Νόμος 4963/2022 - ΦΕΚ 149/Α/30-7-2022 (Κωδικοποιημένος)
Νόμος 4963/2022 - Σύσταση Δικαστικής Αστυνομίας και λοιπές επείγουσες διατάξεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
Συνδρομητικές Υπηρεσίες
- Το Νομοθέτημα έχει κωδικοποιηθεί σε αρχείο ενιαίο κειμένου, με ενσωματωμένες τις διατάξεις με τις οποίες έχει συμπληρωθεί - τροποποιηθεί μεταγενέστερα.
- Η υπηρεσία προβολής και μεταφόρτωσης κωδικοποιημένων κειμένων είναι διαθέσιμη ΔΩΡΕΑΝ, μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη, με πρόσβαση στις Συνδρομητικές Υπηρεσίες.
- Απαιτείται μεγαλύτερο επίπεδο πρόσβασης για την προβολή των Συνδρομητικών Υπηρεσιών.
Εάν είστε μέλος και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές Υπηρεσίες, πατήστε ΕΔΩ για Σύνδεση.
-Θέματα Βοήθειας και Υποστήριξης για τις συνδρομητικές υπηρεσίες.
ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ Φ.Ε.Κ.
Το αρχικό κείμενο με τις διατάξεις όπως ήταν δημοσιευμένες στο Φ.Ε.Κ. οι οποίες έχουν τροποποιηθεί μεταγενέστερα.
ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘΜ. 4963/2022
ΦΕΚ 149/Α/30-7-2022
Σύσταση Δικαστικής Αστυνομίας και λοιπές επείγουσες διατάξεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΣΚΟΠΟΣ - ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
Άρθρο 1
Σκοπός
1.Σκοπός του παρόντος είναι, κυρίως, η υποβοήθηση του έργου των δικαστικών και εισαγγελικών αρχών και η διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των δικαστικών υπηρεσιών με την ανάθεση σε εξειδικευμένο προσωπικό του Υπουργείου Δικαιοσύνης αστυνομικών καθηκόντων, καθώς και καθηκόντων που απαιτούν ειδικές επιστημονικές γνώσεις, τα οποία, κατά το υφιστάμενο κανονιστικό πλαίσιο, ασκούνται από το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛ.ΑΣ.) και ιδιώτες, αντιστοίχως, με αποτέλεσμα την εμφάνιση πρακτικών δυσχερειών ή δυσλειτουργιών και την καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης. Με τη σύσταση της Δικαστικής Αστυνομίας, ως μιας εξειδικευμένης υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, επιδιώκονται η αποτελεσματική άσκηση των καθηκόντων του προσωπικού που πρόκειται να τη στελεχώσει, η λειτουργική κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των τομέων της, η ύπαρξη της αναγκαίας υπηρεσιακής συνοχής για την εκπλήρωση των σκοπών της και η επιτάχυνση των διαδικασιών απονομής της δικαιοσύνης.
2.Mε τις λοιπές διατάξεις του παρόντος επιδιώκεται να αντιμετωπιστούν επείγοντα προβλήματα στη λειτουργία των δικαστηρίων, προς τον σκοπό αποτελεσματικής απονομής της δικαιοσύνης.
Άρθρο 2
Αντικείμενο
Αντικείμενο του παρόντος είναι: α) η εισαγωγή του θεσμού της Δικαστικής Αστυνομίας στο ελληνικό δικαστικό σύστημα και η ρύθμιση κάθε ζητήματος σχετικού με την οργάνωση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητές του,
β) η διόρθωση προφανών σφαλμάτων που εμφιλοχώρησαν κατά την ψήφιση του άρθρου 86 του ν. 4938/2022 (Α' 109),
γ) ο καθορισμός του πεδίου εφαρμογής της δυνατότητας αμοιβαίας μετάταξης μεταξύ παρέδρου του πρωτοδικείου και παρέδρου της εισαγγελίας, δ) η διευκρίνιση της αληθούς έννοιας του τρίτου εδάφιου της παρ. 5, του δευτέρου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 17 και του τρίτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 4938/2022,
ε) η αποσαφήνιση του πεδίου εφαρμογής του προσυμβατικού ελέγχου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που προβλέπεται στο άρθρο 324 του ν. 4700/2020 (Α' 127), στ) η πρόβλεψη της δυνατότητας των παραγόντων της δίκης στα Τμήματα του Ελεγκτικού Συνεδρίου να συμμετέχουν εξ αποστάσεως μέσω συστήματος τηλεματικής, ζ) η διευκρίνιση της αληθούς έννοιας της παρ. 1 του άρθρου 74 του ν. 4690/2020 (Α' 104) ως προς την αναστολή των καταχρηστικών προθεσμιών ασκήσεως ενδίκων μέσων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας [π.δ. 503/1985, (Α' 182), ΚΠολΔ],
η) η προσθήκη στην παρ. 2 του άρθρου 147 ΚπολΔ προθεσμιών, οι οποίες αναστέλλονται κατά το χρονικό διάστημα 1-31 Αυγούστου και αφορούν στη διαδικασία των μικροδιαφορών και στη δυνατότητα σχολιασμού της πραγματογνωμοσύνης, και θ) η υποχρέωση καταχώρισης των πληρεξουσίων και λοιπών νομιμοποιητικών εγγράφων που υποβάλλονται στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια με αριθμό πρωτοκόλλου στο Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων για τη Διοικητική Δικαιοσύνη (ΟΣΔΔΥ-ΔΔ).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΣΥΣΤΑΣΗ - ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 3
Σύσταση - Εποπτεία - Διεύθυνση
1.Στο Υπουργείο Δικαιοσύνης συστήνεται «Υπηρεσία Δικαστικής Αστυνομίας», η οποία διαιρείται σε πολιτικό και αστυνομικό τομέα.
2.Η Υπηρεσία Δικαστικής Αστυνομίας αποτελείται από:
α) τη Διεύθυνση Δικαστικής Αστυνομίας, η οποία εδρεύει στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, υπάγεται στη Γενική Γραμματεία Δικαιοσύνης και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και διαιρείται σε Τμήμα Πολιτικού Τομέα και Τμήμα Αστυνομικού Τομέα,
β) τις περιφερειακές υπηρεσίες Δικαστικής Αστυνομίας πολιτικού τομέα που οργανώνονται σε επίπεδο τμήματος και εδρεύουν σε δικαστήριο, εισαγγελία ή γενική επιτροπεία. Οι ως άνω περιφερειακές υπηρεσίες δύνανται να εδρεύουν και σε δικαστικά μέγαρα όπου στεγάζονται περισσότερα δικαστήρια, εισαγγελίες και γενικές επιτροπείες,
γ) τις περιφερειακές υπηρεσίες Δικαστικής Αστυνομίας αστυνομικού τομέα που οργανώνονται σε επίπεδο τμήματος και εδρεύουν σε δικαστήριο, εισαγγελία ή γενική επιτροπεία. Οι ως άνω περιφερειακές υπηρεσίες δύνανται να εδρεύουν και σε δικαστικά μέγαρα όπου στεγάζονται περισσότερα δικαστήρια, εισαγγελίες και γενικές επιτροπείες.
3.Της Διεύθυνσης Δικαστικής Αστυνομίας προΐσταται συνταξιούχος ανώτατος ή ανώτερος δικαστικός λειτουργός. Γ ια την επιλογή του Διευθυντή της Δικαστικής Αστυνομίας δημοσιεύεται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, δημόσια πρόσκληση υποβολής αιτήσεων εκδήλωσης ενδιαφέροντος (υποψηφιότητας) από τους ενδιαφερόμενους. Η πρόσκληση δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναρτάται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Οι αιτήσεις υποβάλλονται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, εντός είκοσι (20) ημερών από τη δημοσίευση της πρόσκλησης, μαζί με τα δικαιολογητικά που ορίζονται σε αυτή. Κατάλογος των υποψηφίων υποβάλλεται στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, εντός δέκα (10) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας εκδήλωσης ενδιαφέροντος, με μέριμνα του Υπουργού Δικαιοσύνης. Ο Διευθυντής της Δικαστικής Αστυνομίας διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, που παρέχεται σύμφωνα με όσα προβλέπονται στον Κανονισμό της Βουλής, για θητεία τριών (3) ετών που μπορεί να ανανεωθεί άπαξ.
4.Ο εισαγγελικός λειτουργός που διευθύνει την εισαγγελία: α) προΐσταται των αντίστοιχων περιφερειακών υπηρεσιών της Δικαστικής Αστυνομίας πολιτικού και αστυνομικού τομέα, β) εποπτεύει το έργο τους και γ) δίνει τις αναγκαίες οδηγίες για την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία τους, μεριμνώντας ώστε το προσωπικό του πολιτικού και αστυνομικού τομέα να κατανέμεται με τέτοιο τρόπο για να καλύπτονται οι ανάγκες όλων των δικαστικών υπηρεσιών. Αν οι περιφερειακές υπηρεσίες της Δικαστικής Αστυνομίας πολιτικού και αστυνομικού τομέα εδρεύουν σε δικαστικό μέγαρο, όπου δεν υπάρχει εισαγγελία, τις ως άνω αρμοδιότητες ασκεί το όργανο διεύθυνσης του δικαστηρίου ή της γενικής επιτροπείας και εφόσον υπάρχουν περισσότερα όργανα διεύθυνσης, τις ως άνω αρμοδιότητες ασκεί ο αρχαιότερος από τους διευθύνοντες δικαστικούς λειτουργούς.
5.Οι προϊστάμενοι των περιφερειακών υπηρεσιών της Δικαστικής Αστυνομίας πολιτικού και αστυνομικού τομέα, ακολουθώντας τις οδηγίες του δικαστικού ή εισαγγελικού λειτουργού, που προΐσταται των υπηρεσιών αυτών κατά τα οριζόμενα στην παρ. 4: α) διευθύνουν τις αντίστοιχες υπηρεσίες, β) συντονίζουν τις εργασίες τους και γ) δίνουν τις αναγκαίες οδηγίες στο προσωπικό τους.
Άρθρο 4
Αρμοδιότητες Διεύθυνσης και περιφερειακών υπηρεσιών Δικαστικής Αστυνομίας
1.Η Διεύθυνση Δικαστικής Αστυνομίας είναι αρμόδια για τη χάραξη των γενικών κατευθύνσεων της Δικαστικής Αστυνομίας και τη διοικητική και οικονομική υποστήριξη των περιφερειακών υπηρεσιών.
2.Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Προστασίας του Πολίτη, καθορίζονται οι αρμοδιότητες των περιφερειακών υπηρεσιών της Δικαστικής Αστυνομίας, οι οποίες συνίστανται, ιδίως:
α. Για τις περιφερειακές υπηρεσίες Δικαστικής Αστυνομίας πολιτικού τομέα:
αα) στη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, προανάκρισης και ανακριτικών πράξεων, κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας ή παραγγελίας του ανακριτή,
αβ) στην παροχή επιστημονικής και τεχνικής συνδρομής στους δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς επί θεμάτων των οποίων η μελέτη και ανάλυση απαιτούν ειδικές γνώσεις. Ειδικότερα, κατόπιν σχετικών γραπτών αιτημάτων από δικαστικές ή εισαγγελικές αρχές ή προδικαστικών αποφάσεων ή διατάξεων δικαστηρίων, οι υπάλληλοι του πολιτικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας συντάσσουν γραπτές εκθέσεις επί επιστημονικών ή τεχνικών θεμάτων. Αναφορικά με τη φύση τους και την αποδεικτική τους δύναμη, οι εκθέσεις του προηγουμένου εδαφίου αποτελούν, ανάλογα με τη φύση των διαφορών, αποδεικτικά μέσα κατά την έννοια των άρθρων 178 ΚΠΔ, 339 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας [π.δ. 503/1985, (Α' 182), ΚΠολΔ] και 147 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας [ν. 2717/1999, (Α' 97),ΚΔΔ], τα οποία εκτιμώνται ελεύθερα. Οι δικαστικές και εισαγγελικές αρχές δύνανται να διατάξουν, είτε κατόπιν αιτήματος των διαδίκων είτε αυτεπάγγελτα, τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης επί των επιστημονικών ή τεχνικών θεμάτων, για τα οποία προηγήθηκε γραπτή επιστημονική ή τεχνική έκθεση της Δικαστικής Αστυνομίας. Οι εκθέσεις που συντάσσονται από υπαλλήλους του πολιτικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας είναι πλήρως αιτιολογημένες.
αγ) στην υποβοήθηση των αρμοδίων δικαστικών και εισαγγελικών αρχών στην εκτέλεση αιτημάτων δικαστικής συνδρομής.
β. Για τις περιφερειακές υπηρεσίες Δικαστικής Αστυνομίας αστυνομικού τομέα:
βα) στην επίδοση δικογράφων και διαδικαστικών εγγράφων,
ββ) στην εκτέλεση των αποφάσεων των ποινικών δικαστηρίων και
βγ) στην ευταξία των δικαστικών συνεδριάσεων και τη φύλαξη των δικαστικών καταστημάτων.
γ) Οι υπηρετούντες στις περιφερειακές υπηρεσίες παρέχουν τις υπηρεσίες τους στα δικαστήρια, τις γενικές επιτροπείες και τις εισαγγελίες.
3.Οι αρμοδιότητες των περιφερειακών υπηρεσιών της Δικαστικής Αστυνομίας της παρ. 2 δεν καταργούν τις διατάξεις, που αναθέτουν όμοιες ή αντίστοιχες αρμοδιότητες στην ΕΛ.ΑΣ. και στα λοιπά δημόσια όργανα και ρυθμίζουν τη σχέση τους με τις δικαστικές ή εισαγγελικές αρχές.
4.Οι δημόσιες αρχές και ιδίως οι φορολογικές, ελεγκτικές και λιμενικές, καθώς και οι ανεξάρτητες αρχές, συνδράμουν τα όργανα της Δικαστικής Αστυνομίας, όταν αυτό ζητείται είτε από τα ίδια είτε από τις αρμόδιες δικαστικές και εισαγγελικές Αρχές.
Ειδικά:
α) Οι ελληνικές προξενικές αρχές συνδράμουν τη Δικαστική Αστυνομία, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπουν οι εκάστοτε εφαρμοστέες διμερείς και πολυμερείς διεθνείς συμβάσεις, και
β) η ΕΛ.ΑΣ. συνδράμει επικουρικά τη Δικαστική Αστυνομία, όταν τούτο απαιτείται και μετά από αιτιολογημένο αίτημα του Διευθυντή της Δικαστικής Αστυνομίας, σύμφωνα με το άρθρο 161 του π.δ. 141/1991 (Α' 58).
5.Κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του το προσωπικό του αστυνομικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας φέρει στολή και οπλισμό.
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΔΙΟΡΙΣΜΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΣΤΕΛΕΧΩΣΗ
Άρθρο 5
Στελέχωση Δικαστικής Αστυνομίας
Η Δικαστική Αστυνομία στελεχώνεται από το προσωπικό του πολιτικού και του αστυνομικού τομέα που είναι πολιτικοί διοικητικοί υπάλληλοι του κράτους κατά την έννοια του άρθρου 2 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. [ν. 3528/2007, (Α'26)].
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΚΑΙ ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΔΙΟΡΙΣΜΟΥ
Άρθρο 6
Ιθαγένεια
1.Ως υπάλληλοι της Δικαστικής Αστυνομίας διορίζονται Έλληνες και Ελληνίδες πολίτες.
2.Οι πολίτες των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) επιτρέπεται να διορίζονται σε θέσεις οι οποίες δεν εμπίπτουν στην εξαίρεση της παρ. 4 του άρθρου 45 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στις ειδικές για αυτούς διατάξεις.
3.Ο διορισμός πολιτών κρατών που δεν είναι μέλη της Ε.Ε. επιτρέπεται στις περιπτώσεις που προβλέπονται από ειδικές διατάξεις.
Άρθρο 7
Ηλικία διορισμού
1.Ορίζεται ως κατώτατο όριο ηλικίας διορισμού το εικοστό πρώτο (21ο) έτος. Για το προσωπικό του αστυνομικού τομέα ορίζεται ανώτατο όριο ηλικίας διορισμού το τριακοστό (30ό) έτος. Ως ημέρα γέννησης θεωρείται η 1η Ιανουαρίου του έτους γέννησης.
2.Η ηλικία αποδεικνύεται από το δελτίο της αστυνομικής ταυτότητας και, σε περίπτωση αμφισβήτησης, από τη ληξιαρχική πράξη γέννησης που έχει συνταχθεί μέσα σε ενενήντα (90) ημέρες από τη γέννηση. Αν δεν υπάρχει τέτοια πράξη, η ηλικία αποδεικνύεται από τα μητρώα αρρένων για τους άνδρες και από το γενικό μητρώο δημοτών (δημοτολόγιο) για τις γυναίκες. Εάν υπάρχουν περισσότερες εγγραφές στο οικείο μητρώο, επικρατεί η χρονικά πρώτη. Βεβαίωση της ηλικίας ή διόρθωση της εγγραφής με άλλον τρόπο δεν λαμβάνεται υπόψη.
Άρθρο 8
Εκπλήρωση στρατιωτικών υποχρεώσεων
1.Δεν διορίζονται υπάλληλοι της Δικαστικής Αστυνομίας όσοι δεν έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις και δεν έχουν απαλλαγεί νόμιμα από αυτές.
2.Ειδικότερα, δεν διορίζονται υπάλληλοι του πολιτικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας όσοι έχουν αναγνωρισθεί ως αντιρρησίες συνείδησης και δεν έχουν εκπληρώσει, σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις της στρατολογικής νομοθεσίας, άοπλη θητεία ή εναλλακτική πολιτική κοινωνική υπηρεσία.
3.Δεν διορίζονται υπάλληλοι του Αστυνομικού Τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας όσοι δεν έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις.
Άρθρο 9
Υγεία
Υπάλληλοι της Δικαστικής Αστυνομίας διορίζονται όσοι έχουν την υγεία που τους επιτρέπει να εκτελούν τα καθήκοντα της αντίστοιχης θέσης. Η έλλειψη φυσικών σωματικών δεξιοτήτων δεν εμποδίζει τον διορισμό, εφόσον ο υπάλληλος, με την κατάλληλη τεχνική υποστήριξη, μπορεί να ασκεί τα καθήκοντα της αντίστοιχης θέσης. Ειδικές διατάξεις για τον διορισμό ατόμων με αναπηρία δεν θίγονται.
Άρθρο 10
Σωματικά προσόντα - Ύψος
Το προσωπικό του αστυνομικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας πρέπει να έχει ανάστημα, το οποίο είναι τουλάχιστον ένα μέτρο και εβδομήντα εκατοστά (1,70 μ.) για τους άνδρες και τουλάχιστον ένα μέτρο και εξήντα εκατοστά (1,60 μ.) για τις γυναίκες, χωρίς υποδήματα.
Άρθρο 11
Ποινική καταδίκη και υποδικία
1.Δεν διορίζονται υπάλληλοι της Δικαστικής Αστυνομίας:
α) Όσοι καταδικάστηκαν αμετάκλητα για κακούργημα, καθώς και σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, χρήση πλαστού εγγράφου, απιστία δικηγόρου, δωροληψία, δωροδοκία, παράνομη βεβαίωση ή είσπραξη δικαιωμάτων του Δημοσίου, απιστία κατά του νομικού προσώπου του Ελληνικού Δημοσίου, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, ή των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, παράβαση καθήκοντος, καθώς και για οποιοδήποτε έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής.
β) Όσοι καταδικάστηκαν αμετάκλητα σε ποινή στερητική της ελευθερίας, διάρκειας μεγαλύτερης από ένα (1) έτος, για έγκλημα που έχει τελεστεί με δόλο.
2.Όσοι έχουν παραπεμφθεί με τελεσίδικο βούλευμα ή με απευθείας κλήση για κακούργημα ή για πλημμέλημα της περ. α) της παρ. 1 μπορούν να λαμβάνουν μέρος στις διαδικασίες επιλογής, αλλά δεν διορίζονται υπάλληλοι Δικαστικής Αστυνομίας, εάν κατά τον χρόνο διορισμού δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη αθωωτική απόφαση ή αμετάκλητο αθωωτικό βούλευμα ή αμετάκλητο βούλευμα ή απόφαση που παύει οριστικά την ποινική δίωξη λόγω παραγραφής.
3.Η ανικανότητα προς διορισμό αίρεται μόνο με την έκδοση διατάγματος κατά την παρ. 1 του άρθρου 47 του Συντάγματος, με το οποίο αίρονται οι συνέπειες της ποινής.
Άρθρο 12
Δικαστική συμπαράσταση
Δεν διορίζονται υπάλληλοι της Δικαστικής Αστυνομίας όσοι τελούν υπό καθεστώς πλήρους ή μερικής στερητικής ή επικουρικής δικαστικής συμπαράστασης ή συνδυασμού τους, για όσο χρόνο ισχύει η δικαστική απόφαση για τον συμπαραστατούμενο.
Άρθρο 13
Απόλυση από άλλη θέση για πειθαρχικούς λόγους
Δεν διορίζονται υπάλληλοι της Δικαστικής Αστυνομίας όσοι απολύθηκαν από θέσεις του Δημοσίου ή Ο.Τ.Α. ή άλλου νομικού προσώπου του δημόσιου τομέα, όπως ορίζεται στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α' 143) λόγω επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης ή λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας για σπουδαίο λόγο που ανάγεται σε υπαιτιότητά τους. Για τη διαπίστωση της μη συνδρομής του ανωτέρω κωλύματος διορισμού υποβάλλεται υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 (Α' 75) από τον ενδιαφερόμενο, το αληθές περιεχόμενο της οποίας ελέγχεται αυτεπαγγέλτως από την αρμόδια υπηρεσία διορισμού με βάση τα στοιχεία που τηρούνται στο Μητρώο Ανθρώπινου Δυναμικού του Ελληνικού Δημοσίου της περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3845/2010 (Α' 65).
Άρθρο 14
Χρόνος συνδρομής προϋποθέσεων διορισμού
Οι υποψήφιοι υπάλληλοι της Δικαστικής Αστυνομίας έχουν τα προσόντα και δεν καταλαμβάνονται από τα κωλύματα διορισμού τόσο κατά τον χρόνο λήξης της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων όσο και κατά τον χρόνο του διορισμού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 15
Πλήρωση θέσεων
Ο προγραμματισμός για την πλήρωση κενών θέσεων υπαλλήλων της Δικαστικής Αστυνομίας γίνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4622/2019 (Α' 133), σε ετήσια βάση. Προς τον σκοπό αυτόν, το Υπουργείο Δικαιοσύνης υποβάλλει πρόταση μέχρι την 30ή Ιουνίου κάθε έτους, μετά από γνώμη των Προέδρων των ανώτατων δικαστηρίων, του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και του Διευθυντή της Δικαστικής Αστυνομίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
ΟΡΓΑΝΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ - ΒΑΘΜΟΙ - ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ
Άρθρο 16
Σύσταση οργανικών θέσεων
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Εσωτερικών, Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη, συστήνονται ή καταργούνται οργανικές θέσεις Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), Τεχνικής Εκπαίδευσης (ΤΕ) και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ) για τη στελέχωση του πολιτικού και αστυνομικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας.
Άρθρο 17
Βαθμοί υπαλλήλων πολιτικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας
1.Οι θέσεις του προσωπικού του πολιτικού τομέα κατατάσσονται σε τέσσερις (4) βαθμούς, ως ακολούθως:
α) Βαθμός Α;
β) Βαθμός Β,
γ) Βαθμός Γ',
δ) Βαθμός Δ'.
Ο κατώτερος βαθμός είναι ο Δ' και ανώτερος ο Α'.
2.Εισαγωγικός βαθμός είναι ο βαθμός Δ'. Ειδικά, για τους κατόχους μεταπτυχιακού και διδακτορικού τίτλου σπουδών συναφούς με την ειδικότητα, εισαγωγικός βαθμός είναι ο Γ', στον οποίο κατατάσσονται με διαπιστωτική πράξη του Διευθυντή της Δικαστικής Αστυνομίας. Η παραμονή στον κατά περίπτωση εισαγωγικό βαθμό διαρκεί υποχρεωτικά τρία (3) τουλάχιστον συναπτά έτη, ανεξαρτήτως των τυπικών προσόντων που αποκτά ο υπάλληλος στο ενδιάμεσο διάστημα.
3.Οι θέσεις όλων των βαθμών είναι σε κάθε κατηγορία, οργανικά ενιαίες. Το προβάδισμα μεταξύ των υπαλλήλων
καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 97 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. [ν. 3528/2007 (A'26)].
Άρθρο 18
Βαθμοί υπαλλήλων αστυνομικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας
1.Οι βαθμοί του προσωπικού του αστυνομικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας καθορίζονται ιεραρχικά, ως εξής:
α) Αστυνόμος Δικαστικής Αστυνομίας
β) Αρχιφύλακας Δικαστικής Αστυνομίας
γ) Υπαρχιφύλακας Δικαστικής Αστυνομίας
δ) Φρουρός Δικαστικής Αστυνομίας.
2.Αξιωματικοί της Δικαστικής Αστυνομίας είναι οι Αστυνόμοι Δικαστικής Αστυνομίας. Οι Αστυνόμοι Δικαστικής Αστυνομίας ασκούν, κυρίως, καθήκοντα Προϊσταμένου του Αστυνομικού Τμήματος της Διεύθυνσης Δικαστικής Αστυνομίας, καθώς και Προϊσταμένου περιφερειακής υπηρεσίας Δικαστικής Αστυνομίας αστυνομικού τομέα.
3.Εισαγωγικός βαθμός του Αστυνομικού Τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας είναι ο Φρουρός Δικαστικής Αστυνομίας και καταληκτικός βαθμός είναι ο βαθμός του Αστυνόμου Δικαστικής Αστυνομίας. Για τους υπαλλήλους της κατηγορίας ΠΕ και ΤΕ εισαγωγικός βαθμός είναι αυτός του Υπαρχιφύλακα Δικαστικής Αστυνομίας. Γ ια κατόχους μεταπτυχιακού και διδακτορικού τίτλου, εισαγωγικός βαθμός είναι αυτός του Αρχιφύλακα Δικαστικής Αστυνομίας, στον οποίο κατατάσσονται με διαπιστωτική πράξη του Διευθυντή της Δικαστικής Αστυνομίας. Η παραμονή στον κατά περίπτωση εισαγωγικό βαθμό διαρκεί υποχρεωτικά τρία (3) τουλάχιστον συναπτά έτη, ανεξαρτήτως των τυπικών προσόντων που αποκτά ο υπάλληλος στο ενδιάμεσο διάστημα.
Άρθρο 19
Θέσεις ανά κατηγορία - Τυπικά προσόντα
1.Θέσεις της κατηγορίας ΔΕ είναι εκείνες, για τις οποίες ως τυπικό προσόν διορισμού ορίζεται απολυτήριος τίτλος ή πτυχίο σχολής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ή άλλου ισότιμου σχολείου, σύμφωνα με το άρθρο 17 του π.δ. 50/2001 (A' 39).
2.Θέσεις της κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ είναι εκείνες για τις οποίες ως τυπικό προσόν διορισμού ορίζεται το πτυχίο ή δίπλωμα τμήματος ή σχολής του πανεπιστημιακού τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής, σύμφωνα με το άρθρο 3 του π.δ. 50/2001.
3.Θέσεις κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ καλύπτονται, επίσης: α) από κατόχους πτυχίων ή διπλωμάτων ανώτατης εκπαίδευσης που έχουν αποκτηθεί σε άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε., στους οποίους έχει χορηγηθεί πράξη αναγνώρισης επαγγελματικής ισοτιμίας από το Συμβούλιο Αναγνώρισης Επαγγελματικής Ισοτιμίας Τίτλων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης του άρθρου 10 του π.δ. 165/2000 (Α' 149), β) κατόχους απόφασης αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων ανώτατης ή μεταδευτεροβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από το Συμβούλιο Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων (Σ.Α.Ε.Π.) του άρθρου 55 του π.δ. 38/2010 (Α' 78), γ) κατόχους απόφασης αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλων τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης από το Σ.Α.Ε.Π. ή το Αυτοτελές Τμήμα Εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας, βάσει της παρ. 2 του άρθρου 1 του π.δ. 38/2010, δ) κατόχους τίτλων μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που έχουν αποκτηθεί σε άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε., στους οποίους έχει αναγνωρισθεί το δικαίωμα άσκησης νομοθετικά κατοχυρωμένου επαγγέλματος, σύμφωνα με σχετική απόφαση αναγνώρισης επαγγελματικής εκπαίδευσης που χορηγείται από το Συμβούλιο Επαγγελματικής Αναγνώρισης Τίτλων Εκπαίδευσης και Κατάρτισης του άρθρου 13 του π.δ. 231/1998 (Α' 178), ε) κατόχους διπλωμάτων, πιστοποιητικών και άλλων τίτλων που έχουν αποκτηθεί σε άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε., στους οποίους έχει χορηγηθεί, βάσει του συστήματος αυτόματης αναγνώρισης διπλωμάτων, άδεια άσκησης επαγγέλματος από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, σύμφωνα με τα π.δ. 40/1986 (Α' 14), 84/1986 (Α' 31), 97/1986 (Α' 35), 98/1986 (Α' 35), 53/2004 (Α'43), 40/2006 (Α' 43) και την υπό στοιχεία Α4/5226/1987 (Β' 613) κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
4.Ως πρόσθετο τυπικό προσόν διορισμού απαιτείται η γνώση χειρισμού ηλεκτρονικών υπολογιστών στα αντικείμενα: α) επεξεργασίας κειμένων, β) υπολογιστικών φύλλων, και γ) υπηρεσιών διαδικτύου, σύμφωνα με το άρθρο 27 του π.δ. 50/2001.
5.Ειδικώς για την κατηγορία ΠΕ ή ΤΕ απαιτείται ως πρόσθετο τυπικό προσόν η πολύ καλή γνώση της αγγλικής, γαλλικής, γερμανικής, ισπανικής ή ιταλικής γλώσσας και για την κατηγορία ΔΕ η καλή γνώση μίας από τις παραπάνω γλώσσες.
6.Γ ια την απόδειξη της απαιτούμενης στις παρ. 4 και 5 γνώσης χειρισμού ηλεκτρονικών υπολογιστών και ξένων γλωσσών εφαρμόζονται η παρ. 6 του άρθρου 26 και το άρθρο 28 του π.δ. 50/2001.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ
Άρθρο 20
Προκήρυξη του διαγωνισμού
1.Στην προκήρυξη ορίζονται: α) ο αριθμός των προς πλήρωση οργανικών θέσεων για την Διεύθυνση του Υπουργείου Δικαιοσύνης ή ανά περιφερειακή υπηρεσία, β) ο συνολικός αριθμός των εισακτέων ανά τομέα, γ) ο τόπος και ο χρόνος έναρξης του διαγωνισμού, δ) η προθεσμία και ο τρόπος υποβολής των αιτήσεων συμμετοχής, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών από τη δημοσίευση της προκήρυξης, καθώς και ε) ο κατάλογος των δικαιολογητικών που συνυποβάλλονται με την αίτηση συμμετοχής.
Οι προκηρύξεις εγκρίνονται από την Ολομέλεια του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού, κατά την έννοια του άρθρου 45 του ν. 4765/2021 (Α' 6).
2.Με αποφάσεις της επιτροπής της περ. α) του άρθρου 22, καθορίζονται το πρόγραμμα, η διαδικασία, τα εξεταστικά κέντρα διεξαγωγής του διαγωνισμού, ο ορισμός επιτηρητών, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια, η οποία αναφέρεται στους υποψηφίους, τους όρους και τον τρόπο διεξαγωγής του διαγωνισμού. Η ημερομηνία διεξαγωγής του διαγωνισμού δεν απέχει λιγότερο από τέσσερις (4) μήνες από τη δημοσίευση της προκήρυξης.
3.Οι αποφάσεις των επιτροπών του άρθρου 22 αναρτώνται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης και δημοσιοποιούνται και με οποιονδήποτε άλλον πρόσφορο τρόπο.
Άρθρο 21
Αιτήσεις συμμετοχής - Έλεγχος δικαιολογητικών
1.Ο υποψήφιος υποβάλλει την αίτηση συμμετοχής του στον διαγωνισμό στη γραμματεία οποιουδήποτε δικαστηρίου της χώρας, επισυνάπτοντας σε αυτή τα δικαιολογητικά, τα οποία αποδεικνύουν τη συνδρομή των προσόντων και την έλλειψη κωλυμάτων.
2.Οι γραμματείες των δικαστηρίων αποστέλλουν αμελλητί τις αιτήσεις συμμετοχής με τα επισυναπτόμενα δικαιολογητικά στην επιτροπή της περ. α) του άρθρου 22. Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Προσωπικού του Υπουργείου Δικαιοσύνης ορίζει τους υπαλλήλους του Υπουργείου Δικαιοσύνης που επικουρούν την ως άνω επιτροπή κατά τη διενέργεια του διαγωνισμού. Η επιτροπή, που επικουρείται από τους ως άνω υπαλλήλους, ελέγχει την πληρότητα των δικαιολογητικών των υποψηφίων, προβαίνει σε αναστημομέτρηση όπου απαιτείται και καταρτίζει για κάθε κατεύθυνση πίνακες τόσο των υποψηφίων που συμμετέχουν στο διαγωνισμό όσο και εκείνων που αποκλείονται. Οι πίνακες αναρτώνται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και στην ιστοσελίδα αυτού.
3.Σε περίπτωση διαπίστωσης έλλειψης φυσικών και σωματικών δεξιοτήτων του υποψηφίου που δεν τον καθιστούν ακατάλληλο για την άσκηση των καθηκόντων του, λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα για τη διευκόλυνση της συμμετοχής του στον εισαγωγικό διαγωνισμό. Στα μέτρα διευκόλυνσης περιλαμβάνεται και η χορήγηση παράτασης για την ολοκλήρωση της εξέτασης. Η παράταση αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα δεύτερο (1/2) του προβλεπόμενου χρόνου για την ολοκλήρωση της εξέτασης.
Άρθρο 22
Επιτροπές του διαγωνισμού
Για τη διεξαγωγή του διαγωνισμού συγκροτούνται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης οι ακόλουθες επιτροπές:
α) Εννεαμελής επιτροπή, η οποία αποτελείται από έναν (1) Σύμβουλο της Επικρατείας, έναν (1) Αρεοπαγίτη, έναν (1) Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, έναν (1) Σύμβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, έναν (1) Αντεπίτροπο της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, που ορίζονται σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου 17 και το άρθρο 18 του ν. 4938/2022 (Α'109), έναν (1) δικηγόρο δεκαπενταετούς τουλάχιστον υπηρεσίας που ορίζεται από την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος του άρθρου 133 του ν. 4194/2013 (Α' 208), έναν (1) Ταξίαρχο της ΕΛ.ΑΣ., που ορίζεται από τον αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ., έναν (1) εκπρόσωπο του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Κ.Δ.Δ.Α.) που προτείνεται από τον πρόεδρό του και έναν (1) εκπρόσωπο του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π.), που προτείνεται από τον πρόεδρό του με τους νόμιμους αναπληρωτές τους. Στην επιτροπή προεδρεύει ο αρχαιότερος δικαστικός λειτουργός. Στην απόφαση συγκρότησης ορίζονται επίσης ο γραμματέας της επιτροπής και ο αναπληρωτής του. Χρέη γραμματέα εκτελεί υπάλληλος της Διεύθυνσης Δικαστικής Αστυνομίας. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος, χρέη γραμματέα της Επιτροπής εκτελεί υπάλληλος άλλης υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης με βαθμό Α' ή Β'.
β) Τριμελείς επιτροπές για τη διενέργεια των γραπτών εξετάσεων για τον πολιτικό και τον αστυνομικό τομέα. Οι τριμελείς επιτροπές που είναι αρμόδιες για τη διενέργεια των γραπτών εξετάσεων του πολιτικού τομέα αποτελούνται από έναν (1) πάρεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, έναν (1) εφέτη πολιτικών δικαστηρίων και ένα μέλος Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.) Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (Α.Ε.Ι.) γνωστικού αντικειμένου αντιστοίχου με το προς εξέταση αντικείμενο. Τα μέλη που έχουν την ιδιότητα μέλους Δ.Ε.Π. ορίζονται ύστερα από κλήρωση που διενεργείται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης μεταξύ όλων των μελών Δ.Ε.Π. των Α.Ε.Ι. της χώρας, των οποίων το γνωστικό αντικείμενο είναι σχετικό με τα εξεταζόμενα μαθήματα. Στην επιτροπή προεδρεύει ο αρχαιότερος δικαστικός λειτουργός. Η τριμελής επιτροπή που είναι αρμόδια για να διενεργήσει τις γραπτές εξετάσεις για τον αστυνομικό τομέα αποτελείται από έναν (1) αντεισαγγελέα εφετών, έναν (1) εφέτη διοικητικών δικαστηρίων και έναν (1) Αστυνομικό Διευθυντή ή Αστυνομικό Υποδιευθυντή ή Αστυνόμο Α' της ΕΛ.ΑΣ.. Στην απόφαση συγκρότησης ορίζονται επίσης ο γραμματέας της επιτροπής και ο αναπληρωτής του. Χρέη γραμματέα εκτελεί υπάλληλος της Διεύθυνσης Δικαστικής Αστυνομίας ή άλλης υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης με βαθμό Α' ή Β'. Τα μέλη δικαστικοί λειτουργοί και ο εκπρόσωπος της ΕΛ.ΑΣ. με τους νόμιμους αναπληρωτές τους ορίζονται σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην περ. α'.
γ) Τριμελής επιτροπή, η οποία αποτελείται από έναν (1) παθολόγο ή γενικό ιατρό διευθυντή κλινικής κρατικού ή πανεπιστημιακού νοσοκομείου, έναν (1) ψυχίατρο διευθυντή κλινικής κρατικού ή πανεπιστημιακού νοσοκομείου και έναν (1) ψυχολόγο αξιωματικό ειδικών καθηκόντων της ΕΛ.ΑΣ. για να υποβάλουν όλους τους υποψηφίους σε ψυχοτεχνική και υγειονομική εξέταση. Στην επιτροπή προεδρεύει ο παθολόγος ή ο γενικός ιατρός. Στην απόφαση συγκρότησης ορίζονται επίσης ο γραμματέας της επιτροπής και ο αναπληρωτής του. Χρέη γραμματέα εκτελεί υπάλληλος της Διεύθυνσης Δικαστικής Αστυνομίας ή άλλης υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης με βαθμό Α' ή Β.
δ) Τριμελής επιτροπή, η οποία αποτελείται από έναν (1) Αστυνομικό Διευθυντή ή Αστυνομικό Υποδιευθυντή ή Αστυνόμο Α' της ΕΛ.ΑΣ. ως Πρόεδρο και δύο (2) Αστυνόμους Α' ή Αστυνόμους Β' ή Υπαστυνόμους Α' της ΕΛ.ΑΣ. ως μέλη, με τους νόμιμους αναπληρωτές τους που ορίζονται από τον αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ., για να υποβάλουν τους υποψηφίους του αστυνομικού τομέα στις αναγκαίες αθλητικές δοκιμασίες. Στην απόφαση συγκρότησης ορίζονται επίσης ο γραμματέας της επιτροπής και ο αναπληρωτής του. Χρέη γραμματέα εκτελεί υπάλληλος της Διεύθυνσης Δικαστικής Αστυνομίας ή άλλης υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης με βαθμό Α' ή Β'.
Άρθρο 23
Διεξαγωγή του διαγωνισμού
1.Ο διαγωνισμός περιλαμβάνει δύο (2) στάδια: Α) τις προκαταρκτικές δοκιμασίες, Β) τη γραπτή και προφορική εξέταση.
Α) Το στάδιο των προκαταρκτικών δοκιμασιών περιλαμβάνει:
α) Ψυχοτεχνική και υγειονομική εξέταση.
αα) Οι υποψήφιοι υποβάλλονται από την επιτροπή της περ. γ) του άρθρου 22 σε γενικό ιατρικό και ψυχομετρικό έλεγχο. Ειδικώς, ο γενικός ιατρικός έλεγχος των υποψηφίων του αστυνομικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας διενεργείται σύμφωνα με το π.δ. 584/1985 (Α' 204) που διέπει την υγειονομική υπηρεσία της ΕΛ.ΑΣ. και τα άρθρα 1 έως 5 του π.δ. 11/2014 (Α' 17). Ο ψυχομετρικός έλεγχος περιλαμβάνει ψυχοτεχνικές δοκιμασίες (τεστ προσωπικότητας) και συνέντευξη. Με τις εξετάσεις αυτές ερευνώνται κυρίως η κρίση, η προσαρμοστικότητα στις μεταβαλλόμενες καταστάσεις και απαιτήσεις, η αυτοκυριαρχία, η συναισθηματική σταθερότητα, η σκέψη, η αντίληψη και η εν γένει προσωπικότητα του υποψήφιου. Το ακριβές περιεχόμενο της ψυχοτεχνικής και υγειονομικής εξέτασης καθορίζεται με απόφαση της επιτροπής της περ. γ) του άρθρου 22, η οποία εγκρίνεται με απόφαση της επιτροπής της περ. α) του ίδιου άρθρου και δημοσιεύεται κατά τα οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 20 σε ημερομηνία που δεν απέχει λιγότερο από ένα (1) μήνα από την ημέρα διενέργειας του διαγωνισμού.
αβ) Όσοι υποψήφιοι του πολιτικού τομέα κριθούν ικανοί στην ψυχοτεχνική και υγειονομική εξέταση, συνεχίζουν στο στάδιο της γραπτής και προφορικής εξέτασης. Οι υπόλοιποι αποκλείονται από τον διαγωνισμό.
αγ) Όσοι υποψήφιοι του αστυνομικού τομέα κριθούν ικανοί στην ψυχοτεχνική και υγειονομική εξέταση, συνεχίζουν στο στάδιο της αθλητικής δοκιμασίας. Οι υπόλοιποι αποκλείονται από τον διαγωνισμό.
β) Αθλητική δοκιμασία.
βα) Η επιτροπή της περ. δ) του άρθρου 22 προβαίνει, πριν από την έναρξη των αθλητικών δοκιμασιών, σε εκ νέου αναστημομέτρηση των υποψηφίων και όσοι υποψήφιοι δεν έχουν το προβλεπόμενο ανάστημα κρίνονται αμετάκλητα μη ικανοί.
ββ) Η επιτροπή της περ. δ) του άρθρου 22 ελέγχει την αθλητική επίδοση των λοιπών υποψηφίων στα εξής αγωνίσματα:
i.Δρόμος 100 μ.
ii.Δρόμος 1000 μ.
iii.Άλμα εις ύψος με φόρα.
iv.Άλμα εις μήκος με φόρα.
ν. Ρίψη σφαίρας.
βγ) Το ακριβές περιεχόμενο της αθλητικής δοκιμασίας καθορίζεται με απόφαση της επιτροπής της περ. δ) του άρθρου 22, η οποία εγκρίνεται με απόφαση της επιτροπής της περ. α) του ίδιου άρθρου και δημοσιεύεται κατά τα οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 20 σε ημερομηνία που δεν απέχει λιγότερο από ένα (1) μήνα από την ημέρα διενέργειας του διαγωνισμού.
βδ) Όσοι υποψήφιοι του αστυνομικού τομέα κριθούν ικανοί στην αθλητική δοκιμασία, συνεχίζουν στο στάδιο της γραπτής και προφορικής εξέτασης. Οι υπόλοιποι αποκλείονται από τον διαγωνισμό.
Β) Το στάδιο της γραπτής και προφορικής εξέτασης περιλαμβάνει: α) Γραπτή εξέταση
αα) Στο στάδιο της γραπτής εξέτασης οι υποψήφιοι υποβάλλονται ανά τομέα (πολιτικό - αστυνομικό), κλάδο και ειδικότητα σε δύο (2) γραπτές δοκιμασίες, η καθεμία από τις οποίες διαρκεί τρεις (3) ώρες. Η πρώτη έχει τη μορφή ερωτήσεων πολλαπλών επιλογών κατανόησης κειμένου ή αποφάσεων ή γνώσεων ή συνδυασμού των ανωτέρω, ή πρακτικών θεμάτων και η δεύτερη συνίσταται στη σύνταξη ενός δοκιμίου γενικής παιδείας.
αβ) Το ακριβές περιεχόμενο της γραπτής εξέτασης καθορίζεται με απόφαση της οικείας Επιτροπής της περ. β) του άρθρου 22, η οποία εγκρίνεται με απόφαση της επιτροπής της περ. α) του άρθρου 22 και δημοσιεύεται κατά τα οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 20 σε ημερομηνία που δεν απέχει λιγότερο από τρεις (3) μήνες από την ημέρα διενέργειας του διαγωνισμού.
αγ) Οι ενδείξεις των ατομικών στοιχείων των διαγωνιζομένων στα γραπτά δοκίμια καλύπτονται με αδιαφανές χαρτί, το οποίο αφαιρείται ενώπιον της εξεταστικής επιτροπής μετά από την ολοκλήρωση της βαθμολόγησης σε κάθε στάδιο.
αδ) Επιτυχόντες κατά το στάδιο αυτό είναι όσοι βαθμολογήθηκαν με πενήντα (50) και άνω στις εκατό (100) μονάδες σε καθεμία από τις δύο (2) δοκιμασίες, εκτός εάν ο αριθμός τους υπερβαίνει το τριπλάσιο του αριθμού των θέσεων που προκηρύχθηκαν. Στην περίπτωση αυτή, επιτυχόντες θεωρούνται όσοι καταλαμβάνουν στη σειρά κατάταξης θέση εντός του αριθμού αυτού. Οι επιτυχόντες συνεχίζουν στο στάδιο της προφορικής εξέτασης. Οι υπόλοιποι αποκλείονται από τον διαγωνισμό. β) Προφορική εξέταση
βα) Στο στάδιο αυτό οι επιτυχόντες υποβάλλονται ανά τομέα (πολιτικό - αστυνομικό), κλάδο και ειδικότητα σε προφορική συνέντευξη από την επταμελή επιτροπή της περ. α) του άρθρου 22.
ββ) Το ακριβές περιεχόμενο της προφορικής εξέτασης καθορίζεται με απόφαση της επιτροπής της περ. α) του άρθρου 22 και δημοσιεύεται κατά τα οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 20 σε ημερομηνία που δεν απέχει περισσότερο από τρεις (3) μήνες από την ημέρα διενέργειας του διαγωνισμού.
Άρθρο 24
Βαθμολόγηση υποψηφίων στη γραπτή και προφορική εξέταση
1.Η βαθμολόγηση των γραπτών δοκιμίων γίνεται για καθεμία από τις δοκιμασίες από δύο (2) βαθμολογητές, μέλη της οικείας επιτροπής. Η βαθμολογική κλίμακα για κάθε δοκιμασία εκτείνεται από το μηδέν (0) έως και το εκατό (100).
2.Η βαθμολόγηση της προφορικής συνέντευξης γίνεται από κάθε τακτικό μέλος της επιτροπής χωριστά, με κλίμακα που εκτείνεται από το μηδέν (0) έως και το εκατό (100). Εάν τακτικό μέλος κωλύεται, η εξέταση και βαθμολόγηση γίνονται από το μέλος που έχει ορισθεί ως αναπληρωματικό αυτού.
3.Η τελική βαθμολογία κάθε υποψηφίου προκύπτει από το άθροισμα της βαθμολογίας που έλαβε: α) από τον μέσο όρο που έλαβε στις γραπτές δοκιμασίες, πολλαπλασιαζόμενο με τον συντελεστή δύο (2) και β) από τον μέσο όρο του βαθμού που έλαβε από κάθε μέλος της επιτροπής κατά την προφορική συνέντευξη με συντελεστή μηδέν κόμμα πέντε δέκατα (0,5).
4.Ο πίνακας οριστικών αποτελεσμάτων κυρώνεται από την επιτροπή της περ. α) του άρθρου 22, αποστέλλεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, αναρτάται στην ιστοσελίδα του και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'
ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ
Άρθρο 25
Υποχρέωση διορισμού
1.Εντός τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του πίνακα οριστικών αποτελεσμάτων της παρ. 4 του άρθρου 24, οι επιτυχόντες υποβάλλουν στη Διεύθυνση Δικαστικής Αστυνομίας δήλωση με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για τον διορισμό τους, καθώς και με τις προτιμήσεις τους για τις περιφερειακές υπηρεσίες στις οποίες επιθυμούν να διοριστούν, αν ο διαγωνισμός αφορούσε στη στελέχωση περισσοτέρων περιφερειακών υπηρεσιών του ίδιου τομέα.
2.Η Διεύθυνση Δικαστικής Αστυνομίας ελέγχει τα δικαιολογητικά και με βάση τη σειρά επιτυχίας στον διαγωνισμό και τις προτιμήσεις των επιτυχόντων καταρτίζει, το αργότερο εντός δύο (2) μηνών, κατάλογο βάσει του οποίου γίνονται ο διορισμός και η τοποθέτησή τους στη Διεύθυνση Δικαστικής Αστυνομίας ή στους οικείους τομείς των περιφερειακών υπηρεσιών της Δικαστικής Αστυνομίας.
3.Οι επιτυχόντες διορίζονται ως δόκιμοι υπάλληλοι Δικαστικής Αστυνομίας σύμφωνα με το άρθρο 32.
Άρθρο 26
Πράξη διορισμού
Οι υπάλληλοι της Δικαστικής Αστυνομίας διορίζονται με απόφαση του Διευθυντή Δικαστικής Αστυνομίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, η οποία δημοσιεύεται, σε περίληψη, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με την ίδια απόφαση ο διοριζόμενος τοποθετείται στη Διεύθυνση Δικαστικής Αστυνομίας ή σε περιφερειακή της υπηρεσία.
Άρθρο 27
Κοινοποίηση της πράξης διορισμού
1.Η πράξη διορισμού κοινοποιείται στον διοριζόμενο το αργότερο εντός τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της περίληψής της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
2.Η κοινοποίηση γίνεται με έγγραφο του Διευθυντή Δικαστικής Αστυνομίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, στο οποίο αναγράφεται ο αριθμός του Φύλλου της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως όπου δημοσιεύθηκε η περίληψη της πράξης διορισμού και το οποίο επιδίδεται με απόδειξη στην κατοικία του διοριζομένου είτε στον ίδιο είτε σε πρόσωπο που συνοικεί με αυτόν. Με το έγγραφο αυτό τάσσεται προθεσμία από δέκα (10) έως τριάντα (30) ημέρες για ορκωμοσία του διοριζομένου και ανάληψη υπηρεσίας. Αν δεν καθορίζεται τέτοια προθεσμία, θεωρείται ότι έχει ταχθεί προθεσμία τριάντα (30) ημερών. Η προθεσμία μπορεί να παραταθεί έως τρεις (3) μήνες ακόμη, μόνο μία (1) φορά, για εξαιρετικούς λόγους.
3.Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία της παρ. 1, η πράξη διορισμού θεωρείται ότι έχει κοινοποιηθεί την τριακοστή (30ή) ημέρα από τη δημοσίευση και από την επομένη αρχίζει η τριακονθήμερη προθεσμία για ορκωμοσία του διοριζομένου και ανάληψη υπηρεσίας.
4.Η μη εμπρόθεσμη προσέλευση του διοριζομένου για ορκωμοσία και ανάληψη υπηρεσίας θεωρείται μη αποδοχή του διορισμού.
Άρθρο 28
Κατάρτιση υπαλληλικής σχέσης
Η υπαλληλική σχέση καταρτίζεται με τον διορισμό και την αποδοχή του. Η αποδοχή δηλώνεται με την ορκωμοσία.
Άρθρο 29
Ορκωμοσία - Ανάληψη υπηρεσίας
1.Οι υπάλληλοι της Διεύθυνσης της Δικαστικής Αστυνομίας ορκίζονται ενώπιον του Πρωτοδικείου Αθηνών. Οι υπάλληλοι των περιφερειακών υπηρεσιών της Δικαστικής Αστυνομίας ορκίζονται ενώπιον του δικαστηρίου στο οποίο διορίζονται. Οι υπάλληλοι των περιφερειακών υπηρεσιών της Δικαστικής Αστυνομίας που υπηρετούν στη Γενική Επιτροπεία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ορκίζονται ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Οι υπάλληλοι της Δικαστικής Αστυνομίας που υπηρετούν στη Γενική Επιτροπεία των τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, ορκίζονται ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Οι υπάλληλοι των περιφερειακών υπηρεσιών της Δικαστικής Αστυνομίας που εδρεύουν σε δικαστικό μέγαρο, ορκίζονται σε δημόσια συνεδρίαση ενός εκ των δικαστηρίων που στεγάζονται σε αυτό. Οι υπάλληλοι ορκίζονται σε δημόσια συνεδρίαση.
2.Ο όρκος των ημεδαπών έχει ως εξής: «Ορκίζομαι ότι θα φυλάττω πίστη στην πατρίδα, υπακοή στο Σύνταγμα και τους νόμους και ότι θα εκπληρώνω τα καθήκοντά μου τίμια και ευσυνείδητα». Ο όρκος των αλλοδαπών έχει ως εξής: «Ορκίζομαι ότι θα φυλάττω πίστη στην Ελλάδα, υπακοή στο Σύνταγμα και τους νόμους της και ότι θα εκπληρώνω τα καθήκοντά μου τίμια και ευσυνείδητα».
3.Η ορκωμοσία βεβαιώνεται με πρακτικό. Η ανάληψη υπηρεσίας πιστοποιείται με έκθεση που συντάσσει o γραμματέας του δικαστηρίου ή της εισαγγελίας ή ο προϊστάμενος της υπηρεσίας στην οποία τοποθετείται ο υπάλληλος της Δικαστικής Αστυνομίας. Η έκθεση φέρει αριθμό πρωτοκόλλου της ημερομηνίας ανάληψης καθηκόντων.
4.Αφετηρία υπολογισμού του χρόνου υπηρεσίας των υπαλλήλων αποτελεί η ημερομηνία δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της περίληψης της πράξης διορισμού, με την προϋπόθεση ότι η ανάληψη υπηρεσίας γίνεται μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την κοινοποίηση της πράξης διορισμού, αλλιώς η ημερομηνία ανάληψης υπηρεσίας.
Άρθρο 30
Ανάκληση διορισμού
1.Η πράξη διορισμού ανακαλείται υποχρεωτικά, εάν ο διορισθείς δεν αποδεχθεί τον διορισμό του ρητώς ή σιωπηρώς.
2.Η πράξη διορισμού που έγινε κατά παράβαση νόμου ανακαλείται εντός δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της περίληψής της. Μετά από την παρέλευση της προθεσμίας αυτής η πράξη διορισμού ανακαλείται εάν αυτός που διορίστηκε προκάλεσε δολίως ή υποβοήθησε την παρανομία ή εάν ο διορισμός του έγινε κατά παράβαση των άρθρων 6, 7, 8, 11 και 12 .
3.Ο υπάλληλος του οποίου η πράξη διορισμού ανακλήθηκε κατά την παρ. 2 υπέχει τις ευθύνες του υπαλλήλου της Δικαστικής Αστυνομίας για τον χρόνο κατά τον οποίο άσκησε τα καθήκοντά του. Η ανάκληση του διορισμού του δεν επιδρά στο κύρος των πράξεών του.
4.Η απαγόρευση ανάκλησης της πράξης διορισμού μετά την πάροδο διετίας, σύμφωνα με την παρ. 2, δεν εφαρμόζεται όταν η πράξη διορισμού ακυρώνεται δικαστικώς.
Άρθρο 31
Αναδιορισμός
1.Υπάλληλος της Δικαστικής Αστυνομίας ο οποίος απολύθηκε λόγω σωματικής ή νοητικής αναπηρίας, αναδιορίζεται εφόσον: α) υποβάλει αίτηση αναδιορισμού μέσα σε αποκλειστική προθεσμία πέντε (5) ετών από την απόλυση, β) είχε τουλάχιστον τριετή ευδόκιμη υπηρεσία, και γ) έχει όλα τα τυπικά προσόντα που απαιτούνται για την κατάληψη της θέσης κατά τον χρόνο του αναδιορισμού.
2.Ο υπάλληλος αναδιορίζεται μετά από γνωμοδότηση της δευτεροβάθμιας υγειονομικής επιτροπής του άρθρου 165 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. [ν. 3528/2007 (A' 26)], με την οποία διαπιστώνεται ότι αποκαταστάθηκε η σωματική ή πνευματική του ικανότητα, σε βαθμό που του επιτρέπει να ασκεί τα καθήκοντά του. Ο υπάλληλος παραπέμπεται στην επιτροπή μέσα σε προθεσμία ενός (1) μηνός από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης αναδιορισμού και η επιτροπή αποφαίνεται το συντομότερο δυνατό.
3.Επιτρέπεται, επίσης, ο αναδιορισμός υπαλλήλου, του οποίου ανακλήθηκε ο διορισμός για παράβαση της περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 11, εφόσον μετά από την ανάκληση ο υπάλληλος αυτός απαλλάχτηκε από την κατηγορία με αμετάκλητη απόφαση ή με αμετάκλητο βούλευμα. Ο αναδιορισμός στην περίπτωση αυτή γίνεται ύστερα από αίτηση του υπαλλήλου, που υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός (1) έτους από τότε που καθίσταται αμετάκλητη η απόφαση του δικαστηρίου ή το βούλευμα.
4.Γ ια τον αναδιορισμό αποφασίζει το υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 41. Ο υπάλληλος αναδιορίζεται με τον βαθμό που έφερε κατά τον χρόνο της απόλυσης ή της ανάκλησης του διορισμού του. Αν δεν υπάρχει κατά τον χρόνο του αναδιορισμού κενή θέση, με την απόφαση αναδιορισμού συστήνεται προσωποπαγής θέση. Ο αναδιοριζόμενος σε προσωποπαγή θέση καταλαμβάνει την πρώτη θέση που κενώνεται στον ίδιο τομέα και βαθμό.
5.Τα άρθρα που αναφέρονται στον διορισμό, ισχύουν και για τον αναδιορισμό.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ'
ΔΟΚΙΜΑΣΤΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
Άρθρο 32
Δοκιμαστική υπηρεσία
1.Οι υπάλληλοι της Δικαστικής Αστυνομίας μετά από τον διορισμό τους διανύουν διετή δοκιμαστική υπηρεσία. Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας αυτής επιτρέπεται να απολυθούν, μόνο για λόγους που ανάγονται στην υπηρεσία τους μετά από απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου του άρθρου 41.
2.Μέσα σε έναν (1) μήνα από τη συμπλήρωση της δοκιμαστικής υπηρεσίας, το αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 41 αποφασίζει αν ο δόκιμος υπάλληλος είναι κατάλληλος για μονιμοποίηση, μετά από έκθεση που υποβάλλει ο εποπτεύων δικαστικός λειτουργός στις περιπτώσεις των περιφερειακών υπηρεσιών, ή ο Διευθυντής της Δικαστικής Αστυνομίας όταν ο υπάλληλος υπηρετεί στη Διεύθυνση Δικαστικής Αστυνομίας. Αν κριθεί κατάλληλος, o υπάλληλος μονιμοποιείται με πράξη του οργάνου που είναι αρμόδιο για τον διορισμό. Με πράξη του ίδιου οργάνου απολύεται ο υπάλληλος που κρίνεται ακατάλληλος.
3.Αν η συμπλήρωση του χρόνου δοκιμαστικής υπηρεσίας παρατείνεται λόγω άδειας συνεπεία ασθένειας, κύησης, λοχείας ή ανατροφής τέκνου, η εκ των υστέρων μονιμοποίηση του υπαλλήλου ενεργεί αναδρομικά ως προς όλες τις συνέπειες.
4.Το υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 41 δύναται, με αιτιολογημένη απόφασή του, να παρατείνει τον χρόνο δοκιμαστικής υπηρεσίας για ένα (1) ακόμη έτος, εφόσον δεν μπορεί να σχηματίσει σαφή γνώμη για την καταλληλότητα του δόκιμου υπαλλήλου της Δικαστικής Αστυνομίας για μονιμοποίηση.
Άρθρο 33
Εισαγωγική εκπαίδευση και επιμόρφωση
1.Το προσωπικό της Δικαστικής Αστυνομίας, αμέσως μετά από την ανάληψη υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 29, παρακολουθεί ειδική εισαγωγική εκπαίδευση για κάθε τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας τουλάχιστον τετράμηνης διάρκειας.
2.Η ΕΛ.ΑΣ., το Ε.Κ.Δ.Δ.Α. και οι λοιπές υπηρεσίες του Δημοσίου παρέχουν το αναγκαίο προσωπικό και την υλικοτεχνική υποστήριξη για την υλοποίηση της εισαγωγικής εκπαίδευσης. Ειδικά η εκπαίδευση του προσωπικού του αστυνομικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας στην «Οπλοτεχνική - Σκοποβολή» πραγματοποιείται από την ΕΛ.ΑΣ., σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 3169/2003 (Α' 189).
3.Τα έξοδα της εισαγωγικής εκπαίδευσης του προσωπικού της Δικαστικής Αστυνομίας καλύπτονται από πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
4.Η Δικαστική Αστυνομία υποχρεούται να μεριμνά για την επιμόρφωση και την τακτική επανεκπαίδευση των υπαλλήλων της σε όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους ανεξάρτητα από την κατηγορία, τον κλάδο, την ειδικότητα και τον βαθμό τους. Η επιμόρφωση μπορεί να είναι γενική ή να έχει τη μορφή εξειδίκευσης σε αντικείμενα της υπηρεσίας του υπαλλήλου. Με απόφαση του Διευθυντή της Δικαστικής Αστυνομίας η συμμετοχή του προσωπικού σε προγράμματα επιμόρφωσης μπορεί να ορίζεται και ως υποχρεωτική.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'
ΕΞΕΛΙΞΗ - ΠΡΟΑΓΩΓΗ - ΕΠΙΛΟΓΗ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΩΝ
Άρθρο 34
Βαθμολογική εξέλιξη
1.Για την προαγωγή από βαθμό σε βαθμό για το προσωπικό του πολιτικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας απαιτείται:
α) από τον βαθμό Δ' στον βαθμό Γ' τριετής υπηρεσία στον βαθμό Δ',
β) από τον βαθμό Γ' στον βαθμό Β' πενταετής υπηρεσία στον βαθμό Γ', και
γ) από τον βαθμό Β' στον βαθμό Α' επταετής υπηρεσία στον βαθμό Β.
Τα δύο (2) πρώτα έτη που διανύονται στον εισαγωγικό βαθμό όλων των κατηγοριών, αποτελούν δοκιμαστική υπηρεσία, σύμφωνα με το άρθρο 32. Η κρίση για την προαγωγή στον επόμενο βαθμό γίνεται από το αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 42.
2.Για το προσωπικό του αστυνομικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας τηρείται επετηρίδα. Η αρχαιότητα του προσωπικού σε κάθε βαθμό προσδιορίζεται από τη χρονολογία κτήσεως του βαθμού. Η κρίση για την προαγωγή στον επόμενο βαθμό γίνεται από το αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 41. Οι προσλαμβανόμενοι ως φρουροί προάγονται μέχρι και τον βαθμό του Αστυνόμου. Αυτοί προάγονται στο βαθμό του Υπαρχιφύλακα, Αρχιφύλακα και Αστυνόμου με τη συμπλήρωση τουλάχιστον δέκα (10), δεκατεσσάρων (14) και είκοσι τεσσάρων (24) ετών πραγματικής υπηρεσίας από την πρόσληψή τους, αντίστοιχα. Οι προσλαμβανόμενοι ως Υπαρχιφύλακες προάγονται στον βαθμό του Αρχιφύλακα και του Αστυνόμου με τη συμπλήρωση τουλάχιστον τεσσάρων (4) και οκτώ (8) ετών πραγματικής υπηρεσίας από την πρόσληψή τους, αντίστοιχα. Οι προσλαμβανόμενοι ως Αρχιφύλακες προάγονται στον βαθμό του Αστυνόμου με τη συμπλήρωση τουλάχιστον τεσσάρων (4) ετών πραγματικής υπηρεσίας από τη πρόσληψή τους.
Άρθρο 35
Διαδικασία προαγωγών
1.Οι προαγωγές διενεργούνται ύστερα από απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου του άρθρου 41. Οι υπάλληλοι της Δικαστικής Αστυνομίας προάγονται στον αμέσως επόμενο βαθμό εφόσον έχουν συμπληρώσει τον απαιτούμενο χρόνο στον βαθμό που κατέχουν, σύμφωνα με το άρθρο 34 και χαρακτηρίζονται τουλάχιστον καλοί ως προς τα ουσιαστικά προσόντα. Ειδικά για την προαγωγή στον βαθμό Α' των υπαλλήλων του πολιτικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας, καθώς και στον βαθμό του Αστυνόμου, οι υπάλληλοι πρέπει να χαρακτηρίζονται τουλάχιστον πολύ καλοί ως προς τα ανωτέρω προσόντα.
2.Το υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 41, για να διαπιστώσει τη συνδρομή των ουσιαστικών στοιχείων, λαμβάνει υπόψη όλα τα στοιχεία του προσωπικού μητρώου του υπαλλήλου από τα οποία προκύπτουν η δραστηριότητά του στην υπηρεσία, η επαγγελματική του επάρκεια, η πρωτοβουλία και η αποτελεσματικότητά του. Για τον σχηματισμό της κρίσης του, λαμβάνει υπόψη του, ιδίως, τις εκθέσεις αξιολόγησης της τελευταίας πενταετίας.
3.Τον Μάρτιο και τον Σεπτέμβριο κάθε έτους αποστέλλονται από την αρμόδια υπηρεσία στα οικεία υπηρεσιακά συμβούλια του άρθρου 41 τα ερωτήματα για κρίση προς προαγωγή των υπαλλήλων που συμπληρώνουν τον απαιτούμενο για προαγωγή στον επόμενο βαθμό χρόνο υπηρεσίας έως τις 31 Μαρτίου ή έως τις 30 Σεπτεμβρίου, αντίστοιχα. Με βάση τα ερωτήματα αυτά τα υπηρεσιακά συμβούλια επιλαμβάνονται, αντίστοιχα, έως τις 30 Απριλίου ή έως τις 31 Οκτωβρίου του ίδιου έτους.
4.Οι υπάλληλοι που κρίνονται προακτέοι κατά τις παρ. 1 έως 3 προάγονται υποχρεωτικά, με πράξη του Διευθυντή της Δικαστικής Αστυνομίας, η οποία εκδίδεται μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την περιέλευση της απόφασης του υπηρεσιακού συμβουλίου στο Υπουργείο Δικαιοσύνης. Η προαγωγή ανατρέχει υποχρεωτικά στον χρόνο, κατά τον οποίο ο υπάλληλος συμπλήρωσε τον απαιτούμενο χρόνο υπηρεσίας.
5.Για τη συμπλήρωση του χρόνου που απαιτείται για την κρίση προς προαγωγή δεν υπολογίζονται:
α) ο χρόνος της διαθεσιμότητας,
β) ο χρόνος της αργίας που επιβλήθηκε είτε εξαιτίας ποινικής δίωξης που κατέληξε σε οποιαδήποτε καταδίκη είτε εξαιτίας πειθαρχικής δίωξης που κατέληξε σε πειθαρχική ποινή τουλάχιστον προστίμου αποδοχών τριών (3) μηνών,
γ) ο χρόνος της αδικαιολόγητης αποχής από τα καθήκοντα,
δ) ο χρόνος της προσωρινής παύσης,
ε) ο χρόνος άδειας χωρίς αποδοχές που δεν αποτελεί χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας,
στ) ο χρόνος αναστολής άσκησης καθηκόντων, εφόσον το υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 41 αποφάσισε να θέσει τον υπάλληλο σε αργία, σύμφωνα με το ίδιο άρθρο.
Άρθρο 36
Επιλογή προϊστάμενων οργανικών μονάδων
1.Προϊστάμενοι των οργανικών μονάδων τοποθετούνται υπάλληλοι της Δικαστικής Αστυνομίας. Ως οργανικές
μονάδες ορίζονται η Διεύθυνση Δικαστικής Αστυνομίας, τα Τμήματα Πολιτικού Τομέα και Αστυνομικού Τομέα της Διεύθυνσης Δικαστικής Αστυνομίας, οι Περιφερειακές Υπηρεσίες Δικαστικής Αστυνομίας Πολιτικού Τομέα και οι Περιφερειακές Υπηρεσίες Δικαστικής Αστυνομίας Αστυνομικού Τομέα που οργανώνονται σε επίπεδο τμήματος, σύμφωνα με όσα ορίζονται στις περ. β' και γ' της παρ. 2 του άρθρου 3.
2.Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Δικαστικής Αστυνομίας είναι ο Διευθυντής της Δικαστικής Αστυνομίας, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 3.
3.Ως προϊστάμενοι Τμήματος Πολιτικού και Αστυνομικού Τομέα επιλέγονται υπάλληλοι κλάδου ΠΕ, ΤΕ ή ΔΕ του οικείου τομέα, κατά το προβάδισμα που προβλέπεται στο άρθρο 97 του ν. 3528/2007, οι οποίοι έχουν τουλάχιστον πενταετή υπηρεσία ως υπάλληλοι, εφόσον: α) κατέχουν τον βαθμό Α' ή τον βαθμό Αστυνόμου ή β) έχουν ασκήσει για τουλάχιστον ένα (1) έτος καθήκοντα προϊσταμένου τμήματος.
4.Η επιλογή προϊσταμένου οργανικής μονάδας γίνεται ύστερα από αίτηση υποψηφιότητας, δυνάμει προκήρυξης που εκδίδεται από τη Διεύθυνση Δικαστικής Αστυνομίας, η οποία υποβάλλεται σε αυτόν που εποπτεύει τη περιφερειακή υπηρεσία στην οποία υπηρετεί ο αιτών ή στον Διευθυντή Δικαστικής Αστυνομίας, όταν ο αιτών υπηρετεί στη Διεύθυνση Δικαστικής Αστυνομίας, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία που τάσσεται με πράξη του Υπουργού Δικαιοσύνης και δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δέκα (10) ημέρες. Η προθεσμία αυτή αρχίζει από την ημερομηνία κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος έλαβε γνώση της προκήρυξης με επιμέλεια του οικείου εποπτεύοντος ή του Διευθυντή Δικαστικής Αστυνομίας, αντιστοίχως. Ο οικείος εποπτεύων ή ο Διευθυντής Δικαστικής Αστυνομίας αντιστοίχως, αποστέλλει την αίτηση στο αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 41 μέσα σε δύο (2) ημέρες από την υποβολή της και την κοινοποιεί στο Υπουργείο Δικαιοσύνης.
5.Γ ια την επιλογή προϊσταμένου τμήματος ο αριθμός των κρινόμενων υπαλλήλων είναι τουλάχιστον διπλάσιος του αριθμού των κενών θέσεων τις οποίες αφορά η κρίση. Εφόσον δεν συμπληρώνεται ο αριθμός αυτός από υπαλλήλους που έχουν τα τυπικά προσόντα που προβλέπονται στην παρ. 4 και έχουν υποβάλει αίτηση υποψηφιότητας, ο πίνακας των υπαλλήλων που κρίνονται για προϊστάμενοι τμήματος συμπληρώνεται από κατόχους βαθμού Α' ή Αστυνόμου με πλεονάζοντα χρόνο τουλάχιστον πέντε (5) έτη και έχουν υποβάλει αίτηση. Εάν δεν υπάρχουν υπάλληλοι με βαθμό Α' ή Αστυνόμου ή ο αριθμός δεν επαρκεί, ο πίνακας των υπαλλήλων που κρίνονται για προϊστάμενοι τμήματος, συμπληρώνεται από κατόχους βαθμού Β' ή Αρχιφύλακα με πλεονάζοντα χρόνο τουλάχιστον πέντε (5) έτη και έχουν υποβάλει αίτηση υποψηφιότητας. Εάν και τη φορά αυτή δεν συμπληρώνεται ο απαιτούμενος αριθμός, κρίνονται οι υπάλληλοι που έχουν τον βαθμό Α' ή Β', Αστυνόμοι ή Αρχιφύλακες, αντίστοιχα, και έχουν υποβάλει αίτηση. Εάν ούτε τότε συμπληρώνεται ο απαιτούμενος αριθμός, το αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 41, εκτιμώντας τις ανάγκες της υπηρεσίας, μπορεί, κατ' εξαίρεση, να επιλέξει ως προϊστάμενο και χωρίς αίτηση, υπάλληλο που έχει τα τυπικά προσόντα κατά την ανωτέρω σειρά.
6.Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για επιλογή σε θέση προϊσταμένου υπάλληλος που αποχωρεί αυτοδικαίως από την υπηρεσία εντός ενός (1) έτους από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των υποψηφιοτήτων.
7.Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για επιλογή σε θέση προϊσταμένου ούτε να τοποθετηθεί προϊστάμενος υπάλληλος ο οποίος τελεί σε διαθεσιμότητα ή αργία ή έχει παραπεμφθεί με τελεσίδικο βούλευμα ή απευθείας κλήση για κακούργημα ή με τελεσίδικο βούλευμα για πλημμέλημα από τα αναφερόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 11 ή του έχει επιβληθεί τελεσίδικα οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή ανώτερη του προστίμου ύψους ίσου με τις αποδοχές τεσσάρων (4) μηνών για οποιοδήποτε πειθαρχικό παράπτωμα μέχρι τη διαγραφή της ποινής.
8.Οι προϋποθέσεις και τα προσόντα επιλογής συντρέχουν κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας.
Άρθρο 37
Θητεία, αναπλήρωση και παύση προϊσταμένων
1.Όσοι επιλέγονται ως προϊστάμενοι, σύμφωνα με το άρθρο 36, τοποθετούνται με πράξη του Διευθυντή της Δικαστικής Αστυνομίας, ύστερα από απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου του άρθρου 41, ως προϊστάμενοι οργανικής μονάδας, για τρία (3) έτη.
2.Με απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου του άρθρου 41 ο προϊστάμενος απαλλάσσεται από τα καθήκοντά του και πριν από τη λήξη της τριετίας για σοβαρό λόγο που ανάγεται σε πλημμελή άσκηση των υπηρεσιακών του καθηκόντων. Ο προϊστάμενος μπορεί, επίσης, να απαλλάσσεται από τα καθήκοντά του με αίτησή του, ύστερα από απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου του άρθρου 41, εκτός αν συντρέχουν σοβαρές υπηρεσιακές ανάγκες.
3.Αν κενωθεί ή συσταθεί θέση προϊσταμένου πριν από τη λήξη της τριετίας, το υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 41 επιλέγει προϊστάμενο για το χρονικό διάστημα που απομένει έως τη συμπλήρωση της τριετίας. Αν το χρονικό αυτό διάστημα είναι μικρότερο από έξι (6) μήνες, δεν επιλέγεται προϊστάμενος και εφαρμόζεται η παρ. 4.
4.Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος προϊσταμένου οργανικής μονάδας, τον προϊστάμενο που απουσιάζει ή κωλύεται αναπληρώνει ο ανώτερος κατά βαθμό προϊστάμενος των υποκειμένων οργανικών μονάδων και, αν υπάρχουν περισσότεροι ομοιόβαθμοι, ο προϊστάμενος που έχει τον περισσότερο χρόνο υπηρεσίας στον βαθμό. Αν δεν υπάρχει υποκείμενη οργανική μονάδα, τον προϊστάμενο αναπληρώνει ο ανώτερος κατά βαθμό υπάλληλος που υπηρετεί στην ίδια οργανική μονάδα τουλάχιστον έξι (6) μήνες και, εφόσον υπηρετούν περισσότεροι υπάλληλοι με τον ίδιο βαθμό, εκείνος που έχει τον περισσότερο χρόνο πραγματικής υπηρεσίας στον βαθμό αυτόν. Αν το κώλυμα ή η απουσία διαρκεί για διάστημα μεγαλύτερο των έξι (6) μηνών, το οικείο υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 41 ορίζει αναπληρωτή προϊστάμενο για όσο χρόνο διαρκεί το κώλυμα ή η απουσία.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ'
ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ
Άρθρο 38
Κατανομή
Οι υπάλληλοι της Δικαστικής Αστυνομίας, πολιτικού και αστυνομικού τομέα, μετά από τον διορισμό και τη τοποθέτησή τους, κατανέμονται περαιτέρω σε θέση οργανικής μονάδας, με απόφαση του Διευθυντή της Δικαστικής Αστυνομίας ή του εποπτεύοντος την περιφερειακή υπηρεσία, κατά λόγο αρμοδιότητας.
Άρθρο 39
Λόγοι και διαδικασία μεταθέσεων
1.Μετάθεση εντός του ίδιου τομέα επιτρέπεται μετά από αίτηση του υπαλλήλου, μόνον όταν υπάρχει κενή θέση: α) για λόγους υγείας, β) για συνυπηρέτηση και γ) για αμοιβαία μετάθεση.
2.Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται μετάθεση χωρίς σχετική αίτηση, αν έχουν δημιουργηθεί από μέρους του υπαλλήλου συνθήκες, οι οποίες προκαλούν σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία της υπηρεσίας ή καθιστούν δυσχερή την εκπλήρωση των καθηκόντων του. Στην περίπτωση αυτή απαιτείται ειδική αιτιολογία για τη μετάθεση.
3.Η μετάθεση διενεργείται με απόφαση του Διευθυντή της Δικαστικής Αστυνομίας, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου του άρθρου 41. Κατά τους μήνες Απρίλιο και Νοέμβριο κάθε έτους αποστέλλονται από την αρμόδια υπηρεσία στα οικεία υπηρεσιακά συμβούλια τα ερωτήματα περί μεταθέσεων. Με βάση τα ερωτήματα αυτά, τα υπηρεσιακά συμβούλια επιλαμβάνονται, έως τις 31 Μαΐου και έως τις 31 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους.
4.Με το έγγραφο με το οποίο ανακοινώνεται στον υπάλληλο Δικαστικής Αστυνομίας η μετάθεσή του τάσσεται σε αυτόν, ανάλογα με την απόσταση και τα διαθέσιμα μέσα συγκοινωνίας, η αναγκαία προθεσμία για τη μετάβαση στη νέα του θέση. Η προθεσμία μπορεί να διαρκεί από δεκαπέντε (15) ημέρες έως έναν (1) μήνα.
5.Οι υπάλληλοι δεν μετατίθενται πριν συμπληρώσουν διετία στην υπηρεσία στην οποία τοποθετήθηκαν κατά τον διορισμό τους.
6.Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται, με απόφαση υπηρεσιακού συμβουλίου του άρθρου 41, μετάθεση, πριν από την παρέλευση του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, είτε σε περίπτωση αμοιβαίας μετάθεσης υπαλλήλων είτε για σοβαρούς λόγους, υπηρεσιακούς ή υγείας.
Άρθρο 40
Απόσπαση
1.Η απόσπαση, δηλαδή η απομάκρυνση μόνιμου υπαλλήλου για ορισμένο χρονικό διάστημα από την υπηρεσία στην οποία ανήκει η οργανική θέση που κατέχει και η ανάθεση σε αυτόν καθηκόντων σε άλλη περιφερειακή υπηρεσία ή στη Διεύθυνση Δικαστικής Αστυνομίας του οικείου τομέα, διενεργείται για την κάλυψη εξαιρετικών υπηρεσιακών αναγκών προσωρινού χαρακτήρα και αφορά στην άσκηση καθηκόντων τομέα για τον οποίο ο υπάλληλος διαθέτει τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα. Απόσπαση για σοβαρούς προσωπικούς λόγους είναι δυνατή κατ' εξαίρεση και εφόσον οι ανάγκες της υπηρεσίας το επιτρέπουν.
2.Η απόσπαση διενεργείται με απόφαση του αρμόδιου οργάνου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, μετά από σύμφωνη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου του άρθρου 41, στην αρμοδιότητα του οποίου ανήκει ο υπάλληλος.
3.Η διάρκεια της απόσπασης δεν μπορεί να υπερβεί το ένα (1) έτος. Παράταση επιτρέπεται μόνο για ένα (1) έτος ακόμη, με την ίδια διαδικασία. Ο χρόνος της απόσπασης λογίζεται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στη θέση στην οποία ο υπάλληλος ανήκει οργανικά.
4.Νέα απόσπαση του ίδιου υπαλλήλου δεν επιτρέπεται πριν παρέλθει τριετία από τη λήξη της προηγούμενης.
5.Για την απόσπαση συνεκτιμώνται από το υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 41 η αίτηση του υπαλλήλου, ο τόπος της κατοικίας του, η κατάσταση της υγείας του, η προσωπική και οικογενειακή του κατάσταση και η συνυπηρέτηση με τον ή τη σύζυγο ή το έτερο μέρος συμφώνου συμβίωσης.
6.Μετά από τη λήξη της διάρκειας της απόσπασης ο υπάλληλος επανέρχεται αυτοδικαίως και υποχρεωτικώς στην οργανική του θέση.
7.Η απόσπαση μπορεί να παύσει οποτεδήποτε πριν από τη λήξη του χρονικού ορίου της παρ. 3 για λόγους που ανάγονται στην υπηρεσία.
8.Δεν επιτρέπεται η απόσπαση υπαλλήλου πριν από τη μονιμοποίησή του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι'
ΣΥΛΛΟΓΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ - ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ
Άρθρο 41
Υπηρεσιακά Συμβούλια
Υπηρεσιακά συμβούλια για τους υπαλλήλους της Δικαστικής Αστυνομίας είναι τα υπηρεσιακά συμβούλια του Υπουργείου Δικαιοσύνης που προβλέπονται στο άρθρο 159 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. [ν. 3528/2007 (A' 26)]. Ως αιρετά μέλη στο Συμβούλιο αυτό, όταν εξετάζονται θέματα του τομέα υπαλλήλων Δικαστικής Αστυνομίας, λαμβάνουν μέρος εκπρόσωποι των υπαλλήλων του αντίστοιχου τομέα.
Άρθρο 42
Κανονισμός Λειτουργίας
Η Δικαστική Αστυνομία λειτουργεί με βάση τον Κανονισμό Λειτουργίας της. Ο Κανονισμός ρυθμίζει τα ειδικότερα θέματα λειτουργίας της Δικαστικής Αστυνομίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑ'
ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ
Άρθρο 43
Ρυθμίσεις λοιπών θεμάτων Δικαστικής Αστυνομίας - Αναλογική εφαρμογή διατάξεων
1.Για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται από τον παρόντα, εφαρμόζεται αναλογικά ο Κώδικας Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. [ν. 3528/2007 (A' 26)].
2.Ειδικώς, για τα θέματα οπλοκατοχής, οπλοφορίας και χρήσης όπλων, κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας, του προσωπικού του αστυνομικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας εφαρμόζεται αναλογικά ο ν. 3169/2003 (Α' 189).
3.Ειδικώς για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του προσωπικού του αστυνομικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας ως προς: α) τις συνθήκες εργασίας, β) την ελευθερία της έκφρασης και τη συνδικαλιστική ελευθερία και γ) την απεργία, εφαρμόζεται αναλογικά το π.δ. 394/2001 (Α' 274) και ο ν. 1264/1982 (Α' 79).
4.Ειδικώς για τα πειθαρχικά παραπτώματα και τις πειθαρχικές ποινές του προσωπικού του αστυνομικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας εφαρμόζεται αναλογικά το π.δ. 120/2008 (Α' 182). Οι αποφάσεις των Πειθαρχικών Συμβουλίων προσβάλλονται με προσφυγή ουσίας στο αρμόδιο Διοικητικό Εφετείο. Ειδικότερα, όταν, με τις αποφάσεις των ως άνω Πειθαρχικών Συμβουλίων επιβάλλονται οι πειθαρχικές ποινές της οριστικής παύσης και του υποβιβασμού, αυτές προσβάλλονται με προσφυγή ουσίας στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
ΛΟΙΠΕΣ ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Άρθρο 44
Διόρθωση παροραμάτων - Τροποποίηση άρθρου 86 ν. 4938/2022
Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 86 του ν. 4938/2022 (Α' 109) μετά από τις λέξεις «υπηρεσιακές μεταβολές» διαγράφονται οι λέξεις «της παρ. 1 του άρθρου 85» και οι λέξεις «ως προς τις λοιπές» αντικαθίστανται από τις λέξεις «δύο (2) τουλάχιστον ψήφους» και το άρθρο 86 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 86
Αποφάσεις Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου - Διαφωνία - Προσφυγή
Προσφυγή στην Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά της απόφασης του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, που αφορά στις υπηρεσιακές μεταβολές, έχει δικαίωμα να ασκήσει και αυτός τον οποίο αφορά η κρίση, εφόσον όμως έλαβε δύο (2) τουλάχιστον ψήφους. Στην Ολομέλεια ως δευτεροβάθμιο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο μετέχει ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας ή ο νόμιμος αναπληρωτής του. Για την ύπαρξη απαρτίας εφαρμόζεται το άρθρο 18 του ν. 4820/2021 (Α' 130). Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 81, όπου δε στην παρ. 4 αυτού γίνεται παραπομπή, στις παρ. 2 και 3 του άρθρου 34 του π.δ. 18/1989 (Α' 8) νοείται παραπομπή στην παρ. 2 του άρθρου 21 του ν. 4820/2021.».
Άρθρο 45
Πεδίο εφαρμογής της δυνατότητας αμοιβαίας μετάταξης μεταξύ παρέδρου του πρωτοδικείου και παρέδρου της εισαγγελίας - Προσθήκη παρ. 10 στο άρθρο 129 ν. 4938/2022
Στο άρθρο 129 του ν. 4938/2022 (A' 109) προστίθεται παρ. 10 ως εξής:
«10. Η δυνατότητα αμοιβαίας μετάταξης μεταξύ παρέδρου του πρωτοδικείου και παρέδρου της εισαγγελίας, που προβλέπεται στα εδάφια πρώτο και δεύτερο της παρ. 2 του άρθρου 87, καταλαμβάνει τους παρέδρους πρωτοδικείου και εισαγγελίας που πρόκειται να διοριστούν από την ΚΘ' εκπαιδευτική σειρά της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών και εντεύθεν.»
Άρθρο 46
Αληθής έννοια των διατάξεων σχετικά με τη δυνατότητα άσκησης καθηκόντων διεύθυνσης στα δικαστήρια και στις εισαγγελίες
1.Κατά την αληθή έννοια του τρίτου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 17 και του τρίτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 4938/2022 (Α' 109), η απαγόρευση επανεκλογής του ιδίου προσώπου ως προέδρου ή τακτικού μέλους συμβουλίου διεύθυνσης στον ίδιο βαθμό ιεραρχίας αφορά και στις θητείες όσων είχαν εκλεγεί στον ίδιο βαθμό ιεραρχίας πριν την έναρξη ισχύος των ως άνω διατάξεων.
2.Κατά την αληθή έννοια του δεύτερου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 17 του ν. 4938/2022, στην τετραετία, πέραν της οποίας δεν μπορεί να ασκήσει καθήκοντα διεύθυνσης ο ίδιος δικαστικός λειτουργός, συνυπολογίζεται και ο προγενέστερος της ενάρξεως ισχύος της ως άνω διατάξεως χρόνος διεύθυνσης στο ίδιο δικαστήριο.
Άρθρο 47
Πεδίο εφαρμογής προσυμβατικού ελέγχου Ελεγκτικού Συνεδρίου - Προσθήκη παρ. 7 στο άρθρο 324 ν. 4700/2020
Στο άρθρο 324 του ν. 4700/2020 (Α' 127) προστίθεται νέα παρ. 7, ως εξής:
«7. Νομικά πρόσωπα στα οποία το Ελληνικό Δημόσιο έπαψε να ελέγχει άμεσα ή έμμεσα την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου τους και δεν ορίζει ούτε ελέγχει άμεσα ή έμμεσα την πλειοψηφία των μελών της διοίκησής τους, δεν υπάγονται στον προσυμβατικό έλεγχο του παρόντος.»
Άρθρο 48
Δυνατότητα εξ αποστάσεως συμμετοχής στις δίκες των Τμημάτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου - Προσθήκη παρ. 2 στο άρθρο 343 ν. 4700/2020
Στο άρθρο 343 του ν. 4700/2020 (Α' 127) προστίθεται παρ. 2, η υφιστάμενη παράγραφος αριθμείται ως παρ. 1 και το άρθρο 343 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 343
Εξ αποστάσεως πρόσβαση
1. Το Δικαστήριο παρέχει στους διαδίκους, με ασφαλή σύνδεση και χρήση διαπιστευτηρίων πρόσβασης σε ηλεκτρονική εφαρμογή, τη δυνατότητα εξ αποστάσεως πρόσβασης στα δικόγραφα ή έγγραφα που έχουν υποβληθεί ή που έχουν επιδοθεί με μέσα Τ.Π.Ε. ή ψηφιοποιηθεί. Η ανωτέρω ηλεκτρονική εφαρμογή είναι προσβάσιμη μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης (gov.gr-ΕΨΠ). Από την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου εξαιρούνται τα δικόγραφα ή έγγραφα στα οποία έχει κριθεί από τον πρόεδρο του αρμόδιου δικαστικού σχηματισμού, ότι δεν επιτρέπεται η πρόσβαση, διότι παραβλάπτεται απόρρητο, που προβλέπεται από ειδικές διατάξεις. Η πρόσβαση στα δικόγραφα και στα έγγραφα κάθε υπόθεσης τα οποία έχουν υποβληθεί ή επιδοθεί με μέσα Τ.Π.Ε. ή ψηφιοποιηθεί, είναι δυνατή μέχρι τη συμπλήρωση πέντε (5) μηνών από την ημερομηνία της απόφασης ή πράξης με την οποία περατώνεται η υπόθεση αυτή ενώπιον του οικείου δικαστικού σχηματισμού.
2.Είναι δυνατή η παράσταση ή η παρουσία παραγόντων της δίκης στα Τμήματα του Ελεγκτικού Συνεδρίου με τη χρήση τεχνολογιών απομακρυσμένης σύνδεσης (εφαρμογή τηλεματικής). Για τον σκοπό αυτόν υποβάλλεται, προς τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου ή του Τμήματος, τουλάχιστον τρεις (3) ημέρες πριν από τη δικάσιμο, ηλεκτρονικά, αίτηση από τους πληρεξούσιους δικηγόρους, διαδίκους ή άλλους παράγοντες της δίκης, εφόσον εδρεύουν ή κατοικούν εκτός της Περιφέρειας Αττικής. Με απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου καθορίζονται ο χρόνος έναρξης της σχετικής εφαρμογής τηλεματικής, οι λεπτομέρειες για τον τρόπο επαλήθευσης της ταυτότητας και επιβεβαίωσης της ιδιότητας των παραγόντων της δίκης, τα ειδικότερα ζητήματα λειτουργίας και ασφάλειας της εφαρμογής, τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ασφαλείας, καθώς και κάθε αναγκαία τεχνική ή άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του συστήματος τηλεματικής. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης ύστερα από εισήγηση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η δυνατότητα απομακρυσμένης σύνδεσης μπορεί να επεκταθεί και σε άλλες κατηγορίες προσώπων.»
Άρθρο 49
Πεδίο εφαρμογής της αναστολής των προθεσμιών που εισήχθησαν με το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 74 του ν. 4690/2020 και την παρ. 1 του άρθρου 83 του ν. 4790/2021
1.Κατά την αληθή έννοια του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 74 του ν. 4690/2020 (Α' 104) και του πρώτου εδάφιου της περ. α' της παρ. 1 του άρθρου 83 του ν. 4790/2021 (Α'48) ως προθεσμίες άσκησης ενδίκων βοηθημάτων και μέσων που ανεστάλησαν κατά το διάστημα από 13.3.2020 ως 31.5.2020 και από 7.11.2020 έως 5.4.2021, νοούνται και οι προθεσμίες της παρ. 2 του άρθρου 518, της παρ. 5 του άρθρου 545 και της παρ. 3 του άρθρου 564 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας [π.δ. 503/1985, (Α' 182), ΚΠολΔ].
2.Κατά την αληθή έννοια του τρίτου εδαφίου της παρ.1του άρθρου 74 του ν. 4690/2020 και του τρίτου εδαφίου της περ. α' της παρ. 1 του άρθρου 83 του ν. 4790/2021 ως προθεσμίες άσκησης ενδίκων μέσων των οποίων παρατείνεται η λήξη νοούνται και οι προθεσμίες της παρ.2 του άρθρου 518, της παρ. 5 του άρθρου 545 και της παρ. 3 του άρθρου 564 ΚΠολΔ.
Άρθρο 50
Αναστολή προθεσμιών κατά τον μήνα Αύγουστο - Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 147 ΚΠολΔ
Η παρ. 2 του άρθρου 147 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας [π.δ. 503/1985, (Α'182), ΚΠολΔ] τροποποιείται με την προσθήκη στις αναστελλόμενες κατά το διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου προθεσμίες και αυτών που προβλέπονται στις παρ. 3 και 9 του άρθρου 237, στην παρ. 2 του άρθρου 260, στην παρ. 1 και στα εδάφια πρώτο και τρίτο της παρ. 2 του άρθρου 468 και η παρ. 2 του άρθρου 147 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας διαμορφώνεται ως εξής:
«2. Το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν υπολογίζεται για τις προθεσμίες των άρθρων 503, 518 παρ. 1, 545 παρ.1 και 2, 564 παρ.1 και 2, καθώς και των άρθρων 153, 215 παρ. 2, 237 παρ. 1, 2, 3 και 9 και 238 παρ. 1, 260 παρ. 2, 468 παρ. 1 και 2 εδάφια πρώτο και τρίτο, 598, 632 παρ. 2, 633 παρ. 2, 642, 715 παρ. 5, 729 παρ. 5, 847 παρ. 1, 926 παρ. 2, 934 παρ. 1 στοιχ. α' και β', 943 παρ. 4, 955, 966 παρ. 2 και 3, 971 παρ. 1,972 παρ. 1 στοιχ. β', 973, 974, 979 παρ. 2, 985 παρ.1,986, 988 παρ. 1,995 και 997 παρ. 2.».
Άρθρο 51
Καταχώριση των πληρεξουσίων και λοιπών νομιμοποιητικών εγγράφων - Προσθήκη παρ. 7 στο άρθρο 28 ν. 2717/1999
Στο άρθρο 28 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας [ν. 2717/1999, (Α' 97), ΚΔΔ] προστίθεται παρ. 7 και το άρθρο 28 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 28
Νομιμοποίηση δικαστικών πληρεξουσίων
1.Για τις πράξεις της Προδικασίας θεωρείται ότι υπάρχει η πληρεξουσιότητα, εφόσον είτε επακολουθήσει η νομιμοποίηση δικαστικού πληρεξουσίου είτε εμφανιστεί στο ακροατήριο ο διάδικος ή ο νόμιμος αντιπρόσωπος ή ο εκπρόσωπός του και δηλώνει ότι εγκρίνει τη διενέργειά τους.
2.Αν, ως την πρώτη συζήτηση, δεν έχουν υποβληθεί τα στοιχεία της νομιμοποίησης ή αυτά που έχουν υποβληθεί δεν είναι πλήρη, το δικαστήριο, ύστερα από αίτηση του διαδίκου ή του νόμιμου αντιπροσώπου ή του εκπροσώπου ή του εμφανιζόμενου ως δικαστικού πληρεξουσίου του, είτε αναβάλλει τη συζήτηση είτε προχωρεί σε αυτή χορηγώντας εύλογη προθεσμία για την υποβολή τους.
3.Αν, κατά τη διάσκεψη, διαπιστωθεί ότι τα κατά νόμο στοιχεία της νομιμοποίησης έχουν μεν υποβληθεί όλα, είτε εξαρχής είτε ύστερα από τη χορήγηση της κατά την προηγούμενη παράγραφο προθεσμίας, πλην αυτά παρουσιάζουν ελλείψεις, ο πρόεδρος του δικαστηρίου ή του οικείου τμήματος, με πράξη του, καλεί τον εμφανιζόμενο ως δικαστικό πληρεξούσιο να τα συμπληρώσει, μέσα σε τασσόμενη από αυτόν ανατρεπτική προθεσμία.
4.Τα στοιχεία της νομιμοποίησης που υποβάλλονται σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, μπορούν να είναι και μεταγενέστερα από την ημερομηνία της συζήτησης.
5.Αν ο δικαστικός πληρεξούσιος του διαδίκου τελικώς δεν νομιμοποιηθεί, οι διαδικαστικές πράξεις που διενεργήθηκαν από αυτόν είναι αυτοδικαίως άκυρες και το σχετικό ένδικο βοήθημα ή μέσο απορρίπτεται.
6.Αν, ωσότου υποβληθούν τα στοιχεία της νομιμοποίησης, υπάρξει κίνδυνος για τα συμφέροντα διαδίκου, ο πρόεδρος του δικαστηρίου ή του οικείου τμήματος μπορεί, με πράξη του, να επιτρέψει τη διενέργεια των διαδικαστικών πράξεων που είναι απαραίτητες για την αποτροπή του κινδύνου.
7.Τα πληρεξούσια και τα λοιπά νομιμοποιητικά έγγραφα που υποβάλλονται στο δικαστήριο πριν, κατά ή μετά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, καταχωρίζονται υποχρεωτικά με αριθμό πρωτοκόλλου στο Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων Διοικητικής Δικαιοσύνης (ΟΣΔΔΥ-ΔΔ), κατά τη σειρά καταθέσεως ή περιελεύσεως στο δικαστήριο.»
Άρθρο 52
Εκπρόσωπος τύπου δικαστηρίων και Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας - Προσθήκη παρ. 7Α στο άρθρο 15 ν. 4938/2022
Στο άρθρο 15 του ν. 4938/2022 (Α' 109) προστίθεται παρ. 7Α, ως εξής:
«7Α. Με απόφαση της ολομέλειας των ανώτατων δικαστηρίων, της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας, των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, των πρωτοδικείων και εφετείων Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιώς και των διοικητικών πρωτοδικείων και εφετείων Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιώς: α) ορίζεται ανά τριετία ένας δικαστικός λειτουργός ως εκπρόσωπος τύπου του οικείου δικαστηρίου ή της Γενικής Επιτροπείας και β) τίθεται το πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων του. Ο εκπρόσωπος τύπου επικουρείται στο έργο του από έναν (1) δικαστικό υπάλληλο, κατά προτίμηση του κλάδου ΠΕ Δικαστικής Επικοινωνίας και Διεθνών Σχέσεων.»
Άρθρο 53
Εκπρόσωπος τύπου εισαγγελιών - Προσθήκη παρ. 5Α στο άρθρο 16 ν. 4938/2022
Στο άρθρο 16 του ν. 4938/2022 (Α' 109) προστίθεται παρ. 5Α, ως εξής:
«5Α. Με απόφαση της ολομέλειας της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου και των εισαγγελιών πρωτοδικών και εφετών Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πειραιώς: α) ορίζεται ανά τριετία ένας εισαγγελικός λειτουργός ως εκπρόσωπος τύπου της εισαγγελίας και β) τίθεται το πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων του. Ο εκπρόσωπος τύπου επικουρείται στο έργο του από έναν (1) δικαστικό υπάλληλο, κατά προτίμηση του κλάδου ΠΕ Δικαστικής Επικοινωνίας και Διεθνών Σχέσεων.»
Άρθρο 54
Συγκρότηση του δικαστικού σχηματισμού της διαδικασίας σε συμβούλιο - Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 91 ν. 4700/2020
Στην παρ. 1 του άρθρου 91 του ν. 4700/2020 (Α' 127) προστίθεται νέο δεύτερο εδάφιο και η παρ. 1 του άρθρου 91 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Προφανώς απαράδεκτες ή προφανώς αβάσιμες, καθώς και προφανώς βάσιμες αιτήσεις δικαστικής προστασίας μπορεί να απορρίπτονται ή, αντίστοιχα, να γίνονται δεκτές με ομόφωνη απόφαση δικαστικού σχηματισμού που λαμβάνεται σε συμβούλιο, το οποίο συγκροτείται από τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου και απαρτίζεται από τον ίδιο ή τον νόμιμο αναπληρωτή του, τον πρώτο κατά σειρά αρχαιότητας Σύμβουλο που υπηρετεί στο Δικαστήριο ή τον νόμιμο αναπληρωτή του και τον δικαστή που ορίσθηκε από τον Πρόεδρο ως εισηγητής της υπόθεσης. Επί υποθέσεων που εκκρεμούν στην Ολομέλεια, αντί του πρώτου κατά σειρά αρχαιότητας Συμβούλου, συμμετέχει ο πρώτος κατά σειρά αρχαιότητας Αντιπρόεδρος. Επί υποθέσεων που εκκρεμούν σε Τμήμα, μέλη του σχηματισμού μπορεί να ορισθούν και Πάρεδροι που συμμετέχουν με αποφασιστική ψήφο.».
Άρθρο 55
Πίνακας μεταφραστών Υπουργείου Δικαιοσύνης
1.Η ανάθεση της επίσημης μετάφρασης εγγράφων κατόπιν αιτήματος των δικαστικών υπηρεσιών και της κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης γίνεται από πίνακα, που καταρτίζεται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης και στον οποίο μπορούν να εγγράφονται οι μεταφραστές που είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο του άρθρου 147 του ν. 4781/2021 (Α' 31).
2.Ο πίνακας καταρτίζεται με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Δικαιοσύνης και ισχύει για ένα (1) ημερολογιακό έτος. Αν για οποιονδήποτε λόγο δεν καταστεί εφικτό να ολοκληρωθεί η διαδικασία κατάρτισής του μέχρι την έναρξη του ημερολογιακού έτους, η ισχύς του πίνακα του προηγούμενου έτους παρατείνεται αυτοδικαίως και για διάστημα που δεν δύναται να υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες από την παρέλευση του ημερολογιακού έτους.
3.Ο πίνακας καταρτίζεται κατόπιν έκδοσης πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος που αναρτάται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης, στην οποία αναφέρονται οι όροι υπό τους οποίους παρέχεται το μεταφραστικό έργο, και ορίζονται, ιδίως, η αμοιβή, με κριτήρια την κατηγορία των προς μετάφραση εγγράφων σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 148 του ν. 4781/2021 και το επείγον ή μη της μετάφρασης, καθώς και ο αριθμός των σελίδων μετάφρασης μέχρι του οποίου ο μεταφραστής, που ορίζεται, δεν έχει δικαίωμα να αρνηθεί να διενεργήσει τη μετάφραση.
4.Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών ορίζονται τα στοιχεία που εγγράφονται στον πίνακα, η διαδικασία κατάρτισής του, οι περιπτώσεις διαγραφής μεταφραστών από τον πίνακα και οι συνέπειές της, οι προϋποθέσεις προσωρινής απαλλαγής των μεταφραστών από τα καθήκοντά τους, η διαδικασία ανάθεσης κάθε επιμέρους μετάφρασης, ο τρόπος σύναψης της σχετικής σύμβασης, για την οποία μπορεί να προβλέπεται ότι δεν απαιτείται η υπογραφή σχετικού συμβατικού κειμένου, οι όροι διενέργειας των μεταφράσεων, οι υποχρεώσεις των μεταφραστών, ο τρόπος αποστολής των προς μετάφραση κειμένων και των μεταφράσεων, η μορφοποίηση των μεταφράσεων, οι περιπτώσεις κατά τις οποίες μπορεί να τροποποιηθεί η σχετικώς συναφθείσα σύμβαση, οι λόγοι κήρυξης ως έκπτωτου του μεταφραστή και οι συνέπειες της έκπτωσης, η διαδικασία παραλαβής της μετάφρασης, οι διαδικασίες εκκαθάρισης και πληρωμής της σχετικής δαπάνης, οι παρεκκλίσεις που εισάγονται σε περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης όσον αφορά τον τρόπο διενέργειας της ανάθεσης, της ανάληψης της σχετικής δαπάνης και της παραλαβής της μετάφρασης, και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.
Άρθρο 56
Άμεση εκκαθάριση των ανεκκαθάριστων υποθέσεων και καταβολή των οφειλόμενων αποζημιώσεων σε δικηγόρους από την παροχή νομικής βοήθειας - Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 14 και προσθήκη άρθρου 15Α στον ν. 3226/2004
1.Στην παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 3226/2004 (Α' 24) προστίθεται νέα περ. γ' ως εξής:
«γ) Οι δικηγόροι που παρέχουν υπηρεσίες στο πλαίσιο της παροχής νομικής βοήθειας, δικαιούνται πρόσθετης αποζημίωσης για έξοδα που αποδεδειγμένα πραγματοποιήσαν για την διεκπεραίωση της υπόθεσης, που τους ανατέθηκε. Προκειμένου να λάβουν την πρόσθετη αποζημίωση του πρώτου εδαφίου οφείλουν να προσκομίσουν στο ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. τα σχετικά λογιστικά στοιχεία (παραστατικά) που αποδεικνύουν την πραγματοποίηση της δαπάνης.»
2.Μετά το άρθρο 15 του ν. 3226/2004 προστίθεται άρθρο 15Α ως εξής:
«Άρθρο 15Α
Σύναψη προγραμματικών συμβάσεων
1.Με προγραμματική σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ του Υπουργείου Δικαιοσύνης, του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. και της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος του άρθρου 133 του ν. 4194/2013 (Α' 208), δύναται να ανατίθενται από το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. σε υπαλλήλους δικηγορικών συλλόγων ή δικηγόρους, κατ' εξαίρεση των κείμενων διατάξεων, εντολές για την επεξεργασία των ανεκκαθάριστων υποθέσεων νομικής βοήθειας και την καταβολή του τμήματος της αποζημίωσης που καταβάλλεται στον δικαιούχο δικηγόρο από την παροχή υπηρεσιών νομικής βοήθειας προ της οριστικής εκκαθάρισης, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 15. Το ποσό που αναλογεί στην ανά υπόθεση αμοιβή των υπαλλήλων των δικηγορικών συλλόγων ή των δικηγόρων, στους οποίους ανατίθενται οι ως άνω εντολές από το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ., καταβάλλεται από αυτό στην Ολομέλεια των Προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος και αποτελεί τον προϋπολογισμό της προγραμματικής σύμβασης του πρώτου εδαφίου. Δεν επιτρέπεται η ανάθεση εντολής κατά το πρώτο εδάφιο σε δικηγόρο που συμμετέχει στους καταλόγους νομικής βοήθειας.
2.Η ανάθεση της εντολής του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 στους υπαλλήλους ή δικηγόρους, μέσω της προγραμματικής σύμβασης της παρ. 1, διενεργείται με την υπογραφή σχετικής σύμβασης μεταξύ αυτών και του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. Με την ολοκλήρωση του ανατιθέμενου έργου οι συμβάσεις των υπαλλήλων ή δικηγόρων λήγουν αυτοδικαίως.
3.Η ψηφιοποίηση των στοιχείων των εκκρεμών υποθέσεων γίνεται με δαπάνη και ευθύνη του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. και με τις διαδικασίες ανάθεσης που προβλέπονται στον ν. 4412/2016 (Α' 147).
4.Οι υπάλληλοι και δικηγόροι της παρ. 1: α) ελέγχουν τη συνδρομή των νομίμων προϋποθέσεων για την καταβολή του τμήματος της αποζημίωσης που καταβάλλεται στον δικαιούχο δικηγόρο, προ της οριστικής εκκαθάρισης σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 15 και β) εφόσον συντρέχουν, εκδίδουν εντολή πληρωμής του αναλογούντος ποσού. Η πράξη του πρώτου εδαφίου παράγει πλήρη απόδειξη ως προς τα στοιχεία που εμπεριέχονται σε αυτήν. Η καταβολή του τμήματος της αποζημίωσης στους δικαιούχους νομικής βοήθειας πραγματοποιείται αμελλητί μετά από την έκδοση της εντολής πληρωμής του πρώτου εδαφίου.
5.Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. πραγματοποιείται κάθε μήνα από υπαλλήλους του, τυχαίος δειγματοληπτικός έλεγχος σε ποσοστό τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) των πράξεων της παρ.
4.Εάν από τον έλεγχο προκύψει ότι πράξεις της παρ. 4, με βάση τις οποίες χορηγήθηκε αποζημίωση, είναι εσφαλμένες ή ελλιπείς, οι σχετικές πράξεις, κατά περίπτωση, ανακαλούνται ή μεταρρυθμίζονται με απόφαση των αρμοδίων υπαλλήλων του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ., λόγω πλάνης περί τα πράγματα και αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά αναζητούνται από εκείνον που τα έλαβε βάσει του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/ 1974, Α' 90), εντόκως. Εάν το σφάλμα ή οι ελλείψεις οφείλονται σε βαρεία αμέλεια ή δόλο του προσώπου που εξέδωσε την πράξη της παρ. 4, το πρόσωπο αυτό ευθύνεται εις ολόκληρον με τον αχρεωστήτως λαβόντα για την επιστροφή ποσών που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως εξαιτίας του σφάλματος ή της έλλειψης.
6.Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών κατόπιν εισήγησης του Δ.Σ. του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ., ρυθμίζονται ο τρόπος επιλογής και αμοιβής των προσώπων που παρέχουν τις υπηρεσίες του παρόντος, εξειδικεύεται η διαδικασία ανάθεσης και καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.».
Άρθρο 57
Πόροι της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας - Τροποποίηση παρ. 7 άρθρου 133 ν. 4194/2013
Τo πρώτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 133 του ν. 4194/2013 (Α' 208) τροποποιείται, προκειμένου να προστεθούν ως πόροι της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος και τα ποσά από προγραμματικές συμβάσεις με φορείς του δημοσίου τομέα, καθώς και από ειδικές διατάξεις και η παρ. 7 του άρθρου 133 διαμορφώνεται ως εξής:
«7. Πόροι της Ολομέλειας είναι : α) η ετήσια συνδρομή κάθε δικηγορικού συλλόγου, η οποία και καθορίζεται με
απόφαση της Ολομέλειας, β) ποσά που καταβάλλονται στο πλαίσιο προγραμματικών συμβάσεων της Ολομέλειας με φορείς του δημοσίου τομέα, κατά την έννοια της περ. α' της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α' 143), γ) κάθε άλλος πόρος που προβλέπεται από ειδική διάταξη. Με κανονισμό, ο οποίος καταρτίζεται από επταμελή επιτροπή και εγκρίνεται από την Ολομέλεια με πλειοψηφία των μελών της, ρυθμίζονται θέματα λειτουργίας αυτής.»
Άρθρο 58
Καταργούμενες διατάξεις
Το άρθρο 470 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας [π.δ. 503/1985, (Α' 182), ΚΠολΔ] περί συζητήσεως στις υποθέσεις των μικροδιαφορών και το άρθρο 471 ΚΠολΔ περί της δημοσίευσης των αποφάσεων για τις υποθέσεις των μικροδιαφορών καταργούνται.
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 59
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1.Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Οικονομικών και Εσωτερικών, συστήνονται ή καταργούνται οι περιφερειακές υπηρεσίες της Δικαστικής Αστυνομίας των περ. β' και γ' της παρ. 2 του άρθρου 3 και καθορίζεται η έδρα τους.
2.α. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Προστασίας του Πολίτη, καθορίζονται οι αρμοδιότητες των περιφερειακών υπηρεσιών της Δικαστικής Αστυνομίας του άρθρου 4.
β. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Προστασίας του Πολίτη, καθορίζονται οι λεπτομέρειες σχετικά με τη στολή και τον οπλισμό της παρ. 7 του άρθρου 4, που φέρει το προσωπικό του αστυνομικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας.
3.Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών, τίθενται οι ουσιαστικές και διαδικαστικές ρυθμίσεις για την πλήρωση των θέσεων υπαλλήλων της Δικαστικής Αστυνομίας του άρθρου 15 και, κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις που αφορούν στους δημόσιους διοικητικούς υπαλλήλους, καθορίζονται ειδικά προσόντα και προϋποθέσεις για την πρόσληψη του αστυνομικού προσωπικού της Δικαστικής Αστυνομίας, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή του άρθρου 15.
4.α. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, οι θέσεις του άρθρου 16 κατανέμονται στη Διεύθυνση Δικαστικής Αστυνομίας και στις περιφερειακές υπηρεσίες.
β. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Οικονομικών, Προστασίας του Πολίτη και Εσωτερικών, δύνανται να συστήνονται και να καταργούνται οργανικές θέσεις του άρθρου 16, καθώς και να ανακατανέμονται ανά κατηγορία και κλάδο.
5.α. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Οικονομικών, Προστασίας του Πολίτη και Εσωτερικών, η οποία εκδίδεται μετά από πρόταση, κατά λόγον αρμοδιότητας, ενός ή περισσοτέρων εκ των Προέδρων των ανώτατων δικαστηρίων, του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο και του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, προκηρύσσεται ο διαγωνισμός του άρθρου 20 για τη πλήρωση των κενών οργανικών θέσεων των υπαλλήλων των περιφερειακών υπηρεσιών της Δικαστικής Αστυνομίας.
β. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Οικονομικών, Προστασίας του Πολίτη και Εσωτερικών, προκηρύσσεται διαγωνισμός για τη πλήρωση των κενών οργανικών θέσεων των υπαλλήλων της Διεύθυνσης Δικαστικής Αστυνομίας του άρθρου 20.
6.Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, ρυθμίζονται τα θέματα που σχετίζονται με τις αποδοχές των μελών των Επιτροπών του άρθρου 22, των εξεταστών, των επιτηρητών και των γραμματέων των επιτροπών διαγωνισμού και τη διαδικασία καταβολής τους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή του άρθρου 22.
7.Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών, καθορίζονται ο τόπος και ο τρόπος διενέργειας, καθώς και το περιεχόμενο της εισαγωγικής εκπαίδευσης του άρθρου 33, το εκπαιδευτικό προσωπικό, οι χώροι και οι εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούνται για την εκπαιδευτική διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου 33. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ένας ανώτατος ή ανώτερος δικαστικός λειτουργός που υπηρετεί σε δικαστήριο της Αθήνας ως υπεύθυνος εκπαίδευσης για την εισαγωγική εκπαίδευση του πολιτικού προσωπικού της Δικαστικής Αστυνομίας και ένας Αστυνομικός Διευθυντής ή Αστυνομικός Υποδιευθυντής ή Αστυνόμος Α' της ΕΛ.ΑΣ., ως υπεύθυνος εκπαίδευσης για την εισαγωγική εκπαίδευση του προσωπικού του αστυνομικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας που επιλέγεται με διαταγή της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης Ανθρωπίνων Πόρων του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ..
8.Με προεδρικό διάταγμα, κατόπιν πρότασης των Υπουργών Δικαιοσύνης, Οικονομικών και Εσωτερικών, καταρτίζεται ο Κανονισμός Λειτουργίας της Δικαστικής Αστυνομίας του άρθρου 42.
Άρθρο 60
Μεταβατικές διατάξεις
1. Για την κάλυψη των άμεσων αναγκών των υπηρεσιών του πολιτικού τομέα της Δικαστικής Αστυνομίας κατά τα τρία (3) πρώτα έτη εφαρμογής του παρόντος, οι οργανικές θέσεις που πρόκειται να συσταθούν με το προεδρικό διάταγμα του άρθρου 16 δύνανται να πληρούνται με αποσπάσεις ή μετατάξεις προσωπικού, σύμφωνα με τα άρθρα 31 και 35 του ν. 4873/2021 (Α' 248) και την παρ. 1 του άρθρου 177 του ν. 4876/2021 (Α' 251).
2.Ελλείψει υπαλλήλων της Δικαστικής Αστυνομίας που πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας, που ορίζονται στο άρθρο 36 και μέχρι την πρώτη εφαρμογή της εν λόγω διαδικασίας, για την επιλογή προϊσταμένων των τμημάτων της Διεύθυνσης Δικαστικής Αστυνομίας επιλέγονται υπάλληλοι του Υπουργείου Δικαιοσύνης που πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας του άρθρου αυτού. Στις περιφερειακές υπηρεσίες, καθήκοντα προϊσταμένου των τμημάτων του πολιτικού τομέα, ασκούν οι υπάλληλοι του πολιτικού τομέα απόφοιτοι ΠΕ Νομικών Τμημάτων ή Νομικών Σχολών, που διαθέτουν τα περισσότερα τυπικά προσόντα και καθήκοντα προϊσταμένων των τμημάτων του αστυνομικού τομέα ασκούν οι υπάλληλοι του αστυνομικού τομέα απόφοιτοι ΠΕ που διαθέτουν τα περισσότερα τυπικά προσόντα. Η επιλογή αυτή γίνεται από το υπηρεσιακό συμβούλιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
3.Μέχρι τη στελέχωση της Δικαστικής Αστυνομίας με το προσωπικό του αστυνομικού τομέα και πάντως όχι πέραν της 31ης.12.2023, το προσωπικό της ΕΛ.ΑΣ. συνεχίζει να ασκεί τα καθήκοντά του που σχετίζονται με τις δικαστικές υπηρεσίες.
Άρθρο 61
Καταργούμενες διατάξεις
Το άρθρο 36 του ν. 2145/1993 (Α' 88) περί της δυνατότητας ίδρυσης υπηρεσίας Δικαστικής Αστυνομίας καταργείται.
ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ
ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ
Άρθρο 62
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 29 Ιουλίου 2022
Νόμος 4963/2022 - ΦΕΚ 149/Α/30-7-2022
Σύσταση Δικαστικής Αστυνομίας και λοιπές επείγουσες διατάξεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
Διαβάστε επίσης
- Δικαστική Αστυνομία : Δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ ο νόμος 4963/2022 για τη σύστασή της.
- Δικαστική Αστυνομία: Κατατέθηκε στη Βουλή το Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης για τη σύστασή της