλέποντος ή βοηθού έκαστος ευθύνεται δια το αντίστοιχον μέρος των εργασιών.
5.Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου τελούν υπό την επιφύλαξιν ακεραίας της ευθύνης αναδόχου κατά τας διατάξεις του Νόμου και της συμβάσεως.
Άρθρον 26.
Εγκατάστασις εργολάβου.
1.Η διευθύνουσα το έργον Υπηρεσία υποχρεούται όπως, εντός δέκα (10) ημερών από της υπογραφής της συμβάσεως, καλέση εγγράφως τον ανάδοχον προς εγκατάστασιν εντός προθεσμίας ουχί ελάσσονος των οκτώ (8) ημερών και μείζονος των δέκα πέντε (15) ημερών. Δια της προσκλήσεως ορίζεται ο τόπος, η ημέρα και η ώρα της εγκαταστάσεως. Περί της εγκαταστάσεως συντάσσεται σχετικόν πρωτόκολλον υπογραφόμενον υπό του επιβλέποντος και του αναδόχου. Εν τω πρωτοκόλλω τούτω γίνεται μνεία των δια της συμβάσεως παραδοθέντων στοιχείων της μελέτης του προς εκτέλεσιν έργου. Εάν ο ανάδοχος αμφισβητή την δυνατότητα ενάρξεως των εργασιών συμφώνως προς τους όρους της συμβάσεως υπογράφει το πρωτόκολλον μετ' επιφυλάξεως. Εν τη περιπτώσει ταύτη τούτο επέχει θέσιν πράξεως της διευθυνούσης το Έργον Υπηρεσίας, η δε κατ' αυτού ένστασις δέον όπως υποβληθή αύτη εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από της μετ' επιφυλάξεως υπογραφής αυτού.
2.Εάν παρέλθη μην από της υπογραφής της εργολαβικής συμβάσεως, χωρίς η Υπηρεσία να χωρίση εις την εγκατάστασιν του εργολάβου, εκτός εάν άλλως ορίζεται εις την οικείαν σύμβασιν ούτος δύναται να ζήτηση την διάλυσιν της εργολαβίας. Η προς διάλυσιν αίτησις περιλαμβάνει καθαράν και άνευ αιρέσεων την δήλωσιν περί διαλύσεως της εργολαβίας, υποβαλλομένης εις την διευθύνουσαν το έργον υπηρεσίαν εντός πέντε (5) ημερών από της παρελεύσεως του μηνός. Η υπηρεσία εντός δέκα (10) ημερών από της εις ταύτην υποβολής της ως άνω αιτήσεως οφείλει να υποβάλη ταύτην εις την Επιτροπή Έργων ήτις γνωματεύει ως προς τον νόμιμον της αιτήσεως εντός προθεσμίας τριάκοντα (30) ημερών από της υποβολής της δηλώσεως. Το Κ.Δ.Σ. μετά γνώμην της Επιτροπής Έργων ως προς το νόμιμον της αιτήσεως αποφαίνεται επί ταύτης εντός δύο μηνών από της υποβολής της δηλώσεως. Παρελθούσης απράκτου της προθεσμίας ταύτης η σύμβασις θεωρείται διαλυθείσα.
3.Εις περίπτωσιν διαλύσεως της εργολαβικής συμβάσεως κατά την προηγουμένην παράγραφον επιστρέφεται εις τον ανάδοχον η κατατεθείσα εγγυητική επιστολή καλής εκτελέσεως και αναγνωρίζεται υπέρ αυτού, μετά γνωμοδότησιν της παρά τη ΤΥΕ Επιτροπής Έργων, αποζημίωσις δια τας πραγματικάς δαπάνας εκ της εκδόσεως εγγυητικών επιστολών, δημοσιεύσεως της διακηρύξεως και τελών εν γένει της προσφοράς του κατά την δημοπρασίαν και της συμβάσεως και εξ επί πλέον ποσού καθοριζομένου υπό του Κ.Δ.Σ. μετά γνώμην της Επιτροπής Έργων, του συνόλου της αποζημιώσεως μη δυναμένου να υπερβή το έν διακοσιοστόν του πόσου της συναφθείσης συμβάσεως.
4.Εάν ο ανάδοχος δεν προσέλθη προς εγκατάστασιν εντός της κατά την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου προθεσμίας το Κ.Δ.Σ. δύναται άνευ ετέρας τινός διαδικασίας να κηρύξη, τον ανάδοχον έκπτωτον άνευ κοινοποιήσεως ειδικής προσκλήσεως της εγγυήσεως καλής εκτελέσεως καταπιπτούσης υπέρ του κυρίου του έργου.
Άρθρον 27.
Πρόγραμμα κατασκευής έργου.
1.Εντός καθοριζομένης δια των συμβατικών τυχών προθεσμίας, ο ανάδοχος οφείλει να υποβάλη εις την διευθύνουσαν υπηρεσίαν πρόγραμμα κατασκευής του έργου ανταποκρινόμενον προς τας εκ της συμβάσεως υποχρεώσεις του.
2.Το πρόγραμμα κλιμακούται εντός των υπό των συμβατικών τευχών οριζομένων τμηματικών προθεσμιών και συντάσσεται με βασικήν επιδίωξιν τον συντονισμόν των δραστηριοτήτων προς απόδοσιν κατά το εφικτόν ολοκληρωμένου κατά χρησιμοποιήσιμα τμήματα έργου.
3.Το πρόγραμμα συντάσσεται υπό τύπον γραμμικού διαγράμματος και απεικονίζει την εν τω χρόνω ανάπτυξιν των επί μέρους έργων ή εργασιών προς επίτευξίν του κατά την προηγουμένην παράγραφον σκοπού. Το πρόγραμμα συνοδεύεται υπό εκθέσεως αναλυούσης και αιτιολογούσης πλήρως τον προτεινόμενον προγραμματισμόν.
4.Επί σημαντικών έργων δύναται να περιληφθή εις τα συμβατικά τεύχη υποχρέωσις του αναδόχου περί εφαρμογής της μεθόδου της δικτυωτής αναλύσεως και της μετατροπής, του δικτύου εις γραμμικόν διάγραμμα.
5.Η διευθύνουσα Υπηρεσία αποφαίνεται επί του υποβληθέντος προγράμματος, δυναμένη να τροποποιήση τας προτάσεις του αναδόχου ως προς την σειράν και την διάρκειαν της κατασκευής των έργων και τη εν τω χρόνω κλιμάκωσιν των πιστώσεων. Εκτός αν άλλως ορίζεται δια των συμβατικών τευχών, η κατά τα ανωτέρω απόφασις εκδίδεται εντός μηνός από της υποβολής υπό του αναδόχου του προγράμματος και των συνοδευόντων τούτο στοιχείων.
Εάν η απόφασις αύτη δεν εκδοθή εντός της κατά τα ανωτέρω προθεσμίας ή εάν εντός της προθεσμίας ταύτης δεν ζητηθή εγγράφως υπό της διευθυνούσης Υπηρεσίας τυχόν διευκρίνισις ή αναμόρφωσις ή συμπλήρωσις του προγράμματος, θεωρείται τούτο ως αυτοδικαίως εγκριθέν.
6.Το κατά τα ανωτέρω εγκρινόμενον πρόγραμμα κατασκευής των έργων τυγχάνει υποχρεωτικόν δια τον ανάδοχον, όστις οφείλει να αναπτύξη πάσαν επιμέλειαν και δραστηριότητα δια την εφαρμογήν του.
7.Επιφυλασσομένων των διατάξεων περί ευθύνης εκ της μη εμπροσθέτου κατασκευής των εργασιών, το πρόγραμμα, περιπτώσεως τυχούσης, αναθεωρείται, κατά την αυτήν ως άνω διαδικασίαν.
8.Εν περιπτώσει καθ' ην ο ανάδοχος δεν ήθελε συμμορφωθή προς τας εκ των ανωτέρω και τας υπό της συμβάσεως του οριζομένας υποχρεώσεις δια την υποβολήν προγράμματος, δύναται να κηρυχθή έκπτωτος, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 49 του παρόντος.
Άρθρον 28.
Παρουσία του εργολάβου εις το έργον
και Τεχνική Διεύθυνσις των έργων υπό του αναδόχου.
1.Ο εργολάβος υποχρεούται, όπως καθ' όλην την διάρκειαν της εκτελέσεως των έργων παρακολουθή αυτοπροσώπως τας εργασίας, διορίζων εις περίπτωσιν απουσίας αυτού κατάλληλον αντιπρόσωπον αυτού δια την Τεχνικήν και την εν γένει διεύθυνσιν των έργων τη εγκρίσει πάντοτε της Υπηρεσίας, προς ην οφείλει να ανακοινώση τον παρ' αυτού οριζόμενον αντιπρόσωπον. Η διευθύνουσα Υπηρεσία δύναται να αξίωση όπως ο διευθύνων τα έργα αντιπρόσωπος του αναδόχου είναι Μηχανικός ή έτερος Τεχνικός διαθέτων τα προς τούτο προσόντα. Η Υπηρεσία οφείλει εντός μηνός από της κοινοποιήσεως αυτή του αντιπροσώπου όπως εκδόση απόφασιν αναγνωρίσεως τούτου, άλλως παρελθούσης αυτής απράκτου θεωρείται ως αποδεχομένη τούτον.
2.Προκειμένου περί εκτελέσεως έργων πάσης φύσεως, η Υπηρεσία δύναται να διάταξη τον εργολάβον, εφ' όσον ούτος δεν έχει πτυχίον τεχνικής Σχολής, όπως προσλάβη κατά την εκτέλεσιν μέρους ή όλου του έργου, δι' ωρισμένον χρόνον ή και καθ' όλην την διάρκειαν της εκτελέσεως των εργασιών, διπλωματούχον μηχανικόν ή Υπομηχανικόν ή έτερον ειδικόν επιστήμονα, όστις θα διευθύνη υπευθύνως τα έργα και αντιπροσωπεύη τον εργολάβον απουσιάζοντα εκ του τόπου εκτελέσεως αυτών.
3.Δια των συμβατικών τευχών δύναται να ορίζωνται τα ειδικά προσόντα τα οποία δέον όπως κέκτηνται οι κατά τας προηγουμένας παραγράφους διευθύνοντες τα έργα.
4.Εν περιπτώσει καθ' ην ο εργολάβος αρμοδίως καλούμενος δεν συμμορφωθή προς τας διατάξεις του παρόντος άρθρου εντός προθεσμίας τασσομένης δια της προς αυτόν προσκλήσεως, πάντως ουχί μικροτέρας των 20 ημερών, η διευθύνουσα το έργον Υπηρεσία δύναται να διορίζη απ' ευθείας μηχανικόν ή υπομηχανικόν εις βάρος και δια λογαριασμόν του εργολάβου επί μισθώ αναλόγως προς το είδος του έργου, τον χρόνον εκτελέσεως και τας γενικάς συνθήκας εκτελέσεως αυτού.
5.Ο ανάδοχος ή ο αντ' αυτού διευθύνων τα έργα προσκλήσει της Υπηρεσίας υποχρεούται όπως συνοδεύη τον επιβλέποντα, διευθύνοντα ή επιθεωρούντα τα έργα τεχνικόν υπάλληλον του εργοδότου ή τον κύριον του έργου κατά τας επί τόπου των έργων μεταβάσεις των προς επίβλεψιν, έλεγχον ή επιθεώρησιν έργων.
Άρθρον 29.
Συμμόρφωσις του αναδόχου προς την σύμβασιν και τας διαταγάς της Υπηρεσίας.
1.Ο ανάδοχος υποχρεούται να κατασκευάση το έργον κατά τους όρους της συμβάσεως και τας συμφώνους προς ταύτην εγγράφους εντολάς του κυρίου του έργου, να εφαρμόζη πιστώς τα εγκεκριμένα διαγράμματα, να τηρή τας διαστάσεις και την διάταξιν των διαφόρων μερών των έργων και να συμμορφούται επακριβώς προς τας διατάξεις των οικείων συγγραφών υποχρεώσεων.
2.Εάν ο ανάδοχος του έργου δεν εκπληροί προσηκόντως τας ως άνω υποχρεώσεις του δύναται να κηρυχθή έκπτωτος.
3.Εάν κατά την διενέργειαν της κατασκευής των έργων ο ανάδοχος αντιμετωπίση συνθήκας ή εμπόδια τα οποία δεν έχουν προβλεφθή υπό της συμβάσεως, οφείλει όπως ειδοποιήση αμελλητί και εγγράφως την διευθύνουσαν Υπηρεσίαν, υποβάλλων άμα τας ιδίας προτάσεις αυτού προς περαιτέρω αντιμετώπισιν των ανακυπτόντων εκ των λόγων τούτων θεμάτων. Προς τας αποφάσεις της Υπηρεσίας υποχρεούται ο ανάδοχος όπως συμμορφωθή εφαρμοζομένων εν διαφωνία των σχετικών διατάξεων του παρόντος.
4.Ο ανάδοχος εις ουδεμίαν αποζημίωσιν δικαιούται δια γενομένας άνευ εγγράφου διαταγής μεταβολάς, συνεπαγομένας μείζονα δαπάνην έστω και αν αι μεταβολαί αύται καθιστούν το έργον στερεώτερον ή βελτιώνουν την μορφήν αυτού.
Δια πάσαν μεταβολήν εξ ης επήλθεν οικονομία καταβάλλεται εις τον ανάδοχον μόνον ή ανάλογος προς την γενομένην εργασίαν δαπάνη. Εάν εκ της μεταβολής προκύπτη θέμα πλημμελούς κατασκευής εφαρμόζονται αι σχετικαί διατάξεις του παρόντος.
5.Ο ανάδοχος ουδεμίαν έχει υποχρέωσιν όπως συμμορφωθή προς διαταγάς διδομένας αυτώ προφορικώς. Εις περίπτωσιν καθ' ην η διαταγή λόγω του επείγοντος χαρακτήρος της δίδεται επί τόπου των έργων, καταχωρείται εν τω ημερολογίω. Εάν την διαταγήν, έδωκεν ο επιβλέπων, οφείλει να ενημερώση εγγράφως την διευθύνουσαν Υπηρεσίαν προς έκδοσιν κανονικής διαταγής. Εάν δια της εν λόγω διαταγής δεν υιοθετήται πλήρως η εντολή του επιβλέποντος πάσα εργασία, εκτελεσθείσα υπό του αναδόχου, συμφώνως τη εντολή του επιβλέποντος μέχρι της ημέρας κοινοποιήσεως της διαταγής της Διευθυνούσης Υπηρεσίας θεωρείται ως καλώς γενομένη, αναγνωριζομένης υπέρ αυτού της προσηκούσης δια τας ούτω εκτελεσθείσας εργασίας πληρωμής.
6.Ο ανάδοχος υποχρεούται να εκτελή τας εργασίας κατά τας εγκρινομένας υπό της υπηρεσίας τροποποιήσεις της τεχνικής μελέτης του έργου, επιφυλασσομένων των δικαιωμάτων αυτού εκ της τροποποιήσεως του προϋπολογισμού του άρθρου 37 του παρόντος.
Άρθρον 30.
Γενικαί υποχρεώσεις του αναδόχου.
1.Ο ανάδοχος υποχρεούται όπως διαθέτη το δια την κατασκευήν των έργων αναγκαιούν προσωπικόν και παντός είδους μηχανήματα, εγκαταστάσεις, μεταφορικά μέσα, και εργαλεία, πλην εκείνων δι' α ρητώς άλλως ορίζεται εν τη συμβάσει. Ο ανάδοχος αναλαμβάνει πάσας τας σχετικάς δαπανάς, ιδία δε τους μισθούς και ημερομίσθια, ασφαλιστικάς εισφοράς και λοιπάς εργοδοτικάς επιβαρύνσεις, την αξίαν των πάσης φύσεως υλικών, τα μισθώματα και αποσβέσεις μηχανημάτων ή μεταφορικών μέσων, τα μισθώματα αποθηκών, ορυχείων και πάντα τα γενικά έξοδα αυτού.
2.Αι δαπάναι της επί του εδάφους εφαρμογής των σχεδίων, αι δαπάναι δια τας καταμετρήσεις εν γένει, η σύστασις των εργοταξίων, αι δαπάναι ελέγχου ποιότητος και αντοχής των έργων και πάσα εν γένει συμπαρομαρτούσα δαπάνη δια την κατασκευήν των έργων βαρύνουν τον ανάδοχον, εφ' όσον δεν γίνεται εξαίρεσις δια μίαν ή πλείονας αυτών εν τη συμβάσει. Η κατασκευή οδών προσπελάσεως βαρύνει τον ανάδοχον εφ' όσον τούτο ορίζεται δια της συμβάσεως.
3.Ο ανάδοχος βαρύνεται με πάντας ανεξαρτήτως τους φόρους, τέλη, δασμούς και εισφοράς υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων κατά τας κειμένας διατάξεις.
4.Ο ανάδοχος ευθύνεται δια πάσαν ζημίαν προκαλουμένην υπ' αυτού ή των υπ' αυτού προστηθέντων, εις τον κύριον του έργου ή εις οιονδήποτε τρίτον. Υποχρεούται επίσης να τηρή τας κειμένας διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας, τας τοιαύτας περί προλήψεως εργατικών ατυχημάτων και πάντας εν γένει τους ισχύοντας Κανονισμούς.
5.Αι δια την εκτέλισιν του έργου δραστηριότητες του αναδόχου υπόκεινται εις τον έλεγχον του επιβλέποντος όστις, εάν κρίνη ότι ο ρυθμός εκτελέσεως δεν ανταποκρίνεται εις τας απαιτήσεις της συμβάσεως, προς διασφάλισιν της εμπροσθέτου αποπερατώσεως του έργου ή τμημάτων αυτού δύναται να διατάξη, την λήψιν μέτρων προς επίσπευσιν της εκτελέσεως των έργων. Η σχετική προς τούτο διαταγή δίδεται κατά την διαδικασίαν την προβλεπομένην υπό της παραγράφου 2 του άρθρου 53 του παρόντος. Η μη ενάσκησις του κατά τα ανωτέρω ελέγχου υπό του επιβλέποντος δεν ανατρέπει τας εκ της συμβάσεως υποχρεώσεις του αναδόχου δια την εμπρόθεσμον εκτέλεσιν των έργων.
Άρθρον 31.
Προσωπικόν του εργολάβου.
1.Δια την επί τόπου των έργων εφαρμογήν της συμβάσεως και δια τας επί τόπου καταμετρήσεις ο ανάδοχος δέον να διαθέτη το απαιτούμενον επιστημονικόν και βοηθητικόν προσωπικόν, όπερ δύναται να καθορίζηται και δια της συμβάσεως κατ' εκτίμησιν.
2.Ο αριθμός του δι' εκάστην εργασίαν αναγκαίου προσωπικού εν τη εκτελέσει του έργου είναι ανάλογος προς την σημασίαν του έργου, το ποσόν των εργασιών, την ανάγκην της προς διευκόλυνσιν ή εξασφάλισιν του έργου περατώσεως ωρισμένων εργασιών, τας συνθήκας εργασίας, τον τόπον του έργου, τα χρονικά όρια εκτελέσεως αυτού ως και τας διαταγάς και εντολάς της υπηρεσίας περί της εκτελέσεως αυτού.
Η υπηρεσία δικαιούται να διατάσση την ενίσχυσιν των συνεργείων του εργολάβου, όστις διατασσόμενος υποχρεούνται να υποβάλη αυτώ πλήρη κατάλογον των εν τω έργω απασχολουμένων ονομαστικώς.
Άπαν το προσωπικόν του εργολάβου δέον να έχη την απαιτουμένην καταλληλότητα και τα νόμιμα προσόντα δια τον σκοπόν δι' ον χρησιμοποιείται. Η διευθύνουσα Υπηρεσία δικαιούται να διατάξη την εκ των έργων απομάκρυνσιν των απειθών ή ακαταλλήλων εκ του προσωπικού του αναδόχου.
3.Ο ανάδοχος υποχρεούται να λαμβάνη την ενδεικνυομένην μέριμναν και να καταβάλη πάσαν προσπάθειαν προς αποτροπήν κακής ή αντικειμένης προς την δημοσίαν τάξιν και την εκκλησιαστικήν τοιαύτην συμπεριφοράν του εν γένει προσωπικού, υποχρεουμένου δε όπως τηρή τα υπό των αρμοδίων πολιτικών και εκκλησιαστικών αρχών υποδεικνυόμενα μέτρα ασφαλείας και των ειδικών όρων της ειδικής συγγραφής υποχρεώσεων.
4.Άπαντα τα μέτρα τα αφορώντα την επιλογήν, πρόσληψιν, μεταφοράν, πληρωμήν, ασφάλισιν, εργατικάς εισφοράς, τροφοδοσίαν και στέγασιν εάν απαιτήται τούτο, των εργαζομένων υπό τον ανάδοχον οιασδήποτε κατηγορίας, βαρύνουσιν αποκλειστικώς τούτον, υπόκεινται δε εις τας διατάξεις της εργατικής Νομοθεσίας, του κυρίου του έργου ουδεμίας ευθύνης υπέχοντος δι' ενδεχομένην παράλειψιν του εργολάβου έναντι τούτων ή διένεξιν μετ' αυτών.
Άρθρον 32.
Ποιότης υλικών.
1.Τα δι' έκαστον είδος εργασίας χρησιμοποιούμενα υλικά θα είναι γενικώς μεν εκ των της καλυτέρας ποιότητος παρεχομένων υπό των συμβατικών αγορών, ειδικώτερον δε υγιά και άνευ βλαβών ή άλλων ελαττωμάτων. Τα χαρακτηριστικά των υλικών δεν δύνανται να είναι διάφορα των δι' εκάστην χρήσιν οριζομένων.
2.Ο ανάδοχος είναι υπεύθυνος δια την καταλληλότητα πάντων των υλικών κατά τα υπό των οικείων συμβάσεων προδιαγραφόμενα. Η ποιότης των υλικών υπόκειται εις τον έλεγχον υπό της διευθυνούσης υπηρεσίας το έργον, ήτις δύναται να απαγορεύση την χρησιμοποίησιν αυτών προ της ασκήσεως του προσήκοντος ελέγχου. Ο ανάδοχος υποχρεούται να απομακρύνη του εργοταξίου τα κριθέντα ως αδόκιμα από της υπηρεσίας υλικά δαπάναις του. Η μη άσκησις του δικαιώματος τούτου υπό της υπηρεσίας ή η μη διάγνωσις του ελαττώματος δεν απαλλάσσει τον εργολάβον της υποχρεώσεως όπως, εν ή περιπτώσει μέχρι της οριστικής παραλαβής του έργου ήθελεν αποκαλυφθή κακή ποιότης υλικών ή αμέλεια εν τη χρήσει αυτών, αντικαταστήση τα μήπω χρησιμοποιηθέντα αδόκιμα υλικά και καθαιρέση τα δι' αυτών τυχόν εκτελεσθέντα έργα, ανακατασκευάζων αυτά δια νέων καταλλήλων υλικών, άνευ ουδεμιάς αποζημιώσεως.
3.Τα έξοδα τα οποία απαιτούνται δια την εξέτασιν των πάσης φύσεως υλικών των εισκομιζομένων εις το έργον υπό του εργολάβου, βαρύνουν εξ ολοκλήρου τούτον.
4.Προκειμένου περί υλικών προερχομένων υπό του κυρίου του έργου, ο εργολάβος διατασσόμενος υπό της υπηρεσίας οφείλει να χρησιμοποιήση ταύτα, την ευθύνην δια την τυχόν κακήν ποιότητα τούτων φέρει ο διατάσσων την χρήσιν αυτών, του εργολάβου ευθυνόμενου μόνον δια την περίπτωσιν κακής κατασκευής εν τη εκτελέσει του έργου.
5.Δια τα υλικά της προηγουμένης παραγράφου άτινα ο ανάδοχος υποχρεούται βάσει της συμβάσεως ή διαταγή της υπηρεσίας να χρησιμοποιήση συντάσσεται υπό του επιβλέποντος πρωτόκολλον εις το οποίον αναγράφεται το είδος, η ποσότης μετά μνείας των προδιαγραφών του υλικού. Προ της υπογραφής του πρωτοκόλλου τούτου ο ανάδοχος δεν δύναται να χρησιμοποιήση τα ως άνω υλικά.
Άρθρον 33.
Παλαιά υλικά.
1.Τα εις ορύγματα ή επί του εδάφους ή εις ερείπια συναντώμενα υλικά ανήκουν εις τον κύριον του έργου, του αναδόχου δικαιουμένου εις αποζημίωσιν δια την προς εξαγωγήν ή διαλογήν αυτών, γενομένην δαπάνην.
2.Επί καθαιρέσεως παλαιών έργων προς χρήσιν των εκ τούτου υλικών ο ανάδοχος οφείλει να λάβη τα κατάλληλα μέτρα όπως αποτραπή βλάβη εις τα εκ της καθαιρέσεως υλικά ή προξενηθή ή κατά το δυνατόν μικρότερα.
3.Δια τα υλικά των προηγουμένων παραγράφων, άτινα ο ανάδοχος υποχρεούται βάσει της συμβάσεως ή διαταγή της υπηρεσίας να χρησιμοποιήση συντάσσεται υπό του επιβλέποντος πρωτόκολλον εν ω αναγράφεται το είδος, το ποσόν, η ποιότης και ενδεχομένως αι διαστάσεις των υλικών τούτων. Προ της υπογραφής του πρωτοκόλλου τούτου ο ανάδοχος δεν δύναται να χρησιμοποιήση τα ως άνω υλικά.
Άρθρον 34.
Αρχαιότητες.
Ο ανάδοχος υποχρεούται να γνωστοποιήση αμελλητί εις την διευθύνουσαν το έργον Υπηρεσίαν την ανεύρεσιν ενδεχομένως κατά την κατασκευήν του έργου αρχαιοτήτων ή οιασδήποτε φύσεως έργων τέχνης, εφαρμοζομένων των κειμένων διατάξεων περί αρχαιοτήτων. Δια την εκ της αιτίας ταύτης καθυστέρησιν της προόδου των έργων έχει εφαρμογήν το άρθρον 41 μη αποκλειομένης και της εφαρμογής του άρθρου 42 του παρόντος.
Άρθρον 35.
Διευκόλυνσις προς ετέρους εργολήπτας.
Προστασία υφισταμένων κατασκευών.
1.Ο ανάδοχος υποχρεούται να μη παρακωλύη την εκτέλεσιν εργασιών υπό ετέρων εργοληπτών, χρησιμοποιουμένων υπό του κυρίου του έργου, εις εργασίας μη συμπεριλαμβανόμενας εις την σύμβασιν αυτού ή εξαιρεθείσας βραδύτερον νομίμως ταύτης ως και εις το προσωπικόν αυτού ή του κυρίου έργου ή και πάσης άλλης αρχής, τους ασχολουμένους με την εκτέλεσιν έργου εντός του εργοταξίου ή πλησίον αυτού.
2.Ο ανάδοχος υποχρεούται να προστατεύση τας υφισταμένας κατασκευάς και εκμεταλλεύσεις εναντίον βλαβών ή διακοπής λειτουργίας των, αίτινες είναι δυνατόν να επέλθουν λόγω των εργασιών αυτού.
Άρθρον 36.
Χρήσις των έργων προ της αποπερατώσεως.
1.Το έργον παραδίδεται εις χρήσιν μετά την αποπεράτωσιν των εργασιών πλην αν εις την σύμβασιν ή ως εκ της φύσεως των εργασιών προβλέπεται η παράλληλος προς την εκτέλεσιν των εργασιών χρήσις τούτου.
2.Προ της παραδόσεως εις χρήσιν συντάσσεται πρακτικόν περί της καταστάσεως των προς χρήσιν έργων. Το πρακτικόν συντάσσεται υπό Επιτροπής, οριζόμενης δι' αποφάσεως του κυρίου του έργου μεταξύ αυτής, του επιβλέποντος μηχανικού και του αναδόχου, καλουμένου δια προσκλήσεως επιδιδομένης επί αποδείξει. Εάν ο ανάδοχος κληθείς ούτω δεν παραστή το πρακτικόν συντάσσεται εν απουσία του και κοινοποιείται εις αυτόν. Το αυτό εφαρμόζεται και αν ο ανάδοχος αρνηθή την υπογραφήν αυτού.
3.Η προς χρήσιν παράδοσις του έργου δεν αναπληροί την παραλαβήν τούτου.
Δια βλάβας εκ της χρήσεως εφαρμόζεται το άρθρον 48 του παρόντος.
Άρθρον 37.
Τροποποίησις εργασιών.
1.Εάν η αρτιότης του έργου επιβάλλη την αύξησιν εργασιών εις ποσότητας ανωτέρας των εν τη αρχική συμβάσει οριζομένων, εκτελούνται αύται υποχρεωτικώς υπό του αναδόχου με τας συμβατικάς τιμάς μονάδος, εφ' όσον η επερχόμενη αύξησις της δαπάνης δι' εκάστην ομάδα ομοειδών, κατά την περί τούτου απο το συμβατικού προϋπολογισμού διάκρισιν, εργασιών, δεν υπερβαίνει το έν τέταρτον (1/4) της αντιστοίχου υπό του αρχικού προϋπολογισμού της συμβάσεως προβλεπομένης δαπάνης. Δια την περίπτωσιν συμβάσεων συνομολογηθεισών κατά τα εν άρθρω 19 του παρόντος Κανονισμού, το ποσοστόν τούτο υπολογίζεται επί του συνολικού χρηματικού αντικειμένου της συμβάσεως. Εάν η αύξησις των εργασιών συνεπάγεται αύξησιν δαπάνης πέραν του ως άνω ορίου, δικαιούται ο ανάδοχος του έργου να αρνηθή την εκτέλεσιν των επί πλέον εργασιών, εκτός αν προ της εκτελέσεως αυτών χωρήση ιδιαιτέρα συμφωνία μετά του κυρίου του έργου, ως προς τας τιμάς μονάδος των υπέρ το όριον τούτο ποσοτήτων, συναπτόμενη κατόπιν συμφώνου γνώμης της Επιτροπής Έργων.
2.Εάν παραστή ανάγκη εκτελέσεως νέων εργασιών μη προβλεπομένων υπό της συμβάσεως, ο ανάδοχος του έργου υποχρεούται να εκτέλεση ταύτας αμειβόμενος δια κανονιζομένων τιμών μονάδων αντιστοίχων προς τας νέας εργασίας, εφ' όσον η συνολική δαπάνη δια την εκτέλεσιν των νέων εργασιών δεν υπερβαίνει το έν τέταρτον (1/4) της συνολικής τοιαύτης του συμβατικού προϋπολογισμού. Εν περιπτώσει υπάρξεως παρεμφερών μονάδων εργασίας, ως νέαι εργασίαι δια τον υπολογισμόν του ποσοστού τούτου νοούνται μόνον αι επί πλέον ή έλαττον εργασίαι από της εγγυτέρας συμβατικώς τιμολογηθείσης τοιαύτης, αθροιστικώς λαμβανόμεναι. Πέραν του ως άνω ποσοστού εφαρμόζονται, αναλόγως αι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της προηγουμένης παραγράφου.
3.Εν περιπτώσει καθ' ην παρίσταται ανάγκη εκτελέσεως εργασιών εις ποσότητας ανωτέρας των δια των προηγουμένων παραγράφων προσδιοριζόμένω ορίων και δεν ήθελε χωρήσει συμφωνία μεταξύ κυρίου του έργου και αναδόχου δια την εκτέλεσιν των υπερσυμβατικών τούτων εργασιών, δικαιούται ο κύριος του έργου να περιορίση το αντικείμενον της συμβάσεως κατά τα υπό της επομένης παραγράφου οριζόμενα ή και να διαλύση ταύτην, πάντως δε να εκτελέση τα λοιπά έργα δι' ετέρου αναδόχου ή καθ' οιονδήποτε άλλον πρόσφορον τρόπον, περιλαμβανομένης και της εκτελέσεως των εργασιών απολογιστικώς απο το αναδόχου.
4.Ο κύριος του έργου δικαιούται να μείωση τας συμβατικάς εργασίας, άνευ αναγνωρίσεως οιασδήποτε εκ του λόγου τούτου αποζημιώσεως υπέρ του αναδόχου, μέχρι του ενός τετάρτου (1/4) του αρχικού συμβατικού χρηματικού αντικειμένου. Δια την πέραν του ποσοστού τούτου επιβαλλομένην μονομερώς υπό του κυρίου του έργου μείωσιν ο ανάδοχος δικαιούται αποζημιώσεως λογιζομένης επί χρηματικού ποσού, αντιστοιχούντος εις την πέραν του ενός τετάρτου (1/4) μείωσιν του συμβατικού χρηματικού αντικειμένου. Ο ανάδοχος δικαιούται ωσαύτως αποζημιώσεως και εάν υπό του κυρίου του έργου επιβληθή μονομερώς μείωσις πέραν του ημίσεος (1/2) εις σημαντικόν κονδύλιον, αντιπροσωπεύον τουλάχιστον το έν δέκατον (1/10) του αρχικού συμβατικού χρηματικού αντικειμένου, έστω και αν η κατά το προηγούμενον εδάφιον μείωσις του συνολικού προϋπολογισμού είναι κατωτέρα του ενός τετάρτου (1/4) του αρχικού συμβατικού χρηματικού αντικειμένου, πλην αν ο ανάδοχος συναινή εις την τοιαύτην μείωσιν. Η αποζημίωση λογίζεται επί χρηματικού ποσού αντιστοιχούντος εις την πέραν του ημίσεος μείωσιν του κονδυλίου. Συντρεχουσών αμφοτέρων των εν τοις προηγουμένοις εδαφίοις περιπτώσεων μειώσεως, η αποζημίωσις λογίζεται επί του μείζονος εξ αυτών χρηματικού ποσού. Δια τον κανονισμόν της κατά τα ανωτέρω αποζημιώσεως εφαρμόζονται αι διατάξεις του άρθρου 43 του παρόντος.
5.Άπαντα τα δια των ανωτέρω καθοριζόμενα όρια τροποποιήσεως του προϋπολογισμού της συμβάσεως αναφέρονται εις μεγέθη προσδιοριζόμενα δι' εφαρμογής των τιμών μονάδος του συμβατικού τιμολογίου και δεν επηρεάζονται εκ της αναθεωρήσεως των τιμών μονάδος κατ' εφαρμογήν των ισχυουσών περί ταύτης διατάξεων δια τα υπό του Δημοσίου εκτελούμενα έργα.
Άρθρον 38.
Κανονισμός τιμών μονάδος νέων εργασιών.
1.Εάν κατά την κατασκευήν των έργων παραστή ανάγκη εκτελέσεως νέας εργασίας, μη προβλεπομένης υπό του τιμολογίου της συμβάσεως, κανονίζεται δια ταύτην αντίστοιχος τιμή μονάδος. Ο Κανονισμός των τιμών μονάδος νέων εργασιών γίνεται κατόπιν σχετικής αιτήσεως του αναδόχου, περιλαμβανούσης την αιτιολογίαν της αναγκαιότητος εκτελέσεως της νέας εργασίας, την εκ των πραγμάτων εκτιμωμένην έκτασιν αυτής εις φυσικάς μονάδας και τον προσδιορισμόν της αιτουμένης τιμής. Εφ' όλων των σημείων της κατά τα ανωτέρω αιτήσεως εισηγείται εγγράφως ο επιβλέπων όστις επίσης δύναται να ζητήση και οίκοθεν τον Κανονισμόν τιμών μονάδος δια νέας εργασίας. Η τιμή κανονίζεται δια πρωτοκόλλου συντασσομένου υπό του προϊσταμένου της διευθυνούσης Υπηρεσίας κατ' αντιπαράστασιν του αναδόχου ή και απουσία αυτού, εάν ούτος κληθείς αρμοδίως δεν εμφανισθή.
2.Εν περιπτώσει υπάρξεως εν τω συμβατικώ τιμολογίω παρεμφερών μονάδων εργασίας, η τιμή συντάσσεται μόνον δια τα επί πλέον ή επί έλαττον στοιχεία.
3.Κανονισμός τιμών μονάδος νέων εργασιών ενεργείται ως ακολούθως:
α)Δια πλήρεις ή επί μέρους εργασίας περιλαμβανομένας εις εγκεκριμένα ή συμβατικά αναλυτικά τιμολόγια (αναλύσεις τιμών), αι τιμαί καθορίζονται βάσει του άρθρου του τιμολογίου αυτού.
β)Δια νέας εργασίας μη περιλαμβανομένας εις τοιαύτα αναλυτικά τιμολόγια, αι αντίστοιχοι τιμαί καθορίζονται βάσει πραγματικών στοιχείων της εκτελέσεως δια παρακολουθήσεως της αποδόσεως των εργατοτεχνιτών και μηχανημάτων και της αναλώσεως υλικών κατά την εκτέλεσιν επαρκούς μέρους της εργασίας ή δοκιμαστικής τοιαύτης. Τοιαύτα στοιχεία προκύψαντα εξ ετέρων εργολαβιών δεν αποτελούν τεκμήριον δια τον Κανονισμόν τιμών κατά τον ως άνω τρόπον τιμολογήσεως.
γ)Δια νέας εργασίας δυναμένας να τιμολογηθούν εν μέρει μόνον κατά τα εν εδαφίω α' της παρούσης, αι αντίστοιχοι τιμαί καθορίζονται κατά το μέρος τούτο βάσει του εδαφίου α' και κατά το υπόλοιπον μέρος βάσει του εδαφίου β'.
4.Προς καθορισμόν των κατά τα ανωτέρω τιμών μονάδος νέων εργασιών, ως βασικαί τιμαί ημερομισθίων και λοιπών αποζημιώσεων δι' εργασιών, μισθωμάτων, μηχανημάτων και υλικών και ειδών εν γένει λαμβάνονται, αι εν τοις οικείοις πρακτικοίς του χρόνου δημοπρατήσεως του έργου διαλαμβανόμεναι, ως αύται τελικώς διερμοφώθησαν κατά τας ισχυούσας διατάξεις. Ως τοιαύτα πρακτικά νοούνται τα των περιφεριεακών συμβουλίων Δημοσίων Έργων και Ειδικής Επιτροπής Διαπιστώσεως Διακυμάνσεως Τιμών (Ε.Ε.Δ.Δ.Τ.) κατά τας περί αυτών ισχυούσας διατάξεις. Εάν βασικαί τιμαί δεν περιλαμβάνωνται εις τα κατά τα ανωτέρω πρακτικά, αύται λαμβάνονται με την τρέχουσαν τιμήν των κατά τον χρόνον της δημοπρατήσεως. Υλικά και εξοπλισμός δια τα οποία δεν υπάρχει εις την αγοράν τρέχουσα τιμή τιμολογούνται βάσει των εις την συγκεκριμένην περίπτωσιν αποδεικτικών του πραγματικού κόστους των, δεόντως ελεγχομένων.
5.Αι ούτω κανονιζόμεναι τιμαί μονάδας νέων εργασιών υπόκεινται εις προσαύξησιν κατά το εργολαβικόν ποσοστόν και εις την έκπτωσιν δημοπρασίας. Επί συμβάσεως καταρτισθείσης κατόπιν δημοπρασίας δια συμπληρώσεως τιμολογίου, εις εκάστην νέαν τιμήν εφαρμόζεται η ειδική τεμαρκτή έκπτωσις της κατηγορίας εις την οποίαν ανήκει η τιμολογημένη εργασία. Κατά τον Κανονισμόν των νέων Τιμών μονάδος εν τη περιπτώσει ταύτη καθορίζεται πάντοτε η κατηγορία αύτη. Εάν η τιμολογουμένη εργασία δεν ανήκη καταφανώς εις ουδεμίαν των κατηγοριών της συμβάσεως εφαρμόζεται η γενική τεκμαρτή έκπτωσις.
6.Κατ' εξαίρεσιν από της προηγουμένης παραγράφου δεν εφαρμόζεται έκπτωσις δημοπρατήσεως: α)επί τιμών καθοριζομένων κατά τα εν εδαφίω β' της παραγράφου 3 και β)επί του μέρους της τιμής του αντιστοιχούντος εις τα ειδικά υλικά του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου. Το εις τα περιπτώσεις ταύτας αντιστοιχούν ποσόν κατ' εφαρμογήν του εργολαβικού ποσοστού υπόκειται πάντοτε εις την αντίστοιχον έκπτωσιν δημοπρασίας.
7.Εάν ο ανάδοχος αρνηθή την σύμπραξιν δια την κατάρτιση του πρωτοκόλλου, τούτο κοινοποιείται εις αυτόν κατά τα υπό του άρθρου 23 παράγραφος 4 οριζόμενα. Εις την περίπτωσιν ταύτην ως και εις την περίπτωσιν καθ' ην υπογράψη μετ' επιφυλάξεως το πρωτόκολλον, δικαιούται εις την υποβολήν ενστάσεως κατά τας διατάξεις του άρθρου 61 του παρόντος.
8.Το πρωτόκολλον υποβάλλεται προς έγκρισιν παραχρήμα μεν εάν εγένετο ανεπιφυλάκτως αποδεκτόν υπό του αναδόχου, μετά δε την υποβολήν ενστάσεως ή την παρέλευσιν απράκτου της προς τούτο προθεσμίας εις πάσαν άλλην περίπτωσιν. Μετά του πρωτοκόλλου υποβάλλεται πάντοτε έκθεσις του Προϊσταμένου της διευθυνούσης Υπηρεσίας εις ην αιτιολογείται η ανάγκη της εκτελέσεως νέων εργασιών, ο τρόπος τιμολογήσεως αυτών, η επιλογή των προτεινομένων νέων μονάδων εργασιών και παν έτερον χρήσιμον στοιχείον. Εις πάσας τας περιπτώσεις Κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών συντάσσεται μετά του πρωτοκόλλου απαραιτήτως και Συγκριτικός Πίναξ δια την ανάλογον τροποποίησιν του προϋπολογισμού.
9.Αι κανονιζόμεναι τιμαί μονάδος υπόκεινται εις την έγκρισιν του Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π. αποφαινομένου μετά γνώμης της Επιτροπής έργων. Ο ανάδοχος δύναται να προσφύγη εις την υπό του άρθρου 61 επίλυσιν τυχόν διαφωνίας του, αλλ' υποχρεούται εις την εκτέλεσιν των νέων εργασιών.
Άρθρον 39.
Τροποποιήσεις προϋπολογισμού.
1.Εάν κατά την εκτέλεσιν των έργων παραστή ανάγκη μεταβολής των κατά τον προϋπολογισμόν της συμβάσεως ποσοτήτων εργασιών ή προσθήκης νέων εργασιών, συντάσσεται Συγκριτικός Πίναξ προσδιορίζων τας αναγκαίας μεταβολάς των κονδυλίων και της αντιστοίχου δαπάνης. Εάν εις τον Συγκριτικόν Πίνακα περιλαμβάνωνται εργασίαι δια τας οποίας δεν υφίστανται τιμαί μονάδος, συνοδεύεται ούτος και υπό του πρωτοκόλλου Κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών κατά το άρθρον 38 του παρόντος. Ο Συγκριτικός Πίναξ συντάσσεται υπό του προϊσταμένου της διευθυνούσης Υπηρεσίας κατ' αντιπαράστασιν του αναδόχου ή και εν απουσία αυτού, εάν ούτος κληθείς δεν ενεφανίσθη. Αι απο το Συγκριτικού Πίνακος καθοριζόμεναι εργασίαι θα εκτελεσθούν με τας αυτάς τιμάς και τους αυτούς όρους της αρχικής συμβάσεως, εξαιρέσει των συμβατικών προθεσμιών δι' ας εφαρμόζεται το άρθρον 31 του παρόντος.
2.Ο Συγκριτικός Πίναξ φέρει τας απαραιτήτους στήλας περιλαμβανούσας εν αντιστοιχία τα μεγέθη των ποσοτήτων και της Δαπάνης : α)του αρχικού προϋπολογισμού, β)του ισχύοντος προϋπολογισμού βάσει του εγκριθέντος προηγουμένου Συγκριτικού Πίνακος και γ)του προτεινομένου προϋπολογισμού βάσει του ήδη συντασσομένου Συγκριτικού Πίνακος.
Ο Συγκριτικός Πίναξ φέρει επίσης στήλας περιλαμβάνουσας: α)ενδείξεις περί του είδους των εργασιών δια συνοπτικής περιγραφής αυτών, β)τας τιμάς μονάδος μετ' ενδείξεων του οικείου άρθρου τιμολογίου της συμβάσεως ή των πρωτοκόλλων Κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών και γ)τας εκ της συγκρίσεως των κονδυλίων του πρότερον ισχύοντος προϋπολογισμού και του προτεινομένου τοιούτου προκύπτουσας διαφοράς δαπάνης.
3.Η συνοδεύουσα τον Συγκριτικόν Πίνακα αιτιολογική έκθεσις αιτιολογεί τας εις αυτόν μεταβολάς, περιλαμβάνει δε επί πλέον εκτίμησιν της δαπάνης του όλου έργου βάσει των πράγματι απαιτουμένων, δια την ολοκλήρωσιν αυτού, ποσοτήτων εργασιών, εάν αι ποσότητες αύται δεν εμφανίζωνται εν τω συνόλω των εις τον Συγκριτικόν Πίνακα δι' οιονδήποτε λόγον.
4.Αι διατάξεις των παραγράφων 7, 8 και 9 του προηγουμένου άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και δια τας περιπτώσεις τροποποιήσεως του προϋπολογισμού κατά τον παρόν άρθρον.
Άρθρον 40.
Εκτέλεσις υπερσυμβατικών εργασιών υπό αναδόχου.
1.Εάν η μεταβολή των ποσοτήτων του προϋπολογισμού συνεπάγεται αύξησιν της δαπάνης του έργου μείζονα των εν άρθρω 37 παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος ορίων (υπερσυμβατικαί εργασίαι) ο ανάδοχος νοείται αποδειχθείς την εκτέλεσιν των υπερσυμβατικών εργασιών με τας ισχύουσας τιμάς, παραιτούμενος πάσης αξιώσεως δια τας υπό τα ως άνω όρια ποσότητας, εάν υπογράψη τον περιλαμβάνοντα τας εργασίας ταύτας Συγκριτικόν Πίνακα ανεπιφυλάκτως και δια τας εν ούτω ποσότητας.
2.Εάν ο ανάδοχος αρνήται την εκτέλεσιν των όπερ τα όρια της προηγουμένης παραγράφου εργασιών, υπογράφει τον Συγκριτικόν Πίνακα μετ' επιφυλάξεως και δηλοί ρητώς τούτο δια της κατά του Συγκριτικού Πίνακος ενστάσεως. Ο ανάδοχος εις την ένστασίν του υποβάλλει και πρότασιν περί των αξιουμένων υπ' αυτού τυχόν νέων τιμών δια την εκτέλεσιν των υπέρ τα υποχρεωτικά όρια ποσοτήτων.
3.Ο καθορισμός των υπό του αναδόχου υποχρεωτικώς εκτελεστέων ποσοτήτων εργασιών (οριακαί ποσότητες) εκάστης ομάδος εντός του πλαισίου των υποχρεωτικών δια
τον ανάδοχον ορίων αυξήσεως της παραγράφου 1 του άρθρου 37 του παρόντος γίνεται, εν περιπτώσει μη αποδεκτών υπό του αναδόχου υπερβάσεων των ορίων τούτων, μετ' εισήγησιν της διευθυνούσης Υπηρεσίας υπό της προϊσταμένης Αρχής.
4.Επί υποβληθεισών κατά τας διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου προτάσεων του αναδόχου δια νέας τιμάς προς εκτέλεσιν των υπερσυμβατικών εργασιών, αποφαίνεται το Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π. ενδεχομένως μετά προηγουμένας διαπραγματεύσεις και πάντως μετά γνώμην της Επιτροπής Έργων.
Δια της εγκριτικής του σχετικού Συγκριτικού Πίνακας αποφάσεως καθορίζονται αι δι' εκάστην εργασίαν νέαι τιμαί και αι κατά τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου αντίστοιχοι οριακαί ποσότητες πέραν των οποίων εφαρμόζονται αύται, επιφερομένων εις τον Συγκριτικόν Πίνακα των σχετικών διορθώσεων.
5.Εν περιπτώσει απορρίψεως των προτάσεων του αναδόχου επί των νέων τιμών δια τας υπερσυμβατικάς ποσότητας ή εν αρνήσει του αναδόχου προς εκτέλεσιν υπερσυμβατικών ποσοτήτων το Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π. κατά την έγκρισιν του Συγκριτικού Πίνακος περιορίζει τας εν τω Συγκριτικώ Πίνακι ποσότητας εντός των υποχρεωτικών δια τον ανάδοχον ορίων ή και διατάσσει την διάλυσιν της εργολαβίας, εάν διατηρουμένης ταύτης εν ενεργεία κρίνεται απρόσφορος η εκτέλεσις των λοιπών εργασιών. Δια τον κατά τα ανωτέρω περιορισμόν των ποσοτήτων λαμβάνονται υπ' όψιν ιδία αι ανάγκαι αποπερατώσεως ημιτελών τμημάτων, αποφυγής ζημιών εις τα εκτελεσθέντα έργα και περαιώσεως κατά το δυνατόν αυτοτελών τμημάτων έργων. Δια της εγκριτικής του Συγκριτικού Πίνακος αποφάσεως προσδιορίζονται εν τοιαύτη περιπτώσει τα εκτελεστέα υπό του αναδόχου τμήματα του έργου τα καλυπτόμενα υπό τας απο το Συγκριτικού Πίνακος εγκρινομένας ποσότητας.
6.Το Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π. διατάσσει την εκτέλεσιν των υπολειπομένων εργασιών, εάν τούτο κρίνεται σκόπιμον ή μέρους τούτων δια συστάσεως ετέρων εργολαβιών ή καθ' οιονδήποτε άλλον πρόσφορον τρόπον.
7.Αι κατά τας διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 του παρόντος άρθρου αποφάσεις εκδίδονται πάντοτε μετά γνώμην της Επιτροπής Έργων.
Άρθρον 41.
Προθεσμίαι.
1.Υπό της συμβάσεως ορίζεται, πάντοτε προθεσμία δια την αποπεράτωσιν του όλου έργου (συνολική προθεσμία). Εκτός αν άλλως ορίζεται εν τη συμβάσει, η συνολική προθεσμία άρχεται από της εγκαταστάσεως του αναδόχου εις τα έργα (χρονική αφετηρία). Εντός της συνολικής προθεσμίας δέον να έχη περαιωθή η κατασκευή των έργων και να έχουν διενεργηθή αι εκ της συμβάσεως τυχόν επιβαλόμεναι δοκιμασίαι.
2.Προθεσμίαι δια την περάτωσιν τμημάτων του έργου (τμηματικαί προθεσμίαι), συνεπαγόμεναι την κατά τας διατάξεις του άρθρου 44 επιβολήν ποινικών ρητρών, δύναται να τεθούν δια της συμβάσεως μόνον δια την περαίωσιν διακεκριμένων τμημάτων του όλου έργου δεκτικών αυτοτελούς χρήσεως. Τα τμήματα ταύτα προσδιορίζονται εν τη συμβάσει δια σαφούς τεχνικής περιγραφής. Το τελευταίον εδάφιον της προηγουμένης παραγράφου εφαρμόζεται και επί τμηματικών προθεσμιών.
3.Δια την υπαιτιότητι του αναδόχου υπέρβασιν της προθεσμίας ορίζεται υπέρ του κυρίου του έργου ημερησία ποινική ρήτρα κατά τα εν άρθρω 44 του παρόντος οριζόμενα. Η υπέρ του κυρίου του έργου παρακράτησις της ποινικής ρήτρας, δεν αίρει τυχόν δικαιώματα αυτού εκ του νόμου ή της συμβάσεως, προς κήρυξιν εκπτώτου του αναδόχου ή και προς αποζημίωσιν εκ της υπερημερίας.
4.Η συνολική και αι τμηματικαί προθεσμίαι δύνανται να παρατείνωνται υπό του κυρίου του έργου εάν κατά την κατασκευήν του έργου προκύψουν καθυστερήσεις μη οφειλόμεναι εις αποκλειστικήν υπαιτιότητα του αναδόχου. Ο ανάδοχος υποχρεούται όπως συνεχίση την κατασκευήν του έργου μέχρις επί πλέον χρονικού διαστήματος, ουχί μείζονος του ενός τρίτου της συμβατικής συνολικής προθεσμίας και πάντως ουχί μικρότερου των τριών μηνών σχετικής αποφάσεως δια την έγκρισιν εκδιδομένης υπό της διευθυνούσης το έργον υπηρεσίας.
5.Εάν η παράτασις υπερβαίνη το ως άνω δια τον ανάδοχον υποχρεωτικόν ανώτατον όριον παρατάσεως της προθεσμίας αύτη εγκρίνεται κατόπιν αιτήσεως του αναδόχου υπό του ΚΔΣ μετά γνώμην της επιβλέψεως και της παρά τη ΤΥΕ Επιτροπής Έργων.
6.Η περί παρατάσεως προθεσμίας αίτησις του αναδόχου περιλαμβάνει πάντοτε τους λόγους καθυστερήσεως και την εκτίμησιν του απαιτουμένου χρόνου προς περαίωσιν αυτών.
7.Ο ανάδοχος τρεις μήνας προ της λήξεως της οριακής προθεσμίας, υποχρεούται να δηλώση εγγράφως εις την διευθύνουσαν Υπηρεσίαν : α)τον προβλεπόμενον χρόνον περαιώσεως των εργασιών, τους λόγους εις ους οφείλονται αι τυχόν καθυστερήσεις και την εκ τούτων εκτιμωμένην διάρκειαν των εργασιών και β)εάν συναινή εις την συνέχισιν των έργων μετά την εκπνοήν της οριακής προθεσμίας.
8.Εάν ο ανάδοχος δια της κατά την προηγουμένην παράγραφον δηλώσεώς του αρνηθή την πέραν της οριακής προθεσμίας συνέχισιν των έργων, υποχρεούται όπως μετά της δηλώσεως υποβολή και αναπροσηρμοσμένον πρόγραμμα των μέχρι της λήξεως της προθεσμίας εκτελεσθησομένων εργασιών κατά τας διατάξεις του άρθρου 27 του παρόντος, εις τας οποίας εν πάση περιπτώσει πρέπει να περιλαμβάνονται αι απολύτως αναγκαίαι προς ολοκλήρωσιν εν τω μέτροι του εφικτού, αυτοτελών τμημάτων του έργου ως και οπωσδήποτε απαραίτητοι δια την διασφάλισιν των εκτελεσθέντων έργων και αποφυγήν ζημιών εις τα έργα ή εις τρίτους.
9.Εάν ο ανάδοχος δεν υποβάλη την κατά παράγραφον 7 του παρόντος άρθρου δήλωσιν ή το αναπροσηρμοσμένον πρόγραμμα της προηγουμένης παραγράφου, η διευθύνουσα Υπηρεσία κοινοποιεί πίνακα των εντός της οριακής προθεσμίας εκτελεστέων ως εν τη προηγουμένη παραγράφω εργασιών. Ο ανάδοχος υποχρεούται όπως εκτελέση τας διατασσομένας εργασίας εμπροθέσμως και κατ' απόλυτον προτεραιότητα, έστω και εάν η εκτέλεσις των ως άνω εργασιών συνεπάγεται υπέρβασιν των εν άρθρω 37 παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος οριακών μεγεθών, εφαρμοζομένων εν ανάγκη δια ταύτας των διατάξεων του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 37 του παρόντος.
Άρθρον 42.
Υπερημερίαι Διακοπή Εργασιών Διάλυσις
Εργολαβίας Ματαίωσις διαλύσεως.
1.Εις περιπτώσεις υπερημερίας του κυρίου του έργου περί την εκπλήρωσιν συμβατικών ή νομίμων υποχρεώσεών του, δημιουργείται δια τον ανάδοχον του έργου δικαίωμα αποζημιώσεως μόνον δια τας θετικάς ζημίας αυτού και δια τον χρόνον από της εγγράφου περί τούτου οχλήσεως και εφεξής υπολογιζομένης κατά τας διατάξεις του άρθρου 43 του παρόντος.
2.Ο ανάδοχος του έργου δικαιούται να ζητήση την διάλυσιν της συμβάσεως εάν η άνευ υπαιτιότητας αυτού καθυστέρησις των εργασιών υπερβή το κατά την παράγραφον 4 του προηγουμένου άρθρου όριον.
3.Το αυτό δικαίωμα έχει. Ο ανάδοχος και εις περίπτωσιν καθ' ην, μετά την έναρξιν των εργασιών, αύται διακοπούν διαταγή ή υπαιτιότητι του κυρίου του έργου επί χρονικόν διάστημα μείζον των τριών μηνών, λογιζόμενον από της κοινοποιήσεως της περί διακοπής διαταγής ή προκειμένου περί της υπαιτιότητος του κυρίου του έργου διακοπής, από της ημέρας της επιδόσεως παρά του αναδόχου εις αυτόν ειδικής δηλώσεως περί διακοπής των εργασιών.
4.Η προηγουμένη παράγραφος εφαρμόζεται και εάν η έναρξις των εργασιών, μετά την εγκατάστασιν του αναδόχου καθυστέρηση υπέρ το τρίμηνον, υπαιτιότητι του κυρίου του έργου, πλην αν άλλως ορίζωνται εν τη συμβάσει τα της ενάρξεως των εργασιών.
5.Εις αμφοτέρας τας ανωτέρω περιπτώσεις η άσκησις του δικαιώματος του αναδόχου προς διάλυσιν της εργολαβίας του πραγματοποιείται δι' υποβολής παρ' αυτού σχετικής αιτήσεως επιδιδομένης επί ποινή ακυρότητος εις την διευθύνουσαν Υπηρεσίαν. Η αίτησις κοινοποιείται και προς τον κύριον του έργου. Δια την περίπτωσιν καθ' ην η περί διαλύσεως αίτησις δεν υπεβλήθη εις την διευθύνουσαν Υπηρεσίαν, πάσα διαταγή της υπηρεσίας ταύτης είναι ισχυρά, δεν δικαιούται δε ο ανάδοχος μετά την κοινοποίησιν αυτής να επικαλεσθή την πάροδον των νομίμων προθεσμιών, ουδέ την υποβολήν αιτήσεως προς τον κύριον του έργου απ' ευθείας ή προς ετέραν αρχήν.
6.Η διευθύνουσα Υπηρεσία την αίτησιν περί διαλύσεως της εργολαβίας υποβάλλει αμελλητί προς το Κ.Δ.Σ./ Ο.Δ.Δ.Ε.Π. μετ' εκθέσεως ως προς το βάσιμον των ισχυρισμών του αναδόχου και μετά της γνώμης της Επιτροπής Έργων, το Κ.Δ.Σ. αποφαίνεται επί ταύτης κηρύσσουσα την διάλυσιν ή απορρίπτουσα την αίτησιν. Εν μη εκδόσει τοιαύτης αποφάσεως εντός τριών μηνών από της επιδόσεως της δηλώσεως αυτή θεωρείται γενομένη αποδεκτή.
7.Η αποδοχή της διαλύσεως επέχει την θέσιν της κατ' άρθρον 45 του παρόντος βεβαιώσεως περί περαιώσεως των έργων.
8.Όταν τη διαταγή της υπηρεσίας παύσουν οριστικώς τα έργα η σύμβασις θεωρείται αυτοδικαίως διαλυθείσα από της κοινοποιήσεως τω αναδόχω της διαταγής, περί οριστικής διακοπής των έργων, ήτις επίσης επέχει θέσιν βεβαιώσεως περαιώσεως των εργασιών.
9.Επί διαλύσεως εργολαβίας δύναται αιτήσει του αναδόχου, να εγκριθή η μετά της προσωρινής παραλαβής διενέργεια και της οριστικής τοιαύτης, μη απαιτουμένης της υπό του νόμου προβλεπομένης παρελεύσεως του χρόνου εγγυήσεως εάν εκ της φύσεως των εργασιών δεν δικαιολογήται η συντήρησις αυτών ούτε απαιτηταί η απο το χρόνου δοκιμασία της ποιότητός των.
10.Αι παράγραφοι 5, 6, 7 και 9 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και δια την κατ' άρθρον 55 παράγραφος 1 του παρόντος διάλυσιν εργολαβίας μετά διακοπήν των εργασιών ένεκα καθυστερήσεως πληρωμών.
11.Ασκηθέντος υπό του αναδόχου εγκύρως του κατά τα ανωτέρω δικαιώματος διαλύσεως της συμβάσεως, δύναται συναινέσει τούτου, να συνεχισθή η σύμβασις ματαιουμένης της διαλύσεως κατόπιν υποβολής σχετικής αιτήσεως του αναδόχου μετά στοιχείων υπολογισμού της υπ' αυτού αξιουμένης αποζημιώσεως.
12.Το Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π. συγκροτεί τριμελή επιτροπήν ήτις συνερχομένη μερίμνη του υπό της αυτής αποφάσεως οριζομένου προέδρου αυτής, ερευνά το βάσιμον του ασκουμένου υπό του αναδόχου δικαιώματος και εκτιμά το ύψος των θετικών ζημιών αυτού. Η επιτροπή δύναται να ζητήση την παροχήν υπό του αναδόχου πληροφοριών και συμπληρωματικών στοιχείων.
13.Η ματαίωσις της διαλύσεως και η σχετική αποζημίωσις εγκρίνονται δι' αποφάσεως του Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π. εκδιδομένης μετά γνώμην της Επιτροπής Έργων.
Η επί εγκρίσει ματαιώσεως αποζημίωσις δεν δύναται να είναι ανωτέρα της υπό της επιτροπής της παραγράφου 12 του παρόντος άρθρου εκτιμηθείσης πλην της τυχόν διορθώσεως ή συμπληρώσεως των εν τη εκθέσει της επιτροπής στοιχείων. Η έγκρισις της ματαιώσεως της διαλύσεως γίνεται μετά προηγουμένην έγγραφον αποδοχήν υπό του αναδόχου του ύψους της αποζημιώσεως.
Άρθρον 43.
Αποζημίωσις αναδόχου λόγω διαλύσεως.
1.Εις πάσας τας περιπτώσεις διαλύσεως συμβάσεως εξ υπαιτιότητας του κυρίου του έργου, επερχομένης μετά την εγκατάστασιν του αναδόχου εις τα έργα, εις τον ανάδοχον καταβάλλεται έκτος του δια τας εκτελεσθείσας εργασίας εργοληπτικού ανταλλάγματος, η αξία των εν τοις εργοταξίοις εισκομισθέντων και μη ενσωματωθέντων εις το έργον δοκίμων υλικών και αποζημίωσις κανονιζομένη αναλόγως των μήπω αποσβεσθεισών εγκαταστάσεων και του εκ των συνθηκών εργασίας ή άλλων κρατησασών ειδικών συνθηκών, τεκμαιρομένου οφέλους του αναδόχου δια τας μη εκτελεσθείσας συμβατικάς εργασίας.
Η αξία των εισκομισθέντων υλικών καταβάλλεται εφ' όσον είχε δοθή εντολή εισκομίσεως των υλικών ή επεβάλλετο η προμήθεια αυτών εκ των εργασιών, οίτινες αναγράφοντας εις το πρόγραμμα ή τους χορηγηθέντας τω αναδόχω πίνακας εργασιών, ή εφ' όσον κρίνεται ότι συνθήκαι ειδικαί επέβαλλαν την εισκόμισιν αυτών οίκοθεν υπό του αναδόχου. Η δια το τεκμαιρόμενον όφελος του αναδόχου αποζημίωσις εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται να υπερβή τα επτά εκατοστά (7 %) του υπολειπομένου, μετ' αφαίρεσιν της αξίας των εκτελεσθεισών εργασιών, αρχικού χρηματικού αντικειμένου της συμβάσεως, μειωμένου κατά το έν τέταρτον (1/4) αυτού. Το αυτά εφαρμόζονται αναλόγως και επί της περιπτώσεως μονομερώς μειώσεως των συμβατικών εργασιών κατά τας διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 37 του παρόντος, εφ' όσον ο ανάδοχος δεν συνήνεσεν εις την μείωσιν ταύτην.
2.Η κατά το παρόν άρθρον αποζημίωσις προτείνεται υπό της επιτροπής παραλαβής και κανονίζεται δι' αποφάσεως του κυρίου του έργου, μετά γνώμην της Επιτροπής Έργων κατά την έγκρισιν του πρωτοκόλλου παραλαβής.
3.Δια την προ της εγκαταστάσεως ματαίωσιν ή διάλυσιν της συμβάσεως η αποζημίωσις καθορίζεται κατά τα εν άρθρω 26 του παρόντος παράγραφος 3.
Άρθρον 44.
Ποινικαί ρήτραι.
1.Δι' εκάστην ημέραν υπαιτίου υπερβάσεως της συνολικής προθεσμίας περαιώσεως του έργου και επί αριθμόν ημερών μέχρι του 25 % της συνολικής προθεσμίας, εκπεφρασμένης εις ημερολογιακάς ημέρας, επιβάλλεται εις βάρος του αναδόχου ημερησία ποινική ρήτρα ίση προς το 8 % της μέσης κατά την επομένην παράγραφον ημερησίας αξίας του έργου. Μετά την παρέλευσιν του 25 % του χρόνου και επί αριθμόν ημερών μέχρις ετέρου 10 % της συνολικής προθεσμίας, επιβάλλεται ημερησίως ποινική ρήτρα ίση προς το 12 % της μέσης ημερησίας αξίας του έργου.
2.Η προς επιβολήν των ποινικών ρητρών μέση ημερησία αξία εξευρίσκεται δια διαιρέσεως του εν άρθρω 23 του παρόντος παράγραφος 1 ποσού της συμβάσεως δια της συνολικής προθεσμίας, εκπεφρασμένης εις ημερολογιακάς ημέρας.
3.Εάν η υπερημερία του αναδόχου υπερβή το 35 % της συνολικής προθεσμίας ο ανάδοχος κηρύσσεται υποχρεωτικώς έκπτωτος, μη απαιτουμένης της υπό της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του παρόντος ειδικής προσκλήσεως.
Δια της περί εκπτώσεως αποφάσεως προσδιορίζονται και αι εις βάρος του αναδόχου ποινικαί ρήτραι δια τον μέχρι τότε χρόνον.
4.Δι' εκάστην ημέραν υπαιτίου, εκ μέρους του αναδόχου υπερβάσεως τμηματικής προθεσμίας η σύμβασις ορίζει
το ποσόν της ποινικής ρήτρας και τον χρόνον καθ' ον αυ
τή επιβάλλεται. Το σύνολον των υπό της συμβάσεως επα
πειλούμενων ποινικών ρητρών δι' υπέρβασιν πασών των
τμηματικών προθεσμιών δεν δύναται να είναι ανώτερον του 2% του προϋπολογισμού της υπηρεσίας βάσει, του οποίου δημοπρατείται το έργον.
Αι ποινικαί ρήτραι δια την υπέρβασιν τμηματικών προθεσμιών είναι ανεξάρτητοι από τας δια την υπέρβασιν της συνολικής προθεσμίας επιβαλλομένας.
5.Αι ποινικαί ρήτραι επιβάλλονται δι' αποφάσεως της διευθυνούσης Υπηρεσίας κατόπιν συμφώνου γνώμης της Επιτροπής Έργων. Αι κατά των αποφάσεων τούτων ενστάσεις περιορίζονται μόνον εις την αμφισβήτησιν της εμπροθέσμου περαιώσεως του έργου, υποβάλλονται δε εντός προθεσμίας 5 ημερών από της κοινοποιήσεως της ανωτέρω αποφάσεως. Η υποβολή ενστάσεως δεν αναστέλλει την είσπραξιν ή παρακράτησαν των ποινικών ρητρών.
6.Εάν εγκριθή παράτασις προθεσμίας τινός, συνολικής ή τμηματικής ποινικαί ρήτραι δια τον αντίστοιχον χρόνον της παρατάσεως δεν επιβάλλονται, τυχόν δε επιβληθείσαι αίρονται αυτοδικαίως. Ο υπολογισμός ποινικών ρητρών κατά τας διατάξεις του παρόντος άρχεται από της λήξεως της νέας ορισθείσης κατά παράτασιν προθεσμίας.
Ποινική ρήτρα εξ υπερβάσεως τμηματικής προθεσμίας εξαλείφεται εις περίπτωσιν εμπροθέσμου περαιώσεως του έργου εντός της ολικής προθεσμίας και εφ' όσον η υπέρβασις της τμηματικής προθεσμίας δεν έχει επιφέρει οικονομικήν ζημίαν εις τον κύριον του έργου.
Άρθρον 45.
Βεβαίωσις περαιώσεως εργασιών.
1.Άμα τη λήξει των προθεσμιών περαιώσεως του συνόλου ή τμημάτων του έργου, ο επιβλέπων διενεργεί κατ' αίτησιν του αναδόχου ή και οίκοθεν έλεγχον των έργων προς διαπίστωσιν του ότι ταύτα έχουν περαιωθή και υποστή ικανοποιητικώς πάσαν κατά την σύμβασιν δοκιμασίαν και υποβάλλει προς την διευθύνουσαν Υπηρεσίαν σχετικήν έκθεσιν.
Εν περιπτώσει καθυστερήσεων η έκθεσις περιλαμβάνει συγκεκριμένως τας κατά την λήξιν της προθεσμίας εναπομενούσας προς εκτέλεσιν εργασίας.
2.Η Υπηρεσία εκδίδει βεβαίωσιν περί της εμπροθέσμου περαιώσεως δυναμένη προς τούτο να διενεργήση επιθεώρησιν. Η βεβαίωσις περί της εμπροθέσμου εκτελέσεως δεν εξομοιούται προς παραλαβήν των έργων, ήτις διενεργείται συμφώνως προς τας οικείας διατάξεις του παρόντος.
3.Εάν κατά την διαδικασίαν βεβαιώσεως περαιώσεως των εργασιών διαπιστωθούν επουσιώδεις μόνον ελλείψεις μη επηρεάζουσαι την λειτουργικότητα του έργου, η διευθύνουσα Υπηρεσία δια διαταγής της προς τον ανάδοχον καθορίζει τας επισημανθείσας ελλείψεις και τάσσει εύλογον προθεσμίαν αποκαταστάσεως αυτών. Εν τη περιπτώσει ταύτη η βεβαίωσις εμπροθέσμου εκτελέσεως εκδίδεται μετά την διαπίστωσιν της εμπροθέσμου αποκαταστάσεως των ελλείψεων.
4.Εάν κατά την κρίσιν της διευθυνούσης Υπηρεσίας αι διαπιστωθείσαι ελλείψεις είναι τοιαύται ώστε να μη καθίσταται δυνατή ή να είναι πλημμελής η λειτουργία του έργου ή τμήματος αυτού, ή εάν δεν επεραιώθησαν εμπροθέσμως υπό του αναδόχου αι κατά τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου εργασίαι αποκαταστάσεως επουσιωδών ελλείψεων, η διευθύνουσα Υπηρεσία κοινοποιεί εις τον ανάδοχον πίνακα των βεβαιωθεισών ελλείψεων. Η κοινοποίησις του κατά τα ανωτέρω πίνακας εις τον ανάδοχον επέχει θέσιν της υπό των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 49 του παρόντος ειδικής προσκλήσεως. Μετά πάροδον απράκτων δέκα ημερών από της κοινοποιήσεως του ως άνω πίνακος ο ανάδοχος κηρύσσεται έκπτωτος κατά τας διατάξεις του άρθρου 49 του παρόντος.
5.Η κατά την προηγουμένην παράγραφον έκπτωσις δύναται να ανασταλή δι' αποφάσεως της διευθυνούσης Υπηρεσίας εάν ο ανάδοχος, εντός δεκαημέρου από της κοινοποιήσεως του κατά την ανωτέρω παράγραφον πίνακος, υποσχεθή εγγράφως και παράσχη προς τούτο επαρκείς αποδείξεις ότι θα αποκαταστήση τας βεβαιωθείσας ελλείψεις ενός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Η αναστολή της εκπτώσεως δεν συνεπάγεται αναστολήν επιβολής των προβλεπομένων ποινικών ρητρών.
Άρθρον 46.
Πλημμελής κατασκευή των έργων.
1.Εάν κατά την διάρκειαν της κατασκευής του έργου και μετ' αυτήν, μέχρι της οριστικής παραλαβής, ο επιβλέπων κρίνη ότι η κατασκευή του έργου ή τμήματος αυτού δεν πληροί τους όρους της συμβάσεως ή το έργον εμφανίζει ελαττώματα οφείλει όπως αμελλητί αναφέρη εις τον προϊστάμενον της διευθυνούσης Υπηρεσίας. Εις την αναφοράν εκτίθενται τα στοιχεία εφ' ων βασίζεται ο χαρακτηρισμός της κατασκευής ως πλημμελούς, το είδος και η έκτασις των πλημμελειών και η γνώμη του δια το τυχόν επικίνδυνον ή επουσιώδες τούτων ως και δια τα ληπτέα μέτρα.
2.Η πλημμελής κατασκευή των έργων διαπιστούται υπό του προϊσταμένου της διευθυνούσης Υπηρεσίας, κατόπιν επιθεωρήσεως των έργων. Διαπιστωθείσης υπ' αυτού, πλημμελείας, απευθύνεται προς τον ανάδοχον ειδική διαταγή, δι' ης καθορίζεται το είδος και η έκτασις των πλημμελειών και η εντός ευλόγων προθεσμιών λήψις των ενδεδειγμένων μέτρων προς άρσιν των εκ τούτων συνεπειών. Τοιαύτα μέτρα είναι ιδία η καθαίρεσις και η επανακατασκευή των πλημμελών τμημάτων του έργου και των τυχόν υπ' αυτών επηρεαζόμενων τμημάτων ή η επισκευή ή βελτίωσις τούτων. Εάν πρόκειται περί ελαττώματος χαρακτηριζομένου ως μη ουσιώδους, καθορίζεται δια της αυτής διαταγής ποσοστόν μειώσεως της αμοιβής του αναδόχου. Εις την περίπτωσιν ταύτην δεν αποκλείεται η εντολή παραλλήλου εκτελέσεως εργασιών επισκευής ή βελτιώσεως.
3.Η κατά της διαπιστούσης την πλημμελή κατασκευήν διαταγής κατά νόμον ένστασις του αναδόχου ασκείται ειδικώς εντός ανατρεπτικής προθεσμίας πέντε (5) ημερών από της κοινοποιήσεως της διαταγής ταύτης. Εάν ο ανάδοχος ζητή την προς διερεύνησιν του πλημμελούς της κατασκευής διενέργειαν ερευνητικών εργασιών, αύται εκτελούνται μετ' έγκρισιν της διευθυνούσης Υπηρεσίας ως προς το είδος και την έκτασιν αυτών.
Αι ερευνητικαί εργασίαι διεξάγονται παρουσία του επιβλέποντος ή άλλου εκπροσώπου της διευθυνούσης Υπηρεσίας, τα αποτελέσματα δε αυτών καταχωρούνται ανελλιπώς εις το ημερολόγιον του έργου. Αι δαπάναι των ερευνητικών τούτων εργασιών βαρύνουν τον ανάδοχον, εάν αποδειχθή η πλημμέλεια, άλλως τον κύριον του έργου.
Επιφυλασσομένων, των διατάξεων της επομένης παραγράφου, η υποβολή ενστάσεως συνεπάγεται αναστολήν εκτελέσεως της διαταχθείσης αποκαταστάσεως των πλημμελειών μέχρις εκδόσεως της επί ταύτης αποφάσεως ή της τυχόν προ ταύτης ανακλήσεως υπό του αναδόχου της ενστάσεως.
4.Το κατά την προηγουμένην παράγραφον ανασταλτικόν της ενστάσεως αποτέλεσμα δεν υφίσταται ή αίρεται εάν ο προϊστάμενος της διευθυνούσης Υπηρεσίας χαρακτηρίση δια διαταγής του την πλημμέλειαν ως επικίνδυνον. Εις την περίπτωσιν ταύτην αι εργασίαι άρσεως της πλημμελείας ή αι εν τη διαταγή οριζόμενοι εργασίαι αποτροπής των εκ ταύτης κινδύνων εκτελούνται παραχρήμα υπό του αναδόχου παρουσία του επιβλέποντος ή άλλου εκπροσώπου της διευθυνούσης Υπηρεσίας οριζομένου υπό του προϊσταμένου αυτής, όστις καταχωρεί εν τω ημερολογίω ανελλιπώς πάντα τα κατ' εκτέλεσιν της διαταγής λαμβανόμενα υπό του αναδόχου μέτρα, μεταξύ των οποίων δύναται να περιλαμβάνεται και η κατόπιν εγκρίσεως του προϊσταμένου της διευθυνούσης Υπηρεσίας λήψις και εξέτασις δοκιμίων.
5.Η κατά κατά την παράγραφον 3 του παρόντος ένστασις υποβάλλεται προς την Επιτροπήν Έργων μετά σχετικού φακέλλου περιλαμβάνοντος : α)αντίγραφον της διαταγής περί άρσεως της πλημμελείας μετά βεβαιώσεως της ημερομηνίας κοινοποιήσεως ταύτης εις τον ανάδοχον, β)εισήγησιν του προϊσταμένου της διευθυνούσης Υπηρεσίας επί της ενστάσεως ταύτης και γ)παν άλλο στοιχείον εφ' ου εβασίσθη η διαπίστωσις και η περί άρσεως της πλημμελείας διαταγή. Εις ην περίπτωσιν εζητήθη δια της ενστάσεως η διενέργεια ερευνητικών εργασιών, Ο φάκελλος υποβάλλεται μετά την διενέργειαν των εκ τούτων εγκριθεισών και συνοδεύεται μετ' αντιγράφου του σχετικώς τηρηθέντος ημερολογίου του έργου. Η Επιτροπή Έργων αποφαίνεται οριστικώς επί της ενστάσεως μετ' αυτοψίαν διενεργουμένην παρουσία του αναδόχου αρμοδίως προσκαλουμένου. Η επί της ενστάσεως απόφασις κοινοποιείται τω αναδόχω υπό της διευθυνούσης Υπηρεσίας και ανακοινούται απαραιτήτως εις το Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ. Ε.Π. και το Υπουργείον Δημοσίων Έργων προς ενημέρωσιν του φακέλλου του εργολήπτου.
6.Ο ανάδοχος υποχρεούται όπως συμμορφωθή προς την κατά τα ανωτέρω απόφασιν, δικαιούμενος εις υποβολήν αιτήσεως θεραπείας κατά το άρθρον 61 του παρόντος. Ισχυρισμοί του αναδόχου στηριζόμενοι εις πραγματικά περιστατικά προκύπτοντα κατά την αποκατάστασιν της πλημμελείας λαμβάνονται υπ' όψιν, μόνον εφ' όσον εκλήθη προς παρακολούθησιν ταύτης ο επιβλέπων.
7.Εάν ο ανάδοχος δεν ήθελε προβή εντός της κατά περίπτωσιν τασσομένης αυτώ προθεσμίας εις την αποκατάστασιν των πλημμελειών, αι εργασίαι αποκαταστάσεως της πλημμελείας, εκτελούνται, μερίμνη της διευθυνούσης Υπηρεσίας καθ' οιονδήποτε προκρινόμενον υπ' αυτής τρόπον εις βάρος και δια λογαριασμόν του αναδόχου, επιφυλασσομένων των δικαιωμάτων του κυρίου του έργου ως προς την εφαρμογήν υπό του άρθρου 49 του παρόντος προβλεπομένων λοιπών κυρώσεων κατά του αναδόχου.
8.Εάν αποδειχθή ότι τα έργα δεν είχον κατασκευασθή πλημμελώς ο ανάδοχος αποζημιούται δια τας εκτελεσθείσας υπ' αυτού, εις συμμόρφωσιν προς τας δοθείσας αυτώ διαταγάς εργασίας. Εάν αι εργασίαι αποκαταστάσεως εγένοντο κατά την διάρκειαν της κατασκευής των έργων η αποζημίωσις αυτή υπολογίζεται επί τη βάσει των συμβατικών όρων και τιμών μονάδος. Εάν αι εργασίαι αποκαταστάσεως διετάχθησαν μετά την αποπεράτωσιν των έργων και την απομάκρυνσιν των εγκαταστάσεων του αναδόχου η εν λόγω αποζημίωσις υπολογίζεται βάσει τιμών μονάδος κανονιζομένων κατά την περίπτωσιν β' της παραγράφου 3 του άρθρου 38 του παρόντος.
9.Εάν κατά την παραλαβήν των έργων ήθελαν αποκαλυφθή πλημμέλειαι, η παραλαβή αναβάλλεται και εφαρμόζονται αι διατάξεις του παρόντος άρθρου. Αι προθεσμίαι συντελέσεως της παραλαβής παρατείνονται εν τη περιπτώσει ταύτη αναλόγως.
Άρθρον 47.
Κίνδυνος του έργου Βλάβαι εις τα έργα
εξ υπαιτιότητας του αναδόχουΒλάβαι εξ ανωτέρας βίας.
1.Ο ανάδοχος μέχρι της οριστικής παραλαβής του έργου φέρει τον κίνδυνον έναντι του κυρίου αυτού, δια πάσαν εξ οιασδήποτε αιτίας βλάβην του έργου, πλην αν αύτη οφείλεται εις υπαιτιότητα του κυρίου του έργου ή αν ειδικώς άλλως ορίζεται εν τη συμβάσει. Εν περιπτώσει παραδόσεως του έργου υπό του αναδόχου εις τον κύριον αυτού προς χρήσιν προ της παραλαβής, αι εκ της χρήσεως βλάβαι εφ' όσον δεν οφείλονται εις κακήν ποιότητα του έργου, βαρύνουν τον κύριον του έργου.
2.Κατ' έξαίρεσιν από της προηγουμένης παραγράφου εάν αι βλάβαι εις το έργον, εις τα εισκομισθέντα εις τα εργοτάξια δόκιμα υλικά ή και εις τας εγκαταστάσεις και μηχανήματα του αναδόχου του έργου προήλθον εξ ανωτέρας βίας, αναγνωρίζεται υπέρ του αναδόχου αποζημίωσις ανάλογος προς τας επελθούσας ζημίας, καθοριζομένη εν τη συνεκτιμήσει του είδους και της εκτάσεως των βλαβών και των ειδικών εν εκάστη συγκεκριμένη περιπτώσει συνθηκών, των σχετικών προς την κατασκευήν του έργου. Η αναγνώρισις της αποζημιώσεως γίνεται μετά σύμφωνον γνώμην της Επιτροπής Έργων επί τη αιτήσει του αναδόχου του έργου, υποβαλλομένη εντός ανατρεπτικής προθεσμίας δέκα ημερών από της επελεύσεως της βλάβης προκειμένου περί έργου υπό κατασκευήν και εντός είκοσιν ημερών προκειμένου περί έργου αποπερατωθέντος αλλά μη εισέτι παραληφθέντος.
3.Ο ανάδοχος εις ουδεμίαν δικαιούται αποζημίωσιν παρά του κυρίου του έργου, δι' οιανδήποτε βλάβην επερχομένην εις τα έργα, δι' οιανδήποτε φθοράν ή απώλειαν υλικών και δι' οιανδήποτε εν γένει ζημίαν αυτού, οφειλόμενας είτε εις αμέλειαν, απρονοησίαν ή ανεπιτηδειότητα αυτού ή του εν γένει προσωπικού του, είτε εις μη χρήσιν των καταλλήλων μέσων είτε εις οιανδήποτε ετέραν αιτίαν, πλην των εις τας προηγουμένας παραγράφους περιπτώσεων. Ο ανάδοχος υποχρεούται να αποκαταστήση τας ούτω βαρύνουσας αυτόν βλάβας ιδίαις αυτού δαπάναις.
4.Δια να αναγνωρισθούν κατά την παράγραφον 2 του παρόντος εξ ανωτέρας βίας προξενηθείσαι βλάβαι εις τα έργα ή τα εν τοις εργοταξίοις εισκομισθέντα υλικά ή εις τας εγκαταστάσεις και μηχανήματα του αναδόχου, δέον ούτος να δηλώση εγγράφως προς την διευθύνουσαν Υπηρεσίαν, εντός της υπό της διατάξεως ταύτης τασσομένης προθεσμίας, το είδος και την έκτασιν των βλαβών ως και την προς επανόρθωσιν αυτών δαπάνην εν ω μέτρω καθίσταται δυνατόν να εκτιμηθή αυτή. Η δήλωσις περιλαμβάνει επίσης υποχρεωτικώς μνείαν της ως ανωτέρας βίας χαρακτηριζομένης αιτίας των βλαβών και αίτημα αποζημιώσεως προς αποκατάστασιν αυτών.
5.Ο προϊστάμενος της διευθυνούσης Υπηρεσίας προβαίνει αμελλητί και δι' αυτοψίας εις την εξακρίβωσιν του περιεχομένου της δηλώσεως, ιδία δε του είδους και της εκτάσεως των βλαβών και του χρόνου και των συνθηκών υφ' ας εγένοντο και εντός τριών ημερών από της υποβολής της δηλώσεως του αναδόχου αναφέρει σχετικώς εις την προϊσταμένην Αρχήν.
6.Η προϊσταμένη Αρχή συνιστά αμελλητί επιτροπήν εκ τεχνικών υπαλλήλων, οριζομένων αναλόγως προς το είδος και την έκτασιν των βλαβών και των συνθηκών υφ' ας εγένοντο αύται. Η επιτροπή οφείλει όπως μερίμνη του δια της αποφάσεως αυτής οριζομένου ως προέδρου, προβή εις επιτόπιον εξέτασιν κατ' αντιπαράστασιν του αναδόχου αρμοδίως καλουμένου, και συντάξη σχετικόν πρωτόκολλον διαπιστώσεως των βλαβών εντός δέκα ημερών από της συστάσεώς της. Εν τω πρωτοκόλλω εκτίθενται επακριβώς τα αίτια, ο χρόνος και αι ειδικαί συνθήκαι υφ' ας έλαβον χώραν αι επενεχθείσαι βλάβαι, μνημονευομένων προς τούτο όλων των εξακριβωθέντων προσφορών στοιχείων, εξετάζεται η ύπαρξις ή ου ευθύνης του αναδόχου, προσδιορίζεται λεπτομερώς το είδος και η έκτασις των βλαβών και προτείνεται ο τρόπος και η προς επανόρθωσιν αυτών δαπάνη.
7.Το κατά την προηγουμένην παράγραφον πρωτόκολλον επέχει θέσιν πράξεως της διευθυνούσης Υπηρεσίας δια την υποβολήν της κατά νόμον ενστάσεως του αναδόχου. Η ένστασις είναι απαράδεκτος εφ' όσον το πρωτόκολλον υπεγράφη ανεπιφυλάκτως υπό του αναδόχου. Εάν ο ανάδοχος δεν παραστή ή αρνηθή να υπογράψη το πρωτόκολλον, ο προϊστάμενος της διευθυνούσης Υπηρεσίας κοινοποιεί τούτο κατά τα εν άρθρω 23 του παρόντος παράγραφος 3 οριζόμενα. Η ένστασις ειδικώς εν προκειμένω υποβάλλεται εντός της ανατρεπτικής προθεσμίας πέντε ημερών από της μετ' επιφυλάξεως υπογραφής του πρωτοκόλλου ή από της κατά τα ανωτέρω κοινοποιήσεως τούτου.
8.Το πρωτόκολλον ομού μετά της τυχόν ενστάσεως του αναδόχου υποβάλλεται υπό της διευθυνούσης Υπηρεσίας εις την προϊσταμένην Αρχήν. Το πρωτόκολλον, εις περίπτωσιν καθ' ην υπεγράφη μετ' επιφυλάξεως παρά του αναδόχου ή εκοινοποιήθη αυτώ, υποβάλλεται μετά την παρέλευσιν απράκτου της πενθημέρου προθεσμίας υποβολής ενστάσεως μετά βεβαιώσεως του προϊσταμένου της διευθυνούσης Υπηρεσίας περί της απράκτου παρελεύσεως της προθεσμίας. Το πρωτόκολλον τελειούται μόνον μετά την έγκρισίν του υπό του Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π., αποφαινομένου ταυτοχρόνως και επί της τυχόν κατ' αυτού ενστάσεως.
9.Εκτός αν άλλως καθορίζεται υπό της συμβάσεως, η υπέρ του αναδόχου αποζημίωσις δια βλάβας εξ ανωτέρας βίας αφορά μόνον εις την επανόρθωσιν των υλικών ζημιών των επενεχθεισών εις τα έργα, τα εισκομισθέντα υλικά και τας εγκαταστάσεις και μηχανήματα του αναδόχου.
Η αποζημίωσις προσδιορίζεται πάντοτε βάσει των συμβατικών όρων. Εφ' όσον η αποκατάστασις των βλαβών διατάσσεται μετά το πέρας των έργων και την απομάκρυνσιν των εγκαταστάσεων του εργοταξίου του αναδόχου, αι τιμαί μονάδος δια τον υπολογισμόν της αποζημιώσεως κανονίζονται εκ παρακολουθήσεως κατά την περίπτωσιν β' της παραγράφου 3 του άρθρου 38 του παρόντος.
10.Ο ανάδοχος υποχρεούται εις την εκτέλεσιν των διατασσομένων προς αποκατάστασιν της βλάβης εργασιών. Ο προϊστάμενος της διευθυνούσης Υπηρεσίας, εάν εκ της προξενηθείσης βλάβης εις τα έργα δημιουργήται κίνδυνος δια την ασφάλειαν προσώπων ή σημαντικών ζημιών τρίτων ή περαιτέρω σημαντικής βλάβης των έργων, προς αποτροπήν κατά το δυνατόν του κινδύνου τούτου, δύναται να εγκρίνη και προ της επιδόσεως εισέτι της κατά τας διατάξεις της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου δηλώσεως του αναδόχου την κατασκευήν εν τω μέτρω του δυνατού προσφορών προς τούτο έργων, έστω και αν ταύτα δεν αποτελούν αντικείμενον της μετά του αναδόχου συναφθείσης συμβάσεως. Η περί τούτων διαταγή μνημονεύει απαραιτήτως τας διατάξεις της παρούσης παραγράφου και κοινοποιείται εις την προϊσταμένην Αρχήν. Ο ανάδοχος υποχρεούται όπως προβή εις την κατασκευήν των, διατασσομένων εργασιών άνευ χρονοτριβής, διαθέτων προς τούτο άπαν το δυναμικόν της οργανώσεώς του. Ο προϊστάμενος της διευθυνούσης Υπηρεσίας δύναται όπως, επί τη διαπιστώσει ανεπαρκείας της οργανώσεως του αναδόχου δια την αποτελεσματικήν αντιμετώπισιν των κινδύνων, εγκρίνη την κατασκευήν μέρους ή και του συνόλου των διατασσομένων εργασιών δι' οιουδήποτε αλλού προσφόρου τρόπου κατά τα υπό των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 7 του παρόντος οριζόμενα. Άπασαι αι δαπάναι δια την εκτέλεσιν των ανωτέρω εργασιών καταβάλλονται εκ των δια την κατασκευήν του έργου διατιθεμένων πιστώσεων και βαρύνουν τελικώς τον κύριον του έργου, εκτός αν δια της κατά τας διατάξεις της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου αποφάσεως ήθελον καταλογισθή εν όλω ή εν μέρει εις βάρος του αναδόχου, ως υπαιτίου δια την προξενηθείσαν βλάβην εις τα έργα.
11.Η εκτέλεσις εργασιών αποκαταστάσεως βλαβών εξ ανωτέρας βίας δύναται να δικαιολογήση παράτασιν των προθεσμιών εκτελέσεως των εργασιών κατ' εύλογον χρονικόν διάστημα.
12.Η αποζημίωσις βλαβών εξ ανωτέρας βίας δεν λαμβάνεται υπ' όψιν δια τον υπολογισμόν της υποχρεωτικής δια τον ανάδοχον αυξήσεως των εργασιών κατά τας παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 37 του παρόντος.
Άρθρον 48.
Βλάβαι εξ άλλων αιτιών.
1.Η διαδικασία του προηγουμένου άρθρου εφαρμόζεται αναλόγως και προς καθορισμόν της αποζημιώσεως του αναδόχου και των τυχόν εκτελεστέων εργασιών αποκαταστάσεως ή προλήψεως κινδύνων και επί περιπτώσεων καθ' ας αι επενεχθείσαι βλάβαι οφείλονται εις υπαιτιότητα του κυρίου του έργου ή εις άλλην ειδικώς δια της συμβάσεως εξαιρουμένην της ευθύνης του αναδόχου αιτίαν.
2.Δια βλάβας οφειλομένας εις χρήσιν έργου, παραδοθέντος προς τούτο υπό του αναδόχου εις τον κύριον του έργου προ παραλαβής κατά τας διατάξεις του άρθρου 36 του παρόντος, εφαρμόζονται αναλόγως μόνον αι διατάξεις των παραγράφων 9, 10 και 12 του προηγουμένου άρθρου. Τοιαύται εργασίαι εκτελούνται μόνον κατόπιν εγγράφου εγκρίσεως της διευθυνούσης Υπηρεσίας, κατόπιν εγκρίσεως της σχετικής δαπάνης υπό του Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π.
Προς διαπίστωσιν της εκτελέσεως των εργασιών τούτων συντάσσεται πρωτόκολλον μεταξύ της διευθυνούσης Υπηρεσίας απο το επιβλέποντος αφ' ενός και του αναδόχου αφ' ετέρου.
Άρθρον 49.
Έκπτωσις αναδόχου.
1.Ο ανάδοχος του έργου, ο οποίος δεν εκπληροί προσηκόντως τας εκ της συμβάσεως υποχρεώσεις του ή δεν συμμορφούται προς τας συμφώνως προς την σύμβασιν, εγγράφους εντολάς της διευθυνούσης Υπηρεσίας ή τας διατάξεις του παρόντος Κανονισμού δύναται να κηρυχθή έκπτωτος της εργολαβίας δι' αποφάσεως του κυρίου του έργου κατόπιν γνώμης της διευθυνούσης Υπηρεσίας.
2.Της εκπτώσεως προηγείται κοινοποίησις εις τον ανάδοχον ειδικής προσκλήσεως του Προϊσταμένου της διευθυνούσης Υπηρεσίας, ήτις μνημονεύει απαραιτήτως τας διατάξεις του παρόντος άρθρου και περιλαμβάνει συγκεκριμένην διατύπωσιν των αξιουμένων προς εκτέλεσιν υπό του αναδόχου ως και την προς τούτο προθεσμίαν. Η προθεσμία δέον να είναι εύλογος εν σχέσει προς τα αξιούμενα προς εκτέλεσιν, πάντως δε ουχί μικρότερα των δέκα (10) ημερών.
Εις περίπτωσιν καθ' ην αξιούται η λήψις μέτρων προς αποτροπήν προφανών κινδύνων, περί ων το άρθρον 47 παράγραφος 10, η τασσομένη προθεσμία δύναται να είναι και μικρότερα των δέκα (10) ημερών.
3.Η ειδική πρόσκλησις και αι δια ταύτης τιθέμεναι προθεσμίαι δεν ανατρέπουν τας εκ της συμβάσεως υποχρεώσεις του αναδόχου δια την εμπρόθεσμον εκτέλεσιν των έργων ή τμημάτων αυτών και τας εκ της υπερβάσεως των προθεσμιών συνεπείας.
4.Η περί εκπτώσεως απόφασις εκδίδεται μετά την εκπνοήν της εν τη ειδική προσκλήσει προθεσμίας αφ' όσον ο ανάδοχος δεν συνεμορφώθη προς τα υπό ταύτης διατασσόμενα. Από της κοινοποιήσεως της περί εκπτώσεως αποφάσεως διακόπτεται πάσα εργασία του εκπτώτου εργολάβου. Δια της αποφάσεως καλείται ο ανάδοχος ίνα εις ωρισμένον τόπον και χρόνον παραστή εις την επιμέτρησιν των υπ' αυτού εκτελεσθεισών εργασιών και δοκίμων και χρησίμων δια την εκτέλεσιν των έργων υλικών. Η επιμέτρησις εν τη περιπτώσει ταύτη συντάσσεται κατά τας διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 54 του παρόντος. Η περί εκπτώσεως του αναδόχου απόφασις κοινοποιείται πάντοτε προς το Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π.
δ.Η ένστασις κατά της αποφάσεως εκπτώσεως ασκείται ειδικώς εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 5 ημερών από της κοινοποιήσεως της αποφάσεως. Η εμπροθέσμως ασκηθείσα ένστασις αναστέλλει κατά πάντα την απόφασιν εκπτώσεως μέχρις εκδόσεως της επί της ενστάσεως αποφάσεως. Επί της ενστάσεως αποφαίνεται, το Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π. μετά γνώμην της Επιτροπής Έργων.
6.Εν περιπτώσει εκπτώσεως δύναται να μη συνεχισθούν τα έργα ή να εκτελεσθούν μόνον αι κρινόμεναι ως αναγκαίαι εργασίαι. Ο τρόπος εκτελέσεως των υπολειπομένων εργασιών ή μέρους τούτων, κατ' άρθρον 7 παράγραφον 3 του παρόντος καθορίζεται υπό της Προϊσταμένης Αρχής. Η εκτέλεσις των εργασιών γίνεται εις βάρος και δια λογαριασμού του εκπτώτου αναδόχου. Εάν η δαπάνη των εργασιών αποβή μεγαλύτερα της βάσει των τιμών της εκπτώτου εργολαβίας τοιαύτης, η διαφορά κρατείται εκ των οφειλομένων τω αναδόχω ή εκ του προϊόντος καταπτώσεως των εγγυήσεων ή εισπράττεται δια παντός νομίμου μέσου κατά τας περί εισπράξεως των δημοσίων εσόδων διατάξεις.
Ο τοιούτος εις βάρος του εκπτώτου αναδόχου διακανονισμός γίνεται δια τας εργασίας δια τας οποίας ήτο υπόχρεως ο ανάδοχος κατά την σύμβασιν, ως αυτή είχε τροποποιηθή μέχρι της κηρύξεως της εκπτώσεως καθ' ο μέτρον αύται εκτελεσθούν εντός προθεσμίας ίσης προς την ολικήν προθεσμίαν αποπερατώσεως της αρχικής συμβάσεως, αρχομένης από της κοινοποιήσεως της περί εκπτώσεως αποφάσεως ή της περί απορρίψεως της ενστάσεως τοιαύτης. Εάν η δαπάνη εκτελέσεως αποβή μικρότερα της βάσει των τιμών της εκπτώτου εργολαβίας τοιαύτης, η διαφορά προσκτάται υπό του κυρίου του έργου.
7.Το Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π. δύναται μετά την έκπτωσιν του αναδόχου, κατόπιν αιτήσεως του εκπτώτου προς την διευθύνουσαν Υπηρεσίαν να εγκρίνη την υπ' αυτού εκτέλεσιν των υπολειπομένων εργασιών ή μέρους αυτών, εάν κρίνη ότι ο έκπτωτος διαθέτη τα προς τούτο μέσα, τασσομένης αναλόγου προς τούτο προθεσμίας. Εν τοιαύτη περιπτώσει μετά την έγκαιρον και καλήν των έργων εκτέλεσιν, δύναται το Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π. μετά πρότασιν της διευθυνούσης Υπηρεσίας και γνωμοδότησιν της Επιτροπής Έργων να άρη την έκπτωσιν του αναδόχου.
8.Από της εκδόσεως της περί εκπτώσεως αποφάσεως μέχρι του υπό του Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π. καθορισμού του τρόπου εκτελέσεως των υπολειπομένων εργασιών η διευθύνουσα Υπηρεσία δύναται, προς αποτροπήν κινδύνων, περί ων παράγραφος 10 άρθρου 47 του παρόντος, να επέμβη εκτελούσα τα προς τούτο απαιτούμενα κατά τα υπό του άρθρου 7 παράγραφος 3 του παρόντος οριζόμενα, εις βάρος και δια λογαριασμόν του εργολάβου.
9.Εάν ο έκπτωτος εργολάβος κατά την υπ' αυτού εκτέλεσιν των υπολειπομένων μετά την έκπτωσιν αυτού εργασιών, κατ' εφαρμογήν των διατάξεων της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου επιδείξη βραδύτητα αδικαιολόγητον ή δεν συμμορφούται προς τας υποχρεώσεις του ή τας διαταγάς της υπηρεσίας, ο προϊστάμενος της διευθυνούσης Υπηρεσίας διατάσσει την παύσιν των έργων και την αποχήν του αναδόχου υπ' αυτών, των εργασιών συνεχιζόμενων καθ' ον τρόπον και καθ' ο μέτρον ήθελε κριθή αναγκαίον κατά τας διατάξεις της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου εις βάρος και δια λογαριασμόν του εκπτώτου αναδόχου. Εν τοιαύτη περιπτώσει η κατά την εν λόγω παράγραφον 6 προθεσμία εκτελέσεως των υπολειπομένων εργασιών άρχεται από της κοινοποιήσεως της εν λόγω αποφάσεως του προϊσταμένου της διευθυνούσης Υπηρεσίας.
Άρθρον 50.
Εκχώρησις του έργου.
Απαγορεύεται εις τον ανάδοχον του έργου να εκχωρήση μέρος ή το όλον της συναφθείσης συμβάσεως. Εξαιρετικώς δύναται κατόπιν αιτήσεως του εργολάβου και δια σοβαρούς λόγους μετά συγκατάθεσιν του κυρίου του έργου και αποφάσεως του Κ.Δ.Σ. κατόπιν γνωματεύσεως της παρά τη ΤΥΕ Επιτροπής Έργων να εκχωρηθή εργολαβία.
2.Εάν ο ανάδοχος εκχωρήση μέρος ή το όλον της εργολαβίας άνευ της κατά το προηγούμενον άρθρον απαιτουμένης εγκρίσεως κηρύσσεται έκπτωτος κατά το άρθρον 49 του παρόντος παράγραφος 1, παραμένει δε προς όφελος του έργου τόσον η εγγυητική επιστολή καλής εκτελέσεως όσον και αι καθ' οιονδήποτε τρόπον παρακρατηθείσαι λοιπαί εγγυήσεις.
3.Αι κατά τας διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εκχώρησις και η απαλλαγή του εκχωρούντος αναδόχου εκ των ευθυνών αυτού αφ' ενός και η ανάληψις των ευθυνών αυτού υπό του νέου εργολάβου δύναται να εγκριθή μόνον εφ' όσον ο προς ον η εκχώρησις κέκτηται πτυχίον εργολήπτου εν ενεργεία της κατηγορίας και του βαθμού τουλάχιστον του απαιτουμένου δια την εκτέλεσιν του εκχωρουμένου έργου και παρέχει κατά την κρίσιν της Επιτροπής Έργων τα προς τούτο εχέγγυα.
Άρθρον 51.
Εκχώρησις έργου λόγω ασθενείας.
1.Εκχώρησις του έργου δύναται να λάβη χώραν και λόγω ασθενείας του εργολήπτου. Η ασθένεια του εκχωρούντος εργολήπτου βεβαιούται κατά τας διατάξεις του άρθρου 25 του από 20.11.40/ 4.12.40 Διατάγματος "περί εκτελέσεως του Α.Ν. 2326/1940 "περί Ταμείων Συντάξεως Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων" (ΦΕΚ 415/Α/40) των εν αυταίς αναφερομένων δύο καθηγητών οριζομένων υπό της προϊσταμένης αρχής του έργου.
2.Η αδυναμία του εργολήπτου προς κατασκευήν του έργου διαπιστούται υπό της διευθυνούσης Υπηρεσίας εκ της προόδου του έργου και παντός ετέρου σχετικού στοιχείου.
3.Η κατά το παρόν έγκρισις της εκχωρήσεως συμφώνως προς τας προϋποθέσεις του άρθρου 50 του παρόντος μετ' απαλλαγήν του εκχωρούντος εργολάβου γίνεται τη αιτήσει αυτού, εις ην προσδιορίζεται το τμήμα της εργολαβίας δι' ο αιτείται την εκχώρησιν και τα στοιχεία της πιστοποιήσεως μετά την οποίαν πάσαι αι πληρωμαί θα διενεργώνται υπό του προς ον η εκχώρησις νέου αναδόχου. Μετά της αιτήσεως του εκχωρούντος αναδόχου υποβάλλεται και δήλωσις του προς ον η εκχώρησις περί αποδοχής του περιεχομένου της αιτήσεως κατά τας διατάξεις του παρόντος. Η κατά το παρόν άρθρον απαλλαγή από της ευθύνης του εκχωρούντος αναδόχου δύναται να εγκριθή είτε ομού μετά της εγκρίσεως της εκχωρήσεως είτε και μετά ταύτην, δύναται δε να ανατρέχη και εις παλαιότερον χρόνον οριζόμενον υπό της αποφάσεως, ουχί πάντως προ του χρόνου της εγκρίσεως.
4.Ο προς ον η εκχώρησις επέχει εφεξής θέσιν αναδόχου, αναλαμβάνων πάσας τας ευθύνας δια το σύνολον του έργου εκτός εάν μέρος τούτου έχη παραληφθή κανονικώς κατά την διαδικασίαν των άρθρων 58 και 60 προς δε και τας υποχρεώσεις του εκχωρούντος προς το εργασθέν εις το έργον προσωπικόν προ της της εκχωρήσεως, αι δε επ' ονόματι του εκχωρούντος εργολήπτου εγγυήσεις καλύπτουσαι το έργον ολόκληρον αποδίδονται εις τον εκχωρούντα αφού πρότερον κατατεθούν νέαι ισόποσοι τοιαύται υπέρ του προς ον η εκχώρησις, αφ' ης καταθέσεως τούτων και μόνον επέρχεται η απαλλαγή του εκχωρούντος εργολήπτου από την ευθύνην. Δια της περί εγκρίσεως της απαλλαγής αποφάσεως καθορίζεται το κατά τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου εκχωρούμενον τμήμα, η πιστοποίησις μετά την οποίαν αι πληρωμαί θα διενεργούνται εις τον προς ον η εκχώρησις και πάσα ετέρα αναγκαία λεπτομέρεια και διευκρίνισις.
Άρθρον 52.
Διακανονισμός εργολαβιών κατόπιν θανάτου ή
πτωχεύσεως του εργολάβου.
1.Εάν αποβιώση ο ανάδοχος η εργολαβία διαλύεται αυτοδικαίως, εκτός εάν τη αιτήσει των κληρονόμων εγκριθή υπό της διευθυνούσης το έργον αρχής μετά γνώμην της παρά τη ΤΥΕ Επιτροπής Έργων, η αποπεράτωσις των εργασιών υπ' αυτών, υπεισερχομένων εις πάντα τα δικαιώματα και απάσας τας υποχρεώσεις του αναδόχου, προσέτι δε την εκπροσώπησίν των δι' επιστήμονος μηχανικού αντιστοίχου ειδικότητος μετά δηλώσεως τούτου ότι αποδέχεται την τοιαύτην εκπροσώπησίν. Εις περίπτωσιν διαλύσεως της εργολαβίας αιτία θανάτου κατά τα ανωτέρω, εντός μηνός ορίζεται υπό των κληρονόμων του αποβιώσαντος αναδόχου διπλωματούχος μηχανικός αναλόγου ειδικότητος ως εκπρόσωπος αυτών, όστις εντός 15 ημερών υποβάλει προς την διευθύνουσαν το έργον αρχήν άπαντα τα δικαιολογητικά και στοιχεία προς εξόφλησιν των απαιτήσεων των κληρονόμων. Παρερχομένων των ως άνω προθεσμιών η διευθύνουσα αρχή ορίζει 3μελή επιτροπήν εις ην μετέχει και ο επιβλέπων το έργον μηχανικός ήτις προβαίνη αυτοδικαίως εις την σύνταξιν των απαραιτήτων στοιχείων δια την εξόφλησιν των κληρονόμων, προ της εγκαταστάσεως νέου εργολάβου ή της καθ' οιονδήποτε τρόπον συνεχίσεως των εργασιών και εντός προθεσμίας 15 ημερών από της συγκροτήσεώς της. Εις περίπτωσιν συνεχίσεως κατά τα ανωτέρω της εργολαβίας υπό των κληρονόμων, εντός 10 ημερών δύναται να συντάξωσι λογαριασμόν δια τα μέχρι θανάτου του αναδόχου εκτελεσθέντα έργα εφ' όσον ήθελον ζητήσει τούτο, η δε εργολαβία συνεχίζεται κανονικώς παρατεινομένης αυτοδικαίως της προθεσμίας αποπερατώσεως κατ' ίσον χρόνον όστις παρήλθεν από του θανάτου μέχρι της δηλώσεως συνεχίσεως και μέχρι το πολύ δύο μηνών.
2.Η περί συνεχίσεως των εργασιών αίτησις των κληρονόμων του αποβιώσαντος εργολάβου, πρέπει να υποβληθή εντός προθεσμίας 30 ημερών, από του θανάτου του εργολάβου ης παρερχομένης απράκτου απόλλυται το δικαίωμα των κληρονόμων να ζητήσουν την συνέχισιν και αποπεράτωσιν των εργασιών υπ' αυτών.
3.Εν περιπτώσει διαλύσεως της εργολαβίας αιτία θανάτου του εργολάβου μετά την σύνταξιν του εργολαβικού συμβολαίου και προ της ενάρξεως των έργων, η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου ουδεμίαν έχει εφαρμογήν και αποδίδονται εις τους κληρονόμους τα υπό του θανόντος αναδόχου τυχόν καταβληθέντα τέλη κατά την σύναψιν της συμβάσεως ως και η κατατεθείσα εγγύησις.
4.Εάν ο ανάδοχος πτωχύεση η σύμβασις διαλύεται αυτοδικαίως.
Άρθρον 53.
Ημερολόγιον έργου Καταμέτρησις αφανών εργασιών.
1.Κατά την εκτέλεσιν των έργων καταρτίζεται δι' εκάστην εργολαβίαν ημερολόγιον. Τούτο είναι τεύχος βιβλιοδετημένον εκ διπλοτύπων ηριθμημένων φύλλων, εν επικεφαλίδι εκάστου των οποίων αναφέρεται ο τίτλος της εργολαβίας και η επωνυμία του αναδόχου. Το ημερολόγιον του έργου τηρείται εις το εργοτάξιον και ενημερούται υπό του αναδόχου δι' αναγραφής της ημερομηνίας, των καιρικών συνθηκών, πάσης πληροφορίας σχετικής προς τας εκτελουμένας εργασίας ώστε να δύναται να συναχθούν εξ αυτού ιδία η κατά προσέγγισιν εκτίμησις της ποσότητος των εκτελουμένων εργασιών, αι διεξαχθείσαι εργαστηριακαί εξετάσεις, τα τυχόν συμβάντα και τα ληφθέντα μέτρα ασφαλείας. Το ημερολόγιον συντάσσεται μερίμνη και ευθύνη του αναδόχου, υπογράφεται υπ' αυτού και προσυπογράφεται υπό του επιβλέποντος ή του βοηθού αυτού καθημερινώς αι δε εν αυτώ εγγρραφαί αποτελούν απλώς πληροφοριακά στοιχεία και παροχήν εικόνος της προόδου των έργων άνευ ιδιαιτέρας αποδεικτικής δυνάμεως. Εν εκ των διπλοτύπων φύλλων του ημερολογίου περιεχόμενον αμέσως εις τον επιβλέποντα τίθεται προς φύλαξιν εις τον υπηρεσιακόν φάκελλον της εργολαβίας.
2.Ο επιβλέπων δύναται να καταχωρήση εις το ημερολόγιον του έργου, εκτός των εν άρθρω 29 του παρόντος εντολών και των εν παραγράφω 4 του παρόντος άρθρου παρατηρήσεων και παρατηρήσεις αφορώσας εις διαπιστώσεις εκ διεξαχθέντων ελέγχων, περί μη τηρήσεως των όρων της συμβάσεως ως και εις τα ενδεδειγμένα να ληφθούν μέτρα προς άρσιν των παραβάσεων. Ο ανάδοχος προσυπογράφει πάντοτε τας εν τω ημερολογίω κατά τα ανωτέρω παρατηρήσεις. Εάν ο ανάδοχος διαφωνή, υπογράφει, μετ' επιφυλάξεως οπότε ο επιβλέπων υποχρεούται όπως αμελλητί αναφέρη περί τούτων εις τον προϊστάμενον της διευθυνούσης Υπηρεσίας, όστις εκδίδει σχετικήν διαταγήν προς τον ανάδοχον, κοινοπιουμένην εις αυτόν εντός δέκα ημερών το βραδύτερον από της ημέρας καταχωρήσεως εις το ημερολόγιον του έργου της σχετικής εγγραφής του επιβλέποντος εξ ης ανέκυψεν η διαφωνία. Κατά της εν λόγω διαταγής ο ανάδοχος έχει δικαίωμα υποβολής ενστάσεως κατά νόμον. Εάν ο προϊστάμενος της διευθυνούσης Υπηρεσίας δεν εκδώση διαταγήν ή δεν κοινοποίηση ταύτην εντός της ως άνω προθεσμίας προς τον ανάδοχον, αι εν τω ημερολογίω του έργου καταχωρηθείσαι παρατηρήσεις και εντολαί του επιβλέποντος θεωρούνται ανίσχυροι.
3.Ο ανάδοχος υπέχει την υποχρέωσιν εάν ζητηθή παρά της διευθυνούσης Υπηρεσίας, να καταχωρή εις το ημερολόγιον κατά οριζόμενα χρονικά διαστήματα πληροφοριακά σταστικά στοιχεία αναφερόμενα εις το χρησιμοποιούμενον εις τα έργα προσωπικόν και μηχανήματα.
4.Πέραν του ανωτέρω, ημερολογίου, δι' εκάστην εργολαβίαν τηρείται και βιβλίον καταμετρήσεως των εργασιών, αι οποίαι δεν θα είναι εμφανείς και καταμετρήσιμοι εις την τελικήν μορφήν του έργου (αφανείς εργασίαι). Τούτο είναι τεύχος βιβλιοδετημένον εκ διπλοτύπων ηριθμημένων φύλλων εκ κεφαλίδι των οποίων αναφέρεται ο τίτλος της εργολαβίας και η επωνυμία του αναδόχου και τηρείται υπό του επιβλέποντος.
Εις το τεύχος τούτο καταχωρούνται οι αναφερόμενοι εις αφανείς εν γένει εργασίας, διενεργούμενοι παρά του επιβλέποντος έλεγχοι και καταμετρήσεις μετά των αναγκαιούντων σκαριφημάτων, ελέγχεται δε πάντως το σύμφωνον των διαστάσεων προς τα αντίστοιχα δεδομένα της μελέτης. Επί τη διαπιστώσει ότι υφίστανται ουσιώδεις διαφοραί δυνάμενοι να επιδράσουν δυσμενώς επί της συμπεριφοράς του έργου συμφώνως προς τον προορισμόν του, ο επιβλέπων αναβάλλει την εγγραφήν εις το τεύχος καταμετρήσεως και σημειοί εις το ημερολόγιον του έργου τας σχετικάς παρατηρήσεις και εντολάς δια την υπό του αναδόχου εκτέλεσιν των εργασιών κατ' εφαρμογήν των υπό της μελέτης προβλεπομένων διαστάσεων.
5.Αι εις το βιβλίου καταμετρήσεως αφανών εργασιών καταχωρούμεναι διαστάσεις αναγράφονται ως έχουν εν τη πραγματικότητι, προσυπογράφονται δε υπό του αναδόχου. Ο έλεγχος των ποσοτήτων τούτων προς εφαρμογήν των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 29 του παρόντος αποτελεί θέμα του επακολουθούντος πρωτοκόλλου αφανών εργασιών κατά του οποίου και μόνον δύναται να υποβληθή σχετική ένστασις. Βάσει των στοιχείων της καταμετρήσεως καταρτίζεται το σχετικόν πρωτόκολλον παραλαβής αφανών εργασιών, όπερ υπογράφεται υπό του επιβλέποντος και του αναδόχου. Τούτο, επέχει θέσιν πράξεως της διευθυνούσης Υπηρεσίας, η δε κατ' αυτού ένστασις ασκείται μόνον εάν το πρωτόκολλον υπεγράφη μετ' επιφυλάξεως. Εάν εις το πρωτόκολλον περιλαμβάνωνται εκτιμήσεις στηριζόμενοι εις χαρακτηρισμόν εδαφών εφαρμόζεται η παράγραφος 6 του επομένου άρθρου 54. Το πρωτόκολλον αφανών εργασιών περιλαμβάνει τους υπολογισμούς και τα σκαριφήματα και διαγράμματα δια την πλήρη επιμέτρησιν των αφανών εργασιών. Η σύναξις και υπογραφή του πρωτοκόλλου αφανών εργασιών δεν περιορίζει τας αρμοδιότητας της υπηρεσίας και της επιτροπής παραλαβής του έργου προς έλεγχον των ποσοτήτων.
Άρθρον 54.
Τελικαί επιμετρήσεις Τελικός συνοπτικός επιμετρητικός πίναξ.
1.Αι τελικαί επιμετρήσεις συντάσσονται τμηματικώς συν τη προόδω του έργου.
2.Διαπαν διακεκριμένον μέρος του έργου δεκτικόν αυτοτελούς επιμετρήσεως συντάσσεται υπό του αναδόχου ίδιον επιμετρητικόν τεύχος, όπερ, εντός μηνός από της πλήρους περαιώσεως των εργασιών του επιμετρουμένου μέρους υποβάλλεται εις την διευθύνουσαν Υπηρεσίαν. Ο επιβλέπων εάν κρίνη ότι ο ανάδοχος καθυστερή την υποβολήν τοιούτων τελικών επιμετρήσεων ορίζει δια σημειώσεως εις το ημερολόγιον, κατά την παράγραφον 2 του άρθρου 53 του παρόντος, τα μέρη του έργου δι' α δέον όπως συνταχθούν αντίστοιχοι τελικαί επιμετρήσεις και τάσσει εύλογον, προς υποβολήν της επιμετρήσεως, προθεσμίαν ουχί ανωτέραν του μηνός. Η κατά τα ανωτέρω εντολή του επιβλέποντος θεωρείται αυτοδικαίως δοθείσα άμα τη εκδόσει βεβαιώσεως περαιώσεως των έργων κατά τας διατάξεις του άρθρου 45 του παρόντος.
3.Το κατά την προηγουμένην παράγραφον επιμετρητικόν τεύχος μνημονεύει σαφώς το επιμετρούμενον διακεκριμένον μέρος του έργου δια συνοπτικής περιγραφής αυτού και περιλαμβάνει πάσας τας δια το μέρος τούτο εργασίας. Το τεύχος τούτο δι' εκάστην εργασίαν περιλαμβάνει συνοπτικήν περιγραφήν εκάστης τούτων μετ' ενδείξεως του αντιστοίχου άρθρου του τιμολογίου ή των πρωτοκόλλων Κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών, τους αναλυτικούς υπολογισμούς δια τον προσδιορισμόν της ποσότητος των εκτελεσθεισών εργασιών και τα αναγκαία προς τούτο σκαριφήματα και διαγράμματα, βάσει των στοιχείων απ' ευθείας καταμετρήσεως των εργασιών. Δια τας αφανείς εργασίας εις το επιμετρητικόν τεύχος τίθενται συνοπτικώς αι ποσότητες των εργασιών ως αύται προκύπτουν εκ των κατά το άρθρον 53 παράγραφος 5 πρωτοκόλλων αφανών εργασιών τα οποία συνοδεύουν την επιμέτρησιν. Δια τας περιπτώσεις κατ' αποκοπήν πληρωνομένων εργασιών θέσιν τελικής επιμετρήσεως επέχει η επιβεβαίωσις κατασκευής των εν τοις σχεδίοις της μελέτης προβλεπομένων διαστάσεων των επί μέρους εργασιών, αι οποίαι αποτελούν την βάσιν πραγματοποιήσεως των κατά την σύμβασιν τμηματικών πληρωμών.
4.Η διευθύνουσα Υπηρεσία ελέγχει τας υποβληθείσας επιμετρήσεις εντός τριμήνου από της υποβολής των και επιφέρει τας ενδεδειγμένας διορθώσεις, κοινοποιούσα εις τον ανάδοχον αντίτυπον αυτών. Παρέλευσις της τριμήνου ταύτης προθεσμίας άνευ ελέγχου της επιμετρήσεως δεν συνεπάγεται αποδοχήν ταύτης υπό της υπηρεσίας και δημιουργεί υπέρ του αναδόχου μόνον την προϋπόθεσιν εφαρμογής της παραγράφου 5 του άρθρου 24 του παρόντος προς μείωσιν των εγγυήσεων. Κατά τας δια τον έλεγχον της επιμετρήσεως επί τόπου καταμετρήσεις δύναται να παρίσταται και ο ανάδοχος. Ο ανάδοχος πάντως υποχρεούται όπως διαθέση κατάλληλον δια τας επί τόπου καταμετρήσεως προσωπικόν και μέσα και όπως παράσχη κατά τον έλεγχον των επιμετρήσεων πάσαν πληροφορίαν, επεξηγηματικήν των υπολογισμών και των διαγραμμάτων ή σκαριφημάτων. Εάν η υποβληθείσα τελική επιμέτρησις δεν επιδέχεται ευχερή διόρθωσιν ένεκα ανακριβειών, ελλείψεων ή ασυμφωνιών προς τας κατά την σύμβασιν απαιτήσεις, επιστρέφεται προς ανασύνταξιν, τασσομένης προς τούτο σχετικής προθεσμία. Τοιαύτη επιστροφή δεν δύναται να γίνη μετά την παρέλευσιν δύο μηνών από της υποβολής της επιμετρήσεως. Εις περιπτώσεις επιστροφής προς ανασύνταξιν η τρίμηνος προθεσμία της παρούσης παραγράφου άρχεται εκ νέου από της επανυποβολής της επιμετρήσεως μετά την ανασύνταξιν.
5.Εν περιπτώσει καθ' ην δεν ήθελεν υποβληθή υπό του αναδόχου εμπροθέσμως οιαδήποτε τελική επιμέτρησις, αυτή συντάσσεται υπό της υπηρεσίας, ήτις δύναται να χρησιμοποιήση προς τούτο ιδιώτας τεχνικούς και συνεργεία, της δαπάνης καταλογιζόμενης εις βάρος του αναδόχου και εκπιπτομένης εκ της πρώτης προς τούτον πληρωμής.
Η ούτω συντασσόμενη τελική επιμέτρησις κοινοποιείται εις τον ανάδοχον. Παρερχομένης απράκτου της προς υποβολήν ενστάσεως προθεσμίας, η κοινοποιηθείσα επιμέτρησις θεωρείται ως γενομένη αποδεκτή υπό του αναδόχου. Κατά την αυτήν περίπτωσιν της μη εμπροθέσμου υποβολής υπό του αναδόχου τελικής επιμετρήσεως η διευθύνουσα υπηρεσία, μέχρι της παρά ταύτης συντάξεως της επιμετρήσεως, δύναται να αρνηθή την πιστοποίησιν των σχετικών εργασιών ή μέρους αυτών.
6.Αι επιμετρήσεις συντάσσονται με διαστάσεις των έργων και ποσότητες των εργασιών ως αύται προκύπτουν κατ' εφαρμογήν της παραγράφου 1 του άρθρου 29. Ως προς τον τρόπον επιμετρήσεως, εάν δεν υπάρχουν ιδιαίτεροι όροι εν τη συμβάσει αι διαστάσεις και αι ποσότητες επιμετρούνται ως έχουν εις την πραγματικότητα, μη επιτρεπομένου όπως λαμβάνωνται υπ' όψιν τυχόν έθιμα ή συνήθειαι έστω και γενικώς παραδεδειγμένα. Εάν υπό της συμβάσεως προβλέπωνται εργασίαι προς προσδιορισμόν των ποσοτήτων των οποίων απαιτείται η ποσοστιαία κατανομή μείζονος επιμετρουμένης ποσότητος εργασιών, η επιμέτρησις γίνεται κατόπιν προσδιορισμού των ποσοστών κατανομής (χαρακτηρισμός των εργασιών). Ο χαρακτηρισμός των εργασιών γίνεται κατά την διάρκειαν εκτελέσεως τούτων και πάντως προ της επικαλύψεως των τυχόν εκ τούτων αφανών. Ο χαρακτηρισμός διενεργείται παρ' επιτροπής εκ του προϊσταμένου της διευθυνούσης Υπηρεσίας και του επιβλέποντος, συντασσομένου σχετικού πρωτοκόλλου.
Εις περιπτώσεις μικράς εκτάσεως εργασιών υποκειμένων εις χαρακτηρισμόν γίνεται υπό μόνου του επιβλέποντος τη εντολή του προϊσταμένου της διευθυνούσης Υπηρεσίας. Περί της εντολής ταύτης γίνεται μνεία εν τω πρωτοκόλλω. Ο χαρακτηρισμός γίνεται πάντοτε κατ' αντιπαράστασιν του αναδόχου ή εν απουσία αυτού μετά πρόσκλησίν του. Το πρωτόκολλον επέχει θέσιν πράξεως της διευθυνούσης Υπηρεσίας, η δε κατ' αυτού ένστασις είναι παραδεκτή μόνον εάν το πρωτόκολλον υπεγράφη υπό του αναδόχου μετ' επιφυλάξεως.
7.Ο ανάδοχος υποχρεούται όπως εντός μηνός από της εκδόσεώς της κατά τας διατάξεις του άρθρου 45 του παρόντος βεβαιώσεως περαιώσεως, του συνόλου των έργων, υποβάλη ομού μετά των τυχόν ελλειπουσών τελικών επιμετρήσεων και τελικόν συνοπτικόν επιμετρητικόν πίνακα, ανακεφαλαιούντα τας ποσότητας εργασιών πασών των τμηματικών τελικών επιμετρήσεων του έργου.
8.Εις τον τελικόν συνοπτικόν επιμετρητικόν πίνακα περιλαμβάνονται δι' έκαστον είδος εργασίας αι αντίστοιχοι ποσότητες των επί μέρους τελικών επιμετρήσεων. Εάν αύται έχουν ελεγχθή παρά της διευθυνούσης Υπηρεσίας αι ποσότητες τίθενται ως διωρθώθησαν έστω και αν εκκρεμούν περί αυτών ενστάσεις του αναδόχου ή αιτήσεις θεραπείας. Η τοιαύτη εις τον τελικόν συνοπτικόν επιμετρητικόν πίνακα καταχώρησις δεν αποτελεί από μέρους του αναδόχου παραίτησιν από των νομίμως ασκηθεισών τοιούτων αιτήσεων ή ενστάσεων, ουδέ παρέχει αυτώ δικαίωμα υποβολής νέων τοιούτων. Δια μη εισέτι ελεγχθείσης υπό της υπηρεσίας επί μέρους τελικάς επιμετρήσεις ή δια τυχόν το πρώτον μετά του τελικού συνοπτικού πίνακος υποβαλλόμενας τοιαύτας, περιλαμβάνονται εις αυτόν αι ποσότητες των επιμετρήσεων, ως αύται συνετάγησαν υποκείμεναι εις την μετά τον έλεγχον διόρθωσιν.
9.Μετά του τελικού συνοπτικού επιμετρητικού πίνακας υποβάλλεται υπό του αναδόχου και παν έτερον αίτημα αυτού εκ της εκτελέσεως της συμβάσεως, εφ' όσον ο ανάδοχος δεν εξέπεσεν του δικαιώματος τούτου εξ άλλης τινός αιτίας.
Μετά την υποβολήν του συνοπτικού επιμετρητικού πίνακος μόνον δι' ομογενείς αιτίας δύναται ο ανάδοχος να εγείρη σχετικάς απαιτήσεις.
10.Η Διευθύνουσα Υπηρεσία υποχρεούται όπως, εντός διμήνου προθεσμίας από της υποβολής του αναδόχου του τελικού συνοπτικού επιμετρητικού πίνακος προβή εις το έλεγχον και την τυχόν διόρθωσιν αυτού.
Η προθεσμία αύτη δεν λήγει προ της εκπνοής της κατά την παράγραφον 4 του παρόντος άρθρου προθεσμίας προ έλεγχον και διόρθωσιν της τελευταίας των επί μέρους τελικών επιμετρήσεων, εφ' ων στηρίζονται αι εγγραφαί του τελικού συνοπτικού επιμετρητικού πίνακος.
Άρθρον 55.
Πιστοποίησις αξίας εκτελεσθεισών εργασιών.
1.Η πληρωμή εις τον ανάδοχον του έργου γίνεται τμηματικώς κατά την διάρκειαν της κατασκευής του έργου βάσει πιστοποιήσεως των εκτελεσθεισών εργασιών συνοδευομένης απαραιτήτως υπό συνοπτικής επιμετρήσεως των εκτελεσθεισών εργασιών. Αι πιστοποιήσεις συντάσσονται παρά του αναδόχου του έργου κατά χρονικά διαστήματα καθοριζόμενα εν τη συμβάσει, αι δε βάσει αυτών πληρωμαί ενεργούνται παρά του κυρίου του έργου, μετ' έλεγχον και επισημειωματικήν έγκρισιν της διευθυνούσης Υπηρεσίας, εντός μηνός από της υποβολής των.
Εάν η πληρωμή καθυστερήση πέραν των 2 μηνών από της λήξεως της προθεσμίας καθ' ην ώφειλε να πραγματοποίηση άνευ υπαιτιότητος του αναδόχου του έργου, ούτος δικαιούται τόκου υπερημερίας επί των καθυστερουμένων ποσών προς έξ επί τοις εκατόν (6 %) ετησίως, από της υποβολής περί τούτου οχλήσεως. Παραλλήλως και μετά την παρέλευσιν της αυτής ως άνω προθεσμίας καθυστερήσεως των πληρωμών ο ανάδοχος του έργου δικαιούται να διακόψη τας εργασίας γνωστοποιών τούτο εγγράφως. Μετά την παρέλευσιν διμήνου από της τοιαύτης γνωστοποιήσεως και εφ' όσον συνεχίζεται η καθυστέρησις της πληρωμής, δύναται ούτος να ζητήση την διάλυσιν της συμβάσεως, αποζημιούμενος εν τοιαύτη περιπτώσει κατά τα υπό του άρθρου 43 του παρόντος οριζόμενα.
2.Τα της κατασχέσεως του προς τον ανάδοχον του έργου εργολαβικού ανταλλάγματος και τα της εκχωρήσεως αυτού ρυθμίζονται υπό των διατάξεων του άρθρου 4 του Ν. 4694/1930 "περί απαγορεύσεως της εκχωρήσεως και κατασχέσεως των ημερομισθίων εργατών κλπ. και των μισθών των ιδιωτικών υπαλλήλων κλπ.", ως αύται ισχύουν.
3.Εις την συνοπτικήν επιμέτρησιν την συνοδεύουσαν την πιστοποίησιν καταχωρούνται ανακεφαλαιωτικώς από της ενάρξεως των έργων, αι ποσότητες δι' έκαστον είδος συντετελεσμένων εργασιών ως αύται καθορίζονται υπό του συμβατικού τιμολογίου ή των εγκριθεισών τιμών μονάδος νέων εργασιών. Η καταχώρησις των ποσοτήτων κατ' είδος εργασίας γίνεται βάσει των κατά τας διατάξεις του άρθρου 54 τμηματικών τελικών επιμετρήσεων.
Εάν δια τας ως άνω εργασίας δεν έχη καταρτισθή τελική επιμέτρησις, η καταχώρησις των ποσοτήτων γίνεται βάσει προσωρινής επιμετρήσεως των εργασιών τούτων, περιλαμβανούσης πάσας τας ενδείξεις τας ληφθείσας υπ' όψιν δια την εκτίμησιν των ποσοτήτων των αντιστοίχων εργασιών κατά διακεκριμένα τμήματα του έργου.
Δια τας περιπτώσεις της μη εμπροθέσμου καταρτίσεως τελικής επιμετρήσεως έχει εφαρμογήν το τελευταίον εδάφιον της παραγράφου 5 του προηγουμένου άρθρου.
4.Εις την συνοπτικήν επιμέτρησιν δύναται, τη εγκρίσει του επιβλέποντος να περιληφθούν επίσης εργασίαι μη πλήρως συντετελεσμέναι, εφ' όσον το υπολειπόμενον προς συμπλήρωσιν μέρος αυτών δεν συντελεί εις την στερεότητα του εκτελεσθέντος μέρους και δύναται να εκτελεσθή κεχωρισμένως, χωρίς ουδεμία να προξενηθή ζημία εις τας συμπληρουμένας εργασίας, Αι τοιαύται μη πλήρως συντετελεσμέναι εργασίαι καταχωρούνται εις ιδιαίτερον κεφάλαιον της συνοπτικής επιμετρήσεως δια περιγραφής δι' έκαστον είδος εργασίας του εκτελεσθέντος μέρους αυτής εν σχέσει προς την πλήρη εργασίαν. Αι ποσότητες προκύπτουν και ενταύθα εκ προσωρινής επιμετρήσεως ως εν τη προηγουμένη παραγράφω.
5.Εις την συνοπτικήν επιμέτρησιν δύναται τη εγκρίσει του επιβλέποντος να περιληφθούν ωσαύτως τα εισκομισθέντα εις τα εργοτάξια ή εις δηλωθείσας και εγκριθείσας αποθήκας υλικά δια τα οποία ο εργολάβος φέρει ακέραιαν την ευθύνην μέχρι της ενσωματώσεως των εις το έργον και της παραλαβής αυτού και δια τα οποία η υπηρεσία δύναται να τάξη παν εξασφαλιστικόν μέτρον. Αι ποσότητες των υλικών τούτων δεν δύναται να υπερβαίνουν τας απαιτουμένας δια την εκτέλεσιν των κατά το πρόγραμμα εργασιών. Αι ποσότητες των υλικών προκύπτουν εκ προσωρινής επιμετρήσεως ως εν παραγράφω 3 του παρόντος άρθρου, ήτις δέον να περιλαμβάνη επίσης και τας θέσεις αποθηκεύσεως των υλικών.
6.Η πιστοποίησις συντάσσεται ανακεφαλαιωτικώς, βάσει των εγκεκριμένων τιμών μονάδος και των εν τη επιμετρήσει ποσοτήτων, αίτινες όμως περιορίζονται μέχρι των εγκεκριμένων τοιούτων, δι' έκαστον είδος εργασίας. Κατ' εξαίρεσιν επιτρέπεται όπως αι πιστοποιήσεις περιλαμβάνουν και εκτελεσθείσας εργασίας, βάσει ποσοστού των τιμών μονάδος αυτών προ της τελικής εγκρίσεως των σχετικών Συγκριτικών Πινάκων και Πρωτοκόλλων Κανονισμών νέων τιμών, εντός του Τεχνικού αντικειμένου του έργου και του εγκεκριμένου προϋπολογισμού αυτου, κατά τα δι' αποφάσεων του Κ.Δ.Σ./ Ο.Δ.Δ.Ε.Π. ειδικώς ή κατά κατηγορίαν έργων οριζόμενα.
7.Προκειμένου περί περιληφθεισών εις την συνοπτικήν επιμέτρησιν μη πλήρως συντετελεσμένων εργασιών, αύται περιλαμβάνονται εις την πιστοποίησιν με τιμάς μονάδος μειούμενος κατά ποσόν ανάλογον προς την αξίαν του υπολειπομένου προς συμπλήρωσιν μέρους αυτών. Προκειμένου περί περιληφθέντων εις την συνοπτικήν επιμέτρησιν υλικών, η αξία αυτών εν τη πιστοποιήσει, πάντως ουχί μείζων της αγοραίας αυτών αξίας, προσδιορίζεται δια μειώσεως της εν τω τιμολογίω αντιστοίχου τιμής μονάδος κατά ποσόν ανάλογον προς την αξίαν των υπολειπομένων εργασιών προς ενσωμάτωσιν των υλικών.
Αι εν τη επιμετρήσει ποσότητες δύνανται επίσης να περιορισθούν εις την πιστοποίησιν εντός των ποσοτήτων του εγκεκριμένου προγράμματος.
8.Η βάσει των ανωτέρω πιστοποιουμένη αξία των εκτελεσθεισών εργασιών μόνον και ουχί των επί τόπου υλικών προσαυξάνεται κατά το εργολαβικόν ποσοστόν, εάν τούτο δεν περιλαμβάνεται εις τας συμβατικάς τιμάς μονάδος και το προκύπτον άθροισμα μειούται κατά το ποσοστόν της εκπτώσεως δημοπρασίας ή συμπεφωνημένης δια της συμβάσεως αναλόγου εκπτώσεως.
9.Προκειμένου περί εργασιών εκτελουμένων απολογιστικώς περιλαμβάνεται εις την πιστοποίησιν ή πραγματική, συμφώνως προς τα συνοδεύοντα ταύτην παραστατικά, δαπάνη και το ισχύον όφελος, κατά τα εις το άρθρον 57 οριζόμενα.
10.Εις την πιστοποίησιν περιλαμβάνονται επίσης τυχόν αναθεώρησις τιμών, προκύπτουσα βάσει πινάκων συνοδευόντων την πιστοποίησιν και συντασσομένων κατά τας κειμένας σχετικάς διατάξεις και οι τυχόν κατά την παράγραφον 1 του παρόντος τόκοι υπερημερίας ένεκα καθυστερήσεως της πληρωμής. Οι τόκοι ούτοι αναγνωρίζονται δι' αποφάσεως του Κ.Δ.Σ. και καταβάλλονται εκ των πιστώσεων του έργου.
11.Επί της ούτω διαμορφούμενης ολικής αξίας της πιστοποιήσεως επιβάλλεται η κατά το άρθρον 24 του παρόντος κράτησις λόγω εγγυήσεως εις το υπόλοιπον δε προστίθενται τυχόν νόμιμοι αποζημιώσεις του αναδόχου και αφαιρούνται τυχόν επιβληθείσαι ποινικαί ρήτραι ή αποζημιώσεις υπέρ του κυρίου του έργου.
12.Τα κατά το παρόν άρθρον στοιχεία, συντασσόμενα υπ' ευθύνη του αναδόχου και υπογεγραμμένα υπ' αυτού, υποβάλλονται εις την υπηρεσίαν, κατά χρονικά διαστήματα καθοριζόμενα εν τη συμβάσει, αναλόγως προς την ολικήν των έργων δαπάνην και την προθεσμίαν εκτελέσεως αυτών.
Εάν η σύμβασις δεν καθορίζη τα χρονικά ταύτα διαστήματα τα στοιχεία ταύτα υποβάλλονται κατά χρονικά διαστήματα ουχί μικρότερα του μηνός. Η διευθύνουσα υπηρεσία υποχρεούται όπως μετά την υποβολήν υπό του αναδόχου των κατά τ' ανωτέρω στοιχείων, προβή μετά τον προσήκοντα έλεγχον αυτών και ενδεχομένην διόρθωσιν μετά σύμφωνον γνώμην της Επιτροπής Έργων χωρήσει εν συνεχεία εις σύνταξιν εντολής πληρωμής του αναδόχου προς πληρωμήν αυτού εντός δύο μηνών από της υποβολής των ανωτέρω στοιχείων.
Εν περιπτώσει υποβολής ανακριβούς ή ασαφούς επιμετρήσεως ή πιστοποιήσεως εις βαθμόν ώστε να καθίσταται δυσχερής η υπό της υπηρεσίας διόρθωσις αυτής, η διευθύνουσα Υπηρεσία, δια διαταγής της προς τον ανάδοχον, επισημαίνει τας εκ του ελέγχου διαπιστωθείσας ανακριβείας ή ασαφείας εντελλομένη την ανασύνταξιν και επανυποβολήν ταύτης.
Εν τοιαύτη περιπτώσει η οριζόμενη ως άνω προθεσμία δια την πληρωμήν του αναδόχου άρχεται από της επανυποβολής της ανασυνταχθείσης υπ' αυτού πιστοποιήσεως και επιμετρήσεως.
Άρθρον 56.
Εντολαί πληρωμών.
1.Αι προς τους αναδόχους πληρωμαί διενεργούνται βάσει εντολών πληρωμών εκδιδομένων υπό της διευθυνούσης Υπηρεσίας μετά σύμφωνον γνώμην της Επιτροπής Έργων κατόπιν υποβολής υπό του αναδόχου πιστοποιήσεως των εκτελεσθεισών εργασιών, ως εις άρθρον 55 ορίζεται.
2.Αι κατά την διάρκειαν εκτελέσεως των εργασιών εκδιδόμεναι εντολαί πληρωμής αποτελούν πάντοτε καταβολάς έναντι του ολικού εργολαβικού ανταλλάγματος. Μετά την έγκρισιν του πρωτοκόλλου της προσωρινής παραλαβής συντάσσεται εντολή πληρωμής βάσει πιστοποιήσεως περιλαμβανούσης τας παραληφθείσας ποσότητας των εργασιών. Μετά την έγκρισιν πρωτοκόλλου της οριστικής παραλαβής συντάσσεται η τελική εντολή πληρωμής.
3.Αι εντολαί πληρωμής συντάσσονται ανακεφαλαιωτικαί.
4.Εάν ο ανάδοχος κληθείς υπό της υπηρεσίας δεν υποβάλη εντός της τασσομένης προς τούτο προθεσμίας τα υπό του άρθρου 55 στοιχεία δια την έκδοσιν εντολής πληρωμής δύναται να συντάξη ταύτα η υπηρεσία, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 54 του παρόντος.
5.Η εντολή δια την εκκαθάρισιν και πληρωμήν της συνοδεύεται μόνον υπό της πιστοποιήσεως της κατά την παράγραφον 1 του προηγουμένου άρθρου συνοπτικής επιμετρήσεως και των κατά το άρθρον 57 παραστατικών στοιχείων των τυχόν απολογιστικών εργασιών. Συνοδεύεται επίσης υπό του συνοπτικού πίνακας του υπολογισμού της αναθεωρήσεως και υπό των επιβαλλουσών ποινικάς ρήτρας ή αποζημιώσεις αποφάσεων.
Άρθρον 57.
Απολογιστικαί εργασίαι.
1.Εις περιπτώσεις συμβάσεως εκτελέσεως απολογιστικών εργασιών δι' αναδόχου, εφαρμόζονται τα εν τη συμβάσει οριζόμενα δια την παρακολούθησιν της δαπανής των ούτω κατασκευασθησομένων έργων και το κατά την δημοπρασίαν προσφερθέν υπό του αναδόχου εργολαβικόν ποσοστόν.
Ο κύριος του έργου έχει το δικαίωμα της αυξήσεως ή μειώσεως των κατά τα ανωτέρω εκτελουμένων εργασιών μέχρι ποσοστού 25% του συμβατικού προϋπολογισμού ήτις είναι υποχρεωτική δια τον ανάδοχον. Αι εργασίαι αι εκτελούμεναι εντός της ως άνω προσαυξήσεως προσαυξάνονται κατά το συμβατικόν ποσοστόν Γ.Ε. και Ο.Ε. Δι' αύξησιν εργασιών πέραν του 25% και μέχρι του διπλασίου του συμβατικού προϋπολογισμού το ποσοστό Γ.Ε. και Ο.Ε. δεν δύναται να υπερβαίνη το 10%.
2.Κατά την εκτέλεσιν πάσης ετέρας συμβάσεως οιουδήποτε Εκκλησιαστικού έργου, δύναται η υπηρεσία να επιβάλη εις τον ανάδοχον και την απολογιστικήν εκτέλεσιν εργασιών (το σύνολον της αξίας) των οποίων δεν δύναται να υπερβαίνη το 10% του εγκεκριμένου προϋπολογισμού της συμβάσεως εν τω συνόλω της.
3.Προκειμένου περί των εν παραγράφω 2 εργασιών εις τον ανάδοχον καταβάλλεται και περιλαμβάνεται εις την πιστοποίησιν η πραγματικώς προκύπτουσα δαπάνη, συμφώνως προς τα συνοδεύοντα και αποδεικνύοντα ταύτην παραστατικά στοιχεία. Επί της ως άνω αξίας καταβάλλεται εις τον ανάδοχον δι' έξοδα και όφελος αυτού ποσοστόν ίσον προς το 10% μη υποκείμενον εις την επί δημοπρασία έκπτωσιν, εκτός εάν άλλως αναφέρεται εν τη συμβάσει του έργου.
Δαπάναι δια την εκτέλεσιν έργου απολογιστικώς τυγχάνουν οι μισθοί, τα ημερομίσθια και αι πάσης φύσεως επ' αυτών εργοδοτικαί εισφοραί και επιβαρύνσεις, η αξία και αι δαπάναι διαλογής, αποθηκεύσεως, μεταφοράς και εν γένει χρήσεως των υλικών.
Τα μισθώματα μηχανημάτων και αι δαπάναι λειτουργίας αυτών, καθώς και η αμοιβή δι' εργολαβικήν εκτέλεσιν εργασιών (μετά ή άνευ υλικών φατούρα).
4.Αι επιβαρύνσεις του έργου δια πάσης φύσεως κρατήσεις ή εισφοράς οιωνδήποτε τρίτων (πλην φόρου εισοδήματος και χαρτοσήμου) του αναδόχου, αι αντιστοιχούσαι εις τας προς τον ανάδοχον πληρωμάς δια την εκτέλεσιν απολογιστικών εργασιών, καταβαλλόμεναι απ' ευθείας υπό του αναδόχου προς τους υπέρ ων αύται, αποδίδονται δε εις τούτον αναγραφόμεναι ιδιαιτέρως εις την πιστοποίησιν. Επί των δαπανών της παρούσης παραγράφου ουδέν ποσοστόν δικαιούται ο ανάδοχος.
5.Ο ανάδοχος υποχρεούται εις την καταβολήν πασών των κρατήσεων, εισφορών, φόρων κλπ. των βαρυνουσών το κατά τας ανωτέρω παραγράφους 1 και 3 ποσοστόν γενικών εξόδων και οφέλους του.
6.Τα ανώτατα όρια των κατ' ειδικότητα καταβαλλομένων μισθών και ημερομισθίων μη δυνάμενα να υπερβαίνουν τα υπό των Νομαρχιακών τμημάτων των Περιφερειακών Συμβουλίων Δημοσίων έργων δια την περιοχήν κατασκευής του έργου, εγκρίνονται υπό της Διοικούσης το έργον υπηρεσίας, τηρουμένων των κατά την εργατικήν νομοθεσίαν κατωτάτων τοιούτων.
Πάσα παρέκκλισης από του ανωτέρω άρθρου υπόκειται εις την απόφασιν του Κ.Δ.Σ. μετά ητιολογημένης προτάσεως της παρά τη ΤΥΕ Επιτροπής Έργων και μόνον δι' ειδικής φύσεως έργα.
Άρθρον 58.
Προσωρινή παραλαβή.
1.Προς διενέργειαν της προσωρινής παραλαβής συνίσταται υπό του Κ.Δ.Σ. μετά συμφώνου γνώμης της Επιτροπής Έργων τριμελής επιτροπή εκ τεχνικών προκειμένου περί έργων ειδικής φύσεως, δύνανται δε να ορίζωνται και πλείονα μέλη αυτής εκ τεχνικών διαφόρων και αντιστοίχων ειδικοτήτων. Ομοίως προκειμένου περί έργων αφορώντων εις εγκαταστάσεις Ιερών Ναών και προκτισμάτων αυτών ως και Ιερών Μονών, δύναται να μετέχη και εκπρόσωπος του οικείου Εκκλησιαστικού Συμβουλίου ή του οικείου Ηγουμενοσυμβουλίου.
Αι επιτροπαί παραλαβής συνέρχονται και επιλαμβάνονται του έργου των προσκλήσει και ευθύνη του Προέδρου αυτών. Κατά την προσωρινήν παραλαβήν ελέγχονται ποσοτικώς και ποιοτικώς αι εκτελεσθείσαι εργασίαι κατά το εφικτόν.
2.Προς σύστασιν της επιτροπής παραλαβής η διευθύνουσα Υπηρεσία υποβάλλει αντίγραφον του τελικού επιμετρητικού πίνακος και αναφέρει την κατ' εκτίμησιν αξίαν των έργων, ως διαμορφούται βάσει του πίνακος τούτου, την ακριβή ημερομηνίαν της βεβαιωμένης περαιώσεως του έργου ως και το ονοματεπώνυμον του επιβλέποντος τα έργα ή των διαδοχικώς τυχόν επιβλεψάντων ταύτα τεχνικών υπαλλήλων.
3.Η προσωρινή παραλαβή διενεργείται εντός έτους από της βεβαιωμένης περαιώσεως του έργου. Δια την διενέργειαν ταύτης απαιτείται η σύνταξις της τελικής επιμετρήσεως των εργασιών. Ταύτην συντάσσει ο ανάδοχος του έργου και υποβάλλει προς έλεγχον εντός των απο το άρθρου 54 παράγραφος 7 του παρόντος καθοριζομένων προθεσμιών.
Υπέρβασις των προθεσμιών τούτων συνεπάγεται αντίστοιχον παράτασιν του χρόνου διενεργείας της προσωρινής παραλαβής.
4.Περί της παραλαβής συντάσσεται πρωτόκολλον όπερ υπογράφεται υπό πάντων των μελών της επιτροπής, του παρισταμένου κατά την διενέργειαν ταύτης τελευταίου επιβλέψαντος και του παραδίδοντος το έργον αναδόχου.
5.Η Επιτροπή παραλαβής ελέγχει την επιμέτρησιν κατά το εφικτόν δια γενικών ή σποραδικών καταμετρήσεων, καταγράφει εις το πρωτόκολλον τας ποσότητας της επιμετρήσεως ως αύται εκ των γενομένων ελέγχων τυχόν διορθούνται, αιτιολογεί τας τυχόν επενεχθείσας τροποποιήσεις εις τας ποσότητας της επιμετρήσεως και αναγράφει τας παρατηρήσεις της επί των τυχόν εκτελεσθεισών εργασιών καθ' υπέρβασιν των εγκεκριμένων ποσοτήτων ή κατά τροποποίησιν των εγκεκριμένων σχεδίων.
Ομοίως η επιτροπή ελέγχουσα κατά το εφικτόν την ποιότητα των εργασιών αναγράφει εν τω πρωτοκόλλω τας περί ταύτης παρατηρήσεις της ιδία περί των εκ τούτων κρινόμενων ως απορριπτέων ή παραδεκτών μεν, μετά μείωσιν όμως της τιμής των. Επίσης γνωμοδοτεί οπού τούτο ορίζεται υπό του Νόμου.
6.Πάσαι αι παραλαβαί διενεργούνται παρουσία και του αναδόχου ή και εν απουσία αυτού, εάν ούτος αρμοδίως κληθείς δεν παραστή. Εις την τελευταίαν ταύτην περίπτωσιν ως και εάν ο ανάδοχος αρνηθή την υπογραφήν του πρωτοκόλλου, τούτο κοινοποιείται εις αυτόν κατά το άρθρον 23 παράγραφος 3 του παρόντος. Το πρωτόκολλον επέχει θέσιν πράξεως της διευθυνούσης το έργον Υπηρεσίας, η δε κατ' αυτού ένστασις ασκείται εντός της κατά νόμον προθεσμίας από της μετ' επιφυλάξεως υπογραφής τούτου η από της εις τον ανάδοχον κοινοποιήσεως. Το πρωτόκολλον παραλαβής μετά του φακέλλου της τελικής επιμετρήσεως υποβάλλονται υπό της διευθυνούσης Υπηρεσίας αμέσως εις την Επιτροπήν Έργων, εν περιπτώσει ενστάσεων του αναδόχου δύναται η Επιτροπή Έργων να ζήτηση τας επί της ενστάσεως απόψεις του Προέδρου της Επιτροπής παραλαβής.
7.Η προσωρινή παραλαβή συντελείται δια της εγκρίσεως του σχετικού πρωτοκόλλου υπό του Κ.Δ.Σ./Ο.Δ.Δ.Ε.Π.
8.Εφ' όσον προβλέπεται εις την σύμβασιν ή αιτήσει του αναδόχου και εγκρίσει του κυρίου του έργου, δύναται να διενεργηθή προσωρινή παραλαβή και αποπερατωθέντος τμήματος του έργου δεκτικού αυτοτελούς χρήσεως κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου.
9.Παρελθούσης απράκτου της κατά την παράγραφον 3 του παρόντος άρθρου προθεσμίας προς διενέργειαν της προσωρινής παραλαβής, αύτη θεωρείται ως αυτοδικαίως συντελεσθείσα μετά πάροδον μηνός από της μετά την εκπνοήν της προθεσμίας, ειδικής περί τούτου οχλήσεως του αναδόχου του έργου προς διενέργειαν ταύτης.
Άρθρον 59.
Χρόνος εγγυήσεως των έργων.
1.Ο χρόνος εγγυήσεως, μετά την πάροδον του οποίου ενεργείται η οριστική παραλαβή, μετρείται πάντοτε υπό της βεβαιούμενης περαιώσεως του έργου.
Ο χρόνος ούτος ορίζεται εις δέκα πέντε (15) μήνας.
Δια της συμβάσεως εις όλως ειδικάς περιπτώσεις δύναται να καθορίζηται μείζων χρόνος εγγυήσεως, όστις δεν δύναται να είναι μεγαλύτερος των τριών (3) ετών.
2.Ο ανάδοχος υποχρεούται να συντηρή τα έργα εις ικανοποιητικήν κατάστασιν κατά την διάρκειαν της κατασκευής των και μετ' αυτήν μέχρι της οριστικής παραλαβής. Εργασίαι προς αποκατάστασιν βλαβών εκ της χρήσεως κατά το τελευταίον εδάφιον της παραγράφου 1 του άρθρου 47 του παρόντος εκτελούνται τη εγκρίσει της υπηρεσίας, η δε δαπάνη αποδίδεται εις τον ανάδοχον, εφαρμοζομένου του άρθρου 48 του παρόντος.
Άρθρον 60.
Οριστική παραλαβή.
1.Επί της οριστικής παραλαβής εφαρμόζονται αι δια την προσωρινήν παραλαβήν διατάξεις των παραγράφων 1, 4, 6, 7 και 8 του άρθρου 58 του παρόντος.
2.Προς σύστασιν της επιτροπής οριστικής παραλαβής η διευθύνουσα Υπηρεσία αναφέρει, πλέον των υπό της παραγράφου 2 του άρθρου 58 στοιχείων και την ημερομηνίαν λήξεως του χρόνου εγγυήσεως του οριζομένου κατά το άρθρον 59 του παρόντος.
3.Η οριστική παραλαβή διενεργείται εντός δύο μηνών από της λήξεως του χρόνου εγγυήσεως του έργου και μετά πάροδον 30 ημερών από της μετά την ανωτέρω δίμηνον προθεσμίαν ειδικής οχλήσεως του εργολάβου, δια την διενέργειαν αυτής. Εάν η προσωρινή παραλαβή δεν έχη ενεργηθή μέχρι της διενεργείας της οριστικής, διενεργείται ταυτοχρόνως προσωρινή και οριστική παραλαβή.
4.Η οριστική παραλαβή θεωρείται αυτοδικαίως συντελεσθείσα εάν δεν διενεργηθή εντός των ως άνω προθεσμιών. Παραλαβή διενεργουμένη μετά την ως άνω αυτοδικαίαν συντέλεσιν της οριστικής τοιαύτης, έχει δια τον ανάδοχον τας συνεπείας του της επομένης παραγράφου.
5.Η συντέλεσις της οριστικής παραλαβής αποτελεί την αφετηρίαν της κατά τας κειμένας διατάξεις παραγραφής των εκ της εργολαβικής συμβάσεως απαιτήσεων του αναδόχου και του κυρίου του έργου.
Διαφοραί εις τας ποσότητας των εκτελεσθεισών εργασιών, διαπιστούμεναι εκ παραλαβής διενεργουμένης μετά την κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου αυτοδικαίαν συντέλεσιν αυτής, παρέχουν εις τον κύριον του έργου το δικαίωμα αναζητήσεως του δια ταύτας τυχόν καταβληθέντος εργολαβικού ανταλλάγματος.
Άρθρον 61.
Ενστάσεις Αιτήσεις θεραπείας.
1.Επί πάσης διαφοράς, οιασδήποτε φύσεως, προκυπτούσης εξ εργολαβικής συμβάσεως κατά την διάρκειαν ή την οπωσδήποτε λύσιν αυτής χωρεί ένστασις ενώπιον του Κεντρικού Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Δ.Δ.Ε.Π. όπερ και αποφαίνεται εντός δύο (2) μηνών από της καταθέσεως της ενστάσεως κατόπιν γνωματεύσεως της παρά τη Τ.Υ.Ε. Επιτροπής Έργων.
Η ένστασις ασκείται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας δέκα πέντε (15) ημερών από της καθ' οιονδήποτε τρόπον επιδόσεως τω αναδόχω εργολάβω της σχετικής πράξεως δια καταθέσεως εις το αρμόδιον γραφείον του Ο.Δ.Δ.Ε.Π.
2.Εν περιπτώσει διαφωνίας του ενισταμένου προς την απόφασιν του Κ.Δ.Σ. ή παρελεύσεως απράκτου της διμήνου προθεσμίας προς έκδοσιν ταύτης, ούτος δύναται να υποβάλη αίτησιν θεραπείας εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριών (3) μηνών από της νομίμου επιδόσεως της ενστάσεώς του ενώπιον της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου ήτις και αποφαίνεται μετά γνωμοδότησιν της ολομελείας της Επιτροπής Έργων.
3.Εάν ο ασκήσας την αίτησιν δεν αποδέχεται την απόφασιν της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, η εάν η τελευταία δεν αποφανθή εντός τριμήνου από της επιδόσεως εις ταύτην της αιτήσεως θεραπείας, δικαιούται ο ασκήσας την αίτησιν να προσφυγή εις την διαδικασίαν του άρθρου 17 του Νομοθετικού Διατάγματος 1266/1972.
4.Δικαίωμα ενστάσεως και αιτήσεως θεραπείας έχει και ο κύριος του έργου κατά τα ως άνω.
Άρθρον 62.
Υποχρεώσεις κοινοπρακτούντων αναδόχων.
1.Αναληφθείσης εν Κοινοπραξία της εκτελέσεως έργου, εφαρμόζονται προσθέτως αι διατάξεις του παρόντος άρθρου.
2.Αι κατά το άρθρον 24 του παρόντος εγγυήσεις καλής εκτελέσεως του έργου δέον να είναι κοιναί υπέρ πάντων των κοινοπρακτούντων.
3.Οι κοινοπρακτούντες ανάδοχοι ευθύνονται έναντι του κυρίου του έργου εις ολόκληρον δια πάσαν συνέπειαν απορρέουσαν εκ της εργολαβικής συμβάσεως και του Νόμου.
4.Οι κοινοπρακτούντες οφείλουν κατά την κατάρτισιν και υπογραφήν της συμβάσεως να καταθέσουν συμβολαιογραφικήν πράξιν διορισμού υπό πάντων κοινού εκπροσώπου της κοινοπραξίας έναντι του κυρίου του έργου και των υπηρεσιών. Δια της αυτής πράξεως ορίζεται υποχρεωτικώς και αναπληρωτής του εκπροσώπου. Ο αναπληρωτής εκπροσωπεί την κοινοπραξίαν εις πάσαν περίπτωσιν απουσίας ή κωλύματος του εκπροσώπου, ως και εις περιπτώσεις θανάτου ή ανικανότητος τούτου. Ο εκπρόσωπος και ο αναπληρωτής αυτού δέον να είναι φυσικόν πρόσωπον, εκ των κοινοπρακτούντων, ή εκ των νομίμως εκπροσωπούντων τας κοινοπρακτούσας εταιρείας, προκειμένου δε περί ανωνύμων εταιρειών, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου αυτών. Ο εκπρόσωπος ή ο αναπληρωτής αυτού δύναται να διορίζουν ετέρους πληρεξουσίους δια την διενέργειαν συγκεκριμένων εν τη εκπροσωπήσει της κοινοπραξίας πράξεων, εφ' όσον εδόθη αυτοίς τοιαύτη εξουσία δια της πράξεως διορισμού των. Επιφυλασσομένων των διατάξεων της επομένης παραγράφου ο διορισμός του εκπροσώπου και του αναπληρωτού και η υπό τούτων αποδοχή είναι ανέκκλητοι και διαρκούν καθ' όλην την διάρκειαν του έργου και μέχρι της πλήρους εκκαθαρίσεως των εκ τούτου μετά του κυρίου του έργου σχέσεων.
Μετά της πράξεως διορισμού κατατίθενται κατά την υπογραφήν της συμβάσεως και δηλώσεις αποδοχής του διορισμού τόσον υπό του εκπροσώπου όσον και υπό του αναπληρωτού τούτου.
Ο διορισμός εκπροσώπου και αναπληρωτού και αι δηλώσεις αποδοχής δέον να είναι άνευ αιρέσεων ή όρων και να εκτείνωνται εις πάντα τα θέματα τα αφορώντα εις την εκτέλεσιν της συμβάσεως, περιλαμβανομένης της εισπράξεως του εργολαβικού ανταλλάγματος και του διορισμού αντικλήτου.
5.Αντικατάστασις του εκπροσώπου ή του αναπληρωτού αυτού ή και αμφοτέρων ή και παροχή εις τούτους της εξουσίας διορισμού πληρεξουσίων γίνεται μόνον από κοινού υπό πάντων των κοινοπρακτούντων, δια συμβολαιογραφικής πράξεως. Μόνον μετά την κοινοποίησιν ταύτης και των δηλώσεων αποδοχής διορισμού παύει η προς εκπροσώπησιν εξουσία των πρότερον διοριζομένων.
6.Εν περιπτώσει θανάτου τινών των κοινοπρακτούντων, δεν εφαρμόζεται η παράγραφος 1 του άρθρου 52 του παρόντος. Εάν οι κοινοπρακτούντες ήσαν δύο, του ενός θανόντος, η κοινοπραξία έναντι του κυρίου του έργου θεωρείται διαλελυμένη και η εργολαβία δια το σύνολον του έργου συνεχίζεται υποχρεωτικώς υπό μόνον του ετέρου, αναλαμβάνοντας έναντι του κυρίου του έργου πάντα τα εκ της εργολαβικής συμβάσεως δικαιώματα και υποχρεώσεις του θανόντος. Αι εκ της εργολαβίας σχέσεις μεταξύ των κληρονόμων του θανόντος και του ετέρου των κοινοπρακτούντων ρυθμίζονται κατά τας περί κληρονομίας διατάξεις του Αστικού Κώδικος. Οι κληρονόμοι του θανόντος δύνανται να αξιώσουν παρά του επιζώντος των κοινοπρακτούντων υπεισέλευσιν εις την εκτέλεσιν των υπολειπομένων εργασιών μόνον εφ' όσον τούτο
είχε συμφωνηθή μεταξύ των κοινοπρακτούντων. Η υπεισέλευσις αύτη δεν εκτείνεται εις τας μετά του κυρίου του έργου σχέσεις, αίτινες ρυθμίζονται υπό μόνον του δευτέρου εδαφίου της παρούσης παραγράφου. Εάν οι κοινοπρακτούντες ήσαν πλείονες των δύο, η κοινοπραξία συνεχίζεται μεταξύ των λοιπών, αίτινες αναλαμβάνουν έναντι του κυρίου του έργου πάντα τα εκ της εργολαβικής συμβάσεως δικαιώματα και υποχρεώσεις του θανόντος, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά αναλόγως των αυτών διατάξεων της παρούσης παραγράφου.
7.Εν περιπτώσει πτωχεύσεως τινών των κοινοπρακτούντων δεν εφαρμόζεται η παράγραφος 4 του άρθρου 52 του παρόντος. Εάν οι κοινοπρακτούντες ήσαν δύο, του ενός πτωχεύσαντος, η κοινοπραξία διαλύεται και η εργολαβία δια το σύνολον του έργου συνεχίζεται υποχρεωτικώς υπό μόνου του ετέρου, αναλαμβάνοντος έναντι του κυρίου του έργου πάντα τα εκ της εργολαβικής συμβάσεως δικαιώματα και υποχρεώσεις του πτωχεύσαντος. Εάν οι κοινοπρακτούντες ήσαν πλείονες των δύο, η κοινοπραξία έναντι του κυρίου του έργου συνεχίζεται μεταξύ των λοιπών. Τυχόν απαιτήσεις ή υποχρεώσεις του συνεχίζοντος το έργον εργολήπτου ή κοινοπραξίας έναντι του πτωχεύσαντος κρίνονται κατά τας περί πτωχεύσεως κείμενας διατάξεις. Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται αναλόγως και εις περίπτωσιν πτωχεύσεως περισσότερον του ενός εκ των κοινοπρακτούντων. Εάν κηρυχθούν εις πτώχευσιν πλείονες του ενός των κοινοπρακτούντων κατά τρόπον εκθέτοντα εις κίνδυνον την προσήκουσαν εκτέλεσιν της οικείας εργολαβικής συμβάσεως, ο κύριος του έργου δύναται κατά την απόλυτον αυτού κρίσιν, να κηρύξη διαλελυμένην την σύμβασιν.
Άρθρον 63.
Αναθεώρησις τιμών.
Αι διατάξεις αναθεωρήσεως τιμών των εργολαβιών αι εκάστοτε ισχύουσαι δια τα υπό του Δημοσίου εκτελούμενα έργα, εφαρμόζονται αναλόγως και επί των εκτελουμένων απο το παρόντος Κανονισμού έργων.
"Άρθρον 64.
Έργα εκτελούμενα δια χρημάτων δημοσίων επενδύσεων.
Εις περίπτωσιν κατά την οποίαν το έργον ανεξαρτήτως της μορφής και της φύσεως αυτού, χρηματοδοτείται εκ του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων, το ποσοστόν γενικών εξόδων και οφέλους του αναδόχου (εργολαβικόν ποσοστόν) ανέρχεται εις 18% και εφαρμόζονται αι περί των έργων τούτων διατάξεις".
*Το άρθρ. 64 αντικαταστάθηκε ως άνω απο το άρθρ. 7 Κανον. 68/1976
Άρθρον 65.
Μεταβίβασις αρμοδιοτήτων.
1.Το Κ.Δ.Σ. δύναται να μεταβιβάζη προς τα Περιφερειακά Διοικητικά Συμβούλια του Ο.Δ.Δ.Ε.Π. όσας εκ των αρμοδιοτήτων αυτού κρίνει αναγκαίας δια την ταχυτέραν εκτέλεσιν των έργων της Περιφερείας των.
2.Αι περί αποκεντρώσεως διατάξεις παραμένουσιν εν ισχύει.
3.Όπου εν τω παρόντι αναφέρεται ο όρος "επιβλέπουσα Υπηρεσία" ως τοιαύτη νοείται είτε η Τεχνική Υπηρεσία της Εκκλησίας είτε οι προς τούτο δι' ειδικής συμβάσεως εξουσιοδοτούμενοι δια την άσκησιν της επιβλέψεως ιδιώται μηχανικοί υποκείμενοι εις τας διατάξεις του παρόντος.
Άρθρον 66.
Τελικαί διατάξεις.
1.Δια τα υπό των Νομικών Προσώπων της Εκκλησίας εκτελούμενα έργα ως διευθύνουσα τα έργα υπηρεσία νοείται δια μεν την Κεντρικήν Διοίκησιν του Ο.Δ.Δ.Ε.Π. η Τεχνική Υπηρεσία της Εκκλησίας, δι' άπαντα δε τα Π.Δ.Σ. του Ο.Δ.Δ.Ε.Π. νοούνται οι κατά το άρθρον 3 της υπ' άριθ. 16/1971 Κανονιστικής Διατάξεως οριζόμενοι υπ' αυτού διπλωματούχοι μηχανικοί.
2.Ως προϊστάμενος της διευθυνούσης υπηρεσίας νοείται δια την ΤΥΕ ο προϊστάμενος αυτής, δια το Π.Δ.Σ. Θεσσαλονίκης ο Προϊστάμενος του εκείσε Τεχνικού τμήματος δια τα λοιπά δε Π.Δ.Σ. ο εντεταλμένος προς τούτο εκπρόσωπος αυτών εκ των εν τη παρ. 1 αναφερομένων.
3.Ως προϊσταμένη Αρχή νοείται το Κ.Δ.Σ. δια τον Κεντρικόν Ο.Δ.Δ.Ε.Π. και τα εξουσιοδοτημένα κατά Μητροπολιτικάς περιφερείας Π.Δ.Σ. του Ο.Δ.Δ.Ε.Π.
4.Δια του παρόντος Κανονισμού καταργείται : α)Η υπ' αριθ. 5/1969 Κανονιστική Διάταξις και β)τα άρθρα 17, 18, 19, 20, 21 και 22 της 2/1969 Κανονιστικής Διατάξεως ως ταύτα ετροποποιήθησαν και συνεπληρώθησαν μεταγενεστέρως, εξαιρέσει των εις την επομένην παράγραφον αναφερομένων.
5.Άπαντα τα προ της δημοσιεύσεως του παρόντος Κανονισμού εκτελούμενα έργα διέπονται υπό της υπ' αριθ. 5/69 Κανονιστικής Διατάξεως.
Άρθρον 67.
Εναρξις ισχύος.
Η ισχύς του παρόντος Κανονισμού άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και εις το περιοδικόν "ΕΚΚΛΗΣΙΑ".
Κανονισμός Ιεράς Συνόδου Εκκλησίας της Ελλάδος 55/1974 - ΦΕΚ 185/Α/ 1.7.1974
Περί μελέτης και εκτελέσεως απάντων των Εκκλησιαστικών Έργων.