Νόμος 2064/1992 - ΦΕΚ 112/Α/30-6-1992
Κύρωση της τροποποιημένης Συμφωνίας για την υιοθέτηση ομοιόμορφων προϋποθέσεων έγκρισης και αμοιβαίας αναγνώρισης εγκρίσεως εξοπλισμών και εξαρτημάτων μηχανοκινήτων οχημάτων.
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 2064/1992
ΦΕΚ 112/Α/30-6-1992
Κύρωση της τροποποιημένης Συμφωνίας για την υιοθέτηση ομοιόμορφων προϋποθέσεων έγκρισης και αμοιβαίας αναγνώρισης εγκρίσεως εξοπλισμών και εξαρτημάτων μηχανοκινήτων οχημάτων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Συμφωνία για την υιοθέτηση ομοιόμορφων προϋποθέσεων έγκρισης και αμοιβαίας αναγνώρισης εγκρίσεως εξοπλισμών και εξαρτημάτων μηχανοκίνητων οχημάτων που υπογράφτηκε στη Γενεύη στις 20 Μαρτίου 1958 και τροποποιήθηκε με την un’ αρ. 1 αναθεώρηση, που τέθηκε σε ισχύ την 10-11-1967 και της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην αγγλική και γαλλική γλώσσα και σε μετάφραση από την αγγλική στην ελληνική έχει ως εξής:
AGREEMENT CONCERNING THE ADOPTION OF UNIFORM CONDITIONS OF APPROVAL AND RECIPROCAL RECOGNITION OF APPROVAL FOR MOTOR VEHICLE EQUIPMENT AND PARTS
done at Geneva on 20 March 1953 Revision 1
(lnctuding the amendment entered into force on 10 November 1947)
ΗΝΩΜΕΝΑ ΕΘΝΗ
ΣΥΜΦΩΝΙΑ
ΠΟΥ ΑΦΟΡΑ την ΥΙΟΘΕΤΗΣΗ ΟΜΟΙΟΜΟΡΦΩΝ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΩΝ
ΕΓΚΡΙΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΜΟΙΒΑΙΑΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΕΩΣ
ΕΞΟΠΛΙΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΞΑΡΤΗΜΑΤΩΝ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ που έγινε στη Γενεύη την 20.3.1958
Αναθεώρηση 1 (Περιλαμβάνουσα την τροποποίηση που ετέθη σε ισχύ την 10.11.1967)
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ
ΣΥΜΦΩΝΙΑ
ΠΟΥ ΑΦΟΡΑ την ΥΙΟΘΕΤΗΣΗ ΟΜΟΙΟΜΟΡΦΩΝ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΩΝ
ΕΓΚΡΙΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΜΟΙΒΑΙΑΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΕΩΣ
ΕΞΟΠΛΙΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΞΑΡΤΗΜΑΤΩΝ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ που έγινε στη Γενεύη την 20.3.1958
Αναθεώρηση 1 (Περιλαμβάνουσα την τροποποίηση που ετέθη σε ισχύ την 10.11.1967)
ΣΥΜΦΩΝΙΑ
ΠΟΥ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΥΙΟΘΕΤΗΣΗ ΟΜΟΙΟΜΟΡΦΩΝ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΩΝ ΕΓΚΡΙΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΜΟΙΒΑΙΑΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΕΩΣ ΕΞΟΠΛΙΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΞΑΡΤΗΜΑΤΩΝ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ
Πρόλογος
ΤΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ,
ΕΠΙΘΥΜΟΥΝΤΑ να καθορίσουν ομοιόμορφες προϋποθέσεις που θα αρκεί να πληρούν ορισμένοι εξοπλισμοί και εξαρτήματα μηχανοκίνητων οχημάτων για να εγκρίνονται στις χώρες τους. και
ΕΠΙΘΥΜΟΥΝΤΑ να διευκολύνουν τη χρησιμοποίηση στις χώρες τους του εξοπλισμού και των εξαρτημάτων που έχουν έτσι εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές ενός άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους,
ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ τα εξής.
Αρθρο 1
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα καθιερώνουν πάνω στη βάση των παρακάτω παραγράφων και άρθρων ομοιόμορφες προϋποθέσεις εγκρίσεως, για τους εξοπλισμούς και τα εξαρτήματα μηχανοκίνητων οχημάτων και για τα σήματα εγκρίσεως και θα αναγνωρίζουν αμοιβαίως τις εγκρίσεις που δόθηκαν σύμφωνα με αυτές τις προϋποθέσεις.
Για τις ανάγκες της παρούσας Συμφωνίας, -ο όρος ‘εξοπλισμοί και εξαρτήματα μηχανοκίνητων οχημάτων’ θα περιλαμβάνει κάθε εξοπλισμό προστασίας των οδηγών ή των επιβατών και κάθε εξοπλισμό ή εξάρτημα του οποίου η παρουσία πάνω στο όχημα όταν αυτό ευρίσκεται εν κινήσει, έχει επίπτωση στην οδική ασφάλεια, -ο όρος ‘έγκριση εξοπλισμών και εξαρτημάτων μηχανοκίνητων οχημάτων’ θα περιλαμβάνει καθ’ όσον αφορά τις ειδικές απαιτήσεις που πρέπει να ικανοποιούνται από έναν τύπο οχήματος εφοδιασμένου με τον υπόψη εξοπλισμό και τα εξαρτήματα, την έγκριση αυτού του τύπου οχήματος που είναι εφοδιασμένο με αυτόν τον εξοπλισμό ή με αυτά τα εξαρτήματα.
2. Αν οι αρμόδιες αρχές δύο τουλάχιστον Συμβαλλόμενων Μερών συμφωνούν για τις ομοιόμορφες προϋποθέσεις εγκρίσεως εξοπλισμού ή εξαρτημάτων μηχανοκίνητων οχημάτων, θα καταρτίζουν ένα σχέδιο κανονισμού για αυτόν τον εξοπλισμό ή τα εξαρτήματα που θα καθορίζει:
(α) τον υπόψη εξοπλισμό και τα εξαρτήματα, (β) τις προϋποθέσεις που πρέπει να ικανοποιούν αυτός ο εξοπλισμός και τα εξαρτήματα, περιλαμβανομένων και των δοκιμών τις οποίες πρέπει να περάσουν. Οι κανονισμοί μπορούν, αν χρειάζεται, να υποδεικνύουν καταλλήλως εξοπλισμένα εργαστήρια όπου θα πρέπει να πραγματοποιούνται οι δοκιμές αποδοχής των τύπων του εξοπλισμού και των εξαρτημάτων που υποβάλλονται προς έγκριση, (γ) τα σήματα εγκρίσεως.
3. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη που έχουν συμφωνήσει για ένα σχέδιο κανονισμού θα κοινοποιούν το σχέδιο που θα έχουν καταρτίσει στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών καθορίζοντας την ημερομηνία κατά την οποία ζητούν να τεθεί σε ισχύ ως Κανονισμός προσαρτημένος στην παρούσα Συμφωνία. Η ημερομηνία αυτή θα πρέπει να είναι τουλάχιστον πέντε μήνες μεταγενέστερη από την ημερομηνία της κοινοποιήσεως.
4. Ο Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιεί στα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη αυτό το σχέδιο και την ημερομηνία κατά την οποία ζητήθηκε η θέση του σε ισχύ.
5. Εκείνη την ημερομηνία, το σχέδιο θα τεθεί σε ισχύ ως Κανονισμός προσαρτημένος στην παρούσα Συμφωνία για
όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη που θα έχουν ενημερώσει το Γενικό Γραμματέα σχετικά με την εκ μέρους τους αποδοχή αυτού του σχεδίου μέσα σε τρεις μήνες από την ημερομηνία κοινοποιήσεως του από το Γενικό Γραμματέα. Ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη σχετικά με τη θέση σε ισχύ του Κανονισμού και θα τους κοινοποιεί έναν κατάλογο των Συμβαλλόμενων Μερών που τον έχουν αποδεχθεί.
6. Κάθε χώρα, τη στιγμή που καταθέτει την πράξη επικυρώσεως ή προσχωρήσεώς της, μπορεί να δηλώσει ότι δεν δεσμεύεται από ορισμένους Κανονισμούς που θα είναι τότε προσαρτημένοι στην παρούσα Συμφωνία ή ότι δεν δεσμεύεται από κανένα από αυτούς. Αν εκείνη τη στιγμή, η διαδικασία που προβλέπεται από τις παραγράφους 2, 3, 4 και 5 του παρόντος άρθρου βρίσκεται σε εξέλιξη για ένα σχέδιο κανονισμού, ο Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιεί αυτό το σχέδιο κανονισμού στο νέο Συμβαλλόμενο Μέρος και το σχέδιο θα τίθεται σε ισχύ ως Κανονισμός για το νέο Συμβαλλόμενο Μέρος μόνο υπό τους όρους που προβλέπονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, των προθεσμιών υπολογιζόμενων από της ημερομηνίας κοινοποιήσεως του προσχεδίου σε εκείνο το Συμβαλλόμενο Μέρος. Ο Γενικός Γραμματέας θα ενημερώνει όλα να Συμβαλλόμενα Μέρη σχετικά με την ημερομηνία της θέσεως σε ισχύ. Επίσης θα τους κοινοποιεί όλες τις δηλώσεις που αφορούν τη μη εφαρμογή ορισμένων Κανονισμών που τυχόν κάνει κάποιο Συμβαλλόμενο Κράτος σύμφωνα με τους όρους της παρούσας παραγράφου.
7. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος που εφαρμόζει έναν Κανονισμό, μπορεί ανά πάσα στιγμή να ειδοποιεί το Γενικό Γραμματέα, με προειδοποίηση ενός έτους, ότι η διοίκηση του προτίθεται να παύσει την εφαρμογή της. Αυτή η ειδοποίηση θα κοινοποιείται στο Γενικό Γραμματέα και τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη.
θ. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος που δεν εφαρμόζει έναν Κανονισμό, μπορεί ανά πάσα στιγμή να ειδοποιεί το Γενικό Γραμματέα ότι προτίθεται να τον εφαρμόζει στο εξής και τότε ο Κανονισμός θα τεθεί σε ισχύ προκειμένου περί αυτού του Συμβαλλόμενου Μέρους την εξηκοστή ημέρα μετά από αυτήν την ειδοποίηση. Αν αυτό το Συμβαλλόμενο Μέρος ορίσει ότι η απόφαση του να εφαρμόσει τον Κανονισμό εξαρτάται από τροποποίηση του εν λόγω Κανονισμού, θα διαβιβάζει στο Γενικό Γραμματέα την προτεινόμενη τροποποίηση, η οποία θα τυγχάνει του χειρισμού που προβλέπει η διαδικασία του άρθρου 12 της παρούσας Συμφωνίας, σαν να ήταν μια τροποποίηση προτεινόμενη από ένα Συμβαλλόμενο Μέρος που ήδη εφαρμόζει τον Κανονισμό. Κατά παρέκκλιση όμως του άρθρου 12 της παρούσας Συμφωνίας, η τροποποίηση, αν γίνει δεκτή, θα τεθεί σε ισχύ την ημερομηνία κατά την οποία ο ίδιος ο Κανονισμός θα τεθεί σε ισχύ για εκείνο το Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο επρότεινε την τροποποίηση. Ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί όλα τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη σχετικά με κάθε θέση σε ισχύ ενός Κανονισμού για ένα νέο Συμβαλλόμενο Μέρος που θα γίνεται σε εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
9. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη για τα οποία ισχύει ένας Κανονισμός θα καλούνται εφεξής ‘τα Συμβαλλόμενα Μέρη που εφαρμόζουν έναν Κανονισμό’.
Αρθρο 2
Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος που εφαρμόζει έναν Κανονισμό θα χορηγεί τα σήματα εγκρίσεως που περιγράφονται σε αυτόν τον Κανονισμό για τους τύπους εξοπλισμών και εξαρτημάτων μηχανοκίνητων οχημάτων που καλύπτονται από τον Κανονισμό, υπό τον όρο ότι αυτό το ίδιο είναι σε
θέση να επαληθεύσει ότι το προϊόν είναι σύμφωνο με τον εγκριθέντα τύπο, ότι τα υποβληθέντα δείγματα ικανοποιούν τις δοκιμές και τις προδιαγραφές που καθορίζονται στον Κανονισμό και ότι ο κατασκευαστής, εάν ο Ιδιος δεν εδρεύει στη χώρα στην οποία ζητεί την έγκριση, έχει εκεί ένα δεόντως διαπιστευμένο αντιπρόσωπο. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος που εφαρμόζει έναν Κανονισμό θα αρνείται τη χορήγηση σημάτων εγκρίσεως που προβλέπονται από τον Κανονισμό αν οι ως άνω προϋποθέσεις δεν ικανοποιούνται.
Αρθρο 3
Ο εξοπλισμός και τα εξαρτήματα μηχανοκίνητων οχημάτων που φέρουν τα χορηγούμενα από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος σύμφωνα με το άρθρο 2 σήματα εγκρίσεως και που είναι κατασκευασμένα στην επικράτεια είτε ενός Συμβαλλόμενου Μέρους που εφαρμόζει τον υπόψη Κανονισμό, ή μιας άλλης χώρας που υποδεικνύεται από το Συμβαλλόμενο Μέρος που προέβη στη δέουσα έγκριση τύπου αυτού του εξοπλισμού ή του εξαρτήματος, θα θεωρούνται ότι είναι σύμφωνα με τη νομοθεσία όλων των Συμβαλλόμενων Μερών που εφαρμόζουν τον εν λόγω Κανονισμό.
Αρθρο 4
Αν οι αρμόδιες αρχές ενός Συμβαλλόμενου Μέρους που εφαρμόζει έναν Κανονισμό διαπιστώσουν ότι κάποιοι εξοπλισμοί ή εξαρτήματα μηχανοκίνητων οχημάτων που φέρουν τα χορηγούμενα από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος δυνάμει του εν λόγω Κανονισμού σήματα εγκρίσεως δεν είναι σύμφωνα με τους εγκριθέντες τύπους, θα ενημερώσουν σχετικώς τις αρμόδιες αρχές του Συμβαλλόμενου Μέρους που έχει εκδώσει τις εγκρίσεις. Εκείνο το Συμβαλλόμενο Μέρος θα λάβει τα αναγκαία μέτρα για τη συμμόρφωση αυτών των κατσκευαστών προς τους εγκριθέντες τύπους και θα ενημερώσει τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη που εφαρμόζουν τον Κανονισμό σχετικά με τα μέτρα αυτά, στα οποία μπορεί να περιλαμβάνεται, αν είναι αναγκαίο, η αφαίρεση της εγκρίσεως. Στην περίπτωση που απειλείται η οδική ασφάλεια, το Συμβαλλόμενο Μέρος που το διαπιστώνει μπορεί να απαγορεύσει την πώληση και χρήση αυτού του εξοπλισμού και των εξαρτημάτων στην επικράτεια του.
Άρθρο 5
1. Οι αρμόδιες αρχές κάθε Συμβαλλόμενου Μέρους που εφαρμόζει έναν Κανονισμό θα στέλνουν στις αρμόδιες αρχές των λοιπών Συμβαλλόμενων Κρατών που εφαρμόζουν τον ίδιο Κανονισμό ένα έντυπο καταρτισμένο σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού αυτού για κάθε τύπο εξοπλισμού ή εξαρτήματος μηχανοκίνητων οχημάτων που εγκρίνουν δυνάμει του Κανονισμού. Ένα παρόμοιο έντυπο θα στέλνεται και για κάθε απορριπτόμενο τύπο.
2. Οι αρμόδιες αρχές κάθε Συμβαλλόμενου Μέρους που εφαρμόζει έναν Κανονισμό θα κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές των λοιπών Συμβαλλόμενων Μερών που εφαρμόζουν τον ίδιο Κανονισμό όλες τις πληροφορίες που αφορούν την αφαίρεση μιας εγκρίσεως που είχε προηγουμένως χορηγηθεί.
Άρθρο 6
1. Οι χώρες μέλη της Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρώπη και οι χώρες που έχουν γίνει δεκτές στην Επιτροπή υπό συμβουλευτική ιδιότητα σύμφωνα με την παράγραφο 8 των όρων δικαιοδοσίας της Επιτροπής, μπορούν να κατα-
στούν Συμβαλλόμενα Μέρη της παρούσας Συμφωνίας: (α) υπογράφοντας την,
(β) επικυρώνοντας την μετά την υπογραφή της με την επιφύλαξη επικυρώσεως, (γ) προσχωρώντας σε αυτήν.
2. Οι χώρες που μπορούν να συμμετέχουν σε ορισμένες δραστηριότητες της Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρώπη, σύμφωνα με την παράγραφο 11 των όρων δικαιοδοσίας της Επιτροπής, μπορούν να καταστούν Συμβαλλόμενα Μέρη της παρούσας Συμφωνίας δια προσχωρήσεως σε αυτή μετά τη θέση της σε ισχύ.
3. Η Συμφωνία θα παραμείνει ανοικτή για υπογραφή μέχρι και την 30.6.1958. Μετά από την ημερομηνία αυτή θα είναι ανοικτή για προσχώρηση.
4. Οι επικυρώσεις ή προσχωρήσεις θα γίνονται δια της καταθέσεως μιας πράξεως στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
Άρθρο 7
1. Η παρούσα Συμφωνία θα τεθεί σε ισχύ την εξηκοστή ημέρα αφότου δύο από τις χώρες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6 της παρούσας την υπογράψουν χωρίς επιφύλαξη επικυρώσεως ή καταθέσουν τις πράξεις επικυρώσεως ή προσχωρήσεως.
2. Για κάθε χώρα που την επικυρώνει ή προσχωρεί σε αυτήν αφού δύο χώρες την υπογράψουν χωρίς επιφύλαξη επικυρώσεως ή καταθέσουν τις πράξεις επικυρώσεως ή προσχωρήσεως, η παρούσα Συμφωνία θα τίθεται σε ισχύ την εξηκοστή ημέρα που ακολουθεί την εκ μέρους της χώρας αυτής κατάθεση της πράξεως επικυρώσεως ή προσχωρήσεως.
Άρθρο 8
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να καταγγείλει την. παρούσα Συμφωνία με σχετική γνωστοποίηση προς το Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
2. Η καταγγελία θα τίθεται σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία παραλαβής της ως άνω γνωστοποιήσεως από το Γενικό Γραμματέα.
Άρθρο 9
1. Κάθε χώρα μπορεί, τη στιγμή που θα υπογράψει την παρούσα Συμφωνία χωρίς επιφύλαξη επικυρώσεως ή που θα καταθέσει την πράξη επικυρώσεως ή προσχωρήσεως, ή οποτεδήποτε μετά από τότε, να δηλώσει με μια ειδοποίηση που θα απευθύνεται στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών ότι η παρούσα Συμφωνία θα εφαρμόζεται σε όλες ή σε μερικές από τις επικράτειες για τις οποίες έχει την ευθύνη των διεθνών τους σχέσεων. Η Συμφωνία θα εφαρμόζεται στην επικράτεια ή στις επικράτειες που κατονομάζονται στην ειδοποίηση από την εξηκοστή ημέρα που ακολουθεί την παραλαβή της από το Γενικό Γραμματέα, ή αν εκείνη την ημερομηνία η Συμφωνία δεν έχει ακόμη τεθεί σε ισχύ, από την ημερομηνία θέσεως της σε ισχύ.
2. Κάθε χώρα που έχει κάνει μια δήλωση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου με την οποία η Συμφωνία εφαρμόζεται σε κάποια επικράτεια, για τις διεθνείς σχέσεις της οποίας έχει την ευθύνη, μπορεί να καταγγείλει την παρούσα Συμφωνία ξεχωριστά προκειμένου περί αυτής της επικράτειας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8.
Άρθρο 10
1. Κάθε διαφωνία μεταξύ δύο ή περισσότερων
Συμβολλόμενων Μερών που αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας θα ρυθμίζεται κατά το δυνατό με διαπραγματεύσεις μεταξύ αυτών.
2. Κάθε διαφωνία nog δεν θα ρυθμίζεται με διαπραγμάτευση, θα υποβάλλεται σε διαιτησία αν το ζητήσει οποιοδήποτε από τα διαφωνούντα Συμβαλλόμενα Μέρη και κατά συνέπεια θα παραπέμπεται σε έναν ή περισσότερους διαιτητές που θα επιλέγονται με συμφωνία μεταξύ των διαφωνούντων Συμβαλλόμενων Μερών. Αν μέσα σε τρεις μήνες από την ημερομηνία της αιτήσεως για διαιτησία, τα διαφωνούντα Μέρη δεν καταστεί δυνατό να συμφωνήσουν στην επιλογή διαιτητή ή διαιτητών, οποιοδήποτε από αυτά τα Συμβαλλόμενα Μέρη μπορεί να ζητήσει από το Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών να ορίσει ένα μόνο διαιτητή στον οποίο θα παραπεμφθεί η διαφορά προς έκδοση αποφάσεως.
3. Η απόφαση του διαιτητή ή των διαιτητών που έχουν ορισθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου θα είναι δεσμευτική για τα διαφωνούντα Συμβαλλόμενα Μέρη.
Αρθρο 11
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί κατά τη στιγμή της υπογραφής, επικυρώσεως ή προσχωρήσεως της παρούσας Συμφωνίας, να δηλώσει ότι δεν θεωρεί εαυτό δεσμευμένο από το άρθρο 10 της Συμφωνίας. Τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη δεν θα δεσμεύονται από το άρθρο 10 έναντι κάθε Συμβαλλόμενου Μέρους που έχει διατυπώσει μια τέτοια επιφύλαξη.
2. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος που έχει διατυπώσει μια επιφύλαξη σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μπορεί ανά πάσα στιγμή να αποσύρει την εν λόγω επιφύλαξη, ειδοποιώντας το Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
3. Καμία άλλη επιφύλαξη ως προς την παρούσα Συμφωνία ή τους Κανονισμούς που είναι προσαρτημένοι σε αυτή δεν θα επιτρέπεται, αλλά κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 1, να δηλώσει ότι δεν προτίθεται να εφαρμόσει κάποιους από τους Κανονισμούς ή ότι δεν προτίθεται να εφαρμόσει κανέναν από αυτούς.
Αρθρο 12
Οι Κανονισμοί που θα βρίσκονται προσαρτημένοι στην παρούσα Συμφωνία μπορούν να τροποποιούνται σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία:
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος που εφαρμόζει έναν Κανονισμό μπορεί να προτείνει μία ή περισσότερες τροποποιήσεις επ’ αυτού. Το κείμενο κάθε προτεινόμενης τροποποιήσεως επί ενός Κανονισμού θα διαβιβάζεται στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών ο οποίος και θα το διαβιβάζει στα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη. Η τροποποίηση θα θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή εκτός εάν μέσα σε μια περίοδο τριών μηνών μετά την ημερομηνία της ανακοινώσεως αυτής ένα από τα Συμβαλλόμενα Μέρη που εφαρμόζει τον Κανονισμό εκφράσει αντίρρηση. Στην περίπτωση αυτήν, η τροποποίηση θα θεωρείται ότι έχει απορριφθεί. Αν η τροποποίηση θεωρηθεί αποδεκτή, θα τίθεται σε ισχύ στο τέλος μιας νέας δίμηνης περιόδου.
2. Αν μια χώρα καταστεί Συμβαλλόμενο Μέρος κατά το χρόνο της κοινοποιήσεως της προτεινόμενης τροποποιήσεως από το Γενικό Γραμματέα και της θέσεως της σε ισχύ, ο υπόψη Κανονισμός δεν θα τίθεται σε ισχύ για αυτό το Συμβαλλόμενο Μέρος μέχρι να περάσουν δύο μήνες από την εκ μέρους του επίσημη αποδοχή της τροποποιήσεως ή δύο μήνες μετά την εκπνοή μιας τρίμηνης περιόδου
μετά την κοινοποίηση της προτεινόμενης τροποποιήσεως προς εκείνο το Συμβαλλόμενο Μέρος από το Γενικό Γραμματέα.
Άρθρο 13
Το κείμενο της Συμφωνίας αυτό καθ’ εαυτό μπορεί να τροποποιείται σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία:
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να προτείνει μια ή περισσότερες τροποποιήσεις στην παρούσα Συμφωνία. Το κείμενο- κάθε προτεινόμενης τροποποιήσεως επί της Συμφωνίας θα διαβιβάζεται στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος και θα το διαβιβάζει σε όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη και θα ενημερώνει όλες τις λοιπές χώρες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6 της παρούσας.
2. Κάθε προτεινομένη τροποποίηση που θα κυκλοφορεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου θα θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή αν κανένα Συμβαλλόμενο Μέρος δεν εκφράσει αντίρρηση μέσα σε περίοδο έξι μηνών μετά την ημερομηνία κυκλοφορίας της προτεινόμενης τροποποιήσεως από το Γενικό Γραμματέα.
3. Ο Γενικός Γραμματέας, το ταχύτερο δυνατό, θα ειδοποιεί όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη αν έχει εκφρασθεί κάποια αντίρρηση στην προτεινομένη τροποποίηση. Αν εκφρασθεί μια αντίρρηση προς την προτεινομένη τροποποίηση, η τροποποίηση θα θεωρείται ότι δεν έχει γίνει αποδεκτή και δεν θα έχει κανένα αποτέλεσμα. Αν δεν εκφρασθεί καμία αντίρρηση, η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ για όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη τρεις μήνες μετά την εκπνοή της εξάμηνης περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 14
Επιπλέον προς τις ανακοινώσεις που προβλέπονται από τα άρθρα 1, 12 και 13 της παρούσας Συμφωνίας, ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών θα ανακοινώνει στις χώρες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6 και στις χώρες που έχουν καταστεί Συμβαλλόμενα Μέρη σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 6:
(α) τις υπογραφές, επικυρώσεις και προσχωρήσεις σύμφωνα με το άρθρο 6,
(β) τις ημερομηνίες θέσεως σε ισχύ της παρούσας Συμφωνίας σύμφωνα με το άρθρο 7,
(γ) τις καταγγελίες σύμφωνα με το άρθρο 8,
(δ) τις ειδοποιήσεις που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 9,
(ε) τις δηλώσεις και ειδοποιήσεις που λαμβάνονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 11,
(στ) τη θέση σε ισχύ κάθε τροποποιήσεως σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 12,
(ζ) τη θέση σε ισχύ κάθε τροποποιήσεως σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 13.
Άρθρο 15
Μετά την 30.6.1958 το πρωτότυπο της παρούσας Συμφωνίας θα κατατεθεί στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών ο οποίος θα διαβιβάσει επικυρωμένα ακριβή αντίγραφα σε κάθε χώρα που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 6 της παρούσας.
Σε πίστωση των ανωτέρω, οι υπογράφοντες, δεόντως εξουσιοδοτημένοι προς τούτο, υπέγραψαν την παρούσα Συμφωνία.
Έγινε στην Γενεύη σήμερα 20 Μαρτίου 1958, στην αγγλική και γαλλική, έκαστο δε κείμενο είναι εξίσου αυθεντικό.
ΗΝΩΜΕΝΑ ΕΘΝΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ
ΠΟΥ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΥΙΟΘΕΤΗΣΗ ΟΜΟΙΟΜΟΡΦΩΝ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΩΝ ΕΓΚΡΙΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΜΟΙΒΑΙΑΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΕΩΣ ΕΞΟΠΛΙΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΞΑΡΤΗΜΑΤΩΝ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ
που έγινε στη Γενεύη την 20.3.1958
Αναθεώρηση 1
Διόρθωση 1
Η παράγραφος 2 του άρθρου 12 να γίνει: ‘... ή δύο μήνες μετά την εκπνοή μιας τρίμηνης περιόδου μετά την κοινοποίηση ...’
Άρθρο δεύτερο
Οι αναθεωρήσεις και οι τροποποιήσεις της Συμφωνίας θα εγκρίνονται δια προεδρικών διαταγμάτων.
Οι δηλώσεις δέσμευσης ή μη δέσμευσης ή άρσης της δέσμευσης της χώρας από τους κανονισμούς που προσαρτώνται στη Συμφωνία θα εγκρίνονται με αποφάσεις του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών.
Άρθρο τρίτο
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, της δε κυρούμενης Συμφωνίας από την ολοκλήρωση των προϋποθέσεων της διατάξεως του άρθρου 7 παρ. 2 αυτής.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 19 Ιουνίου 1992
Κατεβάσετε το αρχείο με το πρωτότυπο κείμενο, όπως είναι δημοσιευμένο στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ.) του Εθνικού Τυπογραφείου.
Νόμος 2064/1992 - ΦΕΚ 112/Α/30-6-1992
Κύρωση της τροποποιημένης Συμφωνίας για την υιοθέτηση ομοιόμορφων προϋποθέσεων έγκρισης και αμοιβαίας αναγνώρισης εγκρίσεως εξοπλισμών και εξαρτημάτων μηχανοκινήτων οχημάτων.