x

Σύνδεση

Δεν έχετε λογαριασμό; Εγγραφείτε

Νόμος 2104/1992 - ΦΕΚ 195/Α/2-12-1992

Νόμος 2104/1992 : Κύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε θέματα επιμέλειας των τέκνων και για την αποκατάσταση της επιμέλειας τους.


ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 2104/1993

ΦΕΚ 195/2-12-1992

Κύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε θέματα επιμέλειας των τέκνων και για την αποκατάσταση της επιμέλειας τους.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 Άρθρο πρώτο

Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε θέματα επιμέλειας των τέκνων και για την αποκατάσταση της επιμέλειας τους, που υπογράφηκε στο Λουξεμβούργο στις 20 Μαΐου 1980, με τις εξής δηλώσεις:

Σύμφωνα με το άρθρο 27 της Σύμβασης η Ελλάδα δηλώνει α) ότι κάνει χρήση της ευχέρειας που παρέχεται από το άρθρο 6 παρ. 3 της σύμβασης και αποκλείει την αποστολή των αιτημάτων στη γαλλική ή αγγλική γλώσσα ή σε μετάφραση σε μια από τις δύο γλώσσες και β) ότι, σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 1 της σύμβασης, στις περιπτώσεις των άρθρων 8 και 9 θα μπορεί να αποκρουστεί η αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων των σχετικών με την επιμέλεια και για όλους τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 10 της Σύμβασης.

 

Άρθρο δεύτερο

1. Για την εφαρμογή των διατάξεων της Σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 2 αυτής, ως Κεντρική Αρχή ορίζεται το Υπουργείο Δικαιοσύνης.

2. Η αρμοδιότητα για τη διενέργεια’ των δικαστικών πράξεων και τη διεξαγωγή των δικών επ’ ονόματι ή για λογαριασμό της Κεντρικής Αρχής και των προσώπων που δικαιούνται κατά τους όρους της σύμβασης να ζητήσουν την αναγνώριση ή την εκτέλεση απόφασης επιμέλειας τέκνου, ή κρίνονται απαραίτητες για την επίτευξη του σκοπού της Σύμβασης ανατίθεται στα κατά τόπους γραφεία του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Οπου δεν λειτουργούν τέτοια γραφεία η αρμοδιότητα αυτή ανατίθεται σε δικηγόρο του Δημοσίου με εντολή του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

3. Το Υπουργείο Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων αναλαμβάνει μέσω των υπηρεσιών ή των ιδρυμάτων του και ύστερα από σχετική παραγγελία του κατά; τόπον αρμόδιου εισαγγελέα πλημμελειοδικών την προσωρινή φύλαξη του εντοπιζόμενου και θεωρούμενου ως παράνομα μετακινούμενου ή κατακρατούμενρυ κατά τους όρους της Σύμβασης τέκνου, μέχρι την επιστροφή του στον αναγνωριζόμενο ως δικαιούχο. Το κείμενο της Σύμβασης στο; πρωτότυπο στη γαλλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχει ως εξής:

CONVENTION EUROPEENΕ

SUR LA RECONNAISSANCE ET L’ EXECUTION DES DECISIONS EN MATIERE DE GARDE DES ENTANTS ET LE RETABLISSEMENT DE LA GARDE DES ENTANTS

Les cuts membres du Conseil de l’Europe, signataires de la. presente Convention.

Reconnaissant que dans les Etats membres du Conseil de l’Europe la prise en consideration de l’interet de l’enfant est d’ une importance decisive en matiere de decisions concernant sa garde ;

Considerant que rinstitution. de mesures destinees i faciliter la reconnaissance et l’execution des decisions concernant la garde d’un eniant aura pour effet d’assurer une meilleure protection de l’interet des enfants ;

Estimant souhaitable, dans ce but, de souligner que le droit de’ visite des parents est le corollaire normal du droit de garde ;

Constatant le nombre croissant de cas ou des enfants ont ete deplaces sans droit i travers une frondere internationale et les difficultes rencontrees pour resoudre de maniere adequate les problemes souleves par ces cas ;

Desireux d’Introduire des dispositions appropriees permettant le retablissement de la garde des enfants lorsque cette garde a ete arbitrairement interrompue ;

Convaincus de l’opportunite de prendre, 1 cet effet, des mesures adaptees aux differents besoins et aux differentes circonstances ;

Desireux d’etablir des relations de cooperation judiciaire entre leurs- autorites.

Sont convenus de ce qui suit :

 

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΤΕΚΝΩΝ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ ΤΟΥΣ

Τα Κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, που υπογράφουν την παρούσα σύμβαση,

Αναγνωρίζοντας ότι στα Κράτη μέλη του Συμβουλίου της, Ευρώπης το συμφέρον των τέκνων είναι πρωταρχικής σημασίας για τη λήψη αποφάσεων, που αφορούν την επιμέλεια τους,

Κρίνοντας ότι η θέσπιση μέτρων προορισμένων να διευκολύνουν την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων, που αφορούν την επιμέλεια του τέκνου θα έχει ως αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη προστασία του συμφέροντος των τέκνων.

Θεωρώντας επιθυμητό, για το σκοπό αυτόν, να υπογραμμίσουν ότι το δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας των γονέων είναι φυσική απόρροια του δικαιώματος της επιμέλειας,

Διαπιστώνοντας τον αυξανόμενο αριθμό των περιπτώσεων όπου τέκνα έχουν μετακινηθεί παράνομα δια μέσου διεθνών συνόρων, καθώς και τις δυσκολίες για την αρμόζουσα επίλυση των προβλημάτων, που προκαλούνται από τέτοιες περιπτώσεις,

Επιθυμώντας να εισαγάγουν κατάλληλες διατάξεις που να επιτρέπουν την αποκατάσταση της επιμέλειας των τέκνων, όταν η επιμέλεια αυτή έχει διακοπεί αυθαίρετα,

Πιστεύοντας ότι γι’ αυτόν το σκοπό είναι σκόπιμο να ληφθούν μέτρα, που να ανταποκρίνονται στις διάφορες ανάγκες και στις διάφορες περιστάσεις,

Επιθυμώντας να ιδρύσουν σχέσεις δικαστικής συνεργασίας μεταξύ των αρχών τους.

Συμφώνησαν τα ακόλουθα:

Άρθρο 1

Για τους σκοπούς της Σύμβασης αυτής, οι παρακάτω όροι χρησιμοποιούνται με την ακόλουθη έννοια:

α. Τέκνο’: πρόσωπο, οποιασδήποτε ιθαγένειας που δεν συμπλήρωσε ακόμη το 16ο έτος της ηλικίας του και που δεν έχει το δικαίωμα να ορίζει το ίδιο τον τόπο διαμονής του σύμφωνα με το δίκαιο της συνήθους διαμονής του ή της ιθαγένειας του ή σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.

β. ‘Αρχή’: κάθε δικαστική ή διοικητική αρχή.

γ. ‘Απόφαση σχετική με την επιμέλεια’: κάθε απόφαση αρχής στο μέτρο που ρυθμίζει τη φροντίδα του προσώπου του τέκνου, περιλαμβανομένου του δικαιώματος καθορισμού του τόπου διαμονής του καθώς και του δικαιώματος της προσωπικής επικοινωνίας.

δ. ‘Μετακίνηση χωρίς δικαίωμα’: η μετακίνηση ενός τέκνου δια μέσου διεθνών συνόρων κατά παράβαση απόφασης

σχετικής προς την επιμέλεια, που εκδόθηκε σε συμβαλλόμενο Κράτος και είναι εκτελεστή σ’ ένα τέτοιο Κράτος. Θεωρείται επίσης ως μετακίνηση χωρίς δικαίωμα:

ι. η μη επιστροφή ενός τέκνου δια μέσου διεθνών συνόρων στο τέλος της περιόδου άσκησης του δικαιώματος προσωπικής επικοινωνίας, που αφορά το τέκνο αυτό ή στο τέλος οποιασδήποτε άλλης προσωρινής παραμονής σε έδαφος άλλο εκτός εκείνου όπου ασκείται η επιμέλεια,

il. η μετακίνηση που κηρύσσεται μεταγενέστερα ως παράνομη κατά την έννοια του άρθρου 12.

 

ΤΙΤΛΟΣ I ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 2

1. Κάθε συμβαλλόμενο Κράτος θα ορίσει μια κεντρική αρχή για να ασκεί τις λειτουργίες, που προβλέπονται από την παρούσα Σύμβαση.

2. Τα ομοσπονδιακά Κράτη και τα Κράτη με πλειονότητα νομικών συστημάτων έχουν την ευχέρεια να ορίσουν περισσότερες κεντρικές αρχές προσδιορίζοντας και την αρμοδιότητα τους.

3. Κάθε ορισμός που γίνεται σε εφαρμογή του άρθρου αυτού πρέπει να γνωστοποιείται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Άρθρο 3

1. Οι κεντρικές αρχές των συμβαλλόμενων Κρατών πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους και να προωθούν τη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών των αντίστοιχων χωρών τους. Οφείλουν να ενεργούν με όλη την απαραίτητη επιμέλεια.

2. Με σκοπό τη διευκόλυνση της εφαρμογής της παρούσας Σύμβασης, οι κεντρικές αρχές των συμβαλλόμενων Κρατών:

α. εξασφαλίζουν τη διαβίβαση των αιτήσεων πληροφοριών, που προέρχονται από αρμόδιες αρχές και αναφέρονται σε νομικά ή πραγματικά ζητήματα σχετικά με εκκρεμείς διαδικασίες,

β. ανακοινώνουν αμοιβαία, μετά από αίτηση, πληροφορίες ως προς το δίκαιο τους σχετικά με την επιμέλεια των τέκνων και ως προς την εξέλιξη του,

γ. ενημερώνονται αμοιβαία για τις δυσχέρειες που πιθανόν να ανακύψουν κατά την εφαρμογή της Σύμβασης και προσπαθούν, όσο είναι δυνατό, να άρουν τα εμπόδια κατά την εφαρμογή της.

Άρθρο 4

1. Όποιος πέτυχε την έκδοση σε συμβαλλόμενο Κράτος απόφασης επιμέλειας τέκνου και επιθυμεί να επιτύχει την αναγνώριση ή την εκτέλεση της σε άλλο συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να απευθυνθεί, για το σκοπό αυτόν, με αίτηση στην κεντρική αρχή οποιουδήποτε συμβαλλόμενου Κράτους.

2. Η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται από τα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 13.

3. Η κεντρική αρχή που δέχεται την αίτηση, αν δεν είναι η κεντρική αρχή του Κράτους προς το οποίο αυτή απευθύνεται, διαβιβάζει στην τελευταία αυτή αρχή τα έγγραφα απευθείας και χωρίς καθυστέρηση.

4. Η κεντρική αρχή που δέχεται την αίτηση μπορεί να

αρνηθεί την παρέμβαση της, όταν είναι προφανές ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις, που τίθενται από τη Σύμβαση αυτή.

5. Η κεντρική αρχή που δέχεται την αίτηση ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, τον αιτούντα για την τύχη της αίτησης του.

Άρθρο 5

1. Η κεντρική αρχή του Κράτους στο οποίο απευθύνεται η αίτηση λαμβάνει ή ενεργεί ώστε να ληφθούν μέσα στις συντομότερες προθεσμίες όλα τα μέτρα, που κρίνει κατάλληλα, προσφεύγοντας ενδεχομένως στις αρμόδιες αρχές της, προκειμένου:

α. να ανακαλυφθεί ο τόπος όπου βρίσκεται το τέκνο, β. να αποφευχθεί, ιδίως με τα αναγκαία προσωρινά μέτρα,

η προσβολή των συμφερόντων του τέκνου ή του αιτούντος, γ. να εξασφαλισθεί η αναγνώριση ή η εκτέλεση της

απόφασης,

δ. να εξασφαλισθεί η παράδοση του τέκνου στον αιτούντα, όταν η εκτέλεση της απόφασης έχει εγκριθεί,

ε. να πληροφορηθεί η αιτούσα αρχή τα μέτρα που λαμβάνονται και τη συνέχεια που δόθηκε.

2. Όταν η κεντρική αρχή του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση έχει λόγους να πιστεύει ότι το τέκνο βρίσκεται στο έδαφος άλλου συμβαλλόμενου Κράτους, διαβιβάζει,τα έγγραφα, απευθείας και χωρίς καθυστέρηση, στην κεντρική αρχή του Κράτους αυτού.

3. Με εξαίρεση τα έξοδα επαναπατρισμού, κάθε συμβαλλόμενο Κράτος αναλαμβάνει την υποχρέωση να μην απαιτεί από τον αιτούντα καμιά πληρωμή για μέτρα που έχουν ληφθεί για λογαριασμό του. σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, από την κεντρική αρχή αυτού του Κράτους, περιλαμβανομένων των δικαστικών εξόδων και των εξόδων σύμπραξης δικηγόρου, αν συντρέχει περίπτωση.

4. Αν η αναγνώριση ή η εκτέλεση απορρίπτεται και αν η κεντρική αρχή του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση κρίνει ότι οφείλει να ικανοποιήσει το αίτημα του αιτούντος να ασκήσει σ’ αυτό το Κράτος αγωγή επί της ουσίας, αυτή η αρχή καταβάλλει κάθε προσπάθεια ώστε να εξασφαλισθεί η αντιπροσώπευση του αιτούντος στη διαδικασία με όρους όχι λιγότερο ευνοϊκούς από εκείνους που παρέχονται σε πρόσωπο που είναι κάτοικος και υπήκοος αυτού του κράτους και συγκεκριμένα μπορεί, για το σκοπό αυτόν, να προσφύγει στις αρμόδιες αρχές του.

Άρθρο 6

1. Με την επιφύλαξη ιδιαίτερων συμφωνιών μεταξύ των ενδιαφερόμενων κεντρικών αρχών καθώς και των διατάξεων της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου:

α. Οι ανακοινώσεις προς την κεντρική αρχή του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση συντάσσονται στην επίσημη ή σε μια από τις επίσημες γλώσσες του Κράτους αυτού ή συνοδεύονται από μετάφραση στη γλώσσα αυτή.

β. Η κεντρική αρχή του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση πρέπει εν τούτοις να δέχεται ανακοινώσεις στην αγγλική ή γαλλική γλώσσα ή συνοδευόμενες από μετάφραση σε μια από τις γλώσσες αυτές.

2. Οι ανακοινώσεις που προέρχονται από την κεντρική αρχή του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, συμπεριλαμβανομένων των αποτελεσμάτων των ερευνών, που έχουν διεξαχθεί, μπορούν να συντάσσονται στην επί-

σημη γλώσσα ή σε μια από τις επίσημες γλώσσες του Κράτους αυτού ή στη γαλλική ή αγγλική.

3. Κάθε συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να αποκλείσει την εφαρμογή, εν όλω ή εν μέρει, των διατάξεων της παραγράφου 1β του παρόντος άρθρου. Αν ένα συμβαλλόμενο Κράτος έχει κάνει αυτήν την επιφύλαξη, κάθε άλλο συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί επίσης να εφαρμόσει την επιφύλαξη έναντι του Κράτους αυτού.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΤΕΚΝΩΝ

Άρθρο 7

Οι σχετικές με την επιμέλεια αποφάσεις που εκδόθηκαν σ’ ένα συμβαλλόμενο Κράτος αναγνωρίζονται και, αν είναι εκτελεστές στο Κράτος έκδοσης τους, εκτελούνται σε κάθε άλλο συμβαλλόμενο Κράτος.

Άρθρο 8

1. Σε περίπτωση παράνομης μετακίνησης, η κεντρική αρχή του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ενεργεί αμέσως για την αποκατάσταση της επιμέλειας του τέκνου:

α. αν κατά το χρόνο της άσκησης της αγωγής στο Κράτος όπου εκδόθηκε η απόφαση ή κατά την ημερομηνία της παράνομης μετακίνησης, εφόσον αυτή είχε γίνει προηγουμένως, το τέκνο και οι γονείς του είχαν ως μόνη ιθαγένεια την ιθαγένεια του Κράτους αυτού και το τέκνο είχε τη συνήθη διαμονή του στο έδαφος του ίδιου Κράτους, και

β. αν η αίτηση αποκατάστασης είχε κατατεθεί σε μια κεντρική αρχή μέσα σε περίοδο έξι μηνών από την ημερομηνία της παράνομης μετακίνησης.

2. Αν, σύμφωνα με τη νομοθεσία του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, δεν μπορούν να πληρωθούν οι προϋποθέσεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου χωρίς την παρέμβαση δικαστικής αρχής, κανένας από τους λόγους άρνησης που προβλέπονται οτην παρούσα Σύμβαση δεν θα εφαρμόζεται κατά τη δικαστική διαδικασία.

3. Αν υπάρχει συμφωνία επικυρωμένη από την αρμόδια αρχή μεταξύ του προσώπου που έχει την επιμέλεια του τέκνου και ενός άλλου προσώπου για να δοθεί στο άλλο αυτό πρόσωπο το δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας και στο τέλος της συμφωνημένης περιόδου το τέκνο, έχοντας μεταφερθεί στο εξωτερικό, δεν αποδίδεται στο πρόσωπο που είχε την επιμέλεια, η επιμέλεια του τέκνου αποδίδεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1β και 2 του παρόντος άρθρου. Το ίδιο ισχύει στην περίπτωση απόφασης της αρμόδιας αρχής που απονέμει τέτοιο δικαίωμα σε πρόσωπο που δεν έχει την επιμέλεια του τέκνου.

Άρθρο 9

1. Σε περιπτώσεις παράνομης μετακίνησης εκτός από εκείνες που προβλέπονται στο άρθρο 8 και αν η αίτηση έχει κατατεθεί σε μια κεντρική αρχή μέσα σε έξι μήνες από την μετακίνηση, η αναγνώριση και εκτέλεση δεν μπορούν να αποκρουσθούν παρά μόνο:

α. αν πρόκειται για απόφαση που εκδόθηκε ερήμην του εναγομένου ή του νόμιμου αντιπρόσωπου και το εισαγωγικό έγγραφο της δίκης ή ένα ισοδύναμο έγγραφο δεν γνωστοποιήθηκε ή δεν επιδόθηκε στον εναγόμενο νομίμως και

εγκαίρως ώστε να μπορέσει να υπερασπισθεί τον εαυτό του. Εν τούτοις, η έλλειψη γνωστοποίησης ή επίδοσης δεν αποτελεί λόγο απόκρουσης της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης, όταν η γνωστοποίηση ή η επίδοση δεν πραγματοποιήθηκε επειδή ο εναγόμενος απέκρυψε το μέρος όπου βρίσκεται από το πρόσωπο που άσκησε την αγωγή στο Κράτος έκδοσης της απόφασης,

β. αν πρόκειται για απόφαση που εκδόθηκε ερήμην του εναγομένου ή του νόμιμου αντιπροσώπου του και η δικαιοδοσία της αρχής που την εξέδωσε δεν βασίζεται:

ι. στη συνήθη διαμονή του εναγομένου, ή

ιι. στην τελευταία κοινή και συνήθη διαμονή των γονέων του τέκνου, εφόσον ο ένας τουλάχιστον διαμένει ακόμη εκεί συνήθως, ή

ιιι. στη συνήθη διαμονή του τέκνου,

γ. αν η απόφαση είναι ασυμβίβαστη με απόφαση σχετική με την επιμέλεια, που έγινε εκτελεστή στο Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση πριν από τη μετακίνηση του τέκνου, εκτός αν το τέκνο είχε τη συνήθη διαμονή του στο έδαφος του αιτούντος Κράτους κατά το έτος που προηγήθηκε της μετακίνησης.

2. Αν η αίτηση δεν έχει υποβληθεί σε κεντρική αρχή, οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επίσης όταν η αναγνώριση και η εκτέλεση ζητούνται μέσα σε έξι μήνες από την ημερομηνία της παράνομης μετακίνησης.

3. Σε καμιά περίπτωση η απόφαση δεν μπορεί ν’ αποτελέσει αντικείμενο αναθεώρησης επί της ουσίας.

Άρθρο 10

1. Σε περιπτώσεις άλλες από εκείνες που προβλέπονται στα άρθρα 8 και 9, η αναγνώριση καθώς και η εκτέλεση μπορούν να αποκρουσθούν όχι μόνο για τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 9, αλλά επιπλέον και για έναν από τους ακόλουθους λόγους:

α. αν διαπιστώνεται ότι τα αποτελέσματα της απόφασης είναι προφανώς ασυμβίβαστα προς τις θεμελιώδεις αρχές του οικογενειακού δικαίου του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση,

β. αν διαπιστώνεται ότι λόγω μεταβολής των συνθηκών, στις οποίες περιλαμβάνεται η πάροδος του χρόνου όχι όμως και η απλή μεταβολή της διαμονής του τέκνου λόγω παράνομης μετακίνησης, τα αποτελέσματα της αρχικής απόφασης προφανώς δεν είναι πλέον σύμφωνα προς το συμφέρον του τέκνου,

γ. αν κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής στο κράτος έκδοσης της απόφασης:

ι. το τέκνο είχε την ιθαγένεια του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ή είχε τη συνήθη διαμονή του σ’ αυτό το κράτος, ενώ κανένας τέτοιος σύνδεσμος δεν υπήρχε με το κράτος έκδοσης της απόφασης,

ιι. το τέκνο είχε συγχρόνως την ιθαγένεια και του κράτους έκδοσης της απόφασης και του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση και είχε τη συνήθη διαμονή του στο κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση,

δ. αν η απόφαση είναι ασυμβίβαστη με απόφαση που εκδόθηκε στο Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ή είναι εκτελεστή σ’ αυτό έχοντας εκδοθεί σε τρίτο κράτος ύστερα από διαδικασία, που είχε αρχίσει πριν από την υποβολή της αίτησης αναγνώρισης ή εκτέλεσης και εφόσον η απόκρουση είναι σύμφωνη προς το συμφέρον του τέκνου.

2. Στις ίδιες αυτές περιπτώσεις, η διαδικασία για ανα-

γνώριση ή για κήρυξη εκτελεστότητας μπορούν να αναβληθούν για έναν από τους ακόλουθους λόγους:

α. αν η αρχική απόφαση αποτελεί το αντικείμενο τακτικού ένδικου μέσου,

β. αν διαδικασία σχετική με την επιμέλεια του τέκνου, που άρχισό πριν αρχίσει η διαδικασία στο κράτος έκδοσης της απόφασης, είναι εκκρεμής στο κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση,

γ. αν άλλη απόφαση σχετική προς την επιμέλεια του τέκνου αποτελεί το αντικείμενο διαδικασίας εκτέλεσης ή οποιασδήποτε άλλης διαδικασίας σχετικής προς την αναγνώριση αυτής της απόφασης.

Άρθρο 11

1. Οι αποφάσεις για την προσωπική επικοινωνία και οι διατάξεις των αποφάσεων των σχετικών με την επιμέλεια που αφορούν την προσωπική επικοινωνία αναγνωρίζονται και εκτελούνται με τους ίδιους όρους όπως και οι λοιπές αποφάσεις οι σχετικές με την επιμέλεια.

2. Πάντως, η αρμόδια αρχή του κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να καθορίσει τους όρους πραγματοποίησης και άσκησης του δικαιώματος προσωπικής επικοινωνίας, αφού ληφθούν υπόψη ιδίως οι υποχρεώσεις, που αναλήφθηκαν από τα μέρη σ’ αυτό το θέμα.

3. Αν δεν έχει εκδοθεί απόφαση για την προσωπική επικοινωνία ή αν έχει αποκρουσθεί η αναγνώριση ή η εκτέλεση της απόφασης για την επιμέλεια, η κεντρική αρχή του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να προσφύγει στις αρμόδιες αρχές του προκειμένου να εκδοθεί απόφαση για την προσωπική επικοινωνία μετά από αίτηση του προσώπου που επικαλείται το δικαίωμα αυτό.

Άρθρο 12

Όταν κατά το χρόνο κατά τον οποίο το τέκνο μετακινείται δια μέσου διεθνών συνόρων δεν υπάρχει εκτελεστή απόφαση για την επιμέλεια του, που να εκδόθηκε σε ένα συμβαλλόμενο Κράτος, οι διατάξεις της Σύμβασης αυτής εφαρμόζονται σε κάθε μεταγενέστερη απόφαση, σχετική με την επιμέλεια αυτού του τέκνου, η οποία εκδόθηκε σε ένα συμβαλλόμενο Κράτος μετά από αίτηση κάθε ενδιαφερόμενου προσώπου και η οποία αποφαίνεται ότι η μετακίνηση είναι παράνομη.

ΤΙΤΛΟΣ III ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Άρθρο 13

1. Η αίτηση που επιζητεί την αναγνώριση ή την εκτέλεση απόφασης σχετικής με την επιμέλεια σε άλλο συμβαλλόμενο Κράτος πρέπει να συνοδεύεται:

α. από έγγραφη εξουσιοδότηση προς την κεντρική αρχή του Κράτους, προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, να ενεργήσει στο όνομα εκείνου που υποβάλλει την αίτηση ή να ορίσει για το σκοπό αυτόν έναν άλλο αντιπρόσωπο,

β. από ένα αντίγραφο της απόφασης που συγκεντρώνει τους όρους γνησιότητας,

γ. αν πρόκειται για απόφαση που εκδόθηκε ερήμην του εναγομένου ή του νόμιμου αντιπροσώπου του, από κάθε έγγραφο, που αποδεικνύει ότι η αγωγή ή άλλη ισοδύναμη πράξη επιδόθηκε ή γνωστοποιήθηκε κανονικά στον εναγόμενο,

δ. ενδεχομένως από κάθε έγγραφο κατάλληλο ,να αποδείξει ότι η απόφαση είναι εκτελεστή σύμφωνα με το δίκαιο του Κράτους όπου εκδόθηκε,

ε. αν είναι δυνατό, από μία έκθεση που να υποδεικνύει τον τόπο όπου θα μπορούσε να ανευρεθεί το τέκνο, στο κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση,

στ. από προτάσεις για τον τρόπο αποκατάστασης της επιμέλειας του τέκνου.

2. Τα έγγραφα που αναφέρονται παραπάνω πρέπει, ενδεχομένως, να συνοδεύονται από μετάφραση σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζονται στο άρθρο 6.

Άρθρο 14

Κάθε συμβαλλόμενο Κράτος εφαρμόζει απλή και γρήγορη διαδικασία για την αναγνώριση και εκτέλεση απόφασης σχετικής με την επιμέλεια του τέκνου. Για το σκοπό αυτόν φροντίζει ώστε το αίτημα για την κήρυξη της εκτελεστότητας να μπορεί να εισάγεται με απλή αίτηση.

Άρθρο 15

1. Πριν αποφανθεί ως προς την αίτηση της παραγράφου 1β του άρθρου 10, η αρμόδια αρχή του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση:

α. πρέπει να λάβει γνώση των απόψεων του τέκνου, εκτός εάν αυτό είναι πρακτικά αδύνατο, ιδίως εν όψει της ηλικίας του και της ικανότητας του να διακρίνει και

β. μπορεί να ζητήσει να γίνουν οι κατάλληλες έρευνες.

2. Τα έξοδα των ερευνών που γίνονται σε συμβαλλόμενο Κράτος βαρύνουν το Κράτος στο οποίο πραγματοποιούνται.

3. Οι αιτήσεις ερευνών και τα πορίσματα τους μπορούν να απευθύνονται στην ενδιαφερόμενη αρχή μέσω των κεντρικών, αρχών.

Άρθρο 16

Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης δεν απαιτείται καμιά επικύρωση ή άλλη ανάλογη διατύπωση.

ΤΙΤΛΟΣ ΙV ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΙΣ

Άρθρο 17

1. Κάθε συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να διατυπώσει την επιφύλαξη ότι, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 8 και 9 ή σε ένα από αυτά, η αναγνώριση και η εκτέλεση των αποφάσεων των σχετικών με την επιμέλεια θα μπορούν να αποκρουσθούν για εκείνους από τους προβλεπόμενους στο άρθρο 10 λόγους που μνημονεύονται στην επιφύλαξη.

2. Η αναγνώριση και η εκτέλεση των αποφάσεων των εκδιδόμενων σε ένα συμβαλλόμενο Κράτος, που έχει προβεί στην επιφύλαξη της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, μπορούν να αποκρουσθούν σε οποιοδήποτε άλλο συμβαλλόμενο Κράτος για έναν από τους πρόσθετους λόγους που μνημονεύονται στην επιφύλαξη αυτήν.

Άρθρο 18

Κάθε συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να διατυπώσει την

επιφύλαξη ότι δεν θα δεσμεύεται από τις διατάξεις του άρθρου 12. Οι διατάξεις της παρούσας Σύμβασης δεν εφαρμόζονται στις αποφάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 12, όταν έχουν εκδοθεί σε ένα συμβαλλόμενο Κράτος που έχει διατυπώσει αυτήν την επιφύλαξη.

ΤΙΤΛΟΣ V ΑΛΛΕΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

Άρθρο 19

Η παρούσα Σύμβαση δεν εμποδίζει την επίκληση μιας άλλης διεθνούς συμφωνίας που δεσμεύει το Κράτος έκδοσης της απόφασης και το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, ούτε την επίκληση του μη συμβατικού δικαίου του δεύτερου Κράτους για την επίτευξη της αναγνώρισης ή της εκτέλεσης μιας απόφασης.

Άρθρο 20

1. Η παρούσα Σύμβαση δεν θίγει τις υποχρεώσεις που ένα συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί να έχει απέναντι σε ένα μη συμβαλλόμενο Κράτος, δυνάμει διεθνούς συμφωνίας που αναφέρεται σε θέματα ρυθμιζόμενα με την παρούσα Σύμβαση.

2. Όταν δύο ή περισσότερα συμβαλλόμενα Κράτη έχουν θεσπίσει ή πρόκειται να θεσπίσουν ομοιόμορφη νομοθεσία στον τομέα της επιμέλειας των τέκνων ή ένα ιδιαίτερο σύστημα αναγνώρισης ή εκτέλεσης των σχετικών αποφάσεων, θα έχουν την ευχέρεια να εφαρμόσουν μεταξύ τους αυτήν τη νομοθεσία ή αυτό το σύστημα αντί για την παρούσα Σύμβαση ή για οποιοδήποτε τμήμα της. Για να επωφεληθούν από αυτήν τη διάταξη, τα Κράτη αυτά πρέπει να γνωστοποιήσουν την απόφαση τους στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Κάθε τροποποίηση ή ανάκληση αυτής της απόφασης πρέπει επίσης να γνωστοποιείται.

ΤΙΤΛΟΣ VI ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 21

Η παρούσα Σύμβαση είναι ανοιχτή για υπογραφή από τα Κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης. Υπόκειται σε επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση. Τα έγγραφα επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης κατατίθενται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Άρθρο 22

1. Η παρούσα Σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη μέρα του μήνα που ακολουθεί μετά την πάροδο τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία τρία Κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης θα έχουν εκφράσει τη συγκατάθεση τους να δεσμευθούν από τη Σύμβαση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21.

2. Για κάθε Κράτος μέλος που θα εκφράσει μεταγενέστερα τη συγκατάθεση του να δεσμευθεί από τη Σύμβαση, η Σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη μέρα του μήνα, που ακολουθεί μετά την πάροδο τριών μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης.

Άρθρο 23

1. Μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας Σύμβασης, η Επιτροπή των Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης θα μπορεί να καλεί κάθε Κράτος μη μέλος του Συμβουλίου να προσχωρήσει στην παρούσα Σύμβαση με απόφαση που λαμβάνεται με την πλειοψηφία την προβλεπόμενη στο άρθρο 20 δ του καταστατικού και με ομοφωνία των αντιπροσώπων των συμβαλλόμενων Κρατών, που έχουν το δικαίωμα να μετέχουν στην Επιτροπή.

2. Για κάθε Κράτος που προσχωρεί, η Σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη μέρα του μήνα που ακολουθεί μετά την πάροδο τριών μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης του εγγράφου προσχώρησης στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Άρθρο 24

1. Κάθε Κράτος μπορεί, κατά το χρόνο της υπογραφής ή κατά το χρόνο κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, να ορίσει το ή τα εδάφη στα οποία θα εφαρμόζεται η παρούσα Σύμβαση.

2. Κάθε Κράτος μπορεί, οποτεδήποτε μεταγενέστερα, με δήλωση προς το Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, να επεκτείνει την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης σε οποιοδήποτε άλλο έδαφος, που καθορίζεται στη δήλωση. Η Σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει ως προς το έδαφος αυτό την πρώτη μέρα του μήνα, που ακολουθεί μετά την πάροδο τριών μηνών από την ημερομηνία λήψης της δήλωσης από το Γενικό Γραμματέα.

3. Κάθε δήλωση που γίνεται δυνάμει των δυο πρηγούμενων παραγράφων μπορεί ως προς κάθε εδαφική ενότητα, που καθορίζεται σ’ αυτή, να αποσύρεται με γνωστοποίηση που απευθύνεται στο Γενικό Γραμματέα. Η ανάκληση αρχίζει να ισχύει την πρώτη μέρα του μήνα που ακολουθεί μετά την πάροδο έξι μηνών από την ημερομηνία λήψης της γνωστοποίησης από το Γενικό Γραμματέα.

Άρθρο 25

1. Ένα Κράτος που περιλαμβάνει δύο ή περισσότερες εδαφικές ενότητες, στις οποίες διαφορετικά νομικά συστήματα εφαρμόζονται ως προς την επιμέλεια των τέκνων και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σχετικών με την επιμέλεια μπορεί, κατά το χρόνο της κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, να δηλώσει ότι η παρούσα Σύμβαση θα εφαρμόζεται σε όλες τις εδαφικές του ενότητες ή σε μια ή περισσότερες από αυτές.

2. Είναι δυνατόν, οποτεδήποτε μεταγενέστερα, με δήλωση προς το Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης να επεκτείνει την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης σε κάθε άλλη εδαφική ενότητα που καθορίζεται στη δήλωση. Η Σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει ως προς την εδαφική αυτήν ενότητα την πρώτη μέρα του μήνα, που ακολουθεί μετά την πάροδο τριών μηνών από την ημερομηνία λήψης της δήλωσης από το Γενικό Γραμματέα.

3. Κάθε δήλωση που γίνεται δυνάμει των δύο προηγούμενων παραγράφων μπορεί να αποσύρεται ως προς κάθε εδαφική ενότητα που καθορίζεται σ’ αυτήν τη δήλωση με γνωστοποίηση, που απευθύνεται στο Γενικό Γραμματέα. Ή ανάκληση αρχίζει να ισχύει την πρώτη μέρα του μήνα που ακολουθεί μετά την πάροδο έξι μηνών από την ημερομηνία

λήψης της γνωστοποίησης από το Γενικό Γραμματέα. Άρθρο 26 ‘

1. Ως προς Κράτος που στον τομέα της επιμέλειας των τέκνων έχει δύο ή περισσότερα νομικά συστήματα τα οποία εφαρμόζονται σε διαφορετικές εδαφικές περιοχές:

α. η αναφορά στο δίκαιο της συνήθους διαμονής ή της ιθαγένειας του προσώπου πρέπει να νοείται ως αναφορά στο νομικό σύστημα, που καθορίζεται από τους κανόνες, που ισχύουν στο Κράτος αυτό ή, αν τέτοιοι κανόνες δεν υπάρχουν, στο σύστημα με το οποίο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έχει τους στενότερους δεσμούς,

β. η αναφορά στο Κράτος έκδοσης της απόφασης ή στο Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση πρέπει να νοείται, ανάλογα με την περίπτωση, ως αναφορά στην εδαφική ενότητα στην οποία έχει εκδοθεί η απόφαση ή στην οποία ζητείται η αναγνώριση ή η εκτέλεση της απόφασης ή η αποκατάσταση της επιμέλειας.

2. Η παράγραφος 1α του άρθρου αυτού εφαρμόζεται επίσης MUTATIS MUTANDIS στα Κράτη που, στον τομέα της επιμέλειας των τέκνων, έχουν δύο ή περισσότερα νομικά συστήματα, που εφαρμόζονται ανάλογα με τα πρόσωπα.

Άρθρο 27

1. Κάθε Κράτος μπορεί, κατά το χρόνο της υπογραφής ή κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης να δηλώσει ότι κάνει χρήση μιας ή περισσότερων από τις επιφυλάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 6, στο άρθρο 17 και στο άρθρο 18 της παρούσας Σύμβασης. Καμιά άλλη επιφύλαξη δεν είναι δεκτή.

2. Κάθε συμβαλλόμενο Κράτος που διατύπωσε επιφύλαξη δυνάμει της προηγούμενης παραγράφου μπορεί να την αποσύρει ολικά ή μερικά, απευθύνοντας στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης γνωστοποίηση που θα αρχίσει να ισχύει από την ημερομηνία της λήψης της.

Άρθρο 28

Στο τέλος του τρίτου έτους μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας Σύμβασης και με δική του πρωτοβουλία, οποτεδήποτε μεταγενέστερα, ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης θα καλεί τους εκπροσώπους των κεντρικών αρχών, που ορίζονται από τα συμβαλλόμενα Κράτη, σε σύνοδο για να μελετήσουν και να διευκολύνουν τη λειτουργία της Σύμβασης. Κάθε Κράτος μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης που δεν συμβάλλεται στην παρούσα Σύμβαση θα μπορεί να εκπροσωπείται με παρατηρητή. Οι εργασίες καθεμιάς από τις συνόδους αυτές θα αποτελούν αντικείμενο έκθεσης που θα απευθύνεται για ενημέρωση στην Επιτροπή των Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Άρθρο 29

1. Κάθε συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί οποτεδήποτε να καταγγείλει την παρούσα Σύμβαση, απευθύνοντας γνωστοποίηση στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.

2. Η καταγγελία θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη μέρα του μήνα, που ακολουθεί μετά την πάροδο έξι μηνών από την ημερομηνία λήψης της γνωστοποίησης από το Γενικό Γραμματέα.

Άρθρο 30

Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης θα γνωστοποιεί στα Κράτη μέλη του Συμβουλίου και σε κάθε άλλο Κράτος που έχει προσχωρήσει στην παρούσα Σύμβαση:

α. κάθε υπογραφή,

β. την κατάθεση κάθε εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης,

γ. κάθε ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Σύμβασης σύμφωνα με τα άρθρα 22, 23, 24 και 25.

δ. κάθε άλλη πράξη, γνωστοποίηση ή ανακοίνωση που αναφέρεται στην παρούσα σύμβαση.

Για να πιστοποιηθούν, τα παραπάνω, οι υπογράφοντες, νόμιμα εξουσιοδοτημένοι για το σκοπό αυτόν, υπέγραψαν την παρούσα Σύμβαση.

Έγινε στο Λουξεμβούργο στις 20 Μαίου 1980 στα γαλλικά και αγγλικά με τα δύο κείμενα να έχουν την ίδια ισχύ, οχ ένα μόνο αντίτυπο που θα κατατεθεί στα αρχεία του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης θα κοινοποιήσει κυρωμένα αντίγραφα σε κάθε Κράτος μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης και σε κάθε Κράτος που προσκαλείται να προσχωρήσει στην παρούσα Σύμβαση.

 

Άρθρο τρίτο

Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, της δε κυρούμενης Σύμβασης από την ολοκλήρωση των προϋποθέσεων που καθορίζονται στο άρθρο 22 παρ. 2 αυτής.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 2 Δεκεμβρίου 1992

 


Κατεβάσετε το αρχείο με το πρωτότυπο κείμενο, όπως είναι δημοσιευμένο στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ.) του Εθνικού Τυπογραφείου.


 

Τελευταία ενημέρωση
Έχει διαβαστεί 1249 φορές

Τελευταία Νέα