Νόμος 2311/1995 - ΦΕΚ 119/Α/19-6-1995
Κύρωση Συμβάσεως δικαστικής αρωγής σε αστικές και ποινικές υποθέσεις μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Αλβανίας.
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 2311/1995
ΦΕΚ 119/Α/19-6-1995
Κύρωση Συμβάσεως δικαστικής αρωγής σε αστικές και ποινικές υποθέσεις μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Αλβανίας.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος η Σύμβαση δικαστικής αρωγής σε αστικές και ποινικές υποθέσεις μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Αλβανίας, η οποία υπογράφηκε στην Αθήνα την 17η Μαΐου 1993, της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:
ΣΥΜΒΑΣΗ
ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΣΕ ΑΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΕΣ
ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ
Η Ελληνική Δημοκρατία και η Δημοκρατία της Αλβανίας, αποδίδοντας μεγάλη σπουδαιότητα στη συνεργασία ανάμεσα στις δύο Χώρες στον τομέα των δικαστικών σχέσεων, αποφάσισαν να συνάψουν μία Σύμβαση δικαστικής αρωγής σε αστικές και ποινικές υποθέσεις.
Ο Πρωθυπουργός της Ελληνικής Δημοκρατίας και ο Πρωθυπουργός της Δημοκρατίας της Αλβανίας, αφού αντάλλαξαν τα πληρεξούσιά τους, που ελέγχθηκαν και βρέθηκαν νομίμως συνταγμένα, συνομολόγησαν τις ακόλουθες διατάξεις:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1 Νομική προστασία
1. Οι υπήκοοι του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους θα απολαύουν στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου
Μέρους της ίδιας νομικής προστασίας με τους υπηκόους του άλλου αυτού Μέρους ως προς τα προσωπικά και περιουσιακά τους δικαιώματα.
2. Οι υπήκοοι του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους δικαιούνται να απευθύνονται ελεύθερα στα δικαστήρια, τις εισαγγελικές και συμβολαιογραφικές αρχές (που στο εξής θα ονομάζονται ‘δικαστικές αρχές’), που η δικαιοδοσία τους καλύπτει τα θέματα που ρυθμίζονται από την παρούσα Σύμβαση, καθώς και στις άλλες αρχές του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους. Μπορούν να εμφανίζονται, να υποβάλλουν αιτήσεις και να εγείρουν αγωγές ενώπιον των αρχών αυτών με τους ίδιους όρους όπως και οι υπήκοοι του Συμβαλλόμενου αυτού Μέρους.
3. Οι διατάξεις του Κεφαλαίου Ι της παρούσας Συμβάσεως εφαρμόζονται σιωπηρά και στα νομικά πρόσωπα των δύο Συμβαλλόμενων Μερών.
Άρθρο 2 Δικαστική αρωγή
1. Οι δικαστικές αρχές των δύο Συμβαλλόμενων Μερών θα παρέχουν αμοιβαία δικαστική αρωγή σε αστικές υποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων και των εμπορικών και οικογενειακών, καθώς και στις ποινικές υποθέσεις.
2. Οι δικαστικές αρχές θα παρέχουν δικαστική αρωγή στις άλλες αρχές, που η αρμοδιότητά τους εκτείνεται στις υποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 3 Τρόπος επικοινωνίας
Οι δικαστικές αρχές των Συμβαλλόμενων Μερών θα επικοινωνούν μεταξύ τους, για τους σκοπούς της δικαστικής αρωγής, μέσω των κεντρικών τους οργάνων, δηλαδή από πλευράς της Ελληνικής Δημοκρατίας μέσω του Υπουργείου Δικαιοσύνης και από πλευράς της Δημοκρατίας της Αλβανίας μέσω του Υπουργείου Δικαιοσύνης και της Γενικής Εισαγγελίας. Η δυνατότητα χρησιμοποιήσεως της διπλωματικής οδού δεν αποκλείεται.
Άρθρο 4 Έκταση της δικαστικής αρωγής
Οι δικαστικές αρχές των Συμβαλλόμενων Μερών θα παρέχουν αμοιβαία δικαστική αρωγή διενεργώντας διάφορες δικονομικές πράξεις και ιδιαίτερα διαβίβαση και επίδοση εγγράφων, διενέργεια ερευνών, κατάσχεση και παράδοση πειστηρίων, διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, εξέταση κατηγορουμένων, μαρτύρων, εμπειρογνωμόνων, διαδίκων και άλλων προσώπων, καθώς και δικαστική αυτοψία.
Άρθρο 5 Περιεχόμενο των δικαστικών παραγγελιών
1. Η δικαστική παραγγελία πρέπει να περιέχει τα εξής στοιχεία:
α) ονομασία της αιτούσας αρχής,
β) ονομασία της αρχής προς την οποία απευθύνεται η αίτηση,
γ) καθορισμό της υποθέσεως, σχετικά με την οποία ζητείται η δικαστική αρωγή,
δ) όνομα, κατοικία και ιθαγένεια των διαδίκων, των κατηγορουμένων, των υποδίκων και των καταδικασθέντων,
ε) όνομα και διεύθυνση των αντιπροσώπων των διαδίκων,
στ) το αντικείμενο της αιτήσεως για δικαστική αρωγή και τα απαραίτητα για την εκτέλεσή της στοιχεία και
ζ) στις ποινικές υποθέσεις, την περιγραφή του εγκλήματος και το χαρακτηρισμό της πράξεως που το συνιστά.
2. Οι δικαστικές παραγγελίες θα φέρουν υπογραφή και σφραγίδα.
Άρθρο 6 Εκτέλεση της αιτήσεως δικαστικής αρωγής
1. Για να εκτελέσει μια αίτηση δικαστικής αρωγής το όργανο, προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, εφαρμόζει την εθνική του νομοθεσία.
2. Αν το όργανο προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση δικαστικής αρωγής δεν είναι αρμόδιο για την εκτέλεσή της, οφείλει να τη διαβιβάσει στην αρμόδια αρχή.
3. Αν το υποδεικνυόμενο στην αίτηση δικαστικής αρωγής πρόσωπο δεν βρέθηκε στη δοθείσα διεύθυνση ή είναι άγνωστο, το όργανο προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση οφείλει να πάρει τα απαραίτητα μέτρα για να εντοπίσει τη διεύθυνση αυτή. Σε περίπτωση που είναι αδύνατη η εκτέλεση της αιτήσεως δικαστικής αρωγής, τα έγγραφα επιστρέφονται στην αιτούσα αρχή, με την ένδειξη ότι το αναφερόμενο στην αίτηση πρόσωπο δεν βρέθηκε στη δοθείσα διεύθυνση ή ότι η διεύθυνσή του δεν έγινε δυνατόν να εντοπισθεί.
4. Μετά την εκτέλεση της αιτήσεως δικαστικής αρωγής, η αρχή προς την οποία απευθύνεται η αίτηση επιστρέφει τα έγγραφα στην αιτούσα αρχή και, αν η αίτηση δεν έγινε δυνατόν να εκτελεσθεί για λόγο άλλο εκτός εκείνου που αναφέρεται στην παράγραφο 3, γνωστοποιεί τις αιτίες που εμπόδισαν την εκτέλεση.
Άρθρο 7 Προστασία μαρτύρων και εμπειρογνωμόνων
1. Κανένας μάρτυρας ή εμπειρογνώμονας οποιασδήποτε εθνικότητας δεν μπορεί, εφόσον εμφανίζεται ενώπιον της αρχής του αιτούντος Συμβαλλόμενου Μέρους, έπειτα από κλήση που επιδίδεται από τη δικαστική αρχή του Συμβαλλόμενου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, να διωχθεί ποινικά ή να υποστεί εκτέλεση ποινής για έγκλημα που διέπραξε πριν περάσει τα σύνορα του αιτούντος Μέρους,
2. Η ασυλία που προβλέπει η προηγούμενη παράγραφος παύει όταν ο μάρτυρας ή εμπειρογνώμονας, ενώ έχει τη δυνατότητα να εγκαταλείψει το έδαφος του αιτούντος Μέρους μέσα σε δεκαπέντε συναπτές ημέρες, αφότου οι δικαστικές αρχές τον ειδοποίησαν ότι η παρουσία του δεν είναι πια αναγκαία, παραμένει παρόλα αυτά στο έδαφος αυτό, μολονότι έχει τη δυνατότητα να το εγκαταλείψει. Στην προθεσμία αυτή δεν υπολογίζεται ο χρόνος κατά τον οποίο ο μάρτυρας ή εμπειρογνώμονας δεν μπόρεσε να εγκαταλείψει το έδαφος της Χώρας για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή του. Η ασυλία παύει επίσης σε περίπτωση που ο μάρτυρας ή εμπειρογνώμονας επιστρέψει στο έδαφος του αιτούντος μέρους μετά την αναχώρησή του από αυτό.
Άρθρο 8 Δημόσια έγγραφα
1. Τα έγγραφα που συντάσσονται στο έδαφος του ενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή επικυρώνονται από τα όργανά του μέσα στον κύκλο των αρμοδιοτήτων τους, σύμφωνα με τον απαιτούμενο τύπο και σφραγίδα, θα γίνονται δεκτά στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους χωρίς νέα επικύρωση.
2. Δεν θα χρειάζονται επίσης επικύρωση τα ιδιωτικά έγγραφα που έχουν θεωρηθεί από το δικαστήριο ή άλλο αρμόδιο όργανο ενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη. για να χρησιμοποιηθούν στα δικαστήρια και τις άλλες αρχές του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.
Άρθρο 9 Επίδοση
1. Η αρχή προς την οποία απευθύνεται η αίτηση πραγματοποιεί την επίδοση σύμφωνα με τη διαδικασία που ισχύει στο Κράτος της, αν το προς επίδοση έγγραφο έχει συνταχθεί στην εθνική της γλώσσα ή συνοδεύεται από κυρωμένη μετάφραση σε αυτή τη γλώσσα ή στη γαλλική γλώσσα. Στην αντίθετη περίπτωση, το προς επίδοση έγγραφο δεν θα παραδίδεται στον παραλήπτη, παρά μόνο αν ο τελευταίος αυτός το αποδέχεται με τη θέλησή του.
2. Η δικαστική παραγγελία θα αναφέρει την ακριβή διεύθυνση του παραλήπτη και θα καθορίζει το προς επίδοση έγγραφο.
Άρθρο 10 Απόδειξη της επιδόσεως
Η αρχή προς την οποία απευθύνεται η αίτηση οφείλει να παράσχει απόδειξη της επιδόσεως, σύμφωνα με τη νομοθεσία του Κράτους της. Το έγγραφο αυτό θα αναφέρει τον τόπο, την ημερομηνία της επιδόσεως και το όνομα του προσώπου στο οποίο παραδόθηκαν τα έγγραφα.
Άρθρο 11 Επίδοση σε υπηκόους
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δικαιούνται να επιδίδουν έγγραφα στους υπηκόους τους μέσω των διπλωματικών
ή προξενικών τους αποστολών.
2. Κανένας καταναγκασμός δεν μπορεί να επιβληθεί κατά την εφαρμογή αυτού του τρόπου επιδόσεως.
Άρθρο 12 Έξοδα δικαστικής αρωγής
Το Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση δεν μπορεί να απαιτήσει την καταβολή των εξόδων της δικαστικής αρωγής. Καθένα από τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνει όλα τα έξοδα δικαστικής αρωγής που πραγματοποιήθηκαν στο έδαφός του.
Άρθρο 13 Πληροφορίες πάνω σε θέματα δικαίου
Τα Υπουργεία Δικαιοσύνης των Συμβαλλόμενων Μερών θα ανταλλάσσουν αμοιβαία πληροφορίες, μετά από αίτηση, για το ισχύον δίκαιο στις αντίστοιχες χώρες τους.
Άρθρο 14 Άρνηση δικαστικής αρωγής
Η δικαστική αρωγή μπορεί να αποκρουσθεί:
1. Αν η αίτηση αναφέρεται σε εγκλήματα που θεωρούνται από το Συμβαλλόμενο Μέρος, προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, σαν πολιτικά ή στρατιωτικά.
2. Αν το Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση κρίνει ότι η αίτηση είναι φύσεως τέτοιας, ώστε να θίγει την κυριαρχία, την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη του Μέρους αυτού.
Άρθρο 15 Ληξιαρχικές πράξεις
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα αποστέλλουν αμοιβαία αποσπάσματα ληξιαρχικών πράξεων γεννήσεως, γάμου και θανάτου που αφορούν υπηκόους του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, καθώς επίσης και διορθώσεις και μεταγενέστερες καταχωρίσεις στις προαναφερόμενες ληξιαρχικές πράξεις.
2. Τα αποσπάσματα των ληξιαρχικών πράξεων θανάτου θα αποστέλλονται αυτεπαγγέλτως, τα άλλα μετά από αίτηση, όλα δε θα διαβιβάζονται ανέξοδα με τη διπλωματική οδό.
Άρθρο 16
Παράδοση αντικειμένων και μεταβίβαση
χρηματικών ποσών
Αν, δυνάμει των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης, πρέπει να λάβει χώρα παράδοση, εξαγωγή ή μεταβίβαση πιστώσεων, μέσω πληρωμής και αγαθών, αυτή θα γίνει σύμφωνα με τη νομοθεσία του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.
Άρθρο 17 Γλώσσες
Τα δικαστικά όργανα των δύο Συμβαλλόμενων Μερών χρησιμοποιούν στις μεταξύ τους σχέσεις την εθνική τους γλώσσα με τη μετάφραση στη γαλλική γλώσσα, αν αυτό είναι αναγκαίο. Όμως, οι προς αποστολή πράξεις και έγγραφα πρέπει να μεταφράζονται στη γλώσσα του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ή στη γαλλική γλώσσα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΔΙΚΑΣΤΙΚΑ ΕΞΟΔΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ
Άρθρο 18 Απαλλαγή από την εγγυοδοσία αλλοδαπού
Οι υπήκοοι ενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη -συμπεριλαμβανομένων και των νομικών προσώπων- που εμφανίζονται ενώπιον των δικαστηρίων του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους και που διαμένουν στο έδαφος του ενός ή του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, δεν υποβάλλονται στην υποχρέωση της εγγυοδοσίας αλλοδαπού για μόνο το λόγο ότι είναι αλλοδαποί ή ότι έχουν διαμονή ή κατοικία στο έδαφος του άλλου αυτού Μέρους.
Άρθρο 19 Απαλλαγή από τα έξοδα
Οι υπήκοοι του ενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη απαλλάσσονται, όταν εμφανίζονται στις δικαστικές αρχές του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, από τους φόρους χαρτοσήμου και τα δικαστικά έξοδα και απολαύουν άλλων ευκολιών, καθώς και του ευεργετήματος της δωρεάν δικαστικής αρωγής με τις ίδιες προϋποθέσεις και στην ίδια έκταση όπως και οι υπήκοοι του άλλου αυτού Μέρους.
Άρθρο 20 Πιστοποιητικά
1. Τα πιστοποιητικά που αφορούν στην προσωπική, οικογενειακή και υλική κατάσταση του αιτούντος, που επιθυμεί να επωφεληθεί από τα ευεργετήματα που προβλέπει το άρθρο 19, εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές του Συμβαλλόμενου Μέρους στο έδαφος του οποίου κατοικεί.
2. Αν ο αιτών που επιθυμεί να επωφεληθεί από τα παραπάνω ευεργετήματα δεν έχει κατοικία ή διαμονή στο έδαφος του ενός ή του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, το έγγραφο μπορεί να εκδοθεί από τη διπλωματική ή προξενική αποστολή του Κράτους του οποίου υπήκοος είναι ο αιτών.
3. Η δικαστική αρχή που αποφαίνεται για την αίτηση απαλλαγής δυνάμει του άρθρου 19 μπορεί να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες από το όργανο που εξέδωσε το πιστοποιητικό.
Άρθρο 21 Υποβολή της αιτήσεως
Αν ένας υπήκοος του ενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη, που επιθυμεί να επωφεληθεί από τα ευεργετήματα που προβλέπονται στο άρθρο 19, θέλει να υποβάλει αίτηση στις αρμόδιες αρχές του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, μπορεί να την απευθύνει στις αρμόδιες αρχές του τόπου της κατοικίας ή της διαμονής του. Η επιλαμβανόμενη αρχή διαβιβάζει την αίτηση αυτή και το σχετικό πρακτικό, μαζί με τα έγγραφα που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 20, στις αρμόδιες αρχές του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.
Άρθρο 22 Διατάξεις σχετικές με τις διαθήκες
1. Η διαθήκη που γίνεται από υπήκοο ενός Συμβαλλόμενου Μέρους θα είναι ισχυρή ως προς τον τύπο,
αν έχει συνταχθεί σύμφωνα:
α) με τη νομοθεσία του Κράτους στο έδαφος του οποίου έγινε ή
β) με το δίκαιο του Συμβαλλόμενου Μέρους, του οποίου ο διαθέτης ήταν υπήκοος κατά την ημερομηνία που έκανε τη διαθήκη του ή κατά τη στιγμή του θανάτου του ή
γ) με τη νομοθεσία του Κράτους, στο έδαφος του οποίου, και κατά τα χρονικά διαστήματα που προβλέπονται στο εδάφιο β’, ο διαθέτης είχε την κατοικία ή τη διαμονή του.
2. Οι όροι της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επίσης και ως προς την ανάκληση των διαθηκών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ
ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ
Άρθρο 23 Αποφάσεις υποκείμενες σε αναγνώριση και εκτέλεση
1. Υπό τους όρους που προβλέπονται από την παρούσα Σύμβαση, τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα αναγνωρίζουν και θα εκτελούν στο έδαφος τους τις ακόλουθες αποφάσεις που εκδόθηκαν στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους:
α) αποφάσεις που εκδόθηκαν σχετικά με αστικές, οικογενειακές και εμπορικές υποθέσεις,
β) αποφάσεις που εκδόθηκαν σχετικά με ποινικές υποθέσεις σε ό,τι αφορά τις απαιτήσεις για αποζημίωση,
γ) διαιτητικές αποφάσεις
2. Συμβιβασμοί που συμφωνήθηκαν ενώπιον δικαστηρίων και επικυρώθηκαν από αυτά εξομοιώνονται με τις δικαστικές αποφάσεις της παραγράφου 1.
Άρθρο 24 Προϋποθέσεις αναγνωρίσεως και εκτελέσεως
Οι αποφάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 23 θα αναγνωρίζονται και θα εκτελούνται, αν πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Αν κατά τη νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Μέρους, στο έδαφος του οποίου εκδόθηκε η απόφαση, η τελευταία αυτή απέκτησε ισχύ δεδικασμένου και είναι εκτελεστή.
β) Αν κατά τη νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Μέρους, στο έδαφος του οποίου ζητείται η εκτέλεση, το δικαστήριο του Μέρους αυτού δεν είναι αποκλειστικά αρμόδιο να εκδικάσει την υπόθεση.
γ) Αν ο διάδικος που ερημοδίκησε και που δεν μετέσχε στη διαδικασία είχε κληθεί εμπρόθεσμα και με τον προσήκοντα τρόπο ή αν ο διάδικος που δεν εμφανίσθηκε και που δεν είχε την ικανότητα να παρίσταται σε δικαστήριο μπόρεσε να αντιπροσωπευθεί νόμιμα. Η κλήση με θυροκόλληση δεν θα λαμβάνεται υπόψη.
δ) Αν η απόφαση δεν είναι αντίθετη με προηγούμενη απόφαση που έχει αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου, μεταξύ των ίδιων Μερών, σχετικά με το ίδιο αντικείμενο και επί της ίδιας ουσίας και που εκδόθηκε από δικαστήριο του Συμβαλλόμενου Μέρους στο έδαφος του οποίου η απόφαση πρέπει να αναγνωρισθεί ή εκτελεσθεί ή αν καμιά αγωγή δεν έχει εγερθεί προηγούμενα ενώπιον του δικαστηρίου του Συμβαλλόμενου αυτού Μέρους για την ίδια υπόθεση.
ε) Αν η αναγνώριση και η εκτέλεση της αποφάσεως δεν είναι αντίθετη προς τη δημόσια τάξη ή προς τις θεμελιώδεις αρχές της νομοθεσίας του Συμβαλλόμενου Μέρους, στο έδαφος του οποίου πρέπει να λάβουν χώρα η αναγνώριση και η εκτέλεση της απόφασης.
Άρθρο 25 Διαιτητικές αποφάσεις
1. Για την αναγνώριση και εκτέλεση διαιτητικών αποφάσεων εφαρμόζονται οι διατάξεις της Συμβάσεως που υπογράφηκε στη Νέα Υόρκη στις 10 Ιουνίου 1958.
2. Σε περίπτωση διεξαγωγής δίκης που το αντικείμενό της, κατά τη θέληση των διαδίκων, διέπεται από ρήτρα διαιτησίας, το δικαστήριο διατάσσει τα Μέρη να προσφύγουν στο διαιτητικό όργανο.
Άρθρο 26 Έγγραφα που συνοδεύουν την αίτηση εκτελέσεως
1. Η σχετική με την εκτέλεση της αποφάσεως αίτηση μπορεί να υποβληθεί απευθείας στο αρμόδιο δικαστήριο του Συμβαλλόμενου Μέρους, στο έδαφος του οποίου πρέπει να εκτελεσθεί η απόφαση, αλλά μπορεί επίσης να κατατεθεί στο δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση πρωτόδικα στη συγκεκριμένη υπόθεση. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η αίτηση διαβιβάζεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 3 στο αρμόδιο δικαστήριο του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.
2. Η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται:
α) Από την απόφαση ή από κυρωμένο αντίγραφό της, καθώς και από έγγραφο που να πιστοποιεί ότι η απόφαση έχει αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου και είναι εκτελεστή, εκτός αν αυτό προκύπτει από την ίδια την απόφαση.
β) Από πιστοποιητικό που να βεβαιώνει ότι ο διάδικος που ερημοδίκησε και που δεν μετέσχε στη διαδικασία εκλήθη εμπρόθεσμα και με τον προσήκοντα τρόπο και ότι, στην περίπτωση που δεν είχε την ικανότητα να παρίσταται σε δικαστήριο, αντιπροσωπεύθηκε νόμιμα.
γ) Από κυρωμένη μετάφραση των εγγράφων που προβλέπονται από τα εδάφια α’ και β’ σε μια από τις γλώσσες που προβλέπονται από το άρθρο 17 της παρούσας Συμβάσεως.
3. Σε περίπτωση διαιτητικής αποφάσεως, εκτός από τους όρους που προβλέπονται στην παράγραφο 2, η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται από κυρωμένο αντίγραφο της ρήτρας διαιτησίας, καθώς επίσης και από κυρωμένη μετάφραση της ρήτρας αυτής και κάθε άλλου σχετικού εγγράφου, σε μια από τις γλώσσες που προβλέπονται από το άρθρο 17 της παρούσας Συμβάσεως.
Άρθρο 27 Εφαρμοστέο δίκαιο
1. Το δικαστήριο του Συμβαλλόμενου Μέρους, στο έδαφος του οποίου πρέπει να εκτελεσθεί η απόφαση, θα την εκτελέσει σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία.
2. Το δικαστήριο που αποφασίζει για τη σχετική με την εκτέλεση αίτηση περιορίζεται στη διαπίστωση της συνδρομής των όρων που καθορίζονται στα άρθρα 24, 25 και 26 της παρούσας Συμβάσεως.
3. Ο εναγόμενος μπορεί να προβάλει τις ενστάσεις που επιτρέπονται από τους νόμους του Συμβαλλόμενου Μέρους, το δικαστήριο του οποίου εξέδωσε την απόφαση.
Άρθρο 28 Αποφάσεις σχετικές με τα δικαστικά έξοδα
1. Αν ο διάδικος που εξαιρέθηκε, κατά τους όρους του άρθρου 18 της παρούσας Συμβάσεως, από την εγγυοδοσία αλλοδαπού καταδικάσθηκε με οριστική απόφαση του δικαστηρίου του ενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη στα δικαστικά έξοδα, η απόφαση αυτή θα εκτελεσθεί, έπειτα από αίτηση του έχοντος δικαίωμα, ανέξοδα στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.
2. Το δικαστήριο που αποφασίζει για την εκτέλεση της αποφάσεως που προβλέπεται στην παράγραφο 1, περιορίζεται να διαπιστώσει αν η σχετική με τα δικαστικά έξοδα απόφαση έχει αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου και είναι εκτελεστή.
3. Οι διατάξεις του άρθρου 26 εφαρμόζονται και στις αποφάσεις που αναφέρονται στα δικαστικά έξοδα.
Άρθρο 29 Πεδίο εφαρμογής
Οι αποφάσεις, που προβλέπονται από το άρθρο 23 και που ανταποκρίνονται στους όρους των άρθρων 24, 25 και 26 της παρούσας Συμβάσεως, θα αναγνωρίζονται και εκτελούνται, εφόσον έχουν αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου και έχουν κηρυχθεί εκτελεστές μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας Συμβάσεως.
Άρθρο 30
Νομοθεσία σχετική με τη μεταβίβαση χρηματικών
ποσών και αγαθών
Οι διατάξεις του κεφαλαίου III της παρούσας Συμβάσεως δεν θίγουν τη νομοθεσία των Συμβαλλόμενων Μερών, τη σχετική με τη μεταβίβαση των μέσων πληρωμής, των πιστώσεων ή των αγαθών που αποκτήθηκαν μετά την εκτέλεση.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΕΚΔΟΣΗ
Άρθρο 31 Υποχρέωση για έκδοση
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να παραδίδουν αμοιβαία, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Συμβάσεως, τα πρόσωπα που βρίσκονται στο έδαφός τους και που ζητείται η έκδοση τους εν όψει ασκήσεως ποινικής διώξεως για να εκτελεσθεί ποινή που απαγγέλθηκε από δικαστήριο του αιτούντος Μέρους.
2. Η έκδοση δεν επιτρέπεται παρά μόνο για εγκλήματα που σύμφωνα με τη νομοθεσία των δύο Συμβαλλόμενων Μερών τιμωρούνται με ποινή στερητική της ελευθερίας ενός τουλάχιστον έτους ή με βαρύτερη ποινή ή για τα οποία δικαστήριο του αιτούντος Μέρους απήγγειλε ποινή στερητική της ελευθερίας έξι τουλάχιστον μηνών (στο εξής θα ονομάζονται εγκλήματα για τα οποία χωρεί έκδοση).
Άρθρο 32 Άρνηση εκδόσεως
Η έκδοση δεν λαμβάνει χώρα:
α. αν το έγκλημα διαπράχθηκε από πρόσωπο που τη
στιγμή της τελέσεως του εγκλήματος ήταν υπήκοος του Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση,
β. αν το έγκλημα διαπράχθηκε στο εδαφος του Συμβαλλόμενου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση,
γ. αν το έγκλημα για το οποίο ζητείται η έκδοση διαπράχθηκε έξω από το έδαφος του αιτούντος Μέρους και η νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση δεν προβλέπει δίωξη στην περίπτωση που το έγκλημα αυτό διαπράχθηκε έξω από το έδαφός του ή δεν επιτρέπει την έκδοση για το έγκλημα που αποτελεί το αντικείμενο της αιτήσεως,
δ. αν το έγκλημα για το οποίο ζητείται η έκδοση. θεωρείται από το Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση σαν έγκλημα πολιτικό, στρατιωτικό ή φορολογικό ή σαν γεγονός συνδεόμενο με τέτοια εγκλήματα,
ε. αν σύμφωνα με τη νομοθεσία του ενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη η ποινική δίωξη ή η εκτέλεση της ποινής δεν μπορούν να λάβουν χώρα, λόγω παραγραφής ή για άλλους νόμιμους λόγους που έχουν το ίδιο αποτέλεσμα,
στ. αν στο έδαφος του Συμβαλλόμενου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση το πρόσωπο του οποίου ζητείται η έκδοση κηρύχθηκε με οριστική απόφαση ένοχο ή αθώο για το έγκλημα που αναφέρεται στην αίτηση εκδόσεως ή αν έχει ως προς αυτό παύσει η ποινική δίωξη, εκτός εάν η σχετική απόφαση στηρίζεται στην έλλειψη δικαιοδοσίας.
Άρθρο 33 Διαδικασία εκδόσεως
Η αίτηση εκδόσεως υποβάλλεται γραπτώς. Στις υποθέσεις εκδόσεως η επικοινωνία θα γίνεται κατά τον τρόπο που προβλέπεται στο άρθρο 3.
Άρθρο 34 Αίτηση εκδόσεως
1. Η αίτηση εκδόσεως πρέπει να αναφέρει το όνομα του εκζητούμενου προσώπου, την κατοικία ή διαμονή του, τη φύση του εγκλήματος και τη ζημιά που προκάλεσε.
2. Η αίτηση εκδόσεως πρέπει να συνοδεύεται:
α. αν η έκδοση ζητείται για να ασκηθεί ποινική δίωξη, από το ένταλμα συλλήψεως με την περιγραφή των πραγματικών γεγονότων και το νομικό χαρακτηρισμό της πράξεως και αν η έκδοση ζητείται για την εκτέλεση ποινής, από την απόφαση με ισχύ δεδικασμένου,
β. από το κείμενο του ποινικού νόμου του αιτούντος Μέρους σχετικά με το νομικό χαρακτηρισμό του εγκλήματος για το οποίο πρόκειται,
γ. από την εξωτερική περιγραφή του εκζητούμενου προσώπου και, αν είναι δυνατόν, τα δακτυλικά του αποτυπώματα και τη φωτογραφία του.
3. Αν πρόκειται για καταδικασθέντα που έχει ήδη εκτίσει μέρος της ποινής του, θα παρέχονται πληροφορίες σχετικά με το θέμα αυτό.
Άρθρο 35 Σύλληψη προς το σκοπό εκδόσεως
Αν η αίτηση εκδόσεως πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται από την παρούσα Σύμβαση, το Συμβαλλόμενο
Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση παίρνει χωρίς καθυστέρηση τα απαραίτητα μέτρα για τη σύλληψη του εκζητούμενου προσώπου, σύμφωνα με τη νομοθεσία του.
Άρθρο 36 Συμπληρωματικές πληροφορίες
1. Αν η αίτηση εκδόσεως δεν περιέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, το Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες και να ορίσει προθεσμία όχι μεγαλύτερη από δύο μήνες για την παροχή τους. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί για αιτιολογημένους λόγους.
2. Αν οι πληροφορίες δεν παρασχεθούν μέσα στην προθεσμία που προβλέπεται στην πρώτη παράγραφο, η αρμόδια αρχή του Συμβαλλόμενου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση θα μπορεί να παύσει τη διαδικασία εκδόσεως και να απολύσει το πρόσωπο που είχε συλληφθεί.
Άρθρο 37 Προσωρινή σύλληψη
1. Σε επείγουσες περιπτώσεις, το Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να διατάξει τη σύλληψη του ζητούμενου προσώπου πριν λάβει την αίτηση εκδόσεως, σύμφωνα με το άρθρο 35 της παρούσας Συμβάσεως. Το αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος πληροφορεί το Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ότι το πρόσωπο για το οποίο πρόκειται αποτελεί αντικείμενο εντάλματος συλλήψεως ή καταδικαστικής αποφάσεως με ισχύ δεδικασμένου και ότι η αίτηση εκδόσεως θα αποσταλεί αμέσως. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η σύλληψη μπορεί να ζητηθεί με κάθε μέσο επικοινωνίας που μεταβιβάζει το περιεχόμενο της αιτήσεως γραπτώς.
2. Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Μερών μπορούν να προβούν στην προσωρινή σύλληψη προσώπου που διαμένει στο έδαφος τους ακόμη και χωρίς τέτοια αίτηση, αν γνωρίζουν ότι το πρόσωπο αυτό διέπραξε στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους έγκλημα για το οποίο χωρεί έκδοση.
3. Σύλληψη που πραγματοποιήθηκε βάσει των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου γνωστοποιείται αμέσως στο άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος.
Άρθρο 38 Παύση της προσωρινής συλλήψεως
Οποιοσδήποτε συνελήφθη, σύμφωνα με το άρθρο 38 της παρούσας Συμβάσεως, απολύεται αν η αίτηση εκδόσεως του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους δεν ληφθεί μέσα σε σαράντα ημέρες μετά τη σύλληψη. Η απόλυση γνωστοποιείται στο άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος.
Άρθρο 39 Αναβολή της εκδόσεως
Αν το εκζητούμενο πρόσωπο αποτελεί αντικείμενο ποινικής διώξεως ή εκτίει ποινή για άλλο έγκλημα που διαπράχθηκε στο έδαφος του Συμβαλλόμενου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, ή έκδοση μπορεί να αναβληθεί μέχρι τον τερματισμό της ποινικής διαδικασίας
ή μέχρι την έκτιση της ποινής.
Άρθρο 40 Προσωρινή έκδοση
1. Αν λόγω της αναβολής εκδόσεως, που προβλέπεται στο άρθρο 39 της παρούσας Συμβάσεως, υπάρχει κίνδυνος παραγραφής της ποινικής διώξεως ή σοβαρών δυσκολιών στο ανακριτικό έργο, το εκζητούμενο πρόσωπο μπορεί να εκδοθεί προσωρινά μετά από αιτιολογημένη αίτηση.
2. Το πρόσωπο που εκδόθηκε προσωρινά πρέπει να επαναποσταλεί αμέσως μετά το τέλος της ποινικής διαδικασίας για την οποία ζητήθηκε η έκδοση.
Άρθρο 41 Συρροή αιτήσεων εκδόσεως
Αν πολλά Κράτη ζητούν την έκδοση του ίδιου προσώπου, το Συμβαλλόμενο Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση αποφασίζει ποια αίτηση θα προτιμηθεί.
Άρθρο 42 Όρια ποινικής διώξεως
1. Χωρίς τη συναίνεση του Συμβαλλόμενου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση το πρόσωπο που εκδόθηκε δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ποινικής διώξεως ή εκτελέσεως ποινής, που επιβλήθηκε για έγκλημα διαφορετικό από εκείνο για το οποίο εχώρησε η έκδοση.
2. Χωρίς τη συναίνεση του Συμβαλλόμενου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση το πρόσωπο που εκδόθηκε δεν είναι επίσης δυνατόν να παραδοθεί σε τρίτο κράτος.
3. Η συναίνεση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 δεν είναι απαραίτητη:
α. αν το πρόσωπο που εκδόθηκε δεν εγκατέλειψε το έδαφος του αιτούντος Συμβαλλόμενου Μέρους μέσα σε τριάντα ημέρες από τον τερματισμό της ποινικής διώξεως ή την εκτέλεση της ποινής. Η προθεσμία αυτή δεν περιλαμβάνει το χρόνο κατά τον οποίο το πρόσωπο που εκδόθηκε δεν μπόρεσε να εγκαταλείψει το έδαφος του αιτούντος Συμβαλλόμενου Μέρους για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή του,
β. αν το πρόσωπο που εκδόθηκε εγκατέλειψε το έδαφος του αιτούντος Συμβαλλόμενου Μέρους, αλλά επέστρεψε πάλι οικειοθελώς.
Άρθρο 43 Παράδοση του εκδιδόμενου προσώπου
1. Το Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση πληροφορεί το αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος για τον τόπο και την ημερομηνία παραδόσεως.
2. Αν το εκζητούμενο πρόσωπο δεν παραληφθεί από το αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από την προθεσμία που έχει ορισθεί για την παράδοση, μπορεί να απολυθεί.
Άρθρο 44
Πληροφορίες για το αποτέλεσμα
της ποινικής διώξεως
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη παρέχουν αμοιβαία
πληροφορίες για το αποτέλεσμα της ποινικής διώξεως της οποίας υπήρξε αντικείμενο το πρόσωπο που εκδόθηκε. Σε περίπτωση αποφάσεως με ισχύ δεδικασμένου, τα Συμβαλλόμενα Μέρη γνωστοποιούν αμοιβαία την απόφαση αυτή.
Άρθρο 45 Διέλευση
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη επιτρέπουν, έπειτα από αίτηση του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, τη διέλευση από το έδαφός τους προσώπων που έχουν εκδοθεί από ένα τρίτο κράτος στο άλλο αυτό Συμβαλλόμενο Μέρος. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεν είναι υποχρεωμένα να επιτρέψουν τη διέλευση, αν δεν υπάρχει υποχρέωση εκδόσεως, σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση.
2. Η αίτηση για παροχή άδειας διελεύσεως υποβάλλεται σύμφωνα με την ίδια διαδικασία, όπως και η αίτηση εκδόσεως.
3. Η διέλευση πραγματοποιείται από τις αρχές του Συμβαλλόμενου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση με τον τρόπο που θεωρούν τον καλύτερο.
Άρθρο 46 Έξοδα εκδόσεως
Τα έξοδα εκδόσεως βαρύνουν το Συμβαλλόμενο Μέρος, στο έδαφος του οποίου πραγματοποιήθηκαν. Τα έξοδα της διελεύσεως βαρύνουν το αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος.
Άρθρο 47 Ανάληψη της ποινικής διαδικασίας
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη υποχρεούνται να ασκήσουν, μετά από αίτηση του άλλου Μέρους και σύμφωνα με τη νομοθεσία τους, ποινική δίωξη κατά των δικών τους υπηκόων που διέπραξαν έγκλημα στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.
2. Η αίτηση για δίωξη θα συνοδεύεται από τα σχετικά με την ανάκριση έγγραφα, από κάθε αποδεικτικό στοιχείο που υπάρχει, καθώς και από το κείμενο των ποινικών διατάξεων που διέπουν την πράξη, σύμφωνα με το νόμο που ισχύει στον τόπο της τελέσεώς της.
3. Το Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση πληροφορεί το αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος για το αποτέλεσμα της διώξεως και εφόσον εκδοθεί απόφαση, του αποστέλλει αντίγραφο της οριστικής αποφάσεως.
Άρθρο 48 Προσωρινή παράδοση συλληφθέντων, προσώπων
Εάν, σε σχέση με ποινική δίωξη που άρχισε στο έδαφος ενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη, είναι αναγκαίο να εξετασθεί προσωρινά σαν μάρτυρας πρόσωπο που συνελήφθη στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, το Μέρος αυτό το εκδίδει προσωρινά, εφόσον συναινεί και το πρόσωπο που συνελήφθη, μετά από αίτηση του αιτούντος Συμβαλλόμενου Μέρους, που θα διατηρήσει το πρόσωπο αυτό υπό κράτηση και μετά το τέλος της εξετάσεως θα το ξαναστείλει χωρίς καθυστέρηση στο Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο. απευθύνεται η αίτηση.
Άρθρο 49 Παράδοση αντικειμένων
1. Τα αντικείμενα που βρίσκονται πάνω στο πρόσωπο που διέπραξε το έγκλημα, για το οποίο χωρεί έκδοση. καθώς και τα άλλα αντικείμενα που μπορούν να χρησιμεύσουν ως πειστήρια στην ποινική διαδικασία, παραδίδονται στο αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος ακόμα και στην περίπτωση που η έκδοση δεν μπορεί να λάβει χώρα λόγω θανάτου του εκζητούμενου προσώπου ή άλλης αιτίας.
2. Το Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να αναβάλει την παράδοση των αντικειμένων, εάν χρειάζονται προς το σκοπό μιας άλλης ποινικής διαδικασίας.
3. Τα δικαιώματα τρίτων πάνω στα αντικείμενα που παραδόθηκαν στο άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος παραμένουν άθικτα. Μετά τη λήξη της ποινικής διαδικασίας, τα αντικείμενα αυτά αποδίδονται στο Συμβαλλόμενο Μέρος που τα έστειλε για να παραδοθούν στους δικαιούχους.
4. Η παράδοση των αντικειμένων, δυνάμει της παραγράφου 1, γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 16 της παρούσας Συμβάσεως.
Άρθρο 50 Πληροφορίες για αποφάσεις σε ποινικές υποθέσεις
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα ανταλλάσσουν μια φορά το χρόνο πληροφορίες για αποφάσεις σχετικές με ποινικές υποθέσεις με ισχύ δεδικασμένου, που εκδόθηκαν από να δικαστήρια του ενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη εναντίον υπηκόων του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.
2. Μετά από αιτιολογημένη αίτηση, τα Συμβαλλόμενα Μέρη δίνουν αμοιβαία πληροφορίες για ποινικές αποφάσεις, που εκδόθηκαν εναντίον προσώπων που δεν είναι υπήκοοι του αιτούντος Συμβαλλόμενου Μέρους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 51 Κύρωση, θέση σε ισχύ
1. Η παρούσα Σύμβαση θα κυρωθεί και θα τεθεί σε ισχύ την τριακοστή ημέρα μετά την ανταλλαγή των εγγράφων επικυρώσεως που θα λάβει χώρα στα Τίρανα.
2. Η παρούσα Σύμβαση θα μπορεί να καταγγελθεί από καθένα από τα Συμβαλλόμενα Μέρη. Η καταγγελία θα ισχύσει έξι μήνες μετά τη λήψη της γνωστοποιήσεώς της από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος.
Σε πίστωση των ανωτέρω, οι Πρωθυπουργοί των Συμβαλλόμενων Κρατών υπέγραψαν την παρούσα Σύμβαση και ετέθη η σφραγίδα τους.
Έχει συνταχθεί σε δύο αντίτυπα, στην ελληνική και αλβανική γλώσσα, τα οποία έχουν την ίδια ισχύ.
Αθήνα, 17 Μαΐου 1993
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΜΕΞΙ
(υπογραφή) (υπογραφή)
ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ
Άρθρο δεύτερο
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Σύμβασης που κυρώνεται από την ολοκλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 51 παρ. 1 αυτής.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 16 Ιουνίου 1995
Κατεβάσετε το αρχείο με το πρωτότυπο κείμενο, όπως είναι δημοσιευμένο στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ.) του Εθνικού Τυπογραφείου.
Νόμος 2311/1995 - ΦΕΚ 119/Α/19-6-1995
Κύρωση Συμβάσεως δικαστικής αρωγής σε αστικές και ποινικές υποθέσεις μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Αλβανίας.