Προεδρικό Διάταγμα 219/1991 - ΦΕΚ 81/Α/30-5-1991
Περί Εμπορικών Αντιπροσώπων σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 86/653/ΕΟΚ του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ1 ΑΡΙΘ. 219/1991
ΦΕΚ 81/Α/30-5-1991
Περί Εμπορικών Αντιπροσώπων σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 86/653/ΕΟΚ του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
1.Τις διατάξεις του άρθρου 4 του Νόμου 1338/83 «Εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου» (ΦΕΚ 34/Α/1983), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 6 παράγρ. 4 του Ν. 1440/84 «Συμμετοχή της Ελλάδος στο Κεφάλαιο, στο Αποθεματικό χαι στις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητος Άνθρακος και Χάλυβος κάκτου Οργανισμού Εφοδιασμού «ΕΥΡΑΤ0Μ» (ΦΕΚ 70/Α/1984) και τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 του Ν. 1775/88 (ΦΕΚ 101/Α/88) και το άρθρο 65 του Ν. 1892/90 (ΦΕΚ 101/Α/31.7.90).
2.Την αριθ. Υ.1201/90· (ΦΕΚ 10/Β’/16.1.91) απόφαση του Πρωθυπουργού. Συμπλήρωση της Απόφασης του Πρωθυπουργού αριθμ. Υ.1201/5.10.1990).
3.Την υπ’ αριθ. 176/1991 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας μετά από πρόταση του Αναπληρωτή Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και του Υπουργού Εμπορίου, αποφασίζουμε:
Άρθρο 1.
(Άρθρα 1 και,2 της Οδηγίας 86/653/ΕΟΚ)
1.Σκοπός του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος είναι η προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 86/ 653/ΕθΚ του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Ε.Κ.) «για τον συντονισμό των δικαίων των κρατών μελών. όσον, αφορά τους εμπορικούς αντιπροσώπους (ανεξάρτητους επαγγελματίες)» που δημοσιεύθηκε στην ελληνική γλώσσα στην Έπίσημη Εφημερίδα των Ε.Κ. αριθμ. ΕΕ αριθμ. L 382 της 31.12.1986 σελ. 17.
2.Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Δ/τος, Εμπορικός Αντιπρόσωπος είναι εκείνος στον, οποίο, υπό την ιδιότητά του ως ανεξαρτήτου μεσολαβητή, ανατίθεμαι, σε μόνιμη βάση είτε να διαπραγματεύεται για λογαριασμό άλλου προσώπου, το οποίο καλείται στο εξής «αντιπροσωπευόμενος», τήν πώληση ή την αγορά εμπορευμάτων, είτε να διαπραγματεύεται και να συνάπτει τις πράξεις αυτές επ’ ονόματι και για λογαριασμό του αντιπροσωπευόμενου.
3.Εμπορικός Αντιπρόσωπος:
α) Οργανώνει ελεύθερα την εμπορική του δραστηριότητα χωρίς την παρέμβαση του αντιπροσωπευόμενου.
β) Διατηρεί δική του επαγγελματική στέγη.
γ) Είναι υποχρεωμένος να εγγράφει ως, εμπορικός αντιπρόσωπος στα αμιγή Εμπορικά Επιμελητήρια, ή στο Εμπορικό Τμήμα των λοιπών Επιμελητηρίων, την Οικονομική Εφορία του τόπου, όπου ασκεί το επάγγελμά του και το Ταμείο Ασφαλίσεως Εμπόρων.
δ) Μπορεί να διατηρεί υπαντιπροσώπους στην έδρα της εγκατάστασής του ή σε άλλες πόλεις μέσα στο γεωγραφικό τομέα στον οποίο ασκεί την δραστηριότητά του.
4.Εμπορικοί Αντιπρόσωποι, κατά την έννοια του παρόντος Δ/τος, δεν μπορούν να είναι ιδίως:
α) Τα πρόσωπα τα οποία υπό την ιδιότητα του οργάνου έχουν την εξουσία να δεσμεύουν μία εταιρεία ή ένωση προσώπων.
β) Οι εταίροι οι οποίοι έχουν νόμιμη εξουσία να δεσμεύουν τους άλλους εταίρους:
γ) Οι διαχειριστές που ορίζονται από το δικαστήριο, οι εκκαθαριστές ή οι σύνδικοι πτωχεύσεως.
Άρθρο 2.
(Άρθρο 2 της Οδηγίας 86/653/ΕΟΚ)
α) Τους μη αμειβόμενους Εμπορικούς Αντιπροσώπους, β) Τους Εμπορικούς Αντιπροσώπους εφόσον συναλλάσσονται στα Χρηματιστήρια Εμπορευμάτων ή στις αγορές πρώτων υλών.
Άρθρο 3.
(Άρθρο 22 της Οδηγίας 86/653/ΕΟΚ)
1.Για την άσκηση του επαγγέλματος του Εμπορικού Αντιπροσώπου, απαιτείται άδεια της Επιτροπής του άρθρου 16 παράγρ. 4 του Ν. 1746/88 «Ρύθμιση του θεσμού των Επιμελητηρίων και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 2/Α/1988).
2.Η θητεία των μελών της Επιτροπής, ο τρόπος εργασίας αυτής, οι δαπάνες λειτουργίας της, η σύσταση λογαριασμού υπέρ του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών, ο ορισμός αρμοδίου για την ανάληψη χρηματικών ποσών, καθώς και λοιπές λεπτομέρειες, ρυθμίζονται από τις διατάξεις των παραγρ. 2, 3 και 4 του άρθρου 3 του Ν. 307/76 («Περί Εμπορικών Αντιπροσώπων Εισαγωγής Εξαγωγής»), όπως οι διατάξεις της παραγρ. 4 του ανωτέρω άρθρου, τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με το άρθρο 11 παράγρ. 1 του Ν. 504/76.
3.Για την χορήγηση άδειας Εμπορικού Αντιπροσώπου, πρέπει να υποβληθούν στην προβλεπόμενη από την παράγρ. 1 του παρόντος άρθρου Επιτροπή τα παρακάτω δικαιολογητικά:
α) Πιστοποιητικό στο οποίο φαίνεται ότι δεν έχει καταδικαστεί για κακούργημα ή για παράβαση των Νόμων περί συναλλάγματος και προστασίας του Εθνικού Νομίσματος ή για αδικήματα κλοπής, υπεξαίρεση; απάτης πλαστογραφίας, χρεωκοπίας, λαθρεμπορίας, ψευδορκίας, τοκογλυφίας, δωροδοκίας καταδολιεύσεως δανειστών, απιστίας και εκβιάσεως ή απόπειρα τούτων και για παράβαση του νόμου περί ακάλυπτων επιταγών και Ναρκωτικών..
β) Πιστοποιητικό ιθαγένειας από το οποίο να προκύπτει ότι είναι 'Ελληνας υπήκοος ή υπήκοος χώρας μέλους των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
γ) Πιστοποιητικό αρμόδιας Δικαστικής Αρχής ότι δεν τελεί σε κατάσταση πτωχεύσεως ή αναλόγου διαδικασίας.
δ) Απολυτήριο Λυκείου ή Δημοσίας Εμπορικής Σχολής ή άλλης ισοτίμου ή αντίστοιχου προς αυτές Σχολής της ημεδαπής ή αλλοδαπής.
ε) Απόδειξη καταθέσεως παραβόλου εις τον διά του άρθρου 3 παράγρ. 4 του Ν. 307/76, συνιστώμενο λογαριασμό του οποίου το ποσόν καθορίζεται εκάστοτε με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
στ) Υπεύθυνη δήλωση ότι δεν είναι υπάλληλος του ευρυτέρου δημοσίου τομέα ή επιχείρησης στην οποία συμμετέχει το Δημόσιο κατά οιονδήποτε τρόπο.
4.'Οταν πρόκειται για φυσικά ή Νομικά πρόσωπα που προέρχονται από χώρες εκτός Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι άδειες ασκήσεως επαγγέλματος Εμπορικού Αντιπροσώπου, παρέχονται από την Επιτροπή της παραγρ. 1 του παρόντος άρθρου και σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγρ. 3 του άρθρου αυτού υπό τον όρο της αμοιβαιότητας.
Η αμοιβαιότητα για την άσκηση του επαγγέλματος του Εμπορικού Αντιπροσώπου από φυσικά ή Νομικά πρόσωπα που προέρχονται από χώρες εκτός Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, βεβαιώνεται με ειδική κάθε φορά πιστοποίηση, που εκδίδεται από την Ελληνική Διπλωματική Αρχή της χώρας από την οποία προέρχεται το παραπάνω Φυσικό ή Νομικό πρόσωπο.
Η άδεια ασκήσεως του επαγγέλματος από φυσικά ή Νομικά πρόσωπα που προέρχονται από χώρες εκτός Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ισχύει για όσο χρονικό διάστημα έχουν άδεια παραμονής οι ανωτέρω στην Ελλάδα και δίδεται παράταση της ισχύος της, κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων, για όσο χρόνο αντίστοιχα παρατείνεται η παραμονή τους στην Ελλάδα.
5.Άδεια Εμπορικού Αντιπροσώπου, χορηγείται σε Νομικά πρόσωπα εφόσον η ενέργεια των αντιπροσωπευτικών εργασιών, που καθορίζονται από την παραγρ. 1 του άρθρου 1 του παρόντος Δ/τος, προβλέπεται στο καταστατικός τους.
Για την χορήγηση της παραπάνω άδειας, οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις των περιπτ. α και δ της παραγρ. 3 του παρόντος άρθρου πρέπει να πληρούται στο πρόσωπο του νόμιμου εκπροσώπου του. Στην περίπτωση αλλαγής του νόμιμου εκπροσώπου το Νομικό πρόσωπο υποχρεούται εντός έξι μηνών, να υποβάλλει στην Επιτροπή του άρθρου 16 παραγρ. 4 του Ν. 1746/88 τα δικαιολογητικά που προ' βλέπονται από τις διατάξεις των περιπτώσεων α και δ της παραγρ. 3 του παρόντος άρθρου. Άλλως η άδεια παύει να έχει ισχύ.
Άρθρο 4.
(Άρθρα 3, 4 και 5 της Οδηγίας 86/653/ΕΟΚ)
1.Ο Εμπορικός Αντιπρόσωπος οφείλει κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων του να μεριμνά για τα συμφέροντα του αντιπροσωπευομένου και να δρα νόμιμα με βάση την καλή πίστη.
Ιδιαίτερα ο Εμπορικός Αντιπρόσωπος οφείλει:
α) Να ασχολείται με την δέουσα επιμέλεια κατά την διαπραγμάτευση και ενδεχομένως κατά την σύναψη των πράξεων οι οποίες του έχουν ανατεθεί.
β) Να ανακοινώνει στον αντιπροσωπευόμενο κάθε αναγκαία πληροφορία που διαθέτει.
γ) Να συμμορφώνεται προς τις υποδείξεις του αντιπροσωπευόμενου.
2.Ο αντιπροσωπευόμενος οφείλει κατά την διάρκεια των σχέσεων του με τον Εμπορικό Αντιπρόσωπο να δρα νόμιμα, με βάση την καλή πίστη.
Ιδιαίτερα ο αντιπροσωπευόμενος οφείλει:
α) Να θέτει στην διάθεση του Εμπορικού Αντιπροσώπου τα αναγκαία πληροφοριακά έγγραφα, που αφορούν τα εμπορεύματα περί των οποίων εκάστοτε πρόκειται.
β) Να παρέχει στον Εμπορικό Αντιπρόσωπο τις αναγκαίες πληροφορίες για την εκτέλεση της σύμβασης εμπορικής αντιπροσωπείας, ιδίως να ειδοποιεί τον Εμπορικό Αντιπρόσωπο μόλις προβλέψει ότι ο όγκος των εμπορικών πράξεων θα είναι αισθητά μικρότερος από εκείνον που ο αντιπρόσωπος θα έπρεπε να αναμένει οριστικά.
3.Ο αντιπροσωπευόμενος οφείλει, εξάλλου, να ενημερώνει τον Εμπορικό Αντιπρόσωπο σχετικά με την εκ μέρους του αποδοχή ή απόρριψη, καθώς και με την μη εκτέλεση μιάς εμπορικής πράξης για την οποία μεσολάβησε.
Άρθρο 5.
(Άρθρο 6 της Οδηγίας 86/653/ΕΟΚ)
1.Ο Εμπορικός Αντιπρόσωπος δικαιούται την ειδικώς συμφωνηθείσα αμοιβή.
2.Ελλείψει σχετικής συμφωνίας μεταξύ των μερών και ειδικών διατάξεων, η αμοιβή του εμπορικού αντιπροσώπου καθορίζεται σε ποσοστό επί της αξίας της συμβάσεως στην οποία μεσολαβεί ή συνάπτει για λογαριασμό του αντιπροσωπευομένου ανάλογα με τις συνήθειες που εφαρμόζονται στον τόπο που ασκεί τις δράστηριότητές του, τα εμπορεύματα, τα οποία αφορά η σύμβαση της εμπορικής αντιπροσωπείας και εν γένει όλα τα στοιχεία που έχουν σχέση με την εμπορική πράξη.
3.Προμήθεια κατά την έννοια του παρόντος Διατάγματος θεωρείται το είδος της αμοιβής του εμπορικού αντιπροσώπου το οποίο καθορίζεται ανάλογα με τον αριθμό και την αξία των υποθέσεων που διαπραγματεύεται.
4.Οι διατάξεις των επόμενων άρθρων 6 και 7 εφαρμόζονται εφόσον ο εμπορικός αντιπρόσωπος αμοίβεται συνολικά ή εν μέρει με προμήθεια.
Άρθρο 6.
(Άρθρο 7 παραγρ. 2, 8 και ,9 της Οδηγίας 86/653/ΕΟΚ)
1.Για εμπορική πράξη που έχει συναφθεί κατά την διάρκεια ισχύος της σύμβασης εμπορικής αντιπροσωπείας, ο Εμπορικός Αντιπρόσωπος δικαιούται προμήθεια εάν είναι αρμόδιος για ένα καθορισμένο γεωγραφικό τομέα και η πράξη έχει συναφθεί με πελάτη που ανήκει σε αυτόν τον τομέα.
2.Για εμπορική πράξη που έχει συναφθεί μετά την λύση της σύμβασης εμπορικής αντιπροσωπείας, ο Εμπορικός Αντιπρόσωπος δικαιούται προμήθειας:
α) Εάν η πράξη οφείλεται κυρίως στην δραστηριότητα που αυτός ανέπτυξε κατά την διάρκεια ισχύος της σύμβασης εμπορικής αντιπροσωπείας.
β) Εάν, σύμφωνα με τους όρους της παραγρ. 1 του παρόντος άρθρου η παραγγελία του τρίτου περιήλθε στον Εμπορικό Αντιπρόσωπο ή τον αντιπροσωπευόμενο πριν από την λύση της σύμβασης εμπορικής αντιπροσωπείας.
3.Ο Εμπορικός Αντιπρόσωπος δεν δικαιούται προμήθεια κατά την παράγρ. 1 του παρόντος άρθρον εάν αυτή οφείλεται, δυνάμει της τίαραγρ.2 του αυτού άρθρου, στον προηγούμενο οιντιπρόσωπο, εκτός'εάν λόγω της δραστηριότητάς τους θεωρείται δίκαιο η προμήθεια να διανεμηθεί μεταξύ τους.
Άρθρο 7.
(Άρθρα 10, 11 χαι 12 της Οδηγίας 86/653/ΕΟΚ)
1.Η αξίωση, επί της προμήθειας υφίσταται από .τον χρόνο και κατά το μέτρο που συντρέχει μία από τις παρακάτω περιπτώσεις:
α) Ο αντιπροσωπευόμενος εξετέλεσε την πράξη.
β) 0*όντιπροσωπευόμενος ώφελε να έχει εκτελέσει την πράξη δυνάμει της συμφωνίας που είχε συνάφθεί μέ τον τρίτο.
γ) 0 τρίτος εξετέλεσε την πράξη.
2.Η αξίωση επί της προμήθειας γεννάται όταν ο τρίτος έχει εκτελέσει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την σύμβαση ή θα έπρεπε να τις έχει εκτελέσει εάν ο αντιπροσωπευόμενος είχε προβεί στην απαραίτητη σύμπραξη για την ολοκλήρωσή της σύμβασης.
3.Η προμήθεια καταβάλλεται το αργότερο την τελευταία ημέρα του μηνός που ακολουθεί το τρίμηνο κατά την διάρκεια του οποίου είχε γεννηθεί η σχετική αξίωση.
4.Το δικαίωμα της προμήθειας αποσβένυνται μόνον εφόσον: από συμπεριφορά του τρίτου και του εντολέα προκύπτει ότι δεν θα εκτελεσθεί η σύμβαση και η μη εκτέλεση δεν οφείλεται σε γεγονότα για τα οποία είναι υπαίτιος ό αντιπροσωπευόμενος.
5.Ο αντιπροσωπευόμενος διαβιβάζει στον Εμπορικό Αντιπρόσωπο κατάσταση των οφειλομένων προμηθειών, το αργότερο την τελευταία ημέρα του μηνός που ακολουθεί το τρίμηνο κατά το οποίο γεννήθηκαν οι σχετικές αξιώσεις. Η κατάσταση αυτή αναφέρει όλα τα ουσιώδη στοιχεία βάσει των οποίων έχει υπολογιστεί το πόσο των προμηθειών.
6.Εμπορικός Αντιπρόσωπος δικαιούται να απαιτήσει να του παρασχεθούν όλες οι πληροφορίες και κυρίως απόσπασμα εγγραφών των' εμπορικών βιβλίων που χρειάζεται για την επαλήθευση του ποσού των οφειλομένων προμηθειών.
7.Δεν δύναται να συμφωνηθεί παραίτηση του Έμπορικού Αντιπροσώπου από τα δικαιώματα που απορρέουν, από τις διατάξεις των παραγρ. 2, 3, 4, 6. και 7 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 8.
(Άρθρα 13, 14, 15 και 16 της Οδηγίας 86/653/ΕΟΚ)
Διά την εφαρμογή του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος η σύμβαση εμπορικής αντιπροσωπείας πρέπει να συνομολογηθεί εγγράφως.
2.Σύμβαση ορισμένου χρόνου, την οποία τα δύο μέρη συνεχίζουν να εκτελούν μετά την λήξη της, θεωρείται ότι μετατρέπεται σε σύμβαση αορίστου χρόνου.·
3. 'Οταν η σύμβαση εμπορικής αντιπροσωπείας είναι αορίστου χρόνου, κάθε ενός από τους συμβαλλόμενους μπορεί νά την καταγγείλει, με τήρησή ορισμένης προθεσμίας
4.Η προθεσμία καταγγελίας είναι ένας μήνας για το πρώτο έτος της σύμβασης, δύο μήνες από την αρχή του. τέταρτου έτους, τέσσερις μήνες από την αρχή του τέταρτου έτους, πέντε μήνες από την αρχή του πέμπτου έτους και έξη μήνες από την αρχή του έκτου και τα επόμενα έτη. Δεν είναι δυνατόν να οριστούν μικρότερες προθεσμίες, με συμφωνία των συμβαλλομένων.
5.Αν τα μέρη ορίσουν μεγαλύτερες προθεσμίες καταγγελίας από εκείνες που προβλέπονται από την παράγρ. 4 η προθεσμία καταγγελίας την οποία πρέπει να τηρήσει ο αντιπροσωπευόμενος δεν μπορεί να είναι μικρότερη από εκείνη που ισχύει για τον εμπορικό αντιπρόσωπο.
6.Εφόσον τα μέρη δεν έχουν συμφωνήσει διαφορετικά, η λήξη της προθεσμίας καταγγελίας πρέπει να συμπίπτει με το τέλος του ημερολογιακού μηνός.
7.Οι διατάξεις των παραγρ. 3, 4, 5 και 6 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται όταν μία σύμβαση ορισμένου χρόνου μετατρέπεται σε σύμβασή αορίστου χρόνου κατ’ εφαρμογή της παραγρ. 2 του άρθρου αυτού.
Στην περίπτωση αυτή για τον καθορισμό της προθεσμίας καταγγελίας συνυπολογίζεται κοιι ο προηγούμενος ορισμένος χρόνος.
8.Η σύμβαση εμπορικής αντιπροσωπείας μπορεί νά καταγγελθεί κατά πάντα χρόνο και χωρίς την τήρηση των προθεσμιών της παραγρ.
4.σε περίπτωση κατά την οποία ένα εκ των μερών παραλείψει την εκτέλεση του συνόλου ή μέρος των συμβατικών υποχρεώσεων καθώς και σε περίπτωση ανωτέρας βίας.
Άρθρο 9.
(Άρθρα 17, 18 και 19 της Οδηγίας 86/653/ΕΟΚ)
1.α) Ο Εμπορικός Αντιπρόσωπος δικαιούται μετά την λύση της σύμβασης εμπορικής αντιπροσωπείας αποζημίωση εάν και εφόσον κατά την διάρκεια αυτής έφερε νέους πελάτες στον εντολέα ή προήγαγε σημαντικά τις υποθέσεις με τους υπάρχοντες πελάτες και ο εντολέας διατηρεί ουσιαστικά οφέλη που προκύπτουν από τις υποθέσεις με τους πελάτες αυτούς. '
β) Το ποσό της αποζημίωσης αυτής δεν μπορεί να υπερβαίνει ποσό ισοδύναμο με το μέσο ετήσιο όρο των αμοιβών που εισέπραξε ο εμπορικός αντιπρόσωπος κατά τα πέντε τελευταία έτη, αν δε η σύμβαση διήρκεσε λιγότερο από πέντε έτη, η.αποζημίωση υπολογίζεται με βάση το μέσο όρο της εν λόγω περιόδου.
γ) Η χορήγηση αυτής της αποζημίωσης δεν στερεί από τον εμπορικό αντιπρόσωπο την αξίωση .για την ανόρθωση της περαιτέρω ζημίας την οποία υπέστη όπως ορίζεται από τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα.
2.Η αξίωση του εμπορικού αντιπροσώπου για αποζημίωση ή ανόρθωση περαιτέρω ζημίας του, παραγράφεται εντός έτους από την λύση της σύμβασης.
3.Η αποζημίωση ή η αποκατάσταση της ζημίας, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του παρόντος δεν οφείλεται:
α) Οταν ο εντολέας καταγγείλει την σύμβασή λόγω υπαιτιότητος εμπορικού αντιπροσώπου, η οποία θα δικαιολογούσε καταγγελία της σύμβασης κατά πάντα χρόνο.'
β) ’Οταν ο εμπορικός αντιπρόσωπος καταγγέλει την. σύμβαση, εκτός εάν η λύση αυτή οφείλεται σε υπαιτιότητα του αιντιπροσωπευομένου ή δικαιολογείται από λόγους σωματικής αδυναμίας ή ασθένειας του εμπορικού αντιιπροσώπου εξ’ αιτίαις των οποίων δεν είναι δυνατόν να απαιτηθεί εύλογα από αυτόν η εξακολούθηση της δραστήριότητάς του.
4.Εμπορικός Αντιπρόσωπος πριν από την λήξη της σύμβασης δεν μπορεί να παραιτηθεί των δικαιωμάτων του που απορρέουν από τις παραπάνω παραγράφους.
Άρθρο 10
(Άρθρο 20 της Οδηγίας 86/653/ΕΟΚ)
1.Η συμφωνία που προβλέπει περιορισμό των επαγγελματικών δραστηριοτήτων του εμπορικού αντιπροσώπου μετά την λήξη της σύμβασης, ονομάζεται στο εξής . υποχρέωση μη ανταγωνισμού.
2. Η υποχρέωση μη ανταγωνισμού είναι ισχυρά εάν και εφόσον:
α) έχει συνομολογηθεί εγγράφως και
β) αφορά το γεωγραφικό τομέα, την ευθύνη του οποίου είχε ο εμπορικός αντιπρόσωπος καθώς και τον τύπο των εμπορευμάτων των. οποίων είχε την αντιπροσωπεία σύμφωνα με την σύμβαση.
3.Η υποχρέωση μη ανταγωνισμού ισχύει για περίοδο το πολύ ενός έτους μετά την λήξη της σύμβασής.
4.Με το άρθρο αυτό δεν θίγονται οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας οι οποίες επιβάλλουν άλλους περιορισμούς ως προς το κύρος ή την εφαρμογή ρητρών που περιέχουν υποχρέωση μη ανταγωνισμό ή προβλέπουν ότι τα. δικαστήρια μπορούν να μειώσουν τις υποχρεώσεις των συμβαλλομένων που απορρέουν από παρόμοια συμφωνία.
Άρθρο 11.
(Άρθρο 22 της Οδηγίας 86/653/ΕΟΚ).
1.Οι διατάξεις του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος εφαρμόζονται στις συμβάσεις που συνάπτονται μετά την έναρξη της ισχύος του.
2.Για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών από συμβάσεις που συνήφθησαν πριν από την ισχύ του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος εφαρμόζονται οι διατάξεις του διατάγματος αυτού την 1η Ιανουαρίου 1994.
Άρθρο 12.
Από της ισχύος του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος καταργείται κάθε διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις αυτού και ειδικά οι διατάξεις των άρθρων 1,2,4 παρ. 1.3, .4 και 5,6,7,11,12 του Ν. 307/1976 κα του άρθρου 11 του Ν. 504/76.
Στον Υπουργό Εμπορίου αναθέτουμε την δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος.
Αθήνα, 18 Μαΐου 1991
Κατεβάσετε επίσης το αρχείο με το πρωτότυπο κείμενο, όπως είναι δημοσιευμένο στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ.) του Εθνικού Τυπογραφείου.
Προεδρικό Διάταγμα 219/1991 - ΦΕΚ 81/Α/30-5-1991
Περί Εμπορικών Αντιπροσώπων σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 86/653/ΕΟΚ του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.