x

Σύνδεση

Δεν έχετε λογαριασμό; Εγγραφείτε

Νόμος 5187/2025 - ΦΕΚ 48/Α/21-3-2025 (Άρθρα 102 - 215)

Αναδιοργάνωση της δομής της Ελληνικής Αστυνομίας και αναβάθμιση της εκπαίδευσης του ένστολου προσωπικού της - Εκσυγχρονισμός του θεσμού της ηλεκτρονικής επιτήρησης υπόδικων, κατάδικων και κρατούμενων σε άδεια - Ρύθμιση θεμάτων κρατούμενων

σε σωφρονιστικά καταστήματα και άλλες διατάξεις.


ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘΜ. 5187/2025

ΦΕΚ 48/Α/21-3-2025

Αναδιοργάνωση της δομής της Ελληνικής Αστυνομίας και αναβάθμιση της εκπαίδευσης του ένστολου προσωπικού της - Εκσυγχρονισμός του θεσμού της ηλεκτρονικής επιτήρησης υπόδικων, κατάδικων και κρατούμενων σε άδεια - Ρύθμιση θεμάτων κρατούμενων σε σωφρονιστικά καταστήματα και άλλες διατάξεις.



  ||  Άρθρα 1-101  ||  Άρθρα 102 - 215  ||   


ΜΕΡΟΣ Β'

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

 

Άρθρο 102

Σκοπός

Σκοπός του παρόντος μέρους είναι η αναβάθμιση και ο εκσυγχρονισμός της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού της Ελληνικής Αστυνομίας, η διασφάλιση και συνεχής βελτίωση της ποιότητας του εκπαιδευτικού και ερευνητικού έργου, και ιδίως: α) η ενίσχυση της αυτοτέλειας και ο εκσυγχρονισμός της δομής και της λειτουργίας της Αστυνομικής Ακαδημίας, με τη σύσταση νέων οργάνων διοίκησης, β) η αναβάθμιση της εκπαίδευσης και ειδικότερα των προγραμμάτων σπουδών, με έμφαση στην ποιότητα και στις διαδικασίες εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης, γ) η ενίσχυση της μετεκπαίδευσης του προσωπικού μέσω της καθιέρωσης νέων ειδικών σχολείων και εκπαιδεύσεων, στο πλαίσιο του θεσμού της δια βίου μάθησης, και δ) η περαιτέρω ενίσχυση των τεχνολογικών δυνατοτήτων της Ελληνικής Αστυνομίας, ιδίως στους τομείς των επικοινωνιών, των δικτύων και των αναδυόμενων τεχνολογιών.

 

Άρθρο 103

Αντικείμενο

Αντικείμενο του παρόντος μέρους είναι η ρύθμιση της λειτουργίας της Αστυνομικής Ακαδημίας και των Σχολών που υπάγονται σε αυτή και, ειδικότερα, ο καθορισμός των οργάνων της Αστυνομικής Ακαδημίας και των Σχολών αυτής και ο προσδιορισμός των αρμοδιοτήτων τους, του τρόπου εισαγωγής των εκπαιδευομένων στις Σχολές της Ακαδημίας, της επιλογή του διδακτικού προσωπικού και του περιεχομένου των σπουδών και γενικά της εκπαιδευτικής/μετεκπαιδευτικής ύλης και η ρύθμιση των θεμάτων συνεργασίας της Αστυνομικής Ακαδημίας με άλλους εκπαιδευτικούς φορείς της ημεδαπής και της αλλοδαπής.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΗ, ΕΔΡΑ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ

 

Άρθρο 104

Νομική φύση - Έδρα

1. Η Αστυνομική Ακαδημία αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), το οποίο απολαμβάνει διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας και εποπτεύεται από τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη.

2. Η Αστυνομική Ακαδημία έχει την έδρα της στην Περιφέρεια Αττικής, με εξαίρεση τη Σχολή Αστυφυλάκων που εδρεύει στην Περιφερειακή Ενότητα Ροδόπης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης.

3. Η Αστυνομική Ακαδημία εκπροσωπείται δικαστικώς και εξωδίκως από το Γραφείο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη.

 

Άρθρο 105

Αποστολή της Αστυνομικής Ακαδημίας

1. Η Αστυνομική Ακαδημία έχει ως αποστολή:

α) την εκπαίδευση, μετεκπαίδευση και διαρκή επιμόρφωση του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, με σκοπό την παροχή υψηλού επιπέδου επαγγελματικής και επιστημονικής κατάρτισης, που ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του κράτους δικαίου και στα σύγχρονα κοινωνικά δεδομένα και προσαρμόζεται στις νέες τεχνολογικές εξελίξεις,

β) την προσαρμογή σε σύγχρονα τεχνολογικά και ψηφιακά περιβάλλοντα, καθώς και στις επιχειρησιακές ανάγκες της Ελληνικής Αστυνομίας,

γ) την αλληλοεπίδραση με τις επιστήμες δικαίου, τις κοινωνικές, πολιτικές και ανθρωπιστικές επιστήμες,

δ) την κατανόηση του κοινωνικού περιβάλλοντος, μέσω της ανάπτυξης κριτικής ικανότητας και αισθήματος ευθύνης, κατά την άσκηση των καθηκόντων του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας,

ε) την εξασφάλιση της διαρκούς σωματικής και ψυχικής υγείας των εκπαιδευομένων,

στ) την κατάρτιση και αξιολόγηση των εκπαιδευομένων και

ζ) τη διαρκή επιμόρφωση του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας.

2. Η Αστυνομική Ακαδημία για την επίτευξη της αποστολής της:

α) καταρτίζει, αξιολογεί και αναθεωρεί τα προγράμματα σπουδών, εκπαίδευσης, μετεκπαίδευσης και διαρκούς επιμόρφωσης,

β) αναπτύσσει συνεργασίες με εκπαιδευτικά ιδρύματα, ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα της ημεδαπής και της αλλοδαπής, με φορείς της Γενικής Κυβέρνησης της περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α' 143), και του ιδιωτικού τομέα, καθώς και με κοινωνικούς ή συλλογικούς φορείς και με διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς,

γ) συνάπτει μνημόνια συνεργασίας στο πλαίσιο διακρατικών συμφωνιών, για την εκπαίδευση και επιμόρφωση σπουδαστών ξένων κρατών στις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας,

δ) υλοποιεί προγράμματα διεθνούς ανταλλαγής σπουδαστών των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας,

ε) διοργανώνει και συμμετέχει σε προγράμματα επιστημονικής, ερευνητικής και εκπαιδευτικής φύσεως και

στ) μελετά, επεξεργάζεται και αξιολογεί τα αποτελέσματα των προγραμμάτων εκπαίδευσης, μετεκπαίδευσης και επιμόρφωσης, συντάσσοντας εκθέσεις, τις οποίες κοινοποιεί στο γραφείο του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη και στο Επιτελικό Γραφείο Αρχηγού, προκειμένου να αξιοποιηθούν τα σχετικά πορίσματα από τις αρμόδιες υπηρεσίες.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ

 

Άρθρο 106

Διευθύνσεις και Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας

Η Αστυνομική Ακαδημία συγκροτείται από: α) τη Διεύθυνση Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων, β) τη Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης και γ) τέσσερις (4) Σχολές, οι οποίες λειτουργούν σε επίπεδο Διεύθυνσης και συγκεκριμένα: γα) τη Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία είναι ανώτατη σχολή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τετραετούς φοίτησης, παρέχει ισότιμη εκπαίδευση με τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και απονέμει ισότιμα πτυχία με αυτά,

γβ) τη Σχολή Αστυφυλάκων Ελληνικής Αστυνομίας, στην οποία η φοίτηση διαρκεί έξι (6) ακαδημαϊκά εξάμηνα και η οποία ανήκει στην ανώτερη βαθμίδα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, παρέχει ισότιμη εκπαίδευση και χορηγεί ισότιμα πτυχία, προς εκείνα που χορηγούνται από τα αντίστοιχου επιπέδου εκπαιδευτικά ιδρύματα, γγ) τη Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης, η οποία παρέχει εκπαιδευτικά προγράμματα στο πλαίσιο της διαρκούς επιμόρφωσης και επαγγελματικής μετεκπαίδευσης και

γδ) τη Σχολή Εθνικής Ασφάλειας, η οποία παρέχει μετεκπαίδευση και επιμόρφωση σε ανώτερα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας, των Ενόπλων Δυνάμεων, του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος, καθώς και σε πολιτικούς υπαλλήλους υπηρεσιών της Γενικής Κυβέρνησης της περ. β της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α'143), με βαθμό Α' κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ).

 

Άρθρο 107

Πόροι της Αστυνομικής Ακαδημίας

1. Η Αστυνομική Ακαδημία, για την αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών, επιμορφωτικών και λειτουργικών αναγκών της, έχει τους ακόλουθους πόρους:

α) ετήσια κρατική επιχορήγηση, β) κάθε είδους εισφορές, επιχορηγήσεις, δωρεές, χορηγίες, κληρονομιές και κληροδοσίες, γ) προσόδους από τη δική της περιουσία, δ) έσοδα από τη συμμετοχή της σε εθνικά, ενωσιακά ή συγχρηματοδοτούμενα ερευνητικά ή άλλα προγράμματα ή δράσεις, όπως το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο Περιφερειακής Ανάπτυξης και το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και

ε) κάθε άλλο πόρο που συνάδει με τον σκοπό και την αποστολή της Αστυνομικής Ακαδημίας.

2. Ο ετήσιος προϋπολογισμός της Αστυνομικής Ακαδημίας και οι τροποποιήσεις του εγκρίνονται από το Διοικητικό Συμβούλιο, ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων. Ο ετήσιος ισολογισμός και απολογισμός της Αστυνομικής Ακαδημίας συντάσσονται με τη λήξη του λογιστικού έτους και συνοδεύονται από έκθεση του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων. Ο ισολογισμός και ο απολογισμός εγκρίνονται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Αστυνομικής Ακαδημίας.

3. Το λογιστικό και το οικονομικό έτος της Αστυνομικής Ακαδημίας διαρκεί από την 1η Ιανουαρίου έως την 31η Δεκεμβρίου εκάστου έτους.

 

Άρθρο 108

Όργανα διοίκησης της Αστυνομικής Ακαδημίας

Όργανα διοίκησης της Αστυνομικής Ακαδημίας, είναι:

α) το Διοικητικό Συμβούλιο,

β) ο Διοικητής της Αστυνομικής Ακαδημίας,

γ) ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων, και

δ) ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Διοικητικής Υποστήριξης.

 

Άρθρο 109

Διοικητικό Συμβούλιο Αστυνομικής Ακαδημίας

1. Το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) της Αστυνομικής Ακαδημίας συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, για τριετή θητεία, και αποτελείται από εννέα (9) μέλη και τους νόμιμους αναπληρωτές τους ως εξής:

α) τον Β' Υπαρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή τον Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας,

β) τον Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας, με αναπληρωτή τον κατά βαθμό αμέσως ανώτερο ή αρχαιότερο αξιωματικό της Αστυνομικής Ακαδημίας,

γ) τους τέσσερις (4) Διοικητές των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας, με αναπληρωτές τους κατά βαθμό ανώτερους ή αρχαιότερους υφιστάμενους αξιωματικούς των Σχολών τους,

δ) τον Πρόεδρο του Επιστημονικού Συμβουλίου, με αναπληρωτή του μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου, που προτείνει ο ίδιος, και

ε) δύο (2) μέλη που προέρχονται από την ακαδημαϊκή κοινότητα (Διδακτικό Ερευνητικό Προσωπικό, Ειδικό Εκπαιδευτικό Προσωπικό, Εργαστηριακό Διδακτικό Προσωπικό, Τεχνικό Εργαστηριακό Προσωπικό) ή συνταξιούχους δικαστικούς ή εισαγγελικούς λειτουργούς ή απόστρατους αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας ή νομικούς ή άλλους επιστήμονες εγνωσμένου κύρους, με εμπειρία στη διοίκηση ή στο γνωστικό αντικείμενο της Ακαδημίας.

2. Αν η ημερήσια διάταξη του Δ.Σ. της Αστυνομικής Ακαδημίας περιλαμβάνει ζητήματα που αφορούν αμιγώς στην οικονομική διοίκηση και διαχείριση, όπως ιδίως θέματα προϋπολογισμού, ισολογισμού και απολογισμού, στη συνεδρίαση του Δ.Σ. μετέχει και εισηγείται ο Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων, χωρίς δικαίωμα ψήφου. Αν η ημερήσια διάταξη περιλαμβάνει ζητήματα που αφορούν αμιγώς σε θέματα διοικητικής υποστήριξης, οργάνωσης και λειτουργίας της Αστυνομικής Ακαδημίας και των Σχολών αυτής, στη συνεδρίαση του Δ.Σ. μετέχει και εισηγείται, χωρίς δικαίωμα ψήφου, ο Διευθυντής Διοικητικής Υποστήριξης.

3. Η θητεία του Δ.Σ. παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι τον ορισμό του νέου Δ.Σ. και πάντως όχι πέραν των έξι (6) μηνών. Αν ο Πρόεδρος, ο νόμιμος αναπληρωτής του, τακτικό ή αναπληρωματικό μέλος του Δ.Σ. εκλείψει ή παραιτηθεί ή επιβληθεί σε βάρος του για οποιονδήποτε λόγο αμετάκλητη πειθαρχική ποινή ή ποινική καταδίκη, ή σε περίπτωση αδικαιολόγητης απουσίας από τέσσερις (4) συνολικά συνεδριάσεις εντός του έτους, ορίζεται νέο μέλος για το υπόλοιπο της θητείας του συλλογικού οργάνου, εφόσον τα εναπομείναντα μέλη είναι λιγότερα από πέντε (5).

4. α) Το Δ.Σ. συνεδριάζει, με φυσική παρουσία ή με χρήση ηλεκτρονικών μέσων (τηλεδιάσκεψη), κατόπιν πρόσκλησης του Προέδρου, τουλάχιστον τέσσερις (4) φορές το έτος. Η σύγκληση του Δ.Σ. σε έκτακτη συνεδρίαση είναι υποχρεωτική για τον Πρόεδρό του, αν υποβληθεί σχετικό αίτημα ηλεκτρονικά ή εγγράφως από τρία (3) τουλάχιστον μέλη του Δ.Σ., στο οποίο αναφέρεται απαραιτήτως το προς συζήτηση θέμα. Η σύγκληση του Δ.Σ. πραγματοποιείται εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την υποβολή του σχετικού αιτήματος.

β) Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. καθορίζει την ημέρα, την ώρα και τον τόπο ή τρόπο της συνεδρίασης, προσδιορίζει τα θέματα της ημερήσιας διάταξης, ορίζει τους εισηγητές και διευθύνει τη συζήτηση.

γ) Οι αποφάσεις του Δ.Σ. λαμβάνονται κατά πλειοψηφία των παρόντων μελών, τηρουμένων των διατάξεων περί απαρτίας του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α' 45). Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η γνώμη του Προέδρου.

δ) Το πρακτικό της συνεδρίασης του Δ.Σ. υπογράφεται από όλα τα μέλη που παρέστησαν σε αυτή. Στο πρακτικό καταχωρούνται, ιδίως, τα ονόματα και οι ιδιότητες των παριστάμενων μελών, ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης, τα θέματα που συζητήθηκαν, το είδος και τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας, καθώς και οι αποφάσεις που λήφθηκαν. Στο πρακτικό καταχωρούνται, επιπροσθέτως, οι γνώμες των μελών που μειοψήφησαν με συνοπτική αναφορά στην αιτιολογία τους.

ε) Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται αναλόγως ο Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας.

5. Χρέη γραμματέα εκτελεί κατώτερος αξιωματικός που υπηρετεί στη Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης της Αστυνομικής Ακαδημίας, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του, σύμφωνα με τη διαδικασία της παρ. 1.

6. Στα μέλη του Δ.Σ. δεν καταβάλλεται οποιαδήποτε αποζημίωση.

 

Άρθρο 110

Αρμοδιότητες Διοικητικού Συμβουλίου Αστυνομικής Ακαδημίας

1. Το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) αποτελεί το ανώτατο όργανο διοίκησης της Αστυνομικής Ακαδημίας.

2. Το Δ.Σ. αποφασίζει για κάθε θέμα σχετικό με τη διοίκηση, οργάνωση και λειτουργία της Αστυνομικής Ακαδημίας και ασκεί, ιδίως, τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

α) εγκρίνει τον Εσωτερικό Κανονισμό της Αστυνομικής Ακαδημίας και τις τροποποιήσεις του,

β) εγκρίνει τον προϋπολογισμό, τον απολογισμό και τον ισολογισμό της Αστυνομικής Ακαδημίας και τις τροποποιήσεις τους,

γ) εγκρίνει κάθε χρηματοδότηση της Αστυνομικής Ακαδημίας από ενωσιακά ή εθνικά χρηματοδοτικά προγράμματα ή δράσεις, από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ή από άλλες πηγές χρηματοδότησης,

δ) αποφασίζει για την αποδοχή δωρεών και κληροδοτημάτων ή κληρονομιών υπέρ της Αστυνομικής Ακαδημίας, οι οποίες γίνονται πάντα με το ευεργέτημα της απογραφής,

ε) εγκρίνει την κατάρτιση της ετήσιας έκθεσης πεπραγμένων της Αστυνομικής Ακαδημίας,

στ) εκδίδει αιτιολογημένη γνώμη για την απόσπαση υπαλλήλων στην Ακαδημία ή για την ανανέωση ή για τη διακοπή της απόσπασής τους,

ζ) προκηρύσσει τις θέσεις διδασκόντων στις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας και εγκρίνει, ύστερα από γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου, τον πίνακα διδασκόντων,

η) αποφασίζει την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων και μέσων,

θ) αποφασίζει για θέματα σχετικά με τη συνεργασία της Αστυνομικής Ακαδημίας με εκπαιδευτικά ή μορφωτικά ιδρύματα, της ημεδαπής ή αλλοδαπής,

ι) εγκρίνει μνημόνια συνεργασίας για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και γνώσεων με τις αστυνομικές ακαδημίες και σχολές ξένων κρατών,

ια) εγκρίνει, ύστερα από γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου, τα προγράμματα σπουδών και εκπαιδεύσεων (τακτικά και έκτακτα) και την πραγματοποίηση των εκπαιδεύσεων, μετεκπαιδεύσεων και επιμορφώσεων του πάσης φύσεως προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα στον Εσωτερικό Κανονισμό της Αστυνομικής Ακαδημίας και τους Κανονισμούς Σπουδών των οικείων Σχολών της,

ιβ) αποφασίζει για την ολική ή μερική πραγματοποίηση των εκπαιδεύσεων, μετεκπαιδεύσεων και επιμορφώσεων της περ. ια) σε διεθνείς ή ευρωπαϊκούς οργανισμούς ή εκπαιδευτικούς φορείς της αλλοδαπής, συνάπτοντας μνημόνια συνεργασίας,

ιγ) αποφασίζει, ύστερα από γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου, για τη συνδιοργάνωση προγραμμάτων σπουδών σε συνεργασία με Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής ή τη σύναψη σχετικών συμφωνιών,

ιδ) διαμορφώνει τη στρατηγική επίτευξης των σκοπών της Αστυνομικής Ακαδημίας και την εκπαιδευτική και ερευνητική πολιτική της Αστυνομικής Ακαδημίας, μεριμνώντας για τη διασφάλιση και τη διαρκή αναβάθμιση της ποιότητας στην εκπαιδευτική και ερευνητική διαδικασία και την προώθηση των διεθνών σχέσεων, εγκρίνοντας σχετικά σχέδια, εκθέσεις ή πορίσματα, όπου απαιτούνται, και γνωστοποιώντας αυτά στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη,

ιε) συγκροτεί τη Μονάδα Διασφάλισης της Ποιότητας της Ακαδημίας (ΜΟ.ΔΙ.Π.) του άρθρου 139, και

ιστ) ενημερώνει τακτικά τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη για κάθε ζήτημα που αφορά στη λειτουργία και στην εκπαιδευτική πολιτική και στρατηγική της Αστυνομικής Ακαδημίας.

 

Άρθρο 111

Διοικητής Αστυνομικής Ακαδημίας

1. Διοικητής της Αστυνομικής Ακαδημίας ορίζεται ανώτατος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας με τριετή θητεία, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από γνώμη του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, με τις εξής αρμοδιότητες:

α) καταρτίζει και αναμορφώνει την ετήσια έκθεση πεπραγμένων της Αστυνομικής Ακαδημίας, την οποία υποβάλλει προς έγκριση στο Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.),

β) καταρτίζει το σχέδιο του Εσωτερικού Κανονισμού της Αστυνομικής Ακαδημίας, το οποίο εισάγει προς έγκριση στο Δ.Σ. και επιβλέπει την εφαρμογή του,

γ) μεριμνά για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών της Αστυνομικής Ακαδημίας,

δ) μεριμνά για τη διεξαγωγή των εισαγωγικών και προαγωγικών εξετάσεων που προβλέπουν οι οργανικοί νόμοι και οι κανονισμοί της Ελληνικής Αστυνομίας, σε συνεργασία με τις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας,

ε) επιλύει διαφορές ως προς διοικητικά θέματα, σχετικά με την άσκηση αρμοδιοτήτων μεταξύ των οργανικών μονάδων και υπηρεσιών της Αστυνομικής Ακαδημίας και των Σχολών της,

στ) ρυθμίζει τα θέματα του προσωπικού των υπηρεσιών της Αστυνομικής Ακαδημίας, εκτός από εκείνα που έχουν ανατεθεί, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, στις Υπηρεσίες αυτές και

ζ) αποτελεί τον διατάκτη της Αστυνομικής Ακαδημίας.

2. Ο Διοικητής της Αστυνομικής Ακαδημίας, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος, αναπληρώνεται από τον αμέσως ανώτερο ή αρχαιότερο αξιωματικό της Αστυνομικής Ακαδημίας.

 

Άρθρο 112

Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων

1. Ως Διευθυντής στη Διεύθυνση Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων της Αστυνομικής Ακαδημίας, ορίζεται ανώτατος ή ανώτερος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας, για τριετή θητεία, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από γνώμη του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας.

2. Ο Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων ασκεί τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

α) συντάσσει με τη λήξη του λογιστικού έτους, την έκθεση του ετήσιου ισολογισμού και απολογισμού της Αστυνομικής Ακαδημίας και την υποβάλλει προς έγκριση στο Δ.Σ.,

β) καταρτίζει και εισηγείται στο Δ.Σ. τον ετήσιο προϋπολογισμό, καθώς και τις τροποποιήσεις του,

γ) παρακολουθεί και ελέγχει, σε μηνιαία βάση, την ορθή εκτέλεση του προϋπολογισμού και την εν γένει οικονομική λειτουργία της Αστυνομικής Ακαδημίας,

δ) αποτελεί τον Προϊστάμενο Οικονομικών Υπηρεσιών (Π.Ο.Υ.) της Αστυνομικής Ακαδημίας, σύμφωνα με τον ν. 4270/2014 (Α' 143),

ε) εγκρίνει τη μεταφορά πιστώσεων από έναν λογαριασμό σε άλλον και μεταξύ διαφορετικών κατηγοριών, σύμφωνα με τις ανάγκες της Αστυνομικής Ακαδημίας, εφόσον δεν τροποποιείται το συνολικό ύψος του προϋπολογισμού,

στ) διαχειρίζεται την πάγια προκαταβολή, τις αποζημιώσεις και τις δαπάνες της Αστυνομικής Ακαδημίας,

ζ) υποβάλλει στο Δ.Σ. προτάσεις για την αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της Αστυνομικής Ακαδημίας,

η) εισηγείται προς το Δ.Σ. το ενιαίο πρόγραμμα προμηθειών της Αστυνομικής Ακαδημίας, καθώς και τις τροποποιήσεις του,

θ) μεριμνά για την προμήθεια και τον εφοδιασμό του προσωπικού και των υπηρεσιών της Αστυνομικής Ακαδημίας με όλα τα απαραίτητα μέσα, μηχανήματα και υλικά, καθώς και για την καλή λειτουργία και συντήρησή τους και

ι) εποπτεύει και ελέγχει τις οικονομικές υποθέσεις των τεσσάρων (4) Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας.

3. Ο Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων της Αστυνομικής Ακαδημίας, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος, αναπληρώνεται από τον αμέσως ανώτερο ή αρχαιότερο αξιωματικό της Αστυνομικής Ακαδημίας.

 

Άρθρο 113

Διευθυντής Διοικητικής Υποστήριξης

1. Ως Διευθυντής στη Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης της Αστυνομικής Ακαδημίας, ορίζεται ανώτατος ή ανώτερος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας, για τριετή θητεία, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από γνώμη του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας.

2. Ο Διευθυντής Διοικητικής Υποστήριξης ασκεί τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

α) μεριμνά για την εύρυθμη λειτουργία της υπηρεσίας του και τον συντονισμό των δραστηριοτήτων των Αστυνομικών Σχολών επί θεμάτων που αφορούν, ιδίως, στη διακίνηση της αλληλογραφίας, στον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, στην εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, στην τήρηση του αρχείου και στη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως, β) συντονίζει, εποπτεύει και ελέγχει τη διοικητική υποστήριξη της διεξαγωγής όλων των εισαγωγικών και προαγωγικών εξετάσεων, σε συνεργασία με τις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας, γ) συντονίζει και ελέγχει την οργάνωση θεμάτων δημοσίων σχέσεων και εθιμοτυπίας, δ) μεριμνά για την καθαριότητα, την ευταξία και τη συντήρηση του οικήματος και γενικά των χώρων και των εγκαταστάσεων, οι οποίες χρησιμοποιούνται από τις υπηρεσίες της Ακαδημίας, ε) μεριμνά για την εξασφάλιση της καλής και απρόσκοπτης λειτουργίας των τηλεφωνικών κέντρων και των λοιπών τηλεπικοινωνιακών μέσων, στ) προβαίνει στις απαιτούμενες ενέργειες για τη λειτουργία λέσχης και κυλικείου, ζ) συντονίζει και ελέγχει την τήρηση και εφαρμογή του σχεδίου ασφάλειας του οικήματος έδρας της Ακαδημίας και των λοιπών σχεδίων πολιτικής κινητοποίησης, καθώς και τη φρούρηση και ασφάλεια του κτιριακού συγκροτήματος και των εγκαταστάσεων της Ακαδημίας και του περιβάλλοντος χώρου αυτών, η) μεριμνά για τη διάθεση του προσωπικού που υπηρετεί στις Υπηρεσίες της Ακαδημίας σε τακτικές και έκτακτες υπηρεσίες και ελέγχει την κανονική εκτέλεση των υπηρεσιών αυτών,

θ) μεριμνά για τη γραμματειακή υποστήριξη των συλλογικών οργάνων της Αστυνομικής Ακαδημίας και των Σχολών της, και

ι) αξιολογεί το προσωπικό της Υπηρεσίας του σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

 

Άρθρο 114

Επιστημονικό Συμβούλιο

1. Το Επιστημονικό Συμβούλιο αποτελείται από πέντε (5) μέλη, με τους αναπληρωτές τους και απαρτίζεται από μέλη Δ.Ε.Π., Ε.ΔΙ.Π., Ε.Ε.Π. ή επιστήμονες εγνωσμένου κύρους με εξειδίκευση στις σπουδές ασφάλειας ή σε άλλα θέματα που σχετίζονται με την αστυνομική εκπαίδευση. Το Συμβούλιο έχει τριετή θητεία και συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

2. Ο Πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου καθορίζει τον τρόπο λειτουργίας, τις συνεδριάσεις και τις δραστηριότητες του Επιστημονικού Συμβουλίου, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του.

3. Το Επιστημονικό Συμβούλιο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες και όσες άλλες προβλέπονται από τις διατάξεις του νόμου αυτού και του Εσωτερικού Κανονισμού:

α) διατυπώνει γνώμη για το πρόγραμμα σπουδών των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας σε ό,τι αφορά τη θεωρητική εκπαίδευση,

β) εισηγείται και καθορίζει τα κριτήρια και τα προσόντα για την προκήρυξη θέσεων και συμμετέχει στη διαδικασία επιλογής του διδακτικού προσωπικού μαθημάτων ακαδημαϊκού χαρακτήρα,

γ) υποστηρίζει την επιστημονική, διδακτική και ερευνητική συνεργασία με ελληνικά και ξένα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, εργαστήρια, ερευνητικά κέντρα, ινστιτούτα και τις αντίστοιχες ακαδημίες/σχολές άλλων κρατών, όπως προβλέπεται στον παρόντα νόμο και τον Εσωτερικό Κανονισμό,

δ) υποβάλλει στον Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας προτάσεις για προγράμματα δια βίου μάθησης,

ε) προτείνει και οργανώνει, με τη συνδρομή των άλλων οργάνων της Ακαδημίας και των Σχολών, επιμορφωτικές, επιστημονικές και ερευνητικές διαλέξεις, σεμινάρια και δραστηριότητες, και

στ) καθορίζει και επιβλέπει την εσωτερική αξιολόγηση των προγραμμάτων σπουδών.

4. Τα μέλη του Επιστημονικού Συμβουλίου δεν λαμβάνουν οποιαδήποτε αμοιβή.

 

Άρθρο 115

Τμήμα CEPOL (College Europeen de Police)

Στη Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης υπάγεται το Τμήμα CEPOL, το οποίο αποτελεί εθνικό σημείο επαφής με τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την κατάρτιση στον τομέα της επιβολής του νόμου, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/2219 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κατάρτιση στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (ΕΑΑ) και για την αντικατάσταση και κατάργηση της Απόφασης 2005/681/ ΔΕΥ του Συμβουλίου (L 319), καθώς και με τα αντίστοιχα σημεία επαφής των Αστυνομιών άλλων χωρών και έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

α) την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την κατάρτιση στον τομέα της επιβολής του νόμου και την υποβολή προτάσεων συμμετοχής αστυνομικού προσωπικού σε επιτροπές και ομάδες εργασίας, που συγκροτούνται στο πλαίσιο αυτού, καθώς και σε άλλα εκπαιδευτικά προγράμματα που εντάσσονται στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του Οργανισμού,

β) την εκπροσώπηση της Ελληνικής Αστυνομίας στις συναντήσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της CEPOL,

γ) την παρακολούθηση, σε συνεργασία με το Τμήμα EUROPOL της Διεύθυνσης Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, των εξελίξεων επί θεμάτων αρμοδιότητας της CEPOL, τα οποία εξετάζονται στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη μέριμνα για προώθηση και αξιοποίησή τους σε εθνικό επίπεδο,

δ) τη διοργάνωση σεμιναρίων στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών προγραμμάτων της CEPOL,

ε) την υποβολή προτάσεων για τη συμμετοχή αστυνομικού προσωπικού ως εκπαιδευτών σε εκπαιδευτικά προγράμματα που εποπτεύονται από τη CEPOL,

στ) την ενημέρωση της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας σχετικά με τις δραστηριότητες και τα εκπαιδευτικά προγράμματα της CEPOL,

ζ) την ανταλλαγή εκπαιδευτικών γνώσεων με τις Αστυνομικές Ακαδημίες ξένων κρατών και την ανάπτυξη συνεργασίας μεταξύ τους επί θεμάτων αρμοδιότητάς τους, καθώς και τη μέριμνα για την υλοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων, βάσει των σχετικών συμφωνιών και

η) την αξιολόγηση των στοιχείων που υποβάλλονται από το αστυνομικό προσωπικό στο πλαίσιο της συμμετοχής του στις δραστηριότητες της CEPOL και την εξαγωγή πορισμάτων προς τον σκοπό αξιοποίησής τους.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΩΝ ΣΧΟΛΩΝ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ

 

Άρθρο 116

Όργανα των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας

Όργανα των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας είναι:

α) ο Διοικητής κάθε Σχολής,

β) το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο κάθε Σχολής και

γ) ο Διευθυντής Σπουδών κάθε Σχολής.

 

Άρθρο 117

Διοικητής της Σχολής

Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από γνώμη του Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας, ορίζεται ως Διοικητής της οικείας Σχολής για τριετή θητεία, ανώτερος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας ως Διοικητής της οικείας Σχολής. Ο Διοικητής αναπληρώνεται, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος, από τον κατά βαθμό ανώτερο ή αρχαιότερο υφιστάμενό του αξιωματικό.

 

Άρθρο 118

Αρμοδιότητες Διοικητή Σχολής

Ο Διοικητής της οικείας Σχολής της Αστυνομικής Ακαδημίας έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

α) Προΐσταται των οργανικών μονάδων της οικείας Σχολής, επιβλέπει την εύρυθμη λειτουργία της και την εφαρμογή του Κανονισμού Σπουδών της οικείας Σχολής,

β) μεριμνά για την εκτέλεση των αποφάσεων του Δ.Σ. της Αστυνομικής Ακαδημίας,

γ) συγκαλεί το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο της οικείας Σχολής, καταρτίζει την ημερήσια διάταξη, προεδρεύει των εργασιών και ορίζει τους εισηγητές επί των θεμάτων που τίθενται στην οικεία Σχολή,

δ) μεριμνά για την εφαρμογή των αποφάσεων του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου,

ε) ασκεί τις πειθαρχικές αρμοδιότητες στο προσωπικό και τους σπουδαστές της οικείας Σχολής όπως προβλέπονται στον Εσωτερικό Κανονισμό της Αστυνομικής Ακαδημίας και στο πειθαρχικό δίκαιο του αστυνομικού προσωπικού (π.δ. 120/2008, Α' 182),

στ) διαβιβάζει στα όργανα διοίκησης της Αστυνομικής Ακαδημίας γνώμες, προτάσεις ή εισηγήσεις του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου και του Διευθυντή Σπουδών της Σχολής,

ζ) υποβάλλει, μετά από το τέλος κάθε ημερολογιακού έτους, αναλυτική έκθεση για τις δραστηριότητες και τις προοπτικές της οικείας Σχολής στο Δ.Σ. της Αστυνομικής Ακαδημίας,

η) αποφασίζει για την προσωρινή διακοπή της λειτουργίας ή του εκπαιδευτικού έργου της Σχολής για έκτακτους λόγους, ιδίως για λόγους ασφάλειας, φυσικών καταστροφών ή προστασίας της δημόσιας υγείας,

θ) μεριμνά για την εφαρμογή του προγράμματος σπουδών, συμπεριλαμβανομένων των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων, και

ι) συγκροτεί επιτροπές ή ομάδες εργασίες, για τη μελέτη ή διεκπεραίωση θεμάτων που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές του ή ανάγονται στην αποστολή της Σχολής.

 

Άρθρο 119

Εκπαιδευτικό Συμβούλιο Σχολής

1. Το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο, το οποίο συγκροτείται με απόφαση του Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας, για τριετή θητεία, αποτελείται από πέντε (5) μέλη, με τους αναπληρωτές τους και συγκεκριμένα:

α) τον Διοικητή της οικείας Σχολής, ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή τον αμέσως κατά βαθμό ανώτερο ή αρχαιότερο υφιστάμενό του αξιωματικό,

β) τον Διευθυντή Σπουδών, με αναπληρωτή τον αμέσως κατά βαθμό ανώτερο ή αρχαιότερο υφιστάμενό του αξιωματικό,

γ) ένα (1) μέλος Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.) Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος της ημεδαπής,

δ) ένα (1) μέλος του διδακτικού προσωπικού της οικείας Σχολής και

ε) έναν (1) εκπρόσωπο των σπουδαστών της οικείας Σχολής.

2. Χρέη γραμματέα εκτελεί κατώτερος αξιωματικός που υπηρετεί στην οικεία Σχολή, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του σύμφωνα με την παρ. 1.

3. Η παρ. 4 του άρθρου 109 εφαρμόζεται αναλόγως.

 

Άρθρο 120

Αρμοδιότητες Εκπαιδευτικού Συμβουλίου Σχολής

Το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο της οικείας Σχολής έχει τις κάτωθι αρμοδιότητες:

α) Παρακολουθεί την εν γένει εκπαιδευτική λειτουργία της οικείας Σχολής και των προγραμμάτων σπουδών της,

β) υλοποιεί την εκπαιδευτική πολιτική της οικείας Σχολής και καταρτίζει τον τακτικό απολογισμό των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων της,

γ) καταρτίζει το πρόγραμμα σπουδών της οικείας Σχολής, κατόπιν σχετικής εισήγησης του Διευθυντή Σπουδών, το οποίο, μετά από γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου, εισάγει προς έγκριση στο Δ.Σ. της Αστυνομικής Ακαδημίας,

δ) αποφασίζει, μετά από γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου της Αστυνομικής Ακαδημίας, τις κατηγορίες και τον αριθμό των διδασκόντων για καθένα από τα μαθήματα που προβλέπονται στο εγκεκριμένο πρόγραμμα σπουδών. Η απόφαση αυτή αναρτάται στην ιστοσελίδα της Σχολής και στο πρόγραμμα Διαύγεια,

ε) εισηγείται προς το Δ.Σ. της Αστυνομικής Ακαδημίας την προκήρυξη θέσεων διδασκόντων,

στ) μεριμνά για την απονομή τίτλων σπουδών ως προς τα προγράμματα σπουδών που οργανώνει η οικεία Σχολή,

ζ) εισηγείται την οργάνωση προγραμμάτων σπουδών σε συνεργασία με εκπαιδευτικά ή μορφωτικά ιδρύματα,

η) καταρτίζει τον πίνακα διδασκόντων και τις ώρες διδασκαλίας ανά μάθημα,

θ) καταρτίζει πρόγραμμα επιμόρφωσης για την εκπαίδευση των εκπαιδευτών,

ι) διοργανώνει τακτικά και έκτακτα επιμορφωτικά προγράμματα,

ια) παρακολουθεί και αξιολογεί την εφαρμογή των προγραμμάτων σπουδών και επιμόρφωσης,

ιβ) αποφασίζει την αποβολή των εκπαιδευομένων από την οικεία Σχολή κατ' εφαρμογή του Εσωτερικού Κανονισμού της Αστυνομικής Ακαδημίας,

ιγ) αποφασίζει είτε για την απαλλαγή του εγκαλούμενου από την επιβολή πειθαρχικής ποινής είτε για την επιβολή οποιασδήποτε πειθαρχικής ποινής, και

ιδ) αποφασίζει για τη διαγραφή διδάσκοντα από τον πίνακα διδασκόντων, εφόσον αυτός δεν είναι συνεπής στην εκτέλεση των καθηκόντων του, την ανάκληση της ανάθεσης διδασκαλίας σε αυτόν και την αντικατάστασή του με άλλον διδάσκοντα.

 

Άρθρο 121

Διευθυντής Σπουδών Σχολής

Ως Διευθυντής Σπουδών, ορίζεται αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας, κατά βαθμό νεότερος από τον Διοικητή της οικείας Σχολής, με αναπληρωτή τον κατά βαθμό ανώτερο ή αρχαιότερο υφιστάμενό του αξιωματικό, για τριετή θητεία, με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από γνώμη του Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας.

 

Άρθρο 122

Αρμοδιότητες Διευθυντή Σπουδών Σχολής

Ο Διευθυντής Σπουδών έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

α) Επιβλέπει την ακριβή εφαρμογή του προγράμματος σπουδών,

β) επιβλέπει την ορθή και εύρυθμη διενέργεια των εξετάσεων,

γ) εισηγείται το πρόγραμμα σπουδών στο Εκπαιδευτικό Συμβούλιο της οικείας Σχολής, δ) λειτουργεί ως σύνδεσμος μεταξύ σπουδαστών, διδασκόντων και Διοίκησης της Σχολής, και ε) δύναται να μετέχει στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. της Αστυνομικής Ακαδημίας, χωρίς δικαίωμα ψήφου, όταν συζητούνται σε αυτό θέματα της αρμοδιότητάς του, που αφορούν σε διδάσκοντες και Προγράμματα Σπουδών της οικείας Σχολής.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'

ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΑΣΤΕΣ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ

 

Άρθρο 123

Κατηγορίες διδακτικού προσωπικού

Το διδακτικό προσωπικό της Αστυνομικής Ακαδημίας ανήκει σε μια από τις ακόλουθες κατηγορίες:

α) Δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί, μόνο για τη Σχολή Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας,

β) μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους για όλες τις Σχολές,

γ) εν ενεργεία μέλη Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.), Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.), Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού (Ε.Δ.Ι.Π.) Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.) ή Ανώτατων Στρατιωτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΑΣΕΙ) της χώρας και αναγνωρισμένων Α.Ε.Ι. της αλλοδαπής,

δ) ειδικοί επιστήμονες, οι οποίοι είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και, ελλείψει τέτοιων, κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου, με αποδεδειγμένη επιστημονική και εκπαιδευτική εξειδίκευση στα γνωστικά αντικείμενα των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας,

ε) ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, των λοιπών Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων, εν ενεργεία ή εν αποστρατεία και

στ) δημόσιοι λειτουργοί, δημόσιοι υπάλληλοι και υπάλληλοι Ν.Π.Δ.Δ., κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ).

 

Άρθρο 124

Επιλογή διδακτικού προσωπικού

1. Το διδακτικό προσωπικό της Αστυνομικής Ακαδημίας επιλέγεται από το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο της οικείας Σχολής, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Επιστημονικού Συμβουλίου, εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Αστυνομικής Ακαδημίας και, ακολούθως, ο Διοικητής της οικείας Σχολής εκδίδει την πράξη ανάθεσης διδασκαλίας ανά διδάσκοντα.

2. Για την επιλογή του διδακτικού προσωπικού απαιτείται η δημοσίευση προηγούμενης προκήρυξης, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον παρόντα νόμο. Για τη διδασκαλία μαθήματος στην Αστυνομική Ακαδημία, του οποίου το γνωστικό αντικείμενο διδάσκεται σε Α.Ε.Ι., απαιτείται η κατοχή διδακτορικού τίτλου σπουδών στο ίδιο ή σε συναφές αντικείμενο και, μόνον εφόσον δεν υπάρχει υποψήφιος για το μάθημα αυτό, επιτρέπεται η διδασκαλία του από κάτοχο μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών σε όμοιο ή συναφές αντικείμενο, ενώ αν δεν υπάρχει κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου, επιτρέπεται η διδασκαλία από κάτοχο πτυχίου σε όμοιο ή συναφές αντικείμενο. Η προκήρυξη, η οποία εκδίδεται από τον Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας, αναρτάται στο πρόγραμμα «Διαύγεια» και στις ιστοσελίδες της Ελληνικής Αστυνομίας και της Αστυνομικής Ακαδημίας, ύστερα από εισήγηση του Διοικητή της οικείας Σχολής, και υποβάλλεται πριν από τη λήξη του εκπαιδευτικού έτους εντός του οποίου συμπληρώνεται η τριετής διάρκεια του πίνακα διδασκόντων.

3. Τα κριτήρια για την επιλογή των διδασκόντων, τα οποία βαθμολογούνται με κλίμακα από μηδέν (0) έως δέκα (10), είναι τα εξής:

α) Η ειδική ενασχόληση με το αντικείμενο της διδασκαλίας με συντελεστή βαρύτητας τριάντα τοις εκατό (30%). Εφόσον ο διδάσκων έχει ήδη διδάξει στη Σχολή, συνεκτιμώνται για τη βαθμολόγηση του κριτηρίου αυτού και οι αξιολογήσεις των σπουδαστών ως προς αυτόν,

β) η συγγραφή μονογραφιών ή άρθρων σε επιστημονικά περιοδικά ή συνεισφορών σε συλλογικούς τόμους σχετικών με το αντικείμενο της διδασκαλίας με συντελεστή βαρύτητας είκοσι τοις εκατό (20%),

γ) η ύπαρξη διδακτορικού ή μεταπτυχιακού τίτλου σχετικού με το αντικείμενο της διδασκαλίας με συντελεστή βαρύτητας σαράντα τοις εκατό (40%),

δ) οι ανακοινώσεις σε συνέδρια και ημερίδες ως εισηγητές σχετικά με το αντικείμενο της διδασκαλίας με συντελεστή βαρύτητας δέκα τοις εκατό (10%).

4. Στον πίνακα διδασκόντων ορίζονται τα μαθήματα που πρόκειται να διδάξει κάθε διδάσκων, καθώς και οι ώρες διδασκαλίας. Ο πίνακας του προηγούμενου εδαφίου εγκρίνεται από το Δ.Σ. της Αστυνομικής Ακαδημίας.

5. Η εγγραφή στον πίνακα διδασκόντων ισχύει για τρία (3) εκπαιδευτικά έτη.

6. Στο τέλος κάθε ακαδημαϊκού εξαμήνου ή εκπαιδευτικού προγράμματος, οι συμμετέχοντες εκπαιδευόμενοι συμπληρώνουν ειδικό ερωτηματολόγιο, στο οποίο περιλαμβάνονται ερωτήσεις για το γνωστικό αντικείμενο του εκπαιδευτικού προγράμματος ή σεμιναρίου και για την αξιολόγηση της διοργάνωσης, των συντελεστών και του οφέλους που αποκόμισαν από τη συμμετοχή τους σε αυτό, προκειμένου να διαμορφωθεί σαφής εκτίμηση για τους διδάσκοντες και την εν γένει εκπαιδευτική διαδικασία. Οι απαντήσεις των εκπαιδευομένων στο εν λόγω ερωτηματολόγιο λαμβάνονται υπόψη για την αξιολόγηση των διδασκόντων και την επιλογή τους για διδασκαλία εκ νέου.

7. Στην περίπτωση των κατ' εξαίρεση αναθέσεων από το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας εκπαιδεύσεων που υλοποιούνται από τη Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης, εκδίδεται πράξη απευθείας διορισμού από τον Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας, εφόσον το προς διορισμό προσωπικό διαθέτει τα γενικά τυπικά προσόντα, σύμφωνα με το άρθρο 123.

 

Άρθρο 125

Εισαγωγή στις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας

1. Η εισαγωγή στη Σχολή Αστυφυλάκων της Ελληνικής Αστυνομίας και στη Σχολή Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας πραγματοποιείται με το σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, σύμφωνα με το άρθρο 1 του ν.2226/1994 (Α' 122).

2. Στο άρθρο 42 του ν. 1481/1984 (Α' 152), περί εισαγωγής υποψηφίων ειδικών κατηγοριών στην Αστυνομική Ακαδημία, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) η περ. δ της παρ. 1 καταργείται, β) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 οι λέξεις «των προηγουμένων παραγράφων» αντικαθίσταται με τις λέξεις «των παρ. 1, 2 και 5», γ) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 4 οι λέξεις «των παραγράφων 1 και 2» αντικαθίσταται με τις λέξεις «των παρ. 1, 2 και 5», δ) μετά την παρ. 4 προστίθεται παρ. 5 και το άρθρο 42 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 42

Υποψήφιοι ειδικών κατηγοριών

1. Από το ακαδημαϊκό έτος 2008 - 2009 και εφεξής, από τον αριθμό των δοκίμων που εισάγονται στην οικεία Σχολή, ποσοστό μέχρι 10% συνολικά καλύπτεται από τις παρακάτω κατηγορίες υποψηφίων, με βάση τη σειρά επιτυχίας τους στο διαγωνισμό:

α. πολύτεκνοι και τέκνα τους,

β. τέκνα αναπήρων και θυμάτων πολέμου, καθώς και τέκνα αναπήρων ή θυμάτων εν ενεργεία ή εν συντάξει αστυνομικού προσωπικού ειρηνικής περιόδου,

γ. τέκνα αναγνωρισμένων σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία ως αγωνιστών της εθνικής αντίστασης,

δ. (καταργείται),

ε. ένα τέκνο Ελλήνων πολιτών που έχασαν τη ζωή τους ή έχουν ανικανότητα σε ποσοστό τουλάχιστον 67% συνεπεία τρομοκρατικής πράξης. Για το ποσοστό ανικανότητας αποφαίνεται η Ανώτατη Στρατιωτική Υγειονομική Επιτροπή.

2. Από τον αριθμό των δοκίμων που εισάγονται στην οικεία Σχολή, ποσοστό μέχρι 4% συνολικά καλύπτεται από γονείς με τρία ζώντα τέκνα και τέκνα τους από νόμιμο γάμο ή νομιμοποιηθέντα ή νομίμως αναγνωρισθέντα ή υιοθετηθέντα, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων άγαμων μητέρων με τρία μη αναγνωρισθέντα ζώντα τέκνα, με βάση τη σειρά επιτυχίας τους στο διαγωνισμό.

3. Κατά τον καθορισμό του αριθμού που αντιστοιχεί στο ποσοστό των παρ. 1,2 και 5, δεν λαμβάνονται υπόψη τα κλασματικά υπόλοιπα. Εάν το ποσοστό δεν καλυφθεί, ο αριθμός που υπολείπεται συμπληρώνεται από υποψηφίους επιλαχόντες της γενικής κατηγορίας.

4. Η χρήση του δικαιώματος για εισαγωγή στις σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας, από αυτούς που υπάγονται σε μία από τις κατηγορίες των παρ. 1,2 και 5, γίνεται για μία μόνο από τις σχολές αυτές. Αν κάποιος εισαχθεί με το δικαίωμα αυτό σε μία σχολή, δεν δικαιούται να κάνει χρήση του ίδιου δικαιώματος σε άλλη σχολή.

5. Από τον αριθμό των δοκίμων που εισάγονται στην οικεία Σχολή, ποσοστό τρία τοις εκατό (3%) καλύπτεται από τέκνα ή εν χηρεία συζύγους του προσωπικού του Αστυνομικού Σώματος, που απεβίωσαν κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας, πρόδηλα και αναμφισβήτητα ένεκα αυτής, και τα τέκνα αναπήρων του προσωπικού του Αστυνομικού Σώματος που έχουν υπαχθεί στην κατάσταση της μόνιμης διαθεσιμότητας πρόδηλα και αναμφισβήτητα ένεκα της υπηρεσίας, με βάση τη σειρά επιτυχίας τους στον διαγωνισμό.»

3. Η εισαγωγή στη Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας καθορίζεται από τον Κανονισμό Σπουδών της ή από τις αποφάσεις της κατ' εξαίρεση ανάθεσης σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 129.

4. Η εισαγωγή στη Σχολή Εθνικής Ασφάλειας γίνεται με επιλογή των υποψηφίων από το οικείο Εκπαιδευτικό Συμβούλιο, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον Κανονισμό Σπουδών της Σχολής.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'

ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΕΣ ΣΧΟΛΕΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ

 

Άρθρο 126

Εκπαίδευση στη Σχολή Αστυφυλάκων Ελληνικής Αστυνομίας

1. Η εκπαίδευση στη Σχολή Αστυφυλάκων της Ελληνικής Αστυνομίας διακρίνεται στους ακόλουθους κύκλους:

α) νομικών σπουδών, που περιλαμβάνει ειδικότερα μαθήματα συνταγματικού, διοικητικού, ποινικού, αστικού, ενωσιακού και διεθνούς δικαίου,

β) ανθρωπιστικών σπουδών, που περιλαμβάνει ειδικότερα μαθήματα κοινωνιολογίας, ψυχολογίας, πολιτικών επιστημών και εγκληματολογίας,

γ) εφαρμοσμένης αστυνομικής εκπαίδευσης, που περιλαμβάνει ειδικότερα θέματα αυτοάμυνας-αυτοπροστασίας, δεοντολογίας, οπλοτεχνικής-σκοποβολής, πρακτικής εφαρμογής ποινικών υποθέσεων και χειρισμού υπηρεσιακών θεμάτων της Ελληνικής Αστυνομίας,

δ) πληροφορικής και ψηφιακής τεχνολογίας, και

ε) εργαστηρίων (workshops) στα ως άνω αντικείμενα σπουδών.

2. Η εκπαίδευση στη Σχολή Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας διαρκεί έξι (6) ακαδημαϊκά εξάμηνα, τα οποία διακρίνονται σε θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση, οι λεπτομέρειες των οποίων ορίζονται ειδικότερα στον Κανονισμό Σπουδών της Σχολής.

 

Άρθρο 127

Εκπαίδευση στη Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας

1. Η εκπαίδευση στη Σχολή Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας διακρίνεται στους ακόλουθους κύκλους: α) Νομικών σπουδών, που περιλαμβάνει ειδικότερα μαθήματα συνταγματικού, διοικητικού, ποινικού, αστικού, ενωσιακού και διεθνούς δικαίου, ιστορίας και λειτουργίας θεσμών,

β) ανθρωπιστικών σπουδών, που περιλαμβάνει ειδικότερα μαθήματα κοινωνιολογίας, ψυχολογίας, πολιτικών επιστημών και εγκληματολογίας,

γ) διεθνών και ευρωπαϊκών σπουδών, που περιλαμβάνει ειδικότερα μαθήματα διεθνών και ευρωπαϊκών σχέσεων, πολιτικών ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, διεθνούς και ευρωπαϊκής διπλωματίας,

δ) εφαρμοσμένης αστυνομικής εκπαίδευσης, που περιλαμβάνει ειδικότερα θέματα αυτοάμυνας-αυτοπροστασίας, δεοντολογίας, οπλοτεχνικής-σκοποβολής, πρακτικής εφαρμογής ποινικών υποθέσεων και υπηρεσιακών θεμάτων της Ελληνικής Αστυνομίας,

ε) δημόσιας διοίκησης και διαχείρισης ανθρωπίνων πόρων, που περιλαμβάνει θέματα δημόσιας διοίκησης, ανάπτυξης δημόσιας πολιτικής, στρατηγικής διοίκησης (management) στο πλαίσιο της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και ψηφιακών δεξιοτήτων,

στ) μαθήματα εξειδικεύσεων, διάρκειας δύο (2) εξαμήνων, με κατευθύνσεις σε: στα) ασφάλεια, στβ) μετανάστευση και προστασία συνόρων, στγ) αστυνόμευση, στδ) κυβερνοέγκλημα και κυβερνοασφάλεια, στε) επικοινωνίες και νέες τεχνολογίες, στστ) επιτελικό συντονισμό και στρατηγικό σχεδιασμό.

Οι ως άνω κατευθύνσεις και ο αριθμός των σπουδαστών που κατανέμονται σε κάθε μία εξ αυτών επανεξετάζονται περιοδικά, και σε κάθε περίπτωση ανά πενταετία, ώστε να ανταποκρίνονται στις γενικές εξελίξεις και τις επιχειρησιακές ανάγκες και προτεραιότητες της Ελληνικής Αστυνομίας.

ζ) εργαστηρίων (workshops) στα ως άνω αντικείμενα σπουδών.

2. Η εκπαίδευση στη Σχολή Αξιωματικών της Αστυνομικής Ακαδημίας διαρκεί οκτώ (8) ακαδημαϊκά εξάμηνα, τα οποία διακρίνονται: α) σε κύκλο σπουδών των πρώτων έξι (6) εκπαιδευτικών εξαμήνων, κατά τη διάρκεια των οποίων διδάσκονται τα μαθήματα των περ. α' έως ε' και ζ' της παρ. 1 και β) σε κύκλο σπουδών των επόμενων δύο (2) εκπαιδευτικών εξαμήνων, κατά τη διάρκεια των οποίων διδάσκονται τα μαθήματα των κατευθύνσεων της περ. στ' της παρ. 1, με σκοπό τη γνωστική εξειδίκευση των δοκίμων αξιωματικών.

 

Άρθρο 128

Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών

1. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αστυνομικής Ακαδημίας, δύνανται να οργανώνονται και να υλοποιούνται Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών (ΠΜΣ), σε συνεργασία με Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, και Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας ή ομοταγή εκπαιδευτικά ιδρύματα της αλλοδαπής.

2. Την αρμοδιότητα απονομής των τίτλων μεταπτυχιακών σπουδών και την ακαδημαϊκή επιμέλεια των προγραμμάτων της παρ. 1 έχουν αποκλειστικά τα συνεργαζόμενα εκπαιδευτικά ιδρύματα.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ'

ΣΧΟΛΕΣ ΜΕΤΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

 

Άρθρο 129

Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης Ελληνικής Αστυνομίας (ΣΜΕ)

1. Η Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης αποτελεί τον κύριο φορέα διοργάνωσης προγραμμάτων μετεκπαίδευσης, διαρκούς επιμόρφωσης και εξειδίκευσης του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, τα οποία, ανάλογα με το αντικείμενό τους, ποικίλλουν σε χρονική διάρκεια και υποχρεωτικότητα παρακολούθησης και περιλαμβάνουν θεωρητικό και πρακτικό μέρος.

2. Τα προγράμματα της Σχολής μπορεί να παρακολουθήσει το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και των νομικών προσώπων δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου που δραστηριοποιούνται στον τομέα της εσωτερικής ασφάλειας.

3. Η εκπαίδευση περιλαμβάνει την οργάνωση και υλοποίηση προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης με σκοπό την αναβάθμιση των επιτελικών και επιχειρησιακών δυνατοτήτων του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και τη βέλτιστη αξιοποίηση σύγχρονων μεθόδων και διαδικασιών ασφάλειας και αστυνόμευσης.

4. Για την εκπαίδευση αξιοποιούνται σύγχρονες μέθοδοι και τεχνικές εκπαίδευσης, ιδίως ασύγχρονη εκπαίδευση, προσομοιώσεις, ηλεκτρονικά μαθήματα, βιωματικά σεμινάρια και εκπαιδευτικές ασκήσεις.

5. Στο πλαίσιο της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών, η Σχολή διοργανώνει και διευκολύνει τη συμμετοχή αστυνομικών σε προγράμματα μετεκπαίδευσης στο εξωτερικό.

6. Η Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης υλοποιεί τα εκπαιδευτικά προγράμματα που ανατίθενται στην Αστυνομική Ακαδημία, σύμφωνα με το άρθρο 43 του ν. 1481/1984 (Α' 152), περί ειδικών εκπαιδεύσεων.

 

Άρθρο 130

Τμήματα της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης

Η Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:

α) Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης,

β) Διαρκούς Επιμόρφωσης Στελεχών,

γ) Ασκήσεων,

δ) Εξειδικευμένων Σχολείων,

ε) Ειδικών Αστυνομικών Εκπαιδεύσεων και

στ) Ξένων Γλωσσών.

 

Άρθρο 131

Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης

Το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης περιλαμβάνει τα ακόλουθα Σχολεία:

α) Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Επιτελών Στελεχών,

β) Μετεκπαίδευσης Αξιωματικών,

γ) Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων,

δ) Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων, Αρχιφυλάκων και Αστυφυλάκων,

ε) Μετεκπαίδευσης Ειδικών Φρουρών και

στ) Μετεκπαίδευσης Συνοριακών Φυλάκων.

 

Άρθρο 132

Τμήμα Διαρκούς Επιμόρφωσης Στελεχών

Το Τμήμα Διαρκούς Επιμόρφωσης Στελεχών είναι αρμόδιο για:

α) Τον σχεδιασμό, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, και την επίβλεψη της υλοποίησης του τριετούς προγράμματος Διαρκούς Επιμόρφωσης της Αστυνομικής Ακαδημίας, το οποίο είναι ανεξάρτητο από το πενταετές Στρατηγικό και Επιχειρησιακό Πρόγραμμα της Ελληνικής Αστυνομίας,

β) την υλοποίηση προγράμματος εκπαίδευσης εκπαιδευτών σε θέματα ασφάλειας, εγκληματικότητας και αστυνόμευσης με στόχο τη δημιουργία πυρήνα εκπαιδευτών στην Ελληνική Αστυνομία,

γ) την ανάπτυξη συνεργασίας με τις αστυνομικές ακαδημίες άλλων χωρών στο πλαίσιο της διοργάνωσης κοινών εκπαιδευτικών προγραμμάτων διαρκούς επιμόρφωσης και ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών, και

δ) τη χορήγηση πιστοποιητικών για τις εκπαιδεύσεις που υλοποιεί αυτοτελώς ή σε συνεργασία με ημεδαπούς ή αλλοδαπούς εκπαιδευτικούς οργανισμούς και φορείς.

 

Άρθρο 133

Τμήμα Ασκήσεων

Το Τμήμα Ασκήσεων είναι αρμόδιο για την προετοιμασία, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και με φορείς της Γενικής Κυβέρνησης της περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α' 143), εκπαιδευτικών ασκήσεων, προσομοιώσεων και εργαστηρίων (workshops), σε θέματα που άπτονται της αποστολής της Ελληνικής Αστυνομίας και ιδίως νέων απειλών, καθώς και για τη δοκιμή νέων επιχειρησιακών τακτικών.

 

Άρθρο 134

Τμήμα Εξειδικευμένων Σχολείων

Το Τμήμα Εξειδικευμένων Σχολείων είναι αρμόδιο για την οργάνωση, υποστήριξη και υλοποίηση έξι (6) Εξειδικευμένων Σχολείων, στα κάτωθι αντικείμενα: α) Ανθρώπινα δικαιώματα, διαχείριση διαφορετικότητας και αντίδραση της Αστυνομίας, β) προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, γ) διαχείριση κρίσεων εσωτερικής ασφάλειας, δ) τεχνικές επικοινωνίας και διαπραγμάτευσης, ε) εξέλιξη του εγκλήματος,

στ) ανακριτική διερεύνηση σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος.

 

Άρθρο 135

Τμήμα Ειδικών Αστυνομικών Εκπαιδεύσεων

1. Το Τμήμα Ειδικών Αστυνομικών Εκπαιδεύσεων είναι αρμόδιο για την κατάρτιση και υλοποίηση ειδικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων για τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, των οποίων η ιδιαίτερη φύση και αποστολή απαιτεί την εξειδίκευση του προσωπικού τους.

2. Οι υπηρεσίες της παρ. 1 ορίζονται στον Κανονισμό Σπουδών της ΣΜΕ.

 

Άρθρο 136

Τμήμα Ξένων Γλωσσών

Το Τμήμα Ξένων Γλωσσών είναι αρμόδιο για την εκπαίδευση και επιμόρφωση του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας στις ξένες γλώσσες. Το Τμήμα παρέχει εξειδικευμένες γνώσεις, προσαρμοσμένες στις σύγχρονες απαιτήσεις, όπως διαμορφώνονται στο διεθνές και ευρωπαϊκό αστυνομικό περιβάλλον.

 

Άρθρο 137

Σχολή Εθνικής Ασφάλειας

1. Η εκπαίδευση στη Σχολή Εθνικής Ασφάλειας συνίσταται στη μετεκπαίδευση και επιμόρφωση των ανώτερων αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας σε θέματα στρατηγικής και πολιτικής της εθνικής και εσωτερικής ασφάλειας.

2. Το πρόγραμμα της Σχολής μπορεί να παρακολουθήσουν και ανώτεροι αξιωματικοί των Ενόπλων Δυνάμεων, του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος, καθώς και κάθε άλλη κατηγορία πολιτικών υπαλλήλων που προσδιορίζεται με την εκάστοτε προκήρυξη.

3. Η φοίτηση στη Σχολή Εθνικής Ασφάλειας διαρκεί δύο (2) ακαδημαϊκά εξάμηνα, με παράλληλη εκπόνηση διπλωματικής εργασίας.

4. Στους σπουδαστές που αποφοιτούν απονέμεται Δίπλωμα εξειδίκευσης στις Σπουδές Εθνικής Ασφάλειας.

 

Άρθρο 138

Προγράμματα σπουδών σε συνεργασία με Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα,Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, τη Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής, ερευνητικά κέντρα, ινστιτούτα και Αστυνομικές Ακαδημίες άλλων χωρών

1. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, η Αστυνομική Ακαδημία μπορεί να οργανώνει και να υλοποιεί προγράμματα σπουδών σε συνεργασία με Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, τη Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής, ερευνητικά κέντρα ή ινστιτούτα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής και Αστυνομικές Ακαδημίες άλλων χωρών.

2. Για τα προγράμματα της παρ. 1 καταρτίζεται μνημόνιο συνεργασίας, στο οποίο καθορίζονται, ιδίως, η διάρκεια και το αντικείμενο του προγράμματος κατά περίπτωση, τα επιστημονικά πεδία, ο τρόπος εισαγωγής των σπουδαστών, οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των συμμετεχόντων στο πρόγραμμα, η μετακίνηση του διδακτικού προσωπικού, η ανταλλαγή σπουδαστών, η χορήγηση τίτλου σπουδών, ο τύπος του χορηγούμενου τίτλου, η συγκρότηση επιτροπών για την κατάρτιση του περιεχομένου του προγράμματος σπουδών και η συγκρότηση οργάνων διοίκησης και παρακολούθησης των προγραμμάτων σπουδών.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ

 

Άρθρο 139

Μονάδα Διασφάλισης Ποιότητας

1. Η Αστυνομική Ακαδημία είναι υπεύθυνη για τη διασφάλιση και τη συνεχή βελτίωση της ποιότητας του εκπαιδευτικού και ερευνητικού έργου της, καθώς και για την αποτελεσματική λειτουργία και απόδοση των υπηρεσιών της, σύμφωνα με τις διεθνείς πρακτικές, ιδίως εκείνες του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης και τις αρχές και κατευθύνσεις της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘ.Α.Α.Ε.) και της CEPOL.

2. Για την εκπλήρωση του σκοπού της παρ. 1 συγκροτείται, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αστυνομικής Ακαδημίας, η Μονάδα Διασφάλισης της Ποιότητας (ΜΟ.ΔΙ.Π). Η ΜΟ.ΔΙ.Π. αποτελείται από επτά (7) μέλη με τους αναπληρωτές τους και, συγκεκριμένα, από τον Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας ως Πρόεδρο, τον Πρόεδρο του Επιστημονικού Συμβουλίου και πέντε (5) μέλη του διδακτικού προσωπικού της. Αν συζητούνται θέματα του διοικητικού προσωπικού, συμμετέχει εκπρόσωπός του με δικαίωμα ψήφου, όπως ειδικότερα καθορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η γνώμη του Προέδρου.

3. Η ΜΟ.ΔΙ.Π. είναι αρμόδια, ιδίως, για:

α) την ανάπτυξη συγκεκριμένης πολιτικής, στρατηγικής, καθώς και των απαραίτητων διαδικασιών για τη συνεχή βελτίωση της ποιότητας του έργου και των υπηρεσιών της Ακαδημίας,

β) την οργάνωση, λειτουργία και συνεχή βελτίωση του εσωτερικού συστήματος διασφάλισης της ποιότητας της Ακαδημίας,

γ) τον συντονισμό και την υποστήριξη των διαδικασιών αξιολόγησης των ακαδημαϊκών μονάδων και των λοιπών υπηρεσιών της Ακαδημίας και

δ) την υποστήριξη των διαδικασιών εξωτερικής αξιολόγησης και πιστοποίησης των προγραμμάτων σπουδών και του εσωτερικού συστήματος διασφάλισης της ποιότητας της Ακαδημίας.

4. Το εσωτερικό σύστημα διασφάλισης της ποιότητας της Αστυνομικής Ακαδημίας και οι διαδικασίες υλοποίησής του καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Επιστημονικού Συμβουλίου και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθώς και στον ιστότοπο της Ακαδημίας. Τα ανωτέρω αναθεωρούνται το αργότερο κάθε πέντε (5) έτη.

5. Η ΜΟ.ΔΙ.Π. συνεργάζεται με την ΕΘ.Α.Α.Ε., αναπτύσσει πληροφοριακό σύστημα διαχείρισης των δεδομένων της αξιολόγησης και έχει την ευθύνη για τη συστηματική παρακολούθηση και δημοσιοποίηση στον ιστότοπο της Αστυνομικής Ακαδημίας των σχετικών με την αξιολόγηση διαδικασιών και των αποτελεσμάτων της.

 

Άρθρο 140

Εσωτερικός Κανονισμός της Αστυνομικής Ακαδημίας

1. Ο Εσωτερικός Κανονισμός της Αστυνομικής Ακαδημίας εκδίδεται με προεδρικό διάταγμα, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 142, κατόπιν έγκρισης του Διοικητικού Συμβουλίου.

2. Με τον Εσωτερικό Κανονισμό ρυθμίζονται ιδίως: α) Κάθε ειδικότερο θέμα σχετικό με την οργάνωση, τη

στελέχωση και λειτουργία της Αστυνομικής Ακαδημίας και των Σχολών της,

β) η κατάργηση ή λειτουργία και άλλων σχολών ή τμημάτων ή παραρτημάτων των σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας,

γ) τα καθήκοντα, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των σπουδαστών και ο τρόπος ελέγχου της άσκησης και εκπλήρωσής τους,

δ) ο υποχρεωτικός χρόνος παραμονής στο Σώμα των εκπαιδευόμενων και μετεκπαιδευόμενων σπουδαστών, ύστερα από την ολοκλήρωση της φοίτησής τους, ε) οι κανόνες δεοντολογίας και τα όργανα ελέγχου της τήρησης των κανόνων αυτών, στ) η διαδικασία προκήρυξης θέσεων και επιλογής του διδακτικού προσωπικού, καθώς και η διαδικασία ανάθεσης διδακτικού έργου, ζ) τα καθήκοντα, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του διδακτικού προσωπικού, η) τα πειθαρχικά παραπτώματα, οι κυρώσεις, η πειθαρχική διαδικασία και τα όργανα πειθαρχικού ελέγχου και επιβολής κυρώσεων,

θ) η οργάνωση της φοίτησης και της διαμονής, ι) η κατανομή του χρόνου εκπαίδευσης, ια) τα δικαιολογητικά και η διαδικασία για την υποβολή και την έγκριση αιτήματος για αναστολή σπουδών, και ιβ) οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία συμμετοχής της Αστυνομικής Ακαδημίας σε προγράμματα συνεργασίας, καθώς και τα όργανα της Αστυνομικής Ακαδημίας που έχουν την αρμοδιότητα οργάνωσης, έγκρισης και εποπτείας των προγραμμάτων αυτών.

 

Άρθρο 141

Κανονισμός Σπουδών των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας

Με τον Κανονισμό Σπουδών, που εκδίδεται σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 142, καθορίζονται: α) Οι βασικές αρχές που διέπουν την κατάρτιση και υλοποίηση των προγραμμάτων σπουδών και την εκπαίδευση στις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας, β) τα κριτήρια και η διαδικασία κατανομής των σπουδαστών σε κύκλους,

γ) η δυνατότητα διάκρισης μεταξύ υποχρεωτικών, κατ' επιλογή υποχρεωτικών και επιλεγόμενων μαθημάτων, καθώς και η μεταξύ τους ποσοστιαία αναλογία, δ) η κατανομή των μαθημάτων σε εξάμηνα ή άλλες διδακτικές περιόδους, οι ώρες διδασκαλίας κάθε μαθήματος, η αλληλεξάρτηση των μαθημάτων και η βαρύτητα κάθε μαθήματος,

ε) ο τρόπος αξιολόγησης του διδακτικού έργου των καθηγητών και του προγράμματος σπουδών,

στ) οι μέθοδοι αξιολόγησης της προόδου των σπουδαστών, η διαδικασία και το χρονικό διάστημα διεξαγωγής των εξετάσεων και άλλων μεθόδων αξιολόγησης των σπουδαστών,

ζ) οι προϋποθέσεις συμμετοχής των σπουδαστών στις εξεταστικές περιόδους, η διάρκεια των εξεταστικών περιόδων, οι όροι και η διαδικασία επανεξέτασης των σπουδαστών,

η) ο τύπος του τίτλου σπουδών,

θ) ο τρόπος επιλογής των σπουδαστών της Σχολής Εθνικής Ασφάλειας,

ι) το είδος, η διάρκεια και τα ειδικότερα ζητήματα της πρακτικής εκπαίδευσης των σπουδαστών της Σχολής Αστυφυλάκων και της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ'

ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ, ΤΕΛΙΚΕΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

Άρθρο 142

Εξουσιοδοτικές διατάξεις

1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών δύναται να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα που αφορούν την κατανομή των πόρων της Αστυνομικής Ακαδημίας του άρθρου 107, με την επιφύλαξη του ειδικού θεσμικού πλαισίου των Προγραμμάτων που χρηματοδοτεί το Αναπτυξιακό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (Α.Π.Δ.Ε.) και του ν. 5140/2024 (Α' 154) σε ό,τι αφορά στην περ. δ) της παρ. 1 του άρθρου 107.

2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη καθορίζεται η αποζημίωση που καταβάλλεται στο διδακτικό προσωπικό του άρθρου 123, για κάθε ώρα διδασκαλίας, προφορικών ή γραπτών εξετάσεων ή άλλης απασχόλησης.

3. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, εκδίδεται ο Εσωτερικός Κανονισμός της Αστυνομικής Ακαδημίας, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 140.

4. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, εκδίδεται ο Κανονισμός Σπουδών των σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας, σύμφωνα με το άρθρο 141.

 

Άρθρο 143

Τελικές διατάξεις

1. Οι σπουδαστές της Σχολής Αστυφυλάκων και της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας διατίθενται για πρακτική εκπαίδευση στις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας. Το είδος, η διάρκεια και τα ειδικότερα ζητήματα της πρακτικής εκπαίδευσης προσδιορίζονται στον Κανονισμό Σπουδών της οικείας Σχολής και συναρτώνται με τον κύκλο σπουδών και τις επιχειρησιακές και υπηρεσιακές ανάγκες της Ελληνικής Αστυνομίας.

2. Το δεύτερο ακαδημαϊκό εξάμηνο εκάστου έτους σπουδών της Σχολής Αστυφυλάκων οι σπουδαστές αυτής παρακολουθούν πρακτική αστυνομική εκπαίδευση στις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό Σπουδών της και στις επιμέρους διαταγές που εκδίδονται από το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας.

3. Στο δεύτερο εξάμηνο του τρίτου και τέταρτου έτους σπουδών της Σχολής Αξιωματικών οι σπουδαστές πραγματοποιούν πρακτική εκπαίδευση στις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό Σπουδών της και τις επιμέρους διαταγές που εκδίδονται από το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας.

4. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Αστυνομικής Ακαδημίας και τα Εκπαιδευτικά Συμβούλια των Σχολών της λειτουργούν, σύμφωνα με τα άρθρα 13 έως 15 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α' 45), εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του παρόντος και δύνανται να συνεδριάζουν και μέσω τηλεδιάσκεψης.

 

Άρθρο 144

Μεταβατικές διατάξεις

1. Μέχρι την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων των παρ. 4 και 5 του άρθρου 142, τα οποία εκδίδονται εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, η Αστυνομική Ακαδημία και οι Σχολές που υπάγονται σε αυτήν εξακολουθούν να λειτουργούν σύμφωνα με τα προεδρικά διατάγματα 585/1985 (Α'205), 319/1995 (Α' 174), 352/1995 (Α' 187), 190/1996 (Α'153), 380/1996 (Α' 251) και 14/2001 (Α'12).

2. Συμβάσεις ή πρωτόκολλα συνεργασίας, στα οποία η Αστυνομική Ακαδημία του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας είναι συμβαλλόμενο μέρος εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την έναρξη λειτουργίας της Αστυνομικής Ακαδημίας ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου.

 

Άρθρο 145

Καταργούμενες διατάξεις

Καταργούνται τα άρθρα 1 έως 86 του ν. 4962/2022 (Α' 148), περί αναβάθμισης της αστυνομικής εκπαίδευσης, αναμόρφωσης του πλαισίου οργάνωσης και λειτουργίας της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας και άλλων ρυθμίσεων του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, καθώς και κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη, η οποία είναι αντίθετη στις διατάξεις του παρόντος.

 

ΜΕΡΟΣ Γ'

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

 

Άρθρο 146

Σκοπός

Σκοπός του παρόντος Μέρους είναι η προσαρμογή της νομοθεσίας σε νέα κοινωνικά και τεχνολογικά δεδομένα, επί θεμάτων που αφορούν: α) σε όπλα, πυρομαχικά, εκρηκτικές ύλες και εκρηκτικούς μηχανισμούς, β) στις ιδιωτικές επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ασφάλειας, γ) στο ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας και στις υπηρεσίες της και δ) στις αστυνομικές ταυτότητες.

 

Άρθρο 147

Αντικείμενο

Αντικείμενο του παρόντος Μέρους είναι: α) η ρύθμιση θεμάτων που αφορούν στον ορισμό των όπλων, στις προϋποθέσεις για νόμιμη οπλοφορία, οπλοκατοχή και οπλοχρησία, στις διακεκριμένες περιπτώσεις και στις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των σχετικών διατάξεων, καθώς και θεμάτων που αφορούν στις προϋποθέσεις έκδοσης άδειας κατοχής κυνηγετικών όπλων και οπλοφορίας αστυνομικών, όταν υποβάλλεται σε βάρος τους καταγγελία για πράξεις ενδοοικογενειακής βίας,

β) η αναμόρφωση του πλαισίου λειτουργίας των ιδιωτικών επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ασφαλείας, γ) η ρύθμιση θεμάτων που αφορούν στη βαθμολογική προαγωγή θανόντος ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και στην παροχή οικονομικού βοηθήματος στους γονείς και

δ) ρυθμίσεις που αφορούν στα στοιχεία των δελτίων αστυνομικής ταυτότητας.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΟΠΛΑ,ΠΥΡΟΜΑΧΙΚΑ, ΕΚΡΗΚΤΙΚΕΣ ΥΛΕΣ, ΕΚΡΗΚΤΙΚΟΥΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

Άρθρο 148

Αντικείμενα που θεωρούνται όπλα - Μαχαίρια - Αντικατάσταση περ. αβ' δεύτερου εδαφίου περ. α' παρ. 1 άρθρου 1 ν. 2168/1993

Η περ. αβ' του δεύτερου εδαφίου της περ. α'της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2168/1993 (Α' 147), περί των ορισμών που χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή του νόμου αυτού, αντικαθίσταται ως εξής:

«αβ. Μαχαίρια κάθε είδους, μεταξύ των οποίων τα γενικής χρήσης, που προορίζονται για την κοπή, παρασκευή ή κατανάλωση τροφίμων, καθώς και τα ειδικής χρήσης, που προορίζονται για επαγγελματική, επιστημονική ή εκπαιδευτική χρήση, τέχνη, θήρα, αλιεία, ορειβασία, τουριστικούς σκοπούς ή άλλη συναφή, με αυτές τις δραστηριότητες, χρήση.»

 

Άρθρο 149

Εισαγωγή όπλων από το εξωτερικό - Αντικατάσταση περ. β' παρ. 8 άρθρου 2 ν. 2168/1993

Η περ. β' της παρ. 8 του άρθρου 2 του ν. 2168/1993 (Α' 147), περί των περιπτώσεων στις οποίες δεν απαιτείται άδεια για την εισαγωγή όπλων από το εξωτερικό, αντικαθίσταται ως εξής:

«β. Μαχαιριών γενικής χρήσης, που προορίζονται για την κοπή, παρασκευή ή κατανάλωση τροφίμων, καθώς και ειδικής χρήσης, που προορίζονται για επαγγελματική, επιστημονική ή εκπαιδευτική χρήση, τέχνη, θήρα, αλιεία, ορειβασία, τουριστικούς σκοπούς, ή άλλη συναφή, με αυτές τις δραστηριότητες, χρήση καθώς και τυφεκίων αλιείας.»

 

Άρθρο 150

Εξαγωγή και επανεξαγωγή όπλων - Αντικατάσταση περ. (1) παρ. 2α άρθρου 3 ν. 2168/1993

Η περ. (1) της παρ. 2α του άρθρου 3 του ν. 2168/1993 (Α' 147), περί των περιπτώσεων στις οποίες δεν απαιτείται άδεια εξαγωγής και επανεξαγωγής όπλων, αντικαθίσταται ως εξής:

«(1) μαχαιριών γενικής χρήσης, που προορίζονται για την κοπή, παρασκευή ή κατανάλωση τροφίμων, καθώς και ειδικής χρήσης, που προορίζονται για επαγγελματική, επιστημονική ή εκπαιδευτική χρήση, τέχνη, θήρα, αλιεία, ορειβασία, τουριστικούς σκοπούς, ή άλλη συναφή, με αυτές τις δραστηριότητες, χρήση, καθώς και τυφεκίων αλιείας.»

 

Άρθρο 151

Εμπορία και διάθεση όπλων - Αντικατάσταση περ. β' παρ. 4 και περ. ε' παρ. 5 άρθρου 6 ν. 2168/1993

1. Η περ. β' της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 2168/1993 (Α' 147), περί των περιπτώσεων στις οποίες δεν απαιτείται άδεια για την εμπορία, αντικαθίσταται ως εξής:

«β. Μαχαιριών γενικής χρήσης, που προορίζονται για την κοπή, παρασκευή ή κατανάλωση τροφίμων, καθώς και ειδικής χρήσης, που προορίζονται για επαγγελματική, επιστημονική ή εκπαιδευτική χρήση, τέχνη, θήρα, αλιεία, ορειβασία, τουριστικούς σκοπούς ή άλλη συναφή, με αυτές τις δραστηριότητες, χρήση, καθώς και τυφεκίων αλιείας.»

2. Η περ. ε' της παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 2168/1993, περί των περιπτώσεων στις οποίες επιτρέπεται η πώληση ή διάθεση όπλων, αντικαθίσταται ως εξής:

«ε. Μαχαιριών, γενικής και ειδικής χρήσης, μόνο σε άτομα που έχουν συμπληρώσει το δέκατο έβδομο έτος της ηλικίας τους, και τυφεκίων αλιείας μόνο σε άτομα που έχουν συμπληρώσει το δέκατο έκτο έτος της ηλικίας τους.»

 

Άρθρο 152

Οπλοκατοχή - Αντικατάσταση παρ. 5 και τροποποίηση παρ. 8 άρθρου 7 ν. 2168/1993

1. Η παρ. 5 του άρθρου 7 του ν. 2168/1993 (Α'147), περί της οπλοκατοχής, αντικαθίσταται ως εξής:

«5. Δεν απαιτείται άδεια για την κατοχή μαχαιριών γενικής και ειδικής χρήσης, μηχανισμών εκτοξεύσεως χημικών ουσιών που προορίζονται για αντίστοιχες χρήσεις, καθώς και ξιφών και σπαθών που χρησιμοποιούνται για άθληση.»

2. Στην παρ. 8 του άρθρου 7 του ν. 2168/1993 επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθενται οι λέξεις «Με την επιφύλαξη των άρθρων 8 και 15:», β) στην περ. α', βα) οι λέξεις «έξι (6) μηνών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ενός (1) έτους», ββ) οι λέξεις «εξακοσίων (600) ευρώ» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οκτακοσίων (800)

ευρώ» και η παρ. 8, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:

«8. Με την επιφύλαξη των άρθρων 8 και 15:

α. Με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή τουλάχιστον οκτακοσίων (800) τιμωρούνται οι παραβάτες των παρ. 1 και 2, πλην της περ. η' της παρ. 2.

Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος μετατρέπει ή παραλλάσσει όπλο από τα αναφερόμενα στις περ. β) θ) ι, ιβ) ιδ' και ιε' της παρ. 1 του άρθρου 1 και στην περ. δ' της παρ. 2 ή απαλείφει ή παραποιεί τον αριθμό ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο της σήμανσης του όπλου ή ουσιώδους συστατικού μέρους.

β. Με φυλάκιση μέχρι ενός (1) έτους τιμωρούνται οι παραβάτες της περ. η' της παρ. 2, της περ. α' της παρ. 3 και των παρ. 4 και 6.

γ. Οι παραβάτες της παρ. 7 τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι έξι (6) μηνών και, σε περίπτωση που αποσκοπούν σε κατακράτηση των ανευρεθέντων αντικειμένων, με τις ποινές των προηγούμενων περιπτώσεων, ανάλογα με το είδος του ανευρεθέντος αντικειμένου.»

δ. Οι κάτοχοι όπλων των περ. α, β' και ε' της παρ. 1 και της περ. β' της παρ. 3 του άρθρου 1 της υπό στοιχεία 3009/2/84-δ'/27.7.2004 απόφασης του Υπουργού Δημόσιας Τάξης (Β'1208), που δεν έχουν εφοδιαστεί με την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του παρόντος νόμου άδεια κατοχής, δεν υπέχουν ποινική ευθύνη αν με δική τους θέληση και πριν εξετασθούν με οποιονδήποτε τρόπο για παράνομη κατοχή των όπλων αυτών από την αρχή, υποβάλλουν στις αρμόδιες αστυνομικές αρχές τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη χορήγηση άδειας κατοχής. Στην περίπτωση αυτή, οι κάτοχοι υποχρεούται να καταβάλλουν, για την έκδοση της άδειας κατοχής, το δεκαπλάσιο των τελών που προβλέπονται κάθε φορά.»

 

Άρθρο 153

Οπλοφορία - Προσθήκη παρ. 11Α και τροποποίηση παρ. 13 άρθρου 10 ν. 2168/1993

1. Μετά από την παρ. 11 του άρθρου 10 του ν. 2168/1993 (Α' 147), περί της οπλοφορίας, προστίθεται παρ. 11Α ως εξής:

«11Α. Επιτρέπεται να φέρουν μαχαίρια, γενικής ή ειδικής χρήσης, άτομα που έχουν συμπληρώσει το δέκατο έβδομο έτος της ηλικίας τους, εφόσον μπορούν να αποδείξουν, με οποιονδήποτε τρόπο, τον σκοπό κατοχής τους. Η μεταφορά μαχαιριών γενικής ή ειδικής χρήσης που κατέχονται νόμιμα, επιτρέπεται μόνο από τον τόπο κατοικίας ή επαγγελματικής εγκατάστασης του φέροντα στον χώρο άσκησης της δραστηριότητας για την οποία προορίζονται και εντός αυτού, και αντίστροφα. Τα μαχαίρια, κατά τη μεταφορά εντός κατοικημένων περιοχών ή κατά τη διέλευση από κατοικημένες περιοχές, τοποθετούνται σε ασφαλή περίκλειστη θέση, εντός θήκης, σακιδίου ή τσάντας μεταφοράς αντικειμένων, με τρόπο ώστε να μην καθίστανται πρόσφορα για επίθεση, άμυνα ή ακινητοποίηση. Ειδικά κατά τη μετακίνηση με οποιουδήποτε τύπου όχημα, τοποθετούνται ως άνω, στον χώρο αποσκευών του οχήματος και αν δεν διατίθεται τέτοιος, σε άλλον μη ευχερώς προσβάσιμο χώρο του. Η χρήση τους εκτός των χώρων άσκησης της εκάστοτε δραστηριότητας, για την οποία προορίζονται, απαγορεύεται.»

2. Στην παρ. 13 του άρθρου 10 του ν. 2168/1993 επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθενται οι λέξεις «Με την επιφύλαξη του άρθρου 15:», β) στην περ. α), αα) οι λέξεις «τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον εξακοσίων (600) ευρώ» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον χιλίων (1.000) ευρώ» και αβ) το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται, β) στην περ. β, βα) οι λέξεις «περίπτωση 2» αντικαθίστανται από τις λέξεις «στην παρ. 2 του άρθρου 1,» και ββ) οι λέξεις «τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών και χρηματική ποινή» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή τουλάχιστον οκτακοσίων (800) ευρώ» και η παρ. 13, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής: «13. Με την επιφύλαξη του άρθρου 15: α. Όποιος φέρει παράνομα όπλα ή άλλα είδη που διαλαμβάνονται στην παρ. 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, πλην των αναφερομένων στην επόμενη περίπτωση, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον χιλίων (1.000) ευρώ. 'Όταν τα ανωτέρω είδη φέρονται σε χώρους συνάθροισης κοινού, συντρέχει επιβαρυντική περίσταση.

β. Όποιος φέρει παράνομα όπλα ή άλλα είδη που διαλαμβάνονται στις υποπερ. αα'έως αζ'και ιε'του δεύτερου εδαφίου της περ. α'της παρ. 1 του άρθρου 1 και στην παρ. 2 του άρθρου 1, συσκευές ή εγκαταστάσεις που προορίζονται για τον φωτισμό του στόχου ή των σκοπευτικών του όπλου και σκοπευτικές διόπτρες όπλων, καθώς και όποιος παραβαίνει τις παρ. 11 και 12 του παρόντος άρθρου, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή τουλάχιστον οχτακοσίων (800) ευρώ.»

 

Άρθρο 154

Οπλοχρησία - Τροποποίηση άρθρου 14 ν. 2168/1993

Στο άρθρο 14 του ν. 2168/1993 (Α'147), περί της οπλοχρησίας, προστίθεται δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 14 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 14

Οπλοχρησία

Όποιος με χρήση όπλου ή άλλου αντικειμένου αναφερομένου στον παρόντα νόμο διαπράξει κακούργημα ή πλημμέλημα από δόλο ή αμέλεια και καταδικασθεί, ανεξάρτητα από την ποινή που επιβάλλεται για αυτό, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών. Η ποινή για την οπλοχρησία εκτίεται αθροιστικά και δεν εφαρμόζονται για αυτήν οι περί συρροής διατάξεις.»

 

Άρθρο 155

Διακεκριμένες περιπτώσεις - Αντικατάσταση παρ. 3 άρθρου 13 και παρ. 1 άρθρου 15 ν. 2168/1993

1. Η παρ. 3 του άρθρου 13 του ν. 2168/1993 (Α' 147),περί όπλων και αντικειμένων στις φυλακές, αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Οι παραβάτες του παρόντος άρθρου τιμωρούνται, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη, με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών. Η ποινή εκτίεται αθροιστικά και δεν εφαρμόζονται για αυτήν οι περί συρροής διατάξεις.»

2. Η παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 2168/1993, περί των διακεκριμένων περιπτώσεων, αντικαθίσταται ως εξής:

«1. α) Όποιος εισάγει, κατέχει, κατασκευάζει, μετασκευάζει, συναρμολογεί, εμπορεύεται, παραδίδει, προμηθεύει ή μεταφέρει πυροβόλα όπλα, πυρομαχικά, εκρηκτικές ύλες, εκρηκτικούς μηχανισμούς και οποιοδήποτε άλλο υλικό με στρατιωτικό προορισμό, με σκοπό τη διάθεσή τους σε τρίτους για διάπραξη κακουργήματος ή με σκοπό τον παράνομο εφοδιασμό ομάδων, οργανώσεων, σωματείων ή ενώσεων προσώπων ή για τον ίδιο σκοπό, λαμβάνει, αποκρύπτει ή με οποιονδήποτε τρόπο δέχεται τα ανωτέρω αντικείμενα ή ως μέλος διοικητικού συμβουλίου ή διοικούσας επιτροπής ή ως υπεύθυνος ή αρχηγός των ομάδων, οργανώσεων, σωματείων και ενώσεων προσώπων της παρούσας, γνωρίζει ότι κάποιο από τα μέλη τους έχει παράνομα εφοδιαστεί ή κατέχει τα ανωτέρω αντικείμενα, καθώς και τους σκοπούς τους οποίους επιδιώκει το μέλος αυτό και δεν το καταγγέλλει στις αρμόδιες αρχές τιμωρείται με κάθειρξη, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη.

β) Όποιος, παράνομα εισάγει, κατέχει ή φέρει πυροβόλο όπλο ή μαχαίρι, σε στρατόπεδα ή άλλους χώρους των ενόπλων δυνάμεων, αστυνομικά κρατητήρια, σωφρονιστικά καταστήματα, καταστήματα κράτησης ανηλίκων ή δομές φιλοξενίας ανηλίκων κάθε κατηγορίας, σχολικές μονάδες οποιασδήποτε βαθμίδας, εκπαιδευτικά ιδρύματα ή άλλες μονάδες εκπαίδευσης, κατάρτισης, επιμόρφωσης ή μετεκπαίδευσης, σε αθλητικούς χώρους, σε χώρους θρησκευτικής λατρείας, σε δημόσιες συναθροίσεις, σε κέντρα διασκέδασης ή παιγνίων ή εντός ελεγχόμενων χώρων αεροδρομίων, σιδηροδρομικών σταθμών, λιμένων ή υπεραστικών συγκοινωνιών, τιμωρείται με κάθειρξη έως οκτώ (8) ετών αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη.

γ) Όποιος παράνομα κατέχει ή φέρει ή μεταφέρει πολεμικό τυφέκιο, πολυβόλο, υποπολυβόλο, χειροβομβίδα, βαρύ όπλο ή όπλο πυροβολικού ή εισάγει ή διευκολύνει την εισαγωγή ή τη μεταφορά του σε άλλο χώρο, τιμωρείται με κάθειρξη. Η τέλεση των ανωτέρω πράξεων στους χώρους της περ. β) συνιστά επιβαρυντική περίσταση.

Αν οι ως άνω πράξεις τελέστηκαν σε αστυνομικά κρατητήρια, σωφρονιστικά καταστήματα ή καταστήματα ανηλίκων κάθε κατηγορίας και ο δράστης είναι κρατούμενος, η ποινή του εκτίεται αθροιστικά και δεν εφαρμόζονται γι' αυτήν οι περί συρροής διατάξεις.»

 

Άρθρο 156

Χορήγηση και ανάκληση αδειών - Αντικατάσταση παρ. 2 και τροποποίηση παρ. 5 άρθρου 18 ν. 2168/1993

«2. Οι προβλεπόμενες από τον παρόντα νόμο άδειες δεν χορηγούνται:

α) Σε όσους εκκρεμεί σε βάρος τους ποινική δίωξη για: αα) Οποιοδήποτε κακούργημα, αβ) οποιοδήποτε πλημμέλημα διώκεται αυτεπάγγελτα και τελείται με πρόθεση και ενέχει στοιχεία βίας ή απειλής βίας ή στρέφεται κατά του περιβάλλοντος ή περιλαμβάνεται στον ν. 4139/2013 (Α' 74) ή στον ν. 3500/2006 (Α'232) ή στον ν. 4285/2014 (Α'191) ή στον ν. 4830/2021 (Α' 169) ή στις διατάξεις των άρθρων 41ΣΤ και 41Θ του ν. 2725/1999 (Α' 121) ή στα κεφάλαια δέκατο τρίτο, δέκατο τέταρτο και δέκατο ένατο του ειδικού μέρους του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α' 95) ή στις περ. β' και γ' της παρ. 1 του άρθρου 12, στο άρθρο 14 και στο άρθρο 15 του παρόντος,

αγ) το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια του άρθρου 302 του Ποινικού Κώδικα, εφόσον τελέστηκε με όπλο.

Η απαγόρευση της παρούσας παύει να ισχύει μόνο από την έκδοση αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης ή αμετακλήτου απαλλακτικού βουλεύματος ή αμετάκλητης αρχειοθέτησης της υπόθεσης. β) Σε όσους έχουν καταδικαστεί αμετάκλητα: βα) για οποιοδήποτε κακούργημα, ββ) για τα πλημμελήματα των υποπερ. αβ) και αγ) της περ. α),

βγ) για οποιοδήποτε πλημμέλημα διώκεται αυτεπάγγελτα και τελείται με πρόθεση, πέραν αυτών που αναφέρονται ρητά στις υποπερ. αβ) και αγ) της περ. α), για το οποίο τους επιβλήθηκε με μία ή περισσότερες αποφάσεις ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο (2) ετών, βδ) για οποιοδήποτε πλημμέλημα που προβλέπεται στον παρόντα, πέραν αυτών που αναφέρονται στις υποπερ. αβ) και αγ) της περ. α), ανεξάρτητα από το ύψος της επιβληθείσας ποινή.

Η απαγόρευση της παρούσας ισχύει ως εξής: α) για την υποπερ. ββ) για διάστημα πέντε (5) ετών από την έκτισή της ή την άφεσή της με χάρη ή, σε περίπτωση επιβολής της ποινής με πλήρη αναστολή, για διάστημα ενός (1) έτους μετά από τη λήξη του χρόνου αναστολής, β) για τις υποπερ. βγ) και βδ) για διάστημα τριών (3) ετών από την έκτιση της ποινής ή την άφεσή της με χάρη ή, σε περίπτωση επιβολής της ποινής με πλήρη αναστολή, για όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή.»

2. Στην παρ. 5 του άρθρου 18 του ν. 2168/1993 προστίθενται οι λέξεις «, καθώς και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν εκκρεμεί ποινική διαδικασία για τις αξιόποινες πράξεις της περ. α' της παρ. 2 στο δικονομικό στάδιο της αστυνομικής προανάκρισης ή της προκαταρκτικής εξέτασης» και η παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:

«5. Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να αρνηθούν τη χορήγηση των αναφερόμενων στον παρόντα νόμο αδειών ή να ανακαλέσουν ήδη χορηγηθείσες σε άτομα, σε βάρος των οποίων εκκρεμεί ποινική δίωξη ή τα οποία έχουν καταδικαστεί για παραβάσεις που προβλέπονται στην περ. β' της παρ. 2, καθώς και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν εκκρεμεί ποινική διαδικασία για τις αξιόποινες πράξεις της περ. α'της παρ. 2 στο δικονομικό στάδιο της αστυνομικής προανάκρισης ή της προκαταρκτικής εξέτασης.»

3. Οι παρ. 1 και 2 εφαρμόζονται στις εκκρεμείς, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, αιτήσεις έκδοσης ή ανανέωσης άδειας. Η ανάκληση των αδειών που έχουν χορηγηθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος, γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 18 του ν. 2168/1993, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με τον παρόντα νόμο.

 

Άρθρο 157

Οπλοφορία αστυνομικών όταν υποβάλλεται σε βάρος τους μήνυση ή έγκληση ή καταγγελία για τέλεση εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας - Τροποποίηση παρ. 4 και προσθήκη παρ. 6 στο άρθρο 2 του ν. 3169/2003

1. Στην παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 3169/2003 (Α' 189), περί των προϋποθέσεων οπλοκατοχής και οπλοφορίας, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην περ. ε), οι λέξεις «παρ. 2 και 5» αντικαθίστανται από τις λέξεις «παρ. 2, 5 και 6», β) προστίθεται περ. ζ) και η παρ. 4, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής: «4. Ο αστυνομικός υποχρεούται να παραδίδει τον ατομικό του οπλισμό στην Υπηρεσία του: α. Όταν τίθεται σε κατάσταση, κατά τη διάρκεια της οποίας απαγορεύεται να οπλοφορεί, εκτός αν, για ειδικούς λόγους που αφορούν την ασφάλειά του, ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας του επιτρέψει να οπλοφορεί. Τη συνδρομή των ως άνω ειδικών λόγων αποδεικνύει ο αστυνομικός με αίτηση που υποβάλλει. Πριν από τη λήψη απόφασης από το αρμόδιο όργανο, ο αιτών αστυνομικός οφείλει να συνυποβάλει σε σφραγισμένους φακέλους πιστοποιητικά υπηρεσιακών ιατρών ειδικότητας ψυχιάτρου για την ψυχική του υγεία και παθολόγου ή νευρολόγου για την εν γένει σωματική του ικανότητα και καταλληλότητα να φέρει όπλο για την προσωπική του ασφάλεια.

β. Όταν παραπέμπεται να δικαστεί για οποιοδήποτε έγκλημα του νόμου αυτού ή του ν. 2168/1993 (Α' 147) ή καταδικασθεί, έστω και με οριστική απόφαση, σε οποιαδήποτε ποινή για παράβαση των προαναφερόμενων νόμων. Στην τελευταία περίπτωση ο αστυνομικός δεν επιτρέπεται να οπλοφορεί για δύο (2) χρόνια από την παράδοση του οπλισμού. Αν πριν τη συμπλήρωση της διετίας ο αστυνομικός απαλλαγεί ή αθωωθεί με τελεσίδικη απόφαση, ο οπλισμός επιστρέφεται σε αυτόν.

γ. Όταν διατάσσεται σχετικά από τον διοικητή του ή τους ιεραρχικά προϊσταμένους αυτού, επειδή υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις κακής χρήσης ή πλημμελούς φύλαξης του όπλου, ιδίως για λόγους υγείας ή παραβίασης των κανόνων και μέτρων ασφάλειας. Αν οι ενδείξεις κακής χρήσης του όπλου οφείλονται σε λόγους ψυχικής υγείας, απαιτείται σύμφωνη γνώμη του ψυχολόγου της Υπηρεσίας, εφόσον αυτός υπάρχει. Κατά της ανωτέρω διαταγής ο αστυνομικός μπορεί να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του ιεραρχικώς προϊσταμένου αυτού που την εξέδωσε εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών. Η προθεσμία και η άσκηση της προσφυγής δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της διαταγής. Η διαταγή αυτή παύει να ισχύει μετά την παρέλευση τριών (3) μηνών από την έκδοσή της. Ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας μπορεί να την παρατείνει για ένα ακόμη τρίμηνο. Ο Αρχηγός, σε περίπτωση που οι ενδείξεις κακής χρήσης του όπλου οφείλονται σε λόγους ψυχικής υγείας του αστυνομικού, παραπέμπει αυτόν στην Επιτροπή του άρθρου 4.

δ. Όταν δεν πιστοποιείται η ικανότητά του στο χειρισμό των όπλων κατά τη συντηρητική εκπαίδευση.

ε. Όταν χαρακτηρίζεται ως μη κατάλληλος να οπλοφορεί σύμφωνα με τις παρ. 2, 5 και 6 του άρθρου 4. στ. Όταν λήγει η υπηρεσιακή του σχέση. ζ. Όταν έχει υποβληθεί σε βάρος του μήνυση ή έγκληση ή καταγγελία για την τέλεση εγκλημάτων του ν. 3500/2006 (Α' 232), και έως ότου αποφανθούν οι ειδικές επιτροπές του άρθρου 4 του παρόντος, με διαταγή του διοικητή του ή του ιεραρχικά προϊσταμένου αυτού.»

2. Μετά από την παρ. 5 του άρθρου 4 του ν. 3169/2003 προστίθεται παρ. 6 ως εξής:

«6. Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, οι αστυνομικοί παραπέμπονται στις ειδικές επιτροπές του παρόντος, όταν υποβάλλεται σε βάρος τους μήνυση ή έγκληση ή καταγγελία για τέλεση εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας του ν. 3500/2006, τα οποία τιμωρούνται με ποινή κάθειρξης ή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών. Αν ο παραπεμπόμενος αστυνομικός κριθεί κατάλληλος να φέρει όπλο, οι ειδικές επιτροπές γνωματεύουν επιπλέον για το αν πρέπει να παραδίδει στο αρμόδιο όργανο τον ατομικό του οπλισμό, για όσο χρόνο βρίσκεται εκτός υπηρεσίας. Όταν ο αστυνομικός κρίνεται κατάλληλος να οπλοφορεί, πλην όμως πρέπει να παραδίδει τον ατομικό του οπλισμό όταν βρίσκεται εκτός υπηρεσίας, ο οπλισμός αυτός (υπηρεσιακός ή ιδιωτικός) χρεώνεται κατά τον χρόνο εκτέλεσης υπηρεσίας και παραδίδεται μετά το πέρας αυτής στην υπηρεσία χρέωσης αυτού. Η ως άνω διαδικασία εφαρμόζεται για δύο (2) έτη από την ημερομηνία έναρξης της υποχρέωσης παράδοσης του οπλισμού από τον αστυνομικό. Μετά από τη συμπλήρωση δύο (2) ετών, ο αστυνομικός παραπέμπεται εκ νέου στις ειδικές επιτροπές για επανεξέταση. Αν πριν από τη συμπλήρωση της διετίας, ο αστυνομικός απαλλαγεί ή αθωωθεί, είτε με εισαγγελική διάταξη αρχειοθέτησης είτε με απαλλακτικό βούλευμα, είτε με δικαστική απόφαση, έστω και σε πρώτο βαθμό, παύει να εφαρμόζεται η ως άνω διαδικασία. Οι αστυνομικοί που τελούν σε κατάσταση, κατά τη διάρκεια της οποίας απαγορεύεται να οπλοφορούν, παραπέμπονται αμελλητί στις ως άνω επιτροπές, μόλις αρθεί το κώλυμα.»

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

 

Άρθρο 158

Προϋποθέσεις λειτουργίας των ιδιωτικών επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ασφαλείας - Εξουσιοδοτική διάταξη - Προσθήκη παρ. 1Α και 1Β στο άρθρο 2 του ν. 2518/1997

1. Στην περ. δ) της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 2518/1997 (Α' 164), περί των προϋποθέσεων λειτουργίας ιδιωτικών επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ασφαλείας, ο αριθμός

«7» αντικαθίσταται από τον αριθμό «8» και η περ. δ) διαμορφώνεται ως εξής:

«δ. δεν έχει καταδικαστεί αμετάκλητα σε στερητική της ελευθερίας ποινή ανώτερη των έξι (6) μηνών για έγκλημα του άρθρου 8 αυτού του νόμου και για κάθε έγκλημα που τελέστηκε με δόλο,».

2. Στο άρθρο 2 του ν. 2518/1997 προστίθενται παρ. 1Α και 1Β ως εξής:

«1Α. Η επιτροπή της παρ. 1 συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη. Με την απόφαση του πρώτου εδαφίου δύνανται να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα λειτουργίας της επιτροπής της παρ. 1.

1Β. Σε περίπτωση καταδίκης με χορήγηση αναστολής εκτέλεσης της ποινής για τα εγκλήματα της περ. δ' της παρ. 1, η άδεια λειτουργίας χορηγείται μετά από την παρέλευση πέντε (5) ετών από τη λήξη του χρόνου της αναστολής.»

 

Άρθρο 159

Υποχρεώσεις των ιδιωτικών επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ασφαλείας - Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 4 ν. 2518/1997

Στην παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 2518/1997 (Α' 164), περί των υποχρεώσεων των ιδιωτικών επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ασφαλείας, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) οι περ. γ' και ια' αντικαθίστανται, β) προστίθεται περ. ιε' και η παρ. 1, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ασφαλείας υποχρεούνται:

α. Να φέρουν στην επωνυμία τους τη φράση «ιδιωτική επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ασφαλείας» και στα έγγραφά τους τον αριθμό της άδειας λειτουργίας τους,

β. να μην χρησιμοποιούν στην επωνυμία, στο διακριτικό τίτλο, στα έγγραφα, στις διαφημίσεις και γενικά κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους λέξεις ή φράσεις, της ελληνικής ή άλλης γλώσσας, ικανές να παραπλανήσουν το κοινό ότι αντιπροσωπεύουν δημόσια αρχή και ιδιαίτερα αστυνομική,

γ. να εφοδιάζουν το προσωπικό ασφαλείας με την προβλεπόμενη στην παρ. 5 του άρθρου 2 στολή, εφόσον η χρήση της στολής ορίζεται στην άδεια λειτουργίας τους. Σε περίπτωση μη χρήσης της στολής, οι επιχειρήσεις χορηγούν σχετική ατομική βεβαίωση στο προσωπικό που απασχολούν, στην οποία εμφαίνονται τα στοιχεία της επιχείρησης, τα στοιχεία του υπαλλήλου, ο αριθμός άδειας εργασίας αυτού και ο χώρος διάθεσής του,

δ. να εκπαιδεύουν το απασχολούμενο προσωπικό ασφαλείας, ανάλογα με τα καθήκοντα που του ανατίθενται,

ε. να μην χρησιμοποιούν, ιδίως στα αυτοκίνητα και τις μοτοσικλέτες, σήματα, αυτοκόλλητες ή μη ταινίες ή χρωματισμό, που καθιστούν την εξωτερική τους εμφάνιση όμοια ή παρεμφερή με εκείνη των μέσων που χρησιμοποιούν τα σώματα ασφαλείας και να μην φέρουν συσκευές ηχητικής ή φωτεινής προειδοποίησης (σειρήνες, φάρους). Τα αυτοκίνητα που συνοδεύουν τα οχήματα της περ. στ' της παρ. 1 του άρθρου 1, τα οποία μεταφέρουν ογκώδη ή βαρέα αντικείμενα, πρέπει να φέρουν στοιχεία αναγνώρισης και επισήμανσης, για την ειδοποίηση των οδηγών ακολουθούντων οχημάτων,

στ. να μην θίγουν, κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους, τα κάθε είδους συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώματα των πολιτών,

ζ. να μην χρησιμοποιούν μέσα και μεθόδους που μπορούν να προκαλέσουν ζημία, βλάβη, ενόχληση σε τρίτους ή να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των πολιτών. Η χρήση σκύλων σε δημόσιους και γενικά προσιτούς στο κοινό χώρους, απαγορεύεται. Η χρήση αυτών επιτρέπεται μόνο στο εσωτερικό των φυλασσόμενων κτιρίων και ιδιοκτησιών ή σε περίκλειστους χώρους, η. να χρησιμοποιούν τεθωρακισμένο όχημα για την άσκηση της αναφερόμενης στην περ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 1 δραστηριότητας, θ. να εφοδιάζουν το προσωπικό ασφαλείας με αλεξίσφαιρο γιλέκο όταν σε αυτό ανατίθεται η δραστηριότητα της περ. α' της παρ. 1 του άρθρου 1 και με αλεξίσφαιρο γιλέκο και προστατευτικό κράνος όταν στο προσωπικό αυτό ανατίθεται η δραστηριότητα της περ. γ' της παρ. 1 του άρθρου 1,

ι. να γνωστοποιούν, εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών, στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας κάθε μεταβολή των αρχικών προϋποθέσεων χορήγησης της σχετικής άδειας, καθώς και κάθε μεταβολή στα πρόσωπα της παρ. 2 του άρθρου 2,

ια. να υποβάλλουν έως την τελευταία ημέρα κάθε μήνα στις κατά τόπους αστυνομικές αρχές κατάσταση του προσωπικού που θα απασχολήσουν στην περιοχή δικαιοδοσίας τους κατά τον αμέσως επόμενο μήνα, για τις δραστηριότητες που μνημονεύονται στις περ. α, β, γ, δ, ε, στ, ζ' και ι' της παρ. 1 του άρθρου 1, στην οποία εμφαίνονται ο αριθμός της άδειας εργασίας του προσωπικού, οι χώροι διάθεσής του καθώς και η χρήση ή μη της στολής που προβλέπεται στην παρ. 5 του άρθρου 2. Σε περίπτωση ανάθεσης δραστηριότητας εντός του τρέχοντος μηνός, καθώς και σε περίπτωση οποιασδήποτε μεταβολής των υποβληθεισών καταστάσεων, η ενημέρωση πραγματοποιείται πριν από την ανάληψη της άσκησης της δραστηριότητας, ιβ. να μην παραδίδουν τα όπλα που κατέχουν σε τρίτα πρόσωπα ή σε προσωπικό ασφαλείας εφόσον συντρέχουν οι απαγορεύσεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 5,

ιγ. να γνωστοποιούν αμέσως στην οικεία αστυνομική αρχή κάθε περίπτωση μη έγκαιρης παράδοσης όπλου από το προσωπικό τους,

ιδ. να μην απασχολούν προσωπικό που δεν κατέχει την κατά περίπτωση απαιτούμενη άδεια εργασίας,

ιε. να μην ασκούν δραστηριότητες της παρ. 1 του άρθρου 1 χωρίς την προβλεπόμενη άδεια.»

 

Άρθρο 160

Διοικητικές κυρώσεις - Αντικατάσταση παρ. 2 και προσθήκη παρ. 7 στο άρθρο 9 του ν. 2518/1997

1. Η παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 2518/1997 (Α' 164),περί των διοικητικών κυρώσεων, αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Στην επιχείρηση που παραβαίνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στον παρόντα νόμο επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις ως εξής:

α. Στην επιχείρηση που παραβαίνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις περ. γ', ι, και ια' της παρ. 1 του άρθρου 4, και στις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ'εξουσιοδότηση αυτού, επιβάλλεται, με απόφαση του προϊσταμένου της υπηρεσίας που είναι αρμόδια για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας, διοικητικό πρόστιμο από είκοσι χιλιάδες (20.000) έως διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ. Αν εντός τριετίας βεβαιωθεί δεύτερη παράβαση, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο από τριάντα χιλιάδες (30.000) έως τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ, ενώ από την τρίτη παράβαση και για κάθε επόμενη παράβαση εντός της τριετίας επιβάλλεται πρόστιμο από σαράντα χιλιάδες (40.000) έως τριακόσιες πενήντα χιλιάδες (350.000) ευρώ.

β. Στην επιχείρηση που παραβαίνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις λοιπές περιπτώσεις της παρ. 1 του άρθρου 4, καθώς και στα άρθρα 5, 6 και 7, και στις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση αυτού, επιβάλλεται, με απόφαση του προϊσταμένου της υπηρεσίας που είναι αρμόδια για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας, διοικητικό πρόστιμο από είκοσι χιλιάδες (20.000) έως διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ. Αν εντός τριετίας βεβαιωθεί δεύτερη παράβαση, επιβάλλεται, πέραν του διοικητικού προστίμου, και το διοικητικό μέτρο της αφαίρεσης της άδειας λειτουργίας από είκοσι (20) ημέρες έως έξι (6) μήνες, ενώ στην περίπτωση βεβαίωσης τρίτης και τέταρτης παράβασης εντός της τριετίας επιβάλλεται, πέραν του διοικητικού προστίμου, και το διοικητικό μέτρο της αφαίρεσης της άδειας λειτουργίας από έξι (6) έως δώδεκα (12) μήνες. Σε περίπτωση βεβαίωσης πέντε παραβάσεων εντός της τριετίας, επιβάλλεται, πέραν του διοικητικού προστίμου, και το διοικητικό μέτρο της οριστικής αφαίρεσης της άδειας.

γ. Στην επιχείρηση που προσλαμβάνει ή αναθέτει τις δραστηριότητες της παρ. 1 του άρθρου 1 σε πρόσωπα τα οποία υπηρετούν στις ένοπλες δυνάμεις ή τα σώματα ασφαλείας ή σε άλλους φορείς του Δημοσίου, που κατά την άσκηση των καθηκόντων τους προβλέπεται να οπλοφορούν, επιβάλλεται, με την πρώτη παράβαση των περ. α' και β' της παρούσας παραγράφου, πέραν του ως άνω διοικητικού προστίμου, και οριστική αφαίρεση της άδειας λειτουργίας.»

2. Μετά από την παρ. 6 του άρθρου 9 του ν. 2518/1997 προστίθεται παρ. 7 ως εξής:

«7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται το ύψος του διοικητικού προστίμου που επιβάλλεται για κάθε παράβαση, η διαδικασία και τα αρμόδια για την επιβολή και είσπραξή του όργανα, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος. Με όμοια απόφαση μπορούν να αναπροσαρμόζονται τα διοικητικά πρόστιμα που προβλέπονται στην παρ. 2.»

3. Η περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 2518/1997 (Α' 164), περί διοικητικών κυρώσεων, όπως τροποποιείται με την παρ. 1 του παρόντος, καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς διαδικασίες επιβολής προστίμου ή αφαίρεσης αδειών λειτουργίας.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

 

Άρθρο 161

Βαθμολογική προαγωγή ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας προτεραία του θανάτου - Τροποποίηση παρ. 5 άρθρου 12 ν. 3387/2005

1. Η παρ. 5 του άρθρου 12 του ν. 3387/2005 (Α' 224), περί της προτεραίας του θανάτου βαθμολογικής προαγωγής του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, αντικαθίσταται ως εξής:

«5.α. Οι θανόντες Αστυφύλακες, Υπαρχιφύλακες, Αρχιφύλακες και Ανθυπαστυνόμοι προάγονται στον επόμενο βαθμό από την προτεραία του θανάτου τους, ανεξαρτήτως των ετών υπηρεσίας, ύστερα από κρίση για το ευδόκιμο της υπηρεσίας τους, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, από το Πρωτοβάθμιο Συμβούλιο Κρίσης του άρθρου 47 του ν. 1481/1984 (Α'152). Για την προαγωγή εκδίδεται απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

β. Οι θανόντες Ειδικοί Φρουροί και Συνοριακοί Φύλακες εντάσσονται στο αστυνομικό προσωπικό γενικών καθηκόντων με τον βαθμό του Αστυφύλακα από την προτεραία του θανάτου τους, ανεξαρτήτως των ετών υπηρεσίας, ύστερα από κρίση για το ευδόκιμο της υπηρεσίας τους, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, από το Πρωτοβάθμιο Συμβούλιο Κρίσης του άρθρου 47 του ν. 1481/1984. Η ένταξη λόγω θανάτου γίνεται με διαπιστωτική πράξη του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

γ. Οι θανόντες Δόκιμοι Αστυφύλακες ονομάζονται Αστυφύλακες από την προτεραία του θανάτου τους, ανεξαρτήτως του χρόνου φοίτησης, ύστερα από κρίση για το ευδόκιμο της υπηρεσίας τους, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, από το Πρωτοβάθμιο Συμβούλιο Κρίσης του άρθρου 47 του ν. 1481/1984. Η ονομασία σε Αστυφύλακα λόγω θανάτου γίνεται με απόφαση του Υπαρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

δ. Οι θανόντες Δόκιμοι Υπαστυνόμοι ονομάζονται Υπαστυνόμοι Β' από την προτεραία του θανάτου τους, ανεξαρτήτως του χρόνου φοίτησης, ύστερα από κρίση για το ευδόκιμο της υπηρεσίας τους, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, από το Πρωτοβάθμιο Συμβούλιο Κρίσης του άρθρου 47 του ν. 1481/1984. Η ονομασία σε Υπαστυνόμο Β' λόγω θανάτου γίνεται με προεδρικό διάταγμα μετά από πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.

ε. Αν ο θάνατος του κατώτερου αστυνομικού προσωπικού, των Ειδικών Φρουρών, των Συνοριακών Φυλάκων, των Δοκίμων Αστυφυλάκων και των Δοκίμων Υπαστυνόμων συνέβη ένεκα της υπηρεσίας ή κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας και ένεκα αυτής, γεγονός που προκύπτει ύστερα από Ένορκη Διοικητική Εξέταση της περ. γ' της παρ. 3 του άρθρου 27 του π.δ. 120/2008 (Α' 182) ή της διαδικασίας αναγνώρισης σύνταξης του παθόντος του άρθρου 51 του π.δ. 169/2007 (Α' 210), ο θανών, πέραν της προαγωγής ή της ένταξης ή της ονομασίας, των περ. α) β', γ' και δ'του παρόντος, προάγεται, χωρίς προηγούμενη κρίση, στους επόμενους τρεις (3) βαθμούς της ιεραρχικής κλίμακας του Σώματος, από την προτεραία του θανάτου, με την πρόκληση των σχετικών διοικητικών πράξεων αναδρομικής αποκατάστασης.»

2. Η ισχύς της παρ. 1 αρχίζει από τη δημοσίευση του ν. 3387/2005.

3. Οι παρ. 1 και 2 δεν επηρεάζουν τις προαγωγές του θανόντος προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος με τους βαθμούς του Πυροσβέστη, του Αρχιπυροσβέστη και του Πυρονόμου, οι οποίες έγιναν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος.

 

Άρθρο 162

Εφάπαξ οικονομικό βοήθημα γονέων υπαλλήλου ή στρατιωτικού σε περίπτωση θανάτου στην υπηρεσία - Τροποποίηση παρ. 17 άρθρου 8 ν. 2592/1998 και άρθρου 25 Κώδικα διατάξεων φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και κερδών από τυχερά παίγνια

1. Στην παρ. 17 του άρθρου 8 του ν. 2592/1998 (Α'57), περί του εφάπαξ οικονομικού βοηθήματος που παρέχεται στους γονείς υπαλλήλου ή στρατιωτικού σε περίπτωση θανάτου στην υπηρεσία, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο πρώτο εδάφιο, προστίθενται οι λέξεις «ή εν χηρεία ή διαζευγμένου», β) προστίθεται νέο, δεύτερο, εδάφιο και η παρ. 17, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:

«17. Στους γονείς του άγαμου ή εν χηρεία ή διαζευγμένου χωρίς τέκνα υπαλλήλου ή στρατιωτικού, ο οποίος έχει διορισθεί για πρώτη φορά στο Δημόσιο ή έχει καταταγεί ως στρατιωτικός αντιστοίχως, μετά την 1η Ιανουαρίου 1993, χωρίς να έχει ασφαλιστεί σε κανέναν ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης έως τις 31 Δεκεμβρίου 1992, παρέχεται, εφόσον αυτός αποβιώσει στην υπηρεσία πρόδηλα και αναμφισβήτητα εξαιτίας της, εφάπαξ οικονομικό βοήθημα εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, το οποίο καταβάλλεται με χρηματικό ένταλμα, από την υπηρεσία στην οποία υπηρετούσε ο θανών. Στην περίπτωση της διάζευξης, το βοήθημα παρέχεται στους γονείς εφόσον δεν γεννάται δικαίωμα σύνταξης για την ίδια αιτία στον/στην πρώην σύζυγο.

Οι δικαιούχοι του βοηθήματος αυτού υποβάλλουν στην υπηρεσία του θανόντος αίτηση και πιστοποιητικό του οικείου Δήμου από το οποίο να προκύπτει η οικογενειακή κατάσταση του υπαλλήλου ή στρατιωτικού που αποβιώνει στην υπηρεσία και η συγγενική του σχέση με τον αιτούντα ή τους αιτούντες.

Εφόσον οι δικαιούχοι του βοηθήματος της παρούσας παραγράφου είναι δύο, η αίτηση γίνεται δεκτή μόνο εάν υποβάλλεται ταυτόχρονα και από τους δύο, το δε ποσό του βοηθήματος ανήκει σε αυτούς κατά ίσες μερίδες.

Για τη χορήγηση του ανωτέρω βοηθήματος εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 23 και 51 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ. 169/2007, Α' 210), κατά περίπτωση.

Η παρούσα παράγραφος καταλαμβάνει και πρόσωπα που έλκουν το ανωτέρω δικαίωμα από υπαλλήλους ή στρατιωτικούς που προσλήφθηκαν ή κατατάχθηκαν για πρώτη φορά από την 1η Ιανουαρίου 1993 και μετά, εφόσον δεν είχαν ασφαλισθεί μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1992 σε κανέναν ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης.

Το εφάπαξ βοήθημα της παρούσας παραγράφου δεν υπόκειται σε καμία κράτηση και δεν αποτελεί εισόδημα. Το ανωτέρω βοήθημα δύναται να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.»

2. Στην παρ. 2 του άρθρου 25 του Κώδικα Διατάξεων Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών και Κερδών από τυχερά παίγνια (ν. 2961/2001, Α' 266), περί απαλλαγών από τον φόρο, προστίθεται περ. ι) ως εξής:

«ι) Δωρεές κάθε είδους μέχρι του ποσού των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ συνολικά ανά δικαιούχο, που χορηγούνται, εφάπαξ ή περιοδικά, προς ενίσχυση συζύγου ή συμβιούντος με σύμφωνο συμβίωσης ή τέκνων και, σε περίπτωση μη έγγαμων ή συμβιούντων με σύμφωνο συμβίωσης, γονέων ή αδελφών μελών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, που έχασαν την ζωή τους κατά την εκτέλεση του καθήκοντός τους, οι οποίες πραγματοποιούνται εξ αυτού και μόνο του γεγονότος.»

3. Η ισχύς της παρ. 1 αρχίζει από την 1η Δεκεμβρίου 2023.

 

Άρθρο 163

Διορισμός συγγενούς από εγκληματική ενέργεια πεσόντος εν υπηρεσία ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας

1. Κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων, δύναται να διορίζεται, σε θέση μονίμου εκπαιδευτικού προσωπικού, συγγενικό πρόσωπο εξ αίματος έως δεύτερου βαθμού, με συναφή προϋπηρεσία και αντίστοιχη ειδικότητα, πεσόντος από εγκληματική ενέργεια εν υπηρεσία ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, για κάλυψη ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών, τμημάτων ένταξης σε σχολικές μονάδες πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης του τόπου κατοικίας του. Ο διορισμός διενεργείται με κοινή απόφαση των αρμοδίων οργάνων των Υπουργείων Εσωτερικών, Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού και Προστασίας του Πολίτη.

2. Η ισχύς της παρ. 1 αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2023.

 

Άρθρο 164

Αποζημίωση ένστολου προσωπικού Ελληνικής Αστυνομίας για τη συμμετοχή τους σε επιχειρήσεις αναγκαστικών επιστροφών πολιτών τρίτων χωρών και ανιθαγενών, στο πλαίσιο συμφωνίας επιχορήγησης (Grant Agreement) με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής - Τροποποίηση άρθρου 66 ν. 4873/2021

Στο άρθρο 66 του ν. 4873/2021 (Α'248), περί της συμμετοχής της Ελληνικής Αστυνομίας στο Μόνιμο Σώμα της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) μετά από την παρ. 3, προστίθεται παρ. 3Α, β) στην παρ. 4, οι λέξεις «της παρ. 3» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των παρ. 3 και 3Α», γ) στην παρ. 5, προστίθενται οι λέξεις «, ενώ αυτές της παρ. 3Α δεν υπόκειται σε κρατήσεις» και το άρθρο 66 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 66

Συμμετοχή της Ελληνικής Αστυνομίας στο Μόνιμο Σώμα της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής

1. Η Ελληνική Αστυνομία αποσπά στελέχη της στο Μόνιμο Σώμα της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, κατ' εφαρμογή του ισχύοντος Κανονισμού για την Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή και Ακτοφυλακή εντός των οριζόμενων προθεσμιών.

2. Στα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας που αποσπώνται στο Μόνιμο Σώμα της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής μέσω μακροπρόθεσμων αποσπάσεων (κατηγορία 2) καταβάλλεται αποζημίωση απευθείας από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής με το οριζόμενο από αυτόν ποσό. Τα εν λόγω στελέχη δεν δικαιούνται διαφορά επιδόματος υπηρεσίας αλλοδαπής, καθώς και καμία άλλη δαπάνη μετακίνησης που προβλέπεται στα εσωτερικά άρθρα 16, 20 και 21 της υποπαρ. Δ9 της παρ. Δ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α'94).

3. Στα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας που αποσπώνται στο Μόνιμο Σώμα της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής μέσω βραχυπρόθεσμων αποστολών και μέσω της εφεδρείας ταχείας αντίδρασης (κατηγορίες 3 και 4) δικαιολογούνται αποζημιώσεις, όπως αυτές ορίζονται στον Κανονισμό Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, συμπεριλαμβανομένων και των εξόδων μίσθωσης μεταφορικού μέσου. Οι αποζημιώσεις αυτές καταβάλλονται στα στελέχη από τον φορέα στον οποίο ανήκουν, εφόσον δεν δύναται να καταβληθούν απευθείας από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής.

3Α. Στους αστυνομικούς, ειδικούς φρουρούς, συνοριακούς φύλακες και συνοριακούς φύλακες ορισμένου χρόνου που συμμετέχουν σε επιχειρήσεις αναγκαστικών επιστροφών πολιτών τρίτων χωρών και ανιθαγενών, κατόπιν σχετικής συμφωνίας επιχορήγησης (Grant Agreement) με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και στο πλαίσιο εφαρμογής αυτής, δικαιολογείται αποζημίωση, όπως αυτή ορίζεται από τους κανόνες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και της συμφωνίας επιχορήγησης. Η αποζημίωση αυτή καταβάλλεται στα στελέχη από τον φορέα στον οποίο ανήκουν, εφόσον δεν δύναται να καταβληθεί απευθείας από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής. Στην περίπτωση του δεύτερου εδαφίου, τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την εκκαθάριση της σχετικής δαπάνης καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 91 του ν. 4270/2014 (Α' 143). Στην εν λόγω περίπτωση δεν δικαιολογούνται δαπάνες μετακίνησης εξωτερικού κατά τον ν. 4336/2015.

4. Οι αποζημιώσεις και τα έξοδα των παρ. 3 και 3Α αναγνωρίζονται βάσει των υποβληθέντων παραστατικών και των ορίων που καθορίζονται στους κανόνες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής. Όταν θεσπίζεται μοναδιαίο κόστος από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, η εκάστοτε αποζημίωση ή έξοδο, εφόσον δικαιολογείται, αναγνωρίζεται στο ύψος του μοναδιαίου κόστους, ανεξαρτήτως του ποσού που δαπανήθηκε από τον μετακινούμενο. Το ποσό που καταβάλλεται στον μετακινούμενο δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υπερβαίνει το ποσό που επιστρέφεται από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής ως έκτακτο έσοδο στον τακτικό προϋπολογισμό.

5. Οι δαπάνες και αποζημιώσεις της παρ. 3 υπόκεινται σε κρατήσεις σύμφωνα με τα οριζόμενα στον ν. 4336/2015, ενώ αυτές της παρ. 3Α δεν υπόκεινται σε κρατήσεις.

6. Η ισχύς των παρ. 3, 4 και 5 αρχίζει από την 27η.1.2021.»

 

Άρθρο 165

Άδεια χωρίς αποδοχές για εργασία σε θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή διεθνή οργανισμό - Αντικατάσταση άρθρου 48 ν. 4249/2014

1. Το άρθρο 48 του ν. 4249/2014 (Α' 73), περί της άδειας χωρίς αποδοχές για εργασία σε διεθνή οργανισμό, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 48

Άδεια χωρίς αποδοχές για εργασία σε θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή διεθνή οργανισμό

1. Στους αστυνομικούς, ειδικούς φρουρούς και συνοριακούς φύλακες που αποδέχονται θέση, υπό καθεστώς σύμβασης εργασίας σε θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε διεθνή οργανισμό στον οποίο μετέχει η Ελλάδα, δύναται να χορηγείται άδεια χωρίς αποδοχές, με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας.

2. Για τη χορήγηση της άδειας λαμβάνονται υπόψη, κατά περίπτωση, τα καθήκοντα και τα επιμέρους προσόντα της θέσης που καταλαμβάνει ο αιτών, σε συνάρτηση με την αποστολή της Ελληνικής Αστυνομίας και την εξυπηρέτηση του υπηρεσιακού συμφέροντος. Προς τούτο, συντάσσεται και διακινείται εισηγητικό σημείωμα από τη Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας, σύμφωνα με το άρθρο 10 του Κώδικα Διοικητικών Διαδικασιών της Ελληνικής Αστυνομίας (π.δ. 103/2021, Α' 255) και αφού έχουν ληφθεί υπόψη οι απόψεις του προϊστάμενου της υπηρεσίας προέλευσης του αιτούντος, καθώς και των ιεραρχικά προϊστάμενων αυτής.

3. Η άδεια της παρ. 1 δύναται να χορηγείται εφάπαξ ή τμηματικά, για εργασία στο ίδιο ή διαφορετικό θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε διεθνή οργανισμό στον οποίο μετέχει η Ελλάδα, ωστόσο δεν δύναται να υπερβαίνει συνολικά τα πέντε (5) έτη.

4. Η άδεια της παρ. 1 χορηγείται, εφόσον ο αιτών έχει συμπληρώσει τον υποχρεωτικό χρόνο παραμονής στην Ελληνική Αστυνομία, όπως ορίζεται για κάθε κατηγορία προσωπικού. Σε περίπτωση προηγούμενης απόσπασης του αιτούντος στο εξωτερικό, η άδεια χορηγείται, εφόσον έχει παρέλθει χρονικό διάστημα τριπλάσιο της διάρκειας της τελευταίας απόσπασής του.

5. Όταν ο αιτών καταλαμβάνει διευθυντική θέση σε θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε διεθνή οργανισμό στον οποίο μετέχει η Ελλάδα, μέσω της οποίας προωθείται το εθνικό συμφέρον και προβάλλεται η χώρα, δεν ισχύουν οι περιορισμοί της παρ. 4.

6. Μετά την έγκριση της άδειας της παρ. 1 ο αστυνομικός, ειδικός φρουρός ή συνοριακός φύλακας μετατίθεται αυτοδικαίως, κατ' εξαίρεση των π.δ. 100/2003 (Α' 94), 211/2005 (Α' 254) και 53/2022 (Α' 132), στη Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας. Κατά τη διάρκεια της άδειας η ανωτέρω υπηρεσία συγκεντρώνει τα απαιτούμενα στοιχεία για τη σύνταξη της έκθεσης αξιολόγησης του αστυνομικού, ειδικού φρουρού ή συνοριακού φύλακα, σχετικά με τα ουσιαστικά προσόντα και τις τυχόν πειθαρχικές ποινές που του έχουν επιβληθεί, από την αρμόδια αρχή του θεσμικού ή άλλου οργάνου ή οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του διεθνούς οργανισμού.

7. Ο αστυνομικός, ειδικός φρουρός ή συνοριακός φύλακας υπέχει πειθαρχική ευθύνη για τα παραπτώματα που διαπράττει κατά τη διάρκεια της άδειας της παρ. 1, εφόσον αυτά επισύρουν ποινή αργίας με πρόσκαιρη παύση ή αργίας με απόλυση ή ποινή της απόταξης και υποχρεούται να ενημερώνει άμεσα τη Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας για πειθαρχικές ποινές που του επιβλήθηκαν από την αρμόδια αρχή του θεσμικού ή άλλου οργάνου ή οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του διεθνούς οργανισμού.

8. Ο χρόνος της άδειας που διανύθηκε δεν αποτελεί χρόνο πραγματικής υπηρεσίας και δεν υπολογίζεται για τις βαθμολογικές και μισθολογικές προαγωγές του προσωπικού και τις προβλεπόμενες προσαυξήσεις.

9. Η άδεια της παρ. 1 διακόπτεται σε περίπτωση καταγγελίας της σχετικής σύμβασης εργασίας με το θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τον διεθνή οργανισμό και ο αστυνομικός, ειδικός φρουρός ή συνοριακός φύλακας υποχρεούται άμεσα να γνωστοποιήσει αυτήν στη Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας.»

2. Ο αστυνομικός, ειδικός φρουρός ή συνοριακός φύλακας που έχει ήδη λάβει άδεια χωρίς αποδοχές, κατ' εφαρμογή του άρθρου 48 του ν. 4249/2014, όπως αυτό ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με την παρ. 1 του παρόντος, λαμβάνει τις βαθμολογικές και μισθολογικές προαγωγές και προσαυξήσεις, εφόσον υπαχθεί μετά τη λήξη της άδειάς του στη διαδικασία του άρθρου 141 του ν. 4808/2021 (Α' 101). Ο αστυνομικός, ειδικός φρουρός ή συνοριακός φύλακας που υπάγεται στη συνταξιοδοτική νομοθεσία του Δημοσίου, δύναται εναλλακτικά, προ- κειμένου να λάβει τις βαθμολογικές και μισθολογικές προαγωγές και προσαυξήσεις, να καταβάλλει τις εισφορές, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 36 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ. 169/2007, Α' 210) και τις αντίστοιχες εισφορές στα μετοχικά και επικουρικά ταμεία, καθώς και στα ταμεία πρόνοιας και αλληλοβοήθειας, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΔΕΛΤΙΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ

 

Άρθρο 166

Στοιχεία δελτίων ταυτότητας - Εξουσιοδοτική διάταξη - Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 4 ν.δ. 127/1969

1. Η παρ. 1 του άρθρου 4 του ν.δ. 127/1969 (Α' 29), περί των εξουσιοδοτικών διατάξεων του νόμου αυτού, αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται:

α. Ο τύπος και οι προδιαγραφές του δελτίου ταυτότητας,

β. η διάρκεια ισχύος του, η οποία δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των δέκα (10) ετών, γ. τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται για την έκδοσή του,

δ. θέματα που αφορούν στην αντικατάστασή του, ε. οι υπηρεσίες στις οποίες υποβάλλεται η αίτηση έκδοσης, ο τύπος της αίτησης, η προθεσμία και η διαδικασία υποβολής της,

στ. τα στοιχεία του άρθρου 2, τα οποία αναγράφονται και με λατινικούς χαρακτήρες, ζ. η προσθήκη ή αφαίρεση στοιχείων του κατόχου, σε σχέση με αυτά που προβλέπονται στο άρθρο 2, και η. κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»

2. Η παρ. 3 του άρθρου 4 του ν.δ. 127/1969, περί διάρκειας ισχύος των δελτίων ταυτότητας, καταργείται.

 

Άρθρο 167

Μεταβολή των στοιχείων της ταυτότητας -Αντικατάσταση άρθρου 6 ν.δ. 127/1969

Το άρθρο 6 του ν.δ. 127/1969 (Α' 29), περί της μεταβολής των στοιχείων της ταυτότητας, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 6

Μεταβολή στοιχείων ταυτότητας

1. Αν μεταβληθούν το όνομα ή το επώνυμο ή το όνομα πατέρα ή το όνομα μητέρας ή το φύλο ή η ημερομηνία γέννησης ή ο τόπος γέννησης ή η ιθαγένεια του κατόχου, το δελτίο ταυτότητας καθίσταται άκυρο από την οριστικοποίηση της σχετικής πράξης ή απόφασης.

2. Ο κάτοχος του ακυρωθέντος δελτίου οφείλει αμελλητί από την έκδοση της πράξης της παρ. 1, να αιτηθεί στην αρμόδια υπηρεσία την έκδοση νέου δελτίου, παραδίδοντας το ακυρωθέν, καθώς και αντίγραφο της πράξης με την οποία επήλθε η μεταβολή. Σε περίπτωση απώλειας της ελληνικής ιθαγένειας, ο κάτοχος υποχρεούται να παραδώσει αμελλητί το ακυρωθέν δελτίο στην πλησιέστερη αστυνομική ή προξενική αρχή του τόπου κατοικίας του.»

 

Άρθρο 168

Κάτοχοι ειδικών δελτίων ταυτότητας - Αντικατάσταση άρθρου 7 ν.δ. 127/1969

Το άρθρο 7 του ν.δ. 127/1969 (Α' 29), περί των κατόχων ειδικών δελτίων ταυτότητας, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 7

Υποχρέωση παράδοσης ειδικών δελτίων ταυτότητας

Αν πρόσωπα που κατέχουν ειδικό δελτίο ταυτότητας, παύσουν να τελούν στην ενέργεια, υποχρεούνται να παραδώσουν το ειδικό δελτίο στην εκδούσα υπηρεσία, από την οποία εφοδιάζονται με σχετική βεβαίωση που περιέχει όλα τα στοιχεία προς έκδοση δελτίου ταυτότητας, προκειμένου στη συνέχεια να απευθυνθούν στην αρμόδια υπηρεσία έκδοσης για την υποβολή αίτησης χορήγησης νέου δελτίου ταυτότητας.»

 

ΜΕΡΟΣ Δ'

ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ ΥΠΟΔΙΚΩΝ, ΚΑΤΑΔΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΣΕ ΑΔΕΙΑ - ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΑΝΤΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

 

Άρθρο 169

Σκοπός

Σκοπός του παρόντος Μέρους είναι: α) η αποτελεσματική και καθολική εφαρμογή του θεσμού της ηλεκτρονικής επιτήρησης υποδίκων, καταδίκων και κρατουμένων σε άδεια, β) η βελτίωση των διαδικασιών και υποδομών των σωφρονιστικών καταστημάτων, γ) η εύρυθμη λειτουργία της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής και των υπαγόμενων ή εποπτευόμενων από αυτήν υπηρεσιών, δ) η ενίσχυση της δημόσιας ασφάλειας, ε) η προστασία των δικαιωμάτων των κρατουμένων και στ) η εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας των σωφρονιστικών καταστημάτων.

 

Άρθρο 170

Αντικείμενο

Αντικείμενο του παρόντος Μέρους είναι: α) η αναμόρφωση του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης υποδίκων, καταδίκων και κρατουμένων σε άδεια των Σωφρονιστικών Καταστημάτων, προκειμένου να περιλαμβάνει τις απαιτήσεις λειτουργίας, τις διαδικασίες ενεργοποίησης και εγκατάστασής του, σύμφωνα με τον Σωφρονιστικό Κώδικα (ν. 2776/1999, Α' 291), καθώς και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των κρατουμένων σε αυτά, προβαίνοντας παράλληλα στις απαραίτητες τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α' 95) και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α' 96), β) η τροποποίηση του Σωφρονιστικού Κώδικα, με ρυθμίσεις που αφορούν την οργάνωση και λειτουργία των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής

Πολιτικής και του Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με την επωνυμία «ΕΠΑΝΟΔΟΣ», τις κτιριακές εγκαταστάσεις των σωφρονιστικών καταστημάτων, τον επαναπροσδιορισμό του ευεργετικού υπολογισμού ημερών ποινής καταδίκων και υποδίκων κρατουμένων, τις μεταγωγές, καθώς επίσης και τα πειθαρχικά παραπτώματά τους, γ) η ρύθμιση θεμάτων αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής, με τροποποίηση των ν. 3090/2002 (Α' 329), 2298/1995 (Α'62), 2721/1999 (Α' 112), 4356/2015 (Α'181) και 4760/2020 (Α'247) και συγκεκριμένα ζητημάτων που αφορούν το Σώμα Επιθεώρησης και Ελέγχου των Σωφρονιστικών Καταστημάτων, τα Ιδρύματα Αγωγής Ανηλίκων, την ενίσχυση της Υπη ρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης από τις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας για τη διενέργεια μεταγωγών, τη διαδικασία επιλογής προσωπικού για την πλή ρωση των θέσεων των κλάδων Δ.Ε. Φύλαξης και Δ.Ε. Προσωπικού Εξωτερικής Φρούρησης των Σωφρονιστικών Καταστημάτων, την τακτοποίηση δαπανών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής, το καθεστώς των αποσπάσεων των υπαλλήλων των Σωφρονιστικών Καταστημάτων και του Ιδρύματος Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Βόλου εντός των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής, των μετατάξεων και αποσπάσεων των υπαλλήλων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής εκτός του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, τα οχήματα της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης και το Πληροφοριακό Σύστημα Ψηφιακής Διακυβέρνησης της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής και δ) η θέσπιση εξουσιοδοτικών, μεταβατικών και καταργούμενων διατάξεων για την εφαρμογή του παρόντος Μέρους.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ ΥΠΟΔΙΚΩΝ, ΚΑΤΑΔΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΣΕ ΑΔΕΙΑ

 

Άρθρο 171

Ορισμοί

1. Ως «σύστημα ηλεκτρονικής επιτήρησης» ορίζεται το σύνολο των ηλεκτρονικών και λοιπών τεχνικών μέσων και συσκευών, με τα οποία ανιχνεύεται και βεβαιώνεται η θέση ή η κίνηση του επιτηρούμενου σε πραγματικό χρόνο και τα δεδομένα αυτά ταυτοχρόνως αποστέλλο- νται και καταγράφονται σε ένα κέντρο ελέγχου. Η έννοια της επιτήρησης περιλαμβάνει την παρακολούθηση της παραμονής του επιτηρούμενου προσώπου στην κατοικία του και της κίνησής του εκτός αυτής.

2. Ως «παραβίαση των όρων της ηλεκτρονικής επιτήρησης» ορίζεται:

α) η απουσία σήματος ή η καταστροφή ή αποσύνδεση του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης που οφείλεται σε υπαιτιότητα του επιτηρούμενου,

β) η κίνηση του επιτηρούμενου εκτός του καθορισμένου γεωγραφικού χώρου,

γ) η απειλή ή χρήση βίας κατά του προσώπου που είναι επιφορτισμένο με την τοποθέτηση, τον έλεγχο και την ορθή λειτουργία του συστήματος.

3. Ως «επιτηρούμενος» ορίζεται ο υπόδικος, κατάδικος ή κρατούμενος σε άδεια, ο εντοπισμός της θέσης ή της κίνησης του οποίου πραγματοποιείται με τη χρήση συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, κατόπιν διάταξης, βουλεύματος ή δικαστικής απόφασης του αρμόδιου κατά περίπτωση οργάνου και σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους.

 

Άρθρο 172

Εφαρμογή του Συστήματος Ηλεκτρονικής Επιτήρησης

1. Αρμόδια οργανική μονάδα για την εφαρμογή, τον συντονισμό, την εποπτεία και την εν γένει λειτουργία του θεσμού της ηλεκτρονικής επιτήρησης ορίζεται το Τμήμα Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων και Θεμάτων Μεταγωγών της Διεύθυνσης Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων της Γενικής Διεύθυνσης Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων και Διαχείρισης Κρίσεων, της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, η οποία υποστηρίζεται, όπου αυτό απαιτείται, από το Τμήμα Υποστήριξης και Λειτουργίας Πληροφοριακών Συστημάτων και Υπηρεσιών της Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών και Διοικητικής Υποστήριξης της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής.

2. Το Τμήμα Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων και Θεμάτων Μεταγωγών, πέραν των αρμοδιοτήτων της παρ. 1, έχει και την αρμοδιότητα της τήρησης Μητρώου Επιτηρουμένων.

3. Η υλοποίηση, η λειτουργία και η συντήρηση του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης δύναται να ανατίθενται από τη Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής ως Υπεύθυνου Επεξεργασίας, σύμφωνα με τον ν. 4412/2016 (Α' 147), με την υποχρέωση τήρησης των διατάξεων του παρόντος, υπό την εποπτεία και τον έλεγχο της αρμόδιας οργανικής μονάδας της παρ. 1.

 

Άρθρο 173

Απαιτήσεις λειτουργίας συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης

Για τη λειτουργία του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης απαιτείται:

α) κέντρο ελέγχου και επιτήρησης, το οποίο λειτουργεί αδιαλείπτως και σε εικοσιτετράωρη βάση, με διοικητικό και τεχνικό προσωπικό που λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για τον έλεγχο των επιτηρουμένων προσώπων, την ειδοποίηση και τον έλεγχο, σε περίπτωση παραβιάσεων ή δυσλειτουργιών, και την εν γένει λειτουργία και συντήρηση του συστήματος, την τοποθέτηση και αφαίρεση των συσκευών επιτήρησης, καθώς επίσης και την τήρηση μονάδας και αρχείου συλλογής, καταγραφής, επεξεργασίας, αποθήκευσης και χρήσης των στοιχείων και δεδομένων των επιτηρουμένων προσώπων,

β) σύστημα επικοινωνίας, αναφοράς παραβιάσεων επιτήρησης και ειδοποίησης των αρμόδιων δικαστικών αρχών και υπηρεσιών του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και

γ) τερματικό σύστημα με πλήρη πρόσβαση στο αρχείο συλλογής, καταγραφής, επεξεργασίας, αποθήκευσης και χρήσης των στοιχείων και δεδομένων των επιτηρουμένων προσώπων σε πραγματικό χρόνο, για την άσκηση του έργου της αρμόδιας οργανικής μονάδας του άρθρου 172.

 

Άρθρο 174

Διαδικασία ενεργοποίησης, εγκατάστασης και απεγκατάστασης συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης

1. Η εγκατάσταση και η ενεργοποίηση του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης επιβάλλονται με διάταξη, βούλευμα, δικαστική απόφαση ή απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου οργάνου, που περιέχει τα στοιχεία του οργάνου που την επιβάλλει, τα ατομικά στοιχεία του επιτηρούμενου, το περιεχόμενο και τους όρους επιβολής της, καθώς και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του επιτηρούμενου.

2. Για την έκδοση της διάταξης, του βουλεύματος ή της απόφασης της παρ. 1 ο επιτηρούμενος παρέχει ακριβή στοιχεία τηλεφωνικής επικοινωνίας του, τα οποία καταγράφονται στον πίνακα που καταρτίζεται από το όργανο επιβολής του μέτρου και γνωστοποιείται στον επιτηρούμενο και στην αρμόδια οργανική μονάδα του άρθρου 172.

3. Η εγκατάσταση και η ενεργοποίηση του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης πραγματοποιούνται εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών από τη γνωστοποίηση της παρ. 2.

4. Η ηλεκτρονική επιτήρηση του προσώπου πραγματοποιείται με τη χρήση πρόσφορων ηλεκτρονικών μέσων.

5. Κατά την εφαρμογή του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, απαιτείται προηγούμενη ενημέρωση του επιτηρούμενου, για τους όρους και τις οδηγίες χρήσης του.

6. Μετά από την εγκατάσταση και την ενεργοποίηση του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, ειδοποιούνται αμελλητί, εγγράφως:

α) το όργανο επιβολής της,

β) οι καθ' ύλην αρμόδιες αστυνομικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της κατά τόπον αρμόδιας αστυνομικής υπηρεσίας του τόπου κατοικίας του επιτηρούμενου και

γ) η αρμόδια οργανική μονάδα της παρ. 1 του άρθρου 172.

7. Με εντολή του αρμόδιου οργάνου αφαιρείται από τον επιτηρούμενο, με ευθύνη της αρμόδιας οργανικής μονάδας του άρθρου 172, ο τεχνικός εξοπλισμός για την ηλεκτρονική επιτήρηση, σε περίπτωση ολοκλήρωσης της περιόδου επιτήρησης ή διακοπής αυτής, και στη συνέχεια ενημερώνονται τα όργανα της παρ. 6.

8. Σε περίπτωση παραβίασης, κατά την εγκατάσταση ή λειτουργία του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, ειδοποιούνται αμελλητί, εγγράφως, τα όργανα της παρ. 6.

 

Άρθρο 175

Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1. Κατά τη λειτουργία των συστημάτων ηλεκτρονικής επιτήρησης, συλλέγονται και υπόκεινται σε επεξεργασία μόνο εκείνα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι πρόσφορα και αναγκαία για την επίτευξη των σκοπών της ηλεκτρονικής επιτήρησης.

2. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας αφορούν, πέραν των όσων αναφέρονται στον πίνακα στοιχείων του επιτηρουμένου και στο Μητρώο Επιτηρουμένων της παρ. 2 του άρθρου 172, όσα ηλεκτρονικά δεδομένα καταγράφονται κατά την επιτήρησή του. Τα δεδομένα αυτά τίθενται στη διάθεση των δικαστικών και αστυνομικών αρχών, κατόπιν αιτήματός τους, στο πλαίσιο προκαταρκτικής εξέτασης, προανάκρισης, κύριας ανάκρισης ή διαδικασίας στο ακροατήριο, σύμφωνα με τον ν. 4624/2019 (Α' 137).

3. Ως υπεύθυνος επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ορίζεται η Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.

 

Άρθρο 176

Έκτιση της ποινής στην κατοικία - Τροποποίηση παρ. 5 άρθρου 105 Ποινικού Κώδικα

Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 105 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α' 95), περί της έκτισης της ποινής στην κατοικία, καταργείται και η παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:

«5. Εκτός των περιπτώσεων των παρ. 1 και 2, αν με μία ή περισσότερες αποφάσεις έχει επιβληθεί ποινή φυλάκισης, που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη, το δικαστήριο, μπορεί, ύστερα από αίτηση του καταδικασθέντος, να αποφασίσει την κατ' οίκον έκτιση της ποινής με ηλεκτρονική επιτήρηση αν κρίνει αιτιολογημένα ότι είναι πρόσφορη για να τον αποτρέψει από την τέλεση άλλων αδικημάτων χωρίς να είναι αναγκαία η μερική ή ολική έκτιση της ποινής σε σωφρονιστικό κατάστημα. Στην περίπτωση του πρώτου εδαφίου εφαρμόζονται αναλογικά η παρ. 1 του άρθρου 284 και η παρ. 4 του άρθρου 285 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Αν καταδικασθείς δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που του επιβλήθηκαν σχετικά με τον κατ' οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση ή σε περίπτωση τέλεσης από αυτόν του εγκλήματος του άρθρου 173Α του παρόντος, ο εισαγγελέας εκτέλεσης ποινών ανακαλεί την απόφαση με διάταξή του και διατάσσει την πραγματική έκτιση της ποινής σε σωφρονιστικό κατάστημα. Η ποινή που εκτίεται με ηλεκτρονική επιτήρηση, θεωρείται ότι έχει αποτιθεί, με τη συμπλήρωση των χρονικών ορίων της παρ. 1 του άρθρου 105Β.»

 

Άρθρο 177

Διάρκεια του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση και προκαταβολή εξόδων - Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 283, παρ. 1 άρθρου 284 και άρθρου 285 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

1. Το τέταρτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 283 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α' 96), περί των περιοριστικών όρων, καταργείται και η παρ. 1, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται, ως εξής:

«1. Περιοριστικοί όροι είναι ιδίως η παροχή εγγύησης, η υποχρέωση του κατηγορουμένου να εμφανίζεται κατά διαστήματα στον ανακριτή ή σε άλλη αρχή στην Ελλάδα ή σε ελληνική προξενική αρχή στο εξωτερικό, η απαγόρευση να μεταβαίνει ή να διαμένει σε ορισμένο τόπο ή στο εξωτερικό και η απαγόρευση να συναναστρέφεται ή να συναντάται με ορισμένα πρόσωπα. Σε περίπτωση επιβολής του περιοριστικού όρου της εμφάνισης σε ελληνική προξενική αρχή, η τελευταία υποχρεούται να εκτελεί τις σχετικές παραγγελίες των δικαστικών αρχών. Ως περιοριστικός όρος μπορεί να επιβάλλεται και η ηλεκτρονική επιτήρηση του κατηγορουμένου με τη χρήση τεχνολογίας εντοπισμού θέσης και κίνησης είτε σε συνδυασμό με άλλους περιοριστικούς όρους με σκοπό τον έλεγχο της τήρησής τους είτε και μεμονωμένα. H παρ. 5 του άρθρου 284 και η παρ. 3 του άρθρου 285 εφαρμόζονται αναλόγως. Γ ια τους ανηλίκους ως περιοριστικοί όροι είναι δυνατόν να διατάσσονται και ένα ή περισσότερα από τα αναμορφωτικά μέτρα που προβλέπονται στις περ. α' έως ια' της παρ. 1 του άρθρου 122 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α'95). Σε περίπτωση παραβίασης των όρων αυτών είναι δυνατή η αντικατάστασή τους με το μέτρο της περ. ιβ' της παρ. 1 του άρθρου 122 του Ποινικού Κώδικα. Για τους κατηγορουμένους που εμφανίζουν ψυχική ή διανοητική διαταραχή ως περιοριστικός όρος είναι δυνατόν να διατάσσεται ένα από τα μέτρα της παρ. 3 του άρθρου 69Α του Ποινικού Κώδικα.»

2. Στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 284 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, περί του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθενται οι λέξεις «της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη», β) οι λέξεις «καταγράφει μέσω συστήματος γεωεντοπισμού, μόνο την γεωγραφική θέση» αντικαθίστανται από τις λέξεις «καταγράφει μέσω συστήματος τη θέση του κατηγορούμενου» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Ως κατ' οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση νοείται η επιβολή στον κατηγορούμενο της υποχρέωσης να μην εξέρχεται από συγκεκριμένο και ειδικά ορισμένο στην διάταξη του ανακριτή κτίριο ή σύμπλεγμα κτιρίων, που αποδεδειγμένα συνιστά τον τόπο διαμονής ή κατοικίας του. Η διάταξη που επιβάλλει τον κατ' οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση μπορεί να ορίζει την ευρύτερη περιοχή γύρω από τον τόπο διαμονής ή κατοικίας του κατηγορουμένου, στην οποία θα μπορεί αυτός να κινείται για την κάλυψη βασικών βιοτικών αναγκών του. Για τον σκοπό αυτόν ο κατηγορούμενος επιτηρείται με τη χρήση πρόσφορων ηλεκτρονικών μέσων. Ο κατηγορούμενος υποχρεούται να μην επεμβαίνει ή επιδρά καθ' οιονδήποτε τρόπο στα ηλεκτρονικά μέσα και στα συναφή με την επιτήρηση δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Αρμόδια υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη παρακολουθεί και καταγράφει μέσω συστήματος τη θέση του κατηγορούμενου και τηρεί σχετικό αρχείο.»

3. Στο άρθρο 285 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, περί της διάρκειας του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση και περί της προκαταβολής των εξόδων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) οι παρ. 2 και 3 καταργούνται, β) στην παρ. 4, βα) στο πρώτο εδάφιο, οι λέξεις «κρατείται μέχρι να προκαταβληθούν τα σχετικά έξοδα που του επιβλήθηκαν» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οδηγείται στο αρμόδιο όργανο για την προσαρμογή του τεχνικού μέσου επιτήρησης, μαζί με τη σχετική διάταξη του ανακριτή» και ββ) το δεύτερο εδάφιο καταργείται και το άρθρο 285 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 285

Διάρκεια του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση και προκαταβολή εξόδων

1. Ως προς τη διάρκεια ισχύος του μέτρου του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση και τη διαδικασία άρσης, εξακολούθησης ή παράτασής του εφαρμόζονται αναλόγως τα οριζόμενα στα άρθρα 292, 293 και 294.

2. [Καταργείται].

3. [Καταργείται].

4. Εκείνος σε βάρος του οποίου επιβλήθηκε το μέτρο του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση οδηγείται στο αρμόδιο όργανο για την προσαρμογή του τεχνικού μέσου επιτήρησης, μαζί με τη σχετική διάταξη του ανακριτή. Αν στην δικαστική περιφέρεια, στην οποία επιβλήθηκε το μέτρο, δεν είναι αυτό δυνατόν, ο κατηγορούμενος οδηγείται χωρίς αναβολή στην πλησιέστερη δικαστική περιφέρεια, στην οποία λειτουργεί αρμόδιο όργανο. Αφού προσαρμοσθεί και ενεργοποιηθεί ο τεχνικός εξοπλισμός για την ηλεκτρονική επιτήρηση, οδηγείται στο προκαθορισμένο κτίριο ή σύμπλεγμα κτιρίων και συντάσσεται έκθεση, αντίγραφο της οποίας εντάσσεται στη δικογραφία. Η διάρκεια του κατ'οίκον περιορισμού αρχίζει από την ημέρα έκδοσης της διάταξης επιβολής του.»

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'

ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΣΤΑ ΣΩΦΡΟΝΙΣΤΙΚΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ

 

Άρθρο 178

Προϋποθέσεις μεταγωγής στα ειδικά καταστήματα - Τροποποίηση παρ. 1 και προσθήκη παρ. 1Α στο άρθρο 19Α Σωφρονιστικού Κώδικα

1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 19Α του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α' 291), περί των προϋποθέσεων μεταγωγής στα ειδικά καταστήματα, αντικαθίσταται και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Στα Αγροτικά Σωφρονιστικά Καταστήματα και την Κεντρική Αποθήκη Υλικού Σωφρονιστικών Καταστημάτων (Κ.Α.Υ.Σ.Κ.) δύνανται να μετάγονται κατάδικοι κρατούμενοι, ικανοί για εργασία, με απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής Μεταγωγών (Κ.Ε.Μ.), μετά από πρόταση του Συμβουλίου Φυλακής, εφόσον συντρέχει μία από τις παρακάτω προϋποθέσεις:

α) εκτίουν ποινή φυλάκισης,

β) εκτίουν ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης μέχρι δεκαπέντε (15) έτη και έχουν συμπληρώσει το ήμισυ του χρόνου που απαιτείται για τη χορήγηση τακτικής άδειας, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 55 ή

γ) εκτίουν ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης άνω των δεκαπέντε (15) ετών ή ισόβιας κάθειρξης (μίας ή περισσοτέρων), τους έχει χορηγηθεί τακτική άδεια τουλάχιστον μία (1) φορά, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 55 και έχουν τηρήσει τους όρους της άδειας.

Κρατούμενος ο οποίος από τον χρόνο μετάβασής του σε Αγροτικά Σωφρονιστικά Καταστήματα ή στην Κ.Α.Υ.Σ.Κ. απωλέσει τις προϋποθέσεις χορήγησης άδειας ή εκλείψει ο λόγος χορήγησής της ή κρατούμενος που υποπέσει σε πειθαρχικό παράπτωμα ή ασκηθεί σε βάρος του ποινική δίωξη για αξιόποινη πράξη σε βαθμό πλημμελήματος που ενέχει πράξεις βίας ή απειλής βίας κατά προσώπων και πραγμάτων ή κακουργήματος ή εκκρεμεί σε βάρος του διαδικασία εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης ή έκδοσης σε τρίτη χώρα, επαναμετάγεται στο κατάστημα κράτησης από το οποίο αρχικά είχε μεταταγεί.

Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις η μεταγωγή δύναται να παραγγέλλεται από τον Γενικό Γραμματέα Αντεγκληματικής Πολιτικής, ύστερα από εισήγηση του Συμβουλίου της Φυλακής.»

2. Μετά από την παρ. 1 του άρθρου 19Α του Σωφρονιστικού Κώδικα προστίθεται παρ. 1Α, ως εξής:

«1Α. Πέραν των περιπτώσεων του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, καταδικασθέντες σε ποινή φυλάκισης δύναται να κρατούνται σε Αγροτικό Σωφρονιστικό Κατάστημα, κατόπιν παραγγελίας του εισαγγελέα του άρθρου 549 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α' 96) και να παραμένουν σε αυτό, χωρίς υποχρέωση παροχής εργασίας. Στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου, δεν εφαρμόζεται το άρθρο 46. Κατόπιν σχετικής αίτησης, οι κρατούμενοι δύνανται να παρέχουν εργασία, εφόσον κριθούν ικανοί από το οικείο Συμβούλιο Εργασίας Κρατουμένων, με ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 46.»

 

Άρθρο 179

Χώροι διενέργειας δικονομικών πράξεων με τη χρήση τεχνολογικών μέσων εικόνας και ήχου - Προσθήκη παρ. 6 στο άρθρο 20 Σωφρονιστικού Κώδικα

Στο άρθρο 20 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α' 291), περί των κτιριακών εγκαταστάσεων των Σωφρονιστικών Καταστημάτων, προστίθεται παρ. 6 ως εξής:

«6. Η αίθουσα που χρησιμοποιείται για τις ανάγκες διενέργειας των δικονομικών πράξεων του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας με τη χρήση τεχνολογικών μέσων εικόνας και ήχου (εικονοτηλεδιάσκεψη), βρίσκεται, σε κάθε περίπτωση, εκτός των χώρων κράτησης.»

 

Άρθρο 180

Επαναπροσδιορισμός του ευεργετικού υπολογισμού ημερών ποινής καταδίκων και υποδίκων λόγω εργασίας ή απασχόλησης σε προγράμματα ή σπουδές - Τροποποίηση παρ. 1 και αντικατάσταση παρ. 2 άρθρου 46 Σωφρονιστικού Κώδικα

1. Η παρ. 1 του άρθρου 46 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α' 291), περί των προϋποθέσεων και της διαδικασίας υπολογισμού του ευεργετικού υπολογισμού ημερών λόγω εργασίας, αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Κρατούμενοι που παρέχουν εργασία οποιασδήποτε μορφής ή παρακολουθούν προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης ή κατάρτισης ή φοίτησης σε σχολικές μονάδες ή εκπαιδευτικά προγράμματα της παρ. 2 του άρθρου 35 ή συμμετέχουν σε εγκεκριμένα θεραπευτικά προγράμματα απεξάρτησης τοξικομανών, μπορεί να τύχουν ευεργετικού υπολογισμού ημερών ποινής μετά από πρόταση του Συμβουλίου Εργασίας Κρατουμένων και απόφαση του αρμόδιου δικαστικού λειτουργού. Για τους μεταξύ αυτών υποδίκους, οι ημέρες που έχουν υπολογισθεί ευεργετικά λαμβάνονται υπόψη μόνο στην περίπτωση καταδίκης τους από την ημερομηνία έκδοσης της οριστικής καταδικαστικής απόφασης. Το Συμβούλιο Εργασίας Κρατουμένων τοποθετεί τον κρατούμενο σε θέσεις εργασίας και στη συνέχεια ο αρμόδιος δικαστικός λειτουργός αποφασίζει την απόδοση των ημερομισθίων μετά από σχετική εισήγηση του Συμβουλίου Εργασίας Κρατουμένων. Σε αυτή την περίπτωση, ο δικαστικός λειτουργός δεν δύναται να έχει μετάσχει προηγουμένως με δικαίωμα ψήφου στη σύνθεση του Συμβουλίου Εργασίας Κρατουμένων. Το μέτρο του ευεργετικού υπολογισμού ημερών ποινής καταδίκων και υποδίκων για εργασία ή απασχόληση σε προγράμματα ή σπουδές, καθορίζεται ως εξής:

α) Σε Αγροτικό Σωφρονιστικό Κατάστημα ή Ειδικό Αγροτικό Σωφρονιστικό Κατάστημα Νέων ή στο αρτοποιείο της Κεντρικής Αποθήκης Υλικού Σωφρονιστικών Καταστημάτων του άρθρου 104 του από 30.9.1935 ν.δ. (Α'433) ή στο Κέντρο Απεξάρτησης Τοξικομανών Κρατουμένων Ελεώνα Θηβών, για πάσης φύσεως εργασία στον αγροκτηνοτροφικό τομέα και σε βιοτεχνικές μονάδες, κάθε ημέρα απασχόλησης υπολογίζεται σε δύο (2) επιπλέον ημέρες εκτιόμενης ποινής. β) Σε όλα τα σωφρονιστικά καταστήματα: βα) Κάθε ημέρα απασχόλησης σε θέση βοηθού νοσοκόμου αποκλειστικά για τη φροντίδα κρατουμένων με σοβαρή αναπηρία ή χρόνιες παθήσεις, με ποσοστό αναπηρίας εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω και που απαιτούν συνεχόμενη φροντίδα από τρίτο άτομο υπολογίζεται σε δύο (2) επιπλέον ημέρες εκτιόμενης ποινής.

ββ) Κάθε ημέρα απασχόλησης σε θέση αρχιμάγειρα, ζαχαροπλάστη, καθώς και πάσης φύσεως εργασία (πλην των βοηθητικών) σε βιοτεχνικές μονάδες ή εργαστήρια (υφαντουργείο - ραφείο, στρωματοποιείο, τυπογραφείο- βιβλιοδετείο), υπολογίζεται σε μία και τρία τέταρτα (1 και 3/4) επιπλέον ημέρες εκτιόμενης ποινής.

βγ) Κάθε ημέρα απασχόλησης για εργασία βοηθού μάγειρα, βοηθού ζαχαροπλάστη, πάσης φύσεως βοηθητικές εργασίες σε βιοτεχνικές μονάδες ή εργαστήρια, υδραυλικού, ηλεκτρολόγου, βοηθού υδραυλικού, βοηθού ηλεκτρολόγου, οικοδόμου, ελαιοχρωματιστή, συντηρητή κτιρίων, σιδηρουργού, ξυλουργού, βοηθού νοσοκόμου, ή η εργασία σε συνεργεία οικοδομικών και τεχνικών εργασιών, που συγκροτούνται εκτάκτως και για συγκεκριμένο έργο σε οποιοδήποτε Σωφρονιστικό Κατάστημα, ακόμη και διαφορετικό αυτού στο οποίο κρατούνται, ή σε άλλα δημόσια κτίρια υπολογίζεται σε μία και δύο τέταρτα (1 και 2/4) επιπλέον ημέρες εκτιόμενης ποινής.

βδ) Κάθε ημέρα απασχόλησης για εργασία στο πρατήριο - καντίνα και στο καφενείο υπολογίζεται σε μία και ένα τέταρτο (1 και 1/4) επιπλέον ημέρες εκτιόμενης ποινής.

βε) Κάθε ημέρα απασχόλησης σε όλες τις άλλες θέσεις εργασίας, όπως καθαριστή, κουρέα, πλύντη, βοηθού αποθηκάριου, μεταφορέα στο πρατήριο τροφίμων ή βιβλιοθηκάριου, υπολογίζεται σε μία (1) επιπλέον ημέρα εκτιόμενης ποινής.

γ) Κάθε ημέρα απασχόλησης υπολογίζεται σε μία (1) επιπλέον ημέρα εκτιόμενης ποινής:

γα) για φοίτηση, καθ' όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους, μη εξαιρουμένων των αργιών και σχολικών ή άλλων διακοπών σε σχολικές μονάδες Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, όπως Δημοτικά Σχολεία, Γυμνάσια ή Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας, Γενικά ή Επαγγελματικά Λύκεια, σε δομές μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, όπως σε Σχολές Ανώτερης Επαγγελματικής Κατάρτισης, Επαγγελματικές Σχολές Κατάρτισης, Δημόσια Κέντρα διά Βίου Μάθησης και Τμήματα Εκμάθησης της Ελληνικής Γλώσσας, εφόσον λειτουργούν εντός του Σωφρονιστικού Καταστήματος, συμπεριλαμβανόμενης και της επιτυχούς φοίτησης μαθητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην κατηγορία κατ' ιδίαν διδαχθέντων του άρθρου 7 του ν. 1894/1990 (Α' 110), καθώς και σε Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Α.Ε.Ι.), για τη φοίτηση στα οποία ισχύουν οι ειδικότερες προϋποθέσεις και όροι χορήγησης εκπαιδευτικής άδειας, σύμφωνα με το άρθρο 58,

γβ) λόγω συμμετοχής σε προγράμματα εκπαίδευσης, συμβουλευτικά - θεραπευτικά προγράμματα πάσης φύσεως απεξάρτησης, που έχουν εγκριθεί από τον Εθνικό Οργανισμό Πρόληψης και Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων (Ε.Ο.Π.Α.Ε.) τρίμηνης τουλάχιστον διάρκειας, ή επαγγελματικής κατάρτισης, τα οποία πραγματοποιούνται σε οποιοδήποτε Σωφρονιστικό Κατάστημα. Η φοίτηση στα προγράμματα εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης του πρώτου εδαφίου διαρκεί από 1ης Σεπτεμβρίου μέχρι τις 31 Αυγούστου του επόμενου έτους και περιλαμβάνει τα Σαββατοκύριακα και τις αργίες. Αν οι εκπαιδευόμενοι απουσιάσουν αδικαιολόγητα για τουλάχιστον τρεις (3) ημέρες εντός της ίδιας εβδομάδας, αφαιρείται, επιπλέον των τριών (3) ημερών και το ημερομίσθιο που αντιστοιχεί στο Σαββατοκύριακο.»

2. Η παρ. 2 του άρθρου 46 του Σωφρονιστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:

«2.α. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, μετά από γνώμη του Κεντρικού Επιστημονικού Συμβουλίου Φυλακών, δύναται να εξειδικεύονται η διαδικασία, οι προϋποθέσεις και ο καθορισμός του ευεργετικού υπολογισμού ημερών ποινής για καταδίκους και υπόδικους. Με όμοιο προεδρικό διάταγμα μπορεί να γίνει σε ειδικές ή εξαιρετικές περιπτώσεις υπέρβαση του παραπάνω ανώτατου ορίου.

β. Με κοινή απόφαση του αρμόδιου Υπουργού για τα δικααιώματα των Ατόμων με Αναπηρία σύμφωνα με το άρθρο 69 του ν. 4488/2017 (Α' 137) και των Υπουργών

Υγείας και Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα των κρατουμένων που παρέχουν εργασία βοηθού νοσοκόμου, σύμφωνα με την παρ. 1, η διαδικασία συναφούς επιμόρφωσης, εξειδίκευσης και πιστοποίησης αυτών, καθώς επίσης και το ειδικότερο καθηκοντολόγιο τους.»

 

Άρθρο 181

Εφαρμογή του κατ' οίκον περιορισμού και του εντοπισμού των κινήσεων με ηλεκτρονική επιτήρηση - Τροποποίηση παρ. 6 άρθρου 56 Σωφρονιστικού Κώδικα

Στην παρ. 6 του άρθρου 56 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α' 291), περί της εφαρμογής του κατ' οίκον περιορισμού και του εντοπισμού των κινήσεων με ηλεκτρονική επιτήρηση, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο πρώτο εδάφιο, η λέξη «αντίστοιχα» αντικαθίσταται από τη λέξη «αναλόγως», β) στο δεύτερο εδάφιο, οι λέξεις «, αφού καταβληθούν τα έξοδα που ορίστηκαν από το αρμόδιο συμβούλιο» διαγράφονται, γ) στο τρίτο εδάφιο, οι λέξεις «στην τριμελή επιτροπή παρακολούθησης» αντικαθίστανται από τις λέξεις «στο Τμήμα Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων και Θεμάτων Μεταγωγών της Διεύθυνσης Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων της Γενικής Διεύθυνσης Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων και Διαχείρισης Κρίσεων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής» και η παρ. 6 διαμορφώνεται ως εξής:

«6. Ως προς την έννοια και τις ειδικές ρυθμίσεις εφαρμογής του κατ' οίκον περιορισμού και του εντοπισμού των κινήσεων με ηλεκτρονική επιτήρηση εφαρμόζονται αναλόγως η παρ. 1 του άρθρου 284 και οι παρ. 2 και 4 του άρθρου 285 ΚΠΔ. Ο κατάδικος σε βάρος του οποίου επιβλήθηκε ο όρος του κατ' οίκον περιορισμού ή του εντοπισμού των κινήσεων με ηλεκτρονική επιτήρηση οδηγείται στο όργανο που έχει οριστεί για την προσαρμογή του τεχνικού μέσου επιτήρησης, με τη σχετική απόφαση του συμβουλίου. Εάν στο σωφρονιστικό κατάστημα στο οποίο επιβλήθηκε ο όρος δεν είναι αυτό δυνατόν, ο κατάδικος μετάγεται χωρίς αναβολή, με απόφαση του ίδιου συμβουλίου στο πλησιέστερο σωφρονιστικό κατάστημα στο οποίο λειτουργεί το όργανο αυτό. Αφού προσαρμοστεί και ενεργοποιηθεί ο τεχνικός εξοπλισμός για την ηλεκτρονική επιτήρηση, οδηγείται στον προκαθορισμένο χώρο, ενώ συντάσσεται έκθεση, αντίγραφο της οποίας εντάσσεται στον ατομικό φάκελο (μητρώο) του καταδίκου και κοινοποιείται στο Τμήμα Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων και Θεμάτων Μεταγωγών της Διεύθυνσης Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων της Γενικής Διεύθυνσης Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων και Διαχείρισης Κρίσεων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής.»

 

Άρθρο 182

Πειθαρχικά παραπτώματα - Προσθήκη περ. ια) στην παρ. 2 και προσθήκη παρ. 2Α άρθρου 68 Σωφρονιστικού Κώδικα

1. Στην παρ. 2 του άρθρου 68 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α' 291), περί των πειθαρχικών παραπτωμάτων των κρατουμένων, προστίθεται περ. ια) ως εξής:

«ια. Παραβίαση των όρων της άδειας.»

2. Μετά από την παρ. 2 του άρθρου 68 του Σωφρονιστικού Κώδικα προστίθεται παρ. 2Α, ως εξής:

«2Α. Πειθαρχικό παράπτωμα της κατηγορίας Α' συνιστά και η διάπραξη κάθε ποινικού αδικήματος, όπως περιγράφεται στον Ποινικό Κώδικα (ν. 4619/2019, Α'95) ή σε ειδικό ποινικό νόμο, εφόσον τελείται κατά το χρονικό διάστημα έκτισης της ποινής, εντός του σωφρονιστικού καταστήματος και δεν αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα των κατηγοριών Β' και Γ', όπως αυτά ορίζονται στο παρόν άρθρο.»

 

Άρθρο 183

Μεταγωγή για λόγους υγείας - Εξουσιοδοτική διάταξη - Τροποποίηση άρθρου 74 Σωφρονιστικού Κώδικα

Στο άρθρο 74 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α' 291), περί της μεταγωγής κρατουμένων για λόγους υγείας, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 2, αα) στο τρίτο εδάφιο, οι λέξεις «γνωστοποιείται αμέσως» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κοινοποιείται άμεσα» και προστίθενται οι λέξεις «, η οποία την επικυρώνει στην αμέσως επόμενη συνεδρίαση της» και αβ) προστίθενται εδάφια, τέταρτο και πέμπτο, β) μετά από την παρ. 2, προστίθεται παρ. 2Α, γ) στην παρ. 3, γα) στο πρώτο εδάφιο, προστίθενται οι λέξεις «Πέραν των οριζόμενων στα εδάφια τέταρτο και πέμπτο της παρ. 2 καθώς και στην παρ. 2Α,» και γβ) προστίθεται τρίτο εδάφιο, δ) προστίθεται παρ. 5 και το άρθρο 74, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 74

Μεταγωγή για λόγους υγείας

1. Στην περ. β) του πρώτου εδαφίου του άρθρου 72 η μεταγωγή ασθενούς κρατουμένου σε θεραπευτικά καταστήματα ή νοσηλευτικά ιδρύματα κατά το άρθρο 30 παραγγέλλεται από την Κεντρική Επιτροπή Μεταγωγών (Κ.Ε.Μ.), ύστερα από πρόταση του Συμβουλίου Φυλακής, η οποία συνοδεύεται από θετική και αιτιολογημένη γνωμάτευση του ιατρού του καταστήματος ή, στην περίπτωση της παρ. 5 του άρθρου 27, από το πόρισμα των τριών ιατρών σχετικά με το είδος της πάθησης και τον επείγοντα ή μη χαρακτήρα της αντιμετώπισής της. Η απόφαση της Κ.Ε.Μ. εκδίδεται το αργότερο εντός είκοσι (20) ημερών από την υποβολή της πρότασης του Συμβουλίου Φυλακής, διαφορετικά η μεταγωγή πραγματοποιείται με μόνη την πρόταση του Συμβουλίου Φυλακής.

2. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις και εφόσον ο ιατρός απουσιάζει, ο διευθυντής του καταστήματος ή σε περίπτωση απουσίας του ο νόμιμος αναπληρωτής του, προκειμένου να αποτραπεί κίνδυνος ζωής ή σοβαρής και μόνιμης βλάβης της υγείας του κρατουμένου ή κίνδυνος μετάδοσης μολυσματικών νόσων ή βλάβης της υγείας άλλων κρατουμένων, παραγγέλλει τη μεταγωγή του στα παραπάνω καταστήματα. Μέχρι τη μετακίνησή του ο κρατούμενος παραμένει σε ειδικό χώρο υπό την επίβλεψη ιατρού ή νοσηλευτού. Η εν λόγω παραγγελία κοινοποιείται άμεσα στο Συμβούλιο Φυλακής και στην Κ.Ε.Μ., η οποία την επικυρώνει στην αμέσως επόμενη συνεδρίαση της. Σε περίπτωση διαφωνίας της Κ.Ε.Μ. με την εκτέλεση της μεταγωγής, η Κ.Ε.Μ. ορίζει εντός τριών (3) ημερών, επιτροπή που αποτελείται από τρεις (3) ιατρούς δημοσίου νοσοκομείου, με ειδικότητα σχετική με το είδος της πάθησης του κρατουμένου, προκειμένου να διαπιστωθεί η ύπαρξη επαρκούς λόγου για την εκτέλεσή της. Αν δεν διαπιστωθεί η ύπαρξη επαρκούς λόγου για την εκτέλεση της μεταγωγής, η Κ.Ε.Μ. παραγγέλλει την επαναμεταγωγή του κρατουμένου στο σωφρονιστικό κατάστημα προέλευσής του.

2 Α. Αν η νοσηλεία του κρατουμένου συνεχίζει πέραν του τριμήνου από την εισαγωγή του σε θεραπευτικό κατάστημα ή νοσηλευτικό ίδρυμα, διορίζεται με απόφαση του εισαγγελέα του σωφρονιστικού καταστήματος ιατρός πραγματογνώμονας, ο οποίος γνωματεύει εντός είκοσι (20) ημερών για την αναγκαιότητα ή μη της συνέχισης της νοσηλείας του κρατουμένου. Η διαδικασία του προηγούμενου εδαφίου επαναλαμβάνεται κάθε τρεις (3) μήνες, σε περίπτωση συνέχισης της νοσηλείας. Η γνωμάτευση των προηγούμενων εδαφίων διαβιβάζεται στο Συμβούλιο Φυλακής του οικείου σωφρονιστικού καταστήματος και την Κ.Ε.Μ., η οποία αποφασίζει για την επαναμεταγωγή ή μη του κρατουμένου στο σωφρονιστικό κατάστημα προέλευσής του.

3. Πέραν των οριζόμενων στα εδάφια τέταρτο και πέμπτο της παρ. 2 καθώς και στην παρ. 2Α, η επαναμεταγωγή του κρατουμένου στο σωφρονιστικό κατάστημα από το θεραπευτικό κατάστημα ή το νοσηλευτικό ίδρυμα παραγγέλλεται από τον διευθυντή του τελευταίου αμέσως μετά την έκδοση του εξιτηρίου, και πραγματοποιείται από την αρμόδια υπηρεσία μεταγωγών το ταχύτερο δυνατό, ύστερα από συνεννόηση με τον διευθυντή του καταστήματος κράτησης. Αν απαιτείται μεταφορά κρατουμένου από θεραπευτικό κατάστημα ή νοσηλευτικό ίδρυμα σε άλλο όμοιο, προς διενέργεια ειδικών εξετάσεων ή ειδικής θεραπείας, αυτή παραγγέλλεται από τον οικείο διευθυντή. Σε περίπτωση διαφωνίας της Κ.Ε.Μ. με την εκτέλεση της μεταφοράς, εφαρμόζονται αναλόγως τα εδάφια τέταρτο και πέμπτο της παρ. 2.

4. Στις περιπτώσεις μεταγωγής κρατουμένου για σοβαρούς λόγους υγείας σύμφωνα με το παρόν, ο διευθυντής του καταστήματος κράτησης ειδοποιεί αμέσως τους συγγενείς του κρατουμένου και, αν δεν υπάρχουν συγγενείς, πρόσωπο ή αρχή που υποδεικνύει ο κρατούμενος.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Υγείας, Προστασίας του Πολίτη και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, ρυθμίζονται τα ειδικότερα ζητήματα συγκρότησης, τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις του Προέδρου και των μελών, οι αμοιβές τους και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την επιτροπή του παρόντος.»

 

Άρθρο 184

Εκτέλεση της μεταγωγής - Εξουσιοδοτική διάταξη - Τροποποίηση παρ. 4 άρθρου 77 Σωφρονιστικού Κώδικα

Στην παρ. 4 του άρθρου 77 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α' 291), περί της εκτέλεσης μεταγωγών κρατουμένων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) οι λέξεις «ο τύπος του οποίου καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ή υπάλληλο των Υπηρεσιών Εξωτερικής Φρούρησης», β) προστίθεται δεύτερο εδάφιο και η παρ. 4, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:

«4. Για την ασφάλεια της εκτέλεσης των μεταγωγών, της παραλαβής και διακίνησης των κρατουμένων εντός και εκτός του σωφρονιστικού καταστήματος, η υπηρεσία εφοδιάζει με ατομικό δελτίο υπηρεσιακής ταυτότητας κάθε σωφρονιστικό υπάλληλο, ανεξαρτήτως κλάδου ή ειδικότητας, ή υπάλληλο των Υπηρεσιών Εξωτερικής Φρούρησης. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, καθορίζονται ο τύπος, η διαδικασία έκδοσης, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με το ατομικό δελτίο υπηρεσιακής ταυτότητας του προηγούμενου εδαφίου.»

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΑΝΤΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

 

Άρθρο 185

Οργάνωση και λειτουργία των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη

1. Στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη λειτουργεί η Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής (Γ.Γ.Α.Π.), η οποία συστάθηκε με το π.δ. 40/2011 (Α'105) και μεταφέρθηκε σε αυτό, ως σύνολο αρμοδιοτήτων, θέσεων, προσωπικού, οργάνων, υπαγόμενων οργανικών μονάδων και εποπτευόμενων Υπηρεσιών, με την παρ. 5.1. του άρθρου 2 του π.δ. 81/2019 (Α' 119).

2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, καθορίζονται:

α) η αποστολή, η ονομασία και η έδρα της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής,

β) η διάρθρωση της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής σε Κεντρική και Περιφερειακές Υπηρεσίες, με τις υπαγόμενες σε αυτές οργανικές μονάδες, επιπέδου γενικής διεύθυνσης, διεύθυνσης, υποδιεύθυνσης, αυτοτελούς ή μη τμήματος και αυτοτελούς ή μη γραφείου, καθώς και η σύσταση, κατάργηση ή συγχώνευση υπηρεσιών ή οργανικών μονάδων,

γ) η ονομασία, η έδρα, οι στρατηγικοί σκοποί, οι επιχειρησιακοί στόχοι και οι αρμοδιότητες των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής και των υπαγόμενων σ' αυτές οργανικών μονάδων, καθώς και η κατάργηση ή η μεταφορά των αρμοδιοτήτων τους σε άλλες υπηρεσίες ή οργανικές μονάδες, δ) το σύνολο των οργανικών θέσεων του προσωπικού, η κατανομή αυτών κατά εργασιακή σχέση, κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, τα τυπικά προσόντα διορισμού ή πρόσληψης, κατά κλάδο και ειδικότητα, η γενική περιγραφή καθηκόντων κάθε θέσης ευθύνης, οι κλάδοι προέλευσης των Προϊσταμένων των οργανικών μονάδων, η σύσταση νέων θέσεων προσωπικού, η κατάργηση, κατά κατηγορία και κλάδο, υφιστάμενων θέσεων που πλεονάζουν, η σύσταση νέων κλάδων κατά κατηγορίες, η συγχώνευση ή κατάργηση υφισταμένων με δυνατότητα κατάργησης αντίστοιχων οργανικών θέσεων, η μεταφορά θέσεων προσωπικού σε άλλους κλάδους, υφιστάμενους ή νέους, της ίδιας ή άλλης κατηγορίας, καθώς και η ρύθμιση θεμάτων ένταξης υπηρετούντων υπαλλήλων σε νέους κλάδους της ίδιας κατηγορίας, που προκύπτουν με σύσταση ή συγχώνευση υφισταμένων και ε) κάθε άλλο θέμα σχετικό με την οργάνωση, τη στελέχωση και την εν γένει λειτουργία της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής και των υπαγόμενων σε αυτή Υπηρεσιών.

3. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, επέρχεται η κατανομή των θέσεων προσωπικού ανά εργασιακή σχέση, κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα σε οργανικές μονάδες και η τοποθέτηση των υπαλλήλων, μετά από εισήγηση του αρμοδίου οργάνου, καθώς επίσης και η ανακατανομή των κενών οργανικών θέσεων προσωπικού σε εργασιακές σχέσεις, κατηγορίες, κλάδους και ειδικότητες.

4. Κατ' εξαίρεση των παρ. 2 και 3, εξακολουθούν να ισχύουν η παρ. 2 του άρθρου 12, οι παρ. 3 και 4 του άρθρου 13, το άρθρο 18, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 19 και η παρ. 2 του άρθρου 35 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α'291), καθώς και οι παρ. 2 και 3 του άρθρου 13 του ν. 3772/2009 (Α' 112), οι παρ. 1,4 και 5 του άρθρου 6 του ν. 2345/1995 (Α' 213) και οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 75 του ν. 4763/2020 (Α'254).

 

Άρθρο 186

Σύσταση Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου των Σωφρονιστικών Καταστημάτων - Αντικατάσταση άρθρου 1, τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 2 και παρ. 1, 2 και 5 άρθρου 3 ν. 3090/2002

1. Το άρθρο 1 του ν. 3090/2002 (Α' 329), περί της σύστασης Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 1

Σύσταση Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων Συστήνεται στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη ειδική υπηρεσία με την ονομασία «Σώμα Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων», η οποία υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη.»

2. Στην παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3090/2002, περί της αποστολής του Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο τρίτο εδάφιο της περ. β, προστίθενται οι λέξεις «ή ο νόμιμος αναπληρωτής του», β) στην περ. ε, οι λέξεις «προς τον Γενικό Γραμματέα Αντεγκληματικής Πολιτικής» αντικαθίστανται από τις λέξεις «προς τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, με ταυτόχρονη ενημέρωση του Γενικού Γραμματέα Αντεγκληματικής Πολιτικής,» και η παρ. 1, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Το Σώμα Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων έχει ως αποστολή: α. Τη διενέργεια τακτικών και έκτακτων ελέγχων οποιαδήποτε ημέρα και ώρα για τη διαπίστωση των συνθηκών κράτησης, της ευταξίας και της τήρησης των μέτρων ασφάλειας στα σωφρονιστικά καταστήματα, της εφαρμογής των διατάξεων του Σωφρονιστικού Κώδικα και των κανονισμών λειτουργίας των καταστημάτων αυτών, καθώς και των σχετικών εγκυκλίων οδηγιών που αφορούν στη λειτουργία των σωφρονιστικών καταστημάτων.

β. Τη διερεύνηση και διακρίβωση των εγκλημάτων που διώκονται αυτεπαγγέλτως και διαπράττονται στους χώρους των σωφρονιστικών καταστημάτων σε όλη την επικράτεια και προς τούτο, μεταξύ άλλων, συλλέγει, αξιολογεί και αξιοποιεί πληροφορίες και στοιχεία που περιέρχονται με οποιονδήποτε τρόπο σε αυτό. Σε περίπτωση ερευνών για εξιχνίαση υποθέσεων που διενεργεί το Σώμα και διαπιστώνεται ανάγκη επέκτασης των ερευνών ή άλλων δράσεων εκτός των σωφρονιστικών καταστημάτων, οι ως άνω έρευνες συνεχίζονται και περατώνονται από το ίδιο το Σώμα. Όταν απαιτείται συνεργασία και με άλλες υπηρεσίες, στις έρευνες ή στις αναγκαίες επιχειρήσεις τίθεται επικεφαλής ο Προϊστάμενος του Σώματος ή ο νόμιμος αναπληρωτής του.

γ. Τη διενέργεια τακτικών και έκτακτων υγειονομικών επιθεωρήσεων αναφορικά με τις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης των κρατουμένων. Σε περίπτωση που ο αρμόδιος υγειονομικός επιθεωρητής του Σώματος κρίνει ότι ο κρατούμενος έχει ολοκληρώσει τη νοσηλεία του στο θεραπευτικό σωφρονιστικό κατάστημα και δύναται να επιστρέψει στο σωφρονιστικό κατάστημα όπου εκτίει την ποινή του ή σε άλλο σωφρονιστικό κατάστημα, τότε μεριμνά για τη χορήγηση του σχετικού εξιτηρίου.

δ. Την εισήγηση λειτουργικού, τακτικού και στρατηγικού σχεδιασμού, καθώς και των αναγκαίων νομοθετικών και διοικητικών μέτρων για την αντιμετώπιση της διαφθοράς στα σωφρονιστικά καταστήματα και την πρόληψη και καταστολή της εγκληματικότητας.

ε. Την εισήγηση προς τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, με ταυτόχρονη ενημέρωση του Γενικού Γραμματέα Αντεγκληματικής Πολιτικής, επί αναφερομένων πειθαρχικών παραπτωμάτων των επικεφαλής των Τμημάτων Εξωτερικής Φρούρησης, καθώς και του αστυνομικού προσωπικού εν γένει, που υπηρετεί με απόσπαση στα σωφρονιστικά καταστήματα.

στ. Την τήρηση αρχείου προσωπικών δεδομένων του Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων, τη μηχανοργάνωση αυτού και τη διασφάλιση του απορρήτου.

ζ. Την επανεξέταση παλαιών υποθέσεων για τον εντοπισμό στοιχείων που μπορούν να αξιοποιηθούν προς περαιτέρω έρευνα.

η. Την παροχή συνδρομής στις αστυνομικές, λιμενικές και πυροσβεστικές Υπηρεσίες που επιλαμβάνονται της διερεύνησης και διακρίβωσης εγκλημάτων.»

3. Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3090/2002, περί της τοποθέτησης του νόμιμου αναπληρωτή Προϊσταμένου του Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων, οι λέξεις «με την ίδια» αντικαθίστανται από τη λέξη «με όμοια» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, μετά από γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό της Βουλής, προϊστάμενος του Σώματος τοποθετείται συνταξιούχος δικαστικός λειτουργός, με την επιφύλαξη του άρθρου 27 του ν. 4670/2020 (Α'43). Νόμιμος αναπληρωτής του προϊσταμένου του Σώματος τοποθετείται, με όμοια απόφαση, πρόσωπο που φέρει την προαναφερόμενη ιδιότητα. Η θητεία τους είναι τριετής και μπορεί να ανανεωθεί μία (1) φορά για τρία (3) ακόμη έτη. Στον προϊστάμενο του Σώματος, καθώς και στον νόμιμο αναπληρωτή του, καταβάλλεται μηνιαία αποζημίωση, το ύψος της οποίας καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη.»

4. Στην παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 3090/2002, περί της στελέχωσης του Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων, αντικαθίστανται τα εδάφια πέμπτο, έκτο, έβδομο και όγδοο και η παρ. 2, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Το Σώμα Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων στελεχώνεται από δώδεκα (12) υπαλλήλους του Δημοσίου ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που αποσπώνται στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη για το χρονικό διάστημα της συγκεκριμένης υπηρεσίας τους. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη ο αριθμός των υπαλλήλων που αποσπώνται στο Σώμα Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων δύναται να αυξηθεί έως δώδεκα (12) επιπλέον άτομα σύμφωνα και με τις εκάστοτε ανάγκες του Σώματος. Ο αριθμός των υπαλλήλων κατηγορίας ΠΕ που ασκούν ελεγκτικά καθήκοντα πρέπει να είναι τριπλάσιος των υπαλλήλων κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ ή ΔΕ που ασκούν γραμματειακά καθήκοντα. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να έχουν υπηρετήσει τουλάχιστον δέκα (10) έτη στην υπηρεσία. Η διάρκεια της απόσπασής ορίζεται σε τρία (3) έτη. Η απόσπαση διενεργείται με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, αν πρόκειται για υπαλλήλους που προέρχονται από υπηρεσίες του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, ή με κοινή απόφαση των αρμοδίων οργάνων των Υπουργείων Προστασίας του Πολίτη, Εσωτερικών και του Υπουργείου που προΐσταται του φορέα προέλευσης, αν πρόκειται για υπαλλήλους που προέρχονται από άλλες υπηρεσίες ή φορείς. Με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη ή με κοινή απόφαση των αρμοδίων οργάνων των Υπουργείων Προστασίας του Πολίτη, Εσωτερικών και του Υπουργείου του φορέα προέλευσης, η οποία εκδίδεται μετά από εισήγηση του προϊσταμένου του Σώματος, η απόσπαση μπορεί να παραταθεί έως τρία (3), επιπλέον, έτη. Ο χρόνος της απόσπασης λογίζεται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στη θέση στην οποία ο υπάλληλος ανήκει οργανικά.»

 

Άρθρο 187

Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας Ιδρυμάτων Αγωγής Ανηλίκων - Εξουσιοδοτική διάταξη - Προσθήκη παρ. 15 στο άρθρο 17 του ν. 2298/1995

Στο άρθρο 17 του ν. 2298/1995 (Α'62), περί των Ιδρυμάτων Αγωγής Ανηλίκων, προστίθεται παρ. 15 ως εξής:

«15. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, εκδίδεται ο Εσωτερικός Κανονισμός των Ιδρυμάτων Αγωγής Ανηλίκων, ο οποίος ρυθμίζει κάθε ζήτημα αναφορικά με την οργάνωση και την εν γένει λειτουργία τους.»

 

Άρθρο 188

Ρυθμίσεις θεμάτων επιλογής προσωπικού για την πλήρωση των θέσεων των κλάδων και ειδικοτήτων ΔΕ προσωπικού εξωτερικής φρούρησης και ΔΕ Φύλαξης σε Σωφρονιστικά Καταστήματα - Τροποποίηση παρ. 3 και προσθήκη παρ. 6 στο άρθρο 11 του ν. 4760/2020

1. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 11 του ν. 4760/2020 (Α' 247), περί της διαδικασίας επιλογής προσωπικού φύλαξης και εξωτερικής φρούρησης των Σωφρονιστικών Καταστημάτων, προστίθενται οι λέξεις «και το πρόγραμμα» και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:

«3. Η λειτουργία των επιτροπών της παρ. 2, ο τρόπος και το πρόγραμμα διεξαγωγής των υγειονομικών εξετάσεων, των αθλητικών και ψυχοτεχνικών δοκιμασιών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη, δύναται να χορηγείται αποζημίωση στο προσωπικό που συμμετέχει στις παραπάνω επιτροπές, σύμφωνα με το άρθρο 21 του ν. 4354/2015 (Α'176).»

2. Μετά από την παρ. 5 του άρθρου 11 του ν. 4760/2020 προστίθεται παρ. 6 ως εξής:

«6. Η παρ. 2 εφαρμόζεται και στην περίπτωση πλήρωσης των θέσεων των ως άνω κλάδων προστατευόμενων ατόμων του ν. 2643/1998 (Α'220).»

 

Άρθρο 189

Ενίσχυση της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης από τις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας για τη διενέργεια των μεταγωγών στην περιοχή αρμοδιότητας των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης και της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αχαΐας

1. Για τη διενέργεια των μεταγωγών των κρατουμένων της παρ. 1 του άρθρου 48 του ν. 2721/1999 (Α' 112), στην περιοχή τοπικής αρμοδιότητας των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης και της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αχαΐας, συμπεριλαμβανομένων των μεταγωγών μεταξύ σωφρονιστικών καταστημάτων, τα αντίστοιχα Τμήματα Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης ενισχύονται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2026, ως εξής:

α. στην περιοχή τοπικής αρμοδιότητας της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής, οι μεταγωγές πάσης φύσεως διενεργούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας,

β. στην περιοχή τοπικής αρμοδιότητας της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης, οι μεταγωγές κρατουμένων των σωφρονιστικών καταστημάτων ενώπιον των δικαστικών αρχών διενεργούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, ενώ οι τακτικές και έκτακτες μεταγωγές κρατουμένων σε νοσηλευτικά ιδρύματα, θεραπευτήρια και λοιπές δομές υγείας, καθώς και η εκτέλεση έκτακτων αδειών κρατουμένων ή άλλου έργου, διενεργούνται από το προσωπικό του Τμήματος Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης του οικείου σωφρονιστικού καταστήματος, με τη συνδρομή της Ελληνικής Αστυνομίας με τα απαραίτητα μέσα για τη διενέργειά τους, όποτε τούτο ζητείται, με την προϋπόθεση της σχετικής διαθεσιμότητας από πλευράς της Ελληνικής Αστυνομίας και

γ. στην περιοχή τοπικής αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αχαΐας, οι μεταγωγές κρατουμένων του οικείου σωφρονιστικού καταστήματος, ενώπιον των δικαστικών αρχών, διενεργούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, ενώ οι τακτικές και έκτακτες μεταγωγές κρατουμένων σε νοσηλευτικά ιδρύματα, θεραπευτήρια και λοιπές δομές υγείας, όπως και η εκτέλεση έκτακτων αδειών κρατουμένων ή άλλου έργου, διενεργούνται από το προσωπικό του Τμήματος Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης του οικείου σωφρονιστικού καταστήματος.

2. Η προθεσμία της παρ. 1 δύναται να παρατείνεται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.

 

Άρθρο 190

Τακτοποίηση, ενταλματοποίηση, εκκαθάριση και πληρωμή δαπανών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη

1. Οι δαπάνες του Ειδικού Φορέα 1057.202.0000000 «Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής» που πραγματοποιήθηκαν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και αφορούν νυχτερινή εργασία, εργασία εξαιρέσιμη προς συμπλήρωση του υποχρεωτικού εβδομαδιαίου ωραρίου, εργασία τις αργίες, εργασία πέραν της υποχρεωτικής και εργασία πέραν του πενθημέρου, των υπαλλήλων των σωφρονιστικών καταστημάτων, η οποία παρασχέθηκε κατά τα έτη 2022, 2023 και 2024, λογίζονται νόμιμες και κανονικές, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης και δύνανται να αναληφθούν, να εκκαθαριστούν και να πληρωθούν σε βάρος των οικείων πιστώσεων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του οικονομικού έτους 2025. Οι δαπάνες του προηγούμενου εδαφίου δύνανται να καλυφθούν από το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών με έκτακτη ενίσχυση των πιστώσεων του προϋπολογισμού της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.

2. Δαπάνες του Ειδικού Φορέα 1057.202.0000000 «Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής», που πραγματοποιήθηκαν και αφορούν σε υπηρεσίες ηλεκτρονικής επιτήρησης υποδίκων, καταδίκων και κρατουμένων σε άδεια, που παρασχέθηκαν μετά από τη λήξη της υπ' αρ. 23/2022 (ΑΔΑΜ:22SYMV011315220) σύμβασης, από τις 14.2.2023 έως τις 31.12.2024, καθώς επίσης και δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της ως άνω σύμβασης και συγκεκριμένα από την 1η.12.2022 έως τις 13.2.2023, θεωρούνται νόμιμες και κανονικές, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, εκκαθαρίζονται και εξοφλούνται σε βάρος των οικείων πιστώσεων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του οικονομικού έτους 2025, με την προϋπόθεση ότι είναι εντός των εγκεκριμένων πιστώσεων του προϋπολογισμού του έτους αναφοράς.

3. Δαπάνες του Ειδικού Φορέα 1057.202.0000000 «Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής», που πραγματοποιήθηκαν και αφορούν την παροχή υπηρεσιών για τη μελέτη ενεργειακής αναβάθμισης στο Ειδικό Σωφρονιστικό Κατάστημα Νέων Βόλου, το Σωφρονιστικό Κατάστημα Κορίνθου και το Σωφρονιστικό Κατάστημα Άμφισσας και παρασχέθηκαν με την υπ' αρ. 07/2022 (ΑΔΑΜ: 22SYMV010363221) σύμβαση, όπως αυτή τροποποιήθηκε την 28η.11.2022 (ΑΔΑΜ: 22SYMV011691131), καθώς και την υπ' αρ. 14/2023 (ΑΔΑΜ: 23SYMV012656445) σύμβαση, θεωρούνται νόμιμες και κανονικές, κατά παρέκκλιση των διατάξεων των ν. 4412/2016 (Α' 147) και 4270/2014 (Α' 143), εκκαθαρίζονται και εξοφλούνται σε βάρος των οικείων πιστώσεων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του οικονομικού έτους 2025, με την προϋπόθεση ότι είναι εντός των εγκεκριμένων πιστώσεων του προϋπολογισμού του έτους αναφοράς.

4. Δαπάνες του Ειδικού Φορέα 1057.202.0000000 «Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής», που πραγματοποιήθηκαν και αφορούν την παροχή υπηρεσιών φύλαξης στο Γενικό Σωφρονιστικό Κατάστημα Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης (Νικηφόρος Δράμας) και παρασχέθηκαν με τις υπ' αρ. 25/2022 (ΑΔΑΜ:22SYMV011952796), 10/8.3.2023 (ΑΔΑΜ: 23SYMB012285303), 13/2023 (ΑΔΑΜ: 23SYMV012556373) και 16/2023 (ΑΔΑΜ: 23SYMV012725208) συμβάσεις, θεωρούνται νόμιμες και κανονικές, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν. 4412/2016 και του ν. 4270/2014, εκκαθαρίζονται και εξοφλούνται σε βάρος των οικείων πιστώσεων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του οικονομικού έτους 2025, με την προϋπόθεση ότι είναι εντός των εγκεκριμένων πιστώσεων του προϋπολογισμού του έτους αναφοράς.

 

Άρθρο 191

Ακατάσχετο του Ειδικού λογαριασμού με τίτλο «Κεφάλαια Εργασίας Κρατουμένων»

Ο ειδικός λογαριασμός με τίτλο «Κεφάλαια Εργασίας Κρατουμένων», που ιδρύθηκε με τον ν. 5793/1933 (Α' 280), λειτουργεί βάσει του από 28-30.9.1935 ν.δ. (Α' 433), όπως τροποποιήθηκε με τον α.ν. 869/1937 (Α'376), και του από 3-7.4.1937 β.δ. (Α'132), διατηρήθηκε ως ειδικός λογαριασμός εκτός κρατικού προϋπολογισμού με την υπό στοιχεία οικ.2/83143/Α0024/2.12.2008 (Β' 2444) απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του οποίου η διαχείριση και η διοίκηση υπάγονται στις αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής, συνιστά δημόσια περιουσία και είναι ακατάσχετος.

 

Άρθρο 192

Αποσπάσεις υπαλλήλων των Σωφρονιστικών Καταστημάτων και του Ιδρύματος Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Βόλου εντός των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής

1. Απόσπαση υπαλλήλων των Σωφρονιστικών Καταστημάτων και του Ιδρύματος Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Βόλου, στη Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων του συνόλου των οργανικών μονάδων που υπάγονται σε αυτή και των εποπτευόμενων από αυτή Περιφερειακών Υπηρεσιών, ή στο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΕΠΑΝΟΔΟΣ», διενεργείται, για την κάλυψη υπηρεσιακών αναγκών προσωρινού χαρακτήρα και αφορά την άσκηση καθηκόντων κλάδου και ειδικότητας για τα οποία ο υπάλληλος διαθέτει τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.

2. Απόσπαση των υπαλλήλων της παρ. 1 μεταξύ των Σωφρονιστικών Καταστημάτων ή του Ιδρύματος Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Βόλου διενεργείται, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, μετά από σύμφωνη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου του άρθρου 17 του ν. 3772/2009 (Α' 112). Κατ'εξαίρεση, σε περιπτώσεις εξαιρετικών και επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών, η απόσπαση του προηγούμενου εδαφίου διενεργείται, χωρίς προηγούμενη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Στην περίπτωση αυτή, το σχετικό ερώτημα εισάγεται, υποχρεωτικά, στο ανωτέρω Υπηρεσιακό Συμβούλιο, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνίας έκδοσης της απόφασης απόσπασης.

3. Απόσπαση των υπαλλήλων της παρ. 1 για μη υπηρεσιακούς λόγους διενεργείται, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, κατόπιν σχετικής αίτησης του υπαλλήλου, σύμφωνα με τους όρους της παρ. 1 και του πρώτου εδαφίου της παρ. 2. Σε περίπτωση έκδοσης απορριπτικής απόφασης, ο υπάλληλος δικαιούται να επανέλθει με νεότερη αίτησή του μετά το πέρας ενός (1) έτους από την ημερομηνία απόρριψης της αίτησης.

4. Η διάρκεια των αποσπάσεων του παρόντος δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο (2) έτη συνολικά. Κατ' εξαίρεση, σύμφωνα με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις του παρόντος, η απόσπαση δύναται να παρατείνεται για ένα (1) ακόμη έτος.

5. Η απόσπαση παύει αυτοδικαίως, όταν λήξει το χρονικό όριο της παρ. 4. Ο υπάλληλος, με τη λήξη της απόσπασης, επανέρχεται υποχρεωτικά στην οργανική του θέση, χωρίς άλλη διατύπωση.

6. Η απόσπαση μπορεί να παύει οποτεδήποτε, πριν από τη λήξη του χρονικού ορίου της παρ. 4, για λόγους αναγόμενους στην υπηρεσία, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.

7. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται αναλόγως το άρθρο 68 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α' 26) και οι παρ. 4 και 5 του άρθρου 3 του ν. 4440/2016 (Α'224).

 

Άρθρο 193

Μετατάξεις ή αποσπάσεις υπαλλήλων των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής εκτός του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη

1. Για την έκδοση κάθε απόφασης μετάταξης ή απόσπασης υπαλλήλων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής, του συνόλου των οργανικών μονάδων που υπάγονται σε αυτή και του Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΕΠΑΝΟΔΟΣ», εξαιρουμένων των εποπτευόμενων από την ανωτέρω Γενική Γραμματεία Περιφερειακών Υπηρεσιών, εκτός του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, εφόσον διενεργείται κατά παρέκκλιση των κύκλων κινητικότητας του Ενιαίου Συστήματος Κινητικότητας του ν. 4440/2016 (Α' 224), απαιτείται η προηγούμενη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.

2. Για την έκδοση κάθε απόφασης μετάταξης ή απόσπασης υπαλλήλων των εποπτευομένων από τη Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής πολιτικής Περιφερειακών Υπηρεσιών ισχύει το άρθρο 32 του ν. 4937/2022 (Α' 106), περί μετάταξης ή απόσπασης υπαλλήλων καταστημάτων κράτησης και του Ιδρύματος Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Βόλου, σε συνδυασμό με τις παρ. 4 και 5 του άρθρου 3 του ν. 4440/2016 (Α'224), περί έκτασης εφαρμογής.

 

Άρθρο 194

Οχήματα Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης - Εξουσιοδοτική διάταξη - Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 45 ν. 4356/2015

Στην παρ. 1 του άρθρου 45 του ν. 4356/2015 (Α' 181), περί θεμάτων εξωτερικής φρουράς Καταστημάτων Κράτησης, προστίθεται τρίτο εδάφιο και η παρ. 1, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Τα οχήματα που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της υπηρεσίας εξωτερικής φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης, καθώς και οι οδηγοί αυτών, υπάγονται στις ίδιες διατάξεις που ισχύουν για τα υπηρεσιακά οχήματα της Ελληνικής Αστυνομίας και τους οδηγούς αυτών, όσον αφορά στους περιορισμούς στον κυβισμό του κινητήρα τους, τον εφοδιασμό με συσκευές περιορισμού ταχύτητας και την υποχρέωση των οδηγών αυτών για απόκτηση Πιστοποιητικού Επαγγελματικής Ικανότητας. Εξαιρούνται δε, από τις γενικότερες διατάξεις που ισχύουν για τα λοιπά οχήματα του Δημοσίου και υπάγονται στην κατηγορία των οχημάτων άμεσης ανάγκης. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, καθορίζονται ο χρωματισμός, η εν γένει σήμανση, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εξωτερική εμφάνιση των οχημάτων αυτών, κατόπιν εισήγησης της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης.»

 

Άρθρο 195

Πληροφοριακό Σύστημα Ψηφιακής Διακυβέρνησης της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής

1. Το πληροφοριακό σύστημα ψηφιακής διακυβέρνησης της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής, με τίτλο «Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Σωφρονιστικών Καταστημάτων» (Ο.Π.Σ. Σ.Κ.), είναι το κεντρικό πληροφοριακό σύστημα για την ηλεκτρονική καταχώρηση, αποθήκευση και εν γένει διαχείριση των δεδομένων των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.

2. Το Ο.Π.Σ. Σ.Κ. διασφαλίζει την προστασία, την ακεραιότητα, τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των δεδομένων και την ταυτοποίηση των χρηστών του.

3. Η Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών και Διοικητικής Υποστήριξης της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής εποπτεύει την παραγωγική λειτουργία, τον δικτυακό εξοπλισμό και την τεχνική υποστήριξη του κεντρικού εξοπλισμού και των χρηστών του Ο.Π.Σ. Σ.Κ..

4. Η λειτουργία του Ο.Π.Σ. Σ.Κ. διέπεται από το άρθρο 3 του ν. 4727/2020 (Α'184).

 

Άρθρο 196

Οργάνωση και λειτουργία του Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «ΕΠΑΝΟΔΟΣ» - Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 81 και παρ. 1 άρθρου 82 Σωφρονιστικού Κώδικα

1. Στην παρ. 2 του άρθρου 81 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α' 291) προστίθενται δεύτερο και τρίτο εδάφιο και η παρ. 2 διαμορφώνεται, ως εξής:

«2. Για την εκπλήρωση της υποχρέωσης της παρ. 1, την επαγγελματική κατάρτιση, την αποκατάσταση, την οικονομική συμπαράσταση και την προετοιμασία και προώθηση της εν γένει κοινωνικής επανένταξης των κρατουμένων και αποφυλακιζομένων μεριμνά το νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΕΠΑΝΟΔΟΣ», που συστάθηκε με το π.δ. 300/2003 (Α' 256) και εποπτεύεται από το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, με έδρα την Αθήνα. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών καθορίζονται τα θέματα σχετικά με την οργάνωση, τη διάρθρωση, την πρόβλεψη και πλήρωση οργανικών θέσεων, τη στελέχωση, την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού, τους πόρους και τη λειτουργία του νομικού προσώπου καθώς επίσης και θέματα σχετικά με την ίδρυση, την οργάνωση, τη λειτουργία και τη χρηματοδότηση των παραρτημάτων του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα «ΕΠΑΝΟΔΟΣ». Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη ρυθμίζεται η οργάνωση και λειτουργία των οργάνων διοίκησής του, όπως ιδίως η συγκρότηση, η οργάνωση και η λειτουργία του Διοικητικού Συμβουλίου, οι αρμοδιότητες και η υπηρεσιακή κατάσταση του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.»

2. Η παρ. 1 του άρθρου 82 του Σωφρονιστικού Κώδικα, περί μέτρων για τους οριστικά απολυόμενους, αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, δύναται να συστήνονται ξενώνες για τους οριστικά απολυόμενους, οι οποίοι υπάγονται στο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου «ΕΠΑΝΟΔΟΣ». Στους ξενώνες αυτούς οι παραπάνω μπορεί να διαμένουν και να διατρέφονται για διάστημα μέχρι δύο (2) μηνών από την απόλυσή τους, εφόσον στερούνται στέγης. Με την κοινή απόφαση του πρώτου εδαφίου, καθορίζονται και τα σχετικά με τη λειτουργία των ξενώνων, το προσωπικό και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'

ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

Άρθρο 197

Εξουσιοδοτικές διατάξεις

1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, καθορίζονται οι επιμέρους διαδικασίες εξόφλησης των δαπανών της παρ. 1 του άρθρου 190, ανά έτος, Σωφρονιστικό Κατάστημα, είδος παρεχόμενης εργασίας και σχέση εργασίας προσωπικού, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή της.

2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι ειδικότερες λεπτομέρειες και οι αναγκαίες διαδικασίες για την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης των δαπανών της παρ. 2 του άρθρου 190.

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Ψηφιακής Διακυβέρνησης καθορίζονται τεχνικά και λεπτομερειακά ζητήματα, για τη χρήση και τη λειτουργία του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, τη σύνταξη του πίνακα της παρ. 2 του άρθρου 174, τα απαραίτητα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ασφάλειας των τηρούμενων στο σύστημα δεδομένων, όπως και αυτών που τηρούνται στο μητρώο επιτηρουμένων, το χρονικό διάστημα διατήρησής τους, οι κατηγορίες αυτών, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα που αφορά την εφαρμογή του Κεφαλαίου Β' του Μέρους Δ'.

4. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται ο ειδικότερος τρόπος λειτουργίας του συστήματος, οι διαλειτουργικότητες που απαιτούνται, καθώς και κάθε ειδικότερο ή λεπτομερειακό θέμα που άπτεται της εφαρμογής του άρθρου 195.

 

Άρθρο 198

Μεταβατικές διατάξεις

1. Οι άδειες χωρίς αποδοχές για εργασία σε θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή διεθνή οργανισμό του άρθρου 165, που έχουν ήδη χορηγηθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εξακολουθούν, μέχρι και τη λήξη τους, να διέπονται, ως προς το ζήτημα της διάρκειας, από το άρθρο 48 του ν. 4249/2014 (Α' 73), όπως αυτό ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με το άρθρο 165.

2. Οι αποσπάσεις, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 192 και είναι ενεργές για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) ετών, παύουν να ισχύουν ένα (1) μήνα μετά τη δημοσίευση του παρόντος και οι αποσπασμένοι υπάλληλοι επανέρχονται υποχρεωτικά στην οργανική τους θέση, χωρίς άλλη διατύπωση.

3. Εκκρεμείς διαδικασίες μετάταξης ή απόσπασης των υπαλλήλων της παρ. 1 του άρθρου 193, που διενεργούνται κατά παρέκκλιση των κύκλων κινητικότητας του Ενιαίου Συστήματος Κινητικότητας του ν. 4440/2016 (Α' 224), ολοκληρώνονται, με την προϋπόθεση της σύμφωνης γνώμης του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη ή του εξουσιοδοτημένου από αυτόν οργάνου, η οποία δύναται να χορηγηθεί έως δέκα (10) ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος. Οι αποσπάσεις των υπαλλήλων της παρ. 1 του άρθρου 193, που έχουν πραγματοποιηθεί εκτός του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, κατά παρέκκλιση των κύκλων κινητικότητας του Ενιαίου Συστήματος Κινητικότητας του ν. 4440/2016, εφόσον δεν χορηγηθεί η σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη ή του εξουσιοδοτημένου από αυτόν οργάνου, για τη συνέχισή τους, έως δέκα (10) ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος, παύουν να ισχύουν αυτοδικαίως και οι υπάλληλοι επανέρχονται υποχρεωτικά στην οργανική τους θέση, χωρίς άλλη διατύπωση.

 

Άρθρο 199

Καταργούμενες διατάξεις

1. Καταργούνται:

α) το άρθρο 4 του ν. 4205/2013 (Α' 242), περί της ηλεκτρονικής επιτήρησης υποδίκων, καταδίκων και κρατουμένων σε άδεια, και τα άρθρα 1 έως 6 του π.δ. 62/2014 (Α' 105), περί των συστημάτων που χρησιμοποιούνται για την ηλεκτρονική επιτήρηση, περί του αναδόχου στον οποίο ανατίθεται η υλοποίηση, λειτουργία και συντήρηση του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, περί των ενεργειών του αναδόχου σε περίπτωση σφάλματος κατά την εφαρμογή, εγκατάσταση ή λειτουργία του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, σε περίπτωση παραβίασης του περιοριστικού όρου του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση, στην περίπτωση παρακολούθησης της κίνησης του επιτηρούμενου εκτός της κατοικίας του και σε περίπτωση υπόνοιας ότι έγιναν παρεμβάσεις ή απόπειρα καταστροφής ή αφαίρεσης του συστήματος επιτήρησης ή αλλοίωσης των συναφών με την επιτήρηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, περί της Τριμελούς Επιτροπής Εποπτείας του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, περί της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης και περί της διαδικασίας παροχής υπηρεσιών εγκατάστασης, λειτουργίας και συντήρησης των ηλεκτρονικών και λοιπών τεχνικών μέσων και εξοπλισμών και συστημάτων ηλεκτρονικής επιτήρησης και της δαπάνης που επιβαρύνει κάθε επιτηρούμενο πρόσωπο, αντίστοιχα,

β) η παρ. 2 του άρθρου 64 του α.ν. 2724/1940 (Α'449), περί του εσωτερικού κανονισμού των αναμορφωτικών καταστημάτων ανηλίκων,

γ) το άρθρο 8 του ν. 692/1977 (Α' 260), περί των αποσπάσεων των προϊσταμένων και των υπαλλήλων των καταστημάτων κράτησης της χώρας σε άλλο κατάστημα κράτησης,

δ) η παρ. 6 του άρθρου 6 του ν. 4285/2014 (Α' 191), περί της απόσπασης προσωπικού των καταστημάτων κράτησης και

ε) το π.δ. 342/2000 (Α' 296), περί αύξησης του ανωτάτου ορίου του ευεργετικού υπολογισμού ημερών ποινής καταδίκων και υποδίκων λόγω εργασίας και το π.δ. 107/2001 (Α'97), περί ευεργετικού υπολογισμού ημερών ποινής καταδίκων και υποδίκων για εργασία ή απασχόληση σε προγράμματα ή σπουδές.

2. Από την έκδοση της διαπιστωτικής πράξης του άρθρου 7 του π.δ. 62/2014 (Α' 105), περί της πιλοτικής εφαρμογής του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, το εν λόγω άρθρο καταργείται.

3. Από τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος της παρ. 2 του άρθρου 185 καταργούνται:

α) οι περ. γ) και δ) της παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 4625/2019 (Α' 139), περί ρυθμίσεων αντεγκληματικής και σωφρονιστικής πολιτικής, και οι κατ'εξουσιοδότηση αυτών κανονιστικές πράξεις,

β) το άρθρο 184 του ν. 4662/2020 (Α' 27), περί στελέχωσης των τμημάτων της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών και Διοικητικής Υποστήριξης της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, και

γ) τα άρθρα 6, 7 και 8 του ν. 4760/2020 (Α' 247), περί σύστασης Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών και Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και περί αύξησης των οργανικών θέσεων μόνιμου προσωπικού στη Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη αντίστοιχα, και οι κατ' εξουσιοδότηση αυτών κανονιστικές πράξεις.

 

ΜΕΡΟΣ Ε'

ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΡΙΣΙΜΩΝ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ

 

Άρθρο 200

Σύσταση Γενικής Γραμματείας Προστασίας Κρίσιμων Οντοτήτων

1. Στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη συστήνεται Γενική Γραμματεία Προστασίας Κρίσιμων Οντοτήτων, η οποία αποτελεί την Εθνική Αρχή και το Ενιαίο Σημείο Επαφής για την ανθεκτικότητα των κρίσιμων οντοτήτων και έχει ως αποστολή την επεξεργασία, εκπόνηση, παρακολούθηση, τον έλεγχο εφαρμογής και την αξιολόγηση της υλοποίησης της εθνικής πολιτικής και στρατηγικής για την προστασία και την ανθεκτικότητα των κρίσιμων οντοτήτων, τον προσδιορισμό των κρίσιμων οντοτήτων και τη διενέργεια εκτίμησης κινδύνων, τη χρήση προτύπων και τεχνικών προδιαγραφών σχετικά με τα εφαρμοστέα μέτρα ασφάλειας και ανθεκτικότητας των κρίσιμων οντοτήτων, καθώς και τον συντονισμό και την καθοδήγηση όλων των εμπλεκομένων φορέων στον κύκλο προστασίας και ανθεκτικότητας των κρίσιμων οντοτήτων.

2. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών ρυθμίζονται τα θέματα της έδρας, διάρθρωσης, οργάνωσης και στελέχωσης της Γενικής Γραμματείας Προστασίας Κρίσιμων Οντοτήτων, του καθορισμού των αρμοδιοτήτων των Υπηρεσιών και των οργάνων αυτής, καθώς και σε κάθε άλλο θέμα σχετικό με τη λειτουργία της Γενικής Γραμματείας.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΛΟΙΠΕΣ ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

Άρθρο 201

Απόδοση εσόδων εγκλημάτων αρμοδιότητας Δ.Α.Ο.Ε.

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 45 του ν. 4139/2013, περί εξαρτησιογόνων ουσιών (Α' 74), τα έσοδα από την εκτέλεση χρηματικών ποινών ή ποινών στερητικών της ελευθερίας που έχουν μετατραπεί σε χρηματικές, καθώς και τα προερχόμενα από δήμευση ή κατάπτωση εγγυοδοσίας, χρηματικά ποσά, που εμπίπτουν σε εγκλήματα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος (Δ.Α.Ο.Ε.), όπως αυτή ορίζεται στις διατάξεις του παρόντος, εισάγονται στον Προϋπολογισμό του Κράτους, σε ιδιαίτερο κωδικό αριθμό εσόδου και ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) και πάντως ποσό όχι μεγαλύτερο των δύο εκατομμυρίων (2.000.000) ευρώ αποδίδεται στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Από το ποσό που αποδίδεται στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) επιμερίζεται στη Δ.Α.Ο.Ε. για την ενίσχυση της επιχειρησιακής της ικανότητας, την αναβάθμιση και συντήρηση των υλικοτεχνικών υποδομών της, την εκπαίδευση του προσωπικού της, την ανάπτυξη τεχνολογικών μέσων και νέων τεχνικών για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας και την υποστήριξη των δράσεων αντιμετώπισης των εξελισσόμενων μεθόδων του οργανωμένου εγκλήματος και ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) σε λοιπές Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας για την κάλυψη των λειτουργικών και επιχειρησιακών αναγκών τους, σύμφωνα με την παρ. 2.

2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται η διαδικασία απόδοσης των χρηματικών ποσών της παρ. 1, ο τρόπος και οι προϋποθέσεις διάθεσης των ποσών στις λοιπές Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, η συγκρότηση, η σύνθεση και η λειτουργία ειδικής επιτροπής για την έγκριση της διάθεσης των ποσών αυτών για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1 και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

3. Ο Διευθυντής της Δ.Α.Ο.Ε. και οι Προϊστάμενοι των λοιπών Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας υποβάλλουν αιτιολογημένο αίτημα για τη διάθεση των αναγκαίων ποσών, για την επίτευξη των σκοπών της παρ. 1, στον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, ο οποίος εισηγείται την έγκριση στην ειδική επιτροπή της παρ. 2.

4. Η Δ.Α.Ο.Ε. και οι λοιπές Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας υποβάλλουν εντός του πρώτου τριμήνου κάθε έτους, αναλυτική έκθεση στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη για τη χρήση των ποσών που τους αποδόθηκαν κατά το προηγούμενο έτος.

5. Οι παράγραφοι 1, 2, 3 και 4 καταλαμβάνουν και τις υποθέσεις που αφορούν σε εγκλήματα αρμοδιότητας της Δ.Α.Ο.Ε. που εκκρεμούν σε οποιοδήποτε δικονομικό στάδιο, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.

 

Άρθρο 202

Τοποθέτηση Ειδικών Φρουρών στα Τμήματα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής - Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 7 π.δ. 211/2005

Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 7 του π.δ. 211/2005 (Α' 254), περί τοποθετήσεων ειδικών φρουρών, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) οι λέξεις «Επιχειρήσεων και Προστασίας Μαρτύρων της Διεύθυνσης Ασφάλειας» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Ειδικών Επιχειρησιακών Δράσεων της Διεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων», β) προστίθενται οι λέξεις «, Τμήματα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Οι Ειδικοί Φρουροί τοποθετούνται σε Υπηρεσίες της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής και συγκεκριμένα σε αυτές των Διευθύνσεων Άμεσης Δράσης και Μεταγωγών - Δικαστηρίων, στην Υποδιεύθυνση Ειδικών Επιχειρησιακών Δράσεων της Διεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής, στην Υποδιεύθυνση Περιπολιών της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αθηνών και σε Αστυνομικά Τμήματα, Τμήματα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων και Τμήματα Αστυνομικών Επιχειρήσεων αρμοδιότητας της ως άνω Γενικής Διεύθυνσης. Οι τοποθετήσεις γίνονται με τη διαδικασία των επόμενων παραγράφων.»

 

Άρθρο 203

Εμπορία πυροτεχνημάτων - Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 4 ν. 456/1976

1. Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 456/1976 (Α' 277), περί εμπορίας φωτοβολίδων, βεγγαλικών και πυροτεχνικών παιδικών αθυρμάτων, οι λέξεις «επί εν έτος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «επί πέντε (5) έτη» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Η εμπορία φωτοβολίδων, βεγγαλικών και πυροτεχνικών παιδικών αθυρμάτων επιτρέπεται κατόπιν αδείας της κατά τόπον αρμοδίας αστυνομικής αρχής, τηρουμένων των εις τας επομένας παραγράφους όρων. Η άδεια αύτη ισχύει επί πέντε (5) έτη. Η εμπορία κροτίδων απαγορεύεται.»

2. Οι άδειες της παρ. 1, που τελούν σε ισχύ κατά τη δημοσίευση του παρόντος, παρατείνονται μέχρι τη συμπλήρωση πέντε (5) ετών από την ημερομηνία έκδοσής τους.

 

Άρθρο 204

Αναγνώριση χρόνου μετοχικής σχέσης στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού - Τροποποίηση περ. β' παρ. 2 άρθρου 1 ν. 2913/2001

1. Στην περ. β'της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 2913/2001 (Α' 102), περί των κρατήσεων για την αναγνώριση των ετών σπουδών ως χρόνου μετοχικής σχέσης, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο δεύτερο εδάφιο: αα) μετά τη λέξη «Δυνάμεων» προστίθενται οι λέξεις «και από παραγωγικές αστυνομικές σχολές», αβ) μετά τις λέξεις «σε ποσοστό ίσο με την προβλεπόμενη, κατά τον χρόνο καταβολής της,», προστίθεται η λέξη «νόμιμη», αγ) οι λέξεις «ή Λοχία» αντικαθίστανται από τις λέξεις «(και αντίστοιχου) ή Λοχία (και αντίστοιχου)», αδ) μετά τις λέξεις «και καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου μετοχικής σχέσης» προστίθενται οι λέξεις «έως τη συμπλήρωση του προβλεπόμενου χρόνου μετοχικής σχέσης», β) στο τρίτο εδάφιο: βα) μετά τις λέξεις «ή υπαξιωματικού» προστίθενται οι λέξεις «(ή αντίστοιχου)», ββ) οι λέξεις «στο Μ.Τ.Σ.» αντικαθίστανται από τις λέξεις «και από παραγωγικές αστυνομικές σχολές με τα Ταμεία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας» και η περ. β' διαμορφώνεται ως εξής:

«β. Για εκείνους που καθίστανται μέτοχοι του Μ.Τ.Σ. μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού πρόσθετη μηνιαία κράτηση σε ποσοστό ίσο με την προβλεπόμενη νόμιμη υπέρ του Ταμείου κράτηση επί των, κατά τον χρόνο καταβολής, λαμβανομένων αποδοχών και για χρονικό διάστημα τόσο όσο και ο αναγνωριζόμενος χρόνος υπηρεσίας. Ειδικά, για τους εξερχόμενους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς από παραγωγικές στρατιωτικές σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων και από παραγωγικές αστυνομικές σχολές, η πρόσθετη μηνιαία κράτηση για την αναγνώριση των ετών σπουδών τους ως χρόνο μετοχικής σχέσης γίνεται, αμέσως μετά την έξοδό τους από αυτές, σε ποσοστό ίσο με την προβλεπόμενη, κατά τον χρόνο καταβολής της, νόμιμη υπέρ του Ταμείου κράτηση επί του αντίστοιχου εισαγωγικού Μισθολογικού Κλιμακίου κατάταξης Ανθυπολοχαγού (και αντίστοιχου) ή Λοχία (και αντίστοιχου), κατά περίπτωση, και καθ'όλη τη διάρκεια του χρόνου μετοχικής σχέσης έως τη συμπλήρωση του προβλεπόμενου χρόνου μετοχικής σχέσης. Σε περίπτωση παραίτησης ή αποστρατείας του αξιωματικού ή υπαξιωματικού (ή αντίστοιχου) και εφόσον δεν έχει καταβληθεί το σύνολο των κρατήσεων, οι οποίες αφορούν στην αναγνώριση μετοχικής σχέσης των εξερχομένων από τις στρατιωτικές παραγωγικές σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων και από παραγωγικές αστυνομικές σχολές με τα Ταμεία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, καταβάλλεται εφάπαξ το υπόλοιπο του συνόλου των αναλογουσών προβλεπόμενων κρατήσεων.»

2. Για τους Υπαστυνόμους Β' και Αστυφύλακες, που έχουν εξέλθει από τις σχολές της Ελληνικής Αστυνομίας, για τους οποίους έχει ήδη εκκινήσει η διενέργεια κρατήσεων για την αναγνώριση των ετών σπουδών τους ως χρόνου μετοχικής σχέσης, πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος, πραγματοποιείται εκ νέου υπολογισμός. Το νέο ποσό της κράτησης ισούται με το γινόμενο που προκύπτει από το ισχύον υπέρ Μετοχικού Ταμείου Στρατού (Μ.Τ.Σ.) ποσοστό κράτησης επί του αντίστοιχου εισαγωγικού Μισθολογικού Κλιμακίου κατάταξης Ανθυπολοχαγού (και αντίστοιχου) ή Λοχία (και αντίστοιχου), κατά περίπτωση, από το οποίο αφαιρείται το ποσό που έχει ήδη παρακρατηθεί για το Μ.Τ.Σ. και το οποίο δεν επιστρέφεται ως αχρεωστήτως καταβληθέν. Η παρακράτηση του υπολειπόμενου ποσού για την αναγνώριση των ετών σπουδών ως χρόνου μετοχικής σχέσης υλοποιείται καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου μετοχικής σχέσης έως τη συμπλήρωση του προβλεπόμενου χρόνου μετοχικής σχέσης.

 

Άρθρο 205

Ευνοϊκά μέτρα - Τροποποίηση άρθρου 187Γ Ποινικού Κώδικα

Στο άρθρο 187Γ του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α' 95), περί ευνοϊκών μέτρων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 1, αα) στο πρώτο εδάφιο, προστίθενται οι λέξεις «ή στην πλήρη εξιχνίαση εγκλήματος της οργάνωσης που τελέστηκε από άλλον», αβ) στο δεύτερο εδάφιο, οι λέξεις «άρθρο 43 παρ. 3» αντικαθίστανται από τις λέξεις «δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 43», αγ) προστίθεται τρίτο εδάφιο, β) στην παρ. 2, στο δεύτερο εδάφιο, προστίθενται οι λέξεις «ή την πλήρη εξιχνίαση του ιδίου ή άλλου εγκλήματός της», γ) προστίθενται παράγραφοι 5, 6 και 7 και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις το άρθρο 187Γ διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 187Γ

Ευνοϊκά μέτρα

1. Αν κάποιος από τους υπαιτίους των πράξεων των παρ. 1 έως 3 του άρθρου 187 ή των παραγράφων 2 έως 4 του άρθρου 187Α καταστήσει δυνατή με αναγγελία στην αρχή την πρόληψη της διάπραξης ενός από τα σχεδιαζόμενα εγκλήματα, ή με τον ίδιο τρόπο συμβάλλει ουσιωδώς στην εξάρθρωση της οργάνωσης ή στην πλήρη εξιχνίαση εγκλήματος της οργάνωσης που τελέστηκε από άλλον, απαλλάσσεται από την ποινή για τις πράξεις αυτές. Αν δεν έχει ακόμη ασκηθεί ποινική δίωξη, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών με αιτιολογημένη διάταξή του απέχει από την άσκησή της και υποβάλλει τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών, ο οποίος ενεργεί σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 43 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Η ως άνω διάταξη μαζί με τη σύμφωνη γνώμη κοινοποιείται στον Εισαγγελέα, που εποπτεύει τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας της Ελληνικής Αστυνομίας, για την ενημέρωσή του.

2. Αν στην περίπτωση της παρ. 1 ο υπαίτιος έχει τελέσει κάποιο από τα επιδιωκόμενα εγκλήματα ή έχει τελέσει κάποιο από τα εγκλήματα της παρ. 1 του άρθρου 187Α, το δικαστήριο του επιβάλλει μειωμένη ποινή (άρθρο 83). Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την αναστολή αυτής της ποινής, εκτιμώντας ιδίως την έκταση της συμμετοχής του υπαιτίου στην οργάνωση και τον βαθμό της συμβολής του στην εξάρθρωσή της ή την πλήρη εξιχνίαση του ιδίου ή άλλου εγκλήματός της.

3. Για όποιον καταγγέλλει αξιόποινες πράξεις που τελέστηκαν σε βάρος του από εγκληματική οργάνωση, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών μπορεί, εφόσον η καταγγελία πιθανολογείται βάσιμη, ύστερα από έγκριση του εισαγγελέα εφετών, να απόσχει προσωρινά από την ποινική δίωξη για παραβάσεις του νόμου περί αλλοδαπών και περί εκδιδομένων με αμοιβή προσώπων, ώσπου να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση για τις πράξεις που καταγγέλθηκαν. Αν η κατηγορία αποδειχθεί βάσιμη, η αποχή από την ποινική δίωξη γίνεται οριστική.

4. Η απέλαση αλλοδαπών που βρίσκονται παράνομα στη χώρα και καταγγέλλουν αξιόποινες πράξεις που τελέσθηκαν από εγκληματική ή τρομοκρατική οργάνωση αναστέλλεται μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση για τις πράξεις που καταγγέλθηκαν. Όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή της απέλασης χορηγείται στους αλλοδαπούς άδεια παραμονής κατά παρέκκλιση από την ισχύουσα νομοθεσία περί αλλοδαπών.

5. Με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων, αν ο υπαίτιος πλημμελήματος ή κακουργήματος που τιμωρείται με ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης πλην εκείνων που προβλέπονται στις διατάξεις του 19ου Κεφαλαίου του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα, πριν από την αμετάκλητη καταδίκη του και με δική του πρωτοβουλία συντελέσει ουσιωδώς, με την παροχή πληροφοριών, στην εξάρθρωση εγκληματικής ή τρομοκρατικής οργάνωσης ή την πλήρη εξιχνίαση κακουργήματος των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα, ή την πλήρη εξιχνίαση εγκλήματός της ή οποιουδήποτε άλλου κακουργήματος, ή την ανακάλυψη και σύλληψη δράστη τους, το δικαστήριο του επιβάλλει μειωμένη ποινή (άρθρο 83) εφόσον η βαρύτητα της πράξης του και ο βαθμός ενοχής του είναι προδήλως υποδεέστερα σε σύγκριση με τη βαρύτητα των πράξεων και τον βαθμό ενοχής των δραστών, που αφορούσαν οι πληροφορίες. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και αν η πράξη του υπαιτίου αφορά πλημμέλημα, το δικαστήριο μπορεί να τον απαλλάξει από τη ποινή. Επιπλέον, μπορεί να διατάξει τη μερική ή την πλήρη αναστολή της ποινής φυλάκισης, που του επιβλήθηκε, ή την έκτισή της στην κατοικία του ή τη μετατροπή της σε χρηματική ή σε κοινωφελή εργασία, ανεξάρτητα από τη συνδρομή των όρων που προβλέπονται στα άρθρα 82Α, 99, 104Α και 105. Αν οι ανωτέρω όροι συντρέξουν μετά την αμετάκλητη καταδίκη του υπαιτίου, το αρμόδιο συμβούλιο μπορεί να διατάξει την απόλυσή του από τις φυλακές υπό όρο, ανεξάρτητα από τη συνδρομή των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 105Β.

6. Αν για την εξάρθρωση εγκληματικής ή τρομοκρατικής οργάνωσης ή την πλήρη εξιχνίαση κακουργήματος των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα, ή την πλήρη εξιχνίαση εγκλήματός της ή οιουδήποτε άλλου κακουργήματος, ή την ανακάλυψη και σύλληψη δράστη τους, είναι αναγκαία η προσωρινή αποφυλάκιση του ανωτέρω υπαιτίου, το αρμόδιο Συμβούλιο μπορεί, ύστερα από κατά περίπτωση αίτηση της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος ή της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας της Ελληνικής Αστυνομίας και πρόταση του οικείου Εισαγγελέα, να διατάξει την προσωρινή, για ορισμένο χρόνο απόλυσή του από τη φυλακή, εφόσον τούτη κρίνεται αναγκαία για την επαλήθευση της πληροφορίας. Μετά την πάροδο του ορισθέντος χρόνου συνεχίζεται η φυλάκιση του υπαιτίου.

7. Για την αναγγελία που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 και την παροχή πληροφοριών που ορίζεται στην παρ. 5 του άρθρου 187Γ, συντάσσεται έκθεση από ανακριτικούς υπαλλήλους της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος ή της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας της Ελληνικής Αστυνομίας, κατά περίπτωση, η οποία υπογράφεται από τον δηλούντα και υποβάλλεται στον Εισαγγελέα που εποπτεύει την εν λόγω διεύθυνση, ο οποίος την τηρεί σε ειδικό, απόρρητο αρχείο και αναθέτει στην αρμόδια διεύθυνση τη διακρίβωση της βασιμότητας των ισχυρισμών του. Η αναφορά της διεύθυνσης με τα αποτελέσματα της έρευνας συσχετίζεται με την έκθεση και υποβάλλονται μαζί στο Δικαστήριο, που δικάζει το κακούργημα ή το πλημμέλημα εκείνου που παρείχε τις πληροφορίες, κατόπιν αιτήσεώς του. Το δικάζον Δικαστήριο λαμβάνει γνώση των ανωτέρω εγγράφων και συνεδριάζει σε Συμβούλιο προκειμένου να αποφανθεί για τη χορήγηση ή μη των ανωτέρω ευεργετημάτων. Στην αιτιολογία της απόφασης γίνεται μνεία μόνο του διαβιβαστικού εγγράφου του ως άνω Εισαγγελέα και της νομικής βάσης της χορήγησης ή μη του ευεργετήματος χωρίς αναφορά σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά.»

 

Άρθρο 206

Μισθώσεις ακινήτων Δημοσίου - Τροποποίηση περ. β) παρ. 2 άρθρου 3 και άρθρου 4 ν. 3130/2003

1. Στην περ. β) της παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 3130/2003 (Α' 76), περί τρόπων διενέργειας μισθώσεων για τη στέγαση των δημοσίων υπηρεσιών, μετά τη φράση «εποπτεύεται από το Δημόσιο» προστίθενται οι λέξεις «ή της Τράπεζας της Ελλάδος» και η περ. β) διαμορφώνεται ως εξής:

«β) το προς μίσθωση ακίνητο είναι ιδιοκτησίας νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμού, δημόσιας επιχείρησης και οργανισμού (Δ.Ε.Κ.Ο.), ανώνυμης εταιρείας, της οποίας η πλειοψηφία των μετοχών ανήκει στο Δημόσιο, ή εθνικού κληροδοτήματος που εποπτεύεται από το Δημόσιο, ή της Τράπεζας της Ελλάδος, ή».

2. Στο άρθρο 4 του ν. 3130/2003, περί διάρκειας των ανωτέρω μισθώσεων, προστίθεται η παραπομπή «β),», και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις το άρθρο 4 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 4

Διάρκεια μισθώσεων

Η διάρκεια των μισθώσεων ακινήτων που συνάπτει το Δημόσιο για τη στέγαση και την κάλυψη λειτουργικών αναγκών των Δημοσίων Υπηρεσιών είναι δώδεκα (12) έτη, με εξαίρεση τις περιπτώσεις α), β), γ), ε), στ) και η) της παρ. 2 του άρθρου 3. Στις περιπτώσεις μίσθωσης καταλυμάτων ενισχυτικών δυνάμεων αρμοδιότητας Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη η διάρκεια της μίσθωσης μπορεί να είναι μέχρι δώδεκα (12) έτη.»

 

Άρθρο 207

Παράταση προθεσμιών αδειών διαμονής για προσωρινή απασχόληση στην αγροτική οικονομία και πράξεων παραχώρησης ακινήτων του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου

1. Η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων των παραγράφων 1 και 1α του άρθρου δέκατου έκτου του ν. 4783/2021 (Α' 38), περί διαδικασίας προσωρινής απασχόλησης πολιτών τρίτων χωρών στην αγροτική οικονομία, παρατείνεται από τη λήξη της έως την 30ή Σεπτεμβρίου 2025.

2. Η προθεσμία της παρ. 3 του άρθρου 153 του ν. 4887/2022 (Α' 16), περί των πράξεων παραχώρησης ακινήτων του Δημοσίου, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) α'και β' βαθμού και άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, στα οποία έχουν εγκατασταθεί και λειτουργούν δομές της παρ. 4 του άρθρου 8 και του άρθρου 10 του ν. 4375/2016 (Α' 51), παρατείνεται από τη λήξη της έως την 31η Δεκεμβρίου 2025.

 

Άρθρο 208

Άδεια διαμονής υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, μελών προξενικών αρχών και υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών στην Ελλάδα (άδεια διαμονής τύπου «Δ.1» και «Δ.2») - Προσθήκη άρθρου 169Α και παραγράφων 70 και 71 στο άρθρο 176 Κώδικα Μετανάστευσης

1. Στον Κώδικα Μετανάστευσης (ν. 5038/2023, Α' 81), μετά από το άρθρο 169, προστίθεται άρθρο 169A ως εξής:

«Άρθρο 169Α

Άδεια διαμονής υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, μελών προξενικών αρχών και υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών στην Ελλάδα (άδεια διαμονής τύπου «Δ.1» και «Δ.2»)

1. Σε υπηρετούντες σε διπλωματικές αποστολές και προξενικές αρχές υπαλλήλους που απολαύουν, αντιστοίχως, του νομικού καθεστώτος της σύμβασης της Βιέννης του 1961 περί των διπλωματικών σχέσεων, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο μόνο του ν.δ. 503/1970 (Α' 108), και της σύμβασης της Βιέννης του 1963 για τις προξενικές σχέσεις, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 90/1975 (Α' 150), καθώς και σε ανακοινωθέντες στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλους διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από οικείες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν συμφωνίας έδρας, χορηγείται άδεια διαμονής τύπου «Δ.1». Η άδεια χορηγείται με απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Εθιμοτυπίας του Υπουργείου Εξωτερικών για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών με δυνατότητα ανανέωσης ανά διετία. Αν το ταξιδιωτικό έγγραφο του αιτούντος λήγει νωρίτερα, η διάρκεια της άδειας διαμονής προσαρμόζεται αναλόγως στη διάρκεια ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου.

2. Στα μέλη της οικογένειας που συνοδεύουν τους παραπάνω υπαλλήλους χορηγείται άδεια διαμονής τύπου «Δ.2», με απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Εθιμοτυπίας του Υπουργείου Εξωτερικών, η οποία λήγει ταυτόχρονα με την άδεια διαμονής του υπαλλήλου. Η άδεια διαμονής τύπου «Δ.2» παρέχει δικαίωμα πρόσβασης σε εξαρτημένη εργασία, σε υπηρεσίες ή έργο ή σε ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα, εφόσον το δικαίωμα παρέχεται με βάση αντίστοιχες συμφωνίες στις οποίες η Ελληνική Δημοκρατία είναι συμβαλλόμενο μέρος.

3. Ως μέλη οικογένειας για τις ανάγκες της παρ. 2 νοούνται: (α) ο έτερος των συζύγων ή των καταχωρημένων συντρόφων, εφόσον έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο (18ο) έτος της ηλικίας του, καθώς και τα άγαμα, κοινά τέκνα τους, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που έχουν νομίμως υιοθετηθεί, εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει το εικοστό τρίτο (23ο) έτος της ηλικίας τους, (β) τα λοιπά άγαμα τέκνα του υπαλλήλου ή του ετέρου των συζύγων ή των καταχωρημένων συντρόφων, συμπεριλαμβανομένων των τέκνων που έχουν, νομίμως, υιοθετηθεί, εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει το εικοστό τρίτο (23ο) έτος της ηλικίας τους, και η άσκηση της επιμέλειας έχει νομίμως ανατεθεί για μεν τα τέκνα του συντηρούντος σε αυτόν, για δε τα τέκνα του ετέρου συζύγου/καταχωρημένου συντρόφου στον σύζυγο/καταχωρημένο σύντροφο αυτού και (γ) τα λοιπά τέκνα του υπαλλήλου ή του συζύγου ή του καταχωρημένου συντρόφου, τα οποία, ανεξαρτήτως ηλικίας, έχουν αποδεδειγμένη αναπηρία, η οποία δεν τους επιτρέπει να διαμένουν στην Ελλάδα χωρίς την υποστήριξη των γονέων τους.

4. Τα πρόσωπα των παραγράφων 1 και 2, στην περίπτωση που φέρουν την ιδιότητα του πολίτη τρίτης χώρας, έχουν τη δυνατότητα κατά τη λήξη της άδειας διαμονής των παραγράφων 1 ή 2, να υποβάλουν αίτηση για να υπαχθούν στο άρθρο 12 χωρίς να αναχωρήσουν από τη χώρα και να επανέλθουν, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των ρυθμίσεων περί της δυνατότητας μεταβολής κατηγορίας άδειας διαμονής.

5. Οι άδειες διαμονής των παραγράφων 1 και 2 εκ- δίδονται ατελώς από τη Διεύθυνση Εθιμοτυπίας του Υπουργείου Εξωτερικών. Οι δαπάνες εκτύπωσης των αδειών διαμονής των παραγράφων 1 και 2 βαρύνουν το Υπουργείο Εξωτερικών.»

2. Στο άρθρο 176 του Κώδικα Μετανάστευσης, περί των εξουσιοδοτικών διατάξεων αυτού, προστίθενται παραγράφων 70 και 71 ως εξής:

«70. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών, Προστασίας του Πολίτη και Μετανάστευσης και

Ασύλου καθορίζονται τα στοιχεία, οι ενδείξεις και οι πληροφορίες, που περιλαμβάνονται στην άδεια διαμονής του άρθρου 169Α και προσδιορίζονται τα στοιχεία, οι ενδείξεις και οι πληροφορίες προς εθνική χρήση που συμπεριλαμβάνονται στις παραπάνω άδειες διαμονής.

71. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Μετανάστευσης και Ασύλου δύναται να ανατεθεί και σε δημόσιο φορέα η εκτύπωση των τίτλων διαμονής πολιτών τρίτων χωρών, οι οποίοι εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 169Α από τη Διεύθυνση Εθιμοτυπίας του Υπουργείου Εξωτερικών. Με την ίδια ή όμοια απόφαση καθορίζονται οι προδιαγραφές ασφάλειας των ως άνω εντύπων, καθώς και θέματα σχετικά με την προμήθεια των εντύπων και του λοιπού αναγκαίου υλικού, τη διαδικασία εκτύπωσης, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»

 

Άρθρο 209

Είσοδος και διαμονή υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, μελών προξενικών αρχών και υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών στην Ελλάδα - Τροποποίηση περ. η' παρ. 3 άρθρου 3, άρθρου 9 και παρ. 2 άρθρου 163 Κώδικα Μετανάστευσης

1. Η περ. η' της παρ. 3 του άρθρου 3 του Κώδικα Μετανάστευσης (ν. 5038/2023, A' 81), περί του πεδίου εφαρμογής αυτού, αντικαθίσταται ως εξής:

«η. στους υπαλλήλους που υπηρετούν σε διπλωματικές αποστολές και προξενικές αρχές και απολαύουν, αντιστοίχως, του νομικού καθεστώτος της Σύμβασης της Βιέννης, περί των διπλωματικών σχέσεων του 1961, η οποία κυρώθηκε με το ν.δ. 503/1970 (Α'108), και της σύμβασης της Βιέννης, περί των προξενικών σχέσεων του 1963, η οποία κυρώθηκε με τον ν. 90/1975 (Α' 150), καθώς και σε ανακοινωθέντες στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλους διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από τις οικείες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν συμφωνίας έδρας, καθώς και στα μέλη των οικογενειών τους που τους συνοδεύουν, με την επιφύλαξη του άρθρου 169Α.»

2. Η υποπερ. θβ) της περ. θ) του άρθρου 9 του Κώδικα Μετανάστευσης, περί των κατηγοριών αδειών διαμονής, αντικαθίσταται ως εξής:

«θβ. άδειες διαμονής: (i) ενηλίκων, άνω των είκοσι τριών (23) ετών, άγαμων τέκνων υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, εφόσον συγκατοικούν με τους γονείς τους που υπηρετούν στην Ελλάδα, (ii) ενηλίκων, άνω των είκοσι τριών (23) ετών, άγαμων τέκνων υπαλλήλων, μελών προξενικών αρχών, εφόσον συγκατοικούν με τους γονείς τους που υπηρετούν στην Ελλάδα, (iii) ενηλίκων, άνω των είκοσι τριών (23) ετών, άγαμων τέκνων ανακοινωθέντων στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από τις οικείες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν συμφωνίας έδρας, εφόσον συγκατοικούν με τους γονείς τους που υπηρετούν στην Ελλάδα, καθώς και (iv) μελών οικογένειας, ανιόντων πρώτου βαθμού συγγένειας, υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, μελών προξενικών αρχών και ανακοινωθέντων στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από τις οικείες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν συμφωνίας έδρας (άδεια διαμονής τύπου «Ι.2»),».

3. Στην περ. ι) του άρθρου 9 του Κώδικα Μετανάστευσης προστίθεται υποπερ. ιγ' ως εξής:

«ιγ. άδεια διαμονής υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών και προξενικών αρχών, και ανακοινωθέντων στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από τις οικείες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν συμφωνίας έδρας, και μελών της οικογένειάς τους,

ιγα. άδεια διαμονής υπαλλήλων (άδεια διαμονής τύπου «Δ.1»),

ιγβ. άδεια διαμονής μελών οικογένειας (άδεια διαμονής τύπου «Δ.2»).»

4. Η παρ. 2 του άρθρου 163 του Κώδικα Μετανάστευσης, περί των λοιπών λόγων χορήγησης άδειας διαμονής-αδειών διαμονής τύπου Ι, αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Άδειες διαμονής: (α) ενηλίκων, άνω των είκοσι τριών (23) ετών, άγαμων τέκνων υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, εφόσον συγκατοικούν με τους γονείς τους που υπηρετούν στην Ελλάδα, (β) ενηλίκων, άνω των είκοσι τριών (23) ετών, άγαμων τέκνων υπαλλήλων, μελών προξενικών αρχών, εφόσον συγκατοικούν με τους γονείς τους που υπηρετούν στην Ελλάδα, (γ) ενηλίκων, άνω των είκοσι τριών (23) ετών, άγαμων τέκνων, ανακοινωθέντων στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από τις οικείες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν συμφωνίας έδρας, εφόσον συγκατοικούν με τους γονείς τους που υπηρετούν στην Ελλάδα, καθώς και (δ) μελών οικογένειας, ανιόντων πρώτου βαθμού συγγένειας, υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, μελών προξενικών αρχών και ανακοινωθέντων στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από τις οικείες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν συμφωνίας έδρας, κατά τα ανωτέρω (άδεια διαμονής τύπου «Ι.2»). Η άδεια διαμονής χορηγείται με απόφαση του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης για χρονικό διάστημα ίσο με τον χρόνο υπηρεσίας των προσώπων αυτών και παρέχει δικαίωμα πρόσβασης στην αγορά εργασίας, εφόσον το δικαίωμα παρέχεται με βάση αντίστοιχες συμφωνίες στις οποίες η Ελληνική Δημοκρατία είναι συμβαλλόμενο μέρος. Για τη ρύθμιση του καθεστώτος διαμονής των άγαμων τέκνων υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, μελών προξενικών αρχών και ανακοινωθέντων στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από τις οικείες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και

τυχόν συμφωνίας έδρας, τα οποία τέκνα έχουν αποδεδειγμένη αναπηρία, η οποία δεν τους επιτρέπει να διαμένουν χωρίς την υποστήριξη των γονέων τους, ανεξαρτήτως ηλικίας των τέκνων αυτών, εφαρμόζεται το άρθρο 169Α.»

 

Άρθρο 210

Προσόντα και κωλύματα πρόσληψης υποψηφίων πυροσβεστών εποχικής απασχόλησης - Τροποποίηση παρ. 1 και 2 άρθρου 1 π.δ. 36/2019

Στο άρθρο 1 του π.δ. 36/2019 (Α'62), περί προσόντων και κωλυμάτων πρόσληψης υποψηφίων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 1: αα) στο πρώτο εδάφιο οι λέξεις «1η Μαΐου έως και 31η Οκτωβρίου», αντικαθίστανται από τις λέξεις «1ης Απριλίου έως και 30 Νοεμβρίου», αβ) το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται, β) στο πρώτο εδάφιο της περ. β της παρ. 2, οι λέξεις «το 45ο έτος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «το πεντηκοστό (50ό) έτος», και οι παράγραφοι 1 και 2 διαμορφώνονται ως εξής:

«1. Για την κάλυψη παροδικής φύσης αναγκών στο Πυροσβεστικό Σώμα προσλαμβάνονται, κατ' έτος, για το χρονικό διάστημα από 1ης Απριλίου έως και 30 Νοεμβρίου, πυροσβέστες εποχικής απασχόλησης με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Ορισμένου Χρόνου με δυνατότητα επαναπρόσληψης έως πέντε συνεχείς αντιπυρικές περιόδους. Ο αριθμός των προσλαμβανόμενων καθορίζεται, κατ' έτος, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 4622/2019 (Α' 133) για τον ετήσιο προγραμματισμό προσλήψεων.

2. Οι υποψήφιοι που επιθυμούν να προσληφθούν πρέπει να έχουν τα ακόλουθα προσόντα και προϋποθέσεις κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας της υποβολής της αίτησης συμμετοχής στη διαδικασία πρόσληψης και κατά την πρόσληψή τους, εκτός του ορίου ηλικίας που πρέπει να έχουν κατά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της αίτησης:

α. Να είναι Έλληνες πολίτες.

β. Να μην έχουν υπερβεί οι υποψήφιοι της Κατηγορίας Α' το 40ό έτος της ηλικίας τους και οι υποψήφιοι της Κατηγορίας Β' το πεντηκοστό (50ό) έτος, αντίστοιχα, κατά τον χρόνο προκήρυξης του διαγωνισμού. Για τον υπολογισμό της ηλικίας όλων των υποψηφίων ως ημερομηνία γέννησης λαμβάνεται η 31η Δεκεμβρίου του έτους γέννησης.

γ. Να είναι κάτοχοι τίτλου σπουδών (απολυτήριο ή πτυχίο) οποιουδήποτε τύπου Λυκείου.

δ. Να έχουν εκπληρώσει οι άνδρες τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις ή να έχουν απαλλαγεί νόμιμα από αυτές και να μην έχουν εκπέσει από στρατιωτικό βαθμό, αποβληθεί ή απολυθεί από τις Ένοπλες Δυνάμεις, τα Σώματα Ασφαλείας και Δημόσια Υπηρεσία για λόγους πειθαρχικούς ή υγείας.

ε. Να έχουν υπακοή στο Σύνταγμα και αφοσίωση στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία.

στ. Να έχουν σωματική και ψυχική υγεία, σύμφωνα με τα ισχύοντα για την κατάταξη των μονίμων πυροσβεστών.»

 

Άρθρο 211

Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης - Προσθήκη παρ. 20Α στο άρθρο 15 του ν. 3938/2011

Στο άρθρο 15 του ν. 3938/2011 (Α'61), περί Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης, προστίθεται παρ. 20Α ως εξής:

«20Α. Η παρ. 20 εφαρμόζεται αναλόγως στους προσληφθέντες Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης (Π.Π.Υ.), οι οποίοι συμπληρώνουν πενταετή θητεία τη 12η Απριλίου 2025 και την 3η Ιανουαρίου 2026. Με το προεδρικό διάταγμα της παρ. 20 απονέμεται ομοίως στους Π.Π.Υ. οι οποίοι κρίνονται επιτυχώς από τα αρμόδια Συμβούλια προκειμένου να ενταχθούν στο μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό, σύμφωνα με την παρ. 8, ο βαθμός του πυροσβέστη, για όλες τις συνέπειες σε σχέση με την επετηρίδα και τις βαθμολογικές προαγωγές, με ισχύ από την 1η Φεβρουαρίου 2026 και την 1η Φεβρουαρίου 2027 αντίστοιχα.»

 

Άρθρο 212

Πρόσληψη προσωπικού εποχικής απασχόλησης στο Πυροσβεστικό Σώμα - Τροποποίηση παρ. 1, προσθήκη παρ. 1Α, κατάργηση παρ. 2 άρθρου 6 ν. 3103/2003

Στο άρθρο 6 του ν. 3103/2003 (Α' 23), περί πρόσληψης προσωπικού εποχικής απασχόλησης στο Πυροσβεστικό Σώμα, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 1, αα) στο πρώτο εδάφιο, i) οι λέξεις «κατόπιν έγκρισης της Επιτροπής της ΠΥΣ 33/2006, όπως ισχύει,» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 4622/2019 (Α' 133) για τον ετήσιο προγραμματισμό προσλήψεων», ii) οι λέξεις «από 1ης Μαΐου έως 31 Οκτωβρίου» αντικαθίστανται από τις λέξεις «από 1ης Απριλίου έως και 30 Νοεμβρίου», iii) οι λέξεις «με την επιφύλαξη της παρ. 2» διαγράφονται, αβ) στο δεύτερο εδάφιο οι λέξεις «έξι (6) μήνες» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οκτώ (8) μήνες», αγ) προστίθεται νέο τρίτο εδάφιο, β) προστίθεται παρ. 1Α, γ) η παρ. 2 καταργείται, δ) στην παρ. 3, δα) οι λέξεις «τις παρ. 1 και 2» αντικαθίστανται από τις λέξεις «την παρ. 1», δβ) στο τέλος της παρ. 3 οι λέξεις «της παρ. 2» διαγράφονται, ε) στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 4, εα) οι λέξεις «ως άνω» διαγράφονται, εβ) μετά από τη λέξη «δελτίου» προστίθενται οι λέξεις «βεβαίωσης καλής κατάστασης υγείας», και το άρθρο 6 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 6

Πρόσληψη προσωπικού εποχικής απασχόλησης στο Πυροσβεστικό Σώμα

1. Για την κάλυψη παροδικής φύσης αναγκών του Πυροσβεστικού Σώματος (Π.Σ.) επιτρέπεται, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 4622/2019 (Α' 133,) για τον ετήσιο προγραμματισμό προσλήψεων να προσλαμβάνονται, κατ' έτος, για το χρονικό διάστημα από 1ης Απριλίου έως και 30 Νοεμβρίου, πυροσβέστες εποχικής απασχόλησης με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Ορισμένου Χρόνου, με δυνατότητα επαναπρόσληψης έως πέντε (5) συνεχείς αντιπυρικές περιόδους. Η διάρκεια της απασχόλησής τους δεν μπορεί να ξεπερνά τους οκτώ (8) μήνες ετησίως. Ειδικά για το έτος 2025, οι πυροσβέστες εποχικής απασχόλησης προσλαμβάνονται για το χρονικό διάστημα από 1η Μαΐου έως και 31 Δεκεμβρίου. Οι ανάγκες αυτές πιστοποιούνται με πράξη του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος, η οποία εκδίδεται τον Ιανουάριο κάθε έτους. Τα κριτήρια τα οποία ανταποκρί- νονται στις απαιτήσεις και τη φύση του πυροσβεστικού έργου και η αξιολόγησή τους, τα ειδικότερα προσόντα των υποψηφίων, η διαδικασία πρόσληψης και απόλυσής τους και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας και Εσωτερικών.

1Α. Όπου σε διάταξη νόμου ή κανονιστική πράξη, με την επιφύλαξη ειδικότερων ρυθμίσεων για συγκεκριμένα έτη, αναφέρεται ως χρονικό διάστημα πρόσληψης των πυροσβεστών εποχικής απασχόλησης το διάστημα από την 1η Μαΐου έως και τις 31 Οκτωβρίου, νοείται το χρονικό διάστημα από την 1η Απριλίου έως και τις 30 Νοεμβρίου.

2. Καταργείται.

3. Στους πυροσβέστες εποχικής απασχόλησης που έχουν προσληφθεί στο Πυροσβεστικό Σώμα, σύμφωνα με την παρ. 1, δύναται, σε περίπτωση που έχουν τραυματιστεί αποδεδειγμένα κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας και εξαιτίας αυτής, να τους ανατίθενται με απόφαση του Διοικητή της οικείας Διοίκησης Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Νομού (ΔΙ.Π.Υ.Ν.), ύστερα από γνωμοδότηση της επιτροπής αναρρωτικών αδειών του νομού, καθήκοντα Τηλεφωνητή και Πυροφύλακα, εφόσον η κατάσταση της υγείας τους το επιτρέπει, ενώ απαλλάσσονται της υποχρέωσης προσκόμισης του υγειονομικού δελτίου βεβαίωσης της καλής κατάστασης της υγείας τους.

4. Οι πυροσβέστες εποχικής απασχόλησης της παρ. 3 δεν κωλύονται να συμμετέχουν σε μελλοντικό διαγωνισμό του Πυροσβεστικού Σώματος εξαιτίας της πάθησής τους. Στην περίπτωση αυτήν εξαιρούνται της υποχρέωσης προσκόμισης του υγειονομικού δελτίου βεβαίωσης καλής κατάστασης υγείας και προσλαμβάνονται για την άσκηση καθηκόντων Τηλεφωνητή και Πυροφύλακα, αντίστοιχα με την κατάσταση της υγείας τους.»

 

Άρθρο 213

Ειδικές Μονάδες Δασικών Επιχειρήσεων - Τροποποίηση παρ. 2, 4, 7, 10, προσθήκη παρ. 3Β και 13 στο άρθρο 38 του ν. 4892/2022

Στο άρθρο 38 του ν. 4892/2022 (Α' 28), περί Ειδικών Μονάδων Δασικών Επιχειρήσεων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 2 προστίθενται υπο- περ. ιζ' έως κ', β) προστίθεται παρ. 3Β, γ) στην περ. γ) της παρ. 4, οι λέξεις «των πυροσβεστών» αντικαθίσταται από τις λέξεις «κατά τις οποίες ο υποψήφιος είχε την ιδιότητα του πυροσβέστη», δ) στην παρ. 7: δα) στο πρώτο εδάφιο: i) οι λέξεις «τρεις (3) τουλάχιστον μήνες» αντικαθίστανται από τις λέξεις «έξι (6) τουλάχιστον μήνες», ii) οι λέξεις «Κατώτερο Πρωτοβάθμιο Συμβούλιο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Πρωτοβάθμιο Συμβούλιο Κρίσεως», δβ) στο δεύτερο εδάφιο: i) οι λέξεις «Κατώτερου Συμβουλίου» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Πρωτοβάθμιου Συμβουλίου Κρίσεως», ii) οι λέξεις «Ανώτερου Συμβουλίου» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Δευτεροβάθμιου Συμβουλίου Κρίσεως», ε) στην παρ. 10, εα) στο τέλος του δεύτερου εδαφίου μετά από τη λέξη «προσωπικό» προστίθενται οι λέξεις «με εξαίρεση τις διατάξεις περί μεταθέσεων, οι οποίες ισχύουν αναλόγως και για αυτούς μετά τη μονιμοποίησή τους», εβ) προστίθεται τρίτο εδάφιο, στ) προστίθεται παρ. 13, και το άρθρο 38 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 38

Ειδικές Μονάδες Δασικών Επιχειρήσεων

1. Συνιστώνται Ειδικές Μονάδες Δασικών Επιχειρήσεων (Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) ως ειδικές Περιφερειακές Υπηρεσίες του Πυροσβεστικού Σώματος. Οι Ε.ΜΟ.Δ.Ε. υπάγονται επιχειρησιακά στους κατά τόπους Συντονιστές Επιχειρήσεων Πυροσβεστικού Σώματος και έχουν ως αποστολή: α. τη συνδρομή στην εκτέλεση έργων δασοπροστασίας έναντι κινδύνου εκδήλωσης πυρκαγιάς, β. την υποστήριξη κατά τη διενέργεια των επιχειρήσεων κατάσβεσης, μέσω εξειδικευμένων πεζοπόρων και αερομεταφερόμενων τμημάτων και χρήσης ειδικών μηχανοκίνητων μέσων και μηχανημάτων έργου, γ. τη συνδρομή στην πρόληψη και στην αντιμετώπιση των συνεπειών από φυσικές, τεχνολογικές και λοιπές καταστροφές και δ. τη συνδρομή σε αστικά συμβάντα έπειτα από κατάλληλη εκπαίδευση.

1A. Για τις αντιπυρικές περιόδους 2024 και 2025, οι Ειδικές Μονάδες Δασικών Επιχειρήσεων, πέραν των καθηκόντων της παρ. 1, επιτελούν το έργο των πεζοπόρων και αερομεταφερόμενων τμημάτων του Πυροσβεστικού Σώματος.

2. Οι Ειδικές Μονάδες Δασικών Επιχειρήσεων (Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) διαρθρώνονται ως εξής:

α. 1η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (1η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα την Ελευσίνα Αττικής.

β. 2η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (2η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τη Θεσσαλονίκη.

γ. 3η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (3η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα το Ηράκλειο Κρήτης.

δ. 4η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (4η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τη Λαμία.

ε. 5η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (5η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τα Ιωάννινα.

στ. 6η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (6η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα την Πάτρα.

ζ. 7η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (7η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα την Αλεξανδρούπολη.

η. 8η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (8η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα την Κοζάνη.

θ. 9η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (9η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα την Τρίπολη.

ι. 10η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (10η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τον Βόλο.

ια. 11η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (11η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τη Ρόδο.

ιβ. 12η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (12η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τη Μυτιλήνη.

ιγ. 13η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (13η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τη Χίο.

ιδ. 14η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (14η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τη Σάμο.

ιε. 15η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (15η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα την Κέρκυρα.

ιστ. 16η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (16η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα την Κεφαλονιά.

ιζ. 17η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (17η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τη Ζάκυνθο.

ιη. 18η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (18η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τον Πύργο.

ιθ. 19η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (19η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τα Χανιά.

κ. 20η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (20η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τη Χαλκίδα.

3. Για την κάλυψη της ανάγκης στελέχωσης των Ειδικών Μονάδων Δασικών Επιχειρήσεων αυξάνονται οι οργανικές θέσεις, κατά κατηγορία, βαθμό και ειδικότητα του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος και συστήνεται ιδιαίτερη κατηγορία προσωπικού Γενικών Καθηκόντων «Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων», οι οποίοι καταλαμβάνουν πεντακόσιες (500) νέες, επί θητεία, οργανικές θέσεις, εκ των οποίων, τετρακόσιες σαράντα (440) ειδικότητας πυροσβεστικού τεχνικού προσωπικού, και εξήντα (60) ειδικότητας πυροσβεστικού επιστημονικού προσωπικού, πτυχίου Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος ή Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, με γνωστικό αντικείμενο Δασολογίας ή Δασοπονίας ή τίτλου ανώτατης τυπικής εκπαίδευσης αναγνωρισμένου από τον Διεπιστημονικό Οργανισμό Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης (ΔΟΑΤΑΠ) ή το Αυτοτελές Τμήμα Εφαρμογής Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας (ΑΤΕΕΝ) του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού ή κατόχου αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων Δασολόγου από το ΑΤΕΕΝ.

3Α. Στις οργανικές θέσεις της παρ. 3 μεταφέρονται από τις οργανικές θέσεις της κατηγορίας «Πυρονόμοι Αρχιπυροσβέστες Υπαρχιπυροσβέστες Πυροσβέστες» του πίνακα της παρ. 1 του άρθρου 77 του ν. 4662/2020 (Α' 27), με ταυτόχρονη ισάριθμη μείωση αυτής, εξακόσιες πενήντα (650) οργανικές θέσεις, εκ των οποίων, εξακόσιες είκοσι (620) στην ειδικότητα πυροσβεστικού τεχνικού προσωπικού και τριάντα (30) στην ειδικότητα πυροσβεστικού επιστημονικού προσωπικού των Πυροσβεστών Δασικών Επιχειρήσεων.

3Β. Στις οργανικές θέσεις της παρ. 3, μεταφέρονται από τις οργανικές θέσεις της κατηγορίας «Πυρονόμοι Αρχιπυροσβέστες Υπαρχιπυροσβέστες Πυροσβέστες» του πίνακα της παρ. 1 του άρθρου 77 του ν. 4662/2020, περί οργανικών θέσεων πυροσβεστικού προσωπικού, Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης (Π.Π.Υ.) και Πυροσβεστών Δασικών Επιχειρήσεων, με ταυτόχρονη ισάριθμη μείωση αυτών, τριακόσιες (300) οργανικές θέσεις, εκ των οποίων, διακόσιες ενενήντα (290) στην ειδικότητα πυροσβεστικού τεχνικού προσωπικού και δέκα (10) στην ειδικότητα πυροσβεστικού επιστημονικού προσωπικού των Πυροσβεστών Δασικών Επιχειρήσεων.

4. Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων προσλαμβάνονται με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου επί θητεία διάρκειας επτά (7) ετών, στην οποία περιλαμβάνεται και ο χρόνος εκπαίδευσης, Έλληνες πολίτες, με σύστημα αντικειμενικών κριτηρίων (μόρια), οι οποίοι έχουν τουλάχιστον απολυτήριο Λυκείου. Κριτήρια μοριοδότησης πρόσληψης αποτελούν, ιδίως: α) η εκπλήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεων ως εφέδρων αξιωματικών ή σε Ειδικές Δυνάμεις των Ενόπλων Δυνάμεων ή στην Προεδρική Φρουρά, β) η κατοχή πτυχίου Υποβρύχιου Καταστροφέα ή πτυχίου Σχολής Αλεξιπτωτιστών των Ενόπλων Δυνάμεων, γ) ο αριθμός των αντιπυρικών περιόδων κατά τις οποίες ο υποψήφιος είχε την ιδιότητα του πυροσβέστη εποχικής απασχόλησης, δ) τα έτη εθελοντισμού στο Πυροσβεστικό Σώμα, ε) η κατοχή πτυχίου των πανεπιστημιακών τμημάτων Δασολογίας ή Δασοπονίας, στ) η προϋπηρεσία ως δασεργάτης και ζ) η κατοχή επαγγελματικής άδειας οδήγησης.

5. Ειδικότερα, οι υποψήφιοι πρέπει να μην έχουν υπερβεί το εικοστό όγδοο (28ο) έτος της ηλικίας τους κατά την 31η Δεκεμβρίου του έτους λήξης της προθεσμίας υποβολής της αίτησης συμμετοχής. Ειδικώς οι πυροσβέστες εποχικής απασχόλησης και οι κάτοχοι πτυχίου Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος ή Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, με γνωστικό αντικείμενο Δασολογίας ή Δασοπονίας ή τίτλου ανώτατης τυπικής εκπαίδευσης αναγνωρισμένου από τον ΔΟΑΤΑΠ ή το ΑΤΕΕΝ ή κατόχου αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων Δασολόγου από το ΑΤΕΕΝ, πρέπει να μην έχουν υπερβεί το τριακοστό πέμπτο (35ο) έτος της ηλικίας τους. Για τον υπολογισμό της ηλικίας των υποψηφίων, ως ημερομηνία γέννησης λαμβάνεται η 31η Δεκεμβρίου του έτους γέννησης. Επιπλέον κριτήρια μοριοδότησης, ο αριθμός των μορίων ανά κριτήριο, τα λοιπά απαιτούμενα προσόντα, ο τρόπος διαπίστωσής τους, η διαδικασία πρόσληψης, οι προϋποθέσεις μονιμοποίησης, η διαδικασία απόλυσής τους, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, οι αθλητικές και ψυχοτεχνικές δοκιμασίες, οι υγειονομικές εξετάσεις των υποψηφίων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας. Οι προσληφθέντες υποβάλλονται σε κατάλληλη εκπαίδευση. Με απόφαση του Υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας καθορίζονται ο τόπος, ο χρόνος και το είδος της παρεχόμενης εκπαίδευσης.

6. Οι Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων δεν προάγονται βαθμολογικά κατά τη διάρκεια της επταετούς θητείας τους. Κατά το χρονικό διάστημα αυτό, αξιολογούνται για τα ουσιαστικά τους προσόντα και συντάσσονται εκθέσεις ικανότητας σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την αξιολόγηση προσόντων των Πυροσβεστών.

7. Μετά τη συμπλήρωση της επταετούς θητείας, οι Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων δύνανται, με αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται έξι (6) τουλάχιστον μήνες πριν από τη συμπλήρωση της επταετίας, εφόσον έχουν αξιολογηθεί σε όλες τις εκθέσεις ικανότητας με γενικό χαρακτηρισμό τουλάχιστον «αποδεκτή» (Βαθμολογία στα επιμέρους βασικά προσόντα: τρία [3]) και κριθούν ικανοί από το Πρωτοβάθμιο Συμβούλιο Κρίσεως Πυροσβεστικού Σώματος, να μονιμοποιηθούν, καταλαμβάνοντας μόνιμες οργανικές θέσεις της κατηγορίας και ειδικότητας για την οποία προσλήφθηκαν, οι μεν ειδικότητας πυροσβεστικού τεχνικού προσωπικού, θέσεις «Πυρονόμων Αρχιπυροσβεστών Υπαρχιπυροσβεστών Πυροσβεστών», οι δε ειδικότητας πυροσβεστικού επιστημονικού προσωπικού, εισάγονται στη Σχολή Αξιωματικών της Πυροσβεστικής Ακαδημίας και, κατόπιν ευδόκιμης αποφοίτησής τους, τους απονέμεται ο βαθμός του Ανθυποπυραγού Γενικών Καθηκόντων. Οι αρνητικές αποφάσεις του Πρωτοβάθμιου Συμβουλίου Κρίσεως Πυροσβεστικού Σώματος αιτιολογούνται και κοινοποιούνται στους ενδιαφερόμενους, οι οποίοι δύνανται να ασκήσουν προσφυγή ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Συμβουλίου Κρίσεως Πυροσβεστικού Σώματος εντός δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση. Η διαδικασία εισαγωγής στη Σχολή Αξιωματικών της Πυροσβεστικής Ακαδημίας, το πρόγραμμα σπουδών, η διαδικασία των εξετάσεων, η εξεταστέα ύλη, ο χρόνος φοίτησης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζονται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας.

8. Για τους Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις πειθαρχικού δικαίου που ισχύουν για το μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό. Οι Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων απολύονται από την Υπηρεσία και στις κάτωθι περιπτώσεις:

α. Μη επιτυχούς ολοκλήρωσης της εκπαίδευσης.

β. Ύστερα από αίτησή τους, εφόσον έχουν συμπληρώσει ένα (1) έτος υπηρεσίας από την πρόσληψή τους.

γ. Με τη λήξη της επταετούς θητείας, εφόσον δεν υποβάλουν αίτηση ένταξής τους στο μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό ή δεν κρίνονται ικανοί προς τούτο.

δ. Για λόγους υγείας, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για το μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό.

9. Το μισθολογικό καθεστώς των Πυροσβεστών Δασικών Επιχειρήσεων εμπίπτει στην κατηγορία Δ' του άρθρου 124 του ν. 4472/2017 (Α' 74). Για τις δαπάνες μετακίνησης των Πυροσβεστών Δασικών Επιχειρήσεων εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για το μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό. Στο μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό και στους Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων που υπηρετούν στις Ε.ΜΟ.Δ.Ε., χορηγείται το μηνιαίο επίδομα της παρ. 1 του άρθρου 6 της υπό στοιχεία 8002/1/520-γ'/15.3.2018 κοινής απόφασης των Αναπληρωτών Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών (Β' 1021).

10. Οι Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων δύναται να τίθενται σε κατάσταση υπηρεσίας γραφείου και στην κατάσταση μόνιμης διαθεσιμότητας, εξελισσόμενοι μισθολογικά μέχρι την εξάντληση της οικείας μισθολογικής κλίμακας, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για το μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό. Για την ασφαλιστική και υγειονομική κάλυψη των Πυροσβεστών Δασικών Επιχειρήσεων, τις άδειες, τα θέματα έκδοσης αδειών ικανότητας οδηγού χειριστή υπηρεσιακών οχημάτων μηχανημάτων, καθώς και για τα θέματα που δεν ρυθμίζονται από τις διατάξεις του παρόντος και των κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδιδομένων κανονιστικών πράξεων, εφαρμόζονται ανάλογα οι αντίστοιχες διατάξεις που ισχύουν για το μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό, με εξαίρεση τις διατάξεις περί μεταθέσεων, οι οποίες ισχύουν αναλόγως και για αυτούς μετά τη μονιμοποίησή τους. Κατά τη διάρκεια της επταετούς θητείας τους, εφαρμόζεται αναλογικά η παρ. 1 του άρθρου 154 του ν. 4662/2020 (Α'27) περί αμοιβαίων μεταθέσεων.

11. Με απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος, ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν τη στολή και τα μέσα ατομικής προστασίας που φέρουν οι Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ο χρόνος εργασίας τους και ο εφοδιασμός τους με ειδικό δελτίο ταυτότητας, καθώς και κάθε άλλη συναφή λεπτομέρεια.

12. Με απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος, ρυθμίζονται θέματα οργάνωσης και λειτουργίας των Μονάδων αυτών, καθώς και διοικητικής υπαγωγής και υποστήριξής τους.

13. Η πλήρωση θέσεων Πυροσβεστών Δασικών Επιχειρήσεων (Π.Δ.Ε.) δύναται να πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, χωρίς νέα προκήρυξη, από πίνακα επιλαχόντων και υπό την προϋπόθεση ότι έχει χορηγηθεί έγκριση του αριθμού προσλήψεων, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 4622/2019 (Α' 133) περί ετήσιου προγραμματισμού ανθρώπινου δυναμικού του δημόσιου τομέα, πριν παρέλθουν είκοσι τέσσερις (24) μήνες από τη δημοσίευση των κυρωμένων πινάκων των επιτυχόντων, εισακτέων και επιλαχόντων, ανά ειδικότητα υποψηφίων της τελευταίας χρονικά εκδοθείσας προκήρυξης πρόσληψης Πυροσβεστών Δασικών Επιχειρήσεων. Κατ' εξαίρεση, στη διαδικασία πρόσληψης του πρώτου εδαφίου δεν εφαρμόζονται το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παρ. 5 του παρόντος για τη μη υπέρβαση των ορίων ηλικίας των προσλαμβανομένων. Με απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος δύνανται να ρυθμίζονται ειδικότερα ζητήματα εφαρμογής της παρούσας.»

 

Άρθρο 214

Αποστρατείες λόγω ορίου ηλικίας - Τροποποίηση περ. α) παρ. 1 άρθρου 47 Κώδικα Προσωπικού Λιμενικού Σώματος

Στο τελευταίο εδάφιο της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 47 του Κώδικα του Προσωπικού Λιμενικού Σώματος (ν. 3079/2002, Α' 311), πριν από τη λέξη «Αρχιπλοιάρχους», προστίθεται η λέξη «Υποναυάρχους» και η περ. α) διαμορφώνεται ως εξής:

«α) Σημαιοφόροι, Ανθυποπλοίαρχοι, Υποπλοίαρχοι, Πλωτάρχες και Αντιπλοίαρχοι το 57ο έτος.

Πλοίαρχοι το 58ο έτος.

Αρχιπλοίαρχοι το 59ο έτος.

Υποναύαρχοι το 60ό έτος.

Αντιναύαρχος Αρχηγός το 62ο έτος.

Τα παραπάνω όρια ηλικίας αυξάνονται κατά τρία έτη για τους Υποναυάρχους, Αρχιπλοιάρχους και Πλοιάρχους Ιατρούς και κατά πέντε έτη για τους Ιερείς.»

 

ΜΕΡΟΣ ΣΤ'

ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ

 

Άρθρο 215

Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του παρόντος.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 21 Μαρτίου 2025

 


  ||  Άρθρα 1-101  ||  Άρθρα 102 - 215  ||   


 

 

 

Έχει διαβαστεί 7402 φορές