Κοινή Υπουργική Απόφαση 39626/2208/Ε130/2009 - ΦΕΚ 2075/Β/25-9-2009 (Κωδικοποιημένη)
ΚΥΑ 39626/2208/Ε130/2009 :Kαθορισμός μέτρων για την προστασία των υπόγειων νερών από την ρύπανση και την υποβάθμιση, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2006/118/ΕΚ «σχετικά με την προστασία των υπόγειων υδάτων από την ρύπανση και την υποβάθμιση»,
του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2006».
Συνδρομητικές Υπηρεσίες
- Το Νομοθέτημα έχει κωδικοποιηθεί σε αρχείο ενιαίο κειμένου, με ενσωματωμένες τις διατάξεις με τις οποίες έχει συμπληρωθεί - τροποποιηθεί μεταγενέστερα.
- Η υπηρεσία προβολής και μεταφόρτωσης κωδικοποιημένων κειμένων είναι διαθέσιμη ΔΩΡΕΑΝ, μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη, με πρόσβαση στις Συνδρομητικές Υπηρεσίες.
- Απαιτείται μεγαλύτερο επίπεδο πρόσβασης για την προβολή των Συνδρομητικών Υπηρεσιών.
Εάν είστε μέλος και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές Υπηρεσίες, πατήστε ΕΔΩ για Σύνδεση.
-Θέματα Βοήθειας και Υποστήριξης για τις συνδρομητικές υπηρεσίες.
ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ Φ.Ε.Κ.
Το αρχικό κείμενο με τις διατάξεις όπως ήταν δημοσιευμένες στο Φ.Ε.Κ. οι οποίες έχουν τροποποιηθεί μεταγενέστερα.
Κοινή Υπουργική Απόφαση Αριθμ. 39626/2208/Ε130/2009
ΦΕΚ 2075/Β/25-9-2009
Kαθορισμός μέτρων για την προστασία των υπόγειων νερών από την ρύπανση και την υποβάθμιση, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2006/118/ΕΚ «σχετικά με την προστασία των υπόγειων υδάτων από την ρύπανση και την υποβάθμιση», του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2006».
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ - ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ-
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ - ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 2077/1992 «Κύρωση Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση» (Α΄ 136) και τις διατάξεις του άρθρου 1 (παρ. 1, 2, 3, 4) και του άρθρου 2 (παρ. 1ζ) ν. 1338/1983 «Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου» (Α΄ 34) όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν. 1440/1986 «Συμμετοχή της Ελλάδας στο κεφάλαιο, στα αποθεματικά και στις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων κ.λπ. (Α΄ 70) και του άρθρου 65 του ν. 1892/1990 (Α΄ 101).
2. Τις διατάξεις των άρθρων 10 και 11 (παρ. 3) του ν. 1650/1986 «Για την προστασία του περιβάλλοντος» (Α΄ 160), όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 3010/2001 (Α΄91).
3. Τις διατάξεις του άρθρου 23 (παρ.1) του ν. 1558/1985 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά όργανα» (Α΄ 137) και των άρθρων 9 και 13 του π.δ. 473/1985 «Καθορισμός και ανακατανομή των αρμοδιοτήτων των Υπουργείων» (Α΄ 157).
4. Τις διατάξεις του άρθρου 1 (παρ. 26) του ν. 3065/2002 «Μεταφορά αρμοδιοτήτων του Υπουργικού Συμβουλίου σε άλλα Κυβερνητικά Όργανα» (Α΄ 251).
5. Τις διατάξεις του ν. 3199/2003 «Προστασία και διαχείριση των υδάτων – εναρμόνιση με την οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2000» (Α΄ 280) και ειδικότερα των άρθρων 2, 4, 5, 6, 7, 8, 9 (παρ. 3), 10, 11, 12, 13 και 14 αυτού.
6. Tις διατάξεις των άρθρων 2, 3, 4, 5, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 14 και 17 του π.δ. υπ’ αριθμ. 51/2007 «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για την ολοκληρωμένη προστασία και διαχείριση των υδάτων σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 200/60/ΕΚ……..του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2000» (Α΄ 54).
7. Τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. 16190/1335/1997 κοινής υπουργικής απόφασης «Μέτρα και όροι για την προστασία των νερών από τη νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης» (Β΄ 519), καθώς και τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. 19652/1906/1999 κοινής υπουργικής απόφασης «Προσδιορισμός των νερών που υφίστανται νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης - Κατάλογος ευπρόσβλητων ζωνών σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 αντίστοιχα του άρθρου 4 της υπ’ αριθμ. 16190/1335/1997 κοινής υπουργικής απόφασης» (Β΄ 1575), όπως ισχύει.
8. Τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. 5673/400/1997 κοινή υπουργική απόφαση «Μέτρα και όροι για την επεξεργασία αστικών λυμάτων» (Β΄ 192).
9. Τις διατάξεις του π.δ/τος 115/1997 «Έγκριση, διάθεση στην αγορά και έλεγχος φυτοπροστατευτικών προϊόντων, σε συμμόρφωση με την οδηγία 91/414/ΕΟΚ….κλπ» (Α΄ 104).
10. Τις διατάξεις του π. δ/τος 205/2001 «Έγκριση, διάθεση στην αγορά και έλεγχος βιοκτόνων προϊόντων, σε συμμόρφωση με την οδηγία 98/8/ΕΚ… κ.λπ.» (Α΄ 160).
11. Τις διατάξεις της οδηγίας 2006/118/ΕΚ «σχετικά με την προστασία των υπόγειων νερών από την ρύπανση και την υποβάθμιση» (ΕΕL 372/19/2006).
12. Tις διατάξεις της οδηγίας 2000/60/ΕΚ «για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων» (EEL 327/1/2000) και ειδικότερα του άρθρου 17 αυτής.
13. Τις διατάξεις των άρθρων 48 και 90 του Κώδικα που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 «Κώδικας νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα» (Α΄ 98).
14. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής, δεν προκαλείται πρόσθετη δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Σκοπός
1. Με την παρούσα απόφαση αποσκοπείται η εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 9 και 10 του ν. 1650/1986 καθώς και των διατάξεων των άρθρων 4 (παρ. 1 εδ. β), 12 και 14 του π.δ. 51/2007, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2006/118/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2006 της Ευρωπαϊκής Ένωσης «σχετικά με την προστασία των υπόγειων υδάτων από την ρύπανση και την υποβάθμιση», που έχει δημοσιευθεί στην Ελληνική γλώσσα στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕL 372/19/27.12.2006), ώστε με την θέσπιση κατάλληλων μέτρων πρόληψης και ελέγχου της ρύπανσης των υπογείων υδάτων καθώς και πρόληψης της υποβάθμισης της κατάστασής τους, να διασφαλίζεται η προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος. Τα θεσπιζόμενα μέτρα περιλαμβάνουν κυρίως:
α) κριτήρια για την αξιολόγηση της καλής χημικής κατάστασης των υπόγειων υδάτων, και
β) κριτήρια για τον εντοπισμό και την αναστροφή σημαντικών και διατηρούμενων ανοδικών τάσεων και κριτήρια για τον καθορισμό σημείων εκκίνησης για την αναστροφή των τάσεων.
2. Η παρούσα απόφαση συμπληρώνει τις διατάξεις που αναφέρονται στην πρόληψη και τον περιορισμό της εισαγωγής ρύπων σε υπόγεια ύδατα, του ν. 3199/2003 και του π.δ. 51/2007, που έχουν εκδοθεί σε συμμόρφωση με την οδηγία 2000/60/ΕΚ (ΕΕL 327/1/22.12.2000).
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, εκτός των ορισμών που προβλέπονται στο άρθρο 2 του
ν. 3199/2003 και στο άρθρο 2 του π.δ. 51/2007, ισχύουν επιπλέον οι ακόλουθοι ορισμοί:
1) «ποιοτικό πρότυπο για τα υπόγεια ύδατα»: πρότυπο περιβαλλοντικής ποιότητας το οποίο εκφράζεται ως συγκέντρωση συγκεκριμένου ρύπου, ομάδας ρύπων ή δείκτη ρύπανσης σε υπόγεια ύδατα και του οποίου δεν θα πρέπει να γίνεται υπέρβαση προκειμένου να προστατεύεται η δημόσια υγεία και το περιβάλλον,
2) «ανώτερη αποδεκτή τιμή»: ποιοτικό πρότυπο υπόγειων υδάτων το οποίο ορίζει η αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 3,
3) «σημαντική και διατηρούμενη ανοδική τάση»: κάθε στατιστικά και περιβαλλοντικά σημαντική αύξηση της συγκέντρωσης ρύπου, ομάδας ρύπων ή δείκτη ρύπανσης, στα υπόγεια ύδατα, για την οποία η αναστροφή της τάσης χαρακτηρίζεται αναγκαία σύμφωνα με το άρθρο 5,
4) «εισαγωγή ρύπου στα υπόγεια ύδατα»: άμεση ή έμμεση εισαγωγή ρύπων στα υπόγεια ύδατα, ως αποτέλεσμα ανθρώπινων δραστηριοτήτων,
5) «επίπεδο υποβάθρου»: η συγκέντρωση ουσίας ή η τιμή ενός δείκτη σε σύστημα υπογείων υδάτων, η οποία αντιστοιχεί σε καθόλου ή ελάχιστες ανθρωπογενείς αλλοιώσεις των αδιατάρακτων συνθηκών,
6) «επίπεδο εκκίνησης»: η μέση τιμή συγκέντρωσης ρύπου που μετράται κατά τα έτη αναφοράς 2007 και 2008 βάσει των προγραμμάτων παρακολούθησης που εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 11 του π.δ. 51/2007 ή, στην περίπτωση ουσιών που εντοπίζονται μετά τα εν λόγω έτη αναφοράς, κατά το πρώτο διάστημα για το οποίο υπάρχουν στοιχεία από αντιπροσωπευτική περίοδο παρακολούθησης,
7) «αρμόδια αρχή»: οι Διευθύνσεις Υδάτων των Περιφερειών, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις της παρούσας απόφασης.
Άρθρο 3
Κριτήρια αξιολόγησης της χημικής κατάστασης των υπόγειων υδάτων
1. Για την αξιολόγηση της χημικής κατάστασης ενός συστήματος υπόγειων υδάτων ή μιας ομάδας συστημάτων υπόγειων υδάτων σύμφωνα με το σημείο 2.3 του Παραρτήματος ΙΙΙ του άρθρου 19 του π.δ. 51/2007, η αρμόδια αρχή χρησιμοποιεί τα ακόλουθα κριτήρια:
α) ποιοτικά πρότυπα υπόγειων υδάτων, όπως εμφαίνονται στο Παράρτημα Ι,
β) ανώτερες αποδεκτές τιμές τουλάχιστον για τους ρύπους, τις ομάδες ρύπων και τους δείκτες ρύπανσης που αναφέρονται στο μέρος Β του Παραρτήματος ΙΙ, οι οποίοι, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 5 του π.δ. 51/2007, διαπιστώνεται ότι συμβάλλουν στο χαρακτηρισμό των συστημάτων ή ομάδων συστημάτων υπόγειων υδάτων ως απειλούμενα να μην επιτευχθεί η καλή χημική κατάσταση των υπόγειων υδάτων.
Οι ανώτερες αποδεκτές τιμές καθορίζονται κατά τρόπον ώστε σε περίπτωση που τα αποτελέσματα της παρακολούθησης σε αντιπροσωπευτικό σημείο ελέγχου υπερβαίνουν τις ανώτερες αποδεκτές τιμές, αυτό να καταδεικνύει τον κίνδυνο να μην πληρούται ένας ή περισσότεροι από τους όρους για τη χημική κατάσταση των υπόγειων υδάτων που αναφέρονται στο άρθρο 4, παράγραφος 2, στοιχείο γ), σημεία (ii), (iii) και (iv).
Οι ανώτερες αποδεκτές τιμές που ισχύουν για την καλή χημική κατάσταση, πρέπει να βασίζονται στην προστασία του συστήματος υπογείων υδάτων, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές των παραγράφων 1, 2 και 3, του Μέρους Α, του Παραρτήματος ΙΙ, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη την επίπτωση του συστήματος και την αλληλεπίδραση των υπόγειων νερών, στα επιφανειακά ύδατα και τα χερσαία οικοσυστήματα και τους υγροτόπους που εξαρτώνται άμεσα από αυτό. Στις ανώτερες αποδεκτές τιμές συνεκτιμώνται, μεταξύ άλλων, η τοξικολογική για τον άνθρωπο τεχνογνωσία και η οικοτοξικολογική τεχνογνωσία.
2. Οι ανώτερες αποδεκτές τιμές ορίζονται σε εθνικό επίπεδο, με απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., μετά από εισήγηση της Κεντρικής Υπηρεσίας Υδάτων.
3. Είναι δυνατόν με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, μετά από εισήγηση της αρμόδιας αρχής σε συνεργασία με την Δ/νση Υγείας της Περιφέρειας, τη γνώμη του Περιφερειακού Συμβουλίου Υδάτων, εφόσον έχει συσταθεί και σύμφωνη γνώμη της Κεντρικής Υπηρεσίας Υδάτων, να ορίζονται σε επίπεδο περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού ή σε επίπεδο ενός συστήματος ή μιας ομάδας συστημάτων υπόγειων υδάτων, ανώτερες αποδεκτές τιμές πιο αυστηρές από τις αναφερόμενες στην παράγραφο 2.
4. Οι ανώτερες αποδεκτές τιμές του τμήματος της περιοχής λεκάνης απορροής διεθνούς ποταμού που βρίσκεται εντός της επικράτειας, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., μετά από εισήγηση της Κεντρικής Υπηρεσίας Υδάτων.
5. Για τα συστήματα υπόγειων υδάτων που είναι κοινά στην Ελληνική Επικράτεια και στην Επικράτεια άλλου Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και για τα συστήματα υπόγειων υδάτων, στα οποία λαμβάνει χώρα διασυνοριακή υπόγεια ροή, ο ορισμός ανώτερων αποδεκτών τιμών γίνεται με τον αναγκαίο συντονισμό μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος Β (εδ. 2 και 4) του π.δ. 51/2007.
6. Στις περιπτώσεις που ένα σύστημα ή μια ομάδα συστημάτων υπόγειων υδάτων εκτείνεται στην Ελληνική Επικράτεια και στην Επικράτεια τρίτου κράτους μη μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο ορισμός των ανώτερων αποδεκτών τιμών γίνεται με τον αναγκαίο συντονισμό μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος Β (εδ. 3 και 4) του π.δ. 51/2007.
7. Όταν οι ανώτερες αποδεκτές τιμές ορισθούν, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, δημοσιεύονται και προσαρτώνται στα Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών, τα οποία εγκρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 10 του π.δ. 51/2007. Τα εν λόγω Σχέδια περιλαμβάνουν επίσης σύνοψη των πληροφοριών που προβλέπονται στο Μέρος Γ του Παραρτήματος ΙΙ της παρούσας απόφασης.
8. Ο κατάλογος των ανώτερων αποδεκτών τιμών τροποποιείται με την ίδια διαδικασία που προβλέπεται στις παραγράφους 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου, όταν, σύμφωνα με νέα δεδομένα σχετικά με ρύπους, ομάδες ρύπων ή δείκτες ρύπανσης, πρέπει να ορισθεί ανώτερη αποδεκτή τιμή για πρόσθετη ουσία ή θα πρέπει να τροποποιηθεί υφιστάμενη ανώτερη αποδεκτή τιμή, ή να εισαχθεί εκ νέου ανώτερη αποδεκτή τιμή που είχε διαγραφεί, με σκοπό την προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος.
Οι ανώτερες αποδεκτές τιμές μπορούν να διαγράφονται από τον κατάλογο όταν το συγκεκριμένο σύστημα υπόγειων υδάτων δεν απειλείται πλέον από τους αντίστοιχους ρύπους, ομάδες ρύπων ή δείκτες ρύπανσης.
Οι τυχόν αλλαγές στον κατάλογο των ανώτερων αποδεκτών τιμών αναφέρονται στην αναθεώρηση των Σχεδίων Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών.
Άρθρο 4
Διαδικασία αξιολόγησης της χημικής κατάστασης των υπόγειων υδάτων
1. Η αρμόδια αρχή χρησιμοποιεί τη διαδικασία που περιγράφεται στην παράγραφο 2 για την αξιολόγηση της χημικής κατάστασης ενός συστήματος υπόγειων υδάτων. Εφόσον ενδείκνυται, η αρμόδια αρχή μπορεί, όταν εφαρμόζει την εν λόγω διαδικασία, να ομαδοποιεί συστήματα υπόγειων υδάτων σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ του άρθρου 19 του π.δ. 51/2007.
2. Ένα σύστημα ή μια ομάδα συστημάτων υπόγειων υδάτων θεωρείται καλής χημικής κατάστασης όταν:
α) η σχετική παρακολούθηση καταδεικνύει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του Πίνακα 2.3.2, του Παραρτήματος ΙΙΙ, του άρθρου 19 του π.δ. 51/2007, ή
β) δεν παρατηρείται, σε κανένα σημείο ελέγχου του εν λόγω συστήματος ή ομάδας συστημάτων υπογείων υδάτων, υπέρβαση των τιμών των ποιοτικών προτύπων για τα υπόγεια ύδατα που παρατίθενται στο Παράρτημα Ι και των σχετικών ανώτερων αποδεκτών τιμών που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 και το Παράρτημα ΙΙ, ή
γ) παρατηρείται υπέρβαση των τιμών των προτύπων για τα υπόγεια ύδατα σε ένα ή περισσότερα σημεία ελέγχου, όμως από την αξιολόγηση που διενεργείται σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ επιβεβαιώνεται ότι:
(i) με βάση την παράγραφο 3 του Παραρτήματος ΙΙΙ, οι συγκεντρώσεις ρύπων που υπερβαίνουν τα ποιοτικά πρότυπα υπόγειων υδάτων ή τις ανώτερες αποδεκτές τιμές δεν εκτιμάται ότι συνιστούν σημαντικό περιβαλλοντικό κίνδυνο, λαμβάνοντας υπόψη, ανάλογα με την περίπτωση, την έκταση του συστήματος υπόγειων υδάτων που έχει επηρεασθεί,
(ii) πληρούνται οι λοιποί όροι για την καλή χημική κατάσταση των υπόγειων υδάτων που καθορίζονται στον Πίνακα 2.3.2, του Παραρτήματος ΙΙΙ, του άρθρου 19 του π.δ. 51/2007, σύμφωνα με την παράγραφο 4, του Παραρτήματος ΙΙΙ της παρούσας απόφασης,
(iii) για συστήματα υπογείων υδάτων που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 1, του π.δ. 51/2007, τηρούνται οι απαιτήσεις της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου, σύμφωνα με την παράγραφο 4, του Παραρτήματος ΙΙΙ της παρούσας απόφασης,
(iv) η ρύπανση δεν έχει υπονομεύσει σημαντικά τη δυνατότητα του συστήματος υπογείων υδάτων ή κάποιου από τα συστήματα της ομάδας συστημάτων υπόγειων υδάτων να μπορεί να χρησιμοποιηθεί για ανθρώπινη κατανάλωση.
3. Η επιλογή των θέσεων παρακολούθησης των υπόγειων υδάτων πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις του Τμήματος 2.4, του Παραρτήματος ΙΙΙ, του άρθρου 19 του π.δ. 51/2007, έτσι ώστε να παρέχει τη δυνατότητα επισταμένης και συστηματικής επισκόπησης της χημικής κατάστασης των υπόγειων υδάτων και να οδηγεί στη συγκέντρωση αντιπροσωπευτικών δεδομένων.
4. Η αρμόδια αρχή δημοσιεύει και προσαρτά σύνοψη της αξιολόγησης της χημικής κατάστασης των υπόγειων υδάτων στα Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών, που προβλέπονται στο άρθρο 10 του π.δ. 51/2007.
Η σύνοψη αυτή, η οποία καταρτίζεται στο επίπεδο της περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού ή του τμήματος της περιοχής λεκάνης απορροής διεθνούς ποταμού που βρίσκεται εντός της Ελληνικής Επικράτειας, περιλαμβάνει επίσης εξήγηση του τρόπου με τον οποίον οι υπερβάσεις των ποιοτικών προτύπων για τα υπόγεια ύδατα ή των ανώτερων αποδεκτών τιμών στα επιμέρους σημεία λαμβάνονται υπόψη στην τελική αξιολόγηση.
5. Εάν ένα σύστημα υπόγειων υδάτων ταξινομείται ως ευρισκόμενο σε καλή χημική κατάσταση σύμφωνα με την παράγραφο 2, στοιχείο γ), η αρμόδια αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 12, του π.δ. 51/2007, λαμβάνει τα μέτρα που είναι αναγκαία, για να προστατευθούν τα υδατικά οικοσυστήματα, τα χερσαία οικοσυστήματα και οι ανθρώπινες χρήσεις των υπογείων υδάτων, που εξαρτώνται από το τμήμα του συστήματος υπογείων υδάτων το οποίο αντιπροσωπεύεται από το σημείο ή τα σημεία ελέγχου στα οποία έχει σημειωθεί υπέρβαση της τιμής του ποιοτικού ορίου υπόγειων υδάτων ή της ανώτερης αποδεκτής τιμής.
Άρθρο 5
Εντοπισμός σημαντικών και διατηρούμενων ανοδικών τάσεων και καθορισμός σημείων εκκίνησης για την αναστροφή των τάσεων
1. Η αρμόδια αρχή εντοπίζει κάθε σημαντική και διατηρούμενη ανοδική τάση συγκεντρώσεων ρύπων, ομάδων ρύπων και δεικτών ρύπανσης σε συστήματα ή ομάδες συστημάτων υπόγειων υδάτων, που χαρακτηρίζονται απειλούμενα, και καθορίζει το σημείο εκκίνησης για την αναστροφή της τάσης αυτής, σύμφωνα με το Παράρτημα IV.
2. Η αρμόδια αρχή, σύμφωνα με το Μέρος Β του Παραρτήματος IV, λαμβάνει μέτρα για την αναστροφή των τάσεων οι οποίες ενέχουν σημαντικό κίνδυνο βλάβης της ποιότητας των υδατικών ή των χερσαίων οικοσυστημάτων, της ανθρώπινης υγείας ή των πραγματικών ή δυνητικών θεμιτών χρήσεων του υδατικού περιβάλλοντος, μέσω του προγράμματος μέτρων του άρθρου 12 του π.δ. 51/2007, με στόχο τη σταδιακή μείωση της ρύπανσης αλλά και την πρόληψη της υποβάθμισης των υπόγειων υδάτων.
3. Η αρμόδια αρχή, σύμφωνα με το σημείο 1) του Μέρους Β του Παραρτήματος IV, καθορίζει το σημείο εκκίνησης για την αναστροφή των τάσεων ως ποσοστό του επιπέδου των ποιοτικών προτύπων υπόγειων υδάτων που ορίζονται στο Παράρτημα Ι και των ανώτερων αποδεκτών τιμών που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3, βάσει της εντοπιζόμενης τάσης και του συναφούς περιβαλλοντικού κινδύνου.
4. Στα Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών που καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 10 του π.δ. 51/2007, συνοψίζονται:
α) ο τρόπος με τον οποίον η αξιολόγηση των τάσεων από τα επιμέρους σημεία ελέγχου ενός συστήματος ή μιας ομάδας συστημάτων υπόγειων υδάτων, έχει συμβάλει στη διαπίστωση, σύμφωνα με το Τμήμα 2.5, του Παραρτήματος ΙΙΙ του ανωτέρω π.δ., ότι τα συστήματα αυτά υπόκεινται σε διατηρούμενη και σημαντική ανοδική τάση συγκέντρωσης οποιουδήποτε ρύπου ή σε αναστροφή της τάσης αυτής, και
β) αιτιολόγηση του καθορισμού των σημείων εκκίνησης, σύμφωνα με την παράγραφο 3.
5. Όπου απαιτείται αξιολόγηση των επιπτώσεων υφιστάμενων περιστατικών ρύπανσης σε συστήματα υπόγειων υδάτων που μπορεί να απειλήσουν την επίτευξη των στόχων του άρθρου 4 του π.δ. 51/2007, ιδίως περιστατικών που προέρχονται από σημειακές πηγές και ρυπασμένο έδαφος, η αρμόδια αρχή πραγματοποιεί πρόσθετες αξιολογήσεις τάσεων για εντοπιζόμενους ρύπους προκειμένου να διαπιστώσει ότι η ρύπανση των υπόγειων υδάτων από ρυπασμένες θέσεις δεν επεκτείνεται, δεν υποβαθμίζει τη χημική κατάσταση του συστήματος ή της ομάδας συστημάτων υπόγειων υδάτων, και δεν παρουσιάζει κίνδυνο για την δημόσια υγεία και το περιβάλλον. Τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών συνοψίζονται στα Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών που καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 10 του π.δ. 51/2007.
Άρθρο 6
Μέτρα πρόληψης ή περιορισμού της εισαγωγής ρύπων στα υπόγεια ύδατα
1. Για να επιτευχθεί ο στόχος πρόληψης ή περιορισμού της εισαγωγής ρύπων στα υπόγεια ύδατα, ο οποίος θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 1, εδάφιο (β), περίπτωση (β.1), του π.δ. 51/2007, η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι το πρόγραμμα μέτρων που καταρτίζεται σύμφωνα με το άρθρο 12 του εν λόγω π.δ. περιλαμβάνει:
α) όλα τα μέτρα που απαιτούνται με σκοπό την πρόληψη της εισαγωγής οποιασδήποτε επικίνδυνης ουσίας στα υπόγεια ύδατα, με την επιφύλαξη των παραγράφων 2 και 3. Κατά τον εντοπισμό των ουσιών αυτών, η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη ιδίως τις επικίνδυνες ουσίες που ανήκουν στις οικογένειες ή ομάδες ρύπων που παρατίθενται στα σημεία 1 έως 6 του Παραρτήματος I του π.δ. 51/2007, καθώς και τις ουσίες που ανήκουν στις οικογένειες ή ομάδες ρύπων που παρατίθενται στα σημεία 7 έως 9 του Παραρτήματος αυτού, εφόσον οι ουσίες αυτές θεωρούνται επικίνδυνες?
β) για τους ρύπους που απαριθμούνται στο Παράρτημα I του π.δ. 51/2007 και οι οποίοι δεν θεωρούνται επικίνδυνοι καθώς επίσης και για οποιονδήποτε άλλο μη επικίνδυνο ρύπο που δεν περιλαμβάνεται στο εν λόγω Παράρτημα, ο οποίος, όμως, κατά την αρμόδια αρχή, αποτελεί πραγματικό ή δυνητικό κίνδυνο ρύπανσης, όλα τα μέτρα που απαιτούνται για τον περιορισμό της εισαγωγής στα υπόγεια ύδατα, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ότι η εισαγωγή αυτή δεν οδηγεί σε υποβάθμιση, ούτε προκαλεί σημαντική και διατηρούμενη ανοδική τάση συγκεντρώσεων ρύπων στα υπόγεια ύδατα. Τα μέτρα αυτά λαμβάνουν υπόψη, τουλάχιστον, την καθιερωμένη βέλτιστη πρακτική, συμπεριλαμβανομένων της Βέλτιστης Περιβαλλοντικής Πρακτικής και των Βέλτιστων Διαθέσιμων Τεχνικών που ορίζονται στη σχετική κοινοτική νομοθεσία.
2. Για τον καθορισμό των μέτρων, βάσει των εδαφίων (α) ή (β) της προηγούμενης παραγράφου, η αρμόδια αρχή μπορεί, ως πρώτο βήμα, να εντοπίζει τις συνθήκες υπό τις οποίες οι ρύποι που απαριθμούνται στο Παράρτημα I του π.δ. 51/2007, ιδίως τα ουσιώδη μέταλλα και οι ενώσεις τους που μνημονεύονται στο σημείο 7 του εν λόγω Παραρτήματος, πρέπει να θεωρηθούν επικίνδυνοι ή μη επικίνδυνοι.
3. Η εισαγωγή ρύπων από διάχυτες πηγές ρύπανσης που έχουν επιπτώσεις στη χημική κατάσταση των υπόγειων υδάτων λαμβάνεται υπόψη, όταν αυτό είναι τεχνικώς εφικτό.
4. Με την επιφύλαξη τυχόν αυστηρότερων απαιτήσεων της λοιπής εθνικής και κοινοτικής νομοθεσίας, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Υδάτων της Περιφέρειας και γνώμη του Περιφερειακού Συμβουλίου Υδάτων, είναι δυνατόν να εξαιρείται από τα μέτρα που απαιτούνται σύμφωνα με την παράγραφο 1, η εισαγωγή ρύπων η οποία:
α) είναι αποτέλεσμα άμεσων απορρίψεων που επιτρέπονται σύμφωνα με το άρθρο 12, παράγραφος 4, περίπτωση ι), του π.δ. 51/2007,
β) θεωρείται από την αρμόδια αρχή ότι είναι τόσο μικρή όσον αφορά την ποσότητα και τη συγκέντρωση ώστε να μη δημιουργείται κανένας άμεσος ή μελλοντικός κίνδυνος υποβάθμισης της ποιότητας των υπόγειων υδάτων υποδοχής,
γ) είναι συνέπεια ατυχήματος ή εξαιρετικών περιστάσεων που απορρέουν από φυσικά αίτια και η οποία δεν θα μπορούσε ευλόγως να προβλεφθεί, να αποφευχθεί ή να μετριασθεί,
δ) είναι αποτέλεσμα τεχνητού εμπλουτισμού για την ενίσχυση των συστημάτων υπόγειων υδάτων που επιτρέπεται σύμφωνα με το άρθρο 12, παράγραφος 4, περίπτωση στ) του π.δ. 51/2007,
ε) θεωρείται από την αρμόδια αρχή ότι είναι τεχνικώς ανέφικτο να προληφθεί ή να περιορισθεί χωρίς να χρησιμοποιηθούν:
(i) μέτρα που θα μπορούσαν να αυξήσουν τους κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία ή την ποιότητα του περιβάλλοντος στο σύνολό του, ή
(ii) δυσαναλόγως δαπανηρά μέτρα για την αφαίρεση ποσοτήτων ρύπων από το μολυσμένο έδαφος ή υπέδαφος ή για τον κατ’ άλλο τρόπο έλεγχο της διήθησής τους σε αυτό, ή
στ) είναι αποτέλεσμα παρεμβάσεων στα επιφανειακά ύδατα με σκοπό, μεταξύ άλλων, την άμβλυνση των επιπτώσεων από πλημμύρες και ξηρασία και τη διαχείριση υδάτων και υδάτινων οδών, μεταξύ άλλων και σε διεθνές επίπεδο. Οι δραστηριότητες αυτού του είδους, συμπεριλαμβανομένων της κοπής, της εκβάθυνσης, της μετατόπισης και της απόθεσης ιζημάτων σε επιφανειακά ύδατα, διενεργούνται βάση γενικών κανόνων που αποσκοπούν στην ελαχιστοποίηση της ποιοτικής υποβάθμισης των υπόγειων υδάτων. Οι κανόνες αυτοί που περιλαμβάνονται στην ανωτέρω σχετική απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, προσδιορίζονται, με την προϋπόθεση ότι η εν λόγω εισαγωγή δεν διακυβεύει την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων που έχουν τεθεί για τα οικεία υδατικά συστήματα, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 1, περίπτωση β) του π.δ. 51/2007.
5. Οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στις περιπτώσεις α) έως στ) της παραγράφου 4, τυγχάνουν εφαρμογής μόνον εφόσον η αρμόδια αρχή διαπιστώνει ότι έχει πραγματοποιηθεί αποτελεσματική παρακολούθηση των σχετικών συστημάτων υπογείων υδάτων, σύμφωνα με το σημείο 2.4.2, του Παραρτήματος ΙΙΙ του π.δ. 51/2007, ή άλλη κατάλληλη παρακολούθηση.
6. Η αρμόδια αρχή αποστέλλει στην Κεντρική Υπηρεσία Υδάτων έκθεση στην οποία αναφέρονται οι εξαιρέσεις που περιγράφονται στην παράγραφο 4. Η Κεντρική Υπηρεσία Υδάτων τηρεί μητρώο των εν λόγω εξαιρέσεων, με σκοπό να κοινοποιεί τα σχετικά στοιχεία στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μετά από αίτημά της.
Άρθρο 7
Μεταβατικές ρυθμίσεις
Κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 16 Ιανουαρίου 2009 και της 22ας Δεκεμβρίου 2013, κάθε νέα διαδικασία αδειοδότησης σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 5 της υπ’ αριθμ. 26857/553/1988 κοινής υπουργικής απόφασης (Β΄ 196), συνεκτιμά τις απαιτήσεις των άρθρων 3, 4 και 5 της παρούσας απόφασης.
Άρθρο 8
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της παρούσας απόφασης τα παραρτήματα Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και ΙV που ακολουθούν.
Τα παραρτήματα αυτά είναι δυνατόν να τροποποιούνται με απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., με βάση την επιστημονική και τεχνική πρόοδο, σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 2006/118/ΕΚ.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
ΠΟΙΟΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΓΙΑ ΤΑ ΥΠΟΓΕΙΑ ΥΔΑΤΑ
1. Με σκοπό την αξιολόγηση της χημικής κατάστασης των υπόγειων υδάτων σύμφωνα με το άρθρο 4, τα κάτωθι ποιοτικά πρότυπα υπογείων υδάτων είναι τα ποιοτικά πρότυπα που μνημονεύονται στον πίνακα 2.3.2, του Παραρτήματος ΙΙΙ, του άρθρου 19 του π.δ. 51/2007 και θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 17 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.
ΡύποςΠοιοτικά πρότυπα
Νιτρικά άλατα50 mg/l
Δραστικές ουσίες φυτοφαρμάκων (συμπεριλαμβάνονται αντίστοιχοι μεταβολίτες, προϊόντα αποικοδόμησης και αντιδράσεων) [1]0,1 μg/l
0,5 μg/l (συνολικό) [2]
[1] Ως «φυτοφάρμακα», νοούνται τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα και τα βιοκτόνα, όπως ορίζονται αντίστοιχα στις σχετικές διατάξεις της κείμενης εθνικής και κοινοτικής νομοθεσίας.
[2] Ως «συνολικό», νοείται το άθροισμα όλων των επιμέρους φυτοφαρμάκων που ανιχνεύονται και προσδιορίζονται ποσοτικά κατά τη διαδικασία παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένων σχετικών προϊόντων μεταβολισμού, προϊόντων αποδόμησης και προϊόντων αντίδρασης.
2. Τα αποτελέσματα της εφαρμογής των ποιοτικών προτύπων για τα φυτοφάρμακα κατά τον τρόπο που ορίζεται για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, δεν επηρεάζουν τα αποτελέσματα των διαδικασιών αξιολόγησης του κινδύνου που απαιτούνται από την κείμενη εθνική και κοινοτική νομοθεσία σχετικά με τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα και τα βιοκτόνα.
3. Όταν, για δεδομένο σύστημα υπόγειων υδάτων, κρίνεται ότι τα ποιοτικά πρότυπα των υπόγειων υδάτων μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα τη μη επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων του άρθρου 4 του π.δ. 51/2007 για τα επιφανειακά ύδατα που συνδέονται με αυτό, ή τη σημαντική υποβάθμιση της οικολογικής ή χημικής ποιότητας των συστημάτων αυτών, ή σημαντική ζημία χερσαίων οικοσυστημάτων άμεσα εξαρτώμενων από το σύστημα υπόγειων υδάτων, καθορίζονται αυστηρότερες ανώτερες αποδεκτές τιμές σύμφωνα με το άρθρο 3 και το Παράρτημα ΙΙ της παρούσας απόφασης. Προγράμματα και μέτρα που απαιτούνται σε σχέση με την εν λόγω ανώτερη αποδεκτή τιμή εφαρμόζονται και για δραστηριότητες που εμπίπτουν στις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας για τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
ΑΝΩΤΕΡΕΣ ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ ΤΙΜΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΡΥΠΟΥΣ
ΤΩΝ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΩΝ ΚΑΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ
Μέρος Α
Κατευθυντήριες γραμμές για τον καθορισμό ανώτερων αποδεκτών τιμών σύμφωνα με το άρθρο 3.
Κατά τον καθορισμό ανώτερων αποδεκτών τιμών, η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη τις ακόλουθες κατευθυντήριες γραμμές:
1) Ο καθορισμός ανώτερων αποδεκτών τιμών θα πρέπει να βασίζεται στα εξής:
α) την έκταση των αλληλεπιδράσεων μεταξύ υπόγειων υδάτων και συνδεόμενων υδατικών και εξαρτώμενων χερσαίων οικοσυστημάτων,
β) την παρέμβαση στις υπάρχουσες ή δυνητικές θεμιτές χρήσεις ή λειτουργίες του υπόγειου νερού,
γ) όλους τους ρύπους οι οποίοι χαρακτηρίζουν τα συστήματα υπόγειου ύδατος ως απειλούμενα, λαμβανομένου υπόψη του στοιχειώδους καταλόγου του Μέρους Β,
δ) υδρογεωλογικά χαρακτηριστικά, καθώς και πληροφορίες για τα επίπεδα υποβάθρου και το υδατικό ισοζύγιο.
2) Ο καθορισμός ανώτερων αποδεκτών τιμών θα πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη την προέλευση των ρύπων, την ενδεχόμενη ύπαρξή τους στη φύση, την τοξικολογία τους και την τάση διασποράς τους, την εμμονή τους και τη βιοσυσσώρευσή τους.
3) Όταν σημειώνονται υψηλά επίπεδα υποβάθρου ουσιών ή ιόντων ή των δεικτών τους λόγω φυσικών υδρογεωλογικών φαινομένων, αυτά τα επίπεδα υποβάθρου λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό των ανώτερων αποδεκτών τιμών στους σχετικούς υπόγειους υδάτινους όγκους.
4) Ο καθορισμός ανώτερων αποδεκτών τιμών θα πρέπει να υποστηρίζεται με μηχανισμό ελέγχου των συλλεγομένων δεδομένων, ο οποίος θα βασίζεται σε αξιολόγηση της ποιότητας των δεδομένων, σε αναλυτικά στοιχεία, και σε συγκεντρώσεις αναφοράς των ουσιών που μπορούν να απαντούν στη φύση αλλά και να είναι αποτέλεσμα ανθρώπινων δραστηριοτήτων.
Μέρος Β
Στοιχειώδης κατάλογος ρύπων και των δεικτών τους για τους οποίους πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο ορισμού ανώτερων αποδεκτών τιμών σύμφωνα με το άρθρο 3
1. Ουσίες ή ιόντα ή οι δείκτες τους, που ενδέχεται να απαντούν στη φύση ή/και να είναι αποτέλεσμα ανθρωπογενών δραστηριοτήτων
Αρσενικό
Κάδμιο
Μόλυβδος
Υδράργυρος
Αμμώνιο
Χλωριούχα ιόντα
Θειικά ιόντα
2. Συνθετικές ουσίες ανθρώπινης παρασκευής
Τριχλωροαιθυλένιο
Τετραχλωροαιθυλένιο
3. Παράμετροι που υποδηλώνουν θαλάσσιες ή άλλες διεισδύσεις [1]
Αγωγιμότητα
Μερος Γ
Πληροφορίες τις οποίες πρέπει να παρέχει η αρμόδια αρχή όσον αφορά τους ρύπους και τους δείκτες τους για τους οποίους έχουν ορισθεί ανώτερες αποδεκτές τιμές
Η αρμόδια αρχή συνοψίζει στο Σχέδιο Διαχείρισης Λεκάνης Απορροής Ποταμού, το οποίο υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 10 του π.δ. 51/2007, τον τρόπο με τον οποίον εφαρμόσθηκε η διαδικασία του Μέρους Α του παρόντος Παραρτήματος.
Συγκεκριμένα, η αρμόδια αρχή παρέχει, εφόσον είναι εφικτό:
α) πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό συστημάτων ή ομάδων συστημάτων υπόγειων υδάτων που χαρακτηρίζονται ως απειλούμενα και σχετικά με τους ρύπους και δείκτες ρύπανσης που συμβάλλουν στην ταξινόμηση αυτήν, καθώς και τις παρατηρούμενες συγκεντρώσεις/τιμές,
β) πληροφορίες σχετικά με καθένα από τα συστήματα υπόγειων υδάτων που χαρακτηρίζονται ως απειλούμενα, ιδίως δε το μέγεθος των συστημάτων, τη σχέση μεταξύ των συστημάτων υπόγειων υδάτων και των συνδεόμενων με αυτά επιφανειακών υδάτων και των άμεσα εξαρτώμενων από αυτά χερσαίων οικοσυστημάτων και, σε περίπτωση ουσιών που απαντούν στη φύση, τα φυσιολογικά επίπεδα υποβάθρου στα συστήματα υπόγειων υδάτων,
γ) τις ανώτερες αποδεκτές τιμές, ανεξαρτήτως του εάν εφαρμόζονται σε εθνικό επίπεδο, σε επίπεδο περιοχής λεκάνης απορροής διεθνούς ποταμού που ευρίσκεται στην ελληνική επικράτεια, ή σε επίπεδο ενός συστήματος ή μιας ομάδας συστημάτων υπόγειων υδάτων,
δ) τη σχέση μεταξύ των ανώτερων αποδεκτών τιμών και
(i) των παρατηρούμενων επιπέδων υποβάθρου, για τις ουσίες που απαντούν στη φύση,
(ii) των ποιοτικών περιβαλλοντικών στόχων και άλλων προτύπων για την προστασία των υδάτων που υπάρχουν σε εθνικό, κοινοτικό ή διεθνές επίπεδο, και
(iii) οιασδήποτε σχετικής πληροφορίας που αφορά την τοξικολογία, την οικοτοξικολογία, την εμμονή, το δυναμικό βιοσυσσώρευσης και την τάση διασποράς των ρύπων.
[1] Όσον αφορά τις αλατούχες συγκεντρώσεις από ανθρώπινες δραστηριότητες, η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίζει τον καθορισμό ανώτερων αποδεκτών τιμών είτε για τα θειικά και τα χλωριούχα ιόντα είτε για την αγωγιμότητα.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΧΗΜΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΩΝ
1. Η διαδικασία αξιολόγησης για τον προσδιορισμό της χημικής κατάστασης συστήματος υπόγειων υδάτων ή ομάδας συστημάτων υπόγειων υδάτων πραγματοποιείται σε σχέση με όλα τα συστήματα ή τις ομάδες συστημάτων υπόγειων υδάτων που χαρακτηρίζονται ως απειλούμενα και σε σχέση με κάθε ρύπο ο οποίος συμβάλλει στον χαρακτηρισμό αυτόν του συστήματος ή της ομάδας συστημάτων υπόγειων υδάτων.
2. Κατά τη διεξαγωγή των ερευνών που αναφέρει το άρθρο 4, παράγραφος 2, στοιχείο γ), η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη:
α) τις πληροφορίες που συλλέγονται στο πλαίσιο του χαρακτηρισμού που διεξάγεται δυνάμει του άρθρου 5 του π.δ. 51/2007 και των σημείων 2.1, 2.2 και 2.3 του Παραρτήματος ΙΙ του εν λόγω π.δ.,
β) τα αποτελέσματα του δικτύου παρακολούθησης των υπόγειων υδάτων τα οποία λαμβάνονται σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ, σημείο 2.4 του π.δ. 51/2007, και
γ) οιαδήποτε άλλη σχετική πληροφορία, καθώς και σύγκριση του ετήσιου αριθμητικού μέσου της συγκέντρωσης των σχετικών ρύπων σε ένα σημείο ελέγχου προς τα ποιοτικά πρότυπα για τα υπόγεια ύδατα τα οποία ορίζονται στο Παράρτημα Ι και προς τις ανώτερες αποδεκτές τιμές που ορίζει η αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 3 και το Παράρτημα ΙΙ.
3. Προκειμένου να διερευνηθεί κατά πόσον πληρούνται οι όροι για την καλή χημική κατάσταση των υπόγειων υδάτων που αναφέρονται στο άρθρο 4, παράγραφος 2, στοιχείο γ), σημεία (i) και (iv), η αρμόδια αρχή, εφόσον κρίνεται σκόπιμο και αναγκαίο και με βάση κατάλληλες ομαδοποιήσεις των συγκεντρωτικών αποτελεσμάτων της παρακολούθησης, στηριζόμενες, όπου απαιτείται, από εκτιμήσεις συγκέντρωσης βασισμένες σε εννοιολογικό μοντέλο του συστήματος ή της ομάδας συστημάτων υπόγειων υδάτων, εκτιμά την έκταση του υπόγειου υδατικού συστήματος που παρουσιάζει μέση ετήσια συγκέντρωση ρύπου που υπερβαίνει το ποιοτικό πρότυπο υπόγειων υδάτων ή την ανώτερη αποδεκτή τιμή.
4. Προκειμένου να διερευνηθεί κατά πόσον πληρούνται οι όροι για την καλή χημική κατάσταση των υπόγειων υδάτων του άρθρου 4, παράγραφος 2, στοιχείο γ), σημεία (ii) και (iii), η αρμόδια αρχή, εφόσον κρίνεται σκόπιμο και αναγκαίο και με βάση σχετικά αποτελέσματα παρακολούθησης και κατάλληλο εννοιολογικό μοντέλο του συστήματος υπόγειων υδάτων, αξιολογεί:
α) τις επιπτώσεις των ρύπων στο σύστημα υπογείων υδάτων,
β) τα ποσά και τις συγκεντρώσεις των ρύπων που μεταφέρονται ή υπάρχει περίπτωση να μεταφερθούν από το σύστημα υπόγειων υδάτων στα συνδεόμενα επιφανειακά ύδατα ή στα άμεσα εξαρτώμενα χερσαία οικοσυστήματα,
γ) τις ενδεχόμενες συνέπειες των ποσοτήτων και των συγκεντρώσεων των ρύπων που μεταφέρονται στα συνδεόμενα επιφανειακά ύδατα και στα άμεσα εξαρτώμενα χερσαία οικοσυστήματα,
δ) την έκταση οιασδήποτε αλατούχου ή άλλης διείσδυσης στο σύστημα υπόγειων υδάτων, και
ε) τον κίνδυνο για την ποιότητα του νερού που αντλείται, ή που προορίζεται να αντληθεί, από το σύστημα υπογείων υδάτων για ανθρώπινη κατανάλωση.
5. Η αρμόδια αρχή παρουσιάζει τη χημική κατάσταση των υπόγειων υδάτων συστήματος ή ομάδας συστημάτων υπόγειων υδάτων σε χάρτες σύμφωνα με τα σημεία 2.4.5 και 2.5, του Παραρτήματος ΙΙΙ του π.δ. 51/2007. Επιπλέον, ανάλογα με την περίπτωση και εφόσον είναι εφικτό, η αρμόδια αρχή επισημαίνει, στους χάρτες αυτούς, όλα τα σημεία ελέγχου στα οποία παρατηρείται υπέρβαση των ποιοτικών προτύπων για τα υπόγεια ύδατα ή/και των ανώτερων αποδεκτών τιμών.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΤΗΡΟΥΜΕΝΩΝ ΑΝΟΔΙΚΩΝ ΤΑΣΕΩΝ
Μέρος Α
Εντοπισμός σημαντικών και διατηρουμένων ανοδικών τάσεων
Η αρμόδια αρχή εντοπίζει τις σημαντικές και διατηρούμενες ανοδικές τάσεις σε όλα τα συστήματα ή ομάδες συστημάτων υπόγειων υδάτων που χαρακτηρίζονται ως απειλούμενα σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙ του π.δ. 51/2007, λαμβάνοντας υπόψη τις ακόλουθες απαιτήσεις:
1) σύμφωνα με το σημείο 2.4 του Παραρτήματος ΙΙΙ του π.δ. 51/2007, το πρόγραμμα παρακολούθησης σχεδιάζεται κατά τρόπον ώστε να ανιχνεύει τις σημαντικές και διατηρούμενες ανοδικές τάσεις των συγκεντρώσεων των ρύπων που εντοπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3,
2) η διαδικασία εντοπισμού σημαντικών και διατηρούμενων ανοδικών τάσεων βασίζεται στην ακόλουθη διαδικασία:
α) η συχνότητα της παρακολούθησης και οι θέσεις των σημείων ελέγχου επιλέγονται κατά τρόπον ώστε να επαρκούν για:
(i) να παρέχει τις πληροφορίες που απαιτούνται ώστε να εξασφαλίζεται ότι μπορεί να γίνεται διάκριση μεταξύ των εν λόγω ανοδικών τάσεων και της φυσικής διακύμανσης, με ικανοποιητικό επίπεδο αξιοπιστίας και ακρίβειας,
(ii) να μπορεί να εντοπίζονται οι εν λόγω ανοδικές τάσεις αρκετά εγκαίρως, ώστε να μπορούν να εφαρμόζονται μέτρα με σκοπό την πρόληψη, ή τουλάχιστον την κατά το δυνατό μετρίαση, περιβαλλοντικά σημαντικών και επιζήμιων αλλαγών στην ποιότητα των υπόγειων υδάτων. Ο εντοπισμός αυτός πραγματοποιείται για πρώτη φορά το 2009, ει δυνατόν, και λαμβάνοντας υπόψη τα υπάρχοντα δεδομένα, στο πλαίσιο της έκθεσης σχετικά με τον εντοπισμό των τάσεων στο πρώτο Σχέδιο Διαχείρισης Λεκάνης Απορροής Ποταμού που προβλέπεται στο άρθρο 10 του π.δ. 51/2007, στη συνέχεια δε τουλάχιστον ανά εξαετία,
(iii) να λαμβάνονται υπόψη τα εξαρτώμενα από τον χρόνο φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά του συστήματος υπόγειων υδάτων, συμπεριλαμβανομένων των συνθηκών ροής των υπόγειων υδάτων και των ρυθμών φυσικού εμπλουτισμού και του χρόνου διήθησης μέσω του εδάφους ή του υπεδάφους,
β) οι μέθοδοι παρακολούθησης και ανάλυσης που χρησιμοποιούνται είναι σύμφωνες με τις διεθνείς αρχές ποιοτικού ελέγχου, συμπεριλαμβανομένων, ανάλογα με την περίπτωση, των μεθόδων CEN ή των εθνικών τυποποιημένων μεθόδων, για να εξασφαλίζεται η παροχή δεδομένων ισοδύναμης επιστημονικής ποιότητας και συγκρισιμότητας,
γ) η αξιολόγηση βασίζεται σε στατιστική μέθοδο, όπως η ανάλυση παλινδρόμησης, για την ανάλυση των τάσεων των χρονοσειρών δεδομένων από επί μέρους σημεία ελέγχου,
δ) προς αποφυγή στρεβλώσεων κατά τον εντοπισμό των τάσεων, όλες οι μετρήσεις που δίνουν αποτέλεσμα κάτω του ορίου ποσοτικού προσδιορισμού αντικαθίστανται από το ήμισυ της τιμής του υψηλότερου ορίου ποσοτικού προσδιορισμού που εμφανίζεται στις χρονοσειρές, εκτός από τα συνολικά φυτοφάρμακα.
3. Για τον εντοπισμό σημαντικών και διατηρούμενων ανοδικών τάσεων στις συγκεντρώσεις ρύπων, οι οποίοι απαντούν τόσο εκ φύσεως όσο και ως αποτέλεσμα ανθρωπογενούς δραστηριότητας, συνεκτιμώνται τα επίπεδα εκκίνησης και, στην περίπτωση που αυτά δεν υπάρχουν, τα δεδομένα που συγκεντρώθηκαν πριν από την έναρξη του προγράμματος παρακολούθησης, με σκοπό την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τον εντοπισμό τάσεων στο πλαίσιο του πρώτου Σχεδίου Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών που αναφέρεται στο άρθρο 10 του π.δ. 51/2007.
Μέρος Β
Σημεία εκκίνησης για την αναστροφή των τάσεων
Η αρμόδια αρχή αναστρέφει εντοπιζόμενες σημαντικές και διατηρούμενες ανοδικές τάσεις, σύμφωνα με το άρθρο 5, λαμβάνοντας υπόψη τις ακόλουθες απαιτήσεις:
1) Το σημείο εκκίνησης για την εφαρμογή μέτρων για την αναστροφή σημαντικών και διατηρούμενων ανοδικών τάσεων είναι εκείνο κατά το οποίο η συγκέντρωση του ρύπου φθάνει στο 75 % των παραμετρικών τιμών των ποιοτικών προτύπων υπόγειων υδάτων που ορίζονται στο Παράρτημα Ι και των ανώτερων αποδεκτών τιμών που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3, εκτός εάν:
α) απαιτείται χαμηλότερο σημείο εκκίνησης προκειμένου τα μέτρα αναστροφής της τάσης να μπορέσουν να αποτρέψουν αποδοτικότερα από οικονομική άποψη, ή, έστω, να μετριάσουν όσο το δυνατόν περισσότερο, τυχόν περιβαλλοντικά σημαντικές και επιζήμιες αλλαγές στην ποιότητα των υπόγειων υδάτων,
β) δικαιολογείται διαφορετικό σημείο εκκίνησης όταν το όριο ανίχνευσης δεν επιτρέπει να καθορισθεί η ύπαρξη τάσης στο 75 % των παραμετρικών τιμών, ή
γ) ο ρυθμός αύξησης και η αναστρεψιμότητα της τάσης είναι τέτοια ώστε, ακόμη και αν οριστεί βραδύτερο σημείο εκκίνησης, τα μέτρα αναστροφής της τάσης να μπορούν, εντούτοις, να αποτρέψουν αποδοτικότερα από οικονομική άποψη, ή, έστω, να μετριάσουν όσο το δυνατόν περισσότερο, τυχόν περιβαλλοντικά σημαντικές και επιζήμιες αλλαγές στην ποιότητα των υπόγειων υδάτων. Το τυχόν βραδύτερο σημείο εκκίνησης δεν μπορεί να εμποδίζει επ’ ουδενί την τήρηση της προθεσμίας για τους περιβαλλοντικούς στόχους.
Για τις δραστηριότητες που εμπίπτουν στις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας για τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης, το σημείο εκκίνησης για την εφαρμογή μέτρων για την αναστροφή σημαντικών και διατηρούμενων ανοδικών τάσεων είναι εκείνο που καθορίζεται σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία και το
π.δ. 51/2007 και, ιδίως, με την προσχώρηση στους περιβαλλοντικούς στόχους για την προστασία του ύδατος, όπως καθορίζονται στο άρθρο 4 του π.δ. 51/2007.
2) Από τη στιγμή που θα έχει καθορισθεί σημείο εκκίνησης για ένα σύστημα υπόγειων υδάτων που χαρακτηρίζεται ως απειλούμενο σύμφωνα με το σημείο 2.4.4. του Παραρτήματος ΙΙΙ του π.δ. 51/2007 και με το σημείο 1) του Μέρους Β του παρόντος Παραρτήματος, το σημείο εκκίνησης χρησιμοποιείται αμετάβλητο για τον εξαετή κύκλο του Σχεδίου Διαχείρισης Λεκάνης Απορροής Ποταμού που απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 10 του π.δ. 51/2007.
3) Οι αναστροφές των τάσεων αποδεικνύονται λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές διατάξεις για την παρακολούθηση που περιλαμβάνονται στο Μέρος Α, σημείο 2.
Άρθρο 9
Με την επιφύλαξη του άρθρου 7, κάθε διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις της παρούσας απόφασης ή ανάγεται σε θέματα που ρυθμίζονται από αυτήν, καταργείται.
Άρθρο 10
Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις της.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 25 Σεπτεμβρίου 2009
Κατεβάσετε το αρχείο με το πρωτότυπο κείμενο, όπως είναι δημοσιευμένο στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ.) του Εθνικού Τυπογραφείου.
Κοινή Υπουργική Απόφαση 39626/2208/Ε130/2009 - ΦΕΚ 2075/Β/25-9-2009
Kαθορισμός μέτρων για την προστασία των υπόγειων νερών από την ρύπανση και την υποβάθμιση, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2006/118/ΕΚ «σχετικά με την προστασία των υπόγειων υδάτων από την ρύπανση και την υποβάθμιση», του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίο