Προεδρικό Διάταγμα 308/2000 - ΦΕΚ 252/Α/16-11-2000 (Κωδικοποιημένη έκδοση)
Όροι υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το εμπόριο ορισμένων ειδών ζώντων ζώων σε συμμόρφωση προς τις οδηγίες 64/432/ΕΟΚ και 72/462/ΕΟΚ του Συμβουλίου
Συνδρομητικές Υπηρεσίες
- Το Νομοθέτημα έχει κωδικοποιηθεί σε αρχείο ενιαίο κειμένου, με ενσωματωμένες τις διατάξεις με τις οποίες έχει συμπληρωθεί - τροποποιηθεί μεταγενέστερα.
- Η υπηρεσία προβολής και μεταφόρτωσης κωδικοποιημένων κειμένων είναι διαθέσιμη ΔΩΡΕΑΝ, μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη, με πρόσβαση στις Συνδρομητικές Υπηρεσίες.
- Απαιτείται μεγαλύτερο επίπεδο πρόσβασης για την προβολή των Συνδρομητικών Υπηρεσιών.
Εάν είστε μέλος και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές Υπηρεσίες, πατήστε ΕΔΩ για Σύνδεση.
-Θέματα Βοήθειας και Υποστήριξης για τις συνδρομητικές υπηρεσίες.
ΑΡΧΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΦΕΚ
Το παρακάτω κείμενο διατάξεων αποτελεί το αρχικό κείμενο των διατάξεων, όπως ήταν δημοσιευμένες στο Φ.Ε.Κ., οι οποίες έχουν τροποποιηθεί με μεταγενέστερες διατάξεις.
ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ’ APIΘ. 308/2000
Όροι υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το εμπόριο ορισμένων ειδών ζώντων ζώων σε συμμόρφωση προς τις οδηγίες 64/432/ΕΟΚ και 72/462/ΕΟΚ του Συμβουλίου.
Έχοντας υπόψη.
1. Τις διατάξεις :
α) του άρθρου 1 παράγραφοι 1,2 και 3 του ν. 1338/1983 "Εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου" (Α'34) όπως η παράγραφος 1 έχει τροποποιηθεί με τη διάταξη του άρθρου 6 παραγ. 1 του ν.1440/1984 "Συμμετοχή της Ελλάδας στο κεφάλαιο, στα αποθεματικά και στις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, στο κεφάλαιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακος και Χάλυβος του Οργανισμού Εφοδιασμού EURATOM" (Α'70) και του άρθρου 65 του ν.1892/1990 (Α'101).
β) του άρθρου 20 του ν. 248/1914 "Περί οργανώσεως της Ζωοτεχνικής και Κτηνιατρικής Υπηρεσίας" (Α'110), το οποίο προστέθηκε με το άρθρο μόνο του α.ν. της 23/24 Ιανουαρίου 1936 (Α'47) και συμπληρώθηκε με το άρθρο 62 παρ. 1 του ν.2637/1998 (Α'200).
γ) του άρθρου 29Α του ν. 1558/1985 "Κυβέρνηση και Κυβερνητικά όργανα" (Α'137) το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 27 του ν. 2081/1992 (Α'154) όπως έχει αντικατασταθεί από το άρθρο 1 παρ. 2α του ν. 2469/1997 (Α'38), και του γεγονότος ότι από τις διατάξεις του παρόντος δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού.
2. Την 353001/13.04.2000 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Γεωργίας "Ανάθεση αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Γεωργίας Ευάγγελο Αργύρη και Φώτη Χατζημιχάλη " (Β' 566).
3. Τις 378/1999, 475/1999, 147/2000 και 433/2000 γνωμοδοτήσεις του Συμβουλίου της Επικράτειας, μετά από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και του Υφυπουργού Γεωργίας, αποφασίζουμε:
ΜΕΡΟΣ Α
Άρθρο 1
(Άρθρο 1 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 1 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ).
Στο Μέρος Α του παρόντος διατάγματος καθορίζονται οι υγειονομικοί κανόνες που εφαρμόζονται στο εμπόριο βοοειδών και χοιροειδών πλην αγριόχοιρων όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο ε) του Π.Δ 707/1982 (Α'150) και με την επιφύλαξη των διατάξεων των Π.Δ. 707/1982 (Α'150), 36/1987 (Α'10), 316/1990 (Α'130), 36/1992 (Α'17), 420/1993 (Α'179) Β ΜΕΡΟΣ, 218/1992 (Α'115), 243/1993 (Α 107), 420/1993 (Α'179) Δ ΜΕΡΟΣ, 344/1997 (Α'233), 84/1995 (Α'52), 138/1995 (Α'88) και της απόφασης 90/424/Ε0Κ του Συμβουλίου (E.E αρ. L 224 της 18/8/1990 σελ. 19) σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 64/432/ΕΟΚ όπως αυτή τροποποιήθηκε και κωδικοποιήθηκε από τις οδηγίες 97/12/ΕΚ( Ε.Ε αρ. L.109 της 25.4.1997 σελ. 1) , 98/46/ΕΚ (Ε.Ε αρ. L 198 της 15.7.1998 σελ. 22) και 98/99/ΕΚ (Ε.Ε αρ. L. 358 της 31.12.1998 σελ. 107).
Άρθρο 2
(Άρθρο 2 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 2 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ και τροποποιείται από το άρθρο 1 παρ. 3α) της οδηγίας 98/99/ΕΚ).
1. Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος, εφαρμόζονται, κατά περίπτωση, οι ορισμοί του άρθρου 16 του Π.Δ 420/1993 (Α'179) και του άρθρου 3 του Π.Δ. 344/1997 (Α' 233).
2. Επίσης, για τις ανάγκες του παρόντος εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) αγέλη: ένα ζώο ή το σύνολο των ζώων που διατηρούνται σε εκμετάλλευση [κατά την έννοια του άρθρου 2 παρ. β) του Π.Δ 84/1995 (Α'52)], ως επιδημιολογική μονάδα. Όταν στην ίδια εκμετάλλευση υπάρχουν περισσότερες από μία αγέλες, οφείλουν να απαρτίζουν χωριστή μονάδα με ενιαίο υγειονομικό καθεστώς, β) ζώο σφαγής: βοοειδή (συμπεριλαμβανομένων των ειδών Bison bison και Bubalus bubalus) και χοίροι που πρόκειται να μεταφερθούν σε σφαγείο ή κέντρο συγκέντρωσης από το οποίο μπορούν να εξέλθουν μόνο για να σφαγούν, γ) ζώα αναπαραγωγής ή αποδόσεων : βοοειδές (συμπεριλαμβανομένων των ειδών Bison bison και Bubalus bubalus) και χοίρος, πλην εκείνων που αναφέρονται στο στοιχείο β), και συγκεκριμένα εκείνα που προορίζονται για αναπαραγωγή, γαλακτοπαραγωγή, κρεοπαραγωγή ή για έλξη, εκθέσεις ή διαγωνισμούς, εξαιρουμένων των ζώων που συμμετέχουν σε πολιτιστικές και αθλητικές εκδηλώσεις,
δ) αγέλη βοοειδών επισήμως απαλλαγμένη φυματίωσης: αγέλη βοοειδών που πληροί τους όρους του παραρτήματος Α τμήμα I παράγραφοι 1 και 2, ε) κράτος μέλος ή περιοχή κράτους μέλους επισήμως απαλλαγμένη φυματίωσης: κράτος μέλος ή τμήμα κράτους μέλους που πληροί τους όρους του παραρτήματος Α τμήμα I παράγραφοι 4 και 5, στ) αγέλη βοοειδών επισήμως απαλλαγμένη βρουκέλλωσης: αγέλη βοοειδών που πληροί τους όρους του παραρτήματος Α τμήμα II παράγραφοι 1και 2, ζ) περιοχή επισήμως απαλλαγμένη βρουκέλλωσης: περιοχή κράτους μέλους που πληροί τους όρους του παραρτήματος Α τμήμα II παράγραφοι 7, 8 και 9, η) κράτος μέλος επισήμως απαλλαγμένο βρουκέλλωσης: κράτος μέλος που πληροί τους όρους του παραρτήματος Α τμήμα II παράγραφοι 7,8 και 9, θ) αγέλη βοοειδών απαλλαγμένη βρουκέλλωσης: αγέλη βοοειδών που πληροί της όρους του παραρτήματος Α τμήμα II παράγραφοι 4 και 5.
ι) αγέλη επισήμως απαλλαγμένη της ενζωοτικής λεύκωσης βοοειδών: αγέλη που πληροί τους όρους του παραρτήματος Δ κεφάλαιο I μέρη Α και Β, ια) κράτος μέλος ή περιοχή επισήμως απαλλαγμένα της ενζωοτικής λεύκωσης βοοειδών: κράτος μέλος ή περιοχή που πληροί τις προϋποθέσεις του παραρτήματος Δ κεφάλαιο I μέρη Ε και ΣΤ, ιβ) επίσημος κτηνίατρος: κτηνίατρος δημόσιος υπάλληλος διορισμένος από την αρμόδια αρχή, ιγ) εγκεκριμένος κτηνίατρος: κτηνίατρος εγκεκριμένος από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 παράγραφος 3 τμήμα Β του παρόντος, ιδ) ασθένειες υποχρεωτικής δήλωσης: οι ασθένειες του παραρτήματος Ε (I), ιε) κέντρο συγκέντρωσης: κάθε χώρος, συμπεριλαμβανομένων των εκμεταλλεύσεων, των κέντρων συλλογής και των αγορών, στον οποίο συγκεντρώνονται βοοειδή ή χοίροι από διάφορες εκμεταλλεύσεις για τη σύσταση παρτίδων ζώων που προορίζονται για το εμπόριο. Αυτά τα κέντρα πρέπει να εγκρίνονται για εμπορικούς σκοπούς και να πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 11, ιστ) περιοχή: τμήμα της επικράτειας ενός κράτους μέλους, επιφανείας 2.000 km2 τουλάχιστον, που επιθεωρείται από τις αρμόδιες αρχές και περιλαμβάνει μια από τις ακόλουθες διοικητικές περιοχές:
- Βέλγιο : province/provincie
- Γερμανία : Regierungsbezirk
- Δανία : amt ή isle
- Γ αλλία : departement
- Ιταλία :provincia
- Λουξεμβούργο :
- Κάτω Χώρες : rvvKring
- Ηνωμένο Βασίλειο : Αγγλία, Ουαλία και Βόρεια Ιρλανδία: county
Σκωτία : district ή island area
- Ιρλανδία : county
- Ελλάδα:νομός
- Ισπανία : Provincia
- Πορτογαλία : ηπειρωτική : distrito, και άλλα μέρη της πορτογαλικής επικράτειας : regiao autonoma
- Αυστρία : Bezirk
- Σουηδία : lan
- Φινλανδία : laai/lan
ιζ) έμπορος: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που προβαίνει αμέσως ή εμμέσως σε αγοραπωλησίες ζώων για εμπορικούς σκοπούς και παρουσιάζει κανονικό κύκλο εργασιών από τα ζώα αυτά, και τα οποία, εντός 30 το πολύ ημερών από την αγορά, τα μεταπωλεί ή τα μεταφέρει από την πρώτη εγκατάσταση σε άλλες εγκαταστάσεις που δεν του ανήκουν, είναι καταχωρημένο στα μητρώα της αρμόδιας αρχής και πληροί της απαιτήσεις του άρθρου 13.
Άρθρο 3
(Άρθρο 3 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 3 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ).
1. Επιτρέπεται το εμπόριο μόνο ζώων, τα οποία πληρούν τους όρους που καθορίζονται στο παρόν διάταγμα.
2. Τα βοοειδή και οι χοίροι στα οποία αναφέρεται το παρόν διάταγμα πρέπει:
α) να υπόκεινται: αα) σε αναγνώριση και
αβ) σε κλινική εξέταση από επίσημο κτηνίατρο εντός των 24 ωρών που προηγούνται της αναχώρησης και να μην εμφανίζουν κλινικά συμπτώματα ασθενείας β) να μην προέρχονται από εκμετάλλευση ή περιοχή στην οποία, για υγειονομικούς λόγους, ισχύουν απαγορευτικά ή περιοριστικά μέτρα για τα συγκεκριμένα είδη, σύμφωνα με τις ισχύουσες κτηνιατρικές διατάξεις. γ) να φέρουν:
γα) τα βοοειδή, ενώτια ατομικής αναγνώρισης όπως προβλέπεται από τον Κανονισμό (ΕΚ) 820/97 του Συμβουλίου της 21ης Απριλίου 1997 (Ε.Ε αρ. \117 της 751997 σελ.1),
γβ) οι χοίροι, εκτός αυτών της περίπτωσης γγ), ατομική διάστιξη (τατουάζ) με τον κωδικό αριθμό της εκτροφής γέννησης σύμφωνα με το άρθρο 13 του Π.Δ/τος 707/1982 (Α'150), το Π.Δ. 84/1995 (Α'52) και το άρθρο 2 Κεφάλαιο Γ παρ. 2 της απόφασης Υπουργού Γ εωργίας 343285/16111983 (Β'694),
γγ) οι χοίροι καθαρής φυλής και υβριδίων εγγεγραμμένων σε γενεαλογικό βιβλίο, ενώτια ατομικής αναγνώρισης σύμφωνα με το Π.Δ. 84/1995 (Α'52) και την απόφαση Υπουργού Γεωργίας 261270/1991 (Β'224).
δ) να μην πρόκειται να σφαγούν ή να απομονωθούν στο πλαίσιο προγράμματος εξάλειψης λοιμώδους ή μεταδοτικής ασθενείας, ε) να πληρούν τις προϋποθέσεις των άρθρων 4 και 5 του παρόντος.
Άρθρο 4
(Άρθρο 4 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 4 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ).
1. Τα βοοειδή και οι χοίροι στα οποία αναφέρεται το παρόν διάταγμα δεν πρέπει, από την αναχώρηση από την εκμετάλλευση προέλευσης μέχρι την άφιξή τους στον προορισμό τους, να έρχονται ποτέ σε επαφή με άλλα αρτιοδάκτυλα που δεν έχουν το ίδιο υγειονομικό καθεστώς.
2. Τα βοοειδή και οι χοίροι στα οποία αναφέρεται το παρόν διάταγμα πρέπει να μεταφέρονται με μεταφορικά μέσα σύμφωνα προς τις απαιτήσεις του Π.Δ. 344/1997 (Α'233) και προς τις απαιτήσεις του άρθρου 12 του παρόντος.
Άρθρο 5
(Άρθρο 5 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 5 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ και τροποποιείται από το άρθρο 1 παρ. 3β) της οδηγίας 98/99/ΕΚ).
1. Τα βοοειδή και οι χοίροι στα οποία αναφέρεται το παρόν διάταγμα, πρέπει να συνοδεύονται, κατά τη μεταφορά προς τον προορισμό τους, από υγειονομικό πιστοποιητικό σύμφωνο, κατά περίπτωση, με το υπόδειγμα 1 ή 2 του παραρτήματος ΣΤ. Το πιστοποιητικό φέρει αύξοντα αριθμό και αποτελείται από ένα μόνο φύλλο ή, εάν απαιτούνται περισσότερες σελίδες, έχει τέτοια μορφή ώστε οποιεσδήποτε δύο ή περισσότερες σελίδες να αποτελούν αναπόσπαστο και αδιαίρετο τμήμα του συνόλου. Το πιστοποιητικό συντάσσεται την ημέρα της υγειονομικής εξέτασης στην Eλληνική γλώσσα και στην επίσημη γλώσσα της χώρας προορισμού ή προέλευσης όταν πρόκειται για εμπορικές συναλλαγές με άλλα κράτημέλη. Το πιστοποιητικό ισχύει για δέκα ημέρες από την ημερομηνία διεξαγωγής της υγειονομικής εξέτασης.
2. Η υγειονομική εξέταση και η έκδοση του υγειονομικού πιστοποιητικού (συμπεριλαμβανομένων των πρόσθετων υγειονομικών εγγυήσεων) για μια παρτίδα ζώων πρέπει να διεξάγονται στην εκμετάλλευση προέλευσης ή το κέντρο συγκέντρωσης. Για το σκοπό αυτό ο επίσημος κτηνίατρος της Κτηνιατρικής αρχής στα μητρώα της οποίας είναι καταχωρημένη η αγέλη ή το κέντρο συγκέντρωσης, μετά από τις εξετάσεις, τις επισκέψεις και τους ελέγχους που προβλέπονται από το παρόν διάταγμα πραγματοποιεί όλες τις έγγραφες υγειονομικές πιστοποιήσεις.
Όταν:
α) τα ζώα προέρχονται από εγκεκριμένα κέντρα συγκέντρωσης, η εν λόγω πιστοποίηση καταρτίζεται:
αα) είτε βάσει του επισήμου εγγράφου με τις απαραίτητες πληροφορίες, το οποίο έχει συμπληρωθεί από τον επίσημο κτηνίατρο τον υπεύθυνο για την εκμετάλλευση προέλευσης,
αβ) είτε βάσει του πιστοποιητικού, σύμφωνο κατά περίπτωση με το υπόδειγμα 1 ή 2 του παραρτήματος ΣΤ, αφού τα μέρη Α και Β του εν λόγω πιστοποιητικού συμπληρωθούν και πιστοποιηθούν δεόντως από τον εγκεκριμένο κτηνίατρο τον υπεύθυνο για την εκμετάλλευση προέλευσης .
β) τα ζώα προέρχονται από εκμετάλλευση υπαγόμενη στο δίκτυο το οποίο καθορίζεται στο άρθρο 14 του παρόντος, η πιστοποίηση αυτή καταρτίζεται:
βα) είτε βάσει του επισήμου εγγράφου με τις απαραίτητες πληροφορίες, το οποίο έχει συμπληρωθεί από τον εγκεκριμένο κτηνίατρο τον υπεύθυνο της εγκατάστασης προέλευσης,
ββ) είτε βάσει του πιστοποιητικού, σύμφωνο κατά περίπτωση, με το υπόδειγμα 1 ή 2 του παραρτήματος ΣΤ, αφού τα μέρη Α και Β του εν λόγω πιστοποιητικού συμπληρωθούν και πιστοποιηθούν δεόντως από τον εγκεκριμένο κτηνίατρο τον υπεύθυνο για την εκμετάλλευση προέλευσης.
Παράλληλα, ο επίσημος κτηνίατρος διασφαλίζει, εφόσον είναι αναγκαίο, την τήρηση των επιπλέον εγγυήσεων που προβλέπονται από την ισχύουσα Κτηνιατρική νομοθεσία.
S. Ο επίσημος κτηνίατρος, ο υπεύθυνος για το κέντρο συγκέντρωσης, διενεργεί όλους τους απαραίτητους ελέγχους των ζώων κατά την άφιξή τους.
4. Ο επίσημος κτηνίατρος που συμπληρώνει το τμήμα Γ του πιστοποιητικού σύμφωνα, κατά περίπτωση, με το υπόδειγμα 1 ή 2 του παραρτήματος ΣΤ, είναι υποχρεωμένος να μεριμνήσει για την καταχώρηση της διακίνησης των ζώων στο σύστημα ANIMO κατά την ημέρα χορήγησης του πιστοποιητικού.
5. Τα ζώα στα οποία αναφέρεται το παρόν διάταγμα μπορούν να διακινηθούν μέσω κέντρου συγκέντρωσης ευρισκόμενο στο έδαφος κράτους μέλους διαφορετικού από το κράτος μέλος προορισμού. Στην περίπτωση αυτή, το πιστοποιητικό που εμφαίνεται στο παράτημα ΣΤ (συμπεριλαμβανομένου του μέρους Γ) πρέπει να συμπληρώνεται από τον επίσημο κτηνίατρο που είναι υπεύθυνος στο κράτος μέλος από το οποίο προέρχονται τα ζώα. Ο επίσημος κτηνίατρος που είναι υπεύθυνος για το κέντρο συγκέντρωσης χορηγεί βεβαίωση για το κράτος μέλος προορισμού συμπληρώνοντας ένα δεύτερο πιστοποιητικό του παραρτήματος ΣΤ, στο οποίο αναγράφει τον αύξοντα αριθμό του πρωτοτύπου και το οποίο προσαρτά στο πρωτότυπο ή σε ακριβές αντίγραφο του πρωτότυπου πιστοποιητικού. Στην περίπτωση αυτή, η συνδυασμένη διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού δεν μπορεί να υπερβαίνει τη διάρκεια που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 6
(Άρθρο 6 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 6 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ).
1. Εκτός από τις απαιτήσεις των άρθρων 3, 4 και 5, τα ζώα αναπαραγωγής ή αποδόσεων πρέπει: α) να έχουν παραμείνει σε μία και μόνο εκμετάλλευση επί 30 ημέρες πριν από τη φόρτωσή τους, ή να έχουν παραμείνει στην εκμετάλλευση προέλευσης από τότε που γεννήθηκαν, όταν πρόκειται για ζώα ηλικίας κάτω των 30 ημερών. Στον επίσημο κτηνίατρο πρέπει να παρέχονται ικανοποιητικά στοιχεία, βάσει της επίσημης αναγνώρισης που προβλέπεται από το άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο γ) και επίσημων εγγράφων, ότι τα ζώα πληρούν τον όρο αυτόν και προέρχονται από εδάφη κρατών μελών της Ε.Ε. ή έχουν εισαχθεί από τρίτη χώρα σύμφωνα με την Κτηνιατρική νομοθεσία για την υγεία των ζώων.
Όταν, τα ζώα διακινούνται μέσω εγκεκριμένου κέντρου συγκέντρωσης ευρισκομένου στο έδαφος της χώρας προέλευσης, η διάρκεια συγκέντρωσης των ζώων αυτών εκτός εκμετάλλευσης προέλευσης δεν μπορεί να υπερβαίνει τις έξι ημέρες, β) τα ζώα που εισάγονται από τρίτη χώρα στο έδαφος κράτους μέλους το οποίο δεν είναι το κράτος μέλος του τελικού προορισμού, πρέπει να μεταφέρονται στο έδαφος του κράτους μέλους προορισμού όσο το δυνατόν ταχύτερα, συνοδευόμενα από πιστοποιητικό που εκδίδεται βάσει του άρθρου 60 του Π.Δ. 420/1993 (Α'179), γ) κατά την άφιξή τους στον τόπο προορισμού και πριν οποιαδήποτε μετακίνησή τους, τα ζώα που εισάγονται από τρίτη χώρα πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος, ιδίως δε την απαίτηση παραμονής που προβλέπεται στο σημείο 1α) του παρόντος άρθρου και δεν πρέπει να ενσωματώνονται στην αγέλη πριν ο κτηνίατρος που είναι υπεύθυνος για την εκμετάλλευση αυτή βεβαιωθεί ότι δεν υπάρχει κίνδυνος τα ζώα αυτά να θίξουν το υγειονομικό καθεστώς της εκμετάλλευσης.
Όταν ένα ζώο από τρίτη χώρα εισέρχεται σε εκμετάλλευση, κανένα ζώο της εκμετάλλευσης δεν μπορεί να τεθεί σε εμπορία κατά τις 30 ημέρες που ακολουθούν την εισαγωγή , εκτός εάν το εισαχθέν ζώο είναι εντελώς απομονωμένο από τα άλλα ζώα της εκμετάλλευσης.
2. Εκτός από τις προϋποθέσεις των άρθρων 3, 4 και 5, τα βοοειδή αναπαραγωγής ή αποδόσεων πρέπει:
α) να προέρχονται από εκμετάλλευση βοοειδών επισήμως απαλλαγμένη φυματίωσης και, σε περίπτωση ζώων ηλικίας άνω των έξι εβδομάδων, να έχουν αντιδράσει αρνητικά σε ενδοδερμικό φυματινισμό που διεξάγεται κατά την περίοδο 30 ημερών πριν από την αναχώρησή τους από την αγέλη προέλευσης, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του παραρτήματος Β σημείο 32 στοιχείο δ).
Ο ενδοδερμικός αυτός φυματινισμός δεν απαιτείται όταν τα ζώα προέρχονται από περιοχή ή χώρα, η οποία έχει αναγνωρισθεί ως απαλλαγμένη φυματίωσης, ή από περιοχή ή χώρα που συμμετέχει σε αναγνωρισμένο δίκτυο επιτήρησης, β) στην περίπτωση μη ευνουχισμένων ζώων που προέρχονται από εκμετάλλευση βοοειδών επισήμως απαλλαγμένη βρουκέλλωσης και τα οποία είναι ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών, να έχουν παρουσιάσει τίτλο βρουκέλλας κάτω από 30 διεθνείς μονάδες συγκόλλησης ανά ^ιΙ, όταν υποβάλλονται σε δοκιμή οροσυγκόλλησης [ή οποιαδήποτε άλλη δοκιμή εγκεκριμένη με τη κοινοτική διαδικασία της μόνιμης κτηνιατρικής επιτροπής (ΜΚΕ) μετά την έγκριση των σχετικών πρωτοκόλλων] κατά τη διάρκεια των 30 ημερών πριν την αναχώρησή τους από την εκμετάλλευση προέλευσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος Γ τμήμα Α.
Η δοκιμή αυτή οροσυγκόλλησης (ή οποιαδήποτε άλλη δοκιμή εγκεκριμένη με τη διαδικασία της ΜΚΕ μετά την έγκριση των σχετικών πρωτοκόλλων) δεν απαιτείται όταν τα ζώα προέρχονται από περιοχή ή χώρα αναγνωρισμένη ως επίσημα απαλλαγμένη βρουκέλλωσης, ή από κράτος μέλος ή από περιοχή ή χώρα η οποία συμμετέχει σε ανεγνωρισμένο δίκτυο επιτήρησης, γ) να προέρχονται από αγέλη επίσημα απαλλαγμένη ενζωοτικής λεύκωσης βοοειδών και, εάν είναι άνω των δώδεκα μηνών, να έχουν αντιδράσει αρνητικά σε ατομική δοκιμασία που έχει γίνει κατά τη διάρκεια των 30 ημερών πριν από την έξοδό τους από την αγέλη προέλευσης σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος Δ.
Η δοκιμή δεν απαιτείται αν τα ζώα προέρχονται από κράτος μέλος ή τμήμα κράτους μέλους αναγνωρισμένο ως επίσημα απαλλαγμένο ενζωοτικής λεύκωσης των βοοειδών, ή από κράτος μέλος ή τμήμα κράτους μέλους το οποίο συμμετέχει σε ανεγνωρισμένο δίκτυο επιτήρησης, δ) από την αναχώρησή τους από την εκμετάλλευση προέλευσης μέχρι την άφιξή τους στον τόπο προορισμού, να μην έρχονται σε επαφή με βοοειδή τα οποία πληρούν μόνον τις προϋποθέσεις της παραγράφου 3.
3. Εκτός από τις προϋποθέσεις των άρθρων 3, 4 και 5, τα βοοειδή προς σφαγή πρέπει να προέρχονται από αγέλες επίσημα απαλλαγμένες φυματίωσης ή ενζωοτικής λεύκωσης βοοειδών και, σε περίπτωση που πρόκειται για μη ευνουχισμένα βοοειδή, πρέπει να προέρχονται από αγέλες επίσημα απαλλαγμένες βρουκέλλωσης.
Δεν επιτρέπεται η αποστολή βοοειδών σφαγής από την Ισπανία από αγέλες οι οποίες δεν είναι επίσημα απαλλαγμένες φυματίωσης, ενζωοτικής λεύκωσης και βρουκέλλωσης.
Άρθρο 7
(Άρθρο 7 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 7 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ).
Τα ζώα προς σφαγή πρέπει να μεταφέρονται: α) είτε σε σφαγείο, όπου πρέπει να σφάζονται το συντομότερο δυνατόν και οπωσδήποτε εντός 72 ωρών από την άφιξή τους σύμφωνα με τις απαιτήσεις υγείας των ζώων,
β) είτε σε εγκεκριμένο κέντρο συγκέντρωσης, από το οποίο οδηγούνται μετά την αγορά σε σφαγείο όπου πρέπει να σφάζονται το συντομότερο δυνατόν και το πολύ εντός τριών εργασίμων ημερών από την άφιξή τους στο κέντρο συγκέντρωσης σύμφωνα με τις απαιτήσεις υγείας των ζώων. Από την άφιξή τους στο κέντρο συγκέντρωσης έως την άφιξή τους στο σφαγείο, δεν πρέπει ποτέ να έρθουν σε επαφή με αρτιοδάκτυλα που δεν πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος.
Άρθρο 8
(Άρθρο 8 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 8 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ).
Οι υπόνοιες για την εμφάνιση μιας από τις ασθένειες που αναφέρονται στο παράρτημα Ε (I) πρέπει να κοινοποιείται υποχρεωτικά και αμελλητί στην αρμόδια τοπική Κτηνιατρική αρχή και στην αρμόδια Διεύθυνση Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γ εωργίας σύμφωνα με τις ισχύουσες κτηνιατρικές διατάξεις.
Κάθε χρόνο και το αργότερο μέχρι την 31η Μάίου, η αρμόδια Κεντρική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γεωργίας διαβιβάζει στην Επιτροπή λεπτομερή απολογισμό για τα εντός του εδάφους της χώρας και κατά το παρελθόν έτος σημειωθέντα κρούσματα των ασθενειών που αναφέρονται στο παράρτημα Ε (I) ή οιασδήποτε άλλης ασθένειας για την οποία ισχύουν πρόσθετες εγγυήσεις προβλεπόμενες από την ισχύουσα Κτηνιατρική νομοθεσία, καθώς και λεπτομερή απολογισμό των εφαρμοζομένων μέτρων ελέγχου ή εξάλειψης.
Άρθρο 9
(Άρθρο 9 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 9 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ).
1. Η Νομαρχιακού επιπέδου Κτηνιατρική αρχή μπορεί να καταρτίσει πρόγραμμα ελέγχου για μια από τις λοιμώδεις ασθένειες του παραρτήματος Ε (ΙΙ) για το σύνολο των αγελών της διοικητικής της περιφέρειας. Το πρόγραμμα αυτό αποστέλλεται στη Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γεωργίας προκειμένου :
α) να εξετασθούν οι τεχνικές λεπτομέρειες εφαρμογής του,
β) να εξετασθεί το ενδεχόμενο εφαρμογής του σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, γ) να υποβληθεί στην Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να εγκριθεί σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία,
δ) να εγκριθούν τυχόν πρόσθετες γενικές ή μερικές εγγυήσεις που απαιτούνται στο εμπόριο ζώων.
2. Ένα πρόγραμμα ελέγχου πρέπει να περιέχει :
α) την κατανομή της ασθένειας στο έδαφος της χώρας, β) την αιτιολόγηση του προγράμματος, λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα της ασθένειας και τις αναμενόμενες ωφέλειες από την εφαρμογή του προγράμματος σε σύγκριση με το κόστος του, γ) τη γεωγραφική περιοχή στην οποία εφαρμόζεται το πρόγραμμα,
δ) τις κατηγορίες χαρακτηρισμού στις οποίες κατατάσσονται οι εκμεταλλεύσεις, τις προδιαγραφές κάθε κατηγορίας και τις μεθόδους δοκιμών, ε) τις διαδικασίες ελέγχου του προγράμματος, τα αποτελέσματα του οποίου πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή της Ε.Ε τουλάχιστον μία φορά ετησίως, στ) τις ενέργειες που αναλαμβάνονται εάν, για οποιοδήποτε λόγο, μια εκμετάλλευση χάσει το χαρακτηρισμό της,
ζ) τα μέτρα που λαμβάνονται όταν διαπιστώνονται θετικά αποτελέσματα κατά τις δοκιμές που διεξάγονται σύμφωνα με τις διατάξεις του προγράμματος.
3. Η Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γ εωργίας μπορεί να καταρτίσει πρόγραμμα ελέγχου για μια από τις λοιμώδεις ασθένειες του παραρτήματος Ε(ΙΙ) για ολόκληρη την ελληνική επικράτεια ή τμήμα αυτής σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 10
(Άρθρο 10 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 10 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ).
1. Όταν η αρμόδια κεντρική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γεωργίας θεωρεί ότι ολόκληρη η ελληνική επικράτεια ή μέρος αυτής είναι απαλλαγμένη από μία από τις ασθένειες του παραρτήματος Ε (II), κοινοποιεί στην Επιτροπή της Ε.Ε. τα κατάλληλα δικαιολογητικά, αναφέροντας ιδίως:
α) τη φύση της ασθένειας και το ιστορικό της εμφάνισής της στο έδαφος της χώρας, β) τα αποτελέσματα των δοκιμών επιτήρησης οι οποίες βασίζονται σε ορολογικές, μικροβιολογικές, παθολογικές ή επιδημιολογικές έρευνες και στο γεγονός ότι η ασθένεια αυτή πρέπει να δηλώνεται υποχρεωτικά στις αρμόδιες Κτηνιατρικές αρχές, γ) το χρονικό διάστημα κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η επιτήρηση, δ) ενδεχομένως, την περίοδο κατά την οποία απαγορεύθηκε ο εμβολιασμός κατά της ασθένειας και τη γεωγραφική ζώνη την οποία αφορά η απαγόρευση αυτή, ε) τις ρυθμίσεις που επιτρέπουν τον έλεγχο της απουσίας της ασθένειας αυτής.
2. Οι τυχόν πρόσθετες γενικές ή μερικές εγγυήσεις που απαιτούνται κατά το ενδοκοινοτικό εμπόριο καθορίζονται σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία. Οι εγγυήσεις αυτές δεν μπορεί να είναι αυστηρότερες από τις εγγυήσεις οι οποίες εφαρμόζονται σε εθνικό επίπεδο.
3. Η αρμόδια κεντρική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γεωργίας κοινοποιεί στην Επιτροπή της Ε.Ε κάθε τροποποίηση των πληροφοριών σχετικά με την ασθένεια που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ιδίως όσον αφορά νέα κρούσματα. Βάσει των κοινοποιήσεων αυτών, οι εγγυήσεις που ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 μπορούν να τροποποιούνται ή να καταργούνται σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία.
Άρθρο 11
(Άρθρο 11 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 11 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ).
1. Προκειμένου να εγκριθεί η λειτουργία κέντρων συγκέντρωσης από την αρμόδια Νομαρχιακού επιπέδου Κτηνιατρική αρχή πρέπει να πληρούνται οι παρακάτω στοιχειώδεις προϋποθέσεις: α) να επιτηρούνται από τον επίσημο κτηνίατρο στην περιοχή δικαιοδοσίας του οποίου βρίσκονται και ο οποίος μεριμνά να τηρούνται ιδίως οι προϋποθέσεις του άρθρου
4 παράγραφοι 1 και 2, β) να βρίσκονται σε περιοχή για την οποία δεν ισχύουν απαγορευτικά ή περιοριστικά μέτρα σύμφωνα προς την ισχύουσα κτηνιατρική νομοθεσία , γ) να καθαρίζονται και να απολυμαίνονται πριν τη χρήση, όπως απαιτεί ο επίσημος κτηνίατρος , δ) αναλόγως των δυνατοτήτων υποδοχής πρέπει να διαθέτουν:
δα) εγκατάσταση αποκλειστικά για το σκοπό αυτόν, όταν χρησιμοποιούνται ως κέντρα συγκέντρωσης, δβ) κατάλληλες εγκαταστάσεις για τη φόρτωση και την εκφόρτωση των ζώων, τον κατάλληλο σταβλισμό τους, την παροχή νερού και τροφής καθώς και των τυχόν απαιτούμενων φροντίδων. Οι εγκαταστάσεις αυτές πρέπει να καθαρίζονται και να απολυμαίνονται εύκολα, δγ) κατάλληλες υποδομές επιθεώρησης, δδ) κατάλληλες υποδομές απομόνωσης, δε) κατάλληλο εξοπλισμό καθαρισμού και απολύμανσης χώρων και οχημάτων, δστ) κατάλληλο χώρο για την αποθήκευση των ζωοτροφών, της στρωμνής και της κόπρου, δζ) κατάλληλο σύστημα συλλογής των λυμάτων, δη) γραφείο ή χώρο για τον επίσημο κτηνίατρο. ε) να δέχονται μόνο ζώα που φέρουν αναγνωριστικά σημεία και προέρχονται από αγέλες επισήμως απαλλαγμένες φυματιώσεως, βρουκελλώσεως και λευκώσεως, ή ζώα σφαγής που πληρούν τις προϋποθέσεις τις οριζόμενες από το παρόν διάταγμα και ειδικότερα τις προβλεπόμενες στο άρθρο 6 παράγραφος 3. Για το σκοπό αυτόν, όταν εισάγονται ζώα, ο ιδιοκτήτης ή ο επιστάτης του κέντρου ελέγχει εάν τα ζώα φέρουν τα κατάλληλα αναγνωριστικά σημεία και εάν συνοδεύονται από τα υγειονομικά ή άλλα συνοδευτικά έγγραφα που απαιτούνται για τα είδη ή τις κατηγορίες περί των οποίων πρόκειται, στ) να επιθεωρούνται τακτικά, προκειμένου οι προϋποθέσεις έγκρισης να πληρούνται συνεχώς.
2. Ο ιδιοκτήτης ή ο επιστάτης του κέντρου συγκέντρωσης υποχρεούται, βάσει του συνοδευτικού εγγράφου, ή των αναγνωριστικών αριθμών ή σημείων των ζώων, να καταχωρεί σε μητρώο ή σε ηλεκτρονική βάση δεδομένων και να διατηρεί για τρία τουλάχιστον χρόνια τα ακόλουθα στοιχεία:
α) το όνομα του ιδιοκτήτη, την προέλευση, την ημερομηνία εισόδου και εξόδου, τον αριθμό και τα αναγνωριστικά σημεία των βοοειδών ή τον αριθμό μητρώου της εκμετάλλευσης ή της αγέλης προέλευσης των χοίρων που εισέρχονται στο κέντρο, καθώς και τον προορισμό τους, β) τον αριθμό μητρώου του μεταφορέα και τον αριθμό κυκλοφορίας του φορτηγού αυτοκινήτου που παραδίδει και παραλαμβάνει ζώα από το κέντρο.
3. Η αρμόδια νομαρχιακού επιπέδου Κτηνιατρική αρχή χορηγεί αριθμό έγκρισης σε κάθε εγκρινόμενο κέντρο συγκέντρωσης. Η έγκριση αυτή μπορεί να περιορίζεται σε ορισμένα είδη, σε ζώα αναπαραγωγής και αποδόσεων ή σε ζώα προς σφαγή. Η αρμόδια Νομαρχιακού επιπέδου Κτηνιατρική αρχή κοινοποιεί στην αρμόδια κεντρική Διεύθυνση του Υπουργείου Γεωργίας και αυτή με τη σειρά της στην Επιτροπή της Ε.Ε. τα ονόματα των εγκεκριμένων κέντρων συγκέντρωσης καθώς και κάθε ενδεχόμενη μεταβολή. Η Επιτροπή της Ε.Ε. κοινοποιεί τις πληροφορίες αυτές στα άλλα κράτη μέλη στα πλαίσια της Μόνιμης Κτηνιατρικής Επιτροπής.
4. Η αρμόδια Νομαρχιακού επιπέδου Κτηνιατρική αρχή μπορεί να αναστέλλει τη λειτουργία ή να ανακαλεί την έγκριση σε περίπτωση παράβασης του παρόντος άρθρου ή άλλων συναφών διατάξεων του παρόντος ή οιασδήποτε άλλης σχετικής διάταξης στον τομέα της υγειονομικής πολιτικής. Η έγκριση μπορεί να αποκαθίσταται όταν η αρμόδια Νομαρχιακού επιπέδου Κτηνιατρική αρχή βεβαιώνεται ότι το κέντρο συγκέντρωσης τηρεί πλήρως όλες τις σχετικές διατάξεις του παρόντος.
5. Τα λειτουργούντα κέντρα συγκέντρωσης πρέπει να διαθέτουν επαρκή αριθμό επισήμων κτηνιάτρων για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους.
Άρθρο 12
(Άρθρο 12 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 12 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ).
1. Οι μεταφορείς οι οποίοι πληρούν τις διατάξεις του άρθρου 6 του Π.Δ. 344/1997 (Α'233) πρέπει να ανταποκρίνονται στις ακόλουθες πρόσθετες προϋποθέσεις :
α) πρέπει να χρησιμοποιούν για τη μεταφορά των ζώων μεταφορικά μέσα: αα) κατασκευασμένα κατά τρόπον ώστε τα κόπρανα, η στρωμνή ή η ζωοτροφή να μην μπορούν να χυθούν ή να πέσουν έξω από το όχημα, αβ) να καθαρίζονται και απολυμαίνονται με χρησιμοποίηση απολυμαντικών επισήμως εγκεκριμένων αμέσως μετά από κάθε μεταφορά ζώων, ή οποιουδήποτε προϊόντος που δεν μπορεί να επηρεάσει την υγεία των ζώων, και, αν είναι αναγκαίο, πριν από κάθε νέα παραλαβή ζώων β) πρέπει είτε να διαθέτουν τις κατάλληλες και εγκεκριμένες από την αρμόδια αρχή εγκαταστάσεις καθαρισμού και απολύμανσης, συμπεριλαμβανομένων των χώρων αποθήκευσης της στρωμνής και της κόπρου, ή να αποδεικνύουν ότι οι εργασίες αυτές εκτελούνται από τρίτους εγκεκριμένους από την αρμόδια αρχή.
2. Γ ια κάθε όχημα που μεταφέρει ζώα, ο μεταφορέας υποχρεούται να τηρεί αρχείο, επί τρία τουλάχιστον έτη, με τις ακόλουθες τουλάχιστον πληροφορίες:
¡) τόπου και ημερομηνίας παραλαβής, καθώς και όνομα ή εταιρική επωνυμία της εκμετάλλευσης ή του κέντρου συγκέντρωσης από το οποίο παραλαμβάνονται τα ζώα,
¡¡) τόπου και ημερομηνίας παράδοσης, καθώς και όνομα ή εμπορική επωνυμία και διεύθυνση του ή των παραληπτών,
¡¡¡) είδος και αριθμός μεταφερόμενων ζώων,
¡ν) ημερομηνία και τόπος απολύμανσης, ν) λεπτομέρειες των συνοδευτικών εγγράφων, (αριθμός πρωτοκόλλου, ημερομηνία έκδοσης, όνομα υπογράφοντος κτηνιάτρου).
3. Οι μεταφορείς μεριμνούν ώστε, μεταξύ της αναχώρησης από την εκμετάλλευση ή το κέντρο συγκέντρωσης προέλευσης και της άφιξης στον τόπο προορισμού της, η παρτίδα των ζώων να μην έρχεται ποτέ σε επαφή με ζώα χαμηλότερου χαρακτηρισμού.
4. Οι μεταφορείς υποχρεούνται πριν τη φόρτωση κάθε παρτίδας ζώων, να καταθέτουν στον αρμόδιο για την πιστοποίηση κτηνίατρο, υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 (Α'75) με την οποία δηλώνουν γραπτώς ότι δεσμεύονται:
α) να λάβουν όλα τα απαιτούμενα μέτρα για να τηρηθούν οι διατάξεις του παρόντος διατάγματος, ιδίως δε οι διατάξεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο και οι
οποίες αφορούν τα κατάλληλα συνοδευτικά έγγραφα, β) η μεταφορά των ζώων ανατίθεται σε άτομα με την κατάλληλη επαγγελματική ικανότητα και γνώσεις.
5. Σε περίπτωση παράβασης του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και χάριν της υγείας των ζώων οι απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 13 του Π.Δ. 344/1997 (Α'233) και στο άρθρο 23 του Ν. 248/1914 όπως αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 2 του άρθρου 13 του Ν. 2538/1997 (Α'242).
Άρθρο 13
(Άρθρο 13 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 13 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ).
1. Όλοι οι έμποροι, σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου
2 παρ. ιζ), καταγράφονται υποχρεωτικά σε μητρώο που τη ρείται για αυτό το σκοπό από τη Ν ομαρχιακού επιπέδου Κτηνιατρική αρχή, στην περιοχή δικαιοδοσίας της οποίας βρίσκεται η έδρα της εμπορικής επιχείρησης, εγκρίνονται και τους χορηγείται κωδικός αριθμός έγκρισης.
Ο κωδικός αριθμός καταχώρησης του εμπόρου αποτελείται από:
α) το πρόθεμα Α όταν πρόκειται για έμπορο ο οποίος διαθέτει ιδιόκτητους ή μισθωμένους χώρους σταβλισμού.
β) το πρόθεμα Β όταν πρόκειται για έμπορο ο οποίος δεν διαθέτει τέτοιες εγκαταστάσεις, ακολουθούμενος από τον κωδικό αριθμό του Νομού, σύμφωνα με την αριθμ. 24197/Γ3812 κοινή απόφαση Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Εσωτερικών (Β'882) και τον αύξοντα αριθμό καταχώρησης του εμπόρου.
Όλοι οι έμποροι ζώων της χώρας, εντός έξι μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος και σε κάθε περίπτωση εντός πέντε ημερών από τη δήλωση έναρξης επαγγέλματος στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ) προκειμένου να εγγραφούν στο μητρώο, υποβάλλουν αίτηση στην αρμόδια Νομαρχιακού επιπέδου Κτηνιατρική αρχή σύμφωνα με το Παράρτημα Ζ του παρόντος συνοδευόμενη από τα ακόλουθα δικαιολογητικά :
¡. αντίγραφο της δήλωσης εγγραφής στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο της περιφέρειας όπου βρίσκεται η έδρα ή η διεύθυνσή του,
¡¡. αντίγραφο της δήλωσης έναρξης επαγγέλματος στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ) με τον αριθμό φορολογικού μητρώου.
2. Η εγγραφή στο μητρώο συνίσταται στην καταχώρηση:
α) του ονόματος ή της επωνυμίας του εμπόρου, β) της διεύθυνσης ή της έδρας του εμπόρου, γ) του ονόματος του ορισθέντος υπευθύνου, δ) της διεύθυνσης του υπευθύνου, στ) της περιγραφής και διεύθυνσης των τυχόν εγκαταστάσεων του εμπόρου, ε) της περιγραφής των μεταφορικών μέσων που τυχόν κατέχει ο έμπορος καθώς και των στοιχείων ταυτότητας αυτών.
3. Η εγγραφή συντελείται με τη χορήγηση του αριθμού καταχώρησης που εγκρίνεται με απόφαση της Νομαρχιακού επιπέδου Κτηνιατρικής αρχής, εντός 30 ημερών από της υποβολής του πλήρους φακέλου της αιτήσεως. Η έγκριση αυτή ισχύει από την επόμενη της εκδόσεως και για τρία χρόνια, είναι δε σύμφωνη με το παράρτημα Η του παρόντος.
Η εγγραφή ανανεώνεται κάθε τρία έτη με την εκ νέου υποβολή της αίτησης και των δικαιολογητικών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, συνοδευόμενης και από τις ετήσιες συγκεντρωτικές καταστάσεις των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 5. Η ανανέωση της εγγραφής συντελείται με τη χορήγηση του ίδιου αριθμού καταχώρησης, εφόσον δεν υπάρχει αλλαγή στοιχείων και την έκδοση νέας έγκρισης κατά τα ανωτέρω.
4. Κάθε έμπορος που εγγράφεται στο μητρώο υποχρεούται :
α) να εμπορεύεται μόνο ζώα που φέρουν αναγνωριστικά σημεία και προέρχονται από αγέλες επίσημα απαλλαγμένες φυματιώσεως, βρουκελλώσεως και λευκώσεως, ή ζώα σφαγής που πληρούν τις προϋποθέσεις του παρόντος και ιδίως τις προβλεπόμενες στο άρθρο 6 σημείο S. Για το σκοπό αυτόν, ο έμπορος εξασφαλίζει ότι τα ζώα επισημαίνονται καταλλήλως και συνοδεύονται από τα υγειονομικά έγγραφα τα ενδεδειγμένα για τα οικεία είδη. Η εμπορία συγκεκριμένων ζώων που δεν ανταποκρίνονται στις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο, επιτρέπεται μόνο εφόσον τα ζώα θα μεταφερθούν πάραυτα σε σφαγείο της χώρας δίχως να διέλθουν από άλλες εγκαταστάσεις για να σφαγούν το ταχύτερο δυνατόν ώστε να προληφθεί η τυχόν εξάπλωση ασθενειών. Οι υπεύθυνοι λειτουργίας του σφαγείου λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε ήδη από την άφιξή τους τα ζώα αυτά να μην έλθουν σε επαφή με άλλα ζώα, να σφαγούν δε χωριστά από τα λοιπά ζώα, β) να καταγράφει σε αρχείο ή ηλεκτρονική βάση δεδομένων που διατηρεί επί τρία χρόνια τουλάχιστον, είτε βάση του εγγράφου που συνοδεύει τα ζώα, είτε βάσει των αριθμών ή σημείων αναγνώρισης των ζώων τις εξής πληροφορίες:
βα) όνομα ιδιοκτήτη, προέλευση , ημερομηνία αγοράς, κατηγορίες, αριθμό και σημεία αναγνώρισης των βοοειδών και αριθμό μητρώου της εκμετάλλευσης προέλευσης των αγοραζομένων χοίρων, ββ) αριθμό μητρώου του μεταφορέα, καθώς και αριθμό κυκλοφορίας του φορτηγού που παραδίδει και παραλαμβάνει ζώα,
βγ) όνομα και διεύθυνση του αγοραστή, και προορισμό των ζώων,
βδ) αντίγραφα των δρομολογίων, ή και αύξοντα αριθμό των υγειονομικών πιστοποιητικών, γ) όταν ο έμπορος έχει ζώα στις εγκαταστάσεις του, πρέπει να :
γα) παρέχει ειδική εκπαίδευση στο προσωπικό το υπεύθυνο για τα ζώα όσον αφορά τις απαιτήσεις του παρόντος διατάγματος καθώς και όσον αφορά τη φροντίδα και τις συνθήκες διαβίωσης των συγκεκριμένων ζώων, γβ) παρακολουθεί τακτικά και ενδεχομένως να μεριμνά για τη διενέργεια δειγματοληψιών σε όλα τα ζώα από επίσημο κτηνίατρο και να λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα για την πρόληψη της εξάπλωσης ασθενειών.
5. Οι εγκαταστάσεις , που χρησιμοποιούν οι έμποροι για τον σταβλισμό των ζώων, καταγράφονται στο μητρώο και λαμβάνουν τον αριθμό έγκρισης του εμπόρου σύμφωνα με την παράγραφο 1. Για να εγκριθούν πρέπει να πληρούν τις παρακάτω προϋποθέσεις :
α) να επιτηρούνται από επίσημο κτηνίατρο, β) να βρίσκονται σε περιοχή για την οποία δεν ισχύουν απαγορευτικά ή περιοριστικά μέτρα σύμφωνα με την κτηνιατρική νομοθεσία,
γ) πρέπει να διαθέτουν :
γα) κατάλληλες εγκαταστάσεις με την απαιτούμενη χωρητικότητα, ιδίως δε τις ενδεδειγμένες υποδομές για την επιθεώρηση και την απομόνωση τοιουτοτρόπως ώστε να μπορούν να απομονώνονται όλα τα ζώα σε περίπτωση εμφανίσεως μεταδοτικής ασθένειας, γβ) κατάλληλες εγκαταστάσεις για την εκφόρτωση των ζώων και, εφόσον απαιτείται, τον κατάλληλο σταβλισμό τους, την παροχή νερού και τροφής καθώς και των τυχόν απαιτούμενων φροντίδων. Οι εγκαταστάσεις αυτές πρέπει να καθαρίζονται και να απολυμαίνονται εύκολα, γγ) κατάλληλο χώρο αποθήκευσης της στρωμνής και της κόπρου, γδ) κατάλληλο σύστημα συλλογής λυμάτων. δ) πριν από κάθε χρήση οι εγκαταστάσεις καθαρίζονται και απολυμαίνονται σύμφωνα με τις οδηγίες του επισήμου κτηνιάτρου.
6. Η έγκριση καταχώρησης αναστέλλεται με απόφαση της νομαρχιακού επιπέδου κτηνιατρικής αρχής, όταν η εγκατάσταση τελεί υπό απαγόρευση ή περιορισμό για υγειονομικούς λόγους. Η αυτή έγκριση καταχώρησης ανακαλείται με απόφαση της νομαρχιακού επιπέδου κτηνιατρικής αρχής για χρονικό διάστημα ενός μηνός έως ενός έτους, όταν ο έμπορος δεν τηρεί τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 και 5 του παρόντος άρθρου και επαναχορηγείται μόνον όταν η νομαρχιακού επιπέδου κτηνιατρική αρχή βεβαιωθεί ότι ο έμπορος συμμορφώθηκε προς τις διατάξεις του παρόντος.
Κάθε έμπορος διαγράφεται από το μητρώο όταν : α) δεν τηρεί τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 ή και 5 καθ’ υποτροπή, β) επί μία συνεχή τριετία δεν έχει πραγματοποιήσει καμία εμπορική πράξη, γ) χρησιμοποιεί ανύπαρκτο αριθμό καταχώρησης ή αριθμό καταχώρησης άλλου εμπόρου ή δεν χρησιμοποιεί αριθμό καταχώρησης, δ) του έχουν επιβληθεί περισσότερο από δύο φορές στη διάρκεια της τριετίας κυρώσεις για σοβαρές παραβάσεις,
ε) λόγω θανάτου του φυσικού προσώπου ή λύσης του νομικού προσώπου.
Ο αριθμός καταχώρησης που έχει χορηγηθεί στον έμπορο που διαγράφεται δεν χορηγείται εκ νέου σε άλλον έμπορο.
Κατά των προηγουμένων αποφάσεων του προϊσταμένου της νομαρχιακού επιπέδου κτηνιατρικής αρχής επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής από τον ενδιαφερόμενο ενώπιον του γενικού διευθυντού Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γεωργίας, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα ημερών από την κοινοποίηση ή πλήρη γνώση των αποφάσεων αυτών από τον ως άνω ενδιαφερόμενο. Ο γενικός διευθυντής Κτηνιατρικής συγκροτεί προς τούτο ειδική τριμελή επιτροπή κτηνιάτρων της Κεντρικής Υπηρεσίας και ορίζει τη διαδικασία και τα χρονικά όρια εκδόσεως αποφάσεως επί της προσφυγής αυτής.
7. Μετά την παρέλευση του χρόνου της παραγράφου 1, απαγορεύεται το εμπόριο ζώων από μη εγκεκριμένους και καταχωρημένους εμπόρους.
Σε όσους εκπρόθεσμα υποβάλλουν αίτηση καταχώρησης επιβάλλεται πρόστιμο 1.000.000 δραχμών σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 23 του Ν. 248/1914 όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 13 παρ. 2 του Ν. 2538/1997 (Α'242). Η καταχώρηση , η έγκριση και η χορήγηση κωδικού αριθμού καταχώρησης γι’ αυτές τις περιπτώσεις γίνεται μόνο εφόσον με την υποβολή των δικαιολογητικών που προβλέπονται στην παράγραφο 1 συνυποβληθεί απόδειξη καταβολής στην αρμόδια Δ.Ο.Υ του ως άνω προστίμου.
8. Η Νομαρχιακού επιπέδου Κτηνιατρική αρχή πραγματοποιεί τακτικές επιθεωρήσεις και ελέγχει την τήρηση των σχετικών απαιτήσεων του παρόντος άρθρου.
Η παρεμπόδιση διενέργειας των προβλεπόμενων ελέγχων εκ μέρους του εμπόρου επισείει, τις διοικητικές κυρώσεις των παραγράφων 6 και 7 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 14
(Άρθρο 14 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 14 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ).
1. Για να εγκατασταθεί ένα σύστημα δικτύου επιτήρησης πρέπει να περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα:
α) τις αγέλες,
β) τον ιδιοκτήτη της εκμετάλλευσης ή κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει την ευθύνη της, γ) τον εγκεκριμένο ή τον επίσημο κτηνίατρο τον υπεύθυνο για την εκμετάλλευση, δ) την επίσημη κτηνιατρική υπηρεσία της χώρας, ε) τα επίσημα εργαστήρια κτηνιατρικής διάγνωσης ή οιοδήποτε εργαστήριο εγκεκριμένο από την αρμόδια αρχή, στ) μια ηλεκτρονική βάση δεδομένων.
Με το σύστημα αυτό συνδέονται οι επίσημοι κτηνίατροι των εγκεκριμένων σφαγείων και των κέντρων συγκέντρωσης.
2. Βασικοί στόχοι του συστήματος είναι ο επίσημος χαρακτηρισμός των εκμεταλλεύσεων, η διατήρηση του χαρακτηρισμού μέσω τακτικών επιθεωρήσεων, η συλλογή επιδημιολογικών στοιχείων και η παρακολούθηση των ασθενειών έτσι ώστε να διασφαλίζεται η τή ρη ση όλων των προδιαγραφών του παρόντος διατάγματος ή οιασδήποτε άλλης διάταξης σχετικής με την υγειονομική πολιτική.
Αυτό το σύστημα είναι υποχρεωτικό για όλες τις εκμεταλλεύσεις της επικράτειας όταν εγκατασταθεί. Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εγκρίνεται η εγκατάσταση ενός τέτοιου συστήματος σε όλη τη χώρα ή σε τμήμα της συντιθέμενο από μία ή περισσότερες όμορες περιοχές όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο ιε). Στην περίπτωση αυτή, οι κινήσεις των ζώων από άλλες περιοχές που δεν συμμετέχουν στο σύστημα προς το συγκεκριμένο τμήμα υπόκεινται στις διατάξεις του παρόντος.
Οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των εγκεκριμένων κτηνιάτρων, του υπευθύνου της εκμετάλλευσης ή του ιδιοκτήτη της καθώς και όσων συμμετέχουν στο δίκτυο, συμπεριλαμβανομένου και του αρμοδίου για τη χορήγηση του υγειονομικού πιστοποιητικού καθορίζονται με την ως άνω απόφαση.
3. Στις υποχρεώσεις της παραγράφου 2 περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα ακόλουθα:
Α. Κάθε ιδιοκτήτης ή υπεύθυνος εκμετάλλευσης οφείλει:
¡) να εξασφαλίζει μέσω συμβάσεως ή άλλης νομικής πράξεως τις υπηρεσίες κτηνιάτρου εγκεκριμένου σύμφωνα με τις διατάξεις του Π .Δ 344/1998 (Α'229) ,
¡¡) να καλεί αμέσως τον εγκεκριμένο κτηνίατρο τον υπεύθυνο για την εκμετάλλευση όταν υποψιασθεί κρούσμα μεταδοτικής ασθένειας ή οποιασδήποτε ασθένειας που πρέπει να κοινοποιείται υποχρεωτικώς,
¡¡¡) να ενημερώνει τον εγκεκριμένο κτηνίατρο για κάθε εισαγωγή ζώων στην εκμετάλλευσή του,
¡ν) να απομονώνει τα ζώα πριν τα εισαγάγει στην εκμετάλλευσή του ώστε να δίνει στον εγκεκριμένο κτηνίατρο τη δυνατότητα να ελέγχει, μέσω των απαιτουμένων δοκιμών εάν χρειασθεί, κατά πόσον ο χαρακτηρισμός της εκμετάλλευσης μπορεί να διατηρηθεί.
Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας καθορίζονται οι όροι της συμβάσεως παροχής υπηρεσιών και κάθε άλλη λεπτομέρεια εφαρμογής της παρούσης σύμβασης καθώς και ο τύπος της σύμβασης.
Β. Ο εγκεκριμένος κτηνίατρος, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 σημείο ιγ) υπόκειται στον έλεγχο της αρμόδιας Νομαρχιακού επιπέδου Κτηνιατρικής αρχής και πρέπει να πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:
¡) να πληροί τους όρους άσκησης του κτηνιατρικού επαγγέλματος,
¡¡) να μην έχει δεσμούς οικονομικούς ή σχέσεις συγγένειας μέχρι τρίτου βαθμού με τον ιδιοκτήτη ή τον υπεύθυνο της εκμετάλλευσης,
¡¡¡) να διαθέτει ειδικές γνώσεις στον τομέα υγείας των συγκεκριμένων ζώων. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει: α) να ενημερώνει τακτικά τις γνώσεις του, ιδίως όσον αφορά τους ισχύοντες σχετικούς υγειονομικούς κανονισμούς,
β) να πληροί τις απαιτήσεις της αρμόδιας Νομαρχιακού και Κεντρικού επιπέδου Κτηνιατρικής αρχής για να εξασφαλίζεται η ορθή λειτουργία του δικτύου, γ) να παρέχει στον ιδιοκτήτη ή τον υπεύθυνο της εκμετάλλευσης πληροφορίες και βοήθεια ώστε να λαμβάνονται όλα τα μέτρα για να εξασφαλίζεται η διατήρηση του χαρακτηρισμού της εκμετάλλευσης, μεταξύ άλλων βάσει προγραμμάτων που καθορίζονται από κοινού με την αρμόδια αρχή,
δ) να μεριμνά για την τήρηση των απαιτήσεων όσον αφορά:
δα) την ταυτοποίηση και την υγειονομική πιστοποίηση των ζώων της αγέλης, των εισαγόμενων ζώων και των ζώων που διατίθενται στο εμπόριο, δβ) την υποχρεωτική αναφορά μολυσματικών ασθενειών και κάθε άλλου κινδύνου για την υγεία και τις συνθήκες διαβίωσης των ζώων και για την υγεία του ανθρώπου, δγ) την κατά το δυνατόν διαπίστωση των αιτιών θανάτου των ζώων, και τον τόπο όπου πρέπει να αποσταλούν, δδ) τις συνθήκες υγιεινής της αγέλης και των κτηνοτροφικών μονάδων.
Για την ορθή λειτουργία του συστήματος, οι αρμοδιότητες των κτηνιάτρων περιορίζονται σε συγκεκριμένο αριθμό εκμεταλλεύσεων ή γεωγραφική περιοχή, σύμφωνα με τις αποφάσεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.
Η νομαρχιακού επιπέδου Κτηνιατρική αρχή καταρτίζει καταλόγους των εγκεκριμένων κτηνιάτρων και εκμεταλλεύσεων που συμμετέχουν στο δίκτυο. Εάν διαπιστωθεί ότι ένας από τους συμμετέχοντες στο δίκτυο δεν πληροί πλέον τους προαναφερόμενους όρους αναστέλλεται ή ανακαλείται η έγκριση του, σύμφωνα με το Π.Δ. 344/1998 (Α'229), ανεξαρτήτως οποιωνδήποτε άλλων κυρώσεων δυναμένων να επιβληθούν βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας.
Γ. Η ηλεκτρονική βάση δεδομένων πρέπει να περιέχει τις ακόλουθες στοιχειώδεις πληροφορίες:
1. Για κάθε ζώο:
α) τον κώδικα ταυτοποίησης, ο οποίος αποτελείται από πέντε αριθμητικά ψηφία χορηγούμενα κατ’ αύξοντα αριθμό (00001), προστιθέμενο στον κωδικό αριθμό της εκμετάλλευσης του σημείου Γ. 2 του παρόντος άρθρου, β) την ημερομηνία γεννήσεως, γ) το φύλο,
δ) τη φυλή ή το χρώμα τριχώματος, ε) τον κωδικό ταυτοποίησης της μητέρας ή, στην περίπτωση ζώου εισηγμένου από Τρίτη χώρα, τον αριθμό ταυτοποίησης που του έχει δοθεί κατόπιν ελέγχου σύμφωνα με το Π.Δ 84/1995 (Α’52) και τον κανονισμό (ΕΚ) 820/97, ο οποίος συνδέεται με τον αριθμό αναγνώρισης προέλευσης,
στ) τον αριθμό ταυτοποίησης της εκμετάλλευσης γέννησης,
ζ) τους αριθμούς ταυτοποίησης όλων των εκμεταλλεύσεων όπου παρέμεινε το ζώο και τις ημερομηνίες κάθε κινήσεως,
η) την ημερομηνία θανάτου ή σφαγής.
2. Για κάθε αγέλη :
α) αριθμό ταυτοποίησης αποτελούμενο: αα) από τον κωδικό της χώρας (ΞΙ), αβ) τον κωδικό του νομού {σύμφωνα με την αριθ.24197/Γ3812 κοινή απόφαση Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εσωτερικών (Β 882)}, αγ) τον αύξοντα κωδικό αριθμό της αγέλης αποτελούμενο από πέντε αριθμητικά ψηφία (00001), β) όνομα και διεύθυνση του ή των κατόχων. γ) τοποθεσία της εκτροφής και ταχυδρομικός κώδικας της Κοινότητας ή του Δήμου στον οποίο ανήκουν.
δ) καταγραφή των αριθμών ταυτοποίησης του συνόλου των αγελών οι οποίες έρχονται σε άμεση επαφή εντός της εκμετάλλευσης.
3. Η βάση δεδομένων πρέπει να μπορεί να δίνει τις ακόλουθες λεπτομέρειες ανά πάσα στιγμή :
α) τον αριθμό αναγνώρισης όλων των βοοειδών της εκμετάλλευσης. Για ομάδες χοιροειδών δίδεται ο αριθμός μητρώου της εκμετάλλευσης προέλευσης ή της αγέλης προέλευσης και ο αριθμός του υγειονομικού πιστοποιητικού, όπου ισχύει, β) τον κατάλογο όλων των εκμεταλλεύσεων από τις οποίες διήλθε κάθε βοοειδές αρχίζοντας από την εκμετάλλευση γέννησης ή την εκμετάλλευση εισαγωγής, όταν πρόκειται για ζώα εισαχθέντα από τρίτες χώρες. Γ ια ομάδες χοίρων δίδεται ο αριθμός μητρώου της τελευταίας εκμετάλλευσης ή αγέλης, ενώ για ζώα εισαχθέντα από τρίτες χώρες δίδεται η εκμετάλλευση εισαγωγής.
Τα στοιχεία αυτά παραμένουν στη βάση δεδομένων τρία διαδοχικά έτη από το θάνατο του βοοειδούς ή τρία διαδοχικά έτη από την καταγραφή, όταν πρόκειται για χοίρους.
Για τους χοίρους εξακολουθεί να εφαρμόζεται το ισχύον σύστημα ταυτοποίησης σε ότι αφορά την παράγραφο 2 και επίσης εφαρμόζεται και η παράγραφος 3.
4. Όλοι οι συμμετέχοντες στο δίκτυο, πλην εκείνων οι οποίοι αναφέρονται στην παράγραφο 3 σημεία Α και Β, ενεργούν κατ’ εντολή της αρμόδιας Κεντρικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γ εωργίας η οποία έχει την ευθύνη της εγκατάστασης του δικτύου και ελέγχει τακτικά την ορθή του λειτουργία.
5. Με μέριμνα της αρμόδιας Κεντρικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γεωργίας το σύστημα δικτύων επιτήρησης όπως περιγράφεται ανωτέρω στις παραγράφους 1 έως 4, το οποίο είναι σε πλήρη λειτουργία για περίοδο δώδεκα τουλάχιστον μηνών, υποβάλλεται προς έγκριση στην Επιτροπή της Ε.Ε..
Η έγκριση του συστήματος δικτύων επιτήρησης δύναται να ανασταλεί σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία, κατόπιν αιτήσεως είτε της Επιτροπής της Ε.Ε. είτε ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών.
6. Μετά την εγκατάσταση αναγνωρισμένου συστήματος δικτύων επιτήρησης, όπως προβλέπεται στο παρόν άρθρο, δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 3 παράγραφος 2 στοιχείο α) δεύτερη περίπτωση στις κινήσεις των ζώων στα οποία αναφέρεται το παρόν διάταγμα.
Άρθρο 15
(Άρθρο 15 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 15 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ).
1. Εκτός των ειδικών περιπτώσεων, για κάθε άλλη παράβαση του παρόντος, είτε από φυσικό είτε από νομικό πρόσωπο επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 23 του Ν. 248/1914 όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 13 του Ν.2538/1997 (Α'242).
2. Όταν διαπιστώνεται ότι οι διατάξεις του παρόντος διατάγματος δεν τηρούνται ή δεν έχουν τηρηθεί, ο επίσημος κτηνίατρος της Κτηνιατρικής αρχής στα μητρώα της οποίας είναι καταχωρημένη η αγέλη ή ο έμπορος ή ο μεταφορέας, του τόπου στον οποίο έγινε η διαπίστωση αυτή οφείλει να λάβει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα για να διαφυλαχθεί η υγεία των ζώων και να προληφθεί η εξάπλωση της ασθένειας.
Αναλόγως της περιπτώσεως, τα μέτρα αυτά συνίστανται στις παρακάτω ενδεδειγμένες ενέργειες προκειμένου:
α) να σταματήσει η μετακίνηση ή να επιστραφούν τα ζώα στον τόπο αναχώρησης από τον συντομότερο δρόμο, εφόσον το μέτρο αυτό δεν θέτει σε κίνδυνο την υγεία ή τις συνθήκες διαβίωσης των ζώων,
β) σε περίπτωση διακοπής της μετακίνησης, να σταβλίσει τα ζώα με τον κατάλληλο τρόπο και να τους παράσχει την απαραίτητη φροντίδα,
γ) να προβεί στη σφαγή των ζώων. Ο προορισμός και η χρησιμοποίηση των ζώων αυτών μετά τη σφαγή διέπονται:
γα) από τις διατάξεις του Π.Δ 410/1994 (Α'231) ,
γβ) από τις διατάξεις του Π.Δ. 243/1993 (Α'107) , όταν δεν μπορεί να διαπιστωθεί η κατάσταση της υγείας των ζώων ή όταν τα ζώα αυτά αποτελούν κίνδυνο για τα άλλα ζώα ή τη δημόσια υγεία. Σε περίπτωση που επιβάλλεται να εφαρμοστούν οι διατάξεις που προβλέπονται στο Π.Δ 243/1993 (Α'107) πρέπει, προτού γίνει χρήση της δυνατότητας αυτής, να χορηγείται προθεσμία τακτοποίησης στον κάτοχο ή τον εντολοδόχο του. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.
3. Ο επίσημος κτηνίατρος της αρμόδιας τοπικής Κτηνιατρικής αρχής ειδοποιεί αμέσως την αρμόδια αρχή του τόπου προέλευσης απ’ ευθείας ή μέσω της αρμόδιας Κεντρικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γεωργίας μόλις διαπιστωθεί οιαδήποτε παράβαση του παρόντος.
Οι διατάξεις του Π.Δ. 36/1992 (Α'17) εφαρμόζονται προκειμένου να εξασφαλισθεί η τήρηση του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 16
(Άρθρο 16 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 16 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ).
Τα παραρτήματα του παρόντος τροποποιούνται με αποφάσεις του Υπουργού Γεωργίας που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 62 του ν. 2637/1998 (Α' 200).
Άρθρο 17
(Άρθρο 18 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 18 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ).
Η εγκατάσταση εγκεκριμένου συστήματος δικτύου επιτήρησης είναι υποχρεωτική από 112000 σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 14 του παρόντος.
Άρθρο 18
(Άρθρο 19 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίσταται από το άρθρο 19 του παραρτήματος της οδηγίας 97/12/ΕΚ).
Οι κανόνες που καθορίζονται στο Β' ΜΕΡΟΣ του Π.Δ. 420/1993 (Α'179) εφαρμόζονται ιδίως στους ελέγχους στον τόπο προέλευσης, στην οργάνωση και την παρακολούθηση των ελέγχων που πρέπει να διεξάγονται στον τόπο προορισμού, και στα εφαρμοστέα μέτρα διασφάλισης.
ΜΕΡΟΣ Β
Άρθρο 19
(Άρθρο 1 οδηγίας 72/462/ΕΟΚ μόνο σε ό,τι αφορά τα ζώντα ζώα όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ. 1 της οδηγίας 89/227/ΕΟΚ και συμπληρώθηκε από το άρθρο 1 παρ. 2 της οδηγίας 91/69/ΕΟΚ).
1. Στο Μέρος Β του παρόντος διατάγματος καθορίζονται οι υγειονομικοί κανόνες τους οποίους πρέπει να πληρούν τα ζώντα βοοειδή, οι χοίροι, οι αίγες και τα πρόβατα, τα οποία εισάγονται από τρίτες χώρες σε συμμόρφωση προς την οδηγία 72/462/ΕΟΚ (ΕΛ ΚΕΦ 3 Τ9 σ. 3), κατά το μέρος που αφορά μόνο τα ζώντα ζώα, όπως αυτή τροποποιήθηκε από τις Οδηγίες :
73/358/ΕΟΚ (ΕΛ ΚΕΦ 1 Τ 1 σ.200)
75/379/ΕΟΚ (ΕΛ ΚΕΦ 3 Τ 13 σ.32)
77/98/ΕΟΚ (ΕΛ ΚΕΦ 3 Τ 17 σ.56)
81/476/ΕΟΚ (ΕΕ αρ 1.186 της 08.07.81 σ.20)
83/91/ΕΟΚ (ΕΕ αρ Ι_. 59 της 05.03.83 σ.34)
88/289/ΕΟ Κ (ΕΕ αρ 1.124 της 18.05.88 σ. 31) 89/227/ΕΟΚ (ΕΕ αρ. I 93 της 06.04.89 σ.25) 89/662/ΕΟΚ (ΕΕ αρ Ι_. 395 της 30.12.89 σ. 13) 90/423/ΕΟΚ (ΕΕ αρ Ι_. 224 της 18.08.90 σ. 13) 90/425/ΕΟΚ (ΕΕ αρ Ι_. 224 της 18.08.90 σ.29) 91/69/ΕΟΚ (ΕΕ αρ Ι_. 46 της 19.02.91 σ.37)
91/266/ΕΟΚ (ΕΕ. αρ.Ι. 134 της 29.05.91 σ.45)
91 /496/ΕΟ Κ (ΕΕ αρ.Ι. 268 της 24.09.91 σ.56) 91/497/ΕΟΚ (ΕΕ αρ. I 268 της 24.09.91 σ.69) 91/688/ΕΟΚ (ΕΕ αρ. I 377 της 31.12.91 σ.18)
96/91/ΕΚ (ΕΕ αρ. I 13 της 16.01.97 σ.26)
97/76/ΕΚ (ΕΕ αρ. I 10 της 16.01.98 σ.25)
97/79/ΕΚ (ΕΕ αρ. I 24 της 30.01.98 σ.31) και τους Κανονισμούς :
3768/1985 (ΕΕ. αρ. I 362 της 31.12.85 σ.8)
3763/1991 (ΕΕ. αρ. I 356 της 24.12.91 σ.1)
1601/1992 (ΕΕ αρ. I 173 της 27.06.92 σ.13)
2. Απαγορεύεται η βόσκηση ζώων κατά μήκος των βορείων και βόρειοανατολικών συνόρων της χώρας.
Άρθρο 20
(Άρθρο 2 οδηγίας 72/462/ΕΟΚ μόνο σε ότι αφορά τα ζώντα ζώα όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1παρ.2 της οδηγίας 89/227/ΕΟΚ και συμπληρώθηκε από το άρθρο 1 παρ. 3,4 και 5 της οδηγίας 91/69/ΕΟΚ).
Γ ια τους σκοπούς του παρόντος εφαρμόζονται, εφόσον παρίσταται ανάγκη, οι ορισμοί του άρθρου 2 του παρόντος διατάγματος, οι ορισμοί του άρθρου 2 του Π.Δ. 35/1995 (Α'31), καθώς και οι ακόλουθοι όροι που έχουν την εξής έννοια :
α) Επίσημος κτηνίατρος : Ο επίσημος κτηνίατρος που ορίζεται από την αρμόδια Κτηνιατρική αρχή μιας τρίτης χώρας.
β) Χώρα Προορισμού : Το έδαφος του κράτους μέλους προς το οποίο αποστέλλονται ζώα προερχόμενα από τρίτη χώρα.
γ) Τρίτη χώρα : Η χώρα στην οποία δεν ισχύουν οι διατάξεις του Μέρους Α του παρόντος διατάγματος και του διατάγματος 35/1995 (Α'31).
δ) Εισαγωγή : Η εισαγωγή στο έδαφος των κρατών μελών της Ε.Ε. ζώων προέλευσης τρίτων χωρών.
ε) Εκμετάλλευση : Η επίσημα ελεγχόμενη εμπορική ή γεωργική επιχείρηση η οποία βρίσκεται στο έδαφος τρίτης χώρας και στην οποία κρατούνται ή εκτρέφονται κατά το συνήθη τρόπο ζώα εκτροφής αποδόσεως ή σφαγής του βοείου ή χοιρείου είδους ή ζώα αναπαραγωγής, εκτροφής, πάχυνσης ή σφαγής του προβείου ή αιγείου είδους.
στ)Ζώνη απαλλαγμένη επιζωοτίας : Ζώνη στην οποία κατόπιν επισήμων διαπιστώσεων, τα ζώα δεν έχουν προσβληθεί από οποιοδήποτε μεταδοτικό νόσημα του πίνακα των ασθενειών που καθορίζεται σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία, κατά τη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου και εντός ακτίνας που ορίζεται σύμφωνα με την ίδια διαδικασία.
Άρθρο 21
( Άρθρο 3 οδηγίας 72/462/ΕΟΚ, μόνο σε ότι αφορά τα ζώντα ζώα όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ. 2 της οδηγίας 89/227/ΕΟΚ και συμπληρώθηκε από το άρθρο 1 παρ. 6 της οδηγίας 91/69/ΕΟΚ).
Ο κατάλογος των χωρών ή τμημάτων των χωρών από τις οποίες είναι δυνατόν να επιτρέπεται η εισαγωγή κατοικιδίων ζώων αναπαραγωγής, εκτροφής, αποδόσεων και σφαγής του βοείου, χοιρείου, πρόβειου και αιγείου είδους, λαμβανομένης υπόψη της υγειονομικής κατάστασης αυτών των χωρών ή των τμημάτων αυτών, καθορίζεται στην απόφαση 79/542/ΕΟΚ του Συμβουλίου (Ε.Ε. αρ.Ν 146/15 της 1461979 σελ. 135), όπως κάθε φορά ισχύει.
Άρθρο 22
(Άρθρο 6 οδηγίας 72/462/ΕΟΚ, μόνο σε ότι αφορά τα ζώντα ζώα όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 3 παρ. 1 της οδηγίας 90/423/ΕΟΚ και συμπληρώθηκε από το άρθρο 1 παρ. 8 της οδηγίας 91/69/ΕΟΚ, το άρθρο 1 παρ.1 της οδηγίας 91/688/ΕΟΚ).
1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 21, επιτρέπεται η εισαγωγή ζώων στα οποία αναφέρεται το παρόν διάταγμα, μόνο αν προέρχονται από τρίτες χώρες :
α) Απαλλαγμένες εκείνων των ασθενειών στις οποίες τα ζώα είναι ευπαθή : αα) από δώδεκα μηνών για την πανώλη των βοοειδών, τη μεταδοτική πλευροπνευμονία των βοοειδών, τον καταρροϊκό πυρετό των προβάτων, την αφρικανική πανώλη των χοίρων, την ενζωοτική εγκεφαλομυελίτιδα των χοίρων (νόσος του TESCHEN), την πανώλη των μικρών μηρυκαστικών, την επιζωοτική αιμορραγική νόσο, την ευλογιά των προβάτων, την ευλογιά των αιγών και τη νόσο της κοιλάδας του RIFT, αβ) από έξι μηνών, για τη φυσαλιδώδη στοματίτιδα. β) Στις οποίες δεν διενεργή θηκαν από δωδεκαμήνου εμβολιασμοί κατά των νόσων που αναφέρονται στην περίπτωση αα), στις οποίες τα ζώα αυτά είναι ευπαθή.
2. Eπιτρέπεται η εισαγωγή ζώων ειδών ευπαθών στον αφθώδη πυρετό από το έδαφος τρίτων χωρών, μόνο εφόσον πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις :
Α. Όταν τα ζώα προέρχονται από τρίτη χώρα απαλλαγμένη από αφθώδη πυρετό, εδώ και δύο τουλάχιστον χρόνια, όπου δεν εφαρμόζεται εμβολιασμός από δωδεκαμήνου τουλάχιστον και δεν επιτρέπεται η είσοδος, στο έδαφός της, ζώων που έχουν εμβολιασθεί μέσα στο προηγούμενο δωδεκάμηνο, κατά του αφθώδους πυρετού.
Β. Όταν τα ζώα προέρχονται από τρίτη χώρα απαλλαγμένη από αφθώδη πυρετό, εδώ και δύο τουλάχιστον χρόνια, όπου εφαρμόζεται εμβολιασμός και επιτρέπεται η είσοδος εμβολιασμένων ζώων στο έδαφός της απαιτούνται:
α) εγγύηση ότι τα ζώα δεν έχουν εμβολιασθεί κατά του αφθώδους πυρετού,
β) προκειμένου για βοοειδή, εγγύηση ότι έχουν αντιδράσει αρνητικά στη δοκιμή ανίχνευσης του ιού του αφθώδους πυρετού με τη μέθοδο της λαρυγγοφαρυγγικής απόξεσης (δοκιμή PROPABANG), γ) εγγύηση ότι τα ζώα έχουν αντιδράσει αρνητικά στην ορολογική δοκιμή για την ανίχνευση αντισωμάτων του αφθώδους πυρετού, δ) εγγύηση ότι τα ζώα έχουν απομονωθεί στη χώρα εξαγωγής, σε σταθμό απομόνωσης (καραντίνα) επί 14 ημέρες, υπό την εποπτεία επίσημου κτηνιάτρου. Κανένα ζώο που βρίσκεται στο σταθμό απομόνωσης δεν μπορεί να έχει εμβολιασθεί κατά του αφθώδους πυρετού εντός των 21 ημερών που προηγούνται της εξαγωγής, και κανένα ζώο, εκτός απ’ αυτά που αποτελούν μέρος της αποστολής, δεν πρέπει να έχει εισαχθεί στο σταθμό απομόνωσης κατά την ίδια αυτή περίοδο, ε) παραμονή σε απομόνωση επί 21 ημέρες.
Γ. Όταν τα ζώα προέρχονται από τρίτη χώρα που δεν είναι απαλλαγμένη από αφθώδη πυρετό εδώ και δύο τουλάχιστον χρόνια, πρέπει να πληρούνται : α) οι εγγυήσεις που αναφέρονται στην περίπτωση Β, β) συμπληρωτικά, όσα έκτακτα μέτρα καθορίζονται με ειδικές αποφάσεις της Eπιτροπής της E.E.
Γ ια τους σκοπούς εφαρμογής της παρούσας παραγράφου, η χώρα μπορεί να εξακολουθήσει να λογίζεται ως απαλλαγμένη από αφθώδη πυρετό, για χρονικό διάστημα δύο τουλάχιστον ετών, έστω και αν σε περιορισμένο τμήμα του εδάφους της έχει διαπιστωθεί περιορισμένος αριθμός εστιών της νόσου, υπό τον όρο ότι οι εστίες αυτές εξαλείφθηκαν μέσα σε διάστημα λιγότερο από τρεις μήνες.
S. Eπιτρέπεται η εισαγωγή ζώων στα οποία αναφέρεται το παρόν διάταγμα μόνο εφόσον :
α) προέρχονται από χώρες οι οποίες περιλαμβάνονται στον κατάλογο των τρίτων χωρών που επιτρέπεται να εξάγουν τέτοια ζώα και ικανοποιούν της απαιτήσεις της παραγράφου 2,
β) προέρχονται από σταύλους απομόνωσης, οι οποίοι περιλαμβάνονται στον κατάλογο των σταθμών απομόνωσης από όπου επιτρέπεται η εξαγωγή τέτοιων ζώων από αυτές τις χώρες,
γ) πληρούν τις πρόσθετες εγγυήσεις που ενδεχομένως απαιτούνται αναφορικά με κάθε μία από τις χώρες αυτές.
4. Όσον αφορά την κλασική πανώλη των χοίρων, οι χοίροι πρέπει να προέρχονται από το έδαφος μιας τρίτης χώρας η οποία :
- ήταν απαλλαγμένη από την κλασική πανώλη των χοίρων τουλάχιστον κατά τους δώδεκα τελευταίους μήνες,
- δεν επέτρεπε τον εμβολιασμό κατά τους δώδεκα τελευταίους μήνες,
- δεν επιτρέπει την παρουσία στο έδαφός της, χοίρων οι οποίοι έχουν εμβολιασθεί κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο.
5. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 4, μπορεί να επιτρέπεται σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία, η εισαγωγή χοίρων οι οποίοι προέρχονται από τμήμα του εδάφους της τρίτης χώρας, εφόσον ο εμβολιασμός κατά της κλασσικής πανώλους των χοίρων δεν απαγορεύεται στο σύνολο του εδάφους της χώρας αυτής και το συγκεκριμένο τμήμα του εδάφους της τρίτης χώρας πληροί τους όρους που καθορίζονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου.
6. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 4, σε περίπτωση εκδήλωσης κλασικής πανώλους των χοίρων σε τρίτη χώρα η οποία πληροί τους όρους της παραγράφου 4, μπορεί σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία, να μειώνεται η περίοδος των δώδεκα μηνών που αναφέρεται στην πρώτη περίπτωση της παραγράφου 4, σε έξι μήνες εφόσον :
α) Μία εστία ή ορισμένες γειτονικές, από επιζωοτική άποψη, εστίες σημειώνονται σε μία γεωγραφικά περιορισμένη περιοχή και
β) Οι εστίες έχουν πλήρως εξαλειφθεί εντός τριών μηνών, χωρίς εμβολιασμό.
Άρθρο 23
(άρθρο 7 οδηγίας 72/462/ΕΟΚ, μόνο σε ότι αφορά τα ζώντα ζώα όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ. 1 της οδηγίας 83/91/ΕΟΚ).
Κατά παρέκκλιση του άρθρου 22 παρ. 1α), μπορεί να επιτραπεί η εισαγωγή ζώων, στα οποία αναφέρεται το παρόν διάταγμα, όταν σε ένα τμήμα μόνο του εδάφους μιας τρίτης χώρας πληρούνται οι όροι αυτοί, και τα ζώα ανταποκρίνονται στις εγγυήσεις που θεσπίζονται σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία.
Κατά παρέκκλιση του άρθρου 22 παρ. 1β), μπορεί να επιτραπεί η εισαγωγή των ζώων, στα οποία αναφέρεται το παρόν διάταγμα, υπό ορισμένους όρους, όταν σε τρίτη χώρα ή τμήμα του εδάφους της, διενεργούνται εμβολιασμοί κατά μιας ή περισσοτέρων ασθενειών που αναφέρονται στο άρθρο 22 παρ. 1α) και τα ζώα ανταποκρίνονται στους όρους που θεσπίζονται σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία.
Άρθρο 24
(άρθρο 8 οδηγίας 72/462/ΕΟΚ μόνο σε ότι αφορά τα ζώντα ζώα, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ. 1 της οδηγίας 83/91/ΕΟΚ, και συμπληρώθηκε από το άρθρο 1 παρ. 9 και 10 της οδηγίας 91/69/ΕΟΚ)
1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 22 και 23, η εισαγωγή των ζώων, στα οποία αναφέρεται το παρόν διάταγμα, επιτρέπεται μόνο εφόσον αυτά ανταποκρίνονται στους όρους υγειονομικού ελέγχου που καθορίζονται στις αποφάσεις της Επιτροπής της Ε.Ε. ανάλογα με τη χώρα προέλευσης, το είδος και τον προορισμό των ζώων αυτών που αναφέρονται στο άρθρο 27 παρ. 2 του παρόντος.
2. Οι υγειονομικοί όροι της παραγράφου 1 έχουν ως βάση αναφοράς τους κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα Α όσον αφορά τη φυματίωση των βοοειδών, τη βρουκέλλωση των βοοειδών και των χοίρων και στο παράρτημα Δ όσον αφορά τη λεύκωση των βοοειδών, του παρόντος διατάγματος. Σε ότι αφορά τις ασθένειες που προσβάλλουν τα αιγοπρόβατα, οι υγειονομικοί όροι της παραγράφου Ι, έχουν ως βάση αναφοράς τους κανόνες του παραρτήματος Α του Π.Δ. 35/1995 (Α’ 31).
Άρθρο 25
(άρθρο 9 οδηγίας 72/462/ΕΟΚ μόνο σε ότι αφορά τα ζώντα ζώα όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ. 1 της οδηγίας 83/91/ΕΟΚ, και συμπληρώθηκε από το άρθρο 1 παρ. 11 της οδηγίας 91/69/ΕΟΚ)
Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, μπορεί να απαγορευθεί η εισαγωγή ζώντων βοοειδών, χοίρων, προβάτων και αιγών προερχομένων από μία τρίτη χώρα, εφόσον κριθεί ότι τα χρησιμοποιούμενα στη χώρα αυτή εμβόλια κατά των τύπων Α, Ο και Ο του αφθώδους πυρετού, παρουσιάζουν ορισμένα μειονεκτήματα. Η απόφαση αυτή πλήρως αιτιολογημένη γνωστοποιείται στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή των Ε.Ε. το συντομότερο δυνατό.
Άρθρο 26
(άρθρο 10 οδηγίας 72/462/ΕΟΚ μόνο σε ότι αφορά τα ζώντα ζώα όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ. 1 της οδηγίας 83/91/ΕΟΚ, και συμπληρώθηκε από το άρθρο 1 παρ. 12 και 13 της οδηγίας 91/69/ΕΟΚ) Επιτρέπεται η εισαγωγή ζώντων βοοειδών, χοίρων, προβάτων και αιγών, τα οποία προ της ημέρας φόρτωσης και ενόψει της αποστολής τους προς τη χώρα προορισμού, έχουν παραμείνει χωρίς διακοπή στο έδαφος ή σε τμήμα του εδάφους μιας τρίτης χώρας που εμφαίνεται στον κατάλογο της απόφασης 79/542/ΕΟΚ : α) για τα ζώα εκτροφής ή αποδόσεων του βοείου ή χοιρείου είδους και για τα ζώα αναπαραγωγής, εκτροφής ή πάχυνσης του πρόβειου ή του αιγείου είδους, τουλάχιστον από 6 μήνες και πάνω, β) για τα ζώα σφαγής τουλάχιστον από 3 μήνες και πάνω.
Όταν πρόκειται για ζώα ηλικίας αντίστοιχα μικρότερης των 6 ή 3 μηνών, η παραμονή αυτή επιβάλλεται από της γεννήσεώς τους.
Άρθρο 27
(άρθρο 11 οδηγίας 72/462/ΕΟΚ μόνο σε ότι αφορά τα ζώντα ζώα όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ. 1 της οδηγίας 83/91/ΕΟΚ, και συμπληρώθηκε από το άρθρο 1 παρ. 14 και 15 της οδηγίας 91/69/ΕΟΚ)
1. Επιτρέπεται η εισαγωγή βοοειδών, χοίρων, προβάτων και αιγών μόνο εφόσον αυτά συνοδεύονται από πιστοποιητικό που συντάχθηκε από επίσημο κτηνίατρο της εξάγουσας τρίτης χώρας.
Το πιστοποιητικό αυτό πρέπει : α) Να έχει εκδοθεί την ημέρα της φόρτωσης των ζώων ενόψει της αποστολής τους προς τη χώρα προορισμού.
β) Να έχει συνταχθεί στη γλώσσα της χώρας προορισμού και στη γλώσσα της χώρας στην οποία διενεργείται ο συνοριακός έλεγχος, σύμφωνα με το ΜΕΡΟΣ Δ του Π.Δ. 420/1993 (Α'179). γ) Να συνοδεύει τα ζώα με το πρωτότυπό του. δ) Να βεβαιώνει ότι τα βοοειδή, οι χοίροι, τα πρόβατα και οι αίγες ανταποκρίνονται στους όρους που προβλέπονται στο Μέρος Β του παρόντος διατάγματος και σε εκείνους που καθορίζονται κατ’ εφαρμογή αυτού, για την εισαγωγή με προέλευση την τρίτη χώρα. ε) Να αποτελείται από ένα μόνο ενιαίο φύλλο χάρτου. στ) Να αναφέρεται σε ένα μόνο παραλήπτη.
2. Το πιστοποιητικό αυτό πρέπει να είναι σύμφωνο με το υπόδειγμα που καθορίζεται στις αποφάσεις :
98/372/ΕΚ για βοοειδή και χοίρους ορισμένων χωρών της Ανατολικής Ευρώπης,
92/460/ΕΟΚ για βοοειδή και χοίρους Ελβετίας, 92/463/ΕΟΚ για βοοειδή και χοίρους Ισλανδίας, 96/560/ΕΚ για χοίρους Κύπρου,
93/491/ΕΟΚ για βοοειδή και χοίρους Νέας Ζηλανδίας, 83/494/ΕΟΚ για βοοειδή και χοίρους Καναδά,
93/198/ΕΟΚ και 97/231 /ΕΚ για τα οικόσιτα αιγοπρόβατα των χωρών του καταλόγου της απόφασης 97/232/ΕΚ.
3. Γ ια την εισαγωγή βοοειδών, χοίρων, προβάτων και αιγών απαιτείται άδεια της Νομαρχιακού επιπέδου Κτηνιατρικής αρχής, στα μητρώα της οποίας είναι καταχωρημένη η εμπορική ή η κτηνοτροφική εκμετάλλευση του ενδιαφερομένου.
Άρθρο 28
(άρθρο 13 οδηγίας 72/462/ΕΟΚ μόνο σε ότι αφορά τα ζώντα ζώα όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ. 1 της οδηγίας 83/91/ΕΟΚ, και τροποποιήθηκε από το άρθρο 14 παρ. 4 της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ)
1. Τα ζώα σφαγής, αμέσως μετά την άφιξή τους στη χώρα, πρέπει να οδηγηθούν απευθείας στο σφαγείο και να σφαγούν σύμφωνα με τις απαιτήσεις του υγειονομικού ελέγχου, το αργότερο εντός των πέντε εργασίμων ημερών μετά την είσοδό τους στο σφαγείο αυτό.
2. Στις άδειες που χορηγούνται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 27 του παρόντος, και εφόσον πρόκειται για ζώα σφαγής, αναγράφεται υποχρεωτικά το σφαγείο στο οποίο θα οδηγηθούν τα ζώα. Απαγορεύεται οποιαδήποτε μετακίνηση ζώων σφαγής από το προκαθορισμένο σφαγείο, εκτός αν αυτό επιβάλλεται για λόγους ανωτέρας βίας, μετά από έγκριση της αρμόδιας νομαρχιακού επιπέδου κτηνιατρικής αρχής.
Άρθρο 29
(άρθρο 27 οδηγίας 72/462/ΕΟΚ μόνο σε ότι αφορά τα ζώντα ζώα όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 παρ. 1 της οδηγίας 83/91/ΕΟΚ, και συμπληρώθηκε από το άρθρο 1 παρ. 20 της οδηγίας 91/69/ΕΟΚ)
1. Η είσοδος των ζώων, στα οποία αναφέρεται το Μέρος Β του παρόντος διατάγματος και τα οποία προέρχονται από το έδαφος τρίτης χώρας, επιτρέπεται μόνο μέσω των καθορισμένων Συνοριακών σταθμών Κτηνιατρικού Ελέγχου (Σ.Υ.Κ.Ε), σύμφωνα με την απόφαση 97/778/ΕΚ όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 1999/121/ΕΚ και κάθε φορά ισχύει, και το Π.Δ. 282/1997 (Α'204) και οι οποίοι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παραρτήματος Η του άρθρου 84 του Π.Δ. 420/1993 (Α’179).
2. Απαγορεύεται η είσοδος στο έδαφος της χώρας ζώων, στα οποία αναφέρεται το Μέρος Β του παρόντος διατάγματος από οποιοδήποτε άλλο συνοριακό σημείο πλην αυτών που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Στην περίπτωση τέτοιας διαπίστωσης, τα ζώα ακινητοποιούνται πάραυτα με μέριμνα της αρμόδιας τοπικής Κτηνιατρικής αρχής και λαμβάνονται τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 15 παρ.2 του Μέρους Α του παρόντος διατάγματος.
Στους παραβάτες του παρόντος άρθρου επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 23 του Ν.248/1914 όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 2 του άρθρου 13 του Ν.2538/1997 (Α'242) και η περί λαθρεμπορίας κυρώσεις, κατά την ισχύουσα νομοθεσία.
Κάθε έξοδο που προκύπτει από την εφαρμογή του παρόντος άρθρου βαρύνει τους εμπόρους, τον μεταφορέα και κάθε άλλο εμπλεκόμενο σε λαθραία εισαγωγή ζώων.
Άρθρο 30
1. Το Π.Δ.125/1986 (Α 43), ως τροποποιηθέν ισχύει, καταργείται.
2. Οι διατάξεις του άρθρου 6 του Π.Δ. 40/1977 (Α 18) έχουν εφαρμογή στο διάταγμα αυτό.
Άρθρο 31
(Παραρτήματα οδηγίας 64/432/ΕΟΚ όπως αντικαθίστανται από τα παραρτήματα της οδηγίας 97/12/ΕΚ και 98/46/ΕΚ)
Παρατίθενται τα παρατήματα Α, Β, ,Γ ,Δ ,Ε ,ΣΤ, Ζ και Η, τα οποία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του παρόντος και έχουν ως εξής :
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α
I. Αγέλη επισήμως απαλλαγμένη φυματιώσεως
Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος, με τον όρο "βοοειδή" νοούνται όλα τα βοοειδή εκτός από τα ζώα που συμμετέχουν σε πολιτιστικές ή αθλητικές εκδηλώσεις.
1. Μια αγέλη θεωρείται επισήμως απαλλαγμένη φυματιώσεως εάν:
α) όλα τα ζώα είνα απαλλαγμένα κλινικών συμπτωμάτων φυματίωσης
β) όλα τα βοοειδή ηλικίας άνω των έξι εβοδμάδων έχουν αρνητική αντίδραση σε δύο τουλάχιστον επίσημες ενδοδερμικές δοκιμές φυματινισμού, οι οποίες διεξάγονται σύμφωνα με το παράρτημα Β, η πρώτη έξι μήνες μετά το τέλος της εξυγίανσης της αγέλης και η δεύτερη έξι μήνες αργότερα. Σε περίπτωση που η αγέλη συγκροτήθηκε μόνο από ζώα προερχόμενα από αγέλες επισήμως απαλλαγμένες φυματιώσεως, η πρώτη δοκιμή διεξάγεται τουλάχιστον 60 ημέρες μετά από τη συγκρότηση της αγέλης και η δεύτερη δοκιμή δεν είναι απαραίτητη,
γ) μετά την ολοκλήρωση της πρώτης δοκιμής που αναφέρεται στο στοιχείο β), κανένα βοοειδές ηλικίας άνω των έξι εβδομάδων δεν έχει εισαχθεί στην αγέλη, εκτός εάν έχει αντιδράσει αρνητικά σε ενδοδερμική δοκιμή φυματινισμού η οποία έχει πραγματοποιηθεί και εκτιμηθεί, σύμφωνα με τις διαδικασίες του παραρτήματος Β, σε διάστημα 30 ημερών πριν ή μετά την εισαγωγή του στην αγέλη. Στην τελευταία περίπτωση το (τα) ζώο(α) πρέπει να απομονωθεί(ούν) από τα λοιπά ζώα της αγέλης, ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση επαφή με τα λοιπά ζώα μέχρις ότου αποδειχθεί ότι η αντίδραση είναι αρνητική.
Η διεξαγωγή της δοκιμής αυτής για τις κινήσεις ζώων εντός της ελληνικής επικράτειάς ακόμη και εάν το ζώο προέρχεται από αγέλη επισήμως απηλλαγμένη φυματιώσεως, είναι υποχρεωτική και έως ότου η χώρα ή μια περιοχή της κηρυχθεί περιοχή επισήμως απηλλαγμένη φυματιώσεως.
Η διεξαγωγή των δοκιμών αυτών για ζώα κινούμενα μεταξύ αγελών που συμμετέχουν στο δίκτυο που περιγράφεται στο άρθρο 14, είναι υποχρεωτική μέχρις ότου η Ελλάδα ή μια περιοχή της κηρυχθεί περιοχή επισήμως απαλλαγμένη φυματίωσης.
2. Μια αγέλη βοοειδών παραμένει στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων φυματιώσεως, εάν: α) οι όροι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και γ) εξακολουθούν να ισχύουν, β) όλα τα ζώα που εισάγονται στην εκμετάλλευση προέρχονται από αγέλες οι οποίες κατατάσσονται στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων φυματιώσεως, γ) όλα τα ζώα της εκμετάλλευσης, με εξαίρεση τα μοσχάρια ηλικίας κάτω των 6 εβδομάδων τα οποία γεννήθηκαν στην εκμετάλλευση, υποβάλλονται σε τακτικές δοκιμές φυματινισμού σύμφωνα με τις διαδικασίες του παραρτήματος Β, σε χρονικά διαστήματα ενός έτους.
Η συχνότητα με την οποία διενεργούνται οι τακτικές δοκιμές φυματινισμού, μπορεί να μεταβληθεί από την αρμόδια κεντρική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γεωργίας ως εξής : γα) σε περίπτωση που ο μέσος όρος των ετήσιων ποσοστών των αγελών βοοειδών που επιβεβαιώθηκε ότι μολύνθηκαν από φυματίωση καθοριζόμενος την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους δεν υπερβαίνει το 1 % όλων των αγελών σε συγκεκριμένη περιοχή κατά τη διάρκεια των δύο πιο πρόσφατων ετήσιων περιόδων επιθεώρησης, το διάστημα μεταξύ των τακτικών δοκιμών είναι δυνατόν να αυξηθεί σε δύο χρόνια. Τα προς πάχυνση αρσενικά ζώα απομονωμένης επιδημιολογικής μονάδας μπορεί να μην υποβάλλονται σε φυματινισμό υπό την προϋπόθεση ότι προέρχονται από αγέλες επισήμως απαλλαγμένες φυματιώσεως και θα οδηγηθούν κατ' ευθείαν για σφαγή, απαγορευομένης της χρησιμοποίησής τους για αναπαραγωγή.
γβ) σε περίπτωση που ο μέσος όρος των ετήσιων ποσοστών των αγελών βοοειδών που επιβεβαιώθηκε ότι μολύνθηκαν από φυματίωση καθοριζόμενος την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους δεν υπερβαίνει το 0,2 % όλων των αγελών σε συγκεκριμένη περιοχή κατά τη διάρκεια των δύο πιο πρόσφατων περιόδων επιθεωρήσεων διετούς συχνότητας, τότε το διάστημα μεταξύ των τακτικών δοκιμών είναι δυνατόν να αυξηθεί σε τρία χρόνια ή/και η ηλικία στην οποία τα ζώα πρέπει να υποβληθούν στις δοκιμές είναι δυνατόν να αυξηθεί σε 24 μήνες, γγ) σε περίπτωση που ο μέσος όρος των ετήσιων ποσοστών των αγελών βοοειδών που επιβεβαιώθηκε ότι μολύνθηκαν από φυματίωση καθοριζόμενος την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτουςδεν υπερβαίνει το 0,1 % όλων των αγελών σε συγκεκριμένη περιοχή κατά τη διάρκεια των δύο πιο πρόσφατων περιόδων επιθεωρήσεων τριετούς συχνότητας, τότε το διάστημα μεταξύ των συνήθων δοκιμών είναι δυνατόν να αυξηθεί σε τέσσερα χρόνια.
Μετά από άδεια της αρμόδιας κεντρικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γ εωργίας μπορεί να απαλλάσσονται από τις δοκιμές φυματινισμού οι αγέλες στις οποίες τηρούνται οι παρακάτω προϋποθέσεις :
i. πριν από την εισαγωγή στην αγέλη, όλα τα βοοειδή υποβάλλονται σε ενδοδερμική δοκιμή φυματινισμού με αρνητικό αποτέλεσμα,
ii. σε όλα τα σφαζόμενα βοοειδή αναζητούνται οι οργανικές βλάβες από τη φυματίωση, οι οποίες υποβάλλονται σε ιστοπαθολογική και βακτηριολογική εξέταση ώστε να αποδειχθεί η ύπαρξη του βακίλλου της φυματιώσεως.
Η αρμόδια κεντρική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γεωργίας μπορεί να αναστείλει τις ως άνω άδειες και να αυξάνει τη συχνότητα των τακτικών δοκιμών φυματινισμού, εάν εμφανίζεται αύξηση των κρουσμάτων της νόσου.
3Α. Το δικαίωμα κατάταξης στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων φυματίωσης αγελών αναστέλλεται, εάν :
α) δεν πληρούνται πλέον οι όροι που προσδιορίζονται στην παράγραφο 2 ή
β) ένα ή περισσότερα ζώα θεωρούνται ότι έχουν δώσει θετική αντίδραση σε δοκιμή φυματινισμού, ή σχηματίσθηκαν υπόνοιες για κρούσμα φυματίωσης κατά τη μεταθανάτια επιθεώρηση.
Όταν ένα ζώο θεωρείται ότι αντέδρασε θετικά, απομακρύνεται από την αγέλη και σφάζεται. Διεξάγονται οι ενδεδειγμένες μεταθανάτιες, εργαστηριακές και επιδημιολογικές εξετάσεις στο ζώο που αντέδρασε θετικά ή στο σφάγιο του ύποπτου ζώου. Το δικαίωμα κατάταξης στη συγκεκριμένη κατηγορία αναστέλλεται έως ότου ολοκληρωθούν όλες οι εργαστηριακές εξετάσεις. Εάν δεν επιβεβαιωθεί η παρουσία φυματίωσης, η αναστολή του δικαιώματος κατάταξης στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων φυματιώσεως αγελών είναι δυνατόν να αρθεί μετά τη διενέργεια δοκιμής σε όλα τα ζώα ηλικίας άνω των έξι εβδομάδων με αρνητικά αποτελέσματα τουλάχιστον 42 ημέρες μετά την απομάκρυνση του(ων) ζώου(ων) που αντέδρασε(αν) θετικά , ή
γ) η αγέλη περιλαμβάνει ζώα απροσδιόριστου χαρακτηρισμού, όπως περιγράφεται στο παράρτημα Β. Στην περίπτωση αυτή, η αγέλη παραμένει υπό καθεστώς αναστολής έως ότου διευκρινισθεί σε ποια συγκεκριμένη κατηγορία κατατάσσονται τα ζώα. Τα ζώα πρέπει να παραμένουν απομονωμένα από τα άλλα ζώα της αγέλης έως ότου προσδιορισθεί σε ποια κατηγορία κατατάσσονται, είτε με τη διενέργεια περαιτέρω δοκιμής έπειτα από 42 ημέρες είτε με μεταθανάτια και εργαστηριακή εξέταση.
3Β.Το δικαίωμα κατάταξης στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων φυματιώσεως αγελών αφαιρείται εάν η παρουσία φυματίωσης επιβεβαιωθεί με την απομόνωση Mycobacterium bovis σε εργαστηριακή εξέταση.
Το δικαίωμα κατάταξης στην εν λόγω κατηγορία μπορεί να αφαιρείται εάν: α) δεν πληρούνται πλέον οι προϋποθέσεις που προσδιορίζονται στην παράγραφο 2 ή β) σε μεταθανάτια εξέταση διαπιστωθούν κλασικές οργανικές βλάβες από φυματίωση ή γ) από επιδημιολογική έρευνα προκύψει ότι είναι πιθανή η μόλυνση
δ) ή για όποιον άλλο λόγο που θεωρείται αναγκαίος για τον έλεγχο της φυματίωσης των βοοειδών.
Οι νομαρχιακού επιπέδου Κτηνιατρικές Αρχές προβαίνουν σε εντοπισμό και έλεγχο κάθε αγέλης που θεωρείται επιδημιολογικώς συνδεδεμένη. Η αφαίρεση του δικαιώματος κατάταξης στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων φυματιώσεως αγελών ισχύει έως ότου ολοκληρωθούν ο καθαρισμός και η απολύμανση των χώρων και των εργαλείων και αφού όλα τα ζώα ηλικίας άνω των έξι εβδομάδων έχουν αντιδράσει αρνητικά σε δύο τουλάχιστον διαδοχικές δοκιμές φυματινισμού, η πρώτη από τις οποίες διενεργείται τουλάχιστον 60 ημέρες μετά την απομάκρυνση του τελευταίου ζώου που αντέδρασε θετικά και η δεύτερη τουλάχιστον 4 μήνες και όχι περισσότερο από 12 μήνες μετά την απομάκρυνση.
4. Βάσει των στοιχείων που παρέχονται κατά το άρθρο
8, η ελληνική επικράτεια ή τμήμα αυτής μπορεί να κηρυχθεί επισήμως απαλλαγμένη φυματιώσεως, σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία, εάν πληροί τους κάτωθι όρους:
α) το ποσοστό των αγελών βοοειδών που επιβεβαιώθηκε ότι μολύνθηκαν από φυματίωση δεν υπερβαίνουν το 0, 1 % κατ’ έτος για όλες τις αγέλες επί έξι συναπτά έτη και τουλάχιστον το 99,9 % των αγελών έχει κηρυχθεί επισήμως απαλλαγμένο φυματιώσεως κάθε έτος και επί έξι συναπτά έτη, ο υπολογισμός του ποσοστού αυτού πραγματοποιείται την 31η Δεκεμβρίου εκάστου ημερολογιακού έτους ,
β) υπάρχει σύστημα ταυτοποίησης που καθιστά δυνατή την αναγνώριση των αγελών προέλευσης και διαμετακόμισης για κάθε βοοειδές, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 820/97/εΚ της 21ης Απριλίου 1997, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών και την επισήμανση του βοείου κρέατος και των προϊόντων με βάση το βόειο κρέας (ΕΕ I 117 της 7. 5. 1997, σ. 1).
γ) όλα τα βοοειδή που σφάζονται υποβάλλονται σε επίσημη μεταθανάτια επιθεώρηση, δ) τηρούνται οι διαδικασίες σχετικά με την αναστολή και την αφαίρεση του δικαιώματος κατάταξης στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων φυματιώσεως αγελών.
5. Η ελληνική επικράτεια ή τμήμα αυτής παραμένει στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων φυματιώσεως, εάν εξακολουθούν να πληρούνται οι όροι της παραγράφου 4 στοιχεία α) έως δ). Εάν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία αξιόλογης μεταβολής της κατάστασης αναφορικά με τη φυματίωση, η Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να αποφασίσει να αναστείλει ή να αφαιρέσει το δικαίωμα κατάταξης στη συγκεκριμένη κατηγορία έως ότου εκπληρωθούν οι απαιτήσεις της απόφασης.
ΙΙ. Αγέλες βοοειδών απαλλαγμένες βρουκελλώσεως και επισήμως απαλλαγμένες βρουκελλώσεως
Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος, με τον όρο "βοοειδή" νοούνται όλα τα βοοειδή εκτός από τα αρσενικά ζώα προς πάχυνση, αρκεί να προέρχονται από αγέλη επισήμως απηλλαγμένη βρουκελλώσεως. Τα αρσενικά ζώα προς πάχυνση απαγορεύεται να χρησιμοποιούνται προς αναπαραγωγή και σφάζονται απευθείας.
1. Μια αγέλη θεωρείται επισήμως απαλλαγμένη βρουκελλώσεως εάν: α) δεν περιλαμβάνει κανένα βοοειδές εμβολιασμένο κατά της βρουκέλλωσης, με εξαίρεση θηλυκά ζώα, που έχουν εμβολιαστεί τουλάχιστον προ τριών ετών, β) όλα τα βοοειδή είναι απαλλαγμένα από κλινικά συμπτώματα της βρουκέλλωσης τουλάχιστον επί έξι μήνες, γ) όλα τα βοοειδή ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών έχουν υποβληθεί σε ένα από τα ακόλουθα συστήματα δοκιμών,
σύμφωνα με τις διαδικασίες του παραρτήματος Γ, και έχουν δώσει αρνητικά αποτελέσματα:
i) δύο ορολογικές δοκιμές που προσδιορίζονται στην παράγραφο 10 σε διάστημα μεγαλύτερο από τρεις μήνες και μικρότερο από δώδεκα μήνες, ίί)τρεις δοκιμές σε δείγματα γάλακτος σε τριμηνιαία διαστήματα, μετά τις οποίες σε διάστημα τουλάχιστον έξι εβδομάδων ακολουθεί ορολογική δοκιμή που προσδιορίζεται στην παράγραφο 10, δ) κάθε βοοειδές που εισέρχεται στην αγέλη της κατηγορίας των επισήμως απαλλαγμένων βρουκελλώσεως και, στην περίπτωση βοοειδών ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών, έχει παρουσιάσει τίτλο βρουκέλλας μικρότερο από 30 IU συγκόλλησης ανά ml, σε δοκιμή οροσυγκόλλησης διεξαχθείσα σύμφωνα με το παράρτημα Γ ή έχει αντιδράσει αρνητικά σε οποιαδήποτε άλλη δοκιμή εγκεκριμένη σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία κατά τη διάρκεια των 30 ημερών πριν ή των 30 ημερών μετά την ημερομηνία εισαγωγής του στην αγέλη. Στην τελευταία περίπτωση το (τα) ζώο(α) πρέπει να απομονωθεί(ούν) από τα λοιπά ζώα της αγέλης, ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση επαφή με τα λοιπά ζώα μέχρις ότου αποδειχθεί ότι η αγέλη είναι αρνητική.
2. Μια αγέλη βοοειδών παραμένει στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων βρουκελλώσεως, εάν: α) μια από τις ακόλουθες σειρές δοκιμών πραγματοποιείται σε ετήσια βάση με αρνητικά αποτελέσματα, σύμφωνα με το παράρτημα Γ:
i) τρεις δακτυλιοειδείς δοκιμές στο γάλα ανά διαστήματα τουλάχιστον τριών μηνών,
ii) τρεις δοκιμές ELISA στο γάλα ανά διαστήματα τουλάχιστον τριών μηνών,
iii) δύο δακτυλιοειδείς δοκιμές στο γάλα ανά διαστήματα τουλάχιστον τριών μηνών, μετά τις οποίες ακολουθεί σε διάστημα τουλάχιστον έξι εβδομάδων μια ορολογική δοκιμή, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 10,
iv) δύο δοκιμές ELISA στο γάλα ανά διαστήματα τουλάχιστον τριών μηνών, μετά τις οποίες ακολουθεί σε διάστη μα τουλάχιστον έξι εβδομάδων μια ορολογική δοκιμή, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 10,
v) δύο ορολογικές δοκιμές ανά διαστήματα τουλάχιστον τριών και μέχρι δώδεκα μηνών.
Η συχνότητα διεξαγωγής των συνήθων δοκιμών βρουκελλώσεως μπορεί να μεταβάλλονται μετά από άδεια της αρμόδιας κεντρικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γεωργίας ως εξής :
() όταν το ποσοστό των μολυσμένων αγελών δεν υπερβαίνει το 1 %, μπορεί να αρκεί η διεξαγωγή, σε ετήσια βάση, δύο δακτυλιοειδών δοκιμών στο γάλα ή δύο δοκιμών ELISA στο γάλα, σε διαστήματα τουλάχιστον τριών μηνών ή μιας ορολογικής δοκιμής,
() όταν τουλάχιστον το 99,8 % των αγελών έχει αναγνωρισθεί ως επισήμως απαλλαγμένο βρουκελλώσεως για τουλάχιστον τέσσερα έτη, το διάστημα μεταξύ των ελέγχων μπορεί να αυξηθεί σε δύο έτη εάν υποβάλλονται σε δοκιμή όλα τα ζώα ηλικίας άνω των 12 μηνών ή μπορούν να υποβάλλονται σε δοκιμή μόνο τα ζώα ηλικίας άνω των 24 μηνών εφόσον οι αγέλες εξακολουθούν να ελέγχονται κάθε χρόνο. Οι έλεγχοι πρέπει να πραγματοποιούνται με μια από τις ορολογικές δοκιμές που αναφέρονται στην παράγραφο 10, β) όλα τα βοοειδή που εισέρχονται στην αγέλη προέρχονται από αγέλες της κατηγορίας των επισήμως απαλλαγμένων βρουκελλώσεως και, στην περίπτωση βοοειδών ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών, έχουν παρουσιάσει τίτλο βρουκέλλας μικρότερο από 30 Ιϋ συγκόλλησης ανά ^ιΙ, σε δοκιμή οροσυγκόλλησης διεξαχθείσα σύμφωνα με το παράρτημα Γ ή έχουν αντιδράσει αρνητικά σε οποιαδήποτε άλλη δοκιμή εγκεκριμένη σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία κατά τη διάρκεια των 30 ημερών πριν ή των 30 ημερών μετά την ημερομηνία εισαγωγής τους στην αγέλη. Στην τελευταία περίπτωση το (τα) ζώο(α) πρέπει να απομονωθεί(ούν) από τα λοιπά ζώα της αγέλης, ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση επαφή με τα λοιπά ζώα μέχρις ότου αποδειχθεί η αρνητική αντίδραση.
Η δοκιμή που περιγράφεται στο σημείο β) δεν είναι υποχρεωτική στα ζώα τα οποία προέρχονται από χώρα ή περιοχή στην οποία από δύο τουλάχιστον ετών το ποσοστό μολυσμένων από βρουκέλλωση αγελών βοοειδών δεν υπερβαίνει το 0,2 % και όταν το ζώο προέρχεται από αγέλη βοοειδών επισήμως απαλλαγμένη βρουκελλώσεως, η οποία βρίσκεται εντός της ίδιας χώρας ή της περιοχής και όταν το ζώο κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του δεν έχει έρθει σε επαφή με βοοειδή κατώτερης υγειονομικής κατάστασης ,
γ) παρά το σημείο β), βοοειδή από αγέλη βοοειδών απαλλαγμένη βρουκελλώσεως είναι δυνατόν να εισαχθούν σε αγέλη επισήμως απαλλαγμένη βρουκελλώσεως εάν είναι τουλάχιστον 18 μηνών και εάν έχουν εμβολιαστεί κατά της βρουκελλώσεως τουλάχιστον πριν από ένα έτος.
Αυτά τα ζώα πρέπει, 30 ημέρες πριν από την εισαγωγή τους στην εκμετάλλευση, να έχουν δείξει τίτλο βρουκέλλας μικρότερο από 30 Ιϋ συγκόλλησης ανά ^ιΙ και αρνητικό αποτέλεσμα σε περίπτωση διεξαγωγής της δοκιμής δέσμευσης του συμπληρώματος ή άλλης δοκιμής που έχει εγκριθεί σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία.
Εάν θηλυκό βοοειδές που προέρχεται από αγέλη βοοειδών απαλλαγμένη βρουκελλώσεως εισαχθεί σε αγέλη βοοειδών επισήμως απαλλαγμένη βρουκελλώσεως, βάσει των προϋποθέσεων της ανωτέρω παραγράφου, η εκμετάλλευση αυτή θεωρείται απαλλαγμένη βρουκελλώσεως για δύο έτη από την ημερομηνία εισαγωγής του ζώου που εμβολιάσθηκε τελευταίο.
3Α. Αναστέλλεται το δικαίωμα κατάταξης μιας αγέλης στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων βρουκελλώσεως εάν:
α) δεν πληρούνται πλέον οι όροι που περιγράφονται στις παραγράφους 1 και 2
ή
β) κατόπιν διεξαγωγής εργαστηριακών ή κλινικών εξετάσεων, ένα ή περισσότερα ζώα κρίνονται ύποπτα βρουκελλώσεως και τα ύποπτα ζώα έχουν σφαγεί ή απομονωθεί αμέσως, ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση επαφή με τα λοιπά ζώα.
Όταν το ζώο έχει σφαγεί και δεν είναι πλέον διαθέσιμο για τη διενέργεια δοκιμών, είναι δυνατή η άρση της αναστολής εφόσον μετά τη διεξαγωγή δύο δοκιμών οροσυγκόλλησης, σύμφωνα με το παράρτημα Γ, σε όλα τα βοοειδή της αγέλης ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών, ο τίτλος βρουκέλλας είναι μικρότερος από 30 Ιϋ συγκόλλησης ανά ^ιΙ. Η πρώτη δοκιμή διεξάγεται τουλάχιστον 30 ημέρες μετά την απομάκρυνση του ζώου και η δεύτερη τουλάχιστον 60 ημέρες αργότερα.
Σε περίπτωση απομόνωσης του ζώου από τα λοιπά ζώα της αγέλης, μπορεί να επιτραπεί η επανένταξή του στην αγέλη και η επανένταξη της αγέλης στη συγκεκριμένη κατηγορία, κατόπιν: α) δοκιμής οροσυγκόλλησης που έδειξε τίτλο μικρότερο από 30 ίϋ συγκόλλησης ανά ^ιΙ και αρνητικό αποτέλεσμα στη δοκιμή της δέσμευσης του συμπληρώματος, ή
β) αρνητικού αποτελέσματος οποιουδήποτε άλλου συνδυασμού δοκιμών που έχει εγκριθεί σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία.
3Β. Το δικαίωμα κατάταξης μιας αγέλης στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων βρουκελλώσεως αφαιρείται εάν, κατόπιν διεξαγωγής εργαστηριακών εξετάσεων ή επιδημιολογικών ερευνών, επιβεβαιώθηκε μόλυνση από βρουκέλλα στην αγέλη.
Η αγέλη αυτή δεν επανεντάσσεται στη συγκεκριμένη κατηγορία έως ότου σφαγούν όλα τα βοοειδή τα οποία ήταν παρόντα στην αγέλη κατά τη στιγμή της εκδήλωσης του κρούσματος είτε υποβληθεί η αγέλη σε δοκιμές ελέγχου και προκύψουν αρνητικά αποτελέσματα για όλα τα ζώα ηλικίας άνω των 12 μηνών σε δύο επακόλουθες δοκιμές με χρονική απόσταση 60 ημερών, η πρώτη από τις οποίες πρέπει να διενεργηθεί τουλάχιστον 30 ημέρες μετά την απομάκρυνση του θετικού(ών) βοοειδούς(ών).
Σε περίπτωση βοοειδών τα οποία ήταν σε κατάσταση εγκυμοσύνης όταν παρουσιάστηκε το πρώτο κρούσμα, η τελική δοκιμή διεξάγεται τουλάχιστον 21 η μέρες μετά τον τοκετό του τελευταίου ζώου που ήταν έγκυο όταν πρωτοεμφανίστηκε η ασθένεια.
4. Μια αγέλη βοοειδών είναι απαλλαγμένη βρουκελλώσεως εφόσον πληροί τους όρους της παραγράφου 1 σημεία β) και γ) και όταν έχει πραγματοποιηθεί εμβολιασμός:
¡) τα θηλυκά βοοειδή έχουν εμβολιασθεί :
() πριν από την ηλικία των έξι μηνών με ζωντανό εμβόλιο στέλεχος 19 ή () πριν από την ηλικία των 15 μηνών με νεκρό ανοσοενισχυτικό εμβόλιο 45/20, το οποίο ελέγχθηκε και εγκρίθηκε επισήμως, ή
() με άλλα εμβόλια που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία,
¡¡) βοοειδή ηλικίας κάτω των 30 μηνών που εμβολιάσθηκαν με ζωντανό εμβόλιο στέλεχος 19, μπορούν να παρουσιάζουν τίτλο μεγαλύτερο από 30 ίϋ αλλά μικρότερο από 80 ίϋ συγκόλλησης ανά ^ιΙ, υπό την προϋπόθεση ότι σε δοκιμή δέσμευσης του συμπληρώματος τα αποτελέσματα είναι κάτω των 30 μονάδων ΕΟΚ προκειμένου για θηλυκά ζώα εμβολιασθέντα μέσα στο τελευταίο δωδεκάμηνο ή κάτω των 20 μονάδων ΕΟΚ σε κάθε άλλη περίπτωση.
5. Μια αγέλη βοοειδών παραμένει στην κατηγορία των απαλλαγμένων βρουκελλώσεως εάν:
¡) υποβάλλεται σε μιαν από τις σειρές δοκιμών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 σημείο α),
¡¡) τα βοοειδή που εισάγονται στην αγέλη πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 σημείο β), ή () προέρχονται από αγέλες της κατηγορίας των απαλλαγμένων βρουκελλώσεως, και προκειμένου για βοοειδή ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών, έχουν, 30 ημέρες πριν ή στην απομόνωση μετά την εισαγωγή τους στην αγέλη, δείξει σε δοκιμή οροσυγκόλλησης τίτλο κάτω των 30 ίϋ συγκόλλησης ανά Ι και αρνητικό αποτέλεσμα σε δοκιμή σύνδεσης συμπληρώματος, σύμφωνα με το παράρτημα Γ, ή
() προέρχονται από αγέλες της κατηγορίας των απαλλαγμένων βρουκελλώσεως, είναι ηλικίας κάτω των 30 μηνών και έχουν εμβολιασθεί με ζωντανό εμβόλιο στέλεχος 19, εάν σε δοκιμή οροσυγκόλλησης δίνουν αποτέλεσμα μεγαλύτερο από 30 ίϋ αλλά μικρότερο από 80 ίϋ συγκόλλησης ανά ^ιΙ, υπό την προϋπόθεση ότι στη δοκιμή δέσμευσης συμπληρώματος δίνουν αποτέλεσμα μικρότερο από 30 μονάδες ΕΟΚ, αν πρόκειται για θηλυκά ζώα που εμβολιάσθηκαν το πολύ δώδεκα μήνες πριν ή κάτω από 20 μονάδες ΕΟΚ σε κάθε άλλη περίπτωση.
6Α. Το δικαίωμα κατάταξης μιας αγέλης στην κατηγορία των απαλλαγμένων βρουκελλώσεως αναστέλλεται εάν:
α) δεν πληρούνται οι όροι που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5
ή
β) κατόπιν διεξαγωγής εργαστηριακών ή κλινικών εξετάσεων, ένα ή περισσότερα ζώα ηλικίας άνω των 30 μηνών κρίνονται ύποπτα βρουκελώσεως και το(α) ύποπτο(α) ζώο(α) έχει(ουν) σφαγεί ή απομονωθεί, ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση επαφή με τα λοιπά ζώα.
Σεπερίπτωση απομόνωσης του ζώου, μπορεί να επιτραπεί η επανένταξή του στην αγέλη και η επανένταξη της αγέλης στη συγκεκριμένη κατηγορία, εφόσον στη συνέχεια δείξει τίτλο οροσυγκόλλησης μικρότερο από 30 ίϋ συγκόλλησης ανά ^ιΙ και αρνητικό αποτέλεσμα στη δοκιμή της οροσυγκόλλησης ή οποιαδήποτε άλλη δοκιμή που έχει εγκριθεί σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία.
Όταν τα ζώα έχουν σφαγεί και δεν είναι πλέον διαθέσιμα για τη διενέργεια δοκιμών, είναι δυνατή η άρση της αναστολής εφόσον μετά τη διεξαγωγή δύο δοκιμών οροσυγκόλλησης, σύμφωνα με το παράρτημα Γ, σε όλα τα βοοειδή της εκμετάλλευσης, ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών, ο τίτλος βρουκέλλας είναι μικρότερος από 30 ίϋ συγκόλλησης ανά ^ιΙ. Η πρώτη δοκιμή διεξάγεται τουλάχιστον 30 ημέρες μετά την απομάκρυνση των ζώου και η δεύτερη τουλάχιστον 60 ημέρες αργότερα.
Εάν τα ζώα που πρέπει να υποβληθούν σε δοκιμές σύμφωνα με τα δύο προηγούμενα εδάφια είναι ηλικίας κάτω των 30 μηνών και έχουν εμβολιασθεί με ζωντανό εμβόλιο στέλεχος 19, μπορεί να θεωρηθεί ότι αντιδρούν αρνητικά εφόσον σε δοκιμή οροσυγκόλλησης δίνουν αποτέλεσμα μεγαλύτερο από 30 ίϋ αλλά μικρότερο από 80 ίϋ συγκόλλησης ανά ^ιΙ, υπό την προϋπόθεση ότι στη δοκιμή δέσμευσης συμπληρώματος δίνουν αποτέλεσμα μικρότερο από 30 μονάδες ΕΟΚ, στην περίπτωση θηλυκών ζώων που εμβολιάσθηκαν το πολύ δώδεκα μήνες πριν, ή κάτω από 20 μονάδες ΕΟΚ σε κάθε άλλη περίπτωση.
6Β. Το δικαίωμα κατάταξης μιας αγέλης στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων βρουκελλώσεως αφαιρείται εάν, κατόπιν διεξαγωγής εργαστηριακών εξετάσεων ή επιδημιολογικών ερευνών, επιβεβαιώθηκε μόλυνση από βρουκέλλα στην αγέλη. Η αγέλη δεν επανεντάσσεται στη συγκεκριμένη κατηγορία έως ότου είτε σφαγούν όλα τα βοοειδή τα οποία ήταν παρόντα στην αγέλη κατά τη στιγμή της εκδήλωσης του κρούσματος είτε υποβληθεί η αγέλη σε δοκιμές ελέγχου και προκύψουν αρνητικά αποτελέσματα για όλα τα ανεμβολίαστα ζώα ηλικίας άνω των 12 μηνών σε δύο επακόλουθες δοκιμές με χρονική απόσταση 60 ημερών, η πρώτη από τις οποίες πρέπει να διενεργηθεί τουλάχιστον 30 ημέρες μετά την απομάκρυνση του (των) θετικού(ών) βοοειδούς(ών).
Eάν όλα τα ζώα που πρέπει να υποβληθούν στη δοκιμή που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο είναι ηλικίας κάτω των τριάντα μηνών και έχουν εμβολιαστεί με ζωντανό εμβόλιο στέλεχος 19, μπορεί να θεωρηθεί ότι αντιδρούν αρνητικά εάν δίνουν βρουκελλικό τίτλο άνω των S0 IU αλλά κάτω των S0 IU συγκόλλησης ανά ml, υπό τον όρον ότι κατά τη δέσμευση του συμπληρώματος δίνουν τίτλο κάτω των S0 μονάδων EΟΚ στην περίπτωση των θηλυκών που έχουν εμβολιαστεί πριν από δώδεκα το πολύ μήνες ή τίτλο κάτω των 20 μονάδων EΟΚ σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.
Σε περίπτωση βοοειδών τα οποία ήταν σε κατάσταση εγκυμοσύνης όταν παρουσιάστηκε το πρώτο κρούσμα, η τελική δοκιμή διεξάγεται δουλάχιστον 21 ημέρες μετά τον τοκετό του τελευταίου ζώου που ήταν έγκυο όταν πρωτοεμφανίστηκε η ασθένεια.
7. Η ελληνική επικράτεια ή ένα τμήμα αυτής μπορεί να κηρυχθεί επισήμως απαλλαγμένη βρουκελλώσεως, σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία, εάν πληρούνται οι ακόλουθοι όροι :
α) να μην έχει καταγραφεί καμία περίπτωση αποβολής εξαιτίας μόλυνσης από βρουκέλλα ούτε να έχει απομονωθεί B.abortus επί τρία τουλάχιστον χρόνια και τουλάχιστον το 99,S % των αγελών να έχει επιτύχει να χαρακτηριστεί επισήμως απαλλαγμένο βρουκελλώσεως κάθε χρόνο επί πέντε συναπτά έτη, ο υπολογισμός του ποσοστού αυτού πραγματοποιείται την S1 η Δεκεμβρίου εκάστου ημερολογιακού έτους.
Στον υπολογισμό του ποσοστού μόλυνσης δεν υπολογίζονται :
αα) οι εστίες 'βρουκέλλωσης όταν έχει εφαρμοστεί καθολογική σφαγή, αβ) τα μεμονωμένα κρούσματα για τα οποία η επιδημιολογική έρευνα αποδεικνύει ότι οφείλονται σε εισαγωγή ζώων από άλλη περιοχή, αγ) οι αγέλες από τις οποίας έχει ανασταλεί ή αφαιρεθεί το δικαίωμα να θεωρούνται επισήμως απαλλαγμένες βρουκέλλωσης για άλλους λόγους και όχι λόγω υποψίας βρουκέλλωσης, και, υπό τον όρο ότι η αρμόδια Κεντρική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γεωργίας προβαίνει σε ετήσια καταγραφή των παραπάνω περιστατικών τα οποία διαβιβάζει στην Eπιτροπή σύμφωνα με το άρθρο
S του παρόντος διατάγματος.
β) να υπάρχει σύστημα ταυτοποίησης που να καθιστά δυνατή την αναγνώριση των αγελών προέλευσης και διαμετακόμισης για κάθε βοοειδές, σύμφωνα με τον κανονισμό ^Κ) αριθ. S20/97 και, γ) η γνωστοποίηση των περιπτώσεων αποβολής είναι υποχρεωτική και διερευνώνται εργαστηριακά.
S. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 9, η ελληνική επικράτεια ή μέρος αυτής που έχει κηρυχθεί επισήμως απαλλαγμένη βρουκελλώσεως παραμένει στην κατηγορία αυτή εάν:
α) εξακολουθούν να πληρούνται οι όροι που επιβάλλει η παράγραφος 7 σημεία α) και β) η δε γνωστοποίηση των περιπτώσεων αποβολής για τις οποίες υπάρχει υποψία ότι οφείλονται στη βρουκέλλωση είναι υποχρεωτική, αυτές δε οι περιπτώσεις διευρευνώνται εργαστηριακά, β) κάθε χρόνο κατά την πρώτη πενταετία από το χαρακτηρισμό όλα τα βοοειδή ηλικίας άνω των 24 μηνών στο 20 % τουλάχιστον των αγελών έχουν δοκιμασθεί και έχουν αντιδράσει αρνητικά σε ορολογική δοκιμή διεξαγόμενη σύμφωνα με το παράρτημα Γ ή, στην περίπτωση γαλακτοπαραγωγικών αγελών, με εξέταση δειγμάτων γάλακτος σύμφωνα με το παράρτημα Γ, γ) κάθε περίπτωση βοοειδούς για το οποίο υπάρχει υποψία μόλυνσης από βρουκέλλα γνωστοποιείται στην αρμόδια τοπική κτηνιατρική αρχή, διενεργείται επίσημος επιδημιολογικός έλεγχος για βρουκέλλα και διενεργούνται δύο ορολογικές δοκιμές μεταξύ των οποίων και δοκιμή σύνδεσης του συμπληρώματος, καθώς και μικροβιολογική εξέταση κατάλληλων δειγμάτων, δ) κατά τη διάρκεια της περιόδου που υπάρχει η υποψία μόλυνσης και η οποία συνεχίζεται μέχρι την απόκτηση αρνητικών αποτελεσμάτων από τις δοκιμές που προβλέπονται στο στοιχείο γ), η κατάταξη της αγέλης προέλευσης ή διαμετακόμισης του ύποπτου βοοειδούς και των επιδημιολογικώς συνδεδεμένων αγελών στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων βρουκελλώσεως αναστέλλεται , ε) σε περίπτωση εστίας εξελικτικής βρουκέλλωσης, όλα τα βοοειδή έχουν σφαγεί. Τα εναπομένοντα ζώα των ευαίσθητων ειδών υποβάλλονται στις προσήκουσες δοκιμές, οι δε χώροι και το υλικό καθαρίζονται και απολυμαίνονται.
9. Η αρμόδια κεντρική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γεωργίας εφόσον η ελληνική επικράτεια ή τμήμα αυτής έχει κηρυχθεί επισήμως απαλλαγμένο βρουκελλώσεως, αναφέρει στην Eπιτροπή της Eυρωπαϊκής Ένωσης την εμφάνιση όλων των κρουσμάτων βρουκελλώσεως. Eάν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία αξιόλογης μεταβολής της κατάστασης αναφορικά με το επισήμως απαλλαγμένο βρουκελλώσεως, η Eπιτροπή της Eυρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία μπορεί να προτείνει να ανασταλεί ή να αφαιρεθεί το δικαίωμα κατάταξης στη συγκεκριμένη κατηγορία έως ότου εκπληρωθούν οι απαιτήσεις της απόφασης.
10. Για την εκπλήρωση των στόχων του τμήματος II, με τον όρο "ορολογική δοκιμή" νοούνται η δοκιμή οροσυγκόλλησης, η δοκιμή διά ρυθμισμένου βρουκελλικού αντιγόνου, η δοκιμή σύνδεσης του συμπληρώματος, η δοκιμή συγκόλλησης του πλάσματος του αίματος, η δακτυλιοειδής δοκιμή στο πλάσμα του αίματος, η δοκιμή μικροσυγκόλλησης ή η μεμονωμένη δοκιμή ELISA στο αίμα, όπως περιγράφονται στο παράρτημα Γ. Οποιαδήποτε άλλη διαγνωστική δοκιμή που έχει εγκριθεί σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία και περιγράφεται στο παράρτημα Γ γίνεται επίσης δεκτή για την εκπλήρωση των στόχων του τμήματος II. Με τον όρο "δοκιμή στο γάλα" νοείται η δακτυλιοειδής δοκιμή στο γάλα ή η δοκιμή ELISA στο γάλα σύμφωνα με το παράρτημα Γ.
ΠAPAPΤHMA B
(ΠΡΟΤΥΠΑ ΠΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣ^ΥΗ ΚΑ! ΧΡΗΣΗ ΦΥΜΑΤ!ΝΗΣ M. BOVIS MI ΦΥΜΑΉΝΗΣ M. AVIUM)
1. Οι δοκιμές φυματινισμού που έχουν ελεγχθεί επισήμως πρέπει να διεξάγονται με φυματίνη PPD ή HCSM.
2. Τα πρότυπα εργασίας των παρασκευαστών για τον έλεγχο των βόειων φυματινών PPD και HCSM πρέπει να διαβαθμίζονται βάσει κοινοτικών μονάδων φυματίνης (CTU), μετά από βιολογικό έλεγχο σε σύγκριση με το κατάλληλο κοινοτικό πρότυπο φυματίνης.
S. Τα πρότυπα εργασίας των παρασκευαστών για τον έλεγχο των φυματινών M. Avium πρέπει να διαβαθμίζονται βάσει διεθνών μονάδων, μετά από βιολογικό έλεγχο, συγκρίνοντας με το κατάλληλο κοινοτικό πρότυπο φυματίνης PPD από φυματίνη M. avium.
4. Το κοινοτικό πρότυπο για φυματίνη PPD από φυματίνη M. bovis είναι αυτό που προμηθεύει το Instituut voor Dierhouderij en Diergezondheid (IDDLO) Lely Stad, Ολλανδία.
5. Το κοινοτικό πρότυπο για φυματίνη HCSM είναι αυτό που προμηθεύει το Institut Pasteur, Παρίσι, Γαλλία.
6. Το κοινοτικό πρότυπο για φυματίνη M. avium είναι αυτό που προμηθεύει το Veterinary Laboratory Addlestone, Weybridge, England.
7. Οι φυματίνες M. bovis πρέπει να παρασκευάζονται με ένα από τα στελέχη M. bovis που αναφέρονται παρακάτω:
α) AN 5, β) Vallee.
8. Οι φυματίνες M. avium πρέπει να παρασκευάζονται με ένα από τα στελέχη M. avium που αναφέρονται παρακάτω:
α) D 4 ER, β) TB 56.
9. Το pH των φυματινών πρέπει να είναι μεταξύ 6,5 και 7,5.
10. Για τα συντηρητικά αντιμικροβιακής δράσης ή άλλες ουσίες οι οποίες μπορεί να προστεθούν σε μια φυματίνη πρέπει να έχει αποδειχθεί, έτσι ώστε να τηρούνται οι αρχές του εθνικού εργαστηρίου που είναι υπεύθυνο για τον επίσημο έλεγχο της φυματίνης, ότι δεν μειώνουν την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα του τελικού προϊόντος.
Οι ανώτατες επιτρεπόμενες συγκεντρώσεις φαινόλης και γλυκερόλης έχουν ως εξής: α) φαινόλη: 0,5 % M/v, β) γλυκερόλη : 10 % v/v.
11. Υπό την προϋπόθεση ότι οι φυματίνες διατηρούνται σε θερμοκρασία αποθήκευσης μεταξύ 2 και 8 °C, μακριά από φως, είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν ως το τέλος των κάτωθι περιόδων μετά από την τελευταία ικανοποιητική δοκιμή δραστικότητας:
α) φυματίνες PPD σε υγρά φάση: δύο έτη, φυματίνες PPD σε λυόφιλο φάση: οκτώ έτη, β) φυματίνες HCSM σε διάλυμα: δύο έτη.
12. Τα εθνικά εργαστήρια που απαριθμούνται παρακάτω είναι υπεύθυνα για τον επίσημο έλεγχο των φυματινών για τις χώρες τους κατ’ αντιστοιχία:
α) Γερμανία: PaulEhrlich Institut, Francfortsur le Main , β) Βέλγιο: Institut d’hygiene et d’epidemiologie, rue J. Wytsman 14,
1050 Bruxelles ,
γ) Γαλλία: Laboratoire national des medicaments veterinaires, Fougeres δ) Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου: Εθνικό εργαστήριο προμηθεύτριας χώρας , ε) Ιταλία: Istituto superiore di sanita, Rome , στ) Κάτω Χώρες: Instituut voor Dierhouderij en Diergezondheid (IDDLO) Lelystad , ζ) Δανία: Statens Veterinare Serumlaboratorium, Copenhague V ,
η) Ιρλανδία: Εθνικό εργαστήριο προμηθεύτριας χώρας, θ) Ηνωμένο Βασίλειο: Veterinary Laboratory Agency, Addlestone, Weybridge , ι) Ελλάδα: Κέντρο Κτηνιατρικών Ιδρυμάτων Αθηνών, Νεαπόλεως 25, 153 10 Αθήνα , ια) Ισπανία: Laboratorio de Sanidad y produccion Animal de Granada
ιβ) Πορτογαλία: Laboratorio Nacional de lnvestigacao Veterinaria, Lisbonne ,
ιγ) AuOTpi^: Bundesanstalt fór Tierseuchenbekαmpfung, Modling,
ιδ) Φινλανδία: Central Veterinary Laboratory, Weybridge,
ιε) Σουηδία: Statens veterinarmedicinska anstalt, Uppsala.
13. Πρέπει να διεξάγεται επίσημος έλεγχος σε κάθε παρτίδα φιαλιδίων φυματίνης έτοιμης προς χρήση.
14. Οι φυματίνες ελέγχονται με βιολογικές και χημικές μεθόδους.
15. Οι φυματίνες πρέπει να είναι στείρες. Διεξάγονται δοκιμές για τη στειρότητα των φυ ματινών σύ μφωνα με τις προδιαγραφές της ευρωπαϊκής φαρμακοποιίας.
16. Παραγματοποιείται έλεγχος για την απουσία τοξικών ή ερεθιστικών ιδιοτήτων σύμφωνα με τις προδιαγραφές της ευρωπαϊκής φαρμακοποιίας.
17. Οι φυματίνες πρέπει να αναλύονται χημικά για τον καθορισμό της συγκέντρωσης γλυκερόλης ή/και φαινόλης και επίσης για τον καθορισμό της συγκέντρωσης οποιουδήποτε άλλου συντηρητικού που μπορεί να έχει προστεθεί.
18. Πρέπει να διεξάγεται δοκιμή μηευαισθητοποίησης σε φυματίνες σύμφωνα με τις προδιαγραφές της ευρωπαϊκής φαρμακοποιίας.
19. Η δραστικότητα των φυματινών πρέπει να εκτιμάται βάσει βιολογικών μεθόδων. Οι μέθοδοι αυτές πρέπει να χρησιμοποιούνται για HCSM και PPD φυματίνες: βασίζονται σε σύγκριση των φυματινών που ελέγχονται με φυματίνες πρότυπα.
2G. Η περιεχόμενη αναλογία φυματίνης PPD πρέπει να εκτιμάται με τη μέθοδο kjeldahl. Το άζωτο μετατρέπεται σε περιεχόμενη αναλογία φυματινοπρωτείνης πολλαπλασιάζοντάς το με το 6,25.
21. Το κοινοτικό πρότυπο για τη βόεια φυματίνη HCSM έχει δραστικότητα της τάξης των 65 GGG μονάδων κοινοτικής φυματίνης (CTU) ανά ml και διανέμεται σε φιαλίδια που περιέχουν 5 ml φυματίνης.
22. Το κοινοτικό πρότυπο για τη βόεια φυματίνη PPD έχει δραστικότητα της τάξης των 5G GGG μονάδων κοινοτικής φυματίνης (CTU) ανά mg και διανέμεται σε λυόφιλη μορφή, σε φιαλίδια που περιέχουν 1,8 mg της PPD, δηλαδή G,GGGG2 mg PPD έχει δραστικότητα ισοδύναμη με μια μονάδα κοινοτικής φυματίνης.
23. Το κοινοτικό πρότυπο για τη M. avium φυματίνη PPD έχει δραστικότητα της τάξης των 5G GGG μονάδων κοινοτικής φυματίνης (CTU) ανά mg ξηράς ουσίας καθαρού πρωτεϊνικού προϊόντος και διανέμεται σε λυόφιλη μορφή σε φιαλίδια που περιέχουν 1G mg PPD και 26,3 mg άλατα, δηλαδή G,GGGG726 mg του προτύπου έχει δραστικότητα ισοδύναμη με μία διεθνή μονάδα.
24. Οι φυματίνες που υποβάλλονται από τους παρασκευαστές για έλεγχο από τα κρατικά εργαστήρια και τα οποία απαριθμούνται στην παράγραφο 12, πρέπει να έχουν ελεγχθεί όσον αφορά τη δραστικότητα, βάσει βιολογικών δοκιμών εκτίμησης σε σύγκριση με τα κατάλληλα πρότυπα που απαριθμούνται στις παραγράφους 2 και 3.
25. α) Δραστικότητα ελεγμένη σε ινδικά χοιρίδια
Πρέπει να χρησιμοποιούνται αλφικά ινδικά χοιρίδια βάρους από 4GG ως 6GG g. Τα ινδικά αυτά χοιρίδια πρέπει να βρίσκονται σε καλή κατάσταση, από απόψεως υγείας, κατά το χρόνο χορήγησης της ένεσης φυματίνης. Γ ια την κά
θε δοκιμή εκτίμησης πρέπει να χρησιμοποιούνται τουλάχιστον οκτώ ινδικά χοιρίδια. Η δοκιμή εκτίμησης πρέπει να διενεργείται τουλάχιστον ένα μήνα μετά την ευαισθητοποίηση.
αα) Γ ια τη δοκιμή εκτίμησης βόειων φυματινών, τα ινδικά χοιρίδια πρέπει να ευαισθητοποιούνται με μια από τις παρακάτω μεθόδους:
1. ένεση ελαιώδους διαλύματος θερμικάνεκρού στελέχους M. bovis AN5,
2. ένεση ζωντανού στελέχους M. bovis AN5 σε φυσιολογικό αλατούχο ύδωρ,
3. ένεση εμβολίου BCG ,
ββ) για τη δοκιμή εκτίμησης ορνίθιας φυματίνης, τα ινδικά χοιρίδια πρέπει να ευαισθητοποιούνται με ένεση 2 mg θερμικάνεκρού βάκιλλου της φυματίωσης ορνίθειου τύπου που αιωρείται σε 0,5 ml στείρας υγράς παραφίνης ή με ένεση ζωντανού βάκιλλου της φυματίωσης ορνίθειου τύπου που βρίσκεται σε φυσιολογικό αλατούχο νερό. Για το σκοπό αυτό πρέπει να χρησιμοποιείται το στέλεχος ορνίθειου τύπου D 4,
γγ) κάθε φυματίνη που ελέγχεται πρέπει να εκτιμάται σε σύγκριση με τα κατάλληλα πρότυπα φυματίνης βάσει ενδοδερμικής δοκιμής εκτίμησης, χρησιμοποιώντας κατάλληλες ευαισθητοποιημένες ομάδες ινδικών χοιριδίων.
Κουρεύεται το τρίχωμα αμφοτέρων των πλευρών έκαστου ινδικού χοιρίδιου. Η δοκιμή εκτίμησης διεξάγεται συγκρίνοντας τις αντιδράσεις που προκαλούνται μετά από σειρά ενδοδερματικών ενέσεων, δόσεων όχι μεγαλύτερων από 0,2 ml διαλύματος προτύπου φυματίνης σε ισοτονικό ρυθμιστικό αλατούχο διάλυμα που περιέχει tween 80, 0,0005 %, με σειρά αντίστοιχων ενέσεων της υπό έλεγχο φυματίνης. Οι αραιώσεις γίνονται σε γεωμετρικές σειρές και διενεργούνται οι ενέσεις στα ινδικά χοιρίδια σύμφωνα με σύστημα τυχαίου λατινικού τετράγωνου (χρησιμοποιούνται τέσσερις ενέσεις σε κάθε πλευρά μιας δοκιμής εκτίμησης οκτώ σημείων). θα πρέπει να μετρηθούν και να καταγραφούν οι διάμετροι στα σημεία των αντιδράσεων, σε κάθε πλευρά, μετά από 24 με 28 ώρες.
Για έκαστο δείγμα φυματίνης που ελέγχεται, πρέπει να διεξάγεται εκτίμηση σχετικής δραστικότητας συγκριτικά με το κατάλληλο πρότυπο και των λαμβανομένων ως βάση αναφοράς του ορίων, με τη βοήθεια στατιστικών μεθόδων, χρησιμοποιώντας τις διαμέτρους των αντιδράσεων και τους λογάριθμους των δόσεων ως συντελεστές μετατροπής. Η υπό έλεγχο βόεια φυματίνη είναι αποδεκτής δραστικότητας εάν η εκτιμώμενη δραστικότητα της εγγυάται ανά βόεια δόση 2 000 κοινοτικές μονάδες φυματίνης (περίπου 25 %) ανά βοοειδές. Η δραστικότητα εκάστης υπό δοκιμή φυματίνης εκφράζεται ανάλογα είτε σε κοινοτικές μονάδες φυματίνης ή σε διεθνείς μονάδες ανά ml,
β) Δραστικότητα που ελέγχεται σε βοοειδή.
Είναι δυνατόν να διεξάγονται περιοδικές δοκιμές βόειων φυματινών σε φυσικά ή τεχνητά μολυσμένα από φυματίωση βοοειδή. Οι δοκιμές αυτές δραστικότητας σε ομάδες φυματικών βοοειδών διεξάγονται με ενδοδερμική δοκιμή εκτίμησης τεσσάρων ή έξι σημείων της υπό έλεγχο φυματίνης σε σχέση με το κατάλληλο πρότυπο και η δραστικότητα της φυματίνης εκτιμάται βάσει στατιστικών μεθόδων όπως στη δοκιμή εκτίμησης σε ινδικά χοιρίδια.
26. Οι κάτωθι προϋποθέσεις ισχύουν για το ετικετάρισμα των περιεκτών και των συσκευασιών φυματίνης:
Η ετικέτα στους περιέκτες και στις συσκευασίες πρέπει να δηλώνει:
α) το όνομα του σκευάσματος,
σε περίπτωση που πρόκειται για υγρά σκευάσματα, τον ολικό όγκο του περιέκτη,
τον αριθμό των κοινοτικών ή διεθνών μονάδων ανά ^ιΙ ή ανά ^^,
το όνομα του παρασκευαστή,
τον αριθμό παρτίδας,
το είδος και την ποσότητα του υγρού επαναφοράς σε φυσική κατάσταση, εάν πρόκειται για σκευάσματα ξηράς ψύξης.
Η ετικέτα στους περιέκτες ή στις συσκευασίες πρέπει να δηλώνει:
την ημερομηνία λήξης,
τις συνθήκες αποθήκευσης,
το όνομα και, ενδεχομένως, τις αναλογίες κάθε ουσίας που έχει προστεθεί,
το στέλεχος του βακίλλου από το οποίο έχει γίνει η φυματίνη.
27. Τα κοινοτικά εργαστήρια, τα οποία έχουν ορισθεί σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία, ορίζονται υπεύθυνα για τις συμπληρωματικές εξετάσεις συνήθους μορφής για φυματίνες που χρησιμοποιούνται στα κράτη μέλη, με στόχο να εξασφαλίζεται ότι η δραστικότητα εκάστης από αυτές τις φυματίνες είναι επαρκής σε σχέση με το κατάλληλο κοινοτικό πρότυπο φυματίνης. Οι έλεγχοι αυτοί πρέπει να διεξάγονται σε φυματικά βοοειδή ή σε κατάλληλα ευαισθητοποιημένα ινδικά χοιρίδια και με κατάλληλες χημικές δοκιμές.
28. Οι κάτωθι αναγνωρίζονται ως επίσημοι ενδοδερμικοί φυματινισμοί:
α) απλή ενδοδερμική δοκιμή: η δοκιμή αυτή προϋποθέτει απλή έγχυση βόειας φυματίνης ,
β) ενδοδερμική συγκριτική δοκιμή: η δοκιμή αυτή προϋποθέτει μια έγχυση βόειας φυματίνης και ταυτόχρονα μια έγχυση ορνίθιας φυματίνης.
29. Η δόση της ενέσιμου φυματίνης είναι:
1. όχι λιγότερο από 2 000 Οϊϋ βόειας φυματίνης,
2. όχι λιγότερο από 2 000 Ιϋ ορνίθειας φυματίνης.
Ο όγκος εκάστης δόσης έγχυσης δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 0,2 ^ιΙ.
30. Οι δοκιμές φυματινισμού διεξάγονται με εγχύσεις φυματίνης στο δέρμα του τραχήλου. Τα σημεία έγχυσης βρίσκονται στο όριο πρόσθιου και μεσαίου τρίτου του τραχήλου. Σε περίπτωση που εγχύονται βόεια και ορνίθεια φυματίνη στο ίδιο ζώο, το σημείο έγχυσης της ορνίθειας φυματίνης πρέπει να απέχει περίπου 10 ο^ι από την κορυφή του τραχήλου και το σημείο έγχυσης της βόειας φυματίνης πρέπει να είναι περίπου 12,5 ο^ι χαμηλότερα, σε μια γραμμή σχεδόν παράλληλη με τη γραμμή της ωμοπλάτης ή να βρίσκονται σε διαφορετικές πλευρές του τραχήλου, στα νεαρά ζώα, στα οποία δεν υπάρχει επιφάνεια για επαρκή διαχωρισμό των σημείων στη μια πλευρά του τραχήλου, γίνεται μια έγχυση σε κάθε πλευρά του τραχήλου σε αντίστοιχα σημεία στο κέντρο του μεσαίου τρίτου του τραχήλου.
31. Τεχνική διεξαγωγής της δοκιμής φυματινισμού και ερμηνείας των αντιδράσεων
α) Τεχνική
Τα σημεία έγχυσης πρέπει να κουρεύονται και να καθαρίζονται. Ένα κομμάτι από εκάστη περιοχή που κουρεύεται συλλαμβάνεται ανάμεσα στο δείκτη και τον αντίχειρα με τη βοήθεια του παχύμετρου και καταγράφεται η μέτρηση. Μια κοντή στείρα βελόνη, η λοξή άκρη ανάποδα, με προσαρτημένη διαβαθμισμένη σύριγγα γεμάτη με φυματίνη, εισάγεται πλαγίως στα βαθύτερα στρώματα δέρματος. Η σωστή έγχυση επιβεβαιώνεται ψηλαφώντας ένα μικρό σαν μπιζέλι εξόγκωμα σε έκαστο σημείο έγχυσης. Το πάχος της πτυχής του δέρματος μετράται ξανά 72 ώρες μετά από την έγχυση και καταγράφεται. β) Ερμηνεία των αντιδράσεων
Η ερμηνεία των αντιδράσεων βασίζεται σε κλινικές παρατηρήσεις και στις καταγραφείσες αυξήσεις του πάχους της πτυχής του δέρματος στα σημεία έγχυσης 72 ώρες μετά από την έγχυση φυματίνης(ών).
βα) αρνητική αντίδραση: σε περίπτωση που παρατηρείται περιορισμένη διόγκωση, με μια αύξηση του πάχους της πτυχής του δέρματος όχι άνω των 2 και με απουσία κλινικών συμπτωμάτων, όπως διάχυτο ή εκτεταμένο οίδημα, εξίδρωση, νέκρωση, πόνο ή φλεγμονή των λεμφικών πόρων της περιοχής αυτής ή των λεμφογαγγλίων , ββ) ύποπτη αντίδραση: σε περίπτωση που δεν παρατηρούνται κλινικά συμπτώματα, όπως αυτά που προαναφέρονται στο στοιχείο βα) και εφόσον ή αύξηση του πάχους της πτυχής του δέρματος είναι μεγαλύτερη από 2 και μικρότερη από 4 ^ι^ι, βγ) θετική αντίδραση: εάν παρατηρούνται κλινικά συμπτώματα όπως αυτά που προαναφέρονται στο στοιχείο βα) και υπάρχει αύξηση του πάχους της πτυχής του δέρματος άνω των 4 στο σημείο έγχυσης.
32. Ερμηνεία των επίσημων δοκιμών φυματινισμού α) Απλή ενδοδερμική:
θετική: θετική βόεια αντίδραση όπως περιγράφεται στην παράγραφο 31 στοιχείο βγ), ύποπτη: ύποπτη αντίδραση όπως περιγράφεται στην παράγραφο 31 στοιχείο ββ), αρνητική: αρνητική βόεια αντίδραση όπως περιγράφεται στην παράγραφο 31 στοιχείο βα).
Ζώα τα οποία παρουσίασαν ύποπτο αποτέλεσμα στην απλή ενδοδερμική δοκιμή, υποβάλλονται σε άλλη μία δοκιμή μετά από τουλάχιστον 42 ημέρες.
Ζώα που δεν παρουσιάζουν αρνητικό αποτέλεσμα στη δεύτερη αυτή δοκιμή, θεωρούνται ως θετικά αντιδράσαντα στη δοκιμή.
Ζώα που παρουσίασαν θετικό αποτέλεσμα στην απλή ενδοδερμική δοκιμή, μπορεί να υποβληθούν σε συγκριτική ενδοδερμική δοκιμή.
β) Συγκριτική ενδοδερμική δοκιμή για την κατάταξη και την παραμονή στην κατηγορία των επίσημα απαλλαγμένων φυματίωσης εκμεταλλεύσεων: θετική: θετική αντίδραση στη βόεια φυματίνη, η οποία είναι πάνω από 4 μεγαλύτερη από την αντίδραση στην ορνίθεια φυματίνη ή παρουσία κλινικών συμπτωμάτων,
ύποπτη: θετική ή ύποπτη αντίδραση στη βόεια φυματίνη, η οποία είναι από 1 έως 4 μεγαλύτερη από την αντίδραση στην ορνίθεια φυματίνη και απουσία κλινικών συμπτωμάτων, αρνητική: αρνητική αντίδραση στη βόεια φυματίνη ή θετική ή ύποπτη αντίδραση στη βόεια φυματίνη, η οποία όμως ισούται ή είναι μικρότερη από θετική ή ύποπτη αντίδραση στην ορνίθεια φυματίνη και απουσία κλινικών συμπτωμάτων σε αμφότερες τις περιπτώσεις.
Τα ζώα που παρουσίασαν ύποπτο αποτέλεσμα στη συγκριτική ενδοδερμική δοκιμή υποβάλλονται σε άλλη μια δοκιμή τουλάχιστον μετά από 42 ημέρες. Τα ζώα που δεν παρουσιάζουν αρνητικό αποτέλεσμα στη δεύτερη αυτή δοκιμή θεωρούνται ως αντιδράσαντα θετικά στη δοκιμή.
γ) Είναι δυνατόν να ανασταλεί η κατάταξη στην κατηγορία των επίσημα απαλλαγμένων φυματίωσης αγελών και να μην επιτρέπεται στα ζώα της αγέλης να μετέχουν σε ενδοκοινοτικές συναλλαγές έως ότου επιλυθεί το θέμα κατάταξης των κάτωθι περιπτώσεων ζώων:
1. ζώα τα οποία θεωρούνται ύποπτα μετά από την απλή ενδοδερμική δοκιμή,
2. ζώα που θεωρούνται θετικά μετά από την απλή ενδοδερμική δοκιμή, αλλά για τα οποία αναμένεται επανεξέταση με συγκριτική ενδοδερμική δοκιμή,
3. ζώα που θεωρούνται ύποπτα μετά από τη διεξαγωγή συγκριτικής ενδοδερμικής δοκιμής.
δ) Σε περίπτωση που ζητείται βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας τα ζώα να υποβληθούν σε ενδοδερμική δοκιμή πριν από τη μετακίνησή τους, η δοκιμή ερμηνεύεται έτσι ώστε να μην μετέχει σε εμπόριο ζώο που παρουσιάζει αύξηση του πάχους της πτυχής του δέρματος μεγαλύτερη από 2 mm ή κλινικά συμπτώματα.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ
ΒΡΟΥΚΕΛΛΩΣΗ
Α. Δοκιμές οροσυγκόλλησης .
1. Το πρότυπο ορού οροσυγκόλλησης πρέπει να ανταποκρίνεται στο πρότυπο ορού που έχει παρασκευασθεί από το Veterinary Laboratory Agency, Addlestone, Weybridge, England.
Το φιαλίδιο πρέπει να περιέχει 1.000 IU συγκόλλησης που προκύπτουν από λυοφιλοποίηση 1 ml βόειου ορού.
2. Ο πρότυπος ορός πρέπει να είναι αυτός ο οποίος προμηθεύεται από το Bundesgesundheitsamt, Berlin.
3. Ο βαθμός συγκόλλησης της βρουκέλλας στον ορό πρέπει να εκφράζεται σε IU ανά ml (π.χ.: ορός X = 80 IU/ml).
4. Οι μετρήσεις της βραδείας οροσυγκόλλησης σε σωλήνες πρέπει να λαμβάνονται στο στάδιο του 50 ή 75 % συγκόλλησης, το αντιγόνο που χρησιμοποιείται πρέπει να έχει τιτλοποιηθεί σε ιδανικές συνθήκες σε σχέση με τον πρότυπο ορό.
5. Η τιμή συγκόλλησης των διάφορων αντιγόνων σε σχέση με τον πρότυπο ορό πρέπει να βρίσκεται εντός των κάτωθι ορίων:
α) εάν η μέτρηση έχει γίνει στο στάδιο του 50 % : μεταξύ 1/600 και 1/1000
β) εάν η μέτρηση έχει γίνει στο στάδιο του 75 % : μεταξύ 1/500 και 1/750.
6. Το στέλεχος Weybridge no 99 και το στέλεχος USDA 1119 ή όποιο άλλο στέλεχος ισοδύναμης ευαισθησίας πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παρασκευή του αντιγόνου που θα χρησιμοποιηθεί στο σωλήνα συγκόλλησης (βραδεία μέθοδος).
7. Το μέσο καλλιέργειας που χρησιμοποιείται για τη διατήρηση του στελέχους στο εργαστήριο και για την παραγωγή του αντιγόνου πρέπει να είναι τέτοιο ώστε να μην διευκολύνεται ο βακτηριολογικός αφεταιρισμός (S R), κατά προτίμηση να χρησιμοποιείται το άγαρ πατάτας.
8. Η βακτηριακή γαλακτωματοποίηση πρέπει να γίνεται από φυσιολογικό αλατούχο ύδωρ (NaCl 8,5 σε διάλυμα φαινόλης 0,5%). Δεν πρέπει να χρησιμοποιείται φορμόλη.
9. Τα επίσημα εργαστήρια που παρατίθενται πρέπει να είναι υπεύθυνα για τον επίσημο έλεγχο των αντιγόνων:
α) Γερμανία: Bundesgesundheitsamt, Berlin ,
β) Βέλγιο: Institut national de recherches v^i'haires, Bruxelles,
γ) Γαλλία: Laboratoire central de recherches veterinaires, Alfort,
δ) Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου: Επίσημο εργαστήριο προμηθεύτριας χώρας , ε) Ιταλία: Istituto superiore di sanita, Rome, στ) Κάτω Χώρες: Institut voor Dierhonderij en Diergezondheid (ID DLO) Lelystad , ζ) Δανία: Statens Veterinare Serumlaboratorium, Copenhagen V
η) Ιρλανδία: Veterinary Laboratory, Department of Agriculture and Food, Dublin, θ) Ηνωμένο Βασίλειο:
θα) Μεγάλη Βρετανία: Veterinary Laboratory Agency, Addlestone, Weybridge, England, θβ) Βόρειος Ιρλανδία: Veterinary Research Laboratory, Stormont, Belfast , ι) Ελλάδα: Κτηνιατρικό Εργαστήριο Λάρισας ια) Ισπανία: Centro Nacional de brucelosis; laboratorio de Sanidad y Producciσn Animal de Santa Fe (Granada), ιβ) Πορτογαλία: Laboratorio Nacional de Investigacao Veterinaria, Lisbonne, ιγ) Αυστρία: Bundesanstalt fur Tierseuchenbekampfung, Modling , ιδ) Φινλανδία: Elainlaakinta ja elintarvikelaitos, Helsinkianstalten for veterinarmedicin och livsmedel, Helsingfors,
ιε) Σουηδία: Statens veterinarmedicinska anstalt, Uppsala.
10. Τα αντιγόνα είναι δυνατόν να διανέμονται σε συμπυκνωμένη κατάσταση, εφόσον ο διαλύτης που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί αναγράφεται στην ετικέτα της φιάλης.
11. Με σκοπό να διεξαχθεί η δοκιμή της οροσυγκόλλησης, πρέπει να παρασκευαστούν για έκαστο ορό τουλάχιστον τρία διαλύματα. Οι αραιώσεις του ύποπτου ορού πρέπει να γίνονται με τέτοιο τρόπο ώστε η μέτρηση αντίδρασης στο όριο μόλυνσης να καταγράφεται στο μεσαίο σωλήνα. Σε περίπτωση που καταγράφεται θετική αντίδραση στο σωλήνα αυτό, ο ύποπτος ορός περιέχει τουλάχιστον 30 IU συγκόλλησης ανά ml.
Β. Δοκιμή αντίδρασης σύνδεσης συμπληρώματος.
1. Ο πρότυπος ορός είναι ίδιος με αυτόν που αναγράφεται στο σημείο Α.1 του παρόντος παραρτήματος. Εκτός από το περιεχόμενό του σε διεθνείς μονάδες συγκόλλησης, 1 ml του λυοφιλοποιημένου βόειου αυτού ορού πρέπει να περιέχει 1 000 μονάδες ευαισθητοποίησης, οι οποίες σταθεροποιούν το συμπλήρωμα. Οι μονάδες αυτές ευαισθητοποίησης ονομάζονται ΕΟΚ μονάδες ευαισθητοποίησης.
2. Ο πρότυπος ορός πρέπει να προμηθεύεται από το Bundesgesundheitsamt, Berlin.
3. Η ποσότητα αντιγόνων του ορού που συνδέουν το συμπλήρωμα πρέπει να εκφράζεται σε ΕΟΚ μονάδες ευαισθητοποίησης (π.χ.: ορός Χ = 60 ΕΟΚ μονάδες, ευαισθητοποίησης ανά ml).
4. Ένας ορός που περιέχει 20 και πλέον μονάδες ΕΟΚ ευαισθητοποίησης (δηλαδή, δραστικότητα ίση με το 20o/oo του πρότυπου ορού) ανά ml, πρέπει να θεωρείται ως θετικός.
5. Οι οροί πρέπει να εξουδετερώνονται ως εξής:
α) βόειος ορός: σε 56 με 60° C για 30 έως 50 λεπτά , β) ορός χοίρου: σε 60° C για 30 ως 50 λεπτά.
6. Το στέλεχος Weybridge ηο 99 και το στέλεχος USDA 1119 πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παρασκευή του αντιγόνου. Το αντιγόνο αντιπροσωπεύει βακτηριακή αραίωση 0,85 % σε φυσιολογικό ορό ή σε φορτισμένο διάλυμα βαρβιτάλης.
7. Με σκοπό τη διεξαγωγή της δοκιμής αντίδρασης, θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί δόση συμπληρωματική υψηλότερη από το κατώτερο ελάχιστο όριο για ολική αιμόλυση.
8. Με σκοπό την πραγματοποίηση δοκιμής αντίδρασης σύνδεσης του συμπληρώματος, πρέπει να διεξάγονται κάθε φορά οι κάτωθι έλεγχοι
α) έλεγχος του αποτελέσματος ανάσχεσης της σύνδεσης του ορού, β) έλεγχος του αντιγόνου,
γ) έλεγχος των ευαισθητοποιημένων ερυθρών σωματιδίων του αίματος , δ) έλεγχος του συμπληρώματος, ε) δοκιμαστική χρήση θετικού ορού ευαισθησίας στην αρχή της αντίδρασης, στ) έλεγχος του ειδικού χαρακτήρα της αντίδρασης χρησιμοποιώντας αρνητικό ορό.
9. Η επιθεώρηση και ο επίσημος έλεγχος των πρότυπων ορών και των αντιγόνων πραγματοποιείται από τους φορείς που αναγράφονται στο τμήμα Α παράγραφος 9 του παρόντος παραρτήματος.
10. Τα αντιγόνα είναι δυνατόν να διανέμονται σε συμπυκνωμένη μορφή, εφόσον αναγράφεται στην ετικέτα της φιάλης ο διαλύτης που πρέπει να χρησιμοποιηθεί.
Γ. Δακτυλιοειδής δοκιμή.
1. Πρέπει να πραγματοποιείται δακτυλιοειδής δοκιμή στα περιεχόμενα έκαστου δοχείου γάλακτος ή εκάστης δεξαμενής χύδην συσσώρευσης της εκμετάλλευσης.
2. Το πρότυπο αντιγόνο που πρέπει να χρησιμοποιηθεί, πρέπει να προέρχεται από ένα από τα εργαστήρια που απαριθμούνται στο τμήμα Α παράγραφος 9. Συνιστάται τα αντιγόνα να τυποποιούνται σύμφωνα με τις συστάσεις των WHO/FAO.
3. Το αντιγόνο μπορεί να χρωματίζεται μόνο με αιματοξυλίνη ή tetrazolium, προτιμότερη η χρήση της αιματοξυλίνης.
4. Σε περίπτωση που δεν χρησιμοποιείται συντήρηση, η δοκιμή αντίδρασης πρέπει να πραγματοποιείται εντός 18 έως 24 ωρών από τη λήψη του δείγματος από την αγελάδα. Σε περίπτωση που το γάλα πρόκειται να εξετασθεί μετά από 24 ώρες από τη δειγματοληψία, πρέπει να συντηρηθεί και η φορμαλδεΰδη ή ο διχλωριούχος υδράργυρος είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν σαν συντηρητικά και, σε περίπτωση που ένα από αυτά χρησιμοποιηθεί τότε η δοκιμή πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός 14 ημερών από την ημέρα της δειγματοληψίας. Είναι δυνατόν να προστεθεί φορμαλδεΰδη και να επιτευχθεί τελική συγκέντρωση της τάξης του 0,2 % στο δείγμα γάλακτος και σε αυτές τις περιπτώσεις, η αναλογία ανάμεσα στην ποσότητα γάλακτος και το διάλυμα φορμαλδεΰδης πρέπει να είναι τουλάχιστον 10 προς 1. Αντί της φορμαλδεΰδης μπορεί να χρησιμοποιηθεί διάλυμα διχλωριούχου υδράργυρου για να επιτευχθεί τελική συγκέντρωση της τάξης του 0,2 % στο γάλα και σε αυτές τις περιπτώσεις, η αναλογία ανάμεσα στην ποσότητα του γάλακτος και το διάλυμα διχλωριούχου υδράργυρου πρέπει να είναι 10 προς 1.
5. Η αντίδραση πρέπει να πραγματοποιείται χρησιμοποιώντας μία από τις ακόλουθες μεθόδους:
α) σε στήλη γάλακτος τουλάχιστον 25 mm ύψους και σε όγκο γάλακτος 1 ml, στο οποίο έχουν προστεθεί 0,03 ml ενός από τα τυποποιημένα χρωματισμένα αντιγόνα, β) σε στήλη γάλακτος τουλάχιστον 25 mm ύψους και σε όγκο γάλακτος 1 ml, στο οποίο έχουν προστεθεί 0,05 ml ενός από τα τυποποιημένα χρωματισμένα αντιγόνα, γ) σε όγκο γάλακτος 8 ml, στο οποίο έχουν προστεθεί
0, 08 ml ενός από τα τυποποιημένα χρωματισμένα αντιγόνα,
δ) σε στήλη γάλακτος τουλάχιστον 25 mm ύψους και σε όγκο γάλακτος 2 ml, στο οποίο έχουν προστεθεί 0,05 ml ενός από τα τυποποιημένα χρωματισμένα αντιγόνα.
6. Το μείγμα γάλακτος και αντιγόνων πρέπει να επωάζεται σε 37° C για τουλάχιστον 45 λεπτά και όχι περισσότερο από 60 λεπτά. Η δοκιμή πρέπει να εκτιμάται εντός 15 λεπτών από την απομάκρυνση από τον επωαστήρα.
7. Η αντίδραση πρέπει να εκτιμάται με βάση τα ακόλουθα κριτήρια
α) αρνητική αντίδραση: χρωματισμένο γάλα, άχρωμη κρέμα
β) θετική αντίδραση: γάλα και κρέμα χρωματισμένα εξίσου ή άχρωμο γάλα και χρωματισμένη κρέμα.
Δ. Δοκιμή δια βρουκελλικού αντιγόνου εντός ρυθμιστικού διαλύματος.
Η δοκιμή δια βρουκελλικού αντιγόνου εντός ρυθμιστικού διαλύματος μπορεί να πραγματοποιηθεί χρησιμοποιώντας μία από τις ακόλουθες μεθόδους : α) Μη αυτοματοποιημένη δοκιμή.
1. Ο πρότυπος ορός είναι ο δεύτερος διεθνής πρότυπος ορός κατά της B. abortus, ο οποίος παρέχεται από το Veterinary Laboratory Agency, Weybridge, Addlestone, England.
2. Το αντιγόνο παρασκευάζεται χωρίς αναφορά στη συγκέντρωση των κυττάρων, αλλά η ευαισθητοποίησή του πρέπει να τυποποιείται σε σχέση με το δεύτερο διεθνή πρότυπο ορό κατά της B. abortus με τέτοιο τρόπο ώστε το αντιγόνο να παράγει θετική αντίδραση σε αραίωση του ορού 1:47,5 και αρνητική αντίδραση σε αραίωση 1:55.
3. Το αντιγόνο αιωρείται σε ρυθμιστικό διάλυμα βρουκελλικού αντιγόνου με pH 3,65, με αριθμητική απόκλιση της τάξης του 0,05 και είναι δυνατόν να έχει χρωματιστεί με χρώση Rose Bengal.
4. Το στέλεχος Weybridge no 99 ή το στέλεχος USDA 1119 ή όποιο άλλο στέλεχος ισοδύναμης ευαισθησίας πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παρασκευή του αντιγόνου.
5. Το μέσο καλλιέργειας που χρησιμοποιείται για τη διατήρηση του στελέχους στο εργαστήριο και για την παραγωγή του αντιγόνου πρέπει να είναι τέτοιο ώστε να μην διευκολύνεται ο βακτηριολογικός αφεταιρισμός (S R), κατά προτίμηση να χρησιμοποιείται το άγαρ πατάτας ή συνεχείς μέθοδοι καλλιέργειας.
6. Το αντιγόνο εξετάζεται σε σχέση με οκτώ γνωστούς θετικούς και αρνητικούς ορούς ξηράς ψύξης.
7. Η επίσημη επιθεώρηση και ο έλεγχος του πρότυπου ορού και του πρότυπου αντιγόνου πραγματοποιούνται από τους επίσημους φορείς που αναγράφονται στο τμήμα Α παράγραφος 9.
8. Το αντιγόνο διανέμεται έτοιμο προς χρήση.
9. Η δοκιμή δια βρουκελλικού αντιγόνου πραγματοποιείται με τον ακόλουθο τρόπο:
α) μια σταγόνα (0,03 ml) αντιγόνου πρέπει να τοποθετηθεί δίπλα σε μια σταγόνα (0,03 ml) ορού σε ένα λευκό δίσκο,
β) αναμειγνύονται με τη βοήθεια μιας ράβδου επίχρισης, αρχικά σε ευθεία γραμμή και μετά σχηματίζοντας κύκλο με διάμετρο περίπου 10 έως 12 mm,
γ) στη συνέχεια, ο δίσκος ανακινείται με κατεύθυνση προς τα εμπρός και προς τα πίσω για τέσσερα λεπτά (περίπου 30 φορές το λεπτό),
δ) η ανάγνωση πρέπει να λαμβάνεται σε συνθήκες καλού φωτισμού, σε περίπτωση που δεν παρατηρείται συγκόλληση, η δοκιμή θεωρείται ως αρνητική, ο οποιοσδήποτε βαθμός συγκόλλησης θεωρείται ως θετικός, εκτός εάν διαπιστώνεται εκτεταμένη ξηρότητα γύρω από τις άκρες.
β) Αυτόματη μέθοδος
Η αυτόματη μέθοδος πρέπει να είναι τουλάχιστον τόσο ευαίσθητη και ακριβής όσο και η μέθοδος με το χέρι.
Ε. Δακτυλιοειδής δοκιμή στο πλάσμα
α) Εκχύλιση πλάσματος.
Ο σωλήνας που περιέχει αίμα, του οποίου εμποδίζεται η πήξη προσθέτοντας EDTA, πρέπει να φυγοκεντρηθεί για τρία λεπτά σε 3 000 στροφές και στη συνέχεια να διατηρηθεί σε θερμοκρασία 37° C για 12 έως 24 ώρες.
β) Εκτίμηση.
0. 2.ml σταθεροποιημένου πλάσματος πρέπει να τοποθετηθούν σε σωλήνα που περιέχει 1 ml μη επεξεργασμένου γάλακτος. Μετά την ανάμειξη, πρέπει να προστεθεί μια σταγόνα (0,05 ml) ABRαντιγόνου και το σύνολο αναμειγνύεται ξανά. Το αντιγόνο πρέπει να τυποποιείται σε σχέση με το πρότυπο αντιγόνο που παρέχεται από το φορέα που αναγράφεται στο τμήμα Α παράγραφος 9 στοιχείο α).
Μετά από περίοδο επώασης 45 λεπτών σε 37° C, πραγματοποιείται ανάγνωση εντός 15 λεπτών. Το αποτέλεσμα θεωρείται θετικό εάν το χρώμα του δακτύλιου έχει γίνει το ίδιο ή βαθύτερο από αυτό της στήλης του γάλακτος.
ΣΤ. Συγκόλληση πλάσματος.
Το πλάσμα που εκχυλίζεται σύμφωνα με το τμήμα Ε στοιχείο α) είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί αμέσως μετά τη φυγοκέντρηση, δεν θεωρείται απαραίτητη η θερμική σταθεροποίηση. 0,05 ml πλάσματος πρέπει να αναμειχθούν με 1 ml αντιγόνου με στόχο οροσυγκόλληση 50 %, η οποία αντιστοιχεί σε αραίωση 1:20 για την οροσυγκόλληση. Πραγματοποιείται ανάγνωση μετά από 18 έως 24 ώρες επώασης σε 37° C. Συγκόλληση από 50 % και άνω θεωρείται θετική.
Ζ. Δοκιμή μικροσυγκόλλησης.
1. Τα αραιωτικά παρασκευάζονται από 0,85 % διάλυμα φυσιολογικού αλατούχου ύδατος σε φαινόλη 0,5 %.
2. Το αντιγόνο παρασκευάζεται όπως περιγράφεται στις παραγράφους 6, 7 και 8 του τμήματος Α και τιτλοποιείται όπως περιγράφεται στην παράγραφο 5 του τμήματος Α. Κατά τη στιγμή χρησιμοποίησης του αντιγόνου προστίθεται σαφρανίνη 0 έως 0,02 % (τελική αραίωση).
3. Ο πρότυπος ορός είναι ο ίδιος με αυτόν που περιγράφεται στο τμήμα Α παράγραφος 1.
4. Ο πρότυπος ορός παρέχεται από το Bundesgesundheitsamt, Berlin.
5. Η δοκιμή μικροσυγκόλλησης πραγματοποιείται σε δίσκους που έχουν κοιλότητες με κωνικές βάσεις όγκου
0, 205 ml. Η δοκιμή διεξάγεται ως εξής:
α) προαραίωση του ορού: 0,050 ml έκαστου υπό δοκιμή ορού προστίθενται στην κάθε κοιλότητα που περιέχει
0, 075 ml αραιωτικού. Τα μείγματα ανακινούνται για 30 δευτερόλεπτα, β) σταδιακή αραίωση του ορού: ετοιμάζονται τρεις τουλάχιστον αραιώσεις για έκαστο ορό. Για το σκοπό αυτό, λαμβάνονται από τις προαραιώσεις (1:2,5) 0,025 ml από έκαστο ορό και μεταφέρονται σε κοιλότητα που περιέχει
0, 025 ml αραιωτικού. Με αυτόν τον τρόπο, η πρώτη αραίωση φθάνει σε ισχύ 1:5 και οι ακόλουθες αραιώσεις πραγματοποιούνται με αναδιπλασιασμό, γ) προσθήκη αντιγόνου: 0,025 ml αντιγόνου προστίθεται σε κάθε κοιλότητα που περιέχει τις διαφορετικές αραιώσεις ορού. Μετά από ανάδευση για 30 δευτερόλεπτα, οι δίσκοι κλείνονται με τα αντίστοιχα καπάκια τους και διατηρούνται σε 37° C για 20 έως 24 ώρες σε υγρή ατμόσφαιρα,
δ) ανάγνωση των αποτελεσμάτων: η εκτίμηση της παραμέτρου της ιζη ματογένεσης του αντιγόνου γίνεται ελέγχοντας τη βάση της κοιλότητας, η οποία ανακλάται σε κοίλο κάτοπτρο που τοποθετείται από επάνω του. Σε περίπτωση που υπάρχει αρνητική αντίδραση, το αντιγόνο σχηματίζει ίζημα υπό μορφή συμπαγούς κομβίου με σαφή όρια και το οποίο έχει έντονο κόκκινο χρώμα. Αντιθέτως, σε περίπτωση που υπάρχει θετική αντίδραση, σχηματίζεται ένα διάχυτο ροδόχρουν πέπλο ισομερώς κατανεμημένο. Τα διάφορα ποσοστά οροσυγκόλλησης καθορίζονται σε σχέση με ελέγχους των αντιγόνων που δεικνύουν 0, 25, 50, 75 και 100 % συγκόλληση. Ο τίτλος του κάθε ορού εκφράζεται σε διεθνείς μονάδες συγκόλλησης ανά ml. Στη δοκιμή αυτή θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται έλεγχοι με αρνητικό και θετικό ορό, οι οποίοι αραιώθηκαν έως ότου να περιέχουν 30 διεθνείς μονάδες συγκόλλησης ανά ml.
Η. Δοκιμή ενζυματικής ανοσοδιάχυσης (Elisa) για την ανίχνευση της βρουκέλλωσης βοοειδών .
1. Το υλικό και τα αντιδραστήρια που πρέπει να χρησιμοποιηθούν έχουν ως εξής:
α) μικροπλάκες στερεάς μορφής, κυαθίσκοι ή οποιοδήποτε άλλο στερεό υλικό, β) το αντιγόνο καθηλώνεται στη στερεά φάση με ή χωρίς τη βοήθεια πολυκλωνικού ή μονοκλωνικού δεσμευτικού αντισώματος , γ) το βιολογικό υγρό που πρόκειται να δοκιμαστεί , δ) αντίστοιχος θετικός ή αρνητικός μάρτυρας , ε) συζυγές,
στ) υπόστρωμα κατάλληλο για το χρησιμοποιούμενο υλικό,
ζ) ανασχετικό διάλυμα, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο, η) διαλύματα για την αραίωση των υπό δοκιμασία δειγμάτων, την παρασκευή των αντιδραστηρίων και την πλύση,
θ) σύστημα ανάγνωσης κατάλληλο για το χρησιμοποιούμενο υπόστρωμα.
2. Τυποποίηση και βαθμός ευαισθησίας της δοκιμής
α) τα δείγματα γάλακτος που προέρχονται από διάφορες αγελάδες χαρακτηρίζονται ως αρνητικά, εφόσον η αντίδραση είναι μικρότερη από το 50 % της αντίδρασης που προέρχεται από αραίωση 1: 10000 της αραίωσης σε αρνητικό γάλα ορού τύπου δεύτερου διεθνούς πρότυπου βρουκέλλωσης , β) τα μεμονωμένα δείγματα χαρακτηρίζονται ως αρνητικά εφόσον η αντίδραση είναι μικρότερη από το 10 % της αντίδρασης που πραγματοποιείται σε αραίωση 1:200 ορού τύπου δεύτερου διεθνούς προτύπου βρουκέλλωσης σε αλατούχο διάλυμα ή σε οποιαδήποτε άλλη αναγνωρισμένη αραίωση, σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία, μετά από γνώμη της μόνιμης κτηνιατρικής επιτροπής.
Τα πρότυπα της Elisa για τη βρουκέλλωση καθορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 του τμήματος Α (και πρέπει να χρησιμοποιούνται στις αραιώσεις που αναγράφονται στην ετικέτα).
3. Προϋποθέσεις για τη χρησιμοποίηση της Elisa για την ανίχνευση της βρουκέλλωσης.
Η μέθοδος Elisa μπορεί να χρησιμοποιείται σε δείγμα γάλακτος ή ορού γάλακτος που έχει ληφθεί από το γάλα που έχει συλλεχθεί από εκμετάλλευση που περιλαμβάνει τουλάχιστον 30 % αγελάδες προορισμένες για παραγωγή γάλακτος σε περίοδο θηλασμού.
Σε περίπτωση που χρησιμοποιείται η μέθοδος αυτή, πρέπει να λαμβάνονται μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται αντιστοιχία μεταξύ των ληφθέντων δειγμάτων και των ζώων από τα οποία προέρχεται το εξεταζόμενο γάλα ή οι οροί.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Δ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
ΑΓΕΛΕΣ, ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΕΠΙΣΗΜΩΣ ΑΠΑΛΛΑΓΜΕΝΑ ΕΝΖΩΟΤΙΚΗΣ ΛΕΥΚΩΣΕΩΣ ΤΩΝ ΒΟΟΕΙΔΩΝ
Α. Μια αγέλη θεωρείται επισήμως απαλλαγμένη ενζωοτικής λευκώσεως των βοοειδών εάν:
i) δεν έχει διαπιστωθεί κλινικώς ή κατόπιν εργαστηριακών εξετάσεων ούτε επιβεβαιωθεί κανένα κρούσμα ενζωοτικής λεύκωσης των βοοειδών στην αγέλη τα προηγούμενα δύο έτη, και
ii) όλα τα ζώα ηλικίας άνω των 24 μηνών έχουν αντιδράσει αρνητικά κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών σε δύο δοκιμές διεξαχθείσες σύμφωνα με το παρόν παράρτημα, με διάστημα μεταξύ των δύο δοκιμών τουλάχιστον τέσσερις μήνες, ή
iii) πληροί τις προϋποθέσεις του προαναφερθέντος σημείου i) και βρίσκεται σε κράτος μέλος ή περιοχή επισήμως απαλλαγμένα ενζωοτικής λευκώσεως των βοεοειδών.
Β. Μια αγέλη παραμένει στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων ενζωοτικής λευκώσεως των βοοειδών εάν:
i) εξακολουθεί να ισχύει ο όρος του τμήματος Α σημείο
i),
ii) όλα τα ζώα που εισέρχονται στην αγέλη πρέρχονται από αγέλη επισήμως απαλλαγμένη ενζωοτικής λευκώσεως των βοοειδών,
iii) όλα τα ζώα ηλικίας άνω των 24 μηνών εξακολουθούν να αντιδρούν αρνητικά σε δοκιμή που πραγματοποιείται σύμφωνα με το κεφάλαιο II ανά διαστήματα τριών ετών,
iv) τα ζώα αναπαραγωγής που εισάγονται σε αγέλη και προέρχονται από τρίτη χώρα έχουν εισαχθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους Β του παρόντος διατάγματος.
Γ. Αναστέλλεται το δικαίωμα κατάταξης μιας αγέλης στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων ενζωοτικής λευκώσεως όταν δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου Β ή όταν κατόπιν διεξαγωγής εργαστηριακών ή κλινικών εξετάσεων ένα ή περισσότερα ζώα κρίνονται ύποπτα ενζωοτικής λευκώσεως των βοοειδών και το (τα) ύποπτο(α) ζώο(α) σφάζονται αμέσως.
Δ. Το δικαίωμα κατάταξης παραμένει σε αναστολή μέχρι να διαπιστωθεί ότι τηρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
1. Σε περίπτωση που ένα και μόνο ζώο μιας εκμετάλλευσης επισήμως απαλλαγμένης ενζωοτικής λευκώσεως των βοοειδών έχει αντιδράσει θετικά σε μια από τις δοκιμές που αναφέρονται στο κεφάλαιο II ή όταν υπάρχει για άλλους λόγους υποψία μόλυνσης όσον αφορά ένα ζώο της αγέλης:
¡) το ζώο που έχει αντιδράσει θετικά, και εάν πρόκειται για αγελάδα και κάθε μοσχάρι που γέννησε, πρέπει να έχει εγκαταλείψει την αγέλη για σφαγή υπό την επίβλεψη των κτηνιατρικών αρχών,
¡¡) όλα τα ζώα ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών έχουν αντιδράσει αρνητικά σε δύο ορολογικές δοκιμές (σε διάστημα τουλάχιστον τεσσάρων μηνών και το πολύ δώδεκα μηνών μεταξύ τους) που πραγματοποιούνται σύμφωνα με το κεφάλαιο II τουλάχιστον τρεις μήνες μετά την απομάκρυνση των θετικών ζώων και κάθε απογόνου αυτών,
¡¡¡) έχει διενεργηθεί επιδημιολογική έρευνα με αρνητικά αποτελέσματα και στις αγέλες που συνδέονται επιδημιολογικά με τη μολυσμένη αγέλη έχουν εφαρμοσθεί τα μέτρα που καθορίζονται στο σημείο ¡¡).
Στα πλαίσια εφαρμογής του προγράμματος της ενζωοτικής λεύκωσης μπορεί να χορηγηθεί εξαίρεση σχετικά με την υποχρεωτική σφαγή του μοσχαριού μολυσμένης αγελάδας όταν έχει αποχωρισθεί από την αγελάδα αμέσως μετά τον τοκετό. Στην περίπτωση αυτή, το μοσχάρι πρέπει να τηρεί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 σημείο ¡¡¡).
2. Σε περίπτωση που περισσότερα του ενός ζώα αγέλης επισήμως απαλλαγμένης ενζωοτικής λευκώσεως αντέδρασαν θετικά σε μία από τις δοκιμές που αναφέρονται στο κεφάλαιο II ή σε περίπτωση που υπάρχει για άλλους λόγους υποψία μόλυνσης όσον αφορά περισσότερα του ενός ζώα της αγέλης:
¡) οποιαδήποτε ζώα έχουν αντιδράσει θετικά, και τα μοσχάρια τους όταν πρόκειται για αγελάδες, πρέπει να απομακρύνονται για σφαγή υπό την επίβλεψη των κτηνιατρικών αρχών,
¡¡) όλα τα ζώα ηλικίας άνω των 12 μηνών πρέπει να αντιδράσουν αρνητικά σε δύο δοκιμές που πραγματοποιούνται σύμφωνα με το κεφάλαιο II σε διάστημα τουλάχιστον τεσσάρων μηνών και το πολύ δώδεκα μηνών μεταξύ τους, ¡¡¡) όλα τα άλλα ζώα πρέπει, μετά την ταυτοποίησή τους, να παραμένουν στην εκμετάλλευση μέχρι την ηλικία των 24 μηνών και να έχουν υποβληθεί σε δοκιμές σύμφωνα με το κεφάλαιο II μετά την ηλικία αυτή, με την εξαίρεση ότι μπορούν να οδηγηθούν για άμεση σφαγή υπό την επίβλεψη των τοπικών κτηνιατρικών αρχών,
¡ν) έχει διεξαχθεί επιδημιολογική έρευνα με αρνητικά αποτελέσματα και στις αγέλες που συνδέονται επιδημιολογικά με τη μολυσμένη αγέλη έχουν εφαρμοσθεί τα μέτρα που καθορίζονται στο σημείο ¡¡).
Στα πλαίσια της εφαρμογής του προγράμματος της ενζωοτικής λεύκωσης μπορεί να χορηγηθεί εξαίρεση σχετικά με την υποχρεωτική σφαγή του μοσχαριού μολυσμένης αγελάδας όταν έχει αποχωρισθεί από την αγελάδα αμέσως μετά τον τοκετό. Στην περίπτωση αυτή, το μοσχάρι πρέπει να τηρεί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 σημείο ¡¡¡).
Ε. Σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία και βάσει των στοιχείων που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 8, η ελληνική επικράτεια ή τμήμα αυτής μπορεί να θεωρηθεί επισήμως απαλλαγμένη ενζωοτικής λευκώσεως των βοοειδών εάν:
α) πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις της παραγράφου Α και τουλάχιστον το 99,8 % των εκμεταλλεύσεων βοοειδών είναι επισήμως απαλλαγμένο ενζωοτικής λευκώσεως, ή
β) δεν έχει διαπιστωθεί κανένα περιστατικό ενζωοτικής λεύκωσης τα τελευταία τρία έτη, και η παρουσία όγκων που θα μπορούσαν να οφείλονται στην ενζωοτική λεύκωση των βοοειδών γνωστοποιείται υποχρεωτικά και διεξάγονται εργαστηριακές έρευνες για την αιτία τους και προκειμένου για το σύνολο της ελληνικής επικράτειας οι τυχαίοι έλεγχοι που διεξάγονται σύμφωνα με το κεφάλαιο II τους προηγούμενους 24 μήνες σε όλα τα ζώα ηλικίας άνω των 24 μηνών σε ποσοστό τουλάχιστον 10 % των αγελών, έχουν δώσει αρνητικά αποτελέσματα, ή
προκειμένου για τμήμα της ελληνικής επικράτειας, όλα τα ζώα ηλικίας άνω των 24 μηνών έχουν υποβληθεί σε δοκιμή που προβλέπεται στο κεφάλαιο II, με αρνητικά αποτελέσματα σύμφωνα με το κεφάλαιο II, κατά τη διάρκεια των προηγουμένων 24 μηνών, ή
γ) αποδεικνύεται, με οποιαδήποτε άλλη μέθοδο και με ποσοστό αξιοπιστίας 99 %, ότι το ποσοστό των μολυσμένων αγελών ήταν μικρότερο από 0,2 %.
ΣΤ. Η ελληνική επικράτεια ή τμήμα αυτής παραμένει στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων ενζωοτικής λευκώσεως των βοοειδών εφόσον : α) όλα τα ζώα που εσφάγησαν εντός των ορίων της ελληνικής επικράτειας ή του τμήματος αυτής υποβάλλονται σε επίσημες μεταθανάτιες επιθεωρήσεις, κατά τις οποίες όλοι οι όγκοι που θα μπορούσαν να οφείλονται στον ιό της ενζωοτικής λεύκωσης των βοοειδών αποστέλλονται προς διενέργεια εργαστηριακής εξέτασης, β) η αρμόδια κεντρική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του Υπουργείου Γεωργίας αναφέρει στην Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα κρούσματα ενζωοτικής λεύκωσης των βοοειδών, γ) όλα τα ζώα που αντιδρούν θετικά σε οποιαδήποτε από τις δοκιμές που προβλέπονται στο κεφάλαιο II σφάζονται και οι αγέλες τους εξακολουθούν να υπόκεινται σε περιορισμούς μέχρι την αποκατάσταση της κατάταξής τους σύμφωνα με την παράγραφο Δ, δ) όλα τα ζώα ηλικίας άνω των δύο ετών έχουν υποβληθεί σε δοκιμή, είτε μια φορά κατά τα πρώτα πέντε έτη μετά την κατάταξη στην κατηγορία αυτή δυνάμει του κεφαλαίου II είτε κατά τη διάρκεια των πέντε πρώτων ετών μετά την κατάταξη στην κατηγορία αυτή βάσει οιασδήποτε άλλης διαδικασίας η οποία καταδεικνύει με ποσοστό αξιοπιστίας 99 % ότι έχει μολυνθεί ποσοστό μικρότερο του 0,2 % των αγελών. Όταν δεν έχει καταγραφεί καμμία περίπτωση ενζωοτικής λεύκωσης των βοοειδών εντός της ελληνικής επικράτειας ή τμήματος αυτής σε αναλογία μιας αγέλης ανά δέκα χιλιάδες για τρία τουλάχιστον χρόνια, τότε είναι δυνατόν να αποφασιστεί, σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία, να μειωθεί η συχνότητα των τακτικών ορολογικών δοκιμών, υπό την προϋπόθεση ότι όλα τα βοοειδή ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών σε τουλάχιστον 1 % αγελών, που επιλέγονται τυχαίως κάθε έτος, έχουν
υποβληθεί σε δοκιμή διεξαγόμενη σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙ.
Z. Το δικαίωμα της Ελλάδος ή τμήματος αυτής για κατάταξη στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων ενζωοτικής λευκώσεως αναστέλλεται, σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία, εάν, από έρευνες που έχουν διενεργηθεί σύμφωνα με την ανωτέρω παράγραφο ΣΤ προκύψουν αποδεικτικά στοιχεία αξιόλογης μεταβολής της κατάστασης αναφορικά με την ενζωοτική λεύκωση των βοοειδών.
Είναι εφικτή η αποκατάσταση στην κατηγορία των επισήμως απαλλαγμένων ενζωοτικής λευκώσεως των βοοειδών, σύμφωνα με την Κοινοτική διαδικασία, αρκεί να πληρούνται τα κριτήρια που καθορίζονται με τις ίδιες διαδικασίες.
KEΦAΛAIΟ II
ΔΟΣ HA ENZΩΟΤIKH ΛEYKΩΣH BΟΟEIΔΩN
Οι έλεγχοι για ενζωοτική λεύκωση βοοειδών πραγματοποιούνται με τη βοήθεια της δοκιμής της ανοσοδιάχυσης σε συνθήκες που περιγράφονται στα τμήματα A και B ή με τη δοκιμή της ανοσοπροσρόφησης (Elisa) υπό τους όρους που περιγράφονται στο τμήμα Γ. Η μέθοδος της ανοσοδιάχυσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο σε μεμονωμένες περιπτώσεις δοκιμών. Av υπάρξει δεόντως αιτιολογημένη αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων των δοκιμών, διενεργείται συμπληρωματικός έλεγχος με τη μέθοδο της ανοσοδιάχυσης.
A. Δοκιμή ανoσoδιάχuσης σε πλάκες γελόζης γα την ενζωοτική λεύκωση των βοοειδών.
1. Το αντιγόνο που χρησιμοποιείται σ’ αυτή τη δοκιμή πρέπει να περιέχει γλυκοπρωτείνες του ιού της λεύκωσης των βοοειδών. Το αντιγόνο πρέπει να είναι τυποποιημένο σύμφωνα με έναν πρότυπο ορό (ορός Ε1) που προμηθεύει το κρατικό κτηνιατρικό ορολογικό εργαστήριο της Κοπεγχάγης.
2. Τα κρατικά ινστιτούτα που αναφέρονται κατωτέρω πρέπει να φέρουν την ευθύνη για τον έλεγχο του τυποποιημένου αντιγόνου του εργαστηρίου σε σχέση με τον επίσημο πρότυπο ορό ΕΟΚ (ορός Ε1) που προμηθεύει το κρατικό κτηνιατρικό ορολογικό εργαστήριο της Κοπεγχάγης.
α) Γερμανία: Bundesforschungsanstalt fór Viruskrankheiten der Tiere, Ebingen, β) Bέλγιo: lnstitut national de recherches veterinaires, Bruxelles,
γ) Γαλλία: Laboratoire national de pathologie bovine, Lyon,
δ) Mεγάλo Δουκάτο του Λουξεμβούργου, ε) Ιταλία: lstituto zooprofilattico sperimentale, Perugia, στ) Κάτω Xώpες: lnstituut voor Dierhonderij en Diergezondheid (lDDLD), Lelystad, ζ) Δανία: Statens Veterinare Serum Laboratorium, Copenhague,
η) Ιρλανδία: Veterinary Research Laboratory, Abbotstown, Dublin, θ) Ηνωμένο Bασίλειo:
θα) Mεγάλη Bpεταvία: Veterinary Laboratory Agency, Addlestone, Weybridge, England.
θβ) Bópειoς Ιρλανδία: Veterinary Research Laboratory, Stormont, Belfast, ι) Ισπανία: Subdirreccion general de sannidad animal. Laboratorio de sanidad y producciσn animal algete (Madrid),
ια) Πορτογαλία: Laboratorio Nacional de Investigacao Veterinaria, Lisbonne, ιβ) Ελλάδα: Κέντρο Κτηνιατρικών Ιδρυμάτων Αθηνών, Νεαπόλεως 25, 153 10 Αθήνα, ιγ) Αυστρία: Bundesanstalt fór Tierseuchenbekampfung, Modling, ιδ) Φινλανδία: Elainlaakinta ja elintarvikelaitos, Helsinki/Anstalten for veterinarmedicin och livsmedel, Helsingfors
ιε) Σουηδία: Statens veterinarmedicinska anstalt, Uppsala.
3. Τα πρότυπα αντιγόνα των εργαστηρίων πρέπει να παρουσιάζονται τουλάχιστον μια φορά το χρόνο στα εργαστήρια αναφοράς της ΕΟΚ που αναφέρονται στην παράγραφο 2 για να ελέγχονται σε σχέση με τον πρότυπο ορό ΕΟΚ. Ανεξάρτητα από αυτή την τυποποίηση, το χρησιμοποιούμενο αντιγόνο είναι δυνατόν να ελεγχθεί σύμφωνα μετο τμήμα Β.
4. Τα αντιδραστήρια για τη δοκιμή είναι τα ακόλουθα: α) αντιγόνο: το αντιγόνο πρέπει να περιέχει ειδικές γλυκοπρωτεΐνες του ιού της ενζωοτικής λεύκωσης των βοοειδών που έχει τυποποιηθεί σύμφωνα με τον επίσημο ορό ΕΟΚ,
β) ο ορός προς δοκιμή,
γ) ένας γνωστός θετικός ορός ελέγχου,
δ) γελόζη:
0, 8 % άγαρ,
8,5 % NaCl,
ρυθμιστικό διάλυμα Tris 0,05 M pH 7,2 15 ml της γελόζης αυτής πρέπει να τοποθετηθούν σε ένα τριβλίο του Petri διαμέτρου 85 mm, το οποίο έχει βάθος σε γελόζη 2,6 mm.
5. Πρέπει να πραγματοποιηθεί μια πειραματική διάταξη επτά οπών, απαλλαγμένων από υγρασία, με διάτρηση της γελόζης μέχρι τον πυθμένα της πλάκας, αυτό το δίκτυο αποτελείται από μια κεντρική οπή και γύρω της σε κύκλο έξι περιφερειακές οπές.
Διάμετρος της κεντρικής οπής: 4 mm.
Διάμετρος των περιφερειακών οπών: 6 mm .
Απόσταση μεταξύ κεντρικών και περιφερειακών οπών:
3 mm.
6. Η κεντρική οπή πρέπει να γεμίσει με το πρότυπο αντιγόνο. Οι περιφερειακές οπές 1 και 4 γεμίζουν με γνωστό θετικό ορό , οι οπές 2, 3, 5 και 6 με τον υπό δοκιμή ορό. Οι οπές πρέπει να γεμίσουν μέχρι εξαφάνισης του μηνίσκου.
7. Προκύπτουν οι κάτωθι ποσότητες: αντιγόνο: 32 μ!,
ορός ελέγχου: 73 μ^ υπό δοκιμή ορός: 73 μΝ
8. Η επώαση πρέπει να διαρκέσει 72 ώρες σε θερμοκρασία περιβάλλοντος (2027° C) μέσα σε κλειστό υγρό θάλαμο.
9. Η ανάγνωση της δοκιμής μπορεί να γίνει μετά από 24 έως 48 ώρες, αλλά τελικό αποτέλεσμα δεν δύναται να επιτευχθεί πριν από 72 ώρες:
α) ένας υπό δοκιμή ορός είναι θετικός αν σχηματίζει καμπύλη καθιζήσεως με το αντιγόνο του ιού της λεύκωσης των βοοειδών και αν αυτή η καμπύλη συμπίπτει με αυτή του ορού ελέγχου, β) ένας υπό δοκιμή ορός είναι αρνητικός αν δεν σχηματίζει ειδική καμπύλη καθιζήσεως με το αντιγόνο του ιού της λεύκωσης των βοοειδών και αν δεν κάμπτει τη γραμμή του ορού ελέγχου, γ) η αντίδραση θεωρείται ότι έχει αμφίβολο αποτέλεσμα αν:
i) κάμπτει τη γραμμή του ορού ελέγχου προς την οπή του αντιγόνου του ιού της λέυκωσης των βοοειδών δίχως να σχηματίζει ορατή καμπύλη καθιζήσεως με το αντιγόνο
ή
ii) αν δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθεί ως αρνητική ή θετική.
Γ ια αντιδράσεις με αμφίβολα αποτελέσματα, δύναται να επαναληφθεί η δοκιμή και να χρησιμοποιηθεί συμπυκνωμένος ορός.
10. Είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί οποιοσδήποτε άλλος σχηματισμός ή διάταξη των οπών, υπό την προϋπόθεση ότι η αραίωση του ορού Ε4 1:10 σε αρνητικό ορό ανιχνεύεται ως θετική.
Β. Μέθοδος τυποποιησεως του αντιγόνου. Απαιτούμενα διαλύματα και υλικά:
1. 40 ml αγαρόζης 1,6 % σε ρυθμιστικό διάλυμα 0,05 % M Tris/HCl, pH 7,2 με 8,5 % NaCl.
2. 15 ml ενός ορού λεύκωσης των βοοειδών που έχει αντισώματα μόνο κατά των γλυκοπρωτεϊνών του ορού του ιού της λεύκωσης των βοοειδών, ορού σε διάλυση 1:10 σε ρυθμιστικό διάλυμα 0,05 M Tris/HCl, pH 7,2 με 8,5 % NaCl ,
3. 15 ml ενός ορού λεύκωσης των βοοειδών που έχει αντισώματα μόνο κατά των γλυκοπρωτεϊνών του ορού του ιού της λεύκωσης των βοοειδών, ορού σε διάλυση 1:5 σε ρυθμιστικό διάλυμα 0,05 M Tris/HCl, pH 7,2 με 8,5 % NaCl ,
4. τέσσερα τρυβλία του Petri από πλαστική ύλη, διαμέτρου 85 mm,
5. ένας στιγεύς (τρυπητήρι) διαμέτρου 46 mm,
6. ένα αντιγόνο αναφοράς,
7. το αντιγόνο προς τυποποίηση,
8. λουτρό θερμού ύδατος (56° C).
Διαδικασία:
Διαλύεται η αγαρόζη (1,6 %) στο ρυθμιστικό διάλυμα Tris/HCl θερμαίνοντας προσεκτικά μέχρι τους 100° C. Τοποθετείται στο λουτρό ύδατος 56° C για μια ώρα περίπου. Επίσης, τοποθετούνται στο λουτρό ύδατος 56° C τα διαλύματα του ορού της λεύκωσης των βοοειδών.
Εν συνεχεία, αναμειγνύονται 15 ml του διαλύματος της αγαρόζης 56° C με 15 ml του ορού της λεύκωσης των βοοειδών (1:10), ανακινούνται γρήγορα και χύνονται στα δύο τρυβλία του Petri, από 15 ml στο καθένα. Επαναλαμβάνεται η διαδικασία αυτή με τον ορό της λεύκωσης των βοοειδών σε αραίωση 1:5.
Όταν η αγαρόζη έχει σκληρύνει, οι οπές σ’ αυτήν γίνονται ως εξής:
Προσθήκη αντιγόνου:
i) Τρυβλίον Petri αριθμός 1 και 3:
οπή Α αδιάλυτο αντιγόνο αναφοράς, οπή Β αντιγόνο αναφοράς αραιωμένο 1:2, οπή Γ και Ε αντιγόνο αναφοράς, οπή Δ αδιάλυτο αντιγόνο προς δοκιμή.
ii) Τρυβλίον Petri αριθμός 2 και 4: οπή Α αδιάλυτο αντιγόνο δοκιμής
οπή Β αντιγόνο δοκιμής αραιωμένο 1:2, οπή Γ αντιγόνο δοκιμής αραιωμένο 1:4, οπή Δ αντιγόνο δοκιμής αραιωμένο 1:8. Συμπληρωματικές οδηγίες:
1. Το πείραμα πρέπει να διεξαχθεί με δύο βαθμούς αραίωσης του ορού (1:5 και 1:10) για να επιτευχθεί η πλέον ευνοϊκή καθίζηση.
2. Αν η διάμετρος καθίζησης είναι πολύ μικρή και για τους δύο βαθμούς αραίωσης, τότε ο ορός πρέπει να αραιωθεί περαιτέρω.
3. Αν η διάμετρος της ολικής καθίζησης είναι υπερβολική και για τους δύο βαθμούς αραίωσης και αν το ίζημα εξαφανίζεται, απαιτείται μικρότερος βαθμός αραίωσης για τον ορό.
4. Η τελική συγκέντρωση της αγαρόζης πρέπει να είναι
0, 8 % και των ορών 5 % και 10 % αντιστοίχως.
5. Να σημειωθούν οι μετρημένες διάμετροι στο σύστημα συντεταγμένων. Το διάλυμα του αντιγόνου προς δοκιμή πρέπει να είναι της ιδίας διαμέτρου καθώς το αντιγόνο αναφοράς είναι το διάλυμα εργασίας.
Γ. Δοκιμή ενζυματικής ανοσοαπορρόφησης (Elisa) για την ανίχνευση της ενζωοτικής λεύκωσης των βοοειδών.
1. Το υλικό και τα αντιδραστήρια που πρέπει να χρησιμοποιηθούν έχουν ως εξής:
α) μικροπλάκες στερεάς μορφής, κυαθίσκοι ή οποιοδήποτε άλλο στερεό υλικό, β) το αντιγόνο καθηλώνεται στη στερεά φάση με ή χωρίς τη βοήθεια πολυκλωνικού ή μονοκλωνικού δεσμευτικού αντισώματος. Σε περίπτωση που γίνεται το επίχρισμα του αντιγόνου απευθείας στη στερεά φάση, όλα τα δείγματα της δοκιμής που αντιδρούν θετικά πρέπει να επαναεξεταστούν σε σχέση με το αντιγόνο ελέγχου εάν πρόκειται για ενζωοτική λεύκωση βοοειδών. Το αντιγόνο ελέγχου πρέπει να είναι ακριβώς το ίδιο με το εξεταζόμενο αντιγόνο, με εξαίρεση τα αντιγόνα του ιού της λεύκωσης των βοοειδών. Εάν τα δεσμευτικά αντισώματα είναι επιχρισμένα στη στερεά φάση, τα αντισώματα δεν πρέπει να αντιδρούν σε άλλα αντιγόνα εκτός των αντιγόνων ιού της λεύκωσης των βοοειδών,
γ) το βιολογικό υγρό που πρόκειται να δοκιμαστεί, δ) αντίστοιχος θετικός ή αρνητικός μάρτυρας, ε) συζυγές,
στ) υπόστρωμα κατάλληλο για το χρησιμοποιούμενο υλικό,
ζ) ανασχετικό διάλυμα, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο, η) διαλύματα για την αραίωση των υπό δοκιμασία δειγμάτων, την παρασκευή των αντιδραστηρίων και την πλύση,
θ) σύστημα ανάγνωσης κατάλληλο για το χρησιμοποιούμενο υπόστρωμα.
2. Τυποποίηση και βαθμός ευαισθησίας της δοκιμής.
Η ευαισθησία της δοκιμής Elisa πρέπει να είναι τέτοιου βαθμού ώστε ο ορός Ε4 να αντιδρά θετικά όταν αραιώνεται στο δεκαπλάσιο (προκειμένου περί δειγμάτων ορού) ή στο 250πλάσιο (προκειμένου περί δειγμάτων γάλακτος) της αραίωσης που προέρχεται από την ανάμειξη των επιμέρους δειγμάτων, αν αυτά περιλαμβάνονται σε μεγάλες συλλογές. Στις αναλύσεις όπου τα δείγματα (ορού και γάλακτος) υποβάλλονται σε δοκιμασία ξεχωριστά, ο ορός Ε4, αραιωμένος σε αναλογία 1:10 (προκειμένου περί αρνητικού ορού) ή σε αναλογία 1:250 (προκειμένου περί αρνητικού γάλακτος) πρέπει να αντιδρά θετικά κατόπιν δοκιμής με την ίδια αραίωση που χρη σιμοποιείται για τις δοκιμές των μεμονωμένων ορών. Τα επίσημα εργαστήρια που αναφερονται στο σημείο Α.2 είναι υπεύθυνα για τον έλεγχο της ποιότητας της μεθόδου Elisa και ιδίως, για τον καθορισμό, για την κάθε παρτίδα, του αριθμού των δειγμάτων που πρέπει να συγκεντρωθούν βάσει του τίτλου που προκύπτει από τον Ε4 ορό.
Ο ορός Ε4 παρέχεται από το κρατικό κτηνιατρικό εργαστήριο της Κοπεγχάγης.
3. Π ροϋποθέσεις για τη χρη σιμοποίη ση της Elisa για την ανίχνευση της ΕΛΒ.
Η μέθοδος Elisa μπορεί να χρησιμοποιείται σε δείγμα γάλακτος ή ορού γάλακτος που έχει ληφθεί από το γάλα που έχει συλλεχθεί από εκμετάλλευση που περιλαμβάνει τουλάχιστον 30 % αγελάδες προορισμένες για παραγωγή γάλακτος σε περίοδο θηλασμού.
Σε περίπτωση που χρησιμοποιείται η μέθοδος αυτή, πρέπει να λαμβάνονται μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται αντιστοιχία μεταξύ των ληφθέντων δειγμάτων και των ζώων από τα οποία προέρχεται το εξεταζόμενο γάλα ή οι οροί.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ε (I)
α) Ασθένειες των βοοειδών
Αφθώδης πυρετός
Λύσσα
Φυματίωση
Βρουκέλλωση
Λοιμώδης πλευροπνευμονία των βοοειδών
Ενζωοτική λεύκωση των βοοειδών
Άνθραξ
β) Ασθένειες των χοίρων
Λύσσα
Βρουκέλλωση
Κλασσική πανώλης των χοίρων
Αφρικανική πανώλης των χοίρων
Αφθώδης πυρετός
Φυσαλιδώδης νόσος των χοίρων
Άνθραξ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ε (II)
Ψευδολύσσα ή Νόσος του Aujeszky.
Λοιμώδης ρινοτραχείτιδα των βοοειδών.
Μόλυνση από Brucella suis.
Μεταδοτική γαστροεντερίτιδα.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤ
ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ I ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΟ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΓΙΑ ΒΟΟΕΙΔΗ ΣΦΑΓΗΣ (1)/ΕΚΤΡΟΦΗΣ(1)/
ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗΣ (1)
Χώρα καταγωγής Αριθμός πιστοποιητικού (7)
Περιοχή καταγωγής : Αριθμός παραπομπής στο αρχικό
Πιστοποιητικό (7)
ΤΜΗΜΑ Α
Όνομα και διεύθυνση αποστολέως :
Όνομα και διεύθυνση εκμετάλλευσης καταγωγής
(2)
Αριθμός έγκρισης του εμπόρου : (3)
Διεύθυνση και αριθμός έγκρισης του κέντρου συγκέντρωσης της χώρας καταγωγής (1) ή διαμετακόμισης (1)
(3)
(3)
Υγειονομικές πληροφορίες
Βεβαιώνω ότι κάθε ζώο της φόρτωσης που περιγράφεται κατωτέρω
1. προέρχεται από εκμετάλλευση καταγωγής και περιοχή η οποία, σύμφωνα με την Κοινοτική ή εθνική νομοθεσία, δεν υπόκειται σε απαγόρευση ή περιορισμό ένεκα ζωικής νόσου η οποία πλήττει τα βοοειδή,
2. προέρχεται από αγέλη καταγωγής ευρισκόμενη σε χώρα ή περιοχή
α) με δίκτυο επιτήρησης εγκεκριμένο από την : Απόφαση .../.../ΕΚ της Επιτροπής (3)
β) αναγνωρισμένο ως :
επισήμως απαλλαγμένο φυματίωσης Απόφαση ././ΕΚ της Επιτροπής (3)
επισήμως απαλλαγμένο
βρουκελλώσεως Απόφαση ././ΕΚ της Επιτροπής (3)
επισήμως απαλλαγμένο
ενζωοτικής λεύκωσης Απόφαση ././ΕΚ της Επιτροπής (3)
3. (3) είναι ζώο εκτροφής (1)/ή αναπαραγωγής (1) το οποίο :
παρέμεινε, εξ όσων μπορούν να διαπιστωθούν, στην εκμετάλλευση καταγωγής κατά τις 30 τελευταίες ημέρες ή από την ημερομηνία γεννήσεώς του εάν είναι νεώτερο των 30 ημερών, και ότι κατά την περίοδο αυτή κανένα ζώο προερχόμενο από Τρίτη χώρα δεν εισήχθη στην εν λόγω εκμετάλλευση δίχως να απομονωθεί από τα λοιπά ζώα της εκμετελλευσης,
προέρχεται από αγέλη επισήμως απαλλαγμένη φυματίωσης, βρουκέλλωσης και ενζωοτικής λεύκωσης και έχει υποβληθεί σε δοκιμή με αρνητικά αποτελέσματα κατά τη διάρκεια των 30 ημερών πριν την αναχώρηση από την εκμετάλλευση καταγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 2 της Οδηγίας 64/432/ΕΟΚ, ως ακολούθως :
Δοκιμή Δεν απαιτείται δοκιμή για τις Απαιτείται Ημερομηνία
ακόλουθες κατηγορίες ζώων Ναι/Όχι δοκιμής ή
(4) (5) δειγματοληψίας
Δοκιμή φυματίνης Ζώα ηλικίας κάτω των 6 εβδομάδων
Δοκιμή οροσυγκόλλησης Ευνουχισμένα ζώα και ζώα ηλικίας
για βρουκέλλωση (6) Κάτω των 12 μηνών
Δοκιμή ενζωοτικής Ζώα ηλικίας κάτω των 12 μηνών
λεύκωσης
4. (3) είναι ζώο σφαγής προερχόμενο από αγέλη επισήμως απαλλαγμένη φυματίωσης και ενζωοτικής λεύκωσης και είναι :
είτε ευνουχισμένο (3)
ή
μη ευνουχισμένο και προερχόμενο από αγέλη επισήμως απαλλαγμένη βρουκέλλωσης (3),
5. (3) είναι ζώο σφαγής προερχόμενο από αγέλη μη απαλλαγμένη επισήμως από φυματίωση, βρουκέλλωση και ενζωοτική λεύκωση, έχει δε αποσταλεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 3 της Οδηγίας 64/432/ΕΟΚ
με άδεια υπ’ αριθ από εκμετάλλευση της !σπανίας και υπεβλήθη σε δοκιμή με αρνητικά αποτέλεσματα κατά τη διάρκεια των 30 ημερών πριν από την αναχώρηση από την εκμετάλλευση καταγωγής, ως ακολούθως :
Δοκιμή Ημερομηνία δοκιμής ή δειγματοληψίας
Δοκιμή φυματίνης
Δοκιμή οροσυγκόλλησης για βρουκέλλωση (6)
Δοκιμή ενζωοτικής λεύκωσης
6. (11) βάσει των πληροφοριών που παρέχονται είτε από επίσημο έγγραφο ή πιστοποιητικό στο οποίο τα τμήματα Α και Β, συμπληρώθηκαν, από τον επίσημο κτηνίατρο ή τον εγκεκριμένο κτηνίατρο που είναι υπεύθυνος για την εκμετάλλευση καταγωγής πληροί τις εκφραζόμενες υγειονομικές απαιτήσεις των σημείων 1 έως 5 του τμήματος Α οι οποίες, ως εκ τούτου, δεν περιλαμβάνονται στο παρόν πιστοποιητικό.
ΤΜΗΜΑ Β
Περιγραφή της φόρτωσης
Ημερομηνία αναχώρησης :
Συνολικός αριθμός ζώων :
Χαρακτηριστικά αναγνωρίσεως του (των) ζώου (ων) :
Αριθμός Αριθμός προσωρινόυ Επίσημη ταυτοποίηση
διαβατηρίου εγγράφου (για ζώα κάτω (μέχρι τις 31.8.1999 για ζώα σφαγής
των 4 εβδομάδων) σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος
1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ.
820/97 του Συμβουλίου)
Εάν χρειάζεται συνεχίστε σε χωριστό συνημμένο έντυπο υπογεγραμμένο και σφραγισμένο από την επίσημο ή εγκεκριμένο κτηνίατρο
Αριθμός έγκρισης του μεταφορέα : (εφόσον είναι άλλος από τον μεταφορέα που αναφέρεται στο Τμήμα Γ και/ή εάν η απόσταση υπερβαίνει τα 50 χλμ.):
Μεταφορικό μέσο : Αριθ. κυκλοφορίας :
Πιστοποίηση για τα τμήματα Α και Β
Επίσημη σφραγίδα Τόπος Ημερομηνία Υπογραφή (*)
Όνομα και ιδιότητα με κεφαλαία :
Διεύθυνση του υπογράφοντος κτηνιάτρου :
(*) Τ α τμήματα Α και Β του πιστοποιητικού πρέπει είτε
να σφραγίζονται και να υπογράφονται από τον επίσημο κτηνίατρο της εκμετάλλευσης καταγωγής εάν είναι άλλος από τον επίσημο κτηνίατρο που υπογράφει το τμήμα Γ είτε
να υπογράφονται από τον εγκεκριμένο κτηνίατρο της εκμετάλλευσης καταγωγής στην οποία το κράτος μέλος
αποστολής έχει εγκαταστήσει σύστημα δικτύων επιτήρησης εγκεκριμένο δυνάμει της απόφασης / /ΕΚ της
Επιτροπής
είτε
να υπογράφονται από τον επίσημο κτηνίατρο που είναι υπεύθυνος για το εγκεκριμένο κέντρο συγκέντρωσης, την ημερομηνία αναχώρησης των ζώων.
ΤΜΗΜΑ Γ (9)
Όνομα και διεύθυνση του παραλήπτη :
Ονομασία και διεύθυνση της εκμετάλλευσης προορισμού (1) ή του εγκεκριμένου κέντρου συγκέντρωσης στο κράτος μέλος προορισμού (1) (συμπληρώνεται με κεφαλαία)
Ονομασία :
Οδός
Περιοχή/νομός :
Ταχυδρομικός κώδικας : Χώρα :
Αριθμός έγκρισης του εμπόρου : (3)
Αριθμός έγκρισης του μεταφορέα : (εάν η απόσταση υπερβαίνει τα 50 χλμ.) :
(10)
Μεταφορικό μέσο : Αριθμός κυκλοφορίας :
Μετά τον απαιτούμενο από τους κανονισμούς έλεγχο, βεβαιώνω ότι :
1. τα ανωτέρω περιγραφόμενα ζώα υπεβλήθησαν σε επιθεώρηση την (ημερομηνία) , εντός των 24
ωρών που προηγήθηκαν της προγραμματισμένης αναχώρησης και δεν παρουσίασαν καμιά κλινική ένδειξη λοιμώδους ή μεταδοτικής νόσου,
2. η εκμετάλλευση καταγωγής και, όπου ενδείκνυται, το εγκεκριμένο κέντρο συγκέντρωσης καθώς και η περιοχή στην οποία ευρίσκονται δεν υπόκεινται σε απαγορεύσεις ή περιορισμούς ένεκα ζωικών νόσων οι οποίες πλήττουν τα βοοειδή, σύμφωνα με την κοινοτική ή εθνική νομοθεσία,
3. πληρούνται όλες οι σχετικές διατάξεις της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ του Συμβουλίου,
4. (3) τα προαναφερόμενα ζώα παρέχουν τις συμπληρωματικές εγγυήσεις υγείας για :
Ασθένεια :
Σύμφωνα με την απόφαση .../.../ΕΚ της Επιτροπής,
5. τα ζώα δεν έμειναν πάνω από έξι ημέρες στο εγκεκριμένο κέντρο συγκέντρωσης (3).
Πιστοποίηση για το τμήμα Γ
Επίσημη σφραγίδα Τόπος Ημερομηνία Υπογραφή (*)
Όνομα και ιδιότητα με κεφαλαία :
Διεύθυνση του υπογράφοντος κτηνιάτρου :
(*) Το τμήμα Γ του πιστοποιητικού δέον να σφραγιζεται και να υπογράφεται από τον επίσημο κτηνίατρο είτε της εκμετάλλευσης καταγωγής είτε
του εγκεκριμένου κέντρου συγκέντρωσης στη χώρα καταγωγής είτε
του εγκεκριμένου κέντρου συγκέντρωσης στη χώρα διαμετακόμισης κατά τη συμπλήρωση του πιστοποιητικού αποστολής των ζώων στη χώρα προορισμού Πρόσθετες πληροφορίες
1. Το πιστοποιητικό πρέπει να σφραγίζεται και να υπογράφεται με μελάνι διαφορετικού χρώματος από αυτό των τυπογραφικών χαρακτήρων.
2. Το παρόν πιστοποιητικό ισχύει επί 10 ημέρες μετά την ημερομηνία της προβλεπόμενης στο τμήμα Γ υγειονομικής επιθεώρησης που πραγματοποιείται στη χώρα καταγωγής.
3. Τα απαιτούμενα λεπτομερή στοιχεία του παρόντος πιστοποιητικού οφείλουν να καταγραφούν στο σύστημα ΑΝ!ΜΟ κατά την ημέρα έκδοσης του πιστοποιητικού και το αργότερο εντός 24 ωρών από την έκδοση.
(1) Διαγράφεται η περιττή ένδειξη
(2) Δεν ισχύει αν τα ζώα κατάγονται από διαφορετικές εκμεταλλεύσεις
(3) Διαγράφεται εάν δεν ισχύει
(4) Δεν απαιτείται εάν έχει εγκριθεί σύστημα δικτύων επιτήρησης δυνάμει της απόφασης ././ΕΚ της Επιτροπής
(5) Δεν απαιτείται εάν η χώρα ή το τμήμα αυτής εντός του οποίου βρίσκεται η αγέλη είναι αναγνωρισμένο ως επισήμως απαλλαγμένο από τη συγκεκριμένη νόσο
(6) Ή κάθε άλλη δοκιμή εγκεκριμένη δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 17 της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ
(7) Συμπληρώνεται από τον επίσημο κτηνίατρο της χώρας καταγωγής
(8) Συμπληρώνεται από τον επίσημο κτηνίατρο του εγκεκριμένου κέντρου συγκέντρωσης στη χώρα διαμετακόμισης
(9) Διαγράφεται εάν το πιστοποιητικό χρησιμοποιείται για τη μεταφορά ζώων εντός της χώρας, οπότε συμπληρώνονται και υπογράφονται μόνο τα τμήματα Α και Β
(10) Διαγράφεται εάν ο μεταφορέας δεν είναι άλλος από αυτόν που προσδιορίζεται στο Τμήμα Β
(11) Το σημείο 6 του τμήματος Α πρέπει να υπογράφεται από τον επίσημο κτηνίατρο στο εγκεκριμένο κέντρο συγκέντρωσης, μετά από ελέγχους των εγγράφων και της ταυτότητας των ζώων που φθάνουν με επίσημο έγγραφο ή συμπληρωμένο πιστοποιητικό των τμημάτων Α και Β, διαφορετικά αυτό το σημείο πρέπει να διαγράφεται
ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΙΙ
ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΧΟΙΡΟΕΙΔΗ ΣΦΑΓΗΣ(1)/ΕΚΤΡΟΦΗΣ (1)/
ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗΣ (1)
Χώρα καταγωγής : Αριθμός πιστοποιητικού : (4)
Περιοχή καταγωγής : Αριθμός παραπομπής στο αρχικό
πιστοποιητικό (5)
ΤΜΗΜΑ Α
Όνομα και διεύθυνση αποστολέως :
Όνομα και διεύθυνση εκμετάλλευσης καταγωγής :
(2)
Αριθμός έγκρισης του εμπόρου : (3)
Διεύθυνση και αριθμός έγκρισης του κέντρου συγκέντρωσης στη χώρα καταγωγής (1) ή διαμετακόμισης (1)
(3)
(3)
Υγειονομικές πληροφορίες
Βεβαιώνω ότι κάθε ζώο της φόρτωσης που περιγράφεται κατωτέρω
1. προέρχεται από εκμετάλλευση καταγωγής και περιοχή η οποία, σύμφωνα με την κοινοτική ή εθνική νομοθεσία, δεν υπόκειται σε απαγόρευση ή περιορισμό ένεκα ζωικής νόσου η οποία πλήττει τα χοιροειδή,
2. (3) ένα ζώο εκτροφής (1) ή αναπαραγωγής (1) το οποίο παρέμεινε, εξ όσων μπορούν να διαπιστωθούν, στην εκμετάλλευση καταγωγής κατά τις 30 τελευταίες ημέρες ή από την ημερομηνία γεννήσεώς του εάν είναι νεώτερο των 30 ημερών και ότι κατά την περίοδο αυτή κανένα ζώο προερχόμενο από Τ ρίτη χώρα δεν εισήχθη στην εν λόγω εκμετάλλευση δίχως να απομονωθεί από τα λοιπά ζώα της εκμετάλλευσης.
ΤΜΗΜΑ Β
Περιγραφή της φόρτωσης
Ημερομηνία αναχώρησης :
Συνολικός αριθμός ζώων :
Χαρακτηριστικά αναγνώρισης του (των) ζώου (ων)
Φυλή Ημερομηνία γέννησης Επίσημη ταυτοποίηση
Εάν χρειάζεται συνεχίστε σε χωριστό συνημμένο έντυπο υπογεγραμμένο και σφραγισμένο από τον επίσημο ή εγκεκριμένο κτηνίατρο
Αριθμός έγκρισης του μεταφορέα : (εάν είναι άλλος από τον μεταφορέα που αναφέρεται στο Τμήμα Γ και/ή εάν η απόσταση υπερβαίνει τα 50 χλμ.):
.Αριθ. κυκλοφορίας
Πιστοποίηση για τα τμήματα Α και Β Επίσημη σφραγίδα Τόπος Ημερομηνία Υπογραφή (*)
Όνομα και ιδιότητα με κεφαλαία :
Διεύθυνση του υπογράφοντος κτηνιάτρου :
(*) Τ α τμήματα Α και Β του πιστοποιητικού πρέπει είτε να σφραγίζονται και να υπογράφονται από τον επίσημο κτηνίατρο της εκμετάλλευσης καταγωγής εάν είναι άλλος από τον επίσημο κτηνίατρο που υπογράφει το τμήμα Γ είτε
να υπογράφονται από τον επίσημο κτηνίατρο της εκμετάλλευσης καταγωγής στην οποία το κράτος μέλος αποστολής έχει εγκαταστήσει σύστημα δικτύων επιτήρησης εγκεκριμένο δυνάμει της απόφασης / /ΕΚ της Επιτροπής είτε
να υπογράφονται από τον επίσημο κτηνίατρο που είναι υπεύθυνος για το εγκεκριμένο κέντρο συγκέντρωσης, την ημερομηνία αναχώρησης των ζώων.
ΤΜΗΜΑ Γ (6)
Όνομα και διεύθυνση του παραλήπτη :
Ονομασία και διεύθυνση της εκμετάλλευσης προορισμού (συμπληρώνεται με κεφαλαία)
Ονομασία :
Οδός:
Περιοχή/νομός :
Ταχυδρομικός κώδικας : Χώρα :
Αριθμός έγκρισης του μεταφορέα : (εάν η απόσταση υπερβαίνει τα 50 χλμ.) :
(7)
Μεταφορικό μέσο : Αριθμός :
Μετά τον απαιτούμενο από τους κανονισμούς έλεγχο, βεβαιώνω ότι :
1. τα ανωτέρω περιγραφόμενα ζώα υπεβλήθησαν σε επιθεώρηση την (ημερομηνία) , εντός των 24
ωρών που προηγήθηκαν της προγραμματισμένης αναχώρησης και δεν παρουσίασαν καμιά κλινική ένδειξη λοιμώδους ή μεταδοτικής νόσου,
2. η εκμετάλλευση καταγωγής και, όπου ενδείκνυται, το εγκεκριμένο κέντρο συγκέντρωσης καθώς και η περιοχή στην οποία ευρίσκονται δεν υπόκεινται σε απαγορεύσεις ή περιορισμούς ένεκα ζωικών νόσων οι οποίες πλήττουν τα χοιροειδή σύμφωνα με την κοινοτική ή εθνική νομοθεσία,
3. πληρούνται όλες οι σχετικές διατάξεις της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ του Συμβουλίου,
4. (3) τα προαναφερόμενα ζώα παρέχουν τις συμπληρωματικές εγγυήσεις υγείας για :
Ασθένεια :
Σύμφωνα με την απόφαση ././ΕΚ της Επιτροπής,
5. τα ζώα δεν έμειναν πάνω από έξι ημέρες στο εγκεκριμένο κέντρο συγκέντρωσης (3).
Πιστοποίηση για το τμήμα Γ Επίσημη σφραγίδα Τόπος Ημερομηνία Υπογραφή (*)
Όνομα και ιδιότητα με κεφαλαία :
Διεύθυνση του υπογράφοντος κτηνιάτρου :
(*) Το τμήμα Γ του πιστοποιητικού δέον να σφραγιζεται και να υπογράφεται από τον επίσημο κτηνίατρο είτε της εκμετάλλευσης καταγωγής είτε
του εγκεκριμένου κέντρου συγκέντρωσης της χώρας καταγωγής είτε
του εγκεκριμένου κέντρου συγκέντρωσης της χώρας διαμετακόμισης κατά την συμπλήρωση του πιστοποιητικού αποστολής των ζώων στη χώρα προορισμού
Πρόσθετες πληροφορίες
1. Το πιστοποιητικό πρέπει να σφραγίζεται και να υπογράφεται με μελάνι διαφορετικού χρώματος από αυτό των τυπογραφικών χαρακτήρων.
2. Το παρόν πιστοποιητικό ισχύει επί 10 ημέρες μετά την ημερομηνία της προβλεπόμενης στο τμήμα Γ υγειονομικής επιθεώρησης που πραγματοποιείται στη χώρα καταγωγής.
3. Τα απαιτούμενα λεπτομερή στοιχεία του παρόντος πιστοποιητικού οφείλουν να καταγραφούν στο σύστημα ΑΝΙΜΟ κατά την ημέρα έκδοσης του πιστοποιητικού και το αργότερο εντός 24 ωρών από την έκδοση.
(1)
Διαγράφεται η περιττή ένδειξη
(2)
Δεν ισχύει αν τα ζώα κατάγονται από διαφορετικές εκμεταλλεύσεις
(3)
Διαγράφεται εάν δεν ισχύει
(4)
Συμπληρώνεται από τον επίσημο κτηνίατρο της χώρας καταγωγής
(5)
Συμπληρώνεται από τον επίσημο κτηνίατρο του εγκεκριμένου κέντρου συγκέντρωσης στη χώρα διαμετακόμισης
(6)
Διαγράφεται εάν το πιστοποιητικό χρησιμοποιείται για τη μεταφορά ζώων εντός της χώρας, οπότε συμπληρώνονται και υπογράφονται μόνο τα τμήματα Α και Β
(7)
Διαγράφεται εάν ο μεταφορέας δεν είναι άλλος από αυτόν που προσδιορίζεται στο τμήμα Β.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ζ
Προς : Νομαρχιακή
Κτηνιατρικής
ΑΙΤΗΣΗ & ΔΗΛΩΣΗ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗΣ ΕΜΠΟΡΟΥ (σύμφωνα με το άρθρο 13 του π.δ/τος )
Σήμερα του μηνός του έτους
στο γραφείο τ Κτηνιατρικής της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης
ο υπογράφων
γεννηθείς στ Νομού
με Αριθμό Αστυνομικής Ταυτότητας
Νόμιμος Εκπρόσωπος της Εταιρείας (1)
με μόνιμη έδρα
και αριθμό Α.Φ.Μ
ο/η οποίος/α είμαι (ναι) νόμιμα εγγεγραμμένος/η στο μητρώο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου
Αιτώ να εγγραφώ στο μητρώο των εμπόρων ζώων και προϊόντων τους σύμφωνα με το άρθρο 13 του προεδρικού διατάγματος που προέρχονται από εγχώριες εκτροφές, άλλα κράτη μέλη, τρίτες χώρες
(1)
Δηλώνω ότι γνωρίζω όλες τις κτηνιατρικές διατάξεις που ρυθμίζουν το εμπόριο και τις εισαγωγές ζώντων ζώων και ότι θα τις σεβαστώ και ιδιαίτερα δεσμεύομαι : α) να αγοράζω και να μεταπωλώ μόνο ζώα τα οποία ανταποκρίνονται στις ισχύουσες διατάξεις και ιδιαίτερα αυτές που αφορούν τα αναγνωριστικά σημεία και την υγειονομική κατάσταση της εκτροφής προέλευσης, β) να ενημερώνω κανονικά για κάθε άφιξη ή αναχώρηση ζώων εκ των προτέερων 24 ώρες ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις 28 ώρες πριν σε ότι αφορά την ακριβή προέλευση ή τον προορισμό των ζώων, την ποσότητα και την ημερομηνία άφιξης ή αναχώρησης,
γ) να τηρώ έγγραφο ή ηλεκτρονικό αρχείο με όλα τα στοιχεία που προβλέπονται στο άρθρο 13 παρ.4β του προεδρικού διατάγματος καθώς και αντίγραφα όλων των εγγράφων που αφορούν τα δρομολόγια και τα υγειονομικά πιστοποιητικά,
δ) να ενημερώνω αμέσως την υπηρεσία σας για κάθε παρατυπία επί των εγγράφων ή των αναγνωριστικών σημείων των ζώων καθώς και για κάθε ένδειξη εκδήλωσης μεταδοτικής ασθένειας.
Συνημμένα υποβάλλω αντίγραφο εγγραφής στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο και αντίγραφο δήλωσης έναρξης επαγγέλματος της Δ.Ο.Υ
Ημερομηνία Υπογραφή
Σημείωση : (1) συμπληρώνεται κατά περίπτωση
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Η
Αρμόδια Αρχή Ημερομηνία
ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΓΚΡΙΣΗΣ & ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΕΜΠΟΡΟΥ (σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 6 του π.δ/τος )
Η/Το Κτηνιατρικής Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης
έχει εγγράψει στα μητρώα που προβλέπονται από το άρθρο 13 του προεδρικού διατάγματος
την/τον (1)
νόμιμα εκπροσωπούμενη από τον (1)
με μόνιμη έδρα
και εμπορική δραστηριότητα
εγκρίνει και χορηγεί τον κωδικό αριθμός έγκρισης
Η/Ο (1)
(δεν) διαθέτει (ιδιόκτητες ή ενοικιασμένες εγκαταστάσεις) (1)
α) για (2)
στην περιοχή
στις οποίες χορηγεί τον αριθμό έγκρισης
β) για (2)
στην περιοχή
γ) για (2)
στην περιοχή
οι οποίες πληρούν τους όρους του άρθρου 13 παρ. 5 του π.δ/τος
Η/Ο (1)
στο πρόσωπο του νομίμου αντιπροσώπου της (1)
δηλώνει ότι γνωρίζει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύνολο των Κτηνιατρικών διατάξεων για το εμπόριο ζώντων ζώων και αναλαμβάνει : α) να αγοράζει και να μεταπωλεί μόνο ζώα τα οποία ανταποκρίνονται στις ισχύουσες διατάξεις και ιδιαίτερα αυτές που αφορούν τα αναγνωριστικά σημεία και την υγειονομική κατάσταση της εκτροφής προέλευσης, β) να ενημερώνει κανονικά για κάθε άφιξη ή αναχώρηση ζώων εκ των προτέρων 24 ώρες ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις 28 ώρες πριν σε ότι αφορά την ακριβή προέλευση ή τον προορισμό των ζώων, την ποσότητα και την ημερομηνία άφιξης ή αναχώρησης,
γ) να τηρεί έγγραφο ή ηλεκτρονικό αρχείο με όλα τα στοιχεία που προβλέπονται στο άρθρο 13 παρ.4β του προεδρικού διατάγματος καθώς και αντίγραφα ολων των εγγράφων που αφορούν τα δρομολόγια και τα υγειονομικά πιστοποιητικά, δ) να επαληθεύει την παρουσία σημάτων ταυτοποίησης
ε) να επαληθεύει ότι τα ζώα συνοδεύονται από τα απαραίτητα υγειονομικά πιστοποιητικά.
Σε περίπτωση που διαπιστώνονται ελλείψεις, σαν τις παραπάνω ή σε περίπτωση οποιασδήποτε ανωμαλίας τα ζώα απομονώνονται έως ότου (η τοπική Κτηνιατρική αρχή) αποφασίσει για την τύχη των ζώων.
Η παρούσα έγκριση ισχύει μέχρι
Ο Δ/ντής Κτηνιατρικής της Ν.Α
Σημείωση : (1) συμπληρώνεται κατά περίπτωση
(2) περιγράφεται το είδος του ζώου
Άρθρο 32
Το παρόν διάταγμα αρχίζει να ισχύει από 1ης Ιουλίου 1999, με εξαίρεση τις διατάξεις του άρθρου 13 παρ. 6, 7, 8, 9 του άρθρου 15 και του άρθρου 29 που αρχίζουν να ισχύουν από τη δημοσίευση του παρόντος διατάγματος.
Στον Υφυπουργό Γεωργίας αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος διατάγματος.
Αθήνα. 7 Νοεμβρίου 2000
Κατεβάστε και συμβουλευτείτε το πρωτότυπο κείμενο, όπως είναι δημοσιευμένο στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ.) του Εθνικού Τυπογραφείου.
Π.Δ.308/2000 - ΦΕΚ 252/Α/16-11-2000
ΟΡΟΙ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΕΙΔΩΝ ΖΩΝΤΩΝ ΖΩΩΝ ΣΕ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΟΔΗΓΙΕΣ 64/432/ΕΟΚ ΚΑΙ 72/462/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ