Νόμος 590/1977 - ΦΕΚ 146/Α/31-5-1977 (Κωδικοποιημένος)
Νόμος 590/1977 : Περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Συνδρομητικές Υπηρεσίες
- Το Νομοθέτημα έχει κωδικοποιηθεί σε αρχείο ενιαίο κειμένου, με ενσωματωμένες τις διατάξεις με τις οποίες έχει συμπληρωθεί - τροποποιηθεί μεταγενέστερα.
- Η υπηρεσία προβολής και μεταφόρτωσης κωδικοποιημένων κειμένων είναι διαθέσιμη ΔΩΡΕΑΝ, μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη, με πρόσβαση στις Συνδρομητικές Υπηρεσίες.
- Απαιτείται μεγαλύτερο επίπεδο πρόσβασης για την προβολή των Συνδρομητικών Υπηρεσιών.
Εάν είστε μέλος και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές Υπηρεσίες, πατήστε ΕΔΩ για Σύνδεση.
-Θέματα Βοήθειας και Υποστήριξης για τις συνδρομητικές υπηρεσίες.
ΠΛΗΡΕΣ ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ Φ.Ε.Κ.
Το παρακάτω κείμενο διατάξεων αποτελεί το κείμενο των διατάξεων όπως ήταν δημοσιευμένες στο Φ.Ε.Κ. οι οποίες έχουν τροποποιηθεί με μεταγενέστερες διατάξεις.
Ν.590/1977 - ΦΕΚ 146/Α/31.5.1977
Περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α'
ΓΕΝΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρον 1.
1.Η Εκκλησία της Ελλάδος, ούσα θείον καθίδρυμα έχουσα κεφαλήν το Κύριον ημών Ιησού Χριστόν, είναι αναποσπάστως ηνωμένη δογματικώς μετά τη εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλης και πάσης άλλης Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας, στοιχούσα τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής και τηρούσα απαρασαλεύτως ως και πάσαι αι λοιπαί Ορθόδοξοι Εκκλησίαι, τα δόγματα, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνας και τας ιεράς παραδόσεις.
2.Η Εκκλησία της Ελλάδος είναι αυτοκέφαλος, αυτοδιοικείται δε, εν τω πλαισίω των περί θρησκείας άρθρων του Συντάγματος, δια των εν ενεργεία Μητροπολιτών αυτής.
3.Η Εκκλησία της Ελλάδος περιλαμβάνει τας Μητροπόλεις της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, συμφώνως προς τον από 29ης Ιουνίου 1850 Πατριαρχικόν και Συνοδικόν Τόμον και τας από Ιουλίου 1866 και Μαΐου 1882 Πατριαρχικάς Συνοδικάς Πράξεις και τας Μητροπόλεις των Νέων Χωρών, συμφώνως προς την από 4ης Σεπτεμβρίου 1928 Πατριαρχικήν και Συνοδικήν Πράξιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου και έχει ως μέλη πάντας τους κατοικούντας εν τη περιοχή αυτών Ορθοδόξους Χριστιανούς.
4.Κατά τας νομικάς αυτών σχέσεις η Εκκλησία της Ελλάδος, αι Μητροπόλεις, αι Ενορίαι μετά των Ενοριακών αυτών Ναών, αι Μοναί, η Αποστολική Διακονία, ο ΟΔΕΠ, το ΤΑΚΕ, το Διορθόδοξον Κέντρον της Εκκλησίας της Ελλάδος, είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Το Εκκλησιαστικόν Ορφανοτροφείον Βουλιαγμένης, ως και τα λοιπά Εκκλησιαστικά Καθιδρύματα της Αρχιεπισκοπής Αθηνών και των Μητροπόλεων, τα λειτουργούντα μέχρι της ισχύος του παρόντος και κεκτημένα νομικήν προσωπικότητα, είναι Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου, λειτουργούν δε επί τη βάσει των υφισταμένων μέχρι σήμερον οργανισμών αυτών, οίτινες δύνανται να συμπληρώνται και να τροποποιώνται εφ' εξής δια κανονιστικών αποφάσεων, εκδιδομένων υπό του οικείου Αρχιερέως, δι' ων θα ρυθμίζονται τα της διοικήσεως, διαχειρίσεως, ελέγχου και εν γένει λειτουργίας αυτών, ως και τα της υπηρεσιακής εν γένει καταστάσεως του προσωπικού αυτών.
5.Η εις Κρήτην, Δωδεκάνησον και Άγιον Όρος κρατούσα Εκκλησιαστική κατάστασις, διεπομένη υπό του ισχύοντος εν αυταίς πατριαρχικού καθεστώτος, δεν θίγεται δια του παρόντος.
Άρθρον 2.
Η Εκκλησία της Ελλάδος συνεργάζεται μετά της Πολιτείας, προκειμένου περί θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος, ως τα της χριστιανικής αγωγής της νεότητος, της εν τω στρατεύματι θρησκευτικής υπηρεσίας, της εξυψώσεως του θεσμού του γάμου και της οικογενείας, της φροντίδος δια την περίθαλψιν των δεομένων εν γένει προστασίας, της διαφυλάξεως των ιερών κειμηλίων και εκκλησιαστικών και χριστιανικών μνημείων, της καθιερώσεως νέων Θρησκευτικών εορτών, ζητεί δε την προστασίαν της Πολιτείας οσάκις προσβάλλεται η θρησκεία.
Άρθρον 3
1.Ανωτάτη Εκκλησιαστική Αρχή της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας (Ι.Σ.Ι.)συγκροτουμένη εκ του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος, ως Προέδρου, και εκ πάντων των διαποιμενόντων Μητροπόλεις, Αρχιερέων, διαρκές δε διοικητικόν όργανον αυτής είναι η Διαρκής Ιερά Σύνοδος (Δ.Ι.Σ) συγκροτουμένη κατά τα εν άρθρ. 7 του παρόντος οριζόμενα. Αμφότεραι εδρεύουν εν Αθήναις.
2.Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας και η Διαρκής Ιερά Σύνοδος έχουν ιδίαν σφραγίδα, φέρουσαν εν τω μέσω αυτής και επί σταυρού δικεφάλον αετόν, κύκλω δε τας λέξεις "ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ"
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β'.
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ
Άρθρον 4.
Η Ι.Σ.Ι. της Εκκλησίας της Ελλάδος αποφαίνεται επί παντός ζητήματος αφορώντος εις την Εκκλησίαν. Ειδικώτερον αύτη:
α)Μεριμνά δια την τήρησιν των Δογμάτων της Ορθοδόξου Πίστεως, των Ιερών Κανόνων και των Ιερών Παραδόσεων, δια την ενότητα της Πίστεως, ως και δια την Εκκλησιαστικήν κοινωνίαν μετά του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των λοιπών Ορθοδόξων Πατριαρχείων και Αυτοκεφάλων Εκκλησιών και ρυθμίζει τας σχέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος μετά των ετεροδόξων.
β.Μελετά και αποφασίζει περί των ληπτέων μέτρων δια την πραγμάτωσιν της κατά Χριστόν ζωής του ιερού Κλήρου και του Χριστεπωνύμου λαού.
γ.Μεριμνά δια την εκκλησιαστικήν τάξιν και ευπρέπειαν, ως και δια παν εις την θείαν λατρείαν αφορών θέμα.
δ)Αποφασίζει περί της ασκήσεως της εκκλησιαστικής οικονομίας, συγκαταβάσεως και επιεικείας της Εκκλησίας.
ε)Εκδίδει κανονιστικάς αποφάσεις περί της οργανώσεως και εσωτερικής διοικήσεως της Εκκλησίας, κατά τα ειδικώτερον εν τω παρόντι διαλαμβανόμενα, δημοσιευομένα δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
στ)Ασκεί την ανωτάτην εποπτείαν και τον έλεγχον επί των πράξεων της Δ.Ι.Σ. των Αρχιερέων, των διοικητικών οργάνων της Εκκλησίας της Ελλάδος, ως και των επί μέρους Εκκλησιαστικών Νομικών Προσώπων, κατά τας κειμένας διατάξεις.
ζ)Εκλέγει τον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών και τους Μητροπολίτας κατά τα υπό του παρόντος οριζόμενα.
η)Συγκροτεί ειδικάς επιτροπάς, κατά τα εν άρθρ. 10 παρ. 5 οριζόμενα.
θ)Αποφασίζει δια την επιβολή ποινής αφορισμού κατά τα υπό των Ιερών Κανόνων οριζόμενα.
ι)Εκδικάζει αιτήσεις αναθεωρήσεως κατά τελεσιδίκων αποφάσεων εκδοθεισών εναντίον Πρεσβυτέρων Διακόνων ή Μοναχών, κατά τα ειδικώτερον υπό του Νόμου, περί Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων, ορισθησόμενα.
ια)Ψηφίζει τον κανονισμόν των εργασιών Αυτής και της Δ.Ι.Σ.
ιβ)Ασκεί τας εκ των Ιερών Κανόνων και λοιπών Εκκλησιαστικών διατάξεων απορρρεούσας αρμοδιότητος.
ιγ)Αποφαίνεται επί των κατά το άρθρ. 21 παρ. 3 ασκουμένων προσφυγών.
Άρθρον 5.
Αντιπρόεδρος της Ι.Σ.Ι. είναι ο εκ των μελών αυτής έχων τα πρεσβεία της Αρχιερωσύνης. Τον Πρόεδρον απόντα, κωλυόμενον ή ελλείποντα αναπληροί ο Αντιπρόεδρος και τούτον ο επόμενος τη τάξει.
Άρθρον 6.
1.Η Ι.Σ.Ι. συνέρχεται εις τακτικήν συνέλευσιν αυτοδικαίως μεν την 1ην Οκτωβρίου εκάστου έτους εκτάκτως δε οσάκις ήθελε συγκληθη υπό του Προέδρου αυτής α)είτε ιδία αυτού πρωτοβουλία β)είτε μετά προηγουμένη απόφασιν της Δ.Ι.Σ. γ)είτε κατόπιν αιτήσεως του 1/3 τουλάχιστον των εν ενεργεία Μητροπολιτών προς τον Πρόεδρον εις ην αίτησιν δέον όπως αναγράφωνται και τα θέματα δια τα οποία ζητείται η σύγκλησις της Ιεραρχίας. Εις την υπό στοιχείον β περίπτωσιν ο Πρόεδρος οφείλει όπως προσκαλέση τα μέλη της Ιεραρχίας δια πράξεως αυτού εκδιδομένης εντός προθεσμίας 10 ημερών αφ' ης απεφασίσθη η σύγκλησις και δι' ημέραν συνεδριάσεως μη απέχουσαν πλέον των 20 ημερών από της αυτής ως άνω ημερομηνίας. Εις την υπό στοιχ. γ' περίπτωσιν ο Πρόεδρος οφείλει να θέση αμελλητί την αίτησιν υπ' όψιν της Δ.Ι.Σ. ήτις αποφαίνεται παραχρήμα επ αυτής είτε αναθέτουσα εις τον Πρόεδρον να συγκαλέση την Ι.Σ.Ι. δι' ημέραν συνεδριάσεως μη απέχουσαν πλέον των 20 ημερών από της ημέρας συνεδριάσεως της Δ.Ι.Σ. είτε αρνουμένη την σύγκλησιν της Ιεραρχίας δι' ητιολογημένης αποφάσεώς της, κοινοποιουμένης εις τους υποβαλόντας την αίτησιν Ιεράρχας. Εάν οι υποβάλοντες της αίτησιν εμμείνουν επί της συγκλήσεως δια νεωτέρας αιτήσεώς των προς τον Πρόεδρον, η σύγκλησις της Ιεραρχίας είναι υποχρεωτική δι 'αυτόν, όστις συγκαλεί ταύτην εις ημέραν συνεδριάσεως με απέχουσαν πλέον των 20 ημερών από της υποβολής της αιτήσεως.
Ο πρόεδρος υπέχει κανονικήν ευθύνην εις ην περίπτωσιν παραλείψει να συγκαλέση την Ι.Σ.Ι. εις τας ως άνω υπό στοιχ. Β΄και γ' περιπτώσεις.
2.Η Ι.Σ.Ι. συνεδριάζει βάσει ημερησίας διατάξεως. Επί τακτικής συνελεύσεως η Δ.Ι.Σ. καταρτίζει την ημερησίαν διάταξιν και ο Πρόεδρος κοινοποιεί ταύτην προς άπαντα τα μέλη της Ιεραρχίας δύο τουλάχιστον μήνας προ της συνεδριάσεως. Επί εκτάκτου συνελεύσεως την ημερησίαν διάταξιν καταρτίζει εις μεν την υπό στοιχ. Α΄περίπτωσιν ο Πρόεδρος, εις δε την περίπτωσιν υπό στοιχ. β΄ή Δ.Ι.Σ.
Εις την υπό στοιχ. γ' περίπτωσιν η ημερησία διάταξις περιλαμβάνει τα εν τη αιτήσει αναγραφόμενα θέματα και καταρτίζεται υπό του Προέδρου. Και εις τας τρεις ως άνω περιπτώσεις η ημερησίας διάταξις κοινοποιείται εις άπαντα τα μέλη της Ι.Σ.Ι. ομού μετά της περί συγκλήσεως αυτής πράξεως του Προέδρου.
Η Ι.Σ.Ι. δύναται επί τακτικής συνελεύσεως να αποφασίσει την συζήτησιν και ετέρων θεμάτων πλην εκείνων τα οποία αναγράφονται εν τη ημερησία διατάξει. Εάν αι εργασίαι της τακτικής συνόδου της Ι.Σ.Ι. περατωθούν χωρίς να εξαντληθή η ημερησία διατάξεις, τα υπολειπόμενα θέματα συζητούνται υποχρεωτικώς και κατά προτεραιότητα κατά την αμέσως προσεχή τακτικήν σύνοδον της Ιεραρχίας. Επί εκτάκτου συνόδου πάντα τα εν τη αιτήσει αναγραφόμενα θέματα δέον να εξαντληθούν.
3.Οι κατά τας συνεδριάσεις παρισταμένοι Αρχιερείς δεν δύνανται να αποχωρούν ταύτης άνευ αποχρώντος λόγου. Η άνευ αποχρώντος λόγου και προ της λήψεως αποφάσεως αποχώρησις Αρχιερέως εκ της συνεδριάσεως ως και η αδικαιολόγητος μη συμμετοχή αποτελούν κανονικόν παράπτωμα. Η Ι.Σ.Ι. ευρίσκεται εν απαρτία εάν οι παρόντες Μητροπολίται είναι πλείονες του ημίσεος αριθμού του συνόλου αυτών. Αι αποφάσεις της Ι.Σ.Ι. λαμβάνονται κατά πλειονοψηφία των παρόντων νικώσης εν ισοψηφία επί φανεράς ψηφοφορίας, της ψήφου του Προέδρου Αυτής.
Επί ζητημάτων όμως θεμελιώδους κατά την κρίσιν της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας σημασίας και σπουδαιότητος δια την Εκκλησίαν ως της επιβολής ποινής αφορισμού και της ασκήσεως κατ εκκλησιαστικήν οικονομίαν συγκαταβάσεως και επιεικείας της Εκκλησίας, αι αποφάσεις λαμβάνονται δια πλειοψηφίας των 2/3 τουλάχιστον του όλου αριθμού των μελών της Ιεραρχίας.
4.Των εργασιών της Ι.Σ.Ι. δεν μετέχει Αρχιερεύς καταδικασθείς τελεσιδίκως εις αργίαν, καθ' όν χρόνον διαρκεί η αργία, επιφυλασσομένων των εκάστοτε ισχυουσών περί εκτελέσεως ποινών κατά των Αρχιερέων διατάξεων.
Αι τακτικαί και έκτακτοι συνελεύσεις της Ι.Σ.Ι. διαρκούν ουχί πέραν του μηνός, εκτός εάν άλλως αποφασισθή υπ' Αυτής εις την συγκεκριμένην εκάστοτε περίπτωσιν.
5.Πάντα τα αφορώντα εις την οργάνωσιν και λειτουργίαν της Ι.Σ.Ι. ρυθμίζονται δι' αποφάσεως Αυτής, δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΟΥΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Άρθρον 7.
1.Η Δ.Ι.Σ. της Εκκλησίας της Ελλάδος συγκροτείται εκ του Αρχιεπισκόπου Αθηνών, ως Προέδρου, και δώδεκα μελών, ων τα μεν εξ λαμβάνονται εκ των εν ενεργεία Μητροπολιτών της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος κατά την σειράν των πρεσβείων της Αρχιερωσύνης και εκ περιτροπής, τα δε λοιπά εξ λαμβάνονται κατά τον αυτόν τρόπον εκ των εν ενεργεία Μητροπολιτών των Νέων Χωρών. Η Δ.Ι.Σ. ευρίσκεται εν απαρτία εάν τα παρόντα μέλη αυτής υπερβαίνουν κατά ένα το ήμισυ του συνόλου του αριθμού αυτών, αι δε αποφάσεις αυτής λαμβάνονται κατά πλειονοψηφίαν, εν ισοψηφία νικώσης της ψήφου του Προέδρου.
2.Κωλύεται να ασκήση τα εν γένει συνοδικά αυτού καθήκοντα ο εις αργίαν τελεσιδίκως καταδικασθείς Αρχιερεύς, καθ' όν χρόνον διαρκεί αύτη.
3.Τον Πρόεδρον απόντα ή κωλυόμενον αναπληροί ο εκάστοτε πρώτος τη τάξει Αρχιερεύς εκ των παρόντων μελών της Δ.Ι.Σ. συμφώνως προς τους ιερούς κανόνας.
4.Η Δ.Ι.Σ. διατηρεί εν Αθήναις Υπηρεσίας και Γραφεία των οποίων προίσταται ο Αρχιερεύς αυτής, επικουρούμενος υπό του Γραμματέως Πρακτικογράφου και του Βοηθού Γραμματέως.
Άρθρον 8.
1.Η Συνοδική περίοδος είναι ενιαυσία αρχομένη την 1ης Σεπτεμβρίου εκάστου έτους και λήγουσα την 31ην Αυγούστου του επομένου έτους.
2.Ο καλούμενος ή διατελών συνοδικός δύναται να παραιτηθή των συνοδικών αυτού καθηκόντων ένεκεν ευλόγου τινός αιτίας, περί ης αποφαίνεται η Δ.Ι.Σ. Μετά την αποδοχήν της παραιτήσεως καλείται υπό του Προέδρου ως συνοδικός ο επόμενος κατά τα πρεσβεία της Αρχιερωσύνης των ήδη κεκλημένων εκ της οικείας σειράς. Κατά τον αυτόν τρόπον αντικαθίσταται και ο άνευ αδείας της Δ.Ι.Σ. επί μήνα μη μετασχών των εργασιών Αυτης αδικαιολογήτως. Ο εις αντικατάστασιν κληθείς παραμένει και κατά την επομένην συνοδικήν περίοδον, εάν εκλήθη ως συνοδικός μετά την λήξιν του πρώτου εξαμήνου της τρεχούσης συνοδικής περιόδου.
Άρθρον 9.
1.Η Δ.Ι.Σ. ως διαρκές διοικητικόν όργανον της Εκκλησίας ασκεί τας κάτωθι αρμοδιότητας:
α)Επιμελείται της ακριβούς εκτελέσεως των αποφάσεων της Ι.Σ.Ι.
β)Εκτελεί εκάστοτε τας υπό της Ι.Σ.Ι. ειδικως ανατιθεμένας αυτή πράξεις.
γ)Γνωμοδοτεί επί παντός υπό ψήφισιν εκκλησιαστικού νόμου.
δ)Επιλαμβάνεται των τρεχούσης φύσεως εκκλησιαστικών θεμάτων.
ε)Παρακολουθεί το δογματικόν περιεχόμενον των δια τα σχολεία της Στοιχειώδους και Μέσης Εκπαιδεύσεως προοριζομένων διδακτικών βιβλίων του μαθήματος των Θρησκευτικών.
στ)Συνεργάζεται μετά της Πολιτείας επί θεμάτων της εκκλησιαστικής εκπαιδεύσεως και μεριμνά περί της επιμορφώσεως του Ιερού Κλήρου, δυναμένη να ιδρύη προς τούτο ειδικάς επιμορφωτικάς σχολάς.
ζ)Μεριμνά περί του κατά Χριστόν βίου του Ορθοδόξου πληρώματος και λαμβάνει περί αυτού πρόνοιαν δια του κηρύγματος του Θείου λόγου, δια κατηχητικών σχολείων, δια Θρησκευτικών ομιλιών, δι' εκδόσεως καταλλήλων βιβλίων και περιοδικών, δια παραινετικών εγκυκλίων και δια παντός άλλου προσφόρου, κατά την κρίσιν Αυτής, μέσου. Εις περίπτωσιν διατάξεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας δι' ετεροδιδασκαλίας ή άλλης επεμβάσεως εις βάρος αυτής, η Δ.Ι.Σ. ζητεί την επέμβασιν των αρμοδίων Αρχών, εκδίδει δε παραινετικά γράμματα προς τον λαόν δια την προστασίαν αυτού.
η)Ασκεί τας δια του νόμου περί εκκλησιαστικών δικαστηρίων ανατιθεμένας αυτή αρμοδιότητας.
θ)Επαγρυπνεί επί της εκπληρώσεως των καθηγητών των κληρικών και των μοναχών.
ι)Παρέχει εις τους Αρχιερείς άδειαν δι' απουσίαν πέραν των δέκα ημερών εκ της έδρας αυτών.
ια)Εκδίδει επίσημον Δελτίον υπό τον τίτλον "Εκκλησία" εν ω καταχωρίζονται εκκλησιαστικοί νόμοι, πράξεις, διατάξεις, αποφάσεις, εγκύκλιοι, αυτής τε και της Ι.Σ.Ι. θεολογικά και εποικοδομητικά άρθρα και εκκλησιαστικαί ειδήσεις. Η παράλειψις δημοσιεύσεως πράξεως τινος κανονιστικού ή ατομικού περιεχομένου εν τω Δελτίω τούτω δεν επάγεται ακυρότητα της πράξεως ταύτης, πλην των περιπτώσεων των άρθρ. 19 παρ. 2,21 παρ. 1 και 39 παρ. 4 του παρόντος.
2.Η Δ.Ι.Σ. κατά το μεσολαβούν μέχρι συγκλήσεως της Ι.Σ.Ι. χρονικόν διάστημα ασκεί πάσαν εκκλησιαστικήν διοικητικήν εξουσίαν κατά τους ιερούς κανόνας, τας ιεράς παραδόσεις και τους νόμους, εξαιρέσει των εν τω άρθρ. 4 του παρόντος υπό στοιχ. ζ', θ', ι', και ιγ' οριζομένων, καθ' ο δε διάστημα συνεδριάζει η Ι.Σ.Ι. ή Δ.Ι.Σ. λειτουργεί ασκούσα τας ιδίας αυτής αρμοδιότητας.
3.Αι αποφάσεις της Δ.Ι.Σ. εκτελούνται υπό του Προέδρου δια της Αρχιγραμματείας, εφ' όσον δε εμπίπτουν εις τον τομέα αρμοδιότητος της Αποστολικής Διακονίας ή του ΟΔΕΠ εκτελούνται κατά τας διατάξεις των οικείων Οργανισμών.
4.Παν ότι αφορά εις την οργάνωσιν και λειτουργίαν της Δ.Ι.Σ. ως και των υπηρεσιών και γραφείων αυτής ρυθμίζεται δι' αποφάσεων αυτής δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ
ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΣΥΝΟΔΙΚΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ
Άρθρον 10.
1.Προς μελέτην και επεξεργασίαν των θεμάτων της ημερησίας διατάξεως των συνελεύσεων της Ι.Σ.Ι. ως και προς υποβοήθησιν του εν γένει έργου της Δ.Ι.Σ. και εκτέλεσιν των αποφάσεων αυτών, συνιστώνται αι ακόλουθοι Συνοδικαί Επιτροπαί (Σ.Ε.). έχουσαι γνωμοδοτικήν αρμοδιότητα:
α)η επί της Αρχιγραμματείας.
β)η επί της εκκλησιαστικής τέχνης και μουσικής,
γ)η επί των δογματικών και νομοκανονικών ζητημάτων.
δ)η επί της θείας λατρείας και του ποιμαντικού έργου.
ε)η επί του μοναχικού βίου,
στ)η επί της χριστιανικής αγωγής της νεότητος
ζ)η επί των διορθοδόξων διαχριστιανικών σχέσεων,
η)η επί της εκκλησιαστικής εκπαιδεύσεως και της επιμορφώσεως του εφημεριακού κλήρου,
θ)η επί του τύπου, των δημοσίων σχέσεων και της διαφωτίσεως,
ι)η επί των αιρέσεων,
ια)η επί της κοινωνικής προνοίας και ευποιίας και
ιβ)η επί των οικονομικών της Εκκλησίας.
2.Εκάστη Συνοδική Επιτροπή, πλην της επί της Αρχιγραμματείας, απαρτίζεται εξ επτά μελών ειδικών περί τα θέματα ταύτα, εξ ων τα τέσσαρα κληρικοί, Αρχιερείς και μη. Μεταξύ των Αρχιερέων καταλέγεται απαραιτήτως και εις συνοδικός Ιεράρχης, οριζόμενος υπό της Δ.Ι.Σ. εις την αρχήν εκάστης συνοδικής περιόδου και δια τον χρόνον της συνοδικής θητείας αυτού, όστις και αποτελεί τον σύνδεσμον της Σ.Ε. μετά την Δ.Ι.Σ. Τα λοιπά μέλη, μετ' ισαρίθμων αναπληρωματικών, διορίζονται υπό της Ι.Σ.Ι. επί τετραετή θητεία δυναμένη να ανανεωθή. Η επί της Αρχιγραμματείας Σ.Ε. αποτελείται εκ τριών Αρχιερέων, εξ ων ο εις Συνοδικός, οριζομένων κατά τα ανωτέρω υπό της Ι.Δ.Ι. Πρόεδρος εκάστης των Συνοδικών Επιτροπών είναι ο εκ των Αρχιερατικών μελών έχων τα πρεσβεία της Αρχιερωσύνης, πλην της των οικονομικών, της οποίας προεδρεύει ο Αρχιεπίσκοπος, όστις και προτείνει τα συμμετέχοντα εις αυτήν μέλη. Τα λαϊκά μέλη της επί των οικονομικών Σ.Ε. ορίζονται υπό της Ι.Σ.Ι. εκ τακτικών καθηγητών Οικονομικών μαθημάτων Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος και ανωτάτων υπαλλήλων των οικονομικών Υπουργείων ή της Τραπέζης της Ελλάδος.
3.Αι επιτροπαί δύνανται να συνιστούν δι' αποφάσεως αυτών υποεπιτροπάς, εις τας οποίας επιτρέπεται να καλώνται και μη μέλη αυτών.
4.Τα της συγκροτήσεως και των αρμοδιοτήτων των Συνοδικών Επιτροπών, τα της οργανώσεως και λειτουργίας των γραφείων και τα του προσωπικού αυτών ρυθμίζονται δι' αποφάσεων της Δ.Ι.Σ. δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
5.Δι' αποφάσεως της Ι.Σ.Ι. δύνανται να συνιστώνται και έτεραι ειδικαί Συνοδικαί Επιτροπαί και πλην των εν παρ. 1 του παρόντος άρθρου οριζομένων, προς μελέτην και διερεύνησιν συγκεκριμένων θεμάτων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε'
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΔΙΑΙΡΕΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Άρθρον 11.
1.Η Εκκλησία της Ελλάδος περιλαμβάνει την Αρχιεπισκοπήν Αθηνών και τας Μητροπόλεις:
Α'.Της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος:
α)Αιτωλίας και Ακαρνανίας β)Αργολίδος γ) Άρτης, δ)Αττικής, ε)Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως, στ) Γυθείου και Οιτύλου, ζ)Δημητριάδος και Αλμυρού, η)Ζακύνθου θ)Ηλείας, ι)Θηβών και Λεβαδείας, ια)Θήρας, Αμοργού και Νήσων, ιβ)Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων, ιγ)Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού, ιδ)Καλαβρύτων και Αιγιαλείας, ιε) Καρυστίας και Σκύρου, ιστ)Κερκύρας και Παξών ιζ) Κεφαλληνίας ιη)Κορίνθου, ιθ)Κυθήρων, κ) Λαρίσης και Τυρνάβου κα)Λευκάδος και Ιθάκης, κβ) Μαντινείας και Κυνουρίας κγ)Μεγάρων και Σαλαμίνος κδ)Μεσσηνίας, κε)Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κστ)Μονεμβασιάς και Σπάρτης, κζ) Ναυπακτίας και Ευρυτανίας, κη)Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας, κθ) Νέας Σμύρνης λ)Νικαίας, λα) Παροναξίας, λβ)Πατρών, λγ)Πειραιώς, λδ)Περιστερίου, λε) Σύρου, Τήνου, Άνδρου, Κέας και Μήλου, λστ) Τρίκκης και Σταγών, λζ)Τριφυλίας και Ολυμπίας λη) Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης, λθ)Φθιώτιδος, μ) Φωκίδος και μα)Χαλκίδος.
Β'.Του Οικουμενικού Πατριαρχικού θρόνου:
α)Αλεξανδρουπόλεως, β)Βερροίας και Ναούσης, γ) Γρεβενών, δ)Διδυμοτείχου και Ορεστιάδος ε) Δράμας, στ)Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιακής και Κονίτσης, ζ) Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας, η) Ελάσσονος, θ)Ελευθερουπόλεως, ι)Ζιχνών και Νευροκοπίου ια)Θεσσαλονίκης, ιβ)Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου, ιγ)Ιωαννίνων, ιδ)Κασσανδρείας, ιε) Καστορίας, ιστ)Κίτρους και Κατερίνης ιζ) Λαγκαδά, ιη) Λήμνου, ιθ)Μαρωνείας και Κομοτηνής, κ) Μηθύμνης κα)Μυτιλήνης, Ερεσσού και Πλωμαρίου, κβ)Νεαπόλεως και Σταυροπόλεως, κγ)Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς, κδ)Νικοπόλεως και Πρεβέζης, κε)Ξάνθης και Περιθωρίου, κστ)Παραμυθιάς, Φιλιατών και Γηρομερίου, κζ)Πολυανής και Κιλκισίου, κη)Σάμου και Ικαρίας, κθ)Σερβίων και Κοζάνης, λ)Σερρών και Νιγρίτης, λα)Σιδηροκάστρου λβ) Σισανίου και Σιατίστης, λγ)Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου, λδ)Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας και λε)Χίου, Ψαρών και Οινουσών.
2.Η εδαφική περιφέρεια, η ονομασία, ως και αι έδραι των Μητροπόλεων καθορίζονται δι' αποφάσεων της Ι.Σ.Ι. ως οι Ιεροί Κανόνες διακελεύουν, δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Έκαστος Νομός περιλαμβάνει υποχρεωτικώς, συμφώνως προς τους ιερούς κανόνας, την εδαφικήν περιφέρειαν μιας τουλάχιστον Μητροπόλεως, εν εναντία δε περιπτώσει συνιστάται δια του παρόντος Μητρόπολις έχουσα περιφέρειαν την του Νομού και έδραν την πρωτεύουσαν αυτού.
3.Εκάστη Μητρόπολις υποδιαιρείται εις ενορίας εχούσας ως κέντρον τον αντίστοιχον ενοριακόν ναόν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ'.
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΚΛΟΓΗΣ ΤΟΥ ΑΡΧΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗ ΕΛΛΑΔΟΣ
Άρθρον 12.
1.Άμα τη χηρεία του θρόνου της Αρχιεπισκοπής Αθηνών καθήκοντα τοποτηρητού αναλαμβάνει ο εκ των ενεργεία Μητροπολιτών έχων τα πρεσβεία της Αρχιερωσύνης και εν κωλύματι ή αρνήσει τούτου, ο επόμενος τούτου τη τάξεις και ούτω καθ' εξής.
2.Η Δ.Ι.Σ. συνερχομένη υπό την προεδρίαν του Τοποτηρητού, το βραδύτερον εντός πενθημέρου από της ημέρας καθ' ην εχήρευσεν ο θρόνος, αναγγέλει την χηρείαν επισήμως εις τους εν ενεργεία Μητροπολίτας και ορίζει ημέραν εκτάκτου συγκλήσεως της Ι.Σ.Ι. προς εκλογήν Αρχιεπισκόπου, μη απέχουσαν πλέον των 20 ημερών από της ημέρας της χηρείας, τόπον δε τον Καθεδρικόν ναόν των Αθηνών.
3.Εκλόγιμοι είναι πάντες οι Έλληνες το γένος εν ενεργεία Μητροπολίται, ως και οι εγγεγραμμένοι εις τον κατάλογον των προς αρχιερατείαν εκλογίμων της Εκκλησίας της Ελλάδος κληρικοί.
Άρθρον 13.
1.Η εκλογή διενεργείται εν μια και μόνη συνεδρία άνευ διακοπής, παρισταμένου του επί της Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Υπουργού, προσκαλουμένου προς τούτο εγγράφως παρά του Τοποτηρητού του θρόνου, τουλάχιστον 48 ώρας προ της εκλογής. Της συνεδριάσεως προεδρεύει ο εκ των παρόντων έχων τα πρεσβεία της Αρχιερωσύνης, χρέη δε Γραμματέως εκτελεί ο νεώτερος τη τάξει των παρόντων Μητροπολιτών. Εάν ο Υπουργός κληθείς κατά τα άνω δεν προσέλθη, η συνεδρία θεωρείται έγκυρος.
2.Η Ι.Σ.Ι. ευρίσκεται εν απαρτία, εάν περίστανται τουλάχιστον τα 2/3 των εν ενεργεία Μητροπολιτών της Εκκλησίας της Ελλάδος. Εάν δεν επιτευχθή η κατά τα ανωτέρω απαρτία, η Ι.Σ.Ι. συνέρχεται άνευ ετέρου την επομένην εργάσιμον ημέραν, κατά την αυτήν ώραν και εν τω αυτώ τόπω θεωρείται δε ευρισκομένη εν απαρτία ανεξαρτήτως αριθμού παρόντων.
Άρθρον 14.
1.Μετά την προσευχήν, διαπιστωθείσης απαρτίας, οι σύνεδροι καλούνται προς ψηφοφορίαν κατά τα κατωτέρω οριζόμενα, διεξαγομένην επιμελεία επιτροπής συγκροτουμένης εκ του προεδρεύοντος της συνελεύσεως και των δύο εκ των παρόντων Αρχιερέων αμέσως επομένων αυτώ κατά τα πρεσβεία της Αρχιερωσύνης.
2.Η ανωτέρω επιτροπή διαπιστοί μετά του επί της Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Υπουργού, εφ' όσον ούτος παρίσταται και του Γραμματέως ότι η ψηφοδόχος είναι κενή, μεθ' ο ο Γραμματεύς περιβάλλει ταύτη δια ταινίας και σφραγίζει δι' ισπανικού κηρού και της μεταλλίνης σφραγίδος της Ιεράς Συνόδου.
3.Ακολούθως ο Πρόεδρος της επιτροπής καλεί τους συνέδρους, αρχής γινομένης από του νεωτέρου κατά τα πρεσβεία, όπως προσέλθουν και ψηφίσουν. Ο καλούμενος λαμβάνει παρά του Γραμματέως ομοιόμορφον φάκελον και ψηφοδέλτιον, αποσύρεται εις θέσιν εν τω Καθεδρικώ Ναώ διεσκευασμένην ούτως ώστε ο ψηφίζων να μη είναι ορατός υπό των λοιπών παρισταμένων, και αναγράφει επί του ψηφοδελτίου το όνομα του υπ' αυτού προτιμωμένου Μητροπολίτου και τον τίτλον αυτού, μεθ' ο εγκλείων το ψηφοδέλτιον εις τον φάκελλον παραδίδει τούτον κεκλεισμένον εις τον προεδρεύοντα, όστις μονογραφών αυτόν και αποτυπών επ αυτού την σφραγίδα της Ιεράς Συνόδου ρίπτει αυτόν εντός της ψηφοδόχου, εξ ής μετακινείται η καλύπτουσα την υπ' αυτήν σχισμήν ταινία. Ο ούτω ψηφίσας υπογράφει αμέσως εις κατάλογον, εις ον είναι αναγεγραμμένα τα ονόματα των εκλεκτόρων. Ο κατάλογος ούτος επέχει θέσιν πρακτικού εκλογής, εν τω οποίω γίνεται προσέτι μνεία περί πασών των κατά τας διατάξεις του παρόντος και του επομένου άρθρου ενεργειών, ως και περί παντός άλλου λαβόντος χώραν περιστατικού.
4.Περατωθείσης της ψηφοφορίας, αφού πάντες οι παριστάμενοι κληθέντες ψηφίσουν κατά τα ανωτέρω, της ψήφου αυτών ούσης υποχρεωτικής, αφαιρείται η ταινία εκ της ψηφοδόχου, ήτις ανοίγεται υπό του προεδρεύοντος. Τα εν αυτή ψηφοδέλτια λαμβάνονται ανά εν υπό του αρχαιοτέρου εκ των συμπαρεδρευόντων δύο Μητροπολιτών και αριθμούνται, αναγραφομένης επί ενός εκάστου εξ αυτών της σειράς εξαγωγής του εκ της ψηφοδόχου, μονογραφούνται δε υπό τε του προεδρεύοντος και των ετέρων δύο Μητροπολιτών, μεθ' ο προεδρεύων εκφωνεί το εν εκάστω ψηφοδελτίω αναγεγραμμένον όνομα.
Άρθρον 15.
1.Περατωθείσης της διαλογής των ψήφων, κατά την διάρκειαν της οποίας ο Γραμματεύς αναγράφει εν τω πρακτικώ της εκλογής το όνομα εκάστου των ψηφισθέντων και έναντι αυτού τους αριθμούς των ψηφοδελτίων, δι' ων έκαστος αυτών εψηφίσθη αριθμούνται αι υπέρ εκάστου τούτων ψήφοι και ελέγχεται ο αριθμός αυτών δια των ψηφοδελτίων υπό του προεδρεύοντος και των συμπαρεδρευόντων δύο Μητροπολιτών. Ο αριθμός των ψήφων μετά του ονόματος εκάστου των λαβόντων αυτάς εκφωνείται υπό του Προέδρου.
2.Εκλεγείς θεωρείται ο λαβών της απόλυτον πλειονοψηφίαν των ψηφισάντων. Εάν κατά την πρώτην ψηφοφορίαν, ουδείς των ψηφισθέντων συγκεντρώση την απόλυτον πλειονοψηφίαν, επαναλαμβάνεται αμέσως και άνευ διακοπής ή ψηφοφορία κατά τον αυτόν ως άνω τρόπον, χρησιμοποιουμένου του αυτού πρακτικού εκλογής. Τα ψηφοδέλτια της πρώτης ψηφορορίας τίθενται εις ίδιον φάκελον σφραγιζόμενον δι ισπανικού κηρού και της σφραγίδος της Ιεράς Συνόδου και μοναγραφούμενον υπό του προεδρεύοντος των δύο Μητροπολιτών και του Γραμματέως. 3.Εάν και κατά την δευτέραν ψηφοφορίαν ουδείς των ψηφισθέντων συγκεντρώση την απόλυτον πλειονοψηφίαν η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται αμέσως κατά τον αυτόν ως άνω τρόπον, θεωρείται δε εκλεγείς ο σχετικώς πλειονοψηφήσας. Επί ισοψηφίας κατά την τρίτην ψηφοφορίαν ο Αρχιεπίσκοπος αναδεικνύεται δια κλήρου μεταξύ των ισοψηφησάντων.
4.Πάσα ένστασις προβαλλομένη κατά την διάρκειαν της προς εκλογήν του Αρχιεπισκόπου συνεδριάσεως, αναφερομένη εις την διαδικασίαν της ψηφοφορίας ή τα προσόντα των εκλογίμων, υποβάλλεται εγγράφως μέχρι πέρατος της ψηφοφορίας. Πάσα ένστασις αναφερομένη εις την εγκυρότητα των ψηφοδελτίων ή την μετά το πέρας της ψηφοφορίας διαδικασίαν υποβάλλεται ωσαύτως εγγράφως και παραχρήμα. Επί των ενστάσεων αμφοτέρων των κατηγοριών τούτων αποφαίνεται παραχρήμα και ανεκκλήτως δι' αποφάσεως του καταχωριζομένης εις τα πρακτικά ο παριστάμενος Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, τούτου δε απόντος η Επιτροπή εκλογής.
5.Το πρακτικόν της εκλογής χρονολογουμένον και υπογραφόμενον υπό του προεδρεύοντος, των δύο συμπαρεδρευόντων Μητροπολιτών και του Γραμματέως κατατίθεται εις το αρχείον της Δ.Ι.Σ. επιμελεία του προεδρεύοντος και του Γραμματέως, ακριβές δε αντίγραφον αυτού, καταρτιζομένου υπό του Γραμματέως, άμα τη λήξει της εκλογής, και υπογραφόμενον υπ' αυτού και του προεδρεύοντος διαβιβάζεται εις το Υπουργείον Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
6.Ο εκλεγεις τελεί ευθύς αμέσως το κεκανονισμένον μήνυμα, η δε Δ.Ι.Σ. γνωρίζει τούτο εγγράφως αυθημερόν εις το Υπουργείον Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, όπερ το βραδύτερον εντός πέντε ημερών προκαλεί την έκδοσιν Π.Δ/τος περί αναγνωρίσεως και καταστάσεως αυτού
Άρθρον 16.1.Ο Αρχιεπίσκοπος μετά την δημοσίευσιν του περί αναγνωρίσεως και καταστάσεως αυτού Π.Δ/τος δίδει ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας παρουσία της Δ.Ι.Σ. και του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και θρησκευμάτων τη ακόλουθον διαβεβαίωσιν:
"Διαβεβαιούμαι επί τη Αρχιερωσύνη μου ότι θα εκπληρώ τη θεία χάριτι τα αρχιεπισκοπικά μου καθήκοντα μετά πάσης σπουδής και δυνάμεως, τηρών απαρασαλεύτως τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς Κανόνας και τας ιεράς Παραδόσεις, διαδηλώ δε υπακοήν εις το Σύνταγμα και τους νόμους του Κράτους".
2.Μετά την διαβεβαίωσιν ακολουθεί η κατά την εκκλησιαστικήν τάξιν ενθρόνισις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ζ'
ΠΕΡΙ ΕΚΛΟΓΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΩΝ
Άρθρον 17.
1.Εκλογή Αρχιερέως διενεργείται μόνον υπό της Ι.Σ.Ι και του εκάστοτε ισχύοντος καταλόγου κατά τα εν τοις επομένοις οριζόμενα.
2.Προκειμένου να εκλεγή τις Αρχιερεύς δέον να είναι εγγεγραμμένος εν τω καταλόγω των προς Αρχιερατείαν εκλογίμων.
3.Εν τω καταλόγω τούτω εγγράφονται και κληρικοί κεκτημένοι τα υπό του επομένου άρθρου προβλεπόμενα προσόντα και υποδεικνυόμενοι υπό της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ισχυουσών κατά τα λοιπά των διατάξεων του παρόντος νόμου. Οι ούτως εγγραφόμενοι είναι εκλόγιμοι μόνον δια τας Μητροπόλεις των Νέων Χωρών.
Άρθρον 18.1.Ίνα εγγραφή τις εις τον κατάλογον των προς Αρχιερατείαν εκλογίμων δέον να έχη τα εξής πρόσόντα:
α)Να έχη ορθώς και υγιώς περί την πίστιν, να διακρίνηται επί συνέσει και βίω ανεπιλήπτω, και να έχη διδακτικήν και ποιμαντικήν πείραν.
β)Να είναι κληρικός άγαμος ή εν χηρεία, κεχειροτονημένος από πενταετίας τουλάχιστον.
γ)Να έχη από πενταετίας τουλάχιστον πτυχίον θεολογικής Σχολής ελληνικού Πανεπιστημίου ή
αναγνωρισμένης και ισοτίμου Ορθοδόξου Θεολογικής Σχολής.
δ)Να έχη την ελληνικήν ιθαγένειαν ή να είναι Έλλην το γένος, ότε εκλεγόμενος αποκτά αυτοδικαίως από και δια της εκδόσεως του κατά το άρθρ. 29 του παρόντος περί αναγνωρίσεως αυτού Δ/τος την ελληνικήν ιθαγένειαν.
ε)Να έχη εκπληρώσει τας στρατιωτικάς υποχρεώσεις αυτού ή να έχη νομίμως απαλλαγή αυτών.
στ)Να διανύη τουλάχιστον το τριακοστόν πέμπτον έτος της ηλικίας αυτού.
ζ)Να μη έχη καταδικασθή αμετακλήτως υπό Συνοδικού μεν δικαστηρίου εις ποινήν αργίας ανωτέραν των έξ μηνών, υπό δε των πολιτειακών δικαστηρίων εις ποινήν συνεπαγομένην στέρησιν των πολιτικών δικαιωμάτων αυτού και μετά την λήξιν του ορισθέντος δια την στέρησιν χρόνου, ως και εις οιανδήποτε ετέραν ποινήν, είτε δια κακούργημα είτε δια τι των εν άρθρ. 18 παρ. 2 του Νόμ. 1811/51 ποινικών αδικημάτων. Παραπομπή επί τινί των ανωτέρω πράξεων ή μη αμετάκλητος καταδίκη επ' αυτή εμποδίζει την εν τω καταλόγω εγγραφήν μέχρι της εκδόσεως αμετακλήτου αθωωτικής αποφάσεως ή απαλλακτικού βουλεύματος. Η καθ' οιονδήποτε τρόπον άρσις των συνεπειών της καταδίκης δεν αίρει το προς εγγραφήν εις τον κατάλογον των εκλογίμων κώλυμα.
2.Πλέον των εν τη προηγουμένη παραγράφω οριζομένων γενικών προσόντων δέον να έχη ούτος και εν τουλάχιστον εκ των εν συνεχεία και υπό στοιχεία Α΄έως Δ' απαριθμουμένων ειδικών προσόντων.
Α'.Πενταετή τουλάχιστον εν συνόλω πραγματικήν υπηρεσίαν εις μίαν ή πλείονας των θέσεων:
α)Αρχιγραμματέως ή Γραμματέως της Ιεράς Συνόδου.
β)Πρωτοσυγκέλλου ή Γενικού Αρχιερατικού Επιτρόπου της Αρχιεπισκοπής Αθηνών ή Μητροπόλεως ή Αρχιερατικού Επιτρόπου Μητροπόλεως ή Γραμματέως της Αρχιεπισκοπής Αθηνών ή Μητροπόλεως της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Εξωτερικού.
γ)Τακτικού Ιεροκήρυκος ή Ιεροκήρυκος της Αποστολικής Διακονίας ή Ιερέως των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας ή των Φυλακών.
δ)Διευθυντού Εκκλησιαστικής Σχολής υπό την ιδιότητα του κληρικού.
ε)Γενικού Διευθυντού ή Διευθυντού κεντρικού τινός Εκκλησιαστικού Οργανισμού υπό την ιδιότητα του κληρικού ή Γραμματέως Συνοδικής Επιτροπής, και
στ) Ηγουμένου Μονής, εν η εγκαταβιούν πλείονες των πέντε αδελφών
Β΄.Δεκαετή τουλάχιστον πραγματική υπηρεσίαν εις μίαν ή πλείονες των θέσεων:
α)Εφημερίου Ιεροκήρυκος ή Εφημερίου, είτε της Εκκλησίας της Ελλάδος είτε εν τω κλίματι τόσον του Οικουμενικού θρόνου, όσον και των λοιπών Ορθοδόξων πρεσβυγενών Πατριαρχεων, προσμετρουμένης και της υπηρεσίας του ως διακόνου μετά την λήψιν του πτυχίου της Θεολογίας και μέχρι πέντε ετών.
β)Καθηγητού Σχολείου Εκκλησιαστικής ή Μέσης Δημοσίας εκπαιδεύσεως.
Γ'.Την ιδιότητα Καθηγητού ή Υφηγητού Θεολογικής Σχολής.
Δ'.Δεκαετή εγκαταβίωσιν εν Αγίω Όρει, εφ' όσον προέρχεται εκ της Εκκλησίας της Ελλάδος.
3.Η εκ των μελών των Μοναστικών Αδελφοτήτων του Παναγίου Τάφου και της Ιεράς Μονής Αγίας Αικατερίνης Όρους Σινά συγκεντρούντες τα κατά τον Καταστατικόν Χάρτην προς Αρχιερατείαν προσόντα εγγράφονται μετά πενταετή ευδόκιμον διακονίαν εις τον σχετικόν κατάλογον υπό της Ι.Σ.Ι. κατόπιν προτάσεως της οικείας Εκκλησιαστικής Αρχής.
4.Η Ι.Σ.Ι. δύναται κατ' εξαίρεσιν να εγγράφη εις τον κατάλογον των προς Αρχιερατείαν εκλογίμων πτυχιούχους Ανωτάτης Σχολής και έχοντας θεολογικάς γνώσεις κληρικούς, μη κεκτημένους μεν τα κατά νόμον τυπικά προσόντα αλλά διακριθέντας δια την προσφοράν εις τα θεολογικά γράμματα ή το ποιμαντικόν έργον της Εκκλησίας.
5.Η κατά παράβασιν των εν ταις προηγουμέναις παραγράφοις του παρόντος άρθρου οριζομένων εγγραφή τινός εις τον κατάλογον των προς Αρχιερατείαν εκλογίμων είναι άκυρος.
Άρθρον 19.
1.Πας εν ενεργεία Μητροπολίτης δικαιούται να προτείνη μέχρι τέλους Δεκεμβρίου εκάστου έτους εις την Δ.Ι.Σ. κληρικούς προς εγγραφήν εις τον κατάλογον των προς Αρχιερατείαν, εκλογίμων, υποβάλλων και τα περί των προσόντων αυτών πιστοποιητικά συνοδευόμενα και υπό εκθέσεως αυτού. Το αυτό δικαίωμα έχει και η Συνοδική Επιτροπή επί της Αρχιγραμματείας της Ιεράς Συνόδου. Πας μη προταθείς προς εγγραφήν δύναται εντός 15/θημέρου από της δημοσιεύσεως του πίνακος, περί ης η επομένη παράγραφος, να ζητήση τούτο δι' αιτήσεως του προς την Συνοδικήν Επιτροπήν επί της Αρχιγρμματείας, εφ' ης αιτήσεως αύτη εισηγείται προς την Δ.Ι.Σ.
2.Η Αρχιγραμματεία κατά μήνα Ιανουάριον εκάστου έτους, ελέγχουσα τα αποδεικτικά των προταθέντων κληρικών προς εγγραφήν εις τον κατάλογον, καταχωρίζει τα ονόματα των εχόντων τα κατά νόμον προσόντα, μετά συντόμου βιογραφικού σημειώματος, εις "προκαταρκτικόν πίνακα" τον οποίον γνωστοποιεί εις τους εν ενεργεία Μητροπολίτας και δημοσιεύει την κατάστασιν των ονομάτων δια του Δελτίου "ΕΚΚΛΗΣΙΑ" και δια δύο ημερησίων εφημερίδων των Αθηνών.
3.Εις περίπτωσιν υποβολής αιτήσεως προς εγγραφήν μετά την δημοσίευσιν του ανωτέρω "προκαταρκτικού πίνακος" και την παρέλευσιν του 15θημέρου συντάσσεται και δημοσιεύεται ως ανωτέρω "συμπληρωματικός πίναξ" κοινοποιούμενος και εις τους εν ενεργεία Μητροπολίτας.
Άρθρον 20.
1.Κατά της εγγραφής υποψηφίου τινός εις τον "προκαταρκτικόν πίνακα" ή τον "συμπληρωματικόν πίνακα" δύναται να ασκηθή εντός δύο μηνών από της τελευταίας δημοσιεύσεως εκάστου πίνακος ένστασις παρ' οιουδήποτε κληρικού ή λαϊκού της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος, περιέχουσα πλήρως τα στοιχεία της ταυτότητός του, ως και την ακριβή διεύθυνσιν της μονίμου κατοικίας του, επί τω λόγω ότι ο εγγραφείς εις τον πίνακα δεν διαθέτει τα προς Αρχιερατείαν ουσιαστικά ή τυπικά προσόντα. Η ένστασις υποβάλλεται εις τον οικείον Μητροπολίτην υποχρεούμενον όπως διαβιβάση ταύτην εντός μηνός από την εις αυτόν περιελεύσεως της μετ' εμπεριστατωμένης εισηγήσεως του εις την Αρχιγραμματείαν. Η ένστασις δύναται να υποβληθή και απ' ευθείας εις την Αρχιγραμματείαν, η οποία διαβιβάζει ταύτην αμελλητί εις τον οικείον Μητροπολίτην προκειμένου περί κληρικών της Εκκλησίας της Ελλάδος, εις ετέραν δε περίπτωσιν προτάσεως κατ' εφαρμογήν της παρ. 3 του άρθρ. 17 του παρόντος διαβιβάζει ταύτην εις την Δ.Ι.Σ. ήτις ενεργεί αρμοδίως.
2.Η Δ.Ι.Σ. δι' αποφάσεως της, λαμβανομένης κατά την πρώτην από της λήψεως της ενστάσεως συνεδρίαν, διατάσσει ένορκον εξέτασιν προς διακρίβωσιν των εν τη ενστάσει διαλαμβανομένων, διεξαγομένην υπό κληρικού οριζομένου υπ' αυτής, περατουμένην δε το βραδύτερον εντός μηνός από της εντολής προς εξέτασιν. Η προθεσμία αύτη δύναται να παραταθή εν εκτάκτω ανάγκη επί ένα εισέτι μήνα δι' αποφάσεως της Δ.Ι.Σ. Περατουμένης της ανακρίσεως υποβάλλεται ο φάκελλος μετά του πορίσματος εις την Σ.Ε. επί της Αρχιγραμματείας ήτις εισηγείται σχετικώς προς την Δ.Ι.Σ. αποφαινομένης επ' αυτής οπωσδήποτε προ της ενάρξεως της διαδικασίας, περί ης το επόμενον άρθρον.
Άρθρον 21.
1.Η Δ.Ι.Σ. εντός του μηνός Αυγούστου εκάστου έτους και πάντως προ της λήξεως της θητείας αυτής, λαμβάνουσα υπ' όψιν πάντα τα εκ της μέχρι τούδε διαδικασίας συγκεντρωθέντα στοιχεία περί των υποψηφίων, ως επίσης και τα στοιχεία περί του παρ' αυτή τηρουμένου δι' έκαστον τούτων ατομικού φακέλου, καταρτίζει "πίνακα των υποψηφίων", εις ον εγγράφει πάντας τους μετά την ανωτέρω διαδικασίαν έχοντας τα υπό του παρόντος οριζομένα τυπικά προσόντα , εναντίον των οποίων δεν υπεβλήθησαν ενστάσεις ή απερρίφθησαν τελεσιδίκως υποβληθείσαι τοιαύται και γνωστοποιεί τούτον προς τους εν ενεργεία Μητροπολίτας προς ενημέρωσιν, δημοσιεύει δε αυτόν δια του Δελτίου "ΕΚΚΛΗΣΙΑ" και δύο ημερησίων εφημερίδων των Αθηνών.
2.Η Ι.Σ.Ι. κατά την τακτικήν Συνέλευσιν αυτής δια μυστικής ψηφοφορίας και κατά πλειονοψηφίαν των παρόντων μελών αυτής αποφασίζει περί της εγγραφής ή μη εις τον κατάλογον των εκλογίμων των περιλαμβανομένων εις τον πίνακα των υποψηφίων περί ου η ανωτέρω παράγραφος, εφ' όσον ούτοι, κατά την έμφρονα κρίσιν αυτής, κέκτηνται πάντα τα ουσιαστικά προσόντα και ούτω συμπληρώσει τον εκάστοτε ισχύοντα κατάλογον των προς Αρχιερατείαν εκλογίμων. Αι λευκαί ψήφοι λογίζονται υπέρ του υποψηφίου. Εις περίπτωσιν καθ' ην συγκληθή εκτάκτως η Ι.Σ.Ι. αύτη αποφασίζει κατά τα ως άνω και περί του καταλόγου προς Αρχιερατείαν, εφ' όσον έχει ολοκληρωθή κατά τα λοιπά στάδια αυτής η σχετική διαδικασία.
3.Η Ι.Σ.Ι. πριν ή προέλθη εις την διαδικασίαν καταρτίσεως του καταλόγου, την οριζομένην υπό της προηγουμένης παραγράφου, αποφαίνεται οριστικώς, δια μυστικής ωσαύτως ψηφοφορίας, και κατά πλειονοψηφίαν των παρόντων, επί των οιασδήποτε φύσεως ενστάσεων, αίτινες ενδεχομένως υπεβλήθησαν τη Δ.Ι.Σ. εναντίον του πίνακος των υποψηφίων της παρ. 1 μετά το πέρας της καταρτίσεως αυτού και αφορούν εις την νομιμότητα και κανονικότητα της εγγραφής ή της μη εγγραφής τινος εν αυτώ.
4.Η εκάστοτε αρξαμένη διαδικασία συμπληρώσεως του καταλόγου δεν αναστέλλει την ισχύν του υπάρχοντος καταλόγου.
Άρθρον 22.
1.Ο εγγεγραμμένος εις τον κατάλογον των προς Αρχιερατείαν εκλογίμων διαγράφεται οποτεδήποτε δι' ητιολογημένης αποφάσεως της Δ.Ι.Σ., εφ' όσον ήθελε διαπιστωθή ότι ούτος απώλεσεν οιαδήποτε εκ των κατά νόμον απαιτουμένων προς εγγραφήν προσόντων ή ότι εστερείτο τινός τούτω κατά τον χρόνον της εγγραφής αυτού.
2.Εις περιπτώσεις, καθ' ας κατά την κρίσιν της Δ.Ι.Σ. απαιτείται εξακρίβωσις των λόγων, οίτινες επιβάλλουν την διαγραφήν τινος εκ του καταλόγου των προς Αρχιερατείαν εκλογίμων, αύτη αναθέτει δι' αποφάσεως της εις Μητροπολίτην την διενέργειαν ενόρκου εξετάσεως, μετά το πέρας της οποίας, λαμβάνουσα υπ' όψιν το σχετικόν πόρισμα ως και πάντα τα συγκεντρωθέντα στοιχεία, αποφασίζει μετ' εισήγησιν του Προέδρου της επί της Αρχιγραμματείας Σ. Επιτροπής δια πλειονοψηφίας των παρόντων, περί της διαγραφής ή μη, εν καταφατική δε περιπτώσει προβαίνει εις την δέουσαν τροποποίησιν του καταλόγου,
3.Επί διαγραφής κατά τη προηγουμένην παράγραφον έχει ανάλογον εφαρμογήν η παρ. 3 του προηγουμένου άρθρου.
Άρθρον 23.
1.Άμα τη χηρεία μητροπολιτικού τινος θρόνου της Εκκλησίας της Ελλάδος ο Πρόεδρος της Δ.Ι.Σ., αναθέτει την τοποτηρητείαν αυτού μέχρι της πληρώσεώς του εις τον εκ των ομόρων Μητροπολιτών έχοντα τα πρεσβεία Αρχιερωσύνης.
2.Οι εις τας χηρευούσας Μητροπόλεις διοριζόμενοι Τοποτηρηταί διεξάγουν μόνον την τρέχουσαν υπηρεσίαν αυτών, μη δικαιουμένοι να προβαίνουν εις οιασδήποτε μεταβολάς εν τοις γραφείοις, ταις ενορίαις, ταις Μοναίς, ή τοις ιδρύμασιν αυτής. Επί επειγούσης φύσεως θεμάτων δύναται ο Τοποτηρητής να προβαίνη και εις τοιαύτας ενεργείας μετά προηγουμένην έγκρισιν της Δ.Ι.Σ., ειδικώς επί εκάστης περιπτώσεως παρεχομένην.
Άρθρον 24.
1.Η εκλογή Μητροπολίτου προς πλήρωσιν χηρευούσης Μητροπόλεως ενεργείται εντός εξαμήνου το βραδύτερον από της ημέρας καθ’ ην εχήρευσαν αύτη υπό της Ι.Σ.Ι. συνερχομένης προς τούτο εκτάκτως, εφ' όσον εντός του χρονικού τούτου διαστήματος δεν συμπίπτει ο χρόνος τακτικής συνόδου.
2.Η πλήρωσις Μητροπόλεως γίνεται κανονικώς δι' εκλογής, εξαιρετικώς δε δύναται να γίνη κατ' άσκησιν οικονομίας προς μείζον της Εκκλησίας όφελος και δια καταστάσεως μετ' απόφασιν της Ι.Σ.Ι. λαμβανομένην κατά τα εις την επομένην παράγραφον οριζόμενα, ανεξαρτήτως δε της εδαφικής εκτάσεως ή του πληθυσμού της προς πλήρωσιν Μητροπόλεως.
3.Δια την πλήρωσιν Μητροπόλεως δια καταστάσεως απαιτείται όπως ληφθεί προηγουμένως απόφασις υπό της Ι.Σ.Ι. κατά την προς τούτο συνεδρίαν δια μυστικής ψηφοφορίας και δια πλειονοψηφίας των 2/3 των παρόντων. Εν συνεχεία η Ι.Σ.Ι. προβαίνει εις εκλογήν δια μυστικής ψηφοφορίας ενός εκ των δικαιουμένων κατά την παρ. 5 του παρόντος Μητροπολιτών. Ως εκλεγείς θεωρείται ο λαβών τα 2/3 των ψήφων των παρόντων. Εις ην περίπτωσιν δεν επιτευχθή κατά την πρώτην ψηφοφορίαν η πλειονοψηφία αύτη των 2/3, η χηρεύουσα Μητροπολιτική έδρα πληρούται δι' εκλογής κατά τας περί αυτής διατάξεως.
4.Άμα τη επισήμω αναγγελία της περί καταστάσεως αποφάσεως ο μετατιθεμένος Μητροπολίτης δηλοί εάν αποδέχεται ταύτην. Εφ' όσον αποδεχθή τελείται εν συνεχεία το κεκανονισμένον μήνυμα. Εις περίπτωσιν μη αποδοχής η εκλογή επαναλαμβάνεται.
5.Ουδείς Μητροπολίτης μετατίθεται προ της συμπληρώσεως πενταετούς υπηρεσίας από της εκλογής του εις Μητροπολίτην. Ο άπαξ μετατεθείς δεν δύναται να μετατεθή εκ νέου.
Άρθρον 25.
1.Προς πλήρωσιν χηρεύσαντος μητροπολιτικού τινος θρόνου τα μέλη της Ι.Σ.Ι. συνερχόμενα εις συνεδρίαν, εκλέγουν δια μυστικής ψηφοφορίας τρεις υποψηφίους εκ των εγγεγραμμένων εις τον κατάλογον των προς Αρχιερατείαν εκλογίμων κληρικών. Έκαστος εκλέκτωρ υποχρεούται να αναγράψη εν τω ψηφοδελτίω αυτού τρεις υποψηφίους. Εν συνεχεία η Ι.Σ.Ι. δια μυστικής ψηφοφορίας και δια σχετικής πλειονοψηφίας εκλέγει ένα εκ των τριών προς πλήρωσιν της χηρευούσης Μητροπόλεως.
2.Εκλόγιμοι επίσης άνευ εγγραφής εις κατάλογον οι καθ' οιονδήποτε τρόπον σχολάζοντες Μητροπολίται της Εκκλησίας της Ελλάδος, και οι Βοηθοί Επίσκοποι, ως και οι κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος Τιτουλάριοι Μητροπολίται και Επίσκοποι.
3.Εν περιπτώσει ισοψηφίας είτε μεταξύ των Μητροπολιτών, είτε μεταξύ Επισκόπων, προτιμάται ο έχων τα πρεσβεία της Αρχιερωσύνης, μεταξύ Πρεσβυτέρων ή Διακόνων προτιμάται ο κατά βαθμόν ανώτερος, μεταξύ δε Πρεσβυτέρων ο έχων τα πρεσβεία της ιερωσύνης.
4.Μετά την κατά τα άνω εκλογήν τελείται το μικρόν Μήνυμα, μεθ' ο Ι.Σ.Ι. κατέρχεται εις το Συνοδικόν Παρεκκλήσιον και τελεί το Μέγα Μήνυμα.
Άρθρον 26.
1.Μετά την προς το Υπουργείον Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων γνωστοποιήσιν υπό της Υ.Σ.Ι. της εκλογής, της τελέσεως του Μηνύματος και της χειροτονίας του εκλεγέντος, εφ' όσον ούτος δεν ήτο Αρχιερεύς, εκδίδεται εντός δέκα ημερών, προτάσει του ασκούντος μόνον έλεγχον νομιμότητος Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Π.Δ/γμα περί αναγνωρίσεως και καταστάσεως του εκλέγοντος, δημοσιευομένον δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
2.Μετά την προς την Ι.Σ.Ι. κοινοποίησιν του κατά την προηγουμένην παράγραφον Π.Δ/τος ο νέος Μητροπολίτης δίδει ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας, παρουσία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, την υπό του άρθρ. 16 παρ. 1 του παρόντος οριζομένην διαβεβαίωσιν, περί της εκπληρώσεως των "αρχιερατικών" αυτού καθηκόντων, μεθ’ ην ακολουθεί η κατά την εκκλησιαστικήν τάξιν ενθρόνισις.
Άρθρον 27.
"1.Δημιουργούνται 4 νέες θέσεις Βοηθών Επισκόπων στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών οι οποίοι εκλέγονται από τον Κατάλογο των προς Αρχιερατείαν εκλογίμων, από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ύστερα από πρόταση του Μακ. Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος. Οι παραπάνω Βοηθοί Επίσκοποι εκτελούν τα από τον Μακ. Αρχιεπίσκοπο καθήκοντα που με πράξη του, σαν αρμόδιος Ιεράρχης, τους αναθέτει.
Σ' όλους τους Βοηθούς Επισκόπους και Τιτουλαρίους ύστερα από δεκαετή υπηρεσία μπορεί η Δ.Ι.Σ. με απόφασή της να τους ανυψώσει σε Τιτουλαρίους Μητροπολίτας με τον Τίτλο που φέρουν.
2.Δημιουργούνται επίσης έξι (6) θέσεις Βοηθών Επισκόπων, οι οποίοι εκλέγονται κατά τα δια της παρ. 1 του παρόντος άρθρου ειδικώς οριζόμενα.
Οι παραπάνω θέσεις βοηθών Επισκόπων πληρούνται υπό της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ύστερα από αιτιολογημένη αίτηση και πρόταση Μητροπολίτου, η Ιερά Μητρόπολη του οποίου έχει πληθυσμό μεγαλύτερο από 50.000 ή η εδαφική διαμόρφωση όπως και όταν η πληθυσμιακή σύνθεση αυτής είναι ιδιάζουσαι, και δικαιολογούν τη παρουσία Βοηθού Επισκόπου στη συγκεκριμένη Μητρόπολη.
Οι Βοηθοί Επίσκοποι της παραγράφου αυτής εκτελούν τα από τους οικείους Μητροπολίτες και με πράξη τους σ' αυτούς καθήκοντα, που οι ίδιοι αρμόδιοι Μητροπολίτες τους αναθέτουν.
3.Τα των Μηνυμάτων και της χειροτονίας των παραπάνω Βοηθών Επισκόπων τελούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
4.Οι Βοηθοί Επίσκοποι των παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου εξακολουθούν να λαμβάνουν από το Δημόσιο Ταμείο τις αποδοχές της θέσης την οποία κατείχαν πριν την εκλογή των ως Βοηθών Επισκοπών και το ασφαλιστικό καθεστώς αυτών δεν μεταβάλλεται.
5Οι Βοηθοί Επίσκοποι των παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου ύστερα από ευδόκιμη υπηρεσία 5 χρόνων καθίστανται εκλόγιμοι για πλήρωση χηρεύουσας Μητρόπολης, με εκλογή και όχι με κατάσταση, κατά τις διατάξεις του άρθρ. 25 του παρόντος νόμου".
* Το άρθρ. 27 αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρο 13 του Ν.1951/1991 - ΦΕΚ 84/Α/31.5.1991
Άρθρον 28.
Εν ταις Ιεραίς Ακολουθίαις μνημονεύουν ο Αρχιεπίσκοπος "πάσης Επισκοπής Ορθοδόξου" αι Μητροπολίται οι μεν της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος" της Ιεράς ημών Συνόδου", οι δε των Νέων Χωρών" του Οικουμενικού Πατριάρχου ημών "δείνος" και της Ιεράς ημών Συνόδου" οι Τιτουλάριοι Μητροπολίται "της Ιεράς ημών Συνόδου", αι Βοηθοί και Τιτουλάριοι Επίσκοποι του επιχωρίου Αρχιερέως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Η'
ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ ΤΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ
Άρθρον 29.
1.Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών υπό την ιδιότητα του ποιμαίνοντος την Αρχιεπισκοπήν Αθηνών, ως και έκαστος εν ενεργεία Μητροπολίτης, ως Εκκλησιαστική Αρχή της κληρωθείσης αυτώ Μητροπόλεως ασκούν εντός της περιφερείας της Μητροπόλεώς των την υπό των Ιερών Κανόνων των Εκκλησιαστικών διατάξεων και των νόμων εν γένει της Πολιτείας προβλεπομένην εξουσίαν.
2.Τα της οργανώσεως, της διοικήσεως και της εν γένει λειτουργίας των Μητροπόλεων ρυθμίζονται δι' αποφάσεων της Δ.Ι.Σ. δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Αποφάσεις ρυθμίζονται ειδικώς θέματα επί μέρους Μητροπόλεων εκδίδονται κατά τα ανωτέρω τη προτάσει του οικείου Αρχιερέως.
Άρθρον 30.
Η διαχείρισις των κατά νόμον εισφορών των Ιερών Ναών προς συντήρησιν των Μητροπολιτικών Γραφείων ή άλλων προσόδων της Μητροπόλεως διεξάγεται ευθύνη του οικείου Μητροπολίτου, συμφώνως προς τας εκάστοτε εκδιδομένας, και δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως δημοσιευομένας κανονιστικάς αποφάσεις της Δ.Ι.Σ.
Άρθρον 31.
Έκαστος εν ενεργεία Μητροπολίτης έχει ιδίαν σφραγίδα, φέρουσαν εν τω μέσω αυτής και επί σταυρού δικέφαλον αετόν, κύκλω δε, το όνομα της Μητροπόλεως αυτού.
Άρθρον 32.
1.Οι Αρχιερείς της Εκκλησίας της Ελλάδος μισθοδοτούμενος υπό του ΟΔΕΠ λαμβάνουν: Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών τας πάσης φύσεως αποδοχάς του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας και οι εν ενεργεία, Μητροπολίται τας του Συμβούλου της Επικρατείας. Οι κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος Τιτουλάριοι Μητροπολίται λαμβάνουν τας πάσης φύσεως αποδοχάς του Συμβούλου της Επικρατείας, η καταβολή των οποίων διακόπτεται εφ' όσον χρόνον ούτοι, ασκούντες τυχόν εκκλησιαστικόν τι λειτούργημα, λαμβάνουν αποδοχάς λόγω του λειτουργήματος των τούτου. Των αποδοχών δεν δικαιούνται οι λαμβάνοντες οιασδήποτε μορφής σύνταξιν εκ του Δημοσίου, η Νομικού τινος Προσώπου Δημοσίου Δικαίου. Υπό τα αυτάς ως άνω προϋποθέσεις οι κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος υπάρχοντος Τιτουλάριοι Επίσκοποι λαμβάνουν τας πάσης φύσεως αποδοχάς του Παρέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας. Οι κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος Βοηθοί Επίσκοποι λαμβάνουν τας πάσης φύσεως αποδοχάς του Παρέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας. Εις τον Πάρεδρον και τα μέλη, της Δ.Ι.Σ. καταβάλλεται προσέτι κατά το διάστημα της συνοδικής θητείας των μηνιαίον συνοδικόν επίδομα, το ύψος του οποίου καθορίζεται δια αποφάσεως της Δ.Ι.Σ.
2.Οι κατά την προηγουμένην παράγραφον Αρχιερείς της Εκκλησίας της Ελλάδος, ως και οι σχολάζοντες δικαιούνται της ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περιθάλψεως της προβλεπομένης υπό των κειμένων διατάξεων δια τα μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας, προς τα οποία αντιστοιχούν μισθολογικώς κατά την παρ. 1 του παρόντος άρθρου. Η προς τούτο απαιτουμένη δαπάνη καταβάλλεται υπό του ΟΔΕΠ.
3.(Καταργήθηκε από την παρ. 3 άρθρου 8 Ν. 1041/1980 (ΦΕΚ Α΄75)
Άρθρον 33.
Μετά τον θάνατον Αρχιερέως η βιβλιοθήκη και τα άμφια αυτού περιέρχονται εις το νομικόν πρόσωπον της οικείας Μητροπόλεως, εκτός εάν δια διαθήκης ως θανών έχη περί τούτων άλλως ορίσει.
Άρθρον 34.
1.Ο Αρχιεπίσκοπος και πας εν ενεργεία Μητροπολίτης κανονικώς χειροτονηθείς και κατασταθείς δεν στερείται της Μητροπόλεως αυτού, ει μη κατόπιν αμετακλήτου καταδίκης εις έκπτωσιν από του θρόνου ή εις ισόβιον αργίαν. Οι κατά τα ανωτέρω απομακρυνόμενοι της Μητροπόλεως αυτών λαμβάνουν παρά του ΟΔΕΠ προς περίθαλψιν αυτών τα 2/3 των ων ως εν ενεργεία θα εδικαιούντο αποδοχών.
2.Μητροπολίτης μη δυνάμενος να εκτελή τα καθήκοντα αυτού δια νόσον ή γήρας δικαιούται να υποβάλη κανονικήν παραίτησιν. Η παραίτησις υποβάλλεται εγγράφως εις την Δ.Ι.Σ., ήτις, αποδεχομένη την παραίτησιν, ανακοινοί ταύτην τω Υπουργείω Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων δια την έκδοσιν του σχετικού Π.Δ/τος. Μητροπολίτης δύναται να παραιτηθή και δια πάντα άλλον σοβαρόν λόγον περί του οποίου αποφαίνεται η Δ.Ι.Σ., δι' απολύτου πλειονοψηφίας των παρόντων μελών αυτής.
3.Μητροπολίτης καταστάς ανίκανος προς εκπλήρωσιν των καθηκόντων του και μη υποβαλών παραίτησιν απαλλάσσεται τούτων κατόπιν αποφάσεως ειδικής Επιτροπής, αποτελουμένης εκ του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, ή του νομίμου αναπληρωτού αυτού, ως Προέδρου και δύο καθηγητών της Ιατρικής Σχολής των Πανεπιστημίων της Χώρας, κατά την διαδικασίαν των επομένων παραγράφων.
4.Η Δ.Ι.Σ. τη προτάσει του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ή και αυτεπαγγέλτως εφ' όσον προβάλλεται ότι συντρέχει περίπτωσις εφαρμογής της διατάξεως της παρ. 3 του παρόντος άρθρου, μετά προηγουμένην απόφασιν αυτής, απευθύνεται υποχρεωτικώς εντός 15 ημερών δια του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων προς τον Πρόεδρον του Συμβουλίου Επικρατείας, ίνα κινήση την σχετικήν διαδικασίαν.
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής εντός 5 ημερών από της λήψεως του εγγράφου της Δ.Ι.Σ. ζητεί δι' εγγράφου παρά του κοσμήτορος μιας των Πανεπιστημιακών Ιατρικών Σχολών, αναλόγως του τόπου της διαμονής του Μητροπολίτου, όπως εντός 10 ημερών από της λήψεως του εγγράφου ορίση δύο τακτικά και δύο αναπληρωματικά μέλη της Επιτροπής εκ των ειδικωτέρων δια την νόσον τακτικών καθηγητών της οικείας Σχολής. Τα ονοματεπώνυμα των τακτικών και αναπληρωματικών μελών της Επιτροπής γνωστοποιούνται υπό του κοσμήτορος προς τον Πρόεδρον της Επιτροπής, το Υπουργείον Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και την Δ.Ι.Σ.
Η Δ.Ι.Σ. δι εγγράφου της γνωστοποιεί πάραυτα τα ονόματα των τακτικών και αναπληρωματικών μελών της Επιτροπής εις τον υπό εξέτασιν Μητροπολίτην όστις δύναται εντός 10 ημερών από της λήψεως του εγγράφου να υποβάλη εις ταύτην άπαξ μόνον ένστασις εξαιρέσεως μέχρι δύο εκ των μελών της Επιτροπής. Την ένστασιν ταύτην διαβιβάζει η Δ.Ι.Σ. δια του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων εις τον Πρόεδρον της Επιτροπής, προτείνουσα την αντικατάστασιν των εν λόγω μελών, ούτος δε κατά τη γενομένην ως άνω διαδικασίαν ζητεί παρά του οικείου Κοσμήτορος να ορίση νέα μέλη εις αντικατάστασιν των εξαιρουμένων.
5.Η κατά τας παραγρ’αφους 3 και 4 συγκροτουμένη Επιτροπή καλείται υπό του Προέδρου αυτής εις συνεδρίαν, οριζομένην εις ημέραν μη απέχουσαν πλέον των 15 ημερών από της λήψεως του εγγράφου του κοσμήτορος, δι' ου γνωστοποιούνται τα ονοματεπώνυμα των μελών αυτής προς εξέτασιν του Αρχιερέως, όστις καλείται δι' εγγράφου "επί αποδείξει" δέκα τουλάχιστον ημέρας προ της εξετάσεως, ίνα προσέλθη προς εξέτασιν. Εν περιπτώσει μη προσελεύσεως του Αρχιερέως, η Επιτροπή μεταβαίνει εις τον τόπον της διαμονής του προς εξέτασιν. Τυχόν νέα άρνησις αυτού όπως υποβληθή εις την εξέτασιν, διαπιστουμένη υπό της Επιτροπής, θεωρείται ως αμάχητον τεκμήριον ομολογίας της ανικανότητός του, η δε Δ.Ι.Σ. υποχρεούται άνευ άλλης διατυπώσεως να προβή εις την απαλλαγήν αυτού από των καθηκόντων του. Η αποζημίωσις των μελών της Επιτροπής καθορίζεται υπό της Δ.Ι.Σ. καταβάλλεται δε μετά των οδοιπορικών εξόδων υπό του ΟΔΕΠ.
6.Το πόρισμα της Επιτροπής, εφ' όσον τούτο διετυπώθη ομοφώνως, είναι υποχρεωτικόν δια την Δ.Ι.Σ. ήτις εις την πρώτην τακτικήν συνεδρίαν αυτής από της λήψεως του πορίσματος και της γνωματεύσεως, δι' αποφάσεώς της κηρύσσει τον θρόνον εν χηρεία η αποφαίνεται ότι δεν συντρέχει περίπτωσις απαλλαγής του Μητροπολίτου από των καθηκόντων του, Εν περιπτώσει μη ομοφώνου αποφάσεως ο Πρόεδρος της Επιτροπής καλεί και τα αναπληρωματικά ιατρικά μέλη αυτής και η Επιτροπή συμπληρουμένη δι' αυτών προβαίνει αμελλητί εις επανεξέτασιν του Αρχιερέως. Το πόρισμα της νέας Επιτροπής είναι υποχρεωτικόν κατά πάσαν περίπτωσιν δια την Δ.Ι.Σ. Η κατά τα ανωτέρω εκδιδομένη απόφασις της Δ.Ι.Σ. γνωστοποιείται αμελλητί προς τον εις ον αφορά Μητροπολίτην και προς τον Υπουργόν Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων όστις οφείλει να προκαλέση εντός 10 ημερών την έκδοσιν Π.Δ/τος περί απαλλαγής του Μητροπολίτου από των καθηκόντων του.
7.Εις τους αποχωρούντας κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου Μητροπολίτας της Εκκλησίας της Ελλάδος, παρέχεται υπό του ΟΔΕΠ μηνιαίον βοήθημα ίσον προς το εκάστοτε μηνιαίον επίδομα, μετά των προσαυξήσεων αυτού, των εν ενεργεία Αρχιερέων.
«8.Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, μετά από αιτιολογημένη πρόταση του Προέδρου της, μπορεί με απόφασή της δημοσιευομένη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως να θέτει στη διάθεση της Εκκλησίας της Ελλάδος για διάστημα έξι μηνών Μητροπολίτη, εφόσον συντρέχουν λόγοι που αφορούν στο πρόσωπό του, στο συμφέρον της Εκκλησίας, στη δημόσια τάξη ή στην κοινωνική ειρήνη. Η απόφαση εκδίδεται μετά από ακρόαση του Μητροπολίτη. Στη Μητρόπολη ορίζεται τοποτηρητής σύμφωνα με το άρθρ. 23 παρ. Ι και αν ο Μητροπολίτης που τέθηκε στη διάθεση της Εκκλησίας είναι και Συνοδικός, αντικαθίσταται σύμφωνα με το άρθρ. 8 παρ. 2 του νόμου αυτού. Οι Μητροπολίτες που τίθενται στη διάθεση της Εκκλησίας δεν μετέχουν σε Σύνοδο Ιεραρχίας ούτε καλούνται ως Συνοδικοί και λαμβάνουν τα 2/3 των αποδοχών του εν ενεργεία Μητροπολίτη. Μετά την πάροδο του εξαμήνου η Διαρκής Ιερά Σύνοδος μπορεί να αποφασίζει τη οριστική απομάκρυνση από το Μητροπολιτικό θρόνο. Αυτοί που απομακρύνονται θεωρούνται "σχολάζοντες" και λαμβάνουν τις παραπάνω αποδοχές».
*Η παρ. 8 προστέθηκε από το άρθρο 15 Ν. 1351/1983, ΦΕΚ Α΄56
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Θ'.
ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ
Άρθρον 35.
"Ι.Στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών και σε κάθε Μητρόπολη συνιστάται Μητροπολιτικό Συμβούλιο. Το Μητροπολιτικό Συμβούλιο έχει εννιά μέλη και απαρτίζεται:
α.Από τον οικείο Αρχιερέα ή το νόμιμο αναπληρωτή του ως Πρόεδρο.
β.Έναν Πρωτοδίκη του Πρωτοδικείου της έδρας της Μητρόπολης που ορίζεται με τον αναπληρωτή του σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
γ.Το Δημόσιο Ταμία της έδρας της Μητρόπολης ή το νόμιμο αναπληρωτή του.
δ.Δύο κληρικούς που εκλέγονται με μυστική ψηφοφορία με ισάριθμους αναπληρωματικούς από το σύνολο των κληρικών της περιφέρειας της οικείας Μητρόπολης μεταξύ των κληρικών αυτών.
ε.Τέσσερα λαϊκά μέλη που εκλέγονται με μυστική ψηφοφορία με ισάριθμα αναπληρωματικά από το σύνολο των λαϊκών μελών των Εκκλησιαστικών Συμβουλίων της οικείας Μητρόπολης μεταξύ των μελών αυτών. Ειδικά τα αιρετά μέλη των Μητροπολιτικών Συμβουλίων της Αρχιεπισκοπής Αθηνών και των Μητροπόλεων Πειραιώς και Θεσσαλονίκης αναδεικνύονται από σώμα εκλεκτόρων που αποτελείται από ένα μέλος των εκλεγμένων λαϊκών μελών κάθε Εκκλησιαστικού Συμβουλίου των Μητροπόλεων αυτών που υποδεικνύεται με τον αναπληρωτή του από τα εκλεγμένα τακτικά λαϊκά μέλη του οικείου Εκκλησιαστικού Συμβουλίου.
Τα αναπληρωματικά μέλη μετέχουν στην περίπτωση που δεν υπάρχουν, απουσιάζουν ή κωλύονται τα αντίστοιχα τακτικά μέλη.
2.Στις έδρες των Μητροπόλεων που δεν εδρεύει Πρωτοδικείο ή Δημόσιο Ταμείο, στο Μητροπολιτικό Συμβούλιο μετέχει:
α.Αντί του Πρωτοδίκη ο Προϊστάμενος του Ειρηνοδικείου της Περιφέρειας ή ο νόμιμος αναπληρωτής του.
β.Αντί του Δημόσιου Ταμία άλλος Δημόσιος Υπάλληλος που υπηρετεί στην έδρα της Μητρόπολης και ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Σε έδρες Μητροπόλεων όπου υπάρχουν περισσότερα Δημόσια Ταμεία το μέλος του Μητροπολιτικού Συμβουλίου υποδεικνύει ο Υπουργός Οικονομικών.
3.Η Θητεία των μελών του Μητροπολιτικού Συμβουλίου των περιπτ. β', δ' και ε' της παρ. Ι είναι τριετής.
4.Το Μητροπολιτικό Συμβούλιο συγκροτείται με πράξη του οικείου Μητροπολίτη που δημοσιεύεται. Σε περίπτωση που δεν έχει εκδοθεί μέσα σε 20 ημέρες από την εκλογή των αιρετών μελών του πράξη συγκρότησης από τον οικείο Μητροπολίτη, το Μητροπολιτικό Συμβούλιο συγκροτείται με απόφαση του Προϊσταμένου του Διοικητικού Πρωτοδικείου της έδρας της Μητρόπολης ή του Προϊσταμένου του Διοικητικού Πρωτοδικείου της έδρας του οικείου Διοικητικού Εφετείου αν η έδρα της Μητρόπολης δεν είναι έδρα Διοικητικού Πρωτοδικείου που δημοσιεύεται.
5.Στα Μητροπολιτικά Συμβούλια ανήκει πέρα από τις κατά τις κείμενες διατάξεις αρμοδιότητες τους η διαχείριση, διοίκηση και αξιοποίηση της περιουσίας του νομικού προσώπου της Μητρόπολης, καθώς και της περιουσίας των ιερών προσκυνημάτων της περιοχής της οικείας Μητρόπολης. Με π.δ/τα που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, ύστερα από γνώμη της Δ.Ι.Σ. μπορεί να καθορίζεται κατ' άλλον προσφορότερον τρόπον, η διοίκηση και διαχείριση των ιερών προσκυνημάτων που βρίσκονται στην περιοχή της Εκκλησίας της Ελλάδος, ανεξαρτήτως της μέχρι τώρα νομικής τους μορφής και κατάστασης. Από την εφαρμογή των διατάξεων αυτών δεν θίγεται η ισχύς του Νόμ. 349/1976 και του άρθρ. 84 του Νόμ. 1416/1984, καθώς και των βάσει αυτών εκδοθέντων κανονιστικών δ/των και αποφάσεων.
Με αποφάσεις της Δ.Ι.Σ. δημοσιεύονται στη Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορούν να ανατεθούν στα Μητροπολιτικά Συμβούλια και άλλες αρμοδιότητες".
*Το άρθρ. 35 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 6 άρθρ. 8 του Ν.1700/1987 - ΦΕΚ 61/Α/6.5.1987
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι΄
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΣ
Άρθρον 36.
1.Η Ενορία μετά του ενοριακού ναού ως βασική μονάς οργανώσεως του εκκλησιαστικού βίου λογίζεται κατά τα εις το άρθρ. 1 παρ. 4 του παρόντος ειδικώτερον οριζόμενα ως Νομικόν Πρόσωπον Δημοσίου Δικαίου.
2.Η ενορία ιδρύεται δια Π.Δ/τος εκδιδομένου τη προτάσει του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, τη αιτήσει του ημίσεως τουλάχιστον του κατά τας κειμένας διατάξεις προβλεπομένου δι' ίδρυσιν ενορίας αριθμούς οικογενειών, μετά σύμφωνον γνώμην του οικείου Μητροπολιτικού Συμβουλίου και γνωμοδότησιν του οικείου Δημοτικού ή Κοινοτικού Συμβουλίου, παρεχομένην εντός μηνός από της διαβιβάσεως της σχετικής αιτήσεως, μη κωλυομένης της εκδόσεως του δ/τος εκ της απράκτου παρόδου της προθεσμίας ταύτης.
3.Τα όρια εκάστης ενορίας καθορίζονται υπό του οικείου Μητροπολιτικού Συμβουλίου.
4.Κέντρον της εν γένει εκκλησιαστικής ζωής της ενορίας είναι ο ενοριακός ναός καθοριζόμενος δι' αποφάσεως του οικείου Μητροπολιτικού Συμβουλίου.
5.Η ενορία καταργείται ή συγχωνεύεται μετ' άλλης ομόρου δια Π.Δ/τος εκδιδομένου τη προτάσει του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, μετά σύμφωνον γνώμην του οικείου Μητροπολιτικού Συμβουλίου, μόνον εάν υπολείπεται του δια την υποβολήν της προς ίδρυσιν αυτής αιτήσεως απαιτουμένου αριθμού οικογενειών εξαιρέσει των παραμεθορίων χωρίων, εις τα οποία δεν επιτρέπεται η κατάργησις ή συγχώνευσις ενοριών.
6.Τα της ιδρύσεως, των πόρων, της διοικήσεως, της διαχειρίσεως και της εν γένει λειτουργίας των ιερών ναών (ενοριακών και μη), τα της εκτελέσεως εκκλησιαστικών έργων, τα της ανεγέρσεως ιερών ναών και των κτισμάτων αυτών, ως και τα της συστάσεως, συγκροτήσεως, αρμοδιοτήτων και εν γένει λειτουργίας των ερανικών επιτροπών καθορισθήσονται δια κανονιστικών αποφάσεων, της Δ.Ι.Σ., εγκρινομένων υπό της Ι.Σ.Ι. και δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, καθ' ό μέρος δε ρυθμίζονται δια του παρόντος. Δι' ομοίων αποφάσεων καθορισθήσονται και τα της λειτουργίας εν γένει των ενοριών.
Άρθρον 37.
1.Ο εφημέριος μεριμνά δια την λατρευτικήν και πνευματικήν ζωήν των ενοριτών και δια παν ζήτημα αφορών εις την πνευματικήν και υλικήν πρόοδον της Ενορίας.
2.Αι κεναί οργανικαί εφημεριακαί θέσεις πληρούνται μονίμως μεν δι' εγγάμων πρεσβυτέρων, προσωρινώς δε και δι' αγάμων, κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα, δια κανονιστικών αποφάσεων της Δ.Ι.Σ., εγκρινομένων υπό της Ι.Σ.Ι. και δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
3.Έγγαμοι εφημέριοι υπηρετούντες πέρα της πενταετίας προσωρινώς εις τη αυτήν οργανικήν εφημεριακήν θέσιν καθίστανται αυτοδικαίως τακτικοί.
4.Απόσπασις τακτικού εφημερίου εις άλλην κενήν οργανικήν θέσιν δεν δύναται να παραταθή πέρα των τριών μηνών συνεχώς ή διακεκομμένως εντός του αυτού έτους, ει μη μόνον τη αιτήσει ή τη συγκαταθέσει τούτου.
5.Εφημέριοι δύνανται να αποχωρούν της υπηρεσίας τη αιτήσει των μετά την συμπλήρωσιν του 70ού έτους της ηλικίας των, προ δε αυτού δια λόγους ανικανότητος προς εκτέλεσιν των εφημεριακών των καθηκόντων ένεκα νόσου πνευματικής ή σωματικής, πιστοποιουμένης κατά τας οικείας περί δημοσίων υπαλλήλων διατάξεις, της περί τούτου γνωμοδοτήσεως προκαλουμένης τη αιτήσει των ή υπό του οικείου Αρχιερέως.
6.Ο εφημέριος δικαιούται μηνιαίας κατ' έτος κανονικής άδειας μετ' αποδοχών, εξαντλουμένης εν πάση περιπτώσει εντός του αυτού ημερολογιακού έτους, η χορήγησις της οποίας είναι υποχρεωτική.
7.Τακτικός εφημέριος μετατίθεται: α)τη αιτήσει του, β)αποφάσει της Δ.Ι.Σ. μετά ητιολογημένη πρότασιν του οικείου Αρχιερέως, του συνολικού αριθμού των ούτωσι μετατιθεμένων εν εκάστη Μητροπόλει μη δυναμένου να υπερβή τους τρεις κατ' έτος, δια δε την Ιεράν Αρχιεπισκοπήν Αθηνών του δέκα και γ)λόγω ποινής επιβαλλομένης τελεσιδίκως υπό του Συνοδικού Δικαστηρίου κατά τα ειδικώτερον εν τω νόμω περί Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων οριζόμενα.
8.Του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου προεδρεύει κατά προτίμησιν εις των εχόντων πλείονα προσόντα τακτικών εφημεριών της ενορίας διοριζόμενος υπό του οικείου Μητροπολίτου.
9.Πρεσβύτερος ή διάκονος επιθυμών να ακολουθήση σπουδάς εις τινα των Θεολογικών Σχολών των Πανεπιστημίων της ημεδαπής, οφείλει να ζητήση προηγουμένως άδεια παρά του οικείου Αρχιερέως υποχρεωτικώς χορηγουμένην δι' όσον χρόνον διαρκούν οι σπουδαί και εν πάση περιπτώσει ουχί πέραν της τετραετίας, εξυπηρετών κατά το μέτρον του δυνατού τας ανάγκας της ενορίας του, μη δυνάμενος να διορισθή εις ετέραν Μητρόπολιν καθ' ον χρόνον διαρκούν αι σπουδαί αυτού.
Άρθρον 38.
1.Τα της μισθοδοσίας των εφημεριών και των διακόνων διέπονται υπό των ισχυουσών εκάστοτε διατάξεων.
2.Τα των προσόντων, της διαδικασίας εκλογής και εγκαταστάσεως των εφημεριών και διακόνων, τα της μεταθέσεως και αποσπάσεως αυτών, της επιμορφώσεως, των καθηκόντων και των δικαιωμάτων, ρυθμίζονται δια αποφάσεων της Δ.Ι.Σ. εγκρινομένων υπό της Ι.Σ.Ι. και δημοσιευομένων των των, ρυθμίζονται δια αποφάσεων της Δ.Ι.Σ., εγκρινομένων υπό της Ι.Σ.Ι. και δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, καθ' ο μέρος δε ρυθμίζονται δια των διατάξεων του παρόντος. Δι' ομοίων αποφάσεων ρυθμίζονται τα της υπηρεσιακής εν γένει καταστάσεως των ψαλτών, και των νεωκόρων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΑ'.
ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΜΟΝΩΝ
Άρθρον 39.
1.Η Ιερά Μονή είναι θρησκευτικόν καθίδρυμα δια την άσκησιν των εν αυτή εγκαταβιούντων ανδρών ή γυναικών, συμφώνως προς τας μοναχικάς επαγγελίας και τους περί μοναχικού βίου ιερούς Κανόνας και παραδόσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
2.Εν τη Εκκλησία της Ελλάδος λειτουργούν Ιεραί Μοναί, τελούσαι υπό την πνευματικήν εποπτείαν του επιχωρίου Αρχιερέως, και Συνοδικαί Σταυροπηγιακαί Ιεραί Μοναί, τελούσαι υπό την πνευματικήν εποπτείαν της Δ.Ι.Σ.
3.Η ίδρυσις νέων και η διάλυσις ή συγχώνευσις υφισταμένων Μονών της Εκκλησίας της Ελλάδος συντελείται δια Π.Δ/τος εκδιδομένου, μετά σύμφωνον γνώμην του επιχωρίου Αρχιερέως και έγκρισιν της Δ.Ι.Σ. προτάσει του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Ναοί διαλελυμένων ή διαλυομένων Μονών παραμένουν εις την κυριότητα του νομικού προσώπου της οικείας Ιεράς Μητροπόλεως.
4.Τα της οργανώσεως και προαγωγής του πνευματικού βίου και τα της διοικήσεως της Μονής καθορίζονται υπό του Ηγουμενοσυμβουλίου συμφώνως προς τους Ιερούς Κανόνας, τας μοναχικάς, παραδόσεις και τους νόμους του Κράτους, δι' εσωτερικού κανονισμού, δημοσιευομένου δια του Δελτίου «Εκκλησία».
5.Ο Ηγούμενος και τα μέλη του Ηγουμενοσυμβουλίου, ων ο αριθμός ορίζεται αναλόγως του αριθμού των μοναχών εκάστης Μονής υπό του εσωτερικού κανονισμού αυτής, εκλέγονται εάν αύτη έχη 5 τουλάχιστον εγκαταβιούντας μοναχούς, υπό της μοναχικής αδελφότητος, άλλως ορίζονται υπό του επιχωρίου Αρχιερέως. Ο ούτωσι εκλεγείς Ηγούμενος είναι ισόβιος, επιφυλασσομένων των διατάξεων του νόμου περί Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων. Η Δ.Ι.Σ. δύναται δι' ητιολογημένης αποφάσεως τη προτάσει του οικείου Αρχιερέως η της Μοναστικής Αδελφότητος να εγκρίνη την διενέργειαν νέας εκλογής προς ανάδειξιν Ηγουμένου.
6.Ο Μητροπολίτης ασκεί επί των Ιερών Μονών της επαρχίας αυτού την κατά τους ιερούς κανόνας πνευματικήν εποπτείαν δια την κανονικήν μνημόνευσιν του ονόματος αυτού εν ταις ιεραίς Ακολουθίαις, την χειροθεσίαν του Ηγουμένου, την έγκρισιν της κουράς των μοναχών, την ανάκρισιν των κανονικών παραπτωμάτων, την μέριμναν δια την κατά τους ιερούς κανόνας λειτουργίαν της Μονής και τον έλεγχον της νομιμότητας της οικονομικής διαχειρίσεως αυτής.
7.Μετόχια Μονών της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, εάν μεν ανήκουν εις το κλίμα της Εκκλησίας της Ελλάδος, ιδρύονται τη αδεία του επιχωρίου Αρχιερέως και λειτουργούν υπό την πνευματικήν εποπτείαν του οικείου Μητροπολίτου, εάν δε ανήκουν εις έτερον κλίμα, ιδρύονται τη αδεία του Κράτους, παρεχομένη δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Εξωτερικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, εκδιδομένης μετά συγκατάθεσιν του επιχωρίου Αρχιερέως και έγκρισιν της Δ.Ι.Σ. και λειτουργούν υπό την εποπτείαν αυτής, ασκουμένην δια του επιχωρίου Αρχιερέως, εφαρμοζομένων επ' αυτών τω ισχυουσών δια τας εν τη περιοχή της Εκκλησίας της Ελλάδος Μονάς διατάξεων.
8.Εξαιρούνται της εποπτείας του επιχωρίου αρχιερέως αι Πατριαρχικαί και Σταυροπηγιακαί Μοναί Βλατάδων εν Θεσσαλονίκη και Αγίας Αναστασίας Φαρμακολυτρίας εν Χαλκιδική αίτινες ανήκουσαι εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον μετά πάσης της κινητής, και ακινήτου αυτών περιουσίας, τελούν υπό την άμεσον αυτού πνευματικήν κυριαρχίαν και διοίκησιν, διεπόμεναι υπό του ανέκαθεν ισχύοντος Πατριαρχικού καθεστώτος, μνημονευομένου εν αυταίς κατά την κανονικήν τάξιν του ονόματος του Οικουμενικού Πατριάρχου. Ωσαύτως εξαιρούνται τα μετόχια του Παναγίου Τάφου και της Ι. Μονής Σινά.
9.Ιεροί Ναοί, μετά άνευ μοναστικών αδελφοτήτων, ευρισκόμενοι εν τω χώρω της Εκκλησίας της Ελλάδος και μη υπαγόμενοι υπό την πνευματικήν δικαιοδοσίαν αυτής δύνανται να καταστούν, δια χαριστικής δικαιοπραξίας τω κυρίων αυτών, μετόχια Ι. Μονών των πρεσβυγενών πατριαρχικών θρόνων και της Ι. Μονής Σινά, μετά συγκατάθεσιν της δωροδόχου Μονής και έγκρισιν του επιχωρίου Αρχιερέως και της Δ.Ι.Σ. αποκλειομένης της καθ' οιονδήποτε τρόπον εγκαταβιώσεως εις ταύτα Επίσκοπον. Δια της ως άνω χαριστικής δικαιοπραξίας καθορίζονται αι προϋποθέσεις και οι όροι, ως και ο τρόπος διοικήσεως και λειτουργίας των εν λόγω μετοχίων.
10.Δια κανονιστικών αποφάσεων της Δ.Ι.Σ. εγκρινομένων υπό της Ι.Σ.Ι. και δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως θεσπίζονται τα πλαίσια λειτουργίας των εν τη περιοχή της Εκκλησίας της Ελλάδος Ορθοδόξων Ησυχαστηρίων, άτινα ιδρύονται ως νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου κατά τας κειμένας διατάξεις και λειτουργούν επί τη βάσει του ιδρυτικού αυτών κανονισμού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β'
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΙΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Άρθρον 40.
1.Η Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, τελούσα υπό την εποπτείαν και τον έλεγχον της Δ.Ι.Σ., μεριμνά δια τον προγραμματισμόν, την διοργάνωσιν και την επιτέλεσιν του καθ' όλου ιεραποστολικού και μορφωτικού έργου της Εκκλησίας.
2.Τα των αρμοδιοτήτων της, διοικήσεως και της εν γένει λειτουργίας της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ως και τα των σχέσεων αυτής προς τας Συνοδικάς Επιτροπάς και τας συναφείς υπηρεσίας, καθορίζονται προτάσει της Δ.Ι.Σ. δια Π.Δ/τος εκδιδομένου μετά πρότασιν του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και υποχρεωτικώς εντός δύο μηνών αφ' ης περιήλθεν αυτώ η πρότασις της Δ.Ι.Σ.
Άρθρον 41.
1.Ιδρύεται δια του παρόντος Νομικό Πρόσωπον Δημοσίου Δικαίου υπό των τίτλον "Διορθόδοξον Κέντρον της Εκκλησίας της Ελλάδος" όπερ εδρεύει εν Αθήναις, τελεί υπό την εποπτείαν και τον έλεγχον της Δ.Ι.Σ., σκοπόν δε έχει την προαγωγήν των διορθοδόξων των διαχριστιανικών σχέσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος και την μέριμναν δια της εν τω εξωτερικώ ιεραποστολικήν δράσιν αυτής.
2.Η εν τω εξωτερικώ ιεραποστολική δράσις της Εκκλησίας της Ελλάδος ασκείται πάντοτε κατόπιν συνεννοήσεως μετά της εκκλησιαστικής αρχής της περί ης πρόκειται κανονικής περιοχής.
3.Τα των αρμοδιοτήτων, της οργανώσεως, της διοικήσεως και της εν γένει λειτουργίας του Διορθοδόξου Κέντρου καθορίζονται δι' αποφάσεων της Δ.Ι.Σ. εγκρινομένων υπό της Ι.Σ.Ι. και δημοσιευμάτων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΓ΄
ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Άρθρον 42.
1.Η Εκκλησία της Ελλάδος χρησιμοποιεί προς επιτέλεσιν του έργου αυτής εις τας πάσης φύσεως διακονίας έμμισθον και άμισθον προσωπικόν. Το προσωπικόν τούτο, πλην των εφημεριών και διακόνων, μισθοδοτείται υπό των οικείων Νομικών Προσώπων της Εκκλησίας τας Ελλάδος.
2.Τα προσόντα, η διαδικασία διορισμού, προαγωγής, μεταθέσεως, μετατάξεως, χορηγήσεως πάσης φύσεως αδειών, τα της πειθαρχικής διώξεως και χορηγήσεως ηθικών αμοιβών, τα τω θέσεων, ως και παν έτερον ζήτημα αφορών εις την εν γένει υπηρεσιακήν κατάστασιν του υπαλληλικού προσωπικού της Εκκλησίας της Ελλάδος, των Ιερών Μητροπόλεων, των Ιερών ενοριακών ναών, του ΟΔΕΠ, της Αποστολικής Διακονίας, του Διορθοδόξου Κέντρου, των ιερών Μονών, ως και παντός ετέρου εκκλησιαστικού Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, συμπεριλαμβανομένων και των ασφαλιστικών του Κλήρου Οργανισμών, επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρ. 38 του παρόντος, ρυθμίζονται κατ' αναλογίαν των διατάξεων του Κώδικος περί δημοσίων υπαλλήλων, ως αύται εφαρμόζονται επί των υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. δι' αποφάσεων της Δ.Ι.Σ., δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Δι' ομοίων αποφάσεων καθορίζονται, αναλόγως προς τα επί δημοσίων υπαλλήλων κρατούντα, τα τω αποδοχών του ως άνω προσωπικού. Εις περιπτώσεις καθ' ας ήθελεν ανατεθή διοικητικόν ή εκκλησιαστικόν έργον εις κληρικόν φέροντα τον επισκόπιον βαθμόν, δεν παρέχεται δια του παρόντος νομοθετική εξουσία προς σύστασιν αντιστοίχου οργανικής θέσεως Βοηθού Επισκόπου, Τιτουλαρίου Επισκόπου ή Τιτουλάριου Μητροπολίτου.
3.Αι κείμεναι διατάξεις αι ρυθμίζουσαι το ασφαλιστικόν και συνταξιοδοτικόν καθεστώς των τακτικών υπαλλήλων του ΟΔΕΠ και της Ιεράς Συνόδου δεν θίγονται δια του παρόντος.
4.Δι' αποφάσεων της Δ.Ι.Σ. εγκρινομένων υπό της Ι.Σ.Ι. και δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, θεσπίζονται οι Οργανισμοί λειτουργίας και διοικήσεως των εν παρ. 2 εκκλησιαστικών νομικών προσώπων, ως και τα της συνθέσεως, συγκροτήσεως και λειτουργίας των διοικητικών αυτών Συμβουλίων, εκτός εάν άλλως ορίζωνται εν τω παρόντι καταργουμένης πάσης αντιθέτου διατάξεως.
5.Συνιστάται δια του παρόντος Ανώτατον Υπηρεσιακόν Συμβούλιον της Εκκλησίας (ΑΥΣΕ). Αι αρμοδιότητες αυτού (γνωμοδοτικαί ή αποφασιστικαί) αναφερόμεναι εις θέματα, περί ων αι δύο προηγούμεναι παράγραφοι του παρόντος θέλουν καθορισθή δι' αποφάσεων της Δ.Ι.Σ., εγκρινομένων υπό της Ι.Σ.Ι. και δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Δι' ομοίων αποφάσεων θέλει καθορισθή ο τρόπος λειτουργίας και η εν γένει οργάνωσις του ΑΥΣΕ, η σύνθεσις αυτού, εις την οποίαν δέον όπως μετέχη απαραιτήτως και εις δικαστής του Συμβουλίου Επικρατείας επί βαθμώ τουλάχιστον Παρέδρου, ως και τα της αμοιβής των μελών αυτού. Πάσα κανονιστική απόφασις εκδιδομένη κατ' εφαρμογήν των προηγουμένων παραγράφων είναι ανίσχυρος εάν δεν τύχη προηγουμένως επεξεργασίας υπό του ΑΥΣΕ.
6.Οι κατέχοντες εφημεριακήν ή διακονικήν θέσιν κληρικοί δύνανται να κατέχουν και θέσιν υπαλλήλου της Ι. Συνόδου της Ιεράς Αρχιεπισκοπικής Αθηνών και των λοιπών Ι. Μητροπόλεων και τανάπαλιν, διαθέτοντος τα προς κατάληψιν των ως άνω θέσεων απαιτούμενα υπό των κειμένων διατάξεων προσόντα, πλην του της ηλικίας. Τα αυτά ως άνω ισχύουν και δια τους προσωρινούς εφημερίους. Οι κατά τα ως άνω κατέχοντες και δευτέραν θέσιν λαμβάνουν και τα 2/3 των αποδοχών της ήσσονος μισθοδοτουμένης θέσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΔ'
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΕΩΣ
Άρθρον 43.
1.Η Εκκλησία της Ελλάδος προς ειδικήν κατάστασιν και εκπαίδευσιν των κληρικών και των υποψηφίων κληρικών δύναται να ιδρύη ειδικάς επιμορφωτικάς σχολάς και φροντιστήρια. Τα της ιδρύσεως, οργανώσεως και λειτουργίας και τα του προσωπικού αυτών καθορίζονται δι αποφάσεων της Δ.Ι.Σ. δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Τα της Εκκλησιαστικής εκπαιδεύσεως διέπονται υπό των κειμένων διατάξεων.
2.Αι Εκκλησιαστικαί Σχολαί αι λειτουργούσαι εντός των ορίων της εν τη Ελληνική Επικρατεία διοικητικής δικαιοδοσίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ήτοι εν Αγίω Όρει, Κρήτη και Δωδεκανήσω ως και εν ταις Σταυροπηγιακαίας αυτού Μοναίς, τελούν υπό την πνευματικήν εποπτείαν του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ασκουμένην υπό των κατά τόπους νομίμων εκπροσώπων αυτού.
3.Η Εκκλησία της Ελλάδος χορηγεί υποτροφίας. Τα των προϋποθέσεων και της εν γένει διαδικασίας χορηγήσεως τούτων καθορίζονται δι' αποφάσεων της Δ.Ι.Σ. δημοσιευμάτων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΕ'.
ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ
Άρθρον 44.
1.Τα παραπτώματα των κληρικών και μοναχών τα σχετικά προς καθήκοντα και τας επαγγελίας της ομολογίας αυτών, τα συνεπαγόμενα κανονικάς κυρώσεις, εκδικάζονται υπό των εκκλησιαστικών δικαστηρίων. Ειδικώς νόμος ρυθμίζει τα της ιδρύσεως, συγκροτήσεως, αρμοδιότητος και λειτουργίας των δικαστηρίων τούτων, μέχρι της εκδόσεως του οποίου εξακολουθεί ισχύων ο Νόμ. 5383/1932 "περί εκκλησιαστικών δικαστηρίων και της προ αυτών διαδικασίας".
2.Το δικαίωμα εκκλήτου ενώπιον του Οικουμενικού Πατριάρχου κατά τελεσιδίκων αποφάσεων επιβαλλουσών ποινήν αργίας, εκπτώσεως από του θρόνου ή καθαιρέσεως, το οποίον παρέχεται δια του ΣΤ' όρου της από 4.9.1928 Πατριαρχικής και Συνοδικαί Πράξεως εις τους Μητροπολίτας των Νέων Χωρών, έχουν και οι Μητροπολίται της αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος. Το έκκλητον ασκείται εντός προθεσμίας 30 ημερών από της επιδόσεως της καταδικαστικής αποφάσεως δια καταθέσεως δικογράφου εις τον Γραμματέα του εκδόντος την απόφασιν δικαστηρίου, όστις ανακοινοί αυθημερόν τούτο εις τον Πρόεδρον της Δ.Ι.Σ. υποχρεούμενον όπως εντός 30 ημερών διαβιβάση το κατατεθέν δικόγραφον μετά της δικογραφίας προς το Οικουμενικόν Πατριαρχείον. Η προθεσμία προς άσκησιν του εκκλήτου και η άσκησις αυτού δεν έχουν ανασταλτικόν αποτέλεσμα μη επιτρεπομένης όμως της ενάρξεως διαδικασίας πληρώσεως του θρόνου προ της παρελεύσεως έτους, αφ' ης διεβιβάσθη η δικογραφία.
Νόμος 590/1977
ΦΕΚ 146/Α/31.5.1977
Περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΣΤ΄
ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ
Άρθρον 45.
1.Οι ιεροί ναοί, τα εν λατρευτική χρήσει ιερά σκεύη, άμφια, λειτουργικά βιβλία και εικόνες αποτελούν πράγματα ιερά, καθιερωμένα ή ηγιασμένα, και ισχύουν επ' αυτών αι διατάξεις των άρθρ. 966 και 971 του Αστικού Κώδικος.
2.Ο πωλών ή αγοράζων ιερόν, κατά την προηγουμένην παράγραφον, πράγμα ή δωρούμενος ή συνιστών επ αυτού εμπράγματων ασφάλειαν τιμωρείται δια φυλακίσεως τουλάχιστον ενός έτους.
3.Η μεταφορά εις Μουσείον ιερού πράγματος, άνευ κανονικής αδείας του οικείου Αρχιερέως, τιμωρείται δια ποινής φυλακίσεως δύο έως εξ μηνών, η δε εκκλησιαστική αρχή υποχρεούται να απαιτήση την απόδοσιν αυτού.
4.Τα του τρόπου εκποιήσεως των τιμαλφών αναθημάτων ορίζονται δι' αποφάσεων της Δ.Ι.Σ., εγκρινομένων υπό της Ι.Σ.Ι. και δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
5.Δι' αποφάσεων της Δ.Ι.Σ., εγκρινομένων υπό της Ι.Σ.Ι. και δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, δύναται να συνιστώνται εις τας Ιεράς Μητροπόλεις, τη προτάσει του οικείου Μητροπολίτου, εκκλησιαστικά μουσεία προς καταγραφήν, φύλαξιν και συντήρησιν κειμηλίων ιερών εικόνων και λοιπών έργων εκκλησιαστικής τέχνης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΖ'.
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ
Άρθρον 46.
1.Οι αναγκαιούντες δια την επιτέλεσιν του έργου της Εκκλησίας της Ελλάδος πόροι προέρχονται εκ των προσόδων της ιδίας αυτής περιουσίας των εκουσιών εισφορών των μελών αυτής και των κρατικών επιχορηγήσεων.
2.Ο τρόπος διοικήσεως, διαχειρίσεως και της εν γένει αξιοποιήσεως της εκκλησιαστικής περιουσίας, ήτοι της μοναστηριακής, διατηρητέας τε και μη, της Μητροπολιτικής, ενοριακής και της ανηκούσης εις τα λοιπά εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου καθορίζεται δι' αποφάσεων της Δ.Ι.Σ., εγκρινομένων υπό της Ι.Σ.Ι. και βάσει των ιερών κανόνων και των νόμων της Πολιτείας, δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
3.Δι' ειδικού νόμου, μετ' εισήγησιν της Δ.Ι.Σ. δύναται να συνιστώνται ανώνυμοι εταιρίαι ή εταιρίαι περιωρισμένης ευθύνης δια την εν γένει αξιοποίησιν της εκκλησιαστικής περιουσίας.
4.Αι πράξεις διαχειρίσεως των εις τας προηγουμένας παραγράφους του παρόντος άρθρου περιουσιακών στοιχείων υπόκεινται εις οικονομικόν έλεγχον, διενεργουμένων υπό Επιθεωρητών Δημοσίων Διαχειρίσεων, οριζομένων δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Ειςτον αυτόν έλεγχον υπόκεινται και αι κατά την προηγουμένην παράγραφον συνιστώμεναι εταιρίαι, πέραν των προβλεπομένων δι αυτάς ελέγχων υπό της κειμένης περί αυτών νομοθεσίας.
5.Ο Οργανισμός Διοικήσεως και Διαχειρίσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας "ΟΔΔΕΠ" φέρει εφ' εξής την επωνυμίαν "Οργανισμός Διοικήσεως της Εκκλησιαστικής Περιουσίας" (ΟΔΕΠ) Ούτως τελών υπό των εποπτείαν και τον έλεγχον της Δ.Ι.Σ. διοικεί και διαχειρίζεται την εποπτείαν μοναστηριακήν περιουσίαν, ως προς την οποίαν νομιμοποιείται ενεργητικώς και παθητικώς. Ο αυτός Οργανισμός παρέχει επίσης γνώμας και συμβουλάς εις θέματα αξιοποιήσεως της καθόλου εκκλησιαστικής περιουσίας προς εξασφάλισιν των υλικών μέσων πραγματοποιήσεως των πνευματικών, κοινωνικών και φιλανθρωπικών σκοπών της Εκκλησίας.
Άρθρον 47.
1.Τα εκκλησιαστικά ακίνητα, επί των οποίων έχουν ανεγερθή οικοδομαί, χρησιμοποιούμενα ως γραφεία Μητροπόλεων ή ενοριακών Ναών, κατοικία Αρχιερέων ή εφημεριών ή τα οποία εξυπηρετούν αμέσως ή εμμέσως την εκπλήρωσιν φιλανθρωπικών ή μορφωτικών σκοπών της Εκκλησίας της Ελλάδος ή νομικών προσώπων αυτής, εκποιούνται λόγω προφανούς εκκλησιαστικής ωφελείας, κατόπιν αποφάσεως της Δ.Ι.Σ., εκδιδομένης τη προτάσει του οικείου Αρχιερέως.
«2.Για την ανέγερση ή επισκευή των μητροπολιτικών μεγάρων, ιερών μονών και ιερών ναών, μετά των κτισμάτων αυτών, τη σχετική άδεια χορηγεί η Εκκλησία της Ελλάδος με την έγκριση της σχετικής μελέτης και αφού προηγουμένως αυτή εγκριθεί από την κατά τόπο αρμόδια ΕΠΑΕ. Οι πολεοδομικές υπηρεσίες έχουν αρμοδιόητα μόνον για την εφαρμογή των όρων δόμησης»
*Η παρ. 2 του άρθρου 47 του ν. 590/1977 (Α' 146), όπως διαμορφώθηκε μετά την κατάργηση του ΟΔΕΠ και την έκδοση του Κανονισμού 66/1993 της Εκκλησίας της Ελλάδος, από την παρ. 3 άρθρ. 330 του Πολεοδομικού Δ/τος της 27 Ιουλ. 1999 (ΦΕΚ Δ΄580) καταργήθηκε από το άρθρο 53 του Ν.4178/2013
3.Επιτρέπεται προς εκπλήρωσιν των εν τη παρ. 1 του παρόντος άρθρου σκοπών ή δωρεάν παραχώρησις μοναστηριακών ή εν γένει εκκλησιαστικών, ως και δημοτικών και κοινοτικών ακινήτων, κατά τας κειμένας διατάξεις.
4.Η Αρχιτεκτονική Αθηνών, αι Μητροπόλεις και τα Εκκλησιαστικά Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου απολαύουν του κατά το άρθρ. 118 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικος ευεργετήματος και κατά τη εν αυτώ έκτασιν.
Άρθρον 48.
1.Αι μεταξύ των εν τη παρ. 4 του άρθρ. 1 του παρόντος αναφερομένων Νομικών Προσώπων πλην του ΟΔΕΠ και του ΤΑΚΕ πάσης φύσεως μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων, κινητών και ακινήτων, τυγχάνουν της αυτής φορολογικής μεταχειρίσεως ως και αι του Δημοσίου.
2.Τα δωρεάν και άνευ συναλλαγματικών διατυπώσεων εκ του εξωτερικού αποστέλλματα ή παραχωρούμενα πάσης φύσεως είδη εις τα περί ων η προηγούμενη παράγραφος πρόσωπα απαλλάσσονται παντός δασμού, φόρου ή τέλους εισπραττόμενα κατά την εισαγωγήν των εις τα τελωνεία.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΗ'.
ΠΕΡΙ ΓΑΜΟΥ ΚΑΙ ΔΙΑΖΥΓΙΟΥ.
Άρθρον 49.
1.Η ιερολογία του γάμου τελείται μετά πρότεραν έγγραφον άδειαν του Αρχιερέως του τόπου της τελέσεως ή του επιτρόπου αυτού. Δια την χορήγησιν της αδείας απαιτείται και προηγουμένη έγγραφος υπεύθυνος δήλωσις των μελλονύμφων περί μη υπάρξεως ως προς αυτούς αναβλητικού ή ανατρεπτικού τινος κωλύματος. Δια κανονιστικών αποφάσεων της Δ.Ι.Σ. θέλει καθορισθή, κατά την κειμένην νομοθεσίαν, η διαδικασία χορηγήσεως αδείας γάμου.
2.Εις την άνευ επισκοπικής αδείας τελέσαντα γάμον ιερέα επιβάλλεται, εκτός των εις τούτον επιβαλλομένων υπό των εκκλησιαστικών δικαστηρίων κανονικών ποινών και ποινή φυλακίσεως μέχρις ενός έτους.
3.Η κεχωρισμένως υπό της τελέσεως του μυστηρίου του γάμου ιερολογία της μνηστείας απαγορεύεται, κηρύσσεται δε πνευματικώς άκυρος υπό του Αρχιερέως του τόπου ένθα αύτη ετελέσθη. Εις τον τελέσαντα την ιερολογίαν ιερέα επιβάλλεται ποινή αργίας μέχρις ενός έτους και στέρησις του ημίσεως του μισθού αυτού, ως και φυλάκισις μέχρις ενός έτους.
4.Τα των γάμων, κατά μεν το πολιτικόον μέρος, υπάγονται εις τα πολιτικά δικαστήρια, κατά δε το πνευματικόν, εις τας Εκκλησιαστικάς Αρχάς.
Άρθρον 50.
1.Προκειμένης εγέρσεως αγωγής διαζυγίου τα κατά την απόπειραν συμβιβασμού ενώπιον του Επισκόπου διέπονται υπό των άρθρ. 593 και επέκεινα του Κώδικος Πολιτικής Δικονομίας.
2.Κατάστασης αμετακλήτου της δικαστικής αποφάσεως, δι' ης ακυρούται ο γάμος ή λύεται ούτος δια διαζυγίου, ο παρά τω εκδόντι την αμετάκλητον απόφασιν δικαστηρίω Εισαγγελεύς κοινοποιεί, τη αιτήσει του έχοντος έννομον συμφέρον αντίγραφον ταύτης εις τον εκδόντα την άδειαν του γάμου Αρχιερέα, όστις εν συνεχεία προβαίνει υποχρεωτικώς εις την ακύρωσιν ή την λύσιν τούτου και πνευματικώς. Εις ην περίπτωσιν η άδεια γάμου εξεδόθη εν τη αλλοδαπή ή αμετάκλητως δικαστική απόφασις του ημεδαπού Δικαστηρίου, ακυρούσα ή λύουσα τον γάμον, κοινοποιείται κατά τα ανωτέρω εις τον Αρχιερέα, εν τη επαρχία του οποίου εδρεύει το εκδόν ταύτην δικαστήριον, όστις προβαίνει υποχρεωτικώς εις την ακύρωσιν ή την πνευματικήν λύσιν τούτου. Η περί ακύρωσις ή λύσεως του γάμου απόφασις γνωστοποιείται εις τον Αρχιερέα τον εκδόντα την άδειαν τελέσεως του γάμου εν τη αλλοδαπή.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΘ'.
ΕΙΔΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρον 51.
1.Η Εκκλησία της Ελλάδος εκπροσωπείται υπό της Δ.Ι.Σ. ενώπιον δε των διοικητικών και δικαστικών Αρχών υπό του Προέδρου αυτής ή υπό του παρ' αυτού εγγράφως προς τούτο εξουσιοδοτημένου μέλους αυτής.
2.Ο κατά τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας όρκος δίδεται, εάν επιβάλλεται:
α)εις την Εκκλησίαν της Ελλάδος, υπό του Αρχιγραμματέως της Ιεράς Συνόδου ή του νομίμου αναπληρωτού αυτού.
β)εις τη Αρχιτεκτονική και τας Μητροπόλεις υπό του Πρωτοσυγκέλλου αυτών και εν ελλείψει ή κωλύματι τούτου, υπό του γενικού Αρχιερατικού Επιτρόπου ή υπό ετέρου κληρικού της Μητροπόλεως οριζομένου υπό του οικείου Μητροπολίτου.
γ)εις την Μονήν, υπό του Ηγουμένου αυτής και εν κωλύματι τούτου υπό του οριζομένου παρά του Ηγουμενοσυμβουλίου συμβούλου η εν ελλείψει υπό του οριζομένου παρά του οικείου Μητροπολίτου.
δ)εις τας Ενορίας μετά των Ενοριακών Ναών, υπό του Προέδρου του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου ή υπό του οριζομένου υπ’ αυτού λαϊκού μέλους,
ε)εις πάντα τα Εκκλησιαστικά Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου και Ιδιωτικού Δικαίου, υπό του παρά του εσωτερικού αυτών κανονισμού, και εν ελλείψει προβλέψεως εν τω κανονισμώ τούτω υπό του παρά της διοικήσεως αυτών οριζομένου προσώπου.
Άρθρον 52.1.Όπου εν τω παρόντι γίνεται χρήσις του όρου "εν ενεργεία Μητροπολίτης" ή "εν ενεργεία Αρχιερεύς" νοείται ο διαποιμένων Μητρόπολιν Αρχιερεύς.
2.Όπου εν τω παρόντι γίνεται χρήσις τους όρου "Αρχιερεύς" νοείται ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάντες οι εν ενεργεία Μητροπολίται. Όπου δε γίνεται χρήσις του όρου "Μητρόπολις" νοείται και η Αρχιεπισκοπή Αθηνών.
Άρθρον 53.
1.Η Ι.Σ.Ι., η Δ.Ι.Σ., ο Αρχιεπίσκοπος και οι εν ενεργεία Μητροπολίται της Εκκλησίας της Ελλάδος αλληλογραφείν προς πάσης τας εκτός του Κράτους Πολιτικάς Αρχάς δια του Υπουργείου των Εξωτερικών. Η αλληλογραφία των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων διεξάγεται υπό του ασκούντος την διοίκησιν αυτών ή του νομίμου αυτού αναπληρωτού.
2.Η Ι.Σ.Ι. και η Δ.Ι.Σ. απολαύουν εν τη ενασκήσει των αρμοδιοτήτων αυτών της υπό του άρθρ. 181 του Ποινικού Κώδικος προβλεπομένης προστασίας. Της αυτής προστασίας απολαύουν ο αρχιεπίσκοπος και οι εν ενεργεία μητροπολίται εν τη ενασκήσει των καθηκόντων αυτών επί αδικημάτων διαπραττομένων δια του Τύπου.
Άρθρον 54.
1.Οι μη έχοντες ή οι απολέσαντες την ιδιότητα του κληρικού της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν δύνανται να φέρουν την περιβολήν ή αμφίεσιν του κληρικού της Εκκλησίας ταύτης, ως αύτη ωρίσθη δια του από 21 Ιαν. 1931 Δ/τος "περί κανονικής περιβολής του Ελληνικού Ορθοδόξου Κλήρου" ως και τα δια του από 1ης Ιουν. 1856 Δ/τος καθορισθέντα διακριτικά διάσημα.
2.Οι μη όντες ορθόδοξοι μοναχοί δεν δύναται να φέρουν την αμφίεσιν των ανηκόντων εις την Ανατολικήν Ορθόδοξον Εκκλησίαν μοναχών.
3.Οι παραβάται των διατάξεων των προηγουμένων παραγράφων, διώκονται και τιμωρούνται κατά το άρθρ. 176 του Ποινικού Κώδικος, εν τη εννοία του οποίου θρησκευτικός λειτουργούς θεωρείται και ο μοναχός.
Άρθρον 55.
1.Πας κληρικός έχων παράπονον κατά του οικείου Αρχιερέως δύναται να απευθύνητα δι' αναφοράς του προς την Δ.Ι.Σ. Η αναφορά επιδίδεται εις τον οικείον Αρχιερέα, ούτος δε οφείλει εντός δέκα πέντε ημερών να διαβιβάση ταύτην εις την Δ.Ι.Σ. μετά σχετικής εκθέσεως.
2.Εις περίπτωσιν καθ' ην ο οικείος Αρχιερεύς δεν διαβιβάζει εις την Δ.Ι.Σ. την υποβληθείσαν αυτώ ως άνω αναφοράν, εντός της κατά τα άνω οριζομένης προθεσμίας, δικαιούται ο υποβαλών την αναφοράν κληρικός όπως υποβάλη αντίγραφον ταύτης απ' ευθείας προς την Δ.Ι.Σ.
3.Πας λαϊκός έχων εύλογον κατά της εκκλησιαστικής αρχής παράπονον δικαιούται να αναφέρηται προς την Δ.Ι.Σ. ήτις προ πάσης ενεργείας ζητεί παρά του οικείου Αρχιερέως να γνωρίση εντός μηνός προς αυτήν σχετικώς. Εάν η αναφορά στρέφηται κατά κληρικού, διαπέμπεται αύτη υπό της Δ.Ι.Σ. προς τον οικείον Αρχιερέα, υποχρεούμενον όπως ενεργήση τα δέοντα.
Άρθρον 56.
1.Των ορίων του Κράτους εξέρχονται οι μεν Αρχιερείς τη αδεία της Δ.Ι.Σ. οι δε λοιποί κληρικοί και μοναχοί τη αδεία του οικείου Αρχιερέως.
2.Εις τους κληρικούς δια την εις την αλλοδαπήν μετάβασιν των χορηγούνται υπό της αρμοδίας υπηρεσίας, της εγκρίσει της οικείας εκκλησιαστικής αρχής, διαβατήρια. Προκειμένου περί εξόδου τούτων εκ των ορίων του Κράτους απαιτείται όπως κατά τον έλεγχον του διαβατηρίου υπό της αρμοδίας Αρχής επιδεικνύεται παρά του κατόχου του διαβατηρίου κληρικού και η άδεια της οικείας εκκλησιαστικής αρχής δια την αναχώρησιν τούτου.
3.Κληρικός παντός βαθμού ή μοναχός της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, προκειμένου να μετακινηθή εκτός των ορίων της εκκλησιαστικής περιφερείας αυτού, δέον να έχη την άδειαν μόνον της προϊσταμένης του αρχής, προκειμένου δε να παραμένη εις ετέραν περιφέρειαν πέρα του διμήνου εντός του αυτού ημερολογιακού έτους, συνεχώς ή διακεκομένως, δεόν να τύχη αδείας και του επιχωρίου Μητροπολίτου.
4.Εάν μοναχός, μη εγγεγραμμένος εις Μονήν, περιέχηται εν τω κόσμω, διατάσσεται υπό του επιχωρίου Αρχιερέως να εγκαταβιώση εις τινα Μονήν εις το μοναχολόγιον της οποίας και εγγράφεται, απειθών δε εισάγεται εις δίκην, περιοριζόμενος προσωρινώς εις το σωφρονιστήριον των κληρικών ή εις τινα Μονήν.
5.Ουδείς κληρικός εγγεγραμένος εις το μοναχολόγιον Μονής τινος του Αγίου Όρους διορίζεται εις οιανδήποτε εκκλησιαστικόν θέσιν, άνευ αδείας της Μονής αυτού και εγκρίσεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Τα αυτά ισχύουν αναλόγως και επί κληρικών παντός άλλου κλίματος.
6.Απαγορεύεται επί ποινή ακυρότητος ή έκδοσις απολυτηρίου γράμματος κληρικού ή μοναχού, άνευ προηγουμένης εγγράφου συγκαταθέσεως του Αρχιερέως του τόπου, εις ον θα αποκατασταθή ο κληρικός, προκειμένου δε περί μοναχού και άνευ κανονικής βεβαιώσεως περί της μελλούσης εγγραφής αυτού εις το μοναχολόγιον της εις ην πρόκειται να εγγραφή Μονής.
Άρθρον 57.
1.Η κατά τας διατάξεις της κοινής ποινικής δικονομίας διατασσομένη προφυλάκισις κληρικού ή μοναχού δύναται να εκτελήται εις ειδικόν σωφρονιστήριον κληρικών, του αναγκαιούντος προς τούτο προσωπικού φυλάκων διατιθεμένου υπό του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
2.Αι εις κληρικούς ή μοναχούς επιβαλλόμεναι δι' αποφάσεων των κοινών ποινικών δικαστηρίων στερητικαί της ελευθερίας ποναί, εφ' όσον η καταδίκη δεν συνεπάγεται, προκειμένου περί κληρικών και την ποινήν της καθαιρέσεως, εκτίσονται εν τω ειδικώ σωφρονιστήριω των κληρικών. Επί ποινής στερητικής της ελευθερίας διαρκείας ελάσσοντος του μηνός δύναται ο Αρχιερεύς, προκειμένου δε περί ποινής επιβληθείσης εις Αρχιερέα η Δ.Ι.Σ. να ορίση και άλλον τόπον εκτίσεως της ποινής, συναινούντος και του αρμοδίου Εισαγγελέως.
3.Η κατά κληρικού ασκηθείσα ποινική δίωξις, ως και επί ταύτης εκδοθείσα απόφασις ή το εκδοθέν βούλευμα, γνωστοποιούνται παραχρήμα εις την προϊσταμένην του κληρικού εκκλησιαστικήν αρχήν υπό του ασκήσαντος την δίωξιν Εισαγγελέως ή του γραμματέως, του εκδόντος το βούλευμα δικαστικού συμβουλίου ή του εκδόντος την απόφασιν ποινικού δικαστηρίου.
4.Προκειμένου περί αιτήσεως παροχής δικαστικής προστασίας, υποβαλλομένης εις οιονδήποτε πολιτειακόν δικαστήριον υπό κληρικού, ουδεμία άδεια της οικείας εκκλησιαστικής αρχής απαιτείται.
5.Δια Π.Δ/τος εκδιδομένου τη προτάσει των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων θέλει καθορισθή το κατά τας παρ. 1και 2 του παρόντος άρθρου ειδικόν δια κληρικούς σωφρονιστηρίου, ως και τα της λειτουργίας αυτού.
Άρθρον 58.
1.Η Δ.Ι.Σ. δύναται να απονέμη εκάστοτε εις τους καθ οιονδήποτε τρόπον αποχωρούντας της ενεργού υπηρεσίας Μητροπολίτας και μετά συγκατάθεσιν αυτών των τίτλον πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Επισκοπής ή Μητροπόλεως.
Άρθρον 59.
1.Η διοίκησις και διαχείρισις των εν τη περιοχή της Εκκλησίας της Ελλάδος κειμένων Ιερών Προσκυνημάτων καθορίζεται, άτε τούτων έκπαλαι τεθειμένων, ανεξαρτήτως της μέχρι τούδε νομικής αυτών μορφής και καταστάσεως, εις την δημοσίαν λατρείαν, δι' αποφάσεων της Δ.Ι.Σ., εγκρινομένων υπό της Ι.Σ.Ι. και δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
2.Πρόεδροι των Εκκλησιαστικών Ιδρυμάτων, ως και των κατά την παρ. 1 του παρόντος Ιερών Προσκυνημάτων, είναι αυτοδικαίως οι οικείοι Μητροπολίται.
Άρθρον 60.
1.Επιτρέπεται η απόσπασις δια χρονικόν διάστημα μέχρι δύο ετών Εφημεριών και Διακόνων της Εκκλησίας της Ελλάδος, εις Ορθοδόξους Ιερούς Ναούς του εξωτερικού, ως και εις Ιεραποστολικάς περιοχάς Ορθοδόξων Εκκλησιών, μετά πλήρων αποδοχών. Η ως άνω απόσπασις διενεργείται υπό της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και τη αιτήσει του επιθυμούντος ταύτην κληρικού και τη συγκατάθεση και εισηγήσει του Ιεράρχου εις ον ούτος ανήκει οργανικώς, ως και του Ιεράρχου εις την Μητρόπολιν του οποίου επιθυμεί να αποσπασθή.
2.Δια της αυτής διαδικασίας επιτρέπεται η μετά πλήρων αποδοχών απόσπασις Εφημερίων και Διακόνων της Εκκλησίας της Ελλάδος εις τας Ιεράς Μονάς Αγίου Όρους, Αγιοταφιτικής Αδελφότητος και Όρους Σινά.
3.Η διάρκεια των ως άνω αποσπάσεων, δύναται εκάστοτε να ανανεούται δια της αυτής ως άνω διαδικασίας.
Άρθρον 61.
1.Δια Π.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, μετά γνώμην του παρά τω Υπουργείω Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Εποπτικού Συμβουλίου Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσεως δύνανται να ιδρύωνται Σχολαί ειδικεύσεως εις το Πατριαρχείον Ιεροσολύμων και την Ιεράν Μονήν Αγίας Αικατερίνης Σινά.
2.Δι' ομοίων Π.Δ/των θέλουν ορισθή τα της οργανώσεως διοικήσεως και λειτουργίας αυτών, τα δια την εγγραφήν απαιτούμενα προσόντα, το αναλυτικόν και ωρολόγιον πρόγραμμα ως και τα δικαιώματα, άτινα παρέχει το χορηγούμενον υπό των Σχολών τούτων πτυχίον.
3.Δια την κάλυψιν της προκαλουμένης δαπάνης εκ της ιδρύσεως και λειτουργίας αυτών, εγγράφεται πίστωσις εις τον Κρατικόν Προϋπολογισμόν του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, η οποία και μεταβιβάζεται εις τας εν λόγω Σχολάς υπό τύπον επιχορηγήσεως δι' αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
4.Πτυχιούχοι των Τμημάτων Ιερατικής Επιμορφώσεως των Θεολογικών Σχολών των Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης, δύνανται να εγγράφωνται εις το Γ' έτος σπουδών των Ποιμαντικών Τμημάτων των ως άνω σχολών.
Άρθρον 62.
1.Εκκλησιαστικά κτίρια, προοριζόμενα δια την εγκατάστασιν γραφείων Μητροπόλεων ή Ενοριών ή δια κατοικίαν Αρχιερέων ή Εφημερίων και ανεγερθέντα ή αποκτηθέντα δι' εισφορών Μονών και Ναών ή εξ εράνων ή ειδικών φορολογιών, φερόμενα δε επ' ονόματι Φυσικών ή Νομικών Προσώπων, πλην του Δημοσίου, μεταβιβάζονται υποχρεωτικώς εις το ποιούμενον χρήσιν Νομικόν Προσώπων, πλην του Δημοσίου, μεταβιβάζονται υποχρεωτικώς εις το ποιούμενον χρήσιν Νομικόν Πρόσωπον της Μητροπόλεως ή Ενορίας, δι' απλής ενώπιον συμβολαιογράφου δηλώσεως, συντασσομένης και μεταγραφομένης ατελώς. Τα αυτά ισχύουν και δια τα κτίρια της Ιεράς Συνόδου, των λοιπών αυτοτελών Συνοδικών Υπηρεσιών και της Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
2.Αι διατάξεις των άρθρ. 4 και 23 του Α.Ν. 1539/38 "περί προστασίας των Δημοσίων Κτημάτων" ως ούτος μεταγενεστέρως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη, έχουν ανάλογον εφρμογήν και επί των κτημάτων των ανηκόντων εις τα εν άρθρ. 1 παρ. 4 του παρόντος, αναφερόμενα Νομικά Πρόσωπα.
Άρθρον 63.
Το Δ.Σ. του ΤΑΚΕ συγκροτείται από της ισχύος του παρόντος εξ επτά μελών ως κάτωθι:
α.Του Αρχιεπισκόπου Αθηνών, ως Προέδρου, αναπληρουμένου υπό του πρώτου τη τάξει Αρχιερέως εκ των μελών της Δ.Ι.Σ.
β.Ενός συνοδικού Αρχιερέως, οριζομένου μετά του αναπληρωτού αυτού υπό της Δ.Ι.Σ.
γ.Τεσσάρων τακτικών εφημεριών οριζομένων μετά των αναπληρωτών αυτών υπό του Ιερού Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος, και
δ.ενός κληρικού, πτυχιούχου ανωτάτης σχολής οικονομικών επιστημών οριζομένου ωσαύτως μετά του αναπληρωτού αυτού υπό του Ιερού Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος.
Η περί συγκροτήσεως του ως άνω Συμβουλίου πράξις εκδίδεται υπό της Δ.Ι.Σ. εις την αρχήν εκάστης συνοδικής περιόδου και η θητεία αυτού είναι διετής, πλην του συνοδικού Αρχιερέως του οποίου η θητεία είναι ενιαύσιος.
Άρθρον 64.
1.Οι διοριζόμενοι Εφημέριοι δύνανται να προσμετρούν εις την εφημεριακήν των υπηρεσίαν δια πάσαν συνέπειαν και πάσαν προϋπηρεσίαν αυτών διανυθείσαν επί σχέσει δημοσίου δικαίου, παρά τω Δημοσίω, παρά τοις Οργανισμοίς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως ή παρά τινί Νομικών Προσώπω Δημοσίου Δικαίου, Εκκλησιαστικώ ή μη, ή την διανυθείσαν υπό την ιδιότητα του τακτικού Ιεροκήρυκος.
2.Κληρικοί οιουδήποτε βαθμού, υπηρετούντες ως τακτικοί Ιεροκήρυκες ή εις θέσιν εκκλησιαστικού υπαλλήλου παρά τοις γραφείοις της Ιεράς Συνόδου, της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών και των λοιπών Ιερών Μητροπόλεων, οιασδήποτε Εκκλησιαστικού Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου ή του ΤΑΚΕ, και επί σχέσει δημοσίου δικαίου, δικαιούνται να προσμετρήσουν εις την ως άνω υπηρεσίαν των, δια πάσαν συνέπειαν, και την ως τακτικού ή ως προσωρινού εφημερίου ή διακόνου οποτεδήποτε διανυθείσαν προϋπηρεσίαν των, ως και την υπό την ιδιότητα του τακτικού Ιεροκήρυκος διανυθείσαν υπηρεσίαν, εφ όσον αύτη δεν συμπίπτει με αναγνωριζομένην ετέραν υπηρεσίαν.
3.(Αντικαθίσταται αφ' ης ίσχυσεν η παρ. 1 του άρθρου 1 του Νόμ. 401/1976
Άρθρον 65.
1.Υπό της Εκκλησίας της Ελλάδος καθιερούται ως ηθική αμοιβή, απονεμομένη εις ημετέρους και ξένους δι εξόχους υπηρεσίας ή δια δημιουργικήν εκκλησιαστικήν δραστηριότητα, τιμητική διάκρισις μετά διπλώματος και των σχετικών διασήμων, φέρουσα την ονομασία "Παράσμον του Αποστόλου Παύλου" εις τρεις διακεκριμένας τάξεις:
2.Τα της εν γένει μορφής του εν λόγω παρασήμου, του τόπου του διπλώματος, ως και του τρόπου απονομής αυτού, καθορισθήσονται δι 'αποφάσεως της Δ.Ι.Σ.
Άρθρον 66.
1.Των περί εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και ιερών προσκυνημάτων διατάξεων του παρόντος νόμου εξαιρείται το Πανελλήνιον Ιερόν Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου, το οποίον διέπεται υπό των διατάξεων του Νόμ. 349/1976 "περί διοικήσεως του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου".
2.(Η παρ. 1 του άρθρ. 2 του Νόμ. 349/1976 αντικαθίσταται).
3.(Καταργήθηκε από την παρ. 9 άρθρ. 8 Νόμ. 2740/1999, ΦΕΚ Α΄186).
4.(Η παρ. γ' εδαφ. ι' του άρθρ. 4 του αυτού νόμου αντικαθίσταται).
«5. Στην παρ. θ εδάφ. 1 του άρθρ. 4 του Νόμ. 349/1976 οι λέξεις «υπό στοιχ. α΄και β΄εν παρ. 1 του άρθρ. 2 του παρόντος αναφερόμενα» αντικαθίστανται με τη λέξη «εκλεγέντα» και οι λέξεις «του Ειρηνοδίκου Τήνου» με τις λέξεις «του πλειοψηφήσαντος κατά τας εκλογάς της αναδείξεώς των».
*Η μέσα σε «» παρ. 5 αντικαταστάθηκε ως άνω, από την παρ. 10 άρθρ. 8 Ν. 2740/1999 (ΦΕΚ Α΄186)
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Κ'.
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρον 67.
Μέχρι της εκδόσεως των δια του παρόντος νόμου προβλεπομένων Π.Δ/των ή αποφάσεων της Ι.Σ.Ι. ή της Δ.Ι.Σ. εξακολουθούν εφαρμοζόμεναι αι μέχρι τούδε κείμεναι διατάξεις, εφ' όσον δεν αντίκειται εις τας διατάξεις του παρόντος. Δια της παρούσης δεν κυρούται Κανονιστικαί αποφάσεις της Ι.Σ.Ι. ή της Δ.Ι.Σ. εκδοθείσαι άνευ εγκύρου νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως ή καθ' υπέρβασιν ταύτης.
Άρθρον 68.
Οι κατά την έναρξιν ισχύος του παρόντος υπάρχοντες Τιτουλάριοι Μητροπολίται, Τιτουλάριοι Επίσκοποι και Βοηθοί Επίσκοποι διατηρούν πάντα τα εκ της ιδιότητός των ταύτης απορρέονται δικαιώματα ασκούν τα καθήκοντα της θέσεως εις ην διωρίσθησαν μέχρι της δι' οιονδήποτε λόγον αποχωρήσεως αυτών. Εις τους άνευ αναφοράς συγκεκριμένης οργανικής θέσεως εκλεγέντας ανατίθεται, τη συγκαταθέσει Μητροπολίτου τινος, καθήκοντα Βοηθού Επισκόπου ή ειδικόν έργον καθοριζόμενον υπό της Δ.Ι.Σ.
Άρθρον 69.
1.Ο υπό της Ι.Σ.Ι. κατά Μάρτιον του 1974 καταρτισθείς Κατάλογος των δι' Αρχιερατείαν εκλογίμων, ως ούτος συνεπληρώθη δια της από 28.7.1976 αποφάσεως της Δ.Ι.Σ. κυρούται αφ' ης συνεπληρώθη.
2.Επί των δια της υπ' αριθ. 2121/10.7.1976 εγκυκλίου της Δ.Ι.Σ προταθέντων προς εγγραφήν εις τον κατάλογον των προς Αρχιερατείαν εκλογίμων εφαρμόζονται μόνον αι διατάξεις του άρθρ. 21 του παρόντος, μη απαιτουμένης επαναλήψεως της σχετικής διαδικασίας.
3.Οι προ της 21ης Απρ. 1967 εγγεγραμμένοι εις τον Κατάλογον των δι' Αρχιερατείαν εκλογίμων και μη περιλαμβανόμενοι εις τον δια της παρ. 1 κυρούμενον Κατάλογον θεωρούνται από της ισχύος του παρόντος εγγεγραμμένοι εις τον Κατάλογον τούτον.
Άρθρον 70.
Ως αφετηρία δια την εφαρμογή της διατάξεως της παρ. 1 του άρθρ. 6 του παρόντος ορίζεται η 1η Οκτ. 1977,εάν μέχρι της ημερομηνίας ταύτης δεν έχη προηγηθή έκτακτος σύγκλησις της Ι.Σ.Ι. Εν τη δευτέρα ταύτη περιπτώσει η Ι.Σ.Ι. συνέρχεται τακτικώς την 1ην Οκτωβρίου 1978.
Άρθρον 71.
1.Εντός έτους από της ισχύος του παρόντος δύναται η Δ.Ι.Σ. αποφασίση την ίδρυσιν νέων Μητροπόλεων δι αποσπάσεως περιοχών εξ υπαρχουσών ήδη Μητροπόλεων, εφ’ όσον έχει την συγκατάθεσιν των οικείων Ιεραρχών, δηλουμένην εγγράφως και εντός προθεσμίας ενός μηνός από της εις αυτούς επιδόσεως της σχετικής προσκλήσεως της Δ.Ι.Σ. καθορίζουσα, εντός των πλαισίων της παραχθείσης συγκαταθέσεως, την έδραν, την ονομασίαν, και την περιφέρειαν αυτών. Η πρόσκλησις απευθύνεται προς άπαντας τους εν ενεργεία Αρχιερείς. Αι Μητροπόλεις αύται ιδρύονται δια Π.Δ/των εκδιδομένων τη προτάσει του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων.
2.Η πλήρωσις των Μητροπόλεων τούτων ενεργείται υπό της Ι.Σ.Ι. εκτάκτως συγκαλουμένης κατά τας περί αυτής διατάξεις, και κατά τα ειδικώτερον δια του παρόντος άρθρου οριζόμενα, κατά το χρονικόν διάστημα μιας και της αυτής συνελεύσεως, δια καταστάσεως των καθ’ οιονδήποτε τρόπον απομακρυθέντων της έδρας των κατά το από 21.4.1967 έως 24.7.1974 χρονικόν διάστημα Ιεραρχών της Εκκλησίας της Ελλάδος, αύται δεν καταργούνται μετά την καθ’ οιονδήποτε τρόπον επερχομένην αποχώρησιν εκ της ενεργού υπηρεσίας είτε του παρασχόντος την συγκατάθεσιν δια την προσωρινήν απόσπασιν Μητροπολίτου, είτε του καταλαβόντος την προσωρινήν Μητρόπολιν. Εις την πρώτην περίπτωσιν ο Μητροπολίτης της προσωρινώς συσταθείσης Μητροπόλεως μεθίσταται αυτοδικαίως ως Μητροπολίτης της ενιαίας αρχικής Μητροπόλεως
3.Η εκλογή διενεργείται δια μυστικής ψηφοφορίας και θεωρείται εκλεγείς ο συγκεντρώσας την απόλυτον πλειονοψηφίας του συνόλου των εν ενεργεία Μητροπολιτών. Λευκή ψήφος θεωρείται ως αρνητική.
4.Η αληθης έννοια του άρθρ. 17 παρ. 2 του Νόμ. 671/1943 είναι ότι η πλήρωσις των εν τη διατάξει ταύτη αναφερόμενον Μητροπόλεων δύναται να γίνη και δια καταστάσεως τη αποφάσει της Δ.Ι.Σ.
Άρθρον 72.
Τα κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος διωρισμένα μέλη των Συνοδικών Επιτροπών παραμένουν μέχρι της λήξεως της θητείας των.
Άρθρον 73.
Διά κανονιστικής αποφάσεως της Δ.Ι.Σ. δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, δύναται να καταργήται ή τροποποιήται η δια του Ν.Δ.1382/1973 κυρωθείσα υπ’ αριθ. 38/15.1.1973 (ΦΕΚ 30/1973 τ.Α΄) Κανονιστική Διάταξις.
Άρθρον 74.
Από της ισχύος του παρόντος καταργείται εξ ολοκλήρου ο Ν.671/1943 και το Ν.Δ.87/1974, επιφυλασσομένης της διατάξεως του άρθρ. 9 αυτού, μη αναβιούντος του καταργημένου Ν.Δ.126/1969, ως και πάσα γενική ή ειδική διάταξις, έστω και εις ειδικόν νόμον περιεχομένη, αντικειμένη εις τας διατάξεις του παρόντος Νόμου, επιφυλασσομένων των διατάξεων των άρθρ. 27 και 67 του παρόντος.
Άρθρον 75.
Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
Κατεβάσετε επίσης το αρχείο με το πρωτότυπο κείμενο, όπως είναι δημοσιευμένο στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ.) του Εθνικού Τυπογραφείου
Ν. 590/1777 - ΦΕΚ 146/Α/31.5.1977
Περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος.