Υπουργική Απόφαση 1141.1/04/2004 - ΦΕΚ Β-663/7-5-2004
Κύρωση κανονισμού οπλοκατοχής, οπλοφορίας και οπλοχρησίας προσωπικού Λιμενικού Σώματος.
ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
Έχοντας υπόψη:
1.α) Το άρθρο 126 παραγρ. 2(β) του «Κώδικα προσωπικού Λιμενικού Σώματος», που κυρώθηκε με τον Ν. 3079/2002 (Α' 311).
β) Τη διάταξη του άρθρου 29Α του Ν. 1558/1985 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα» (Α'137) το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 27 του Ν. 2081/1992 (Α' 154) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 2469/1997 (Α' 36).
2.Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:
Κυρώνουμε τον από 27.4.2004 και με αριθμ. 68 «Κανονισμό οπλοκατοχής, οπλοφορίας και οπλοχρησίας προσωπικού Λιμενικού Σώματος».
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΟΠΛΟΚΑΤΟΧΗΣ ΟΠΛΟΦΟΡΙΑΣ ΟΠΛΟΧΡΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΛΣ
Άρθρο 1
Εφοδιασμός Υπηρεσιών με οπλισμό εξοπλισμό.
1.Οι Υπηρεσίες του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας (Κεντρικές και Περιφερειακές), που στελεχώνονται με στρατιωτικό προσωπικό του Λιμενικού Σώματος, με μέριμνα της αρμόδιας Υπηρεσίας του, εφοδιάζονται με κατάλληλο οπλισμό για την κάλυψη των αναγκών του προσωπικού τους, λαμβανομένων υπόψη και των αναγκών που θα προκύψουν για την υλοποίηση των ισχυόντων σχεδίων επιστράτευσης. Επίσης εφοδιάζονται με λοιπά δημόσια είδη όπως αλεξίσφαιρα γιλέκα, κράνη, φορητά μέσα επικοινωνίας και γενικά με κάθε αστυνομικής ή στρατιωτικής μορφής υλικό, που προμηθεύεται το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας για την ορθή και ασφαλή εκτέλεση των καθηκόντων του προσωπικού Λ.Σ., που σχετίζονται με την τήρηση της τάξης και ασφάλειας στους χώρους τοπικής του αρμοδιότητας.
2.Στην έννοια του οπλισμού περιλαμβάνονται τα πυροβόλα, τα χημικά, οι σιγαστήρες, οι σκοπευτικές διόπτρες, οι αστυνομικές ράβδοι και γενικά κάθε άλλου είδους όπλα και πυρομαχικά που περιλαμβάνονται στις διατάξεις του Ν. 2168/1993 και εφοδιάζεται με αυτά το Λιμενικό Σώμα.
Άρθρο 2
Προϋποθέσεις οπλοκατοχής και οπλοφορίας υπηρεσιακού όπλου.
1.Το «εν ενεργεία» προσωπικό Λ.Σ. ( Αξιωματικοί Ανθυπασπιστές Υπαξιωματικοί και Λιμενοφύλακες) επιτρέπεται, εφόσον κρίνεται σωματικά και ψυχικά κατάλληλο, να κατέχει και να φέρει, με στολή ή πολιτική περιβολή, υπηρεσιακό περίστροφο ή πιστόλι, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.
2.Το προσωπικό Λ.Σ., στο οποίο έχουν ανατεθεί καθήκοντα σε Υπηρεσίες Ασφαλείας, Περιφερειακές Ομάδες Δίωξης Ναρκωτικών και Κλιμάκια Ειδικών Αποστολών των Λιμενικών Αρχών, στη Μονάδα Υποβρυχίων Αποστολών ή σε οποιαδήποτε άλλη, που η φύση της αποστολής της ή κατά την κρίση του Προϊσταμένου επιβάλλεται, φέρει πάντοτε κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του υπηρεσιακό περίστροφο ή πιστόλι. Κατ’ εξαίρεση το εν λόγω προσωπικό Λ.Σ. δεν φέρει οπλισμό όταν απαγορεύεται από την εκλογική νομοθεσία ή κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του κατόπιν διαταγής. Το προαναφερόμενο προσωπικό Λ.Σ. δύναται να φέρει και εκτός υπηρεσίας υπηρεσιακό πιστόλι ή περίστροφο, εφόσον παρέχει τα εχέγγυα ασφαλούς φύλαξης, κατόπιν έκδοσης άδειας οπλοφορίας:
(α) του Κλαδάρχη Επιχειρήσεων, εφόσον υπηρετεί στη Κεντρική Υπηρεσία ΥΕΝ, τις λοιπές Υπηρεσίες Α. Ε.Ν. Κέντρου, στα υπαγόμενα σ’ αυτές μέσα ( εναέρια πλωτά χερσαία ) και στη Μ.Υ.Α. Λ.Σ.
(β) του αρμόδιου Περιφερειάρχη, εφόσον υπηρετεί σε Περιφερειακή Διοίκηση Λ.Σ. και Α.Ε.Ν. περιφέρειας του.
(γ) του αρμόδιου Λιμενάρχη, εφόσον υπηρετεί σε Λιμενική Αρχή εσωτερικού (Κ λ/Χ Λ/Χ Υ/Χ), σε υπαγόμενή της Υπηρεσία και στα διατιθέμενα σ’ αυτήν μέσα ( εναέρια
πλωτά χερσαία).
3.Η διαδικασία και οι προϋποθέσεις χορήγησης της άδειας οπλοφορίας υπηρεσιακού όπλου, ο τύπος της άδειας καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια θα καθορίζονται με απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ.
4.Οι χορηγούμενες άδειες οπλοφορίας κοινοποιούνται στις Δ/νσεις Προσωπικού Λιμενικού Σώματος (ΔΠΛΣ) και Επιχειρησιακών Μέσων και Ειδικών Μονάδων (ΔΕΜΕΜ).
5.Το προσωπικό Λ.Σ. απαγορεύεται να οπλοφορεί όταν, τελεί σε κατάσταση μακράς αναρρωτικής άδειας λόγω νοσήματος, αργίας με προσωρινή απόλυση, αργίας με προσωρινή παύση, διαθεσιμότητας, απόταξης ή έχει χαρακτηρισθεί ως μη κατάλληλο να οπλοφορεί.
6.Το προσωπικό Λ.Σ. υποχρεούται να παραδίδει το υπηρεσιακό περίστροφο ή πιστόλι στην Υπηρεσία του όταν:
α) Μετατίθεται σε άλλη Υπηρεσία. β) Ανατίθενται σ’ αυτό καθήκοντα, η φύση των οποίων δεν απαιτεί την οπλοφορία του.
γ) Παραπέμπεται στο ναυτοδικείο προκειμένου να δικαστεί για παράβαση διατάξεων του Κανονισμού αυτού ή του Ν. 2168/1993, ή καταδικαστεί με τελεσίδικη απόφαση, σε οποιαδήποτε ποινή για παράβαση των προαναφερομένων διατάξεων. Σε περίπτωση απαλλαγής του ή αθώωσής του με τελεσίδικη απόφαση, το υπηρεσιακό όπλο του επιστρέφεται, εφόσον εκτελεί καθήκοντα της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού.
δ) Διατάσσεται σχετικά από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας του ή τους ιεραρχικά προϊσταμένους αυτού, επειδή υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις κακής χρήσης ή πλημμελούς φύλαξης του όπλου, ιδίως για λόγους υγείας ή παραβίασης των κανόνων και μέτρων ασφαλείας. Στην περίπτωση αυτή το στέλεχος Λ.Σ. δύναται εντός δέκα ημερών να εκφράσει τις απόψεις του με αναφορά προς τον εκδότη της διαταγής, προκειμένου να ακολουθηθεί η διαδικασία του άρθρου 1804 του Π.Δ. 210/1993 (ΦΕΚ 89 Α'). Η υποβολή της ανωτέρω αναφοράς δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διαταγής, η οποία παύει να ισχύει μετά την παρέλευση τριών μηνών από την αφαίρεση του όπλου, εφόσον εν τω μεταξύ δεν προέκυψαν λόγοι οριστικής ανάκλησης της άδειας οπλοφορίας. Ο Αρχηγός Λ.Σ., σε περίπτωση που οι ενδείξεις κακής χρήσης του όπλου οφείλονται σε λόγους ψυχικής υγείας του στελέχους Λ.Σ., παραπέμπει αυτό στην Επιτροπή του άρθρου 8 του παρόντος Κανονισμού.
ε) Δεν πιστοποιείται η ικανότητά του στο χειρισμό των όπλων κατά τη συντηρητική εκπαίδευση.
στ) Χαρακτηρίζεται ως μη κατάλληλο να οπλοφορεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 του παρόντος Κανονισμού.
ζ) Μεταβαίνει στο εξωτερικό για οποιαδήποτε αιτία.
7.Δεν χορηγούνται σε στέλεχος Λ.Σ. άδειες οπλοφορίας υπηρεσιακού και ιδιωτικού πιστολιού ή περιστρόφου ταυτόχρονα.
Άρθρο 3
Τοπική και χρονική ισχύς αδειών οπλοφορίας υπηρεσιακού οπλισμού.
1.Οι άδειες οπλοφορίας υπηρεσιακού πιστολιού ή περιστρόφου ισχύουν σε όλη την ελληνική επικράτεια.
2.Η χρονική ισχύς των αδειών αυτών είναι απεριόριστη πλην των περιπτώσεων του προηγούμενου άρθρου, οπότε παύουν να ισχύουν.
Άρθρο 4
Χορήγηση υπηρεσιακού οπλισμού εξοπλισμού στο προσωπικό Λ.Σ. κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας.
1.Στο προσωπικό Λ.Σ. χορηγείται ο κατωτέρω οπλισμός εξοπλισμός κατά την εκτέλεση υπηρεσίας:
(α) φύλαξης κτιριακών εγκαταστάσεωνπλωτών και χερσαίων μέσων περίστροφο ή πιστόλι με κατάλληλο αριθμό φυσιγγίων, εξάρτυση, αστυνομική ράβδος, μέσο επικοινωνίας και αστυνομική σφυρίκτρα.
(β) περιπολίας, περίστροφο ή πιστόλι με κατάλληλο αριθμό φυσιγγίων, εξάρτυση, αστυνομική ράβδος, φορητό μέσο επικοινωνίας, χειροπέδες, φακός και αστυνομική σφυρίχτρα, ανάλογα με τον αριθμό και τον βαθμό του προσωπικού που συμμετέχει.
2.Σε περιόδους που απαιτείται η λήψη αυξημένων μέτρων ασφαλείας ή κατά την εκτέλεση ειδικών αποστολών ( επιχειρήσεις, μέτρα τάξης, κλπ) δύναται να καθορισθεί πρόσθετος οπλισμόςεξοπλισμός με διαταγή αντίστοιχα του Κλαδάρχη Επιχειρήσεων ή του προϊσταμένου της υπηρεσίας, που θα συμμετάσχει.
Άρθρο 5
Χρέωση υπηρεσιακού οπλισμού.
1 .Σε κάθε Υπηρεσία στην οποία έχει χορηγηθεί υπηρεσιακός οπλισμός ορίζεται με Ημερήσια Διαταγή του Προϊσταμένου της υπεύθυνος βαθμοφόρος για την συντήρηση, φύλαξη και διάθεση αυτού. Ο βαθμοφόρος αυτός είναι επίσης υπεύθυνος για την τήρηση ειδικού βιβλίου «Χρέωσης υπηρεσιακών πιστολιών ή περιστρόφων», στο οποίο καταχωρίζονται κατά σειρά ο βαθμός, ο αριθμός μητρώου, το ονοματεπώνυμο του στελέχους Λ.Σ., ο τύπος, ο αριθμός και το διαμέτρημα του περιστρόφου ή πιστολιού, ο αριθμός των φυσιγγίων, η ημερομηνία και ώρα παράδοσης και επιστροφής του στην Υπηρεσία. Σε ιδιαίτερη στήλη του καταχωρίζεται κάθε βλάβη ή φθορά που τυχόν παρουσιάζουν τα περίστροφα ή πιστόλια κατά την επιστροφή τους. Το βιβλίο αυτό θεωρείται κάθε μήνα από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας και ελέγχεται κατά τις επιθεωρήσεις που διενεργεί η Γενική Επιθεώρηση του Λ.Σ.
2.Σε κάθε Υπηρεσία επίσης τηρείται ιδιαίτερο βιβλίο στο οποίο καταχωρίζονται τα προς φύλαξη παραδιδόμενα από το προσωπικό Λ.Σ. υπηρεσιακά ή ιδιωτικά περίστροφα ή πιστόλια που κατέχει νομίμως.
3.Η παράδοση παραλαβή υπηρεσιακού πιστολιού ή περιστρόφου κατά την αλλαγή υπηρεσίας σκοπού γίνεται παρουσία του παραδίδοντα και του παραλαμβάνοντα και μετά από έλεγχο των στοιχείων του όπλου και του αριθμού των φυσιγγίων του. Προς πιστοποίηση αυτού γίνεται σχετική καταχώρηση σε βιβλίο της Υπηρεσίας που τηρείται για το σκοπό αυτό και θεωρείται καθημερινά από τον εκτελούντα υπηρεσία Αξ/κού ή Υπ/κού Φυλακής.
Άρθρο 6
Τρόπος ανάρτησης και μεταφοράς οπλισμού.
1.Το περίστροφο ή πιστόλι αναρτάται στο δεξιό μέρος του σώματος. Κατ’ εξαίρεση για τους αριστερόχειρες επιτρέπεται η ανάρτηση στο αριστερό του σώματος. Ο οπλισμός αυτός τίθεται μέσα στη θήκη, που αναρτάται από το ζωστήρα, εσωτερικά μεν όταν φέρεται στολή με μακρύ χιτώνιο, εξωτερικά δε όταν φέρεται βραχύ χιτώνιο ή υποκάμισο ή ειδική στολή.
2.Όσοι είναι με πολιτική περιβολή, φέρουν το περίστροφο ή πιστόλι αναρτημένο από ζωστήρα ή κατ’ άλλο τρόπο που να μην είναι εμφανές.
3.Η αστυνομική ράβδος αναρτάται με ειδική θήκη από το ζωστήρα, πλάγια του κορμού του σώματος.
Άρθρο 7
Υποχρεώσεις κατεχόντων υπηρεσιακό οπλισμό.
1.Το προσωπικό Λ.Σ., που εφοδιάζεται με υπηρεσιακό οπλισμό, υποχρεούται:
(α) να παραλαμβάνει και να παραδίδει αυτόν βεβαιούμενο για την καλή κατάστασή του.
(β) να μεριμνά για την διατήρησή του σε καλή κατάσταση, την ομαλή λειτουργία του και την ασφαλή φύλαξή του.
(γ) να τον φέρει πάντα σε θήκη πάνω στο ζωστήρα ή άλλη εξάρτηση και ποτέ γυμνό μέσα στην τσέπη.
(δ) να εφαρμόζει απαρέγκλιτα τις ισχύουσες διατάξεις και εγκυκλίους της Υπηρεσίας αναφορικά με την κατοχή οπλοφορία χρήση φύλαξη συντήρηση του οπλισμού και να αναφέρει άμεσα στην Υπηρεσία του κάθε περίπτωση κλοπής, απώλειας, φθοράς και χρήσης αυτού ( πλην της περίπτωσης της νόμιμης ατομικής εκπαίδευσης).
2.Απαγορεύεται ρητά στο προσωπικό Λ.Σ. να εξάγει χωρίς λόγο το περίστροφο ή πιστόλι από τη θήκη ή να το περιεργάζεται ή να το επιδεικνύει άσκοπα ή να το αφήνει εκτεθειμένο με κίνδυνο να περιέλθει στα χέρια άλλου ατόμου ή να το δίνει σε άλλο άτομο.
Άρθρο 8
Έλεγχος καταλληλότητας.
1.Η ΑΝΥΕ, όταν γνωματεύει για τη σωματική ικανότητα του προσωπικού Λ.Σ., αποφαίνεται ειδικά και για την καταλληλότητά του να φέρει πυροβόλα όπλα.
2.Το προσωπικό Λ.Σ. υποβάλλεται σε εξέταση της καταλληλότητάς του να φέρει πυροβόλο όπλο. Η εξέταση αυτή του προσωπικού Λ.Σ. διενεργείται
Μέσα σε ένα έτος μετά τη συμπλήρωση πενταετίας από την αποφοίτηση του από τις παραγωγικές σχολές, του Λ.Σ., εφόσον για την εισαγωγή του σ’ αυτές υπεβλήθη σε ψυχοτεχνικές δοκιμασίες.
μέσα σε τέσσερα έτη από την έναρξη ισχύος του Κανονισμού αυτού, εφόσον για την εισαγωγή του στις παραγωγικές σχολές του Λ.Σ. δεν έχει υποβληθεί σε ψυχοτεχνικές δοκιμασίες.
3.Η εξέταση γίνεται από Ειδική Επιτροπή, η οποία διερευνά με ψυχοτεχνικές δοκιμασίες και συνέντευξη των εξεταζομένων, την εν γένει προσωπικότητα αυτών και κυρίως την αυτοκυριαρχία, τη συναισθηματική σταθερότητα, την κρίση και αντίληψη και την ικανότητα προσαρμογής στις μεταβαλλόμενες καταστάσεις και απαιτήσεις και αποφαίνεται σε πρώτο και τελευταίο βαθμό για το αν η προσωπικότητά τους παρέχει τα εχέγγυα για ορθή χρήση του όπλου. Αν η επιτροπή διαγνώσει και ενδείξεις ψυχοπαθολογίας παραπέμπει το στέλεχος του Λ.Σ. στο ψυχιατρικό Τμήμα του Ν.Ν.Α.
4.Το προσωπικό Λ.Σ. για το οποίο η επιτροπή της παραγράφου 1 αποφαίνεται, έστω και σε πρώτο βαθμό, ότι δεν είναι κατάλληλο να φέρει πυροβόλα όπλα ή η ειδική επιτροπή της παραγράφου 3 αποφαίνεται ότι δεν παρέχει τα εχέγγυα για ορθή χρήση του πυροβόλου όπλου, χαρακτηρίζεται με απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ., ως μη κατάλληλο να οπλοφορεί και εκτελεί υπηρεσία, για την οποία δεν κρίνεται απαραίτητη η οπλοφορία. Το προσωπικό Λ.Σ. που χαρακτηρίζεται ως μη κατάλληλο να οπλοφορεί μπορεί, μετά παρέλευση ενός έτους από την έκδοση της σχετικής πράξης, να ζητήσει την επανεξέτασή του από την Επιτροπή.
5.Με απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ. καθορίζονται η σύνθεση της ειδικής επιτροπής της παραγράφου 3, ο τρόπος και η διαδικασία της εξέτασης, ο τρόπος διασφάλισης του απορρήτου των αποτελεσμάτων της και κάθε άλλη λεπτομέρεια.
Άρθρο 9
Εφοδιασμός προσωπικού Λ.Σ. με ιδιωτικό οπλισμό.
1.Οι εν ενεργεία Αξιωματικοί, Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικοί Λ.Σ. και Λιμενοφύλακες, που έχουν συμπληρώσει τρία χρόνια στις τάξεις του Λ.Σ., δύνανται να κατέχουν και να φέρουν νόμιμα ιδιωτικό περίστροφο ή πιστόλι με πενήντα φυσίγγια, αφού προηγουμένως έχουν εφοδιασθεί με ειδική άδεια που χορηγείται από τον καθ’ ύλη αρμόδιο Υπαρχηγό του Λιμενικού Σώματος και εφόσον αυτοί παρέχουν τα εχέγγυα ασφαλούς φύλαξης και χρήσης κατεχόμενου όπλου. Γ ια το σκοπό αυτό συγκροτείται με απόφαση του Αρχηγού Λ.Σ. επιτροπή, έργο της οποίας θα είναι ο έλεγχος των προβλεπόμενων δικαιολογητικών και των στοιχείων του ατομικού υπηρεσιακού φακέλου του ενδιαφερόμενου και η εισήγηση για την έκδοση ή μη της άδειας.
2.Για την έκδοση της προαναφερόμενης άδειας θα πρέπει να υποβληθούν στην Διεύθυνση Προσωπικού Λ.Σ. ιεραρχικά μέσω της Υπηρεσίας του, από τον ενδιαφερόμενο:
α) αναφορά του, στην οποία θα μνημονεύονται τα καθήκοντα που του έχουν ανατεθεί και οι λόγοι που δικαιολογούν την χορήγηση της άδειας.
β) δελτίο προαγοράς (παραγγελίας) με τα πλήρη στοιχεία του όπλου και των πενήντα φυσιγγίων.
γ) βεβαίωση της επιτροπής της παραγράφου 3 του άρθρου 8 του παρόντος Κανονισμού περί της καταλληλότητάς του να οπλοφορεί.
δ) δύο φωτογραφίες του με άσπρη στολή υπ’ αριθ. 8.
ε) αιτιολογημένη εισήγηση του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας του για την χορήγηση ή μη της άδειας.
στ) υπεύθυνη δήλωσή του ότι παρέχει τα εχέγγυα ασφαλούς φύλαξης του όπλου.
Η εν λόγω Υπηρεσία δύναται να ζητήσει από την εν λόγω επιτροπή να επανεξετάσει χορηγηθείσα άδεια, εφόσον κατά την διάρκεια ισχύος της προέκυψαν από τον ατομικό φάκελο του κατόχου σοβαροί λόγοι που υπαγορεύουν την άρση της ή εξέλιπαν οι λόγοι που υπαγόρευσαν την χορήγησή της. Στην περίπτωση αυτή και μέχρι η επιτροπή αποφανθεί σχετικά, ο κάτοχος του όπλου είναι υποχρεωμένος να το παραδώσει μαζί με τα φυσίγγια στην Υπηρεσία του προς φύλαξη. Εφόσον αποφασισθεί η ανάκληση της άδειας το όπλο και τα φυσίγγια παραμένουν στη Υπηρεσία για περίοδο δύο ετών και αν στο διάστημα αυτό δεν εξέλιπαν οι λόγοι αφαίρεσης της άδειας ή ο ενδιαφερόμενος δεν τα πώλησε σε πρόσωπο που νομιμοποιείται να τα κατέχει, τότε αυτά περιέρχονται στην κυριότητα του Λ.Σ. με τη προβλεπόμενη από το νόμο διαδικασία.
3.Σε περίπτωση απόρριψης αιτήματος για χορήγηση άδειας οπλοφορίας ιδιωτικού όπλου ή ανάκλησης για οποιοδήποτε λόγο χορηγηθείσας άδειας δύναται ο ενδιαφερόμενος να επανέλθει με νέα αίτησή του μετά την παρέλευση τουλάχιστον ενός έτους από την ημερομηνία κοινοποίησης του της σχετικής κατά περίπτωση απόφασης.
4.Οι εφοδιαζόμενοι σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντα Κανονισμού με ιδιωτικό περίστροφο ή πιστόλι έχουν τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφοι 1 (β), 1 (γ), 1(δ), 2 και στα άρθρα 11 και 12 του παρόντος Κανονισμού. Επιπλέον έχουν την υποχρέωση να καταθέσουν στη ΔΠΛΣ, εντός δύο μηνών από την έκδοση της άδειας, επικυρωμένο αντίγραφο της άδειας αγοράς της αρμόδιας Υπηρεσίας της ΕΛ.ΑΣ. για το συγκεκριμένο όπλο. Επίσης έχουν τη δυνατότητα να φέρουν αυτό κατά την διάρκεια εκτέλεσης διατεταγμένης υπηρεσίας ή εκπαίδευσης. Ο ιδιωτικός ατομικός οπλισμός, που φέρει το στέλεχος Λ.Σ. κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του, θεωρείται ως υπηρεσιακός.
5.Η χορηγούμενη σύμφωνα με τα παραπάνω άδεια (εφόσον εξακολουθούν να συντρέχουν οι όροι χορήγησής της) της οποίας ο τύπος καθορίζεται με απόφαση Αρχηγού Λ.Σ., ισχύει μέχρι την ανάκλησή της ανεξάρτητα από την Υπηρεσία στην οποία υπηρετεί ο κάτοχός της. Στην Διεύθυνση Προσωπικού Λ.Σ. τηρείται ιδιαίτερο αρχείο αδειών κατοχής ιδιωτικών πιστολιών ή περιστρόφων από το δικαιούμενο προσωπικό του Λ.Σ.
6.Κατά τις μεταθέσεις αποσπάσεις του, το προσωπικό που κατέχει ιδιωτικό περίστροφο ή πιστόλι υποχρεούται να ενημερώνει σχετικά την νέα Υπηρεσία του.
7.Οι ως άνω χορηγούμενες άδειες παύουν να ισχύουν με την αποστρατεία του κατόχου τους, ο οποίος είτε εφοδιάζεται με σχετική άδεια οπλοφορίας από τις αρμόδιες υπηρεσίες της ΕΛ.ΑΣ. είτε μεταπωλεί το όπλο για το οποίο του είχε χορηγηθεί από την αρμόδια υπηρεσία του ΛΣ η συγκεκριμένη άδεια κατοχής και οπλοφορίας.
8.Το προσωπικό Λ.Σ. που έχει εφοδιασθεί με ιδιωτικό περίστροφο ή πιστόλι δεν δικαιούται να οπλοφορεί εφόσον τελεί σε μία από τις παρακάτω καταστάσεις:
(α) μακρά αναρρωτική άδεια λόγω νοσήματος (β) αργία με προσωρινή απόλυση (γ) αργία με προσωρινή παύση (δ) διαθεσιμότητα (ε) απόταξη.
Στις περιπτώσεις αυτές με μέριμνα του κατόχου της, η άδεια οπλοφορίας και το ιδιωτικό όπλο με τα φυσίγγια κατατίθενται στην Υπηρεσία, όπου υπηρετεί και παραμένουν εκεί για δύο χρόνια. Μετά την παρέλευση του χρονικού αυτού διαστήματος και εφόσον δεν εξέλιπαν οι λόγοι στέρησης του δικαιώματος οπλοφορίας ή ο ενδιαφερόμενος δεν έχει προβεί στην νόμιμη πώληση του όπλου και των φυσιγγίων, αυτά περιέρχονται στην κυριότητα του Λ.Σ. με την διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου.
9.Χορηγηθείσα άδεια ανακαλείται στις περιπτώσεις απόταξης ή θανάτου του κατόχου της και για το όπλο και τα φυσίγγια στα οποία αφορά ακολουθείται η διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου. Για τη διαδικασία αυτή ενημερώνονται σχετικά οι οικείοι του θανόντος με μέριμνα της Διεύθυνσης Προσωπικού Λ.Σ.
10.Το προσωπικό Λ.Σ., που κατέχει ήδη νόμιμα ιδιωτικό όπλο, υποχρεούται να προσκομίσει στη Διεύθυνση Προσωπικού Λ.Σ. σε χρονικό διάστημα δύο ετών από την έναρξη ισχύος του Κανονισμού αυτού το δικαιολογητικό της παραγράφου 2γ του παρόντος άρθρου. Σε περίπτωση που στέλεχος Λ.Σ. θεωρηθεί ακατάλληλο να οπλοφορεί, η χορηγηθείσα άδεια ανακαλείται και το ιδιωτικό όπλο μαζί με τα φυσίγγια παραδίδονται στην Υπηρεσία του, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των οριζομένων στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 10
Χρήση όπλων κατά την εκτέλεση υπηρεσίας και αρχές που την διέπουν.
1.Το προσωπικό Λ.Σ. επιτρέπεται κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του να προτάσσει το πυροβόλο όπλο, εφόσον συντρέχει κίνδυνος ένοπλης επίθεσης σε βάρος αυτού ή τρίτου.
2.Χρήση πυροβόλου όπλου είναι η κατά τον προορισμό του ενεργοποίηση του όπλου και η εκτόξευση βλήματος (πυροβολισμός). Ο πυροβολισμός, ανάλογα με το στόχο της βολής, κλιμακώνεται σε:
α) εκφοβιστικό, όταν δεν στοχεύεται η πλήξη οποιουδήποτε στόχου.
β) κατά πραγμάτων, όταν στοχεύεται η πλήξη πραγμάτων.
γ) ακινητοποίησης, όταν στοχεύεται η πλήξη μη ζωτικών σημείων του σώματος ανθρώπου και ιδίως των κάτω άκρων αυτού και
δ) εξουδετέρωσης, όταν στοχεύεται η πλήξη ανθρώπου και πιθανολογείται ακόμη και ο θάνατός του.
3.Το προσωπικό Λ.Σ. επιτρέπεται να κάνει χρήση πυροβόλου όπλου, εφόσον αυτό απαιτείται για την εκπλήρωση του καθήκοντός του και συντρέχουν οι παρακάτω προϋποθέσεις:
α) Έχουν εξαντληθεί όλα τα ηπιότερα του πυροβολισμού μέσα, εκτός αν αυτά δεν είναι διαθέσιμα ή πρόσφορα στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ηπιότερα μέσα είναι ιδίως παραινέσεις, προτροπές, χρήση εμποδίων, σωματικής βίας, αστυνομικής ράβδου, επιτρεπτών χημικών ουσιών ή άλλων ειδικών μέσων, προειδοποίηση για χρήση πυροβόλου όπλου και απειλή με πυροβόλο όπλο.
β) Έχει δηλώσει την ιδιότητά του και έχει απευθύνει σαφή και κατανοητή προειδοποίηση για την επικείμενη χρήση πυροβόλου όπλου, παρέχοντας επαρκή χρόνο ανταπόκρισης, εκτός αν αυτό είναι μάταιο υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες ή επιτείνει τον κίνδυνο θανάτου ή σωματικής βλάβης.
γ) Η χρήση πυροβόλου όπλου δεν συνιστά υπερβολικό μέτρο σε σχέση με το είδος της απειλούμενης βλάβης και την επικινδυνότητα της απειλής.
4.Όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου επιβάλλεται η ηπιότερη χρήση του πυροβόλου όπλου, εκτός αν αυτό είναι μάταιο υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες ή επιτείνει τον κίνδυνο θανάτου ή σωματικής βλάβης. Ως ηπιότερη χρήση πυροβόλου όπλου νοείται η, κατά την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, κλιμάκωση της χρήσης του με τη μικρότερη δυνατή και αναγκαία προσβολή.
5.Ο εκφοβιστικός πυροβολισμός ή ο πυροβολισμός κατά πραγμάτων επιτρέπεται, ιδίως σε περιπτώσεις κινδύνου από ζώο ή προειδοποίησης για πυροβολισμό εναντίον ανθρώπου, εφόσον έχουν ληφθεί όλα τα απαραίτητα μέτρα, ώστε να μην πληγεί άνθρωπος από αστοχία ή εξοστρακισμό του βλήματος. Πυροβολισμός κατά οχήματος, που ενέχει κίνδυνο τραυματισμού επιβαίνοντος προσώπου, επιτρέπεται μόνο υπό τις προϋποθέσεις της επόμενης παραγράφου.
6.Ο πυροβολισμός ακινητοποίησης επιτρέπεται, αν αυτό απαιτείται:
α) Γ ια την απόκρουση ένοπλης επίθεσης, εφόσον η επίθεση άρχισε ή επίκειται, ώστε κάθε καθυστέρηση αντίδρασης να καθιστά αναποτελεσματική την άμυνα.
β) Για την αποτροπή επικείμενης τέλεσης ή εξακολούθησης κοινώς επικίνδυνου κακουργήματος ή κακουργήματος που τελείται με χρήση ή απειλή σωματικής βίας.
γ) Για τη σύλληψη καταδικασθέντος ή υποδίκου ή καταδιωκομένου που καταλαμβάνεται να τελεί έπ’ αυτοφώρω κακούργημα ή πλημμέλημα, εφόσον αντιδρά στη σύλληψή του και υπάρχει άμεσος κίνδυνος να κάνει χρήση όπλου.
δ) Για την αποτροπή παράνομης εισόδου στη χώρα ή εξόδου από αυτή προσώπων που επιχειρούν παράνομη διακίνηση ανθρώπων ή πραγμάτων και φέρουν όπλα του εδαφίου α' της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν. 2168/ 1993.
ε) Για την προστασία εγκαταστάσεων κοινής ωφέλειας ή χώρων, στους οποίους φυλάσσονται αντικείμενα επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία ή τη δημόσια τάξη ή πειστήρια εγκλήματος, εφόσον η φύλαξή τους έχει ανατεθεί ειδικά στο στέλεχος του Λ.Σ. και επιχειρείται βίαιη είσοδος, προσβολή ή αφαίρεση των φυλασσομένων από ένοπλο.
στ) Για την αποτροπή απόδρασης ή ελευθέρωσης κρατουμένου που επιχειρείται με ένοπλη επίθεση.
ζ) Για την αποτροπή αφοπλισμού στελέχους Λ.Σ. κατά την υπηρεσία του.
7.Ο πυροβολισμός εξουδετέρωσης επιτρέπεται, αν αυτό απαιτείται:
α) για την απόκρουση επίθεσης ενωμένης με επικείμενο κίνδυνο θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης ανθρώπου.
β) για τη διάσωση ομήρων, για τους οποίους απειλείται κίνδυνος θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης.
8.Πυροβολισμός ακινητοποίησης ή εξουδετέρωσης απαγορεύεται:
α) εφόσον υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να πληγεί τρίτος από αστοχία ή εξοστρακισμό του βλήματος.
β) εναντίον ενόπλου πλήθους, εφόσον υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να πληγούν άοπλοι.
γ) εναντίον ανηλίκου, εκτός αν αποτελεί το μοναδικό μέσο για την αποτροπή επικείμενου κινδύνου θανάτου. Ως ανήλικος θεωρείται το πρόσωπο που δεν έχει συμπληρώσει του 18ο έτος της ηλικίας του.
δ) εναντίον προσώπου που τρέπεται σε φυγή, όταν καλείται να υποστεί νόμιμο έλεγχο.
9.Όταν προσωπικό Λ.Σ. ενεργεί ως ομάδα, για τη χρήση πυροβόλου όπλου, απαιτείται προσταγή του επικεφαλής αυτής, εκτός αν στέλεχος Λ.Σ. δέχεται επίθεση, από την οποία απειλείται βαριά σωματική βλάβη ή θανάτωσή του.
10.Αντισυνταγματική ή προδήλως παράνομη διαταγή ανωτέρου για χρήση πυροβόλου όπλου δεν αίρει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης του στελέχους Λ.Σ.
11.Κάθε περίπτωση χρήσης όπλων από στέλεχος Λ.Σ. αναφέρεται από την Υπηρεσία του οπωσδήποτε στο ΥΕΝ/ΔΠΛΣ και ΔΕΜΕΜ.
12.Ένοπλη επίθεση υπάρχει όταν ο επιτιθέμενος χρησιμοποιεί όπλο του άρθρου 1 του Ν. 2168/1993 εναντίον προσώπου ή απειλεί άλλον με άμεση χρήση του. Ως ένοπλη επίθεση θεωρείται και η απειλή με πειστική απομίμηση όπλου ή με ανενεργό όπλο.
Άρθρο 11
Αναφορά χρήσεως.
Σε κάθε περίπτωση (πλην εκπαίδευσης) που στέλεχος Λ.Σ. χρησιμοποιήσει το υπηρεσιακό ή ιδιωτικό όπλο υποχρεούται να συντάξει λεπτομερή αναφορά προς την Υπηρεσία του, η οποία αφού την καταχωρήσει στο βιβλίο συμβάντων, με πλήρη περιγραφή των γεγονότων και περιστατικών, την υποβάλει αμέσως στη Δ/νση Προσωπικού Λ.Σ. και ανακοινώνει με σχετική αναφορά το συμβάν στην αρμόδια Εισαγγελική Αρχή.
Άρθρο 12
Εκπαίδευση προσωπικού Λ.Σ. στην οπλοτεχνική σκοποβολή.
1.Η εκπαίδευση του προσωπικού του Λ.Σ. στην οπλοτεχνική και σκοποβολή είναι θεωρητική και πρακτική και περιλαμβάνει τη λύση, αρμολόγηση και λειτουργία του κατεχόμενου και χρησιμοποιούμενου οπλισμού, την εξάσκηση στη σκοποβολή και τον τρόπο χειρισμού και χρήσης των όπλων, καθώς και τις προϋποθέσεις νόμιμης οπλοκατοχής, οπλοφορίας και χρήσης τους, διακρίνεται δε σε βασική και συντηρητική.
2.Η βασική εκπαίδευση πραγματοποιείται στις παραγωγικές σχολές του Λ.Σ. και καθορίζεται στα προγράμματα εκπαίδευσης αυτών.
3.Η συντηρητική εκπαίδευση αποσκοπεί στη διατήρηση της ικανότητας του προσωπικού του Λ.Σ. στο χειρισμό και στη χρήση των όπλων και πραγματοποιείται με εκτέλεση βολών σε διάφορα χρονικά διαστήματα, κατά τα καθοριζόμενα με απόφαση του Αρχηγού του Λιμενικού Σώματος. Η συμμετοχή στην εκπαίδευση και στην εκτέλεση βολών στελέχους Λ.Σ. θα καταχωρίζεται στο ειδικό ατομικό βιβλιάριο οπλοτεχνικής, το οποίο θα του διατίθεται με την κατάταξή του στις παραγωγικές σχολές Λ.Σ.
4.Η Διεύθυνση Ε.Μ.Ε.Μ. καταρτίζει ετήσιο πρόγραμμα συντηρητικής εκπαίδευσης στην οπλοτεχνική, που μπορεί να καλύπτει μέρος ή όλο το προσωπικό Λ.Σ. Το πρόγραμμα αυτό εγκρίνεται με διαταγή του Αρχηγού Λ.Σ.
5.Στέλεχος του Λ.Σ. που αδικαιολόγητα δεν υποβάλλεται στη συντηρητική εκπαίδευση ή δεν πιστοποιείται κατ’ αυτήν η ικανότητά του, δεν επιτρέπεται να κατέχει ή να φέρει πυροβόλο όπλο, αυτό δε που τυχόν κατέχει υποχρεούται να το παραδώσει αμέσως στην Υπηρεσία του.
6.Τα στελέχη Λ.Σ. που κατέχουν ιδιωτικό περίστροφο ή πιστόλι δύνανται για εκπαιδευτικούς σκοπούς να προμηθεύονται, κατόπιν αίτησής τους και χορήγησης σχετικής αδείας αγοράς από την αρμόδια Υπηρεσία της ΕΛ.ΑΣ., φυσίγγια, τα οποία υποχρεούνται να καταναλώνουν σε οργανωμένα σκοπευτήρια. Επίσης δύνανται να συμμετέχουν σε προγραμματισμένες εκπαιδευτικές βολές του Λ.Σ. με το δικό τους όπλο και φυσίγγια της Υπηρεσίας, εφόσον το διαμέτρημα του όπλου τους υπάρχει διαθέσιμο.
Άρθρο 13
Καταργούμενες διατάξεις
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι Κανονισμοί 59/1997 και 62/1999.
Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΛΣ Αντιναύαρχος ΛΣ ΧΡ. ΔΕΛΗΜΙΧΑΛΗΣ
Η ισχύς της παρούσης αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Πειραιάς 27 Απριλίου 2004
Υ.Α.1141.1/04/2004 - ΦΕΚ Β-663/7-5-2004
Κύρωση κανονισμού οπλοκατοχής, οπλοφορίας και οπλοχρησίας προσωπικού Λιμενικού Σώματος.