x

Σύνδεση

Δεν έχετε λογαριασμό; Εγγραφείτε

Κοινή Υπουργική Απόφαση 22912/1117/2005 - ΦΕΚ Β/759/6-6-2005 (Κωδικοποιημένη)

Μέτρα και όροι για την πρόληψη και τον περιορισμό της ρύπανσης του περιβάλλοντος από την αποτέφρωση των αποβλήτων.

Συνδρομητικές Υπηρεσίες
- Το Νομοθέτημα έχει κωδικοποιηθεί σε αρχείο ενιαίο κειμένου, με ενσωματωμένες τις διατάξεις με τις οποίες έχει συμπληρωθεί - τροποποιηθεί μεταγενέστερα.
- Η υπηρεσία προβολής και μεταφόρτωσης κωδικοποιημένων κειμένων είναι διαθέσιμη ΔΩΡΕΑΝ, μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη, με πρόσβαση στις Συνδρομητικές Υπηρεσίες.

- Απαιτείται μεγαλύτερο επίπεδο πρόσβασης για την προβολή των Συνδρομητικών Υπηρεσιών.
Εάν είστε μέλος και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές Υπηρεσίες, πατήστε ΕΔΩ για Σύνδεση. -Θέματα Βοήθειας και Υποστήριξης για τις συνδρομητικές υπηρεσίες.

 

ΑΡΧΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΦΕΚ

Το παρακάτω κείμενο διατάξεων αποτελεί το κείμενο των διατάξεων, οι οποίες ενδέχεται να έχουν καταργηθεί ή να έχουν τροποποιηθεί με μεταγενέστερες διατάξεις.


Κοινή Υπουργική Απόφαση 22912/1117/2005 - ΦΕΚ Β/759/6-6-2005

ΦΕΚ Β/759/6-6-2005

Μέτρα και όροι για την πρόληψη και τον περιορισμό της ρύπανσης του περιβάλλοντος από την αποτέφρωση των αποβλήτων.

ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

 

Έχοντας υπόψη:
1.Τις διατάξεις του άρθρου δευτέρου του ν. 2077/1992 «Κύρωση Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση « (Α'136) και τις διατάξεις των άρθρων 1 και 2 (παρ. 1ζ) του ν. 1338/1983 «Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου» (Α'34) όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν. 1440/1984 «Συμμετοχή της Ελλάδας στο κεφάλαιο, στα αποθεματικά και στις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων....κ.λ.π.» (Α'70) και του άρθρου 65 του ν. 1892/ 1990 (Α' 101).
2.Τις διατάξεις των άρθρων 8,10, 11, 12, (παρ. 2,3 και 4), 28, 29, και 30 του ν. 1650/1986 «για την προστασία του περιβάλλοντος» (Α' 160), όπως το άρθρο 30 τροποποιήθηκε με το άρθρο 98 (παρ. 12) του ν. 1892/1990 «για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη και άλλες διατάξεις» (Α' 101) και στη συνέχεια η παράγραφος 1 του ίδιου άρθρου τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 του ν. 3010/2002 (Α' 91).
3.Τις διατάξεις του ν. 3010/2002 Εναρμόνιση του ν. 1650/1986 με τις οδηγίες 97/11 και 96/61κ.λπ. (Α' 91).
4.Τις διατάξεις των άρθρων 23 (παρ. 1) και 24 του ν. 1558/1985 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά όργανα» (Α' 137) και των άρθρων 9 και 13 του π. δ/τος 473/1985 «καθορισμός και ανακατανομή αρμοδιοτήτων των Υπουργείων» (Α' 157).
5.Την οδηγία 2000/76/ΕΚ «για την αποτέφρωση των αποβλήτων» του Συμβουλίου της 4ης Δεκεμβρίου 2000 (EEL 332/91/2000).
6.Τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. 50910/2727/2003 κοινή υπουργική απόφαση «Μέτρα και όροι για τη διαχείριση των στερεών αποβλήτων. Εθνικός και Περιφερειακός Σχεδιασμός Διαχείρισης» (Β' 1909).
7.Τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. 19396/1546/1997 κοινή υπουργική απόφαση «Μέτρα και όροι για τη διαχείριση επικίνδυνων αποβλήτων» (Β' 604).
8.Τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. 29407/3508/2002 κοινή υπουργική απόφαση «Μέτρα και όροι για την υγειονομική ταφή των αποβλήτων»(Β'1572).
9.Τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. 15393/2002 κοινή υπουργική απόφαση «Κατάταξη δημοσίων και ιδιωτικών έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορίες σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 1650/1986 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν. 3010/2002» (Β' 1022).
10.Τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. 11014/2003 κοινή υπουργική απόφαση «Διαδικασία προκαταρκτικής περιβαλλοντικής εκτίμησης και αξιολόγησης (ΠΠΕΑ) και έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (ΕΠΟ) κ.λπ.» (Β' 332).
11.Τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. 37111 /2021/ 2003 κοινή υπουργική απόφαση «Καθορισμός τρόπου ενημέρωσης και συμμετοχής του κοινού κατά τη διαδικασία έγκρισης περιβαλλοντικών όρων των έργων και δραστηριοτήτων....κ.λπ.» (Β' 1391).
12.Τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. 37591/2031/2003 κοινή υπουργική απόφαση «Μέτρα και όροι για την διαχείριση ιατρικών αποβλήτων από υγειονομικές μονάδες» (Β' 1419).
13.Τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. 59388/3363/1988 κοινή υπουργική απόφαση «Τρόπος, όργανα και διαδικασία επιβολής και είσπραξης των διοικητικών προστίμων του άρθρου 30 του ν. 1650/1996» (Β' 638).
14.Τις διατάξεις του άρθρου 29 του ν. 1558/1985, «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα» (Α' 154) όπως αυτό συμπληρώθηκε με το άρθρο 27 του ν. 2081/1992 (Α'700) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 (παραγ. 2α) του ν. 2469/1997 (Α' 38) και το άρθρο 1 (παραγ. 4) του ν. 2469/ 1997.
15.Την υπ’ αριθμ. ΔΙΔΚ/Φ. 1/2/6139/2004 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εσωτερικών, Δημ. Διοίκησης και Αποκέντρωσης «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Εσωτερικών, Δημ. Διοίκησης και Αποκέντρωσης» (Β' 527).
16.Την υπ’ αριθμ. 27304/2004 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης « (Β'517 ).
17.Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπο
λογισμού το ύψος της οποίας δεν μπορεί να καθορισθεί και θα καλυφθεί από τις Δημόσιες Επενδύσεις είτε αμιγώς από εθνικούς πόρους είτε μέσω των συγχρηματοδοτούμενων με την Ευρωπαϊκή Ένωση Προγραμμάτων στο πλαίσιο των πιστώσεων που διατίθενται για τις δράσεις και ενέργειες αυτές, από τα αντίστοιχα επιχειρησιακά προγράμματα, αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
Σκοπός

Με την απόφαση αυτή αποσκοπείται η εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 8, 10, 11 και 12 (παρ. 2, 3, και 4) του ν. 1650/1986 και συγχρόνως η εναρμόνιση με τις διατάξεις της οδηγίας 2000/76/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Δεκεμβρίου 2000 «για την αποτέφρωση των αποβλήτων» που έχει δημοσιευθεί στην Ελληνική γλώσσα στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 332/91/28.12.2000), ώστε με την λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων και μεθόδων για την αποτέφρωση και συναποτέφρωση των αποβλήτων, να επιτυγχάνεται η πρόληψη ή ο περιορισμός, όσο είναι εφικτό, των αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον και ειδικότερα, της ρύπανσης από εκπομπές στον ατμοσφαιρικό αέρα, στο έδαφος και στα επιφανειακά και υπόγεια νερά, καθώς και των επιπτώσεων στην υγεία του ανθρώπου.
Ο σκοπός αυτός επιτυγχάνεται με την επιβολή αυστηρών συνθηκών λειτουργίας και τεχνικών απαιτήσεων και τη θέσπιση οριακών τιμών εκπομπών για τις μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης αποβλήτων, καθώς επίσης με την τήρηση των απαιτήσεων της κείμενης νομοθεσίας για τη διαχείριση των μη επικίνδυνων και των επικίνδυνων αποβλήτων.

Άρθρο 2
Πεδίο εφαρμογής Εξαιρέσεις

1.Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται για τις μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης.
2.Εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οι ακόλουθες μονάδες:
α) μονάδες επεξεργασίας μόνο των ακόλουθων αποβλήτων:
i)φυτικών αποβλήτων της γεωργίας και της δασοκομίας,
ii)φυτικών αποβλήτων της βιομηχανίας τροφίμων, εφόσον ανακτάται η εκλυόμενη θερμότητα,
iii)ινωδών φυτικών αποβλήτων από την παραγωγή παρθένου χαρτοπολτού και από την παραγωγή χάρτου από χαρτοπολτό, εφόσον για τα απόβλητα αυτά εφαρμόζεται διαδικασία συναποτέφρωσης στον τόπο παραγωγής και η εκλυόμενη θερμότητα ανακτάται,
iv)αποβλήτων ξύλου εκτός από απόβλητα ξύλου που ενδέχεται να περιέχουν αλογονούχες οργανικές ενώσεις ή βαρέα μέταλλα ως αποτέλεσμα της κατεργασίας τους με συντηρητικά ξύλου ή ως αποτέλεσμα επίστρωσης και τα οποία περιλαμβάνουν ιδίως απόβλητα ξύλου προερχόμενα από οικοδομικές δραστηριότητες και κατεδαφίσεις,
ν) αποβλήτων φελλού,
vi) ραδιενεργών αποβλήτων,
νίί) σφαγίων ζώων σύμφωνα με τις κείμενες εθνικές και κοινοτικές διατάξεις,
viii) αποβλήτων της έρευνας και διαχείρισης κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου σε εγκαταστάσεις ανοικτής θάλασσας, τα οποία αποτεφρώνονται επί τόπου,
β) πειραματικές μονάδες που χρησιμεύουν για έρευνα, ανάπτυξη και δοκιμές με στόχο τη βελτίωση της μεθόδου αποτέφρωσης και οι οποίες επεξεργάζονται λιγότερο από 50 τόνους αποβλήτων ετησίως.

Άρθρο 3
Ορισμοί

Γ ια τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:
1.«απόβλητο» κάθε ουσία ή αντικείμενο σε στερεή ή υγρή κατάσταση, που περιλαμβάνεται στον Ευρωπαϊκό Κατάλογο αποβλήτων σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 2001/118/ΕΚ απόφαση της Επιτροπής ΕΚ της 16ης Ιανουαρίου 2001 (EEL 47/16.2.2001) και το οποίο ο κάτοχός του απορρίπτει ή προτίθεται ή υποχρεούται να απορρίψει.
2.«επικίνδυνο απόβλητο»: κάθε απόβλητο από τον Ευρωπαϊκό κατάλογο αποβλήτων, που επισημαίνεται με αστερίσκο (εν δυνάμει επικίνδυνο απόβλητο), σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υπ’ αριθμ. 2001/118/ΕΚ απόφαση της Επιτροπής ΕΚ της 16ης Ιανουαρίου 2001 (EEL 47/16.2.2001) όπως ισχύει, και το οποίο ταξινομείται ως επικίνδυνο, βάσει του άρθρου 1 της ίδιας απόφασης.
Οι ειδικές απαιτήσεις της παρούσας απόφασης για τα επικίνδυνα απόβλητα δεν εφαρμόζονται για τα ακόλουθα επικίνδυνα απόβλητα:
α) τα καύσιμα υγρά απόβλητα, συμπεριλαμβανομένων των χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 (παραγ. 1) του π.δ. 82/2004» Αντικατάσταση της υπ’ αριθμ. 98012/2001/1996 κοινή υπουργική απόφαση «Καθορισμός μέτρων και όρων για τη διαχείριση χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων» (Β' 40)...κ.λπ.» (Α' 64), εφόσον πληρούν τα εξής κριτήρια:
i)η περιεκτικότητα κατά μάζα σε πολυχλωριωμένους αρωματικούς υδρογονάνθρακες, π.χ. πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCB), ή πενταχλωροφαινόλες (PCP), δεν υπερβαίνει τις συγκεντρώσεις που προβλέπονται στο ως άνω π. δ/γμα,
ii)τα απόβλητα αυτά δεν καθίστανται επικίνδυνα επειδή περιέχουν άλλα συστατικά ενδεικνυόμενα με αστερίσκο στην υπ’ αριθμ. 2001/118/ΕΚ απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε ποσότητες ή συγκεντρώσεις που δεν συμφωνούν με την επίτευξη των στόχων που περιγράφονται στο άρθρο 4 της υπ’ αριθμ. 50910/2727/2003 κοινής υπουργικής απόφασης,
iii)η καθαρή θερμογόνος αξία ανέρχεται σε τουλάχιστον 30 MJ ανά kg,
β) οποιαδήποτε καύσιμα υγρά απόβλητα που δεν μπορούν να προκαλέσουν στα καυσαέρια που παράγονται απευθείας από την καύση τους, άλλες εκπομπές εκτός από εκείνες που παράγονται από ντίζελ, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 της Απόφασης του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου (ΑΧΣ) 340/2000 (Β' 222) που εκδόθηκε σε συμμόρφωση με το άρθρο 1 παράγραφος 1 της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου, ή συγκέντρωση εκπομπών υψηλότερη από εκείνες που προκύπτουν από την καύση του ντίζελ.
3.«Μεικτά αστικά απόβλητα»: τα απόβλητα από νοικοκυριά, καθώς και τα απόβλητα εμπορικών και βιομηχανικών δραστηριοτήτων και τα απόβλητα ιδρυμάτων, τα οποία, λόγω της φύσης και της σύνθεσής τους, είναι όμοια με τα απόβλητα των νοικοκυριών, εκτός των αποβλήτων που αναφέρονται στην υπ’ αριθμ. 2001/118/ΕΚ απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κωδικός 2001 και τα οποία συλλέγονται χωριστά στην πηγή καθώς και των λοιπών αποβλήτων που αναφέρονται στον κωδικό 2002 της ίδιας απόφασης.
4.«Μονάδα αποτέφρωσης»: κάθε σταθερή ή κινητή τεχνική μονάδα με τον εξοπλισμό της, που προορίζεται αποκλειστικά για θερμική επεξεργασία αποβλήτων, με ή χωρίς ανάκτηση της θερμότητας που εκλύεται κατά την καύση, συμπεριλαμβανομένης της αποτέφρωσης αποβλήτων με οξείδωση καθώς και άλλων τεχνικών θερμικών επεξεργασιών όπως της πυρόλυσης, της αεριοποίησης ή της τεχνικής πλάσματος, εφόσον οι ουσίες που προέρχονται από την επεξεργασία στη συνέχεια αποτεφρώνονται.
Ο ορισμός αυτός καλύπτει τους χώρους και το σύνολο των εγκαταστάσεων αποτέφρωσης, όπου συμπεριλαμβάνονται όλες οι γραμμές αποτέφρωσης, οι εγκαταστάσεις παραλαβής, αποθήκευσης και επιτόπιας προεπεξεργασίας των αποβλήτων, τα συστήματα τροφοδότησης της μονάδας με απόβλητα, καύσιμο και αέρα, ο λέβητας, οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας των καυσαερίων, οι επί τόπου εγκαταστάσεις επεξεργασίας ή αποθήκευσης των υπολειμμάτων και των υγρών απόβλητων, η καπνοδόχος, οι διατάξεις και τα συστήματα για τον έλεγχο των εργασιών αποτέφρωσης και την καταγραφή και διαρκή παρακολούθηση των συνθηκών αποτέφρωσης.
5.«Μονάδα συναποτέφρωσης»: κάθε σταθερή ή κινητή εγκατάσταση της οποίας κύρια λειτουργία είναι η παραγωγή ενέργειας ή η παραγωγή υλικών προϊόντων και στην οποία:
α) χρησιμοποιούνται απόβλητα ως σύνηθες ή συμπληρωματικό καύσιμο, ή β) τα απόβλητα υφίστανται θερμική επεξεργασία για τη διάθεσή τους. Εάν η συναποτέφρωση πραγματοποιείται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η κύρια λειτουργία της εγκατάστασης να μην είναι η παραγωγή ενέργειας ή η παραγωγή υλικών προϊόντων αλλά η θερμική επεξεργασία των αποβλήτων, η εγκατάσταση θεωρείται μονάδα αποτέφρωσης υπό την έννοια της παραγράφου 4.
Ο ορισμός αυτός καλύπτει τους χώρους και το σύνολο των εγκαταστάσεων αποτέφρωσης, όπου συμπεριλαμβάνονται όλες οι γραμμές αποτέφρωσης, οι εγκαταστάσεις παραλαβής, αποθήκευσης και επιτόπιας προεπεξεργασίας των αποβλήτων, τα συστήματα τροφοδότησης της μονάδας με απόβλητα, καύσιμο και αέρα, ο λέβητας, οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας των καυσαερίων, επιτόπου εγκαταστάσεις επεξεργασίας ή αποθήκευσης των υπολειμμάτων και των υγρών απόβλητων, η καπνοδόχος, οι διατάξεις και τα συστήματα για τον έλεγχο των εργασιών αποτέφρωσης και την καταγραφή και διαρκή παρακολούθηση των συνθηκών αποτέφρωσης.
6.«Υφιστάμενη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης», μια μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης:
α) η οποία λειτουργεί νόμιμα σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, έχει δηλαδή λάβει έγκριση περιβαλλοντικών όρων, άδεια διάθεσης αποβλήτων και άδεια λειτουργίας πριν από την 28η Δεκεμβρίου 2002, ή
β) έχει επιτραπεί ή καταχωρηθεί σε μητρώο ως μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης και έχει λάβει έγκριση περιβαλλοντικών όρων, άδεια διάθεσης αποβλήτων και άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, πριν από την 28η Δεκεμβρίου 2002, υπό τον όρο ότι η μονάδα λειτουργεί πριν από την 28η Δεκεμβρίου 2003, ή
γ) για την οποία, κατά την άποψη της αρμόδιας αρχής, έχει υποβληθεί αίτηση χορήγησης άδειας λειτουργίας, πριν την 28η Δεκεμβρίου 2002 υπό τον όρο ότι η μονάδα άρχισε να λειτουργεί το αργότερο την 28η Δεκεμβρίου 2004,
7.«Ονομαστική δυναμικότητα» («δυναμικότητα παραγωγής»): το άθροισμα των δυναμικοτήτων αποτέφρωσης των κλιβάνων που συνθέτουν την μονάδα αποτέφρωσης, όπως ορίζονται από τον κατασκευαστή και επιβεβαιώνονται από τον φορέα λειτουργίας, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τη θερμογόνο αξία των αποβλήτων. Η δυναμικότητα αυτή εκφράζεται ως η ποσότητα των αποβλήτων που αποτεφρώνονται ανά ώρα.
8.«Εκπομπές»: η άμεση ή έμμεση έκλυση ουσιών, δονήσεων, θερμότητας ή θορύβου από μεμονωμένες ή διάχυτες πηγές της μονάδας στον ατμοσφαιρικό αέρα, στα ύδατα ή στο έδαφος.
9.«Οριακές τιμές εκπομπών»: η μάζα, εκφρασμένη με τη βοήθεια ορισμένων ειδικών παραμέτρων, η συγκέντρωση ή/και τα επίπεδα εκπομπών, των οποίων δεν επιτρέπεται να σημειωθεί υπέρβαση στη διάρκεια μιας ή περισσοτέρων χρονικών περιόδων.
10.«Διοξίνες και φουράνια»: όλα τα πολυχλωροπαράγωγα της διβενζορδιοξίνης και του διβενζοφουρανίου που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι.
11.«Φορέας λειτουργίας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο είναι κατά νόμο υπεύθυνο για λειτουργία της εγκατάστασης σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
12.«Υπόλειμμα»: κάθε υγρό ή στερεό υλικό (συμπεριλαμβανομένων της τέφρας πυθμένα και των σκουριών, της ιπτάμενης τέφρας και της σκόνης από τους λέβητες, των στερεών προϊόντων αντίδρασης από την επεξεργασία των αερίων, της βιολογικής ιλύος από την επεξεργασία των υγρών απόβλητων, των αναλωμένων καταλυτών και του αναλωμένου ενεργού άνθρακα), που καλύπτεται από τον ορισμό των αποβλήτων σύμφωνα το άρθρο 2 (παραγ. 1) της παρούσας απόφασης και παράγεται κατά τη διεργασία αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, την επεξεργασία των καυσαερίων ή υγρών απόβλητων ή άλλες διεργασίες εντός της μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης.

Άρθρο 4
Μέτρα και προϋποθέσεις για την αποτέφρωση και συναποτέφρωση

Ι. Για την κατασκευή και λειτουργία εγκατάστασης αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης απαιτούνται:
Α) Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων όπως προβλέπεται στην υπ’ αριθμ. 11014/703/2003 κοινή υπουργική απόφαση ως έργο που υπάγεται στην πρώτη (Α') κατηγορία (υποκατηγορία 1) σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 15393/2002 κοινή υπουργική απόφαση.
1)Για τη χορήγηση της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων θα πρέπει η απαιτούμενη Μ.Π.Ε. να περιλαμβάνει εκτός των άλλων και περιγραφή των μέτρων που έχουν προβλεφθεί ώστε να διασφαλίζεται:
(α) ο σχεδιασμός, ο εξοπλισμός και η λειτουργία της μονάδας κατά τρόπον ώστε να πληρούνται οι απαιτήσεις της
παρούσας απόφασης λαμβάνοντας υπόψη τις προς αποτέφρωση κατηγορίες αποβλήτων,
(β) η μέγιστη εφικτή ανάκτηση της θερμότητας που παράγεται κατά τη διεργασία αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης, π.χ. μέσω της συνδυασμένης παραγωγής θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας, της παραγωγής ατμού για βιομηχανική χρήση ή της αστικής τηλεθέρμανσης
(γ) η διαχείριση των καπναερίων (δ) η ελαχιστοποίηση της ποσότητας και του βλαβερού χαρακτήρα των υπολειμμάτων και η ανακύκλωσή τους, όπου απαιτείται,
(ε) η τελική διάθεση των υπολειμμάτων των οποίων η πρόληψη, η μείωση ή η ανακύκλωση δεν είναι εφικτή, σύμφωνα με την εθνική και την κοινοτική νομοθεσία.
2)Η απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων εκδίδεται μόνο εφόσον η ΜΠΕ καταδεικνύει ότι οι προτεινόμενες τεχνικές για τη μέτρηση των ατμοσφαιρικών εκπομπών είναι σύμφωνες με το παράρτημα III και όσον αφορά τα νερά με το παράρτημα III παράγραφος 1 και 2, του άρθρου 17 της παρούσας απόφασης.
3)Γ ια την έκδοση της απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι απαιτήσεις που προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία σχετικά με τη διαχείριση των αστικών υγρών απόβλητων, τις οριακές τιμές εκπομπής ρύπων στην ατμόσφαιρα, την υγειονομική ταφή αποβλήτων και τις οριακές τιμές απορρίψεων ‘ επικίνδυνων ουσιών στα νερά . Η απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων εκτός των απαιτήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 12 της υπ’ αριθμ. 11014/2003 κοινής υπουργικής απόφασης, περιλαμβάνει επιπλέον:
α) τις κατηγορίες αποβλήτων που επιτρέπεται να υποστούν επεξεργασία. Ο κατάλογος αναφέρεται τουλάχιστον στις κατηγορίες που προβλέπει ο Ευρωπαϊκός Κατάλογος Αποβλήτων (ΕΚΑ), εφόσον είναι δυνατόν, και, όπου απαιτείται, περιέχει πληροφορίες για την σύσταση των αποβλήτων, β) την ονομαστική δυναμικότητα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων της μονάδας γ) τον προσδιορισμό των διαδικασιών δειγματοληψίας και μετρήσεων, με τις οποίες πρόκειται να εκπληρωθούν οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται όσον αφορά τις περιοδικές μετρήσεις καθενός από τους ατμοσφαιρικούς και υδατικούς ρύπους.
δ) τη χωροθέτηση των σημείων δειγματοληψίας ή μετρήσεων
ε) τον προσδιορισμό όρων για τη διασφάλιση των προβλεπόμενων στο άρθρο 11 απαιτήσεων για τις μετρήσεις ρύπων στον αέρα και τα νερά.
στ) τον καθορισμό όρων σε περίπτωση μη κανονικών συνθηκών λειτουργίας (άρθρο 13)
4.Η απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης που χρησιμοποιεί επικίνδυνα απόβλητα, πέραν των όσων προβλέπονται στην παράγραφο 3, περιλαμβάνει επιπλέον : α) ρητή απαρίθμηση των ποσοτήτων των διαφόρων κατηγοριών επικίνδυνων αποβλήτων που μπορούν να συναποτεφρωθούν σε αυτήν β) καθορισμό των ελάχιστων και των μέγιστων ροών των επικίνδυνων αποβλήτων, της κατώτερης και της ανώτερης θερμογόνου αξίας τους και της μέγιστης περιεκτικότητάς τους σε ρύπους, π.χ. PCB, χλώριο, φθόριο, θείο, βαρέα μέταλλα.
γ) προσδιορισμό του ποσού εγγύησης καλής λειτουργίας και μετέπειτα φροντίδας που πρέπει να καταθέσει ο ενδιαφερόμενος, με κριτήριο το μέγεθος, την επικινδυνότητα και το κόστος της εγκατάστασης. Η εγγύηση κατατίθεται στην αρχή που σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις είναι αρμόδια για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας της εγκατάστασης.
Β) Άδεια διάθεσης, όπως προβλέπεται στις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας σχετικά με τη διαχείριση των μη επικίνδυνων και των επικίνδυνων αποβλήτων κατά περίπτωση.
1)Για την χορήγηση της ως άνω άδειας, εκτός των απαραίτητων στοιχείων που συνοδεύουν την αίτηση του ενδιαφερόμενου σύμφωνα με τις αντίστοιχες κείμενες σχετικές διατάξεις, απαιτείται επιπλέον
α) η προβλεπόμενη πλήρης μελέτη οργάνωσης, κατασκευής και λειτουργίας της μονάδας αποτέφρωσης καθώς και αποκατάστασης του χώρου αυτού, να είναι σύμφωνη τόσο με τις ισχύουσες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές καθώς και με τους εγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους, όσο και με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6 της παρούσας.
β) οι προτεινόμενες τεχνικές μέτρησης για την εφαρμογή του άρθρου 11 της παρούσας να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παραρτήματος III.
2)Η άδεια διάθεσης για την αποτέφρωση μη επικίνδυνων αποβλήτων χορηγείται από τον οικείο Νομάρχη, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 50910/2003 κοινή υπουργική απόφαση και για την αποτέφρωση επικίνδυνων αποβλήτων, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας για τη διαχείριση επικίνδυνων αποβλήτων. Σε κάθε περίπτωση η άδεια χορηγείται μόνο εφόσον διαπιστώνεται ότι η υποβληθείσα μελέτη και οι προτεινόμενες τεχνικές μέτρησης ανταποκρίνονται πλήρως στις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
3)Η άδεια διάθεσης αναφέρει ρητά:
α) τους τύπους και τις ποσότητες των αποβλήτων που μπορεί να επεξεργαστεί η μονάδα αποτέφρωσης
β) την ονομαστική δυναμικότητα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων της μονάδας
Γ) Άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις από τις αρμόδιες υπηρεσίες της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης.
II.Για την κατασκευή και λειτουργία εγκαταστάσεων αποτέφρωσης επικίνδυνων ιατρικών αποβλήτων σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 37591/2031/2003 κοινή υπουργική απόφαση, εφαρμόζονται τα μέτρα και οι προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου σχετικά με την αποτέφρωση επικίνδυνων αποβλήτων.
III.Εάν ο φορέας λειτουργίας μιας μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης για μη επικίνδυνα απόβλητα σκοπεύει να προβεί σε μεταβολή λειτουργίας η οποία θα συμπεριλαμβάνει την αποτέφρωση ή συναποτέφρωση επικινδύνων αποβλήτων, η εν λόγω μεταβολή θεωρείται ως ουσιώδης σύμφωνα με το άρθρο 13 (παραγ. 1 και 3) της υπ’ αριθμ. 11014/2003 κοινής υπουργικής απόφασης.
Τα ανωτέρω ισχύουν και στην περίπτωση επέκτασης άνω του 20% της αρχικής δυναμικότητας της εγκατάστασης.

Άρθρο 5
Παράδοση και παραλαβή των αποβλήτων

1.Ο φορέας λειτουργίας της μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης λαμβάνει όλες τις απαραίτητες προφυλάξεις σχετικά με την παράδοση και την παραλαβή των αποβλήτων ώστε να προλαμβάνονται ή να περιορίζονται, όσο είναι εφικτό, οι αρνητικές επιδράσεις στο περιβάλλον και ειδικότερα η ρύπανση της ατμόσφαιρας, του εδάφους και των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων, των οσμών και του θορύβου, καθώς και οι άμεσοι κίνδυνοι για την υγεία του ανθρώπου. Τα μέτρα αυτά πρέπει να καλύπτουν τουλάχιστον τις απαιτήσεις των παραγράφων 2,3 και 4 του παρόντος άρθρου.
2.Ο φορέας λειτουργίας, πριν δεχθεί τα απόβλητα στην μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης προσδιορίζει τις ποσότητες κάθε κατηγορίας αποβλήτων, εάν είναι δυνατόν σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Κατάλογο Αποβλήτων (ΕΚΑ).
3.Πριν από την αποδοχή των επικίνδυνων αποβλήτων στη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, ο φορέας λειτουργίας οφείλει να ζητά πληροφορίες για τα απόβλητα ώστε να διασφαλίζεται, μεταξύ άλλων, η συμμόρφωση της μονάδας με τις απαιτήσεις της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων σύμφωνα με το άρθρο 4 (παρ. Ι Α).
Οι πληροφορίες αυτές αναφέρονται: α) στη διαδικασία παραγωγής και περιλαμβάνονται στα έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχείο α), β) στη φυσική και, στο μέτρο του εφικτού, στη χημική σύνθεση των αποβλήτων και σε όλες τις άλλες αναγκαίες πληροφορίες προκειμένου να εκτιμηθεί η καταλληλότητά τους για την προβλεπόμενη μέθοδο αποτέφρωσης, γ) στα επικίνδυνα χαρακτηριστικά των αποβλήτων, στις ουσίες με τις οποίες δεν μπορούν να αναμιχθούν και στις προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται κατά το χειρισμό των αποβλήτων.
4.Πριν από την αποδοχή των επικινδύνων αποβλήτων στην μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, πρέπει να τηρούνται από τον φορέα λειτουργίας οι ακόλουθες διαδικασίες παραλαβής:
α) έλεγχος των εγγράφων που απαιτούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας σχετικά με τη διαχείριση των επικίνδυνων αποβλήτων και, ενδεχομένως, εκείνων που απαιτούνται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθμ. 259/1993 του Συμβουλίου, της 1ης Φεβρουαρίου 1993, όπως ισχύει, σχετικά με την παρακολούθηση και τον έλεγχο μεταφορών αποβλήτων στο εσωτερικό της Κοινότητας καθώς και κατά την είσοδο και έξοδό τους, καθώς και από τους κανονισμούς για τη μεταφορά επικίνδυνων ουσιών, β) λήψη αντιπροσωπευτικών δειγμάτων, εκτός εάν δεν ενδείκνυται, π.χ. για μολυσματικά ιατρικά απόβλητα, όσο το δυνατόν πριν από την εκφόρτωση, προκειμένου με τη διεξαγωγή ελέγχων, να διαπιστωθεί ότι τα χαρακτηριστικά των αποβλήτων είναι σύμφωνα με τις πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 3 και για να διευκολύνονται οι αρμόδιες αρχές, κατά την διενέργεια ελέγχων στην εγκατάσταση στον προσδιορισμό του είδους των αποβλήτων που υποβάλλονται σε επεξεργασία. Τα δείγματα αυτά πρέπει να διατηρούνται τουλάχιστον ένα μήνα μετά την αποτέφρωση.
5.Με απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. μπορούν να εξαιρούνται από τις απαιτήσεις των παραγράφων 2, 3 και 4 οι βιομηχανικές μονάδες και επιχειρήσεις που αποτεφρώνουν ή συναποτεφρώνουν αποκλειστικά και μόνο τα δικά τους απόβλητα στον τόπο παραγωγής τους, υπό τον όρο ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της παρούσας Απόφασης.

Άρθρο 6
Συνθήκες λειτουργίας

1.Οι μονάδες αποτέφρωσης πρέπει να λειτουργούν κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται τέτοιος βαθμός αποτέφρωσης ώστε η περιεκτικότητα των σκουριών και της τέφρας πυθμένα σε ολικό οργανικό άνθρακα (TOC) να είναι μικρότερη από 3% ή οι απώλειες κατά την έναυση να είναι μικρότερες από 5% του βάρους του υλικού επί ξηρού. Αν είναι απαραίτητο, χρησιμοποιούνται κατάλληλες τεχνικές προεπεξεργασίας των αποβλήτων.
2.Όλες οι μονάδες αποτέφρωσης σχεδιάζονται, κατασκευάζονται, εξοπλίζονται, και λειτουργούν κατά τρόπον ώστε, μετά την τελευταία διοχέτευση αέρα καύσης, η θερμοκρασία των αερίων που εκλύονται κατά τη διεργασία να αυξάνεται, με ελεγχόμενο και ομοιογενή τρόπο και ακόμη και υπό τις δυσμενέστερες συνθήκες, στους 850 °C, μετρούμενη στο εσωτερικό τοίχωμα ή σε άλλο αντιπροσωπευτικό σημείο του θαλάμου καύσης για δύο δευτερόλεπτα. Εάν αποτεφρώνονται επικίνδυνα απόβλητα που περιέχουν πάνω από 1 % αλογονούχων οργανικών ουσιών, εκφρασμένων σε χλώριο, η θερμοκρασία πρέπει να αυξάνεται στους 1100 “C επί δύο δευτερόλεπτα τουλάχιστον.
3.Κάθε γραμμή αποτέφρωσης της μονάδας είναι εφοδιασμένη με έναν τουλάχιστον εφεδρικό καυστήρα, που πρέπει να τίθεται αυτόματα σε λειτουργία μόλις η θερμοκρασία των καυσαερίων, μετά την τελευταία διοχέτευση αέρα καύσης, κατέλθει κάτω από τους 850 “C ή τους 1100 “C κατά περίπτωση. Οι εν λόγω καυστήρες χρησιμοποιούνται επίσης στις φάσεις εκκίνησης και διακοπής της διαδικασίας καύσης για να εξασφαλίζεται η διατήρηση της ελάχιστης θερμοκρασίας των 850 °C ή των 1100 °C κατά περίπτωση σε όλη τη διάρκεια των ανωτέρω φάσεων και για όσο χρόνο υπάρχουν ακόμη στο θάλαμο καύσης άκαυτα απόβλητα.
Κατά τις φάσεις εκκίνησης και διακοπής ή σε περίπτωση πτώσης της θερμοκρασίας των καυσαερίων κάτω από τους 850 oC ή τους 1100 oC κατά περίπτωση, ο εφεδρικός καυστήρας δεν τροφοδοτείται με καύσιμο που ενδέχεται να προκαλέσει υψηλότερα επίπεδα εκπομπών από εκείνα που συνεπάγεται η καύση πετρελαίου ντίζελ, όπως ορίζεται στην κείμενη νομοθεσία, υγραερίου ή φυσικού αερίου.
4.Όλες οι μονάδες συναποτέφρωσης σχεδιάζονται, κατασκευάζονται, εξοπλίζονται και λειτουργούν κατά τρόπον ώστε η θερμοκρασία των αερίων που εκλύονται κατά τη συναποτέφρωση των αποβλήτων να αυξάνεται με ελεγχόμενο και ομοιογενή τρόπο και ακόμη και υπό τις δυσμενέστερες συνθήκες στους 850 oC, για δύο δευτερόλεπτα. Εάν συναποτεφρώνονται επικίνδυνα απόβλητα που περιέχουν πάνω από 1 % αλογονούχων οργανικών ουσιών, εκφρασμένων σε χλώριο, η θερμοκρασία πρέπει να ανέρχεται τουλάχιστον στους 1100 oC.
5.Οι μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης διαθέτουν και χρησιμοποιούν αυτόματο σύστημα που εμποδίζει την τροφοδότηση με απόβλητα:
α) κατά τη φάση εκκίνησης, μέχρι να επιτευχθεί η απαιτούμενη θερμοκρασία των 850 oC ή των 1100 oC κατά περίπτωση ή η θερμοκρασία που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 6,
β) οποτεδήποτε δεν διατηρείται η απαιτούμενη θερμοκρασία των 850 oC ή των 1100 oC κατά περίπτωση, ή η θερμοκρασία που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 6,
γ) οποτεδήποτε διαπιστώνεται από τις συνεχείς μετρήσεις που επιβάλλει η παρούσα, υπέρβαση οποιασδήποτε οριακής τιμής εκπομπών, οφειλόμενης σε ελαττωματική λειτουργία ή βλάβη των συστημάτων καθαρισμού.
6.Για ορισμένες κατηγορίες αποβλήτων ή θερμικές επεξεργασίες, είναι δυνατόν στην απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων να καθορίζονται διαφορετικές απαιτήσεις από τις προβλεπόμενες στις παραγράφους 1, 2 και
3και, όσον αφορά τη θερμοκρασία, στην παράγραφο 5, με την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι λοιπές απαιτήσεις της παρούσας απόφασης. Η αλλαγή των συνθηκών λειτουργίας δεν πρέπει να προκαλεί περισσότερα υπολείμματα ή υπολείμματα με υψηλότερο ποσοστό οργανικών ρύπων έναντι εκείνων που αναμένονται υπό τις συνθήκες που καθορίζονται στις παραγράφους 1.2 και 3.
7.Για ορισμένες κατηγορίες αποβλήτων ή θερμικές επεξεργασίες, είναι δυνατόν στην απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων να καθορίζονται διαφορετικές απαιτήσεις από τις προβλεπόμενες στην παράγραφο 4 και, όσον αφορά τη θερμοκρασία, στην παράγραφο 5, με την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι λοιπές απαιτήσεις της παρούσας απόφασης. Η έγκριση αυτή συναρτάται τουλάχιστον με την τήρηση των διατάξεων του παραρτήματος V για τις οριακές τιμές εκπομπών ολικού οργανικού άνθρακα και CO.
Στην περίπτωση συναποτέφρωσης των αποβλήτων τους στο χώρο όπου παράγονται, σε υφιστάμενους λέβητες που χρησιμοποιούν φλοιούς ως καύσιμο στη βιομηχανία χαρτοπολτού και χαρτιού, η χορήγηση της έγκρισης προϋποθέτει τουλάχιστον την τήρηση των διατάξεων του παραρτήματος V για τις οριακές τιμές εκπομπών ολικού οργανικού άνθρακα.
8.Οι συνθήκες λειτουργίας όπως καθορίζονται στο άρθρο αυτό καθώς και τα αποτελέσματα των διενεργούμενων ελέγχων γνωστοποιούνται από το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. στην Επιτροπή Ε.Κ. μαζί με άλλες πληροφορίες που παρέχονται στο πλαίσιο υποβολής των εκθέσεων του άρθρου 14 της παρούσας.
9.Οι μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης σχεδιάζονται, εξοπλίζονται, κατασκευάζονται και λειτουργούν κατά τρόπον ώστε οι ατμοσφαιρικές εκπομπές τους να μην προκαλούν σημαντική ατμοσφαιρική ρύπανση στο επίπεδο του εδάφους. Ειδικότερα, τα καυσαέρια απάγονται με ελεγχόμενο τρόπο και σύμφωνα με τα ισχύοντα κοινοτικά πρότυπα για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα μέσω καπνοδόχου, της οποίας το ύψος υπολογίζεται με γνώμονα την προστασία της υγείας του ανθρώπου και του περιβάλλοντος.
10.Η θερμότητα που παράγεται κατά τη διεργασία αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης ανακτάται στο μέγιστο δυνατό βαθμό.
11.Τα μολυσματικά ιατρικά απόβλητα θα πρέπει να εισάγονται, όπως παραλαμβάνονται συσκευασμένα, κατ’ ευθείαν στον κλίβανο, χωρίς να αναμιγνύονται πρώτα με άλλες κατηγορίες καυσίμων και χωρίς να υποβάλλονται σε άμεσους χειρισμούς.
12.Ο φορέας λειτουργίας της εγκατάστασης υποχρεούται να αναθέτει σε εξειδικευμένο επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό την ευθύνη της λειτουργίας της εγκατάστασης.

Άρθρο 7
Οριακές τιμές ατμοσφαιρικών εκπομπών

1.Οι μονάδες αποτέφρωσης σχεδιάζονται, κατασκευάζονται, εξοπλίζονται και λειτουργούν κατά τρόπο ώστε να μην σημειώνεται υπέρβαση των οριακών τιμών εκπομπών του παραρτήματος V στα καυσαέρια.
2.Οι μονάδες συναποτέφρωσης σχεδιάζονται, κατασκευάζονται, εξοπλίζονται και λειτουργούν κατά τρόπο ώστε στα καυσαέρια να μην σημειώνεται υπέρβαση των οριακών τιμών εκπομπών που προσδιορίζονται σύμφωνα με το παράρτημα II ή καθορίζονται σ’ αυτό.
Αν, σε μονάδα συναποτέφρωσης, άνω του 40% της προκύπτουσας θερμότητας προέρχεται από επικίνδυνα απόβλητα, ισχύουν οι οριακές τιμές εκπομπής που καθορίζει το παράρτημα V.
3.Τα αποτελέσματα των μετρή σεων που εκτελού νται για να εξακριβωθεί η τήρηση των οριακών τιμών εκπομπών ανάγονται στις συνθήκες που καθορίζονται στο άρθρο 11.
4.Σε περίπτωση συναποτέφρωσης μείγματος αστικών αποβλήτων που δεν έχουν υποστεί επεξεργασία, οι οριακές τιμές προσδιορίζονται σύμφωνα με το παράρτημα V, και το παράρτημα II δεν εφαρμόζεται.

Άρθρο 8
Απορρίψεις υγρών απόβλητων που προέρχονται από τον καθαρισμό των καυσαερίων

1.Η απόρριψη στο υδάτινο περιβάλλον υγρών απόβλητων που προέρχονται από τον καθαρισμό των καυσαερίων περιορίζεται όσον είναι εφικτό, τουλάχιστον σύμφωνα με τις οριακές τιμές εκπομπών που ορίζονται στο παράρτημα IV.
2.Ο τρόπος απόρριψης υγρών απόβλητων στα νερά ως εργασία διάθεσης επικίνδυνων αποβλήτων αποτελεί αντικείμενο ειδικής πρόβλεψης στη έγκριση περιβαλλοντικών όρων και στην άδεια διάθεσης επικίνδυνων αποβλήτων που διαθέτει ο φορέας λειτουργίας της εγκατάστασης αποτέφρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 της παρούσας απόφασης.
3.Η απόρριψη στα νερά μετά από χωριστή επεξεργασία των υγρών αποβλήτων που προέρχονται από τον καθαρισμό των καυσαερίων πρέπει να περιορίζεται στο ελάχιστο δυνατόν. Στην προκειμένη περίπτωση η απαιτούμενη σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο έγκριση περιβαλλοντικών όρων χορηγείται εκτός των άλλων μόνο εφόσον:
α) πληρούνται οι απαιτήσεις τήρησης των οριακών τιμών εκπομπής στα νερά που προβλέπονται στις σχετικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας και
β) οι κατά μάζα συγκεντρώσεις των ρυπαντικών ουσιών που απαριθμούνται στο παράρτημα IV δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο ίδιο παράρτημα.
4.Οι οριακές τιμές εκπομπών αναφέρονται στο σημείο απόρριψης των υγρών απόβλητων από τον καθαρισμό των καυσαερίων που περιέχουν τις ρυπαντικές ουσίες που απαριθμούνται στο παράρτημα IV από τη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης. Εάν τα υγρά απόβλητα του καθαρισμού των καυσαερίων υποβάλλονται σε επιτόπου επεξεργασία μαζί με υγρά απόβλητα από άλλες πηγές της μονάδας, ο φορέας λειτουργίας οφείλει να εκτελεί τις μετρήσεις που ορίζει το άρθρο 11:
α) στη ροή υγρών απόβλητων των διεργασιών καθαρισμού των καυσαερίων, πριν από την είσοδό της στην εγκατάσταση ομαδικής επεξεργασίας υγρών απόβλητων,
β) στην ή στις ροές υγρών απόβλητων από άλλες πηγές, πριν από την είσοδό τους στην εγκατάσταση ομαδικής επεξεργασίας υγρών απόβλητων,
γ) στο σημείο τελικής απόρριψης των υγρών απόβλητων από τη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης μετά την επεξεργασία τους.
5.Ο φορέας λειτουργίας οφείλει να υπολογίζει κατάλληλα το ισοζύγιο μάζας για να προσδιορίζει τα επίπεδα εκπομπών στην τελική απόρριψη των υγρών απόβλητων, τα οποία μπορούν να αποδοθούν στα υγρά απόβλητα που προέρχονται από τον καθαρισμό των καυσαερίων, ώστε να ελέγχει την τήρηση των οριακών τιμών εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα IV για τη ροή υγρών απόβλητων από τη διαδικασία καθαρισμού των καυσαερίων.
Σε καμιά περίπτωση δεν πραγματοποιείται αραίωση υγρών απόβλητων με σκοπό τη συμμόρφωση προς τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα IV.
6.Όταν τα υγρά απόβλητα που προέρχονται από τον καθαρισμό των καυσαερίων και περιέχουν τις ρυπαντικές ουσίες που αναφέρονται στο παράρτημα IV υφίστανται επεξεργασία εκτός της εγκατάστασης αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, σε μονάδα επεξεργασίας που προορίζεται μόνο για την επεξεργασία των υγρών απόβλητων του είδους αυτού, οι οριακές τιμές εκπομπών του παραρτήματος IV αναφέρονται στο σημείο εξόδου των υγρών απόβλητων από τη μονάδα επεξεργασίας. Αν η εν λόγω μονάδα επεξεργασίας εκτός του χώρου της εγκατάστασης δεν προορίζεται αποκλειστικά για την επεξεργασία των υγρών απόβλητων που προέρχονται από την αποτέφρωση, ο φορέας λειτουργίας εκτελεί τους υπολογισμούς ισοζυγίου της μάζας, σύμφωνα με την παράγραφο
4στοιχεία (α), (β) και (γ), για να προσδιορίσει τις στάθμες εκπομπής στην τελική απόρριψη των υγρών απόβλητων που μπορούν να αποδοθούν στα υγρά απόβλητα που παράγονται κατά τον καθαρισμό των καυσαερίων. Οι υπολογισμοί αυτοί γίνονται προκειμένου ο φορέας λειτουργίας να ελέγξει τη συμμόρφωση προς τις οριακές τιμές εκπομπών που ορίζει το παράρτημα IV για τη ροή των υγρών απόβλητων που προέρχονται από τη διαδικασία καθαρισμού των καυσαερίων.
Σε καμιά περίπτωση δεν πραγματοποιείται αραίωση υγρών απόβλητων με σκοπό τη συμμόρφωση προς τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα IV.
7.Στην έγκριση περιβαλλοντικών όρων που χορηγείται σύμφωνα με το άρθρο 4 (παρ. Ι Α) καθορίζονται:
α) οριακές τιμές εκπομπών για τις ρυπαντικές ουσίες, που αναφέρονται στο παράρτημα IV, σύμφωνα με την παράγραφο 2 και για να πληρούνται οι απαιτήσεις της παραγράφου 3, στοιχείο α),
β) παράμετροι επιχειρησιακού ελέγχου για τα υγρά απόβλητα τουλάχιστον για το pH, τη θερμοκρασία και την παροχή.
8.Οι χώροι των μονάδων αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης, συμπεριλαμβανομένων των συναφών χώρων αποθήκευσης αποβλήτων, εκτός από την έγκριση περιβαλλοντικών όρων, πρέπει να σχεδιάζονται και να λειτουργούν κατά τρόπο ώστε να παρεμποδίζεται η τυχαία απόρριψη ρυπαντικών ουσιών στο έδαφος, τα επιφανειακά ύδατα και στα υπόγεια ύδατα. Επιπλέον, προβλέπεται αποθηκευτική ικανότητα για τις ρυπασμένες όμβριες απορροές από τους χώρους της μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης ή για ρυπασμένα ύδατα προερχόμενα από διαρροές ή πυροσβεστικές επιχειρήσεις.
Η ανωτέρω αποθηκευτική ικανότητα πρέπει να είναι επαρκής, ώστε να εξασφαλίζεται δυνατότητα ανάλυσης και επεξεργασίας των υγρών αποβλήτων, όπου χρειάζεται, πριν από την απόρριψή τους.

Άρθρο 9
Υπολείμματα

1.Τα υπολείμματα που προκύπτουν από τη λειτουργία των μονάδων αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης περιορίζονται στο ελάχιστο όσον αφορά την ποσότητα και τις επιβλαβείς ιδιότητές τους. Τ α υπολείμματα αυτά διατίθενται ή αξιοποιούνται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας για τη διαχείριση στερεών (μη επικίνδυνων) ή επικίνδυνων αποβλήτων κατά περίπτωση καθώς και με τη χρήση κατάλληλων τεχνολογιών.
2.Τα ξηρά υπολείμματα σε μορφή σκόνης, π.χ. σκόνη από τους λέβητες και τα ξηρά υπολείμματα της επεξεργασίας των καυσαερίων, μεταφέρονται και υπόκεινται σε ενδιάμεση αποθήκευση κατά τρόπον ώστε να μην είναι δυνατός ο διασκορπισμός τους στο περιβάλλον, π.χ. μέσα σε κλειστά δοχεία.
3.Πριν επιλεγεί η μέθοδος της τελικής διάθεσης ή ανακύκλωσης των υπολειμμάτων των μονάδων αποτέφρωσης, διεξάγονται κατάλληλες δοκιμές για τον προσδιορισμό των φυσικών και χημικών ιδιοτήτων καθώς και του ρυπογόνου φορτίου των διαφόρων υπολειμμάτων της αποτέφρωσης. Οι αναλύσεις καλύπτουν το συνολικό υδατοδιαλυτό κλάσμα και το υδατοδιαλυτό κλάσμα βαρέων μετάλλων.

Άρθρο 10
Έλεγχος και παρακολούθηση

1.Σε κάθε εγκατάσταση αποτέφρωσης εγκαθίσταται εξοπλισμός μετρήσεων και χρησιμοποιούνται τεχνικές για την παρακολούθηση των παραμέτρων, των συνθηκών λειτουργίας και των κατά μάζα συγκεντρώσεων που σχετίζονται με τη διεργασία αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης.
2.Ο έλεγχος τήρησης των περιβαλλοντικών όρων που εγκρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 4 (παρ. Ι Α) της παρούσας, γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 6 του ν. 1650/1986 όπως ισχύει και 9 του ν. 2947/2001.
3.Ο έλεγχος τήρησης των όρων των αδειών που προβλέπονται στο άρθρο 4 (παραγ. Ι Β), γίνεται από τις αρμόδιες υπηρεσίες της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης ή της Περιφέρειας κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Πριν από την έναρξη της λειτουργίας της εγκατάστασης γίνεται έλεγχος από τις εν λόγω αρμόδιες αρχές, για να διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι όροι της άδειας διάθεσης, Το αποτέλεσμα του ελέγχου κοινοποιείται εγγράφως στον οικείο φορέα λειτουργίας που ενεργεί ανάλογα. Καμία εγκατάσταση αποτέφρωσης δεν μπορεί να αρχίσει τη λειτουργία της, εάν προηγούμενα δεν λάβει θετικό πόρισμα από τον ως άνω διενεργηθέντα έλεγχο.
4.Η ενδεδειγμένη εγκατάσταση και η λειτουργία του αυτόματου εξοπλισμού παρακολούθησης των εκπομπών στην ατμόσφαιρα και στα ύδατα υπόκεινται σε έλεγχο από τις αρμόδιες αρχές καθώς και σε ετήσια δοκιμή επιτήρησης. Η βαθμονόμηση γίνεται με παράλληλες μετρήσεις με τις μεθόδους αναφοράς τουλάχιστον ανά τριετία με ευθύνη του φορέα λειτουργίας.
5.Οι περιοδικές μετρήσεις των εκπομπών στην ατμόσφαιρα και στα ύδατα εκτελούνται σύμφωνα με το παράρτημα III, σημεία 1 και 2.

Άρθρο 11
Απαιτήσεις για τις μετρήσεις

1.Στις μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης πραγματοποιούνται οι κατωτέρω μετρήσεις ατμοσφαιρικών ρύπων σύμφωνα με το παράρτημα III:
α) συνεχείς μετρήσεις των ακόλουθων ουσιών: ΝΟχ, εφόσον έχουν ορισθεί οριακές τιμές εκπομπής, CO, ολική σκόνη, TOC, HCI, HF, SO2,
β) συνεχείς μετρήσεις των ακόλουθων παραμέτρων λειτουργίας: θερμοκρασία κοντά στο εσωτερικό τοίχωμα ή σε άλλο αντιπροσωπευτικό σημείο του θαλάμου καύσης όπως ορίζει η αρμόδια αρχή, συγκέντρωση οξυγόνου, πίεση, θερμοκρασία και περιεκτικότητα σε υδρατμούς των καυσαερίων,
γ) τουλάχιστον δύο μετρήσεις ετησίως των βαρέων μετάλλων, των διοξινών και των φουρανίων κατά το πρώτο όμως δωδεκάμηνο λειτουργίας, εκτελείται μία μέτρηση τουλάχιστον ανά τρίμηνο.
2.Ο χρόνος παραμονής καθώς και η ελάχιστη θερμοκρασία και η περιεκτικότητα σε οξυγόνο των καυσαερίων εξακριβώνονται κατάλληλα, τουλάχιστον μία φορά κατά την έναρξη της λειτουργίας της μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης και στις δυσμενέστερες προβλεπόμενες συνθήκες λειτουργίας.
3.Η συνεχής μέτρηση του HF επιτρέπεται να παραλείπεται, εάν χρησιμοποιούνται για το HCI στάδια επεξεργασίας που διασφαλίζουν ότι δεν σημειώνεται υπέρβαση της οριακής τιμής εκπομπών για το HCI. Στην περίπτωση αυτή, οι εκπομπές HF υπόκεινται σε περιοδικές μετρήσεις, όπως καθορίζεται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ).
4.Η συνεχής μέτρηση της περιεκτικότητας σε υδρατμούς δεν είναι απαραίτητη, με την προϋπόθεση ότι το δείγμα καυσαερίων ξηραίνεται πριν από την ανάλυση των εκπομπών.
5.Στην έγκριση περιβαλλοντικών όρων για τη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, μπορεί να επιτρέπεται, αντί της συνεχούς, η περιοδική μέτρηση των HCI, HF και SO2, όπως καθορίζεται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ), εάν ο φορέας λειτουργίας είναι σε θέση να αποδείξει ότι οι εκπομπές των ρύπων αυτών δεν υπάρχει περίπτωση να υπερβούν τις καθορισμένες οριακές τιμές εκπομπών.
6.Η μείωση της συχνότητας των περιοδικών μετρήσεων για τα βαρέα μέταλλα από δύο φορές ετησίως σε μία ανά δύο έτη και για τις διοξίνες και τα φουράνια από δύο ετησίως σε μία ανά έτος μπορεί να επιτραπεί στην έγκριση περιβαλλοντικών όρων, εφόσον οι εκπομπές που προέρχονται από την αποτέφρωση ή τη συναποτέφρωση είναι κάτω από το 50 % των οριακών τιμών εκπομπών που καθορίζονται σύμφωνα με το παράρτημα II ή το παράρτημα V αντιστοίχως και εφόσον έχουν ορισθεί κριτήρια για τις απαιτήσεις που πρέπει να ικανοποιηθούν. Τα εν λόγω κριτήρια βασίζονται, τουλάχιστον, στις διατάξεις της παρ. 1 (εδ. α και β) του παρόντος άρθρου.
8.Τα αποτελέσματα των μετρήσεων που διενεργούνται για να εξακριβωθεί η τήρηση των οριακών τιμών εκπομπών ανάγονται στις ακόλουθες συνθήκες και για το οξυγόνο σύμφωνα με τον τύπο που προβλέπεται στο παράρτημα VI:
α) θερμοκρασία 273 Κ, πίεση 101,3 kPa, περιεκτικότητα σε οξυγόνο 11 %, ξηρό αέριο, στα καυσαέρια των μονάδων αποτέφρωσης, β) θερμοκρασία 273 Κ, πίεση 101,3 kPa, περιεκτικότητα σε οξυγόνο 3 %, ξηρό αέριο, στα καυσαέρια που προέρχονται από την αποτέφρωση χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων όπως ορίζονται, στο π.δ. 82/2004 (Α' 64).
γ) σε περίπτωση αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης των αποβλήτων σε ατμόσφαιρα εμπλουτισμένη με οξυγόνο, τα αποτελέσματα των μετρήσεων μπορούν να ανάγονται σε περιεκτικότητα σε οξυγόνο, η οποία καθορίζεται στην άδεια λειτουργίας ανάλογα με τις εκάστοτε ειδικές συνθήκες,
δ) στην περίπτωση της συναποτέφρωσης, τα αποτελέσματα των μετρήσεων ανάγονται σε συνολική περιεκτικότητα σε οξυγόνο, υπολογιζόμενη σύμφωνα με το παράρτημα II.
Όταν οι εκπομπές των ρυπαντικών ουσιών μειώνονται με επεξεργασία των καυσαερίων σε μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης που επεξεργάζεται επικίνδυνα απόβλητα, η τυποποίηση όσον αφορά τις περιεκτικότητες σε οξυγόνο που προβλέπονται στο πρώτο, εδάφιο γίνεται μόνον εφόσον η μετρούμενη περιεκτικότητα σε οξυγόνο κατά την ίδια περίοδο όπως και για τη σχετική ρυπαντική ουσία υπερβαίνει τη σχετική κανονική περιεκτικότητα σε οξυγόνο.
9.Όλα τα αποτελέσματα των μετρήσεων καταγράφονται, γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας και παρουσιάζονται με τρόπο που παρέχει στις αρμόδιες αρχές τη δυνατότητα να εξακριβώνει τη συμμόρφωση προς τις εγκεκριμένες συνθήκες λειτουργίας και τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στην παρούσα απόφαση.
10.Οι οριακές τιμές εκπομπών στον ατμοσφαιρικό αέρα θεωρείται ότι τηρούνται, εάν:
α) καμία από τις ημερήσιες μέσες τιμές δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα V στοιχείο α) ή στο παράρτημα II,
το 97 % της ημερήσιας μέσης τιμής επί ένα έτος δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπής που προβλέπει το παράρτημα V στοιχείο ε), πρώτη περίπτωση, β) είτε καμία από τις μέσες τιμές ανά ημίωρο δεν υπερβαίνει καμία από τις οριακές τιμές εκπομπής που καθορίζονται στο παράρτημα V στοιχείο β) στήλη Α, είτε εφόσον συντρέχει λόγος, το 97% των μέσων τιμών ανά ημίωρο κατά τη διάρκεια του έτους δεν υπερβαίνει καμία από τις οριακές τιμές εκπομπής που καθορίζονται στο παράρτημα V στοιχείο β) στήλη Β, γ) καμία από τις μέσες τιμές της περιόδου δειγματοληψίας που καθορίζεται για τα βαρέα μέταλλα, τις διοξίνες και τα φουράνια δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα V στοιχεία γ) και δ) ή στο παράρτημα II, δ) πληρούνται τα προβλεπόμενα στο παράρτημα V στοιχείο ε) δεύτερη περίπτωση ή στο παράρτημα II.
11.Οι μέσες τιμές ημιώρου και οι μέσες τιμές δεκαλέπτου προσδιορίζονται εντός του πραγματικού χρόνου λειτουργίας (εξαιρουμένων των φάσεων εκκίνησης και διακοπής, εάν δεν αποτεφρώνονται απόβλητα) από τις τιμές που έχουν προκύψει από τις μετρήσεις, αφού αφαιρεθεί η τιμή του διαστήματος εμπιστοσύνης που ορίζεται στο σημείο 3 του παραρτήματος III. Οι ημερήσιες μέσες τιμές προσδιορίζονται από τις ανωτέρω επικυρωμένες μέσες τιμές.
Γ ια να ληφθεί έγκυρη ημερήσια μέση τιμή, δεν απορρίπτονται περισσότερες από πέντε μέσες τιμές ημιώρου στη διάρκεια μίας ημέρας για λόγους ελαττωματικής λειτουργίας ή συντήρησης του συστήματος συνεχών μετρήσεων. Στη διάρκεια ενός έτους δεν απορρίπτονται περισσότερες από δέκα ημερήσιες μέσες τιμές για λόγους ελαττωματικής λειτουργίας ή συντήρησης του συστήματος συνεχών μετρήσεων.
12.Οι μέσες τιμές της περιόδου δειγματοληψίας και οι μέσες τιμές στην περίπτωση περιοδικών μετρήσεων του HF, HCI και SO2 προσδιορίζονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 10 παράγραφοι 2 και 4 και του παραρτήματος III.
13.Οι μετρήσεις που εκτελούνται στο σημείο απόρριψης των υγρών απόβλητων είναι οι παρακάτω:
α) συνεχείς μετρήσεις των παραμέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 7 στοιχείο β), β) μεμονωμένες ημερήσιες μετρήσεις των ολικών αιωρούμενων στερεών ή αντί αυτών, μετρήσεις αντιπροσωπευτικού δείγματος ανάλογου προς τη ροή για περίοδο 24 ωρών,
γ) τουλάχιστον μηνιαίες μετρήσεις, με αντιπροσωπευτικά και ανάλογα με τη ροή δείγματα της απόρριψης εικοσιτετραώρου, των ρυπαντικών ουσιών που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3 και απαριθμούνται στο παράρτημα IV, αριθ. 2 έως 10, δ) τουλάχιστον μετρή σεις ανά εξάμηνο των διοξινών και των φουρανίων κατά το πρώτο όμως δωδεκάμηνο λειτουργίας, εκτελείται μία μέτρηση τουλάχιστον ανά τρίμηνο.
14.Η παρακολούθηση της μάζας των ρύπων στα επεξεργασμένα υγρά απόβλητα καθώς και η συχνότητα των μετρήσεων είναι σύμφωνες με την ισχύουσα νομοθεσία και καθορίζονται στην άδεια λειτουργίας.
15.Οι οριακές τιμές για τις εκπομπές στα ύδατα θεωρείται ότι τηρούνται, εάν:
α) για το σύνολο των αιωρούμενων στερεών (ρυπαντική ουσία αριθ. 1), το 95 % και το 100 % των μετρουμένων τιμών δεν υπερβαίνει τις αντίστοιχες οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα IV, β) για τα βαρέα μέταλλα (ρυπαντικές ουσίες αριθ. 2 έως 10), μία και μόνη μέτρηση κατ1 έτος υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα IV ή, εάν προβλέπονται περισσότερα από 20 δείγματα κατ’ έτος, τις οριακές τιμές εκπομπών που ορίζονται στο παράρτημα IV υπερβαίνει ένα ποσοστό των δειγμάτων αυτών όχι ανώτερο του 5 %, γ) για τις διοξίνες και τα φουράνια (ρυπαντική ουσία αριθ. 11), τα αποτελέσματα των δύο μετρήσεων δεν υπερβαίνουν την οριακή τιμή εκπομπής που καθορίζεται στο παράρτημα IV.
16.Στην περίπτωση που πραγματοποιούμενες μετρήσεις δείξουν ότι έχει σημειωθεί υπέρβαση των οριακών τιμών εκπομπών για τον αέρα και τα ύδατα, ενημερώνονται από τον φορέα λειτουργίας χωρίς καθυστέρηση οι αρμόδιες για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων αρχές σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

Άρθρο 12
Πρόσβαση στηνπληροφόρηση και συμμετοχή του κοινού

1.Με την επιφύλαξη της υπ’ αριθμ. 77921/1440/1995 κοινή υπουργική απόφαση (Β' 795), κατά τη διαδικασία έγκρισης περιβαλλοντικών όρων σε μονάδες αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης ενημερώνεται και συμμετέχει το κοινό σύμφωνα με τις προβλέψεις της υπ’ αριθμ. 37111/ 2003 κοινή υπουργική απόφαση όπως ισχύει.
2.Προκειμένου για τις εγκαταστάσεις αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης με ονομαστική δυναμικότητα δύο τόνων ή περισσότερο, δημοσιοποιείται η ετήσια έκθεση για τη λειτουργία και την παρακολούθηση της εγκατάστασης, την οποία διαβιβάζει προς το ΥΠΕΧΩΔΕ ο φορέας λειτουργίας. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει, ως ελάχιστη απαίτηση, απολογισμό της όλης διαδικασίας καθώς και των εκπομπών στον ατμοσφαιρικό αέρα και τα ύδατα, σε σύγκριση με τα πρότυπα εκπομπών που καθορίζει η παρούσα απόφαση. Το ΥΠΕΧΩΔΕ συντάσσει και θέτει στη διάθεση του κοινού κατάλογο των εγκαταστάσεων αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης με ονομαστική δυναμικότητα κάτω των δύο τόνων.

Άρθρο 13
Ασυνήθεις (μη κανονικές) συνθήκες λειτουργίας

1.Στην Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (άρθρο 4 παρ.ΙΑ), ορίζεται η μέγιστη επιτρεπτή χρονική διάρκεια οποιασδήποτε τεχνικά αναπόφευκτης διακοπής, ανωμαλίας στη λειτουργία ή βλάβης των συστημάτων καθαρισμού ή των οργάνων μετρήσεων, κατά την οποία οι συγκεντρώσεις των ρυπαντικών ουσιών στις εκπομπές στην ατμόσφαιρα και στα επεξεργασμένα υγρά απόβλητα επιτρέπεται να υπερβαίνουν τις καθορισμένες οριακές τιμές εκπομπών.
2.Σε περίπτωση γενικής βλάβης, ο φορέας λειτουργίας περιορίζει ή διακόπτει τις εργασίες το ταχύτερο δυνατόν, μέχρι να αποκατασταθούν οι κανονικές συνθήκες λειτουργίας.
3.Με την επιφύλαξη του άρθρου 6 παράγραφος 5 εδάφιο γ) της παρούσας, σε περίπτωση υπέρβασης των οριακών τιμών εκπομπών δεν συνεχίζεται για κανένα λόγο η αποτέφρωση αποβλήτων στη μονάδα αποτέφρωσης ή στη μονάδα συναποτέφρωσης ή στη γραμμή αποτέφρωσης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από τέσσερις συνεχείς ώρες επιπλέον. Ο συνολικός χρόνος λειτουργίας σε παρόμοιες συνθήκες στη διάρκεια ενός έτους πρέπει να είναι λιγότερος από 60 ώρες. Η διάρκεια των 60 ωρών εφαρμόζεται στις γραμμές όλης της εγκατάστασης οι οποίες συνδέονται σε ένα μόνο σύστημα καθαρισμού των καυσαερίων.
4.Η συνολική περιεκτικότητα σε κονιορτό των ατμοσφαιρικών εκπομπών των μονάδων αποτέφρωσης δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση τα 150 mg/m3, ως μέση τιμή ημιώρου. Επιπλέον, δεν πρέπει να σημειώνεται υπέρβαση των οριακών τιμών για τις ατμοσφαιρικές εκπομπές CO και TOC. Τηρούνται όλες οι άλλες συνθήκες που αναφέρονται στο άρθρο 6.

Άρθρο 14
Υποβολή εκθέσεων

1.Οι αρμόδιες υπηρεσίες της Γενικής Δ/νσης Περιβάλλοντος του ΥΠ ΕΧΩΔΕ συντάσσουν έκθεση με τη διαδικασία του άρθρου 5 της οδηγίας 91/692/ΕΟΚ σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας απόφασης. Η έκθεση αυτή αποστέλλεται στην Επιτροπή Ε.Κ. Η πρώτη έκθεση θα συμμορφώνεται με τις περιόδους που προβλέπονται στο άρθρο 17 της οδηγίας 94/67/ΕΚ.

Άρθρο 15
Κυρώσεις

1.Σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που πραγματοποιεί αποτέφρωση ή συναποτέφρωση ή τις εργασίες διάθεσης που αναφέρονται στα άρθρα 8 και 9 της παρούσας απόφασης, κατά παράβαση των διατάξεων της παρούσας απόφασης επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 28, 29, και 30 του ν. 1650/1986 όπως το άρθρο 30 τροποποιημένο ισχύει.
2.Οι ως άνω κυρώσεις επιβάλλονται ανεξάρτητα από την επιβολή άλλων κυρώσεων που προβλέπονται σε άλλες ειδικότερες διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.

Άρθρο 16
Μεταβατικές διατάξεις

1.Με την επιφύλαξη των ειδικών μεταβατικών διατάξεων που προβλέπουν τα προσαρτημένα παραρτήματα, οι διατάξεις της παρούσας απόφασης εφαρμόζονται στις υφιστάμενες μονάδες από τις 28 Δεκεμβρίου 2005.
2.Για τις νέες εγκαταστάσεις, δηλαδή τις εγκαταστάσεις που δεν εμπίπτουν στον ορισμό «υφιστάμενη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης» του άρθρου 2 παράγραφος 6 ή της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, αντί των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 18 (παρ.
2), εφαρμόζεται η παρούσα από την έναρξη ισχύος της.
3.Οι μόνιμες ή κινητές εγκαταστάσεις παραγωγής ενεργείας ή υλικών προϊόντων οι οποίες έχουν λάβει έγκριση περιβαλλοντικών όρων και άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και λειτουργούν, και οι οποίες συναποτεφρώνουν απόβλητα πριν την δημοσίευση της παρούσας, θεωρούνται ως υφιστάμενες μονάδες συναποτέφρωσης.

Άρθρο 17
Παραρτήματα

Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παρούσας απόφασης τα Παραρτήματα Ι έως VI που ακολουθούν.
Τα Παραρτήματα αυτά τροποποιούνται με απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ σύμφωνα με τις εκάστοτε τροποποιήσεις των Παραρτημάτων της Οδηγίας 2000/76/ΕΚ από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο.

Άρθρο 18
Καταργούμενες διατάξεις

1.Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, κάθε διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις της παρούσας απόφασης ή ανάγεται σε θέματα που ρυθμίζονται από αυτήν καταργείται.
2.Από την 28η Δεκεμβρίου 2005 καταργούνται:
α) η υπ’ αριθμ. 82805/2224/1993 κοινή υπουργική απόφαση και
β) η υπ’ αριθμ. 2487/455/1999 κοινή υπουργική απόφαση.
(Ακολουθούν Παραρτήματα, βλέπε οικείο ΦΕΚ).
 
Αρθρο 19
Εναρξη ισχύος

Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 1 Ιουνίου 2005
 

 


Κατεβάστε και συμβουλευτείτε το πρωτότυπο κείμενο, όπως είναι δημοσιευμένο στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ.) του Εθνικού Τυπογραφείου.


 

Τελευταία ενημέρωση
Έχει διαβαστεί 2187 φορές

Τελευταία Νέα