Νόμος 3351/2005 - ΦΕΚ 147/Α/23-6-2005
Κύρωση του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου στη Σύμβαση για τη μεταφορά καταδίκων
ΝOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3351/2005
ΦΕΚ 147/Α/23-6-2005
Κύρωση του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου στη Σύμβαση για τη μεταφορά καταδίκων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή.
Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, το Πρόσθετο Πρωτόκολλο στη Σύμβαση για τη μεταφορά καταδίκων, που συντάχθηκε στο Στρασβούργο στις 18 Δεκεμβρίου 1997, του οποίου το κείμενο σε πρωτότυπο στην αγγλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχει ως εξής:
Council of Europe
Conseil de l’ Europe
Additional Protocol to the Convention
on the Transfer of Sentenced Persons
Συμβούλιο της Ευρώπης
ΠΡΟΣΘΕΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΣΤΗ
ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΤΑΔΙΚΩΝ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Τα Κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, καθώς και τα άλλα Κράτη που συνυπογράφουν το παρόν Πρωτόκολλο,
Επιθυμώντας να διευκολύνουν την εφαρμογή της Σύμβασης για τη Μεταφορά Καταδίκων, η οποία ανοίχθηκε προς υπογραφή στο Στρασβούργο στις 21 Μαρτίου 1983 (εφεξής αποκαλούμενη «η Σύμβαση») και, συγκεκριμένα, συνεχίζοντας τους αναγνωρισμένους στόχους της για την προαγωγή των σκοπών της δικαιοσύνης και της κοινωνικής αποκατάστασης των καταδίκων,
Γνωρίζοντας ότι πολλά Κράτη δεν μπορούν να εκδόσουν τους υπηκόους τους,
Επιθυμώντας τη συμπλήρωση της Σύμβασης από ορισμένες απόψεις,
Συμφώνησαν ως εξής:
ΑΡΘΡΟ 1
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
1. Οι λέξεις και εκφράσεις που χρησιμοποιούνται στο παρόν Πρωτόκολλο ερμηνεύονται σύμφωνα με την έννοια της Σύμβασης.
2. Οι διατάξεις της Σύμβασης ισχύουν στο βαθμό που είναι συμβατές με τις διατάξεις του παρόντος Πρωτοκόλλου.
ΑΡΘΡΟ 2
ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΔΙΕΦΥΓΑΝ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ
ΚΑΤΑΔΙΚΗΣ
1. Όταν υπήκοος ενός Μέρους στον οποίο επεβλήθη ποινή με οριστική απόφαση στην επικράτεια ενός άλλου Μέρους επιδιώκει να αποφύγει την εκτέλεση ή την περαιτέρω εκτέλεση της ποινής στο Κράτος καταδίκης διαφεύγοντας προς την επικράτεια του προηγούμενου Μέρους πριν εκτίσει την ποινή, το Κράτος καταδίκης μπορεί να ζητήσει από το άλλο Μέρος να αναλάβει την εκτέλεση της ποινής.
2. Με αίτημα του Κράτους καταδίκης, το Κράτος εκτέλεσης μπορεί, πριν την άφιξη των εγγράφων που υποστηρίζουν το αίτημα, ή πριν τη λήψη απόφασης επί του αιτήματος αυτού, να συλλάβει τον κατάδικο, ή να λάβει οποιοδήποτε άλλο μέτρο για να διασφαλίσει ότι ο κατάδικος παραμένει στην επικράτεια του, όσο εκκρεμεί η απόφαση επί του αιτήματος. Τα αιτήματα για προσωρινά μέτρα περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του Άρθρου 4 της Σύμβασης. Η ποινική κατάσταση του καταδίκου δεν επιβαρύνεται ως αποτέλεσμα οποιασδήποτε χρονικής περιόδου κράτησης δυνάμει της παρούσας παραγράφου.
3. Δεν απαιτείται η συγκατάθεση του καταδίκου για τη μεταβίβαση της εκτέλεσης της ποινής.
ΑΡΘΡΟ 3
ΚΑΤΑΔΙΚΟΙ ΠΟΥ ΥΠΟΚΕΙΝΤΑΙ ΣΕ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ Ή
ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΑΠΕΛΑΣΗ
1. Όταν του ζητηθεί από το Κράτος καταδίκης, το Κράτος εκτέλεσης μπορεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Άρθρου, να συμφωνήσει για τη μεταφορά του καταδίκου χωρίς τη συγκατάθεση αυτού, όταν η ποινή που του επεβλήθη, ή μια διοικητική απόφαση που εξεδόθη ως συνέπεια της ποινής αυτής, περιλαμβάνει διοικητική ή δικαστική απέλαση ή οποιοδήποτε άλλο μέτρο ως αποτέλεσμα των οποίων το πρόσωπο αυτό δεν επιτρέπεται πλέον να παραμένει στην επικράτεια του Κράτους καταδίκης από τη στιγμή που θα αποφυλακιστεί.
2. Το Κράτος εκτέλεσης δεν δίδει τη συγκατάθεση του για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πριν λάβει υπ’ όψιν τη γνώμη του καταδίκου.
3. Για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος Άρθρου, το Κράτος καταδίκης παρέχει στο Κράτος εκτέλεσης:
α. δήλωση που περιλαμβάνει τη γνώμη του καταδικασθέντος ατόμου σχετικά με την προτεινόμενη μεταφορά του, και
β. αντίγραφο της απόφασης διοικητικής ή δικαστικής απέλασης ή άλλης εντολής που έχει ως αποτέλεσμα να μην επιτρέπεται πλέον στον κατάδικο να παραμένει στην επικράτεια του Κράτους καταδίκης από τη στιγμή που θα αποφυλακιστεί.
4. Κάθε πρόσωπο που μεταφέρεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Άρθρου δεν διώκεται, καταδικάζεται ή κρατείται με σκοπό την εκτέλεση ποινής ή εντολής κράτησης, για οποιοδήποτε αδίκημα το οποίο τελέσθηκε πριν τη μεταφορά του εκτός από εκείνο για το οποίο επεβλήθη η ποινή που πρόκειται να εκτελεστεί, ούτε περιορίζεται η προσωπική ελευθερία του για οποιονδήποτε άλλο λόγο, παρά μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α. όταν το επιτρέπει το Κράτος καταδίκης. Υποβάλλεται αίτημα, συνοδευόμενο από όλα τα σχετικά έγγραφα και δικαστικό πρακτικό οιασδήποτε δήλωσης του καταδίκου. Η εξουσιοδότηση δίδεται, όταν το αδίκημα για το οποίο ζητείται, υπόκειται το ίδιο σε έκδοση σύμφωνα με τη νομοθεσία του Κράτους καταδίκης, ή όταν η έκδοση εξαιρείται μόνο λόγω του ύψους της ποινής
β. όταν ο κατάδικος, ενώ είχε την ευκαιρία να φύγει από την επικράτεια του Κράτους εκτέλεσης, δεν έφυγε εντός 45 ημερών από την οριστική του απόλυση, ή αν επέστρεψε στην επικράτεια αυτή, αφού την είχε εγκαταλείψει.
5. Παρά τις διατάξεις της παραγράφου 4, το Κράτος εκτέλεσης μπορεί να λάβει οποιαδήποτε μέτρα είναι απαραίτητα σύμφωνα με τη νομοθεσία του, συμπεριλαμβανομένης της ερήμην διαδικασίας, για να εμποδίσει τις όποιες νομικές επιπτώσεις της παραγραφής.
6. Οποιοδήποτε συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί, με δήλωση που απευθύνεται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, να υποδείξει ότι δεν θα αναλάβει την εκτέλεση ποινών υπό τις περιστάσεις που περιγράφονται στο παρόν Άρθρο.
ΑΡΘΡΟ 4
ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΘΕΣΗ ΣΕ ΙΣΧΥ
1. Το παρόν Πρωτόκολλο είναι ανοικτό προς υπογραφή από τα Κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και τα άλλα Κράτη που συνυπογράφουν τη Σύμβαση. Υπόκειται σε επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση. Έκαστος των συνυπογραφόντων δεν δύναται να επικυρώσει, αποδεχθεί ή εγκρίνει το παρόν Πρωτόκολλο εάν δεν έχει προηγουμένως ή ταυτοχρόνως επικυρώσει, αποδεχθεί ή εγκρίνει τη Σύμβαση. Τα έγγραφα επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης κατατίθενται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
2. Το παρόν Πρωτόκολλο τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί τη λήξη περιόδου τριών μηνών μετά την κατάθεση του τρίτου εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης.
3. Όσον αφορά οποιοδήποτε υπογράφον Κράτος το οποίο καταθέτει μετέπειτα το έγγραφο επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης, το Πρωτόκολλο τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί τη λήξη περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία κατάθεσης.
ΑΡΘΡΟ 5
ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΗ
1. Κάθε Κράτος μη μέλος που έχει προσχωρήσει στη Σύμβαση μπορεί να προσχωρήσει στο παρόν Πρωτόκολλο, εφόσον αυτό έχει προηγουμένως τεθεί σε ισχύ.
2. Όσον αφορά οιοδήποτε υπό προσχώρηση Κράτος, το Πρωτόκολλο τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί τη λήξη περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία κατάθεσης του εγγράφου προσχώρησης.
ΑΡΘΡΟ 6
ΕΔΑΦΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
1. Οποιοδήποτε Κράτος μπορεί, κατά το χρόνο υπογραφής ή όταν καταθέσει το έγγραφο επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης του, να προσδιορίσει την επικράτεια ή επικράτειες στις οποίες θα ισχύει το παρόν Πρωτόκολλο.
2. Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί, σε οποιαδήποτε μεταγενέστερη ημερομηνία, με δήλωση που απευθύνεται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, να επεκτείνει την εφαρμογή του παρόντος Πρωτοκόλλου σε οποιαδήποτε άλλη επικράτεια η οποία προσδιορίζεται στη δήλωση. Όσον αφορά την εν λόγω επικράτεια, το παρόν Πρωτόκολλο τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί τη λήξη περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία παραλαβής της δήλωσης από το Γενικό Γραμματέα.
3. Κάθε δήλωση που γίνεται σύμφωνα με τις δύο προηγούμενες παραγράφους μπορεί, όσον αφορά κάθε επικράτεια που ορίζεται στην εν λόγω δήλωση, να ανακληθεί με γνωστοποίηση που απευθύνεται στο Γενικό Γραμματέα. Η ανάκληση τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί τη λήξη περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία παραλαβής της εν λόγω γνωστοποίησης από το Γενικό Γραμματέα.
ΑΡΘΡΟ 7
ΧΡΟΝΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
Το παρόν Πρωτόκολλο εφαρμόζεται κατά την εκτέλεση ποινών που επεβλήθησαν είτε πριν ή μετά τη θέση του σε ισχύ.
ΑΡΘΡΟ 8
ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος μπορεί, οποιαδήποτε στιγμή, να καταγγείλει το παρόν Πρωτόκολλο με γνωστοποίηση που απευθύνεται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
2. Η εν λόγω καταγγελία τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί τη λήξη περιόδου τριών μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από το Γενικό Γραμματέα.
3. Το παρόν Πρωτόκολλο συνεχίζει ωστόσο να ισχύει για την επιβολή ποινών σε πρόσωπα που μεταφέρθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις τόσο της Σύμβασης όσο και του παρόντος Πρωτοκόλλου πριν την ημερομηνία κατά την οποία τέθηκε σε ισχύ η εν λόγω καταγγελία.
4. Η καταγγελία της Σύμβασης συνεπάγεται αυτομάτως καταγγελία του παρόντος Πρωτοκόλλου.
ΑΡΘΡΟ 9
ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ
Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης γνωστοποιεί στα Κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, στους Υπογράφοντες, στα Μέρη και σε οποιοδήποτε άλλο Κράτος το οποίο έχει κληθεί να προσχωρήσει στη Σύμβαση:
α. οιαδήποτε υπογραφή
β. την κατάθεση εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης
γ. την ημερομηνία κατά την οποία θα τεθεί σε ισχύ το παρόν Πρωτόκολλο σύμφωνα με τα Άρθρα 4 και 5
δ. κάθε άλλη πράξη, δήλωση, ανακοίνωση ή γνωστοποίηση που αφορά το παρόν Πρωτόκολλο.
Σε πίστωση των οποίων οι κάτωθι υπογεγραμμένοι, νόμιμα εξουσιοδοτούμενοι σχετικά, υπέγραψαν το παρόν Πρωτόκολλο.
Συντάχθηκε στο Στρασβούργο στις 18 Δεκεμβρίου 1997, σ’ ένα μόνο αντίτυπο στην αγγλική και γαλλική γλώσσα, αμφότερα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά και κατατίθενται στα αρχεία του Συμβουλίου της Ευρώπης. Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης θα διαβιβάσει επικυρωμένα αντίγραφα σε κάθε Κράτος-Μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης, στα άλλα Κράτη που συνυπογράφουν τη Σύμβαση και σε κάθε Κράτος που καλείται να προσχωρήσει στη Σύμβαση.
Άρθρο δεύτερο
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και του Πρωτοκόλλου που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 4 αυτού.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 21 Ιουνίου 2005
Κατεβάσετε το αρχείο με το πρωτότυπο κείμενο, όπως είναι δημοσιευμένο στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ.) του Εθνικού Τυπογραφείου.
Νόμος 3351/2005 - ΦΕΚ 147/Α/23-6-2005
