Προεδρικό Διάταγμα 67/2024 - ΦΕΚ 193/Α/25-11-2024
Ρύθμιση θεμάτων προσωπικού και οργάνωσης Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας.
ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ' ΑΡΙΘΜ. 67/2024
ΦΕΚ 193/Α/25-11-2024
Ρύθμιση θεμάτων προσωπικού και οργάνωσης Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α) Των περ. α, γ, δ, στ και θ της παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 1481/1984 «Οργανισμός Υπουργείου Δημόσιας Τάξης» (Α' 152), όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 1590/1986 (Α' 49),
β) της παρ. 1 του άρθρου 28 του ν. 2800/2000 «Αναδιάρθρωση Υπηρεσιών Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, σύσταση Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας και άλλες διατάξεις» (Α' 41),
γ) της παρ. 1 του άρθρου 39 του ν. 4249/2014 «Αναδιοργάνωση της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού Σώματος και της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, αναβάθμιση Υπηρεσιών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και ρύθμιση λοιπών θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και άλλες διατάξεις» (Α' 73) και
δ) του άρθρου 90 του Κώδικα νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα (π.δ. 63/2005, Α' 98), το οποίο διατηρήθηκε σε ισχύ με την περ. 22 του άρθρου 119 του ν. 4622/2019 (Α' 133), και το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος δεν προκαλείται οικονομική επιβάρυνση σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, όπως προκύπτει από την 8000/1/2024/76-α/01.9.2024 εισήγηση του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών και Επιτελικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
2. Την 110/2024 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Με πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, αποφασίζουμε:
Άρθρο 1
Τροποποίηση διατάξεων του ν. 1481/1984 (Α' 152)
Η παρ. 6 του άρθρου 11 του ν. 1481/1984 αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται η τοπική αρμοδιότητα των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας.».
Άρθρο 2
Τροποποίηση διατάξεων του π.δ. 584/1985 (Α' 204)
Η παρ. 4 του άρθρου 39 του π.δ. 584/1985 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Η αιμοδοσία υπέρ των Τραπεζών Αίματος της Ελληνικής Αστυνομίας καταχωρείται σε διακριτή ηλεκτρονική εφαρμογή του πληροφοριακού συστήματος της Ελληνικής Αστυνομίας, από εξουσιοδοτημένους χειριστές Υπηρεσιών Αστυνομικού Τμήματος και άνω, τόσο για το προσωπικό που υπηρετεί σε αυτές όσο και για το προσωπικό υφιστάμενων Υπηρεσιών τους.».
Άρθρο 3
Τροποποίηση διατάξεων του π.δ. 141/1991 (Α' 58)
1. Το άρθρο 79Α του π.δ. 141/1991 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Στις Υποδιευθύνσεις Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων της Διεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής και στην Υποδιεύθυνση Ειδικών Επιχειρησιακών Δράσεων της Διεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Θεσσαλονίκης της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης συγκροτούνται Ομάδες Πρόληψης και Καταστολής Εγκληματικότητας (Ο.Π.Κ.Ε.), οι οποίες έχουν ως αποστολή τη συμβολή και την παροχή ειδικής υποστήριξης στο έργο των Υπηρεσιών των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων, για την αποτελεσματικότερη πρόληψη και καταπολέμηση του εγκλήματος, την αντιμετώπιση ειδικών, αυξημένων ή ιδιαίτερης σημασίας αστυνομικών προβλημάτων και την ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών. Ο.Π.Κ.Ε. δύναται να συγκροτούνται και σε Υπηρεσίες των Διευθύνσεων Αστυνομίας Νομών των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων (ΓΕ.Π.Α.Δ.).
2. Η συγκρότηση των Ο.Π.Κ.Ε. των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης πραγματοποιείται κατόπιν πρότασης των Διευθυντών των Διευθύνσεων Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων και γνώμης των Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών, οι οποίες υποβάλλονται προς τη Διεύθυνση Δημόσιας Ασφάλειας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, προκειμένου να εισηγηθεί στον Αρχηγό τη λήψη απόφασης.
3. Η συγκρότηση των Ο.Π.Κ.Ε. των Διευθύνσεων Αστυνομίας Νομών πραγματοποιείται κατόπιν πρότασης των Διευθυντών και γνώμης των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθυντών, οι οποίες υποβάλλονται προς τη Διεύθυνση Δημόσιας Ασφάλειας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, προκειμένου να εισηγηθεί στον Αρχηγό τη λήψη απόφασης.
4. Επιπλέον, η συγκρότηση των Ο.Π.Κ.Ε. των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης και των Διευθύνσεων Αστυνομίας Νομών δύναται να πραγματοποιείται, πέραν της διαδικασίας της παρ. 4 του άρθρου 30 του ν. 4249/2014 (Α' 73), και με την απευθείας έκδοση διαταγής του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας.
5. Οι Ο.Π.Κ.Ε. συγκροτούνται από αστυνομικό προσωπικό και ειδικούς φρουρούς και υπάγονται διοικητικά και επιχειρησιακά ως ακολούθως:
α. Οι Ο.Π.Κ.Ε. της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής διοικητικά και επιχειρησιακά στο Τμήμα Πρόληψης και Καταστολής Εγκληματικότητας των Υποδιευθύνσεων Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων, της Διεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής, υπό την καθοδήγηση και τον συντονισμό του Κέντρου Επιχειρήσεων Ασφάλειας της Διεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής, και οι Ο.Π.Κ.Ε. της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης διοικητικά και επιχειρησιακά στην Υποδιεύθυνση Ειδικών Επιχειρησιακών Δράσεων της Διεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Θεσσαλονίκης,
β. Οι Ο.Π.Κ.Ε. των Διευθύνσεων Αστυνομίας Νομών επιχειρησιακά στον οικείο Διευθυντή, βοηθούμενο από τους Διευθυντές των Υποδιευθύνσεων ή τους Διοικητές των Τμημάτων Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων ή των Αστυνομικών Τμημάτων, και διοικητικά στην Υποδιεύθυνση Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων ή στο Τμήμα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων της έδρας της Διεύθυνσης Αστυνομίας ή, εφόσον επιχειρησιακοί λόγοι το επιβάλλουν, σε Υποδιεύθυνση Αστυνομίας, Αστυνομικό Τμήμα ή Τμήμα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων που λειτουργεί εκτός της έδρας της Διεύθυνσης Αστυνομίας.
6. Οι Ο.Π.Κ.Ε. εφοδιάζονται με τον απαραίτητο υλικοτεχνικό εξοπλισμό και τα μέσα για την αποτελεσματική εκπλήρωση της αποστολής τους.
7. Το προσωπικό με το οποίο στελεχώνονται οι Ο.Π.Κ.Ε. υπόκειται σε κατάλληλη για την εκπλήρωση της αποστολής τους εκπαίδευση και τακτική συντηρητική μετεκπαίδευση, οι οποίες συνίστανται ιδίως στη χρήση όπλων, σε τεχνικές συλλήψεων και αφοπλισμού, αυτοάμυνας, ελέγχου ύποπτων ατόμων, οχημάτων και κτηρίων και λοιπών συναφών μεθόδων και τεχνικών. Το προσωπικό των Ο.Π.Κ.Ε. αντικαθίσταται περιοδικά, ώστε να εξασφαλίζεται η επιχειρησιακή επάρκεια και το αξιόμαχο των Ομάδων.
8. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατόπιν διαταγής του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, οι Ο.Π.Κ.Ε. δύνανται να διατίθενται προς ενίσχυση λοιπών Υπηρεσιών, εκτός της εδαφικής αρμοδιότητας των οικείων Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων ή των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων, στο πλαίσιο της εκπλήρωσης της αποστολής τους. Οι Ο.Π.Κ.Ε. των Διευθύνσεων Αστυνομίας Νομών δύνανται, σε σοβαρές ή έκτακτες περιπτώσεις, να διατίθενται προς ενίσχυση Υπηρεσιών των λοιπών Διευθύνσεων Αστυνομίας της οικείας Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης, με διαταγή του Γενικού Περιφερειακού Αστυνομικού Διευθυντή.
9. Ειδικότερα ζητήματα που αφορούν στην επιλογή και τη σύνθεση του προσωπικού των Ο.Π.Κ.Ε., την εκπαίδευση και τη μετεκπαίδευσή του, την επιχειρησιακή τακτική και δράση των Ομάδων, τον υλικοτεχνικό τους εξοπλισμό, καθώς και άλλες λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, ρυθμίζονται με διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία εκδίδεται με μέριμνα της Διεύθυνσης Δημόσιας Ασφάλειας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας».
2. Η παρ. 1 του άρθρου 172 του π.δ. 141/1991 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Επικήδειες τιμές απονέμονται από την Ελληνική Αστυνομία στα παρακάτω πρόσωπα, σε περίπτωση θανάτου τους:
α. Στον Υπουργό και τον Υφυπουργό Προστασίας του Πολίτη.
β. Στους Γενικούς Γραμματείς του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
γ. Στον Αρχιεπίσκοπο, τους Μητροπολίτες, τους Επισκόπους που αποβιώνουν στην περιφέρειά τους, αν δεν εδρεύει στρατιωτική μονάδα.
δ. Σε όλο το εν ενεργεία και εν αποστρατεία ένστολο αστυνομικό προσωπικό.».
3. Η παρ. 2 του άρθρου 173 του π.δ. 141/1991 τροποποιείται ως εξής:
«2. Τιμές με επικήδειο τιμητικό απόσπασμα και αντιπροσωπεία απονέμονται:
α. Στον Υπουργό και Υφυπουργό Προστασίας του Πολίτη.
β. Στους Γενικούς Γραμματείς του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
γ. Στον Αρχιεπίσκοπο, τους Μητροπολίτες και τους Επισκόπους.
δ. Σε όλο το εν ενεργεία ένστολο αστυνομικό προσωπικό.
ε. Στους διατελέσαντες Αρχηγούς και Υπαρχηγούς της Ελληνικής Αστυνομίας.».
4. Η παρ. 3 του άρθρου 173 του π.δ. 141/1991 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Τιμές μόνο με αντιπροσωπεία αποδίδονται σε όλο το εν αποστρατεία ένστολο αστυνομικό προσωπικό, κατά τη διάρκεια της εξοδίου ακολουθίας εντός του Ιερού Ναού.».
5. Η παρ. 4 του άρθρου 173 του π.δ. 141/1991 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Η δύναμη των επικήδειων αποσπασμάτων είναι:
α. Γ ια τον Υπουργό, τον Υφυπουργό και τους Γενικούς Γραμματείς του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, ένας λόχος και τμήμα μουσικής.
β. Για τον Αρχιεπίσκοπο, τους Μητροπολίτες και τους Επισκόπους, μία διμοιρία.
γ. Για τον Αρχηγό και Υπαρχηγό, ένας λόχος και τμήμα μουσικής.
δ. Για τους ανώτατους αξιωματικούς εν ενεργεία, δύο διμοιρίες και τμήμα μουσικής.
ε. Για τους υπόλοιπους αξιωματικούς εν ενεργεία, μία διμοιρία και τμήμα μουσικής.
στ. Γ ια τους εν ενεργεία Ανθυπαστυνόμους, Αρχιφύλακες, Υπαρχιφύλακες, Αστυφύλακες, Ειδικούς Φρουρούς, Συνοριακούς Φύλακες και Συνοριακούς Φύλακες Ορισμένου Χρόνου, δύο ομάδες.
ζ. Για τους διατελέσαντες Αρχηγούς και Υπαρχηγούς, μία διμοιρία και τμήμα μουσικής.».
6. Η περ. α της παρ. 5 του άρθρου 173 του π.δ. 141/1991 αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Η ομάδα αποτελείται από εννέα Υπαρχιφύλακες ή Αστυφύλακες και έναν Αρχιφύλακα ως επικεφαλής.».
7. Η παρ. 7 του άρθρου 173 του π.δ. 141/1991 αντικαθίσταται ως εξής:
«7. Στους Δόκιμους Αστυφύλακες αποδίδονται επικήδειες τιμές Αστυφύλακα.».
8. Η περ. α της παρ. 8 του άρθρου 173 του π.δ. 141/1991 αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Για τον Υπουργό, τον Υφυπουργό και τους Γενικούς Γραμματείς του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, ο Αρχηγός και δύο αστυνομικοί από κάθε βαθμό.».
9. Η υποπερ. (7) της περ. β της παρ. 8 του άρθρου 173 του π.δ. 141/1991 αντικαθίσταται ως εξής:
«(7) Για τους Ανθυπαστυνόμους, Αρχιφύλακες, Υπαρχιφύλακες, Αστυφύλακες, Ειδικούς Φρουρούς, Συνοριακούς Φύλακες και Συνοριακούς Φύλακες Ορισμένου Χρόνου, έξι ομοιόβαθμοι ή και κατώτεροι του θανόντος και ένας Ανθυπαστυνόμος ή Αρχιφύλακας ως τελετάρχης.».
10. Μετά την υποπερ. (4) της περ. γ της παρ. 8 του άρθρου 173 του π.δ. 141/1991 προστίθεται υποπερ. (5) ως εξής:
«(5) Για τους κατώτερους αξιωματικούς, τους Ανθυπαστυνόμους, Αρχιφύλακες, Υπαρχιφύλακες, Αστυφύλακες, Ειδικούς Φρουρούς, Συνοριακούς Φύλακες και Συνοριακούς Φύλακες Ορισμένου Χρόνου, ένας αξιωματικός ή βαθμοφόρος, ανάλογα με τον βαθμό του θανόντος, εφόσον ενημερωθεί προς τούτο η αρμόδια αστυνομική αρχή, από τους οικείους του.».
11. Το τέταρτο εδάφιο της παρ. 9 του άρθρου 173 του π.δ. 141/1991 αντικαθίσταται ως εξής:
«Επίσης, μουσική διατίθεται για τους Ανθυπαστυνόμους, Αρχιφύλακες, Υπαρχιφύλακες, Αστυφύλακες, Ειδικούς Φρουρούς, Συνοριακούς Φύλακες και Συνοριακούς Φύλακες Ορισμένου Χρόνου που απεβίωσαν κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας τους και ένεκα αυτής.».
12. Οι παρ. 10, 12 και 14 του άρθρου 173 του π.δ. 141/1991 αντικαθίστανται ως εξής:
«10. Τη συγκρότηση των επικήδειων τιμητικών αποσπασμάτων και αντιπροσωπειών διατάσσουν:
α. Η Διεύθυνση Επικοινωνίας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας για τους ανώτατους αξιωματικούς που απεβίωσαν εν ενεργεία και τους διατελέσαντες Αρχηγούς και Υπαρχηγούς.
β. Η Διεύθυνση Αστυνομίας του τόπου της ταφής για τους λοιπούς. Κάθε αμφιβολία που ανακύπτει σχετικά με την αρμόδια Διεύθυνση Αστυνομίας, για όσους ενταφιάζονται στην περιφέρεια Αττικής, επιλύεται με διαταγή της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής.
12. Το προσωπικό που απαιτείται για τη συγκρότηση των επικήδειων αποσπασμάτων και αντιπροσωπειών διατίθεται από τις Υπηρεσίες της αρμόδιας Διεύθυνσης Αστυνομίας του τόπου της ταφής και, αν η δύναμή τους δεν επαρκεί, ενισχύονται από άλλες Υπηρεσίες με έγκριση της αρμόδιας προϊστάμενης Υπηρεσίας.
14. Αν η κηδεία αστυνομικού που απεβίωσε εν ενεργεία πρόκειται να γίνει σε τόπο διαφορετικό από τον τόπο του θανάτου, τη σορό κατά τη συγκομιδή της στον τόπο ταφής συνοδεύει ολιγομελής αντιπροσωπεία. Την αντιπροσωπεία αυτή διατάσσει η Διεύθυνση Αστυνομίας του τόπου του θανάτου ή η Διεύθυνση Επικοινωνίας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και η σύνθεσή της εξαρτάται από το βαθμό που είχε ο θανών.».
Άρθρο 4
Τροποποίηση διατάξεων του π.δ. 144/1991 (Α' 59)
1. Η παρ. 4 του άρθρου 1 του π.δ. 144/1991 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη υποχρεούται, εντός μηνός από την ημερομηνία λήψης της ένορκης διοικητικής εξέτασης, ή να διατάξει τη συμπλήρωση αυτής, όταν κρίνει τούτο απαραίτητο και μόνο για μία φορά, ή να παραπέμψει την υπόθεση στο συμβούλιο κρίσης, αναλόγως του βαθμού που φέρει ο προτεινόμενος για ανδραγαθία. Σε περίπτωση πράξης ανδραγαθίας, στην οποία έλαβαν μέρος αστυνομικοί διαφόρων βαθμών, η υπόθεση παραπέμπεται για όλους στο συμβούλιο που είναι αρμόδιο να κρίνει τον αστυνομικό που φέρει τον ανώτερο βαθμό.».
2. Η παρ. 5 του άρθρου 1 του π.δ. 144/1991 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Κατά των αποφάσεων του συμβουλίου κρίσης, με εξαίρεση τις αποφάσεις του Συμβουλίου Κρίσης Αντιστρατήγων, επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής στο αμέσως ανώτερο συμβούλιο, το οποίο εξετάζει τόσο τη νομιμότητα της πράξης, όσο και την ουσία της υπόθεσης. Δικαίωμα άσκησης προσφυγής έχουν τόσο ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, ο οποίος δύναται να την ασκήσει εντός αποκλειστικής προθεσμίας σαράντα πέντε (45) ημερών από την ημερομηνία που περιήλθε σε αυτόν η απόφαση, όσο και ο υπό κρίση προτεινόμενος για ανδραγαθία, ο οποίος δύναται να την ασκήσει εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία που κοινοποιήθηκε σε αυτόν η απόφαση. Το συμβούλιο οφείλει να αποφανθεί εντός ενενήντα (90) ημερών από την υποβολή της προσφυγής σε αυτό. Οι αποφάσεις του συμβουλίου κατά των οποίων δεν ασκήθηκε προσφυγή, καθώς και οι αποφάσεις του συμβουλίου μετά την εξέταση της άσκησης της προσφυγής, είναι υποχρεωτικές για τον Υπουργό, ο οποίος, εντός μηνός από την ημερομηνία που περιήλθε σε αυτόν η απόφαση, προτείνει την έκδοση προεδρικού διατάγματος για την απονομή του Αστυνομικού Αριστείου Ανδραγαθίας.».
Άρθρο 5
Τροποποίηση διατάξεων του π.δ. 24/1997 (Α' 29)
1. Η παρ. 3 του άρθρου 10 του π.δ. 24/1997 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Αξιωματικοί κρινόμενοι κατάλληλοι για υπηρεσία γραφείου δεν δύνανται να επανέλθουν στην κατάσταση της ενεργού υπηρεσίας, με την επιφύλαξη της παρ. 6 του άρθρου 44 του ν. 3731/2008 (Α' 263).».
2. Οι παρ. 2 και 4 του άρθρου 28 του π.δ. 24/1997 αντικαθίστανται ως εξής:
«2. Η κρίση γίνεται με συνεκτίμηση των κατά την προηγούμενη παράγραφο στοιχείων των κρινομένων στη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους και ιδιαίτερα στον κατεχόμενο και τον αμέσως προηγούμενο βαθμό, ως ακολούθως:
α. Οι αξιωματικοί μέχρι και τον βαθμό του Αστυνόμου Β', βάσει των στοιχείων του κατεχομένου και των προηγουμένων βαθμών τους, ως αξιωματικών.
β. Οι Αστυνόμοι Α' και οι Αστυνομικοί Υποδιευθυντές, βάσει των στοιχείων του βαθμού τους και των δύο προηγούμενων βαθμών τους, εφόσον αυτά δεν αναφέρονται σε χρόνο πέραν της δεκαετίας από την κρίση.
γ. Οι Αστυνομικοί Διευθυντές και ανώτατοι αξιωματικοί βάσει των στοιχείων του βαθμού τους και όλων των προηγουμένων βαθμών τους από την έναρξη της σταδιοδρομίας τους ως αξιωματικών.
4. Η κρίση σε κάθε βαθμό είναι αυστηρότερη εκείνης του προηγούμενου βαθμού. Σε κάθε περίπτωση, συνεκτιμάται ιδιαίτερα η αξιολόγηση των προσόντων των κρινομένων αξιωματικών σε όλη τη σταδιοδρομία τους, που αφορούν στο ήθος, τη διαγωγή και τα ψυχικά προσόντα τους.».
3. Η περ. β της παρ. 1 του άρθρου 32 του π.δ. 24/1997 αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Οι αξιωματικοί, οι οποίοι μέχρι το τέλος του έτους των κρίσεων συμπληρώνουν τα γενικά τυπικά προς προαγωγή προσόντα του άρθρου 15 του παρόντος ως ακολούθως:
(1) Οι αξιωματικοί, των οποίων οι οργανικές θέσεις είναι ενιαίες με αυτές του επόμενου βαθμού.
(2) Οι Αστυνομικοί Υποδιευθυντές και οι Αστυνόμοι Α' σε ποσοστό ίσο με τα 3/5 και τα 2/5, αντίστοιχα, των προβλεπόμενων οργανικών θέσεων του αμέσως ανώτερου βαθμού. Κλασματικά υπόλοιπα κατά τον υπολογισμό του αριθμού των κρινομένων δεν λαμβάνονται υπόψη.
(3) Οι Αστυνόμοι Β' και οι Υπαστυνόμοι Α' σε ποσοστό ίσο με το 1/4 και το 1/6 αντίστοιχα, των προβλεπομένων οργανικών θέσεων του αμέσως ανώτερου βαθμού. Κλασματικά υπόλοιπα κατά τον υπολογισμό του αριθμού των κρινομένων δεν λαμβάνονται υπόψη.
(4) Οι Αστυνόμοι Β' και οι Υπαστυνόμοι Α' που αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. (ν.δ. 649/1970, Α' 176) σε ποσοστό ίσο με τα 2/3 και το 1/2 αντίστοιχα, των προβλεπομένων οργανικών θέσεων του αμέσως ανώτερου βαθμού της ίδιας κατηγορίας Αξιωματικών.».
4. Η περ. β της παρ. 4 του άρθρου 35 του π.δ. 24/1997 αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Την απονομή του αστυνομικού αριστείου ανδραγαθίας, σε περίπτωση πράξης ανδραγαθίας κατώτερων αξιωματικών ή στην περίπτωση πράξης, κατά την οποία έλαβαν μέρος αστυνομικοί διαφόρων βαθμών, μεταξύ των οποίων και κατώτερος αξιωματικός.».
5. Η παρ. 5 του άρθρου 36 του π.δ. 24/1997 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Εάν το συμβούλιο από τα στοιχεία που του τέθηκαν υπόψη δεν δύναται να μορφώσει γνώμη για τον λόγο ότι λείπουν ουσιώδη στοιχεία, αναβάλλει την κρίση για νέα σύνοδο, μέχρι συγκεντρώσεως των ελλειπόντων στοιχείων. Εάν ο κρινόμενος αξιωματικός κριθεί προακτέος και συντρέχει περίπτωση προαγωγής, προάγεται αναδρομικά ως υπεράριθμος.».
6. Στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 39 του π.δ. 24/1997 αντικαθίσταται το χωρίο «Υπουργός Δημόσιας Τάξης» από το χωρίο «Υπουργός Προστασίας του Πολίτη», προστίθεται έκτο εδάφιο και το άρθρο 39 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 39
Επιλογή Αρχηγού
Ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας επιλέγεται μεταξύ των Αντιστρατήγων και Υποστρατήγων Αστυνομίας γενικών καθηκόντων, ανεξάρτητα από τον χρόνο παραμονής τους στο βαθμό. Οταν κενωθεί η θέση του Αρχηγού, ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη αποστέλλει στο Κυβερνητικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής και Εθνικής Άμυνας (ΚΥ.Σ.Ε.Α.) πίνακα των Αντιστρατήγων και Υποστρατήγων με τους ατομικούς φακέλους τους. Το ΚΥ.Σ.Ε.Α. επιλέγει τον Αρχηγό με απόλυτη διακριτική ευχέρεια, χωρίς να τον συγκρίνει με τυχόν παραλειπόμενους, και συντάσσει σχετικό πρακτικό. Αν επιλεγεί Υποστράτηγος, προάγεται στον βαθμό του Αντιστρατήγου. Οι αρχαιότεροι αυτού που επιλέγεται ως Αρχηγός αποστρατεύονται αυτεπάγγελτα, ως ευδοκίμως τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους. Ο διορισμός του Αρχηγού καθώς και η παράταση της θητείας του πραγματοποιούνται με προεδρικό διάταγμα.».
7. H παρ. 3 του άρθρου 42 του π.δ. 24/1997 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Οι προαγωγές των αξιωματικών της παρ. 1 ενεργούνται μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τον χρόνο συμπλήρωσης των τυπικών προς προαγωγή προσόντων που καθορίζεται στις διατάξεις αυτές.».
8. Η εκ παραδρομής αναγραφόμενη ως δεύτερη περ. «γ.» στο άρθρο 47 του π.δ. 24/1997 για τον πίνακα Διατηρητέων μετονομάζεται σε περ. «δ.» ως εξής:
«δ. Σε πίνακα Διατηρητέων οι Αστυνομικοί Διευθυντές Υπηρεσίας Γραφείου εφόσον προαχθεί νεότερός τους στην επετηρίδα και έχουν συμπληρώσει τριάντα (30) χρόνια πραγματικής υπηρεσίας στο Σώμα.».
9. Οι παρ. 1,4 και 6 του άρθρου 49 του π.δ. 24/1997 αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Το όριο ηλικίας, μέχρι το οποίο επιτρέπεται να υπηρετούν οι αξιωματικοί γενικών καθηκόντων της Ελληνικής Αστυνομίας, είναι ανά βαθμό το εξής:
Αντιστράτηγος - Αρχηγός 67ο έτος
Αντιστράτηγος 66ο έτος
Υποστράτηγος 65ο έτος
Ταξίαρχος 64ο έτος
Αστυνομικός Διευθυντής 60ο έτος
Αστυνομικός Υποδιευθυντής 58ο έτος
Αστυνόμος Α' 57ο έτος
Αστυνόμος Β' 55ο έτος
Υπαστυνόμος Α' 55ο έτος
Υπαστυνόμος Β' 55ο έτος
4. Οι Αντιστράτηγοι που συμπληρώνουν το όριο ηλικίας κρίνονται στις τακτικές κρίσεις του έτους συμπλήρωσής του, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 29, και αποστρατεύονται αυτεπάγγελτα μετά την κύρωση των πινάκων, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 33 και την παρ. 1 του άρθρου 43. Όσοι από τους Ταξίαρχους και Υποστράτηγους που καταλαμβάνονται από το όριο ηλικίας του βαθμού τους συμπληρώνουν τα τυπικά προς προαγωγή προσόντα κατά το έτος διενέργειας των κρίσεων, κρίνονται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις που ισχύουν για τους ομοιόβαθμους συναδέλφους τους και, εφόσον κριθούν διατηρητέοι ή προακτέοι, παραμένουν στην ενεργό υπηρεσία. Σε διαφορετική περίπτωση προάγονται στον επόμενο βαθμό, εκτός οργανικών θέσεων, πλην των κρινόμενων ως αποστρατευτέων, και μετά από ένα (1) μήνα τίθενται σε αυτεπάγγελτη αποστρατεία με τον βαθμό αυτό, λόγω κατάληψής τους από το όριο ηλικίας.
6. Όσοι από τους ανωτέρω αξιωματικούς φέρουν βαθμό μέχρι Αστυνομικού Διευθυντή και καταλαμβάνονται από το προβλεπόμενο στις παρ. 1 και 2 όριο ηλικίας μπορούν, εφόσον επιθυμούν, να υποβάλουν στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, το τρίτο δεκαήμερο του μηνός Σεπτεμβρίου κάθε έτους, δήλωση, η οποία δεν ανακαλείται, για την περαιτέρω παραμονή τους στην ενεργό υπηρεσία, μέχρι τη συμπλήρωση του 62ου έτους. Οι ενδιαφερόμενοι δύνανται να παραμένουν στην ενεργό υπηρεσία, για κάθε έτος, ύστερα από απόφαση, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, του συμβουλίου κρίσεων της Ελληνικής Αστυνομίας, το οποίο συνεκτιμά τις υφιστάμενες υπηρεσιακές ανάγκες, την αιτιολογημένη πρόταση του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας των ενδιαφερομένων επί της δήλωσής τους και τα τηρούμενα στους ατομικούς τους φακέλους και λοιπά ατομικά έγγραφα στοιχεία, ιδίως αυτά που αφορούν στην πειθαρχία τους, την εν γένει κατάσταση της υγείας τους και την αποδοτικότητά τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Σε κάθε περίπτωση δεν μπορούν να παραμείνουν στην ενεργό υπηρεσία όσοι κρίθηκαν δυσμενώς στον κατεχόμενο βαθμό, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 29 ή καθ' όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους έχουν τιμωρηθεί με ανώτερη πειθαρχική ποινή, για την οποία δεν έχει παρέλθει ο αυτοτελώς οριζόμενος στην παρ. 1 του άρθρου 56 του π.δ. 120/2008 (Α' 182) χρόνος διαγραφής, ή έχουν απουσιάσει από τα καθήκοντα τους πλέον του εξαμήνου την τελευταία διετία. Στην τελευταία αυτή περίπτωση η διετία υπολογίζεται από την 30η Σεπτεμβρίου του έτους υποβολής της αίτησης διατήρησης, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη απουσία τους οφειλόμενη σε ανίατη ή δυσίατη νόσο ή σε νόσο, πάθηση ή βλάβη που επήλθε κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας και ένεκα αυτής. Για όσους αξιωματικούς κρίνεται με απόφαση του
συμβουλίου κρίσεων ότι πληρούν τις προϋποθέσεις παραμονής στην ενεργό υπηρεσία, εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας. Όσοι αξιωματικοί δεν πληρούν τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις παραμονής στην ενεργό υπηρεσία, κρίνονται εν συνεχεία, εν όψει αυτεπάγγελτης αποστρατείας, λόγω κατάληψής τους από το όριο ηλικίας του βαθμού τους, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 29, και αποστρατεύονται αυτεπάγγελτα μετά την κύρωση των σχετικών πινάκων, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 33 και την παρ. 1 του άρθρου 43. Οι ανωτέρω αξιωματικοί κρίνονται εν όψει αποστρατείας, ύστερα από αίτησή τους, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 29, εφόσον έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον ένα έτος στον βαθμό τους και αποστρατεύονται αυτεπάγγελτα μετά την κύρωση των σχετικών πινάκων, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 33 και την παρ. 1 του άρθρου 43.»
Άρθρο 6
Τροποποίηση διατάξεων του π.δ. 100/2003 (Α' 94)
1. Η περ. δ της παρ. 6 του άρθρου 2 του π.δ. 100/2003 τροποποιείται ως εξής:
«δ. Οι Αστυνομικοί Σταθμοί: Μύκης της Διεύθυνσης Αστυνομίας Ξάνθης, Οργάνης της Διεύθυνσης Αστυνομίας Ροδόπης, Μικρού Δερείου της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αλεξανδρούπολης, Οθωνών της Διεύθυνσης Αστυνομίας Κέρκυρας, Αγίου Ευστρατίου της Διεύθυνσης Αστυνομίας Λέσβου, Αντικυθήρων της Διεύθυνσης Αστυνομίας Πειραιώς, Ανάφης, Σικίνου, Φολεγάνδρου και Κουφονησίων της Διεύθυνσης Αστυνομίας Κυκλάδων, Φούρνων - Κορσέων, Ευδήλου και Αγαθονησίου της Διεύθυνσης Αστυνομίας Σάμου, Οινουσσών και Ηρωικής Νήσου Ψαρών της Διεύθυνσης Αστυνομίας Χίου, Τήλου, Ολύμπου, Ηρωικής Νήσου Κάσου και Χάλκης της Α' Διεύθυνσης Αστυνομίας Δωδεκανήσου, Ερεικούσσης της Διεύθυνσης Αστυνομίας Κέρκυρας, Ποταμού της Διεύθυνσης Αστυνομίας Πειραιώς, Γαύδου της Διεύθυνσης Αστυνομίας Χανίων, Ψερίμου, Νισύρου και Λειψών της Β' Διεύθυνσης Αστυνομίας Δωδεκανήσου, Οροπεδίου Λασιθίου της Διεύθυνσης Αστυνομίας Λασιθίου, Πυρσόγιαννης της Διεύθυνσης Αστυνομίας Ιωαννίνων, Φουρνά της Διεύθυνσης Αστυνομίας Ευρυτανίας και Λιβαδίου της Διεύθυνσης Αστυνομίας Λάρισας.».
2. Η υποπερ. (5) της περ. β της παρ. 2 του άρθρου 3 του π.δ. 100/2003 τροποποιείται ως εξής:
«(5) Για κάθε έτος υπηρεσίας εντός της εδαφικής αρμοδιότητας της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής, ο αστυνομικός με διαφορετικό τόπο συμφερόντων λαμβάνει τον ακόλουθο αριθμό μορίων:
i) σε υπηρεσίες που εδρεύουν στην περιοχή μετάθεσης της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής, έως ένα (1) μόριο,
ii) σε υπηρεσίες της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής, πλην των Επιτελείων, επιπλέον έως ένα (1) μόριο,
iii) στη Διεύθυνση Άμεσης Δράσης Αττικής, τη Διεύθυνση Αστυνομικών Επιχειρήσεων Αττικής, στη Διεύθυνση Μεταγωγών - Δικαστηρίων Αττικής, στην Υποδιεύθυνση Περιπολιών, πλην των Επιτελείων αυτών, και στις Ομάδες Ειδικών Δράσεων (Ο.Ε.Δ.) με την ονομασία
«Δράση» και στις Ομάδες Πρόληψης και Καταστολής Εγκληματικότητας (Ο.Π.Κ.Ε.) των Υποδιευθύνσεων Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων της Διεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής, επιπλέον έως ένα (1) μόριο,
iv) στα Αστυνομικά Τμήματα Αγίου Παντελεήμονα, Ακροπόλεως, Ασπροπύργου, Α' Αχαρνών, Ελευσίνας, Εξαρχείων, Ζεφυρίου, Καματερού, Κυψέλης, Μάνδρας- Ειδυλλίας, Μεγαρέων, Ομόνοιας, Πατησίων, Φυλής, Ωρωπού, επιπλέον έως δύο (2) μόρια,
ν) στα Τμήματα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αγίου Παντελεήμονα, Ακροπόλεως, Ασπροπύργου, Αχαρνών, Ελευσίνας, Εξαρχείων, Ζεφυρίου, Καματερού, Κυψέλης, Μάνδρας - Ειδυλλίας, Μεγαρέων, Ομόνοιας, Πατησίων, Φυλής, Ωρωπού, επιπλέον έως δύο (2) μόρια.
Το χρονικό διάστημα της παραπάνω υποπερ. 5 υπολογίζεται με βάση τον πραγματικό χρόνο υπηρεσίας του αστυνομικού στις αναφερόμενες σε αυτή Υπηρεσίες. Γ ια τον υπολογισμό των ετών υπηρεσίας της παρούσας περίπτωσης, θεωρείται ότι αυτός υπηρετεί στο Σώμα ή στην Υπηρεσία αυτή μέχρι την 31η Αυγούστου του έτους υποβολής της αίτησης μετάθεσης.».
3. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 7 του π.δ. 100/2003 τροποποιείται ως εξής:
«2. Οι νεοεξερχόμενοι Αστυφύλακες τοποθετούνται υποχρεωτικά και δεν μετακινούνται για οποιονδήποτε λόγο, με την επιφύλαξη της παρ. 4 του άρθρου 12, για τα πρώτα δύο (2) έτη από την αποφοίτησή τους από τη Σχολή Αστυφυλάκων σε Υπηρεσίες των Διευθύνσεων Αστυνομικών Επιχειρήσεων, Άμεσης Δράσης, Μεταγωγών - Δικαστηρίων, Τροχαίας και Αστυνόμευσης Αερολιμένα, πλην των Επιτελείων αυτών, καθώς και σε Αστυνομικά Τμήματα, Τμήματα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων και Αστυνομικούς Σταθμούς. Μετά την παρέλευση δύο (2) ετών και για τα επόμενα δύο (2) έτη δύνανται να μετατίθενται μόνο σε Αστυνομικά Τμήματα, Αστυνομικούς Σταθμούς, Τμήματα και Υποδιευθύνσεις Τροχαίας, Τμήματα Αστυνομικών Επιχειρήσεων, Τμήματα Διαχείρισης Μετανάστευσης, Τμήματα Αλλοδαπών, Τμήματα Συνοριακής Φύλαξης, Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης Αλλοδαπών, Τμήματα και Υποδιευθύνσεις Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων, καθώς και σε Υπηρεσίες των Διευθύνσεων Αστυνομικών Επιχειρήσεων, Άμεσης Δράσης, Μεταγωγών - Δικαστηρίων και Αστυνόμευσης Αερολιμένα, πλην των Επιτελείων. Εξαιρούνται από τον προαναφερόμενο χρονικό περιορισμό και δύνανται να αποσπώνται όσοι υποβάλουν αίτημα απόσπασης για τους λόγους που αναφέρονται στην περ. η της παρ. 2 του άρθρου 19 του παρόντος ή εφόσον οι ίδιοι ή τα μέλη της οικογενείας τους πάσχουν από δυσίατο νόσημα, όπως αυτό ορίζεται στην Υ1/Γ.Π./οικ. 16884/12.10.2001 απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας (Β' 1386), όπως ισχύει, και επιπλέον η οικογένειά τους δεν αριθμεί περισσότερα των δύο μελών πλην των πασχόντων. Οι σοβαροί λόγοι υγείας, ο θάνατος ή το δυσίατο νόσημα αφορούν αποκλειστικά την οικογένεια, τους γονείς ή τα αδέλφια των ιδίων. Η αίτηση του ενδιαφερομένου υποβάλλεται στην Υπηρεσία του και, σε περίπτωση δυσίατου νοσήματος, απαιτείται η έκδοση σχετικής γνωμάτευσης από την Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή της Ελληνικής Αστυνομίας, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στην περ. ιε της παρ. 2 του άρθρου 19 του παρόντος. Γ ια τους λόγους της περ. η της παρ. 2 του άρθρου 19 η διάρκεια της απόσπασης μπορεί να είναι μέχρι δύο (2) μήνες με δυνατότητα παράτασης για δύο (2) μήνες ακόμη, ενώ στην περίπτωση δυσίατου νοσήματος μέχρι έξι (6) μήνες με δυνατότητα παράτασης για έξι (6) ακόμη μήνες, χωρίς να υφίσταται δυνατότητα υποβολής νέας αίτησης. Η απόσπαση αποφασίζεται από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας. Οι νεοεξερχόμενοι Αστυφύλακες δύνανται να τοποθετούνται στις προαναφερόμενες Υπηρεσίες του τόπου συμφερόντων τους, με την προϋπόθεση ότι οι προκηρυχθείσες θέσεις των τακτικών μεταθέσεων δεν καλύφθηκαν. Η προϋπόθεση αυτή δεν απαιτείται για τις τοποθετήσεις στην περιοχή της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής.».
4. Η παρ. 1 του άρθρου 9 του π.δ. 100/2003 τροποποιείται ως εξής:
«1. Οι αποφοιτούντες από το Τ.Ε.Μ.Α. Υπαστυνόμοι Β' τοποθετούνται σε κενές θέσεις του βαθμού τους, με υπηρεσιακά και κοινωνικά κριτήρια, σε Υπηρεσίες της περιοχής μετάθεσης από την οποία προέρχονται ή αυτής την οποία δηλώνουν ως προτίμηση ή άλλης εντός της Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης όπου ανήκουν οι ως άνω περιοχές ή όμορης περιοχής μετάθεσης των ανωτέρω της ηπειρωτικής Ελλάδας, λαμβάνοντας υπόψη την παρ. 5 του άρθρου 16.».
5. Η παρ. 6 του άρθρου 12 του π.δ. 100/2003 τροποποιείται ως εξής:
«6. Μετάθεση αστυνομικού, εντός και εκτός της αυτής περιοχής, εφόσον έχει υποβληθεί σε ανάλογη εκπαίδευση από τη Διεύθυνση Πληροφορικής του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών, την Υποδιεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών Βορείου Ελλάδος, τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας, την Υποδιεύθυνση Ειδικών Εγκλημάτων Βίας Βορείου Ελλάδος, τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, την Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Βορείου Ελλάδος, το Τμήμα Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Κρήτης, την Υπηρεσία Εναέριων Μέσων Σωμάτων Ασφαλείας, την Υπηρεσία Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών, και την Ε.Κ.Α.Μ. δεν επιτρέπεται προ της παρελεύσεως συνεχόμενης δεκαετίας από την ημερομηνία ένταξης στη δύναμή τους, παρά μόνο ύστερα από αιτιολογημένη πρόταση του Διευθυντή της Υπηρεσίας του. Ειδικότερα, για τα Γραφεία μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών απαιτείται, επιπλέον, η διατύπωση γνώμης του Διευθυντή της Υπηρεσίας μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών. Οι μετατιθέμενοι από την Ε.Κ.Α.Μ. δεν επιτρέπεται να επιστρέψουν στη μονάδα εκτός εάν υποβληθούν εκ νέου σε διαδικασία αξιολόγησης και επιτυχούς αποφοίτησης από το προβλεπόμενο σχολείο βασικής εκπαίδευσης.».
6. Η παρ. 3 του άρθρου 15 του π.δ. 100/2003 τροποποιείται ως εξής:
«3. Οι νεοπροαγόμενοι Αρχιφύλακες που ασκούν καθήκοντα πυροτεχνουργών, συνοδών σκύλων και εκγυμναστών αυτών, προγραμματιστών - αναλυτών - χειριστών μηχανών εισαγωγής στοιχείων και χειριστών του κεντρικού συστήματος Η/Υ της Διεύθυνσης Πληροφορικής του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, επικεφαλής χειριστών περιφερειακών συστημάτων (TOP USERS), χειριστών - τεχνικών μη στελεχωμένων αεροσκαφών (drones) της Υπηρεσίας Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών, οι υπηρετούντες στη Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, εφόσον είναι κάτοχοι πτυχίων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με αντικείμενο συναφές προς εκείνο της Υπηρεσίας αυτής, στην Ειδική Κατασταλτική Αντιτρομοκρατική Μονάδα (Ε.Κ.Α.Μ.), στη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας, στη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας, καθώς και όσοι υπηρετούν στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών και ασκούν εξειδικευμένα καθήκοντα ή εργαστηριακές εξετάσεις ή έχουν υποστεί ειδικές εκπαιδεύσεις και είναι κάτοχοι πτυχίων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με αντικείμενο συναφές προς εκείνο της Υπηρεσίας αυτής, παραμένουν στις Υπηρεσίες τους, εφόσον υπάρχουν κενές οργανικές θέσεις και πρόταση των Υπηρεσιών τους. Επίσης, παραμένουν στην ίδια περιοχή μετάθεσης, ανεξαρτήτως ύπαρξης κενών οργανικών θέσεων, οι πολύτεκνοι, οι έχοντες μέλος της ιδίας οικογένειας με αναπηρία 67% τουλάχιστον ή με αναπηρία Α.Μ.Ε.Α., οι έχοντες τρία τέκνα καθώς και όσοι εμπίπτουν στις περιπτώσεις του εδαφίου ιδ' της παρ. 1 του άρθρου 17 του παρόντος διατάγματος, καθώς και εκείνοι που μετατέθηκαν με αντικειμενικά κριτήρια στον τόπο συμφερόντων τους και όσοι τοποθετήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 7 του παρόντος διατάγματος.».
7. Η περ. α της παρ. 2 του άρθρου 16 του π.δ. 100/2003 αντικαθίσταται και προστίθενται υποπεριπτώσεις αα και αβ, μετά την παρ. 4 του άρθρου 16 του π.δ. 100/2003 προστίθεται παράγραφος 5 και η περ. α της παρ. 2 και η παρ. 5 του άρθρου 16 διαμορφώνονται ως εξής:
«2. Οι μεταθέσεις των Αστυνόμων Β', των Υπαστυνόμων Α' και των Υπαστυνόμων Β' ενεργούνται ως ακολούθως:
α. Εντός δεκαημέρου από την κύρωση των πινάκων ετήσιων κρίσεων των Υπαστυνόμων Β1, το αρμόδιο Συμβούλιο Μεταθέσεων εκτιμώντας τις υπηρεσιακές ανάγκες, καταρτίζει αριθμητικούς πίνακες των κενών οργανικών θέσεων που πρέπει να πληρωθούν κατά τις ετήσιες τακτικές μεταθέσεις:
αα. κατά βαθμό (Υπαστυνόμου Β', Υπαστυνόμου Α' ή Αστυνόμου Β) και έτη Υπηρεσίας στον κατεχόμενο βαθμό έως την 15η Σεπτεμβρίου του έτους μετάθεσης και
αβ. κατά Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής και Θεσσαλονίκης, Διεύθυνση Αστυνομίας ή άλλη αυτοτελή Υπηρεσία που εδρεύει στη περιφέρειά τους, αλλά δεν υπάγεται σε αυτές.
5. Η πλήρωση των κενών οργανικών θέσεων Αξιωματικών των Επιτελείων των Διευθύνσεων Αστυνομίας και των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων Χώρας, ενεργείται μετά την κατά προτεραιότητα πλήρη κάλυψη των οργανικών θέσεων αρχικά των Υπηρεσιών που εδρεύουν εκτός της έδρας των Διευθύνσεων Αστυνομίας και εντός της εδαφικής αρμοδιότητας αυτών και έπειτα των Υπηρεσιών του τόπου που εδρεύει η Διεύθυνση Αστυνομίας.».
8. Το πρώτο εδάφιο της περ. δ και η περ. ιγ της παρ. 1, καθώς και η παρ. 2 του άρθρου 17 του π.δ. 100/2003 αντικαθίστανται ως εξής:
«δ. Σε περίπτωση θανάτου συζύγου ή τέκνου ή πάθησης από δυσίατο νόσημα, όπως αυτό ορίζεται στην Υ1/Γ.Π./οικ.16884/12.10.2001 απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας (Β'1386), όπως ισχύει, του αστυνομικού ή μέλους της ιδίας οικογένειάς του, μετά από αίτησή του στην Υπηρεσία του και έκδοση γνωμάτευσης από την Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή (Α.Υ.Ε.) της Ελληνικής Αστυνομίας και εφόσον στην περιοχή, όπου αυτός υπηρετεί, οι υγειονομικές δομές δεν επαρκούν για την παρακολούθηση του νοσήματος, γεγονός που αποδεικνύεται με έγγραφα που προσκομίζει ο ίδιος,
ιγ. Όταν αποφασισθεί απόσπαση του αστυνομικού σε Ελληνική Υπηρεσία ή σε Διεθνή Οργανισμό στο εξωτερικό, ο αστυνομικός μετατίθεται στη Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας. Η μετάθεση στη Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας πραγματοποιείται, κατ' εξαίρεση της διαδικασίας των άρθρων 14 και 16, αυτοδικαίως με την έκδοση της απόφασης απόσπασης. Μετά τη λήξη της απόσπασης επιστρέφει σε Υπηρεσία της περιοχής μετάθεσης, όπου υπηρετούσε πριν από την προαναφερόμενη μετάθεσή του, με απόφαση του αρμόδιου Συμβουλίου.
2. Οι έκτακτες μεταθέσεις ενεργούνται κατά την κρίση των αρμοδίων για τις τακτικές μεταθέσεις οργάνων, λαμβάνοντας υπόψη την παρ. 5 του άρθρου 16, τα οποία στις περ. δ και ιδ της παρ. 1 δύνανται να ενεργούν τη μετάθεση και σε Υπηρεσίες που δεν υπάρχει κενή θέση του βαθμού του μετατιθέμενου.».
9. Η περ. α της παρ. 3 και η παρ. 9 του άρθρου 19 του π.δ. 100/2003 αντικαθίστανται ως εξής:
«3. Οι αποσπάσεις αποφασίζονται:
α. Για τους ανώτατους αξιωματικούς, τους Αστυνομικούς Διευθυντές και τους Αστυνομικούς Υποδιευθυντές, καθώς και τους λοιπούς αστυνομικούς, όταν οι τελευταίοι αποσπώνται εκτός των ορίων των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων και Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων, από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, ενώ, όταν αποσπώνται εντός των ορίων των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων, των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων, των Διευθύνσεων Αστυνομίας ή ισότιμων Υπηρεσιών, από τους Γενικούς Αστυνομικούς Διευθυντές ή Γενικούς Περιφερειακούς Αστυνομικούς Διευθυντές ή Διευθυντές των Διευθύνσεων Αστυνομίας, κατά περίπτωση. Κατ' εξαίρεση, η απόσπαση Αστυνόμου Α' ή Αστυνομικού Υποδιευθυντή κατ' εφαρμογή της περ. α της παρ. 2 του παρόντος άρθρου αποφασίζεται από το αρμόδιο για τις μεταθέσεις Συμβούλιο. Επίσης, όταν διατάσσεται απόσπαση αστυνομικού εντός των ορίων της Διεύθυνσης Αστυνομίας, κατ' εφαρμογή της περ. γ της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, για υπηρεσία στην οποία δεν υφίσταται κενή οργανική θέση του βαθμού του ή όταν με την απόσπαση δημιουργείται κενή οργανική θέση του βαθμού του, εκδίδεται αιτιολογημένη απόφαση του Διευθυντή της Διεύθυνσης Αστυνομίας, η οποία εγκρίνεται από τον οικείο Γενικό Αστυνομικό Διευθυντή ή Γενικό Περιφερειακό Αστυνομικό Διευθυντή.
9. Σε περίπτωση έκδοσης διαταγής απόσπασης ή διακοπής ή λήξης αυτής, η εγγραφοδιαγραφή και η αναχώρηση του αποσπώμενου για τη νέα θέση πραγματοποιείται άμεσα, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στη σχετική διαταγή. Στην περίπτωση που ο αποσπασμένος ασθενήσει, εισαχθεί σε νοσοκομείο, λάβει αναρρωτική άδεια ή αφεθεί ελεύθερος υπηρεσίας, η εγγραφοδιαγραφή στην οργανική του θέση πραγματοποιείται άμεσα με την έκδοση διαταγής διακοπής της απόσπασης ή με τη λήξη αυτής. Η υγειονομική παρακολούθηση του προσωπικού στις προαναφερόμενες περιπτώσεις πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 45 του π.δ. 584/1985 (Α' 204).».
10. Το άρθρο 20 τροποποιείται ως εξής:
«1. Οι προσωρινές μετακινήσεις γίνονται μόνο για την αντιμετώπιση έκτακτων, επειγουσών και σοβαρών υπηρεσιακών αναγκών, διατάσσονται από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, τους Γενικούς Αστυνομικούς Διευθυντές, τους Γενικούς Περιφερειακούς Αστυνομικούς Διευθυντές και τους Διευθυντές των Διευθύνσεων Αστυνομίας ή εξομοιούμενων Υπηρεσιών, για Υπηρεσίες της δικαιοδοσίας τους. Οι προαναφερόμενες μετακινήσεις διαρκούν όσο χρόνο διαρκεί η ανάγκη που τις επέβαλε, όχι όμως πέραν του μηνός, με την επιφύλαξη του άρθρου 15 του π.δ. 22/1996 (Α' 15), ενώ δύναται να ανανεωθούν για ακόμη δύο (2) μήνες, χωρίς τη συναίνεση του μετακινούμενου. Δεν επιτρέπεται νέα προσωρινή μετακίνηση, εφόσον έχει συμπληρωθεί το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο και δεν έχει παρέλθει έτος από τη λήξη της προηγούμενης προσωρινής μετακίνησης. Δυνατότητα περαιτέρω ανανέωσης της προσωρινής μετακίνησης, χωρίς τις προαναφερόμενες χρονικές προϋποθέσεις, υφίσταται μόνο με τη συναίνεση του μετακινούμενου. Επίσης, όταν διατάσσεται προσωρινή μετακίνηση αστυνομικού εντός των ορίων της Διεύθυνσης Αστυνομίας για Υπηρεσία, στην οποία δεν υφίσταται κενή οργανική θέση του βαθμού του, ή όταν με την προσωρινή μετακίνηση δημιουργείται κενή οργανική θέση του βαθμού του, εκδίδεται αιτιολογημένη απόφαση του Αστυνομικού Διευθυντή, η οποία εγκρίνεται από τον οικείο Γενικό Αστυνομικό Διευθυντή ή Γενικό Περιφερειακό Αστυνομικό Διευθυντή.
2. Οι εσωτερικές μετακινήσεις μέσα στην ίδια αυτοτελή Υπηρεσία ενεργούνται οποτεδήποτε με διαταγή του προϊσταμένου της οικείας Υπηρεσίας.
3. Σε περίπτωση έκδοσης διαταγής προσωρινής μετακίνησης ή διακοπής ή λήξης αυτής, η εγγραφοδιαγραφή και η αναχώρηση του προσωρινά μετακινούμενου για τη νέα θέση πραγματοποιείται άμεσα, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στη σχετική διαταγή. Στην περίπτωση που ο προσωρινά μετακινηθείς ασθενήσει, εισαχθεί σε νοσοκομείο, λάβει αναρρωτική άδεια ή αφεθεί ελεύθερος υπηρεσίας, η εγγραφοδιαγραφή στην οργανική του θέση πραγματοποιείται άμεσα με την έκδοση διαταγής διακοπής της προσωρινής μετακίνησης ή με τη λήξη αυτής. Η υγειονομική παρακολούθηση του προσωπικού στις προαναφερόμενες περιπτώσεις πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 45 του π.δ. 584/1985 (Α' 204).».
11. Η παρ. 3 του άρθρου 21 του π.δ. 100/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Το Φύλλο Πορείας χορηγείται στους μετακινούμενους με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων του παρόντος διατάγματος, κατά τον χρόνο που ορίζεται στη διαταγή μετακίνησης. Σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται η αναχώρηση των μετατιθέμενων για τη νέα τους θέση, πριν από την παρέλευση πενθημέρου από την κοινοποίηση της διαταγής. Οταν πρόκειται για υπόλογο διαχειριστή Χρηματικού και Υλικού, ο οποίος μετατίθεται από Υπηρεσία επιπέδου τουλάχιστον Διεύθυνσης Αστυνομίας, όπου λειτουργεί κεντρική διαχείριση, η προθεσμία αναχώρησης παρατείνεται κατά είκοσι (20) ημέρες.».
12. Η παρ. 1 του άρθρου 23 του π.δ. 100/2003 τροποποιείται ως εξής:
«1. Στους αστυνομικούς που μετατίθενται δίνεται προθεσμία οκτώ (8) ημερών για τους έγγαμους και έξι (6) ημερών για τους άγαμους, για να αναχωρήσουν για τη νέα τους θέση. Οι έγγαμοι που μετακινούνται χωρίς την οικογένειά τους υπάγονται στην κατηγορία των αγάμων, ενώ οι άγαμοι που μετακινούνται με τα μέλη της πατρικής τους οικογένειας, τα οποία συντηρούν και με τα οποία συνοικούν, στην κατηγορία των εγγάμων.».
Άρθρο 7
Τροποποίηση διατάξεων του π.δ. 211/2005 (Α' 254)
1. Το πρώτο εδάφιο της περ. ε της παρ. 1 του άρθρου 13 του π.δ. 211/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«ε. Σε περίπτωση θανάτου συζύγου ή τέκνου ή πάθησης από δυσίατο νόσημα, όπως αυτό ορίζεται στην Υ1/Γ.Π./οικ.16884/12.10.2001 απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας (Β' 1386), όπως ισχύει, του ειδικού φρουρού ή συνοριακού φύλακα ή μέλους της ίδιας οικογένειάς του, μετά από αίτηση του στην Υπηρεσία του και έκδοση γνωμάτευσης από την Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή (Α.Υ.Ε.) της Ελληνικής Αστυνομίας και εφόσον στην περιοχή, όπου αυτός υπηρετεί, οι υγειονομικές δομές δεν επαρκούν για την παρακολούθηση του νοσήματος, γεγονός που αποδεικνύεται με έγγραφα που προσκομίζει ο ίδιος».
2. Μετά την παρ. 4 του άρθρου 15 του π.δ. 211/2005 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Σε περίπτωση έκδοσης διαταγής απόσπασης ή διακοπής ή λήξης αυτής, η εγγραφοδιαγραφή και η αναχώρηση του αποσπώμενου για τη νέα θέση πραγματοποιείται άμεσα, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στη σχετική διαταγή. Στην περίπτωση που ο αποσπασμένος ασθενήσει, εισαχθεί σε νοσοκομείο, λάβει αναρρωτική άδεια ή αφεθεί ελεύθερος υπηρεσίας, η εγγραφοδιαγραφή στην οργανική του θέση πραγματοποιείται άμεσα με την έκδοση διαταγής διακοπής της απόσπασης ή με τη λήξη αυτής. Η υγειονομική παρακολούθηση του προσωπικού στις προαναφερόμενες περιπτώσεις πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 45 του π.δ. 584/1985 (Α' 204).».
3. Το άρθρο 16 του π.δ. 211/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Οι συνοριακοί φύλακες και ειδικοί φρουροί δύνανται, προς εκτέλεση καθηκόντων αρμοδιότητάς τους, να μετακινούνται προσωρινά σε οποιαδήποτε Υπηρεσία της Ελληνικής Αστυνομίας, ανεξάρτητα εάν σε αυτή έχει κατανεμηθεί οργανική θέση της κατηγορίας τους, για την αντιμετώπιση έκτακτων, επειγουσών και σοβαρών υπηρεσιακών αναγκών. Η προσωρινή μετακίνηση αποφασίζεται από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, τους Γενικούς Αστυνομικούς Διευθυντές, Γενικούς Περιφερειακούς Αστυνομικούς Διευθυντές και τους Διευθυντές των Διευθύνσεων Αστυνομίας ή εξομοιούμενων Υπηρεσιών για Υπηρεσίες της δικαιοδοσίας τους. Οι προαναφερόμενες μετακινήσεις διαρκούν όσο χρόνο διαρκεί η ανάγκη που τις επέβαλε, όχι όμως πέραν του μηνός, ενώ δύναται να ανανεωθούν για ακόμη δύο (2) μήνες, χωρίς τη συναίνεση του μετακινούμενου. Δεν επιτρέπεται νέα προσωρινή μετακίνηση, εφόσον έχει συμπληρωθεί το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο και δεν έχει παρέλθει έτος από τη λήξη της προηγούμενης προσωρινής μετακίνησης. Δυνατότητα περαιτέρω ανανέωσής της, χωρίς τις προαναφερόμενες χρονικές προϋποθέσεις, υφίσταται μόνο με τη συναίνεση του μετακινούμενου. Οι προσωρινές μετακινήσεις για τη συμμετοχή συνοριακών φυλάκων ή ειδικών φρουρών ως αθλητών, προπονητών, διαιτητών ή με άλλη ιδιότητα, σε αγώνες που διοργανώνονται από το Ανώτατο Συμβούλιο Αθλητισμού Ενόπλων Δυνάμεων (Α.Σ.Α.Ε.Δ.), καθώς και σε άλλες αθλητικές εκδηλώσεις στις οποίες συμμετέχει η Ελληνική Αστυνομία, αποφασίζονται από τον Αρχηγό της για χρονικό διάστημα που καθορίζεται στην οικεία απόφαση.
2. Σε περίπτωση έκδοσης διαταγής προσωρινής μετακίνησης ή διακοπής ή λήξης αυτής, η εγγραφοδιαγραφή και η αναχώρηση του προσωρινά μετακινούμενου για τη νέα θέση πραγματοποιείται άμεσα, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στη σχετική διαταγή. Στην περίπτωση που ο προσωρινά μετακινηθείς ασθενήσει, εισαχθεί σε νοσοκομείο, λάβει αναρρωτική άδεια ή αφεθεί ελεύθερος υπηρεσίας, η εγγραφοδιαγραφή στην οργανική του θέση πραγματοποιείται άμεσα με την έκδοση διαταγής διακοπής της προσωρινής μετακίνησης ή με τη λήξη αυτής. Η περαιτέρω υγειονομική παρακολούθηση των ανωτέρω περιπτώσεων γίνεται από την Υπηρεσία που ρυθμίζεται από το άρθρο 45 του π.δ. 584/1985 (Α' 204)».
Άρθρο 8
Τροποποίηση διατάξεων του π.δ. 128/2010 (Α' 221)
Η παρ. 2 του άρθρου 1 του π.δ. 128/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. α. Όσοι από τους Αστυφύλακες, Υπαρχιφύλακες, Αρχιφύλακες και Ανθυπαστυνόμους της Ελληνικής Αστυνομίας καταλαμβάνονται από το όριο ηλικίας που ρυθμίζεται στις παρ. 1 και 4 του άρθρου 25 του ν. 1481/1984 (Α' 152) ή έχουν καταληφθεί και διατηρηθεί πέραν αυτού, μπορούν, εφόσον επιθυμούν, να υποβάλουν στη Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, εντός αποκλειστικής προθεσμίας από την 1η έως την 30η Σεπτεμβρίου κάθε έτους, αίτηση, που δεν ανακαλείται, για περαιτέρω παραμονή στην ενεργό υπηρεσία του Σώματος για ένα έτος, μέχρι τη συμπλήρωση του 62ου έτους της ηλικίας τους. Για την παραμονή στην ενεργό υπηρεσία εκδίδεται απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας. Για τον υπολογισμό της συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας, ως χρονολογία γέννησης λογίζεται η 31η Δεκεμβρίου του έτους γέννησης.
β. Όσοι από τους ενδιαφερόμενους υποβάλουν αίτηση για διατήρηση πέραν του ορίου ηλικίας, παραμένουν στην ενεργό υπηρεσία ύστερα από κρίση, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, του πρωτοβάθμιου συμβουλίου κρίσης Αστυφυλάκων, Αρχιφυλάκων και Ανθυπαστυνόμων του άρθρου 47 του ν. 1481/1984, το οποίο συνεκτιμά κυρίως την πειθαρχία τους, την εν γένει κατάσταση της υγείας τους και την απόδοσή τους, όπως τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από τους ατομικούς τους φακέλους.
γ. Σε κάθε περίπτωση, δεν παραμένουν στην ενεργό υπηρεσία όσοι στον κατεχόμενο βαθμό έχουν κριθεί δυσμενώς, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία περί κρίσεων - προαγωγών, είτε καθ'όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους έχουν τιμωρηθεί με ανώτερη πειθαρχική ποινή, για την οποία δεν έχει παρέλθει ο αυτοτελώς οριζόμενος στην παρ. 1 του άρθρου 56 του π.δ. 120/2008 (Α' 182) χρόνος διαγραφής, ή έχουν απουσιάσει από τα καθήκοντά τους για λόγους υγείας πλέον του εξαμήνου την τελευταία διετία. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η διετία υπολογίζεται από την 30η Σεπτεμβρίου του έτους υποβολής της αίτησης διατήρησης, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη απουσία τους οφειλόμενη σε ανίατη ή δυσίατη νόσο ή σε νόσο, πάθηση ή βλάβη που επήλθε κατά την εκτέλεση διατεταγμένης υπηρεσίας και ένεκα αυτής.
δ. Όσοι Αστυφύλακες, Υπαρχιφύλακες, Αρχιφύλακες και Ανθυπαστυνόμοι δεν διατηρούνται στην ενεργό υπηρεσία πέραν του ορίου ηλικίας, κρίνονται από τα συμβούλια κρίσης του άρθρου 47 του ν. 1481/1984, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3686/2008 (Α' 156) και την εν γένει νομοθεσία περί κρίσεων - προαγωγών, για προαγωγή ενόψει αυτεπάγγελτης εξόδου τους από το Σώμα, λόγω καταλήψεώς τους από το όριο ηλικίας.
ε. Όσοι Αστυφύλακες, Υπαρχιφύλακες, Αρχιφύλακες και Ανθυπαστυνόμοι διατηρούνται στην ενεργό υπηρεσία πέραν του ορίου ηλικίας, κατά την αποστρατεία τους ή την απόλυσή τους, οποτεδήποτε, κρίνονται από τα συμβούλια κρίσης του άρθρου 47 του ν. 1481/1984, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3686/2008 και την εν γένει νομοθεσία περί κρίσεων - προαγωγών, λόγω καταλήψεώς τους από το όριο ηλικίας.
στ. Από τις διατάξεις της παρούσας δεν θίγονται οι ρυθμίσεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας σχετικά με τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος.».
Άρθρο 9
Τροποποίηση διατάξεων του π.δ. 178/2014 (Α' 281)
1. Η παρ. 1 του άρθρου 6 του π.δ. 178/2014 τροποποιείται ως εξής:
«1. Η Διεύθυνση Δημόσιας Ασφάλειας χειρίζεται σε επιτελικό επίπεδο τα θέματα δημόσιας ασφάλειας και διαρθρώνεται ως εξής:
α. Τμήμα Ανάλυσης και Αντιμετώπισης του Εγκλήματος,
β. Τμήμα Οργανωμένου, Οικονομικού και Ηλεκτρονικού Εγκλήματος και
γ. Τμήμα Καταπολέμησης Ναρκωτικών και Παραβατικότητας Ανηλίκων.».
2. Η περ. ιγ της παρ. 3 του άρθρου 6 του π.δ. 178/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«ιγ. η κατάρτιση του Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Σχεδιασμού της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας και της γενικότερης αντεγκληματικής πολιτικής, η παρακολούθηση της υλοποίησής του και η εισήγηση για διορθωτικές ή βελτιωτικές παρεμβάσεις,».
3. Η περ. ιη της παρ. 4 του άρθρου 6 του π.δ. 178/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«ιη. η κατάρτιση του Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Σχεδιασμού της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας και της γενικότερης αντεγκληματικής πολιτικής, η παρακολούθηση της υλοποίησής του και η εισήγηση για διορθωτικές ή βελτιωτικές παρεμβάσεις,».
4. Το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 35Α του π.δ. 178/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«Η οργάνωση και η λειτουργία της εν λόγω Υπηρεσίας καθορίζεται με το π.δ. 33/2023 (Α' 72)».
5. Στην παρ. 1 του άρθρου 43 του π.δ. 178/2014 τροποποιούνται οι περ. ια και ιβ και προστίθεται περ. ιγ ως εξής:
«ια. εγκρίνει τη χορήγηση των αδειών των Αντιστρατήγων Αστυνομίας, των Προϊσταμένων των Υπηρεσιών της περ. α της παρ. 3 του άρθρου 1, καθώς και του Διευθυντή του Επιτελικού Γραφείου Αρχηγού,
ιβ. κατευθύνει, εποπτεύει και ελέγχει το έργο των Υπηρεσιών της περ. α της παρ. 3 του άρθρου 1 και
ιγ. αποφασίζει την έγκριση ή μη αιτημάτων του ένστολου και πολιτικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας ή ιδιωτών και φορέων αναφορικά με τη διενέργεια ακαδημαϊκών εργασιών, ερευνών, μελετών, διατριβών ή συνεντεύξεων, το αντικείμενο των οποίων άπτεται της αποστολής της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και την εθελοντική συμμετοχή του προσωπικού του Σώματος σε αυτές, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του και υπό την προϋπόθεση ότι δεν γίνεται χρήση πληροφοριών, αντλούμενων από την Υπηρεσία, οι οποίες δύνανται να επηρεάσουν αρνητικά το έργο της Ελληνικής Αστυνομίας ή το δημόσιο συμφέρον.».
6. Η παρ. 1 του άρθρου 64 του π.δ. 178/2014 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Οι αυτοτελείς κεντρικές και περιφερειακές Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας οφείλουν να συνεργάζονται με τις Διευθύνσεις του Αρχηγείου παρέχοντας, άμεσα, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, τα απαραίτητα στοιχεία για την κατάρτιση των ειδικών επιχειρησιακών σχεδίων αρμοδιότητάς τους, καθώς και του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας.».
Άρθρο 10
Τροποποίηση διατάξεων του π.δ. 7/2017 (Α' 14)
1. Το εισαγωγικό εδάφιο της παρ. 8 του άρθρου 27 του π.δ. 7/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Το Τμήμα Τροχαίας Αττικής Οδού και τα Α' και Β' Τμήματα Τροχαίας Αυτοκινητοδρόμων Π.Α.Θ.Ε. Αττικής των περ. ιε, ιστ και ιζ της παρ. 2 έχουν έδρα τον δήμο Παιανίας, τον δήμο Μεγαρέων και τον Σταθμό Διοδίων Αφιδνών, αντίστοιχα, και διαρθρώνονται ως ακολούθως:»
2. Το εισαγωγικό εδάφιο της περ. β της παρ. 7 του άρθρου 31 του π.δ. 7/2017 αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Τα Τμήματα Αλλοδαπών των υποπερ. αα έως και στστ της περ. α εδρεύουν στους δήμους Μοσχάτου - Ταύρου, Πειραιώς, Περιστερίου, Αμαρουσίου, Γλυφάδας και Λαυρεωτικής, αντίστοιχα, και διαρθρώνονται στα ακόλουθα Γραφεία:».
Άρθρο 11
Καταργούμενες διατάξεις
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται:
1. Η παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 1481/1984.
2. Η περ. κβ της παρ. 2 του άρθρου 6 του π.δ. 178/2014.
Άρθρο 12
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος διατάγματος.
Αθήνα, 23 Νοεμβρίου 2024
Προεδρικό Διάταγμα 67/2024 - ΦΕΚ 193/Α/25-11-2024
Ρύθμιση θεμάτων προσωπικού και οργάνωσης Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας.
