Νόμος 5169/2025 - ΦΕΚ 4/Α/17-1-2025
Κύρωση του από 10 Οκτωβρίου 2018 Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘΜ. 5169/2025
ΦΕΚ 4/Α/17-1-2025
Κύρωση του από 10 Οκτωβρίου 2018 Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο πρώτο
Κύρωση Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει η παρ. 1 του άρθρου 28 του Συντάγματος, το Τροποποιητικό Πρωτόκολλο της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που υπογράφηκε στο Στρασβούργο, στις 10 Οκτωβρίου 2018, το πρωτότυπο κείμενο του οποίου στη γαλλική γλώσσα και η μετάφρασή του στην ελληνική γλώσσα έχουν ως εξής:
Serie des Traites du Conseil de l’Europe - n° 223
Protocole d’amendement a la Convention pour la protection des personnes a i'egard du traitement automatise des donnees a caractere personnel
Strasbourg, 10.X.2018
(Ακολουθεί το κείμενο στη Γαλλική γλώσσα για το οποίο βλέπε στο οικείο ΦΕΚ)
Τροποποιητικό Πρωτόκολλο της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
Προοίμιο
Τα Κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και τα άλλα Συμβαλλόμενα Μέρη στη Σύμβαση για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (STE αριθ. 108), η οποία τέθηκε προς υπογραφή στο Στρασβούργο, στις 28 Ιανουαρίου 1981 (εφεξής «η Σύμβαση»),
Λαμβάνοντας υπόψη το υπ' αρ. 3 Ψήφισμα σχετικά με την προστασία των δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής στην τρίτη χιλιετία, το οποίο εγκρίθηκε στην 30ή Διάσκεψη των Υπουργών Δικαιοσύνης του Συμβουλίου της Ευρώπης (Κωνσταντινούπολη, Τουρκία, 24-26 Νοεμβρίου 2010)'
Λαμβάνοντας υπόψη το υπ' αρ. 1843 (2011) Ψήφισμα «Η προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο διαδίκτυο και τα επιγραμμικά μέσα» και το υπ' αρ. 1986 (2014) Ψήφισμα «Βελτίωση της προστασίας των χρηστών και της ασφάλειας στον κυβερνοχώρο» της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης' Λαμβάνοντας υπόψη την υπ' αρ. 296 (2017) Γνωμοδότηση «Προσχέδιο Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου της Σύμβασης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (STE αριθ. 108) και την Επεξηγηματική Έκθεσή της», η οποία υιοθετήθηκε από τη Μόνιμη Επιτροπή εξ ονόματος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης στις 24 Νοεμβρίου 2017' Εκτιμώντας ότι μετά την υιοθέτηση της Σύμβασης έχουν προκύψει νέες προκλήσεις στον τομέα της προστασίας του ατόμου έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα'
Εκτιμώντας την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι η Σύμβαση εξακολουθεί να διαδραματίζει προεξέχοντα ρόλο στην προστασία των ατόμων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και, γενικότερα, την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών,
Συμφώνησαν τα ακόλουθα:
Άρθρο 1
1. Η πρώτη αιτιολογική σκέψη του προοιμίου της Σύμβασης αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«Τα Κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και οι λοιποί υπογράφοντες την παρούσα Σύμβαση,».
2. Η τρίτη αιτιολογική σκέψη του προοιμίου της Σύμβασης αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«Λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι αναγκαίο να διασφαλίζονται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και η προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών κάθε προσώπου και -λαμβανομένης υπόψη της διαφοροποίησης, της εντατικοποίησης και της παγκοσμιοποίησης της επεξεργασίας δεδομένων και των ροών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα- η προσωπική αυτονομία βάσει του δικαιώματος κάθε προσώπου να ελέγχει τα δικά του δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και την επεξεργασία των δεδομένων αυτών».
3. Η τέταρτη αιτιολογική σκέψη της Σύμβασης αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«Υπενθυμίζοντας ότι το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να συνεκτιμάται υπό το πρίσμα του ρόλου του στην κοινωνία και να συμβιβάζεται με άλλα δικαιώματα του ανθρώπου και θεμελιώδεις ελευθερίες, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας της έκφρασης».
4. Μετά την τέταρτη αιτιολογική σκέψη του προοιμίου της Σύμβασης προστίθεται η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη:
«Λαμβάνοντας υπόψη ότι η παρούσα Σύμβαση επιτρέπει να συνεκτιμάται, κατά την εφαρμογή των κανόνων που καθορίζονται σε αυτήν, η αρχή του δικαιώματος πρόσβασης σε επίσημα έγγραφα».
5. Διαγράφεται η πέμπτη αιτιολογική σκέψη του προοιμίου της Σύμβασης. Προστίθενται νέα πέμπτη και έκτη αιτιολογικές σκέψεις, οι οποίες έχουν ως εξής:
«Αναγνωρίζοντας την ανάγκη να προωθηθούν σε παγκόσμιο επίπεδο οι θεμελιώδεις αξίες του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ευνοώντας έτσι την ελεύθερη κυκλοφορία πληροφοριών μεταξύ των λαών' Αναγνωρίζοντας το όφελος της ενίσχυσης της διεθνούς συνεργασίας μεταξύ των Μερών της Σύμβασης».
Άρθρο 2
Το κείμενο του άρθρου 1 της Σύμβασης αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«Σκοπός της παρούσας Σύμβασης είναι η προστασία κάθε φυσικού προσώπου, ανεξάρτητα από την ιθαγένεια ή τον τόπο διαμονής του, έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στον σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών του, και ιδίως του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής ζωής.».
Άρθρο 3
1. Το στοιχείο (β) του άρθρου 2 της Σύμβασης αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«(β) "επεξεργασία δεδομένων" σημαίνει κάθε πράξη ή σειρά πράξεων που εκτελούνται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, καταχώρηση, διατήρηση, μεταβολή, ανάκτηση, γνωστοποίηση, διάθεση, διαγραφή ή καταστροφή ή η εφαρμογή στα δεδομένα αυτά λογικών ή/και αριθμητικών πράξεων».
2. Το στοιχείο (γ) του άρθρου 2 της Σύμβασης αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«(γ) Όταν δεν χρησιμοποιείται αυτοματοποιημένη επεξεργασία, ως "επεξεργασία δεδομένων" νοείται η πράξη ή σειρά πράξεων που εκτελούνται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο διαρθρωμένου συνόλου δεδομένων, τα οποία είναι προσβάσιμα ή ανακτήσιμα σύμφωνα με συγκεκριμένα κριτήρια».
3. Το στοιχείο (δ) του άρθρου 2 της Σύμβασης αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«(δ) "υπεύθυνος επεξεργασίας" σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, τη δημόσια αρχή, την υπηρεσία, τον οργανισμό ή οποιονδήποτε άλλο φορέα, o οποίος μόνος ή από κοινού με άλλους διαθέτει εξουσία λήψης αποφάσεων όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων».
4. Μετά το στοιχείο (δ) του άρθρου 2 της Σύμβασης προστίθενται τα ακόλουθα νέα στοιχεία:
«(ε) "αποδέκτης" σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, τη δημόσια αρχή, την υπηρεσία, τον οργανισμό ή οποιονδήποτε άλλο φορέα, στον οποίο κοινολογούνται ή καθίστανται διαθέσιμα τα δεδομένα'
(στ) "εκτελών την επεξεργασία", σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, τη δημόσια αρχή, την υπηρεσία, τον οργανισμό ή οποιονδήποτε άλλο φορέα που επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για λογαριασμό του υπεύθυνου επεξεργασίας.».
Άρθρο 4
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 3 της Σύμβασης αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«1. Κάθε Μέρος αναλαμβάνει την υποχρέωση να εφαρμόζει την παρούσα Σύμβαση όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, εξασφαλίζοντας έτσι το δικαίωμα κάθε ατόμου στην προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν.».
2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 3 της Σύμβασης αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«2. Η παρούσα Σύμβαση δεν εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων που πραγματοποιείται από φυσικό πρόσωπο στο πλαίσιο αποκλειστικά προσωπικών ή οικιακών δραστηριοτήτων.».
3. Οι παράγραφοι 3 έως 6 του άρθρου 3 της Σύμβασης διαγράφονται.
Άρθρο 5
Ο τίτλος του Κεφαλαίου ΙΙ της Σύμβασης αντικαθίσταται ως εξής:
«Κεφάλαιο II
Βασικές αρχές για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα».
Άρθρο 6
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 της Σύμβασης αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«1. Κάθε Μέρος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα στη νομοθεσία του για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης και τη διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής τους.».
2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 της Σύμβασης αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«2. Τα μέτρα αυτά πρέπει να έχουν ληφθεί από κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος και να έχουν τεθεί σε ισχύ κατά τον χρόνο της κύρωσης της παρούσας Σύμβασης ή της προσχώρησης σε αυτή.».
3. Μετά την παράγραφο 2 του άρθρου 4 της Σύμβασης προστίθεται νέα παράγραφος:
«3. Κάθε Μέρος αναλαμβάνει την υποχρέωση:
(α) να επιτρέπει στην Επιτροπή της Σύμβασης που προβλέπεται στο Κεφάλαιο VI να αξιολογεί την αποτελεσματικότητα των μέτρων που έχουν ληφθεί στη νομοθεσία του για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης· και
(β) να συμβάλει ενεργά στην εν λόγω διαδικασία αξιολόγησης.».
Άρθρο 7
1. Ο τίτλος του άρθρου 5 αντικαθίσταται με τον ακόλουθο τίτλο:
«Άρθρο 5
Νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων και ποιότητα των δεδομένων».
2. Το κείμενο του άρθρου 5 της Σύμβασης αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«1. Η επεξεργασία δεδομένων πρέπει να είναι ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο νόμιμο σκοπό και να αντικατοπτρίζει σε κάθε στάδιο επεξεργασίας μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων συμφερόντων, είτε του δημόσιου είτε του ιδιωτικού τομέα, και των διακυβευόμενων δικαιωμάτων και ελευθεριών.
2. Κάθε Μέρος προβλέπει ότι η επεξεργασία των δεδομένων δεν μπορεί να διενεργείται παρά μόνο με βάση την ελεύθερη, συγκεκριμένη, ρητή και αδιαμφισβήτητη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων ή δυνάμει άλλων νομίμων βάσεων καθοριζόμενων στο νόμο.
3. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία, τυγχάνουν επεξεργασίας με σύννομο τρόπο.
4. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία:
(α) τυγχάνουν θεμιτής επεξεργασίας με διαφανή τρόπο·
(β) συλλέγονται για ρητούς, καθορισμένους και νόμιμους σκοπούς και δεν υποβάλλονται σε επεξεργασία κατά τρόπο ασύμβατο προς τους σκοπούς αυτούς· η περαιτέρω επεξεργασία για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον, σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής
έρευνας ή για στατιστικούς σκοπούς, είναι συμβατή με τους σκοπούς αυτούς υπό την προϋπόθεση εφαρμογής πρόσθετων εγγυήσεων·
(γ) είναι επαρκή, συναφή και όχι υπερβολικά σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία·
(δ) είναι ακριβή και, όταν είναι αναγκαίο, επικαιροποιούνται·
(ε) διατηρούνται υπό μορφή που επιτρέπει την ταυτοποίηση των υποκειμένων των δεδομένων για διάστημα που δεν υπερβαίνει αυτό που είναι αναγκαίο για τους σκοπούς της επεξεργασίας.».
Άρθρο 8
Το κείμενο του άρθρου 6 της Σύμβασης αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«1. Η επεξεργασία:
— γενετικών δεδομένων·
— δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν ποινικά αδικήματα, ποινικές διώξεις και ποινικές καταδίκες και τα συναφή μέτρα ασφάλειας·
— βιομετρικών δεδομένων που ταυτοποιούν αδιαμφισβήτητα ένα πρόσωπο·
— δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όσον αφορά τις πληροφορίες που
αποκαλύπτουν τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, τη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, τις θρησκευτικές ή άλλες πεποιθήσεις, την υγεία ή τη σεξουαλική ζωή·
δεν επιτρέπεται παρά μόνο εφόσον προβλέπονται από τον νόμο κατάλληλες εγγυήσεις, συμπληρωματικές των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης.
2. Οι εγγυήσεις αυτές θα πρέπει να αποτρέπουν τους κίνδυνους που ενδέχεται να εμπεριέχει
η επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων για τα συμφέροντα, τα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων, ιδίως τον κίνδυνο διακρίσεων.».
Άρθρο 9
Το κείμενο του άρθρου 7 της Σύμβασης αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διασφαλίζει ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας και, κατά περίπτωση, ο εκτελών την επεξεργασία λαμβάνει κατάλληλα μέτρα ασφαλείας για την αντιμετώπιση κινδύνων, όπως η τυχαία ή μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση, η καταστροφή, η απώλεια, η χρήση, η τροποποίηση ή η κοινολόγηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
2. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διασφαλίζει ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι υποχρεωμένος να γνωστοποιεί, όσο το δυνατόν συντομότερα, τουλάχιστον στην αρμόδια εποπτική αρχή κατά την έννοια του άρθρου 15 της παρούσας Σύμβασης, εκείνες τις
παραβιάσεις δεδομένων οι οποίες δύνανται να επιφέρουν σοβαρά βλάβη στα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων.».
Άρθρο 10
Μετά το άρθρο 7 της Σύμβασης προστίθεται νέο άρθρο 8, με τον ακόλουθο τίτλο και κείμενο:
«Άρθρο 8
Διαφάνεια της επεξεργασίας
1. Κάθε Μέρος διασφαλίζει ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει τα υποκείμενα των δεδομένων σχετικά με:
(α) την ταυτότητα και τη συνήθη διαμονή ή εγκατάστασή του·
(β) τη νομική βάση και τους σκοπούς της επιδιωκόμενης επεξεργασίας·
(γ) τις κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία· (δ) τους αποδέκτες ή κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εάν συντρέχει περίπτωση· και
(ε) τον τρόπο άσκησης των δικαιωμάτων που προβλέπονται στο άρθρο 9·
καθώς και κάθε αναγκαία συμπληρωματική πληροφορία για τη διασφάλιση θεμιτής και διαφανούς επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται όταν το υποκείμενο των δεδομένων κατέχει ήδη τις σχετικές πληροφορίες.
3. Όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν συλλέγονται απευθείας από τα υποκείμενα των δεδομένων, ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν υποχρεούται να παρέχει τις πληροφορίες αυτές όταν η επεξεργασία προβλέπεται ρητά από τον νόμο ή αυτό αποδεικνύεται αδύνατο ή συνεπάγεται δυσανάλογες προσπάθειες.».
Άρθρο 11
1. Το πρώην άρθρο 8 της Σύμβασης αναριθμείται ως άρθρο 9 και ο τίτλος αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 9
Δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων».
2. Το κείμενο του άρθρου 8 της Σύμβασης (νέο άρθρο 9) αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«1. Κάθε άτομο έχει δικαίωμα:
(α) να μην υπόκειται σε απόφαση που το επηρεάζει σημαντικά, η οποία βασίζεται αποκλειστικά σε αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι απόψεις του·
(β) να λαμβάνει, κατόπιν αιτήματός του, σε εύλογο χρονικό διάστημα και χωρίς υπερβολική καθυστέρηση ή δαπάνη, επιβεβαίωση για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, τη γνωστοποίηση των δεδομένων που υποβάλλονται σε επεξεργασία σε κατανοητή μορφή και κάθε διαθέσιμη πληροφορία σχετικά με την προέλευσή τους, την περίοδο διατήρησής τους, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία που υποχρεούται να παρέχει ο υπεύθυνος επεξεργασίας, δυνάμει της διαφάνειας της επεξεργασίας, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 8·
(γ) να λαμβάνει, κατόπιν αιτήματός του, γνώση του σκεπτικού στο οποίο βασίζεται η επεξεργασία δεδομένων όταν τα αποτελέσματά της εφαρμόζονται σε αυτόν·
(δ) να αντιτίθεται ανά πάσα στιγμή, για λόγους που αφορούν την κατάστασή του, στην επεξεργασία των δεδομένων που το αφορούν, εκτός εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας επιδεικνύει νόμιμους λόγους που δικαιολογούν την επεξεργασία, οι οποίοι υπερισχύουν των συμφερόντων ή των δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών του·
(ε) να λαμβάνει, κατόπιν αιτήματος, δωρεάν και χωρίς υπερβολική καθυστέρηση, διόρθωση ή διαγραφή, ανάλογα με την περίπτωση, των δεδομένων του, εφόσον αυτά υπόκεινται σε ή έχουν υποστεί επεξεργασία κατά παράβαση των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης·
(στ) να διαθέτει μέσο προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 12, όταν έχουν παραβιαστεί τα προβλεπόμενα στην παρούσα Σύμβαση δικαιώματά του·
(ζ) να επωφελείται, ανεξάρτητα από την ιθαγένεια ή τον τόπο διαμονής του, από τη συνδρομή μιας εποπτικής αρχής κατά την έννοια του άρθρου 15, για την άσκηση των προβλεπόμενων στην παρούσα Σύμβαση δικαιωμάτων του.
2. Η παράγραφος 1(α) δεν εφαρμόζεται αν η λήψη της απόφασης επιτρέπεται βάσει νόμου στον οποίο υπόκειται ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο οποίος καθορίζει επίσης κατάλληλα μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων, των ελευθεριών και των έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων.».
Άρθρο 12
Μετά το νέο άρθρο 9 της Σύμβασης προστίθεται νέο άρθρο 10, με τον ακόλουθο τίτλο και κείμενο:
«Άρθρο 10
Συμπληρωματικές υποχρεώσεις
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διασφαλίζει ότι οι υπεύθυνοι επεξεργασίας και, κατά περίπτωση, οι εκτελούντες την επεξεργασία λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για να συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις της παρούσας Σύμβασης και να είναι σε θέση να αποδείξουν, ιδίως προς την αρμόδια εποπτική αρχή που προβλέπεται στο άρθρο 15, υπό την επιφύλαξη της θεσπιζόμενης σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 11 νομοθεσίας τους, ότι η επεξεργασία των δεδομένων που διενεργείται υπό τον έλεγχό τους είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης.
2. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διασφαλίζει ότι οι υπεύθυνοι επεξεργασίας και, κατά περίπτωση, οι εκτελούντες την επεξεργασία προβαίνουν στην εξέταση των ενδεχόμενων επιπτώσεων της σκοπούμενης επεξεργασίας δεδομένων στα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων πριν από την έναρξη της επεξεργασίας αυτής, και σχεδιάζουν την επεξεργασία δεδομένων κατά τρόπο που να αποτρέπει ή να ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο προσβολής των εν λόγω δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών.
3. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διασφαλίζει ότι οι υπεύθυνοι επεξεργασίας και, κατά περίπτωση, οι εκτελούντες την επεξεργασία εφαρμόζουν τεχνικά και οργανωτικά μέτρα λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε όλα τα στάδια της επεξεργασίας.
4. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί, ενόψει των κινδύνων που προκύπτουν για τα συμφέροντα, τα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων, να προσαρμόσει την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1, 2 και 3 στη νομοθεσία που θέτει σε ισχύ τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης, ανάλογα με τη φύση και τον όγκο των δεδομένων, τη φύση, το πεδίο εφαρμογής και τον σκοπό της επεξεργασίας και, όπου αρμόζει, το μέγεθος του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία.».
Άρθρο 13
Τα πρώην άρθρα 9 έως 12 της Σύμβασης καθίστανται άρθρα 11 έως 14 της Σύμβασης.
Άρθρο 14
Το κείμενο του άρθρου 9 της Σύμβασης (νέο άρθρο 11) αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«1. Δεν επιτρέπονται εξαιρέσεις από τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου, εκτός από τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 5, της παρ. 2 του άρθρου 7, της παρ. 1 του άρθρου 8 και του άρθρου 9, όταν η εν λόγω εξαίρεση προβλέπεται από διάταξη νόμου, σέβεται την ουσία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών και συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για:
(α) την προστασία της εθνικής ασφάλειας, της άμυνας, της δημόσιας ασφάλειας, των σημαντικών οικονομικών και χρηματοοικονομικών συμφερόντων του Κράτους, την αμεροληψία και την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης ή την πρόληψη, διερεύνηση και δίωξη ποινικών αδικημάτων και την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων, καθώς και άλλων ουσιαστικών σκοπών γενικού δημόσιου συμφέροντος·
(β) την προστασία του υποκειμένου των δεδομένων ή των δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών τρίτων, ιδίως της ελευθερίας της έκφρασης.
2. Περιορισμοί στην εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 8 και 9 δύναται να προβλέπονται από διάταξη νόμου όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον, σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή στατιστικούς σκοπούς, όταν δεν υφίσταται εμφανής κίνδυνος προσβολής των δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών των υποκειμένων των δεδομένων.
3. Επιπρόσθετα των επιτρεπόμενων εξαιρέσεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, όσον αφορά τις δραστηριότητες επεξεργασίας για σκοπούς εθνικής ασφάλειας και άμυνας, κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να προβλέπει, διά νόμου και μόνο στον βαθμό που αυτό συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για την εκπλήρωση των εν λόγω σκοπών, εξαιρέσεις από την παρ. 3 του άρθρου 4, τις παρ. 5 και 6 του άρθρου 14 και τα στοιχεία α', β', γ' και δ' της παρ. 2 του άρθρου 15.
Αυτό ισχύει με την επιφύλαξη της απαίτησης ότι οι δραστηριότητες επεξεργασίας για σκοπούς εθνικής ασφάλειας και άμυνας υπόκεινται σε ανεξάρτητο και αποτελεσματικό έλεγχο και εποπτεία σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία κάθε Συμβαλλόμενου Μέρους.».
Άρθρο 15
Το κείμενο του άρθρου 10 της Σύμβασης (νέο άρθρο 12) αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος αναλαμβάνει την υποχρέωση να καθορίσει κατάλληλες δικαστικές και εξωδικαστικές κυρώσεις και προσφυγές για τις παραβιάσεις των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης.».
Άρθρο 16
Ο τίτλος του Κεφαλαίου III αντικαθίσταται με τον ακόλουθο:
«Κεφάλαιο III
Διασυνοριακές ροές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα».
Άρθρο 17
1. Ο τίτλος του άρθρου 12 της Σύμβασης (νέο άρθρο 14) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 14
Διασυνοριακές ροές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα».
2. Το κείμενο του άρθρου 12 της Σύμβασης (νέο άρθρο 14) αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«1. Ένα Συμβαλλόμενο Μέρος δεν δύναται, με μοναδικό σκοπό την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, να απαγορεύει ή να υποβάλει σε ειδική αδειοδότηση τη διαβίβαση των δεδομένων αυτών σε αποδέκτη ο οποίος υπάγεται στη δικαιοδοσία άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους. Ωστόσο, το Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται να το πράξει, εάν υπάρχει πραγματικός και σοβαρός κίνδυνος η διαβίβαση σε άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος ή από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος σε μη- Συμβαλλόμενο Μέρος να οδηγήσει στην καταστρατήγηση των διατάξεων της Σύμβασης. Ένα Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται επίσης να το πράξει εάν υποχρεούται να τηρεί εναρμονισμένους κανόνες προστασίας, κοινούς για τα Κράτη που ανήκουν σε έναν περιφερειακό διεθνή οργανισμό.
2. Όταν ο αποδέκτης υπάγεται στη δικαιοδοσία κράτους ή διεθνούς οργανισμού που δεν είναι Μέρος της παρούσας Σύμβασης, η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται να πραγματοποιηθεί μόνον εφόσον εξασφαλίζεται κατάλληλο επίπεδο προστασίας βάσει των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης.
3. Το κατάλληλο επίπεδο προστασίας μπορεί να διασφαλιστεί μέσω:
(α) των κανόνων δικαίου του εν λόγω κράτους ή διεθνούς οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων των εφαρμοστέων διεθνών συνθηκών ή συμφωνιών· ή
(β) ειδικών ή εγκεκριμένων τυποποιημένων εγγυήσεων, προβλεπόμενων σε νομικά δεσμευτικές και εκτελεστές πράξεις, οι οποίες έχουν υιοθετηθεί και εφαρμόζονται από τα πρόσωπα που εμπλέκονται στη διαβίβαση και την περαιτέρω επεξεργασία.
4. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων, κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται να προβλέπει ότι η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται εφόσον:
(α) το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει ρητή, συγκεκριμένη και ελεύθερη
συγκατάθεση, αφού έχει ενημερωθεί για τους επαγόμενους κινδύνους ελλείψει κατάλληλων εγγυήσεων · ή
(β) τα ειδικά συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων το επιβάλλουν στη συγκεκριμένη περίπτωση· ή
(γ) προβλέπονται από νόμο επικρατέστερα έννομα συμφέροντα, ιδίως σημαντικά δημόσια συμφέροντα, και η διαβίβαση αυτή συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία· ή
(δ) συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για την ελευθερία της έκφρασης.
5. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος προβλέπει ότι η αρμόδια εποπτική αρχή, κατά την έννοια του άρθρου 15 της παρούσας Σύμβασης, λαμβάνει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τις διαβιβάσεις δεδομένων, οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 3, στοιχείο (β) και, κατόπιν αιτήματος, στην παράγραφο 4, στοιχεία (β) και (γ).
6. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος προβλέπει επίσης ότι η εποπτική αρχή δικαιούται να ζητεί από το πρόσωπο που διαβιβάζει δεδομένα να αποδεικνύει την αποτελεσματικότητα των εγγυήσεων που έχουν ληφθεί ή την ύπαρξη επικρατέστερων εννόμων συμφερόντων και ότι η εποπτική αρχή μπορεί, προκειμένου να προστατεύσει τα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων, να απαγορεύσει, να αναστείλει ή να υποβάλει σε όρους τις εν λόγω διαβιβάσεις.».
3. Το κείμενο του άρθρου 12 της Σύμβασης (νέο άρθρο 14) ενσωματώνει τις διατάξεις του άρθρου 2 του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου του 2001 (STE αριθ. 181) όσον αφορά τις εποπτικές αρχές και τις διασυνοριακές ροές δεδομένων σχετικά με τις διασυνοριακές ροές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς αποδέκτη που δεν υπάγεται στη δικαιοδοσία Συμβαλλόμενου Μέρους της Σύμβασης.
Άρθρο 18
Μετά το Κεφάλαιο III της Σύμβασης προστίθεται νέο Κεφάλαιο IV, ως εξής:
«Κεφάλαιο IV Εποπτικές αρχές».
Άρθρο 19
Το νέο άρθρο 15 περιλαμβάνει τις διατάξεις του άρθρου 1 του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου του 2001 (ETS αριθ. 181) και διατυπώνεται ως εξής:
«Άρθρο 15
Εποπτικές Αρχές
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος προβλέπει ότι μία ή περισσότερες αρχές επιφορτίζονται με τη
διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης.
2. Προς τον σκοπό αυτό, οι αρχές αυτές:
(α) έχουν εξουσίες διερεύνησης και παρέμβασης·
(β) εκτελούν τα καθήκοντα που σχετίζονται με τις διαβιβάσεις δεδομένων, οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 14, ιδίως την έγκριση τυποποιημένων εγγυήσεων·
(γ) έχουν την εξουσία να εκδίδουν αποφάσεις σχετικά με παραβιάσεις των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης και μπορούν, ιδίως, να επιβάλουν διοικητικές κυρώσεις·
(δ) έχουν την εξουσία να παρίστανται ενώπιον δικαστηρίων ή να γνωστοποιούν στις
αρμόδιες δικαστικές αρχές παραβιάσεις των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης·
(ε) επιφορτίζονται:
Ι. με την ευαισθητοποίηση του κοινού όσον αφορά τις αρμοδιότητες και τις εξουσίες τους, καθώς και τις δραστηριότητές τους·
ΙΙ. με την ευαισθητοποίηση του κοινού όσον αφορά τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων και την άσκησή τους·
ίίί. με την ευαισθητοποίηση των υπεύθυνων επεξεργασίας και των εκτελούντων την επεξεργασία όσον αφορά τις υποχρεώσεις που υπέχουν βάσει της παρούσας Σύμβασης· ιδιαίτερη προσοχή δίδεται στα δικαιώματα προστασίας δεδομένων των παιδιών και άλλων ευάλωτων προσώπων.
3. Ζητείται η γνώμη των αρμόδιων εποπτικών αρχών σχετικά με κάθε πρόταση λήψης νομοθετικών ή διοικητικών μέτρων που προβλέπουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
4. Κάθε αρμόδια εποπτική αρχή εξετάζει τα αιτήματα και τις καταγγελίες που υποβάλλονται από τα υποκείμενα των δεδομένων σχετικά με την άσκηση των δικαιωμάτων τους και ενημερώνει τα υποκείμενα των δεδομένων για την έκβαση αυτών.
5. Οι εποπτικές αρχές ενεργούν με πλήρη ανεξαρτησία και αμεροληψία κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και την άσκηση των εξουσιών τους και προς τον σκοπό αυτό δεν επιζητούν ούτε δέχονται οδηγίες.
6. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διασφαλίζει ότι οι εποπτικές αρχές διαθέτουν τους αναγκαίους πόρους για την αποτελεσματική εκτέλεση των αρμοδιοτήτων τους και την άσκηση των εξουσιών τους.
7. Κάθε εποπτική αρχή καταρτίζει και δημοσιεύει περιοδική έκθεση των δραστηριοτήτων
της.
8. Τα μέλη και το προσωπικό των εποπτικών αρχών δεσμεύονται από υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας όσον αφορά εμπιστευτικές πληροφορίες στις οποίες έχουν ή είχαν πρόσβαση, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων και την άσκηση των εξουσιών τους.
9. Οι αποφάσεις των εποπτικών αρχών δύναται να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου.
10. Οι εποπτικές αρχές δεν είναι αρμόδιες όσον αφορά την επεξεργασία που διενεργείται από όργανα της δικαστικής λειτουργίας κατά την άσκηση των δικαιοδοτικών τους
καθηκόντων.».
Άρθρο 20
1. Τα Κεφάλαια IV έως VII της Σύμβασης αναριθμούνται σε Κεφάλαια V έως VIII της Σύμβασης.
2. O τίτλος του Κεφαλαίου V αντικαθίσταται με τον τίτλο «Κεφάλαιο V Συνεργασία και αμοιβαία συνδρομή».
3. Προστίθεται νέο άρθρο 17, και τα πρώην άρθρα 13 έως 27 της Σύμβασης καθίστανται άρθρα 16 έως 31 της Σύμβασης.
Άρθρο 21
1. Ο τίτλος του άρθρου 13 της Σύμβασης (νέο άρθρο 16) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 16
Ορισμός εποπτικών αρχών».
2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 13 της Σύμβασης (νέο άρθρο 16) αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεσμεύονται να συνεργάζονται και να παρέχουν αμοιβαία συνδρομή για την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης.».
3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 13 της Σύμβασης (νέο άρθρο 16) αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«2. Για τον σκοπό αυτό:
(α) κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος ορίζει μία ή περισσότερες εποπτικές αρχές κατά την έννοια του άρθρου 15 της παρούσας Σύμβασης, την ονομασία και τη διεύθυνση των οποίων ανακοινώνει στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης·
(β) κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος, το οποίο όρισε περισσότερες εποπτικές αρχές, προσδιορίζει την αρμοδιότητα καθεμίας από τις αρχές στην ανακοίνωσή του που αναφέρεται στο προηγούμενο στοιχείο.».
4. Η παράγραφος 3 του άρθρου 13 της Σύμβασης (νέο άρθρο 16) διαγράφεται.
Άρθρο 22
Μετά το νέο άρθρο 16 της Σύμβασης προστίθεται το ακόλουθο νέο άρθρο 17:
«Άρθρο 17
Μορφές συνεργασίας
1. Οι εποπτικές αρχές συνεργάζονται μεταξύ τους, στον βαθμό που είναι αναγκαίο για την
εκτέλεση των καθηκόντων και την άσκηση των εξουσιών τους, ιδίως:
(α) παρέχοντας αμοιβαία συνδρομή με την ανταλλαγή συναφών και χρήσιμων πληροφοριών
και με τη συνεργασία μεταξύ τους, υπό τον όρο ότι, όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τηρούνται όλοι οι κανόνες και οι διασφαλίσεις της παρούσας Σύμβασης·
(β) συντονίζοντας τις έρευνες ή τις παρεμβάσεις τους ή διενεργώντας κοινές δράσεις,
(γ) παρέχοντας πληροφορίες και τεκμηρίωση σχετικά με τη νομοθεσία και τη διοικητική πρακτική τους όσον αφορά την προστασία των δεδομένων.
2. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία, εκτός εάν τα δεδομένα αυτά είναι ουσιώδη για τη συνεργασία, ή όταν το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει ρητή, συγκεκριμένη, ελεύθερη και αδιαμφισβήτητη συγκατάθεση για την παροχή τους.
3. Για την οργάνωση της συνεργασίας τους και την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στις προηγούμενες παραγράφους, οι εποπτικές αρχές των Συμβαλλομένων Μερών συγκροτούν δίκτυο.».
Άρθρο 23
1. Ο τίτλος του άρθρου 14 της Σύμβασης (νέο άρθρο 18) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 18
Συνδρομή στα υποκείμενα των δεδομένων».
2. Το κείμενο του άρθρου 14 της Σύμβασης (νέο άρθρο 18) αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος παρέχει συνδρομή σε κάθε υποκείμενο των δεδομένων, ανεξάρτητα από την ιθαγένεια ή τον τόπο διαμονής του, προκειμένου να ασκεί τα δικαιώματά του βάσει του άρθρου 9 της παρούσας Σύμβασης.
2. Όταν το υποκείμενο των δεδομένων διαμένει στο έδαφος άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους πρέπει να του παρέχεται η δυνατότητα να υποβάλει το αίτημα διά μέσου της ορισθείσας από το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος εποπτικής αρχής.
3. Το αίτημα συνδρομής περιέχει όλα τα απαραίτητα στοιχεία που αφορούν μεταξύ άλλων:
(α) το όνομα, τη διεύθυνση και οποιοδήποτε άλλο σχετικό στοιχείο που προσδιορίζει την ταυτότητα του υποκειμένου των δεδομένων που υποβάλλει το αίτημα·
(β) την επεξεργασία, την οποία αφορά το αίτημα ή τον υπεύθυνο επεξεργασίας του,
(γ) το αντικείμενο του αιτήματος.».
Άρθρο 24
1. Ο τίτλος του άρθρου 15 της Σύμβασης (νέο άρθρο 19) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 19
Εγγυήσεις».
2. Το κείμενο του άρθρου 15 της Σύμβασης (νέο άρθρο 19) αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«1. Εποπτική αρχή, η οποία έλαβε πληροφορίες από άλλη εποπτική αρχή, είτε προς τεκμηρίωση του αιτήματος, είτε σε απάντηση αιτήματος που διατύπωσε η ίδια, δεν θα κάνει χρήση των πληροφοριών αυτών για σκοπούς άλλους από εκείνους που προσδιορίζονται στο
αίτημα.
2. Σε καμία περίπτωση δεν θα επιτρέπεται σε εποπτική αρχή να υποβάλει αίτημα επ' ονόματι του υποκειμένου των δεδομένων με δική της πρωτοβουλία και χωρίς τη ρητή συγκατάθεση του προσώπου αυτού.».
Άρθρο 25
1. Ο τίτλος του άρθρου 16 της Σύμβασης (νέο άρθρο 20) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 20
Απόρριψη αιτημάτων».
2. Το εισαγωγικό εδάφιο του άρθρου 16 της Σύμβασης (νέο άρθρο 20) αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«Εποπτική αρχή, η οποία έλαβε αίτημα σύμφωνα με το άρθρο 17 της παρούσας Σύμβασης, δεν δύναται να αρνηθεί να το εκτελέσει εκτός εάν:».
3. Στο άρθρο 16 της Σύμβασης (νέο άρθρο 20), το στοιχείο (α) αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«(α) το αίτημα είναι ασυμβίβαστο με τις αρμοδιότητές της.».
4. Στο άρθρο 16 της Σύμβασης (νέο άρθρο 20), το στοιχείο (γ) αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«(γ) η εκτέλεση του αιτήματος θα ήταν ασυμβίβαστη με την κυριαρχία, την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη του Μέρους που υπέβαλε το αίτημα, ή με τα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες των ατόμων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του Μέρους αυτού.».
Άρθρο 26
1. Ο τίτλος του άρθρου 17 της Σύμβασης (νέο άρθρο 21) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 21
Έξοδα και διαδικασίες».
2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 17 της Σύμβασης (νέο άρθρο 21) αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«1. Η συνεργασία και η αμοιβαία συνδρομή που παρέχονται μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών σύμφωνα με το άρθρο 17, όπως και η συνδρομή που αυτά παρέχουν στα υποκείμενα των δεδομένων σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 18, δεν συνεπάγονται την καταβολή οποιωνδήποτε εξόδων ή αμοιβής, πέραν εκείνων που αφορούν τους εμπειρογνώμονες και τους διερμηνείς. Αυτά τα έξοδα και οι αμοιβές θα επιβαρύνουν το Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο υπέβαλε το αίτημα.».
3. Στο αγγλικό κείμενο ο όρος «του», στην παράγραφο 2 του άρθρου 17 της Σύμβασης (νέο άρθρο 21) αντικαθίσταται με τους όρους «του ή της».
Άρθρο 27
Ο τίτλος του Κεφαλαίου V της Σύμβασης (νέο κεφάλαιο VI) αντικαθίσταται και διατυπώνεται
ως εξής:
«Κεφάλαιο VI
Επιτροπή της Σύμβασης».
Άρθρο 28
1. Ο όρος «Συμβουλευτική Επιτροπή» στην παράγραφο 1 του άρθρου 18 της Σύμβασης (νέο άρθρο 22) αντικαθίσταται με τον όρο «Επιτροπή της Σύμβασης».
2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 18 της Σύμβασης (νέο άρθρο 22) αντικαθίσταται με το
ακόλουθο κείμενο:
«3. Η Επιτροπή της Σύμβασης μπορεί, με απόφαση της πλειοψηφίας των δύο τρίτων των αντιπροσώπων των Συμβαλλομένων Μερών, να προσκαλέσει έναν παρατηρητή να εκπροσωπείται στις συνεδριάσεις της.».
3. Μια νέα παράγραφος 4 προστίθεται μετά την παράγραφο 3 του άρθρου 18 της Σύμβασης (νέο άρθρο 22):
«4. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο δεν είναι μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης συνεισφέρει στη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων της Επιτροπής της Σύμβασης με τους τρόπους που έχουν καθοριστεί από την Επιτροπή Υπουργών, σε συμφωνία με το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος.».
Άρθρο 29
1. Ο όρος «Συμβουλευτική Επιτροπή» στο εισαγωγικό εδάφιο του άρθρου 19 της Σύμβασης (νέο άρθρο 23) αντικαθίσταται από τον όρο «Επιτροπή της Σύμβασης».
2. Ο όρος «προτάσεις» στο στοιχείο (α) του άρθρου 19 της Σύμβασης (νέο άρθρο 23) αντικαθίσταται από τον όρο «συστάσεις».
3. Οι αναφορές στο «άρθρο 21» στο στοιχείο (β) και στην «παράγραφο 3 του άρθρου 21» στο στοιχείο (γ) του άρθρου 19 της Σύμβασης (νέο άρθρο 23) αντικαθίστανται αντιστοίχως από αναφορές στο «άρθρο 25» και στην «παράγραφο 3 του άρθρου 25».
4. Το στοιχείο (δ) του άρθρου 19 της Σύμβασης (νέο άρθρο 23) αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«(δ) δύναται να εκφέρει γνώμη για οποιοδήποτε ζήτημα, το οποίο σχετίζεται με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης·».
5. Τα ακόλουθα στοιχεία προστίθενται μετά το στοιχείο (δ) του άρθρου 19 της Σύμβασης (νέο άρθρο 23):
«(ε) διατυπώνει γνώμη προς την Επιτροπή Υπουργών, πριν από κάθε νέα προσχώρηση στη Σύμβαση, σχετικά με το επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του υποψηφίου για προσχώρηση και, εφόσον απαιτείται, συνιστά τη λήψη μέτρων για την επίτευξη της συμμόρφωσης με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης·
(στ) δύναται, κατόπιν αιτήματος Κράτους ή διεθνούς οργανισμού, να αξιολογεί κατά πόσον το επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που παρέχουν οι υποψήφιοι για προσχώρηση συνάδει με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης και, εφόσον απαιτείται, να συνιστά τη λήψη μέτρων για την επίτευξη της συμμόρφωσης αυτής·
(ζ) δύναται να εκπονήσει ή να εγκρίνει πρότυπα τυποποιημένων εγγυήσεων κατά την έννοια του άρθρου 14·
(η) ελέγχει την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης από τα Μέρη και συνιστά τη λήψη μέτρων
σε περίπτωση που ένα Συμβαλλόμενο Μέρος δεν συμμορφώνεται με την παρούσα Σύμβαση·
(θ) διευκολύνει, όπου είναι αναγκαίο, τη φιλική διευθέτηση όλων των δυσκολιών εφαρμογής της παρούσας Σύμβασης.».
Άρθρο 30
Το κείμενο του άρθρου 20 της Σύμβασης (νέο άρθρο 24) αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«1. Η Επιτροπή της Σύμβασης συγκαλείται από τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η πρώτη συνεδρίασή της προσδιορίζεται εντός δώδεκα μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας Σύμβασης. Ακολούθως συνέρχεται τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο και, οπωσδήποτε κάθε φορά που το ένα τρίτο των αντιπροσώπων των Συμβαλλομένων Μερών ζητεί τη σύγκλησή της.
2. Μετά το πέρας κάθε συνεδρίασής της, η Επιτροπή της Σύμβασης υποβάλλει στην Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης έκθεση για τις εργασίες της και τη λειτουργία της Σύμβασης.
3. Οι ρυθμίσεις που αφορούν τις ψηφοφορίες στην Επιτροπή της Σύμβασης καθορίζονται στον εσωτερικό κανονισμό που προσαρτάται στο Πρωτόκολλο STCE αριθ. 223.
4. Η Επιτροπή της Σύμβασης καταρτίζει τα άλλα στοιχεία του εσωτερικού της κανονισμού και θεσπίζει, ιδίως, τις διαδικασίες αξιολόγησης και ελέγχου που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 4 και τα στοιχεία (ε), (στ) και (η) του άρθρου 23, βάσει αντικειμενικών κριτηρίων.».
Άρθρο 31
1. Οι παράγραφοι 1 έως 4 του άρθρου 21 της Σύμβασης (νέο άρθρο 25) αντικαθίστανται με το ακόλουθο κείμενο:
«1. Τροποποιήσεις της παρούσας Σύμβασης δύναται να προταθούν από ένα Συμβαλλόμενο Μέρος, την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης ή την Επιτροπή της Σύμβασης.
2. Κάθε πρόταση τροποποίησης κοινοποιείται από τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης στα Συμβαλλόμενα Μέρη της παρούσας Σύμβασης, στα άλλα Κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και σε κάθε Κράτος-μη μέλος ή διεθνή οργανισμό που έχει κληθεί να προσχωρήσει στην παρούσα Σύμβαση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27.
3. Επιπλέον, κάθε τροποποίηση η οποία προτείνεται από Συμβαλλόμενο Μέρος ή από την Επιτροπή Υπουργών κοινοποιείται στην Επιτροπή της Σύμβασης, η οποία υποβάλλει στην Επιτροπή των Υπουργών τη γνώμη της σχετικά με την προτεινόμενη τροποποίηση.
4. Η Επιτροπή Υπουργών εξετάζει την προτεινόμενη τροποποίηση και κάθε γνωμοδότηση που υποβάλλεται από την Επιτροπή της Σύμβασης, και δύναται να εγκρίνει την τροποποίηση.».
2. Μετά την παράγραφο 6 του άρθρου 21 της Σύμβασης (νέο άρθρο 25) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 7:
«7. Επιπλέον, η Επιτροπή Υπουργών δύναται, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή της Σύμβασης, να αποφασίσει ομόφωνα τη θέση σε ισχύ μιας συγκεκριμένης τροποποίησης με την εκπνοή χρονικής περιόδου τριών ετών από την ημερομηνία κατά την οποία η Σύμβαση τέθηκε προς αποδοχή, εκτός εάν ένα Συμβαλλόμενο Μέρος γνωστοποιήσει στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης την υποβολή ένστασης κατά της έναρξης ισχύος της. Σε περίπτωση τέτοιας γνωστοποίησης ένστασης, η τροποποίηση αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται της ημερομηνίας κατά την οποία το Συμβαλλόμενο Μέρος στην παρούσα Σύμβαση, το οποίο γνωστοποίησε την ένσταση, κατέθεσε το έγγραφο αποδοχής στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.».
Άρθρο 32
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 22 της Σύμβασης (νέο άρθρο 26) αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:
«1. Η παρούσα Σύμβαση είναι διαθέσιμη προς υπογραφή από τα Κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Υπόκειται σε κύρωση, αποδοχή ή έγκριση. Τα έγγραφα κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης κατατίθενται στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.».
2. Ο όρος «Κράτος μέλος» στην παράγραφο 3 του άρθρου 22 της Σύμβασης (νέο άρθρο 26) αντικαθίσταται με τον όρο «Συμβαλλόμενο Μέρος».
Άρθρο 33
1. Ο τίτλος και το κείμενο του άρθρου 23 της Σύμβασης (νέο άρθρο 27) αντικαθίστανται ως εξής:
«Άρθρο 27
Προσχώρηση Κρατών μη μελών ή διεθνών οργανισμών
1. Μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας Σύμβασης, η Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης δύναται, μετά από διαβούλευση με τα Συμβαλλόμενα Μέρη της παρούσας Σύμβασης και την ομόφωνη συγκατάθεσή τους, και λαμβάνοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής της Σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 23 (ε), να καλέσει οποιοδήποτε Κράτος που δεν είναι μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης ή διεθνή οργανισμό να προσχωρήσει στην παρούσα Σύμβαση με απόφαση λαμβανόμενη με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 20 (δ) του Καταστατικού του Συμβουλίου της Ευρώπης και με την ομόφωνη ψήφο των αντιπροσώπων των Συμβαλλόμενων Κρατών που δικαιούνται να παρίστανται στην Επιτροπή των Υπουργών.
2. Για κάθε κράτος ή διεθνή οργανισμό που προσχωρεί στην παρούσα Σύμβαση σύμφωνα με την ανωτέρω παράγραφο 1, η Σύμβαση τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την παρέλευση τριμήνου από την ημερομηνία κατάθεσης του εγγράφου προσχώρησης στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.».
Άρθρο 34
Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 24 της Σύμβασης (νέο άρθρο 28) αντικαθίστανται ως
εξής:
«1. Κάθε Κράτος, η Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλος διεθνής οργανισμός δύναται, κατά την υπογραφή ή κατά την κατάθεση του εγγράφου κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, να ορίσει το έδαφος ή τα εδάφη στα οποία θα εφαρμόζεται η παρούσα Σύμβαση.
2. Κάθε Κράτος, η Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλος διεθνής οργανισμός δύναται, σε οποιαδήποτε μεταγενέστερη ημερομηνία, με δήλωση απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, να επεκτείνει την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης σε οποιοδήποτε άλλο έδαφος το οποίο θα ορίζεται στη δήλωση. Η Σύμβαση τίθεται σε ισχύ, όσον αφορά το έδαφος αυτό, την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την παρέλευση τριμήνου από την ημερομηνία παραλαβής της δήλωσης από τον Γενικό Γραμματέα.».
Άρθρο 35
1. Ο όρος «Κράτος» στο εισαγωγικό εδάφιο του άρθρου 27 της Σύμβασης (νέο άρθρο 31) αντικαθίσταται από τον όρο «Συμβαλλόμενο Μέρος».
2. Οι αναφορές στα «άρθρα 22, 23 και 24» στο στοιχείο (γ) αντικαθίστανται με τις αναφορές στα «άρθρα 26, 27 και 28».
Άρθρο 36
Υπογραφή, κύρωση και προσχώρηση
1. Το παρόν Πρωτόκολλο τίθεται προς υπογραφή από τα Συμβαλλόμενα Κράτη στη Σύμβαση.
Υπόκειται σε κύρωση, αποδοχή ή έγκριση. Τα έγγραφα κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης κατατίθενται στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
2. Μετά τη θέση προς υπογραφή του παρόντος Πρωτοκόλλου και πριν από την έναρξη ισχύος του, οποιοδήποτε άλλο Κράτος εκφράζει τη συναίνεσή του να δεσμεύεται από το παρόν Πρωτόκολλο με προσχώρηση. Δεν δύναται να καταστεί Συμβαλλόμενο Μέρος της Σύμβασης χωρίς να προσχωρήσει ταυτόχρονα στο παρόν Πρωτόκολλο.
Άρθρο 37
Έναρξη ισχύος
1. Το παρόν Πρωτόκολλο τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την παρέλευση τριμήνου από την ημερομηνία κατά την οποία όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη της Σύμβασης θα έχουν εκφράσει τη συναίνεσή τους να δεσμευθούν από το Πρωτόκολλο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 36.
2. Σε περίπτωση που το παρόν Πρωτόκολλο δεν τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με την παράγραφο 1, μετά την παρέλευση περιόδου πέντε ετών από την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη διαθέσιμο προς υπογραφή, το Πρωτόκολλο αρχίζει να ισχύει για τα Κράτη που έχουν εκφράσει τη συναίνεσή τους να δεσμευθούν από αυτό σύμφωνα με την παράγραφο 1, υπό την προϋπόθεση ότι το Πρωτόκολλο έχει τουλάχιστον τριάντα οκτώ Συμβαλλόμενα Μέρη. Όλες οι διατάξεις της τροποποιημένης Σύμβασης ισχύουν μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών του Πρωτοκόλλου αμέσως μετά την έναρξη ισχύος του.
3. Εν αναμονή της έναρξης ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου και με την επιφύλαξη των διατάξεων σχετικά με την έναρξη ισχύος και την προσχώρηση Κρατών μη μελών ή διεθνών οργανισμών, τα Συμβαλλόμενα Μέρη της Σύμβασης δύνανται, κατά την υπογραφή του παρόντος Πρωτοκόλλου ή οποτεδήποτε μεταγενέστερα, να δηλώσουν ότι θα εφαρμόσουν προσωρινά τις διατάξεις του παρόντος Πρωτοκόλλου. Στις περιπτώσεις αυτές, οι διατάξεις του παρόντος Πρωτοκόλλου εφαρμόζονται μόνο για τα άλλα Συμβαλλόμενα Μέρη της Σύμβασης που έχουν προβεί σε παρομοίου περιεχομένου δήλωση. Η δήλωση αυτή αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την παρέλευση τριμήνου από την ημερομηνία παραλαβής της από τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
4. Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου καταργείται το ΠρόσθετοΠρωτόκολλο στη Σύμβαση για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όσον αφορά τις εποπτικές αρχές και τις διασυνοριακές ροές δεδομένων (STE αριθ. 181).
5. Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου, οι τροποποιήσεις της Σύμβασης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που εγκρίθηκαν από την Επιτροπή των Υπουργών στο Στρασβούργο στις 15 Ιουνίου 1999, καθίστανται άνευ αντικειμένου.
Άρθρο 38
Δηλώσεις σχετικές με τη Σύμβαση
Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου, όσον αφορά τα Συμβαλλόμενα Μέρη που έχουν υποβάλει μία ή περισσότερες δηλώσεις βάσει του άρθρου 3 της Σύμβασης, οι δηλώσεις αυτές παύουν να ισχύουν.
Άρθρο 39
Επιφυλάξεις
Καμία επιφύλαξη δεν γίνεται δεκτή σχετικά με τις διατάξεις του παρόντος Πρωτοκόλλου.
Άρθρο 40
Γνωστοποιήσεις
Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης γνωστοποιεί στα Κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και σε κάθε άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος της Σύμβασης:
(α) κάθε υπογραφή,
(β) την κατάθεση κάθε εγγράφου κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης,
(γ) την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου σύμφωνα με το άρθρο 37,
(δ) κάθε άλλη πράξη, γνωστοποίηση ή ανακοίνωση που αφορά το παρόν Πρωτόκολλο.
Σε μαρτυρία των ανωτέρω, οι υπογράφοντες δεόντως εξουσιοδοτημένοι για τον σκοπό αυτό,
υπέγραψαν το παρόν Πρωτόκολλο.
Έγινε στο Στρασβούργο, την 10η Οκτωβρίου 2018, στην Αγγλική και τη Γαλλική, με αμφότερα
τα κείμενα να είναι εξίσου αυθεντικά, σε ένα μοναδικό αντίτυπο το οποίο θα κατατεθεί στα αρχεία του Συμβουλίου της Ευρώπης. Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης θα διαβιβάσει πιστοποιημένα αντίγραφα σε κάθε Κράτος-μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης, στα άλλα Συμβαλλόμενα Μέρη της Σύμβασης και σε κάθε Κράτος που έχει κληθεί να προσχωρήσει στη Σύμβαση.
Προσάρτημα του Πρωτοκόλλου:
Στοιχεία του Εσωτερικού Κανονισμού της Επιτροπής της Σύμβασης
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος έχει δικαίωμα ψήφου και διαθέτει μία ψήφο.
2. Η πλειοψηφία των δύο τρίτων των αντιπροσώπων των Συμβαλλομένων Μερών αποτελεί την απαραίτητη απαρτία για τις συνεδριάσεις της Επιτροπής της Σύμβασης. Σε περίπτωση που το Τροποποιητικό Πρωτόκολλο της Σύμβασης τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 37 πριν ισχύσει για όλα τα Συμβαλλόμενα Κράτη της Σύμβασης, η απαρτία για τις συνεδριάσεις της Επιτροπής είναι τουλάχιστον 34 Συμβαλλόμενα Μέρη του Πρωτοκόλλου.
3. Οι αποφάσεις δυνάμει του άρθρου 23 λαμβάνονται με πλειοψηφία τεσσάρων πέμπτων. Οι αποφάσεις στις περιπτώσεις του στοιχείου (η) του άρθρου 23 λαμβάνονται με πλειοψηφία τεσσάρων πέμπτων, συμπεριλαμβανομένης της πλειοψηφίας των ψήφων των Κρατών Μελών που δεν είναι μέλη ενός οργανισμού περιφερειακής ολοκλήρωσης που είναι Συμβαλλόμενο Μέρος της Σύμβασης.
4. Όταν η Επιτροπή της Σύμβασης λαμβάνει αποφάσεις στις περιπτώσεις του στοιχείου (η) του άρθρου 23, το ενδιαφερόμενο Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο αφορά η έρευνα δεν ψηφίζει. Όταν μια τέτοια απόφαση αφορά ζήτημα που εμπίπτει στην αρμοδιότητα ενός οργανισμού περιφερειακής ολοκλήρωσης, τότε ούτε ο οργανισμός ούτε τα Κράτη-μέλη του ψηφίζουν.
5. Οι αποφάσεις που αφορούν διαδικαστικά ζητήματα λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία.
6. Οι οργανισμοί περιφερειακής ολοκλήρωσης δύνανται, σε τομείς που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές τους, να ασκούν το δικαίωμα ψήφου στην Επιτροπή της Σύμβασης, με αριθμό ψήφων ίσο προς τον αριθμό των Κρατών μελών τους που είναι Συμβαλλόμενα Μέρη της Σύμβασης. Ένας τέτοιος οργανισμός δεν ασκεί το δικαίωμα ψήφου του εάν οποιοδήποτε από τα Κράτη μέλη του ασκήσει το δικαίωμά του.
7. Σε περίπτωση ψηφοφορίας, όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με το θέμα και τον χρόνο της ψηφοφορίας, καθώς και κατά πόσον η ψηφοφορία θα πραγματοποιηθεί από τα Συμβαλλόμενα Μέρη μεμονωμένα ή από οργανισμό περιφερειακής ολοκλήρωσης εξ ονόματος των Κρατών μελών του.
8. Η Επιτροπή της Σύμβασης δύναται να τροποποιήσει περαιτέρω τον εσωτερικό της
κανονισμό με πλειοψηφία δύο τρίτων, εκτός από τις ρυθμίσεις που αφορούν τις ψηφοφορίες που επιτρέπεται να τροποποιηθούν μόνο με ομόφωνη ψήφο των Συμβαλλομένων Μερών και στις οποίες έχει εφαρμογή το άρθρο 25 της Σύμβασης
Άρθρο δεύτερο
Κωδικοποίηση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
Μετά την κύρωση του από 10 Οκτωβρίου 2018 Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο ν. 2068/1992 «Κύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα» (Α' 118), τροποποιείται, αντίστοιχα, και διαμορφώνεται ως εξής:
«ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΑΤΟΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΥΤΟΜΑΤΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Τα Κράτη - μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και οι λοιποί υπογράφοντες την παρούσα Σύμβαση,
Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο σκοπός του Συμβουλίου της Ευρώπης είναι να πραγματοποιήσει μια πιο στενή ένωση μεταξύ των μελών του με το σεβασμό ιδίως της υπερισχύος του δικαίου, καθώς και των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών·
Λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι αναγκαίο να διασφαλίζονται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και η προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών κάθε προσώπου και - λαμβανομένης υπόψη της διαφοροποίησης, της εντατικοποίησης και της παγκοσμιοποίησης της επεξεργασίας δεδομένων και των ροών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα - η προσωπική αυτονομία βάσει του δικαιώματος κάθε προσώπου να ελέγχει τα δικά του δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και την επεξεργασία των δεδομένων αυτών·
Υπενθυμίζοντας ότι το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να συνεκτιμάται υπό το πρίσμα του ρόλου του στην κοινωνία και να συμβιβάζεται με άλλα δικαιώματα του ανθρώπου και θεμελιώδεις ελευθερίες, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας της έκφρασης·
Λαμβάνοντας υπόψη ότι η παρούσα Σύμβαση επιτρέπει να συνεκτιμάται, κατά την εφαρμογή των κανόνων που καθορίζονται σε αυτήν, η αρχή του δικαιώματος πρόσβασης σε επίσημα έγγραφα·
Αναγνωρίζοντας την ανάγκη να προωθηθούν σε παγκόσμιο επίπεδο οι θεμελιώδεις αξίες του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ευνοώντας έτσι την ελεύθερη κυκλοφορία πληροφοριών μεταξύ των λαών·
Αναγνωρίζοντας το όφελος της ενίσχυσης της διεθνούς συνεργασίας μεταξύ των Μερών της Σύμβασης·
Συμφωνούν και αποδέχονται τα ακόλουθα:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Αντικείμενο και σκοπός
Σκοπός της παρούσας Σύμβασης είναι η προστασία κάθε φυσικού προσώπου, ανεξάρτητα από την ιθαγένεια ή τον τόπο διαμονής του, έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στον σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών του, και ιδίως του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής ζωής.
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης: α) Πληροφορίες προσωπικού χαρακτήρα, (προσωπικές πληροφορίες) σημαίνει κάθε πληροφορία η οποία αφορά συγκεκριμένο φυσικό πρόσωπο ή πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα δύναται να προσδιορισθεί (πρόσωπο το οποίο αφορά η πληροφορία), (β) “επεξεργασία δεδομένων" σημαίνει κάθε πράξη ή σειρά πράξεων που εκτελούνται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, καταχώρηση, διατήρηση, μεταβολή, ανάκτηση, γνωστοποίηση, διάθεση, διαγραφή ή καταστροφή ή η εφαρμογή στα δεδομένα αυτά λογικών ή/και αριθμητικών πράξεων' (γ) Όταν δεν χρησιμοποιείται αυτοματοποιημένη επεξεργασία, ως “επεξεργασία δεδομένων" νοείται η πράξη ή σειρά πράξεων που εκτελούνται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο διαρθρωμένου συνόλου δεδομένων, τα οποία είναι προσβάσιμα ή ανακτήσιμα σύμφωνα με συγκεκριμένα κριτήρια
(δ) “υπεύθυνος επεξεργασίας" σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, τη δημόσια αρχή, την υπηρεσία, τον οργανισμό ή οποιονδήποτε άλλο φορέα, ο οποίος μόνος ή από κοινού με άλλους διαθέτει εξουσία λήψης αποφάσεων όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων'
(ε) “αποδέκτης" σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, τη δημόσια αρχή, την υπηρεσία, τον οργανισμό ή οποιονδήποτε άλλο φορέα, στον οποίο κοινολογούνται ή καθίστανται διαθέσιμα τα δεδομένα ' (στ) “εκτελών την επεξεργασία", σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, τη δημόσια αρχή, την υπηρεσία, τον οργανισμό ή οποιονδήποτε άλλο φορέα που επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για λογαριασμό του υπεύθυνου επεξεργασίας.
Άρθρο 3
Πεδίο εφαρμογής
1. Κάθε Μέρος αναλαμβάνει την υποχρέωση να εφαρμόζει την παρούσα Σύμβαση όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, εξασφαλίζοντας έτσι το δικαίωμα κάθε ατόμου στην προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν.
2. Η παρούσα Σύμβαση δεν εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων που πραγματοποιείται από φυσικό πρόσωπο στο πλαίσιο αποκλειστικά προσωπικών ή οικιακών δραστηριοτήτων.
Κεφάλαιο ΙΙ
Βασικές αρχές για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
Άρθρο 4
Υποχρεώσεις των συμβαλλόμενων μερών
1. Κάθε Μέρος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα στη νομοθεσία του για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης και τη διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής τους.
2. Τα μέτρα αυτά πρέπει να έχουν ληφθεί από κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος και να έχουν τεθεί σε ισχύ κατά τον χρόνο της κύρωσης της παρούσας Σύμβασης ή της προσχώρησης σε αυτή.
3. Κάθε Μέρος αναλαμβάνει την υποχρέωση:
(α) να επιτρέπει στην Επιτροπή της Σύμβασης που προβλέπεται στο Κεφάλαιο VI να αξιολογεί την αποτελεσματικότητα των μέτρων που έχουν ληφθεί στη νομοθεσία του για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης και
(β) να συμβάλει ενεργά στην εν λόγω διαδικασία αξιολόγησης.
Άρθρο 5
Νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων και ποιότητα των δεδομένων
1. Η επεξεργασία δεδομένων πρέπει να είναι ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο νόμιμο σκοπό και να αντικατοπτρίζει σε κάθε στάδιο επεξεργασίας μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων συμφερόντων, είτε του δημόσιου είτε του ιδιωτικού τομέα, και των διακυβευόμενων δικαιωμάτων και ελευθεριών.
2. Κάθε Μέρος προβλέπει ότι η επεξεργασία των δεδομένων δεν μπορεί να διενεργείται παρά μόνο με βάση την ελεύθερη, συγκεκριμένη, ρητή και αδιαμφισβήτητη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων ή δυνάμει άλλων νομίμων βάσεων καθοριζόμενων στο νόμο.
3. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία, τυγχάνουν επεξεργασίας με σύννομο τρόπο.
4. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία:
(α) τυγχάνουν θεμιτής επεξεργασίας με διαφανή τρόπο·
(β) συλλέγονται για ρητούς, καθορισμένους και νόμιμους σκοπούς και δεν υποβάλλονται σε επεξεργασία κατά τρόπο ασύμβατο προς τους σκοπούς αυτούς·η περαιτέρω επεξεργασία για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον, σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή για στατιστικούς σκοπούς, είναι συμβατή με τους σκοπούς αυτούς υπό την προϋπόθεση εφαρμογής πρόσθετων εγγυήσεων ·
(γ) είναι επαρκή, συναφή και όχι υπερβολικά σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία·
(δ) είναι ακριβή και, όταν είναι αναγκαίο, επικαιροποιούνται·
(ε) διατηρούνται υπό μορφή που επιτρέπει την ταυτοποίηση των υποκειμένων των δεδομένων για διάστημα που δεν υπερβαίνει αυτό που είναι αναγκαίο για τους σκοπούς της επεξεργασίας.
Άρθρο 6
Ειδικές Κατηγορίες πληροφοριών
1. Η επεξεργασία:
- γενετικών δεδομένων·
- δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν ποινικά αδικήματα, ποινικές διώξεις και ποινικές καταδίκες και τα συναφή μέτρα ασφάλειας·
- βιομετρικών δεδομένων που ταυτοποιούν αδιαμφισβήτητα ένα πρόσωπο·
- δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όσον αφορά τις πληροφορίες που αποκαλύπτουν τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, τη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, τις θρησκευτικές ή άλλες πεποιθήσεις, την υγεία ή τη σεξουαλική ζωή,
δεν επιτρέπεται παρά μόνο εφόσον προβλέπονται από τον νόμο κατάλληλες εγγυήσεις, συμπληρωματικές των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης.
2. Οι εγγυήσεις αυτές θα πρέπει να αποτρέπουν τους κίνδυνους που ενδέχεται να εμπεριέχει η επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων για τα συμφέροντα, τα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων, ιδίως τον κίνδυνο διακρίσεων.
Άρθρο 7
Ασφάλεια των πληροφοριών
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διασφαλίζει ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας και, κατά περίπτωση, ο εκτελών την επεξεργασία λαμβάνει κατάλληλα μέτρα ασφαλείας για την αντιμετώπιση κινδύνων, όπως η τυχαία ή μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση, η καταστροφή, η απώλεια, η χρήση, η τροποποίηση ή η κοινολόγηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
2. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διασφαλίζει ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι υποχρεωμένος να γνωστοποιεί, όσο το δυνατόν συντομότερα, τουλάχιστον στην αρμόδια εποπτική αρχή κατά την έννοια του άρθρου 15 της παρούσας Σύμβασης, εκείνες τις παραβιάσεις δεδομένων οι οποίες δύνανται να επιφέρουν σοβαρά βλάβη στα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων.
Άρθρο 8
Διαφάνεια της επεξεργασίας
1. Κάθε Μέρος διασφαλίζει ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει τα υποκείμενα των δεδομένων σχετικά με:
(α) την ταυτότητα και την συνήθη διαμονή ή εγκατάστασή του·
(β) τη νομική βάση και τους σκοπούς της επιδιωκόμενης επεξεργασίας·
(γ) τις κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία·
(δ) τους αποδέκτες ή κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εάν συντρέχει περίπτωση·και
(ε) τον τρόπο άσκησης των δικαιωμάτων που προβλέπονται στο άρθρο 9·
καθώς και κάθε αναγκαία συμπληρωματική πληροφορία για τη διασφάλιση θεμιτής και διαφανούς επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται όταν το υποκείμενο των δεδομένων κατέχει ήδη τις σχετικές πληροφορίες.
3. Όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν συλλέγονται απευθείας από τα υποκείμενα των δεδομένων, ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν υποχρεούται να παρέχει τις πληροφορίες αυτές όταν η επεξεργασία προβλέπεται ρητά από τον νόμο ή αυτό αποδεικνύεται αδύνατο ή συνεπάγεται δυσανάλογες προσπάθειες.
Άρθρο 9
Δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων
1. Κάθε άτομο έχει δικαίωμα:
(α) να μην υπόκειται σε απόφαση που το επηρεάζει σημαντικά, η οποία βασίζεται αποκλειστικά σε αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι απόψεις του·
(β) να λαμβάνει, κατόπιν αιτήματός του, σε εύλογο χρονικό διάστημα και χωρίς υπερβολική καθυστέρηση ή δαπάνη, επιβεβαίωση για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, τη γνωστοποίηση των δεδομένων που υποβάλλονται σε επεξεργασία σε κατανοητή μορφή και κάθε διαθέσιμη πληροφορία σχετικά με την προέλευσή τους, την περίοδο διατήρησής τους, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία που υποχρεούται να παρέχει ο υπεύθυνος επεξεργασίας, δυνάμει της διαφάνειας της επεξεργασίας, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 8·
(γ) να λαμβάνει, κατόπιν αιτήματός του, γνώση του σκεπτικού στο οποίο βασίζεται η επεξεργασία δεδομένων όταν τα αποτελέσματά της εφαρμόζονται σε αυτόν·
(δ) να αντιτίθεται ανά πάσα στιγμή, για λόγους που αφορούν την κατάστασή του, στην επεξεργασία των δεδομένων που το αφορούν, εκτός εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας επιδεικνύει νόμιμους λόγους που δικαιολογούν την επεξεργασία, οι οποίοι υπερισχύουν των συμφερόντων ή των δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών του·
(ε) να λαμβάνει, κατόπιν αιτήματος, δωρεάν και χωρίς υπερβολική καθυστέρηση, διόρθωση ή διαγραφή, ανάλογα με την περίπτωση, των δεδομένων του, εφόσον αυτά υπόκεινται σε ή έχουν υποστεί επεξεργασία κατά παράβαση των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης·
(στ) να διαθέτει μέσο προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 12, όταν έχουν παραβιαστεί τα προβλεπόμενα στην παρούσα Σύμβαση δικαιώματά του·
(ζ) να επωφελείται, ανεξάρτητα από την ιθαγένεια ή τον τόπο διαμονής του, από τη συνδρομή μιας εποπτικής αρχής κατά την έννοια του άρθρου 15, για την άσκηση των προβλεπόμενων στην παρούσα Σύμβαση δικαιωμάτων του.
2. Η παράγραφος 1(α) δεν εφαρμόζεται αν η λήψη της απόφασης επιτρέπεται βάσει νόμου στον οποίο υπόκειται ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο οποίος καθορίζει επίσης κατάλληλα μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων, των ελευθεριών και των έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων.
Άρθρο 10
Συμπληρωματικές υποχρεώσεις
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διασφαλίζει ότι οι υπεύθυνοι επεξεργασίας και, κατά περίπτωση, οι εκτελούντες την επεξεργασία λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για να συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις της παρούσας Σύμβασης και να είναι σε θέση να αποδείξουν, ιδίως προς την αρμόδια εποπτική αρχή που προβλέπεται στο άρθρο 15, υπό την επιφύλαξη της θεσπιζόμενης σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 11 νομοθεσίας τους, ότι η επεξεργασία των δεδομένων που διενεργείται υπό τον έλεγχό τους είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης.
2. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διασφαλίζει ότι οι υπεύθυνοι επεξεργασίας και, κατά περίπτωση, οι εκτελούντες την επεξεργασία προβαίνουν στην εξέταση των ενδεχόμενων επιπτώσεων της σκοπούμενης επεξεργασίας δεδομένων στα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων πριν από την έναρξη της επεξεργασίας αυτής, και σχεδιάζουν την επεξεργασία δεδομένων κατά τρόπο που να αποτρέπει ή να ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο προσβολής των εν λόγω δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών.
3. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διασφαλίζει ότι οι υπεύθυνοι επεξεργασίας και, κατά περίπτωση, οι εκτελούντες την επεξεργασία εφαρμόζουν τεχνικά και οργανωτικά μέτρα λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε όλα τα στάδια της επεξεργασίας.
4. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί, ενόψει των κινδύνων που προκύπτουν για τα συμφέροντα, τα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων, να προσαρμόσει την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1, 2 και 3 στη νομοθεσία που θέτει σε ισχύ τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης, ανάλογα με τη φύση και τον όγκο των δεδομένων, τη φύση, το πεδίο εφαρμογής και τον σκοπό της επεξεργασίας και, όπου αρμόζει, το μέγεθος του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία.
Άρθρο 11
Εξαιρέσεις και περιορισμοί
1. Δεν επιτρέπονται εξαιρέσεις από τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου, εκτός από τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 5, της παρ. 2 του άρθρου 7, της παρ. 1 του άρθρου 8 και του άρθρου 9, όταν η εν λόγω εξαίρεση προβλέπεται από διάταξη νόμου, σέβεται την ουσία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών και συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για:
(α) την προστασία της εθνικής ασφάλειας, της άμυνας, της δημόσιας ασφάλειας, των σημαντικών οικονομικών και χρηματοοικονομικών συμφερόντων του Κράτους, την αμεροληψία και την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης ή την πρόληψη, διερεύνηση και δίωξη ποινικών αδικημάτων και την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων, καθώς και άλλων ουσιαστικών σκοπών γενικού δημόσιου συμφέροντος·
(β) την προστασία του υποκειμένου των δεδομένων ή των δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών τρίτων, ιδίως της ελευθερίας της έκφρασης.
2. Περιορισμοί στην εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 8 και 9 δύναται να προβλέπονται από διάταξη νόμου όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων για σκοπούς αρχειοθέτησης προς το δημόσιο συμφέρον, σκοπούς επιστημονικής ή ιστορικής έρευνας ή στατιστικούς σκοπούς, όταν δεν υφίσταται εμφανής κίνδυνος προσβολής των δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών των υποκειμένων των δεδομένων.
3. Επιπρόσθετα των επιτρεπόμενων εξαιρέσεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, όσον αφορά τις δραστηριότητες επεξεργασίας για σκοπούς εθνικής ασφάλειας και άμυνας, κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να προβλέπει, διά νόμου και μόνο στον βαθμό που αυτό συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για την εκπλήρωση των εν λόγω σκοπών, εξαιρέσεις από την παρ. 3 του άρθρου 4, τις παρ. 5 και 6 του άρθρου 14 και τα στοιχεία α', β', γ' και δ' της παρ. 2 του άρθρου 15.
Αυτό ισχύει με την επιφύλαξη της απαίτησης ότι οι δραστηριότητες επεξεργασίας για σκοπούς εθνικής ασφάλειας και άμυνας υπόκεινται σε ανεξάρτητο και αποτελεσματικό έλεγχο και εποπτεία σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία κάθε Συμβαλλόμενου Μέρους.
Άρθρο 12
Ποινές και Προσφυγές
Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος αναλαμβάνει την υποχρέωση να καθορίσει κατάλληλες δικαστικές και εξωδικαστικές κυρώσεις και προσφυγές για τις παραβιάσεις των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης.
Άρθρο 13
Ευρύτερη προστασία
Καμία από τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου δεν θα ερμηνεύεται ως περιορίζουσα ή προσβάλλουσα τη δυνατότητα κάθε συμβαλλόμενου μέρους να παραχωρήσει στα πρόσωπα τα οποία αφορούν οι πληροφορίες προστασία ευρύτερη από εκείνη, που προβλέπεται από την παρούσα σύμβαση.
Κεφάλαιο ΙΙΙ
Διασυνοριακές ροές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
Άρθρο 14
Διασυνοριακές ροές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
1. Ένα Συμβαλλόμενο Μέρος δεν δύναται, με μοναδικό σκοπό την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, να απαγορεύει ή να υποβάλει σε ειδική αδειοδότηση τη διαβίβαση των δεδομένων αυτών σε αποδέκτη ο οποίος υπάγεται στη δικαιοδοσία άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους. Ωστόσο, το Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται να το πράξει, εάν υπάρχει πραγματικός και σοβαρός κίνδυνος η διαβίβαση σε άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος ή από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος σε μη- Συμβαλλόμενο Μέρος να οδηγήσει στην καταστρατήγηση των διατάξεων της Σύμβασης. Ένα Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται επίσης να το πράξει εάν υποχρεούται να τηρεί εναρμονισμένους κανόνες προστασίας, κοινούς για τα Κράτη που ανήκουν σε έναν περιφερειακό διεθνή οργανισμό.
2. Όταν ο αποδέκτης υπάγεται στη δικαιοδοσία κράτους ή διεθνούς οργανισμού που δεν είναι Μέρος της παρούσας Σύμβασης, η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται να πραγματοποιηθεί μόνον εφόσον εξασφαλίζεται κατάλληλο επίπεδο προστασίας βάσει των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης.
3. Το κατάλληλο επίπεδο προστασίας μπορεί να διασφαλιστεί μέσω:
(α) των κανόνων δικαίου του εν λόγω κράτους ή διεθνούς οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων των εφαρμοστέων διεθνών συνθηκών ή συμφωνιών·ή
(β) ειδικών ή εγκεκριμένων τυποποιημένων εγγυήσεων, προβλεπόμενων σε νομικά δεσμευτικές και εκτελεστές πράξεις, οι οποίες έχουν υιοθετηθεί και εφαρμόζονται από τα πρόσωπα που εμπλέκονται στη διαβίβαση και την περαιτέρω επεξεργασία.
4. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων, κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται να προβλέπει ότι η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται εφόσον: (α) το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει ρητή, συγκεκριμένη και ελεύθερη συγκατάθεση, αφού έχει ενημερωθεί για τους επαγόμενους κινδύνους ελλείψει κατάλληλων εγγυήσεων· ή
(β) τα ειδικά συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων το επιβάλλουν στη συγκεκριμένη περίπτωση· ή
(γ) προβλέπονται από νόμο επικρατέστερα έννομα συμφέροντα, ιδίως σημαντικά δημόσια συμφέροντα, και η διαβίβαση αυτή συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία· ή
(δ) συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για την ελευθερία της έκφρασης.
5. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος προβλέπει ότι η αρμόδια εποπτική αρχή, κατά την έννοια του άρθρου 15 της παρούσας Σύμβασης, λαμβάνει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τις διαβιβάσεις δεδομένων, οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 3, στοιχείο (β) και, κατόπιν αιτήματος, στην παράγραφο 4, στοιχεία (β) και (γ).
6. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος προβλέπει επίσης ότι η εποπτική αρχή δικαιούται να ζητεί από το πρόσωπο που διαβιβάζει δεδομένα να αποδεικνύει την αποτελεσματικότητα των εγγυήσεων που έχουν ληφθεί ή την ύπαρξη επικρατέστερων εννόμων συμφερόντων και ότι η εποπτική αρχή μπορεί, προκειμένου να προστατεύσει τα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες των υποκειμένων των δεδομένων, να απαγορεύσει, να αναστείλει ή να υποβάλει σε όρους τις εν λόγω διαβιβάσεις.
Κεφάλαιο ΙV
Εποπτικές αρχές
Άρθρο 15
Εποπτικές Αρχές
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος προβλέπει ότι μία ή περισσότερες αρχές επιφορτίζονται με τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης.
2. Προς τον σκοπό αυτό, οι αρχές αυτές:
(α) έχουν εξουσίες διερεύνησης και παρέμβασης·
(β) εκτελούν τα καθήκοντα που σχετίζονται με τις διαβιβάσεις δεδομένων, οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 14, ιδίως την έγκριση τυποποιημένων εγγυήσεων·
(γ) έχουν την εξουσία να εκδίδουν αποφάσεις σχετικά με παραβιάσεις των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης και μπορούν, ιδίως, να επιβάλουν διοικητικές κυρώσεις· (δ) έχουν την εξουσία να παρίστανται ενώπιον δικαστηρίων ή να γνωστοποιούν στις αρμόδιες δικαστικές αρχές παραβιάσεις των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης·
(ε) επιφορτίζονται:
i. με την ευαισθητοποίηση του κοινού όσον αφορά τις αρμοδιότητες και τις εξουσίες τους, καθώς και τις δραστηριότητές τους·
ii. με την ευαισθητοποίηση του κοινού όσον αφορά τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων και την άσκησή τους·
iii. με την ευαισθητοποίηση των υπεύθυνων επεξεργασίας και των εκτελούντων την επεξεργασία όσον αφορά τις υποχρεώσεις που υπέχουν βάσει της παρούσας Σύμβασης·
ιδιαίτερη προσοχή δίδεται στα δικαιώματα προστασίας δεδομένων των παιδιών και άλλων ευάλωτων προσώπων.
3. Ζητείται η γνώμη των αρμόδιων εποπτικών αρχών σχετικά με κάθε πρόταση λήψης νομοθετικών ή διοικητικών μέτρων που προβλέπουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
4. Κάθε αρμόδια εποπτική αρχή εξετάζει τα αιτήματα και τις καταγγελίες που υποβάλλονται από τα υποκείμενα των δεδομένων σχετικά με την άσκηση των δικαιωμάτων τους και ενημερώνει τα υποκείμενα των δεδομένων για την έκβαση αυτών.
5. Οι εποπτικές αρχές ενεργούν με πλήρη ανεξαρτησία και αμεροληψία κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και την άσκηση των εξουσιών τους και προς τον σκοπό αυτό δεν επιζητούν ούτε δέχονται οδηγίες.
6. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διασφαλίζει ότι οι εποπτικές αρχές διαθέτουν τους αναγκαίους πόρους για την αποτελεσματική εκτέλεση των αρμοδιοτήτων τους και την άσκηση των εξουσιών τους.
7. Κάθε εποπτική αρχή καταρτίζει και δημοσιεύει περιοδική έκθεση των δραστηριοτήτων της.
8. Τα μέλη και το προσωπικό των εποπτικών αρχών δεσμεύονται από υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας όσον αφορά εμπιστευτικές πληροφορίες στις οποίες έχουν ή είχαν πρόσβαση, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων και την άσκηση των εξουσιών τους.
9. Οι αποφάσεις των εποπτικών αρχών δύναται να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου.
10. Οι εποπτικές αρχές δεν είναι αρμόδιες όσον αφορά την επεξεργασία που διενεργείται από όργανα της δικαστικής λειτουργίας κατά την άσκηση των δικαιοδοτικών τους καθηκόντων.
Κεφάλαιο V
Συνεργασία και αμοιβαία συνδρομή
Άρθρο 16
Ορισμός εποπτικών αρχών
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεσμεύονται να συνεργάζονται και να παρέχουν αμοιβαία συνδρομή για την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης.
2. Για τον σκοπό αυτό:
(α) κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος ορίζει μία ή περισσότερες εποπτικές αρχές κατά την έννοια του άρθρου 15 της παρούσας Σύμβασης, την ονομασία και τη διεύθυνση των οποίων ανακοινώνει στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης·
(β) κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος, το οποίο όρισε περισσότερες εποπτικές αρχές, προσδιορίζει την αρμοδιότητα καθεμίας από τις αρχές στην ανακοίνωσή του που αναφέρεται στο προηγούμενο στοιχείο.
Άρθρο 17
Μορφές συνεργασίας
1. Οι εποπτικές αρχές συνεργάζονται μεταξύ τους, στον βαθμό που είναι αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων και την άσκηση των εξουσιών τους, ιδίως:
(α) παρέχοντας αμοιβαία συνδρομή με την ανταλλαγή συναφών και χρήσιμων πληροφοριών και με τη συνεργασία μεταξύ τους, υπό τον όρο ότι, όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τηρούνται όλοι οι κανόνες και οι διασφαλίσεις της παρούσας Σύμβασης·
(β) συντονίζοντας τις έρευνες ή τις παρεμβάσεις τους ή διενεργώντας κοινές δράσεις,
(γ) παρέχοντας πληροφορίες και τεκμηρίωση σχετικά με τη νομοθεσία και τη διοικητική πρακτική τους όσον αφορά την προστασία των δεδομένων.
2. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία, εκτός εάν τα δεδομένα αυτά είναι ουσιώδη για τη συνεργασία, ή όταν το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει ρητή, συγκεκριμένη, ελεύθερη και αδιαμφισβήτητη συγκατάθεση για την παροχή τους.
3. Για την οργάνωση της συνεργασίας τους και την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στις προηγούμενες παραγράφους, οι εποπτικές αρχές των Συμβαλλομένων Μερών συγκροτούν δίκτυο.
Άρθρο 18
Συνδρομή στα υποκείμενα των δεδομένων
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος παρέχει συνδρομή σε κάθε υποκείμενο των δεδομένων, ανεξάρτητα από την ιθαγένεια ή τον τόπο διαμονής του, προκειμένου να ασκεί τα δικαιώματά του βάσει του άρθρου 9 της παρούσας Σύμβασης.
2. Όταν το υποκείμενο των δεδομένων διαμένει στο έδαφος άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους πρέπει να του παρέχεται η δυνατότητα να υποβάλει το αίτημα διά μέσου της ορισθείσας από το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος εποπτικής αρχής.
3. Το αίτημα συνδρομής περιέχει όλα τα απαραίτητα στοιχεία που αφορούν μεταξύ άλλων:
(α) το όνομα, τη διεύθυνση και οποιοδήποτε άλλο σχετικό στοιχείο που προσδιορίζει την ταυτότητα του υποκειμένου των δεδομένων που υποβάλλει το αίτημα·
(β) την επεξεργασία, την οποία αφορά το αίτημα ή τον υπεύθυνο επεξεργασίας του,
(γ) το αντικείμενο του αιτήματος.
Άρθρο 19
Εγγυήσεις
1. Εποπτική αρχή, η οποία έλαβε πληροφορίες από άλλη εποπτική αρχή, είτε προς τεκμηρίωση του αιτήματος, είτε σε απάντηση αιτήματος που διατύπωσε η ίδια, δεν θα κάνει χρήση των πληροφοριών αυτών για σκοπούς άλλους από εκείνους που προσδιορίζονται στο αίτημα.
2. Σε καμία περίπτωση δεν θα επιτρέπεται σε εποπτική αρχή να υποβάλει αίτημα επ' ονόματι του υποκειμένου των δεδομένων με δική της πρωτοβουλία και χωρίς τη ρητή συγκατάθεση του προσώπου αυτού.
Άρθρο 20
Απόρριψη αιτημάτων
Εποπτική αρχή, η οποία έλαβε αίτημα σύμφωνα με το άρθρο 17 της παρούσας Σύμβασης, δεν δύναται να αρνηθεί να το εκτελέσει εκτός εάν:
(α) το αίτημα είναι ασυμβίβαστο με τις αρμοδιότητές της.
β) Η αίτηση δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της παρούσας σύμβασης.
(γ) η εκτέλεση του αιτήματος θα ήταν ασυμβίβαστη με την κυριαρχία, την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη του Μέρους που υπέβαλε το αίτημα, ή με τα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες των ατόμων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του Μέρους αυτού.
Άρθρο 21
Έξοδα και διαδικασίες
1. Η συνεργασία και η αμοιβαία συνδρομή που παρέχονται μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών σύμφωνα με το άρθρο 17, όπως και η συνδρομή που αυτά παρέχουν στα υποκείμενα των δεδομένων σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 18, δεν συνεπάγονται την καταβολή οποιωνδήποτε εξόδων ή αμοιβής, πέραν εκείνων που αφορούν τους εμπειρογνώμονες και τους διερμηνείς. Αυτά τα έξοδα και οι αμοιβές θα επιβαρύνουν το Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο υπέβαλε το αίτημα.
2. Το πρόσωπο το οποίο αφορούν οι πληροφορίες δεν μπορεί να υποχρεωθεί να πληρώσει, σχετικά με τις ενέργειες που επιχειρήθηκαν για λογαριασμό του στο έδαφος άλλου συμβαλλομένου, έξοδα και δικαιώματα διαφορετικά από εκείνα τα οποία είναι απαιτητά έναντι των προσώπων, τα οποία διαμένουν στο έδαφος του συμβαλλόμενου αυτού μέρους.
3. Τα λοιπά σχετικά με τη συνδρομή, που αφορούν ιδίως τους τύπους και τις διαδικασίες, όπως και τις γλώσσες οι οποίες θα χρησιμοποιηθούν, καθορίζονται άμεσα μεταξύ των ενδιαφερόμενων συμβαλλόμενων μερών.
Κεφάλαιο VI Επιτροπή της Σύμβασης
Άρθρο 22
Συγκρότηση της Επιτροπής
1. Η Επιτροπή της Σύμβασης συγκροτείται μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας Σύμβασης.
2. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος ορίζει έναν αντιπρόσωπο και έναν αναπληρωτή στην Επιτροπή. Κάθε Κράτος - μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης, που δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος στη σύμβαση, έχει το δικαίωμα να αντιπροσωπεύεται στην Επιτροπή από έναν παρατηρητή.
3. Η Επιτροπή της Σύμβασης μπορεί, με απόφαση της πλειοψηφίας των δύο τρίτων των αντιπροσώπων των Συμβαλλομένων Μερών, να προσκαλέσει έναν παρατηρητή να εκπροσωπείται στις συνεδριάσεις της.
4. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο δεν είναι μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης συνεισφέρει στη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων της Επιτροπής της Σύμβασης με τους τρόπους που έχουν καθοριστεί από την Επιτροπή Υπουργών, σε συμφωνία με το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος.
Άρθρο 23
Αρμοδιότητες της Επιτροπής
Η Επιτροπή της Σύμβασης:
α) Δύναται να κάνει συστάσεις προκειμένου να διευκολυνθεί ή βελτιωθεί η εφαρμογή της σύμβασης.
β) Δύναται να κάνει προτάσεις τροποποίησης της παρούσας σύμβασης, σύμφωνα με το άρθρο 25.
γ) Εκφέρει γνώμη σε κάθε πρόταση τροποποίησης της παρούσας σύμβασης που της υποβάλλεται, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 25.
(δ) δύναται να εκφέρει γνώμη για οποιοδήποτε ζήτημα, το οποίο σχετίζεται με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης·
(ε) διατυπώνει γνώμη προς την Επιτροπή Υπουργών, πριν από κάθε νέα προσχώρηση στη Σύμβαση, σχετικά με το επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του υποψηφίου για προσχώρηση και, εφόσον απαιτείται, συνιστά τη λήψη μέτρων για την επίτευξη της συμμόρφωσης με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης·
(στ) δύναται, κατόπιν αιτήματος Κράτους ή διεθνούς οργανισμού, να αξιολογεί κατά πόσον το επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που παρέχουν οι υποψήφιοι για προσχώρηση συνάδει με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης και, εφόσον απαιτείται, να συνιστά τη λήψη μέτρων για την επίτευξη της συμμόρφωσης αυτής·
(ζ) δύναται να εκπονήσει ή να εγκρίνει πρότυπα τυποποιημένων εγγυήσεων κατά την έννοια του άρθρου 14·
(η) ελέγχει την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης από τα Μέρη και συνιστά τη λήψη μέτρων σε περίπτωση που ένα Συμβαλλόμενο Μέρος δεν συμμορφώνεται με την παρούσα Σύμβαση·
(θ) διευκολύνει, όπου είναι αναγκαίο, τη φιλική διευθέτηση όλων των δυσκολιών εφαρμογής της παρούσας Σύμβασης.
Άρθρο 24
Διαδικασία
1. Η Επιτροπή της Σύμβασης συγκαλείται από τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η πρώτη συνεδρίασή της προσδιορίζεται εντός δώδεκα μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας Σύμβασης. Ακολούθως συνέρχεται τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο
και, οπωσδήποτε κάθε φορά που το ένα τρίτο των αντιπροσώπων των Συμβαλλομένων Μερών ζητεί τη σύγκλησή της.
2. Μετά το πέρας κάθε συνεδρίασής της, η Επιτροπή της Σύμβασης υποβάλλει στην Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης έκθεση για τις εργασίες της και τη λειτουργία της Σύμβασης.
3. Οι ρυθμίσεις που αφορούν τις ψηφοφορίες στην Επιτροπή της Σύμβασης καθορίζονται στον εσωτερικό κανονισμό που προσαρτάται στο Πρωτόκολλο STCE αριθ. 223.
4. Η Επιτροπή της Σύμβασης καταρτίζει τα άλλα στοιχεία του εσωτερικού της κανονισμού και θεσπίζει, ιδίως, τις διαδικασίες αξιολόγησης και ελέγχου που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 4 και τα στοιχεία (ε), (στ) και (η) του άρθρου 23, βάσει αντικειμενικών κριτηρίων.
Κεφάλαιο VII
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ
Άρθρο 25
Τροποποιήσεις
1. Τροποποιήσεις της παρούσας Σύμβασης δύναται να προταθούν από ένα Συμβαλλόμενο Μέρος, την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης ή την Επιτροπή της Σύμβασης.
2. Κάθε πρόταση τροποποίησης κοινοποιείται από τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης στα Συμβαλλόμενα Μέρη της παρούσας Σύμβασης, στα άλλα Κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και σε κάθε Κράτος-μη μέλος ή διεθνή οργανισμό που έχει κληθεί να προσχωρήσει στην παρούσα Σύμβαση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27.
3. Επιπλέον, κάθε τροποποίηση η οποία προτείνεται από Συμβαλλόμενο Μέρος ή από την Επιτροπή Υπουργών κοινοποιείται στην Επιτροπή της Σύμβασης, η οποία υποβάλλει στην Επιτροπή των Υπουργών τη γνώμη της σχετικά με την προτεινόμενη τροποποίηση.
4. Η Επιτροπή Υπουργών εξετάζει την προτεινόμενη τροποποίηση και κάθε γνωμοδότηση που υποβάλλεται από την Επιτροπή της Σύμβασης, και δύναται να εγκρίνει την τροποποίηση.
5. Το κείμενο κάθε τροποποίησης, που εγκρίθηκε από την Επιτροπή των Υπουργών, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, διαβιβάζεται στα συμβαλλόμενα μέρη για αποδοχή.
6. Κάθε εγκεκριμένη τροποποίηση, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, θα αρχίζει να ισχύει την 30ή ημέρα από τη γνωστοποίηση της αποδοχής της στο Γενικό Γραμματέα από όλα τα συμβαλλόμενα μέρη.
7. Επιπλέον, η Επιτροπή Υπουργών δύναται, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή της Σύμβασης, να αποφασίσει ομόφωνα τη θέση σε ισχύ μιας συγκεκριμένης τροποποίησης με την εκπνοή χρονικής περιόδου τριών ετών από την ημερομηνία κατά την οποία η Σύμβαση τέθηκε προς αποδοχή, εκτός εάν ένα Συμβαλλόμενο Μέρος γνωστοποιήσει στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης την υποβολή ένστασης κατά της έναρξης ισχύος της. Σε περίπτωση τέτοιας γνωστοποίησης ένστασης, η τροποποίηση αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται της ημερομηνίας κατά την οποία το Συμβαλλόμενο Μέρος στην παρούσα Σύμβαση, το οποίο γνωστοποίησε την ένσταση, κατέθεσε το έγγραφο αποδοχής στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Κεφάλαιο VIII
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 26
Έναρξη ισχύος
1. Η παρούσα Σύμβαση είναι διαθέσιμη προς υπογραφή από τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Υπόκειται σε κύρωση, αποδοχή ή έγκριση. Τα έγγραφα κύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης κατατίθενται στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
2. Η παρούσα σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνός που ακολουθεί τη λήξη μιας περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία κατά την οποία πέντε κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης θα έχουν εκφράσει τη συγκατάθεσή τους να δεσμεύονται από τη σύμβαση, σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.
3. Για κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο θα εκδηλώσει αργότερα τη συγκατάθεσή του να δεσμεύεται από τη σύμβαση, η σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνός που ακολουθεί τη λήξη μιας τρίμηνης περιόδου μετά την ημερομηνία κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης.
Άρθρο 27
Προσχώρηση Κρατών μη μελών ή διεθνών οργανισμών
1. Μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας Σύμβασης, η Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης δύναται, μετά από διαβούλευση με τα Συμβαλλόμενα Μέρη της παρούσας Σύμβασης και την ομόφωνη συγκατάθεσή τους, και λαμβάνοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής της Σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 23 (ε), να καλέσει οποιοδήποτε Κράτος που δεν είναι μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης ή διεθνή οργανισμό να προσχωρήσει στην παρούσα Σύμβαση με απόφαση λαμβανόμενη με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 20 (δ) του Καταστατικού του Συμβουλίου της Ευρώπης και με την ομόφωνη ψήφο των αντιπροσώπων των Συμβαλλόμενων Κρατών που δικαιούνται να παρίστανται στην Επιτροπή των Υπουργών.
2. Για κάθε κράτος ή διεθνή οργανισμό που προσχωρεί στην παρούσα Σύμβαση σύμφωνα με την ανωτέρω παράγραφο 1, η Σύμβαση τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την παρέλευση τριμήνου από την ημερομηνία κατάθεσης του εγγράφου προσχώρησης στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Άρθρο 28
Εδαφική ρήτρα
1. Κάθε Κράτος, η Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλος διεθνής οργανισμός δύναται, κατά την υπογραφή ή κατά την κατάθεση του εγγράφου κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, να ορίσει το έδαφος ή τα εδάφη στα οποία θα εφαρμόζεται η παρούσα Σύμβαση.
2. Κάθε Κράτος, η Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλος διεθνής οργανισμός δύναται, σε οποιαδήποτε μεταγενέστερη ημερομηνία, με δήλωση απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, να επεκτείνει την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης σε οποιοδήποτε άλλο έδαφος το οποίο θα ορίζεται στη δήλωση. Η Σύμβαση τίθεται σε ισχύ, όσον αφορά το έδαφος αυτό, την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την παρέλευση τριμήνου από την ημερομηνία παραλαβής της δήλωσης από τον Γενικό Γραμματέα.
3. Κάθε δήλωση, η οποία γίνεται δυνάμει των δυο προηγούμενων παραγράφων, θα μπορεί να ανακληθεί, όσον αφορά οποιοδήποτε έδαφος το οποίο ορίζεται στη δήλωση αυτή, με γνωστοποίηση απευθυνόμενη στο Γενικό Γραμματέα. Η ανάκληση θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνός που ακολουθεί τη λήξη περιόδου έξι μηνών μετά την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από το Γενικό Γραμματέα.
Άρθρο 29
Επιφυλάξεις
Καμία επιφύλαξη δεν επιτρέπεται στις διατάξεις της παρούσας σύμβασης.
Άρθρο 30
Καταγγελία
1. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος δύναται, ανά πάσα στιγμή, να καταγγείλει την παρούσα σύμβαση απευθύνοντας γνωστοποίηση στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
2. Η καταγγελία θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνός που ακολουθεί τη λήξη περιόδου έξι μηνών μετά την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από το Γενικό Γραμματέα.
Άρθρο 31
Γνωστοποιήσεις
Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης θα γνωστοποιήσει στα Κράτη - μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και σε κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο έχει προσχωρήσει στην παρούσα σύμβαση:
α) κάθε υπογραφή,
β) την κατάθεση κάθε εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης,
γ) κάθε ημερομηνία έναρξης της ισχύος της παρούσας σύμβασης, σύμφωνα με τα άρθρα της 26, 27 και 28,
δ) κάθε άλλη πράξη, γνωστοποίηση ή κοινοποίηση σχετική με την παρούσα σύμβαση.»
Άρθρο τρίτο
Αρμόδια εποπτική αρχή
Ως αρμόδια εποπτική αρχή για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις διατάξεις της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτή τροποποιείται με το Πρωτόκολλο που κυρώνεται με το παρόν, ορίζεται η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Άρθρο τέταρτο
Ανάλογη και συμπληρωματική εφαρμογή διατάξεων
Όταν ανακύπτει ζήτημα εφαρμογής της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτή τροποποιείται με το Πρωτόκολλο που κυρώνεται με το παρόν, ισχύουν αναλόγως και συμπληρωματικώς οι διατάξεις του υφισταμένου νομικού πλαισίου προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της Οδηγίας 95/46/ΕΚ - Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων, L 119 και ν. 4624/2019 «Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, μέτρα εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 και άλλες διατάξεις», Α' 137), όπως, ενδεικτικώς, οι ρυθμίσεις για τις προσφυγές και τα ένδικα μέσα που ασκούνται ενώπιον της εποπτικής αρχής και των δικαστηρίων, αντίστοιχα, και τις κυρώσεις που επιβάλλονται, σε περίπτωση παραβίασης των διατάξεων της Σύμβασης, σε συμφωνία και με τα άρθρα 10 και 11 της Σύμβασης, όπως αναριθμούνται σε άρθρα 12 και 13, με τα άρθρα 13 και 15, αντίστοιχα, του παρόντος Πρωτοκόλλου.
Άρθρο πέμπτο
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και του κυρούμενου Πρωτοκόλλου από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 37 αυτού.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 15 Ιανουαρίου 2025
Νόμος 5169/2025 - ΦΕΚ 4/Α/17-1-2025
Κύρωση του από 10 Οκτωβρίου 2018 Τροποποιητικού Πρωτοκόλλου της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.