x

Σύνδεση

Δεν έχετε λογαριασμό; Εγγραφείτε

Νόμος 2000/1991 - ΦΕΚ 206/Α/24-12-1991

Νόμος 2000/1991 : Για την αποκρατικοποίηση, απλούστευση των διαδικασιών εκκαθάρισης, ενισχύσεως των κανόνων ανταγωνισμού και άλλες διατάξεις.

Στο αρχικό κείμενο του νόμου έχουν επέλθει Νομοθετικές μεταβολές που δεν εμφανίζονται.

Έχει προγραμματισθεί η Κωδικοποίηση, επικαιροποίηση και έκδοση σχετικού e-book.

Για κατά προτεραιότητα, άμεση κωδικοποίηση ενημερώστε μας με μήνυμά σας εδώ.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ Φ.Ε.Κ.

Το αρχικό κείμενο με τις διατάξεις όπως ήταν δημοσιευμένες στο Φ.Ε.Κ. οι οποίες έχουν τροποποιηθεί μεταγενέστερα.

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 2000/1991

ΦΕΚ 206/Α/24-12-1991

Για την αποκρατικοποίηση, απλούστευση των διαδικασιών εκκαθάρισης, ενισχύσεως των κανόνων ανταγωνισμού και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

Πεδίο εφαρμογής Αρμοδιότητα Διαδικασία αποκρατικοποίησης

 

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής αποκρατικοποίησης

α. Η κατάργηση ή η συγχώνευση φορέων του Δημοσίου.

β. Η μεταβίβαση σε ιδιώτες φορέων του Δημοσίου ή* περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων και προνομίων των ’ φορέων αυτών, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5 (ιδιωτικοποίηση).

γ. Η εκκαθάριση υπερχρεωμένων φορέων του Δημοσίου.

2.       Στις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου υπάγονται όλοι οι φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός και οι φορείς του προσδιορίζονται με την παράγραφο. 6 του άρθρου 1 του ν.1256/1982, ως τούτο αρχικώς ίσχυσε, ο. Ο.Α.Ε. και όλες οι ελεγχόμενες από αυτόν, άμεσα ή έμμεσα, επιχειρήσεις, καθώς και κάθε είδους άλλα ν.π.δ.δ. και ν.π.ι.δ., στο κεφάλαιο των οποίων μετέχουν κατά πλειοψηφία οι παραπάνω φορείς ή τα όργανα διοίκησής τους ορίζονται ή εκλέγονται από τους παραπάνω φορείς.

3.       Ως φορείς του Δημοσίου νοούνται στον παρόντα νόμο οι φορείς της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού.

 

Άρθρο 2

Διυπουργική επιτροπή αποκρατικοποίησης

1.       Η Διυπουργική Επιτροπή Αποκρατικοποίησης (Δ.Ε.Α.), που συστήθηκε με την υπ' αριθ. 54/31.5.1990 ΠΥΣ (ΦΕΚ 80 Α’ 1990), απαρτίζεται εφεξής από τους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, ως τακτικών μελών και από τον κατά περίπτωση αρμόδιο καθ ύλην υπουργό, στην εποπτεία του οποίου υπάγεται ο φορέας του Δημοσίου για την αποκρατικοποίηση του οποίου πρόκειται να αποφασίσει η Δ.Ε.Α..

2.       Πρόεδρος της Δ.Ε.Α. είναι ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας. Η Δ.Ε.Α. αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία των μελών της και σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του προέδρου. Ο Υπουργός Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας εισηγείται για όλα τα θέματα και εποπτεύει το έργο της αποκρατικοποίησης. Η Δ.Ε.Α. επικουρείται στο έργο της από την Ειδική Γραμματεία Αποκρατικοποίησης, που συνιστάται για το σκοπό αυτόν στο Υπουργείο Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και της οποίας η οργάνωση και λειτουργία καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας. Η Γραμματεία Αποκρατικοποίησης, που συστήθηκε με την ΑΠ 3625/6.8.90 απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, καταργείται και το αρχείο της παραδίδεται στην Ειδική Γραμματεία Αποκρατικοποίησης.

 

Άρθρο 3

Καθορισμός των φορέων που θα αποκρατικοποιηθούν και του χρόνου αποκρατικοποίησής τους

1.       Κάθε υπουργός, που έχει υπό την ευρύτερη εποπτεία του φορείς του άρθρου 1 παρ.2 του παρόντος νόμου, υποχρεούται να υποβάλλει στη Δ.Ε.Α., μέσα σε 30 ημέρες από την ισχύ του παρόντος νόμου, εισήγηση για την άμεση κατά την κρίση του αποκρατικοποίηση φορέων, που υπάγονται στην αρμοδιότητα του υπουργείου του, και τον κατά το άρθρο 1 παρ. 1 τρόπο της αποκρατικοποίησης (κατάργηση ή συγχώνευση, ιδιωτικοποίηση, εκκαθάριση). Την αυτήν υποχρέωση έχει ο αρμόδιος υπουργός οποτεδήποτε άλλοτε κληθεί από τη Δ.Ε.Α. να υποβάλλει προτάσεις για την αποκρατικοποίηση και άλλων φορέων της αρμοδιότητάς του. Με νεότερες εισηγήσεις του δύναται ο κάθε υπουργός να εισηγείται την αποκρατικοποίηση και άλλων φορέων της αρμοδιότητάς του.

2.       Στην περίπτωση που, ο αρμόδιος υπουργός δεν υπόβαλλε, την εισήγηση της παραγράφου 1, ή υποβάλλει πρόταση αρ'/ηπκή για την αποκρατικοποίηση φορέων της αρμοδιότητάς του. η Δ.Ε.Α., μετά από εισήγηση του Υπουργού Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας αποφασίζει για την αποκρατικοποίηση φορέων της αρμοδιότητας του παραπάνω Υπουργείου, σύμφωνα με την παράγραφο 3.

3.       Η Δ.Ε.Α., μετά από εισήγηση του αρμόδιου καθ' ύλην υπουργού και του Υπουργού Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, καθορίζει εκάστοτε με αποφάσεις της τους φορείς, που θα αποκρατικοποιηθούν.

4.       Οι αποφάσεις της προηγούμενης παραγράφου γνωστοποιούνται αμέσως στους οικείους φορείς απο την Ειδική Γραμματεία Αποκρατικοποίησης.

5.       Με απόφαση της Δ.Ε.Α. μπορεί να υπαχθούν στη διαδικασία του νόμου αυτού, φορείς του Δημοσίου των οποίων έχει ήδη αρχίσει η αποκρατικοποίηση πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου.

 

Άρθρο 4

Κατάργηση Συγχώνευση φορέων

1.       Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται μετά από πρόταση των υπουργών μελών της Δ.Ε.Α. και των τυχόν άλλων αρμόδιων κατά περίπτωση υπουργών, δύναται να καταργούνται ή συγχωνεύονται φορείς του άρθρου 1 παρ. 2 εκτός των ανωνύμων εταιρειών. Με τα προεδρικά διατάγματα αυτά ρυθμίζονται τα θέματα, που σχετίζονται με την κατάργηση ή συγχώνευση και δύναται επίσης να καθορίζεται μετάταξη όλου ή μέρους του πλεονάζοντος και υποκείμενου σε απόλυση προσωπικού του καταργούμενου ή συγχωνευόμενου φορέα.

2.       Σε περίπτωση κατάργησης φορέα καθορίζεται με το οικείο προεδρικό διάταγμα η τύχη της περιουσίας του. Σε περίπτωση συγχώνευσης φορέων, καθορίζεται με το οικείο προεδρικό διάταγμα και ο οργανισμός ή το καταστατικό, που διέπει το φορέα, που προκύπτει μετά από τη συγχώνευση.

3.       Η συγχώνευση ή η διάλυση των φορέων του άρθρου 1     παρ. 2, που είναι ανώνυμες εταιρείες, γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.

4.       Η πράξη ή η σύμβαση συγχώνευσης, ή η κατάργηση ή, διάλυση φορέων κατά τον παρόντα νόμο, οι συνεπεία αυτών μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων, οι μεταγραφές και κάθε άλλη πράξη για την πραγμάτωση αυτών, απαλλάσσονται από κάθε φόρο, συμπεριλαμβανομένου του φόρου υπεραξίας, που προβλέπεται από το ν. 1297/1972, τέλος ή δικαίωμα του Δημοσίου ή τρίτων. Με τα προεδρικά διατάγματα της παρ. 1 του άρθρου αυτού είναι δυνατό να περιορισθούν τα δικαιώματα και οι αμοιβές συμβολαιογράφων, δικηγόρων και υποθηκοφυλάκων, για κάθε πράξη, που απαιτείται για ¿η συγχώνευση ή κατάργηση των φορέων.

5.       Μετά τη συγχώνευση των προηγούμενων παραγράφων μπορεί να επακολουθήσει ιδιωτικοποίηση του νέου φορέα κατά τα οριζόμενα από επόμενο άρθρο.

 

Άρθρο 5

Τρόποι και μορφές ιδιωτικοποίησης που ανήκουν σε έναν ή σε περισσότερους φορείς του Δημοσίου ή της συμμετοχής του σε άλλης μορφής εταιρείες.

γ. Εισαγωγή στο χρηματιστήριο και πώληση σε ιδιώτες του συνόλου η μέρους των μετοχών επιχείρησης, που ανήκει σε έναν, ή περισσότερους φορείς του Δημοσίου.

δ. Πώληση σε ιδιώτες παγίων περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης, μεμονωμένων ή λειτουργικών συνόλων ή αυτοτελών μονάδων παραγωγής διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και λοιπών δικαιωμάτων.

ε. Μίσθωση σε ιδιώτες των αναφερόμενων στην περίπτωση δ' της παραγράφου αυτής περιουσιακών στοιχείων του φορέα, με ή χωρίς δικαίωμα εξαγοράς, για συγκεκριμένη χρονική περίοδο και με ή χωρίς ταυτόχρονο με την εκμίσθωση καθορισμό του τιμήματος εξαγοράς.

σι. Ανάθεση σε ιδιώτες της διαχείρισης της επιχείρησης, με ή χωρίς δικαίωμα εξαγοράς για συγκεκριμένη χρονική περίοδο κρι με ή χωρίς ταυτόχρονο με την ανάθεση καθορισμό του τιμήματος εξαγοράς.

ζ. Παραχώρηση οε ιδιώτες αδειών χρήσης και χορήγηση αδειών εκμετάλλευσης μεταλλείων και άλλων εγκαταστάσεων.

2.       Οι τρόποι, που αναφέρονται στις περιπτώσεις ε και στ' της προηγούμενης παραγράφου, θα χρησιμοποιούνται επικουρικώς, ως προσωρινό μεταβατικό στάδιο ιδιωτικό ποίησης, όταν κρίνεται ως μη εφικτή ή μη συμφέρουσα η άμεση ιδιωτικοποίηση με έναν από τους άλλους τρόπους της παραγράφου 1.

 

Άρθρο 6

Διαδικασία ιδιωτικοποιήσης

1.       Στις περιπτώσεις α', β' και δ' της παραγράφου ι του προηγούμενου άρθρου η πώληση μπορεί να γίνει με έναν από τους παρακάτω τρόπους:

α. Με τη διαδικασία του άρθρου 9 του παρόντος νόμου β. Με διαπραγμάτευση με τους ενδιαφερομένους ιδιώτες επενδυτές, είτε απευθείας από το φορέα πωλητή είτε με τη μεσολάβηση χρηματοοικονομικού οίκου, ο οποίος εκτός άλλων θα έχει την υποχρέωση αναζήτησης αγοραστών και επιδίωξης του μεγαλύτερου δυνατού τιμήματος. Πριν από κάθε διαπραγμάτευση ο φορέας πωλητής ή ο χρηματοοικονομικός οίκος, που μεσολαβεί, δημοσιεύει πρόσκληση υποβολής δεσμευτικών προσφορών, που θα συνοδεύονται από εγγυητική επιστολή. Η διαδικασία, οι προθεσμίες και οι όροι υποβολής των προσφορών και των σχετικών εγγυητικών επιστολών καθορίζονται με τη σχετική πρόσκληση. Η πρόσκληση δημοσιεύεται, σύμφωνα με το άρθρο 46α παρ. 3 του ν. 1892/1990, που προστίθεται με το άρθρο 14 του παρόντος νόμου.

Για την εφαρμογή της διαδικασίας αυτής πρέπει να έχει προηγηθεί αποτίμηση της επιχείρησης ή εκτίμηση των πωλούμενων περιουσιακών στοιχείων αυτής από ανεξάρτητο χρηματοοικονομικό σύμβουλο, διάφορό του μεσολαβούντος στην πώληση.

2.       Στην περίπτωση β' της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου και στην περίπτωση γ' της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου, εφ  όσον και στις δύο περιπτώσεις, η μέσω του χρηματιστηρίου πώληση δεν ολοκληρωθεί εντός της αποφασισθείσας από τη Δ.Ε.Α. προθεσμίας, η πώληση μπορεί να γίνει ως προς το αδιάθετο μέρος των μετοχών με έναν από τους τρόπους της προηγούμενης παραγράφου.

3.       Στις περιπτώσεις ε', στ' και ζ' της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου, η εκμίσθωση, η ανάθεσητης διαχείρισης και η παραχώρηση της εκμετάλλευσης μπορεί να γίνει είτε με τη διαπραγμάτευση της περιπτώσεως β' της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, είτε με δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό με όρους, που καθορίζονται από τη Δ.Ε.Α., ανάλογα με την περίπτωση.

4.       Στην περίπτωση, που η ιδιωτικοποίηση πραγματοποιείται με τον τρόπο, που περιγράφεται στην περίπτωση γ' της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου, είναι δυνατόν, με απόφαση της Δ.Ε.Α., ποσοστό των μετοχών, που υπάρχουν ή εκδίδονται σε κάλυψη της αύξησης του κεφαλαίου της ιδιωτικοποιούμενης επιχείρησης, να διατεθεί στους εργαζομένους στην επιχείρηση, τους συνταξιούχους αυτής και τους καταναλωτές των αγαθών ή τους χρήστες των υπηρεσιών του αποκρατικοποιούμενου φορέα. Οι όροι της διαθέσεως αυτής, οι προϋποθέσεις κτήσεως των μετοχών από τους εργαζομένους και συνταξιούχους ο χρόνος αποπληρωμής τους ή η ενδεχόμενη δωρεάν διάθεσή τους στους εργαζομένους και συνταξιούχους, καθώς και οι λοιπές λεπτομέρειες, καθορίζονται με την κατά το προηγούμενο εδάφιο της παραγράφου αυτής απόφαση της Δ.Ε.Α.. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται και οι λεπτομέρειες της διαθέσεως των μετοχών στους εργαζομένους στην επιχείρηση και τους συνταξιούχους, ανάλογα με το χρόνο υπηρεσίας τους στον αποκρατικοποιούμενο φορέα.

 

Άρθρο 7

1.       Επιχειρήσεις για τις οποίες συντρέχουν α νόμιμες προϋποθέσεις για τη θέση αυτών υπό εκκαθάριση, σύμφωνα με το άρθρο 46 του ν. 1892/1990, όπως αυτό τροποποιείται με το άρθρο 14 του παρόντος νόμου, τίθενται σε εκκαθάριση του άρθρου αυτού.

2.       Εφ' όσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 46α, που προστίθεται στο ν. 1892/1990 με το άρθρο 14 του παρόντος νόμου, η εκκαθάριση της επιχείρησης γίνεται, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου αυτού.

 

Άρθρο 8

Καθορισμός του τρόπου των διαδικασιών και των προθεσμιών αποκρατικοποίησης

ποίησης και τη μεταβίβαση από το Δημόσιο της συμμετοχής του σε υπερχρεωμένες επιχειρήσεις, σε συνεταιρισμούς στους οποίους μετέχουν τουλάχιστον το 70% του συνόλου των εργαζομένων στις επιχειρήσεις αυτές, με ταυτόχρονη μερική ή και ολική απαλλαγή των επιχειρήσεων αυτών από τις οφειλές τους προς το Δημόσιο.

6.       Αποφάσεις της Δ.Ε.Α. για την αποκρατικοποίηση επιχειρήσεων του άρθρου 1 παρ. 2, που έχουν ληφθεί και. γνωστοποιηθεί στους υποχρέους για την αποκρατικοποίησή τους φορείς, πριν από την ισχύ του παρόντος νόμου, εξακολουθούν να ισχύουν. Η Δ.Ε.Α. μπορεί να τροποποιεί την απόφασή της των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου αυτού, εφ' όσον δεν υφίσταται εκκρεμής διαδικασία πώλησης με δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό κατά το άρθρο 1 παρ. 1 περ. α'.

7.       Ο φορέας υποχρεούται να φέρει σε πέρας την αποφασισθείσα αποκρατικοποίηση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου αυτού, μέσα στην προθεσμία, που τάχθηκε με την απόφαση της Δ.Ε.Α. ή την προταθείσα απ'αυτόν προθεσμία στην περίπτωση της παραγράφου 3. Η Δ.Ε.Α. μπορεί, μετά από αιτιολογημένη αίτηση του φορέα, που υποβάλλεται σ'αυτήν, πριν εκπνεύσει η ταχθείσα προθεσμία, να παρατείνει τις παραπάνω προθεσμίες.

8.       Στην περίπτωση, που είτε δεν υποβλήθηκε στη Δ.Ε.Α. από το φορέα εμπρόθεσμα η εισήγηση της παραγράφου 1, είτε δεν ολοκληρώθηκε από το φορέα η αποκρατικοποίηση κατά τις παραγράφους 2, 3 και 4 εντός των προθεσμιών της προηγούμενης παραγράφου, τότε ο δημόσιος φορέας ή οι δημόσιοι φορείς, που ελέγχουν τον παραπάνω φορέα, υποχρεούνται αμελλητί να προβούν σε όλες τις κατά νόμον απαιτούμενες ενέργειες για την εκλογή ή ορισμό νέας διοίκησης, αποκλεισμένων από αυτήν των προσώπων της διοίκησης, που αντικαθίσταται. Στις παραπάνω ενέργειες συμπεριλαμβάνεται και η αίτηση σύγκλησης έκτακτης γενικής συνέλευσης των μετόχων ανώνυμης εταιρείας, σύμφωνα με το άρθρο 39 παρ. 1 του κ.ν. 2190/1920 και του άρθρου 42 παρ. 2 του ν. 1947/1991.

Η διαδικασία της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση, που η μη εμπρόθεσμη ολοκλήρωση ιης αποκρατικοποίησης οφείλεται στη μη εκδήλωση επενδυτικού ενδιαφέροντος ή σε αντισυμβατική αθέτηση των υποχρεώσεων του αγοραστή.

 

Άρθρο 9

Ειδική διαδικασία ιδιωτικοποιήσεων

1.       Με απόφαση της Δ.Ε.Α. του άρθρου 8, ρητή ή τεκμαιρόμενη κατά την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου, μπορεί να εφαρμοσθεί στην πώληση από φορείς του Δημοσίου ολόκληρης επιχείρησης ή μετοχών ανώνυμης εταιρείας ή μεριδίων εταιρείας περιορισμένης ευθύνης ή ειδική διαδικασία πώλησης με δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό, που καθορίζεται στις επόμενες παραγράφους.

2.       Μετά από αίτηση του φορέα-πωλητή, το εφετείο της έδρας της επιχείρησης καθορίζει το ποσόν της κατώτερης προσφοράς της προς πώλησιν επιχειρήσεως ή μετοχών ή μεριδίων της παραγράφου 1.

Η αίτηση πρέπει να περιέχει περιγραφή του αντικειμένου της πώλησης, το προτεινόμενο από τον αιτούντα ποσό της κατώτερης προσφοράς και να προτείνει δύο τουλάχιστον εμπειρογνώμονες εκτιμητές του πωλουμένου. Ο προϊστάμενος του εφετείου, με πράξη του, που συντάσσεται και καταχωρίζεται επί της αιτήσεως, μέσα σε πέντε ημέρες από την κατάθεση αυτής, ορίζει δικάσιμο σε χρόνο όχι μικρότερο από 20 μέρες και όχι μεγαλύτερο από 30 ημέρες από την ημέρα, που συντάσσεται η παραπάνω πράξη. Με την ίδια πράξη ο προϊστάμενος του εφετείου διορίζει δύο εμπειρογνώμονες για να γνωμοδοτήσουν επί της τιμής του πωλουμένου, που θα αποτελέσει το ποσό της κατώτερης προσφοράς, από τους οποίους ο ένας επιλέγεται ελευθέριος από τον προϊστάμενο του εφετείου και ο δεύτερος επιλέγεται από τον ίδιο μεταξύ των προταθέντων με την αίτηση. Ο γραμματέας του εφετείου γνωστοποιεί μέσα σε 24      ώρες στους διορισθέντες εμπειρογνώμονες το διορισμό τους και παραδίδει σ’ αυτούς αντίγραφο της αίτησης. Ο φορέας πωλητής υποχρεούται να παρέχει αμέσως στους εμπειρογνώμονες κάθε πληροφορία για το πωλούμενο αντικείμενο, που θα ζητήσουν αυτοί. Οι εμπειρογνώμονες υποχρεούνται να υποβάλλουν στο εφετείο τη γνωμοδότησή τους, κοινή ή χωριστή ο καθένας, το βραδύτερον 24 ώρες πριν από τη δικάσιμο. Σε περίπτωση, που για οποιονδήποτε λόγο, δεν υποβλήθηκε από κανένα εμπειρογνώμονα εμπρόθεσμη γνωμοδότηση, τότε ο προϊστάμενος του εφετείου, μετά από αίτηση του φορέαπωλητή, διορίζει με νέα πράξη του νέα δικάσιμο και δύο νέους εμπειρογνώμονες, σύμφωνα με τα παραπάνω.

Το εφετείο δικάζει κατά την εκούσια δικαιοδοσία. Παρέμβαση επιτρέπεται μόνον κοινή των πιστωτών της παραγράφου 1 του άρθρου 46α του ν. 1892/1990, που προστίθεται με τον παρόντα νόμο. Η παρέμβαση ασκείται εγγράφως, είναι απαράδεκτη, αν δεν ασκηθεί 24 τουλάχιστον ώρες, πριν από τη συζήτηση της αίτησης και προσδιορίζεται κατά τη δικάσιμο της αίτησης. Η κατάθεση προτάσεων μπορεί να γίνει στο ακροατήριο. Το εφετείο υποχρεούται να εκδώσει την απόφασή του μέσα σε 15 μέρες από τη συζήτηση της υπόθεσης. Με την απόφαση αυτήν καθορίζεται και η αμοιβή των εμπειρογνωμόνων την οποία υποχρεούται να καταβάλλει αμέσως ο φορέας-πωλητής. Η απόφαση αυτή δεν υπόκειται σε τακτικά ή έκτακτα ένδικα μέσα και δεν μπορεί να διαταχθεί η αναστολή της ισχύος για οποιοδήποτε λόγο.

3.       Μετά τον καθορισμό από το εφετείο του ποσού της κατώτερης προσφοράς ο φορέας-πωλητής προβαίνει στην πώληση της. επιχείρησης ή των μετοχών ή των μεριδίων της παραγράφου 1 με δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό του άρθρου 46α του ν. 1892/1990, που προστίθεται με το άρθρο 14 του παρόντος νόμου, με όριο εκκίνησης το ποσό της κατώτερης προσφοράς εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά αναλόγως των διατάξεων των παραγράφων 27 και 14 του άρθρου 46α του ν. 1892/1990.

4.       Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου ισχύουν ειδικότερα τα ακόλουθα:

α. Ως αφετηρία των προθεσμιών των παραγράφων 2, 3,4, 5 και 7 του άρθρου 46 α του ν. 1892/1990 λαμβάνεται η δημοσίευση της απόφασης του εφετείου της παραγράφου 2      του παρόντος άρθρου.

β. Το έργο του εκκαθαριστή του άρθρου 46 α του ν. 1892/1990 επιτελεί διαμεσολαβούσα τράπεζα, που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα ή θυγατρική επιχείρηση τέτοιας τράπεζας, που επιλέγει ο πωλητής.

γ. Όπου στο άρθρο 46 α του ν. 1892/1990 αναφέρονται οι πιστωτές της επιχείρησης νοείται ο φορέαςπωλητής.

δ. Η πώληση της επιχείρησης περιλαμβάνει όχι μόνο το ενεργητικό αλλά και το παθητικό αυτής.

5.       Η διαδικασία του παρόντος άρθρου μπορεί να εφαρμοσθεί και επί πωλήσεως από φορείς του Δημοσίου περιουσιακών τους στοιχείων μεμονωμένων ή λειτουργικών συνόλων ή αυτοτελών μονάδων παραγωγής.

 

Άρθρο 10

Άλλες ρυθμίσεις

αποκτούν και πρόσωπα του ιδιωτικού τομέα. Προκειμένου περί των μετοχών της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού (Δ.Ε.Η.), του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος (Ο.Τ.Ε.) και της Ολυμπιακής Αεροπορίας, αυτές μπορούν να αποκτώνται και από πρόσωπα του ιδιωτικού τομέα, με τον περιορισμό, ότι το ποσοστό 51% (απόλυτη πλειοψηφία) του συνόλου των μετοχών καθεμιάς από τις επιχειρήσεις αυτές, θα ανήκει και θα παραμένει πάντοτε στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου.

2.       Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 25    του ν. 1914/1990 αντικαθίσταται ως εξής:

’Στις δύο αυτές περιπτώσεις ειδικά, ο αριθμός των μετοχών, που θα αντιστοιχούν στο ποσό της απαιτήσεως του Δημοσίου και στην από την καθαρή θέση διαφορά, ανήκουν υποχρεωτικά στο Δημόσιο, που δύναται να πωλεί και αυτές, χωρίς καμία προηγούμενη διαδικασία, διατύπωση, οποτεδήποτε, σε οποιονδήποτε και με οποιονδήποτε τρόπο, με την επιφύλαξη πάντοτε και με ποινή ακυρότητος κάθε μεγαλύτερης πωλήσεως, της διατηρήσεως υπέρ αυτού της απόλυτης πλειοψηφίας του όλου αριθμού των μετοχών, προκειμένου περί μετοχών της Δ.Ε.Η., του Ο.Τ.Ε. και της Ολυμπιακής".

3.       Σε περίπτωση αποκρατικοποίησης (κατάργησης ή συγχώνευσης ιδιωτικοποίησης και εκκαθάρισης φορέων) που γίνεται, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, αίρονται όλοι οι περιορισμοί και οι δεσμεύσεις, που απορρέουν από το ν. 1297/1972 και καταργούνται όλες οι προβλεπόμενες από το νόμο αυτόν φορολογικές και λοιπές συνέπειες της μη τήρησης των παραπάνω περιορισμών, δεσμεύσεων και προϋποθέσεων. Αίρονται, επίσης χωρίς άλλη ρύθμιση, όλοι οι περιορισμοί οικονομικής, νομικής ή άλλης φύσεως, που επιβάλλονται από άλλες ισχύουσες διατάξεις, που αφορούν στη μεταβίβαση μετοχών ή εταιρικών μεριδίων της επιχείρησης αυτής, με την επιφύλαξη των διατάξεων περί παραμεθόριων περιοχών του ν. 1892/1990.

4.       Όπου από την ισχύουσα νομοθεσία απαιτούνται άδειες, εγκρίσεις, βεβαιώσεις, πιστοποιητικά ή άλλα έγραφα οιασδήποτε αρχής σχετιζόμενα με τη διαδικασία της αποκρατικοποίησης των φορέων του νόμου αυτού, τα αρμόδια για την έκδοση των εγγράφων αυτών όργανα υποχρεούνται να αποφαίνονται μέσα σε 15 μέρες από την υποβολή σ' αυτά της σχετικής αίτησης, διαφορετικά, με την πάροδο άπρακτης της παραπάνω προθεσμίας, θεωρείται ότι έχει χορηγηθεί αμετακλήτως το αιτηθέν έγγραφο. Στην τελευταία αυτήν περίπτωση επέχει τη θέση της αιτηθείσας άδειας, έγκρισης, απόφασης, πιστοποιητικού ή οιουδήπτε άλλου αιτηθέντος εγγράφου, η υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 του νόμιμου εκπροσώπου του φορέα, ότι υπεβλήθη αίτηση στην αρμόδια αρχή και ότι παρήλθαν από της υποβολής της 15 μέρες, χωρίς ν' απορριφθεί η σχετική αίτηση. Στην υπεύθυνη αυτή δήλωση επισυνάπτεται η υποβληθείσα αίτηση και οποιοσδήποτε μορφής απόδειξη της ημερομηνίας υποβολής της.

5.       Στις περιπτώσεις αποκρατικοποίησης φορέων του Δημοσίου, που ασκούν αποκλειστικά δικαιώματα ή απολαύουν ειδικών προνομίων στην παραγωγή ή τη διάθεση ή τη φύλαξη αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών ή κατέχουν οιασδήποτε άλλης φύσεως προνόμιο ή αποκλειστικό δικαίωμα, η Δ.Ε.Α. μπορεί να αποφασίζει για την κατάργηση ή τον περιορισμό ή τη μεταβολή ή το διαχωρισμό των προνομίων και δικαιωμάτων αυτών, ασκούσα κατά πάσα περίπτωση τον έλεγχο επί των τιμολογήσεων παροχής των αγαθών ή υπηρεσιών του αποκρατικοποιημένου φορέα.

Μετά τη παρέλευση διετίας από της ισχύος του νόμου αυτού το παραπάνω έργο του ελέγχου των τιμολογήσεων ασκεί η Επιτροπή Τιμών και Εισοδημάτων.

6.       Σε περίπτωση ιδιωτικοποίησης φορέα του Δημοσίου, που γίνεται σε εφαρμογή του παρόντος νόμου, οι εγκρίσεις, 

που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 4 του π.δ. 207/1987, θα δίδονται μετά από βεβαίωση του πωλητή-φορέα του Δημοσίου, ότι η ιδιωτικοποίηση έγινε, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, χωρίς να απαιτείται από φαση της γνωμοδοτικής επιτροπής της παρ. 3 της με αριθ. ΙΕ 8947/4.7.1986 απόφασης του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας.

7.       Σε περίπτωση ιδιωτικοποίησης και μεταβίβασης από φορέα του Δημοσίου, που γίνεται σε εφαρμογή του παρόντος νόμου δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 479 Α.Κ..

 

Άρθρο 11

Έσοδα από την αποκρατικοποίηση

1.       Τα έσοδα του Ο.Α.Ε., που προέρχονται από την ιδιωτικοποίηση η εκκαθάριση επιχειρήσεων του, περιέρχονται στο Δημόσιο και μεταφέρονται στον ειδικό λογαριασμό με τίτλο ‘Λογαριασμός Προγράμματος Αποκρατικοποίησης’, που προβλέπεται στο άρθρο 37 του ν. 1947/1991 και μετονομάζεται σε 'Λογαριασμός Αποκρατικοποίησης Επιχειρήσεων Ο.Α.ΕΛ

2.       Τα έσοδα, που προέρχονται από την ιδιωτικοποίηση ή εκκαθάριση λοιπών φορέων του Δημοσίου, περιέρχονται στο Δημόσιο και μεταφέρονται στον ειδικό λογαριασμό με τίτλο 'Λογαριασμός Ακοκρατικοποίησης φορέων του Δημοσίου", που συνιστάται με τον παρόντα νόμο.

 

Άρθρο 12

Καταργείται ο ν. 1385/1983 "περί εποπτικών συμβουλίων των επιχειρήσεων του κλάδου μεταλλείων-ορυχείων".

 

Άρθρο 13

Στο άρθρο 4 του ν.δ. 1297/1972 προστίθεται περίπτωση δ), που έχει ως εξής: «

"δ) Οι κατά την περίπτωση β' του παρόντος άρθρου μετοχές του Οργανισμού Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (Ο.Α.Ε.) σε εταιρείες, που έχουν υπαχθεί ή ανήκουν σ' αυτόν και περιήλθαν στην κυριότητά του, λόγω εισφοράς περιουσιακών στοιχείων προς ιις εταιρείες αυτές ή με. οποιονδήποτε άλλο τρόπο, είναι ελευθέρως μεταβιβαστές."

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

Ειδική εκκαθάριση

 

Άρθρο 14

Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 46 και το άρθρο 47 του ν. 1892/1990 αντικαθίστανται ως εξής και προστίθενται παράγραφοι 4 και 5 στο άρθρο 46 και νέο άρθρο 46α στο ν. 1892/1990, που παρατίθεται μετά το άρθρο 46.

«Άρθρο 46

1.Επιχείρηση, που έχει αναστείλει ή διακόψει τη λειτουργία της για οικονομικούς λόγους, ή είναι σε κατάσταση παύσης πληρωμών ή έχει πτωχεύσει ή τεθεί υπό τη διοίκηση και διαχείριση των πιστωτών ή υπό προσωρινή διαχείριση ή υπό εκκαθάριση οποιοσδήποτε μορφής ή παρουσιάζει έκδηλη οικονομική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών της, υποβάλλεται στην προβλεπόμενα από τα άρθρα 9 και 10 του νόμου αυτού εκκαθάριση, ύστερα από απόφαση του εφετείου της έδρας της επιχείρησης. εκδιδόμενη με βάση τις διατάξεις του προαναφερόμενου άρθρου 9 του ν. 1386/1983 και έπειτα από αίτηση πιστωτή ή πιστωτών, εκπροσωπούντων το 20% των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών της. Ως παύση πληρωμών για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, λογίζεται η μη πληρωμή ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων, ίση ή μεγαλύτερη του 20% του συνόλου των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων της επιχείρησης και πάντως μεγαλύτερη του ποσού των 200.0.   000 δρχ..

2.Η αμοιβή του εκκαθαριστή καθορίζεται από το εφετείο της έδρας της επιχείρησης κατά την εκδίκαση της αιτήσεως της προηγούμενης παραγράφου του άρθρου αυτού. Στην περίπτωση, που ο εκκαθαριστής διορίσθηκε από το εφετείο μετά από υπόδειξη πιστωτών, που εκπροσωπούν το 51% τουλάχιστον των κατά της επιχείρησης απαιτήσεων, τότε η αμοιβή του καθορίζεται με συμφωνία των πιστωτών αυτών και του εκκαθαριστή και σε περίπτωση μόνο διαφωνίας, καθορίζεται η αμοιβή αυτή από το εφετείο. Είναι δυνατή η λήψη προκαταβολής.

4.Από την επόμενη ημέρα της υποβολής της αίτησης στο εφετείο για τη θέση της επιχείρησης υπό εκκαθάριση απαγορεύεται η αναγκαστική εκτέλεση, η λήψη παντός ασφαλιστικού μέτρου και η κήρυξη της πτώχευσης.

5.       Με τη δημοσίευση της απόφασης του εφετείου της παραγράφου 1 λύονται αυτοδικαίως όλες οι υφιτάμενες σχέσεις εργασίας των εργαζομένων στην υπό εκκαθάριση επιχείρηση, χωρίς να απαιτείται καταγγελία των συμβάσεων εργασίας.»

«Άρθρο 46α

1.Μετά από αίτηση πιστωτών, που εκπροσωπούν τθ 51% τουλάχιστον του συνόλου των κατά της επιχείρησης της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου απαιτήσεων, όπως οι απαιτήσεις αυτές εμφανίζονται νομίμως στο τελευταίο, πριν από την αίτηση, νόμιμα καταχωρημένο υπόλοιπο πιστωτών στο γενικό καθολικό και εν ελλείψει αυτού ή εν περιπτώσει μη νομίμου τηρήσεώς του, όπως αποδεικνύονται με κάθε νόμιμο τρόπο, το εφετείο, με την απόφασή του της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου, ή με μεταγενέστερη απόφασή του διατάσσει πνν κατά το παρόν άρθρο ειδική εκκαθάριση. Στην περίπτωση αυτήν, εκκαθαριστής διορίζεται υποχρεωτικώς τράπεζα, που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα ή θυγατρική επιχείρηση τέτοιας τράπεζας και την οποία τράπεζα ή επιχείρηση υποχρεούνται να υποδείξουν οι αιτούντες πιστωτές, συνυποβάλλοντες στο εφετείο δήλωση αυτής, ότι αποδέχεται την υπόδειξή της ως εκκαθαριστή. Η ειδική εκκαθάριση του παρόντος άρθρου δύναται να διαταχθεί και για επιχειρήσεις, οι οποίες τελούν ήδη υπό εκκαθάριση, εφ' όσον δεν έχει διενεργηθεί ακόμα πλειστηριασμός βασικών και σχετιζόμενων με την παραγωγική διαδικασία περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης.

2.Μετά τη δημοσίευση της απόφασης του εφετείου, ο εκκαθαριστής υποχρεούται να προβεί στη λεπτομερή καταγραφή και την εν συνεχεία πώληση, με δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό, όλου του ενεργητικού της επιχείρησης ως συνόλου, είτε η επιχείρηση ευρίσκεται εν λειτουργία είτε όχι. Πλην των περιπτώσεων του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, ως ενεργητικό νοείται το σύνολο των αναγραφόμενων στον τελευταίο εγκεκριμένο από τη Γ.Σ. ισολογισμό της εταιρείας στοιχείων του ενεργητικού και των τυχόν άλλων μη αναγραφόμενων στον ισολογισμό στοιχείων και δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των πάσης φύσεως απαιτήσεων, σημάτων, διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και εμπορικής επωνυμίας.

Μετά από αιτιολογημένη αίτηση πιστωτών της παραγράφου 1 το εφετείο διατάσσει με την απόφασή του της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου, κατά παρέκκλισιν, της διατάξεως της παραγράφου 5 του προηγούμενου άρθρου την προσωρινή παραμονή μέρους ή και όλου του προσωπικού της υπό εκκαθάρισιν επιχείρησης, μόνο όταν το συμφέρον της εκκαθάρισης επιβάλλει τούτο.

3.Εντός 20 το πολύ ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ο εκκαθαριστής δημοσιεύει πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την αγορά της πωλούμενης επιχείρησης. Η πρόσκληση περιέχει σύντομη γενική περιγραφή της επιχείρησης και καλεί τους ενδιαφερόμενους αγοραστές να υποβάλλουν, εντός προθεσμίας 20 ημερών μη δεσμευτική έγγραφη δήλωση ενδιαφέροντος. Η πρόσκληση δημοσιεύεται δύο τουλάχιστον φορές, στα κύρια φύλλα 2 τουλάχιστον ημερήσιων πολιτικών εφημερίδων και μιας ημερήσιας οικονομικής εφημερίδας, που εκδίδονται στην Αθήνα και έχουν κατά την κρίση του εκκαθαριστή ευρεία κυκλοφορία σε όλη τη χώρα και σε μια διεθνούς κυκλοφορίας ημερήσια οικονομική εφημερίδα, που εκδίδεται στην αλλοδαπή.

4.Ο εκκαθαριστής συντάσσει εντός προθεσμίας 30 ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης υπόμνημα προσφοράς, το οποίο περιέχει πλήρη περιγραφή της πωλούμενης επιχείρησης και της δραστηριότητας, που ασκεί αυτή και αναγράφει όλα τα στοιχεία τα οποία απαρτίζουν το ενεργητικό της και τα οποία θα περιέλθουν στον αγοραστή, που θα αναδειχθεί πλειοδότης, τους τυχόν όρους της πωλήσεως και γενικώς κάθε πληροφορία χρήσιμη για τους υποψήφιους αγοραστές. Αντίγραφο του υπομνήματος προσφοράς παραδίδεται σε καθένα από τους ενδιαφερόμενους αγοραστές, που υπέβαλαν τη δήλωση ενδιαφέροντος, που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο και οι οποίοι δικαιούνται επιπροσθέτως, αφού υποσχεθούν εγγράφως την τήρηση εχεμύθειας, να έχουν πρόσβαση σε οποιοδήποτε άλλη πληροφορία, που θα ζητούσαν για την πωλούμενη επιχείρηση.

5.       Μετά πάροδο τουλάχιστον 35 ημερών από τη δημοσίευση της προσκλήσεως ενδιαφέροντος και όχι πέραν των 60 ημερών από τη δημοσίευση της αποφάσεως του εφετείου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ο εκκαθαριστής δημοσιεύει στις εφημερίδες, που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου διακήρυξη διενέργειας δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού. Η διακήρυξη αυτή περιέχει:

α) Την επωνυμία, έδρα, δραστηριότητα και συνοπτική περιγραφή της επιχείρησης, το ενεργητικό της οποίας πωλείται ως σύνολο, χωρίς να απαιτείται η αναγραφή των επί μέρους στοιχείων, που απαρτίζουν το ενεργητικό αυτό και τα οποία αναγράφονται στο υπόμνημα προσφοράς.

β) Πρόσκληση κάθε ενδιαφερόμενου, ανεξαρτήτως συμμετοχής του ή όχι στη διαδικασία της παραγράφου 3, να παραλάβει από τον εκκαθαριστή το υπόμνημα προσφοράς, εφ' όσον δεν το έχει ήδη παραλάβει και να υποβάλει σφραγισμένη δεσμευτική προσφορά, η οποία θα συνοδεύεται οπό εγγυητική επιστολή τράπεζας, που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα για ποσό και με όρους, που θα προσδιορίζονται στη διακήρυξη.

γ) Το ονοματεπώνυμο του επί του δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού συμβολαιογράφου της περιφέρειας της έδρας της επιχείρησης, στον οποίο θα υποβληθούν οι προσφορές τους, τυχόν άλλους όρους του πλειοδοτικού διαγωνισμού, την προθεσμία υποβολής προσφορών, η οποία δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερη των 20 ημερών και μεγαλύτερη των 30 ημερών από την ημέρα της τελευταίας δημοσιεύσεως της διακήρυξης, την ημέρα και ώρα αποσφράγισης των προσφορών κατά την οποία θα παρίσταται ο εκκαθαριστής και δικαιούνται να παραστούν και όσοι υπέβαλαν εμπρόθεσμη προσφορά. Εκπρόθεσμες προσφορές δεν γίνονται δεκτές και δεν λαμβάνονται υπόψη.

6.Ο επί του δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού συμβολαιογράφος συντάσσει πράξη κατάθεσης της καθεμιάς προσφοράς και κατά την ορισθείσα ημέρα και ώρα αποσφράγισης προβαίνει στην αποσφράγιση των προσφορών και συντάσσει σχετική έκθεση, στην οποία προσαρτώνται όλες οι υποβληθείσες προσφορές. Την έκθεση αποσφράγισης προσυπογράφει ο εκκαθαριστής και οι λοιποί παρόντες. Κεκυρωμένο αντίγραφο της έκθεσης αποσφράγισης παραδίδεται αυθημερόν στον εκκαθαριστή. Καθένας, που έχει έννομο συμφέρον, δικαιούται να ζητήσει αντίγραφο της έκθεσης αποσφράγισης.

7.Ο εκκαθαριστής εντός 5 ημερών από την αποσφράγιση των προσφορών συντάσσει και υποβάλλει σε όλους τους πιστωτές της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και επί τη αιτήσει του σε οποιονδήποτε άλλο πιστωτή, συνοπτική έκθεση αξιολόγησης των προσφορών και προτείνει την κατακύρωση της πώλησης στον πλειοδότη. Εφ' όσον εγκρίνουν την έκθεση αξιολόγησης και την προτεινόμενη κατακύρωση πιστωτές, που εκπροσωπούν το 51% τουλάχιστον των κατά της επιχείρησης απαιτήσεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ο εκκαθαριστής συνάπτει με τον πλειοδότη ενώπιον του επί του πλειοδοτικού διαγωνισμού συμβολαιογράφου, τη σύμβαση μεταβίβασης του ενεργητικού της επιχείρησης, βάσει των όρων της προσφοράς του και των τυχόν άλλων επί τα βελτίω όρων, που υποδείχθηκαν από τους παραπάνω πιστωτές. Η σύμβαση αυτή επέχει θέση τελεσίδικης κατακύρωσης του άρθρου 1003 επ. Κ. Πολ. Δικονομίας.

Ως πλειοδότης λογίζεται, κατά την έννοια του παρόντος άρθρου, εκείνος του οποίου η προσφορά εκρίθη από τον εκκαθαριστή και τους προαναφερθέντες πιστωτές, ως η πλέον συμφέρουσα για τους δανειστές.

8.Το συνολικό ποσό, το οποίο υποχρεούται, σύμφωνα με τη σύμβαση, να καταβάλει στον εκκαθαριστή ο πλειοδότης επέχει θέση πλειστηριάσματος του άρθρου 1004 επ. Κ. Πολ. Δικονομίας. Ο εκκαθαριστής υποχρεούται να καταθέσει αμελλητί εντόκως το εισπραττόμενο πλειστηρίασμα σε τράπεζα, που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα. Μετά την καταβολή του συμφωνηθέντος πλειστηριάσματος, ή του συμφωνηθέντος ως αμέσως καταβλητέου ποσού και εφ' όσον ετηρήθησαν στην τελευταία περίπτωση οι συμφωνηθέντες όροι εξασφαλίσεως πληρωμής του υπολοίπου, ο εκκαθαριστής συντάσσει αμελλητί, ενώπιον του επίτου πλειοδοτικού διαγωνισμού συμβολαιογράφου αντιστοίχως, είτε πράξη εξοφλήσεως, είτε πράξη πιστοποιήσεως εκπληρώσεως των παραπάνω υποχρεώσεων του πλειοδότη. Η πράξη αυτή στην οποία προσαρτάται η σύμβαση μεταβίβασης επέχει θέση περιλήψεως εκθέσεως κατακυρώσεως του άρθρου 1005 Κ. Πολ. Δικονομίας και εφαρμόζονται επ’ αυτής αναλόγως όσα ισχύουν επί της τελευταίας.

9.Από της καταβολής όλου του πλειστηριάσματος, η οποία πιστοποιείται, όπως ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο, με πράξη ολοσχερούς εξόφλησης, επέρχονται όλες οι έννομες συνέπειες της καταβολής όλου του πλειστηριάσματος από τον υπερθεματιστή, που ορίζονται στο άρθρο 1005 Κ. Πολ. Δικ.. Επί της μεταβιβάσεως του συνόλου του ενεργητικού της επιχειρήσεως του παρόντος άρθρου δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 479 Α.Κ..

10.Για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των δανειστών, ο εκκαθαριστής συντάσσει πίνακα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 παρ. 5 του ν. 1386/1983 και του άρθρου 46 παρ. 3 του παρόντος νόμου.

11.Εάν δεν υποβληθεί καμία νομότυπη προσφορά, ή πιστωτές, που εκπροσωπούν το 51% τουλάχιστον των κατά της επιχείρησης απαιτήσεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δηλώσουν εγγράφως προς τον εκκαθαριστή, ότι δεν θεωρούν καμία από τις υποβληθείσες προσφορές ως συμφέρουσα για τους πιστωτές, ο διαγωνισμός επαναλαμβάνεται με τη δημοσίευση εντός 15'ημερών νέας διακήρυξης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 5. Εάν και ο νέος διαγωνισμός δεν τελεσφορήσει,

τότε το εφετείο της έδρας της επιχείρησης, μετά από αίτηση του εκκαθαριστή ή οποιουδήποτε πιστωτή, διατάσσει την τμηματική πώληση με πλειστηριασμό των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 1386/1983.

12.     Επί της εκκαθαρίσεως του παρόντος άρθρου ισχύουν κατά τα λοιπά αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 9 παρ.3 και 4 και του άρθρου 10 του ν. 1386/1983, συντεμνομένων των προθεσμιών του άρθρου αυτού στο ήμισυ αυτών.

13.Η σύμβαση της μεταβίβασης της παραγράφου 7, οι, συνεπεία αυτής, μεταβιβάσεις, οι μεταγραφές και κάθε άλλη, προς πραγμάτωση αυτής, πράξη, απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος ή δικαίωμα Δημοσίου ή τρίτων. Τα δικαιώματα και οι αμοιβές συμβολαιογράφων, δικηγόρων, δικαστικών επιμελητών και υποθηκοφυλάκων για τη σύμβαση και κάθε άλλη, προς πραγμάτωση αυτής, πράξη περιορίζονται στο 30% αυτών.

14.Με την απόφαση του εφετείου της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου, που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η ειδική εκκαθάριση του παρόντος άρθρου, μπορεί να εφαρμοσθεί και επί πωλήσεως αυτοτελούς μονάδας παραγωγής της επιχείρησης.

15.Σε περίπτωση μη τήρησης από τον εκκαθαριστή υποχρεώσεων και προθεσμιών του παρόντος άρθρου, το εφετείο, μετά από αίτηση των πιστωτών της παραγράφου 1,         προβαίνει σε άμεση αντικατάσταση του εκκαθαριστή και διορίζει ως εκκαθαριστή τον προτεινόμενο από τους παραπάνω πιστωτές κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1.

16.Με απόφαση του Υπουργού Βιομηχανίας Ενέργειας και Τεχνολογίας, που εκδίδεται μετά από σχετική αίτηση του εκκαθαριστή, είναι δυνατόν να παρατείνονται οι προθεσμίες των παραγράφων 3, 4, 5, 7 και 11 του παρόντος άρθρου, μία μόνο κατά περίπτωση φορά και μέχρι του ημίσεως του χρόνου, που προβλέπεται από τις εν λόγω παραγράφους. Ωσαύτως με απόφαση του ίδιου Υπουργού μπορεί να καθορίζονται άλλως τα δικαιώματα και οι αμοιβές συμβολαιογράφων, δικηγόρων, δικαστικών επιμελητών και υποθηκοφυλάκων της παραγράφου 13.

 

Άρθρο 47

Ο Οργανισμός Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων εξακολουθεί να λειτουργεί και να ασκεί τις προβλεπόμενες από το ν. 1386/1983, όπως αυτός ισχύει, αρμοδιότητές του ως προς τις επιχειρήσεις, που έχουν ή είχαν υπαχθεί στις ρυθμίσεις του προαναφερόμενου νόμου.»

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'

ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

 

Άρθρο 15

Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 703/1977 προστίθενται περιπτώσεις στ1, ζ\ η', θ' και Γ και τροποποιείται η παράγραφος 2 του άρθρου αυτού ως εξής:

'στ) Την καθιέρωση ενιαίων όρων πωλήσεως αγαθών ή παροχής υπηρεσιών. Στους ενιαίους όρους πωλήσεως περιλαμβάνονται η τιμή, οι όροι πληρωμής, τα ποσοστά εκπτώσεων και γενικά κάθε πρακτική με την οποία επιδιώκεται η επιβολή ενιαίων τιμών στην πώληση, αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών.

ζ) Την αποκλειστική αμοιβαία αγορά πώληση μεταξύ των μελών μιας ενώσεως επιχειρήσεων ή μεταξύ ενώσεων επιχειρήσεων.

η) Τη διάθεση, επί ίσεις όροις με άλλα ομοειδή, προϊόντων, που στερούνται των επ' αυτών αναγραφόμενων ή διαφημιζόμενων ιδιοτήτων ή παρά το νόμο, στερούνται των αναγκαίων και επιβαλλόμενων επ' αυτών επισημάνσεων ή αποκλίνουν από τις προβλεπόμενες από το νόμο προδιαγραφές ποιότητας ή τυποποίησης.

θ) Την, καθ' οιονδήποτε τρόπο, παρακώλυση της ελεύθερης κυκλοφορίας των αγαθών.

ι) Την παραπλανητική διαφήμιση αγαθών ή υπηρεσιών, όπως αυτή οριοθετείται στο άρθρο 19 του ν. 1961/1991 'Για την προστασία του καταναλωτή και άλλες διατάξεις".

2.       Οι κατά την προηγούμενη παράγραφο απαγορευμένες συμφωνίες και αποφάσεις είναι απόλυτα άκυρες, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα νόμο.

Οι απαγορεύσεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν και για τις, με τρίτους, συμφωνίες, τις αποφάσεις και την εναρμονισμένη πρακτική των ενώσεων προσώπων, που έχουν νομική προσωπικότητα.»

 

Άρθρο 16

Ολόκληρο το άρθρο 2 του ν. 703/1977 λαμβάνει αριθμό παραγράφου 1 και προστίθεται παράγραφος 2, η οποία έχει ως εξής:

«2. Απαγορεύεται η καταχρηστική εκμετάλλευση, από μία ή περισσότερες επιχειρήσεις, της σχέσης οικονομικής εξάρτησης, στην οποία βρίσκεται προς αυτές μια επιχείρηση, η οποία κατέχει θέση πελάτη ή προμηθευτή τους προϊόντων ή υπηρεσιών και δεν διαθέτει ισοδύναμη εναλλακτική λύση. Η καταχρηστική αυτή εκμετάλλευση της σχέσης οικονομικής εξάρτησης δύναται να συνίσταται ιδία στην επιβολή αυθαίρετων όρων συναλλαγής ή στην αιφνίδια και αδικαιολόγητη διακοπή μακροχρόνιων εμπορικών σχέσεων.»

 

Άρθρο 17

Το άρθρο 3 του ν. 703/1977 τροποποιείται ως εξής:

«Άρθρο 3 Γενική διάταξη

Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 1 παρ. 3, οι, κατά το άρθρο 1 παρ. 1. συμφωνίες, αποφάσεις και περιπτώσεις εναρμονισμένης πρακτικής και η, κατ' άρθρο 2, καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης και οικονομικής εξάρτησης απαγορεύεται, χωρίς προς τούτο να είναι απαραίτητη προηγούμενη έκδοση απόφασης από κάποια αρχή.»

 

Άρθρο 18

Η παράγραφος 1 του άρθρου 4 του ν. 703/1977 τροποποιείται ως εξής:

Ί. Η συγκέντρωση επιχειρήσεων δεν εμπίπτει καθεαυτή στην απαγόρευση του άρθρου 1 παρ. 1 και του άρθρου 2 του παρόντος νόμου.»

 

Άρθρο 19

Οι περιπτώσεις α' και β' της παραγράφου 2 του άρθρου 4β του ν. 703/1977 τροποποιούνται ως εξής:

«α) το μερίδιο συμμετοχής όλων των επιχειρήσεων, now συμμετέχουν στη συγκέντρωση, στη συνολική εθνική αγορά ή σε σημαντικό τμήμα αυτής, των προϊόντων και υπηρεσιών της αυτής χρήσεως αντιπροσωπεύει τουλάχιστον 30% του συνολικού κύκλου εργασιών ή

β) ο συνολικός κύκλος εργασιών όλων των επιχειρήσεων, που συμμετέχουν στη συγκέντρωση κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4ε, φθάνει ή υπερβαίνει το, σε δραχμές, ισόποσο των 65.000.000 ECU.»

 

Άρθρο 20

Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του ν. 703/1977 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:

«Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί με απόφασή της να καθορίσει την, κατά 4μελή τμήματα, λειτουργία της για θέματα δευτερευούσης σημασίας καθορίζουσα συγχρόνως την ακριβή σύνθεση και τον προεδρεύοντα των τμημάτων αυτών.»

 

Άρθρο 21

Η παράγραφος 7 του άρθρου 8 του ν. 703/1977 τροποποιείται ως εξής:

«7. Κατά την, ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού, συζήτηση επί των υποβαλλόμενων αιτήσεων και καταγγελιών, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, υποχρεούνται να παρίστανται αυτοπροσώπως ή μετά ή δια πληρεξουσίου δικηγόρου οι υποβάλλοντες την αίτηση ή καταγγελία, οι οποίοι και καλούνται προς τούτο προ 15 ημερών. Το ίδιο ισχύει και προκειμένου περί των επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων κατά των οποίων κινήθηκε, η ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού, διαδικασία, ο» οποίες και καλούνται προ 30 ημερών. Οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί των παρισταμένων πρέπει να αποδεικνύονται παραχρήμα.»

 

Άρθρο 22

Η παράγραφος 2 του άρθρου 9 του ν. 703/1977 τροποποιείται ως εξής:

«2. Το κατά την προηγούμενη παράγραφο απειλούμενο ή επιβαλλόμενο πρόστιμο δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 60.0000 δρχ. και μεγαλύτερο των 100.000.000 δρχ. Σε περιπτώσεις εξαιρετικά σοβαρών παραβάσεων το πρόσημο αυτό μπορεί να φθάνει, καθ' υπέρβαση' του ανωτέρω αναγραφόμενου ανώτατου ορίου, μέχρι ποσοστού 10% επί των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης ή της ένωσης επιχειρήσεων ή της έχουσας νομική προσωπικότητα ένωσης προσώπων, που υπέπεσαν στην παράβαση, κατά το έτος, που συντελέστηκε η παράβαση ή το προηγούμενο αυτού έτος.

Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις και προς αποτροπή άμεσα επικείμενου κινδύνου νόθευσης του ανταγωνισμού ή σε περιπ^Όεις πρόδηλα καταχρηστικής εκμετάλλευσης της δεσπόζουσας θέσης επιχειρήσεως, είναι δυνατόν, τα, κατά την προηγούμενη παράγραφο του άρθρου αυτού, μέτρα, να λαμβάνονται από τον Υπουργό Εμπορίου, ως προσωρινά μέτρα, προ πάσης συζητήσεως της υποθέσεως στην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Στις περιπτώσεις αυτές, ειδικώς, ο Υπουργός Εμπορίου συγκαλεί εκτάκτως, εντός πενθημέρου από της λήψεως του μέτρου την Επιτροπή Ανταγωνισμού, προκειμένου αυτή να επιληφθεί της συγκεκριμένης υποθέσεως και η Επιτροπή Ανταγωνισμού, επιλαμβανομένη της υποθέσεως, υποχρεούται να αποφανθεί εντός δεκαπέντε ημερών από της, κατά τ’ ανωτέρω, σύγκλησής της για την επικύρωση, τη διατήρηση ή τη μετατροπή του ληφθέντος από τον Υπουργό Εμπορίου μέτρου.’

 

Άρθρο 23

Το άρθρο 11 του ν. 703/1977 καταργείται.

 

Άρθρο 24

Το άρθρο 12 του ν. 703/1977 τροποποιείται ως εξής:

’Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του' παρόντος νόμου, τα, από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, προβλεπόμενα πρόσημα επιβάλλονται με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού.»

 

Άρθρο 25

Η παράγραφος 2β του άρθρου 21 του ν. 703/1977 αντικαθίσταται ως εξής:

«β) Επιβολή προστίμου από 5.000.000 μέχρι 30.000.000 δραχμές.»

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ

 

Άρθρο 26

Το άρθρο 7 του ν. 1961/1991 (ΦΕΚ 132 Α ) Τια την προστασία του καταναλωτή και άλλες διατάξεις’, τροποποιείται ως εξής:

«Άρθρο 7

1.       Ο παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημιά, που οφείλεται σε ελάττωμα του προϊόντος του.

2.       Σε περίπτωση διάθεσης στην αγορά συσκευασμένων προϊόντων, την αποκλειστική ευθύνη της ποιότητας, ασφάλειας ή υγιεινής των προϊόντων φέρει ο παραγωγός ή ο έχων την ευθύνη διάθεσης στην αγορά, όπως αναγράφεται στη συσκευασία.

3.       Σε περίπτωση διάθεσης στην αγορά χύμα προϊόντων, αποκλειστική ευθύνη, κατά τ' ανωτέρω, έχει ο διαθέτων το προϊόν στον καταναλωτή»

 

Άρθρο 27

Μετά από το άρθρο 40 του ν. 1961/1991 προστίθεται νέο άρθρο, που φέρει τον αριθμό 40α και έχει ως εξής:

«Άρθρο 40α

Νομιμοποίηση για την επιδίωξη συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών

1.       Οι ενώσεις καταναλωτών του άρθρου 35 του παρόντος νόμου, νομιμοποιούνται να ασκούν στο όνομά τους αγωγή και να υποβάλλουν μήνυση κατά επιχειρήσεων, που εκ του νόμου ασκούν αποκλειστικά δικαιώματα ή απολαύουν ειδικών προνομίων στην παραγωγή ή τη διάθεση ή τη φύλαξη αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών ή κατέχουν οιασδήποτε άλλης φύσεως προνόμιο ή αποκλειστικό δικαίωμα, σε περιπτώσεις προσβολής ή κινδύνου προσβολής των γενικότερων καταναλωτικών συμφερόντων και ανεξάρτητα από την ύπαρξη ατομικής προσβολής ή βλάβης των ιδίων ή των μελών τους (συλλογική αγωγή).

2.       Στις περιπτώσεις αυτές νομιμοποιούνται να ζητήσουν:

α. Την παύση στο παρόν ή την παράλειψη στο μέλλον συμπεριφοράς, που θίγει την υγεία, την ασφάλεια ή τα οικονομικά συμφέροντα των καταναλωτών, ακόμα και όταν η συμπεριφορά αυτή απειλείται να εκδηλωθεί για πρώτη φορά. Ιδίως νομιμοποιούνται να ζητήσουν την απόσυρση ανασφαλών προϊόντων, τη δημοσίευση διορθωτικής διαφήμισης και την κήρυξη ως καταχρηστικών Γενικών Όρων Συναλλαγών.

β. Την ποινική δίωξη των υπευθύνων, παριστάμενες και ως πολιτικώς ενάγουσες.

γ. Την αναγνώριση των παραπάνω υπό στοιχείο α' δικαιωμάτων τους ή τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων.

3.       Οι ενώσεις καταναλωτών δεν έχουν δικαίωμα αμοιβής 

από τα μέλη τους για τα συλλογικά μέσα δικαστικής προστασίας που τους παρέχουν.»

 

Άρθρο 28

Η παράγραφος 3 του άρθρου 42 του ν. 1961/1991 (ΦΕΚ 132 Α') τροποποιείται ως εξής:

"3. Επί των παραπάνω καταναλωτικών διαφορών, αποφαίνεται τριμελής επιτροπή με πρόεδρο τον πρόεδρο του τοπικού δικηγορικού συλλόγου ή το νόμιμο αναπληρωτή του και μέλη έναν εκπρόσωπο του επιμελητηρίου και έναν της τοπικής ένωσης καταναλωτών ή αν δεν υπάρχει ένωση, του τοπικού συλλόγου καταναλωτών ή έναν υπάλληλο της υπηρεσίας καταναλωτών της οικείας νομαρχίας.»

 

Άρθρο 29

Στο Κεφάλαιο ενδέκατο Μεταβατικές και τελικές διατάξεις του ν. 1961/1991 (ΦΕΚ 132 Α'), πριν από το άρθρο 49 προστίθεται άρθρο 48α, που έχει ως εξής:

«Άρθρο 48α

1.       Για κάθε παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου από προμηθευτές επιβάλλεται από τον Υπουργό Εμπορίου πρόστιμο από 500.000 μέχρι 20.000.000 δρχ. Σε περίπτωση υποτροπής, το ανώτατο όριο προστίμου διπλασιάζεται.

2.       Σε περίπτωσή επανειλημμένης υποτροπής ο Υπουργός Εμπορίου, μετά από γνώμη του Εθνικού Συμβουλίου Καταναλωτών, μπορεί να διατάξει τη διακοπή της λειτουργίας της επιχείρησης ή τμήματός της για χρονικό διάστημα μέχρις ενός έτους.»

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'

ΥΠΑΙΘΡΙΟ ΚΑΙ ΠΛΑΝΟΔΙΟ ΕΜΠΟΡΙΟ, ΕΜΠΟΡΟΠΑΝΗΓΥΡΕΙΣ

 

Άρθρο 30

1.       Από τις ισχύος του παρόντος νόμου απαγορεύεται η οποιοδήποτε άσκηση εμπορικής δραστηριότητας σε μη εστεγασμένο χώρο (υπαίθριο εμπόριο) και μη δυνάμενο να χαρακτηρισθεί σαν επαγγελματική στέγη, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 813/1978 (ΦΕΚ 137 Α'). Η ίδια απαγόρευση ισχύει και για το πλανόδιο εμπόριο (εποχούμενο ή με οποιονδήποτε τρόπο κινητό εμπόριο). Σαν πλανόδιο εμπόριο για την εφαρμογή του παρόντος νόμου θεωρείται και εκείνο, που γίνεται με τη μέθοδο των επισκέψεων από πόρτα σε πόρτα ή με οποιοδήποτε άλλη μορφή, που πραγματοποιούν πρόσωπα μη συνδεόμενα με οποιοδήποτε σχέση με νόμιμα οργανωμένη επιχείρηση.

2.       Της απαγόρευσης της προηγούμενης παραγράφου εξαιρούνται και μπορεί να χορηγηθεί άδεια άσκησης υπαίθριου ή πλανόδιου εμπορίου σε καθορισμένο τόπο ή περιοχή, οι παρακάτω περιπτώσεις: α) προκειμένου περί ασκήσεως παραδοσιακών δραστηριοτήτων, β) όταν πλανόδιος έμπορος ασκεί τη δραστηριότητά του σε συγκεκριμένα χωριά ή οικισμούς, που δεν υπάρχει στεγασμένο εμπόριο για τα είδη που ζητείται η άδεια πλανόδιου πωλητή.

3.       Οι άδειες για την άσκηση των υπαίθριων ή πλανόδιων εμπορικών δραστηριοτήτων της προηγούμενης παραγράφου χορηγούνται από τους ο.τ.α., μετά από γνώμη του αρμόδιου κατά τόπο εμπορικού συλλόγου. Με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου καθορίζονται οι λεπτομέρειες της χορηγήσεως, που αφορούν την εκχώρηση αρμοδιοτήτων του προηγούμενου εδαφίου.

4.       Άδειες υπαίθριου ή πλανόδιου εμπορίου κάθε μορφής, που έχουν εκδοθεί πριν από την ισχύ του παρόντος νόμου, λήγουν αυτοδίκαια την 31.12.1991.

5.       Ειδικά για τις εμποροπανηγύρεις απαιτείται ειδική άδεια, που εκδίδεται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 24 του Δ.Κ.'Κ. (π.δ. 323/1989 ΦΕΚ 126 Α ). Η ισχύς της άδειας αυτής δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 5 συναπτές ημέρες, δύναται δε να χορηγείται σε πρόσωπα της παραγράφου 2 και σε εμπόρους.

Οι, κατά το προηγούμενο εδάφιο, άδειες εμποροπανηγύρεων χορηγούνται από τους ο.τ.α. επ' ευκαιρία θρησκευτικών ή άλλων επετειακών εορτών για συγκεκριμένο κατάλληλο χώρο και τόπο, που προσδιορίζεται επακριβώς στην οικεία απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου και ο οποίος πρέπει να βρίσκεται σε ικανή απόσταση από τα εμπορικά κέντρα των πόλεων και κωμοπόλεων. Κάθε σχετική δραστηριότητα έξω από το συγκεκριμένο αυτόν χώρο απαγορεύεται.

6.       Για τους υπαίθριους ή πλανόδιους επαγγελματίες του παρόντος νόμου, καθώς και για τους μετέχοντες σπς εμποροπανηγύρεις, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του Αγορανομικού Κώδικα και των κατ' εξουσιοδότηση αυτών ισχυουσών αγορανομικών διατάξεων. Επίσης έχουν εφαρμογή οι υγειονομικές ασρατρικές και οι αστυνομικές διατάξεις, καθώς και όπου τους αφορούν οι διατάξεις του Κ.Φ.Σ..

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'

ΛΑΪΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ

 

Άρθρο 31

1.       Η παράγραφος 9 του άρθρου 23 του ν. 1622/1986, όπως ισχύει, τροποποιείται ως εξής:

«9. Στον τομέα του εμπορίου είναι η προστασία του καταναλωτή και όλα τα θέματα, που αφορούν τις λαϊκές αγορές».

2.       Από της ενάρξεως της ισχύος των προεδρικών διαταγμάτων της παραγράφου 1 του άρθρου 60 του ν. 1622/1986, όπως ισχύει, εκχωρείται στα νομαρχιακά συμβούλια του άρθρου 24 του παραπάνω νόμου κάθε αρμοδιότητα, που αφορά τις λαϊκές αγορές και ιδιαίτερα ίδρυση, κατάργηση, χορήγηση αδειών, καθορισμό θέσεων, επιβολή κυρώσεων και είσπραξη προστίμων. Ο καθορισμός των ειδών, που επιτρέπεται να πωλούνται σπς λαϊκές αγορές, γίνεται με απόφαση του νομάρχη, μετά από γνώμη των ανωτέρω νομαρχιακών συμβουλίων, την οποία οφείλουν να εκφράσουν εντός μηνός από της σχετικής προσκλήσεως του νομάρχη. Ο κατάλογος των επιτρεπόμενων να πωλούνται στις λαϊκές αγορές ειδών αναφέρεται μόνο σε προϊόντα γης ή θάλασσας και είδη ελαφρός βιοτεχνίας.

3.       Από της ενάρξεως της ισχύος της παρ. 2 του παρόντος άρθρου κάθε αντίθετη διάταξη νόμου ή προεδρικού διατάγματος ή υπουργικής απόφασης, που έχει ισχύ νόμου, καταργείται.

4.       Λαϊκές αγορές, που λειτουργούν κατά την έναρξη της ισχύος της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, εξακολουθούν να λειτουργούν, δυναμένης να επιτραπεί μόνο της μεταθέσεώς τους σε άλλο καταλληλότερο χώρο, μετά από απόφαση του κατά τ' ανωτέρω νομαρχιακού συμβουλίου, που εκδίδεται μετά από σχετική πρόταση του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου.

Άδειες λαϊκών αγορών, που έχουν χορηγηθεί μέχρι την έναρξη της ισχύος της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, εξακολουθούν να ισχύουν, επιτρεπομένης της ανακλήσεώς τους από τα κατά την παράγραφο 2 όργανα, μόνο για λόγους, που εδικαιολογείτο η ανάκλησή τους προ της ισχύος της εν λόγω παραγράφου.

5.       Επιτρέπεται στους ο.τ.α. με απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού τους συμβουλίου, που εκδίδεται μετά από γνώμη των επαγγελματικών οργανώσεων των εμπόρων, βιοτεχνών και επαγγελματιών της περιοχής να καθορίζουν τους όρους, τις προϋποθέσεις και κάθε άλλη απαραίτητη λεπτομέρεια για τη διενέργεια κατά τις Κυριακές παζαριού σε προκαθορισμένους χώρους ευθύνης τους. Τα είδη, που μπορούν να πωλούνται στο παζάρι κάθε ο.τ.α. καθορίζονται με την ίδια απόφαση και είναι ελαττωματικά δεύτερης διαλογής ή μεταχειρισμένα. Οι άδειες συμμετοχής επαγγελματιών στο παζάρι χορηγούνται με απόφαση των δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων. Οι συμμετέχοντες στο παζάρι υποχρεούνται να αποδεικνύουν τον τρόπο κτήσης των προς πώληση ειδών, με επίσημα φορολογικά στοιχεία.

4.       Οι παραβαίνοντες τις διατάξεις των παραγράφων 1,2,       4, 5 και 6 του Κεφαλαίου Ε' καθώς και τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 5 του Κεφαλαίου ΣΤ' του παρόντος νόμου, έχουν τις συνέπειες του άρθρου 52 του ν.δ. 136 της 30/30 Σεπτ. 1946, όπως ισχύει, ανεξαρτήτως της υπαγωγής ή μη των διατιθέμενων προϊόντων στις περιστάσεις (προϋποθέσεις) του εν λόγω άρθρου.

 

Άρθρο 32

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 57α του π.δ. 136/1946 "περί Αγορανομικού Κώδικα', όπως αυτή διαμορφώθηκε με το ν. 1401/1983, τροποποιείται ως εξής:

'Σε περίπτωση που η αθωωτική απόφαση στηρίζεται στη μη τέλεση αντικειμενικά της πράξης, επέρχεται αυτοδίκαια ανάκληση της απαγόρευσης λειτουργίας της επιχείρησης ή του κέντρου και κάθε πρόστιμο επιστρέφεται στον ενδιαφερόμενο, ύστερα από προσκόμιση επίσημου αντίγραφου της αθωωτικής απόφασης του δικαστηρίου στην υπηρεσία, που εξέδωσε την απόφαση επιβολής του προστίμου αυτού'

 

Άρθρο 33

1.       Από της ενάρξεως της ισχύος των προεδρικών διαταγμάτων της παρ. 1 του άρθρου 60 του ν. 1622/1986, όπως ισχύει, καταργείται το Ταμείο Λαϊκών Αγορών, που ιδρύθηκε με το ν. 5647/1932 και μεταφέρεται στο Υπουργείο Εμπορίου το προσωπικό, με τις αντίστοιχες θέσεις τους, που υπηρετεί στο φορέα αυτόν κατά το χρόνο της κατάργησής του.

2.       Από της, κατά την προηγούμενη παράγραφο, μεταφοράς του προσωπικού του Ταμείου Λαϊκών Αγορών στο Υπουργείο Εμπορίου η δαπάνη της μισθοδοσίας του βαρύνει το Υπουργείο αυτό.

3.       Η περιουσία του Ταμείου Λαϊκών Αγορών με την επιφύλαξη της προηγούμενης παραγράφου, περιέρχεται στο Υπουργείο Εμπορίου. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εμπορίου, ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα, που αφορούν τη διαδικασία και τον τρόπο εκκαθάρισης της περιουσίας του Ταμείου Λαϊκών Αγορών, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια εφαρμογής του άρθρου αυτού.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ

ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ

 

Άρθρο 34

1.       Οι παράγραφοι 2, 10 και 11 του άρθρου 3 του ν. 1797/1988, τροποποιούνται ως εξής:

'2. Η εκτέλεση των προμηθειών διενεργείται από τους ίδιους τους φορείς για τους οποίους προορίζονται τα προς προμήθεια είδη.

10.     Δύναται να εκτελούνται ενοποιημένες προμήθειες, για την κάλυψη αναγκών περισσότερων φορέων, που υπάγονται σπς διατάξεις του παρόντος νόμου.

Ενοποιημένη προμήθεια θεωρείται η με μία ενιαία διαδικασία συνολική προμήθεια ομοίων ή ομοειδών ειδών περισσότερων φορέων.

Ως εκτέλεση ενοποιημένης προμήθειας νοείται τουλάχιστον η επιλογή του προμηθευτή και η υπογραφή της σχετικής σύμβασης.

Η εκτέλεση ενοποιημένων προμηθειών ανατίθεται, με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου, ύστερα από γνωμοδότηση της Ε.Π.Π.Π. σε οποιονδήποτε φορέα από τους υπαγομένους σπς διατάξεις του νόμου αυτού, ο οποίος ενεργεί στην περίπτωση αυτήν είτε για λογαριασμό του και λογαριασμό άλλων, είτε μόνο για λογαριασμό άλλων φορέων. Επίσης, όταν ειδικοί λόγοι επιβάλλουν, δύναται με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου, ύστερα από γνωμοδότηση της Ε.Π.Π.Π. να ανατίθεται σε οποιονδήποτε φορέα, από τους υπαγομένους στις διατάξεις του νόμου αυτού, η εκτέλεση προμηθειών άλλου φορέα.

Με την ίδια απόφαση καθορίζεται και ο τρόπος διενέργειας των προμηθειών αυτών, το κριτήριο αξιολόγησης των προσφορών, ο τρόπος πληρωμής και παραδόσεως, ρυθμίζονται οι σχετικές διαδικασίες και κάθε άλλη λεπτομέρεια, όπως επίσης δύναται να παρέχεται εξουσιοδότηση στους επί μέρους φορείς για την εκτέλεση, μετά τη σύναψη της συμβάσεως, του τμήματος εκείνου εκ των προμηθειών αυτών, που τους αφορά.

Όταν για την πραγματοποίηση μιας ενοποιημένης προμήθειας ανακύπτουν θέματα σχετικά με την έγκριση, διάθεση και μεταφορά πιστώσεων, αυτά ρυθμίζονται, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

11.     Με ανάδειξη προμηθευτώνχορηγητών, πραγματοποιούνται προμήθειες:

α) Τροφίμων, για τα ιδρύματα του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου.

β) Λοιπών αναλώσιμων ειδών παντοπωλείου, για τα ιδρύματα του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, καθώς και παροχής υπηρεσιών προς τα ιδρύματα αυτά.

γ) Πετρελαιοειδών, για το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου και για τα ιδρύματα αυτών.

δ) Φαρμάκων και αναλώσιμου υγειονομικού υλικού.

Για πς περιπτώσεις α', β', γ' η αρμοδιότητα ανήκει στους νομάρχες και ασκείται από πς υπηρεσίες εμπορίου των νομαρχιών, για δε την περίπτωση δ' στους ενδιαφερόμενους φορείς.

Όταν ειδικοί λόγοι καθιστούν αδύνατη ή προδήλως δυσχερή την ανάδειξη χορηγητών ειδών των περιπτώσεων α', β', γ' από τις υπηρεσίες εμπορίου των νομαρχιών, δύναται να παρασχεθεί εξουσιοδότηση στον ενδιαφερόμενο φορέα, για την ανάδειξη από τον ίδιο προμηθευτών-χορηγητών , με απόφαση του οικείου νομάρχη, ύστερα από γνωμοδότηση της επιτροπής προμηθειών της νομαρχίας.'

2.       Οι παράγραφοι 3, 4, 5, 6, 7, 8 και 9 του άρθρου 3 του ν. 1797/1988 καταργούνται.

 

Άρθρο 35

1.       Η παράγραφος 9 του άρθρου 5, καθώς και το άρθρο 6 του ν. 1797/1988 καταργούνται.

2.       Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από της δημοσιεύσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του νόμου τούτου..

3.       Από την παραπάνω ημερομηνία, τα αιτήματα για τελική έγκριση τα οποία ευρίσκονται σε εκκρεμότητα στα Υπουργεία Εμπορίου και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας επιστρέφονται στους αρμόδιους φορείς, χωρίς να εξετάζονται οι σχετικοί φάκελοι και οι φορείς προβαίνουν στην ανακοίνωση της κατακύρωσης, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη έγκριση.

 

Άρθρο 36

Το άρθρο 7 του ν. 1797/1988 τροποποιείται ως εξής:

«Άρθρο 7

1.       Οι τεχνικές προδιαγραφές των προς προμήθεια ειδών ορίζονται από τους φορείς για τους οποίους προσδιορίζονται τα είδη.

2.       Οι τεχνικές προδιαγραφές δεν επιτρέπεται να περιλαμβάνουν χαρακτηριστικά και περιγραφές, που είναι δυνατό να προσδιορίζουν προϊόντα ορισμένης κατασκευής ή προελεύσεως ή μεθόδους επεξεργασίας, εκτός αναπόφευκτων περιπτώσεων, που δεν είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν σαφείς προδιαγραφές λόγω της φύσεως των προς προμήθεια ειδών, οπότε δύναται να γίνεται αναφορά σε συγκεκριμένα εμπορικά σήματα κ.λπ. υπό τον όρο όμως, ότι θα συνοδεύεται η αναφορά αυτή με τις λέξεις ' ή αντίστοιχο’.’

 

Άρθρο 37

Το άρθρο 8 του ν. 1797/1988, τροποποιείται ως εξής:

«Άρθρο 8

1.       Οι φορείς, που υπάγονται στις διατάξεις του νόμου αυτού για την εκτέλεση των προμηθειών τους, οφείλουν να τηρούν μητρώο προμηθευτών.

2.       Τα στοιχεία του μητρώου προμηθευτών λαμβάνονται σοβαρά υπόψη κατά την αξιολόγηση των προσφορών και την κατακύρωση των αποτελεσμάτων ή την ανάθεση της προμήθειας.

3.       Με απόφαση του αρμόδιου για τη διοίκηση κάθε φορέα οργάνου, δύναται να αποκλείονται, για ορισμένο χρόνο, από τις προμήθειες του συγκεκριμένου φορέα προμηθευτές, οι οποίοι σύμφωνα με την αξιολόγηση των στοιχείων του τηρούμενου από το φορέα μητρώου, δεν ανταποκρίθηκαν επαρκώς στις συμβατικές τους υποχρεώσεις.

4.       Με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου, ύστερα από εισήγηση του αρμόδιου φορέα και γνωμοδότηση της Ε.Π.Π.Π., δύναται να αποκλείονται, από τις προμήθειες όλων των φορέων του δημόσιου τομέα, που υπάγονται στο νόμο αυτόν, για ορισμένο χρόνο ή επ' αόριστον, προμηθευτές, οι οποίο» σύμφωνα με την αξιολόγηση των στοιχείων των μητρώων των επί μέρους φορέων, δεν ανταποκρίθηκαν στις συμβατικές τους υποχρεώσεις, σε επίπεδο βλαπτικό για το συμφέρον των φορέων ή αντίθετο προς τη χρηστότητα των συναλλακτικών ηθών, ώστε να καθίστανται εκ της συμπεριφοράς τους αυτής αφερέγγυοι.

5.       Ο χρόνος εφαρμογής των διατάξεων περί Μητρώου Προμηθευτών, δεν δύναται να υπερβεί τους δώδεκα μήνες, από της ισχύος του παρόντος νόμου.’

 

Άρθρο 38

1.       Η παράγραφος 5 του άρθρου 11 του ν. 1797/1988 τροποποιείται ως εξής:

'5. Όλοι οι άλλοι φορείς, πέρα από εκείν,ους της παραγράφου 1, εκτελούν τις προμήθειές τους, σύμφωνα με τους οικείους κανονισμούς προμηθειών φορέων (Κ.Π.Φ.), που καταρτίζονται από τους ίδιους τους φορείς και εγκρίνονται με απόφαση του αρμόδιου κατά περίπτωση υπουργού, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως".

2.       Η ισχύς του παρόντος άρθρου άρχεται από της δημόσιεύσεως του νόμου τούτου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

 

Άρθρο 39

Η παράγραφος 2 του άρθρου 12 του ν. 1797/1988 τροποποιείται ως εξής:

’2. Η επιτροπή γνωμοδοτεί για τα παρακάτω θέματα:

α) την άσκηση οικονομικής και αναπτυξιακής πολιτικής μέσω των κρατικών προμηθειών!

β) την κατάρτιση, κατ' έτος, του Ενιαίου Προγράμματος Προμηθειών,

γ) τη συμπλήρωση ή τροποποίηση του εγκεκριμένου Ενιαίου Προγράμματος Προμηθειών, κατά το χρόνο της εφαρμογής του,

δ) τον αποκλεισμό συμμετοχής προμηθευτών, για ορισμένο χρονικό διάστημα ή επ' αόριστον από προμήθειες των φορέων, που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου,

ε) την ανάθεση εκτελέσεως ενοποιημένων ή μη προμηθειών σε άλλο εκτός του αρμόδιου φορέα, ο οποίος ενεργεί στην περίπτωση αυτήν είτε για λογαριασμό του και λογαριασμό άλλων, είτε μόνο για λογαριασμό άλλων φορέων,

στ) κάθε άλλο θέμα που παραπέμπεται σε αυτήν, από τους Υπουργούς Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορίου.»

 

Άρθρο 40

Το άρθρο 14 του ν. 1797/1988 τροποποιείται ως εξής:

«Άρθρο 14

1.       Η παραλαβή των προς προμήθεια ειδών γίνεται από πρωτοβάθμιες επιτροπές παραλαβής, που συνιστώνται για συγκεκριμένη κάθε φορά προμήθεια, με απόφαση του αρμόδιου υπουργού ή του αρμόδιου για τη διοίκηση του φορέα οργάνου, κατά περίπτωση.

2.       Εκτός των ανωτέρω πρωτοβάθμιων επιτροπών, συνιστώνται, όταν τούτο απαιτηθεί, δευτεροβάθμιες επιτροπές παραλαβής με απόφαση επίσης των ανωτέρω οργάνων.

3.       Τα μέλη των μεν πρωτοβάθμιων επιτροπών προέρχονται από υπαλλήλους του φορέα, για τον οποίο προορίζονται τα προς προμήθεια είδη, των δε δευτεροβάθμιων από υπαλλήλους του ενδιαφερόμενου φορέα και άλλων φορέων.

Κατά τη συγκρότηση πρωτοβαθμίων επιτροπών παραλαβής, όταν ο ενδιαφερόμενος φορέας δεν διαθέτει υπαλλήλους της αναγκαιούσας, για την περίπτωση, ειδικότητας, στην επιτροπή συμμετέχει υπάλληλος της ειδικότητας αυτής από άλλο φορέα του δημόσιου τομέα.»

 

Άρθρο 41

Το άρθρο 15 του ν. 1797/1988 τροποποιείται ως εξής:

«Άρθρο 15

1.       Στο γενικό προϋπολογισμό του Κράτους εγγράφονται κατά φορέα εκτελέσεως και ειδικότερα στους προϋπολογισμούς εξόδων των φορέων αυτών, οι απαραίτητες πιστώσεις για την εκτέλεση των προμηθειών, των οποίων η δαπάνη βαρύνει τον Κρατικό Προϋπολογισμό.

2.       Στις περιπτώσεις που ανατίθεται η πραγματοποίηση ενοποιημένων προμηθειών από ένα φορέα γίνεται μεταφορά των σχετικών πιστώσεων από τους προϋπολογισμούς εξόδων των ενδιαφερόμενων φορέων στον προϋπολογισμό του εκτελούντος την ενοποιημένη προμήθεια φορέα, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από αίτημα των οικείων υπουργείων.

3.       Η χρησιμοποίηση πιστώσεων για προμήθεια διαφορετικών ειδών ή ειδών που προορίζονται για διάφορους υποφορείς του αυτού φορέα, γίνεται χωρίς καμία προηγούμενη έγκριση, εάν έχουν εγγράφει στον ίδιο κωδικό αριθμό εξόδου (Κ.Α.Ε.).

4.       Μεταφορά πιστώσεων από έναν Κ.Α.Ε, σε άλλο του αυτού φορέα, είτε λόγω ανεπάρκειας πιστώσεων, είτε λόγω εγγραφής νέου Κ.Α.Ε., γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Γ ια την έκδοση της αποφάσεως αυτής απαιτείται αίτημα του φορέα προς το Υπουργείο Οικονομικών.

5.       Οι δαπάνες από συμβάσεις προηγούμενων οικονομικών ετών βαρύνουν τις πιστώσεις του έτους, που πραγματοποιείται η πληρωμή, ανεξάρτητα από το έτος που δημιουργήθηκε η υποχρέωση πληρωμής.

6.       Στον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομικών εγγράφεται ειδική πίστωση για την κάλυψη των κατωτέρω δαπανών:

α) Γ ια συμβάσεις προηγούμενων οικονομικών ετών. β) Για προμήθειες για τις οποίες είτε οι σχετικές διακηρύξεις έχουν δημοσιευθεί, είτε έχει εκδοθεί απόφαση με την οποία εγκρίνεται η διενέργεια προμήθειας με απευθείας ανάθεση, μέχρι 10 Δεκεμβρίου του προηγούμενου οικονομικού έτους.

γ) Για προμήθειες που πραγματοποιούνται σε βάρος έκπτωτου προμηθευτή από σύμβαση είτε προηγούμενων οικονομικών ετών, είτε και του έτους στον προϋπολογισμό, του οποίου έχει εγγράφει η σχετική ειδική πίστωση.

7.       Η μεταφορά των απαιτούμενων πιστώσεων από την ειδική πίστωση, για την κάλυψη των παραπάνω δαπανών, γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Προκειμένου να εκδοθεί η απόφαση αυτή, οι φορείς εκτελέσεως προμηθειών, αποστέλλουν, μετά τη λήξη του οικονομικού έτους, στο Υπουργείο Οικονομικών καταστάσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν τα κατωτέρω στοιχεία:

α) το φορέα για τον οποίο προορίζονται τα είδη, β) τον κωδικό αριθμό του φορέα και υποφορέα, όπου υπάρχει, και τον Κ.Α.Ε, στον οποίο θα εγγράφει η πίστωση που θα μεταφερθεί, γ) το ποσό της πιστώσεως που θα μεταφερθεί, δ) το είδος,

ε) τον αριθμό της συμβάσεως και τη χρονολογία υπογραφής της,

στ) τον αριθμό της διακηρύξεως και την ημερομηνία δημοσιεύσεώς της, ζ) τον αριθμό και ημερομηνία της αποφάσεως για τη διενέργεια προμήθειας με απευθείας ανάθεση, η) τον αριθμό της συμβάσεως και την ημερομηνία υπογραφής της, για προμήθεια είδους σε βάρος έκπτωτου προμηθευτή.

8.       Γ ια την έγκαιρη προκήρυξη διαγωνισμών με πιστώσεις του επόμενου οικονομικού έτους, επιτρέπεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις επαρκώς αιτιολογημένες, η προέγκριση πιστώσεων, για προμήθεια ειδών σε βάρος του επόμενου οικονομικού έτους.

Το ποσό της προεγκρίσεως καθορίζεται και χορηγείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών,, ύστερα από αίτημα, που υποβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο φορέα, η δε σχετική πίστωση εγγράφεται στον προϋπολογισμό εξόδων των φορέων εκτελέσεως της προμήθειας.

9.       Τα αιτήματα των φορέων, επαρκώς αιτιολογημένα, πρέπει να περιλαμβάνουν τα εξής στοιχεία:

α) το είδος,

β) την προϋπολογισθείσα δαπάνη,

γ) τον κωδικό αριθμό του φορέα και του υποφορέα, όπου

υπάρχει, καθώς και του Κ.Α.Ε, και

δ) το φορέα εκτελέσεως της προμήθειας.

10.     Επιτρέπεται η χορήγηση στον προμηθευτή προκαταβολής μέρους της αξίας του προς προμήθεια είδους, με εγγύηση τράπεζας ή άλλου νομικού προσώπου της ημεδαπής ή χωρών της Ε.O.K., που έχει κατά νόμο δυνατότητα προς τούτο.

11.     Το ύψος της προκαταβολής δεν δύναται ve ί.’ηηρβαινει το ήμισυ της συμβατικής αξίας. Υπέρβαση επιτρέπεται σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, απολύτως αιτιολογημένες, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

12.     Η προκαταβολή βαρύνει τις πιστώσεις, που έχουν εγκριθεί για την προμήθεια του συγκεκριμένου είδους.

13.     Για την κάλυψη της δαπάνης, που απαιτείται για προμήθεια ειδών η αξία των οποίων πληρώνεται μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος με άνοιγμα πιστώσεως, εκδίδεται χρηματικό ένταλμα πληρωμής (Χ.Ε.Π.).

14.     Η δαπάνη αυτή βαρύνει το οικονομικό έτος μέσα στο οποίο εκδόθηκε το Χ.Ε.Π., ανεξάρτητα από το έτος που θα πραγματοποιηθεί η πληρωμή.

15.     Το Χ.Ε.Π. εκδίδεται από την αρμόδια διεύθυνση εντελλομένων εξόδων, ύστερα από απόφαση του αρμόδιου υπουργού ή του αρμόδιου για τη διοίκηση του φορέα οργάνου, στο όνομα της Τράπεζας της Ελλάδος.

16.     Με το Χ.Ε.Π. καθορίζεται και το χρονικό διάστημα, μέσα στο οποίο πρέπει να γίνει η απόδοση λογαριασμού.

Το χρονικό αυτό διάστημα ορίζεται μέχρι δύο έτη από την έκδοση του Χ.Ε.Π. και μπορεί να παραταθεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ειδικά αιτιολογημένες, με κοινή απόφαση του αρμόδιου υπουργού και του Υπουργού Οικονομικών.

17.     Επιβάλλεται κράτηση 0,25% επί της συμβατικής αξίας, υπέρ του Δημοσίου, καθώς και κράτηση 0,30% επί της συμβατικής αξίας, υπέρ του Ταμείου Αρωγής Υπαλλήλων του Υπουργείου Εμπορίου, για τις προμήθειες, που εκτελούνται από τους φορείς, που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου, καθώς και από πς νομαρχιακού επιπέδου υπηρεσίες εμπορίου ή από τα ίδια τα ιδρύματα, κατόπιν εξουσιοδοτήσεως του νομάρχη.

18.     Από την ανωτέρω κράτηση εξαιρούντο; οι προμήθειες που γίνονται:

α) από το εξωτερικό, χωρίς' διαγωνισμό,

β) σε βάρος των πιστώσεων του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων.

19.     Η ανωτέρω κράτηση παρακρατείται κατά την πληρωμή και αποδίδεται στο Δημόσιο.

20.     Διατάξεις με τις οποίες επιβάλλονται κρατήσεις επί δαπανών προμηθειών, υπέρ ορισμένων ταμείων, διατηρούνται.

21.     Χρηματικές κυρώσεις, όπως πρόσημα, καταπτώσεις εγγυοδοσιών κ.λπ., οι οποίες επιβάλλονται κατά την εκτέλεση των προμηθειών, που διενεργούνται από τα αρμόδια υπουργεία, αποτελούν δημόσιο έσοδο.

22.     Οι λογιστικές διατάξεις του παρόντος νόμου, κατισχύουν κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διατάξεως, που αναφέρεται στα θέματα αυτά.

 

Άρθρο 42

Μεταβατικές διατάξεις

1.       Προμήθειες ειδών, που έχουν ενταχθεί στο Ενιαίο Πρόγραμμα Προμηθειών και δεν έχουν προκηρυχθεί κατά το χρόνο ενάρξεως της ισχύος του παρόντος κεφαλαίου του παρόντος νόμου, εκτελούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις διατάξεις του νόμου τούτου.

2.       Προμήθειες ειδών, που έχουν τουλάχιστον προκηρυχθεί από το Υπουργείο Εμπορίου, κατά το χρόνο ενάρξεως της ισχύος τόυ κεφαλαίου Ζ’ του παρόντος νόμου, εκτελούνται από αυτό μέχρι της ανακοινώσεως της κατακυρώσεως των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού ή της απευθείας ανάθεσης στον προκριθέντα προμηθευτή. Στη συνέχεια η σύμβαση υπογράφεται από τον ενδιαφερόμενο φορέα και εκτελείται από αυτόν, μέχρις οριστικής πραγματοποιήσεως της προμήθειας.

3.       Οι φάκελοι των προμηθευτών, για τις οποίες έχουν υπογράφει οι σχετικές συμβάσεις, χωρίς να έχουν ολοκληρωθεί κατά•το χρόνο ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου, αποστέλλονται στους αρμόδιους φορείς για περαίωση των εκ των συμβάσεων αυτών προμηθειών.

4.       Από 1-4-1992, οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εμπορίου δεν προκηρύσσουν διαγωνισμούς προμηθειών, ούτε προβαίνουν στις σχετικές ενέργειες απευθείας ανάθεσης προμηθειών.

Σε όλες τις εξαιρετικές περιπτώσεις, που διατυπώνεται ανάγκη άμεσης πραγματοποίησης προμηθειών, χορηγείται εξουσιοδότηση στους ενδιαφερόμενους φορείς για την πραγματοποίηση των προμηθειών αυτών από αυτούς τους ίδιους.

 

Άρθρο 43

Έναρξη ισχύος

Η ισχύς των διατάξεων του Κεφαλαίου Ζ' αρχίζει από 1/6/1992, εκτός αν άλλως ορίζεται στις επί μέρους διατάξεις του.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'

Άρθρο 44

Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 1514/1985 "Ανάπτυξη της επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας" τροποποιείται ως εξής:

«Ως μέλη των επιτροπών αυτών διορίζονται, με απόφαση του Υπουργού Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, επιστήμονες με αναγνωρισμένη ερευνητική πείρα και κύρος, οι οποίοι επιλέγονται μεταξύ των καθηγητών των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της χώρας και των κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου ερευνητών Α' βαθμίδας.»

 

Άρθρο 45

Η παράγραφος 8 του άρθρου 4 του ν. 1514/1985 αντικαθίσταται ως εξής:

«8. Με απόφαση του Υπουργού Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, συγκροτείται Εθνικός Πίνακας Κριτών, ο οποίος περιλαμβάνει όλους τους καθηγητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της χώρας και όλους τους κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου ερευνητές Α' βαθμίδας. Ο ως άνω πίνακας αναθεωρείται ανά διετία με την ίδια διαδικασία.»

 

Άρθρο 46

Η περίπτωση δ της παραγράφου 13 του άρθρου 9 του ν. 1514/1985 τροποποιείται ως εξής:

«δ) Καταρτίζει για κάθε ινστιτούτο κατάλογο επιστημόνων για τις επιτροπές κρίσης του άρθρου 16 παράγραφος 3 του παρόντος νόμου, ο οποίος αποτελείται από όλα τα μέλη του Εθνικού Πίνακα Κριτών, των οποίων οι ειδικότητες αντιστοιχούν στον επιστημονικό τομέα του ινστιτούτου.»

 

Άρθρο 47

Η θητεία των μελών των Επιτροπών της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 1514/1985, που έχουν διοριστεί σ’ εφαρμογή της εν λόγω παραγράφου πριν από την τροποποίησή της ως προς το τελευταίο αυτής εδάφιο με το άρθρο. 43 του παρόντος νόμου, ως και η ισχύς του Εθνικού Καταλόγου Κριτών, λήγουν αυτοδικαίως μετά παρέλευση δύο μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

 

Άρθρο 48

Καταργείται από τότε που ίσχυσε το άρθρο 61 του ν. 1946/1991 "Γενικά Αρχεία του Κράτους (Γ.Α.Κ.) και άλλες διατάξεις" (ΦΕΚ 69 Α').

 

Άρθρο 49

Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΩΝ ΜΕΤΑΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑΣ (Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ.), που συστήθηκε με το ν. 707/1977 (ΦΕΚ 273 Α) μετονομάζεται σε "ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΜΙΚΡΩΝΜΕΣΑΙΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑΣ (Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ.) και εις την αγγλική HELLENIC ORGANIZATION OF SMALL AND MEDIUM SIZE ENTERPRISES AND HANDICRAFT (H.O.M.M.E.H.).

Όπου στο ν. 707/1977, όπως ισχύει, γίνεται μνεία του Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ., νοείται ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΜΙΚΡΩΝΜΕΣΑΙΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑΣ.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ θ'

Άρθρο 50

1.       Η Ανώνυμος Εταιρεία του ευρύτερου δημόσιου τομέα με την επωνυμία "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ Α.Ε." (ΕΛ.Ε.Β.Μ.Ε. Α.Ε.), που βρίσκεται σε εκκαθάριση, μπορεί να χρηματοδοτήσει την εκκαθάριση της θυγατρικής της εταιρείας "ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΣΙΔΗΡΟΚΡΑΜΑΤΑ Α.Ε." (ΕΛ.ΣΙ.Α.Ε.) για την πληρωμή:

α. απαιτήσεων του προσωπικού αυτής από την εργασιακή σχέση και

β. δαπανών φυλάξεως και συντηρήσεως των περιουσιακών στοιχείων και αμιγών εξόδων εκκαθαρίσεως.

2.       Τα ποσά της προηγούμενης παραγράφου δεν υπόκεινται σε κανένα φόρο ή τέλος.

3.       Στην παραπάνω περίπτωση της υπό εκκαθάρισης εταιρείας "ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΣΙΔΗΡΟΚΡΑΜΑΤΑ Α.Ε.', αναστέλλεται η πληρωμή ληξιπρόθεσμων χρεών της επιχείρησης έναντι οποιουδήποτε τρίτου και του Δημοσίου, τα μέτρα ατομικής ή συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης κατά της επιχείρησης και το τοκοφόρο των κάθε είδους απαιτήσεων πλην των απαιτήσεων του προσωπικού αυτής από την εργασιακή σχέση. Το ίδιο ισχύει και για τις εκκρεμείς διαδικασίες ατομικής ή συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης.

 

Άρθρο 51

Στο τακτικό προσωπικό του Οργανισμού Κεντρικής Αγοράς Αθηνών, που υπηρετεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και κατέχει τις οργανικές θέσεις του άρθρου 15 του π.δ. 306/1989 και υπάγεται σπς διατάξεις του β.δ. 82/1968 έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων 5, 6 και 7 του άρθρου 3 του ν. 1697/1987 αναδρομικά από της ισχύος του.

 

Άρθρο 52

1.       Ματαιώνεται η ίδρυση του Πετροχημικού Συγκροτήματος, που σχεδιάστηκε από την ΕΛ.Ε.Β.Μ.Ε. Α.Ε. και εγκρίθηκε με το άρθρο 30 του ν. 1116/1981 όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 21 του ν. 1262/1982, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 23 παρ. 13 του ν. 1892/1990 και καταργούνται από της ισχύος του παρόντος οι παράγραφοι 16 του άρθρου 30 του ν. 1116/1981 όπως αυτές ισχύουν.

2.       Καταργείται η υποχρέωση των μετόχων της Α. Ε. 'ΠΕΤΡΟΧΗΜΙΚΑ ΕΛΛΑΔΟΣ', που είναι ο φορέας της ματαιωθείσας επένδυσης της παρ. 1, για την καταβολή του μη καταβληθέντος μέχρι σήμερα και οφειλόμενου, σύμφωνα με τις καταργούμενες με την παρ. 1 διατάξεις και με το καταστατικό της εταιρείας αυτής, μέρους του μετοχικού κεφαλαίου και μειώνεται το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας αυτής στο ύψος του καταβληθέντος μέχρι σήμερα συνολικού ποσού κεφαλαίου.

3.       Η εταιρεία 'ΠΕΤΡΟΧΗΜΙΚΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.' υποχρεούται να προβεί στην πώληση του υφιστάμενου μηχανολογικού εξοπλισμού και των λοιπών περιουσιακών στοιχείων της, προκειμένου να ικανοποιηθούν από το προϊόν της πώλησης αυτής συμμέτρως το ελληνικό Δημόσιο και η Ε.Τ.Β.Α., μόνοι πιστωτές της εταιρείας αυτής.

Επί της πωλήσεως της παραγράφου αυτής δεν ισχύει η διάταξη του άρθρου 479 Α.Κ..

 

Άρθρο 53

Η παρ. 4 του άρθρου 21 του ν. 1961/1991 τροποποιείται ως εξής:

'4. Απαγορεύεται η προβολή πριν, κατά τη διάρκεια και μετά από τις παιδικές εκπομπές, σκηνών από τηλεοπτική έργα, που δύνανται να επιδράσουν δυσμενώς στο χαρακτήρα και στη συμπεριφορά των μικρών τηλεθεατών.

Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων ισχύουν και στην προκειμένη περίπτωση.'

 

Άρθρο 54

1.       Όταν δυνάμει απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας ή αμετάκλητης δικαστικής απόφασης άλλου δικαστηρίου κηρυχθεί ή κριθεί ως άκυρη αύξηση του εταιρικού κεφαλαίου ή κεφαλαιοποίηση οφειλών ανώνυμης εταιρείας προς δανειστές της του άρθρου 10 παρ. 1 του ν. 1386/1983, όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του από το άρθρο 49 του ν. 1882/1990 επέρχονται, με την επιφύλαξη της παρ. 3 του παρόντος άρθρου, οι εξής έννομες συνέπειες:

α) Το υφιστάμενο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας, υποχρεούται να συγκαλέσει εντός δύο μηνών από τη δημοσίευση της παραπάνω απόφασης γενική συνέλευση της εταιρείας βάσει της μετοχικής σύνθεσης, που υφίστατο πριν από την παραπάνω αύξηση του κεφαλαίου ή κεφαλαιοποίηση οφειλών με θέματα ημερήσιας διάταξης πρώτον το οριζόμενο στη παρ. 3 του παρόντος και δεύτερον την εκλογή μελών διοικητικού συμβουλίου. Στη γενική συνέλευση αυτή μετέχουν μόνον οι μέτοχοι οι οποίοι παρέστησαν στην τελευταία πριν από την αύξηση του κεφαλαίου ή την κεφαλαιοποίηση οφειλών της εταιρείας γενική συνέλευση και μόνο δια των μετοχών με τις οποίες παρέστησαν σ' αυτήν, ή ανήκαν, όταν έγινε η αύξηση κεφαλαίου ή κεφαλαιοποίηση οφειλών, αποδεδειγμένως σ' αυτούς, βάσει των βιβλίων της εταιρείας ή κατά το άρθρο 35γ παρ. 3 του κωδ. ν. 2190/1920 και τις οποίες μετοχές εξακολουθούν να κατέχουν. Οι αποφάσεις κατά τη γενική συνέλευση αυτή λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία του πριν από την αύξηση του κεφαλαίου ή την κεφαλαιοποίηση οφειλών της εταιρείας καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου.

β) Επανέρχεται αυτοδικαίως η κεφαλαιακή κατάσταση και μετοχική σύνθεση της εταιρείας, που υφίστατο πριν από την παραπάνω αύξηση του κεφαλαίου ή κεφαλαιοποίηση οφειλών.

γ) Οι απαιτήσεις, που αποσβέσθηκαν με τη μετοχοποίησή τους αναβιώνουν και λογίζονται ως ουδέποτε αποσβεσθείσες. Οι δανειστές τέτοιων απαιτήσεων, υποχρεούνται να επιστρέψουν στην εταιρεία τυχόν εισπραχθέντα μερίσματα, που αντιστοιχούν στις μετοχοποιηθείσες απαιτήσεις τους και δικαιούνται να αξιώσουν από την εταιρεία τους τόκους των παραπάνω απαιτήσεών τους, τους οποίους θα εδικαιούντο, εάν δεν είχε γίνει η μετοχοποίησή τους, συμπεριλαμβανομένων τόκων υπερημερίας με το εκάστοτε τραπεζικό επιτόκιο υπερημερίας, αφ'ότου θα καθίσταντο ληξιπρόθεσμοι εάν δεν είχε χωρήσει η μετοχοποίηση. Πάσης φύσεως εγγυήσεις τρίτων, ή μετόχων της εταιρείας ή μελών των διοικητικών συμβουλίων τους, υποθήκες και προσημειώσεις, που ασφάλιζαν τις μετοχοποιηθείσες απαιτήσεις αναβιώνουν, εκτός εάν τα ακίνητα επί των οποίων υφίσταντο οι υποθηκοπροσημειώσεις εξεποιήθησαν εν τω μεταξύ.

δ) Επί αυξήσεως κεφαλαίου, που έγινε χωρίς μετοχοποίηση οφειλής, τα καταβληθέντα σε κάλυψη της αυξήσεως αυτής ποσά λογίζονται αναδρομικώς ως έντοκα δάνεια προς την εταιρεία.

ε) Άλλες μη μετοχοποιηθείσες απαιτήσεις των δανειστών του άρθρου 10 παρ. 1 του ν. 1386/1983, όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του από το άρθρο 49 του ν. 1882/1990 αποσβεσθείσες εν όλω ή εν μέρει βάσει συμφωνιών του άρθρου 8 παρ. 5 του ν. 1386/1983 όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του από το άρθρο 47 του ν. 1882/1990, λογίζονται ως μηδέποτε αποσβεσθείσες και εκτοκίζονται αναδρομικώς με το νόμιμο τόκο.

στ) Η ατομική και συλλογική ευθύνη των πριν από την αύξηση του κεφαλαίου ή μετοχοποίηση απαιτήσεων μελών των διοικητικών συμβουλίων της εταιρείας για οφειλές έναντι του Δημοσίου και οργανισμών κοινωνικής ασφαλίσεως αναβιώνει.

ζ) Κατά το διάστημα από της αύξησης του κεφαλαίου ή μετοχοποίησης των οφειλών της επιχείρησης και μέχρι της δημόσιεύσεως της δικαστικής απόφασης, που ανοκρέρεται στην αρχή του άρθρου αυτού, λογίζεται ως ανασταλείσα η παραγραφή των πάσης φύσεως αξιώσεων στις οποίες αναφέρονται τα εδάφια β' έως και στ" του παρόντος άρθρου.

2.       Ως προς όλα τα άλλα θέματα, τα οποία δεν ρυθμίζονται στην παρ. 1 του παρόντος άρθρου, πράξεις, οι οποίες έγιναν στο όνομα της εταιρείας κατά το διάστημα από της αύξησης του κεφαλαίου ή μετοχοποίησης των οφειλών μέχρι της δημοσίευσης της δικαστικής απόφασης της παρ. 1 του άρθρου τούτου, λογίζονται ως γενόμενες από νόμιμη διοίκηση της εταιρείας.

3.       Οι κατά την παράγραφο 1 εδ. β' έως και ζ' του παρόντος έννομες συνέπειες της επαναφοράς της κεφαλαιακής κατάστασης και μετοχικής σύνθεσης της εταιρείας στην πριν από την αύξηση του κεφαλαίου ή κεφαλαιοποίηση οφειλών κατάσταση προϋποθέτει ότι η γενική συνέλευση της εταιρείας του εδαφ. α' της παρ. 1 του παρόντος άρθρου θα αποφασίσει την παραπάνω επαναφορά. Για το σκοπό αυτόν το πρώτο θέμα ημερήσιας διάταξης της γενικής συνέλευσης αυτής θα είναι 'επαναφορά της κεφαλαιακής κατάστασης και μετοχικής σύνθεσης της εταιρείας στην πριν από την αύξηση του κεφαλαίου και κεφαλαιοποίηση οφειλών της εταιρείας κατάσταση'. Εάν η γενική συνέλευση του εδαφ. α' της παρ. 1 του παρόντος άρθρου δεν αποφασίσει επί του θέματος αυτού, λογίζεται αμαχητί ότι οι μέτοχοι ενέκριναν την αύξηση κεφαλαίου ή τη μετοχοποίηση οφειλών με αναδρομική δύναμη από την πραγματοποίησή τους.

4.       Μέχρις ότου ληφθεί η κατά την προηγούμενη παράγραφο απόφαση της γενικής συνέλευσης, για την επαναφορά της κεφαλαιακής κατάστασης και μετοχικής σύνθεσης της εταιρείας οι μέτοχοι, που αμφισβητούν την εγκυρότητα της αυξήσεως του εταιρικού κεφαλαίου ή της μετοχοποίη

σης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, δεν νομιμοποιούνται να ζητήσουν τη λήψη οποιουδήποτε ασφαλιστικού μέτρου κατά της εταιρείας, της διοικήσεως αυτής και κατά των μετόχων, των οποίων αμφισβητείται το μετοχικό δικαίωμα, όπως επίσης να ζητήσουν με οποιοδήποτε άλλη διαδικασία την αντικατάσταση της διοικήσεως της εταιρείας.

 

Άρθρο 55

1.       Από την ισχύ του παρόντος νόμου ο πόρος του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.), που προβλέπεται στο άρθρο 11 παρ. 1 στοιχ. στ' του ν. 1316/1983 "Ιδρυση, οργάνωση και αρμοδιότητες του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.)..." γίνεται έσοδο του ελληνικού Δημοσίου και εισάγεται απευθείας στον Κρατικό Προϋπολογισμό, τηρουμένης της υπό της παρ. 2 του άρθρου 11 του ν. 1316/1983 ή άλλης τυχόν διατάξεως της κειμένης νομοθεσίας προβλεπόμενης διαδικασίας προσδιορισμού, βεβαιώσεως και εισπράξεως και μη αποκλίιόμενης πάντως και της εφαρμογής των διατάξεων του ν. δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.), ως ισχύει, κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών καθορίζουσας και τυχόν απαιτούμενη ειδική διαδικασία. Ο πόρος αυτός διατίθεται για τη μερική κάλυψη των δαπανών του προϋπολογισμού για επιχορηγήσεις του τομέα υγείας, πρόνοιας και κοινωνικής ασφάλισης.

2.       Από την ισχύ του παρόντος, από τον τηρούμενο στην Τράπεζα της Ελλάδος ειδικό λογαριασμό με τον τίτλο 'Λογαριασμός Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων', ποσό δραχμών πενήντα δισεκατομμυρίων (50.000.000.(ΧΧ3) μεταφέρεται οίκοθεν, από την Τράπεζα της Ελλάδος και χωρίς άλλη διατύπωση, στον τηρούμενο στην ίδια Τράπεζα λογαριασμό του ελληνικού Δημοσίου με τον αριθμό 200 Ελληνικό Δημόσιο Συγκέντρωση Εισπράξεων και Πληρωμών", ως δημόσιο έσοδο.

3.       Η προβλεπόμενη από το άρθρο 11 παρ. 1 στοιχ. α' του ν. 1316/1983 (ΦΕΚ 3/11.1.83 Α') έκτακτη επιχορήγηση του Ε.Ο.Φ. γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών όταν αυτή προέρχεται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.

 

Άρθρο 56

1.       Η απαίτηση από αποδοχές και αποζημιώσεις, που κατέβαλε ο Οργανισμός Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) στους μισθωτούς της επιχείρησης με την επωνυμία Άιγαίο-Κλωστοϋφαντήρια Α.Ε.' σε εφαρμογή του άρθρου μόνου της από 5.3.1981 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου του Προέδρου της Δημοκρατίας' Περί καταβολής από τον Οργανισμό Απασχολήσεως Εργατικού

Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) δεδουλευμένων αποδοχών και αποζημιώσεων σε μισθωτούς” (ΦΕΚ 55 Α'), που κυρώθηκε και ερμηνεύτηκε με το ν.,1172/1981 (ΦΕΚ 177 Α') και οι οποίο« (μισθωτοί) ασκούν επίσχεση εργασίας από 23.1.1990 κατατάσσεται με τις απαιτήσεις της πέμπτης τάξης του άρθρου 975 Κ.Πολ.Δ., όπως αυτό ισχύει μετά το άρθρο 31 του ν. 1545/1985, εάν και εφόσον επιτευχθεί συμφωνία κατά το άρθρο 44 ν. 1892/1990 που ρυθμίζει και τις απαιτήσεις των εργαζομένων.

Μετά τη συμφωνία αυτήν οι ανωτέρω μισθωτοί δεν μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμα, που απορρέει από το άρθρο 16 του ν. 1836/1988.

2.       Οι απαιτήσεις των τραπεζών από τις χορηγήσεις, που θα δοθούν στο σύνδικο ή εκκαθαριστή της επιχείρησης της παρ. 1 για ικανοποίηση εργατικών απαιτήσεων και οι τόκοι τους κατατάσσονται προνομιακούς στον πίνακα κατατάξεως πριν από τις απαιτήσεις που έχουν ως βάση την παροχή εξαρτημένης εργασίας ή ως αντικείμενο αποζημιώσεως λόγω καταγγελίας της σχέσης εργασίας, κατ' άρθρο 31 του ν. 1545/1985. εφαρμοζομένου για τις απαιτήσεις αυτές των τραπεζών και του τελευταίου εδαφίου του άρθρου 31 του ν. 1545/1985.

 

Άρθρο 57

Κύρωση υπουργικής απόφασης

Κυρώνεται η με αριθμ. Κ1/4355/3991 απόφαση του Υπουργού Εμπορίου, η οποία έχει δημοσιευθεί στο ΦΕΚ 804/Β/30991 και ισχύει από την ημερομηνία δημοσίευσής της, σχετικά με την παράταση της θητείας των οργάνων διοίκησης των επαγγελματικών οργανώσεων.

Το κείμενο της κυρούμενης απόφασης έχει ως εξής:

"ΘΕΜΑ: Παράταση θητείας Οργάνων Διοίκησης Επαγγελματικών Οργανώσεων.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Έχοντας υπόψη:

1.       Τις διατάξεις του ν. 1712/87 Εκσυγχρονισμός επαγγελματικών οργανώσεων των εμπόρων βιοτεχνών και λοιπών επαγγελματιών και άλλες διατάξεις".

2.       Την απόφασή μας Κ1774/25291 (ΦΕΚ 140/Β/12391).

3.       Το γεγονός ότι δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία τροποποίησης και συμπλήρωσης του ν. 1712/87.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

Παρατείνουμε τη θητεία των οργάνων Διοίκησης των Επαγγελματικών Οργανώσεων (πρωτοβάθμιων, δευτεροβάθμιων, τριτοβάθμιων) μέχρι 31 Οκτωβρίου 1992.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο."

 

Άρθρο 58

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του.

 

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Θεσσαλονίκη, 24 Δεκεμβρίου 1991

 


Κατεβάσετε επίσης το αρχείο με το πρωτότυπο κείμενο, όπως είναι δημοσιευμένο στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ.) του Εθνικού Τυπογραφείου.


Τελευταία ενημέρωση
Έχει διαβαστεί 2826 φορές

Τελευταία Νέα