x

Σύνδεση

Δεν έχετε λογαριασμό; Εγγραφείτε

Κοινή Υπουργική Απόφαση 19040/1981 - ΦΕΚ 742/Β/9-12-1981

Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου.


Κοινή Υπουργική Απόφαση Αριθ. 19040/1981

ΦΕΚ 742/Β/9-12-1981

Χορήγηση επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους μισθωτούς όλης της χώρας που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Έχοντας υπόψη τις διατάξεις:

1.Του Νόμου 1901, 1951 «περί κυρώσεως του Α.Ν. 1777/1951 «περί συμπληρώσεως των διατάξεων του Α.Ν. 28/1944 και του άρθρου μόνου του Α.Ν. 866/1946» (ΦΕΚ 213/Α/1951).

2.Του Ν.Δ. 4547/1966 (άρθρον 2 παρ. 2) «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας κλπ» (ΦΕΚ 192/Α/1966).

3.Του Νόμου 1082/1980 (άρθρον 1) «περί τροποποιήσεως, αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως διατάξεων εργατικών νόμων και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων», (ΦΕΚ  250/Α/1980), αποφασίζουμε:

 

Άρθρον 1.

1.Όλοι οι μισθωτοί, που αμείβονται με μισθό ή με ημερομίσθιον, δικαιούνται, από τους πάσης φύσεως εργοδότες τους:

α)Επίδομα εορτών Χριστουγέννων ίσο με ένα μηνιαίο μισθό για τους αμειβόμενους με μισθό και με 25 ημερομίσθια για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο και

β)Επίδομα εορτών Πάσχα, ίσο με μισό μηνιαίο μισθό, για τους αμειβόμενους με μισθό, και με 15 ημερομίσθια για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο.

2.Τα ανωτέρω επιδόματα καταβάλλονται στο ακέραιο εφόσον η σχέση εργασίας των μισθωτών με τον υπόχρεο εργοδότη διάρκεσε ολόκληρη τη χρονική περίοδο, στην περίπτωση του επιδόματος εορτών Πάσχα από 1 Ιανουαρίου μέχρι 30 Απριλίου και στην περίπτωση του επιδόματος εορτών Χριστουγέννων από 1 Μαΐου μέχρι 31 Δεκεμβρίου κάθε χρόνου.

3.Από τους ανωτέρω μισθωτούς, εκείνοι, που η σχέση εργασίας τους με τον υπόχρεο, στην καταβολή του επιδόματος εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, εργοδότη, δεν διάρκεσε ολόκληρο το ανωτέρω χρονικό διάστημα, δικαιούνται:

α)Σαν επίδομα εορτών Χριστουγέννων, ποσό ίσο με 2/25 του μηνιαίου μισθού ή δύο (2) ημερομίσθια, ανάλογα με το συμφωνημένο τρόπο αμοιβής, για κάθε δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα διάρκειας της εργασιακής σχέσεώς τους, και

β)Σαν επίδομα εορτών Πάσχα ποσό ίσο με το 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού ή ένα ημερομίσθιο, ανάλογα με τον συμφωνημένο τρόπο αμοιβής, για κάθε 8ήμερο χρονικό διάστημα διάρκειας της εργασιακής σχέσεώς τους, μέσα στις χρονικές περιόδους που αναφέρονται στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου.

Για χρονικό διάστημα μικρότερο του 19ημέρου ή του 8ημέρου, αντίστοιχα, δικαιούνται ανάλογο κλάσμα.

4.Στο χρόνο διάρκειας της εργασιακής σχέσεως δεν υπολογίζονται οι ημέρες, κατά τις οποίες ο μισθωτός, αν και δεν ελύθηκε η εργασιακή του σχέση, απέσχε από την εργασία του αδικαιολόγητα, ή λόγω άδειας χωρίς αποδοχές.

Συνυπολογίζεται πάντως ο χρόνος της υποχρεωτικής αποχής από την εργασία των γυναικών πριν και μετά από τον τοκετό.

5.Οι απασχολούμενοι στα Δημόσια, Δημοτικά και Κοινοτικά Έργα, τις εποχιακά εκτελούμενες εργασίες, καθώς και οι μισθωτοί που απασχολούνται με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου ή για εκτέλεση ορισμένου έργου, δικαιούνται:

α)Σαν επίδομα εορτών Χριστουγέννων ένα (1) ημερομίσθιο για κάθε οκτώ (8) ημερομίσθια που πραγματοποίησαν, και

β)Σαν επίδομα εορτών Πάσχα, δύο (2) ημερομίσθια για κάθε δεκατρία (13) που πραγματοποίησαν, μέσα στις χρονικές περιόδους που αναφέρονται στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου ή ανάλογο κλάσμα για τα κάτω από οκτώ (8) ή από δέκα τρία (13) ημερομίσθια που πραγματοποίησαν αντίστοιχα.

 

Άρθρο 2.

Επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα δικαιούνται από τον υπόχρεο και με τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 της παρούσης και οι εξής:

1.Οι Νομικοί Σύμβουλοι και Δικηγόροι των πάσης φύσεως Νομικών Προσώπων και επιχειρήσεων και εκμεταλλεύσεων που αμείβονται με μισθό.

2.Οι μισθωτοί των γεωργοκτηνοτροφικών επιχειρήσεων (βουστασίων, λαχανοκήπων, ανθοκήπων, πτηνοτροφίων, και λοιπών), εφόσον οι σχέσεις τους διέπονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή άλλες πράξεις, από αυτές που αναφέρονται στο άρθρο 7 της παρούσης ή υπάγονται στην ασφάλιση του ΙΚΑ.

3.Το προσωπικό των γεωργοκτηνοτροφικών εργασιών που ασκούνται από το Δημόσιο, τις Ανώνυμες Εταιρείες, τις Συνεταιριστικές Οργανώσεις και λοιπά Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου ή Ιδιωτικού Δικαίου, ανεξάρτητα από την υπαγωγή τους στην ασφάλιση του ΙΚΑ ή από τον καθορισμό των αποδοχών τους με συλλογικές συμβάσεις και λοιπές πράξεις.

4.Οι μισθωτοί που τελούν σε κατάσταση στρατεύσεως:

Από αυτούς: α) αυτοί που έλαβαν κατά τις χρονικές περιόδους, που αναφέρονται στο άρθρο 1, επίδομα στρατεύσεως, δικαιούνται σαν επίδομα Χριστουγέννων και Πάσχα ανάλογο ποσό με το ύψος του επιδόματος στρατεύσεως και με το χρόνο που έλαβαν επίδομα στρατεύσεως μέσα στις περιόδους αυτές και

β)Αυτοί που απολύθηκαν από τις τάξεις του Στρατού μέσα στις χρονικές περιόδους αυτές, εφό-σον, όταν υπηρετούσαν στο στρατό κατά τις χρονικές αυτές περιόδους έλαβαν επίδομα στρατεύσεως, δικαιούνται επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, κατά τμήμα ανάλογο με το χρόνο της υπηρεσίας τους στο στρατό από τον υπόχρεο γι’ αυτό Οργανισμό ή εργοδότη και κατά τμήμα ανάλογο με τον χρόνο της πραγματικής υπηρεσίας τους από της απολύσεώς τους, από το στρατό μέχρι 31 Δεκεμβρίου ή μέχρι 30 Απριλίου, από τον εργοδότη.

Η στρατιωτική υπηρεσία των εφέδρων, που καλούνται για την εκτέλεση στρατιωτικών ασκήσεων, εφόσον δεν υπερβαίνει τον μήνα, λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στο χρόνο υπηρεσίας στον οικείο εργοδότη.

Προκειμένου για μισθωτούς που καλούνται στα όπλα κατόπιν γενικής επιστρατεύσεως, ολόκληρος ο χρόνος της υπηρεσίας τους στα όπλα σαν έφεδροι, που εμπίπτει στις χρονικές περιόδους που αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου 1 της παρούσης, προσμετρείται για τον υπολογισμό των οφειλομένων από τον εργοδότη επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, χωρίς να εφαρμόζονται σ’ αυτούς οι διατάξεις της παρούσης παραγράφου.

5.Οι μισθωτοί που διατελούσαν ή διατελούν σε κατάσταση ασθένειας δικαιούνται από τον εργοδότη τους, σαν επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, ποσά ανάλογα με τη διάρκεια της εργασιακής τους σχέσεως μέσα στις χρονικές περιόδους που αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου 1 της παρούσης, αφού αφαιρεθούν οι ημέρες ασθένειας, για τις οποίες έλαβαν επίδομα ασθένειας.

Αυτοί συμπληρωματικά δικαιούνται από τον οικείο Ασφαλιστικό Οργανισμό τα δώρα που προβλέπονται από τις οικείες αποφάσεις «περί χορηγήσεως δώρων για τις εορτές των Χριστουγέννων και Πάσχα στους συνταξιούχους και επιδοτουμένους, λόγω ασθένειας ασφαλισμένους», εφόσον με τις προϋποθέσεις που αναφέρονται σε αυτές δικαιούνται επίδομα ασθενείας.

Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα των υπαλλήλων της Αγροτικής Τράπεζας που εξήλθαν θεληματικά κατά το έτος 1958 και μετά θα υπολογίζονται με βάση το σύνολο της παροχής (σύνταξη και επικούρηση) που καταβάλλεται σε αυτούς κάθε μήνα.

 

Άρθρο 3.

1.Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα υπολογίζονται βάσει των πράγματι καταβαλλομένων μισθών ή ημερομισθίων την 10 Δεκεμβρίου κάθε χρόνου, για το επίδομα Χριστουγέννων και την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα για το επίδομα Πάσχα, ή την ημερομηνία λύσεως της εργασιακής σχέσεως.

Σαν καταβαλλόμενος μισθός ή ημερομίσθιο νοείται το σύνολο των τακτικών αποδοχών του μισθωτού, από τις οποίες εξαιρείται μόνο το επίδομα «δυσχερούς διαβιώσεως» το οποίο αποκλείεται από το Ν.Δ. 907/1971.

2.Τακτικές αποδοχές για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσης θεωρούνται ο μισθός ή το ημερομίσθιο, καθώς και κάθε άλλη παροχή (είτε σε χρήμα, είτε σε είδος, όπως τροφή, κατοικία κλπ.) εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη σαν συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης από τον μισθωτό εργασίας τακτικά κάθε μήνα, ή κατ’ επανάληψη περιοδικά, κατά ορισμένα χρονικά διαστήματα του χρόνου.

Σαν τακτικές αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικά εκείνες που έχουν κριθεί από την Νομολογία όπως:

(α)Η προσαύξηση της νομίμου και τακτικής εργασίας κατά τις Κυριακές ή αργίες και τις νυκτερινές ώρες, εφόσον δίνεται στον μισθωτό σταθερά και μόνιμα σαν τακτικό αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας, κατά τις ανωτέρω ημέρες και ώρες τακτικά κάθε μήνα ή κατά επανάληψη περιοδικά κατά ορισμένα διαστήματα του  χρόνου.

(β)Η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στο μισθωτό για τη νόμιμη υπερωριακή εργασία, εφόσον η εργασία αυτή χωρίς να απαγορεύεται από τον νόμο, παρέχεται τακτικά.

(γ)Το επίδομα αδείας και λοιπές τακτικές παροχές.

Επίσης η συμπληρωματική αμοιβή η οποία χορηγείται για υπερεργασία, δηλαδή για εργασία μέχρι συμπληρώσεως των 48 ωρών την εβδομάδα και η οποία πραγματοποιείται βάσει των διατάξεων των άρθρων 3, 4 και 6 της από 26.2.75 Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. και της υπ’ αριθ. 6/79 αποφάσεως του Δ.Δ.Δ.Δ. Αθηνών που κυρώθηκε με τον Ν. 1082/80, υπολογίζεται στα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα ή ανωτέρω υπερεργασία πραγματοποιείται  τακτικά. Σαν τακτική υπερεργασία θεωρείται όχι μόνο η συνεχής αλλά και εκείνη η οποία εμφανίζει ορισμένη συχνότητα επαναλήψεως από την φύση της και σύμφωνα με το πρόγραμμα του εργοδότη.

Η ανωτέρω αμοιβή (υπερωρίας και υπερεσεργίας) υπολογίζεται βάσει του ποσού ίσου με τον μέσο όρο των αμοιβών τούτων, τις οποίες έλαβε κάθε μισθωτός κατά τις χρονικές περιόδους, του άρθρου 1 της παρούσας ή μέχρι λύσεως της σχέσεως εργασίας χρονικό διάστημα.

3.Οι μισθωτοί που οι καταβαλλόμενες αποδοχές τους την 15η ημέρα πριν από το Πάσχα ή την 10 Δεκεμβρίου κάθε χρόνου ή κατά τον χρόνο λύσεως της εργασιακής σχέσεως, δεν υπερβαίνουν τις αποδοχές που καθορίζονται από τις οικείες συλλογικές συμβάσεως, διαιτητικές αποφάσεις ή άλλες διατάξεις που ισχύουν τις ημερομηνίες αυτές ή που δημοσιεύονται μεταγενέστερα, αλλά έχουν ισχύ που ανατρέχει σε χρόνο προηγούμενο των ημερομηνιών αυτών, δικαιούνται τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα με βάση τις αποδοχές που προβλέπονται από αυτές (Σ.Σ.Ε. ή Δ.Α. ή άλλες διατάξεις).

4.Στους υπαλλήλους που συνδέονται με το Δημόσιο ή τα Ν.Π.ΔΔ. με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου και έχουν αντιμισθία τακτικού διοικητικού υπαλλήλου, καταβάλλονται σαν επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, ότι και στους  τακτικούς υπαλλήλους του αντίστοιχου μισθού.

 

Άρθρο 4.

1.Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα των κατωτέρω κατηγοριών μισθωτών υπολογίζονται με τις προϋποθέσεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 1 της παρούσης βάσει του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών ή του μέσου ημερομισθίου των αμοιβών, τις οποίες λαμβάνει κάθε μισθωτός στα χρονικά διαστήματα που προσδιορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 1 της παρούσης ή μέχρι της λύσεως της σχέσεως εργασίας. Ειδικότερα το μέσο ημερομίσθιο βρίσκεται με τη διαίρεση του συνόλου των αμοιβών αυτών, με τον συνολικό αριθμό των ημερών, που περιλαμβάνονται στα προαναφερόμενα χρονικά διαστήματα και κατά τις οποίες ο μισθωτός εργάστηκε ή πάντως διατήρησε αξίωση για τις αποδοχές του.

α)Εργατοτεχνίτες, εκτός των κατηγοριών που αναφέρονται στα επόμενα άρθρα που ασχολούνται σε ένα εργοδότη και αμείβονται κατά μονάδα εργασίας ή με ποσοστά ή με άλλο σύστημα κυμαινομένων αποδοχών, όπως με μικτό σύστημα (βασικό ημερομίσθιο με πρόσθετες αμοιβές βάσει παραγωγής ή αυξημένης αποδόσεως) κλπ.

β)Υπάλληλοι που αμείβονται κατά μονάδα εργασίας, ή με μισθό και ποσοστά.

γ)Μισθωτοί που απασχολούνται σε περισσότερους από ένα εργοδότες γενικά και αμείβονται με μισθό ή ημερομίσθιο ή ωρομίσθιο ή κατά μονάδα εργασίας.

δ)Μισθωτοί που ασχολούνται σε ένα μόνο εργοδότη και αμείβονται με ωρομίσθιο.

Με τον ίδιο τρόπο υπολογίζονται τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα των δημοσιογράφων οι οποίοι αμείβονται με το σύστημα αμοιβής κατά μονάδα εργασίας, καθώς και των ξεναγών.

2.Αυτοί που βρίσκονται σε κατάσταση διαθεσιμότητας, δικαιούνται για τον χρόνο της καταστάσεώς τους αυτής το μισό των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα που αναλογούν στο χρόνο αυτό.

3.Οι μισθωτοί που έχουν εργαστεί με το σύστημα της εργασίας «εκ περιτροπής», δικαιούνται τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, που αναλογούν στις μέρες κατά τις οποίες λόγω του συστήματος αυτού δεν πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους, στο μισό.

4.Οι μισθωτοί που απασχολούνται στην επεξεργασία και συσκευασία σταφίδας, στην συσκευασία και κοπή σταφυλίων, καθώς και στην συσκευασία εσπεριδοειδών και φρούτων γενικά, δικαιούνται σαν επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ένα ημερομίσθιο για κάθε πέντε (5) ημερομίσθια που πραγματοποίησαν μέσα στις χρονικές περιόδους της παρ. 2 του άρθρου 1 της παρούσης και κλάσμα αυτού ανάλογο, για τα κάτω των 5 ημερομίσθια που πραγματοποίησαν.

Αυτά υπολογίζονται, για μεν τους μισθωτούς που αμείβονται με ημερομίσθιο σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 3 της παρούσης, για δε τους αμειβόμενους κατά μονάδα εργασίας (κατασκευαστές, καρφωτές σταφιδοκιβωτίων και λοιπούς), βάσει του πηλίκου της διαιρέσεως των αμοιβών που έλαβαν κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα, με τον αριθμό των ημερομισθίων που πραγματοποίησαν.

5.Οι υφαλοχρωματιστές, ναυπηγοξυλουργοί, ματσακονιστές και λεβητοκαθαριστές ατμοπλοίων δικαιούνται επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, σύμφωνα με τα οριζόμενα από τα άρθρα 1 (παρ. 4) και 3 (παρ. 1) της παρούσης.

Τα εργατικά τιμολόγια των υφαλοχρωματιστών και ματσακονιστών, που έχουν εγκριθεί, προσαυξάνονται κατά 30%, από 21 Δεκεμβρίου μέχρι 19 Ιανουαρίου επόμενου χρόνου, για το επίδομα Χριστουγέννων και επί 15 ημέρες πριν από την Μεγάλη Πέμπτη, για το επίδομα Πάσχα.

6.Ειδικά οι θυρωροί Πολυκατοικιών και Μεγάρων δικαιούνται σαν επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ποσά ίσα με το 25πλάσιο ή το 15πλάσιο αντίστοιχα του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου, επιφυλασσομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 1 της παρούσης, εκτός εάν οι σε χρήμα μηνιαίες αποδοχές, που καταβάλλονται πράγματι σ’ αυτούς, ή το μισό αυτών, είναι ανώτερες των ποσών που προσδιορίζονται κατ’ αυτό τον τρόπο.

7.Κάθε ταξιθέτης και κάθε ταξιθέτρια των θεατρικών και κινηματογραφικών επιχειρήσεων δικαιούνται, με τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 της παρούσης, επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, ίσα με το 25πλάσιο ή το 15πλάσιο αντίστοιχα του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου.

8.Κάθε ένας από τους οδηγούς επιβατηγών αυτοκινήτων (ταξί και αγοραία) δικαιούται, για να λάβει επίδομα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, να εισπράττει ολόκληρη την αύξηση της πτώσεως της σημαίας του μετρητή που χορηγείται λόγω των εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα. Επί πλέον αυτοί δικαιούνται από τον εκμεταλλευόμενο το αυτοκίνητο, με τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 2 της παρούσης, ποσά ίσα με το 6πλάσιο για το επίδομα Πάσχα και το 11πλάσιο για το επίδομα Χριστουγέννων, του γεν. κατωτάτου ορίου ημερομισθίου.

Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν θα δοθεί δικαίωμα εισπράξεως της αυξήσεως του μετρητή ή προκειμένου για οδηγούς αυτοκινήτων που δεν έχουν μετρητή, δικαιούνται αυτοί σαν επίδομα Χριστουγέννων και Πάσχα από τον εκμεταλλευόμενο το αυτοκίνητο και με τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 2, της παρούσης ποσά ίσα με το 25πλάσιο, για το επίδομα Χριστουγέννων και 15πλάσιον για το επίδομα Πάσχα, του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου. Στα ποσά αυτά συμψηφίζεται το δικαίωμα εκκινήσεως που τυχόν εισπράττεται από αυτούς για τις εορτές Χριστουγέννων ή Πάσχα.

Τα τελευταία αυτά ποσά δικαιούται και κάθε ένας από τους οδηγούς αυτοκινήτων εκκενώσεως βόθρων, εφόσον αμείβεται με ποσοστά ή κατ’ αποκοπή.

9.Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα του προσωπικού που απασχολείται για την εξυπηρέτηση του οίκου του εργοδότη (βοηθοί, θαλαμηπόλοι, παιδαγωγοί, κηπουροί, μάγειροι κλπ) υπολογίζονται βάσει των σε χρήμα μόνο καταβαλλόμενων σε κάθε ένα μηνιαίων αποδοχών.

Ειδικά για τις οικιακές βοηθούς, ανεξάρτητα από την ηλικία τους τα επιδόματα αυτά δεν μπορούν να είναι κατώτερα του 10πλάσιου για του επίδομα Χριστουγέννων και του 8πλάσιου για το επίδομα Πάσχα του γεν. κατωτάτου ορίου ημερομισθίου, μειούμενα ανάλογα γι’ απασχόληση μικρότερη των χρονικών περιόδων που ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 1 της παρούσης.

 

Άρθρο 5.

1.Με το σκοπό να λάβουν επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και οι σερβιτόροι και βοηθοί που αμείβονται με ποσοστά και εργάζονται στα εστιατόρια, ζυθεστιατόρια, οινομαγειρεία, ταβέρνες, κοσμικά κέντρα διασκεδάσεως, καφενεία, καφεζαχαροπλαστεία, αναψυκτήρια, ζαχαροπλαστεία γαλακτοπωλεία, εξοχικά κέντρα και συναφή καταστήματα, αυξάνονται τα ποσοστά που έχουν κανονιστεί για την αμοιβή τους από 16% σε 28%, από 13% σε 21% και από 11% σε 18%, για τις χρονικές περιόδους από την Μεγάλη Τρίτη μέχρι και την 9η ημέρα μετά το Πάσχα και από 16 Δεκεμβρίου μέχρι 15 Ιανουαρίου επόμενου χρόνου ειδικά δε για τις κοσμικές ταβέρνες, κέντρα διασκεδάσεως, εξοχικά κέντρα και ψητοπωλεία από το Μεγάλο Σάββατο μέχρι και την 13ην ημέρα μετά το Πάσχα και από 23 Δεκεμβρίου μέχρι 22 Ιανουαρίου επόμενου χρόνου.

Το προϊόν της ανωτέρω αυξήσεως των ποσοστών περιέρχεται στον οικείο εργοδότη, ο οποίος, υποχρεούται, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 1 της παρούσης, να καταβάλλει σαν επίδομα εορτών Χριστουγέννων ποσό ίσο με το 25πλάσιο και σαν επίδομα εορτών Πάσχα ποσό ίδιο με το 15πλάσιο, του τεκμαρτού ημερομισθίου της ασφαλιστικής κλάσεως του (ΙΚΑ), στην οποία κάθε ένας σερβιτόρος ή βοηθός ανήκει, ή ανάλογο κλάσμα.

Κατ’ εξαίρεση, προκειμένου για τους σερβιτόρους και βοηθούς των κοσμικών ταβερνών, κοσμικών κέντρων διασκεδάσεως, εξοχικών κέντρων μετά ορχήστρας και ψητοπωλείων, της περιοχής Νομού Αττικής, εκτός Νήσων, το προϊόν της ανωτέρω αυξήσεως των ποσοστών μοιράζεται μεταξύ των εργαζομένων, κατά τις περιόδους που αναφέρονται παραπάνω και κατά την αυτή αναλογία, κατά την οποία μοιράζεται και η τακτική από τα ποσοστά αμοιβή τους.

2.Με τα ίδια ποσοστά και για ίδιο χρονικά διάστημα, δηλαδή από το Μ. Σάββατο μέχρι και την 13η ημέρα μετά το Πάσχα και από 23 Δεκεμβρίου μέχρι 22 Ιανουαρίου επομένου χρόνου, αυξάνονται τα δικαιώματα υπηρεσίας του προσωπικού της Διεθνούς Εταιρείας Κλιναμαξών που απασχολείται με την περιποίηση.

Σε περίπτωση όμως, κατά την οποία το ποσό αυτό με τον μισθό που καταβάλλεται στο ανώτερο προσωπικό σε χρήμα και το προϊόν της ανωτέρω αυξήσεως δεν καλύπτει τους μισθούς ασφαλείας που καθορίζονται από την εκάστοτε ισχύουσα γι’ αυτούς Συλλογική Σύμβαση Εργασίας ή απόφαση Διαιτησίας, υποχρεούται ο εργοδότης να καταβάλλει σε κάθε ένα την προκύπτουσα διαφορά. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 1 της παρούσης.

3.Για να λάβει επιδόματα Χριστουγέννων και Πάσχα και το προσωπικό των Κουρείων και Κομμωτηρίων, που αμείβεται με ποσοστά μόνο αυξάνονται κατά 30% για 15 ημέρες πριν από το Πάσχα και από 6 Δεκεμβρίου μέχρι 5 Ιανουαρίου του επόμενου χρόνου, οι τιμές των κουρευτικών και λοιπών υπηρεσιών που παρέχονται στα ανωτέρω καταστήματα.

Το ποσό που προκύπτει από την αύξηση αυτή, μετά την παροχή από αυτά ποσού ίσου με το 8πλάσιο για το επίδομα Χριστουγέννων και το 4πλάσιο για το επίδομα Πάσχα του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου, σε κάθε βοηθό κουρείου και κομμωτηρίου, μοιράζεται σε ίσα μέρη, σε όλους τους τεχνίτες και τεχνίτριες, κάθε κουρείου ή κομμωτηρίου και αποκλείονται οι προσωπικά εργαζόμενοι εργοδότες, εφ’ όσον αυτοί απασχολούν περισσότερους από ένα τεχνίτες.

Σε περίπτωση συμμετοχής των εργοδοτών στο προϊόν της ανωτέρω αυξήσεως, τα επιδόματα για τους βοηθούς αφαιρούνται από το μερίδιό τους. Κουρεία ή Κομμωτήρια, τα οποία δεν αυξάνουν κατά τα ανωτέρω τις τιμές, υποχρεούνται να καταβάλλουν σε κάθε ένα που εργάζεται σ’ αυτά με ποσοστά, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 2 της παρούσης, σαν επίδομα εορτών Πάσχα ποσό ίσο με το 15πλάσιο και σαν επίδομα εορτών Χριστουγέννων ποσό ίδιο με το 25πλάσιο, του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου για τους τεχνίτες – τεχνίτριες και ποσό ίσο με το 10πλάσιο για το επίδομα των Χριστουγέννων και το 6πλάσιο για το επίδομα Πάσχα του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου για τους βοηθούς κουρείων και κομμωτηρίων.

4.Για να λάβει επιδόματα εορτών Χριστουγέννων κι Πάσχα και το προσωπικό που αμείβεται με ποσοστά και εργάζεται στις επιχειρήσεις λουτρών καθαριότητος, ιαματικών και θαλασσίων που λειτουργούν σε ολόκληρη τη χώρα, αυξάνονται κατά ποσοστό 25% οι τιμές των εισιτηρίων από 8 Δεκεμβρίου μέχρι 25 Ιανουαρίου επόμενου χρόνου και από την Μεγάλη Τρίτη και μέχρι την 9η ημέρα μετά το Πάσχα.

Το προϊόν της ανωτέρω αυξήσεως περιέρχεται στον οικείο εργοδότη ο οποίος υποχρεούται να καταβάλλει σαν επίδομα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ποσά ίσα με το 25πλάσιον ή 15πλάσιο αντίστοιχα του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου τηρουμένου βέβαια των προϋποθέσεων του άρθρου 1 της παρούσης.

5.Επίσης, για την παροχή των επιδομάτων εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων που προβλέπονται από την παρούσα στο προσωπικό των στιλβωτηρίων, αυξάνονται από τη Μεγάλη Τρίτη και μέχρι την 9η μέρα μετά το Πάσχα και από 15 Δεκεμβρίου μέχρι 14 Ιανουαρίου του επόμενου χρόνου, σε ποσοστό 30%, οι τιμές του στιλβώματος.

Το ποσό που συγκεντρώνεται από τη αύξηση αυτή, μοιράζεται σε ίσα μέρη μεταξύ όλων των στιλβωτών που εργάζονται σε κάθε κατάστημα.

6.Το αμειβόμενο με ποσοστά προσωπικό των Νομικών Προσώ-πων Δημοσίου και Ιδιωτικού Δικαίου και των Επαγγελματικών Οργανώσεων, οι αμειβόμενοι με ποσοστά (εισπράκτορες και πλασιέ) των κάθε μορφής επιχειρήσεων, που απασχολούνται σε ένα μόνο εργοδότη, καθώς και οι ζυγιστές των Δημοτικών Στατήρων, δικαιούνται, σαν επιδόματα εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων ποσό ίσο με το μέσο όρο των απολαβών που προκύπτουν από τα ποσοστά, στις χρονικές περιόδους που προσδιορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 1 της παρούσης.

7.Για να λάβουν επιδόματα εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων οι απασχολούμενοι σε μη μόνιμο εργοδότη και με τιμολόγιο ή κατά μονάδα εργασίας αμειβόμενοι, όπως οι οψοκομιστές, συντηρητές ζώων, ελαιομετρητές, καραγωγείς, ραπτεργάτες, φορτ/τές, που δεν διέπονται από την κείμενη νομοθεσία περί φορτ/των λιμένων ή ξηράς κ.λπ. αυξάνονται τα νόμιμα τιμολόγια αμοιβής των που έχουν εγκριθεί ή συμφωνηθεί κατά 30% από 7 ημέρες πριν μέχρι και την 7η μέρα μετά το Πάσχα και από 18 Δεκεμβρίου μέχρι και τη 17η Ιανουαρίου του επόμενου χρόνου.

 

Άρθρο 6.

Το συνολικό ποσό του επιδόματος εορτών Πάσχα, καθώς και του επιδόματος Χριστουγέννων, δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να υπερβαίνει τον ένα ή μισό μισθό αντίστοιχα για τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό και τα 25 ή τα 15 ημερομίσθια αντίστοιχα για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο, όπως προσδιορίζεται στα άρθρα 3 και 4 της παρούσης.

 

Άρθρο 7.

Διατάξεις Νόμων, Διαταγμάτων, Υπουργικών αποφάσεων, Συλλογικών Συμβάσεων, Διαιτητικών Αποφάσεων, Εσωτερικών Κανονισμών και λοιπών σχετικών πράξεων, οι οποίες προβλέπουν ευνοϊκώτερες από την παρούσα όρους παροχής επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα υπερισχύουν.

 

Άρθρο 8.

1.Επιχειρήσεις, οι οποίες εξαιτίας οικονομικών δυσχερειών είχαν αργήσει από 1 Ιανουαρίου μέχρι 30 Απριλίου ή από 1 Μαΐου μέχρι 31 Δεκεμβρίου κάθε χρόνου, μπορούν να καταβάλλουν τα επιδόματα εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων που προβλέπονται από την παρούσα μειωμένα α) στο μισό αν είχαν αργήσει συνέχεια και ολοκληρωτικά για χρόνο μεγαλύτερο από ένα μήνα όχι όμως και από δύο, και β) στα 2/3 αυτού, εάν είχαν αργήσει συνέχεια και ολοκληρωτικά για χρόνο μεγαλύτερο από δύο μήνες.

2.Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στο προσωπικό των ανωτέρω επιχειρήσεων, το οποίο εξακολούθησε να παρέχει τις υπηρεσίας παρά την αργία της επιχειρήσεως, ούτε στο προσωπικό των επιχειρήσεων, που λειτουργούν εποχιακά.

 

Άρθρο 9.

Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα υπόκεινται, όπως και οι τακτικές αποδοχές, σε όλες τις κρατήσεις και εισφορές που προβλέπονται για τους οικείους ασφαλιστικούς Οργανισμούς και λοιπούς Οργανισμούς ή Λογαριασμούς Κοινωνικής Πολιτικής. Οι κρατήσεις αυτές καταβάλλονται σε τέσσερις (4) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη μέχρι τη 15 Ιανουαρίου κάθε χρόνου, για το επίδομα Χριστουγέννων και μέχρι την 30 Μαΐου κάθε χρόνου, για το επίδομα Πάσχα.

 

Άρθρο 10.

1.Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, που σε κα-μία περίπτωση δεν επιτρέπεται να καταβληθούν σε είδος, αλλά σε χρήμα μόνο, καταβάλλονται την 21 Δεκεμβρίου και τη Μεγάλη Τετάρτη αντίστοιχα. Ο εργοδότης όμως μπορεί να παρακρατήσει μέχρι την 31 Δεκεμβρίου ή την 30 Απριλίου το ποσό που αναλογεί στα επιδόματα, χωρίς να μπορεί να το καταβάλλει αργότερα από τις ημερομηνίες αυτές.

2.Τα ανωτέρω επιδόματα Πάσχα και Χριστουγέννων μπορούν να περιορισθούν για τους υπαλλήλους και για τους εργάτες, και των δύο φύλλων, σε ποσά ίσα με το 50πλάσιο για το επίδομα Πάσχα, και το 100πλάσιο για το επίδομα Χριστουγέννων, του γενικού κατωτάτου ορίου ημερομισθίου. Τα ποσά αυτά μειώνονται ανάλογα γι’ απασχόληση μικρότερη των χρονικών περιόδων που αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου 1 της παρούσης.

3.Ο ανωτέρω περιορισμός δεν μπορεί να έχει εφαρμογή στις περιπτώσεις, στις οποίες τα επιδόματα Πάσχα και Χριστουγέννων (δώρα) καταβάλλονται μέχρι τώρα, είτε από συμβατική υποχρέωση ή συνήθεια, είτε από υποχρεωτικό κανόνα δικαίου, με βάση ψηλό-τερα ποσά αποδοχών ή αν, από την οικεία συλλογική σύμβαση εργασίας ή απόφαση διαιτησίας ή άλλη διάταξη, προκύπτει, κατά την έννοια των άρθρων 3 και 4 της παρούσης, μισθός ή ημερομίσθιο ψηλότερο.

 

 

Άρθρο 11.

Οι διατάξεις της παρούσης δεν έχουν εφαρμογή στις κατωτέρω περιπτώσεις:

α)Στους εργάτες των λοιπών, εκτός από τις γεωργικές ή κτηνοτροφικές εργασίες που αναφέρονται στο άρθρο 2.

β)Στους εργαζόμενους κατ’ οίκον σε κωμοπόλεις (δήμους ή κοινότητες) πληθυσμού κάτω από έξη χιλιάδες (6.000) κατοίκους.

γ)Στους μισθωτούς που αμείβονται με ποσοστά, εκτός από τις εξαιρέσεις που αναφέρονται ανωτέρω.

δ)Στους Φορτοεκφορτωτές Λιμένων και Ξηράς που διέπονται από την νομοθεσία που τους αφορά.

Από την ισχύ της παρούσης παύουν να ισχύουν αι διατάξεις των υπ αριθ. 19430/2.12.80 και 12921/3.4.81 αποφάσεών μας.

 

Αθήναι, 7 Δεκεμβρίου 1981

 


Κατεβάσετε το αρχείο με το πρωτότυπο κείμενο, όπως είναι δημοσιευμένο στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ.) του Εθνικού Τυπογραφείου.


 

Έχει διαβαστεί 5308 φορές
Προηγούμενο άρθρο
Νόμος 1239/1982 - ΦΕΚ 35/Α/23-3-1982

Τελευταία Νέα