x

Σύνδεση

Δεν έχετε λογαριασμό; Εγγραφείτε

Νόμος 4512/2018 - ΦΕΚ 5/Α/17-1-2018 ( Άρθρα 239 - 406)

Ρυθμίσεις για την εφαρμογή των Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής και άλλες διατάξεις.


Άρθρα 1 έως 99   ||   Άρθρα 100 έως 238   ||    Άρθρα 239 έως 406


ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 4512/2018 (Άρθρα 239 έως 406)

ΦΕΚ 5/Α/17-1-2018

Ρυθμίσεις για την εφαρμογή των Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής και άλλες διατάξεις.

 

ΤΜΗΜΑ Ζ΄

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ

 

Άρθρο 239

Στο τέλος της περίπτωσης δ΄ των παραγράφων 7 και 8 του άρθρου 86 του ν. 3528/2007 (A΄ 26), προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία επιλογής και τοποθέτησης ολοκληρώνεται εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων.».

 

Άρθρο 240

1. Το τέταρτο, πέμπτο, έκτο και έβδομο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4369/2016 (Α΄ 33) αντικαθίστανται ως εξής:

«Έως τις 30.6.2018 ολοκληρώνεται η πλήρωση όλων των θέσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 6, καθώς και η πλήρωση όλων των θέσεων των Τομεακών και Ειδικών Τομεακών Γραμματέων της παραγράφου 2 του άρθρου 6, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.».

2. Η παρ. 1Α του άρθρου 13 του ν. 4369/2016 αντικαθίσταται ως εξής:

«1Α. Οι κατά το χρόνο δημοσίευσης του παρόντος υπηρετούντες Γενικοί Γραμματείς Υπουργείων, Αναπληρωτές Γενικοί Γραμματείς Υπουργείων, Γενικοί και Ειδικοί Γραμματείς, προϊστάμενοι Γενικών και Ειδικών Γραμματειών, εκτελούν κανονικά τα καθήκοντά τους μέχρι την παύση τους με απόφαση του Πρωθυπουργού, η οποία πρέπει να έχει εκδοθεί εντός τριμήνου από την τοποθέτηση των επιλεγμένων στις θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 εκτός και αν οι θέσεις αυτές έχουν ήδη καταργηθεί κατά την αναμόρφωση της νομοθεσίας περί Κυβέρνησης και κυβερνητικών οργάνων. Σε περίπτωση κένωσης με οποιονδήποτε τρόπο θέσης Γενικού Γραμματέα Υπουργείου, Αναπληρωτή Γενικού Γραμματέα Υπουργείου, Γενικού ή Ειδικού Γραμματέα, προϊσταμένου Γενικής ή Ειδικής Γραμματείας, πριν την ολοκλήρωση της διαδικασίας επιλογής και διορισμού κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 7 του παρόντος, αυτή πληρούται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και οι τοποθετούμενοι σε αυτές εκτελούν κανονικά τα καθήκοντά τους μέχρι την παύση τους ή την κατάργηση της θέσης τους σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο. Σε περίπτωση που οι θητείες των επιλεγμένων στις θέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 συμπέσουν χρονικά με τις θητείες των Γενικών Γραμματέων Υπουργείων, Αναπληρωτών Γενικών Γραμματέων Υπουργείων, Γενικών και Ειδικών Γραμματέων, προϊσταμένων Γενικών και Ειδικών Γραμματειών, οι αρμοδιότητες των τελευταίων συνίστανται στην εξασφάλιση του πολιτικού συντονισμού και στην αποτελεσματική υιοθέτηση της κυβερνητικής πολιτικής, όπως αυτή καθορίζεται από την Κυβέρνηση και τα όργανά της.».

3. Προστίθεται παρ. 5 στο άρθρο 13 του ν. 4369/2016, ως εξής:

«5. Από τις διατάξεις του Μέρους Α΄ του παρόντος εξαιρούνται κατά περίπτωση Γενικοί και Αναπληρωτές Γενικοί Γραμματείς καθώς και οι γενικές και κατά περίπτωση ειδικές γραμματείες και οι προϊστάμενοι αυτών των Υπουργείων Εξωτερικών, Εθνικής Άμυνας και του πρώην Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη (τομέας Δημοσίας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη του Υπουργείου Εσωτερικών)».

 

Άρθρο 241

1. Για το έτος 2018, ο μέσος όρος του έκτακτου προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, μίσθωσης έργου και ωριαίας αποζημίωσης, που απασχολείται στους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (A΄ 143), πλην των φορέων που υπάγονται στο Κεφάλαιο Α΄ του ν. 3429/ 2005 (Α΄ 314), και η μισθοδοσία του οποίου επιβαρύνει τον Τακτικό Προϋπολογισμό του Κράτους, όπως αποτυπώνεται στο Μητρώο Ανθρώπινου Δυναμικού Ελληνικού Δημοσίου, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα οριζόμενα στον ακόλουθο πίνακα:

2016  2018  2018

Μέσος όρος έτους  Μάρτιος Ιούνιος     Μέσος όρος έτους

Συμβάσεις έκτακτου προσωπικού        47584         48598         48126         45922

 

2. Από τον περιορισμό της παραγράφου 1 εξαιρούνται και δεν συνυπολογίζονται οι προσλήψεις έκτακτου προσωπικού για την κάλυψη απρόβλεπτων αναγκών, όπως ιδίως οι ανάγκες που απορρέουν από τις προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές ή την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών. Ο αριθμός του προσωπικού που υπάγεται στο προηγούμενο εδάφιο αποτυπώνεται ειδικά στο Μητρώο Ανθρώπινου Δυναμικού Ελληνικού Δημοσίου.

 

Άρθρο 242

1. Οι διορισμοί και οι προσλήψεις προσωπικού στους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (A΄ 143), σε περιπτώσεις:

α) συμμόρφωσης σε δικαστικές αποφάσεις, με τις οποίες αναγνωρίζεται η ορισμένης διάρκειας εργασιακή σχέση του υπαλλήλου ως αορίστου χρόνου, ή

β) κάλυψης οργανικών θέσεων μόνιμου προσωπικού ή προσωπικού με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που συστήνονται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις και με ταυτόχρονη αναπροσαρμογή του μέσου όρου της παραγράφου 1 του άρθρου 241, μπορούν να διενεργούνται αρκούσης της τήρησης των ορίων δαπανών για μισθούς και συντάξεις που προβλέπονται στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ) 2018-2021 (ν. 4472/2017, Α΄ 74). Για την τήρηση της προϋπόθεσης αυτής αναπροσαρμόζεται ανάλογα ο μέσος όρος της παραγράφου 1 του άρθρου 241 με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομικών, κατόπιν έκθεσης που συντάσσεται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.

2. Απαγορεύεται η μετατροπή των εργασιακών σχέσεων του έκτακτου προσωπικού που προσλαμβάνεται με οιαδήποτε σχέση ορισμένης διάρκειας που καταρτίζεται κατά τους κανόνες του ιδιωτικού δικαίου σε συμβάσεις αόριστης διάρκειας. Οι προσλήψεις αυτές διενεργούνται με διαφανή και αξιοκρατική διαδικασία τηρουμένων των ισχυόντων κανόνων για τις προκηρύξεις και τις διαγωνιστικές διαδικασίες του δημοσίου, περιλαμβανομένου του ν. 2190/1994 (Α΄ 28).

 

Άρθρο 243

Η περίπτωση β΄ της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 4369/ 2016 (Α΄ 33) αντικαθίσταται ως εξής:

«β. Καθηγητές όλων των βαθμίδων και λέκτορες Πανεπιστημίων και μέλη ΕΠ Τ.Ε.Ι., καθώς και μέλη Ε.ΔΙ.Π. και Ε.Ε.Π. των Πανεπιστημίων και Τ.Ε.Ι. της ημεδαπής ή μέλη ΔΕΠ και ΕΠ ομοταγών Ιδρυμάτων της αλλοδαπής, εφόσον κατέχουν άριστη γνώση της ελληνικής γλώσσας, καθώς και οι ερευνητές και οι ειδικοί λειτουργικοί επιστήμονες του άρθρου 18 του ν. 4310/2014 των Ερευνητικών Κέντρων και Ινστιτούτων, καθώς και των Ερευνητικών Κέντρων της Ακαδημίας Αθηνών.».

 

ΤΜΗΜΑ Η΄

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

 

Άρθρο 244

Ρύθμιση θεμάτων για την άσκηση των επαγγελμάτων του κομμωτή - κουρέα και τεχνίτη περιποίησης χεριών - ποδιών

Το άρθρο 239 του ν. 4281/2014 (Α΄160), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 9 του άρθρου 42 του ν. 4386/2016 (Α΄83) και τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 42 του ν. 4403/2016 (Α΄ 125), αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 239

Προσόντα και διαδικασία για την άσκηση επαγγέλματος

1. Για την άσκηση των επαγγελμάτων του κομμωτή-κουρέα και τεχνίτη περιποίησης χεριών - ποδιών απαιτείται η κατοχή ενός από τους κατωτέρω τίτλους εκπαίδευσης και κατάρτισης.

2. Για Κομμωτή - Κουρέα:

α) Πτυχίο επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης επιπέδου 2 του ν. 2009/1992 ειδικότητας Τεχνικής Επαγγελματικής Σχολής «Κομμώσεων και Βαφής Μαλλιών» ή Πτυχίο επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης επιπέδου 2 του ν. 2009/1992 ειδικότητας Τ.Ε.Ε. Α΄ Κύκλου σπουδών «Κομμωτικής Τέχνης» ή ισότιμος τίτλος σπουδών και εννέα (9) μήνες προϋπηρεσία.

β) Πτυχίο επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης επιπέδου 3 του ν. 2009/1992 ειδικότητας Τ.Ε.Ε. Β΄ Κύκλου σπουδών «Κομμωτικής Τέχνης» ή ισότιμος τίτλος σπουδών και έξι (6) μήνες προϋπηρεσία.

γ) Πτυχίο επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης του ν. 3475/2006 ειδικότητας ΕΠΑ.Σ. «Κομμωτικής Τέχνης» ή ισότιμος τίτλος σπουδών αλλοδαπής και έξι (6) μήνες προϋπηρεσία.

δ) Πτυχίο επαγγελματικής ειδικότητας εκπαίδευσης και κατάρτισης, επιπέδου 3, που χορηγείται στους αποφοίτους των Σχολών Επαγγελματικής Κατάρτισης (Σ.Ε.Κ.) μετά από πιστοποίηση της ειδικότητας «Τεχνίτης Κομμωτικής Τέχνης» ή ισότιμος τίτλος σπουδών της αλλοδαπής.

ε) Πτυχίο επαγγελματικής ειδικότητας, εκπαίδευσης και κατάρτισης, «Κομμωτικής Τέχνης», επιπέδου 4 που χορηγείται στους αποφοίτους της Γ΄ τάξης των Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑ.Λ.) μετά από ενδοσχολικές εξετάσεις και Απολυτήριο Γενικού ή Επαγγελματικού Λυκείου, επιπέδου 4 που χορηγείται στους αποφοίτους της Γ΄ Τάξης των Λυκείων και έξι (6) μήνες προϋπηρεσία.

στ) Πτυχίο επαγγελματικής ειδικότητας, εκπαίδευσης και κατάρτισης, επιπέδου 5 που χορηγείται στους αποφοίτους του «Μεταλυκειακού έτους - Τάξης Μαθητείας» των ΕΠΑ.Λ. μετά από πιστοποίηση ή δίπλωμα επαγγελματικής ειδικότητας εκπαίδευσης και κατάρτισης, επιπέδου 5 που χορηγείται στους αποφοίτους Ι.Ε.Κ. μετά από πιστοποίηση ή ισότιμος τίτλος σπουδών της αλλοδαπής.

ζ) Βεβαίωση επάρκειας του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. μετά από παρακολούθηση προγράμματος συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης διάρκειας τουλάχιστον εξακοσίων (600) ωρών σε πιστοποιημένο Κέντρο Διά Βίου Μάθησης (Κ.Δ.Β.Μ.), συμβατό με το εκάστοτε ισχύον επαγγελματικό περίγραμμα και το οποίο συνοδεύεται από αποδεδειγμένη προϋπηρεσία είκοσι τεσσάρων (24) μηνών στο οικείο επάγγελμα, η οποία αποκτήθηκε πριν ή μετά από την αποφοίτηση ή και κατά τη διάρκεια της φοίτησης, και πιστοποίηση από τον Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. Επιτρέπεται η συμμετοχή στις ανωτέρω εξετάσεις πιστοποίησης στους μη έχοντες τίτλο σπουδών εμπειροτεχνίτες, οι οποίοι έως τις 31.12.2017 θα έχουν προϋπηρεσία τριών (3) ετών και άνω ή εννιακόσια (900) ημερομίσθια, με εξαρτημένη ή μη εργασία, σε κομμωτήριο ή κουρείο ή προσκομίζουν πιστοποιητικό προϋπηρεσίας από Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

3. Για Τεχνίτη περιποίησης χεριών και ποδιών:

α) Πτυχίο επαγγελματικής ειδικότητας εκπαίδευσης και κατάρτισης επιπέδου 3, ειδικότητας Σ.Ε.Κ., «Τεχνίτης Αισθητικός Ποδολογίας - Καλλωπισμού νυχιών και Ονυχοπλαστικής» ή ισότιμος τίτλος σπουδών της αλλοδαπής.

β) Δίπλωμα Επαγγελματικής Κατάρτισης, επιπέδου Μεταδευτεροβάθμιας Επαγγελματικής Κατάρτισης, ειδικότητας Ι.Ε.Κ. «Αισθητικός Ποδολογίας και καλλωπισμού νυχιών» ή Δίπλωμα Επαγγελματικής Ειδικότητας Εκπαίδευσης και Κατάρτισης επιπέδου 5, ειδικότητας Ι.Ε.Κ. «Τεχνικός Αισθητικός Ποδολογίας - Καλλωπισμού Νυχιών και Ονυχοπλαστικής» ή ισότιμος τίτλος σπουδών της αλλοδαπής.

γ) Βεβαίωση επάρκειας του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. μετά από παρακολούθηση προγράμματος συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης διάρκειας τουλάχιστον εξακοσίων (600) ωρών σε πιστοποιημένο Κέντρο Δια Βίου Μάθησης (Κ.Δ.Β.Μ.), συμβατό με το εκάστοτε ισχύον επαγγελματικό περίγραμμα και το οποίο συνοδεύεται από αποδεδειγμένη προϋπηρεσία είκοσι τεσσάρων (24) μηνών στο οικείο επάγγελμα, η οποία αποκτήθηκε πριν ή μετά από την αποφοίτηση ή και κατά τη διάρκεια της φοίτησης, και πιστοποίηση από τον Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. Επιτρέπεται η συμμετοχή στις παραπάνω εξετάσεις πιστοποίησης στους μη έχοντες τίτλο σπουδών εμπειροτεχνίτες, οι οποίοι έως τις 31.12.2017 θα έχουν προϋπηρεσία τριών (3) ετών και άνω ή εννιακόσια (900) ημερομίσθια, με εξαρτημένη ή μη εργασία, σε κομμωτήριο ή κουρείο ή προσκομίζουν πιστοποιητικό προϋπηρεσίας από Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης.».

 

Άρθρο 245

Η παρ. 8 του άρθρου 13 του ν. 1566/1985 (Α΄ 167) αντικαθίσταται ως εξής:

«8. Oι εκπαιδευτικοί των σχολείων της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης παραμένουν υποχρεωτικά στο σχολείο τους στις εργάσιμες ημέρες, πέρα από τις ώρες διδασκαλίας, όχι όμως πέρα από έξι (6) ώρες την ημέρα ή τριάντα (30) ώρες την εβδομάδα και με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ του άρθρου 11, για την προσφορά και άλλων υπηρεσιών που ανατίθενται από τα όργανα διοίκησης του σχολείου και συνδέονται με το γενικότερο εκπαιδευτικό έργο, όπως η προετοιμασία του εποπτικού εκπαιδευτικού υλικού και των εργαστηριακών ασκήσεων, η διόρθωση εργασιών και διαγωνισμάτων, η καταχώρηση-ενημέρωση της αξιολόγησης των μαθητών, η συμμετοχή στην προετοιμασία και την πραγματοποίηση εορταστικών, αθλητικών και πολιτιστικών εκδηλώσεων, ο προγραμματισμός και η αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου, η επικοινωνία με δομές υποστήριξης του εκπαιδευτικού έργου, η συνεργασία με εκπαιδευτικούς που διδάσκουν στο ίδιο τμήμα ή που διδάσκουν τα ίδια γνωστικά αντικείμενα, οι παιδαγωγικές συναντήσεις για την κατάρτιση ομαδικών ή εξατομικευμένων προγραμμάτων υποστήριξης συγκεκριμένων μαθητικών ομάδων ή μαθητών, η επίβλεψη σχολικών γευμάτων, η ενημέρωση των γονέων και κηδεμόνων, η τήρηση βιβλίων του σχολείου και η εκτέλεση διοικητικών εργασιών. Με την επιφύλαξη της περίπτωσης α΄ της παρ. 2 του άρθρου 53 του ν. 2721/1999 (Α΄ 112), από τις πρόσθετες αυτές υπηρεσίες απαλλάσσεται ο γονέας παιδιού μέχρι δύο ετών.».

 

Άρθρο 246

1. Στο άρθρο 11 του ν. 1966/1991 (Α΄ 147) προστίθεται παρ. 6 ως εξής:

«6. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, οι υπουργικές αποφάσεις των παραγράφων 2 και 4 που αφορούν συγχωνεύσεις σχολικών μονάδων εκδίδονται ύστερα από γνώμη των Περιφερειακών Διευθυντών Εκπαίδευσης, η οποία υποβάλλεται στον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων έως το τέλος Νοεμβρίου κάθε έτους, ύστερα από εισήγηση των Διευθυντών Εκπαίδευσης, η οποία εκδίδεται έως το τέλος Οκτωβρίου και η οποία λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια, βεβαιώνοντας και τα αντίστοιχα πραγματικά δεδομένα:

α) την οργανικότητα, προκειμένου για σχολικές μονάδες της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ν. 1566/1985 (άρθρο 4, παράγραφος 6)

β) το υφιστάμενο μαθητικό δυναμικό, καθώς και το προβλεπόμενο για τα επόμενα σχολικά έτη,

γ) τον αριθμό των μαθητών της σχολικής μονάδας που θα προκύψει από τη συγχώνευση,

δ) τη συστέγαση στο ίδιο κτήριο ή συγκρότημα κτηρίων σχολικών μονάδων ίδιου τύπου και βαθμίδας,

ε) τη δυνατότητα στέγασης της σχολικής μονάδας που θα προκύψει από τη συγχώνευση,

στ) τον αριθμό των μεταφερόμενων μαθητών,

ζ) τις δυνατότητες μεταφοράς των μαθητών, με βάση τη χιλιομετρική απόσταση της μεταφοράς, καθώς και τις ιδιαίτερες γεωγραφικές και κλιματολογικές συνθήκες και

η) τις ιδιαίτερες κοινωνικές και δημογραφικές επιπτώσεις,

θ) το χρόνο μετακίνησης και την ύπαρξη ή πρόβλεψη μέσων μεταφοράς από και προς τις σχολικές μονάδες δεδομένου ότι κατά κανόνα ο μέγιστος χρόνος της κάθε μετακίνησης δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τα τριάντα (30) λεπτά.

Οι ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις εκδίδονται έως το τέλος Δεκεμβρίου κάθε έτους και ισχύουν από το επόμενο σχολικό έτος.».

2. Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, οι προθεσμίες που προβλέπονται στην προηγούμενη περίπτωση καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων που θα δημοσιευτεί δύο μήνες μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

 

ΤΜΗΜΑ Θ΄

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΥΓΕΙΑΣ

 

ΜΕΡΟΣ Α΄

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΦΑΡΜΑΚΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΧΡΗΣΗΣ

 

Άρθρο 247

Σύσταση και Έργο της Επιτροπής Αξιολόγησης

1. Συστήνεται στο Υπουργείο Υγείας Επιτροπή Αξιολόγησης και Αποζημίωσης Φαρμάκων Ανθρώπινης Χρήσης (Επιτροπή Αξιολόγησης), όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 2 της υπ΄ αριθμ. Δ.ΥΓ3α/Γ.Π.32221/2013 απόφασης του Υπουργού Υγείας (Β΄ 1049) η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, έχει έδρα στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ), και υπάγεται στον Υπουργό Υγείας.

2. Έργο της Επιτροπής Αξιολόγησης είναι η έκδοση γνωμοδότησης στον Υπουργό Υγείας, κατόπιν αξιολόγησης των φαρμάκων, τα οποία έχουν λάβει άδεια κυκλοφορίας και κυκλοφορούν στην Ελλάδα, όταν αυτός αποφασίζει σχετικά με:

α) Την ένταξη ή απένταξη φαρμάκων από τον Θετικό Κατάλογο του άρθρου 12 του ν. 3816/2010 (Α΄6) (Κατάλογος Αποζημιούμενων Φαρμάκων) και

β) Την αναθεώρηση του Καταλόγου Αποζημιούμενων Φαρμάκων του ως άνω άρθρου.

Ο Υπουργός Υγείας μπορεί να αποφασίζει διαφορετικά από τη γνώμη της Επιτροπής Αξιολόγησης, με ειδική αιτιολογία, που εδράζεται στα κριτήρια του άρθρου 249.

3. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εγκρίνεται ο Κανονισμός Λειτουργίας της Επιτροπής με τον οποίο ρυθμίζονται τα ειδικότερα ζητήματα και οι τεχνικές λεπτομέρειες της διαδικασίας της αξιολόγησης, της μεθοδολογίας εφαρμογής τους, του τρόπου λειτουργίας της, των ειδικών υποχρεώσεων των μελών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την άσκηση του έργου της.

 

Άρθρο 248

Σύνθεση, Ορισμός και Παύση των μελών της Επιτροπής

1. Η Επιτροπή Αξιολόγησης αποτελείται από έντεκα (11) τακτικά μέλη, μεταξύ των οποίων ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος. Ανάμεσά τους ευρίσκονται πρόσωπα με αποδεδειγμένη επιστημονική εξειδίκευση ή αποδεδειγμένη επαγγελματική εμπειρία σε τουλάχιστον έναν από τους κάτωθι τομείς: α) φαρμακολογία, β) κλινική φαρμακολογία, γ) φαρμακοεπιδημιολογία, δ) αξιολόγηση κλινικών μελετών ή αναλύσεων κόστους/αποτελεσματικότητας στην Τεχνολογία της Υγείας, ε) φαρμακοοικονομία, και στ) κατάρτιση θεραπευτικών πρωτοκόλλων ή μητρώου παθήσεων. Κατά τον καθορισμό των μελών της Επιτροπής διασφαλίζεται η επαρκής αναλογία μεταξύ των ειδικοτήτων που προβλέπονται αφενός στις περιπτώσεις α΄, β΄, γ΄ και αφετέρου στις περιπτώσεις δ΄, ε΄ και στ΄. Στις συνεδριάσεις της Επιτροπής δύναται να συμμετέχει το εκάστοτε τακτικό μέλος της Επιτροπής Φαρμάκων για Ανθρώπινη Χρήση που έχει διορίσει η Ελλάδα στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (European Medicines Agency), χωρίς δικαίωμα ψήφου, καθώς και ένας εκπρόσωπος από την Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης Α.Ε. (Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε.).χωρίς δικαίωμα ψήφου, επί ζητημάτων ζήτημα τεχνικής υποστήριξης.

2. Η Επιτροπή Αξιολόγησης υποστηρίζεται γραμματειακά από δέκα (10) Γραμματείς, οι οποίοι είναι πρόσωπα που διαθέτουν επιστημονική εξειδίκευση ή επαγγελματική εμπειρία σε κάποιους από τους τομείς της παραγράφου 1, εργάζονται σε καθεστώς πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης σε αυτήν και είτε τοποθετούνται για τον σκοπό αυτό από τους υπαλλήλους του Υπουργείου Υγείας, είτε προσλαμβάνονται ειδικά για τον σκοπό αυτό από το Υπουργείο Υγείας, με διαδικασία που υπάγεται στον έλεγχο του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π.),είτε αποσπώνται για τον σκοπό αυτό από οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο υπάγεται στην Εποπτεία του Υπουργείου Υγείας, ύστερα από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας καθορίζονται οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και τα κριτήρια αξιολόγησης για την τοποθέτηση, πρόσληψη ή απόσπαση των υπαλλήλων αυτών, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

3. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας συγκροτείται η Επιτροπή Αξιολόγησης και η Γραμματεία της Επιτροπής. Ο Υπουργός Υγείας επιλέγει τα μέλη της ανωτέρω Επιτροπής ύστερα από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, η οποία δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Υγείας και οι ενδιαφερόμενοι υποβάλουν αιτήσεις εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την ανωτέρω δημοσίευση. Για την επιλογή των υποψηφίων συστήνεται Επιτροπή Επιλογής με απόφαση του Υπουργού Υγείας η οποία αποτελείται από έναν Καθηγητή που ορίζεται από την Σύγκλητο της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (Ε.Σ.Δ.Υ.), τον Πρόεδρο του Ε.Ο.Φ. και τον Πρόεδρο του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕ.Σ.Υ.). Η Επιτροπή του προηγούμενου εδαφίου δεν αποζημιώνεται, και έργο της είναι η σύνταξη πίνακα κατάταξης με τους τρεις (3) επικρατέστερους υποψήφιους από κάθε τομέα της παραγράφου 1, ήτοι συνολικά δεκαοκτώ (18) επικρατέστερους υποψήφιους. Σε περίπτωση που σε κάποιον από τους τομείς οι υποψήφιοι είναι λιγότεροι από τρεις (3), ή στην περίπτωση που συνολικά οι υποψήφιοι είναι λιγότεροι από δεκαοκτώ (18), η Επιτροπή υποβάλλει πρακτικό επιλογής - κατάταξης προς τον Υπουργό Υγείας με λιγότερους επικρατέστερους υποψήφιους κατά περίπτωση, εφόσον συγκεντρώνουν τα εκ του νόμου και της σχετικής πρόσκλησης προσόντα. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας καθορίζονται η διαδικασία, οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια αξιολόγησης και επιλογής των μελών της Επιτροπής Αξιολόγησης καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

4. Η Επιτροπή Αξιολόγησης επικουρείται στο έργο της από εξωτερικούς εμπειρογνώμονες - αξιολογητές, οι οποίοι επιλέγονται μεταξύ των καταχωρημένων σε ειδικό κατάλογο που τηρείται στον Ε.Ο.Φ., ως πιστοποιημένοι σε σχέση με την επιστημονική εξειδίκευσή τους. Στο πλαίσιο κάθε ενεργούμενης αξιολόγησης, οι εξωτερικοί αξιολογητές επιλέγονται με κριτήριο την επιστημονική ειδίκευσή τους και τις αποδεδειγμένες επιστημονικές ικανότητες τους στη θεραπευτική κατηγορία στην οποία ανήκει το υπό αξιολόγηση φάρμακο. Η Επιτροπή Αξιολόγησης μπορεί να αναθέσει την προεισήγηση για την αξιολόγηση του φαρμάκου και σε πανεπιστημιακούς ή ερευνητικούς φορείς.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας και Οικονομικών καθορίζεται η αποζημίωση των τακτικών μελών της Επιτροπής Αξιολόγησης σύμφωνα με όσα ισχύουν στον ν. 4354/2015 (Α΄ 176) και στις κείμενες διατάξεις περί ενιαίου μισθολογίου στο δημόσιο τομέα. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται και η αμοιβή των αξιολογητών.

6. Τα μέλη της Επιτροπής έχουν τριετή θητεία. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας η θητεία των μελών δύναται να ανανεωθεί άπαξ ύστερα από γνώμη της Επιτροπής της παραγράφου 3, η οποία υποβάλει πρακτικό αξιολόγησης των εν ενεργεία μελών σε σχέση με νέους υποψηφίους. Στην αξιολόγηση αυτή λαμβάνονται υπόψη τα προσόντα της παραγράφου 1, καθώς και η κτηθείσα εμπειρία και η απόδοση των μελών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

7. Ο Υπουργός Υγείας παύει πρόωρα και αντικαθιστά τα μέλη της Επιτροπής Αξιολόγησης για σπουδαίο λόγο που σχετίζεται με την άσκηση των καθηκόντων τους. Ο Υπουργός Υγείας οφείλει να παύσει πρόωρα και να αντικαταστήσει το μέλος της Επιτροπής Αξιολόγησης, στο οποίο συντρέχει μία από τις κάτωθι περιπτώσεις: α) παράβαση των διατάξεων περί αρχής αμεροληψίας, ασυμβίβαστου μελών και καθήκοντος εχεμύθειας, ή β) απουσία σε περισσότερες από έξι (6) συνεδριάσεις εντός εξαμήνου, ανεξαρτήτως αιτιολογίας.

 

Άρθρο 249

Κριτήρια και Μεθοδολογία Αξιολόγησης

1. Τα βασικά κριτήρια που χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή για την αξιολόγηση των φαρμάκων είναι: α) το κλινικό όφελος όπως αυτό αποτιμάται λαμβάνοντας υπόψη την σοβαρότητα και το φορτίο της νόσου, την επίδραση πάνω στους δείκτες θνητότητας και νοσηρότητας, καθώς και τα δεδομένα ασφάλειας και ανεκτικότητας, β) η σύγκριση με τις ήδη διαθέσιμες αποζημιούμενες θεραπείες φαρμάκων, γ) ο βαθμός αξιοπιστίας των δεδομένων των κλινικών μελετών, δ) ο λόγος κόστους / αποτελεσματικότητας και ε) η επίπτωση στον προϋπολογισμό. Η γνώμη της Επιτροπής Αξιολόγησης προς τον Υπουργό Υγείας για ένταξη ενός φαρμάκου στον Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων περιλαμβάνει την συγκεκριμένη θεραπευτική ένδειξη ή τις συγκεκριμένες θεραπευτικές ενδείξεις για την οποία ή τις οποίες θα αποζημιώνεται, τις φαρμακευτικές μορφές, τις δοσολογίες και τις περιεκτικότητες. Μαζί με κάθε θεραπευτική ένδειξη αναφέρονται υποχρεωτικά τα κλινικά χαρακτηριστικά των ασθενών για τους οποίους το φάρμακο προτείνεται να αποζημιώνεται, το στάδιο της θεραπευτικής γραμμής (του θεραπευτικού αλγορίθμου) για το οποίο το φάρμακο προτείνεται να αποζημιώνεται, καθώς επίσης και το μέγεθος του πληθυσμού, στο οποίο είναι δυνατόν να εφαρμοστεί η θεραπεία για να αξιολογηθεί η επίπτωση στον προϋπολογισμό.

2. Tα φάρμακα που τελούν σε περίοδο προστασίας των δεδομένων τους και έχουν πάρει άδεια κυκλοφορίας, σύμφωνα με την εθνική διαδικασία ή την αποκεντρωμένη διαδικασία ή την διαδικασία αμοιβαίας αναγνώρισης ή την κεντρική διαδικασία του Κανονισμού 726/2004/ΕΚ (EE L 136), υπάγονται σε αξιολόγηση και εντάσσονται στην Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων, μόνον εφόσον αποζημιώνονται τουλάχιστον στα δύο τρίτα (2/3) των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που κυκλοφορούν, τα κράτη στα οποία κυκλοφορούν δεν μπορεί να είναι λιγότερα από εννέα (9) και από τα ανωτέρω κράτη που αποζημιώνουν το φάρμακο, τουλάχιστον τα μισά περιλαμβάνονται στα κάτωθι ειδικώς αναφερόμενα κράτη - μέλη που διαθέτουν μηχανισμό Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας για τα φάρμακα ανθρώπινης χρήσης, ήτοι: η Αυστρία, το Βέλγιο, η Μεγάλη Βρετανία, η Γαλλία, η Ισπανία, η Ολλανδία, η Πορτογαλία, η Σουηδία και η Φινλανδία. Από την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου εξαιρούνται: α) τα φάρμακα που έχουν λάβει άδεια κυκλοφορίας ως ορφανά, μόνο εφόσον καλύπτονται από διεθνή πρωτόκολλα, β) τα φάρμακα της μεσογειακής αναιμίας, γ) τα εμβόλια που αναφέρονται στην παρ. 5 του άρθρου 2 της υπ΄ αριθμ. Δ.ΥΓ3α/ Γ.Π.32221/2013 (Β΄1049) κ.υ.α., δ) τα φάρμακα με βάση το ανθρώπινο αίμα ή το πλάσμα του αίματος, όπως ορίζονται στην παρ. 11 του άρθρου 2 της υπ΄ αριθμ. Δ.ΥΓ3α/Γ.Π.32221/2013 (Β΄1049) κ.υ.α., ε) τα φάρμακα συνδυασμών γνωστών δραστικών ουσιών, που ορίζονται ως φάρμακα τα οποία συνδυάζουν δραστικές ουσίες, ως προς τις οποίες έχει παρέλθει το χρονικό διάστημα προστασία των δεδομένων τους, εφόσον η τιμή αποζημίωσης τους είναι χαμηλότερη από τις τιμές αποζημίωσης των φαρμάκων που εμπεριέχουν τις επιμέρους δραστικές ουσίες αθροιστικά, στ) τα φάρμακα-«κλώνοι», που ορίζονται ως φάρμακα με διαφορετική εμπορική ονομασία, ίδια φαρμακοτεχνική μορφή, ίδια ποιοτική και ποσοτική σύνθεση τόσο σε δραστική ουσία όσο και σε έκδοχα και τα οποία έλαβαν άδεια κυκλοφορίας με την ίδια φαρμακοχημική, προκλινική και κλινική τεκμηρίωση σε σχέση με φάρμακα τα οποία περιλαμβάνονται ήδη στον Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων και ζ) τα «βιο-ομοειδή» φάρμακα, δηλαδή τα φάρμακα βιολογικής προέλευσης τα οποία έχουν εγκριθεί σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 4 της Οδηγίας 2001/83/ΕΚ, με αναφορά σε φάρμακα βιολογικής προέλευσης, τα οποία περιλαμβάνονται ήδη στον Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων.

3. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, που εκδίδεται μετά την 1.6.2018, μετά από γνώμη της Επιτροπής Αξιολόγησης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, και αναρτάται στην ιστοσελίδα του Ε.Ο.Φ., δύναται να αναθεωρείται ο προαναφερόμενος κατάλογος των χωρών της Ε.Ε. που διαθέτουν μηχανισμό Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας. Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου δεν μπορεί να τροποποιηθεί πριν την παρέλευση έτους από την έναρξη ισχύος της.

4. Τα μέλη της Επιτροπής Αξιολόγησης και οι εξωτερικοί εμπειρογνώμονες - αξιολογητές έχουν πρόσβαση σε κάθε πληροφορία που διαθέτει ο Ε.Ο.Φ., ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και η Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε. σχετικά με το υπό αξιολόγηση και ένταξη φάρμακο, και γενικώς, σχετικά με κάθε φάρμακο.

5. Η Επιτροπή Αξιολόγησης μπορεί να λαμβάνει υπόψη της τις αξιολογήσεις και τις αποφάσεις οργανισμών αξιολόγησης τεχνολογιών υγείας άλλων ευρωπαϊκών χωρών, ενώ λαμβάνει υποχρεωτικά υπόψη τις αξιολογήσεις που διενεργούνται στο πλαίσιο του δικτύου Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUnetHTA).

 

Άρθρο 250

Διαδικασία Αξιολόγησης

1. Για την αξιολόγηση ενός φαρμάκου από την Επιτροπή Αξιολόγησης και την ένταξή του στον κατάλογο της του άρθρου 12 του ν. 3816/2010, ο Κάτοχος Άδειας Κυκλοφορίας (ΚΑΚ): α) υποβάλλει στην Επιτροπή Αξιολόγησης σχετική αίτηση, συνοδευόμενη από πλήρη φάκελο με τα πληροφοριακά στοιχεία και τα έγγραφα και β) καταβάλλει εφάπαξ τέλος αξιολόγησης, το οποίο καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας εξειδικεύονται ο τύπος της αίτησης, τα πληροφοριακά στοιχεία και τα έγγραφα που υποβάλλονται από τους ΚΑΚ. Το καταβαλλόμενο ως άνω τέλος αποτελεί δημόσιο έσοδο, που αποδίδεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας και Οικονομικών στο Υπουργείο Υγείας, οι πιστώσεις του οποίου βαρύνονται με τις δαπάνες της αποζημίωσης των μελών, των εξωτερικών αξιολογητών, των υπαλλήλων της γραμματείας και εν γένει των εξόδων λειτουργίας της Επιτροπής Αξιολόγησης και της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης του παρόντος νόμου.

2. Για την εκτίμηση της επίπτωσης στον προϋπολογισμό από την ένταξη ενός φαρμάκου στον Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων, η Επιτροπή Αξιολόγησης, παραπέμπει υποχρεωτικά όλες τις αιτήσεις, οι οποίες έχουν λάβει καταρχάς θετικής αξιολόγηση βάσει των κριτηρίων α΄ έως γ΄ της παραγράφου 1 του προηγούμενου άρθρου, προς την Επιτροπή Διαπραγμάτευσης του άρθρου 254. Η Επιτροπή Διαπραγμάτευσης εκκινεί και ολοκληρώνει την διαδικασία διαπραγμάτευσης του φαρμάκου και γνωμοδοτεί αιτιολογημένα, βάσει του αποτελέσματος της διαδικασίας διαπραγμάτευσης σχετικά με την επίπτωση στον προϋπολογισμό από την ένταξη ή την διατήρηση ενός φαρμάκου στον Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων. Σε οποιαδήποτε αναθεώρηση του καταλόγου, η επίπτωση στον προϋπολογισμό ή οι τιμές αποζημίωσης φαρμάκων δεν μπορούν να αυξηθούν. Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή Αξιολόγησης λαμβάνει υπόψη αιτιολογημένη εισήγηση της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης, ως προς την επίπτωση στον προϋπολογισμό της αποζημίωσης των φαρμάκων είτε βάσει επιτυχούς ολοκλήρωσης της διαπραγμάτευσης, είτε βάσει της μη έναρξης ή της μη ολοκλήρωσης της διαδικασίας διαπραγμάτευσης, για την τελική της γνώμη προς τον Υπουργό Υγείας σχετικά με την ένταξη ή απένταξη φαρμάκων και την αναθεώρηση του Καταλόγου Αποζημιούμενων Φαρμάκων.

3. Σε περίπτωση απόφασης απόρριψης αίτησης ένταξη ενός φαρμάκου στον Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων, ο Κάτοχος Άδειας Κυκλοφορίας μπορεί να υποβάλει νέα αίτηση μόνο μετά την παρέλευση εξαμήνου από την έκδοση της ως άνω απόφασης, και μόνον εφόσον συνυποβάλει πληροφοριακά στοιχεία και έγγραφα κλινικής και οικονομικής τεκμηρίωσης που δικαιολογούν νέα ουσιαστική αξιολόγηση του φαρμάκου με τα κριτήρια αξιολόγησης τεχνολογιών υγείας του παρόντος.

4. Η Επιτροπή Αξιολόγησης, στο πλαίσιο του έργου της, υποχρεωτικά αξιολογεί και γνωμοδοτεί στον Υπουργό Υγείας, σχετικά με την διατήρηση της ένταξης ή την απένταξη: α) όλων των φαρμάκων που βρίσκονται σε περίοδο προστασίας των δεδομένων τους και έχουν ενταχθεί στον Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων εντός της τελευταίας τριετίας πριν την έκδοση της πρώτης Υπουργικής Απόφασης συγκρότησης της Επιτροπής. Η αξιολόγηση αυτή ολοκληρώνεται εντός δύο ετών από την έκδοση της ως άνω απόφασης. Η ανωτέρω διαδικασία αξιολόγησης πρέπει να εκκινείται κάθε τρία χρόνια από την λήξη της προηγούμενης αξιολόγησης και να περαιώνεται εντός χρονικού διαστήματος ενός (1) έτους για όλα τα φάρμακα που βρίσκονται σε περίοδο προστασίας των δεδομένων τους και έχουν ενταχθεί στον Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων από την λήξη της προηγούμενης αξιολόγησης και β) όλων των φαρμάκων που βρίσκονται ήδη στον Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων και είναι θεραπευτικά ισοδύναμα με τα φάρμακα, για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση ένταξης. Η Επιτροπή Αξιολόγησης μπορεί να προβαίνει σε επαναξιολόγηση όλων των φαρμάκων του Καταλόγου Αποζημιούμενων Φαρμάκων και να γνωμοδοτεί προς τον Υπουργό Υγείας, για να λάβει απόφαση σχετικά με την αναθεώρηση του καταλόγου και την διατήρηση της ένταξης ή την απένταξή τους.

5. Με απόφαση της Επιτροπής Αξιολόγησης ορίζεται ένα από τα μέλη της, πλην του Προέδρου, ως Εισηγητής του φακέλου αξιολόγησης, καθώς και τουλάχιστον δύο (2) εξωτερικοί αξιολογητές, από τα μητρώα εξωτερικών αξιολογητών.

6. Περίληψη των γνωμοδοτήσεων της Επιτροπής Αξιολόγησης, που γίνονται αποδεκτές από τον Υπουργό Υγείας, που περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστο το σκεπτικό τους, δημοσιοποιούνται στην ιστοσελίδα του Ε.Ο.Φ. αφού έχουν απαλειφθεί πληροφορίες που αφορούν: α) το εμπορικό απόρρητο και β) προσωπικά δεδομένα. Στον Κανονισμό Λειτουργίας της Επιτροπής περιλαμβάνεται σχετικό πρότυπο έγγραφο.

7. Η Επιτροπή Αξιολόγησης μπορεί να καλεί εκπροσώπους συλλόγων ασθενών και επιστημονικών σωματείων ή εταιρειών ιατρικών ειδικοτήτων για να εκφράσουν τις απόψεις τους.

 

Άρθρο 251

Αναθεώρηση και Κατάρτιση του Καταλόγου Αποζημιούμενων Φαρμάκων

1. Οι γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Αξιολόγησης, που λαμβάνουν υπόψη τις εισηγήσεις της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης, αποστέλλονται προς τον Υπουργό Υγείας, ο οποίος με απόφασή του εντάσσει ή απεντάσσει ένα φάρμακο από τον Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων και αναθεωρεί τον κατάλογο. Σύμφωνα με την ανωτέρω απόφαση, συντάσσεται ο αναθεωρημένος Κατάλογος Αποζημιούμενων Φαρμάκων από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Υγείας και αναρτάται στην ιστοσελίδα του Ε.Ο.Φ., μόνο για τη διόρθωση λαθών για χρονικό διάστημα τριών (3) ημερών. Ο Κάτοχος Άδειας Κυκλοφορίας υποβάλει έγγραφη αναφορά για τα τυχόν υφιστάμενα λάθη, και η διόρθωση των λαθών γίνεται από τη Γραμματεία της Επιτροπής, η οποία και αποστέλλει τις διορθώσεις προς την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Υγείας, προκειμένου να εκδοθεί αναθεωρημένη απόφαση του Υπουργού Υγείας.

2. Η απόφαση του Υπουργού Υγείας περί ένταξης ή μη, ενός φαρμάκου στον Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων, εκδίδεται και κοινοποιείται με κάθε πρόσφορο μέσο προς τον αιτούντα Κάτοχο Άδειας Κυκλοφορίας, που τον αφορά, εντός αποκλειστικής προθεσμίας εκατόν ογδόντα (180) ημερών από την κατάθεση της αίτησης του. Η ανάρτηση στο διαδίκτυο λογίζεται ως πρόσφορος τρόπος κοινοποίησης προς τον αιτούντα. Σε περίπτωση παρέλευσης της ανωτέρω προθεσμίας, η αίτηση θεωρείται ότι έχει απορριφθεί σιωπηρώς.

3. Η προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου αναστέλλεται για όσο χρονικό διάστημα ο Κάτοχος Άδειας Κυκλοφορίας: α) δεν καταβάλει το τέλος αξιολόγησης της παραγράφου 1 του άρθρου 250 ή β) δεν προσκομίζει τα πληροφοριακά στοιχεία και τα έγγραφα που προβλέπονται από τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας της Επιτροπής. Μετά την παρέλευση εξήντα (60) ημερών από την έγγραφη γνωστοποίηση προς τον ΚΑΚ των ανωτέρω παραλείψεών του, η σχετική αίτηση απορρίπτεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Αξιολόγησης.

4. Όλες οι αποφάσεις του Υπουργού Υγείας, που λαμβάνονται ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Αξιολόγησης αναρτώνται υποχρεωτικά στο διαδίκτυο, όπως προβλέπεται στο ν. 3861/2010 (Α΄ 112) και στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Υγείας και ισχύουν από την ημερομηνία ανάρτησής τους σύμφωνα με τον ανωτέρω νόμο, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στην απόφαση. Δεν δημοσιεύεται το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης.

5. Οι πράξεις του παρόντος άρθρου προσβάλλονται με αίτηση ακύρωσης ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου, στην περιφέρεια του οποίου έχει την έδρα του ο αιτών ΚΑΚ, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 18/1989 (Α΄8) και του ν. 702/1977 (Α΄268). Τα προβλεπόμενα ένδικα βοηθήματα και η προθεσμία άσκησης αυτών αναγράφονται υποχρεωτικά στην σχετική απόφαση του Υπουργού Υγείας.

6. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, μετά από πρόταση της Επιτροπής του άρθρου 15 της υ.α. οικ.3457/ 2014 (Β΄ 64), η οποία υποχρεωτικά ενσωματώνει τους συνταγογραφικούς περιορισμούς της Επιτροπής Αξιολόγησης, για μεμονωμένα φάρμακα ή ομάδες φαρμάκων, εκδίδονται πρωτόκολλα συνταγογράφησης, η τήρηση των οποίων καθίσταται υποχρεωτική για την αποζημίωση των φαρμακευτικών αυτών προϊόντων και ενσωματώνονται στο σύστημα της Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε. Η ως άνω επιτροπή για την ανάπτυξη των πρωτοκόλλων συνταγογράφησης λαμβάνει υπόψη της επιστημονικά κριτήρια, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων επιδημιολογικής συχνότητας (επιπολασμός και επίπτωση) και αναγκών κάλυψης σε νόσους και νοσηλείες, καθώς επίσης και οικονομικά κριτήρια, στα οποία συμπεριλαμβάνεται η επίπτωση στον προϋπολογισμό της αποζημίωσης του φαρμάκου βάσει της τιμής αποζημίωσης, όπως εκάστοτε καθορίζεται. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας καθορίζονται οι λεπτομέρειες της διαδικασίας ενσωμάτωσης των συνταγογραφικών περιορισμών και των πρωτοκόλλων συνταγογράφησης των προηγούμενων εδαφίων στο σύστημα της Η.ΔΙ.Κ.Α. Α.Ε.

 

Άρθρο 252

Αρχή Αμεροληψίας - Ασυμβίβαστα Μελών

1. Κατά την άσκηση του έργου τους τα τακτικά μέλη και η Γραμματεία της Επιτροπής Αξιολόγησης δεσμεύονται από τις αρχές της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7 του ν. 2690/1999 και του άρθρου 36 του ν. 3528/2007 (Α΄26).

2. Σε κάθε περίπτωση, τα μέλη της Επιτροπής Αξιολόγησης απαγορεύεται να έχουν οι ίδιοι ή οι συγγενείς τους έως δεύτερο βαθμό εξ’ αίματος ή εξ’ αγχιστείας τουλάχιστον δύο (2) έτη πριν τον διορισμό τους, κατά το διορισμό τους και καθ’ όλη τη διάρκεια της άσκησης των καθηκόντων τους άμεσο οικονομικό συμφέρον με επιχείρηση που είναι Κάτοχος Άδειας Κυκλοφορίας (ΚΑΚ) ή παραγωγού ή χονδρικής πώλησης φαρμάκων. Ως άμεσο οικονομικό συμφέρον νοείται: α) οποιαδήποτε σχέση εξαρτημένης εργασίας ή έργου ή παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών, β) οποιαδήποτε σχέση παροχής συμβουλών, γ) οικονομικά δικαιώματα επί των επιχειρήσεων, όπως κατοχή κεφαλαίου, μετοχών και μεριδίων, ομολόγων, δικαιωμάτων προαίρεσης αγοράς μετοχών, αποζημιώσεις, δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, δ) ιδιότητα μέλους Διοικητικού Συμβουλίου ή νομίμου εκπροσώπου των προαναφερόμενων επιχειρήσεων. Καθ’ όλη τη διάρκεια της άσκησης των καθηκόντων τους τα ίδια ως άνω πρόσωπα απαγορεύεται να έχουν οποιαδήποτε άλλα συμφέροντα σχετιζόμενα με τον ΚΑΚ, του οποίου η αίτηση αξιολογείται.

3. Τα μέλη της Επιτροπής Αξιολόγησης δεν μπορούν να έχουν οποιαδήποτε έννομη σχέση με φαρμακευτικές επιχειρήσεις, προϊόντα των οποίων έχουν αξιολογηθεί από την Επιτροπή, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον ενός (1) έτους μετά την λήξη καθ’ οιονδήποτε τρόπο της θητείας τους.

4. Τα μέλη της Επιτροπής Αξιολόγησης υποχρεούνται να δηλώνουν εγγράφως, κατά την υποβολή της αίτησης για το διορισμό τους και κατά τη διάρκεια της θητείας τους και εντός χρονικού διαστήματος πέντε (5) ημερών από την ημερομηνία που έλαβαν γνώση, συμφέροντα ή ασυμβίβαστα σύμφωνα με το παρόν άρθρο και οι σχετικές έγγραφες δηλώσεις τους καταχωρούνται σε αρχείο που τηρείται ειδικά για το σκοπό αυτό στη Γραμματεία της Επιτροπής.

5. Στον υπαίτιο της παράβασης των παραγράφων 1, 2 ή 3, επιβάλλεται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματικό πρόστιμο 5.000 ευρώ. Στον υπαίτιο της παράβασης της παραγράφων 4 επιβάλλεται ποινή φυλάκισης έως ένα (1) έτος και χρηματικό πρόστιμο 1.000 ευρώ.

6. Το αξιόποινο της πράξης των παραγράφων 1 ή 2 αίρεται στην περίπτωση που υποβληθεί η δήλωση της παραγράφου 4 και το μέλος υποβάλει ταυτόχρονα δήλωση παραίτησης και απέχει περαιτέρω από την άσκηση των καθηκόντων του.

7. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στους εξωτερικούς ή εσωτερικούς αξιολογητές, στα μέλη της Γραμματείας της Επιτροπής Αξιολόγησης, καθώς και στα μέλη της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης.

8. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας εξειδικεύονται τα λοιπά, μη άμεσα οικονομικά συμφέροντα, της παραγράφου 2 και η έγγραφη δήλωση της παραγράφου 4.

 

Άρθρο 253

Καθήκον Εχεμύθειας - Ευθύνη Μελών

1. Τα μέλη της Επιτροπής, οι εισηγητές, τα μέλη της Γραμματείας και όσοι παρίστανται στις συνεδριάσεις της Επιτροπής έχουν την υποχρέωση να τηρούν εχεμύθεια για πληροφορίες των οποίων λαμβάνουν γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ιδίως αυτών που άπτονται του εμπορικού και βιομηχανικού απορρήτου, και δεσμεύονται με την υπογραφή και υποβολή έγγραφης δήλωσης εμπιστευτικότητας πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους ή την έναρξη της συνεδρίασης στην οποία μετέχουν αντιστοίχως. Η υποχρέωση δεσμεύει τους ανωτέρω και μετά την παύση των καθηκόντων τους για οποιονδήποτε λόγο από το ανωτέρω συλλογικό όργανο.

2. Τα μέλη της Επιτροπής Αξιολόγησης δεν ευθύνονται αστικά έναντι τρίτων, πλην του Ελληνικού Δημοσίου και του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., για ενέργειες ή παραλείψεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 4208/2013, εκτός αν ενήργησαν με δόλο ή βαριά αμέλεια ή παραβίασαν το απόρρητο των πληροφοριών και στοιχείων, που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ή παρέβησαν το καθήκον εχεμύθειας του άρθρου 26 του ν. 3528/2007. Οι διατάξεις των άρθρων 26 και 27 του ν. 3528/2007 εφαρμόζονται σε όλα τα παραπάνω πρόσωπα.

3. Η παρ. 9 του άρθρου 30 του ν. 2324/1995 (Α΄ 146) εφαρμόζεται για τα μέλη της Επιτροπής Αξιολόγησης, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

4. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας εξειδικεύεται το πρότυπο της έντυπης δήλωσης εμπιστευτικότητας της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

5. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στους εξωτερικούς ή εσωτερικούς αξιολογητές, στα μέλη της Γραμματείας της Επιτροπής Αξιολόγησης καθώς και στα μέλη της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης.

 

Άρθρο 254

Επιτροπή Διαπραγμάτευσης Τιμών Φαρμάκων

1. Συστήνεται Επιτροπή Διαπραγμάτευσης Τιμών Φαρμάκων (Επιτροπή Διαπραγμάτευσης), η οποία έχει έδρα στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και υπάγεται στον Υπουργό Υγείας.

2. Η Επιτροπή Διαπραγμάτευσης έχει την αρμοδιότητα να διαπραγματεύεται τις τιμές ή τις εκπτώσεις των φαρμάκων, τα οποία αποζημιώνονται από τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. ή προμηθεύονται τα δημόσια νοσοκομεία, να συνάπτει συμφωνίες με τους ΚΑΚ που συμμετέχουν στην σχετική διαδικασία διαπραγμάτευσης ως προς το ανωτέρω αντικείμενο της διαπραγμάτευσης και να εισηγείται στην Επιτροπή Αξιολόγησης σχετικά με την επίπτωση στον προϋπολογισμό της αποζημίωσης των φαρμάκων. Οι συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ της Επιτροπής Αποζημίωσης και των ΚΑΚ καθίστανται δεσμευτικές για τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ., τους ΚΑΚ και τα δημόσια νοσοκομεία μετά την έναρξη ισχύος της απόφασης του Υπουργού Υγείας περί ένταξης ή απένταξης ή αναθεώρησης του Καταλόγου Αποζημιούμενων Φαρμάκων, εφόσον στην σχετική απόφαση ο Υπουργός Υγείας αποδέχεται την γνώμη της Επιτροπής Αξιολόγησης που ενσωματώνει την ανωτέρω εισήγηση της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης.

3. Η Επιτροπή Διαπραγμάτευσης είναι εννεαμελής συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Υγείας και αποτελείται από πέντε (5) μέλη, εκ των οποίων τρία (3) με ειδίκευση ή εμπειρία στη φαρμακοοικονομία ή φαρμακευτική αγορά ή φαρμακευτική νομοθεσία,έναν (1) νοσοκομειακό φαρμακοποιό και έναν (1) Διοικητή ή Υποδιοικητή Υγειονομικής Περιφέρειας (Υ.ΠΕ.), που ορίζονται από τον Υπουργό Υγείας, δύο (2) μέλη που ορίζονται από τον ΕΟΠΠΥ, ένα (1) μέλος που ορίζεται από τον Ε.Ο.Φ. και ένα (1) μέλος που ορίζεται από τον ΙΦΕΤ ΑΕ. Τα μέλη ορίζονται με τριετή θητεία, η οποία μπορεί να ανανεωθεί μία φορά με απόφαση του Υπουργού Υγείας. Κατά τη λήξη της πρώτης θητείας και με απόφαση του Υπουργού Υγείας, υποχρεωτικά ανανεώνεται η θητεία τουλάχιστον τριών (3) τακτικών μελών της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης Τιμών Φαρμάκων.

4. Τα μέλη της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης Τιμών Φαρμάκων δεν ευθύνονται αστικά έναντι τρίτων, πλην του Ελληνικού Δημοσίου και του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., για ενέργειες ή παραλείψεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, εκτός αν ενήργησαν με δόλο ή βαριά αμέλεια ή παραβίασαν το απόρρητο των πληροφοριών και στοιχείων, που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ή παρέβησαν το καθήκον εχεμύθειας του άρθρου 26 του ν. 3528/2007 (Α΄26). Οι διατάξεις των άρθρων 26, 27 και 36 του ν. 3528/2007 εφαρμόζονται αναλογικά σε όλα τα παραπάνω πρόσωπα.

5. Η παρ. 9 του άρθρου 30 του ν. 2324/1995 (Α΄ 146) εφαρμόζεται για τα μέλη, τακτικά και αναπληρωματικά, της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

6. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία της διαπραγμάτευσης και της λειτουργίας της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης, ο τρόπος σύναψης των συμφωνιών με τους ΚΑΚ και ο Κανονισμός Λειτουργίας της, καθώς και ο τρόπος ορισμού των τιμών αναφοράς (ΤΑ), που αποτελούν ασφαλιστικές τιμές αποζημίωσης για τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ) και τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας καθορίζεται η αποζημίωση των μελών της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης που βαρύνει τον προϋπολογισμό του Υπουργείου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

 

Άρθρο 255

Επιτροπή Διαπραγμάτευσης Ε.Ο.Π.Υ.Υ.

Η παράγραφος 4 του άρθρου 29 του ν. 3918/2011 (Α΄31), αντικαθίσταται ως εξής:

«4. Συστήνεται στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Επιτροπή Διαπραγμάτευσης Αμοιβών και Τιμών Ιατροτεχνολογικών Προϊόντων, προκειμένου να διαπραγματεύεται με όλους τους συμβαλλόμενους παρόχους τις αμοιβές τους, τους όρους των συμβάσεων του Οργανισμού, και τις τιμές των ιατροτεχνολογικών υλικών, καθώς και να εισηγείται στο Δ.Σ. του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. τη διατήρηση ή την τροποποίηση όλων των ανωτέρω. Στα μέλη της Επιτροπής δεν καταβάλλεται αποζημίωση. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Υγείας καθορίζεται η σύνθεση, η συγκρότηση, ο τρόπος, η διαδικασία λειτουργίας της Επιτροπής, εγκρίνεται ο Κανονισμός Λειτουργίας της, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.».

 

Άρθρο 256

Μεταβατικές - Καταργούμενες διατάξεις

1. Έως την έκδοση της υπουργικής απόφασης της παρ. 3 του άρθρου 248, η προβλεπόμενη εκ του άρθρου 12 του ν. 3816/2010 (Α΄6) Επιτροπή Θετικού Καταλόγου εξακολουθεί να ασκεί τα προβλεπόμενα εκ του νόμου καθήκοντά της και εισπράττεται μόνον το τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού.

2. Μετά την έκδοση της υπουργικής απόφασης της παραγράφου 3 του άρθρου 248, όλες οι εκ του νόμου αρμοδιότητες της Επιτροπής Θετικού Καταλόγου του άρθρου 12 του ν. 3816/2010 (Α΄6), έστω κι αν δεν κατονομάζονται ρητά στο παρόν, περιέρχονται στην Επιτροπή Αξιολόγησης Φαρμάκων Ανθρώπινης Χρήσης του παρόντος νόμου, εισπράττεται μόνο το προβλεπόμενο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 250 για την εισαγωγή των νέων φαρμάκων στον Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων και οι αναφορές των κείμενων διατάξεων στην Επιτροπή Θετικού Καταλόγου του άρθρου 12 του ν. 3816/2010, θεωρούνται ότι γίνονται στην Επιτροπή Αξιολόγησης του παρόντος νόμου.

3. Έως την έκδοση της υπουργικής απόφασης της παραγράφου 3 του άρθρου 254, η προβλεπόμενη εκ του άρθρου 29 του ν. 3918/2011 (Α΄31) Επιτροπή Διαπραγμάτευσης στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. εξακολουθεί να ασκεί τα προβλεπόμενα εκ του νόμου καθήκοντά της, καθώς και όσα καθήκοντα προβλέπονται από τον παρόντα νόμο για την Επιτροπή Διαπραγμάτευσης του άρθρου 254.

4. Μετά την έκδοση της υπουργικής απόφασης της παραγράφου 3 του άρθρου 254 του παρόντος νόμου, όλες οι εκ του νόμου αρμοδιότητες της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης του άρθρου 29 του ν. 3918/2011 (Α΄31), οι οποίες αφορούν στη διαπραγμάτευση τιμών φαρμάκων, έστω κι αν δεν κατονομάζονται ρητά στο παρόν, περιέρχονται στην Επιτροπή Διαπραγμάτευσης Τιμών Φαρμάκων του παρόντος νόμου και οι αναφορές των κείμενων διατάξεων στην Επιτροπή Διαπραγμάτευσης του άρθρου 29 του ν. 3918/2011 (Α΄31), ως προς τη διαπραγμάτευση τιμών φαρμάκων, θεωρούνται ότι γίνονται στην Επιτροπή Διαπραγμάτευσης του άρθρου 254.

 

ΜΕΡΟΣ Β΄

ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ

 

Άρθρο 257

Ωράριο Λειτουργίας Φαρμακείων

1. Το άρθρο 9 του ν.1963/1991 (Α΄138), πλην της παραγράφου 3, η οποία διατηρείται σε ισχύ και αναριθμείται σε παρ. 8 του άρθρου 9, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 9

Ωράριο Λειτουργίας Φαρμακείων

1.Τα φαρμακεία λειτουργούν υποχρεωτικά κατ’ ελάχιστον σαράντα (40) ώρες εβδομαδιαίως. Με απόφαση του αρμόδιου κατά τόπον Περιφερειάρχη που εκδίδεται ύστερα από την σύμφωνη γνώμη του οικείου φαρμακευτικού συλλόγου, κατανέμονται, ανάλογα με τις ανάγκες του τοπικού πληθυσμού, οι ως άνω 40 ώρες εντός της εβδομάδας, οι οποίες δεν θα μπορούν να υπερβαίνουν τα κάτωθι ανώτατα χρονικά όρια, τα οποία πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά: α) από Δευτέρα έως Παρασκευή εντός της εβδομάδας και β) από τις 08:00 π.μ. έως τις 21:00 μ.μ. εντός της ημέρας. Επίσης τα φαρμακεία δεν είναι υποχρεωτικό να λειτουργούν στις κάτωθι αργίες εκάστου έτους: την 25η Μαρτίου, την Μεγάλη Παρασκευή, τη Δευτέρα του Πάσχα, την 15η Αυγούστου, την 25η και την 26η Δεκεμβρίου, την 1η Ιανουαρίου, την 6η Ιανουαρίου, την Καθαρά Δευτέρα, την 1η Μαΐου, την 28η Οκτωβρίου και του Αγίου Πνεύματος, την ημέρα εορτής του Πολιούχου Αγίου της πόλης και την ημέρα Απελευθέρωσης της πόλης.

2. Όλα τα φαρμακεία συμμετέχουν υποχρεωτικά στις καθοριζόμενες σύμφωνα με το παρόν διημερεύσεις και διανυκτερεύσεις. Η διημέρευση διαρκεί από τις 08:00 π.μ. έως τις 21:00 μ.μ. και η διανυκτέρευση από τις 21:00 μ.μ. έως τις 08:00 π.μ. κάθε ημέρας. Με απόφαση του κατά τόπον αρμόδιου Περιφερειάρχη κατόπιν σύμφωνης γνώμης του οικείου φαρμακευτικού συλλόγου, καθορίζεται ανά περιφερειακή ενότητα ή ανά δήμο, ο αριθμός των φαρμακείων που διημερεύουν και διανυκτερεύουν κάθε έτος και η σειρά διημέρευσης και διανυκτέρευσης αυτών. Σύμφωνα με αυτή την απόφαση συντάσσονται από τον κατά τόπον αρμόδιο φαρμακευτικό σύλλογο σχετικοί πίνακες διημέρευσης και διανυκτέρευσης, οι οποίοι ισχύουν για ένα έτος και είναι υποχρεωτικοί για τα μέλη τους. Για τον ως άνω καθορισμό των φαρμακείων που διημερεύουν ή διανυκτερεύουν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ως κριτήρια: α) η ισόρροπη γεωγραφική κατανομή όλων των διημερευόντων και διανυκτερευόντων φαρμακείων, ώστε να καλύπτονται εύκολα οι ανάγκες πρόσβασης των πολιτών στο φάρμακο ανά δήμο όλο το 24ωρο, β) η ισομερής συμμετοχή όλων των φαρμακείων στις διανυκτερεύσεις και τις διημερεύσεις. Οι πίνακες διημερεύσεως και διανυκτερεύσεως των φαρμακείων συντάσσονται με ευθύνη και φροντίδα του οικείου φαρμακευτικού συλλόγου, αναρτώνται επί των προσόψεων των φαρμακείων κατά τις ημέρες και ώρες που αυτά παραμένουν κλειστά, με ευθύνη του φαρμακοποιού, καθώς και στις ιστοσελίδες, εφόσον υφίστανται, των αρμόδιων Περιφερειών ή Περιφερειακών Ενοτήτων και Φαρμακευτικών Συλλόγων. Το προσωπικό των φαρμακείων, που εργάζονται κατά το χρόνο διημέρευσης η διανυκτέρευσης, τουλάχιστον επί πέντε ώρες, δικαιούται πλήρη ανάπαυση την επόμενη ημέρα. Το τμήμα του χρόνου εργασίας που παρέχεται σε διημέρευση ή διανυκτέρευση και που δεν συμψηφίζεται με το χρόνο ανάπαυσης του προηγούμενου εδαφίου θεωρείται ως υπερωριακή εργασία και εφαρμόζονται για αυτό οι ισχύουσες διατάξεις για την αμοιβή υπερωριακής εργασίας.

3. Κάθε επιχείρηση νόμιμου φαρμακείου, διά του νομίμου εκπροσώπου της, δύναται να επιλέξει ωράριο λειτουργίας του φαρμακείου του, καθ’ υπέρβαση των χρονικών ορίων της παραγράφου 1, πλην της Κυριακής, με την επιφύλαξη των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 22 του ν. 1483/1984 (Α’ 153) που παραμένουν σε ισχύ. Η επιχείρηση φαρμακείου που επιλέγει το κατά το προηγούμενο εδάφιο διευρυμένο ωράριο εξακολουθεί να έχει τις υποχρεώσεις που συνεπάγονται οι παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος. Ο νόμιμος εκπρόσωπος της επιχείρησης υποχρεωτικά δηλώνει ανά δίμηνο κάθε έτος και τουλάχιστον ένα μήνα πριν την έναρξη του διμήνου αυτού, τις ώρες και ημέρες σε εβδομαδιαίο προγραμματισμό, που επιλέγει σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο να λειτουργήσει πέραν του υποχρεωτικού ωραρίου, στους κατά τόπον αρμόδιους φαρμακευτικούς συλλόγους και στον κατά τόπον αρμόδιο Περιφερειάρχη. Η δήλωση μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο, ήτοι ακόμη και μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αλλά πάντοτε εγγράφως. Σε περίπτωση λειτουργίας φαρμακείου, πέραν των χρονικών ορίων της παραγράφου 1, κατά παράλειψη της δήλωσης των προηγούμενων εδαφίων ή καθ’ υπέρβαση των δηλωθέντων χρονικών ορίων αυτής, επιβάλλεται με Απόφαση του κατά τόπον αρμόδιου Περιφερειάρχη, πρόστιμο έως 3.000 ευρώ. Ο κατά τόπον αρμόδιος φαρμακευτικός σύλλογος καταρτίζει διμηνιαίους χωριστούς πίνακες φαρμακείων που λειτουργούν πέραν του κατ΄ ελάχιστον υποχρεωτικού ωραρίου, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, οι οποίοι αναρτώνται επί των προσόψεων των φαρμακείων κατά τις ημέρες και ώρες που αυτά παραμένουν κλειστά, καθώς και στις ιστοσελίδες, εφόσον υφίστανται, των αρμόδιων Περιφερειών και Φαρμακευτικών Συλλόγων. Στο επάνω τμήμα των πινάκων αυτών, θα αναγράφεται ευκρινώς και με κεφαλαία γράμματα η πρόταση: «ΤΑ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΠΙΝΑΚΑ ΦΑΡΜΑΚΕΙΑ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΕΚ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΝΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΚΑΤΑ ΤΙΣ ΑΝΑΓΡΑΦΟΜΕΝΕΣ ΩΡΕΣ ΚΑΙ ΗΜΕΡΕΣ.»

4. Με απόφαση του κατά τόπον αρμόδιου Περιφερειάρχη, δύνανται να απαλλάσσονται της υποχρέωσης διημερεύσεων ή διανυκτερεύσεων φαρμακεία, μόνον για τους εξής λόγους: α) για σοβαρούς λόγους υγείας που αφορούν στο πρόσωπο του λειτουργούντος το φαρμακείο φαρμακοποιού, οι οποίοι αποδεικνύεται με γνωμάτευση από αρμόδια υγειονομική επιτροπή, ή β) για σοβαρούς οικονομικούς λόγους, ύστερα από γνώμη του κατά τόπον αρμόδιου φαρμακευτικού συλλόγου, οι οποίοι πρέπει να αποδεικνύονται εγγράφως, βάσει των οποίων είναι αδύνατος ο εφοδιασμός του φαρμακείου με το απαραίτητο φαρμακευτικό υλικό για την ανταπόκρισή του στις ανάγκες της εφημερίας ή της διανυκτέρευσης. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας εξειδικεύονται ειδικότερα, τα ανωτέρω κριτήρια απαλλαγής καθώς και καθορίζεται ή συγκροτείται η υγειονομική επιτροπή η οποία θα αποφαίνεται επ’ αυτών. Έως την δημοσίευση της υπουργικής απόφασης της παρούσας παραγράφου, με απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη, ύστερα από γνώμη του οικείου Φαρμακευτικού Συλλόγου, απαλλάσσονται της υποχρέωσης διημερεύσεων και διανυκτερεύσεων προσκαίρως ή οριστικώς, οι φαρμακοποιοί, για τους οποίους συντρέχουν σοβαροί λόγοι υγείας, αποδεικνυόμενοι με πιστοποιητικό νοσηλευτικών ιδρυμάτων ή άλλοι σοβαροί λόγοι, για τους οποίους θα εκφέρει γνώμη ο οικείος φαρμακευτικός σύλλογος. Μετά τη δημοσίευση του υπουργικής απόφασης της παρούσας παραγράφου, επανεξετάζονται όλες οι περιπτώσεις της απαλλαγής από τις διημερεύσεις και τις διανυκτερεύσεις σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην απόφαση αυτή.

5. Σε φαρμακοποιούς ή φαρμακεία, που δηλώνουν ότι θα τηρήσουν σύμφωνα με την παράγραφο 3 της παρούσας διευρυμένο πέραν του υποχρεωτικού ωραρίου, δεν επιτρέπεται η χορήγηση απαλλαγής από την υποχρέωση: α) διημέρευσης, εφόσον το διευρυμένο ωράριο δηλώθηκε για το χρονικό πλαίσιο της εφημερίας από 08:00 π.μ. έως 20:00 μ.μ. και για όσο χρόνο τηρεί το ωράριο αυτό, και β) διανυκτερεύσεων, εφόσον διευρυμένο ωράριο δηλώθηκε για το χρονικό πλαίσιο της διανυκτέρευσης από 20:00 μ.μ. έως 08:00 π.μ. και για όσο χρόνο τηρεί το ωράριο αυτό.

6. Οι νόμιμοι εκπρόσωποι και οι υπεύθυνοι φαρμακοποιοί των επιχειρήσεων φαρμακείων που παραβιάζουν τις διατάξεις των περί διημερεύσεων και διανυκτερεύσεων τιμωρούνται: α) με φυλάκιση έως έξι (6) μηνών και β) με απόφαση του αρμόδιου Περιφερειάρχη με χρηματικό πρόστιμο από τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, και σε περίπτωση υποτροπής με πρόσκαιρο κλείσιμο του φαρμακείου από δύο (2) έως έξι (6) μήνες.

7. Με απόφαση του αρμόδιου Περιφερειάρχη μετά από έλεγχο από το Σώμα Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας, ή από την αρμόδια Διεύθυνση της Περιφέρειας, στις επιχειρήσεις φαρμακείων οι οποίοι από υπαιτιότητα τους δεν τηρούν το υποχρεωτικό ωράριο που ορίζεται με την Απόφαση του Περιφερειάρχη επιβάλλεται χρηματικό πρόστιμο από τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ και σε περίπτωση υποτροπής με πρόσκαιρο κλείσιμο του φαρμακείου από δύο (2) έως έξι (6) μήνες.».

2. Το άρθρο 11 του ν. 5607/1932 (Α΄ 300), αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 11

Προσωρινό Κλείσιμο Φαρμακείου

1. Φαρμακείο που βρίσκεται σε λειτουργία δε μπορεί να μείνει κλειστό, χωρίς άδεια του αρμόδιου Περιφερειάρχη. Άδεια για προσωρινό κλείσιμο του φαρμακείου χορηγείται: α) Για χρονικό διάστημα μέχρι έξι (6) μήνες μόνον στις κάτωθι περιπτώσεις: αα) Για μεταφορά ή ανακαίνιση του φαρμακείου, ή ββ) για λόγους υγείας του φαρμακοποιού, ή γγ) για οικονομικούς ή άλλους σοβαρούς λόγους, αν κατά την κρίση της αρμόδιας Αρχής είναι αδύνατη για το φαρμακοποιό η ανεύρεση αντικαταστάτη. β) Για χρονικό διάστημα μέχρι ένα μήνα το χρόνο, χωρίς ειδική αιτιολογία, μετά από γνώμη του αρμόδιου Φαρμακευτικού Συλλόγου. Επίσης κατάστημα φαρμακείου δεν μπορεί να αλλάξει τη χρήση του για όσο χρονικό διάστημα λειτουργεί ως φαρμακείο.

2. Με απόφαση του αρμόδιου Περιφερειάρχη, οι παραβάτες των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου τιμωρούνται με πρόστιμο μέχρι 5.000 ευρώ που εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου που ισχύει για τη είσπραξη δημοσίων εσόδων. Σε περίπτωση παύσης της λειτουργίας του φαρμακείου χωρίς άδεια του αρμόδιου Περιφερειάρχη, για περισσότερο από τρεος (3) μήνες, ή αλλαγής χρήσης του καταστήματος που στεγάζει φαρμακείο, ανακαλείται η άδεια ίδρυσης και λειτουργίας του φαρμακείου με απόφαση του κατά τόπον αρμόδιου Περιφερειάρχη.

3. Κωφάλαλοι πτυχιούχοι φαρμακοποιοί, που έχουν άδεια άσκησης επαγγέλματος φαρμακοποιού, μπορούν να πάρουν την άδεια ίδρυσης φαρμακείου εάν έχουν ικανοποιητική δυνατότητα χειλεανάγνωσης και σχετική ικανότητα ομιλίας, βεβαιούμενες από Κρατικό Νοσοκομείο. Αν οι φαρμακοποιοί που περιγράφονται στην παράγραφο αυτή δεν έχουν τις ουσιαστικές δυνατότητες για την εξυπηρέτηση του κοινού, τότε παίρνουν την άδεια ίδρυσης φαρμακείου αν στο φαρμακείο συνυπηρετεί βοηθός φαρμακείου.».

2. Η περίπτωση 35 της παρ. ΙΙ του άρθρου 75 του ν. 3463/2006 (Α΄ 114), αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Η λήψη απόφασης σχετικά με τον καθορισμό των ωρών ανοίγματος, μεσημβρινής διακοπής και κλεισίματος των φαρμακαποθηκών.».

4. Η υποπαράγραφος 3 της παρ. 7 του άρθρου 95 του ν. 4172/2013 (Α΄167) αντικαθίσταται ως εξής:

«Τα φαρμακεία λειτουργούν υπό τη διαρκή παρουσία και επίβλεψη αδειούχου φαρμακοποιού. Εφόσον, κατόπιν ελέγχου των αρμόδιων ελεγκτικών οργάνων, διαπιστωθεί ότι φαρμακείο δεν λειτουργεί υπό την παρουσία και επίβλεψη αδειούχου φαρμακοποιού, επιβάλλεται στον κάτοχο της άδειας ίδρυσης και λειτουργίας του φαρμακείου χρηματικό πρόστιμο πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ, με απόφαση του Δ.Σ του Ε.Ο.Φ., ανάλογα με τη σοβαρότητα και τη συχνότητα της παράβασης.».

 

Άρθρο 258

Χρήση Πράσινου Σταυρού και Φαρμακείου

1. Η καθ’ οιονδήποτε τρόπο χρήση και εμπορική εκμετάλλευση. α) της λέξεως «φαρμακείο» (αυτούσια ή των παραγώγων της) σε οποιαδήποτε γλώσσα, και β) του σταυρού πρασίνου χρώματος, σε οποιαδήποτε μορφή, επιτρέπεται αποκλειστικά και μόνο στα νομίμως λειτουργούντα φαρμακεία.

2. Οι παραβάτες της προηγούμενης παραγράφου τιμωρούνται με χρηματικό πρόστιμο δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ και σε περίπτωση υποτροπής τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ με απόφαση του Δ.Σ. του Ε.Ο.Φ. Οι ανωτέρω ποινές επιβάλλονται σωρευτικά με οποιαδήποτε άλλη προβλεπόμενη ποινή.

 

Άρθρο 259

Κατάργηση Επιτροπής Τιμών Φαρμάκων

1. Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 του άρθρου 17 του ν.δ. 96/1973 (Α΄ 172) αντικαθίστανται ως εξής:

«1. Οι ανώτατες τιμές λιανικής, χονδρικής, νοσοκομειακής πώλησης, οι τιμές παραγωγού (ex-factory) και οι τιμές κάθε άλλης ειδικής πώλησης φαρμάκων, πλην των Μη Συνταγογραφούμενων Φαρμάκων (ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ.), καθορίζονται με Δελτία Τιμών, που εκδίδει ο Υπουργός Υγείας, ύστερα από γνώμη του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.). Τα Δελτία Τιμών τίθενται σε ισχύ την επόμενη της ανάρτησής τους στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Υγείας, εκτός αν στο Δελτίο Τιμών ορίζεται μεταγενέστερα η έναρξη ισχύος τους, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις σαράντα πέντε (45) πλήρεις ημέρες μετά την ανάρτηση.

2. Ο Ε.Ο.Φ. πριν την διατύπωση της γνώμης του προς τον Υπουργό Υγείας, σύμφωνα με την παράγραφο 1, αναρτά το Δελτίο Τιμών στην ιστοσελίδα του, επί του οποίου υποβάλλονται παρατηρήσεις μόνον επί προδήλου σφάλματος του Δελτίου εντός τριών (3) εργασίμων ημερών από επόμενη ημέρα της ανάρτησης, από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον. Ο Ε.Ο.Φ. αποδέχεται ή απορρίπτει τις παρατηρήσεις και τελικώς διαμορφώνει και υποβάλει την γνώμη του προς τον Υπουργό Υγείας.

3. Οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον μπορεί να υποβάλει ενώπιον του Υπουργού Υγείας ένσταση κατά της απόφασης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, εντός αποκλειστικής προθεσμίας πέντε (5) ημερών, η οποία αρχίζει από την επόμενη της ανάρτησης στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Υγείας. Η ένσταση υποβάλλεται ηλεκτρονικά στον Ε.Ο.Φ. Μόνο σε περίπτωση ανωτέρας βίας, η ένσταση του προηγούμενου εδαφίου υποβάλλεται εγγράφως στον Ε.Ο.Φ. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, ύστερα από γνώμη του Ε.Ο.Φ., απορρίπτονται ή γίνονται δεκτές οι ενστάσεις και εκδίδεται τροποποιημένο Δελτίο Τιμών, το οποίο αναρτάται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Υγείας και ισχύει από την ημερομηνία της ανάρτησής του, κατά το μέρος της τροποποίησης. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα σχετικά με την διαδικασία τιμολόγησης των φαρμάκων.».

2. Εκκρεμείς διαδικασίες τιμολόγησης φαρμάκων, πλην των ΜΗ.ΣΥ.ΦΑ., συνεχίζονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος.

 

ΜΕΡΟΣ Γ΄

ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΥΓΕΙΑΣ

 

Άρθρο 260

Συναισθηματικός Δότης - Κάρτα Δότη Ε.Ο.Μ.

1. Η περίπτωση ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 3984/2011 (Α΄150) αντικαθίσταται ως εξής:

«ε) σε πρόσωπο με το οποίο έχει προσωπική σχέση και συνδέεται συναισθηματικά. Για τη μεταμόσχευση απαιτείται άδεια από τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (Ε.Ο.Μ.) ύστερα από σύμφωνη γνώμη μη αμειβόμενης Επιτροπής που αποτελείται από έναν πρωτοδίκη, που ορίζεται από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του κατά τόπον αρμόδιου Πρωτοδικείου, στην περιφέρεια του οποίου κατοικεί ο λήπτης, έναν εκπρόσωπο του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων (Ε.Ο.Μ.), έναν ψυχίατρο και έναν κοινωνικό λειτουργό. Η Επιτροπή στα πλαίσια της γνωμοδοτικής της αρμοδιότητας συντάσσει τεκμηριωμένη έκθεση περί της ύπαρξης προσωπικής σχέσης και συναισθηματικού συνδέσμου, που δικαιολογεί το αίτημα για μεταμόσχευση. Τα μέλη της Επιτροπής έχουν το δικαίωμα, από κοινού ή χωριστά, με την έγγραφη συγκατάθεση του δωρητή και λήπτη να προβαίνουν σε επεξεργασία, κατά την έννοια του άρθρου 2 του ν. 2472/1997 (Α΄50) και σε πλήρη έλεγχο και αξιολόγηση κάθε είδους προσωπικών δεδομένων του δωρητή και λήπτη, όπως των συνθηκών της καθημερινής διαβίωσής τους, των κοινωνικών σχέσεων και της εργασίας τους και του ιατρικού φακέλου τους, καθώς και πληροφορίες οποιασδήποτε διαβάθμισης που λαμβάνονται από το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη για το εάν συντρέχουν λόγοι δημόσιας τάξης και ασφάλειας ως προς τα ανωτέρω πρόσωπα, που μπορεί να σχετίζονται με την αιτηθείσα μεταμόσχευση, λαμβάνοντας υπόψη κάθε αποδεικτικό μέσο, όπως αυτοψία, έγγραφα ιδιωτικά ή δημόσια και καταθέσεις ατόμων του οικογενειακού, φιλικού, κοινωνικού ή εργασιακού περιβάλλοντός τους. Η ανωτέρω έγγραφη συγκατάθεση για την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων του δωρητή και λήπτη αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για την έναρξη της διαδικασίας αδειοδότησης της μεταμόσχευσης. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Υγείας και έχει τριετή θητεία. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας μπορεί να ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας διάταξης.».

2. Η παρ. 2 του άρθρου 9 του ν.3984/2011 (Α΄ 150), αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Η αφαίρεση ενός ή περισσότερων οργάνων, ιστών και κυττάρων από ενήλικο, θανόν πρόσωπο πραγματοποιείται: α) με τη σύμφωνη γνώμη της οικογένειας εφόσον, όσο ζούσε, δεν είχε εκφράσει την αντίθεσή του, β) με την κάρτα δότη, η οποία εκφράζει την ελεύθερη δήλωση βούλησης του προσώπου εν ζωή για την δωρεά ενός ή περισσοτέρων οργάνων, ιστών και κυττάρων, χωρίς να απαιτείται στην περίπτωση αυτή η συναίνεση της οικογένειας. Η κάρτα δότη μπορεί να καταργηθεί ανά πάσα στιγμή με την έγγραφη συναίνεση του δότη. Στην περίπτωση που ο θανών έχει ενταχθεί στο Μητρώο Αρνητών που τηρεί ο Ε.Ο.Μ., δεν πραγματοποιείται δωρεά οργάνων, ιστών και κυττάρων. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας καθορίζεται και εξειδικεύεται ο τρόπος και κάθε τεχνική λεπτομέρεια σχετικά με τις ανωτέρω εκδηλώσεις θετικής ή αρνητικής δήλωσης του κάθε ατόμου και ο τρόπος συγκέντρωσης αυτών από τον Ε.Ο.Μ.».

 

Άρθρο 261

Ιοντίζουσες Ακτινοβολίες

1. Τα δύο τελευταία εδάφια της περίπτωσης α΄ της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν.δ. 181/1974 (Α΄347), αντικαθίστανται ως εξής:

«Με απόφαση του Υπουργού Υγείας μπορεί να καθορίζονται πρόσθετα κριτήρια, όπως κοινωνικά, χωροταξικά, συμπεριλαμβανομένου του κριτηρίου πληθυσμιακής κάλυψης, υγειονομικά και οικονομικά και να ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την έκδοση της άδειας σκοπιμότητας. Ως πληθυσμιακή κάλυψη ορίζεται ο πληθυσμός στον οποίο αντιστοιχεί κάθε είδος συστήματος. Ως πληθυσμιακή μονάδα μπορούν να θεωρούνται είτε οι Δήμοι είτε οι Περιφερειακές Ενότητες είτε οι Περιφέρειες, είτε συνδυασμός των ανωτέρω κατά περίπτωση, που ειδικώς θα ορίζεται στην ανωτέρω απόφαση του Υπουργού Υγείας. Εκκρεμείς αιτήσεις για νέα άδεια σκοπιμότητας, σε οποιοδήποτε στάδιο, κατά την ημέρα δημοσίευσης της προαναφερόμενης απόφασης του Υπουργού Υγείας, επανεξετάζονται ως νέες αιτήσεις, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην απόφαση αυτή.»

2. Η απόφαση της παραγράφου 1 του παρόντος, εκδίδεται εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος.

 

Άρθρο 262

Μεταβατικές διατάξεις Μονάδων Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής

Στο άρθρο 16 του π.δ. 10/2016 (Α΄20) προστίθεται παράγραφος 5, η οποία έχει ως εξής:

«5. Οι Μ.Ι.Υ.Α. οι οποίες λειτουργούσαν σε δημόσια νοσοκομεία κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος προεδρικού διατάγματος, μπορούν να υποβάλλουν αίτηση για τη χορήγηση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας, που εξετάζεται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, εντός έξι (6) μηνών από την δημοσίευση του παρόντος νόμου. Οι μονάδες αυτές θεωρούνται ότι λειτουργούν σύννομα έως τη έκδοση απόφασης της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.».

 

Άρθρο 263

Καταργούμενες διατάξεις

1. Από τη δημοσίευση της υπουργικής απόφασης της παρ.3 του άρθρου 248 του παρόντος νόμου, καταργούνται οι διατάξεις: α) της παραγράφου 4 και των περιπτώσεων β΄, γ΄, δ΄, ε΄, η΄, θ΄ και ι΄ της παραγράφου 1 και του άρθρου 12 του ν. 3816/2010 και β) της υπ’ αριθμ. ΔΥΓ3(α)/ οικ.104744/25-10-2012 απόφασης του Υπουργού Υγείας (Β΄ 2912).

2. Από τη δημοσίευση του παρόντος καταργούνται:

α) Η παρ. 2α) και 2β) του άρθρου 36 του ν. 3918/2011 (Α΄31),

β) το άρθρο 22 του ν.1483/1984 (Α΄153), πλην των παραγράφων 5 και 6 που παραμένουν σε ισχύ,

γ) η περίπτωση ζ΄ της παρ. 5 του άρθρου 17 του ν.δ. 96/1973,

δ) η παρ. 6 και 6α του άρθρου 39 του ν. 3918/2011 (Α΄3).

 

Άρθρο 264

Θεραπεία με φάρμακα που δεν κυκλοφορούν στην Ελλάδα και φάρμακα υψηλού κόστους ειδικών παθήσεων

Για την αναγκαιότητα θεραπείας με φάρμακα που δεν κυκλοφορούν στην Ελλάδα και με φάρμακα υψηλού κόστους ειδικών παθήσεων της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 3816/2010 (Α΄ 6) και για την αποζημίωση αυτών αποφασίζει το ΔΣ του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (Ε.Ο.Π.Υ.Υ.), μετά από γνώμη τριών (3) ιατρών ειδικότητας σχετικής με τη νόσο για την οποία συνταγογραφείται το φάρμακο και σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα επόμενα άρθρα. Τα ανωτέρω φάρμακα παρέχονται μόνο από τα φαρμακεία του Οργανισμού ή των κρατικών νοσοκομείων.

 

Άρθρο 265

Σύστημα Ηλεκτρονικής Προέγκρισης (Σ.Η.Π.)

1. Δημιουργείται στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. ενιαίο Σύστημα Ηλεκτρονικής Προέγκρισης (Σ.Η.Π.), μέσω του οποίου θα γίνεται η ηλεκτρονική διαχείριση και η εξέταση των αιτημάτων σχετικά με την αναγκαιότητα αποζημίωσης φαρμάκων για τις οποίες λαμβάνει απόφαση ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και που ανήκουν στις παρακάτω κατηγορίες:

α) Φάρμακα υψηλού κόστους ειδικών παθήσεων της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 3816/2010 (Α΄ 6).

β) Φάρμακα που δεν κυκλοφορούν στην Ελλάδα (εξωτερικού) και θα χορηγηθούν μέσω έκτακτων εισαγωγών ή ατομικών αιτημάτων.

γ) Φάρμακα που χορηγούνται εκτός εγκεκριμένων ενδείξεων.

δ) Φάρμακα που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο αποζημιούμενων φαρμάκων (θετικό κατάλογο), δεν έχουν αξιολογηθεί και ζητείται να χορηγηθούν κατ’ εξαίρεση, για νόσους ή παθολογικές καταστάσεις, άμεσα απειλητικές για τη ζωή ή ικανές να προκαλέσουν ανήκεστο βλάβη στην υγεία.

ε) Φάρμακα πρώιμης πρόσβασης που δεν χορηγούνται δωρεάν από τον ΚΑΚ ή τον τοπικό αντιπρόσωπο και για τα οποία ζητείται η χορήγηση προσωρινής ατομικής άδειας από τον Ε.Ο.Φ.

2. Η υποβολή αιτημάτων στο Σ.Η.Π. και η επεξεργασία αυτών εντάσσεται στα πλαίσια της επεξεργασίας ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η οποία είναι απαραίτητη για λόγους δημόσιου συμφέροντος στον τομέα της Δημόσιας Κοινωνικής Ασφάλισης, χωρίς τη συναίνεση του υποκειμένου των δεδομένων. Η εν λόγω επεξεργασία υπόκειται σε κατάλληλα και ειδικά μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των φυσικών προσώπων. Απαγορεύεται αυστηρά η επεξεργασία των ανωτέρω δεδομένων που σχετίζονται με την υγεία για λόγους δημόσιου συμφέροντος να έχει ως αποτέλεσμα την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για άλλους σκοπούς από οποιονδήποτε τρίτο πλην του Οργανισμού. Οι υπεύθυνοι επεξεργασίας ή εκτελούντες την επεξεργασία υπέχουν υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου.

 

Άρθρο 266

Κατάλογος γνωμοδοτούντων ιατρών

1. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας εκδίδεται κατάλογος γνωμοδοτούντων ιατρών, ο οποίος ανανεώνεται κάθε δύο χρόνια και περιλαμβάνει τουλάχιστον πέντε ιατρούς από κάθε μία από τις κάτωθι ειδικότητες:

α) Αιματολογία

β) Ακτινοθεραπευτική/Ογκολογική

γ) Αναισθησιολογία

δ) Γαστρεντερολογία

ε) Γυναικολογία

στ) Δερματολογία

ζ) Ενδοκρινολογία

η) Καρδιολογία

θ ) Νευρολογία

ι) Νεφρολογία

ια) Παθολογική Ογκολογία

ιβ) Ορθοπαιδική

ιγ) Ουρολογία

ιδ) Οφθαλμολογία

ιε) Παθολογία

ιστ) Παιδιατρική

ιζ) Πνευμονολογία

ιη) Ρευματολογία

ιθ) Ψυχιατρική.

Με απόφαση του Υπουργού Υγείας θα καθορίζονται τα κριτήρια επιλογής των ιατρών, οι οποίοι θα επιλέγονται μετά από πρόταση των Διοικητών Υ.ΠΕ. Για τους γνωμοδοτούντες ιατρούς ισχύουν τα ασυμβίβαστα που προβλέπονται για τα μέλη της Επιτροπής Αξιολόγησης και Αποζημίωσης Φαρμάκων Ανθρώπινης Χρήσης.

2. Η συμμετοχή των ιατρών είναι υποχρεωτική και η έγκαιρη εκτέλεση των καθηκόντων τους εντός των προθεσμιών του παρόντος συνιστά προσήκουσα εκπλήρωση υπηρεσιακού καθήκοντος, η παράβαση του οποίου συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα.

 

Άρθρο 267

Πιστοποίηση στο Σ.Η.Π.

1. Οι γνωμοδοτούντες ιατροί, οι οποίοι περιλαμβάνονται στον σχετικό κατάλογο, καθώς και κάθε θεράπων ιατρός που προωθεί αιτήματα έγκρισης αποζημίωσης φαρμάκων για τις περιπτώσεις που αναφέρονται ανωτέρω εγγράφονται ηλεκτρονικά και πιστοποιούνται στο Σ.Η.Π., σύμφωνα με τις οδηγίες που εκδίδονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Τα ελάχιστα πεδία που θα πρέπει να προβλέπονται για την ηλεκτρονική εγγραφή και την πιστοποίηση των ιατρών είναι το ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, μητρώνυμο, τα στοιχεία διεύθυνσης εργασίας και επικοινωνίας, ο αριθμός μητρώου ΕΤΑΑ (ΤΣΑΥ), ο ΑΜΚΑ, η ιατρική ειδικότητα/εξειδίκευση και η ηλεκτρονική διεύθυνση κάθε ιατρού.

2. Επίσης εγγράφονται ηλεκτρονικά και πιστοποιούνται στο Σ.Η.Π. δύο υπάλληλοι του Ε.Ο.Φ., που ορίζονται από τον Πρόεδρο του Οργανισμού και δύο τουλάχιστον Γραμματείς της Επιτροπής Αξιολόγησης και Αποζημίωσης Φαρμάκων Ανθρώπινης Χρήσης, οι οποίοι ορίζονται με απόφαση της ίδιας Επιτροπής, καθώς και ειδικώς εντεταλμένοι υπάλληλοι του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. που ορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.

 

Άρθρο 268

Διαδικασία υποβολής, διαχείρισης και εξέτασης αιτημάτων

1. Οι θεράποντες ιατροί, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας πιστοποίησης, υποβάλλουν ηλεκτρονικά αίτηση. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας εξειδικεύονται τα στοιχεία που πρέπει κατ’ ελάχιστον να περιλαμβάνονται στα πεδία υποχρεωτικής συμπλήρωσης, καθώς και τα στοιχεία της αναγκαίας αιτιολογίας στην αίτηση του ιατρού. Κατά την υποβολή των αιτημάτων από τους θεράποντες ιατρούς θα πρέπει να αναφέρεται, εκτός από την ιατρική αναγκαιότητα, το τεκμηριωμένο όφελος για τον ασθενή, η εξάντληση όλων των διαθεσίμων αποζημιούμενων θεραπειών, καθώς και κάθε άλλο πρόσφορο στοιχείο. Τα επιμέρους πρότυπα γνωμάτευσης ανά νόσο- φάρμακο εγκρίνονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.

2. Τα αιτήματα που αφορούν σε φάρμακα υψηλού κόστους ειδικών παθήσεων διαβιβάζονται άμεσα από το διαχειριστή του Σ.Η.Π. σε τρεις ιατρούς ειδικότητας σχετικής με τη νόσο, οι οποίοι επιλέγονται τυχαία από τον ως άνω κατάλογο και γνωμοδοτούν μέσα σε πέντε ημέρες σχετικά με την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος, λαμβάνοντας υπόψη το θεραπευτικό πρωτόκολλο, και αποστέλλουν τη γνώμη τους προς το ΔΣ του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. προκειμένου να λάβει την τελική του απόφαση.

3. Τα αιτήματα που αφορούν σε φάρμακα που δεν κυκλοφορούν στην Ελλάδα (εξωτερικού) και θα χορηγηθούν μέσω έκτακτων εισαγωγών ή ατομικών αιτημάτων διαβιβάζονται άμεσα από το διαχειριστή του Σ.Η.Π. ηλεκτρονικά στον αρμόδιο υπάλληλο του Ε.Ο.Φ. Ο Ε.Ο.Φ. ενημερώνει ηλεκτρονικά μέσα σε πέντε ημέρες σχετικά με την άδεια κυκλοφορίας και αν επιτρέπει τη διακίνηση του συγκεκριμένου φαρμάκου, προκειμένου στη συνέχεια ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. να προχωρήσει σε έγκριση ή μη της αποζημίωση αυτού. Μετά τη λήψη της ηλεκτρονικής ενημέρωσης από τον Ε.Ο.Φ., το αίτημα μαζί με το ενημερωτικό σημείωμα του Ε.Ο.Φ. διαβιβάζονται άμεσα από το διαχειριστή του Σ.Η.Π. σε τρεις (3) ιατρούς ειδικότητας σχετικής με τη νόσο, οι οποίοι επιλέγονται τυχαία και που γνωμοδοτούν μέσα σε πέντε (5) ημέρες, λαμβάνοντας υπόψη το θεραπευτικό πρωτόκολλο, σχετικά με την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος και αποστέλλουν τη γνώμη τους προς το Δ.Σ. του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. προκειμένου να λάβει την τελική του απόφαση.

4. Σε περιπτώσεις κατεπείγουσας αιτιολογημένης ανάγκης (άμεσος κίνδυνος για τη ζωή ή για πρόκληση ανήκεστης βλάβης στην υγεία του ασθενή) χορήγησης σε νοσηλευόμενους ασθενείς φαρμάκων που δεν κυκλοφορούν στην Ελλάδα, ο πιστοποιημένος θεράπων ιατρός υποβάλλει το αίτημα με ένδειξη «Κατεπείγουσα χορήγηση», η οποία θα περιλαμβάνεται στο Σ.Η.Π., καθώς και τη συναίνεση του ασθενή, όποτε αυτή είναι δυνατό να δοθεί ότι αποδέχεται την περίπτωση το αίτημα για αποζημίωση να απορριφθεί. Το φάρμακο χορηγείται άμεσα από το φαρμακείο του νοσηλευτικού ιδρύματος και το σχετικό αίτημα εγκρίνεται ή απορρίπτεσαι εκ των υστέρων κατά την προπεριγραφείσα διαδικασία και σε περίπτωση απόρριψης του αιτήματος το φάρμακο δεν αποζημιώνεται από τον Ε.Ο.Π.Π.Υ.

5. Τα αιτήματα που αφορούν σε φάρμακα που χορηγούνται εκτός εγκεκριμένων ενδείξεων διαβιβάζονται άμεσα από το διαχειριστή του Σ.Η.Π. ηλεκτρονικά σε αρμόδιο υπάλληλο του Ε.Ο.Φ. Ο Ε.Ο.Φ. ενημερώνει ηλεκτρονικά μέσα σε πέντε ημέρες σχετικά με την άδεια κυκλοφορίας και τις εγκεκριμένες ενδείξεις του συγκεκριμένου φαρμάκου. Μετά τη λήψη της ενημέρωσης το αίτημα μαζί με το ενημερωτικό σημείωμα του Ε.Ο.Φ. διαβιβάζονται άμεσα από το διαχειριστή του Σ.Η.Π. σε τρεις ιατρούς ειδικότητας σχετικής με τη νόσο, οι οποίοι επιλέγονται τυχαία, προκειμένου να γνωμοδοτήσουν εντός πέντε ημερών, λαμβάνοντας υπόψη το θεραπευτικό πρωτόκολλο, σχετικά με την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος και αποστέλλουν τη γνώμη τους προς το ΔΣ του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. προκειμένου να λάβει την τελική του απόφαση.

6. Τα αιτήματα που αφορούν σε φάρμακα που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο αποζημιούμενων φαρμάκων και θα χορηγηθούν κατ’ εξαίρεση διαβιβάζονται άμεσα από το διαχειριστή του Σ.Η.Π. ηλεκτρονικά προς την Επιτροπή Αξιολόγησης και Αποζημίωσης Φαρμάκων Ανθρώπινης Χρήσης για την έκφραση αιτιολογημένης γνώμης. Η γνώμη της Επιτροπής αποστέλλεται ηλεκτρονικά εντός αποκλειστικής προθεσμίας πέντε ημερών. Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου τεκμαίρεται η αρνητική γνώμη της Επιτροπής. Στη συνέχεια το αίτημα μαζί με τη γνώμη της Επιτροπή Αξιολόγησης αποστέλλεται άμεσα προς το ΔΣ του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. προκειμένου να λάβει την τελική του απόφαση. Για το αίτημα της παρούσας περίπτωσης η απόφαση του ΔΣ του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. πρέπει να αποστέλλεται στον αιτούντα θεράποντα ιατρό μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.

7. Τα αιτήματα που αφορούν σε φάρμακα πρώιμης πρόσβασης που δεν χορηγούνται δωρεάν από τον ΚΑΚ ή τον τοπικό αντιπρόσωπο και για τα οποία ζητείται η χορήγηση προσωρινής ατομικής άδειας από τον Ε.Ο.Φ. διαβιβάζονται άμεσα από το διαχειριστή του Σ.Η.Π. ηλεκτρονικά σε αρμόδιο εντεταλμένο προς τούτο υπάλληλο του Ε.Ο.Φ. Ο Ε.Ο.Φ. ενημερώνει ηλεκτρονικά μέσα σε πέντε ημέρες σχετικά με την άδεια κυκλοφορίας, τη συνταγογράφηση εντός ή εκτός εγκεκριμένων ενδείξεων και την ύπαρξη ή μη σχετικού προγράμματος δωρεάν χορήγησης του συγκεκριμένου φαρμάκου. Στη συνέχεια το αίτημα μαζί με το ενημερωτικό σημείωμα του Ε.Ο.Φ. διαβιβάζονται άμεσα από το διαχειριστή του Σ.Η.Π. σε τρεις (3) ιατρούς ειδικότητας σχετικής με τη νόσο, οι οποίοι επιλέγονται τυχαία και γνωμοδοτούν σχετικά με την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος, λαμβάνοντας υπόψη το θεραπευτικό πρωτόκολλο και αποστέλλουν τη γνώμη τους προς το ΔΣ του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. προκειμένου να λάβει την τελική του απόφαση.

 

Άρθρο 269

Ολοκλήρωση διαδικασίας

1. Το Δ.Σ. του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. συνεδριάζει μία κατ’ ελάχιστον φορά την εβδομάδα για να αποφασίσει σχετικά με την έγκριση ή απόρριψη αιτημάτων.

2. Η απόφαση του Δ.Σ. του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., η οποία δέχεται ή απορρίπτει το κάθε αίτημα, δυνάμει και των γνωμοδοτήσεων των τριών ιατρών, επικυρώνεται αυθημερόν και σε κάθε περίπτωση μέσα σε δύο (2) ημέρες, διαβιβάζεται ηλεκτρονικά μέσω του Σ.Η.Π. στον θεράποντα ιατρό που υπέβαλλε το αίτημα. Σε περίπτωση απόρριψης του αιτήματος, νέο αίτημα μπορεί να υποβληθεί μόνο σε περίπτωση ουσιώδους μεταβολής των περιστάσεων, με ειδική προς τούτο αιτιολογία του θεράποντος ιατρού.

3. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας καθορίζεται ο τρόπος και οι λεπτομέρειες της ηλεκτρονικής καταχώρισης των φαρμάκων για τα οποία τα αιτήματα έχουν εγκριθεί.

 

Άρθρο 270

Μεταβατικές - Καταργούμενες διατάξεις

1. Μέχρι την έκδοση της υπουργικής απόφασης με την οποία εκδίδεται ο κατάλογος των γνωμοδοτούντων ιατρών, οι επιτροπές που έχουν συγκροτηθεί και λειτουργούν δυνάμει της περίπτωσης γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 30 του ν. 3918/2011 (Α΄ 31) εξακολουθούν να ασκούν τα προβλεπόμενα εκ του νόμου καθήκοντά τους.

2. Από την έκδοση της υπουργικής απόφασης της με την οποία εκδίδεται ο κατάλογος των γνωμοδοτούντων ιατρών καταργείται η διάταξη της περίπτωσης γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 30 του ν. 3918/2011, καθώς και κάθε γενική ή ειδική διάταξη που είναι αντίθετη στις διατάξεις του παρόντος ή ρυθμίζει τα θέματα αυτά με άλλο τρόπο.

 

ΜΕΡΟΣ Δ΄

ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΠΕΡΙ ΙΑΤΡΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΙΑΤΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

 

Άρθρο 271

Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος (Π.Ι.Σ.)

1. Ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος (Π.Ι.Σ.) αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου σωματειακού χαρακτήρα, με έδρα την Αθήνα. Αποτελεί το κεντρικό συντονιστικό όργανο και την εποπτεύουσα οργάνωση όλων των Ιατρικών Συλλόγων και των ιατρών της χώρας. Αποτελεί το ανώτατο θεσμικό όργανο των ιατρών και συμβουλευτικό όργανο της πολιτείας για θέματα υγείας και κοινωνικής ασφάλισης.

2. Ο Π.Ι.Σ. έχει σκοπό τη διαχείριση ζητημάτων υγείας στην επικράτεια. Ιδίως δε έχει ως σκοπούς:

α) Το να επικουρεί τον Υπουργό Υγείας στη διαχείριση των ζητημάτων υγείας, στην εξασφάλιση καλής ιατρικής περίθαλψης του πληθυσμού και διαφύλαξη και προαγωγή της δημόσιας υγείας με διαρκή ανταλλαγή γνώσης και εμπειρίας μεταξύ των Ιατρικών Συλλόγων και τον αντίστοιχο συντονισμό των σκοπών και δραστηριοτήτων τους.

β) Την προστασία των εννόμων συμφερόντων όλων των ιατρών που είναι εγγεγραμμένοι στους Ιατρικούς Συλλόγους, μέλη του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, και παροχή συμβουλών, ενημέρωσης και συνεχιζόμενης ιατρικής εκπαίδευσης σε σημαντικούς τομείς που αφορούν τον ιατρό, τους χώρους υγειονομικής περίθαλψης αλλά και τον κοινωνικό βίο.

γ) Τη συνεργασία με τις πανεπιστημιακές αρχές και τα θεσμικά όργανα του κράτους για τον αριθμό εισακτέων στις ιατρικές σχολές, των μεταγραφών, την αναγνώριση πανεπιστημιακών τίτλων και σπουδών στην αλλοδαπή, καθώς και τη διαμόρφωση προγραμμάτων σπουδών.

δ) Τη συνεργασία για τη θέσπιση μιας κατά το δυνατόν ενιαίας νομοθετικής ρύθμισης με προτάσεις προς την πολιτική ηγεσία σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των ιατρών και τις βασικές αρχές που πρέπει να διέπουν την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος σε όλους τους τομείς.

ε) Τη διασφάλιση των επαγγελματικών εννόμων συμφερόντων των ιατρών σε όλους τους τομείς, την προάσπιση και διασφάλιση της αξιοπρεπούς επαγγελματικής και επιστημονικής άσκησης του ιατρικού λειτουργήματος-επαγγέλματος σε κάθε ιδιωτική ή δημόσια σχέση εργασίας, τη συλλογική εκπροσώπηση ιατρών για σύναψη συμβάσεων με οργανισμούς ή άλλους φορείς για παροχή ιατρικών υπηρεσιών και τη σύναψη των συμβάσεων αυτών.

στ) Την εκπροσώπηση και υποστήριξη των θέσεων της ιατρικής κοινότητας σε ζητήματα ιατρικά και πολιτικής υγείας.

ζ) Την εξασφάλιση των προϋποθέσεων για τη διά βίου συνεχιζόμενη ιατρική εκπαίδευση, καθώς και τη συνεχιζόμενη επαγγελματική κατάρτιση.

η) Τη διασφάλιση της ποιότητας των παρεχόμενων ιατρικών υπηρεσιών.

θ) Την ανάπτυξη σχέσεων με δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς της ιατρικής επιστήμης και με Εθνικούς Ιατρικούς Συλλόγους της αλλοδαπής.

ι) Την επεξεργασία και πρόταση κωδίκων ιατρικής δεοντολογίας και άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος καθώς και τη μετάφραση στην ελληνική γλώσσα ευρωπαϊκών και διεθνών κωδίκων και διακηρύξεων ιατρικής ηθικής και δεοντολογίας του Παγκόσμιου Ιατρικού Συλλόγου και της Μόνιμης Επιτροπής Ευρωπαίων Ιατρών.

ια) Τη ρύθμιση ζητημάτων συνεχιζόμενης ιατρικής εκπαίδευσης καθώς και της αξιολόγησης με κριτήρια που προτείνονται από τον Π.Ι.Σ., που αφορούν το περιεχόμενο, τη διάρκεια και τους σκοπούς της μετεκπαίδευσης και των ιατρικών ειδικοτήτων.

Μέσα για την πραγματοποίηση των ως άνω σκοπών είναι ιδίως:

α) Ο συντονισμός των επί γενικών θεμάτων ενεργειών των Ιατρικών Συλλόγων και η συνεργασία με αυτούς προς διευκόλυνση της κανονικής και νόμιμης λειτουργίας τους.

β) Η εποπτεία της τήρησης των κανόνων της ιατρικής δεοντολογίας και της προαγωγής των ηθικών και δεοντολογικών κανόνων του ιατρικού επαγγέλματος.

γ) Η προβολή θέσεων και απόψεων επί ζητημάτων που αφορούν στη δημόσια υγεία, το περιβάλλον, την εκπαίδευση, τη συνεχιζόμενη ιατρική εκπαίδευση, την επαγγελματική κατάρτιση των ιατρών και την ιατρική δεοντολογία.

δ) Η έκφραση γνώμης επί νομοσχεδίων, σχεδίων προεδρικών διαταγμάτων και κανονιστικών διατάξεων, σχετικών με την δημόσια υγεία ή το ιατρικό επάγγελμα.

ε) Η παρακολούθηση της ποιότητας παροχής περίθαλψης σε επίπεδο πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας ή τριτοβάθμιας φροντίδας υγείας στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.

στ) Η μελέτη υγειονομικών θεμάτων και οργάνωση επιστημονικών ιατρικών συνεδρίων με επιτροπές εμπειρογνωμόνων.

ζ) Η έκδοση περιοδικών δελτίων και η τήρηση διαδικτυακών ιστοσελίδων και ιστοτόπων με επιστημονικό ή συνδικαλιστικό περιεχόμενο προς πληρέστερη επιστημονική και επαγγελματική ενημέρωση των ιατρών και επικοινωνία με τους Ιατρικούς Συλλόγους.

η) Η εκπροσώπηση των ιατρών της χώρας ή η πρόταση εκπροσώπων σε όλους τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς, φορείς και οργανώσεις για την προάσπιση και αναβάθμιση του ιατρικού επαγγέλματος, στους οποίους συμμετέχουν εκπρόσωποι ιατρών από κάθε χώρα, και ιδίως στον Παγκόσμιο Ιατρικό Σύλλογο (WMA), τη Μόνιμη Επιτροπή των Ευρωπαίων Ιατρών (CPME) και την Ευρωπαϊκή Ένωση Ειδικευμένων Ιατρών (UEMS/EACCME), καθώς και όλες τις άλλες διεθνείς οργανώσεις που θα κρίνει εκάστοτε το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ι.Σ.

θ) Η πρόταση εκπροσώπων στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.

ι) Η συμμετοχή σε συμβούλια και επιτροπές υγείας που αφορούν ζητήματα ιατρών και δημόσιας υγείας, όταν προβλέπεται σε ειδικότερες διατάξεις.

ια) Ο ορισμός επιστημονικών επιτροπών για επεξεργασία ζητημάτων που αφορούν τους ιατρούς και ζητημάτων δημόσιας υγείας.

ιβ) Η συμμετοχή με εκπρόσωπο που ορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ι.Σ. στα Διοικητικά Συμβούλια του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και όλων των ασφαλιστικών οργανισμών.

ιγ) Η χορήγηση των αδειών ή βεβαιώσεων, κατά περίπτωση, άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.

ιδ) Η χορήγηση των αδειών ή βεβαιώσεων, κατά περίπτωση, χρησιμοποίησης τίτλου ειδικότητας.

ιε) Η εκπροσώπηση των ιατρών προς προάσπιση των εννόμων συμφερόντων τους ενώπιον των πολιτικών, ποινικών και διοικητικών δικαστηρίων και κάθε αρχής της χώρας και της αλλοδαπής, ιδίως του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Για τον ίδιο λόγο εκπροσωπεί τα έννομα συμφέροντα των πολιτών ενώπιον κάθε αρμόδιου δικαστηρίου και αρχής όσον αφορά στην προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος.

ιστ) Η άσκηση εποπτείας και συντονισμού βάσει των σκοπών του ως ανώτατο επιστημονικό και θεσμικό όργανο, σύμφωνα με τους σκοπούς του, των Ιατρικών Συλλόγων, των ιατρικών εταιρειών και των επαγγελματικών ενώσεων των ειδικευμένων ιατρών, ιδίως αυτών που εκπροσωπούνται στην Ευρωπαϊκή Ένωση Ειδικευμένων Ιατρών (U.E.M.S.) ή στέλνουν εκπρόσωπο ή εκπροσώπους στην Ευρωπαϊκή Ένωση Ειδικευμένων Ιατρών (U.E.M.S.) μετά από έγκριση του Δ.Σ. του Π.Ι.Σ.

ιζ) Η παρακολούθηση, ο συντονισμός και η άσκηση εποπτείας επί των ιατρικών συνεδρίων και εκδηλώσεων ή μαθημάτων συνεχιζόμενης ιατρικής εκπαίδευσης, καθώς και επί των συναφών δραστηριοτήτων Ιατρικών Συλλόγων, επιστημονικών εταιρειών και άλλων ιδιωτικών φορέων.

ιη) Η ίδρυση επιστημονικών επιτροπών για ζητήματα υγείας ή ζητήματα εννόμων συμφερόντων των ιατρών.

ιθ) Η ίδρυση Ινστιτούτων με σκοπό τη μελέτη ζητημάτων προαγωγής υγείας και συνεχιζόμενης ιατρικής εκπαίδευσης.

3. Τα Διοικητικά Συμβούλια των Ιατρικών Συλλόγων οφείλουν να συμμορφώνονται με τις αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης και του Διοικητικού Συμβουλίου του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου.

 

Άρθρο 272

Σφραγίδα - Αλληλογραφία

1. Η σφραγίδα του Π.Ι.Σ. αποτελείται από τρεις (3) επάλληλους και ομόκεντρους κύκλους, ο εξωτερικός των οποίων έχει διάμετρο τέσσερα εκατοστά του μέτρου, στο κέντρο αυτών φέρεται το έμβλημα της Ελληνικής Δημοκρατίας, γύρω από αυτό κυκλικά στο άνω μέρος αναγράφονται οι λέξεις «Υπουργείο Υγείας», στο κάτω μέρος οι λέξεις «Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος» και στον εξωτερικό κύκλο οι λέξεις «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ».

2. Ο Π.Ι.Σ. αλληλογραφεί απευθείας με όλες τις αρχές. Τα έγγραφα υπογράφονται από τον Πρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα του και σφραγίζονται με τη σφραγίδα του.

 

Άρθρο 273

Οργανισμός και Εσωτερικός Κανονισμός

Ο οργανισμός και ο εσωτερικός κανονισμός του Π.Ι.Σ. προτείνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο και εγκρίνεται από τη Γενική Συνέλευση.

 

Άρθρο 274

Πιστοποιητικό ορθής άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος

1. Το πιστοποιητικό ορθής άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος, το οποίο εκδίδεται από τον Π.Ι.Σ., σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 51 του ν. 4461/2017 (Α΄38), πιστοποιεί ότι ο ιατρός έχει συμπεριφερθεί και συμπεριφέρεται σύμφωνα με τους εκάστοτε ισχύοντες κανόνες της νομοθεσίας, της ιατρικής επιστήμης και της ιατρικής δεοντολογίας.

2. Τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την έκδοση του πιστοποιητικού ορθής άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος είναι τα ακόλουθα:

α) αίτηση του ιατρού σε έντυπο του Π.Ι.Σ.,

β) βεβαίωση του Ιατρικού Συλλόγου του οποίου ο ιατρός είναι μέλος, για την εγγραφή του στο μητρώο μελών αυτού, τις μεταβολές και τις τυχόν πειθαρχικές καταδίκες του, καθώς και αντίστοιχη βεβαίωση των άλλων Ιατρικών Συλλόγων, στο ειδικό μητρώο των οποίων είναι εγγεγραμμένος ο ιατρός,

γ) αντίγραφο πτυχίου, καθώς και επίσημη μετάφρασή του αν πρόκειται για πανεπιστημιακό ίδρυμα της αλλοδαπής,

δ) αντίγραφο αναγνώρισης πτυχίου ΔΟΑΤΑΠ ή ΔΙΚΑΤΣΑ, αν πρόκειται για πανεπιστημιακό ίδρυμα της αλλοδαπής,

ε) αντίγραφο άδειας ή βεβαίωσης άσκησης επαγγέλματος,

στ) αντίγραφο λήψης τίτλου ειδικότητας (αν υπάρχει) και

ζ) αντίγραφο αστυνομικής ταυτότητας.

Τα ως άνω απαιτούμενα δικαιολογητικά υποβάλλονται στον οικείο Ιατρικό Σύλλογο και μέσω αυτού διαβιβάζονται στον Π.Ι.Σ., πρέπει δε να είναι επικυρωμένα σύμφωνα με την εκάστοτε νομοθεσία. Δεν απαιτείται η επανυποβολή δικαιολογητικών που ήδη διαθέτει στο αρχείο του ο οικείος Ιατρικός Σύλλογος, εφόσον δεν είναι αναγκαία η επικαιροποίησή τους.

3. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας, μετά από γνώμη του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, μπορεί να αυξάνεται ή να μειώνεται ο αριθμός των απαιτούμενων δικαιολογητικών για τη χορήγηση πιστοποιητικού ορθής άσκησης ιατρικού επαγγέλματος.

4. Κάθε Ιατρικός Σύλλογος είναι υποχρεωμένος να αποστέλλει αμελλητί προς τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο κάθε καταδικαστική απόφαση και μεταβολή στο μητρώο κάθε ιατρού. Κάθε τελεσίδικη πειθαρχική απόφαση του Ιατρικού Συλλόγου, που εγγράφεται στο μητρώο του ιατρού, βεβαιώνεται και στο πιστοποιητικό ορθής άσκησης ιατρικού επαγγέλματος.

 

Άρθρο 275

Όργανα του Π.Ι.Σ.

Όργανα του Π.Ι.Σ. είναι η Γενική Συνέλευση, το Διοικητικό Συμβούλιο, η Ολομέλεια των Προέδρων με το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ι.Σ., το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών (Α.Π.Σ.Ι.) και η Εξελεγκτική Επιτροπή.

 

Άρθρο 276

Γενική Συνέλευση - Μέλη

Η Γενική Συνέλευση του Π.Ι.Σ. αποτελείται από εκπροσώπους που εκλέγονται από τις Γενικές Συνελεύσεις των Ιατρικών Συλλόγων, με βάση τον αριθμό των μελών τους κατά την ακόλουθη αναλογία:

α) Σύλλογοι που αριθμούν μέχρι πενήντα (50) μέλη, εκλέγουν έναν (1) εκπρόσωπο.

β) Σύλλογοι που αριθμούν μέχρι διακόσια (200) μέλη, εκλέγουν δύο (2) εκπροσώπους.

γ) Σύλλογοι που αριθμούν μέχρι πεντακόσια (500) μέλη, εκλέγουν τέσσερις (4) εκπροσώπους.

δ) Σύλλογοι που αριθμούν μέχρι χίλια (1.000) μέλη, εκλέγουν έξι (6) εκπροσώπους.

ε) Σύλλογοι που αριθμούν μέχρι δύο χιλιάδες (2.000) μέλη, εκλέγουν δέκα (10) εκπροσώπους.

στ) Σύλλογοι που αριθμούν μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) μέλη, εκλέγουν δεκαπέντε (15) εκπροσώπους.

ζ) Σύλλογοι που αριθμούν άνω των τριών χιλιάδων (3.000) μελών, εκλέγουν έναν (1) επί πλέον εκπρόσωπο για κάθε χίλια (1.000) πέραν των τριών χιλιάδων (3.000), μέλη.

Στις γενικές συνελεύσεις του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου συμμετέχουν επίσης και οι πρόεδροι όλων των Ιατρικών Συλλόγων της χώρας ή οι νόμιμοι αναπληρωτές τους, μετά ψήφου.

 

Άρθρο 277

Γενική Συνέλευση - Αρμοδιότητα

Η Γενική Συνέλευση του Π.Ι.Σ. αποφασίζει για κάθε θέμα που άπτεται των σκοπών του και ιδίως εκλέγει τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ., καθώς και τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο, και τα μέλη του Ανώτατου Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών (Α.Π.Σ.Ι.) με τους αναπληρωτές τους, με διαδικασία που προβλέπεται σε επόμενα άρθρα, ελέγχει τις πράξεις του Διοικητικού Συμβουλίου και εγκρίνει τον ετήσιο προϋπολογισμό και απολογισμό του Π.Ι.Σ., τον οργανισμό για την οργάνωση και λειτουργία των υπηρεσιών του καθώς και τους εσωτερικούς κανονισμούς λειτουργίας της Γενικής Συνέλευσης, του Διοικητικού Συμβουλίου, της Ολομέλειας των Προέδρων και της εν γένει λειτουργίας του Π.Ι.Σ.

 

Άρθρο 278

Γενική Συνέλευση - Συνεδριάσεις

1. Η Γενική Συνέλευση βρίσκεται σε απαρτία, όταν παρίστανται τα μισά πλέον ενός των μελών αυτής. Σε περίπτωση μη επίτευξης απαρτίας, η Γενική Συνέλευση αναβάλλεται για την επόμενη ημέρα, οπότε θεωρείται ότι βρίσκεται σε απαρτία οποιοσδήποτε και αν είναι ο αριθμός των παρόντων μελών αυτής.

2. Η Γενική Συνέλευση συνέρχεται τακτικά μία φορά κάθε έτος, εκτάκτως δε εφόσον κρίνει τούτο αναγκαίο το Διοικητικό Συμβούλιο ή ζητηθεί από το ένα τρίτο (1/3) των μελών αυτής με έγγραφη αίτηση, που υποβάλλεται στο Διοικητικό Συμβούλιο και στην οποία αναγράφονται ο λόγος της έκτακτης σύγκλησης της Γενικής Συνέλευσης, καθώς και τα θέματα που πρέπει να συζητηθούν.

3. Τη σύγκληση της Γενικής Συνέλευσης αποφασίζει το Διοικητικό Συμβούλιο, τα μέλη δε αυτής καλούνται από τον Πρόεδρο του Π.Ι.Σ. με ατομικές προσκλήσεις ή προσκλήσεις που απευθύνονται προς τους Ιατρικούς Συλλόγους, οι οποίες αποστέλλονται τουλάχιστον πριν από δεκαπέντε (15) ημερολογιακές ημέρες, ταχυδρομικά, με απόδειξη αποστολής, μπορούν δε να σταλούν τηλεομοιοτυπικά (φαξ) ή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email), εφόσον αποδεικνύεται η αποστολή και βεβαιώνεται η ημέρα και χρονολογία αυτής και η υπογραφή του προσώπου που έκανε την πρόσκληση. Στις προσκλήσεις ορίζεται ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης και τα προς συζήτηση θέματα. Πέρα από τα αναγραφόμενα στην πρόσκληση θέματα, μπορεί να συζητηθεί και άλλο θέμα, εφόσον αυτό προταθεί και γίνει δεκτό προς συζήτηση από την πλειοψηφία των παρισταμένων μελών.

4. Των συνεδριάσεων της Γενικής Συνέλευσης προεδρεύει ο Πρόεδρος του Π.Ι.Σ. Όταν κωλύεται ο Πρόεδρος, αναπληρώνεται από τον Α΄ Αντιπρόεδρο και, όταν κωλύεται και αυτός, αναπληρώνεται από τον Β΄ Αντιπρόεδρο.

5. Οι αποφάσεις στη Γενική Συνέλευση του Π.Ι.Σ. λαμβάνονται κατ΄ αρχήν με ανάταση της χειρός. Για τα γενικά και σοβαρά ζητήματα, οι αποφάσεις λαμβάνονται με φανερή ψηφοφορία κατόπιν ονομαστικής κλήσης, εφόσον υποβληθεί σχετική έγγραφη ή προφορική -με ανάταση της χειρός- πρόταση από το ένα τρίτο (1/3) των παρόντων μελών. Όταν πρόκειται για εκλογή προσώπων ή προσωπικά ζητήματα, καθώς και όταν κρίνει αυτό αναγκαίο η Γενική Συνέλευση, οι αποφάσεις λαμβάνονται με μυστική ψηφοφορία μέσω ψηφοδελτίων.

6. Οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης λαμβάνονται με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών. Αν υπάρχει ισοψηφία επί περισσοτέρων προτάσεων, γίνεται νέα ψηφοφορία, κατά την οποία οι μειοψηφούσες προτάσεις απορρίπτονται και σε ψηφοφορία τίθενται οι δύο επικρατέστερες.

7. Κατά τη συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης τηρούνται πρακτικά, τα οποία υπογράφονται από τον Πρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα και στα οποία μνημονεύονται, ιδίως, τα ονόματα και η ιδιότητα των παρισταμένων μελών και αυτών που έλαβαν το λόγο, ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης, τα θέματα που συζητήθηκαν με συνοπτική, αλλά περιεκτική αναφορά στο περιεχόμενό τους, η μορφή και τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας και οι αποφάσεις που ελήφθησαν. Στο πρακτικό καταχωρίζονται οι γνώμες των μελών που μειοψήφησαν, σε περίπτωση δε φανερής ψηφοφορίας και τα ονόματα αυτών.

8. Η Γενική Συνέλευση μπορεί να λειτουργήσει, όχι όμως πέρα από ένα τρίμηνο, αν το ήμισυ (½) των μελών της εκλείψει ή αποχωρήσει για οποιονδήποτε λόγο ή αν τα μέλη απωλέσουν την ιδιότητα βάσει της οποίας εκλέχθηκαν και δεν αναπληρωθούν, εφόσον κατά τις συνεδριάσεις της τα λοιπά μέλη επαρκούν ώστε να υπάρχει απαρτία κατά την παράγραφο 1 του παρόντος.

9. Η τυχόν κατά παράνομο τρόπο κτήση της ιδιότητας, με την οποία κάποιος ορίστηκε μέλος της Γενικής Συνέλευσης, δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της συγκρότησης του οργάνου.

10. Το μέλος της Γενικής Συνέλευσης, εφόσον κρίνει ότι συντρέχει στο πρόσωπό του λόγος που επιβάλλει την αποχή του, οφείλει να το δηλώσει αμέσως στο Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ι.Σ. και να απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια. Στις περιπτώσεις αυτές το Διοικητικό Συμβούλιο αποφαίνεται το ταχύτερο δυνατόν.

11. Αίτηση εξαίρεσης μέλους της Γενικής Συνέλευσης του Π.Ι.Σ. μπορούν να υποβάλουν οι ενδιαφερόμενοι σε όλα τα στάδια της διαδικασίας. Η αίτηση υποβάλλεται στο Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ι.Σ., το οποίο την εισάγει στη Γενική Συνέλευση για λήψη απόφασης.

12. Η εξαίρεση μέλους αποφασίζεται από τη Γενική Συνέλευση με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών.

13. Τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που δηλώνεται αποχή ή ζητείται η εξαίρεση τόσων μελών της Γενικής Συνέλευσης ώστε τα απομένοντα να μη σχηματίζουν την προβλεπόμενη απαρτία.

14. Μέλη της Γενικής Συνέλευσης που απουσιάζουν αδικαιολόγητα από τρεις συνεχείς τακτικές ή έκτακτες Γενικές Συνελεύσεις εκπίπτουν αυτοδικαίως και αντικαθίστανται από τον πρώτο επιλαχόντα του ψηφοδελτίου, με το οποίο είχαν εκλεγεί.

 

Άρθρο 279

Εκλογή εκπροσώπων στη Γενική Συνέλευση του Π.Ι.Σ.

1. Η εκλογή των εκπροσώπων των Ιατρικών Συλλόγων στη Γενική Συνέλευση του Π.Ι.Σ. γίνεται ανά τετραετία συγχρόνως με την εκλογή των μελών των Διοικητικών και Πειθαρχικών τους Συμβουλίων. Όσοι επιθυμούν να ανακηρυχθούν για τις θέσεις εκπροσώπων υποβάλλουν σχετική αίτηση στον Ιατρικό Σύλλογο, του οποίου είναι μέλη.

2. Οι υποψήφιοι εκπρόσωποι πρέπει να έχουν διατελέσει μέλη σε Ιατρικό Σύλλογο για έναν (1) τουλάχιστον χρόνο πριν την υποβολή της υποψηφιότητάς τους και να έχουν εκπληρώσει τις οικονομικές υποχρεώσεις τους στον οικείο Ιατρικό Σύλλογο.

3. Δεν επιτρέπεται υποψήφιο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ. να είναι ταυτοχρόνως και υποψήφιο μέλος του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών (Α.Π.Σ.Ι.) ή της Εξελεγκτικής Επιτροπής.

4. Δεν έχουν δικαίωμα να θέσουν υποψηφιότητα για να εκλεγούν εκπρόσωποι του Π.Ι.Σ. οι βουλευτές και οι ευρωβουλευτές.

5. Οι υποψήφιοι για θέσεις εκπροσώπων στον Π.Ι.Σ. αναγράφονται σε ξεχωριστά ψηφοδέλτια είτε εντασσόμενοι σε συνδυασμούς είτε ως μεμονωμένοι υποψήφιοι.

6. Για την προθεσμία υποβολής των αιτήσεων υποψηφιότητας, την ανακήρυξη υποψηφίων, τα εκλογικά τμήματα, την ψηφοφορία και διαλογή ψήφων και την εν γένει διαδικασία εκλογής, το εκλογικό σύστημα, την κρίση των ενστάσεων και κάθε άλλο σχετικό θέμα, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 305 επ. του παρόντος για την εκλογή των μελών των Διοικητικών και Πειθαρχικών Συμβουλίων των Ιατρικών Συλλόγων.

7. Οι εκπρόσωποι στον Π.Ι.Σ. υποχρεούνται να παρευρίσκονται στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιατρικού Συλλόγου, όταν καλούνται για ενημέρωσή τους.

8. Ο Ιατρικός Σύλλογος δεν δικαιούται να συμμετέχει με εκπροσώπους στον στη Γενική Συνέλευση του Π.Ι.Σ., αν, τριάντα (30) ημέρες πριν τις αρχαιρεσίες, δεν είναι οικονομικά τακτοποιημένος.

 

Άρθρο 280

Εκλογή Διοικητικού Συμβουλίου και Ανώτατου Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών

1. Το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) του Π.Ι.Σ. απαρτίζεται από δεκαπέντε (15) μέλη που εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση μεταξύ των μελών της με το σύστημα της απλής αναλογικής. Τα μέλη του Δ.Σ. του Π.Ι.Σ. απαγορεύεται να κατέχουν: α) οποιαδήποτε κυβερνητική θέση, συμπεριλαμβανομένων και των θέσεων των συμβούλων των μελών της κυβέρνησης και των γενικών και ειδικών γραμματέων των υπουργείων, β) τη θέση των γενικών γραμματέων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, των αιρετών περιφερειαρχών, των δημάρχων, και των γενικών γραμματέων των δήμων, γ) έμμισθες θέσεις σε διεθνείς οργανισμούς ή υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

δ) θέση προέδρων, αντιπροέδρων ή διοικητών σε οργανισμούς και νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ανεξάρτητα από την ιδιότητα ή τον αντίστοιχο χαρακτηρισμό της θέσης τους, και ε) σε κάθε άλλη περίπτωση που προβλέπεται από ειδική διάταξη τυπικού νόμου ή του Κανονισμού της Βουλής.

2. Εντός μηνός από την επικύρωση από τους οικείους Περιφερειάρχες των αρχαιρεσιών προς ανάδειξη Διοικητικών Συμβουλίων των Ιατρικών Συλλόγων και εκλογή των εκπροσώπων αυτών στον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο, ο Πρόεδρος του Π.Ι.Σ. συγκαλεί Γενική Συνέλευση για την εκλογή Διοικητικού Συμβουλίου και Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών (Α.Π.Σ.Ι.).

3. Οι προσκλήσεις για την εκλογή του Διοικητικού Συμβουλίου του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου και του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών (Α.Π.Σ.Ι.) αποστέλλονται στους ενδιαφερομένους τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημερολογιακές ημέρες πριν τη Γενική Συνέλευση ταχυδρομικά με απόδειξη αποστολής, μπορούν δε να σταλούν και με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email) ή τηλεομοιοτυπικά (φαξ), εφόσον αποδεικνύεται η αποστολή και βεβαιώνεται η ημέρα και χρονολογία αυτής και η υπογραφή του προσώπου που έκανε την πρόσκληση.

4. Τα μέλη της Γενικής Συνέλευσης που επιθυμούν να εκλεγούν στο Διοικητικό Συμβούλιο και το Α.Π.Σ.Ι., εκτίθενται σε ψηφοφορία με τη συμμετοχή τους σε συνδυασμούς ή ως μεμονωμένοι υποψήφιοι. Ο αριθμός των υποψηφίων κάθε συνδυασμού δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των εκλεγομένων συν πέντε (5) για το Διοικητικό Συμβούλιο και συν δύο (2) για το Α.Π.Σ.Ι. Τα ονόματα των υποψηφίων για το Διοικητικό Συμβούλιο αναγράφονται σε ξεχωριστό για κάθε συνδυασμό ψηφοδέλτιο κατ’ αλφαβητική σειρά. Ξεχωριστό είναι το ψηφοδέλτιο κάθε μεμονωμένου υποψηφίου. Τα ψηφοδέλτια για το Α.Π.Σ.Ι., είτε συνδυασμών είτε μεμονωμένων υποψηφίων, είναι ξεχωριστά από τα ψηφοδέλτια για το Διοικητικό Συμβούλιο. Στο κάθε ψηφοδέλτιο αναγράφονται τα ονόματα των υποψηφίων του συνδυασμού ή οι μεμονωμένοι υποψήφιοι. Στα ψηφοδέλτια των συνδυασμών προτάσσονται τα ονόματα των υποψηφίων για τις θέσεις του Προέδρου και του Αντιπροέδρου του Α.Π.Σ.Ι., οι οποίες και σημειώνονται δίπλα ή κάτω από το όνομά τους, και ακολουθούν, κατ΄ αλφαβητική σειρά, τα ονόματα των υποψηφίων για τις θέσεις των μελών. Μεμονωμένοι υποψήφιοι μπορούν να είναι υποψήφιοι για τη θέση είτε του Προέδρου είτε του Αντιπροέδρου είτε μέλους του Α.Π.Σ.Ι.

5. Τα ψηφοδέλτια είναι έντυπα, φέρουν γραμματοσειρά μελανού χρώματος και τυπώνονται με μέριμνα και δαπάνη του Π.Ι.Σ., ο οποίος φροντίζει και για την προμήθεια ικανού αριθμού φακέλων.

6. Οι συνδυασμοί υποβάλλονται με έγγραφη δήλωση, η οποία υπογράφεται από όλους τους υποψηφίους που αποτελούν τον συνδυασμό και κατατίθεται στον Πρόεδρο του Π.Ι.Σ. δύο (2) τουλάχιστον ημερολογιακές ημέρες πριν την εκλογή. Κατά τον ίδιο χρόνο πρέπει να κατατεθούν και οι έγγραφες δηλώσεις των μεμονωμένων υποψηφίων.

7. Κατά την ημέρα της ψηφοφορίας ο εκλογέας, προσερχόμενος στην αίθουσα διεξαγωγής της ψηφοφορίας, αφού επιβεβαιωθούν τα στοιχεία της ταυτότητάς του από τα μέλη της εφορευτικής επιτροπής, παραλαμβάνει από την εφορευτική επιτροπή δύο φακέλους σφραγισμένους με τη σφραγίδα του Π.Ι.Σ. (έναν για το Διοικητικό Συμβούλιο και έναν για το Α.Π.Σ.Ι.) και σειρά ψηφοδελτίων, στα οποία περιλαμβάνονται και λευκά ψηφοδέλτια, και αποσύρεται σε ιδιαίτερο χώρο, ώστε να εξασφαλίζεται το απόρρητο της ψηφοφορίας. Η υπέρ των υποψηφίων προτίμηση εκφράζεται με σταυρούς, που τίθενται δίπλα στο όνομα του υποψηφίου για το Διοικητικό Συμβούλιο ή το Α.Π.Σ.Ι. Σταυροί τίθενται τόσοι, κατ’ ανώτατο όριο, όσα είναι τα μέλη που προβλέπονται για κάθε όργανο. Μπορούν να εκλέγονται και οι Πρόεδροι ή Αντιπρόεδροι ψηφοδελτίων των μειοψηφησάντων συνδυασμών. Αν δεν τεθούν σταυροί προτίμησης, το ψηφοδέλτιο προσμετράται υπέρ του συνδυασμού ή του μεμονωμένου υποψηφίου. Οι υποψήφιοι των συνδυασμών για τη θέση Προέδρου και Αντιπροέδρου του Α.Π.Σ.Ι. δεν χρειάζονται σταυρό προτίμησης και θεωρείται ότι έλαβαν το σύνολο των ψηφοδελτίων του συνδυασμού που ανήκουν. Σε περίπτωση που λάβουν σταυρό, το ψηφοδέλτιο δεν θεωρείται άκυρο για το λόγο αυτόν. Ακολούθως, τα ψηφοδέλτια εγκλείονται στους οικείους φακέλους, οι οποίοι ρίχνονται στις τοποθετημένες ψηφοδόχους ιδιοχείρως από τον εκλογέα. Πριν αποχωρήσει ο εκλογέας, υπογράφει ως ψηφίσας στον εκλογικό κατάλογο και διαγράφεται από την εφορευτική επιτροπή.

8. Η ώρα έναρξης και λήξης της ψηφοφορίας ορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ. που γνωστοποιείται κατάλληλα. Με απόφαση της Εφορευτικής Επιτροπής, η οποία λαμβάνεται πριν την έναρξη της ψηφοφορίας ή κατά τη διάρκεια αυτής, μπορεί να παρατείνεται η ώρα λήξης της ψηφοφορίας, εφόσον αιτιολογείται ειδικά η παράταση αυτή.

9. Μετά τη λήξη της ψηφοφορίας γίνεται η διαλογή των ψηφοδελτίων, τα οποία αριθμούνται και μονογράφονται από τα μέλη της εφορευτικής επιτροπής. Τα λευκά και τα άκυρα ψηφοδέλτια λαμβάνουν δική τους αρίθμηση.

10. Άκυρα είναι τα ψηφοδέλτια που: α) δεν είναι έντυπα και με μελανή γραμματοσειρά, β) φέρουν διαγραφές, προσθήκες ονομάτων υποψηφίων από άλλους συνδυασμούς και εν γένει αλλοιώσεις στο περιεχόμενό τους, γ) φέρουν λέξεις, φράσεις, υπογραμμίσεις, στίγματα ή άλλα σημεία, εφόσον δύνανται να θεωρηθούν διακριτικά γνωρίσματα, που παραβιάζουν το απόρρητο της ψηφοφορίας, δ) ο φάκελος, στον οποίο περιέχονται, δεν φέρει τη σφραγίδα του Π.Ι.Σ., ε) εκτυπώθηκαν σε χαρτί, το οποίο ολοφάνερα διαφέρει στο χρώμα από αυτό που χορήγησε ο Π.Ι.Σ. ή με τυπογραφικά στοιχεία πρόδηλα διαφορετικά, στ) έχουν σχήμα ή διαστάσεις διαφορετικά από αυτά που χορηγήθηκαν από τον Π.Ι.Σ., ζ) βρίσκονται στον ίδιο φάκελο με άλλα ψηφοδέλτια του ίδιου ή άλλου συνδυασμού.

11. Τα λευκά και άκυρα ψηφοδέλτια δεν προσμετρώνται στα έγκυρα.

12. Από κάθε συνδυασμό εκλέγονται κατά σειρά αυτοί που έλαβαν τους περισσότερους σταυρούς προτίμησης και σε περίπτωση ισοσταυρίας ενεργείται κλήρωση από την Εφορευτική Επιτροπή. Για το σκοπό αυτόν ο συνολικός αριθμός των έγκυρων ψηφοδελτίων διαιρείται με τον αριθμό των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών. Το πηλίκο που προκύπτει από την κάθε διαίρεση (αφαιρουμένων των δεκαδικών ψηφίων) είναι το εκλογικό μέτρο και όσες φορές χωράει αυτό στον αριθμό των ψηφοδελτίων που έλαβε ο κάθε συνδυασμός για κάθε όργανο, τόσους υποψηφίους του και εκλέγει. Μεμονωμένος υποψήφιος, που έλαβε αριθμό ψήφων ίσο με το εκλογικό μέτρο ή μεγαλύτερο από αυτό, εκλέγεται μόνος. Αν από την πρώτη κατανομή παραμείνουν αδιάθετες θέσεις για το Διοικητικό Συμβούλιο και το Α.Π.Σ.Ι., τότε για την πλήρωση των θέσεων αυτών ακολουθεί δεύτερη κατανομή, που γίνεται με τη χρησιμοποίηση των υπολοίπων που έχουν οι συνδυασμοί που μετείχαν στην πρώτη κατανομή και των ψηφοδελτίων που συγκέντρωσαν οι συνδυασμοί και οι μεμονωμένοι υποψήφιοι που δεν έλαβαν θέση από την πρώτη κατανομή. Για το λόγο αυτόν αθροίζονται όλα αυτά και το άθροισμά τους διαιρείται με τον αριθμό των αδιάθετων θέσεων. Το πηλίκο δίνει το νέο εκλογικό μέτρο και όσες φορές χωράει αυτό στο σύνολο των υπολοίπων κάθε συνδυασμού που πήρε θέση από την πρώτη κατανομή ή στο σύνολο των ψηφοδελτίων που έλαβαν οι συνδυασμοί ή μεμονωμένοι υποψήφιοι που δεν πήραν θέση από την πρώτη κατανομή, τόσες θέσεις δίνονται σε αυτόν. Στη δεύτερη κατανομή συμμετέχουν όλοι οι συνδυασμοί και οι μεμονωμένοι υποψήφιοι που δεν έχουν εκλεγεί από την πρώτη κατανομή. Αν και μετά τη δεύτερη κατανομή παραμείνουν αδιάθετες θέσεις ή κανείς συνδυασμός ή μεμονωμένος υποψήφιος δεν πάρει θέση, γίνεται τρίτη κατανομή. Σε αυτή λαμβάνουν μέρος όλοι οι συνδυασμοί και οι μεμονωμένοι υποψήφιοι που πήραν μέρος στις εκλογές. Την αδιάθετη ή αδιάθετες θέσεις παίρνουν οι συνδυασμοί ή μεμονωμένοι υποψήφιοι, των οποίων ο αριθμός των υπόλοιπων ψηφοδελτίων για τους συνδυασμούς που πήραν έδρα από την πρώτη ή δεύτερη κατανομή και το σύνολο των ψηφοδελτίων για τους συνδυασμούς που δεν πήραν έδρα στην πρώτη και δεύτερη κατανομή και για τους μεμονωμένους, είναι πιο κοντά στο μέτρο της πρώτης κατανομής, με τη σειρά, μέχρι να διατεθεί και η τελευταία θέση.

13. Ο Υπουργός Υγείας επικυρώνει τα αποτελέσματα των αρχαιρεσιών του Διοικητικού Συμβουλίου και του Α.Π.Σ.Ι. του Π.Ι.Σ. κατόπιν διαβίβασης σε αυτόν των σχετικών εγγράφων και καταστάσεων της εκλογικής διαδικασίας.

 

Άρθρο 281

Εφορευτική Επιτροπή

1. Η εκλογή του Διοικητικού Συμβουλίου του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου και του Α.Π.Σ.Ι. ενεργείται ενώπιον τριμελούς Εφορευτικής Επιτροπής, τα μέλη της οποίας ορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου με ισάριθμα αναπληρωματικά τους μέλη κατά την τελευταία, πριν τις αρχαιρεσίες, συνεδρίαση αυτού. Κατά την εκλογή, η Εφορευτική Επιτροπή αποφασίζει κατά πλειοψηφία για τις κατ’ αυτήν υποβαλλόμενες ενστάσεις, καθώς και για κάθε ζήτημα που προκύπτει.

2. Για την έναρξη και λήξη της ψηφοφορίας, καθώς και για τη διαλογή των ψήφων, συντάσσεται από την Εφορευτική Επιτροπή πρακτικό, στο οποίο αποτυπώνονται τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας.

 

Άρθρο 282

Διοικητικό Συμβούλιο - Συγκρότηση σε σώμα

Εντός οκτώ (8) ημερολογιακών ημερών από την εκλογή των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ., ο πλειοψηφών εκλεγείς από το ψηφοδέλτιο που έλαβε τις περισσότερες ψήφους καλεί τους εκλεγέντες συμβούλους προς εκλογή Προέδρου, Α΄ και Β΄ Αντιπροέδρων, Γενικού Γραμματέα και Ταμία. Αυτοί εκλέγονται με μυστική ψηφοφορία διά ψηφοδελτίων με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών του Δ.Σ., στις δύο πρώτες συνεδριάσεις. Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί απόλυτη πλειοψηφία, η εκλογή επαναλαμβάνεται σε τρίτη συνεδρίαση, στην οποία ο Πρόεδρος εκλέγεται με σχετική πλειοψηφία μεταξύ των δύο πλειοψηφησάντων. Η ίδια διαδικασία εφαρμόζεται και για τις υπόλοιπες θέσεις.

 

Άρθρο 283

Διοικητικό Συμβούλιο - Σύγκληση, Αρμοδιότητες, Λειτουργία

1. Το Διοικητικό Συμβούλιο συγκαλείται από τον Πρόεδρο αυτού. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου καλούνται από τον Πρόεδρο με ατομικές προσκλήσεις, οι οποίες αποστέλλονται πριν από τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημερολογιακές ημέρες ταχυδρομικά με απόδειξη αποστολής, μπορούν δε να σταλούν και τηλεομοιοτυπικά (φαξ) ή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email), εφόσον αποδεικνύεται η αποστολή και βεβαιώνεται η ημέρα και χρονολογία αυτής και η υπογραφή του προσώπου που έκανε την πρόσκληση. Στις προσκλήσεις ορίζεται ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης και τα προς συζήτηση θέματα. Πέραν των αναγραφομένων στην πρόσκληση θεμάτων, μπορεί να συζητηθεί και άλλο θέμα, εφόσον προταθεί αυτό και γίνει δεκτό προς συζήτηση από την πλειοψηφία των παρισταμένων μελών.

2. Ο Πρόεδρος υποχρεούται να συγκαλέσει το Διοικητικό Συμβούλιο εντός οκτώ (8) ημερολογιακών ημερών, εφόσον ζητηθεί τούτο εγγράφως τουλάχιστον από πέντε (5) μέλη αυτού.

3. Το Διοικητικό Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία, όταν παρίστανται οκτώ (8) τουλάχιστον μέλη αυτού, λαμβάνει δε αποφάσεις με την πλειοψηφία των παρόντων. Σε περίπτωση μη επίτευξης απαρτίας, το Διοικητικό Συμβούλιο αναβάλλεται και συγκαλείται με νέα πρόσκληση. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.

4. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει για κάθε θέμα του Π.Ι.Σ., εκτελεί τις αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης και αποφασίζει για κάθε θέμα που ανατίθεται σε αυτό από τη Γενική Συνέλευση.

5. Η ψηφοφορία είναι φανερή, εκτός αν ζητηθεί να γίνει μυστική ψηφοφορία μέσω ψηφοδελτίων από την πλειοψηφία των παρισταμένων μελών.

6. Κατά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου τηρούνται πρακτικά, που υπογράφονται από όλους τους παρισταμένους και στα οποία μνημονεύονται, ιδίως, τα ονόματα και η ιδιότητα των παρισταμένων μελών και αυτών που έλαβαν το λόγο, ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης, τα θέματα που συζητήθηκαν, με συνοπτική αλλά περιεκτική αναφορά στο περιεχόμενό τους, η μορφή και τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας και οι αποφάσεις που λήφθηκαν, οι εκατέρωθεν απόψεις και η διαλογική συζήτηση που έλαβε χώρα. Στο πρακτικό καταχωρίζονται οι γνώμες των μελών που μειοψήφησαν, σε περίπτωση δε φανερής ψηφοφορίας και τα ονόματα αυτών.

7. Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να λειτουργήσει, όχι όμως πέρα από ένα τρίμηνο, αν κάποια από τα μέλη του εκλείψουν ή αποχωρήσουν για οποιονδήποτε λόγο ή απωλέσουν την ιδιότητα βάσει της οποίας ορίστηκαν, εφόσον κατά τις συνεδριάσεις του τα λοιπά μέλη επαρκούν ώστε να υπάρχει απαρτία.

8. Η τυχόν κατά παράνομο τρόπο κτήση της ιδιότητας υπό την οποία κάποιος ορίστηκε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της συγκρότησης του οργάνου.

9. Το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, εφόσον κρίνει ότι συντρέχει στο πρόσωπό του λόγος που επιβάλλει την αποχή του, οφείλει να το δηλώσει αμέσως στον Πρόεδρο του Π.Ι.Σ. και να απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια. Στις περιπτώσεις αυτές το Διοικητικό Συμβούλιο αποφαίνεται το ταχύτερο δυνατόν, χωρίς να συμμετέχει στην εν λόγω συνεδρίαση το μέλος που αιτείται να εξαιρεθεί.

10. Αίτηση εξαίρεσης μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ. μπορούν να υποβάλουν οι ενδιαφερόμενοι σε όλα τα στάδια της διαδικασίας. Η αίτηση υποβάλλεται στον Πρόεδρο του Π.Ι.Σ. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται και στην περίπτωση αυτή, τα οριζόμενα στην τελευταία περίοδο της προηγούμενης παραγράφου.

11. Η εξαίρεση μπορεί να διατάσσεται και αυτεπαγγέλτως από το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ι.Σ.

12. Τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που δηλώνεται αποχή ή ζητείται η εξαίρεση τόσων μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ. ώστε τα απομένοντα μέλη να μη σχηματίζουν την προβλεπόμενη απαρτία.

13. Όταν κωλύεται ο Πρόεδρος αναπληρώνεται από τον Α΄ Αντιπρόεδρο, όταν κωλύεται ο τελευταίος αναπληρώνεται από τον Β΄ Αντιπρόεδρο, όταν κωλύεται και αυτός αναπληρώνεται από άλλο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου που ορίζεται με απόφασή του.

14. Ο Γενικός Γραμματέας έχει την εποπτεία και την ευθύνη της ομαλής λειτουργίας των Υπηρεσιών του Π.Ι.Σ., καθώς και της τήρησης των πρακτικών της Γενικής Συνέλευσης και του Διοικητικού Συμβουλίου.

15. Ο Ταμίας φυλάσσει τη χρηματική και κάθε άλλη περιουσία του Π.Ι.Σ., παραλαμβάνει τις εισφορές των Συλλόγων, τηρεί βιβλίο απογραφής της περιουσίας του Συλλόγου και τα τακτικά βιβλία εσόδων και εξόδων, των οποίων οφείλει να υποβάλει κατάσταση, εφόσον ζητηθεί από τον Πρόεδρο ή το Διοικητικό Συμβούλιο, και δίνει ακριβή απολογισμό κατά το τέλος κάθε οικονομικού έτους. Κάθε είσπραξη στο όνομα και για λογαριασμό του Π.Ι.Σ. ενεργείται από τον Ταμία ή τον εντεταλμένο υπάλληλο του Π.Ι.Σ. Κάθε πληρωμή ενεργείται μετά από έγγραφη εντολή του Προέδρου και του Γενικού Γραμματέα. Σε περίπτωση κωλύματος ο Ταμίας αναπληρώνεται από άλλο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, που υποδεικνύεται από αυτό. Αν τα εισπραττόμενα υπερβαίνουν τα συνήθη μηνιαία έξοδα του Π.Ι.Σ., υποχρεούται ο Ταμίας να καταθέσει το επιπλέον ποσό στην Τράπεζα της Ελλάδος ή σε άλλη τράπεζα αναγνωρισμένη στην Ελλάδα, που υποδεικνύεται από το Διοικητικό Συμβούλιο.

16. Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ. που απουσιάζει αδικαιολόγητα για τρεις (3) συνεχείς τακτικές συνεδριάσεις εκπίπτει αυτοδίκαια. Η έκπτωση επικυρώνεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου.

17. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ι.Σ. αποφασίζει για τη διεξαγωγή των εκλογών στους Ιατρικούς Συλλόγους, οι οποίες διενεργούνται σε κοινή τακτή ημερομηνία σε πανελλήνια κλίμακα. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση αναστολής των εκλογών με απόφαση του Υπουργού Υγείας κατόπιν πρότασης του Π.Ι.Σ.

 

Άρθρο 284

Πρόεδρος του Π.Ι.Σ.

1. Ο Πρόεδρος του Π.Ι.Σ. εκπροσωπεί αυτόν ενώπιον κάθε Δικαστικής ή Διοικητικής Αρχής.

2. Ο Πρόεδρος του Π.Ι.Σ. δεν μπορεί να είναι συγχρόνως Πρόεδρος τοπικού Ιατρικού Συλλόγου ή συνδικαλιστικού οργάνου ούτε να κατέχει τις θέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 280.

3. Εφόσον ο εκλεγείς Πρόεδρος του Π.Ι.Σ. τυγχάνει Πρόεδρος τοπικού Ιατρικού Συλλόγου ή συνδικαλιστικού οργάνου ή κατέχει θέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 280, επιλέγει εντός τριών (3) ημερολογιακών ημερών το αξίωμα ή τη θέση, την οποία επιθυμεί να διατηρήσει. Εάν η προθεσμία αυτή παρέλθει άπρακτη, θεωρείται ως παραιτηθείς του αξιώματος του Προέδρου του Π.Ι.Σ.

 

Άρθρο 285

Έξοδα μετακίνησης

1. Τα μέλη της Γενικής Συνέλευσης και του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι. Σ. που δεν κατοικούν στην περιφέρεια Αττικής δικαιούνται εξόδων μετακίνησης και ημερήσιας αποζημίωσης για τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις. Τα σχετικά ποσά ορίζονται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου και καταβάλλονται από αυτόν.

2. Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Π.Ι.Σ. μπορεί να παρέχεται αποζημίωση για κάθε συνεδρίαση και στα λοιπά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ., της Γενικής Συνέλευσης, καθώς και στα μέλη του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών, η οποία καταβάλλεται από τον Π.Ι.Σ.

 

Άρθρο 286

Άδειες των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου

Με απόφαση του Υπουργού Υγείας ορίζονται οι άδειες των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ.

 

Άρθρο 287

Ολομέλεια των Προέδρων και Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ.

Οι Πρόεδροι των Ιατρικών Συλλόγων της χώρας ή οι νόμιμοι αναπληρωτές τους και το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ι.Σ. συγκροτούν την Ολομέλεια των Προέδρων και Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ. Η Ολομέλεια συγκαλείται μετά από πρόσκληση του Προέδρου του Π.Ι.Σ. και λαμβάνει αποφάσεις επί των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης, όπως αυτά καθορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ι.Σ.

 

Άρθρο 288

Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών (Α.Π.Σ.Ι.)

1. Το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών (Α.Π.Σ.I.), το οποίο εδρεύει στην Αθήνα, είναι αρμόδιο να εκδικάζει τις εφέσεις κατά αποφάσεων των Πειθαρχικών Συμβουλίων των Ιατρικών Συλλόγων κατά τις διατάξεις του παρόντος, καθώς και την εκδίκαση σε πρώτο βαθμό των πειθαρχικών αδικημάτων των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου (Π.Ι.Σ.).

2. Το Α.Π.Σ.Ι. είναι πενταμελές. Αποτελείται από τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και τρία (3) μέλη, με τους νόμιμους αναπληρωτές τους. Όλοι είναι μέλη της Γενικής Συνέλευσης του Π.Ι.Σ. και εκλέγονται από αυτήν μαζί με τις αρχαιρεσίες για την ανάδειξη των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα μέλη του Α.Π.Σ.Ι. πρέπει, για να καταλάβουν το σχετικό αξίωμα, να ασκούν τουλάχιστον είκοσι (20) έτη το ιατρικό επάγγελμα.

3. Τον Πρόεδρο του Α.Π.Σ.I., όταν κωλύεται, αναπληρώνει ο Αντιπρόεδρος, ενώ τα λοιπά μέλη, όταν κωλύονται, αναπληρώνονται από τα αναπληρωματικά μέλη που εκλέχθηκαν από τη Γενική Συνέλευση μαζί με τα τακτικά κατά τη σειρά της εκλογής.

4. Χρέη Γραμματέα του Α.Π.Σ.Ι. εκτελεί ο Γραμματέας του Π.Ι.Σ.

5. Όταν κωλύεται ο Γραμματέας, αναπληρώνεται μέλος του Δ.Σ. το οποίο οφείλει να υποδείξει εγγράφως, άλλως αναπληρώνεται από το νεότερο σε θητεία μέλος του Δ.Σ. του Π.Ι.Σ. Σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότερα του ενός νέα μέλη του Δ.Σ. τότε διενεργείται κλήρωση.

 

Άρθρο 289

Εξελεγκτική Επιτροπή

1. Η Γενική Συνέλευση του Π.Ι.Σ. εκλέγει ταυτόχρονα με τις αρχαιρεσίες για την ανάδειξη των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και του Πειθαρχικού Συμβουλίου και τρεις (3) ελεγκτές εκ των μελών του Συλλόγου, καθώς και ισάριθμους αναπληρωματικούς, οι οποίοι αποτελούν την Εξελεγκτική Επιτροπή που ελέγχει τα βιβλία και την εν γένει οικονομική διαχείριση του Διοικητικού Συμβουλίου και υποβάλλει την έκθεσή της στον Πρόεδρο του Π.Ι.Σ. δεκαπέντε (15) ημερολογιακές ημέρες τουλάχιστον πριν τη Συνέλευση, στην οποία θα λογοδοτήσει το Διοικητικό Συμβούλιο.

2. Η Εξελεγκτική Επιτροπή, συγκαλείται από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ. μετά την επικύρωση των αρχαιρεσιών για την ανάδειξη οργάνων του Π.Ι.Σ., συνέρχεται στα γραφεία του Συλλόγου και εκλέγει τον Πρόεδρο από τα μέλη της. Ο Πρόεδρος καλεί τα μέλη της Εξελεγκτικής Επιτροπής, η οποία προβαίνει σε έλεγχο της διαχείρισης του Συλλόγου, όταν το κρίνει αυτό αναγκαίο. Η σχετική έκθεση υποβάλλεται κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1.

3. Ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου υποχρεούται να υποβάλλει την έκθεση αυτή εντός δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών και στη Γενική Συνέλευση του Π.Ι.Σ. και να παρέχει αντίγραφο σε κάθε αιτούντα. Η έκθεση αναγιγνώσκεται ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης του Π.Ι.Σ. κατά την ετήσια λογοδοσία του Διοικητικού Συμβουλίου του.

 

Άρθρο 290

Περιουσιακή αυτοτέλεια Π.Ι.Σ. και Ιατρικών Συλλόγων

1. Ο Π.Ι.Σ. και οι Ιατρικοί Σύλλογοι δεν υπάγονται στους φορείς Γενικής Κυβέρνησης και δεν χρηματοδοτούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Έχουν δική τους περιουσία, οικονομική, διοικητική και διαχειριστική αυτοτέλεια. Τα έσοδά τους προέρχονται από τις εισφορές των μελών τους, τη διαχείριση της περιουσίας τους και κάθε άλλο νόμιμο πόρο.

2. Η διαχείριση των οικονομικών και της περιουσίας του Π.Ι.Σ. και των Ιατρικών Συλλόγων υπόκειται στον έλεγχο του Διοικητικού Συμβουλίου τους και της Γενικής Συνέλευσής τους που εγκρίνει στην Εκλογοαπολογιστική Συνέλευση τα πεπραγμένα και ασκεί τον οικονομικό έλεγχο μέσω και της Εξελεγκτικής Επιτροπής.

3. Ο Υπουργός εποπτεύει τον Π.Ι.Σ. και τους Ιατρικούς Συλλόγους ως Ν.Π.Δ.Δ.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

ΙΑΤΡΙΚΟΙ ΣΥΛΛΟΓΟΙ

 

Άρθρο 291

Ιατρικοί Σύλλογοι Έδρα - Επωνυμία

1. Οι Ιατρικοί Σύλλογοι είναι νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου σωματειακού χαρακτήρα.

2. Ο Ιατρικός Σύλλογος εδρεύει στην έδρα της αυτοδιοικητικής περιφερειακής ενότητας και λαμβάνει την επωνυμία του από αυτήν την περιφερειακή. Μπορεί σε μία περιφερειακή ενότητα να υπάρχουν πλέον του ενός Ιατρικοί Σύλλογοι, από τους οποίους ο σύλλογος που δεν εδρεύει στην έδρα της περιφερειακής ενότητας λαμβάνει την επωνυμία του από την πόλη, που αποτελεί έδρα του δήμου, στον οποίο εδρεύει.

3. Κατ’ εξαίρεση των οριζομένων στην παράγραφο 2:

α) Στο Δήμο Αγρινίου της περιφερειακής ενότητας Αιτωλοακαρνανίας της περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας εδρεύει ο Ιατρικός Σύλλογος, με την επωνυμία «Ιατρικός Σύλλογος Αγρινίου»,

β) στο Δήμο Αθηναίων της περιφερειακής ενότητας του Κεντρικού Τομέα της περιφέρειας Αττικής εδρεύει ο Ιατρικός Σύλλογος, με την επωνυμία «Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών»,

γ) στο Δήμο Σύρου της περιφερειακής ενότητας Σύρου της περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου εδρεύει ο Ιατρικός Σύλλογος, με την επωνυμία «Ιατρικός Σύλλογος Κυκλάδων»,

δ) στο Δήμο Λεβαδέων της περιφερειακής ενότητας Βοιωτίας της περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας εδρεύει ο Ιατρικός Σύλλογος, με την επωνυμία «Ιατρικός Σύλλογος Λειβαδιάς»,

ε) στο Δήμο Πατρέων της περιφερειακής ενότητας Αχαΐας της περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας εδρεύει ο Ιατρικός Σύλλογος, με την επωνυμία «Ιατρικός Σύλλογος Πατρών».

4. Η τοπική αρμοδιότητα κάθε Ιατρικού Συλλόγου καθορίζεται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Π.Ι.Σ., που επικυρώνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας.

 

Άρθρο 292

Σκοπός

1. Σκοπός των Ιατρικών Συλλόγων είναι η μέριμνα για τη διατήρηση του ιατρικού σώματος ικανού από επιστημονικής και ηθικής απόψεως να εξυπηρετεί με προθυμία και αυταπάρνηση τη δημόσια υγεία και τους ασθενείς καθώς και η εναρμόνιση των αντικρουόμενων συμφερόντων μεταξύ των μελών τους και όλα αυτά προς το γενικότερο συμφέρον της κοινωνίας.

2. Οι σκοποί αυτοί επιδιώκονται ιδιαίτερα μέσω:

α) Της εποπτείας της τήρησης των κανόνων της ιατρικής δεοντολογίας και της προαγωγής των ηθικών και δεοντολογικών κανόνων του ιατρικού επαγγέλματος στην περιφέρειά τους.

β) Της προβολής θέσεων και απόψεων επί ζητημάτων που αφορούν στη δημόσια υγεία, το περιβάλλον, την εκπαίδευση, τη συνεχιζόμενη ιατρική εκπαίδευση, την επαγγελματική κατάρτιση των ιατρών και την ιατρική δεοντολογία στην περιοχή της ευθύνης τους.

γ) Της παρακολούθησης της ποιότητας παροχής περίθαλψης σε επίπεδο πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας ή τριτοβάθμιας φροντίδας υγείας στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα στην περιφέρειά τους.

δ) Της μελέτης υγειονομικών θεμάτων και οργάνωσης επιστημονικών ιατρικών συνεδρίων με επιτροπές εμπειρογνωμόνων, καθώς και της υποβολής προτάσεων, εισηγήσεων και γνωμών που αφορούν στην αποτελεσματικότητα ή τη βελτίωση των μέτρων αυτών και της υγειονομικής εν γένει νομοθεσίας.

ε) Της έκδοσης περιοδικού δελτίου και διατήρησης διαδικτυακών ιστοσελίδων και ιστοτόπων με επιστημονικό ή συνδικαλιστικό περιεχόμενο προς πληρέστερη επιστημονική και επαγγελματική ενημέρωση των ιατρών και επικοινωνία με τους άλλους Συλλόγους και τον Π.Ι.Σ.

στ) Της εκπροσώπησης των ιατρών προς προάσπιση των εννόμων συμφερόντων τους ενώπιον των πολιτικών, ποινικών και διοικητικών δικαστηρίων και κάθε αρχής της χώρας και της αλλοδαπής.

ζ) Της σύναψης συμβάσεων, για λογαριασμό μελών τους συλλογικά, με την Πολιτεία και με οργανισμούς ή άλλα νομικά πρόσωπα, έναντι των οποίων υπάρχει δέσμευση ενός ή περισσοτέρων ιατρών περί παροχής ιατρικών υπηρεσιών.

η) Της μέριμνας για την αρτιότερη επιστημονική μόρφωση των ιατρών.

θ) Της περιφρούρησης της αξιοπρέπειας των μελών αυτών και της άσκησης πειθαρχικής εξουσίας επί εκείνων που συμπεριφέρονται τυχόν μη σύννομα.

ι) Της δημιουργίας κοινού συναδελφικού πνεύματος και ομαλών σχέσεων μεταξύ των ιατρών, με σκοπό την εξυπηρέτηση των ασθενών και της δημόσιας υγείας.

3. Οι αποφάσεις των Ιατρικών Συλλόγων είναι υποχρεωτικές για τα μέλη τους, κάθε δε παράβαση αυτών αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα.

4. Οι φορείς και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που προτίθενται να πραγματοποιήσουν συνέδρια ή εκδηλώσεις ιατρικού ενδιαφέροντος ενημερώνουν, πριν την οποιαδήποτε αναγγελία της πραγματοποίησής τους, τον οικείο Ιατρικό Σύλλογο.

5. Οι Ιατρικοί Σύλλογοι συνεργάζονται με τους αρμόδιους φορείς για το σχεδιασμό της κάλυψης των υγειονομικών αναγκών της περιφέρειάς τους.

 

Άρθρο 293

Μέλη

1. Κάθε ιατρός που ασκεί το ιατρικό επάγγελμα στην ελληνική επικράτεια υποχρεούται να είναι εγγεγραμμένος ως μέλος σε έναν Ιατρικό Σύλλογο. Ειδικότερα οι ιατροί, οι οποίοι είναι επαγγελματικώς εγκατεστημένοι σε υπηρεσίες δημόσιας υγείας, δηλαδή οι ιατροί Ε.Σ.Υ., νοσοκομειακοί ή πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, οι ιατροί υπηρεσίας υπαίθρου, οι πανεπιστημιακοί ιατροί, οι στρατιωτικοί ιατροί, οι ιατροί σταθερών δομών του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. ή ασφαλιστικών οργανισμών, εγγράφονται υποχρεωτικά στον Ιατρικό Σύλλογο, όπου ασκούν το επάγγελμά τους και βρίσκεται η υπηρεσία τους. Απαγορεύεται η απασχόληση ιατρών που δεν έχουν την ιδιότητα μέλους Ιατρικού Συλλόγου ή δεν είναι εγγεγραμμένοι στα ειδικά μητρώα, είτε σε μονάδες Πρωτοβάθμιας είτε Δευτεροβάθμιας είτε Τριτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας.

2. Ιατροί που ασκούν το επάγγελμα σε περιφέρεια άλλου Ιατρικού Συλλόγου από αυτόν που είναι εγγεγραμμένοι υποχρεούνται:

α) να εγγράφονται στο ειδικό μητρώο μελών του ανωτέρω Ιατρικού Συλλόγου, καταβάλλοντας σε αυτόν ποσό που καθορίζεται εκάστοτε με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο της εισφοράς που καταβάλλουν τα τακτικά μέλη, και

β) να λαμβάνουν βεβαίωση ή άδεια λειτουργίας φορέα παροχής Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στον Ιατρικό Σύλλογο, στην περιφέρεια του οποίου ασκούν παράλληλα το ιατρικό επάγγελμα.

Μέρος του ποσού της περίπτωσης α΄, ανάλογο εκείνου που καταβάλλεται για τους ιδιώτες ιατρούς-τακτικά μέλη, καταβάλλεται από τον Ιατρικό Σύλλογο στον Π.Ι.Σ.

Τα μέλη που εγγράφονται στο ειδικό μητρώο δεν έχουν δικαίωμα εκλέγειν και εκλέγεσθαι.

3. Απαγορεύεται η πλανοδιακή παροχή υπηρεσιών σε Πρωτοβάθμιες ή Δευτεροβάθμιες δομές υγείας. Επιτρέπεται μόνο υπό τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Οι Ιατρικοί Σύλλογοι μπορούν να παρέχουν άδεια ή βεβαίωση λειτουργίας για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δώδεκα (12) μηνών, σε νομικά και φυσικά πρόσωπα. Παράβαση του ιατρού σχετιζόμενη με την άδεια ή βεβαίωση που του έχει παρασχεθεί από τον Ιατρικό Σύλλογο, και ιδίως παράβαση ως προς το χρόνο διάρκειάς της, αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα αυτού. Ταυτοχρόνως, ο Ιατρικός Σύλλογος μπορεί, λόγω της παράβασης, να ανακαλέσει την άδεια ή βεβαίωση λειτουργίας και να αρνηθεί τη χορήγηση νέας.

4. Ιατροί του δημοσίου, που απασχολούνται με απόσπαση στην περιφέρεια άλλου Ιατρικού Συλλόγου, πρέπει να εγγραφούν στα ειδικά μητρώα του Ιατρικού Συλλόγου, στην περιφέρεια του οποίου έχουν αποσπασθεί χωρίς υποχρέωση καταβολής εισφοράς.

 

Άρθρο 294

Μέλη - Αλλοδαποί

Αλλοδαποί που δικαιούνται, κατά τις κείμενες διατάξεις, να ασκούν την ιατρική στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως ιθαγένειας και εθνικότητας, εγγράφονται υποχρεωτικά ως μέλη των Ιατρικών Συλλόγων και έχουν τα ίδια με τα λοιπά μέλη δικαιώματα και υποχρεώσεις, καθώς επίσης και το δικαίωμα εκλέγειν και εκλέγεσθαι.

 

Άρθρο 295

Μητρώα Ιατρικού Συλλόγου - Εγγραφή

1. Ο Ιατρικός Σύλλογος τηρεί:

α) μητρώο των μελών αυτού με βάση τον ΑΜΚΑ, το οποίο κάθε μήνα επικαιροποιείται και κοινοποιείται προς τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο με όλες τις μεταβολές, ιδίως νέες εγγραφές, μετεγγραφές, πειθαρχικά παραπτώματα ιατρών, έως ότου λειτουργήσει σύστημα ηλεκτρονικής απευθείας (online) διασύνδεσης με τον Π.Ι.Σ., στο οποίο υποχρεωτικά θα ενταχθούν όλοι οι Ιατρικοί Σύλλογοι,

β) ειδικό μητρώο μελών για τα μέλη που είναι εγγεγραμμένα σε άλλους Ιατρικούς Συλλόγους,

γ) μητρώο εταιρειών που παρέχουν ιατρικές υπηρεσίες και

δ) μητρώο ιδιωτικών κλινικών.

Ακριβή αντίγραφα των μητρώων των περιπτώσεων β΄, γ΄ και δ΄ υποχρεούται ο Ιατρικός Σύλλογος να υποβάλει στον Π.Ι.Σ. και να τα επικαιροποιεί με τις επερχόμενες εκάστοτε μεταβολές στο τέλος κάθε εξαμήνου (Ιούνιος-Δεκέμβριος). Η μη εμπρόθεσμη υποβολή των μητρώων και αμελλητί των επερχόμενων μεταβολών στους τιθέμενους χρόνους θεωρείται πειθαρχικό παράπτωμα του Προέδρου και του Γραμματέα του Ιατρικού Συλλόγου και τιμωρείται πειθαρχικά. Με την εγγραφή στα ειδικά μητρώα κλινικών ή εταιρειών παροχής ιατρικών υπηρεσιών, υπάρχει υποχρέωση καταβολής εισφοράς για κάθε έτος προς τον Ιατρικό Σύλλογο και αναλογικά προς τον Π.Ι.Σ., ανάλογα με τον αριθμό των ιατρών που απασχολούν. Η εισφορά αυτή ορίζεται από τον οικείο Ιατρικό Σύλλογο. Οι εταιρείες που παρέχουν ιατρικές υπηρεσίες και εγγράφονται στα μητρώα των περιπτώσεων γ΄ και δ΄υπόκεινται σε όλες τις κείμενες διατάξεις της ιατρικής δεοντολογίας και νομοθεσίας, για την ορθή εφαρμογή των οποίων ελέγχονται από το Υπουργείο Υγείας.

2. Η μη εγγραφή σε Ιατρικό Σύλλογο ή στα ειδικά μητρώα Ιατρικού Συλλόγου ή η παράλειψη δήλωσης παροχής υπηρεσιών σε ιδιωτική κλινική ή εταιρεία παροχής ιατρικών υπηρεσιών αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα. Η παράλειψη εγγραφής κλινικής ή εταιρείας παροχής ιατρικών υπηρεσιών στα ειδικά μητρώα του Ιατρικού Συλλόγου επισύρει ποινή προστίμου χιλίων (1.000) έως δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ που εισπράττονται από αυτόν κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ και αποδίδονται στον Ιατρικό Σύλλογο.

Τα γραφεία προσωπικού των δημοσίων δομών υγείας καθώς και τα γραφεία προσωπικού ή οι εργοδότες των ιδιωτικών δομών υγείας υποχρεούνται να ζητούν από τον ιατρό, πριν την ανάληψη υπηρεσίας από αυτόν, βεβαίωση εγγραφής του στον οικείο Ιατρικό Σύλλογο.

3. Στο μητρώο του Ιατρικού Συλλόγου εγγράφεται ο ιατρός, με αίτησή του, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας δύο (2) μηνών από την κοινοποίηση της βεβαίωσης άσκησης ιατρικού επαγγέλματος. Πριν την εγγραφή στον οικείο Ιατρικό Σύλλογο απαγορεύεται η από τον ιατρό άσκηση του επαγγέλματος αυτού. Η ίδια απαγόρευση ισχύει και για τους ιατρούς που εγγράφονται στο ειδικό μητρώο μελών, καθώς και για τις ιατρικές εταιρείες και ιδιωτικές κλινικές που εγγράφονται στο αντίστοιχο μητρώο.

4. Για την εγγραφή απαιτείται:

α) αίτηση του ιατρού σε έντυπο του οικείου Ιατρικού Συλλόγου,

β) υπεύθυνη δήλωση αυτού ότι δεν είναι μέλος άλλου Ιατρικού Συλλόγου ή υπεύθυνη δήλωση ότι δεν είναι εγγεγραμμένος στο ειδικό μητρώο άλλων Ιατρικών Συλλόγων ή, σε περίπτωση μετεγγραφής, υπεύθυνη δήλωση σε ποια ειδικά μητρώα άλλων Ιατρικών Συλλόγων είναι εγγεγραμμένος, καθώς και επίσημη βεβαίωση εγγραφής και μεταβολών του προηγούμενου Ιατρικού Συλλόγου, στον οποίον ήταν εγγεγραμμένος, στην οποία θα αναφέρονται και πιθανές ποινικές ή πειθαρχικές καταδίκες,

γ) επικυρωμένο αντίγραφο πτυχίου καθώς και επίσημη μετάφρασή του αν πρόκειται για πανεπιστημιακό ίδρυμα της αλλοδαπής,

δ) επικυρωμένο αντίγραφο αναγνώρισης πτυχίου Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π. ή ΔΙΚΑΤΣΑ, αν πρόκειται για πανεπιστημιακό ίδρυμα της αλλοδαπής,

ε) επικυρωμένο αντίγραφο άδειας ή βεβαίωσης άσκησης επαγγέλματος,

στ) επικυρωμένο αντίγραφο λήψης τίτλου ειδικότητας, αν υπάρχει,

ζ) αντίγραφο αστυνομικής ταυτότητας,

η) βιογραφικό συνοδευόμενο από τίτλους ειδίκευσης και εξειδίκευσης, μεταπτυχιακών σπουδών και κάθε άλλης επιστημονικής εμπειρίας και κατάρτισης στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό,

θ) υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος ότι: θα) δεν έχει υποστεί στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων, θβ) δεν έχει ανακληθεί ή ανασταλεί για οποιοδήποτε λόγο η άδεια ή βεβαίωση άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος, θγ) δεν έχει καταδικαστεί τελεσίδικα σε ατιμωτικό αδίκημα σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις της ποινικής νομοθεσίας,

ι) βεβαίωση του επίσημου ασφαλιστικού οργανισμού ότι κατεβλήθη το ποσό εγγραφής του σε αυτόν:

ια) διεύθυνση της επαγγελματικής εγκατάστασης του ιατρού, η οποία θα πληροί τις εκάστοτε διατάξεις που ισχύουν για τις μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, αν πρόκειται για ελεύθερο επαγγελματία ιατρό, ή το νοσοκομείο ή κέντρο υγείας ή άλλη μονάδα δευτεροβάθμιας ή τριτοβάθμιας φροντίδας υγείας, αν παρέχει εξαρτημένες υπηρεσίες σε τέτοιες μονάδες, και

ιβ) παράβολο που ορίζεται εκάστοτε με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιατρικού Συλλόγου, στον οποίο ο ιατρός αιτείται την εγγραφή. Το παράβολο, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας, μπορεί, να είναι ηλεκτρονικό.

5. Σε περίπτωση μετεγγραφής, η εγγραφή στο νέο Σύλλογο γίνεται ταυτόχρονα με τη διαγραφή του ιατρού από τον προηγούμενο, ηλεκτρονικά. Ο ιατρός υποχρεούται εντός δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών να προσέλθει αυτοπροσώπως για να επιβεβαιώσει τη μετεγγραφή του. Σε διαφορετική περίπτωση, διαγράφεται μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου.

 

Άρθρο 296

Ετήσια Δήλωση

1. Ο ιατρός, ο εγγεγραμμένος στα μητρώα του Ιατρικού Συλλόγου, υποχρεούται κάθε έτος και μέχρι τέλους Φεβρουαρίου να υποβάλει στο Σύλλογο, του οποίου είναι μέλος, δήλωση, η οποία περιέχει τα εξής στοιχεία:

α) όνομα, επώνυμο, όνομα πατρός, όνομα μητρός, τόπο γέννησης, ιθαγένεια, διεύθυνση κατοικίας και του ιατρείου και την ιατρική ειδικότητα που ασκεί νομίμως,

β) βεβαίωση ότι αυτός ασκεί πράγματι το λειτούργημα του ιατρού, διατηρώντας προσωπικό ιατρείο ή από κοινού με άλλον ιατρό, του οποίου πρέπει να αναφέρει το ονοματεπώνυμο, ή άλλο ιδιωτικό φορέα παροχής Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, καθώς και αν παρέχει τις υπηρεσίες του σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πάγια αντιμισθία ή κατ΄ αποκοπήν ή ανά επίσκεψη, δηλώνοντας και το ονοματεπώνυμο ή την επωνυμία του φυσικού ή νομικού προσώπου, τη διεύθυνση αυτού και το ποσό της αντιμισθίας ή αμοιβής ανά επίσκεψη, όπως, επίσης, αν λαμβάνει κάποια σύνταξη, τον ασφαλιστικό φορέα και το ποσό αυτής,

γ) βεβαίωση σε ποιους άλλους Ιατρικούς Συλλόγους παρέχει υπηρεσίες είτε Πρωτοβάθμιας είτε Δευτεροβάθμιας Φροντίδας Υγείας,

δ) βεβαίωση ότι ο δηλών δεν υπάγεται σε κάποιο από τα κατά νόμο κωλύματα και ασυμβίβαστα και ότι έχει δικαίωμα άσκησης της ιατρικής με βάση πτυχία και τίτλους ελληνικών ιατρικών σχολών ή κατά νόμο αναγνωρισμένων αλλοδαπών,

ε) βεβαίωση ότι δεν βρίσκεται σε αναστολή ιατρικού επαγγέλματος λόγω πειθαρχικών ποινών, όπως προβλέπονται στο άρθρο 322, και δεν έχει στερηθεί της άδειας λόγω μη καταβολής εισφορών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 315 παράγραφος 2.

2. Η δήλωση δεν γίνεται δεκτή εφόσον δεν συνοδεύεται από απλό αντίγραφο της απόδειξης περί καταβολής της οφειλομένης στον Ιατρικό Σύλλογο ετήσιας εισφοράς.

3. Ο ιατρός είναι υποχρεωμένος να ανακοινώνει προς τον Ιατρικό Σύλλογο οποιαδήποτε μεταβολή των στοιχείων του εντός δέκα (10) ημερολογιακών ημερών από την ημέρα της μεταβολής.

4. Το Διοικητικό Συμβούλιο κάθε Ιατρικού Συλλόγου, με αιτιολογημένη απόφασή του, μπορεί να διαγράφει από το μητρώο του τους ιατρούς, οι οποίοι, παρά τις επανειλημμένες υπομνήσεις του Συλλόγου, δεν υπέβαλαν τη δήλωση της παραγράφου 1 και την εισφορά τους. Επίσης, μπορεί να προβαίνει σε όλες τις νόμιμες ενέργειες, εξωδικαστικές και δικαστικές, προκειμένου να εισπράξει τις οφειλόμενες εισφορές, με τις εκάστοτε νόμιμες προσαυξήσεις.

Η ανωτέρω διαγραφή του ιατρού από το μητρώο του κύριου Ιατρικού Συλλόγου, στον οποίο είναι εγγεγραμμένος, επιφέρει την άμεση ανάκληση της άδειας άσκησης του επαγγέλματός του από το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ι.Σ.

5. Η δήλωση της παραγράφου 1 επισυνάπτεται στο μητρώο του Συλλόγου και καταχωρείται στον ατομικό φάκελο που τηρείται για κάθε ιατρό-μέλος του Συλλόγου.

6. Σε αυτούς που υποβάλλουν εμπροθέσμως πλήρη δήλωση χορηγείται δελτίο ταυτότητας ιατρού, το οποίο ισχύει μέχρι τέλους Φεβρουαρίου του επομένου της έκδοσης έτους, καθώς και οποιοδήποτε άλλο έγγραφο μπορεί να τους εξυπηρετεί στην άσκηση του λειτουργήματός τους. Το δελτίο υπογράφεται από τον Πρόεδρο και το Γραμματέα του Ιατρικού Συλλόγου και τον κάτοχο και σφραγίζεται με τη σφραγίδα του Συλλόγου, ενώ η ισχύς του ανανεώνεται κάθε έτος.

7. Σε περίπτωση απώλειας του ανωτέρω δελτίου, μπορεί το Διοικητικό Συμβούλιο του οικείου Ιατρικού Συλλόγου να επιτρέψει τη χορήγηση νέου δελτίου, που ισχύει μέχρι τέλους Φεβρουαρίου του επομένου της έκδοσης έτους.

8. Η εκπρόθεσμη υποβολή δήλωσης, η δήλωση που δεν πληροί όλους τους όρους του παρόντος καθώς και η υποβολή ανειλικρινούς δήλωσης αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα κατά άρθρο 319. Ο παραβάτης απαλλάσσεται στην περίπτωση συνδρομής λόγων ανωτέρας βίας.

 

Άρθρο 297

Μητρώο Μελών - Διαγραφή

1. Ο Ιατρικός Σύλλογος υποχρεούται να διαγράψει τους εντός του έτους παραιτούμενους ιατρούς, τους μετατιθέμενους ή μετοικούντες, τους θανόντες, τους λαμβάνοντες σύνταξη γήρατος ή πρόσκαιρης ανικανότητας από τον επίσημο ασφαλιστικό τους οργανισμό, αυτούς που τελεσιδίκως τους επεβλήθη η ποινή της οριστικής παύσης και αυτούς που με οποιονδήποτε τρόπο απέβαλαν την ιδιότητα του ιατρού. Οι Εισαγγελείς των Δικαστηρίων και οι Ληξίαρχοι, καθώς και ο επίσημος ασφαλιστικός οργανισμός τους, υποχρεούνται να αποστέλλουν αμελλητί στον οικείο Ιατρικό Σύλλογο αντίγραφα των καταδικαστικών αποφάσεων κατά των ιατρών, των ληξιαρχικών πράξεων αυτών, καθώς και της συνταξιοδότησής τους, ολικής ή μερικής.

2. Οι ιατροί που επιθυμούν να μετοικήσουν στην αλλοδαπή ή να διαγραφούν, υποχρεούνται να υποβάλλουν σχετική αίτηση προς τον οικείο Ιατρικό Σύλλογο, ο οποίος αποδέχεται τη μετοίκηση ή τη διαγραφή μόνον εφόσον οι αιτούντες έχουν καταβάλλει το σύνολο των εισφορών με τις τυχόν νόμιμες προσαυξήσεις. Το ίδιο ισχύει και για τη διαγραφή από το ειδικό μητρώο Ιατρικού Συλλόγου, καθώς και για όσους επιθυμούν να τεθούν σε αναστολή ιδιότητας ιατρού.

Η επαγγελματική ιδιότητα του ιατρού δύναται να ανασταλεί κατόπιν αίτησής του, με απόφαση του Δ.Σ. του Ιατρικού Συλλόγου. Ο τελών σε αναστολή δεν υποχρεούνται σε καταβολή εισφοράς του άρθρου 315.

 

Άρθρο 298

Αλληλογραφία

1. Οι Ιατρικοί Σύλλογοι αλληλογραφούν απευθείας με όλες τις τοπικές και κεντρικές Αρχές για ζητήματα της περιφέρειάς τους και τους ιδιώτες. Όταν αλληλογραφούν με τις κεντρικές αρχές για ζητήματα γενικής φύσης, υποχρεούνται σε ταυτόχρονη γραπτή ενημέρωση του Π.Ι.Σ.

2. Τα έγγραφα υπογράφονται από τον Πρόεδρο και το Γραμματέα και σφραγίζονται με τη σφραγίδα του Ιατρικού Συλλόγου.

 

Άρθρο 299

Συνεργασία με Δημόσιες Αρχές

Οι Δημόσιες Αρχές οφείλουν να παρέχουν στους Ιατρικούς Συλλόγους κάθε δυνατή ενίσχυση, καθώς και κάθε πληροφορία αναγκαία για την εκπλήρωση των σκοπών τους, ιδίως δε όταν αφορούν παραβατικές συμπεριφορές κατά την άσκηση της ιατρικής, ελεγχόμενες πράξεις, διώξεις ή επιβληθείσες κυρώσεις από άλλα αρμόδια όργανα.

 

Άρθρο 300

Όργανα

Όργανα διοίκησης του Ιατρικού Συλλόγου είναι η Γενική Συνέλευση, η οποία είναι τακτική, έκτακτη και εκλογοαπολογιστική, το Διοικητικό Συμβούλιο και η Εξελεγκτική Επιτροπή.

 

Άρθρο 301

Τακτική -Έκτακτη Γενική Συνέλευση

1. Η Γενική Συνέλευση του Ιατρικού Συλλόγου συνέρχεται τακτικά εντός διμήνου από τη λήξη του οικονομικού έτους, εκτάκτως δε όταν αποφασίζει τούτο το Διοικητικό Συμβούλιο ή μετά από έγγραφη αίτηση, η οποία αναγράφει και το λόγο της σύγκλησης, μελών του Συλλόγου με την ακόλουθη αναλογία: σε Συλλόγους που αριθμούν: α) μέχρι εκατό (100) μέλη, το ήμισυ πλέον ενός, β) μέχρι πεντακόσια (500) μέλη, το ένα τρίτο (1/3), γ) μέχρι χίλια (1000) μέλη, το ένα τέταρτο (1/4) και δ) άνω των χιλίων ενός (1001) μελών, το ένα όγδοο (1/8).

Η έγγραφη αίτηση υποβάλλεται προς τον Πρόεδρο του Ιατρικού Συλλόγου, ο οποίος υποχρεούται να καλέσει τη Συνέλευση εντός μηνός από την υποβολή της. Οι αιτούντες πρέπει να είναι ταμειακώς τακτοποιημένοι κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και να έχουν δικαίωμα ψήφου.

2. α) Ο Πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου καλεί τα μέλη του είτε με προσωπικές ατομικές προσκλήσεις, στις οποίες αναγράφονται κατά σειρά και τα προς συζήτηση θέματα και οι οποίες αποστέλλονται, τουλάχιστον πριν δέκα (10) ημερολογιακές ημέρες για τις τακτικές και πριν τρεις (3) ημερολογιακές ημέρες για τις έκτακτες Γενικές Συνελεύσεις, ταχυδρομικά με απόδειξη αποστολής ή τηλεομοιοτυπικά (φαξ) ή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email) ή με προσωπικό μήνυμα (SMS), εφόσον αποδεικνύεται η αποστολή και βεβαιώνεται η ημέρα και χρονολογία αυτής και η υπογραφή του προσώπου που έκανε την πρόσκληση, είτε με γενική πρόσκληση που δημοσιεύεται σε μία ή δύο ημερήσιες τοπικές εφημερίδες και τοιχοκολλάται στην έδρα του Ιατρικού Συλλόγου.

β) Στην πρόσκληση ορίζονται ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης καθώς και τα προς συζήτηση θέματα. Πέραν των αναγραφομένων στην πρόσκληση θεμάτων, μπορεί να συζητηθεί και άλλο θέμα, εφόσον προταθεί τούτο και γίνει δεκτό προς συζήτηση από την πλειοψηφία των παρισταμένων μελών. Στην έκτακτη Γενική Συνέλευση κατόπιν αιτήματος μελών δεν μπορεί να συζητηθεί κανένα άλλο ζήτημα εκτός από το θέμα για το οποίο συνεκλήθη.

γ) Τα προσερχόμενα στη συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης μέλη υπογράφουν το ειδικό βιβλίο πρακτικών Γενικών Συνελεύσεων.

3. α) Για τη συγκρότηση νόμιμης απαρτίας της Γενικής Συνέλευσης απαιτείται επί αριθμού μελών που έχουν δικαίωμα ψήφου και είναι ταμειακά τακτοποιημένα: αα) μέχρι εκατό (100) να παρίσταται το ήμισυ πλέον ενός, ββ) μέχρι πεντακόσια (500) να παρίσταται τουλάχιστον το ένα τρίτο (1/3) και γγ) άνω των πεντακοσίων (500) να παρίσταται το ένα τέταρτο (1/4) των εγγεγραμμένων και εχόντων δικαίωμα ψήφου μελών.

β) Αν ματαιωθεί η συνεδρίαση λόγω έλλειψης απαρτίας, η Γενική Συνέλευση καλείται εκ νέου σε πρώτη επαναληπτική συνεδρίαση το αργότερο εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών, οπότε βρίσκεται σε απαρτία, εάν παρίσταται το ήμισυ τουλάχιστον του αριθμού των μελών που ορίζεται στην περίπτωση α΄.

γ) Αν δεν επιτυγχάνεται απαρτία στην πρώτη επαναληπτική συνεδρίαση, καλείται δεύτερη επαναληπτική συνεδρίαση, η οποία λαμβάνει χώρα εντός 24 ωρών από τη ματαίωση της πρώτης, και η Γενική Συνέλευση βρίσκεται πλέον σε απαρτία όταν παρίσταται το ένα τέταρτο (1/4) του αριθμού των μελών που ορίζεται στην περίπτωση α΄.

Για την απαιτούμενη απαρτία της Γενικής Συνέλευσης πρέπει να γίνεται μνεία στην πρόσκληση και τα πρακτικά.

4. Οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης, με εξαίρεση τις αρχαιρεσίες, λαμβάνονται με την πλειοψηφία των παρόντων, ανακοινώνονται δε όλες στον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο. Σε περίπτωση ισοψηφίας η πρόταση απορρίπτεται και μπορεί να επανασυζητηθεί μία φορά και κατά την ίδια ακόμα συνεδρίαση, εφόσον υποστεί τροποποιήσεις. Αν δεν καθίσταται δυνατός ο σχηματισμός της πλειοψηφίας αυτής, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται ωσότου σχηματιστεί απόλυτη πλειοψηφία με την υποχρεωτική προσχώρηση, κάθε φορά εκείνων ή εκείνου που διατυπώνει την ασθενέστερη γνώμη, σε μία από τις επικρατέστερες. Αν και πάλι υπάρξει ισοψηφία, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου, εκτός αν η ψηφοφορία είναι μυστική, οπότε αυτή επαναλαμβάνεται για μία ακόμη φορά, η τυχόν δε νέα ισοψηφία ισοδυναμεί με απόρριψη.

5. α) Των συνεδριάσεων της Γενικής Συνέλευσης προεδρεύει ο Πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου και, αν αυτός κωλύεται, ο Αντιπρόεδρος.

β) Οι αποφάσεις στη Γενική Συνέλευση των Ιατρικών Συλλόγων λαμβάνονται κατ΄ αρχήν με ανάταση της χειρός. Λαμβάνονται με φανερή ψηφοφορία κατόπιν ονομαστικής κλήσης για τα γενικά και σοβαρά ζητήματα, εφόσον υποβλήθηκε σχετική έγγραφη ή προφορική πρόταση του ενός τετάρτου (1/4) των παρόντων μελών, και με μυστική ψηφοφορία μέσω ψηφοδελτίων, όταν πρόκειται για εκλογή προσώπων ή προσωπικά ζητήματα και όταν κρίνει αυτό αναγκαίο το Διοικητικό Συμβούλιο μετά από αιτιολογημένη απόφασή του.

γ) Κατά τη συνεδρίαση της Συνέλευσης τηρούνται πρακτικά, τα οποία υπογράφονται από τον Πρόεδρο και το Γραμματέα και στα οποία μνημονεύονται, ιδίως, ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης, τα θέματα που συζητήθηκαν, με συνοπτική αλλά περιεκτική αναφορά στο περιεχόμενό τους, τα ονόματα και η ιδιότητα των μελών που έλαβαν το λόγο, η μορφή και τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας και οι αποφάσεις που λήφθηκαν. Στο πρακτικό καταχωρίζονται οι γνώμες των μελών που μειοψήφησαν, σε περίπτωση δε φανερής ψηφοφορίας και τα ονόματα τούτων.

6. Στην ετήσια Γενική Συνέλευση συζητούνται υποχρεωτικά:

α) ο απολογισμός πεπραγμένων του Διοικητικού Συμβουλίου,

β) ο οικονομικός απολογισμός του προηγουμένου έτους,

γ) ο προϋπολογισμός του τρέχοντος έτους,

δ) η έκθεση της Εξελεγκτικής Επιτροπής,

ε) κάθε άλλο θέμα της ημερήσιας διάταξης που ανάγεται στους σκοπούς του Συλλόγου.

 

Άρθρο 302

Εκλογοαπολογιστική Γενική Συνέλευση

Η εκλογοαπολογιστική Γενική Συνέλευση συγκαλείται κάθε τέσσερα (4) χρόνια, δύο (2) τουλάχιστον μήνες πριν από τις αρχαιρεσίες κάθε Ιατρικού Συλλόγου. Η ημερήσια διάταξη περιέχει τουλάχιστον τον απολογισμό του Διοικητικού Συμβουλίου της προηγούμενης τετραετίας αλλά και κάθε θέμα που αφορά στις αρχαιρεσίες που έχουν ορισθεί με απόφαση του Π.Ι.Σ.

 

Άρθρο 303

Εσωτερικός κανονισμός

Οι Ιατρικοί Σύλλογοι μπορούν να έχουν εσωτερικό κανονισμό, στον οποίο ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες της διεξαγωγής των εργασιών της Γενικής Συνέλευσης και του Διοικητικού Συμβουλίου, ο αριθμός και οι θέσεις του απαιτούμενου προσωπικού και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την καλή λειτουργία του Συλλόγου. Ο κανονισμός αυτός καταρτίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο και εγκρίνεται από τη Γενική Συνέλευση του Ιατρικού Συλλόγου και, εν συνεχεία, από το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ι.Σ.

 

Άρθρο 304

Διοικητικό Συμβούλιο

1. α) Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ιατρικού Συλλόγου αποτελείται από τον πρόεδρο, τον αντιπρόεδρο, το γραμματέα, τον ταμία και ένα σύμβουλο, όταν ο αριθμός των μελών του Συλλόγου είναι μέχρι πενήντα (50), τρεις (3) συμβούλους όταν ο αριθμός των μελών είναι μέχρι εκατόν πενήντα (150), πέντε (5) συμβούλους όταν ο αριθμός των μελών είναι μέχρι διακόσια πενήντα (250), επτά (7) συμβούλους όταν ο αριθμός των μελών είναι μέχρι χίλια (1.000), εννέα (9) συμβούλους όταν ο αριθμός των μελών είναι μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000), έντεκα (11) συμβούλους όταν ο αριθμός των μελών είναι μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) και δεκατρείς (13) συμβούλους όταν ο αριθμός των μελών υπερβαίνει τα δέκα χιλιάδες ένα (10.001) μέλη.

β) Ο αριθμός των κατά την περίπτωση α΄ εκλεκτέων μελών του Διοικητικού Συμβουλίου υπολογίζεται με βάση τον αριθμό των εγγεγραμμένων μελών στο μητρώο του Συλλόγου, όπως έχει αυτό τρεις (3) μήνες πριν τις αρχαιρεσίες. Δικαίωμα να ψηφίσουν στις αρχαιρεσίες για εκλογή του Διοικητικού Συμβουλίου έχουν οι εγγεγραμμένοι στο μητρώο ιατροί που δεν διατελούν σε προσωρινή παύση και έχουν ανανεώσει το ετήσιο δελτίο ταυτότητας. Προς βεβαίωση των ανωτέρω καταρτίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο και εκτίθεται στα γραφεία του Συλλόγου δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημερολογιακές ημέρες πριν την ημέρα των αρχαιρεσιών, κατάλογος των εχόντων δικαίωμα ψήφου μελών, ο οποίος υπόκειται στον έλεγχο κάθε μέλους του Συλλόγου και διορθώνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο μετά από αιτιολογημένη και τεκμηριωμένη αίτηση μέλους ή οποιουδήποτε δικαιολογεί ειδικό έννομο συμφέρον. Η αίτηση για διόρθωση του πίνακα υποβάλλεται στο Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου πέντε (5) τουλάχιστον ημερολογιακές ημέρες πριν την ημερομηνία των αρχαιρεσιών.

2. α) Δικαίωμα του εκλέγειν έχουν τα μέλη που είναι οικονομικώς τακτοποιημένα στον Ιατρικό Σύλλογο οκτώ (8) ημερολογιακές μέρες πριν τις αρχαιρεσίες. Δικαίωμα του εκλέγεσθαι στα όργανα των Ιατρικών Συλλόγων έχουν τα μέλη που είναι οικονομικώς τακτοποιημένα στον Ιατρικό Σύλλογο τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες πριν τις αρχαιρεσίες και δεν έχουν τιμωρηθεί τελεσίδικα με την ποινή της προσωρινής παύσης άσκησης του επαγγέλματος.

β) Όσοι έχουν τιμωρηθεί από πρωτοβάθμιο ή δευτεροβάθμιο πειθαρχικό όργανο του Ιατρικού Συλλόγου (εκτός από την ποινή της επίπληξης) ή άλλο αρμόδιο όργανο ή με βάση τις διατάξεις των άρθρων 63 και 67 Π.Κ. στερούνται του δικαιώματος του εκλέγεσθαι για μια πενταετία από την τιμωρία τους. Σε περίπτωση που τελεσίδικα αθωωθούν νωρίτερα, αυτοδίκαια επανακτούν το δικαίωμα αυτό.

γ) Στερούνται των δικαιωμάτων του εκλέγειν και εκλέγεσθαι όσοι έχουν τιμωρηθεί τελεσίδικα από οποιοδήποτε όργανο με την ποινή της παύσης άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος.

δ) Στερούνται του δικαιώματος του εκλέγεσθαι όσοι έχουν εκκρεμή υπόθεση για ατιμωτικό αδίκημα κατά τον Ποινικό Κώδικα ή κακούργημα. Αποκτούν και πάλι το δικαίωμα του εκλέγεσθαι εφόσον κοινοποιηθεί στο Ιατρικό Σύλλογο, και με επιμέλεια του ίδιου του ιατρού, τελεσίδικη αθωωτική απόφαση.

 

Άρθρο 305

Ανακήρυξη υποψηφίων

1. Οι υποψήφιοι για τη θέση μέλους Διοικητικού Συμβουλίου, Πειθαρχικού Συμβουλίου, Εξελεγκτικής Επιτροπής και εκπροσώπου στον Π.Ι.Σ. αναγράφονται σε ξεχωριστά ψηφοδέλτια είτε εντασσόμενοι σε συνδυασμούς είτε ως μεμονωμένοι υποψήφιοι. Ο αριθμός των υποψηφίων κάθε συνδυασμού δεν μπορεί να υπερβαίνει το διπλάσιο του αριθμού των εκλεγομένων για το Διοικητικό Συμβούλιο, το Πειθαρχικό Συμβούλιο και τους εκπροσώπους στον Π.Ι.Σ. Yποψήφιο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα και υποψήφιο μέλος του Πειθαρχικού Συμβουλίου ή της Εξελεγκτικής Επιτροπής.

2. Η ανακήρυξη υποψηφίων του Διοικητικού Συμβουλίου, του Πειθαρχικού Συμβουλίου, της Εξελεγκτικής Επιτροπής και εκπροσώπων στον Π.Ι.Σ. ενεργείται κατόπιν αίτησης των συνδυασμών ή μεμονωμένων υποψηφίων υποβαλλόμενης στον Πρόεδρο του Ιατρικού Συλλόγου τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες πριν την ημέρα της διεξαγωγής των αρχαιρεσιών. Όσον αφορά στους συνδυασμούς, η αίτηση υπογράφεται από όλους τους υποψηφίους του συνδυασμού. Εντός τριών (3) ημερών από την εκπνοή της προθεσμίας αυτής, το Διοικητικό Συμβούλιο του Ιατρικού Συλλόγου ανακηρύσσει με έγγραφη ανακοίνωση, η οποία τοιχοκολλάται στο κατάστημα του Συλλόγου και αναρτάται στην ιστοσελίδα του Συλλόγου στο διαδίκτυο, αν υπάρχει, τους συνδυασμούς και τους μεμονωμένους υποψηφίους, για τους οποίους υπεβλήθησαν οι σχετικές αιτήσεις.

3. Η αίτηση είναι απαράδεκτη αν δεν συνοδεύεται από βεβαίωση του Συλλόγου σχετικά με την εγγραφή σε αυτόν και την οικονομική τακτοποίηση όλων των υποψηφίων των συνδυασμών και των μεμονωμένων υποψηφίων.

 

Άρθρο 306

Αρχαιρεσίες - Διαδικασία

1. Η εκλογή των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, του Πειθαρχικού Συμβουλίου και της Εξελεγκτικής Επιτροπής, καθώς και των εκπροσώπων στον Π.Ι.Σ., ενεργείται κάθε τετραετία, σε τακτή ημερομηνία, ημέρα Κυριακή και μήνα Μάιο, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ. που λαμβάνει υπόψη και τις αιτήσεις και ανάγκες των Ιατρικών Συλλόγων. Για Ιατρικούς Συλλόγους που αριθμούν πάνω από χίλια (1.000) μέλη, η ψηφοφορία μπορεί να γίνεται δύο (2) συνεχόμενες ημέρες, Κυριακή και Δευτέρα. Η απόφαση αυτή τοιχοκολλάται στο κατάστημα του Συλλόγου και αναρτάται στην ιστοσελίδα του Συλλόγου στο διαδίκτυο, αν υπάρχει, σαράντα (40) τουλάχιστον ημερολογιακές ημέρες πριν την ημέρα της εκλογής. Σε αυτήν την απόφαση ορίζεται και ο αριθμός των εκλεκτέων μελών.

2. Τα μέλη καλούνται με ατομικές προσκλήσεις, οι οποίες αποστέλλονται τουλάχιστον προ τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών ταχυδρομικά με απόδειξη αποστολής, μπορούν δε να σταλούν τηλεομοιοτυπικά (φαξ) ή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email), εφόσον αποδεικνύεται η αποστολή και βεβαιώνεται η ημέρα και χρονολογία αυτής και η υπογραφή του προσώπου που έκανε την πρόσκληση. Στις προσκλήσεις σημειώνεται η ημέρα και η ώρα της έναρξης της συνεδρίασης, το κατάστημα της ψηφοφορίας ή τα εκλογικά τμήματα, αν υπάρχουν περισσότερα, και ο αριθμός των εκλεκτέων μελών του Διοικητικού και Πειθαρχικού Συμβουλίου, της Εξελεγκτικής Επιτροπής, καθώς και των εκπροσώπων στον Π.Ι.Σ.

3. Η εκλογή, με την επιφύλαξη των διατάξεων του εσωτερικού κανονισμού, γίνεται με ευθύνη, μέριμνα και δαπάνη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιατρικού Συλλόγου (εκλογικοί κατάλογοι, προετοιμασία χώρων, καλπών, ψηφοδελτίων, φακέλων κ.λπ.). Για τη διενέργεια των αρχαιρεσιών αρμόδια είναι τριμελής Εφορευτική Επιτροπή, η οποία αποτελείται από έναν εκπρόσωπο της οικείας Περιφέρειας, με το νόμιμο αναπληρωτή του, ως πρόεδρο και δύο (2) μέλη, μη υποψηφίους, τα οποία ορίζονται με ισάριθμα αναπληρωματικά, με κλήρωση από τα μέλη του Ιατρικού Συλλόγου που έχουν δικαίωμα ψήφου. Η κλήρωση διενεργείται από το Διοικητικό Συμβούλιο πέντε (5) ημερολογιακές ημέρες πριν τις εκλογές σε ειδική συνεδρίαση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του εσωτερικού κανονισμού.

Στους Ιατρικούς Συλλόγους, στους οποίους η εκλογή ενεργείται κατά τμήματα, συγκροτείται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιατρικού Συλλόγου, Κεντρική Εφορευτική Επιτροπή που απαρτίζεται από έναν (1) εκπρόσωπο της οικείας Περιφέρειας, ο οποίος προΐσταται διεύθυνσης ή τμήματος αυτής, ως πρόεδρο, με το νόμιμο αναπληρωτή του, και από τέσσερα (4) μέλη του Ιατρικού Συλλόγου. Τα μέλη-ιατροί των εφορευτικών επιτροπών ορίζονται, με ισάριθμα αναπληρωματικά τους, από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ιατρικού Συλλόγου με κλήρο, από τα μη υποψήφια μέλη.

Ζητήματα εγκυρότητας ψηφοδελτίων καθώς και κάθε άλλο ζήτημα που αφορά τη διαδικασία των αρχαιρεσιών κρίνονται από τα μέλη της Εφορευτικής Επιτροπής.

4. Η εκλογή των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, του Πειθαρχικού Συμβουλίου, της Εξελεγκτικής Επιτροπής και των εκπροσώπων στον Π.Ι.Σ. γίνεται με μυστική ψηφοφορία με χωριστά για κάθε όργανο ψηφοδέλτια και φακέλους με το ίδιο χρώμα κατά περίπτωση, με το σύστημα της απλής αναλογικής. Τα ψηφοδέλτια είναι έντυπα, φέρουν μελανό χρώμα γραμματοσειράς και κατασκευάζονται με μέριμνα του Διοικητικού Συμβουλίου και δαπάνη του Ιατρικού Συλλόγου, κατά τα ανωτέρω.

5. Ο κάθε συνδυασμός και μεμονωμένος υποψήφιος ορίζει έναν (1) αντιπρόσωπο, με έναν (1) αναπληρωτή, από τους ιατρούς που έχουν δικαίωμα ψήφου, ο οποίος παρίσταται στο χώρο της ψηφοφορίας.

6. Κατά την ημέρα της ψηφοφορίας ο εκλογέας που έχει δικαίωμα ψήφου προσερχόμενος στην αίθουσα διεξαγωγής της ψηφοφορίας, αφού επιβεβαιωθούν τα στοιχεία της ταυτότητάς του από τα μέλη της Εφορευτικής Επιτροπής, παραλαμβάνει από αυτήν τέσσερις φακέλους σφραγισμένους με τη σφραγίδα του Συλλόγου (ένα για το Διοικητικό Συμβούλιο, ένα για το Πειθαρχικό Συμβούλιο, ένα για την Εξελεγκτική Επιτροπή και ένα για τους εκπροσώπους στον Π.Ι.Σ.) και σειρά ψηφοδελτίων, στα οποία περιλαμβάνονται και λευκά ψηφοδέλτια, και αποσύρεται σε ιδιαίτερο χώρο, ώστε να εξασφαλίζεται το απόρρητο της ψηφοφορίας. Η υπέρ των υποψηφίων προτίμηση εκφράζεται με σταυρό που τίθεται δίπλα στο όνομα του υποψηφίου για το Διοικητικό Συμβούλιο, την Εξελεγκτική Επιτροπή, το Πειθαρχικό Συμβούλιο και ως εκπροσώπου στον Π.Ι.Σ. Ο κάθε εκλογέας μπορεί να προτιμήσει κατ΄ ανώτατο όριο τόσους υποψηφίους και να θέσει τόσους σταυρούς όσος και ο αριθμός των εκλεγόμενων μελών στο καθένα από τα παραπάνω όργανα. Περισσότεροι σταυροί δεν λαμβάνονται υπόψη και το ψηφοδέλτιο προσμετράται υπέρ του συνδυασμού. Αν δεν τεθούν σταυροί προτίμησης, το ψηφοδέλτιο προσμετράται υπέρ του συνδυασμού ή του μεμονωμένου υποψηφίου. Οι υποψήφιοι Πρόεδροι του Πειθαρχικού Συμβουλίου του Ιατρικού Συλλόγου δεν χρειάζονται σταυρό προτίμησης και θεωρείται ότι έλαβαν το σύνολο των ψηφοδελτίων του συνδυασμού που ανήκουν. Εάν λάβουν σταυρό, το ψηφοδέλτιο δεν θεωρείται άκυρο για το λόγο αυτό. Ακολούθως, τα ψηφοδέλτια εγκλείονται στους οικείους φακέλους, οι οποίοι ρίχνονται στις προς τούτο τοποθετημένες ψηφοδόχους ιδιοχείρως από τον εκλογέα. Πριν αποχωρήσει ο εκλογέας, υπογράφει ως ψηφίσας στον εκλογικό κατάλογο και διαγράφεται από την Εφορευτική Επιτροπή.

7. Κατά το χρόνο της ψηφοφορίας απαγορεύεται στην αίθουσα ψηφοφορίας η παραμονή άλλων προσώπων εκτός από τα μέλη της Εφορευτικής Επιτροπής, των αντιπροσώπων των συνδυασμών ή των μεμονωμένων υποψηφίων και αυτών που ασκούν το εκλογικό τους δικαίωμα σύμφωνα με τις εντολές της Εφορευτικής Επιτροπής.

8. Η ψηφοφορία λήγει με την δύση του ηλίου, εκτός αν η Εφορευτική Επιτροπή αποφασίσει διαφορετικά, λόγω του ότι έχουν ψηφίσει όλοι οι εγγεγραμμένοι. Παράταση της ψηφοφορίας πέρα από τη λήξης της μπορεί να υπάρξει με προηγούμενη απόφαση της Εφορευτικής Επιτροπής ειδικά αιτιολογημένη.

9. Μετά τη λήξη της ψηφοφορίας αρχίζει η διαλογή των ψηφοδελτίων, τα οποία αριθμούνται και μονογράφονται από τα μέλη της Εφορευτικής Επιτροπής και συντάσσεται πίνακας, στον οποίο αναγράφονται τα ονόματα των ψηφισθέντων και ο αριθμός των ψήφων που έλαβε ο καθένας. Τα λευκά και τα άκυρα ψηφοδέλτια λαμβάνουν δική τους αρίθμηση. Για τη διαλογή συντάσσεται ιδιαίτερο πρακτικό, το οποίο υπογράφεται από τα μέλη της Εφορευτικής Επιτροπής.

10. Άκυρα είναι τα ψηφοδέλτια που: α) δεν είναι έντυπα και με μελανή γραμματοσειρά, β) φέρουν διαγραφές, προσθήκες ονομάτων υποψηφίων από άλλους συνδυασμούς και εν γένει αλλοιώσεις στο περιεχόμενό τους, γ) φέρουν λέξεις, φράσεις, υπογραμμίσεις, στίγματα ή άλλα σημεία, εφόσον δύνανται να θεωρηθούν διακριτικά γνωρίσματα που παραβιάζουν το απόρρητο της ψηφοφορίας, δ) ο φάκελος στον οποίο περιέχονται δεν φέρει τη σφραγίδα του Συλλόγου, ε) εκτυπώθηκαν σε χαρτί, το οποίο ολοφάνερα διαφέρει στο χρώμα από αυτό που χορήγησε ο Σύλλογος ή με τυπογραφικά στοιχεία πρόδηλα διαφορετικά, στ) έχουν σχήμα ή διαστάσεις διαφορετικά από αυτά που χορηγήθηκαν από το Σύλλογο, ζ) βρίσκονται στον ίδιο φάκελο με άλλα έγκυρα ή άκυρα ψηφοδέλτια του ίδιου ή άλλου συνδυασμού.

11. Τα λευκά και άκυρα ψηφοδέλτια δεν προσμετρούνται στα έγκυρα.

12. Επιτυχόντες του συνδυασμού ή μεμονωμένου ψηφοδελτίου θεωρούνται αυτοί που έλαβαν τους περισσότερους σταυρούς. Σε περίπτωση ισοσταυρίας διενεργείται κλήρωση από την Εφορευτική Επιτροπή.

13. Ο κάθε συνδυασμός παίρνει τόσες έδρες όσες αναλογούν στον αριθμό των ψήφων που έλαβε. Για το σκοπό αυτό, ο συνολικός αριθμός των έγκυρων ψηφοδελτίων διαιρείται με τον αριθμό των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, του Πειθαρχικού Συμβουλίου, της Εξελεγκτικής Επιτροπής και των εκπροσώπων στον Π.Ι.Σ. Το πηλίκο που προκύπτει από την κάθε διαίρεση, παραλειπομένου του τυχόν κλάσματος, είναι το εκλογικό μέτρο και όσες φορές διαιρεί αυτό τον αριθμό των ψηφοδελτίων που έλαβε ο κάθε συνδυασμός για κάθε όργανο, τόσες έδρες και εκλέγει αυτός. Μεμονωμένος υποψήφιος, που έλαβε αριθμό ψήφων ίσο με το εκλογικό μέτρο ή μεγαλύτερο από αυτόν, εκλέγεται μόνος.

Αν από την πρώτη κατανομή παραμείνουν αδιάθετες έδρες (θέσεις για το Διοικητικό Συμβούλιο, το Πειθαρχικό Συμβούλιο, την Εξελεγκτική Επιτροπή και εκπροσώπων στον Π.Ι.Σ.), ακολουθεί δεύτερη κατανομή, που γίνεται με τη χρησιμοποίηση των υπολοίπων που έχουν οι συνδυασμοί που μετείχαν στην πρώτη κατανομή και των ψηφοδελτίων που συγκέντρωσαν οι συνδυασμοί και οι μεμονωμένοι υποψήφιοι που δεν πήραν έδρα από την πρώτη κατανομή. Το άθροισμά τους διαιρείται με τον αριθμό των αδιάθετων εδρών. Το νέο πηλίκο, παραλειπομένου του τυχόν κλάσματος, δίνει το νέο εκλογικό μέτρο και όσες φορές διαιρεί αυτό στο σύνολο των υπολοίπων κάθε συνδυασμού που πήρε θέση από την πρώτη κατανομή ή στο σύνολο των ψηφοδελτίων που πήραν οι συνδυασμοί ή μεμονωμένοι υποψήφιοι που δεν πήραν έδρα από την πρώτη κατανομή, τόσες έδρες και είναι ο αριθμός των εδρών που δίνονται σε αυτόν.

Αν και μετά τη δεύτερη κατανομή παραμείνουν αδιάθετες έδρες ή κανένας συνδυασμός ή μεμονωμένος υποψήφιος δεν πάρει έδρα, γίνεται τρίτη κατανομή. Σ΄ αυτήν παίρνουν μέρος όλοι οι συνδυασμοί και οι μεμονωμένοι υποψήφιοι που πήραν μέρος στις εκλογές. Την αδιάθετη ή τις αδιάθετες έδρες παίρνουν οι συνδυασμοί ή μεμονωμένοι υποψήφιοι, των οποίων ο αριθμός των υπόλοιπων ψηφοδελτίων για τους συνδυασμούς και το σύνολο των ψηφοδελτίων για τους συνδυασμούς που δεν πήραν έδρα στην πρώτη και δεύτερη κατανομή, και για τους μεμονωμένους, είναι πιο κοντά στο μέτρο της πρώτης κατανομής, με τη σειρά, μέχρι να διατεθεί και η τελευταία έδρα.

14. Οι ενστάσεις κατά του κύρους των αρχαιρεσιών υποβάλλονται στον Ιατρικό Σύλλογο εντός προθεσμίας οκτώ (8) ημερών που αρχίζει την επομένη της ημέρα διενέργειας των αρχαιρεσιών.

15. Ο αρμόδιος Συντονιστής Αποκεντρωμένης Διοίκησης, στον οποίο υποβάλλονται όλα τα έγγραφα των αρχαιρεσιών, εκδίδει εντός μηνός απόφαση επικύρωσης των αποτελεσμάτων.

16. Σε περίπτωση μερικής ή ολικής ακύρωσης εκλογής ο οικείος Ιατρικός Σύλλογος διενεργεί νέα εκλογή το αργότερο σε δύο (2) μήνες, τηρουμένης της διαδικασίας του παρόντος.

 

Άρθρο 307

Αρχαιρεσίες - Διαδικασία σε Εκλογικά Τμήματα

1. Στους Συλλόγους στους οποίους υπάρχουν εγγεγραμμένα στο μητρώο περισσότερα από πεντακόσια (500) μέλη με δικαίωμα ψήφου, η εκλογή μπορεί να ενεργηθεί κατά τμήματα, τα οποία ορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του οικείου Ιατρικού Συλλόγου, καθένα δε από αυτά πρέπει να περιλαμβάνει μέχρι πεντακόσιους (500) εκλογείς κατά σειρά του αύξοντος αριθμού του εκλογικού καταλόγου. Υπόλοιπο εκλογέων, εάν μεν υπερβαίνει τους διακόσιους πενήντα (250), αποτελεί ιδιαίτερο τμήμα, αλλιώς ενσωματώνεται στο προηγούμενο.

2. Η εκλογή στα τμήματα της παραγράφου 1 διενεργείται με μέριμνα του Διοικητικού Συμβουλίου του οικείου Ιατρικού Συλλόγου και λαμβάνονται μέτρα για τη διευκόλυνση της ψηφοφορίας και την εξασφάλιση του απορρήτου και αδιάβλητου αυτής.

3. Ως εκλογικά τμήματα μπορούν να ορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του οικείου Ιατρικού Συλλόγου και νοσηλευτικά ιδρύματα καθώς και δημόσια κτίρια, κατάλληλα προς το σκοπό αυτό. Με την ίδια απόφαση ορίζεται και ο αριθμός των εκλογέων κάθε τμήματος, οι οποίοι αναγράφονται κατ΄ αλφαβητική σειρά, καθώς και η διάρκεια της ψηφοφορίας. Η απόφαση αυτή του Διοικητικού Συμβουλίου γνωστοποιείται προς τα μέλη του Ιατρικού Συλλόγου με ανάρτηση σχετικής ανακοίνωσης στα γραφεία του Ιατρικού Συλλόγου και την ιστοσελίδα του, τουλάχιστον τέσσερις (4) ημερολογιακές ημέρες πριν τις εκλογές. Εκλογικά τμήματα, με απόφαση Διοικητικού Συμβουλίου, μπορεί να ιδρύονται και εκτός της έδρας του Ιατρικού Συλλόγου.

4. Το Διοικητικό Συμβούλιο με απόφασή του μπορεί να επιτρέψει την επιστολική ή ηλεκτρονική ψήφο, ορίζοντας τις σχετικές προϋποθέσεις και λεπτομέρειες, και τον απαραίτητο εξοπλισμό, με κριτήριο πάντοτε τη διασφάλιση της αποφυγής νόθευσης του εκλογικού αποτελέσματος.

5. Οι Εφορευτικές Επιτροπές των Τμημάτων, μετά το πέρας της ψηφοφορίας, διαβιβάζουν τα αποτελέσματα με τα σχετικά πρακτικά και τις τυχόν υποβληθείσες ενστάσεις στην Κεντρική Εφορευτική Επιτροπή, για να αποφανθεί σχετικά.

6. Η Κεντρική Εφορευτική Επιτροπή, μετά από έλεγχο των αποτελεσμάτων, προβαίνει στην ανακήρυξη των εκλεγομένων και συντάσσει σχετικό πρακτικό, στο οποίο εμφαίνονται τα τελικά αποτελέσματα της εκλογής.

7. Κατά τα λοιπά ακολουθείται και στα εκλογικά τμήματα η διαδικασία του προηγούμενου άρθρου.

 

Άρθρο 308

Διοικητικό Συμβούλιο - Συγκρότηση σε σώμα

1. Εντός οκτώ (8) ημερολογιακών ημερών από την επικύρωση των αρχαιρεσιών σύμφωνα με την παράγραφο 15 του άρθρου 306, ο πρώτος σε σταυρούς εκλεγείς από το ψηφοδέλτιο που έλαβε τις περισσότερες ψήφους, καλεί τους εκλεγέντες συμβούλους προς εκλογή Προέδρου, Αντιπροέδρων, Γενικού Γραμματέα και Ταμία. Αυτοί εκλέγονται με μυστική ψηφοφορία διά ψηφοδελτίων με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, στις δύο (2) πρώτες συνεδριάσεις. Εάν δεν επιτευχθεί απόλυτη πλειοψηφία, εφαρμόζονται τα οριζόμενα στο άρθρο 282.

2. Η θητεία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, της Εξελεγκτικής Επιτροπής και του Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι τετραετής. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, της Εξελεγκτικής Επιτροπής και του Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι επανεκλέξιμα.

3. Εντός οκτώ (8) ημερολογιακών ημερών από τη συγκρότηση σε σώμα του Διοικητικού Συμβουλίου υποβάλλεται στον Π.Ι.Σ. η σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου καθώς και δείγμα υπογραφής όλων των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και του Πειθαρχικού Συμβουλίου.

4. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας ορίζονται οι άδειες των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου των Ιατρικών Συλλόγων.

 

Άρθρο 309

Διοικητικό Συμβούλιο - Αρμοδιότητα

1. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ιατρικού Συλλόγου:

α) εκπροσωπεί τον Ιατρικό Σύλλογο και τους ιατρούς μέλη του,

β) διοικεί και διαχειρίζεται και αποφασίζει για όλες τις εν γένει τις υποθέσεις του Συλλόγου και εκτελεί όλες τις διά του παρόντος ανατιθέμενες σε αυτό αρμοδιότητες,

γ) καταρτίζει δικαιοπραξίες και συνάπτει συμβάσεις για τα μέλη του Συλλόγου που συναινούν,

δ) εκτελεί τις αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης του Ιατρικού Συλλόγου και της Γενικής Συνέλευσης του Π.Ι.Σ.,

ε) συμμετέχει, όπου ο νόμος προβλέπει, στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου των νοσοκομείων της περιφέρειας του Ιατρικού Συλλόγου, με τον Πρόεδρό του ή με εκπρόσωπο που ορίζεται με απόφασή του. Τα μέλη που ορίζονται στο Διοικητικό Συμβούλιο νοσοκομείων υποχρεούνται να ενημερώνουν άμεσα και κατά τακτά διαστήματα το Διοικητικό Συμβούλιο του Ιατρικού Συλλόγου. Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να ανακαλέσει τον εκπρόσωπο, με αιτιολογημένη απόφασή του αν αυτός δεν ανταποκρίνεται στα καθήκοντά του, και να ορίσει άλλον.

2. Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου υπόκεινται στον έλεγχο της Γενικής Συνέλευσης του Συλλόγου, του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ. και του Υπουργείου Υγείας.

 

Άρθρο 310

Διοικητικό Συμβούλιο - Συνεδριάσεις

1. Το Διοικητικό Συμβούλιο συγκαλεί σε συνεδρίαση ο Πρόεδρος. Η πρόσκληση των μελών του γίνεται με ατομικές προσκλήσεις, οι οποίες αποστέλλονται, τουλάχιστον προ τεσσάρων (4) ημερολογιακών ημερών από την ημέρα της συνεδρίασης, ταχυδρομικά με απόδειξη αποστολής, μπορούν δε να σταλούν τηλεομοιοτυπικά (φαξ) ή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email) ή και τηλεφωνικά, με βεβαίωση της γραμματείας, ή και με SMS, εφόσον αποδεικνύεται η αποστολή και βεβαιώνεται η ημέρα και χρονολογία αυτής και η υπογραφή του προσώπου που έκανε την πρόσκληση. Στην πρόσκληση ορίζεται ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης και τα προς συζήτηση θέματα. Πέραν των αναγραφομένων στην πρόσκληση θεμάτων, στη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου μπορεί να συζητηθεί και άλλο θέμα, εφόσον προταθεί τούτο και γίνει δεκτό προς συζήτηση από την πλειοψηφία των μελών που παρίστανται. Για έκτακτα ζητήματα η προθεσμία της πρόσκλησης είναι είκοσι τέσσερις (24) ώρες πριν από τη συνεδρίαση, η οποία στην περίπτωση αυτή μπορεί να γίνει και με τηλεδιάσκεψη.

2. Ο Πρόεδρος οφείλει να συγκαλεί το Διοικητικό Συμβούλιο εντός δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών, όταν ζητηθεί αυτό εγγράφως από το ένα τρίτο (1/3) των μελών.

3. Το Διοικητικό Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία όταν ο αριθμός των παρισταμένων μελών είναι μεγαλύτερος των απόντων. Σε περίπτωση μη επίτευξης απαρτίας, το Διοικητικό Συμβούλιο αναβάλλεται για την επόμενη ημέρα, κατά την οποία θεωρείται ότι βρίσκεται σε απαρτία οσαδήποτε και αν είναι τα παρόντα μέλη. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με φανερή ψηφοφορία κατά πλειοψηφία, ενώ επί ισοψηφίας υπερισχύει η γνώμη του Προέδρου. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με μυστική ψηφοφορία, όταν πρόκειται περί προσωπικών ζητημάτων.

4. Αν κενωθεί θέση συμβούλου, αυτή καταλαμβάνει ο κατά σειρά επιλαχών από το συνδυασμό με τον οποίο εκλέχθηκε. Αν είναι μεμονωμένος υποψήφιος χωρίς επιλαχόντα, την έδρα καταλαμβάνει η πλειοψηφούσα παράταξη.

5. Όποιο μέλος απέχει αδικαιολόγητα από τις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου επί τρεις (3) συνεχείς συνεδριάσεις, αντικαθίσταται υποχρεωτικά με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, σύμφωνα με την παράγραφο 4. Κατά της απόφασης αυτής χωρεί προσφυγή από τον αντικαθιστάμενο, εντός προθεσμίας οκτώ (8) ημερολογιακών ημερών από την κοινοποίησή της σ΄ αυτόν, ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ., το οποίο αποφασίζει αμετακλήτως εντός δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών.

6. Κατά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου τηρούνται πρακτικά, στα οποία μνημονεύονται, ιδίως, τα ονόματα και η ιδιότητα των παρισταμένων μελών και αυτών που έλαβαν το λόγο, ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης, τα θέματα που συζητήθηκαν με συνοπτική αλλά περιεκτική αναφορά στο περιεχόμενό τους, η μορφή και τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας και οι αποφάσεις που ελήφθησαν, οι εκατέρωθεν απόψεις και η διαλογική συζήτηση που έλαβε χώρα. Στο πρακτικό καταχωρίζονται οι γνώμες των μελών που μειοψήφησαν, σε περίπτωση δε φανερής ψηφοφορίας και τα ονόματα τούτων. Η υπογραφή του Προέδρου ή του αναπληρωτή του και του Γραμματέα αρκεί για τη νόμιμη υπόσταση κάθε απόφασης και πράξης του Διοικητικού Συμβουλίου.

7. Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να λειτουργήσει, όχι όμως πέρα από ένα τρίμηνο, αν κάποια από τα μέλη του εκλείψουν ή αποχωρήσουν για οποιονδήποτε λόγο ή απωλέσουν την ιδιότητα βάσει της οποίας ορίστηκαν, εφόσον κατά τις συνεδριάσεις του τα λοιπά μέλη επαρκούν ώστε να υπάρχει απαρτία.

8. Η αντικατάσταση μέλους πριν από τη λήξη της θητείας του, εκτός από τα οριζόμενα στην παράγραφο 5, είναι δυνατή μόνο για λόγο αναγόμενο στην άσκηση των καθηκόντων του, ο οποίος πρέπει να βεβαιώνεται στη σχετική πράξη.

9. Η τυχόν κατά παράνομο τρόπο κτήση της ιδιότητας με την οποία κάποιος ορίστηκε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της συγκρότησης του οργάνου.

 

Άρθρο 311

Πρόεδρος

1. Ο Πρόεδρος διευθύνει τις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και της Γενικής Συνέλευσης και εκπροσωπεί το Διοικητικό Συμβούλιο του Ιατρικού Συλλόγου ενώπιον κάθε δικαστικής ή άλλης αρχής και κάθε τρίτου.

2. Τον Πρόεδρο, όταν κωλύεται, αναπληρώνει ο Αντιπρόεδρος και, όταν κωλύεται αυτός, ο αρχαιότερος κατά την άσκηση του επαγγέλματος από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου.

 

Άρθρο 312

Γραμματέας

1. Ο Γραμματέας συντάσσει τα πρακτικά των συνεδριάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου και της Γενικής Συνέλευσης, τα οποία υπογράφονται και από τον Πρόεδρο αυτού, τηρεί δε μητρώο των μελών και τα χρήσιμα για τη λειτουργία του Συλλόγου βιβλία εκτός από αυτά του Ταμείου.

2. Σε περίπτωση κωλύματος ο Γραμματέας αναπληρώνεται από άλλο Σύμβουλο, ο οποίος υποδεικνύεται από το Διοικητικό Συμβούλιο.

 

Άρθρο 313

Ταμίας

1. Ο Ταμίας φυλάσσει τη χρηματική και κάθε άλλη περιουσία του Ιατρικού Συλλόγου, παραλαμβάνει τις εισφορές των μελών, τηρεί βιβλίο απογραφής της περιουσίας του Συλλόγου και τα τακτικά βιβλία εσόδων και εξόδων, των οποίων οφείλει να υποβάλει κατάσταση όταν ζητηθεί και προς τη Γενική Συνέλευση και το Διοικητικό Συμβούλιο και να δίνει ακριβή απολογισμό κατά το τέλος κάθε οικονομικού έτους.

2. Κάθε είσπραξη στο όνομα και για λογαριασμό του Ιατρικού Συλλόγου ενεργείται από τον Ταμία ή τον εντεταλμένο από το Διοικητικό Συμβούλιο υπάλληλο του Συλλόγου.

3. Τα βιβλία αριθμούνται και μονογράφονται από τον Πρόεδρο του Συλλόγου και τον Ταμία.

4. Κάθε πληρωμή ενεργείται με έγγραφη εντολή του Προέδρου και του Γραμματέα.

5. Σε περίπτωση κωλύματος ο Ταμίας αναπληρώνεται από άλλο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, που υποδεικνύεται από αυτό. Όταν τα εισπραττόμενα υπερβαίνουν τα συνήθη μηνιαία έξοδα του Συλλόγου, ο Ταμίας υποχρεούται να καταθέσει αυτά στην Τράπεζα της Ελλάδος ή σε μία από τις αναγνωρισμένες στην Ελλάδα Τράπεζες, που καθορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο.

 

Άρθρο 314

Εξελεγκτική Επιτροπή

1. Η Εξελεγκτική Επιτροπή αποτελείται από τρείς (3) ελεγκτές μέλη του Ιατρικού Συλλόγου, οι οποίοι εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση ταυτόχρονα με τις αρχαιρεσίες προς ανάδειξη Διοικητικού Συμβουλίου, Πειθαρχικού Συμβουλίου και εκπροσώπων στον Π.Ι.Σ. Αρμοδιότητα της Εξελεγκτικής Επιτροπής είναι ο έλεγχος των βιβλίων, των στοιχείων και της εν γένει οικονομικής διαχείρισης του Διοικητικού Συμβουλίου καθώς και η σύνταξη και υποβολή έκθεσης ελέγχου στον Πρόεδρο του Ιατρικού Συλλόγου δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημερολογιακές ημέρες πριν τη συνέλευση, στην οποία θα λογοδοτήσει το Διοικητικό Συμβούλιο.

2. Η Εξελεγκτική Επιτροπή συγκαλείται από τον Πρόεδρο του Ιατρικού Συλλόγου μετά την έγκριση των αρχαιρεσιών από την Περιφέρεια, συνεδριάζει στα γραφεία του Συλλόγου και εκλέγει Πρόεδρο από τα μέλη της. Ο Πρόεδρος της Εξελεγκτικής Επιτροπής συγκαλεί τα μέλη της σε συνεδρίαση, όποτε απαιτείται. Η Εξελεγκτική Επιτροπή προβαίνει σε έλεγχο της διαχείρισης του Συλλόγου όταν κρίνει αυτό αναγκαίο. Η σχετική έκθεση υποβάλλεται κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1.

3. Ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου υποχρεούται να υποβάλλει την έκθεση των παραγράφων 1 και 2 εντός δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών από την υποβολή της σε αυτόν από τους ελεγκτές στον Π.Ι.Σ. και να παρέχει αντίγραφο σε κάθε αιτούντα. Η έκθεση αναγιγνώσκεται ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης κατά την ετήσια λογοδοσία του Διοικητικού Συμβουλίου.

 

Άρθρο 315

Εισφορές - Υποχρεώσεις προς Π.Ι.Σ.

1. Τα μέλη του Ιατρικού Συλλόγου υποχρεούνται σε ετήσια εισφορά, η οποία καθορίζεται κατ΄ έτος από το Διοικητικό Συμβούλιο κάθε Ιατρικού Συλλόγου, κατά την έναρξη του νέου οικονομικού έτους, ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες. Ομοίως υποχρεούνται σε ετήσια εισφορά αυτοί που έχουν εγγραφεί στο ειδικό μητρώο άλλου Ιατρικού Συλλόγου από εκείνον στον οποίο είναι εγγεγραμμένα μέλη. Για ιατρικές εταιρείες, ιατρούς μέλη ΔΕΠ μπορεί να προβλέπεται κλιμάκωση των εισφορών.

2. Οι εισφορές της παραγράφου 1 καταβάλλονται μέχρι τέλος Φεβρουαρίου του επομένου έτους. Ο ιατρός που δεν κατέβαλε εμπρόθεσμα τις εισφορές του υποχρεούται σε καταβολή εισφοράς προσαυξημένης νομίμως. Για καθυστέρηση πέραν των έξι (6) μηνών, ο ιατρός παραπέμπεται με εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου και προσωπική ευθύνη του Ταμία του Ιατρικού Συλλόγου στο Πειθαρχικό Συμβούλιο και τιμωρείται με πρόστιμο μέχρι του οφειλόμενου ποσού της εισφοράς του. Ιατρός που δεν υπέβαλε εισφορά επί τριετία διαγράφεται από τα μητρώα του Ιατρικού Συλλόγου με αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, μετά από προηγούμενη ακρόαση του ιατρού. Ανάλογα ισχύουν και για ιατρούς εγγεγραμμένους στα Ειδικά Μητρώα Ιατρικών Συλλόγων στους οποίους δεν είναι μέλη.

3. Από την εισφορά απαλλάσσονται οι νεοεγγραφέντες για το πρώτο έτος μετά την εγγραφή, τα μέλη που υπηρετούν τη στρατιωτική τους θητεία και για όσο χρονικό διάστημα υπηρετούν τη θητεία τους, ή είναι αποδεδειγμένως άνεργοι. Για το χρονικό αυτό διάστημα πρώτου έτους των νεοεγγραφέντων, θητείας ή ανεργίας δεν παρακρατείται και δεν καταβάλλεται από τους Ιατρικούς Συλλόγους η εισφορά τους προς τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο, όπως περιγράφεται στην επόμενη παράγραφο.

4. Οι Ιατρικοί Σύλλογοι καταβάλλουν στον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο, ως υποχρεωτική υπέρ αυτού εισφορά, για τα τακτικά μέλη τους ποσό που προτείνεται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου. Καταβάλλουν επίσης αντίστοιχη εισφορά προς τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο για τα μέλη, φυσικά και νομικά πρόσωπα, που είναι εγγεγραμμένα στα Ειδικά Μητρώα, όπως ανωτέρω περιγράφονται.

5. Για την είσπραξη της εισφοράς αυτής είναι υπεύθυνοι ο Πρόεδρος και ο Ταμίας κάθε Ιατρικού Συλλόγου, οι οποίοι καταβάλλουν αυτή αμελλητί στον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο.

Αδικαιολόγητη καθυστέρηση της καταβολής πέραν του ενός (1) έτους συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα για τον Πρόεδρο και τον Ταμία κάθε Ιατρικού Συλλόγου που εκδικάζεται από το Α.Π.Σ.Ι. μετά από παραπομπή από το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ι.Σ. Η επιβαλλόμενη πειθαρχική ποινή είναι αυτή του προστίμου μέχρι έκπτωσης από το αξίωμα, οφείλεται δε νόμιμος τόκος υπερημερίας.

6. Κάθε Ιατρικός Σύλλογος υποχρεούται να υποβάλει στον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο την έκθεση των ελεγκτών, την ετήσια λογοδοσία του Διοικητικού Συμβουλίου, καθώς και τον προϋπολογισμό του.

7. Οι Ιατρικοί Σύλλογοι μπορούν να εισπράττουν «δικαίωμα εγγραφής» από τα νεοεγγραφόμενα στα μητρώα τους μέλη. Το ποσό για το δικαίωμα εγγραφής ορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιατρικού Συλλόγου.

 

Άρθρο 316

Εποπτεία Υπουργού

Όλοι οι ανά το κράτος Ιατρικοί Σύλλογοι καθώς και ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος υπάγονται στην εποπτεία του Υπουργού Υγείας.

 

Άρθρο 317

Αναστολή αρχαιρεσιών

Ο Υπουργός Υγείας μπορεί με αιτιολογημένη απόφασή του, μετά από πρόταση του Π.I.Σ., να αναστέλλει για χρονικό διάστημα, που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες, τη διενέργεια αρχαιρεσιών για την ανάδειξη Διοικητικών και Πειθαρχικών Συμβουλίων, Εξελεγκτικής Επιτροπής, εκπροσώπων στη Γενική Συνέλευση του Π.Ι.Σ. των Ιατρικών Συλλόγων καθώς και του Διοικητικού Συμβουλίου, της Εξελεγκτικής Επιτροπής και του Α.Π.Σ.Ι. του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου.

 

Άρθρο 318

Δικαστική και εξώδικη εκπροσώπηση Π.Ι.Σ. και Ιατρικών Συλλόγων

Οι Ιατρικοί Σύλλογοι και ο Π.Ι.Σ. δικαιούνται διά των Προέδρων τους ή των νομίμων αναπληρωτών τους να ασκούν στο όνομά τους και για λογαριασμό των ιατρών κάθε ένδικο μέσο και βοήθημα ενώπιον των πολιτικών, ποινικών και διοικητικών δικαστηρίων και οποιοδήποτε νόμιμο μέσο ενώπιον κάθε αρχής για κάθε παράβαση της κείμενης νομοθεσίας, που αφορά στα δικαιώματα και καθήκοντα των ιατρών και συνάδει με τους σκοπούς τους, και εν γένει για κάθε προσβολή του ιατρικού επαγγέλματος. Ιδιαίτερα οι Ιατρικοί Σύλλογοι και ο Π.Ι.Σ. έχουν έννομο συμφέρον και δικαιούνται να παρίστανται ως πολιτικώς ενάγοντες σε ποινικές δίκες εναντίον ιατρών για παραβάσεις της ιατρικής νομοθεσίας ή τρίτων που προσβάλλουν με οποιονδήποτε τρόπο την τιμή και την υπόληψη των ιατρών και το ιατρικό επάγγελμα εν γένει, ανεξαρτήτως αν οι θιγόμενοι ιατροί έχουν ασκήσει για την ίδια αιτία τα κατά νόμο δικαιώματά τους. Επιπλέον ο Π.Ι.Σ. και οι Ιατρικοί Σύλλογοι δικαιούνται και νομιμοποιούνται ενεργητικά στο όνομά τους ή ασκώντας τα δικαιώματα των ιατρών να εγείρουν απευθείας αιτήσεις ακυρώσεως ή προσφυγές ή αγωγές ή κάθε άλλο ένδικο μέσο ή να προβαίνουν σε εξωδικαστικές ενέργειες για λογαριασμό των ιατρών-μελών τους κατά του Δημοσίου, Ο.Τ.Α., νοσοκομείων, ασφαλιστικών οργανισμών και λοιπών Ν.Π.Δ.Δ., καθώς και κάθε άλλου προσώπου, με τα οποία έχουν συμβληθεί οι ιατροί, ζητώντας την εκπλήρωση των συμβατικών τους υποχρεώσεων απέναντι στους ιατρούς, καθώς και τη διεκδίκηση των αξιώσεων που αφορούν στις αμοιβές των ιατρών, τις οποίες δικαιούνται για την άσκηση του ιατρικού έργου τους. Επίσης ο Π.Ι.Σ. και οι Ιατρικοί Σύλλογοι μπορούν να διενεργούν διαπραγματεύσεις και να συνάπτουν συμβάσεις για λογαριασμό των μελών τους συλλογικά. Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, ο Π.Ι.Σ. συνάπτει συμβάσεις εξ ονόματος και για λογαριασμό των ιατρών της χώρας.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

 

Άρθρο 319

Πειθαρχικά παραπτώματα

1. Ως πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο εκδικάζεται και τιμωρείται από τον Πρόεδρο του Ιατρικού Συλλόγου ή το Πειθαρχικό Συμβούλιο αυτού με πειθαρχική ποινή, ανεξαρτήτως ποινικής ευθύνης ή άλλης συνέπειας κατά την κείμενη νομοθεσία, θεωρείται:

α) κάθε παράβαση των καθηκόντων και υποχρεώσεων των ιατρών, όπως ορίζονται στο νόμο καθώς και στις νόμιμες αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου και του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ.,

β) διαγωγή που δεν συνάδει με την αξιοπρέπεια του ιατρικού επαγγέλματος,

γ) διαγωγή που είναι ασυμβίβαστη προς το λειτούργημα του ιατρού,

δ) συμπεριφορά που δεν συνάδει με την ιατρική ηθική, επιστήμη και δεοντολογία ή που μπορεί να κλονίσει την πίστη της κοινωνίας προς το ιατρικό λειτούργημα.

2. Ιατροί διευθύνοντες σύμβουλοι ή νόμιμοι εκπρόσωποι ιατρικών ανωνύμων εταιρειών, διαχειριστές εταιρειών περιορισμένης ευθύνης, διαχειριστές και εταίροι ιδιωτικών κεφαλαιουχικών εταιρειών, ομόρρυθμοι εταίροι ή εν γένει ιδιοκτήτες προσωπικών εταιρειών καθώς και ιδιοκτήτες μονοπρόσωπων εταιρειών περιορισμένης ευθύνης ευθύνονται ως φυσικά πρόσωπα για κάθε παράπτωμα της ιατρικής νομοθεσίας και δεοντολογίας που διαπράττεται από τις εταιρείες που είναι ιδιοκτήτες ή διευθύνουν, κατά τα ανωτέρω.

3. Ο επιστημονικά υπεύθυνος ιατρός, εταιρείας παροχής ιατρικών υπηρεσιών, οφείλει να τηρεί τους κανόνες ιατρικής δεοντολογίας και είναι πειθαρχικά υπόλογος με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, εξ ονόματος και για λογαριασμό της εταιρείας.

4. Ο Υπουργός Υγείας έχει δικαίωμα να ασκήσει πειθαρχική δίωξη στα μέλη Διοικητικού Συμβουλίου του Ιατρικού Συλλόγου και του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου.

 

Άρθρο 320

Πειθαρχικά παραπτώματα - Παραγραφή

1. Τα πειθαρχικά παραπτώματα που δεν συνιστούν και ποινικά αδικήματα παραγράφονται τρία (3) έτη μετά την τέλεσή τους, κάθε δε πράξη πειθαρχικής διαδικασίας παρατείνει την προθεσμία αυτή για τρία (3) ακόμα έτη.

2. Πειθαρχικά παραπτώματα που στοιχειοθετούν και πλημμελήματα κατά τον Ποινικό Κώδικα παραγράφονται πέντε (5) έτη μετά την τέλεσή τους, κάθε δε πράξη πειθαρχικής διαδικασίας παρατείνει την προθεσμία αυτή για τρία (3) ακόμα έτη.

3. Πειθαρχικά παραπτώματα που στοιχειοθετούν και κακουργήματα κατά τον Ποινικό Κώδικα δεν παραγράφονται πριν την συμπλήρωση της κατά τον Π.Κ. προβλεπομένης παραγραφής.

4. Κάθε πράξη πειθαρχικής διαδικασίας, η υποβολή έγκλησης καθώς και κάθε άσκηση ποινικής δίωξης διακόπτει την παραγραφή έως τα όρια που αναφέρονται, κατά περίπτωση, στις παραγράφους 1, 2 και 3. Επίσης, η παραγραφή πειθαρχικού παραπτώματος διακόπτεται με την τέλεση άλλου πειθαρχικού παραπτώματος που αποσκοπεί στη συγκάλυψη του πρώτου ή στη ματαίωση έγερσης πειθαρχικής δίωξης για αυτό.

5. Η παραγραφή των πειθαρχικών παραπτωμάτων, που δεν συνιστούν και ποινικά αδικήματα, αναστέλλεται για όσο χρόνο διαρκεί η πειθαρχική διαδικασία.

6. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ιατρικού Συλλόγου ή το Πειθαρχικό Συμβούλιο, αν έχει επιληφθεί, μπορεί να αναστείλει την πειθαρχική δίωξη, έως το πέρας της ασκηθείσας ποινικής διώξεως. Εάν ανασταλεί η πειθαρχική δίωξη λόγω εκκρεμούς ποινικής δίωξης, ο χρόνος της παραγραφής του πειθαρχικού παραπτώματος, δεν συμπληρώνεται πριν την πάροδο δύο (2) ετών από την επίσημη γνωστοποίηση αμετάκλητης απόφασης του Ποινικού Δικαστηρίου ή αμετάκλητου βουλεύματος προς τον Ιατρικό Σύλλογο.

7. Για τις αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 5 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.

8. Η χάρη, η αποκατάσταση, καθώς και η με οποιονδήποτε άλλο τρόπο άρση του ποινικώς κολάσιμου της πράξης, που αποτελεί και πειθαρχικό παράπτωμα, ή η ολική ή μερική άρση των συνεπειών της ποινικής καταδίκης, δεν αίρουν το πειθαρχικώς κολάσιμο της πράξης.

9. Ο αρμόδιος Εισαγγελέας υποχρεούται να ανακοινώνει αμελλητί στον Πρόεδρο του οικείου Ιατρικού Συλλόγου όλα τα βουλεύματα κατά ιατρών και κάθε καταδικαστική ή απαλλακτική απόφαση, καθώς και κάθε άσκηση ποινικής δίωξης ή έγκλησης κατά ιατρού.

10. Ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιατρικού Συλλόγου υποχρεούται να κοινοποιεί αμελλητί την απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου προς τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, εάν ο ιατρός καταδικασθεί από το Πειθαρχικό Συμβούλιο του Ιατρικού Συλλόγου για αδικήματα που στοιχειοθετούν και πλημμελήματα ή κακουργήματα κατά το ποινικό δίκαιο.

11. Κάθε ιατρός που κατηγορείται για αδίκημα τεκμαίρεται ότι είναι αθώος μέχρι της νόμιμης απόδειξης της ενοχής του. Δικαστικές αποφάσεις, αλλά και αποφάσεις πειθαρχικών οργάνων, που έπονται της τελεσίδικης αθώωσης διωκόμενου ιατρού δεν πρέπει να την παραβλέπουν ηθελημένα, έστω και αναχώρησε λόγω αμφιβολιών.

12. Κανένας δεν διώκεται για το ίδιο αδίκημα δεύτερη φορά, επιβάλλεται δε μόνο μία πειθαρχική ποινή. Διαφορετική νομική υπαγωγή των ίδιων περιστατικών στο πλαίσιο της ίδιας πειθαρχικής διαδικασίας δεν καθιστά την πειθαρχική διαδικασία ή δίωξη νέα.

 

Άρθρο 321

Πειθαρχικά όργανα

1. Σε κάθε Ιατρικό Σύλλογο συστήνεται Πειθαρχικό Συμβούλιο για την εκδίκαση και την τιμωρία των πειθαρχικών παραπτωμάτων των μελών του Συλλόγου. Σε περίπτωση καταγγελίας για πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο έλαβε χώρα σε διαφορετικό Σύλλογο από το Σύλλογο εγγραφής, αρμόδιο για την παραπομπή στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, καθώς και για την εκδίκαση και την επιβολή ποινής ή την απαλλαγή είναι το Διοικητικό Συμβούλιο του Ιατρικού Συλλόγου που τελέστηκε το παράπτωμα. Τα χρηματικά πρόστιμα εισπράττονται κατά τη διαδικασία είσπραξης του ΚΕΔΕ από τον Ιατρικό Σύλλογο που επέβαλε την ποινή, ενώ κατά τα λοιπά οι αποφάσεις εκτελούνται από τον Ιατρικό Σύλλογο στον οποίο είναι εγγεγραμμένος ο ιατρός. Η αναστολή ή η παύση ιατρικού επαγγέλματος, ως ποινή, ισχύει για όλη την επικράτεια.

2. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο του Ιατρικού Συλλόγου έχει δυνατότητα όταν ιατροί καταδικάσθηκαν: α) για κακούργημα και σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση (κοινή και στην υπηρεσία), απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, απιστία, δωροδοκία, δωροληψία, καταπίεση, απιστία περί την υπηρεσία, παράβαση καθήκοντος, καθ’ υποτροπή συκοφαντική δυσφήμηση, καθώς και για οποιοδήποτε έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, β) έχουν παραπεμφθεί με τελεσίδικο βούλευμα για κακούργημα ή για πλημμέλημα της περίπτωσης α΄, έστω και αν το αδίκημα έχει παραγραφεί, γ) λόγω καταδίκης, έχουν στερηθεί τα πολιτικά τους δικαιώματα και για όσο χρόνο διαρκεί η στέρηση αυτή, δ) υπάρχει κίνδυνος διάπραξης από τον ιατρό νέων αδικημάτων, ε) υπάρχει κίνδυνος για την δημόσια υγεία και στ) υπάρχει κίνδυνος για τους ασθενείς, να διατάξει, με αιτιολογημένη απόφασή του, την προσωρινή αναστολή της άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος-λειτουργήματος του ιατρού. Την απόφαση αυτή ο ιατρός μπορεί να προσβάλλει ενώπιον του Α.Π.Σ.Ι., κατά τα οριζόμενα στις γενικές διατάξεις περί εφέσεων. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο και το Α.Π.Σ.Ι. υποχρεούνται να ανακαλέσουν την αναστολή, εάν εκδοθεί τελεσίδικη αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου ή τελεσίδικο απαλλακτικό βούλευμα.

3. Σε περίπτωση ελαφρών παραπτωμάτων οι Πρόεδροι των Ιατρικών Συλλόγων μπορούν οίκοθεν, μετά από κλήση σε απολογία, να επιβάλουν την ποινή της επίπληξης ή του προστίμου μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ. Ένσταση κατά της απόφασης αυτής μπορεί να ασκηθεί ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης.

4. Στους Ιατρικούς Συλλόγους που δεν συγκροτήθηκε, δεν υφίσταται ή δεν λειτουργεί Πειθαρχικό Συμβούλιο, ή παρουσιάζει δυσχέρειες λειτουργίας ή μέλη του συνδέονται με ιδιαίτερη σχέση φιλίας ή έχθρας με τον καταγγέλλοντα ή τον διωκόμενο, καθώς και για τα πειθαρχικά παραπτώματα μελών του Διοικητικού Συμβουλίου ή του Πειθαρχικού Συμβουλίου κάποιου Συλλόγου, το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ι.Σ. ορίζει ως αρμόδιο το Πειθαρχικό Συμβούλιο άλλου Ιατρικού Συλλόγου. Επιπλέον, ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος μπορεί μετά από απόφαση των Διοικητικών Συμβουλίων ή Πειθαρχικών Συμβουλίων των Ιατρικών Συλλόγων και αίτησή τους να αναθέσει την εκδίκαση των παραπτωμάτων σε Πειθαρχικό Συμβούλιο άλλου Συλλόγου από αυτόν που ανήκει ο ιατρός, είτε αυτεπαγγέλτως είτε μετά από αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον. Ο τιμωρηθείς ιατρός ή και το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου μπορεί να εκκαλέσει την απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου αυτού ενώπιον του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών (Α.Π.Σ.Ι.), σε περίπτωση μη ομόφωνης απαλλακτικής απόφασης.

5. Για τα παραπτώματα μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ. αρμόδιο είναι το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών (Α.Π.Σ.Ι.), το οποίο στην περίπτωση αυτή δικάζει σε πρώτο βαθμό. Κατά της πρωτοβάθμιας αυτής απόφασης χωρεί έφεση ενώπιον του Υπουργού Υγείας, ο οποίος αποφασίζει εντός μηνός.

6. Μετά την άσκηση πειθαρχικής δίωξης ο Ιατρικός Σύλλογος και ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος καθίστανται αυτόματα διάδικοι ενώπιον παντός δικαστηρίου μέχρι την έκδοση αμετάκλητης απόφασης.

 

Άρθρο 322

Πειθαρχικές ποινές

1. Οι επιβαλλόμενες στους ιατρούς ποινές είναι:

α) Έγγραφη επίπληξη, η οποία καταχωρείται στο μητρώο, όπως και κάθε άλλη ποινή.

β) Πρόστιμο. Το κατώτατο πρόστιμο ορίζεται στο ποσό των εκατόν πενήντα (150) ευρώ και το ανώτατο στο ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ.

γ) Προσωρινή παύση άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος από ένα (1) μήνα μέχρι τρία (3) έτη.

δ) Οριστική παύση. Η οριστική παύση επιβάλλεται σε περίπτωση βαρέων πειθαρχικών παραπτωμάτων, που αποτελούν κατά το ποινικό δίκαιο κακουργήματα ή τελούμενα καθ΄ υποτροπή πλημμελήματα καθώς και εκείνα που προβλέπονται από την παράγραφο 2 του άρθρου 321, και σε σοβαρά πειθαρχικά αδικήματα, τελούμενα κατ’ επάγγελμα ή καθ’ υποτροπή.

2. Τελεσίδικη ποινή που επιβάλλει την προσωρινή παύση άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος συνεπάγεται την έκπτωση του τιμωρηθέντος από όλα τα αξιώματα τόσο του Διοικητικού Συμβουλίου, όσο και του Πειθαρχικού Συμβουλίου, της Εξελεγκτικής Επιτροπής και του εκπροσώπου στον Π.Ι.Σ.

3. Κάθε τελεσίδικη πειθαρχική τιμωρία επιβαλλόμενη από τα Πειθαρχικά Συμβούλια, πλην της επίπληξης, συνεπάγεται την έκπτωση από τη θέση μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου, του Πειθαρχικού Συμβουλίου, της Εξελεγκτικής Επιτροπής και του εκπροσώπου στον Π.Ι.Σ. Εφόσον αυτός που τελεί υπό πειθαρχική δίωξη άσκησε νόμιμα ένδικα μέσα, δεν εκπίπτει μεν από τη θέση του, αναπληρώνεται όμως προσωρινά στα καθήκοντά του κατά το χρόνο αυτό από τον κατά σειρά επιλαχόντα.

 

Άρθρο 323

Εξαίρεση μελών Πειθαρχικού Συμβουλίου

1. Οι περί εξαίρεσης δικαστών διατάξεις της Διοικητικής Δικονομίας ισχύουν και για τα μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου.

2. Η περί εξαίρεσης αίτηση επιδίδεται στον Πρόεδρο του Πειθαρχικού Συμβουλίου.

3. Όταν ζητείται η εξαίρεση ολόκληρου του Πειθαρχικού Συμβουλίου ή τόσων μελών αυτού, ώστε να μην καθίσταται εφικτή η συγκρότηση Πειθαρχικού Συμβουλίου, η αίτηση υποβάλλεται στο Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ι.Σ. από τον Πρόεδρο του Πειθαρχικού Συμβουλίου, του οποίου ο αιτών ζητεί την εξαίρεση μελών, ενώ το Πειθαρχικό Συμβούλιο αναστέλλει την ενέργεια αυτού μέχρι την έκδοση της επί της αίτησης απόφασης.

4. Σε περίπτωση παραδοχής αποδοχής της αίτησης, αν δεν υπολείπεται επαρκής αριθμός μελών για τη συγκρότηση του Πειθαρχικού Συμβουλίου, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ. παραπέμπεται η υπόθεση στο Πειθαρχικό Συμβούλιο άλλου Συλλόγου. που ορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ι.Σ.

5. Ιατρός, που διώκεται πειθαρχικά, μπορεί να ζητήσει εξαίρεση μελών του Πειθαρχικού Συμβουλίου μόνο μία (1) φορά σε κάθε βαθμό δικαιοδοσίας.

 

Άρθρο 324

Συγκρότηση Πειθαρχικών Συμβουλίων

1. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο αποτελείται από τον Πρόεδρο αυτού, τον Αντιπρόεδρο και τέσσερα (4) μέλη, με τα αναπληρωματικά τους, εάν ο Ιατρικός Σύλλογος αριθμεί μέχρι εκατό (100) μέλη, και έξι (6) μέλη, με τα αναπληρωματικά τους, εάν ο Ιατρικός Σύλλογος αριθμεί πάνω από εκατό (100) μέλη. Τα μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου πρέπει να είναι μέλη του Ιατρικού Συλλόγου, στην Περιφέρεια του οποίου εδρεύει το Πειθαρχικό Συμβούλιο.

2. Ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος των Πειθαρχικών Συμβουλίων, καθώς και τα μέλη, εκλέγονται μεταξύ των ιατρών της Περιφέρειας του Ιατρικού Συλλόγου που ασκούν το επάγγελμα. Απαιτείται να έχουν ασκήσει το επάγγελμα για είκοσι (20) τουλάχιστον έτη, στον ίδιο ή σε άλλο ιατρικό σύλλογο.

3. Η εκλογή γίνεται κάθε τέσσερα (4) έτη με μυστική διά ψηφοδελτίων ψηφοφορία, συγχρόνως με την εκλογή των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, και με την αναγραφή των υποψηφίων σε χωριστό ψηφοδέλτιο. Ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος εκλέγονται από τον πλειοψηφήσαντα συνδυασμό. Από τους υπόλοιπους συνδυασμούς, εφόσον εκλέγουν έδρα, την πρώτη έδρα από εκείνες που τους αναλογούν καταλαμβάνει ο υποψήφιος πρόεδρος του συνδυασμού, θεωρώντας ότι έλαβε ως σταυρούς το σύνολο των εγκύρων ψηφοδελτίων. Τις υπόλοιπες έδρες καταλαμβάνουν τα αμέσως επόμενα πλειοψηφήσαντα υποψήφια μέλη του συνδυασμού.

4. Όταν κωλύεται ο Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου, αναπληρώνεται από τον Αντιπρόεδρο.

5. Καθήκοντα Γραμματέα του Πειθαρχικού Συμβουλίου εκτελεί ο Γενικός Γραμματέας του Ιατρικού Συλλόγου και εάν αυτός κωλύεται το νεότερο σε θητεία μέλος του Πειθαρχικού Συμβουλίου.

6. Μέλη Πειθαρχικού Συμβουλίου που δεν παρίστανται αδικαιολόγητα σε τρεις (3) συνεχείς συνεδριάσεις εκπίπτουν αυτοδικαίως από τη θέση τους.

7. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις περί συλλογικών οργάνων του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (Κ.Δ.Δ.).

 

Άρθρο 325

Συνεδρίαση Πειθαρχικών Συμβουλίων

1. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο συνεδριάζει με νόμιμη απαρτία κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία. Στη συνεδρίαση τηρούνται πρακτικά, τα οποία είναι μυστικά για τους τρίτους μη μετασχόντες στη διαδικασία. Στις συνεδριάσεις του Πειθαρχικού Συμβουλίου μπορεί να συμμετέχει χωρίς ψήφο ο Πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου.

2. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο οφείλει να εκδώσει την οριστική απόφασή του εντός έξι (6) μηνών σε περίπτωση αυτεπάγγελτης έναρξης της πειθαρχικής δίωξης ή οκτώ (8) μηνών σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση. Οι προθεσμίες αυτές, σε περίπτωση παραπομπής με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ. ή μετά από κοινοποίηση δικαστικής απόφασης ή βουλεύματος, αρχίζουν από την προς τον Πρόεδρο του Συλλόγου γνωστοποίηση της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ. ή του Δικαστηρίου.

 

Άρθρο 326

Πειθαρχική προδικασία

1. Ο Πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου, αμέσως μετά την υποβολή στον Ιατρικό Σύλλογο καταγγελίας κατά ιατρού ή τη διαπίστωση οποιουδήποτε παραπτώματος, υποχρεούται να γνωστοποιήσει το γεγονός αυτό στην πρώτη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφαίνεται αιτιολογημένα, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του άρθρου 327, μέσα σε εύλογο χρόνο, αν θα ασκηθεί πειθαρχική δίωξη ή όχι, λαμβάνοντας υπόψη τους όρους παραγραφής και το τυχόν πόρισμα της Ε.Δ.Ε. Στην απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου αναγράφονται με πληρότητα και σαφήνεια τα συγκεκριμένα αδικήματα βάσει των ενδείξεων και του συλλεγέντος υλικού.

2. Με την υποβολή κάθε καταγγελίας καταβάλλεται υπέρ του οικείου Ιατρικού Συλλόγου ποσό πενήντα (50) ευρώ, που μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας. Σε Ιατρικούς Συλλόγους που αριθμούν άνω των δύο χιλιάδων (2.000) μελών, είναι δυνατή, μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου η σύσταση μίας ή περισσότερων επιτροπών αποτελούμενων αποκλειστικά από μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου για την εξέταση των καταγγελιών και την υποβολή σχετικής εισήγησης στο Διοικητικό Συμβούλιο για την άσκηση ή μη πειθαρχικής δίωξης. Σε καταφατική περίπτωση διαβιβάζεται ο φάκελος στο Πειθαρχικό Συμβούλιο. Το ίδιο πράττει και το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ι.Σ. για τις σε αυτό διαβιβαζόμενες καταγγελίες ή εν γένει αναφορές κατά μελών των Διοικητικών ή Πειθαρχικών Συμβουλίων των Ιατρικών Συλλόγων, τις οποίες διαβιβάζει στο Α.Π.Σ.Ι.

3. Το Δ.Σ. ορίζει ένα (1) μέλος του Πειθαρχικού Συμβουλίου ως εισηγητή, ο οποίος ενεργεί κάθε αναγκαία εξέταση και δικαιούται να καλεί και εξετάζει μάρτυρες ενόρκως.

 

Άρθρο 327

Ένορκη διοικητική εξέταση

1. Ο Ιατρικός Σύλλογος μπορεί να διενεργεί ένορκη διοικητική εξέταση (Ε.Δ.Ε.) όταν έχει σοβαρές υπόνοιες ή σαφείς ενδείξεις για τη διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος. Η εξέταση αυτή αποσκοπεί στη συλλογή στοιχείων για τη διαπίστωση της τέλεσης πειθαρχικού παραπτώματος και τον προσδιορισμό των προσώπων που ευθύνονται, καθώς και στη διερεύνηση των συνθηκών κάτω από τις οποίες αυτό έχει τελεστεί. Η ένορκη διοικητική εξέταση δεν συνιστά άσκηση πειθαρχικής δίωξης.

2. Η Ε.Δ.Ε. διατάσσεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιατρικού Συλλόγου, που έχει πειθαρχική αρμοδιότητα, και ενεργείται από μέλος του Ιατρικού Συλλόγου, που ορίζεται με την ίδια απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου. Η ένορκη διοικητική εξέταση περατώνεται εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία της ανάθεσής της στο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου. Αυτός που διενεργεί την ένορκη διοικητική εξέταση μπορεί να ζητήσει, με πλήρως αιτιολογημένη αίτησή του, παράταση της προθεσμίας αυτής έως ένα (1) μήνα.

3. Ο ιατρός, στον οποίο αποδίδεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος, καλείται υποχρεωτικά να εξεταστεί ανωμοτί και μπορεί να παρίσταται αυτοπροσώπως ή και με πληρεξούσιο δικηγόρο. Η μη προσέλευσή του ή η άρνησή του να εξεταστεί δεν εμποδίζει την πρόοδο της εξέτασης. Ο ιατρός, στον οποίο αποδίδεται πειθαρχικό παράπτωμα, έχει δικαίωμα κατά τη διάρκεια της ένορκης διοικητικής εξέτασης και μέχρι το πέρας αυτής να προτείνει μάρτυρες προς εξέταση και ο διενεργών την Ε.Δ.Ε. οφείλει να καλέσει τουλάχιστον πέντε (5) εξ αυτών να εξεταστούν.

4. Η ένορκη διοικητική εξέταση ολοκληρώνεται με την υποβολή αιτιολογημένου πορίσματος αυτού που τη διενεργεί. Το πόρισμα υποβάλλεται, με όλα τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ιατρικού Συλλόγου, που διέταξε τη διενέργεια της εξέτασης. Εφόσον με το πόρισμα διαπιστώνεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος από συγκεκριμένο ιατρό, το Διοικητικό Συμβούλιο υποχρεούται να παραπέμψει την υπόθεση στο Πειθαρχικό Συμβούλιο για την άσκηση πειθαρχικής δίωξης.

5. Η Ε.Δ.Ε. είναι μυστική, αλλά ο ιατρός, στον οποίον αποδίδεται πειθαρχικό παράπτωμα, έχει δικαίωμα σε κάθε στάδιο της διαδικασίας να λαμβάνει γνώση όλων των εγγράφων και εν γένει στοιχείων που έχουν συγκεντρωθεί και να υποβάλει υπομνήματα.

6. Η Ε.Δ.Ε. μπορεί να επεκταθεί στην έρευνα και άλλων παραπτωμάτων του ίδιου ιατρού, εφόσον προκύπτουν επαρκή στοιχεία. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να δοθεί διαταγή επέκτασης της Ε.Δ.Ε. από το Διοικητικό Συμβούλιο που διέταξε αρχικά τη διενέργειά της.

 

Άρθρο 328

Ανακριτικές πράξεις

1. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο μπορεί να διενεργεί πειθαρχική ανάκριση. Αυτή διεξάγεται υποχρεωτικά κατά τη διαδικασία ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου. Κατ΄ εξαίρεση δεν είναι υποχρεωτική η ανάκριση στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) όταν τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την αντικειμενική υπόσταση του πειθαρχικού παραπτώματος προκύπτουν από το φάκελο κατά τρόπο αναμφισβήτητο, β) όταν ο ιατρός ομολογεί με την απολογία του κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση ότι διέπραξε το πειθαρχικό παράπτωμα, γ) όταν ο ιατρός συλλαμβάνεται επ΄ αυτοφώρω κατά τη διάπραξη ποινικού αδικήματος που αποτελεί συγχρόνως και πειθαρχικό παράπτωμα, δ) όταν έχει προηγηθεί ανάκριση ή προανάκριση σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για ποινικό αδίκημα που αποτελεί και πειθαρχικό παράπτωμα, ε) όταν έχει διενεργηθεί, πριν την έκδοση του παραπεμπτηρίου εγγράφου, Ε.Δ.Ε. ή άλλη ένορκη εξέταση κατά την οποία διαπιστώθηκε διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος από συγκεκριμένο ιατρό. Το ίδιο ισχύει όταν η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος προκύπτει από έκθεση δικαστικού οργάνου ή άλλου ελεγκτικού οργάνου της διοίκησης.

2. Η πειθαρχική ανάκριση διεξάγεται από ιατρό που ορίζεται από το Πειθαρχικό Συμβούλιο και δεν αποτελεί μέλος αυτού.

3. Δεν ενεργούν πειθαρχική ανάκριση: α) τα πρόσωπα στα οποία αποδίδεται το πειθαρχικό παράπτωμα, β) οι πειθαρχικώς προϊστάμενοι που έχουν εκδώσει την πειθαρχική απόφαση η οποία κρίνεται κατ΄’ένσταση, γ) τα πρόσωπα που έχουν ενεργήσει ένορκη διοικητική εξέταση και δ) τα πρόσωπα που έχουν ασκήσει την πειθαρχική δίωξη. Ο καθ’ ου η πειθαρχική ανάκριση μπορεί να ζητήσει με έγγραφη αίτηση μέσα σε τρεις (3) ημέρες από την κλήση του για εξέταση την εξαίρεση εκείνου που διεξάγει την ανάκριση. Στην αίτηση πρέπει να εκτίθενται κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο οι λόγοι της εξαίρεσης και να αναφέρονται τα στοιχεία στα οποία θεμελιώνονται οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί. Για την αίτηση εξαίρεσης αποφασίζει το πειθαρχικό συμβούλιο χωρίς τη συμμετοχή εκείνου, του οποίου ζητείται η εξαίρεση, που αναπληρώνεται νομίμως. Αν η αίτηση γίνει δεκτή, οι ανακριτικές πράξεις που στο μεταξύ ενεργήθηκαν, είναι άκυρες και επαναλαμβάνονται εξαρχής.

4. Όποιος διεξάγει ανάκριση δικαιούται να ενεργήσει ανακριτικές πράξεις και εκτός της έδρας του. Επίσης, δικαιούται να ζητήσει την ενέργεια ανακριτικών πράξεων και εκτός της έδρας του από οποιαδήποτε διοικητική αρχή.

5. Η πειθαρχική ανάκριση είναι μυστική.

6. Η πειθαρχική ανάκριση περατώνεται εντός μηνός από την ημερομηνία κοινοποίησης της σχετικής απόφασης του πειθαρχικού συμβουλίου στον υπάλληλο, που θα τη διενεργήσει, ο οποίος μπορεί να ζητήσει με πλήρως αιτιολογημένη αίτησή του, παράταση της προθεσμίας αυτής. Η παράταση αυτή δεν υπερβαίνει τον ένα (1) μήνα.

7. Η πειθαρχική ανάκριση μπορεί να επεκταθεί στην έρευνα και άλλων παραπτωμάτων του ίδιου προσώπου εφόσον προκύπτουν επαρκή στοιχεία.

8. Καθήκοντα γραμματέα εκτελεί υπάλληλος ο οποίος ορίζεται από τον ενεργούντα την ανάκριση.

9. Ανακριτικές πράξεις είναι:

α) η αυτοψία,

β) η εξέταση μαρτύρων,

γ) η πραγματογνωμοσύνη,

δ) η εξέταση του διωκομένου.

10. Δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ανακριτικής πράξης θέμα που κατά το νόμο καλύπτεται: α) από το απόρρητο της υπηρεσίας, εκτός αν συμφωνεί η αρμόδια Αρχή, ή β) από το κατά νόμο επαγγελματικό ή άλλο απόρρητο.

11. Για την ανακριτική πράξη συντάσσεται έκθεση που υπογράφεται από όσους συνέπραξαν. Αν κάποιος από τους μάρτυρες είναι αναλφάβητος ή αρνείται να υπογράψει ή βρίσκεται σε φυσική αδυναμία να υπογράψει, γίνεται σχετική μνεία στην έκθεση.

12. Αυτοψία. Η αυτοψία διενεργείται αυτοπροσώπως από εκείνον που διεξάγει την πειθαρχική ανάκριση με την παρουσία γραμματέα. Η αυτοψία δημόσιων εγγράφων ή εγγράφων ιδιωτικών που έχουν κατατεθεί σε δημόσια αρχή, διενεργείται στο γραφείο όπου φυλάσσονται. Έγγραφα που κατέχονται από ιδιώτη, παραδίδονται στον ανακριτή και επιστρέφονται υποχρεωτικώς μετά το τέλος της πειθαρχικής διαδικασίας. Ο ανακριτής, ύστερα από αίτηση του ιδιώτη, υποχρεούται να χορηγεί ατελώς απόδειξη παραλαβής και επίσημο αντίγραφο των εγγράφων που παραλήφθηκαν. Κατ’ εξαίρεση η αυτοψία ιδιωτικών εγγράφων, τα οποία είναι απολύτως αναγκαία για τη διεκπεραίωση τρέχουσας υπόθεσης του κατόχου τους ή άλλου προσώπου, διενεργείται από τον ανακριτή στον τόπο όπου βρίσκονται.

13. Μάρτυρες. Οι μάρτυρες εξετάζονται ενόρκως σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Η μη εμφάνιση ή η άρνηση κατάθεσης του μάρτυρα χωρίς εύλογη αιτία αποτελεί πλημμέλημα και αν είναι υπάλληλος και πειθαρχικό παράπτωμα. Εύλογη αιτία θεωρείται και η συγγένεια του διωκομένου με το μάρτυρα σε ευθεία γραμμή ή έως και το δεύτερο βαθμό σε πλάγια γραμμή. Ο διωκόμενος δικαιούται κατά τη διάρκεια της πειθαρχικής ανάκρισης και της ένορκης διοικητικής εξέτασης και μέχρι το τέλος της εξέτασής του να ζητήσει εγγράφως την εξέταση μαρτύρων. Ο ανακριτής υποχρεούται να εξετάσει πέντε τουλάχιστον από τους προτεινόμενους μάρτυρες. Αν η ένορκη διοικητική εξέταση δεν στρεφόταν κατά συγκεκριμένου προσώπου, το πειθαρχικό συμβούλιο υποχρεούται να διενεργήσει συμπληρωματική ανάκριση, προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα στον διωκόμενο να εξετασθεί ανωμοτί ή να προτείνει την εξέταση μαρτύρων, εκτός εάν αυτός δηλώσει ενώπιον του συμβουλίου ότι δεν επιθυμεί να εξετασθεί ανωμοτί ή να προτείνει την εξέταση μαρτύρων.

13. Πραγματογνωμοσύνη. Ως πραγματογνώμονες ορίζονται ιατροί δημόσιοι υπάλληλοι, άλλοι δημόσιοι λειτουργοί, υπάλληλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και Ο.Τ.Α., καθώς και αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων, των σωμάτων ασφαλείας και του λιμενικού σώματος. Οι πραγματογνώμονες, πριν από τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης, ορκίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

14. Εξέταση διωκομένου. Κατά την πειθαρχική ανάκριση καλείται οπωσδήποτε για εξέταση ο διωκόμενος ιατρός. Ο ιατρός εξετάζεται ανωμοτί και μπορεί να παρίσταται μετά δικηγόρου. Η μη προσέλευση του διωκομένου ή η άρνηση του να εξετασθεί, δεν εμποδίζει την πρόοδο της ανάκρισης.

 

Άρθρο 329

Απολογία διωκόμενου ιατρού

1. Πειθαρχική ποινή δεν επιβάλλεται, εάν ο διωκόμενος ιατρός δεν κληθεί προηγουμένως σε απολογία. Η εξέταση του διωκομένου κατά το στάδιο της ένορκης διοικητικής εξέτασης ή της πειθαρχικής ανάκρισης δεν αναπληρώνει την κλήση σε απολογία.

2. Στην κλήση σε απολογία καθορίζεται σαφώς το αποδιδόμενο πειθαρχικό παράπτωμα και τάσσεται εύλογη προθεσμία για απολογία, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δεκαπέντε (15) ημέρες. Η προθεσμία για απολογία μπορεί να παραταθεί μία (1) μόνο φορά και έως το τριπλάσιο της αρχικής προθεσμίας μετά από αιτιολογημένη έγγραφη αίτηση του διωκομένου. Εκπρόθεσμη απολογία λαμβάνεται υποχρεωτικά υπόψη, εφόσον υποβάλλεται πριν από την έκδοση της απόφασης. Η παράλειψη της κλήσης σε απολογία καλύπτεται από την υποβολή έγγραφης απολογίας.

3. Όταν μετά την κλήση του διωκομένου σε απολογία ακολουθεί παραπομπή στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, δεν απαιτείται νέα κλήση σε απολογία.

4. Η απολογία υποβάλλεται εγγράφως. Ενώπιον συλλογικού πειθαρχικού οργάνου επιτρέπεται στον διωκόμενο και η προφορική συμπληρωματική απολογία.

5. Η απολογία παραδίδεται με απόδειξη στο όργανο το οποίο καλεί σε απολογία. Μπορεί όμως και να αποσταλεί ταχυδρομικώς με συστημένη επιστολή. Στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου το εμπρόθεσμο της υποβολής της κρίνεται από το χρόνο της ταχυδρόμησης.

6. Πριν από την απολογία ο διωκόμενος έχει δικαίωμα να λάβει γνώση και αντίγραφα, με δαπάνες του, του φακέλου της πειθαρχικής υπόθεσης. Το γεγονός ότι έλαβε γνώση αποδεικνύεται με πράξη η οποία υπογράφεται από τον υπάλληλο, ο οποίος τηρεί το φάκελο και τον διωκόμενο ή μόνο από τον πρώτο, αν ο δεύτερος αρνηθεί να υπογράψει. Αν ο διωκόμενος ιατρός δεν υπηρετεί στην έδρα του οργάνου που τον καλεί σε απολογία, του χορηγείται σχετική άδεια.

7. Με την απολογία του ο ιατρός έχει δικαίωμα να ζητήσει εύλογη προθεσμία για να υποβάλει έγγραφα στοιχεία. Η παροχή της προθεσμίας και η διάρκεια της εναπόκειται στην κρίση του οργάνου το οποίο τον καλεί σε απολογία.

 

Άρθρο 330

Διαδικασία ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου

1. Μετά την υποβολή της απολογίας ή την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής της, ο πρόεδρος του πειθαρχικού συμβουλίου προσδιορίζει με πράξη του την ημέρα κατά την οποία θα συζητηθεί η υπόθεση. Η ημέρα, η ώρα και ο τόπος της συνεδρίασης κοινοποιούνται με δικαστικό όργανο ή άλλο δημόσιο υπάλληλο στον διωκόμενο πριν από δέκα (10) τουλάχιστον πλήρεις ημέρες.

2. Ο διωκόμενος ιατρός έχει δικαίωμα να παραστεί είτε αυτοπροσώπως είτε διά ή μετά πληρεξουσίου δικηγόρου ενώπιον των πειθαρχικών συμβουλίων. Η μη προσέλευση του διωκομένου δεν εμποδίζει την πρόοδο της διαδικασίας.

3. Αν το πειθαρχικό συμβούλιο κρίνει ανεπαρκή τα αποδεικτικά στοιχεία, αναβάλλει την κρίση της υπόθεσης και διατάσσει συμπληρωματική ανάκριση.

4. Η υπηρεσία του διωκομένου υποχρεούται να του χορηγεί ανάλογη άδεια για να προσέλθει ενώπιον συλλογικού πειθαρχικού οργάνου κατά την κρίση της υπόθεσής του.

5. Μέλη του πειθαρχικού συμβουλίου, που δεν δικαιούνται να διεξάγουν πειθαρχική ανάκριση ή έχουν διενεργήσει πειθαρχική ανάκριση στην κρινόμενη υπόθεση, κωλύονται να μετάσχουν στη σύνθεσή του κατά την κρίση της υπόθεσης αυτής.

6. Ο διωκόμενος μπορεί με έγγραφη αίτησή του να ζητήσει την εξαίρεση μελών του πειθαρχικού συμβουλίου με την προϋπόθεση ότι με τα υπόλοιπα μέλη, τακτικά και αναπληρωματικά, υπάρχει απαρτία. Η αίτηση αυτή που υποβάλλεται δύο (2) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση της υπόθεσης, πρέπει να περιέχει κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο τους λόγους της εξαίρεσης και να συνοδεύεται από τα στοιχεία με τα οποία αυτοί αποδεικνύονται. Για την αίτηση εξαίρεσης το πειθαρχικό συμβούλιο αποφασίζει αιτιολογημένα με συμμετοχή των νόμιμων αναπληρωτών των μελών των οποίων ζητείται η εξαίρεση. Τα μέλη που εξαιρούνται αντικαθίστανται από τα αναπληρωματικά τους. Αν εξαιρεθεί το τακτικό και το αναπληρωματικό του μέλος, το συμβούλιο συνεδριάζει με τα υπόλοιπα μέλη του εφόσον έχει απαρτία. Η εξαίρεση αναπληρωματικού μέλους μπορεί να ζητηθεί και την ημέρα της συνεδρίασης. Στην περίπτωση αυτή το συμβούλιο αποφασίζει αμέσως επί της αιτήσεως εξαιρέσεως με τα υπόλοιπα μέλη του.

7. Στην περίπτωση που έχει υπάρξει και πειθαρχική προδικασία, αποκλείεται να μετάσχει στο πειθαρχικό συμβούλιο ο ανακριτής ή αυτός που συμμετείχε στο πειθαρχικό συμβούλιο κατά την πρώτη κρίση.

8. Η κλήση σε απολογία και κάθε πρόσκληση ή ειδοποίηση του διωκομένου επιδίδονται με δικαστικό επιμελητή ή άλλο δημόσιο όργανο στον ίδιο προσωπικά ή στην κατοικία, που έχει δηλώσει στην υπηρεσία του, σε πρόσωπο με το οποίο συνοικεί. Για την επίδοση αυτή συντάσσεται αποδεικτικό. Εάν δεν καταστεί δυνατή η επίδοση για οποιοδήποτε λόγο, συμπεριλαμβανομένης και της περιπτώσεως αγνώστου διαμονής του διωκομένου, το έγγραφο τοιχοκολλάται στο κατάστημα της υπηρεσίας του υπαλλήλου και συντάσσεται πρωτόκολλο που υπογράφεται από έναν μάρτυρα. Σε περίπτωση άρνησης παραλαβής, αυτός που διενεργεί την επίδοση συντάσσει πράξη στην οποία βεβαιώνεται η άρνηση.

9. Το πειθαρχικό όργανο εκτιμά ελευθέρως τις αποδείξεις. Για να μορφώσει την κρίση του, μπορεί να λάβει υπόψη του και αποδεικτικά στοιχεία που δεν προκύπτουν από την πειθαρχική διαδικασία αλλά από άλλη νόμιμη διαδικασία, εφόσον έλαβε γνώση τους ο διωκόμενος.

10. Συναφή πειθαρχικά παραπτώματα, τα οποία διαπιστώνονται κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο της ίδιας πειθαρχικής κρίσης μόνον εφόσον ο διωκόμενος κληθεί σε απολογία και για αυτά.

11. Η κρίση πρέπει να στηρίζεται σε αποδεδειγμένα πραγματικά γεγονότα και να είναι ειδικώς αιτιολογημένη.

 

Άρθρο 331

Η πειθαρχική απόφαση

1. Η πειθαρχική απόφαση διατυπώνεται εγγράφως.

2. Κατά την επιμέτρηση της ποινής το Πειθαρχικό Συμβούλιο λαμβάνει υπόψη:

α) τη βαρύτητα του αδικήματος και κυρίως τη βλάβη που προκάλεσε το αδίκημα, τη φύση, το είδος και το αντικείμενο του αδικήματος, τις περιστάσεις υπό τις οποίες διαπράχθηκε αυτό, την ένταση του δόλου ή το βαθμό αμέλειας του διωκόμενου,

β) την προσωπικότητα του ιατρού, την πείρα του, τις ατομικές, κοινωνικές περιστάσεις και την προηγούμενη πορεία του, καθώς και τη διαγωγή του μετά την πράξη, τη μετάνοια που επέδειξε και την προθυμία να επανορθώσει τις συνέπειες αυτής.

3. Στην απόφαση μνημονεύονται:

α) ο τόπος και ο χρόνος έκδοσής της,

β) το ονοματεπώνυμο, η ιδιότητα και ο βαθμός του μονομελούς πειθαρχικού οργάνου ή των μελών του συλλογικού πειθαρχικού οργάνου,

γ) το ονοματεπώνυμο, η ιδιότητα και ο βαθμός του κρινόμενου,

δ) τα πραγματικά περιστατικά και στοιχεία που συνιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του πειθαρχικού παραπτώματος, προσδιορισμένα κατά τόπο και χρόνο,

ε) η υποβολή ή όχι απολογίας,

στ) η αιτιολογία της απόφασης,

ζ) η γνώμη των μελών του συλλογικού οργάνου που μειοψήφησαν και

η) η απαλλαγή του κρινόμενου ή η ποινή που του επιβάλλεται. Αν η πειθαρχική απόφαση περί της ενοχής του διωκομένου λαμβάνεται κατά πλειοψηφία, όλα τα μέλη του πειθαρχικού συμβουλίου ψηφίζουν για την επιβλητέα ποινή. Λευκή ψήφος ή αποχή από την ψηφοφορία δεν επιτρέπεται. Η παράλειψη των στοιχείων που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄, εκτός του ονοματεπώνυμου του κρινόμενου, δεν συνεπάγεται ακυρότητα της απόφασης, εφόσον αυτά προκύπτουν από το φάκελο της υπόθεσης.

4. Η πειθαρχική απόφαση υπογράφεται από το όργανο που την εκδίδει. Όταν αυτή εκδίδεται από συλλογικό όργανο, υπογράφεται από τον πρόεδρο και τον γραμματέα.

5. Η πειθαρχική απόφαση κοινοποιείται σε αντίγραφο με τη φροντίδα της υπηρεσίας στον ιατρό και γνωστοποιείται στα όργανα που δικαιούνται να ασκήσουν ένδικα μέσα. Η κοινοποίηση της απόφασης στον ιατρό ενεργείται από τον Πρόεδρο του Ιατρικού Συλλόγου στον οποίο είναι εγγεγραμμένος. Στον ιατρό γνωστοποιείται επίσης η τυχόν δυνατότητα ασκήσεως ενδίκων μέσων και η σχετική προθεσμία ασκήσεώς τους.

6. Η πειθαρχική απόφαση δεν ανακαλείται.

7. Ο Ιατρικός Σύλλογος εισπράττει τα πρόστιμα κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ. Οι αποφάσεις που επιβάλλουν οριστική ή προσωρινή παύση γνωστοποιούνται στον Υπουργό Υγείας.

8. Ο ιατρός που τιμωρήθηκε οφείλει μέσα σε προθεσμία πέντε (5) ημερολογιακών ημερών από τη γνωστοποίηση σε αυτόν της τελεσίδικης καταδικαστικής απόφασης και εφόσον του επιβλήθηκε ποινή οριστικής ή προσωρινής παύσης να προσέλθει στα γραφεία του Συλλόγου, στον οποίο ανήκει, και να παραδώσει το δελτίο της ιατρικής του ταυτότητας. Από την επόμενη ημέρα της παράδοσης του δελτίου αρχίζει η έκτιση της ποινής. Αν δεν έχει εφοδιασθεί με δελτίο ταυτότητας, τότε καταθέτει σχετική υπεύθυνη δήλωση και από την επόμενη ημέρα της κατάθεσης της δήλωσης αυτής, αρχίζει η έκτιση της ποινής. Αν δεν κατατεθεί το δελτίο της ταυτότητάς του ή η υπεύθυνη δήλωση, η έκτιση της ποινής αρχίζει με την παρέλευση της κατά τα άνω πενθήμερης προθεσμίας από τη γνωστοποίηση της τελεσίδικης καταδικαστικής απόφασης. Αν ο ιατρός τιμωρηθεί τελεσίδικα με την ποινή της οριστικής παύσης, αποβάλλει αυτοδίκαια την ιδιότητα του ιατρού.

9. Αν η απόφαση για την οριστική παύση εξαφανισθεί με απόφαση του Α.Π.Σ.Ι. ή με δικαστική απόφαση, οι ιατρικοί σύλλογοι οφείλουν να συμμορφωθούν αμέσως.

 

Άρθρο 332

Έφεση

1. Ο τιμωρηθείς ιατρός, ο ασκήσας τη δίωξη Ιατρικός Σύλλογος ή ο αιτήσας αυτήν (ιατρός ή ιδιώτης) δικαιούται εντός δέκα (10) ημερολογιακών ημερών από την επίδοση της απόφασης να εκκαλέσει αυτήν ενώπιον του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών.

2. Η έφεση κατατίθεται ενώπιον του Γραμματέα του Πειθαρχικού Συμβουλίου που εξέδωσε την απόφαση, και συντάσσεται σχετική έκθεση που υπογράφεται από τον εκκαλούντα και το Γραμματέα. Ο Γραμματέας υποχρεούται εντός δέκα (10) ημερών να διαβιβάσει αυτή μαζί με όλα τα σχετικά έγγραφα στη Γραμματεία του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Ι.Σ.

3. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο που εκδίδει την καταδικαστική απόφαση αποφαίνεται και για το αν η προθεσμία της έφεσης και η άσκησή της έχουν ανασταλτικό αποτέλεσμα. Κατ’ εξαίρεση, ανάλογα με τη σοβαρότητα του παραπτώματος, το Πειθαρχικό Συμβούλιο μπορεί να κρίνει, όταν πρόκειται για πειθαρχικά παραπτώματα που αποτελούν και πλημμελήματα ή κακουργήματα κατά τον Ποινικό Κώδικα, με πλήρως αιτιολογημένη απόφασή του, ότι η απόφαση είναι προσωρινώς εκτελεστή.

4. Η έφεση συνοδεύεται από καταβολή προς τη γραμματεία του εκδόσαντος την απόφαση Ιατρικού Συλλόγου παραβόλου εκατό (100) ευρώ, εκτός εάν ο εκκαλών τυγχάνει να είναι ο Ιατρικός Σύλλογος. Η καταβολή του ως άνω ποσού εκδίδεται υπέρ του Ιατρικού Συλλόγου και αποδίδεται στον εκκαλούντα σε περίπτωση αποδοχής της έφεσης.

 

Άρθρο 333

Α.Π.Σ.Ι. - Εκδίκαση έφεσης

1. Το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών, όταν δικάζει σε δεύτερο βαθμό, δικαιούται να διατάξει νέα Ε.Δ.Ε. ή ανάκριση, η οποία ενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 326 και 327 επ. Καλεί τον τιμωρηθέντα ιατρό να απολογηθεί με τη διαδικασία που ισχύει για τα Πειθαρχικά Συμβούλια των Ιατρικών Συλλόγων. Δύναται να μεταρρυθμίζει και να εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση.

2. Το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών συνεδριάζει με νόμιμη απαρτία κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία. Στη συνεδρίαση τηρούνται πρακτικά, τα οποία είναι μυστικά. Στις συνεδριάσεις του μπορεί να μετέχει χωρίς ψήφο ο Πρόεδρος του Π.Ι.Σ. Μπορεί στη συνεδρίαση να μετέχει και ο νομικός ή τεχνικός σύμβουλος, ο οποίος αποχωρεί κατά την ψηφοφορία.

3. Το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών αποφασίζει τελεσίδικα και εκδίδει την απόφασή του το αργότερο εντός τριών (3) μηνών από την εισαγωγή της σχετικής πειθαρχικής δικογραφίας, η δε απόφαση αυτού διαβιβάζεται προς τον Πρόεδρο του οικείου Ιατρικού Συλλόγου, ο οποίος οφείλει αμελλητί να κοινοποιήσει αυτήν στον τιμωρηθέντα.

 

Άρθρο 334

Εκτέλεση - Δημοσίευση αποφάσεων

1. Οι τελεσίδικες αποφάσεις εκτελούνται από τον Πρόεδρο του Ιατρικού Συλλόγου.

2. Η επίπληξη ανακοινώνεται εγγράφως προς τον τιμωρηθέντα από τον Πρόεδρο του Συλλόγου.

3. Το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών μπορεί να αποφασίσει τη δημοσιοποίηση των αποφάσεών του: α) αν ιατροί καταδικάσθηκαν για κακούργημα και σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση (κοινή και στην υπηρεσία), απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, απιστία, δωροδοκία, δωροληψία, καταπίεση, απιστία περί την υπηρεσία, παράβαση καθήκοντος, καθ’ υποτροπή συκοφαντική δυσφήμηση, καθώς και για οποιοδήποτε έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, β) έχει υπάρξει κίνδυνος για την δημόσια υγεία και γ) έχει υπάρξει κίνδυνος για τους ασθενείς.

4. Οι τελεσίδικες αποφάσεις των Πειθαρχικών Συμβουλίων εκτελούνται κατά το μέρος που αφορούν σε πρόστιμα και τα έξοδα της διαδικασίας κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ με επιμέλεια του Προέδρου του Ιατρικού Συλλόγου, όπου εδρεύει το Πειθαρχικό Συμβούλιο. Τα ίδια ισχύουν και για τις αποφάσεις του Α.Π.Σ.Ι. Τα έσοδα από τα πρόστιμα αποδίδονται στον οικείο Ιατρικό Σύλλογο.

 

Άρθρο 335

Εφαρμογή κανόνων και αρχών ποινικού δικαίου και ποινικής δικονομίας στο πειθαρχικό δίκαιο

Κανόνες και αρχές του ποινικού δικαίου και της ποινικής δικονομίας εφαρμόζονται και στο πειθαρχικό δίκαιο, εφόσον δεν αντίκεινται στις ρυθμίσεις του παρόντος και συνάδουν με τη φύση και στο σκοπό της πειθαρχικής διαδικασίας. Εφαρμόζονται ιδίως οι κανόνες και αρχές που αφορούν: α) τους λόγους αποκλεισμού της υπαιτιότητας και της ικανότητας προς καταλογισμό, β) τις ελαφρυντικές ή επιβαρυντικές περιστάσεις για την επιμέτρηση της πειθαρχικής ποινής, γ) την έμπρακτη μετάνοια, δ) το δικαίωμα σιγής του πειθαρχικώς διωκόμενου, ε) την πραγματική και νομική πλάνη, στ) το τεκμήριο της αθωότητας του διωκόμενου, ζ) την επιείκεια υπέρ του πειθαρχικώς διωκόμενου, η) την προστασία των δικαιολογημένων συμφερόντων ως λόγο που αίρει τον πειθαρχικό χαρακτήρα δυσμενών κρίσεων, εκφράσεων και εκδηλώσεων, εκτός εάν συνιστούν το πειθαρχικό παράπτωμα της αναξιοπρεπούς ή ασυμβίβαστης προς το λειτούργημα του ιατρού διαγωγής και θ) τα δικαιώματα εμφάνισης, εκπροσώπησης και υπεράσπισης του διωκόμενου.

 

Άρθρο 336

Γενικές διατάξεις για την πειθαρχική διαδικασία

1. Την ιδιότητα του διωκόμενου αποκτά εκείνος εναντίον του οποίου έχει ασκηθεί πειθαρχική δίωξη, και εκείνος στον οποίο, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, αποδίδεται πειθαρχικό αδίκημα.

2. Ο διωκόμενος και ο καταγγέλλων έχουν το δικαίωμα σε οποιοδήποτε στάδιο της πειθαρχικής διαδικασίας να αντιπροσωπεύονται ή να συμπαρίστανται με πληρεξούσιο δικηγόρο. Κατά τη συζήτηση στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, αν η μία πλευρά προσέλθει χωρίς πληρεξούσιο δικηγόρο, αυτό δεν αφαιρεί από την άλλη πλευρά το δικαίωμα να εκπροσωπείται ή να συμπαρίσταται με πληρεξούσιο δικηγόρο.

 

Άρθρο 337

Πειθαρχικά παραπτώματα ιατρών στην αλλοδαπή

1. Τα Πειθαρχικά Συμβούλια των Ιατρικών Συλλόγων είναι αρμόδια και για την εκδίκαση παραπτωμάτων, τα οποία τέλεσε ο ιατρός στην αλλοδαπή, εάν στοιχειοθετούν πειθαρχικά αδικήματα κατά την ελληνική ιατρική νομοθεσία, εάν δεν έχει επιβληθεί στον ιατρό από αλλοδαπό Ιατρικό Σύλλογο ποινή για τις συγκεκριμένες πράξεις και παραλείψεις και εάν δεν έχουν παραγραφεί.

2. Ιατρός, ο οποίος, λόγω πειθαρχικής ποινής, καταδικάζεται σε προσωρινή ή οριστική παύση άσκησης επαγγέλματος σε ένα κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο οποίο ασκούσε το ιατρικό επάγγελμα, δεν έχει το δικαίωμα να εγγραφεί σε Ιατρικό Σύλλογο της ημεδαπής μέχρι να εκτίσει το σύνολο της ποινής που του έχει επιβληθεί. Ο Πρόεδρος του Π.Ι.Σ. οφείλει αμελλητί και το αργότερο εντός τριών (3) εργασίμων ημερών από τη γνωστοποίησή της στον Π.Ι.Σ. να κοινοποιεί σε όλους του Ιατρικούς Συλλόγους κάθε απόφαση επιβολής πειθαρχικής ποινής, που επιβάλλεται σε ιατρό από πειθαρχικό όργανο κράτους-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3. Αν η πειθαρχική ποινή έχει επιβληθεί από Ιατρικό Σύλλογο κράτους εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου ο ιατρός ασκούσε τα καθήκοντά του, η εκτέλεση της ποινής και το δικαίωμα της εγγραφής αυτού σε Ιατρικό Σύλλογο της χώρας αποφασίζεται από το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών (Α.Π.Σ.Ι.), το οποίο κρίνει με βάση το αν η πράξη ή η παράλειψη για την οποία επιβλήθηκε η ποινή τιμωρείται σύμφωνα με το ελληνικό πειθαρχικό δίκαιο.

 

Άρθρο 338

Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας

Οποιαδήποτε απόφαση αντίθετη με τις διατάξεις του ν. 3418/2005 (Α΄287) είναι άκυρη. Αν στη λήψη των αποφάσεων αυτών έχουν συμμετάσχει ιατροί, υπέχουν πειθαρχικές ευθύνες.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄

 

Άρθρο 339

Αντιποίηση ιατρικού λειτουργήματος

1. Με φυλάκιση μέχρις ενός (1) έτους και με χρηματική ποινή μέχρι είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ τιμωρείται όποιος με σκοπό την αποκόμιση παράνομου περιουσιακού οφέλους χρησιμοποιεί τον τίτλο του ιατρού χωρίς να έχει πτυχίο ιατρικής σχολής ημεδαπού πανεπιστημίου ή αναγνωρισμένο πτυχίο αλλοδαπού πανεπιστημίου.

2. Κάθε πρόσωπο, το οποίο, χωρίς να διαθέτει τα προβλεπόμενα προσόντα προς άσκηση της ιατρικής, με σκοπό να αποκομίσει παράνομο περιουσιακό όφελος είτε του ιδίου είτε τρίτου επιλαμβάνεται έστω και με την παρουσία ιατρού της διάγνωσης ή θεραπείας ασθενών είτε με προσωπικές ενέργειες είτε με προφορικές ή γραπτές συμβουλές είτε με αλληλογραφία, τοιχοκόλληση αγγελιών ή πάσης φύσεως δημοσιεύσεις θεωρείται ότι ασκεί παρανόμως την ιατρική και τιμωρείται με τις ποινές της παραγράφου 1.

2. Θεωρείται ως θεραπευτική επέμβαση και τιμωρείται με τις ίδιες ποινές της παρ. 1 κάθε πράξη, η οποία τελείται για αισθητικούς λόγους, όταν για αυτή χρησιμοποιούνται χειρουργικά μέσα ή μηχανήματα, τα οποία με φυσικούς ή χημικούς παράγοντες μπορούν να συντελέσουν στον καθορισμό διαγνώσεως ή εφαρμογή θεραπείας.

3. Με φυλάκιση μέχρις έξι (6) εβδομάδων και χρηματική ποινή μέχρι πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ τιμωρείται εκείνος, ο οποίος, ενώ είναι πτυχιούχος ιατρικής σχολής ημεδαπού Πανεπιστημίου ή άλλης ισότιμης Πανεπιστημιακής Σχολής αλλοδαπού πανεπιστημίου, ασκεί την ιατρική χωρίς την απαιτούμενη κατά τις διατάξεις του νόμου βεβαίωση ή ασκεί την ιατρική, ενώ η χορηγηθείσα σε αυτόν βεβαίωση ανακλήθηκε ή βρίσκεται υπό αναστολή ή αυτός είναι συνταξιούχος.

 

Άρθρο 340

Μεταβατικές διατάξεις

Οι εσωτερικοί κανονισμοί των Ιατρικών Συλλόγων προσαρμόζονται με τις διατάξεις του παρόντος μέσα σε προθεσμία δώδεκα (12) μηνών από την έναρξη ισχύος του.

 

Άρθρο 341

Καταργούμενες διατάξεις

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται ο α.ν. 1565/1939 (Α΄16), το β.δ. 11.10/7.11.1957 (Α΄228), το ν.δ. 4111/1960 (Α΄ 163) και ο ν. 727/1977 (Α΄308).

 

Άρθρο 342

Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

 

ΤΜΗΜΑ Ι΄

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΕΣ

 

Άρθρο 343

Στο άρθρο 19 του ν. 3028/2002 (Α΄153) προστίθεται παράγραφος 11 ως ακολούθως:

«11. Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού, κατόπιν αιτιολογημένης εισήγησης του Τμήματος Απαλλοτριώσεων, Απόκτησης Ακινήτων και Αποζημιώσεων του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, δύναται να διαπιστώνεται ότι συντρέχει η περίπτωση καταβολής αποζημίωσης κατά τις παραγράφους 1 έως 5 και να ορίζεται ότι το ύψος αυτής θα εκτιμάται από ανεξάρτητο και πιστοποιημένο εκτιμητή του ν. 4152/2013».

 

Άρθρο 344

Μητρώο Προσωπικού Αρχαιολογικών Εργασιών

1. Ιδρύεται Μητρώο Προσωπικού Αρχαιολογικών Εργασιών (Μ.Π.Α.Ε.) με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου απασχολούμενου σε αρχαιολογικά έργα που εκτελούνται από υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού με την μέθοδο της αυτεπιστασίας, συμπεριλαμβανομένων των πάσης φύσεως αρχαιολογικών εργασιών που εκτελούνται στο πλαίσιο έργων τρίτων. Για την υποστήριξη της λειτουργίας του μητρώου και της διαδικασίας προσλήψεων μέσω αυτού, δημιουργείται ηλεκτρονική βάση δεδομένων.

2. Με απόφαση του υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού που εκδίδεται εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος ορίζονται οι ειδικότητες, οι κλάδοι και οι κατηγορίες εκπαίδευσης των μελών, τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα και η σχετική μοριοδότηση αυτών, τα τηρούμενα στοιχεία, η αρμόδια για την κατάρτιση, τήρηση και επικαιροποίησή του υπηρεσία, η διαδικασία εγγραφής στο μητρώο και επικαιροποίησης των σχετικών στοιχείων, η διαδικασία επιλογής προσωπικού με χρήση του μητρώου, συμπεριλαμβανομένης και διαδικασίας υποβολής ενστάσεων, οι τεχνικές λεπτομέρειες λειτουργίας και ασφάλειας της ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων και της σχετικής διαδικτυακής εφαρμογής και ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα.

3. Από την έναρξη ισχύος της απόφασης της προηγούμενης παραγράφου ξεκινά η εγγραφή μελών στο μητρώο.

4. Από την 1.1.2020 η πρόσληψη προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου απασχολούμενου σε αρχαιολογικά έργα που εκτελούνται από υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού συμπεριλαμβανομένων των πάσης φύσεως αρχαιολογικών εργασιών που εκτελούνται στο πλαίσιο έργων τρίτων διενεργείται αποκλειστικά μέσω του μητρώου του παρόντος.

 

Άρθρο 345

Έκθεση Αναλυτικής Αρχαιολογικής Τεκμηρίωσης

1. Κατά την φάση εκπόνησης του Προκαταρκτικού Προσδιορισμού Περιβαλλοντικών Απαιτήσεων (ΠΠΠΑ), όταν προβλέπεται, και της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Μ.Π.Ε.), για τα δημόσια έργα με εκτιμώμενη αξία σύμβασης μεγαλύτερη των 20.000.000 Ευρώ, καθώς και για εκείνα των οποίων το σύνολο ή μέρος της περιοχής μελέτης, όπως προκύπτει από την αναγνωριστική μελέτη ή την προκαταρκτική μελέτη ή την προμελέτη κατά περίπτωση, χωροθετείται σε περιοχές των άρθρων 12 έως 17 του ν. 3028/2002 (Α΄153), εκπονείται Έκθεση Αναλυτικής Αρχαιολογικής Τεκμηρίωσης (Ε.Α.Α.Τ.) από το Τμήμα Συντονισμού και Παρακολούθησης Αρχαιολογικών Ερευνών και Εργασιών στο Πλαίσιο των Μεγάλων Δημόσιων Έργων της Διεύθυνσης Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού με την συνεργασία της κατά τόπο αρμόδιας Εφορείας Αρχαιοτήτων. Εάν το ζητήσει ο κύριος του έργου, Ε.Α.Α.Τ. εκπονείται και για έργα που δεν εμπίπτουν στις ανωτέρω περιπτώσεις.

2. Με κοινή απόφαση των υπουργών Πολιτισμού και Αθλητισμού και Υποδομών και Μεταφορών που εκδίδεται εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος ορίζονται τα επίπεδα εξειδίκευσης της Ε.Α.Α.Τ., ο χρόνος και η προθεσμία για την σύνταξη αυτών και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται και για την Ε.Α.Α.Τ. που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 31 του ν. 2160/1993 (Α΄118), για την δημιουργία μαρίνων.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

Άρθρο 346

Η παρ. 8 του άρθρου 10 του ν. 4481/2017 (Α΄ 100) τροποποιείται ως εξής:

«8. Στις ανεξάρτητες οντότητες του άρθρου 50 τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου είναι εννέα (9) και εκλέγονται από τη γενική συνέλευση σύμφωνα με την περίπτωση ε΄ της παραγράφου 9 του άρθρου 9. Η διάρκεια της θητείας του εποπτικού συμβουλίου είναι τρία (3) έτη, με εξαίρεση τη θητεία του πρώτου εποπτικού συμβουλίου η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο (2) έτη.

Κατ’ εξαίρεση στην υφιστάμενη, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, ανεξάρτητη οντότητα του άρθρου 50, τα μέλη του πρώτου εποπτικού συμβουλίου καθώς και η διάρκεια της θητείας τους ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού, μετά από έγγραφη εισήγηση προς αυτόν των μελών της ανεξάρτητης οντότητας του άρθρου 50, εφόσον αυτή υποβληθεί μέσα σε δέκα (10) εργάσιμες ημέρες από την έναρξη ισχύος του παρόντος.».

 

Άρθρο 347

1. Οι παρακάτω διατάξεις καταργούνται:

α) η υποπερίπτωση 6, της περίπτωσης α΄ της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 1158/1981 (Α΄ 127), καθώς και το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 9 του ν. 1158/1981.

β) η περίπτωση α΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του π.δ. 370/1983 (Α΄ 130).

γ) η περίπτωση α΄, της παρ. 1 του άρθρου 1 του π.δ. 372/1983 (Α΄ 131).

δ) η περίπτωση α΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του π.δ. 64/2009 (Α΄ 85).

ε) η υποπερίπτωση 6 της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 και η περίπτωση δ΄ του άρθρου 3 του π.δ. 457/1983 (Α΄174)

2. Επίσης καταργούνται :

α) η υποχρέωση υποβολής των υπ΄ αριθμ. 2 και 4 δικαιολογητικών του Παραρτήματος της κ.υ.α. ΥΠΠΟΤ/107291/9.11.2011(Β΄ 2664) όταν ο αιτών είναι φυσικό πρόσωπο ή Ν.Π.Ι.Δ., αντίστοιχα

β) η υποχρέωση υποβολής των υπ΄αριθμ. 2 και 4 δικαιολογητικών του Παραρτήματος της κοινής υπουργικής απόφασης ΥΠΠΟΤ/107296/9.11.2011(Β΄ 2665) όταν ο αιτών είναι φυσικό πρόσωπο ή Ν.Π.Ι.Δ., αντίστοιχα.

 

ΤΜΗΜΑ ΙΑ΄

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

 

Άρθρο 348

Διατάξεις σχετικές με τις Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης Αποχέτευσης (Δ.Ε.Υ.Α.)

1. Στο άρθρο 1 του ν. 1069/1980 (A΄ 191), προστίθεται παράγραφος 5, ως εξής:

«5. Οι διατάξεις του νόμου αυτού δεν εφαρμόζονται εντός της περιοχής δραστηριότητας της Ε.Υ.Δ.Α.Π., όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 2744/1999 (Α΄222), όπως ισχύει, ούτε εντός περιοχής δραστηριότητας της ΕΥΑΘ, όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 26 του ν. 2937/2001 (Α΄ 169), όπως ισχύει».

2. Το άρθρο 3 του ν. 1069/1980 (Α΄ 191) αντικαθίσταται ως εξής:

«Διοικητικό Συμβούλιο της Επιχείρησης

1. Η Δ.Ε.Υ.Α. που συνιστάται από ένα μόνο Δήμο διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο που αποτελείται από επτά (7) έως ένδεκα (11) μέλη, τα οποία ορίζονται με απόφαση του οικείου Δημοτικού Συμβουλίου. Από τα μέλη αυτά, πέντε (5) τουλάχιστον μέλη, είναι αιρετοί εκπρόσωποι του Δήμου, ένα (1) μέλος είναι εκπρόσωπος των εργαζομένων στην επιχείρηση, οριζόμενος από την πλέον αντιπροσωπευτική συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων στην επιχείρηση ή, εφόσον ελλείπει τέτοια, από το σύνολο των εργαζομένων στην επιχείρηση, τους οποίους ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου συγκαλεί σε γενική συνέλευση για το σκοπό αυτόν και ένα (1) μέλος είναι εκπρόσωπος περιβαλλοντικού ή κοινωνικού φορέα της περιοχής, κάτοχος πτυχίου Α.Ε.Ι. της ημεδαπής ή ισότιμου τίτλου της αλλοδαπής, με αποδεδειγμένη εμπειρία ή γνώσεις συναφείς με το αντικείμενο της επιχείρησης. Ο καθορισμός του περιβαλλοντικού ή κοινωνικού φορέα του προηγούμενου εδαφίου και η διαπίστωση της συνδρομής των προϋποθέσεων στο πρόσωπο του προτεινόμενου από αυτόν μέλους, γίνεται με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου. Τα ανεξάρτητα μέλη, εφόσον στον οικείο Οργανισμό προβλέπονται περισσότερα από επτά, είναι δημότες ή μόνιμοι κάτοικοι του οικείου Δήμου, με αποδεδειγμένη εμπειρία ή γνώσεις συναφείς με το αντικείμενο της επιχείρησης και ορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία της επόμενης παραγράφου. Στην περίπτωση των αιρετών μελών, ένα (1) τουλάχιστον μέλος υποδεικνύεται από τη μειοψηφία. Με την ίδια απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ορίζεται ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της επιχείρησης.

2. Για την πλήρωση της θέσης των ανεξαρτήτων μελών του Διοικητικού Συμβουλίου δημοσιεύεται πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, η οποία αναρτάται στην ιστοσελίδα του οικείου Δήμου ή όλων των Δήμων, σε περίπτωση συμμετοχής στην επιχείρηση περισσότερων του ενός Δήμων, καθώς και στην ιστοσελίδα του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π) για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δέκα (10) ημερών. Το οικείο Δημοτικό Συμβούλιο ή το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου της έδρας της επιχείρησης διαπιστώνει τη συνδρομή σε όλους τους υποψηφίους της ιδιότητας του δημότη ή του μόνιμου κατοίκου, καθώς και της αποδεδειγμένης εμπειρίας ή γνώσης συναφούς με το αντικείμενο της επιχείρησης. Το Ειδικό Συμβούλιο Επιλογής Διοικήσεων (Ε.Σ.Ε.Δ) του άρθρου 10 του ν. 4369/2016 αξιολογεί τα προσόντα των υποψηφίων ανεξαρτήτων μελών και υποβάλλει στο οικείο Δημοτικό Συμβούλιο εισήγηση με τους τρεις (3) επικρατέστερους υποψηφίους. Το Δημοτικό Συμβούλιο ή το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου της έδρας της επιχείρησης επιλέγει υποχρεωτικά έναν εκ των υποψηφίων που περιλαμβάνονται στην εισήγηση του Ε.Σ.Ε.Δ και η απόφαση αυτή αναρτάται στο πρόγραμμα «ΔΙΑΥΓΕΙΑ». Για την επιλογή των τριών (3) επικρατέστερων υποψηφίων, το Ε.Σ.Ε.Δ. λαμβάνει υπόψη του τα βιογραφικά στοιχεία των υποψηφίων και, κυρίως, τα τυπικά τους προσόντα, το εν γένει επιστημονικό και ερευνητικό έργο τους σε συνάφεια με την προκηρυσσόμενη θέση και την πρότερη συνολικά διοικητική εμπειρία τους. Το Ε.Σ.Ε.Δ. συνεκτιμά την εν γένει προσωπικότητα των υποψηφίων, κατόπιν διενέργειας δομημένης συνέντευξης, στην οποία καλούνται υποχρεωτικά, εφόσον υπάρχουν, τουλάχιστον τρεις (3) υποψήφιοι. Για τη συνέντευξη τηρείται σχετικό πρακτικό, το οποίο συνυποβάλλεται με την εισήγηση του Ε.Σ.Ε.Δ. στο Δημοτικό Συμβούλιο. Η ως άνω διαδικασία ακολουθείται και αν οι υποψήφιοι είναι λιγότεροι από τρεις (3). Οι παράγραφοι 3 έως 5 του άρθρου 7 του ν. 4369/2016 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και για τα ανεξάρτητα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου.

3. Σε περίπτωση συμμετοχής στην επιχείρηση περισσότερων του ενός Δήμων, τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου προσαυξάνονται ανάλογα, με την υπόδειξη, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, τριών (3) αιρετών εκπροσώπων από κάθε Δημοτικό Συμβούλιο και, σε περίπτωση, που προκύπτει άρτιος συνολικός αριθμός μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου της έδρας της επιχείρησης υποδεικνύει έναν επιπλέον αιρετό εκπρόσωπο. Στην περίπτωση διαδημοτικών επιχειρήσεων, ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου, ο περιβαλλοντικός ή κοινωνικός φορέας που υποδεικνύει εκπρόσωπό του και τα ανεξάρτητα μέλη που επιλέγονται με τη διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου ορίζονται από το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου της έδρας της επιχείρησης και ο Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου ορίζεται από το Δημοτικό Συμβούλιο του μεγαλύτερου σε πληθυσμό Δήμου που συμμετέχει στην επιχείρηση, πλην του Δήμου της έδρας της επιχείρησης.

4. Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου ακολουθεί τη θητεία του Δημοτικού Συμβουλίου και, σε κάθε περίπτωση, λήγει το αργότερο τρεις (3) μήνες μετά τη συγκρότηση του Δημοτικού Συμβουλίου.

5. Τα αιρετά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου είναι δυνατόν να αντικαθίστανται κατά τη διάρκεια της θητείας τους, με αιτιολογημένη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου που τα όρισε, η οποία λαμβάνεται με απόλυτη πλειοψηφία του αριθμού των μελών του. Για την αντικατάσταση του εκπροσώπου των εργαζομένων και του περιβαλλοντικού ή κοινωνικού φορέα της περιοχής, απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του οργάνου που τους υπέδειξε. Η αντικατάσταση των ανεξαρτήτων μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, δημοτών ή μονίμων κατοίκων του οικείου Δήμου, γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2.

6. Στο Διοικητικό Συμβούλιο της επιχείρησης μετέχει, χωρίς δικαίωμα ψήφου, ως εισηγητής θεμάτων προς συζήτηση, ο Γενικός Διευθυντής της επιχείρησης.

7. Καθήκοντα γραμματέα του Διοικητικού Συμβουλίου ασκεί υπάλληλος της επιχείρησης, που ορίζεται από τον Πρόεδρο αυτού.

8. Για τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου που είναι αιρετοί εκπρόσωποι Δημοτικών Συμβουλίων, ισχύουν οι διατάξεις του Δημοτικού Κώδικα περί μη εκλογιμότητας και ασυμβίβαστων.

9. Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου δεν μπορεί να είναι συγγενείς μεταξύ τους εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και τρίτου βαθμού, καθώς και οι με οποιαδήποτε μορφή εργολάβοι ή προμηθευτές της επιχείρησης ή μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ή υπάλληλοι ομοειδούς επιχείρησης.

10. Στον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου, αν δεν είναι Δήμαρχος, μπορεί να καταβάλλεται, για τις παρεχόμενες στην επιχείρηση υπηρεσίες του, αποζημίωση που καθορίζεται με απόφαση του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου της επιχείρησης. Η αποζημίωση αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%), του ποσού της αντιμισθίας του Δημάρχου, σύμφωνα με το άρθρο 92 του ν. 3852/2010. Σε περίπτωση απουσίας του Πρόεδρου, λόγω ασθένειας ή άδειας, πέραν του μηνός, η αποζημίωση αυτή καταβάλλεται εξ’ ημισείας σε αυτόν και στον αναπληρωτή του.

11. Η αποζημίωση του Προέδρου, των μελών και του γραμματέα του Διοικητικού Συμβουλίου της επιχείρησης για τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις, καθορίζεται με απόφαση του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ύστερα από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου και δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των πενήντα (50) ευρώ ανά συνεδρίαση. Με όμοια απόφαση, που εκδίδεται μετά από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου, μπορεί να ορίζεται ότι ένα από τα μέλη αυτού παρέχει πλήρη απασχόληση με αμοιβή στην επιχείρηση και να καθορίζονται οι αρμοδιότητες και το ύψος της αμοιβής, το οποίο πρέπει να είναι ανάλογο των τυπικών του προσόντων και δεν μπορεί να υπερβαίνει το ύψος της αποζημίωσης του Προέδρου της επιχείρησης.»

3. Η περίπτωση β΄ της παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 1069/1980 (Α΄ 191) αντικαθίσταται ως εξής:

«β) διορίζει το Γενικό Διευθυντή, σύμφωνα με το άρθρο 6.»

4. Το άρθρο 6 του ν. 1069/1980 (Α΄ 191) αντικαθίσταται ως εξής:

«Γενικός Διευθυντής

1. Των υπηρεσιών της επιχείρησης προΐσταται Γενικός Διευθυντής.

2. Ο Γενικός Διευθυντής πρέπει:

α) να πληροί τουλάχιστον μία από τις προϋποθέσεις για την εγγραφή στο Εθνικό Μητρώο Επιτελικών Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης, όπως αυτές ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 2 του νόμου 4369/2016 (Α΄ 33), όπως εκάστοτε ισχύει ή, σε περίπτωση που δεν απασχολείται στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, να έχει τουλάχιστον υπηρεσία πέντε (5) ετών στον τομέα των υδάτων.

β) να είναι κάτοχος πτυχίου ανώτατης σχολής της ημεδαπής ή της αλλοδαπής με ειδικότητα Πολιτικού Μηχανικού, Χημικού Μηχανικού, Οικονομολόγου, Τοπογράφου Μηχανικού ή Μηχανολόγου.

γ) να έχει τουλάχιστον προϋπηρεσία πέντε (5) ετών σε θέση ευθύνης στο δημόσιο, ευρύτερο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα.

δ) να κατέχει άριστα τουλάχιστον μία ξένη γλώσσα.

3. Όσοι δεν δύνανται να εγγραφούν στο Εθνικό Μητρώο Επιτελικών Στελεχών Δημόσιας Διοίκησης, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 2 του νόμου 4369/2016, δεν μπορούν να οριστούν στη θέση του Γενικού Διευθυντή.

4. Ο Γενικός Διευθυντής ορίζεται μετά από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος σύμφωνα με τη διαδικασία των παραγράφων 5 και 6.

5. Για την πλήρωση της θέσης του Γενικού Διευθυντή το Διοικητικό Συμβούλιο δημοσιεύει πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, η οποία αναρτάται στην ιστοσελίδα του αντίστοιχου Δήμου ή όλων των Δήμων, σε περίπτωση συμμετοχής στην επιχείρηση περισσότερων του ενός Δήμων, καθώς και στην ιστοσελίδα του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π) για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δέκα (10) ημερών. Το Ειδικό Συμβούλιο Επιλογής Διοικήσεων (Ε.Σ.Ε.Δ) του άρθρου 10 του νόμου 4369/2016 αξιολογεί τα προσόντα των υποψηφίων Γενικών Διευθυντών και υποβάλλει στο Δ.Σ εισήγηση με τους τρεις επικρατέστερους υποψηφίους. Το Δ.Σ. επιλέγει υποχρεωτικά έναν εκ των υποψηφίων που περιλαμβάνονται στην εισήγηση του Ε.Σ.Ε.Δ και η απόφαση αυτή αναρτάται στο πρόγραμμα «ΔΙΑΥΓΕΙΑ». Για την επιλογή των τριών (3) επικρατέστερων υποψηφίων, το Ε.Σ.Ε.Δ. λαμβάνει υπόψη του τα βιογραφικά στοιχεία των υποψηφίων και, κυρίως, τα τυπικά τους προσόντα, το εν γένει επιστημονικό και ερευνητικό έργο τους σε συνάφεια με την προκηρυσσόμενη θέση και την πρότερη συνολικά διοικητική εμπειρία τους. Το Ε.Σ.Ε.Δ. συνεκτιμά την εν γένει προσωπικότητα των υποψηφίων, κατόπιν διενέργειας δομημένης συνέντευξης, στην οποία καλούνται υποχρεωτικά, εφόσον υπάρχουν, τουλάχιστον τρεις (3) υποψήφιοι. Για τη συνέντευξη τηρείται σχετικό πρακτικό, το οποίο συνυποβάλλεται με την εισήγηση του Ε.Σ.Ε.Δ. στο Δ.Σ. Η ως άνω διαδικασία ακολουθείται και αν οι υποψήφιοι είναι λιγότεροι από τρεις (3).

6. Οι παράγραφοι 3 έως 5 του άρθρου 7 του ν. 4369/

2016 εφαρμόζονται κατ΄ αναλογία και για τις υφιστάμενες θέσεις Γενικών Διευθυντών.

7. Όσοι επιλέγονται για την πλήρωση της θέσης του Γενικού Διευθυντή διορίζονται με θητεία τεσσάρων (4) ετών, με δικαίωμα ανανέωσης για μία φορά. Σε κάθε περίπτωση η συνολική θητεία στις ανωτέρω θέσεις δεν μπορεί να υπερβαίνει τα οκτώ (8) έτη.

8. Ο Γενικός Διευθυντής ελέγχει την καθημερινή εργασία της επιχείρησης, ασκεί εποπτεία στη διεξαγωγή των εργασιών κάθε υπηρεσίας ασκώντας τη διοίκηση του προσωπικού της, είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση των αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου και των επιτροπών της παραγράφου 3 του άρθρου 5 και μεριμνά για:

α) την εκτέλεση του σκοπού για τον οποίο ιδρύθηκε η επιχείρηση,

β) την εκπόνηση και την υποβολή στο Διοικητικό Συμβούλιο της επιχείρησης του πενταετούς επιχειρησιακού προγράμματος δράσης, που προβλέπεται στο εδάφιο γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 5,

γ) την εκπόνηση και την υποβολή στο Διοικητικό Συμβούλιο του ετήσιου προγράμματος έργων, που προβλέπεται στο εδάφιο δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 5,

δ) τη σύνταξη, τουλάχιστον δύο (2) μήνες πριν από την έναρξη κάθε οικονομικού έτους, του προϋπολογισμού εσόδων και εξόδων της επιχείρησης,

ε) την εκπόνηση και την υποβολή στο Διοικητικό Συμβούλιο της επιχείρησης της μελέτης κόστους -οφέλους, που προβλέπεται στο εδάφιο ε΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 5,

στ) την κατάρτιση και την υποβολή στο Διοικητικό Συμβούλιο της επιχείρησης του ετήσιου προγράμματος επενδύσεων για το επόμενο οικονομικό έτος, υποδεικνύοντας τις εγκεκριμένες ή προτεινόμενες πηγές χρηματοδότησης αυτού,

ζ) την κατάρτιση και υποβολή στο Διοικητικό Συμβούλιο της επιχείρησης των αναγκαίων αναμορφώσεων και τροποποιήσεων στο πρόγραμμα κατασκευής έργων και στον ετήσιο προϋπολογισμό εσόδων και εξόδων της επιχείρησης,

η) τη σύνταξη του ετήσιου απολογισμού της επιχείρησης, εντός τριών (3) μηνών από την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων και των οικονομικών καταστάσεων της επιχείρησης.

9. Ο Γενικός Διευθυντής συμμετέχει στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου, χωρίς δικαίωμα ψήφου και εισηγείται προς το Διοικητικό Συμβούλιο για:

α) την ανάθεση μελετών, εκτέλεση έργων και προμηθειών, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις,

β) κάθε εκποίηση ή εκμίσθωση ακινήτων ή κινητών πραγμάτων που ανήκουν στην επιχείρηση,

γ) την άσκηση ένδικων βοηθημάτων ή μέσων, την παραίτηση από αυτά και κάθε δικαστικό ή εξωδικαστικό συμβιβασμό,

δ) τη σύναψη δανείων,

ε) τη συμμετοχή φυσικών ή νομικών προσώπων ή Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας στη δαπάνη κατασκευής έργων τα οποία επιθυμούν να κατασκευάσει η επιχείρηση κατά προτεραιότητα, καθώς και για τους όρους αυτής της συμμετοχής.

10. Ο Γενικός Διευθυντής αποφασίζει για:

α) την εκτέλεση προμηθειών και ανάληψη υποχρεώσεων, εφόσον η ολική δαπάνη δεν υπερβαίνει το ποσό των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ. Το χρηματικό αυτό όριο μπορεί να αυξομειώνεται, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της επιχείρησης,

β) την τοποθέτηση του προσωπικού στις προβλεπόμενες από τον Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας θέσεις, καθώς και για τη χορήγηση αδειών σε αυτό.

11. Ο Γενικός Διευθυντής ασκεί τις λοιπές αρμοδιότητες που παρέχονται σε αυτόν από τον Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας.

12. Αν δεν έχει διοριστεί Γενικός Διευθυντής ή αν αυτός κωλύεται, τα καθήκοντα αυτού ασκεί, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της επιχείρησης, ο ανώτερος σε βαθμό και, επί ισόβαθμων, ο αρχαιότερος υπάλληλος.».

 

Άρθρο 349

Τροποποίηση του άρθρου 32 του ν. 4483/2017

Το άρθρο 32 του ν. 4483/2017 (Α΄ 107) αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 32

Παροχή κινήτρων σε εργαζομένους από Ο.Τ.Α. ορεινών και νησιωτικών περιοχών

1. Οι ορεινοί δήμοι του άρθρου 1 του ν. 3852/2010 (Α΄87), οι δήμοι με πληθυσμό έως 30.000 κατοίκους, των οποίων τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) των δημοτικών ή κοινοτικών ενοτήτων χαρακτηρίζονται ως ορεινές στο Μητρώο Δήμων, Κοινοτήτων και Οικισμών της ΕΛΣΤΑΤ, οι νησιωτικοί δήμοι με πληθυσμό μικρότερο των 18.000 κατοίκων, καθώς και τα Ν.Π.Δ.Δ. των δήμων αυτών, μπορούν να παρέχουν δωρεάν σίτιση και κατάλληλο κατάλυμα διαμονής στους ιατρούς και νοσηλευτές του Κέντρου Υγείας και των δημόσιων νοσοκομείων, το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος, της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, του Ε.Κ.Α.Β. και τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς. Ο υπολογισμός του πληθυσμού γίνεται σύμφωνα με τα στοιχεία πραγματικού πληθυσμού της τελευταίας απογραφής της ΕΛΣΤΑΤ.

2. Για τις ανωτέρω παροχές λαμβάνεται απόφαση από το οικείο Δημοτικό ή Διοικητικό Συμβούλιο, με την οποία εξειδικεύονται οι κατά περίπτωση παροχές και το χρονικό διάστημα ισχύος αυτών, κατόπιν βεβαίωσης της ύπαρξης ανάλογων πόρων από την οικονομική υπηρεσία του Ο.Τ.Α.

3. Τα ανωτέρω δεν ισχύουν για τους κατοίκους των περιοχών αυτών ή τους συζύγους τους ή τα ανήλικα τέκνα αυτών που έχουν την πλήρη κυριότητα ή την επικαρπία κατοικίας στην περιοχή υπηρέτησης.

4. Οι παροχές της παραγράφου 1 μπορούν να χορηγούνται υπό τις ίδιες προϋποθέσεις, και από νησιωτικούς δήμους με πληθυσμό μεγαλύτερο των 18.000 κατοίκων, εφόσον αφορούν αποκλειστικά εργαζομένους που υπηρετούν σε αυτοτελή νησιά που συνιστούν τοπικές κοινότητες αυτών.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών καθορίζεται σύστημα παρακολούθησης των οικονομικών αποτελεσμάτων της εφαρμογής του άρθρου αυτού.».

 

ΤΜΗΜΑ ΙΒ΄

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

 

Άρθρο 350

Το δικαίωμα είσπραξης μερίσματος του Ελληνικού Δημοσίου λόγω της συμμετοχής του στο μετοχικό κεφάλαιο της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Οργανισμός Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος Α.Ε.» (Ο.Τ.Ε. Α.Ε.) μεταβιβάζεται στην Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.

 

Άρθρο 351

Διατάξεις για τον τουριστικό λιμένα Αλίμου

1. Τα πλωτά στοιχεία, οι θαλάσσιες, χερσαίες, κτιριακές και άλλες λιμενικές εγκαταστάσεις και τα έργα εντός της χερσαίας και της θαλάσσιας ζώνης του τουριστικού λιμένα Αλίμου, όπως αποτυπώνονται εντός του χερσαίου και θαλάσσιου χώρου με τα περιμετρικά στοιχεία Θ1, Θ2-Χ12, Χ13, Χ14, X14.1, Χ15, Χ16, Χ17, Χ18, Χ19, Χ20, Χ21, Χ22, Χ23, Χ24, Χ25, Χ26, Χ27, Χ28, Χ29, Χ30, Χ31, Χ32, Χ33, Χ34, Χ35, Χ36, Χ37, Χ38, Χ39, Χ40, Χ41, Χ42, Χ43, Χ44-Θ21, Θ22, Θ23, Θ1 στο από Δεκεμβρίου 2015 τοπογραφικό διάγραμμα (Αρ. Σχεδίου 109.02 κλίμακας 1:1250) της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών και της Διεύθυνσης Εκμετάλλευσης (Τμήμα Διαχείρισης Επιχειρηματικών Μονάδων) της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε.», που συντάχθηκε από την τοπογράφο μηχανικό Χρύσα Βασιλοπούλου, θεωρήθηκε από τους προϊσταμένους των παραπάνω Διευθύνσεων πολιτικό μηχανικό Ιωάννη Φιλίππου και Δρ. αρχιτέκτονα μηχανικό Κωνσταντίνο Πλουμάκη, αντιστοίχως, και προσαρτάται στον παρόντα νόμο (Παράρτημα 3), χαρακτηρίζονται στο σύνολό τους νομίμως υφιστάμενα.

2. Για τη λειτουργία, την τροποποίηση, τη συμπλήρωση ή την επέκταση των εγκαταστάσεων του τουριστικού λιμένα Αλίμου έχουν εφαρμογή στο σύνολό τους οι διατάξεις των άρθρων 29 έως 34 του ν. 2160/1993 (Α΄118), όπως ισχύουν.

 

Άρθρο 352

1. Η περίπτωση γ΄ της παρ. 8 του άρθρου 58 του ν. 4075/2012 (Α΄ 89), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 16 του ν. 4455/2017 (Α΄ 22), αντικαθίσταται ως εξής:

«γ. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών το Ελληνικό Δημόσιο δύναται να χορηγεί χρηματικές προκαταβολές σε προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας έναντι των συνολικών ετήσιων υποχρεώσεων της εκάστοτε τρέχουσας χρήσης για δαπάνη εξόφλησης λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης και μέχρι του ύψους της αντίστοιχης συνολικής δαπάνης του προηγούμενου οικονομικού έτους. Οι προκαταβολές αυτές επιστρέφονται μετά την εξόφληση των υποχρεώσεων από τους φορείς, με κατάθεση σε ειδικό λογαριασμό, σύμφωνα με την απόφαση του τελευταίου εδαφίου του παρόντος άρθρου.».

2. Στο τέλος της παρ. 8 του άρθρου 58 του ν. 4075/ 2012, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 16 του ν. 4455/2017, προστίθενται περιπτώσεις ε΄ και στ΄ και εδάφιο ως εξής:

«ε. Οι κάθε είδους μεταβιβάσεις, συμπεριλαμβανομένων των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α΄ και Β΄ βαθμού, από τον κρατικό προϋπολογισμό προς τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, μειώνονται κατά το ποσό της έκπτωσης που επιτυγχάνεται λόγω της χορήγησης των ανωτέρω προκαταβολών σε προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας.

στ. Εάν φορέας της Γενικής Κυβέρνησης καθυστερεί την εξόφληση λογαριασμού ηλεκτρικής ενέργειας πέραν των δύο (2) μηνών από την ημερομηνία λήξης πληρωμής αυτού, η εξόφληση μπορεί να πραγματοποιηθεί από το Υπουργείο Οικονομικών σε βάρος πιστώσεων που μεταφέρονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου διατάκτη, σε ειδικό Κωδικό Αριθμό Εξόδου του ειδικού φορέα του προϋπολογισμού του Υπουργείου Οικονομικών «Γενικές Κρατικές Δαπάνες». Η μεταφορά των πιστώσεων γίνεται από τον προϋπολογισμό του φορέα της Κεντρικής Διοίκησης που καθυστερεί την πληρωμή ή εποπτεύει τον φορέα της Γενικής Κυβέρνησης που καθυστερεί την πληρωμή.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται τα δικαιολογητικά πληρωμής των δαπανών αυτών σε βάρος του ειδικού φορέα του προϋπολογισμού του Υπουργείου Οικονομικών «Γενικές Κρατικές Δαπάνες», καθώς και κάθε άλλο τεχνικό ή λεπτομερειακό ζήτημα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, όπως ιδίως ο χρόνος, ο τρόπος και η διαδικασία επιστροφής των προκαταβολών της περίπτωσης γ΄.»

 

Άρθρο 353

Τροποποιήσεις διατάξεων Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος - Φορολογικά κίνητρα

1. Μετά το άρθρο 71 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) προστίθεται ο τίτλος «ΜΕΡΟΣ ΕΒΔΟΜΟ - ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΑ ΚΙΝΗΤΡΑ» και τίθενται άρθρα 71Α, 71Β και 71Γ, ως εξής:

«Άρθρο 71Α

Κίνητρα Ευρεσιτεχνίας

1. Τα κέρδη της επιχείρησης από την πώληση προϊόντων παραγωγής της, για την οποία παραγωγή χρησιμοποιήθηκε ευρεσιτεχνία διεθνώς αναγνωρισμένη στο όνομα της ίδιας επιχείρησης που αναπτύχθηκε από την ίδια, απαλλάσσονται από τον φόρο εισοδήματος για τρεις συνεχόμενες χρήσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση μέσα στην οποία πραγματοποιήθηκαν για πρώτη φορά έσοδα από την πώληση των πιο πάνω προϊόντων. Η απαλλαγή χορηγείται και όταν τα προϊόντα παράγονται σε εγκαταστάσεις τρίτων. Επίσης, καταλαμβάνει και τα κέρδη που προέρχονται από παροχή υπηρεσιών, όταν αυτή αφορά σε εκμετάλλευση ευρεσιτεχνίας, επίσης διεθνώς αναγνωρισμένης.

2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, εγκρίνεται η επιχείρηση που υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου αυτού για το συγκεκριμένο προϊόν ή είδος υπηρεσίας, που παράγει ή παρέχει κατά περίπτωση, μετά από αίτηση που υποβάλλει στην αρμόδια υπηρεσία του πιο πάνω Υπουργείου.

3. Τα απαλλασσόμενα κέρδη εμφανίζονται σε ειδικό λογαριασμό αποθεματικού και υπολογίζονται με βάση τα καθαρά κέρδη που δηλώνονται με βάση την εμπρόθεσμη δήλωση φορολογίας εισοδήματος, προκύπτουν από τα τηρούμενα βιβλία και εμφανίζονται στον ισολογισμό και τα οποία προέρχονται από το σύνολο των δραστηριοτήτων της επιχείρησης, μετά την αφαίρεση των κερδών που απαλλάσσονται της φορολογίας εισοδήματος και των κερδών από συμμετοχή σε άλλες επιχειρήσεις, των κρατήσεων για το σχηματισμό τακτικού αποθεματικού και των κερδών της χρήσης που διανέμονται πραγματικά ή αναλαμβάνονται από τους εταίρους ή τον επιχειρηματία, καθώς και των αφορολόγητων εκπτώσεων επενδύσεων αναπτυξιακών νόμων. Προκειμένου για ανώνυμη εταιρεία και εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, το τακτικό αποθεματικό και τα διανεμόμενα κέρδη ανάγονται σε μικτό ποσό με την προσθήκη του αναλογούντος σε αυτά φόρου. Για τις επιχειρήσεις που τηρούν απλογραφικά βιβλία, το αποθεματικό σχηματίζεται από τα καθαρά κέρδη που δηλώνονται με την αρχική δήλωση, αφού αφαιρεθούν οι απολήψεις. Όταν η επιχείρηση πραγματοποιεί έσοδα που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος, ως κέρδη που απαλλάσσονται της φορολογίας είναι το μέρος των πιο πάνω κερδών που αντιστοιχεί στα έσοδα από την πώληση των προϊόντων ή από την παροχή υπηρεσιών της παραγράφου 1.

4. Το ειδικό αποθεματικό που σχηματίζεται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο υπόκειται σε φορολογία με τις γενικές διατάξεις του Κ.Φ.Ε., κατά το μέρος που διανέμεται, κεφαλαιοποιείται ή αναλαμβάνεται κάθε φορά.

5. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων καθορίζονται οι φορείς πιστοποίησης της ευρεσιτεχνίας, οι προϋποθέσεις, οι όροι, η διαδικασία και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

6. Το άρθρο 71 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58) καταργείται. υπουργικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί κατ΄ εξουσιοδότηση του άρθρου 71 του ν. 3842/2010 εξακολουθούν να ισχύουν έως την τυχόν έκδοση νέων αποφάσεων των παραγράφων 2 και 5 του παρόντος.

Άρθρο 71Β

Κεφαλαιοποίηση αφορολόγητων αποθεματικών εισηγμένων εταιρειών

1. Ανώνυμες εταιρείες, των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών, μπορούν να κεφαλαιοποιήσουν, ολικώς ή μερικώς, τα αφορολόγητα αποθεματικά διαφόρων αναπτυξιακών νόμων, με εξαίρεση τα αποθεματικά του άρθρου 18 του α.ν. 942/1949 (Α΄96).

2. Τα αποθεματικά που κεφαλαιοποιούνται φορολογούνται με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%), χωρίς καμιά άλλη επιβάρυνση. Ο φόρος που οφείλεται αποδίδεται στο Δημόσιο με δήλωση, η οποία πρέπει να υποβληθεί μέσα σ΄ ένα μήνα από την καταχώρηση στο ΓΕ.Μ.Η. της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου και καταβάλλεται σε τέσσερις (4) ίσες τριμηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη με την υποβολή της εμπρόθεσμης δήλωσης.

3. Ο φόρος αυτός βαρύνει την εταιρεία και δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της κατά τον υπολογισμό των φορολογητέων κερδών ούτε συμψηφίζεται με το φόρο εισοδήματος που οφείλεται από την εταιρεία ή τους μετόχους.

4. Με την καταβολή του φόρου που οφείλεται σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση από τον φόρο εισοδήματος της εταιρείας και των μετόχων της για τα αποθεματικά που κεφαλαιοποιήθηκαν.

5. Σε περίπτωση που πριν από την πάροδο δέκα (10) ετών από την κεφαλαιοποίηση των αποθεματικών διαλυθεί η ανώνυμη εταιρεία ή μειωθεί το μετοχικό της κεφάλαιο με σκοπό επιστροφής των αποθεματικών στους μετόχους, τα κεφαλαιοποιηθέντα αποθεματικά δε λογίζονται φορολογικώς ως μετοχικό κεφάλαιο που έχει καταβληθεί και φορολογούνται με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά για τη φορολογία εισοδήματος κατά τον χρόνο της διάλυσης της εταιρείας ή μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου μετά την αφαίρεση του φόρου που καταβλήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.

Η διάταξη της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζεται αν η εταιρεία διαλυθεί με σκοπό τη συγχώνευσή της με άλλη επιχείρηση και ίδρυση νέας ανώνυμης εταιρείας ή σε περίπτωση εξαγοράς ή απορρόφησής της από άλλη ανώνυμη εταιρεία.

6. Ανώνυμες εταιρείες, με μετοχές εισηγμένες ή μη, που έχουν σχηματίσει αποθεματικά είτε από υπεραξία μετοχών που προέρχεται από απόσχιση κλάδου ή από συγχώνευση εταιρειών στις οποίες συμμετέχει είτε από την αύξηση της αξίας των συμμετοχών της εταιρείας ή από διανομή μετοχών με βάση τις διατάξεις του άρθρου 1 του α.ν. 148/1967, του ν. 542/1977, του ν. 1249/1982 και του ν. 1839/1989 κατόπιν κεφαλαιοποιήσεως της υπεραξίας που προέκυψε από την αναπροσαρμογή πάγιων περιουσιακών στοιχείων θυγατρικής εταιρείας ή άλλης εταιρείας στην οποία συμμετέχουν, μπορούν να προβούν σε κεφαλαιοποίηση των αποθεματικών αυτών με σκοπό διανομής νέων μετοχών στους μετόχους τους. Η κεφαλαιοποίηση αυτή δεν υπόκειται σε φόρο εισοδήματος.

7. Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου έχουν ανάλογη εφαρμογή και επί των κεφαλαιοποιούμενων αποθεματικών της προηγούμενης παραγράφου.

8. Οι διατάξεις του παρόντος ισχύουν για αποθεματικά που κεφαλαιοποιούνται μέχρι και τις 31.12.2020. Ειδικά για αποθεματικά που κεφαλαιοποιούνται από 1.1.2019 μέχρι και 31.12.2019 ο συντελεστής της παραγράφου 2 ορίζεται σε δέκα τοις εκατό (10%) και για αποθεματικά που κεφαλαιοποιούνται από 1.1.2020 μέχρι και τις 31.12.2020 σε είκοσι τοις εκατό (20%).

9. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 9 του άρθρου 101 του ν. 1892/1990 (Α΄ 101) καταργούνται.

Άρθρο 71Γ

Κεφαλαιοποίηση αφορολόγητων αποθεματικών μη εισηγμένων εταιρειών και Ε.Π.Ε.

1. Οι ανώνυμες εταιρείες, των οποίων οι μετοχές δεν είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών, καθώς και οι εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, μπορούν να κεφαλαιοποιήσουν ολικά ή μερικά, τα αφορολόγητα αποθεματικά διαφόρων αναπτυξιακών νόμων, με εξαίρεση το αποθεματικό του άρθρου 18 του α.ν. 942/1949 (Α΄ 96) και με την προϋπόθεση ότι κατά τη διαχειριστική χρήση στην οποία συντελείται η κεφαλαιοποίηση θα αυξηθεί το μετοχικό ή εταιρικό τους κεφάλαιο κατά το ίδιο ποσό σε μετρητά από τους παλαιούς ή νέους μετόχους ή εταίρους. Στην περίπτωση αυτή εκδίδονται νέες μετοχές ή εταιρικά μερίδια, για τους δικαιούχους μετόχους ή εταίρους.

2. Τα αποθεματικά που κεφαλαιοποιούνται φορολογούνται με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%), χωρίς καμιά άλλη επιβάρυνση. Ο φόρος που οφείλεται αποδίδεται στο Δημόσιο με δήλωση, η οποία πρέπει να υποβληθεί σ΄ έναν μήνα από την καταχώρηση στο ΓΕ.Μ.Η. της αύξησης του μετοχικού/εταιρικού κεφαλαίου και καταβάλλεται σε τέσσερις (4) ίσες εξαμηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη με την υποβολή της εμπρόθεσμης δήλωσης. Ο φόρος αυτός δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της εταιρείας, κατά τον υπολογισμό των φορολογητέων κερδών, ούτε συμψηφίζεται με το φόρο εισοδήματος που οφείλεται από την εταιρεία ή τους μετόχους ή εταίρους της.

3. Με την καταβολή του φόρου που οφείλεται σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση από τον φόρο εισοδήματος της εταιρείας, των μετόχων ή εταίρων της για τα αποθεματικά που κεφαλαιοποιήθηκαν.

4. Σε περίπτωση που πριν από την πάροδο δέκα (10) ετών από την κεφαλαιοποίηση των αποθεματικών διαλυθεί η ανώνυμη εταιρεία ή μειωθεί το μετοχικό κεφάλαιό της με σκοπό επιστροφής των αποθεματικών στους μετόχους, τα κεφαλαιοποιηθέντα αποθεματικά δε λογίζονται φορολογικώς ως μετοχικό κεφάλαιο που έχει καταβληθεί και φορολογούνται με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά για τη φορολογία εισοδήματος κατά το χρόνο της διάλυσης ή μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου μετά την αφαίρεση του φόρου που καταβλήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Η διάταξη της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση διάλυσης της εταιρείας με σκοπό συγχώνευσής της με άλλη επιχείρηση και ίδρυση νέας ανώνυμης εταιρείας ή σε περίπτωση διάλυσης της εταιρείας με σκοπό συγχώνευσής της με άλλη επιχείρηση και ίδρυση νέας ανώνυμης εταιρείας ή σε περίπτωση εξαγοράς ή απορρόφησής της από άλλη ανώνυμη εταιρεία.

5. Προκειμένου για εταιρεία περιορισμένης ευθύνης στην περίπτωση κατά την οποία πριν από την πάροδο δέκα (10) ετών από την κεφαλαιοποίηση των αποθεματικών διαλυθεί η εταιρεία αυτή ή μειωθεί το εταιρικό της κεφάλαιο με σκοπό την επιστροφή των αποθεματικών στους εταίρους, τα κεφαλαιοποιηθέντα αποθεματικά προστίθενται στα κέρδη της εταιρείας που πραγματοποιεί στο χρόνο της διάλυσης ή μείωσης του κεφαλαίου και φορολογούνται με τις διατάξεις φορολογίας εισοδήματος που ισχύουν κατά τον χρόνο διάλυσης της εταιρείας ή μείωσης του εταιρικού της κεφαλαίου μετά την αφαίρεση του φόρου που καταβλήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Η διάταξη της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση διάλυσης της εταιρείας με σκοπό μετατροπής ή συγχώνευσής της με άλλη επιχείρηση για την ίδρυση ανώνυμης εταιρείας ή άλλης εταιρείας περιορισμένης ευθύνης ή σε περίπτωση εξαγοράς ή απορρόφησης της από ανώνυμη εταιρεία.

6. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν για αποθεματικά που κεφαλαιοποιούνται μέχρι και τις 31.12.2020. Ειδικά για αποθεματικά που κεφαλαιοποιούνται από 1.1.2020 μέχρι και τις 31.12.2020 ο συντελεστής της παραγράφου 2 ορίζεται σε είκοσι τοις εκατό (20%).

7. Οι διατάξεις του άρθρου 13 του ν.1473/1984 (Α΄127) καταργούνται.»

2. Πριν το άρθρο 72 του ίδιου νόμου τίθεται ο τίτλος «ΜΕΡΟΣ ΟΓΔΟΟ - ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ».

 

Άρθρο 354

Τροποποιήσεις λοιπών διατάξεων φορολογικών κινήτρων

1. Το άρθρο 10 του ν. 3887/2010 (Α’ 174) αντικαθίσταται ως εξής:

«Φ.Δ.Χ. αυτοκίνητα κάθε κατηγορίας που κυκλοφόρησαν πριν την έναρξη εφαρμογής του ν. 3887/2010, επιτρέπεται να μεταβιβάζονται δια πράξεως εν ζωή ή με κληρονομικό δικαίωμα με την άδειά τους σε όλες τις μεταφορικές επιχειρήσεις, οι οποίες πληρούν τις διατάξεις του Κανονισμού 1071/2009.»

2. Οι διατάξεις του άρθρου 25 του ν.2520/1997 (Α΄173) καταργούνται.

3.α. Οι διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 3 του ν. 2963/2001 (Α΄ 268) καταργούνται για μερίσματα που καταβάλλονται από την 1.1.2017 και μετά.

β. Η παρ. 9 του άρθρου 3 του ν. 2963/2001 αντικαθίσταται ως εξής:

«9. Οι διατάξεις της παρ. 7 εφαρμόζονται και σε ανώνυμες εταιρίες, που συνιστώνται από μετόχους των Κ.Τ.Ε.Λ. που δεν μετατρέπονται σε Α.Ε.».

γ. Η παράγραφος 11 του άρθρου 3 του ν. 2963/2001 αντικαθίσταται ως εξής:

«11. Με την πλειοψηφία και εντός των προθεσμιών της παραγράφου 1, δύο (2) ή περισσότερα Κ.Τ.Ε.Λ. δύνανται να συστήσουν μία ανώνυμη εταιρία σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2, εφαρμοζομένων των διατάξεων της παραγράφου 7.».

4. Οι διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 3201/2003 (Α΄ 282) καταργούνται.

5.α. Η παράγραφος Α΄ και η υποπαράγραφος 1 της παραγράφου Β΄ του άρθρου 43 και οι παράγραφος Α, οι υποπαράγραφοι 1 και 3 της παραγράφου Β΄ του άρθρου 44 του ν. 4030/2011 (Α΄ 249) καταργούνται.

β. Η υποπαράγραφος 2 της παρ. Β του άρθρου 43 του ν. 4030/2011, αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Για μία πενταετία από τον φόρο εισοδήματος των επιχειρήσεων τριτογενούς τομέα (σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Δ΄) που εγκαθίστανται σε κτίρια στην περιοχή «Γεράνι», η οποία ορίζεται από τις οδούς Πειραιώς, Επικούρου, Ευρυπίδου, Αθηνάς του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει ετησίως ποσό ίσο με το διπλάσιο του μισθώματος που καταβάλλεται για τη χρήση του ακινήτου.»

γ. Η υποπαράγραφος 2 της παρ. Β΄ του άρθρου 44 του ν. 4030/2011, αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Για μία πενταετία από το φόρο εισοδήματος των επιχειρήσεων τριτογενούς τομέα (σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Δ΄) που εγκαθίστανται σε κτίρια εντός της περιοχής «Μεταξουργείο» το οποίο ορίζεται από τους οδικούς άξονες Κωνσταντινουπόλεως, Αχιλλέως, Αγίου Κωνσταντίνου, Πειραιώς, Ιερά Οδός του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει ετησίως ποσό ίσο με το διπλάσιο του μισθώματος που καταβάλλεται για τη χρήση του ακινήτου.»

6. α. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 14 του ν. 2601/1998 (Α΄ 81) αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι διατάξεις των άρθρων 1, 2, 3 και 6 του ν. 1775/ 1988 «Εταιρείες παροχής επιχειρηματικού κεφαλαίου και άλλες διατάξεις» (Α΄ 101), όπως αυτές τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν μεταγενέστερα, που κωδικοποιήθηκαν με τα άρθρα 23ε, 23στ, 23ζ και 23ι που περιλαμβάνονται στο άρθρο 1 του π.δ. 456/1995, συνεχίζουν να ισχύουν.».

β. Οι διατάξεις των άρθρων 4 και 5 του ν. 1775/1988 «Εταιρείες παροχής επιχειρηματικού κεφαλαίου και άλλες διατάξεις» (Α΄101), όπως αυτές τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν μεταγενέστερα, που κωδικοποιήθηκαν με τα άρθρα 23ε έως και 23i που περιλαμβάνονται στο άρθρο 1 του π.δ. 456/1995, καταργούνται.

 

Άρθρο 355

Τροποποίηση των άρθρων 10 και 11 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α΄ 170)

1. Το άρθρο 10 του ν. 4174/2013 (Α΄170) αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 10

Εγγραφή στο φορολογικό μητρώο

1.α. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που πρόκειται να καταστεί υπόχρεο σε καταβολή ή παρακράτηση φόρου, σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία ή σε υποβολή οποιασδήποτε δήλωσης που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα υποβάλλει δήλωση εγγραφής στο φορολογικό μητρώο.

Στη δήλωση εγγραφής περιλαμβάνονται τα προσωπικά στοιχεία του φορολογούμενου, σε περίπτωση φυσικού προσώπου, καθώς και η επωνυμία, ο διακριτικός τίτλος και η έδρα, σε περίπτωση νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας.

Προκειμένου για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες, η δήλωση εγγραφής υποβάλλεται εντός τριάντα (30) ημερών από τη νόμιμη σύσταση αυτών.

β. Κάθε πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, ή νομική οντότητα, που πρόκειται να ασκήσει δραστηριότητες επιχειρηματικού περιεχομένου υποβάλλει δήλωση έναρξης στο φορολογικό μητρώο. Η δήλωση έναρξης υποβάλλεται πριν την πραγματοποίηση της πρώτης συναλλαγής στο πλαίσιο άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Εάν δεν έχει προηγηθεί δήλωση εγγραφής, αυτή γίνεται ταυτόχρονα με τη δήλωση έναρξης.

Προκειμένου για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που πρόκειται να ασκήσουν δραστηριότητες επιχειρηματικού περιεχομένου, ως χρόνος έναρξης θεωρείται ο χρόνος της νόμιμης σύστασης αυτών. Η δήλωση έναρξης υποβάλλεται εντός τριάντα (30) ημερών από τη νόμιμη σύσταση.

Στη δήλωση έναρξης περιλαμβάνονται ο τόπος άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας, σε περίπτωση φυσικού προσώπου, τυχόν υποκαταστήματα, το αντικείμενο των εργασιών, το τηρούμενο λογιστικό σύστημα καθώς και το καθεστώς φόρου προστιθέμενης αξίας στο οποίο υπάγεται ο φορολογούμενος.

γ. Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων ορίζονται ο τρόπος, ο χρόνος, η διαδικασία υποβολής της δήλωσης εγγραφής και έναρξης στο φορολογικό μητρώο, καθώς και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή των παραγράφων 1α και 1β του παρόντος. Με όμοια απόφαση μπορεί να ορίζονται άλλες κατηγορίες προσώπων για τις οποίες απαιτείται εγγραφή στο φορολογικό μητρώο καθώς και επιπλέον στοιχεία τα οποία πρέπει να δηλώνονται από τον φορολογούμενο με τη δήλωση εγγραφής και έναρξης, πέραν των αναφερόμενων στις παραγράφους 1α και 1β.

Με την εγγραφή η Φορολογική Διοίκηση αποδίδει μοναδικό Αριθμό Φορολογικού Μητρώου σε κάθε φορολογούμενο κατά τα οριζόμενα στο επόμενο άρθρο.

δ. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να απαιτήσει εγγύηση από οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα υποβάλλει δήλωση εγγραφής στο φορολογικό μητρώο, εάν μέτοχος ή εταίρος του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας που υποβάλλει τη δήλωση υπήρξε κατά τα τελευταία πέντε (5), πριν από την υποβολή της, έτη, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, ή νόμιμος εκπρόσωπος άλλου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας ή ήταν «συνδεδεμένο πρόσωπο» κατά το άρθρο 2 του Κ.Φ.Ε. με άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που πτώχευσαν ή κατέστησαν αφερέγγυα και η πτώχευση ή αφερεγγυότητα είχε ως αποτέλεσμα τη μη είσπραξη ή διακινδύνευση είσπραξης από τη Φορολογική Διοίκηση ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών τουλάχιστον δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ.

ε. Η εγγύηση, σύμφωνα με την περίπτωση δ, απαιτείται μόνο μετά από αιτιολογημένη έκθεση της Φορολογικής Διοίκησης, από την οποία προκύπτει, ότι οι εργασίες του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας που υποβάλλει τη δήλωση εγγραφής θέτουν άμεσο κίνδυνο πρόκλησης ζημίας από τη μη είσπραξη μελλοντικών φόρων. Η Φορολογική Διοίκηση οφείλει, εντός «δεκατεσσάρων» «(14)» ημερών από την παραλαβή της δήλωσης, να κοινοποιεί στο νομικό πρόσωπο ή στη νομική οντότητα που υποβάλλει τη δήλωση, την απαίτηση για παροχή εγγύησης μαζί με τη σχετική έκθεση. Στην περίπτωση αυτή η εγγραφή στο φορολογικό μητρώο ολοκληρώνεται μόνο μετά την παροχή της αιτηθείσας εγγύησης.

Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων ορίζονται το είδος, η διάρκεια, το ύψος της εγγύησης και το περιεχόμενο της έκθεσης.

2.α. Ο φορολογούμενος, που είναι υποκείμενος στον φόρο προστιθέμενης αξίας, υποχρεούται να δηλώνει την πραγματοποίηση ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών και την πραγματοποίηση απαλλασσόμενων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/ 2000), ενδοκοινοτικών παραδόσεων αγαθών.

β. Ο φορολογούμενος, που είναι υποκείμενος στον φόρο προστιθέμενης αξίας, υποχρεούται να δηλώνει την έναρξη ή την παύση παροχής υπηρεσιών προς υποκείμενο στον φόρο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος - μέλος, για τις οποίες ο τόπος δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παρ. 2 του άρθρου 14 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000).

γ. Ο φορολογούμενος, που είναι υποκείμενος στον φόρο προστιθέμενης αξίας, ή το μη υποκείμενο στον φόρο προστιθέμενης αξίας νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που διαθέτει Α.Φ.Μ./Φ.Π.Α. στο εσωτερικό της χώρας, υποχρεούται να δηλώνει την έναρξη ή παύση λήψης υπηρεσιών από υποκείμενο στον φόρο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος-μέλος, για τις οποίες ο τόπος φορολόγησης είναι το εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παρ. 2 του άρθρου 14 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000) και ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος στην καταβολή του φόρου.

δ. H δήλωση για την πραγματοποίηση ενδοκοινοτικών συναλλαγών υποβάλλεται πριν την πραγματοποίηση της πρώτης ενδοκοινοτικής συναλλαγής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση β της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

3α. Ο φορολογούμενος, φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, υποχρεούται να ενημερώνει τη Φορολογική Διοίκηση για μεταβολές στα στοιχεία εγγραφής ή έναρξής του με την υποβολή δήλωσης μεταβολών στο φορολογικό μητρώο. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται εντός τριάντα (30) ημερών από την πραγματοποίηση της μεταβολής.

Ειδικά ο φορολογούμενος, που είναι υποκείμενος στον φόρο προστιθέμενης αξίας, για τη μεταβολή καθεστώτος Φ.Π.Α. στο οποίο υπάγεται, υποβάλλει δήλωση μετάταξης εντός της ίδιας ανωτέρω προθεσμίας, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά από τις διατάξεις του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000).

Η υποχρέωση ενημέρωσης για μεταβολές στα στοιχεία φορολογούμενου φυσικού προσώπου, που δεν αφορούν την επιχειρηματική δραστηριότητά του, δεν υπόκειται σε προθεσμία.

Ο φορολογούμενος δεν μπορεί να επικαλείται έναντι της Φορολογικής Διοίκησης τις μεταβολές των στοιχείων του μέχρι τον χρόνο ενημέρωσής της.

β. Ο φορολογούμενος που είναι υποκείμενος στον φόρο προστιθέμενης αξίας και πρόκειται να πραγματοποιήσει ενδοκοινοτικές συναλλαγές, υποβάλλει δήλωση μεταβολών στο φορολογικό μητρώο για τη διενέργεια ενδοκοινοτικών συναλλαγών. Ειδικά για τους φορολογούμενους των οποίων ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου έχει ανασταλεί, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4α του άρθρου 11 του Κώδικα, η δήλωση μεταβολών για τη διενέργεια ενδοκοινοτικών συναλλαγών υποβάλλεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 11.

4. Ο φορολογούμενος που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα υποχρεούται να ενημερώνει τη Φορολογική Διοίκηση για την οριστική παύση των εργασιών του με την υποβολή στο φορολογικό μητρώο δήλωσης διακοπής εργασιών.

Η δήλωση αυτή υποβάλλεται για τα φυσικά πρόσωπα εντός τριάντα (30) ημερών από την οριστική παύση των εργασιών τους και για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες εντός τριάντα (30) ημερών από τη λύση τους ή από τη λήξη των εργασιών της εκκαθάρισης ή από την ανακοίνωση διαγραφής τους από το Γ.Ε.ΜΗ., κατά περίπτωση.

Σε περίπτωση κληρονομικής διαδοχής επιχείρησης ως συνόλου, η δήλωση διακοπής εργασιών υποβάλλεται από τους κληρονόμους, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες, από την ενεργό ανάμειξή τους στην κληρονομούμενη επιχείρηση και όχι πέραν των τριάντα (30) ημερών από την λήξη της προθεσμίας αποποίησης, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 1847 του Αστικού Κώδικα, σε κάθε άλλη περίπτωση.

5. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος παραλείψει τις δηλωτικές του υποχρεώσεις, δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής και παρακράτησης των φόρων και από τις λοιπές φορολογικές υποχρεώσεις.

6. Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων:

α) καθορίζεται ο τρόπος, ο χρόνος ενημέρωσης και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου και

β) δύναται να χορηγείται διαφορετική προθεσμία για την υποβολή των δηλώσεων του παρόντος άρθρου ή να παρατείνεται η προθεσμία υποβολής αυτών, σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας που επηρεάζουν τη Φορολογική Διοίκηση ή σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών ή άλλων αντίστοιχων εξαιρετικών και δυσμενών συμβάντων που επηρεάζουν φορολογούμενους. Η απόφαση παράτασης υπογράφεται το αργότερο μέχρι τη λήξη της προβλεπόμενης προθεσμίας και ισχύει από τον χρόνο υπογραφής της.».

2. Το άρθρο 11 του ν. 4174/2013 (Α΄170) αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 11

Αριθμός φορολογικού μητρώου

1. Η Φορολογική Διοίκηση αποδίδει μοναδικό Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) σε κάθε φορολογούμενο.

2. Ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου, ο οποίος δύναται να επεκτείνεται κατά ένα πρόθεμα, χρησιμοποιείται σε όλες τις φορολογίες στις οποίες εφαρμόζεται ο Κώδικας και σε όσες άλλες περιπτώσεις προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία.

3. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται και χωρίς την υποβολή δήλωσης εγγραφής να αποδίδει Αριθμό Φορολογικού Μητρώου σε φορολογούμενο ή σε πρόσωπο που δεν τυγχάνει φορολογούμενος, εφόσον έχει στη διάθεσή της, σε περίπτωση φυσικού προσώπου, τα προσωπικά στοιχεία του και σε περίπτωση νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, την επωνυμία και την έδρα,

i) προκειμένου να βεβαιώσει ή και να εισπράξει απαιτήσεις κατά αυτού,

ii) προκειμένου να πραγματοποιήσει επιστροφές αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών σε μη εγκαταστημένους υποκείμενους στο φόρο στα πλαίσια της διαχείρισης του συστήματος M.O.S.S.,

iii) εφόσον τούτο απαιτείται από άλλες διατάξεις νόμου. Ειδικότερα, η Φορολογική Διοίκηση αποδίδει Αριθμό Φορολογικού Μητρώου σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, προκειμένου να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε οικονομική συναλλαγή με τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης και τα πιστωτικά ιδρύματα και τα ιδρύματα πληρωμών της ημεδαπής.

Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων μπορεί να καθορίζονται και άλλες περιπτώσεις απόδοσης Αριθμού Φορολογικού Μητρώου σε πρόσωπα που δεν τυγχάνουν φορολογούμενοι, εξαιρέσεις σε περιπτώσεις συναλλαγών με πιστωτικά ιδρύματα και ιδρύματα πληρωμών, καθώς και με φορείς της Γενικής Κυβέρνησης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

4.α. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να αναστέλλει τη χρήση Αριθμού Φορολογικού Μητρώου ή να προβαίνει σε απενεργοποίηση αυτού, εάν υφίστανται αντικειμενικά στοιχεία τα οποία υποδηλώνουν ότι ο φορολογούμενος έχει παύσει να ασκεί οικονομική δραστηριότητα ή ότι διαπράττει φοροδιαφυγή ή ότι έχει δηλώσει ψευδή ή ανακριβή στοιχεία για την απόκτηση του. Ο φορολογούμενος έχει σε κάθε περίπτωση το δικαίωμα να αποδείξει ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου.

β. Για τα φυσικά πρόσωπα, που προβαίνουν σε νέα έναρξη εργασιών ως υποκείμενα στον φόρο προστιθέμενης αξίας, και ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου τους είχε ανασταλεί, κατά την άσκηση προηγούμενης δραστηριότητας επιχειρηματικού περιεχομένου, σε εφαρμογή των οριζομένων στην περίπτωση α της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, και υποβάλλουν δήλωση μεταβολών για τη διενέργεια ενδοκοινοτικών συναλλαγών σύμφωνα με το άρθρο 10 του Κώδικα, απαιτείται η κατάθεση εγγύησης. Το ύψος της εγγύησης προσδιορίζεται λαμβάνοντας υπόψη το ύψος της φοροδιαφυγής, τον λόγο της αναστολής, και την τυχόν υποτροπή, με ελάχιστο ποσό εγγύησης τα δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ.

Η εν λόγω εγγύηση καταπίπτει αυτοδικαίως σε περίπτωση νέας αναστολής χρήσης του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου.

Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και στην περίπτωση που νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που υπόκειται στον φόρο προστιθέμενης αξίας, υποβάλλει δήλωση μεταβολών για τη διενέργεια ενδοκοινοτικών συναλλαγών στο φορολογικό μητρώο, σύμφωνα με το άρθρο 10 του Κώδικα, και μέτοχος ή εταίρος ή μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, που υποβάλλει τη δήλωση,

i) υπήρξε κατά τα τελευταία πέντε (5), πριν από την υποβολή της δήλωσης, έτη, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, ή νόμιμος εκπρόσωπος άλλου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας ή ήταν «συνδεδεμένο πρόσωπο» κατά το άρθρο 2 του Κ.Φ.Ε. με άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, του οποίου ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου είχε ανασταλεί, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 4, ή

ii) άσκησε κατά τα τελευταία πέντε (5), πριν την υποβολή της δήλωσης, έτη, ως φυσικό πρόσωπο, δραστηριότητα επιχειρηματικού περιεχομένου και ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου του είχε ανασταλεί, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 4,

iii) άσκησε κατά τα τελευταία πέντε (5) πριν την υποβολή της, έτη, ως νομικό πρόσωπο, δραστηριότητα επιχειρηματικού περιεχομένου και ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου του είχε ανασταλεί, σύμφωνα με την ανωτέρω περίπτωση α της παραγράφου 4.

5. Ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου φυσικού προσώπου που ασκεί δραστηριότητα επιχειρηματικού περιεχομένου δεν καταργείται με την οριστική παύση των εργασιών του.

6. O Αριθμός Φορολογικού Μητρώου των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων δεν καταργείται στο φορολογικό μητρώο με την αλλαγή της νομικής μορφής τους. Ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου φορολογούμενου φυσικού προσώπου που απεβίωσε, νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας που λύθηκε ή ολοκλήρωσε τις εργασίες της εκκαθάρισης ή διαγράφηκε από το Γ.Ε.ΜΗ, κατά περίπτωση, χρησιμοποιείται για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων των προσώπων αυτών στη Φορολογική Διοίκηση κατά την κείμενη νομοθεσία καθώς και για την επιβολή και βεβαίωση οποιουδήποτε φόρου, τέλους, εισφοράς ή κυρώσεων και για την είσπραξη αυτών.

7. Ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου της υπό ίδρυση επιχείρησης παραμένει ο ίδιος για την επιχείρηση και μετά το πέρας των εργασιών της ίδρυσης.

8. Στους υποκείμενους στον Φ.Π.Α. που είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου χoρηγείται με την υποβολή δήλωσης εγγραφής και έναρξης. Ο αριθμός αυτός δεν μεταβάλλεται σε περίπτωση ορισμού, αλλαγής ή παύσης φορολογικού αντιπροσώπου.

9. Η Φορολογική Διοίκηση χρησιμοποιεί τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου σε κάθε μορφή επικοινωνίας με τον φορολογούμενο σχετικά με τις φορολογικές υποχρεώσεις του.

10. Ο Διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων με απόφαση του ορίζει:

α) το περιεχόμενο και τον τρόπο χορήγησης του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου,

β) τις περιπτώσεις αναφοράς του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου στις δηλώσεις, ή τα άλλα έγγραφα που προβλέπονται κατά την εφαρμογή του Κώδικα,

γ) τις περιπτώσεις γνωστοποίησης του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου για σκοπούς πληροφόρησης κατά την εκπλήρωση φορολογικών υποχρεώσεων,

δ) περιπτώσεις αναστολής ή απενεργοποίησης Αριθμού Φορολογικού Μητρώου, τις συνέπειες της αναστολής και της απενεργοποίησης,

ε) το είδος, το ύψος, τη διάρκεια και τη διαδικασία κατάθεσης της εγγύησης της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 4 καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της περίπτωσης αυτής,

στ) τη διαδικασία και όλες τις αναγκαίες λεπτομέρειες για την εκκαθάριση του φορολογικού μητρώου και

ζ) κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.».

 

Άρθρο 356

Τροποποίηση του άρθρου 36 του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ν. 2859/2000, Α΄ 248)

1.α. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 36 του

ν. 2859/2000 (Α΄248) αντικαθίσταται ως εξής: «Ο υποκείμενος στο φόρο υποχρεούται να υποβάλλει τις δηλώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 10 του ν. 4174/2013 (Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας, Α΄170).».

β. Οι περιπτώσεις α΄, β΄, γ΄, δ΄, ε΄, καθώς και τα επόμενα αυτών εδάφια της παρ. 1 του άρθρου 36 του ν. 2859/2000 καταργούνται.

2.α. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 36 του ν. 2859/2000 (Α΄248) αντικαθίσταται ως εξής: «Για κάθε υποκείμενο στον φόρο χρησιμοποιείται ο μοναδικός αριθμός φορολογικού μητρώου (Α.Φ.Μ./Φ.Π.Α.), ο οποίος χορηγείται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον ν. 4174/2013 (Κ.Φ.Δ.).».

β. Οι περιπτώσεις α΄, β΄, γ΄, καθώς και τα επόμενα αυτών εδάφια της παραγράφου 2 του άρθρου 36 του ν. 2859/2000 καταργούνται.

3. Η παρ. 3 του άρθρου 36 του ν. 2859/2000 καταργείται.

4.α. Η περίπτωση α΄ της παρ. 6 του άρθρου 36 του ν. 2859/2000 αντικαθίσταται ως εξής: «α) να υποβάλλουν τις δηλώσεις που προβλέπονται από την παράγραφο 1 και να λαμβάνουν ΑΦΜ σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 και 11 του ΚΦΔ (ν. 4174/2013),».

β. Η περίπτωση β΄ της παρ. 6 του άρθρου 36 του ν. 2859/2000 αντικαθίσταται ως εξής: «β) να υποβάλλουν δήλωση μεταβολών, με την οποία γνωστοποιούν τη διενέργεια φορολογητέων ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ΚΦΔ (ν. 4174/2013). Η δήλωση αυτή υποβάλλεται κατά το χρόνο που διαπιστώνεται η συνδρομή των προϋποθέσεων για τη φορολόγηση, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 11,».

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΖΙΝΟ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

Άρθρο 357

Χορήγηση άδειας λειτουργίας καζίνο

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της νομοθεσίας για τις επιχειρήσεις που διαθέτουν ήδη άδεια καζίνο σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2206/1994 (Α΄ 62) και του ν. 3139/2003 (A΄ 100), για τη λειτουργία καζίνο απαιτείται η χορήγηση άδειας λειτουργίας στην οικεία επιχείρηση κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Η άδεια λειτουργίας χορηγείται από τον Υπουργό Οικονομικών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1 του ν. 2206/1994, όπως αυτές τροποποιούνται με τον παρόντα νόμο.

2. Η ΕΕΕΠ διαπιστώνει την πλήρωση των προϋποθέσεων για την έναρξη λειτουργίας επιχείρησης καζίνο σε υπό ίδρυση ή υφιστάμενη ανώνυμη εταιρία καζίνο («ΕΚΑΖ»), κατόπιν αιτήσεως που υποβάλλεται κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 360, 362, 365, 366 και 367.

3. Για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας νέας επιχείρησης καζίνο απαιτείται η προηγούμενη προκήρυξη της παραχώρησης νέας άδειας λειτουργίας καζίνο από την ΕΕΕΠ, αφού εκδοθεί κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Τουρισμού, με την οποία καθορίζεται η προσδιοριζόμενη βάσει διοικητικών, πολεοδομικών και λοιπών παραμέτρων θέση ίδρυσης και λειτουργίας της επιχείρησης καζίνο, εφόσον έχει γίνει σχετική χωροθέτηση με νόμο ή προεδρικό διάταγμα. Η έγκριση της χρήσης για το ακίνητο που θα δεχτεί την επένδυση κατά τα λοιπά, υλοποιείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8 «Ειδικά Χωρικά Σχέδια» του ν. 4447/2016 (Α΄241), στην περίπτωση που αυτή δεν περιλαμβάνεται στις ισχύουσες χρήσεις γης. Η ΕΕΕΠ προκηρύσσει διεθνή πλειοδοτικό διαγωνισμό για την παραχώρηση της άδειας εντός έξι (6) μηνών από την έκδοση της εν λόγω κοινής υπουργικής απόφασης, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 363 και 364.

4. Οι επιχειρήσεις που διαθέτουν άδεια καζίνο σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2206/1994 και του ν. 3139/2003 εξακολουθούν να λειτουργούν υπό το υφιστάμενο κατά τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου καθεστώς και κατά τις υφιστάμενες κατά τον ίδιο χρόνο διατάξεις, οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν ως προς αυτές τις επιχειρήσεις. Οι εν λόγω επιχειρήσεις μπορούν να υπαχθούν στο καθεστώς του παρόντος νόμου, εφόσον τους χορηγηθεί άδεια λειτουργίας καζίνο από τον Υπουργό Οικονομικών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 369, οπότε εφαρμόζονται και σε αυτές οι διατάξεις του παρόντος νόμου.

5. Με εξαίρεση τις επιχειρήσεις που διαθέτουν άδεια λειτουργίας καζίνο βάσει των διατάξεων του ν. 2206/ 1994 και του ν. 3139/2003, η λειτουργία καζίνο προϋποθέτει τη σύναψη σύμβασης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, και του παραχωρησιούχου. Για επιχειρήσεις που διαθέτουν άδεια λειτουργίας καζίνο βάσει των διατάξεων του ν. 2206/1994 και του ν. 3139/2003 και υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4, τροποποιούνται η σχετική σύμβαση παραχώρησης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της επιχείρησης και, με απόφαση της ΕΕΕΠ, η υφιστάμενη άδειά τους, εκδιδομένης νέας αδείας λειτουργίας κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

6. Οι άδειες είναι προσωποπαγείς και δεν επιτρέπεται να μεταβιβαστούν ολικώς ή μερικώς σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Κάθε άδεια έχει ενιαίο και αδιαίρετο χαρακτήρα και δεν επιτρέπεται η κατάτμησή της σε επιμέρους δικαιώματα άσκησης μίας ή περισσότερων μεμονωμένων δραστηριοτήτων. Απαγορεύεται η με οποιονδήποτε τρόπο εκμίσθωση ή συνεκμετάλλευση της άδειας με τρίτους.

 

Άρθρο 358

Νομική μορφή λειτουργίας των επιχειρήσεων καζίνο και καταστατικοί όροι

1. Οι επιχειρήσεις που λειτουργούν καζίνο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου («ΕΚΑΖ») έχουν τη μορφή ανώνυμης εταιρίας.

2. Οι μετοχές των ΕΚΑΖ είναι ονομαστικές.

3. Κύριος σκοπός των ΕΚΑΖ είναι η λειτουργία επιχείρησης καζίνο, που περιλαμβάνει, εκτός της διοργάνωσης και διεξαγωγής παιγνίων, και την παροχή υπηρεσιών στον πολιτιστικό τομέα και στον τομέα του τουρισμού, όπως η στέγαση και οργάνωση λειτουργιών πολιτισμού, διασκέδασης, εστίασης, αναψυχής, η λειτουργία συνεδριακών κέντρων, χώρων συνάθροισης κοινού και εμπορικών καταστημάτων, καθώς και η λειτουργία ξενοδοχείου και άλλων δραστηριοτήτων συναφών προς τη βιομηχανία του ελεύθερου χρόνου των κατοίκων και των επισκεπτών. Τηρουμένων των λοιπών διατάξεων της νομοθεσίας και των όρων που περιέχονται στην οικεία άδεια λειτουργίας ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, και στη σύμβαση παραχώρησης, οι ΕΚΑΖ μπορούν να ασκούν και άλλες δραστηριότητες, εφόσον η άσκησή τους δεν θέτει σε κίνδυνο τη σύμφωνη με το νόμο λειτουργία τους, το κοινωνικό σύνολο ή το δημόσιο συμφέρον.

4. Για την τροποποίηση του σκοπού ΕΚΑΖ απαιτείται προηγούμενη άδεια της ΕΕΕΠ, η οποία παρέχεται, κατόπιν αιτήσεως της ΕΚΑΖ, αφού ληφθούν υπόψη οι υποχρεώσεις που έχει αυτή αναλάβει με την άδεια λειτουργίας της και τη σχετική σύμβαση παραχώρησης, και δεν τίθενται σε κίνδυνο σκοποί δημοσίου συμφέροντος.

5. Με απόφαση της ΕΕΕΠ δύνανται να ρυθμίζονται ειδικά και τεχνικά θέματα, λεπτομέρειες και διαδικαστικά θέματα ως προς την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4.

 

Άρθρο 359

Κατηγορίες αδειών λειτουργίας καζίνο και χρονική διάρκεια

1. Οι άδειες λειτουργίας καζίνο διακρίνονται σε:

α) άδεια λειτουργίας καζίνο απλού τύπου και

β) άδεια λειτουργίας καζίνο ευρέος φάσματος δραστηριοτήτων.

2. Με απόφαση της ΕΕΕΠ καθορίζονται κριτήρια για την υπαγωγή των ΕΚΑΖ στις ανωτέρω κατηγορίες, όπως το ύψος της επένδυσης, το είδος των εγκαταστάσεων και δραστηριοτήτων, ο αριθμός των τεχνικών μέσων και υλικών που χρησιμοποιούνται για τη διεξαγωγή των παιγνίων, το μέγεθος και η έκταση των κύριων και επικουρικών χώρων και εγκαταστάσεων, ο αριθμός και ο τύπος των θέσεων εργασίας και άλλα πρόσφορα κριτήρια. Με την ίδια απόφαση μπορεί να ρυθμίζεται και κάθε άλλο ειδικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των ανωτέρω. Για υφιστάμενες επιχειρήσεις, που λαμβάνουν άδεια ΕΚΑΖ σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, λαμβάνονται υπόψη το ύψος της υφιστάμενης επένδυσης και, εν γένει, της αξίας της επιχείρησης, όπως αυτή αποτιμάται κατά το χρόνο χορήγησης άδειας λειτουργίας ΕΚΑΖ. Η μέθοδος και οι κανόνες της αποτίμησης, καθώς και η διαδικασία διενέργειάς της καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών, και Τουρισμού, ύστερα από γνώμη της ΕΕΕΠ.

3. Οι ΕΚΑΖ δύνανται με αίτησή τους να ζητήσουν από την ΕΕΕΠ να εγκρίνει με απόφασή της την υπαγωγή τους στην ετέρα των ανωτέρω δύο κατηγοριών, εφόσον συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις. Με απόφαση της ΕΕΕΠ δύνανται να ρυθμίζονται ειδικά θέματα για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης, μεταξύ των οποίων και ο χρόνος κατά τον οποίο δύνανται να υποβάλουν την αίτηση σε σχέση με τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας, την τήρηση των όρων προκήρυξης και της σύμβασης παραχώρησης, τυχόν σκοπιμότητα αλλαγής κατηγορίας για σκοπούς δημοσίου συμφέροντος ή διασφάλισης της συνέχισης της λειτουργίας της ΕΚΑΖ και άλλα κριτήρια.

4. Η άδεια λειτουργίας καζίνο ισχύει για συγκεκριμένη γεωγραφική θέση που έχει χωροθετηθεί σύμφωνα με την κοινή υπουργική απόφαση της παραγράφου 3 του άρθρου 357 του παρόντος νόμου και είναι ορισμένου χρόνου. Η χρονική διάρκεια της άδειας ή το χρονικό εύρος αυτής καθορίζονται από την ΕΕΕΠ, εντός των ορίων των παραγράφων 5 και 6 του παρόντος άρθρου, σύμφωνα με τους όρους της προκήρυξης του διεθνούς πλειοδοτικού διαγωνισμού ή σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 369 του παρόντος νόμου, και συναρτάται κάθε φορά με το ύψος της επένδυσης και τον εκτιμώμενο για την απόσβεση αυτής αναγκαίο χρόνο. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Οικονομικών, ύστερα από γνώμη της ΕΕΕΠ, δύνανται να εξειδικεύονται τα κριτήρια του προηγουμένου εδαφίου, καθώς και να προστίθενται κριτήρια για τον, κατά περίπτωση, προσδιορισμό της χρονικής διάρκειας εντός των ορίων των παραγράφων 5 και 6 που συνδέονται με τη διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος και την ενίσχυση της βιωσιμότητας των ΕΚΑΖ.

5. Η χρονική διάρκεια ισχύος της άδειας λειτουργίας καζίνο απλού τύπου είναι τουλάχιστον δέκα (10) έτη και δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δεκαπέντε (15) έτη.

6. Η χρονική διάρκεια ισχύος της άδειας επιχείρησης καζίνο ευρέος φάσματος δραστηριοτήτων δεν μπορεί να είναι μικρότερη από είκοσι (20) έτη και μεγαλύτερη από τριάντα (30) έτη.

 

Άρθρο 360

Κανόνες εταιρικής οργάνωσης, κεφαλαιακής επάρκειας και εποπτείας των ΕΚΑΖ

1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών και Τουρισμού, ύστερα από γνώμη της ΕΕΕΠ, καθορίζεται το ελάχιστο, ολοσχερώς καταβεβλημένο μετοχικό κεφάλαιο των ΕΚΑΖ που διαθέτουν άδεια λειτουργίας καζίνο απλού τύπου και το ελάχιστο, ολοσχερώς καταβεβλημένο μετοχικό κεφάλαιο των ΕΚΑΖ που διαθέτουν άδεια λειτουργίας καζίνο ευρέος φάσματος δραστηριοτήτων. Το ύψος του ελαχίστου ανά κατηγορία κεφαλαίου καθορίζεται επί τη βάσει των ελαχίστων ιδίων κεφαλαίων που εκτιμάται ότι είναι αναγκαίο να διαθέτει και διατηρεί η ΕΚΑΖ, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η σύννομη λειτουργία της, λαμβανομένων υπόψη των κανόνων οργάνωσης που οφείλει να τηρεί και της έκτασης των δραστηριοτήτων της, αναλόγως της κατηγορίας στην οποία υπάγεται.

2. Στην περίπτωση του άρθρου 47 του κ.ν. 2190/1920 (Α΄ 144 και Αναδημ. Α΄ 216), το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΑΖ ανακοινώνει στην ΕΕΕΠ το γεγονός της μείωσης των ιδίων κεφαλαίων της ΕΚΑΖ, όπως αυτά προσδιορίζονται για τις ανώνυμες εταιρίες στο υπόδειγμα ισολογισμού που προβλέπεται από το άρθρο 16 του ν. 4308/2014, (Α΄ 251) κάτω του ημίσεως (1/2) του μετοχικού της κεφαλαίου μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από τη λήξη της χρήσης, γνωρίζοντας στην ΕΕΕΠ και τα μέτρα που έχει λάβει η ΕΚΑΖ σύμφωνα με τη διάταξη του εν λόγω άρθρου. Με απόφασή της η ΕΕΕΠ μπορεί να καθορίζει εναλλακτικά μέτρα, σε σχέση με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 47 του κ.ν. 2190/1920, τα οποία θα δύναται και οφείλει να λάβει η ΕΚΑΖ προκειμένου τα ίδια κεφάλαιά της να μην υπολείπονται του ημίσεως (1/2) του μετοχικού της κεφαλαίου, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η σύννομη λειτουργία της ΕΚΑΖ και η επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων της, λαμβανομένου υπόψη του εγκεκριμένου επιχειρηματικού της σχεδίου. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης της ΕΚΑΖ προς τις υποχρεώσεις της παρούσας παραγράφου, η ΕΕΕΠ δύναται να επιβάλλει σε αυτήν ή στα μέλη του Διοικητικού της Συμβουλίου τις κυρώσεις του άρθρου 51 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180), όπως ισχύει.

3. Ο τακτικός και έκτακτος έλεγχος που προβλέπεται από τις διατάξεις για τις ανώνυμες εταιρίες ασκείται στις ΕΚΑΖ από ορκωτό ελεγκτή λογιστή.

4. Για την τροποποίηση των περί σκοπού διατάξεων των ΕΚΑΖ απαιτείται προηγούμενη άδεια της ΕΕΕΠ, η οποία παρέχεται εφόσον πληρούνται οι όροι της παραγράφου 4 του άρθρου 358.

5. Οι ΕΚΑΖ γνωστοποιούν στην ΕΕΕΠ τα στοιχεία που υποβάλλονται σε δημοσιότητα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7α του κ.ν. 2190/1920.

 

Άρθρο 361

Διενέργεια πλειοδοτικού διαγωνισμού

1. Η επιλογή του παραχωρησιούχου νέας άδειας καζίνο γίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών κατόπιν διεθνούς πλειοδοτικού διαγωνισμού που διεξάγεται από την ΕΕΕΠ. Εντός ενενήντα (90) ημερών από την επιλογή εκδίδεται στο όνομα του παραχωρησιούχου άδεια ίδρυσης και λειτουργίας καζίνο από τον Υπουργό Οικονομικών, μετά από εισήγηση της ΕΕΕΠ.

2. Για τη συμμετοχή σε πλειοδοτικό διαγωνισμό παραχώρησης άδειας, απαιτείται η καταβολή παραβόλου. Το ύψος του παραβόλου συνδέεται με την κατηγορία της άδειας, τη διάρκεια αυτής, το ύψος της επένδυσης και λοιπά θέματα που καθορίζονται με απόφαση της ΕΕΕΠ.

3. Με απόφαση της ΕΕΕΠ, καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις διεξαγωγής του διαγωνισμού και ιδίως το ελάχιστο τίμημα της άδειας, τα τέλη λειτουργίας, τα οποία μπορούν να ορίζονται είτε ενιαία είτε ανά μέσο και υλικό διεξαγωγής παιγνίων, καθώς και να επιμερίζονται ανά έτος ή για μικρότερα του έτους χρονικά διαστήματα, η σύσταση και συγκρότηση της Επιτροπής Διενέργειας του διαγωνισμού, οι όροι διεξαγωγής και οι ειδικότερες προϋποθέσεις συμμετοχής, οι υποχρεώσεις που υποχρεούνται να αναλάβουν οι συμμετέχοντες στο διαγωνισμό για την πλήρωση συγκεκριμένων προϋποθέσεων του παρόντος νόμου, εφόσον κατακυρωθεί σ΄ αυτούς ο διαγωνισμός, και ο τρόπος διασφάλισης της εκπλήρωσής τους και ικανοποίησης αυτών μέχρι τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, οι διασφαλίσεις και εγγυήσεις τεχνικής, επαγγελματικής, οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας των υποψηφίων, η διαδικασία, η μεθοδολογία και τα κριτήρια αξιολόγησης των προσφορών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά στην εν γένει διαδικασία, το χρονοδιάγραμμα, τα συμβατικά τεύχη και την κατακύρωση. Κατά τη διαδικασία προετοιμασίας και διενέργειας του διαγωνισμού εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 35 του ν. 4413/2016 (Α΄ 148).

4. Οι συμμετέχοντες στο διαγωνισμό παραθέτουν πληροφορίες ως προς την ανώνυμη εταιρία, που υφίσταται ή που θα ιδρυθεί, εφόσον γίνει η κατακύρωση του διαγωνισμού, στην οποία θα παρασχεθεί η άδεια λειτουργίας ΕΚΑΖ και αναλαμβάνουν την υποχρέωση ότι αυτή, θα πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούν οι διατάξεις του νόμου για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας ΕΚΑΖ.

5. Για τη συμμετοχή στον διεθνή διαγωνισμό απαιτείται κατάθεση εγγυητικής επιστολής από πιστωτικό ίδρυμα που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ), το ύψος της οποίας ορίζεται με απόφαση της ΕΕΕΠ στην προκήρυξη του διαγωνισμού. Με απόφαση της ΕΕΕΠ ορίζονται κριτήρια για τον προσδιορισμό του ύψους της εγγυητικής επιστολής, τη διάρκεια και επιστροφή αυτής και άλλα τεχνικά και διαδικαστικά θέματα ως προς την εφαρμογή της διάταξης της παρούσας παραγράφου.

6. Η προκήρυξη περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α) τον αριθμό των αδειών που προκηρύσσονται,

β) την κατηγορία και τη διάρκεια της άδειας ή το χρονικό εύρος αυτής, καθώς και το εάν με την άδεια αυτή πρόκειται να παρασχεθεί δικαίωμα αποκλειστικότητας σε συγκεκριμένη περιοχή και υπό ποίους όρους και προϋποθέσεις,

γ) την προθεσμία μέσα στην οποία οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ζητήσουν από την Επιτροπή Διενέργειας του Διαγωνισμού τα σχετικά έγγραφα,

δ) το αρμόδιο όργανο για την αποσφράγιση των προσφορών, την ημερομηνία και τον τόπο της αποσφράγισης, καθώς και τα πρόσωπα που δικαιούνται να παρίστανται,

ε) τον τύπο, τα ποσοστά, το χρόνο υποβολής των εγγυήσεων συμμετοχής στο διαγωνισμό, καθώς και άλλες εξασφαλίσεις που τυχόν ζητούνται,

στ) τα στοιχεία και τα δικαιολογητικά από τα οποία προκύπτει ότι τηρούνται τα ελάχιστα όρια των οικονομικών και τεχνικών προϋποθέσεων, που τάσσονται με την προκήρυξη,

ζ) την προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών και τη διεύθυνση στην οποία πρέπει να κατατεθούν,

η) τη διάρκεια ισχύος των προσφορών,

θ) τους απαράβατους όρους, απόκλιση από τους οποίους συνεπάγεται απόρριψη της προσφοράς,

ι) την ελάχιστη τιμή εκκίνησης του πλειοδοτικού διαγωνισμού,

ια) τα κριτήρια και τη μεθοδολογία αξιολόγησης των προσφορών,

ιβ) το σχέδιο της άδειας που θα χορηγηθεί,

ιγ) πληροφόρηση που θα πρέπει να παρασχεθεί για το νομικό πρόσωπο, υπό μορφή ανώνυμης εταιρίας, στο οποίο θα χορηγηθεί η άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 361 του παρόντος νόμου, τη διοίκηση, τους μετόχους και την οργάνωσή της, και ανάληψη δέσμευσης ότι η εν λόγω εταιρία, είτε υφίσταται είτε θα συσταθεί, θα πληροί τις προϋποθέσεις του νόμου και θα εκπληρώσει προσηκόντως τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει ο υποψήφιος στο διαγωνισμό,

ιδ) πληροφόρηση που θα πρέπει παρασχεθεί για τα οικονομικά και τεχνικά μέσα της ανώνυμης εταιρίας που θα αναλάβει τη λειτουργία του καζίνο, τα ίδια κεφάλαια και τις πηγές χρηματοδότησής της,

ιε) το υποχρεωτικό ελάχιστο περιεχόμενο της προσφοράς του αναδόχου, που πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα ζητούμενα με την προκήρυξη στοιχεία και ιδίως τα εξής:

αα) Πλήρη κατάλογο των δραστηριοτήτων της ΕΚΑΖ, με ανάλυση του είδους των δραστηριοτήτων και της οργανωτικής δομής της εταιρίας, παράθεση του σχετικού προγραμματισμού για την προβλεπόμενη διαμόρφωση των οικονομικών μεγεθών της για τις δύο (2) προσεχείς οικονομικές χρήσεις και γενικώς τα στοιχεία που απαιτούνται για να μορφώσει γνώμη η ΕΕΕΠ ως προς τη συνδρομή των προϋποθέσεων των άρθρων 363, 364 και 365,

ββ) πλήρες Επιχειρηματικό Σχέδιο (business plan) για τη λειτουργία της επιχείρησης, τόσο του καζίνο, όσο και των λοιπών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του συνόλου της επένδυσης, σε βάθος πενταετίας, σε συνδυασμό με τα κύρια χαρακτηριστικά των κτιριακών εγκαταστάσεων και των κύριων και επικουρικών χώρων διοργάνωσης και διεξαγωγής των παιγνίων, του είδους και του αριθμού των παιγνίων και των τυχόν λοιπών χώρων, καταστημάτων και εγκαταστάσεων, που παρατίθενται γενικά ως τμήμα του επιχειρηματικού σχεδίου, ανάλογα με την κατηγορία της άδειας λειτουργίας που προκηρύσσεται,

γγ) εκτιμώμενο αναλυτικό χρονοδιάγραμμα υλοποίησης της επένδυσης και των επιμέρους φάσεων αυτής,

δδ) αναλυτική επιμέτρηση του κόστους της χρηματοδότησης, εφόσον πραγματοποιείται με ξένα κεφάλαια,

εε) στοιχεία για τη βιωσιμότητα της επιχείρησης, σύμφωνα με τα χρηματοοικονομικά της μεγέθη και την εν γένει υλοποίηση της επένδυσης,

στστ) αναλυτική εκτίμηση του άμεσου δημοσιονομικού οφέλους που προκύπτει από την επένδυση, του κοινωνικού κόστους / οφέλους που αυτή συνεπάγεται, καθώς και των ωφελειών που θα προκύψουν για την εθνική οικονομία,

ζζ) εκτίμηση των άμεσων θέσεων εργασίας που θα δημιουργηθούν, ανά ειδικότητα και επιμέρους επιχειρηματική δραστηριότητα, υπολογίζοντας αυτές με αναλογία θέσης προς Ετήσιες Μονάδες Εργασίας (ΕΜΕ), ένα προς ένα (1/1),

ηη) ανάλυση κινδύνων που μπορούν να επηρεάσουν την έγκαιρη ολοκλήρωση της επένδυσης, και

θθ) σχέδιο καταστατικού, προκειμένου περί υπό σύσταση εταιρείας ή καταστατικό της εταιρείας, προκειμένου περί υφισταμένης.

ιστ) Άλλα στοιχεία τα οποία, κατά την αναθέτουσα αρχή, πρέπει να περιλαμβάνονται στην προσφορά των υποψηφίων και

ιζ) θέματα που αφορούν την οργάνωση και διεξαγωγή του διαγωνισμού και τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του υποψηφίου στον διαγωνισμό προς τους όρους του και για την εκπλήρωση από αυτόν και την ανώνυμη εταιρία, στην οποία θα χορηγηθεί η άδεια λειτουργίας, των υποχρεώσεων που αναλαμβάνουν και των όρων που θα διαλαμβάνει η σύμβαση παραχώρησης, καθώς και κάθε διαδικαστικό θέμα σε σχέση με τη διενέργεια του διαγωνισμού.

7. Η επιλογή και ποιοτική αξιολόγηση των υποψηφίων διενεργείται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 73 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) και το άρθρο 39 του ν. 4413/2016.

8. Θέσεις εργασίας που τυχόν περιλαμβάνονται στις προσφορές των υποψηφίων, υπολογίζονται με αναλογία θέσης προς Ετήσιες Μονάδες Εργασίας (ΕΜΕ), ένα προς ένα (1/1).

9. Με απόφαση της ΕΕΕΠ συγκροτείται η Επιτροπή Διενέργειας του διαγωνισμού, ρυθμίζονται οι κανόνες λειτουργίας της, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για τη διενέργεια του διαγωνισμού, με σκοπό τη διασφάλιση της αμεροληψίας και διαφάνειας της διαγωνιστικής διαδικασίας.

10. Από την ματαίωση του διαγωνισμού δεν προκύπτει δικαίωμα αποζημίωσης όσων έλαβαν μέρος για οποιονδήποτε λόγο.

11. Για την παραχώρηση συνάπτεται σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών και του πλειοδότη εντός τριών (3) μηνών από την κατακύρωση, και σε κάθε περίπτωση πριν την έκδοση της απόφασης της παραγράφου 1, η οποία αποτυπώνει τους όρους λειτουργίας της επιχείρησης ως ΕΚΑΖ και της επένδυσης που πρέπει να διενεργηθεί, τις υποχρεώσεις που ο πλειοδότης έχει αναλάβει με το διαγωνισμό ή κρίνονται αναγκαίες από την αναθέτουσα αρχή προς υλοποίηση της επένδυσης και, εν γένει, την εκπλήρωση των όρων της. Η σύμβαση παραχώρησης περιλαμβάνει κατ΄ ελάχιστον τους όρους διενέργειας της επένδυσης και μέτρα, τα οποία, κατά την εύλογη κρίση της αναθέτουσας αρχής, διασφαλίζουν ικανοποιητικώς, με όρους αγοράς, την προσήκουσα υλοποίηση της επένδυσης σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμά της και τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει η επιχείρηση.

12. Η ΕΕΕΠ εκφέρει γνώμη ως προς τους όρους της σύμβασης παραχώρησης, πριν από την υπογραφή της, σε σχέση με εποπτικά και λειτουργικά θέματα της εταιρίας.

13. Για την υπογραφή της σύμβασης, ασκείται προσυμβατικός έλεγχος από το Ελεγκτικό Συνέδριο, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων του άρθρου 35 του ν. 4129/2013 (Α΄ 52). Ο προσυμβατικός έλεγχος μπορεί να ασκείται συνολικά, εφόσον υποβάλλονται στο Ελεγκτικό Συνέδριο ο τύπος της σύμβασης και η διαδικασία εξεύρεσης αντισυμβαλλομένου από την έναρξη της διαδικασίας αυτής μέχρι και τον ορισμό των υποψηφίων αντισυμβαλλομένων. Στην περίπτωση αυτή απαιτείται προσυμβατικός έλεγχος κατ΄ ιδίαν σύμβασης μόνο στο μέτρο που υπάρξει απόκλιση από τον τύπο της σύμβασης ή από τη διαδικασία που έχουν υποβληθεί στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Συμβάσεις παραχώρησης άδειας λειτουργίας ΕΚΑΖ που συνομολογήθηκαν ύστερα από προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου θεωρούνται επωφελείς και συμφέρουσες για το Ελληνικό Δημόσιο, και δεν γεννάται σχετικώς αστική ή ποινική ευθύνη των εκπροσώπων του Ελληνικού Δημοσίου που τις υπογράφουν ούτε των μελών της ΕΕΕΠ και της Επιτροπής Διενέργειας του Διαγωνισμού σε σχέση με τους όρους της προκήρυξης.

14. Για την προετοιμασία διενέργειας του διαγωνισμού, η ΕΕΕΠ μπορεί να αναθέτει σε ημεδαπά ή αλλοδαπά, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, με προσφυγή σε διαδικασία διαπραγμάτευσης, χωρίς δημοσίευση προκήρυξης, με ανάρτηση της πρόσκλησης στον ιστότοπό της και έναντι συνολικής αμοιβής μέχρι του ορίου της περίπτωσης β΄ του άρθρου 5 του ν. 4412/2016, όπως ισχύει κάθε φορά, υπηρεσίες συμβούλων οποιασδήποτε ειδικότητας, όπως ιδίως, τεχνικού, νομικού, οικονομικού και συμβούλου οργάνωσης, επί ειδικών θεμάτων, που απαιτούνται για τη σύνταξη και κατάρτιση των συμβατικών τευχών, τον καθορισμό του ελαχίστου κατά περίπτωση τιμήματος, τη μεθοδολογία και τα κριτήρια αξιολόγησης των επενδυτικών σχεδίων, την αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων, την προσέλκυση δυνητικών επενδυτών, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Οι σύμβουλοι δύνανται να συνδράμουν την Επιτροπή Διενέργειας του διαγωνισμού τόσο κατά την αξιολόγηση των προτάσεων, όσο και κατά την παρακολούθηση, επίβλεψη και τον έλεγχο της προόδου υλοποίησης των επενδυτικών σχεδίων, καθώς και των μελετών και έργων που αναλαμβάνουν οι παραχωρησιούχοι, μέχρι και την ολοκλήρωσή τους. Οι σχετικές δαπάνες βαρύνουν τον προϋπολογισμό της ΕΕΕΠ. Η ανάθεση καθηκόντων συμβούλου γίνεται με σύμβαση, στην οποία ορίζονται οι παρεχόμενες από τον σύμβουλο υπηρεσίες, οι όροι και προϋποθέσεις παροχής τους, η διάρκεια της σύμβασης και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εκτέλεσή της.

15. Με την επιφύλαξη των θεμάτων τα οποία ρυθμίζονται με την κοινή υπουργική απόφαση της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 12, με απόφαση της ΕΕΕΠ δύναται να ρυθμίζεται κάθε άλλο ειδικό θέμα και λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

 

Άρθρο 362

Συνδρομή προϋποθέσεων οργάνωσης ΕΚΑΖ

1. Για τη συνδρομή της πλήρωσης των προϋποθέσεων των άρθρων 358, 359, 360, 363, 364 και 365, εκδίδεται από την ΕΕΕΠ απόφαση, κατόπιν υποβολής αιτήσεως σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 3 του άρθρου 367. Η ΕΕΕΠ, προκειμένου να εκδώσει την απόφασή της, ελέγχει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, οι όροι της σύμβασης παραχώρησης.

2. Η ΕΕΕΠ το αργότερο εντός δύο (2) μηνών από την υποβολή πλήρους φακέλου εκδίδει την απόφαση ή διατυπώνει τις παρατηρήσεις της σύμφωνα με όσα εκτίθενται παρακάτω. Τυχόν ελλείψεις του φακέλου γνωστοποιούνται εγγράφως στον αιτούντα εντός εύλογου χρόνου από της υποβολής του. Εφόσον, κατά τη γνώμη της ΕΕΕΠ, η αίτηση δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις του νόμου ή της σύμβασης παραχώρησης, η ΕΕΕΠ γνωστοποιεί στον αιτούντα με τρόπο συγκεκριμένο, εγγράφως και αιτιολογημένα τα κενά, τις ελλείψεις ή άλλους λόγους για τους οποίους δεν προχωρεί στην έκδοση της απόφασης και υποδεικνύει με κάθε πρόσφορο μέτρο τις απαραίτητες διορθώσεις ή συμπληρώσεις που απαιτούνται για την έκδοση αυτής. Οριστική απόφαση της ΕΕΕΠ για απόρριψη της αίτησης προσβάλλεται με προσφυγή, που πρέπει να κατατεθεί εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από κοινοποίησή της στον αιτούντα, ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Η προσφυγή εκδικάζεται με τη διαδικασία του κατεπείγοντος εντός τριών (3) μηνών από την κατάθεσή της.

3. Η άδεια λειτουργίας μπορεί να παρέχει δικαίωμα αποκλειστικότητος ως προς τη δραστηριοποίηση στη γεωγραφική περιοχή που ορίζεται στην άδεια λειτουργίας, σύμφωνα με τους όρους της προκήρυξης. Η διάρκεια της αποκλειστικότητας, τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 359, συναρτάται με το ύψος του ανταλλάγματος που θα καταβάλει ο παραχωρησιούχος, το ύψος των επενδύσεων που θα αναλάβει να διενεργήσει, οι οποίες θα καθορισθούν στη σχετική σύμβαση παραχώρησης της επιχείρησης με την αναθέτουσα αρχή, την έκταση της περιοχής για την οποία θα ισχύει η αποκλειστικότητα και το εκτιμώμενο χρόνο απόσβεσης της επένδυσης. Με κοινή απόφαση των Υπουργών, Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών και Τουρισμού, ύστερα από γνώμη της ΕΕΕΠ μπορεί να ορίζονται και περαιτέρω κριτήρια, έτσι ώστε να διασφαλίζεται εξισορρόπηση του ανταλλάγματος με τη διάρκεια της αποκλειστικότητος, τηρουμένων της αρχής της αναλογικότητος και των αρχών του ενωσιακού δικαίου, λαμβανομένων υπόψη της μορφής και των φορέων χρηματοδότησης της νέας επένδυσης, του δημοσιονομικού οφέλους, των θέσεων εργασίας και των εν γένει ωφελειών που αναμένεται να προκύψουν από τη δραστηριοποίηση της ΕΚΑΖ για την Εθνική οικονομία.

4. Για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας ΕΚΑΖ η αιτούσα επιχείρηση καταβάλλει αντάλλαγμα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην προκήρυξη του πλειοδοτικού διαγωνισμού και τη σύμβαση παραχώρησης. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Οικονομικών, ύστερα από γνώμη της ΕΕΕΠ, ρυθμίζονται ειδικά θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

5. Για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας η ΕΚΑΖ προσκομίζει εγγυητική επιστολή αξιόπιστου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος για την καλή εκτέλεση των όρων χορήγησης της άδειας, το ύψος της οποίας, οριζόμενο σε σχέση με το τίμημα αυτής, καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας και Ανάπτυξης, ύστερα από γνώμη της ΕΕΕΠ. Η εγγυητική επιστολή καταπίπτει εάν δεν τηρούνται οι όροι και προϋποθέσεις των αδειών, καθώς και σε όσες περιπτώσεις ορίζονται στο νόμο, στον Κανονισμό Παιγνίων της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011 ή στις σχετικές με τα θέματα αυτά αποφάσεις της ΕΕΕΠ. Η εγγυητική επιστολή επιστρέφεται στον κάτοχο της άδειας έναν (1) χρόνο μετά τη λήξη της άδειας και εφόσον δεν υπάρξει λόγος μερικής ή ολικής παρακράτησης ή κατάπτωσής της. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Οικονομικών, ύστερα από γνώμη της ΕΕΕΠ, ρυθμίζονται ειδικά θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

6. Για τη χορήγηση άδειας ΕΚΑΖ σε επιχείρηση που διαθέτει άδεια λειτουργίας καζίνο σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2206/1994 και του ν. 3139/2003 εφαρμόζεται το άρθρο 369 του παρόντος νόμου.

 

Άρθρο 363

Οργάνωση και υποδομή της ΕΚΑΖ

1. Για την έκδοση της απόφασης του άρθρου 362 του παρόντος νόμου, η ΕΚΑΖ πρέπει να διαθέτει: α) άρτια και ορθολογική διοικητική και τεχνικοοικονομική οργάνωση και διάρθρωση, καθώς και τεχνολογική και υλικοτεχνική υποδομή, β) κατάλληλο οργανόγραμμα και πρόσφορους κανόνες δεοντολογίας της διοίκησης, των στελεχών και εν γένει του προσωπικού της, και γ) Εσωτερικό Κανονισμό που προβλέπει:

i) μέτρα έτσι ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος βλάβης των συμφερόντων των παικτών από τυχόν σύγκρουση συμφερόντων τους με αυτά της ΕΚΑΖ, των στελεχών της, των συνδεδεμένων με αυτή προσώπων ή άλλων προσώπων που συμμετέχουν σε παίγνια, ii) κανόνες που διασφαλίζουν συνθήκες διαφάνειας ως προς την λειτουργία και ακεραιότητα της διοργάνωσης της διεξαγωγής των παιγνίων, iii) κατάλληλους μηχανισμούς για την παρακολούθηση της λειτουργίας των παιγνιομηχανημάτων και των παιγνίων τραπεζιών και για την αποτροπή της ανάπτυξης απατηλών μεθόδων και, εν γένει, την πρόληψη της απάτης, για την καταστολή του εγκλήματος και την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, για την προστασία των ανηλίκων και των καταναλωτών, την εξασφάλιση του αδιάβλητου των τυχερών παιγνίων και, εν γένει, της κανονικής, απρόσκοπτης, ελεγχόμενης και ασφαλούς διεξαγωγής τους, iv) κατάλληλους μηχανισμούς ελέγχου και ασφαλείας στον τομέα της ηλεκτρονικής επεξεργασίας των δεδομένων, v) αποτελεσματικούς μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου και σύστημα λογιστικής καταχώρισης των διενεργούμενων πράξεων και δεδομένων, ώστε να είναι ευχερής ο έλεγχος της δραστηριότητας της ΕΚΑΖ από την ΕΕΕΠ και συμβατός με τα συστήματά της και κατάλληλες διαδικασίες για την πρόληψη άσκησης επιρροών από τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 364 που θα μπορούσαν να αποβούν σε βάρος της συνετής και χρηστής διαχείρισης της ΕΚΑΖ, καθώς και για την αποτροπή και την επίλυση καταστάσεων σύγκρουσης συμφερόντων μεταξύ των προσώπων αυτών και των πελατών της.

2. Με απόφαση της ΕΕΕΠ δύνανται: Α) να ορίζονται: α) ειδικές υποχρεώσεις και προδιαγραφές των ΕΚΑΖ ως προς το λογιστικό τους σύστημα, τα λογιστικά αρχεία και βιβλία τους, την τήρηση και διατήρηση κάθε είδους δεδομένου, στοιχείου, αρχείου και μητρώου, το είδος, τον τύπο, τη μορφή, το περιεχόμενο, τον τρόπο και χρόνο τήρησης και αποθήκευσης των κάθε είδους δεδομένων και πληροφοριών, β) υποχρεώσεις και προδιαγραφές σχετικά με χρηματοοικονομικές καταστάσεις που οι ΕΚΑΖ οφείλουν να υποβάλλουν στην ΕΕΕΠ, πέραν των υποχρεώσεων που αυτές υπέχουν σύμφωνα με τον ν. 4308/2014 (Α΄ 251), καθώς και απαιτήσεις και υποχρεώσεις ελέγχου μέρους ή του συνόλου των καταστάσεων αυτών από ανεξάρτητο εξωτερικό ορκωτό ελεγκτή λογιστή, που ορίζεται από την ΕΕΕΠ, γ) υποχρεώσεις για τα μέτρα πρόληψης νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που οφείλουν να εφαρμόζουν οι ΕΚΑΖ, δ) υποχρεώσεις και προδιαγραφές για την ανάπτυξη και εφαρμογή των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου των ΕΚΑΖ, ε) κανόνες για την παρακολούθηση θεμάτων οικονομικής και χρηματοπιστωτικής δομής και επάρκειας ιδίων κεφαλαίων των ΕΚΑΖ, στ) υποχρεώσεις των ΕΚΑΖ σχετικά με τον τύπο, τη μορφή, το περιεχόμενο, τον τρόπο και τον χρόνο υποβολής προς την ΕΕΕΠ της δήλωσης απόδοσης και κάθε άλλου δεδομένου, στοιχείου ή πληροφορίας για την είσπραξη της συμμετοχής του Ελληνικού Δημοσίου στα μικτά κέρδη των ΕΚΑΖ, όπως και κάθε άλλου εσόδου ή απαίτησης προκύπτει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και των φορέων του από τη συμμετοχή στη διοργάνωση και διεξαγωγή των παιγνίων, ζ) υποχρεώσεις και προδιαγραφές των ΕΚΑΖ σχετικά με την καθιέρωση διαδικασιών για τη λογιστική καταμέτρηση των ταμειακών διαθεσίμων, την πραγματοποίηση των σχετικών συναλλαγών και των κάθε είδους πληρωμών, ανεξαρτήτως των μέσων συμμετοχής και πληρωμής, και Β) να ρυθμίζονται άλλα ειδικά θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

3. Η απόφαση της ΕΕΕΠ της παραγράφου 2 δύναται να διαφοροποιεί τις υποχρεώσεις και προδιαγραφές που θέτει στις ΕΚΑΖ βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και παραγόντων που προσδιορίζονται στην απόφασή της, όπως η μορφή και το μέγεθος της ΕΚΑΖ, το μερίδιο της αγοράς που κατέχουν και ο αριθμός των απασχολουμένων σ΄ αυτές.

 

Άρθρο 364

Έγκριση της καταλληλότητας των μελών διοίκησης και των διευθυντικών στελεχών

της ΕΚΑΖ

1. Για την έκδοση της απόφασης του άρθρου 362 του παρόντος νόμου, τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και τα διευθυντικά στελέχη της ΕΚΑΖ, καθώς και τα πρόσωπα που ασκούν, άμεσα ή έμμεσα, τη διοίκηση της ΕΚΑΖ, πρέπει να διαθέτουν την απαιτούμενη για την αποτελεσματική άσκηση των καθηκόντων εκάστου ακεραιότητα, κατάρτιση, εμπειρία και βαθμό γνώσεων, έτσι ώστε να είναι σε θέση να εκπληρώνουν αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, και, εν γένει, να είναι κατάλληλα να εξασφαλίσουν τη συνετή και χρηστή διαχείριση της ΕΚΑΖ και τη σύμφωνη με το νόμο λειτουργία της. Η ΕΚΑΖ πρέπει να διαθέτει δύο (2) τουλάχιστον έμπειρα διοικητικά στελέχη πλήρους απασχόλησης, που θα συμμετέχουν στο Διοικητικό Συμβούλιο ως εκτελεστικά του μέλη ή θα κατέχουν κατ΄ ελάχιστο θέση Γενικού Διευθυντή, τα οποία θα είναι επιφορτισμένα με την άσκηση των δραστηριοτήτων της ΕΚΑΖ και τη σύννομη λειτουργία της. Οι προδιαγραφές του πρώτου εδαφίου ισχύουν, αναλόγως, και για τον οικονομικό διευθυντή, τους διευθυντές των τομέων παιγνίων, τον διευθυντή του τομέα τεχνολογιών, πληροφορικής και επικοινωνιών, τον υπεύθυνο κανονιστικής συμμόρφωσης, τον υπεύθυνο εσωτερικού ελέγχου, τον υπεύθυνο ασφαλείας, ελέγχου και επιτήρησης και εν γένει κάθε πρόσωπο που ασκεί καθήκοντα και αρμοδιότητες αντίστοιχα ή ανάλογα με τα παραπάνω.

2. Η ΕΕΕΠ διαπιστώνει την καταλληλότητα των προσώπων της παραγράφου 1 ερευνώντας την ακεραιότητα, τεχνική και επαγγελματική τους επάρκεια, ανάλογα με τα καθήκοντα που ασκούν. Επί συλλογικών οργάνων ή συμπραττόντων στελεχών η συνδρομή επαγγελματικής γνώσης, κατάρτισης και εμπειρίας κρίνεται στο πρόσωπο των μελών του οργάνου ή των συμπραττόντων στελεχών συνολικώς.

3. Η ΕΕΕΠ για να διαπιστώσει την καταλληλότητα των προσώπων της παραγράφου 1 εξετάζει μεταξύ άλλων: α) αν αυτά έχουν καταδικασθεί για κακούργημα ή σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, απιστία, αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος, εκβίαση, πλαστογραφία, ενεργητική ή παθητική δωροδοκία, επικίνδυνη ή βαριά σωματική βλάβη, παρασιώπηση εγκλήματος, έγκλημα περί το νόμισμα, κοινώς επικίνδυνο έγκλημα, έγκλημα κατά της προσωπικής ελευθερίας, έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, έγκλημα που προβλέπεται στη νομοθεσία περί ναρκωτικών, όπλων, εκρηκτικών υλών και φοροδιαφυγής, εγκλήματα του ευρύτερου χρηματοπιστωτικού τομέα, καθώς και για έγκλημα που προβλέπεται στη νομοθεσία περί τυχερών παιγνίων, β) αν έχει επιβληθεί εις βάρος τους οποιαδήποτε διοικητική κύρωση για παραβάσεις της νομοθεσίας στον ευρύτερο χρηματοπιστωτικό τομέα, καθώς και γ) αν υφίσταται οποιαδήποτε εκκρεμής διαδικασία εναντίον τους για παραβάσεις και αδικήματα των περιπτώσεων α΄ και β΄, είτε στην Ελλάδα είτε στην αλλοδαπή.

4. Κατά την εξέταση της καταλληλότητας των παραπάνω προσώπων η ΕΕΕΠ δύναται να ζητεί από τα προς έγκριση πρόσωπα, καθώς και από κάθε άλλο φορέα και αρχή του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, της Ελλάδας και του εξωτερικού, οποιοδήποτε στοιχείο, έγγραφο ή πληροφορία κρίνει σκόπιμο για τη διαμόρφωση της κρίσης της, όπως ιδίως υπεύθυνες δηλώσεις, ένορκες βεβαιώσεις, αντίγραφα ποινικού μητρώου, στοιχεία για εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις, εκκρεμείς ποινικές διώξεις, καθώς και για δικαστικές αποφάσεις, πτυχία, πιστοποιήσεις ή/και βεβαιώσεις επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, άδειες άσκησης επαγγέλματος, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο κρίνει απαραίτητο για την αξιολόγηση της ικανότητας, της αξιοπιστίας και της ακεραιότητας του προσώπου. Σε περίπτωση κατοίκων εξωτερικού η ΕΕΕΠ μπορεί να δέχεται αντίστοιχα έγγραφα και πιστοποιητικά που εκδίδονται σύμφωνα με το δίκαιο της χώρας εγκατάστασης.

5. Η ΕΕΕΠ δύναται να καλεί τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, τους γενικούς διευθυντές και τα πρόσωπα που ασκούν πράγματι τη διοίκηση της εταιρίας σε προσωπική συνέντευξη, προκειμένου να διαπιστώσει την καταλληλότητά τους.

6. Τυχόν αρνητική απόφαση ως προς τα πρόσωπα της παραγράφου 1 είναι αιτιολογημένη, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 362 του παρόντος νόμου.

7. Με απόφαση της ΕΕΕΠ δύνανται να εξειδικεύονται ειδικά θέματα που αποτελούν αντικείμενο ρύθμισης του παρόντος άρθρου, να ορίζονται προϋποθέσεις και κανόνες σε σχέση με την καταλληλότητα προσώπων που απασχολούνται στις ΕΚΑΖ, εφόσον τούτο απαιτείται για τη διασφάλιση της σύννομης λειτουργίας τους, και να ρυθμίζονται τεχνικά θέματα, διαδικασίες και λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

 

Άρθρο 365

Έγκριση της καταλληλότητας των μετόχων ΕΚΑΖ με ειδική συμμετοχή

1. Για την έκδοση της απόφασης του άρθρου 362 του παρόντος νόμου, η ΕΕΕΠ ελέγχει κατά πόσον οι μέτοχοι που διαθέτουν ειδική συμμετοχή στην ΕΚΑΖ διαθέτουν τα απαιτούμενα εχέγγυα επαγγελματικού ήθους, ώστε να είναι ικανοί να διασφαλίσουν τη χρηστή διαχείριση της ΕΚΑΖ, προκειμένου αυτή να λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας.

2. Ειδική συμμετοχή διαθέτουν οι μέτοχοι που κατέχουν, άμεσα ή έμμεσα, ποσοστό μεγαλύτερο του δέκα τοις εκατό (10%) του μετοχικού κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου της ΕΚΑΖ.

3. Ως έμμεση συμμετοχή νοείται η κατοχή και έλεγχος μετοχών:

α) μέσω συνδεδεμένων επιχειρήσεων,

β) μέσω τρίτων, όταν υφίσταται συμφωνία, βάσει της οποίας τα πρόσωπα αυτά υποχρεούνται μέσω συντονισμένης άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου που κατέχουν, να υιοθετούν διαρκώς κοινή πολιτική ως προς τη διοίκηση της ΕΚΑΖ ή μητρικής της εταιρίας, ή όταν, δυνάμει συμφωνίας, έχει μεταβιβασθεί η άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου μέσω αυτών,

γ) όταν δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές έχουν παρασχεθεί ως εμπράγματη ασφάλεια και ασκούνται από τρίτο πρόσωπο ή έχουν παρασχεθεί λόγω επικαρπίας σε τρίτο πρόσωπο,

δ) όταν τα δικαιώματα ψήφου που κατέχονται ή τα οποία μπορούν να ασκηθούν κατά την έννοια των στοιχείων (α) έως (γ) ασκούνται από επιχείρηση την οποία ελέγχει τρίτο πρόσωπο,

ε) κάθε περίπτωση στην οποία τα δικαιώματα ψήφου που κατέχει πρόσωπο στο όνομά του, τα ασκεί για λογαριασμό ή σύμφωνα με τις οδηγίες τρίτου προσώπου.

4. Η ΕΕΕΠ δικαιούται να ζητεί για τους μετόχους όσα στοιχεία θεωρεί απαραίτητα, εφόσον κρίνει ότι είναι δυνατό οι μέτοχοι αυτοί να επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα την διαχείριση της εταιρίας, προς διασφάλιση των κατά την παράγραφο 1 απαιτούμενων εχέγγυων επαγγελματικού ήθους προς διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης της ΕΚΑΖ.

5. Οι ιδρυτές και οι μέτοχοι της ΕΚΑΖ παρέχουν όλες τις πληροφορίες, οι οποίες είναι αναγκαίες για να είναι σε θέση η ΕΕΕΠ να αξιολογήσει ότι στο πρόσωπό τους συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις καταλληλότητας.

6. Σε περίπτωση που οι μέτοχοι με ειδική συμμετοχή είναι συνολικώς κύριοι ποσοστού κατώτερου του πενήντα τοις εκατό (50%) του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας ή του συνόλου των δικαιωμάτων ψήφου, η ΕΕΕΠ δύναται να απαιτεί την υποβολή των πιο πάνω στοιχείων και από άλλους ιδρυτές ή μετόχους, που καθορίζει με απόφασή της ή κατά περίπτωση.

7. Εάν μέτοχοι που κατέχουν ειδική συμμετοχή είναι νομικά πρόσωπα, η ΕΕΕΠ ελέγχει τα φυσικά πρόσωπα που διοικούν τα παραπάνω νομικά πρόσωπα και τους κύριους μετόχους ή εταίρους αυτών, δυνάμενη να ζητήσει στοιχεία που αφορούν την καταλληλότητα και για τη διοίκηση και τους κύριους εταίρους των νομικών προσώπων, μέχρι και φυσικού προσώπου, ανάλογα με τη νομική μορφή και το είδος του μετόχου, εφόσον θεωρεί τούτο απαραίτητο για να μορφώσει κρίση ως προς την καταλληλότητα των μετόχων που κατέχουν ειδική συμμετοχή.

8. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 364.

9. Οι διατάξεις της παρ. 2α του άρθρου 40 του ν. 4002/2011 εφαρμόζονται αναλόγως, συμπληρωματικά προς τα ανωτέρω οριζόμενα, σε περίπτωση που φυσικό ή νομικό πρόσωπο αποκτήσει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου της ΕΚΑΖ ή αποκτήσει το δικαίωμα να διορίζει ή να παύει την πλειοψηφία των μελών του Δ.Σ. της ΕΚΑΖ ή αποκτήσει το δικαίωμα να ασκεί κυριαρχική επιρροή στην ΕΚΑΖ είτε βάσει σύμβασης που έχει συνάψει είτε βάσει πρόβλεψης του καταστατικού της, ή έχει την εξουσία να ασκεί ή πράγματι ασκεί κυριαρχική επιρροή ή έλεγχο στην ΕΚΑΖ, εφαρμοζομένων αναλόγως της περιπτωσης δ΄ της παρ. 2 και των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 (ΦΕΚ Α΄251).

10. Τυχόν αρνητική αξιολόγηση μετόχων είναι αιτιολογημένη, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 362 του παρόντος νόμου.

11. Με απόφαση της ΕΕΕΠ δύνανται να εξειδικεύονται και να ρυθμίζονται ειδικά θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

 

Άρθρο 366

Περιεχόμενο απόφασης έναρξης λειτουργίας καζίνο

1. Με την έκδοση της απόφασης του άρθρου 362 του παρόντος νόμου σε επιχείρηση καζίνο: α) εγκρίνονται οι περί σκοπού διατάξεις του Καταστατικού της ΕΚΑΖ, β) απαριθμούνται οι δραστηριότητές της και γ) καθορίζονται i) η χρονική διάρκεια της άδειας, ii) η ακριβής θέση στην οποία επιτρέπεται η λειτουργία της επιχείρησης, όπως η θέση αυτή έχει καθοριστεί από την κοινή υπουργική απόφαση της παραγράφου 3 του άρθρου 1 και σύμφωνα με τη σύμβαση παραχώρησης ή, προκειμένου περί επιχειρήσεων που διαθέτουν άδεια, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 2206/1994, όπως αυτή τροποποιείται με τον παρόντα νόμο, τηρουμένων όσων προβλέπονται στην τυχόν υφιστάμενη σύμβαση παραχώρησης, iii) το είδος και η κατηγορία των παιγνίων στα οποία δικαιούται να δραστηριοποιείται η ΕΚΑΖ, και iv) τυχόν ειδικοί όροι και λοιπές προϋποθέσεις για τη λειτουργία της, σύμφωνα με τους όρους της προκήρυξης και της σύμβασης παραχώρησης, όπου υφίσταται, όπως η εκτέλεση έργων, τα στάδια και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης αυτών, η τήρηση και εκπλήρωση τυχόν οικονομικών της υποχρεώσεων, θέματα πλήρωσης τυχόν αιρέσεων, αναβλητικών ή διαλυτικών, καθώς και θέματα διασφάλισης της τήρησης των όρων της προκήρυξης.

2. Για την έκδοση της απόφασης του άρθρου 362, πέραν όσων ορίζονται στο άρθρο 367, υποβάλλονται επίσης στην ΕΕΕΠ προς έλεγχο νομιμότητος:

α) οι απαιτούμενες για την έναρξη υλοποίησης της επένδυσης προεγκρίσεις, εγκρίσεις και οικοδομικές άδειες, καθώς και εγκρίσεις περιβαλλοντικών όρων,

β) κάθε άλλο στοιχείο, δεδομένο ή έγγραφο, που ζητεί η ΕΕΕΠ να υποβληθεί σε αυτή, προκειμένου να είναι σε θέση να κρίνει τη συνδρομή των προϋποθέσεων της παρούσας παραγράφου.

3. Η έναρξη λειτουργίας της ΕΚΑΖ προϋποθέτει την έκδοση βεβαιωτικής πράξης από την ΕΕΕΠ η οποία διαπιστώνει την πλήρωση των όρων που τυχόν έχουν τεθεί με τη σύμβαση παραχώρησης ή άλλων προϋποθέσεων που τυχόν απαιτούνται με την άδεια λειτουργίας, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 367 του παρόντος νόμου.

4. Με απόφαση της ΕΕΕΠ δύνανται να ρυθμίζονται ειδικά θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης, καθώς και κανόνες και η διαδικασία για την τροποποίηση της άδειας λειτουργίας ΕΚΑΖ, περιλαμβανομένης της διαδικασίας που πρέπει να τηρείται για τη δραστηριοποίηση της ΕΚΑΖ σε νέα παίγνια.

 

Άρθρο 367

Διαδικασία έκδοσης απόφασης έναρξης λειτουργίας ΕΚΑΖ

1. Η αίτηση που υποβάλλει λειτουργούσα ή υπό ίδρυση ανώνυμη εταιρία στην ΕΕΕΠ για τη έκδοση απόφασης έναρξης λειτουργίας ΕΚΑΖ συνοδεύεται από:

α) Πλήρη κατάλογο των δραστηριοτήτων της ΕΚΑΖ, με ανάλυση του είδους των δραστηριοτήτων και της οργανωτικής δομής της εταιρίας, παράθεση του σχετικού προγραμματισμού για την προβλεπόμενη διαμόρφωση των οικονομικών μεγεθών της για τις δύο (2) προσεχείς οικονομικές χρήσεις και γενικώς τα στοιχεία που απαιτούνται για να μορφώσει γνώμη η ΕΕΕΠ ως προς τη συνδρομή των προϋποθέσεων των άρθρων 363, 364 και 365,

β) πλήρες επιχειρηματικό σχέδιο (business plan) για τη λειτουργία του καζίνο και την ανάπτυξη της επένδυσης σε βάθος πενταετίας, σε συνδυασμό με τις κτιριακές εγκαταστάσεις και τα λοιπά θέματα υλοποίησης της επένδυσης που τυχόν απαιτείται για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας, τους κύριους και επικουρικούς χώρους διοργάνωσης και διεξαγωγής των παιγνίων, το είδος και τον αριθμό των επιτρεπόμενων παιγνίων και άλλα συναφή θέματα,

γ) αναλυτικό χρονοδιάγραμμα υλοποίησης της επένδυσης,

δ) τις πηγές και τους φορείς χρηματοδότησης της επένδυσης και αναλυτική επιμέτρηση του κόστους της,

ε) αναλυτική εκτίμηση του άμεσου δημοσιονομικού οφέλους που προκύπτει από την επένδυση, του κοινωνικού κόστους / οφέλους που αυτή συνεπάγεται, καθώς και των ωφελειών που θα προκύψουν για την εθνική οικονομία,

στ) περιγραφή των άμεσων θέσεων εργασίας που θα δημιουργηθούν, ανά ειδικότητα και επιμέρους επιχειρηματική δραστηριότητα,

ζ) ανάλυση κινδύνων που μπορούν να επηρεάσουν την έγκαιρη ολοκλήρωση της επένδυσης,

η) σχέδιο καταστατικού, προκειμένου περί νεοϊδρυόμενης, ή καταστατικό της εταιρίας, προκειμένου περί υφισταμένης και

θ) άλλα στοιχεία που μπορεί να καθορίζει με απόφασή της η ΕΕΕΠ, με την οποία μπορούν να συμπληρώνονται, εξειδικεύονται και τροποποιούνται τα στοιχεία που απαιτείται να υποβάλλονται σε αυτή κατά το παρόν άρθρο, η διαδικασία υποβολής του, και να ρυθμίζεται κάθε άλλο ειδικό και τεχνικό θέμα και λεπτομέρεια ως προς θέματα που αποτελούν περιεχόμενο των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

2. Σε περίπτωση παραχωρησιούχου, τα στοιχεία που υποβάλλονται στην ΕΕΕΠ πρέπει να συνάδουν με τις υποχρεώσεις που αυτός έχει αναλάβει στο διαγωνισμό που έχει συμμετάσχει.

3. Προκειμένου περί εκδόσεως απόφασης άδειας ΕΚΑΖ σε εταιρία, η οποία:

α) είναι θυγατρική επιχείρησης που λειτουργεί καζίνο ή ασκεί δραστηριότητα τυχερών παιγνίων σε άλλο Κράτος, ή

β) ελέγχεται από τα ίδια φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τα οποία ελέγχουν επιχείρηση που δραστηριοποιείται στον χώρο των τυχερών παιγνίων σε άλλο κράτος η ΕΕΕΠ, πριν από την έκδοση απόφασης, ζητεί από την αιτούσα εταιρία να προσκομίσει βεβαίωση των αρμόδιων στη χώρα καταγωγής της εποπτικών αρχών, εφόσον υφίστανται, για τη σύννομη λειτουργία της, καθώς και εξουσιοδότηση της εταιρίας στην ΕΕΕΠ να ζητήσει η ίδια από τις αρχές αυτές οποιαδήποτε πληροφορία κρίνει απαραίτητη για να κρίνει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης απόφασης έναρξης λειτουργίας ΕΚΑΖ κατά τον παρόντα νόμο και αν υπάρχουν ικανοποιητικά εχέγγυα για τη σύννομη λειτουργίας της.

4. Η απόφαση της ΕΕΕΠ για την έναρξη λειτουργίας ΕΚΑΖ εκδίδεται κατόπιν ελέγχου της αιτήσεως, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 362. Η απόφαση απαριθμεί τις κύριες δραστηριότητες της ΕΚΑΖ, χωρίς να απαιτείται λεπτομερής απαρίθμηση στην άδεια επιμέρους δραστηριοτήτων, συναφών με τις περιγραφόμενες στην άδεια.

5. Η ΕΕΕΠ στην απόφαση έναρξης λειτουργίας δύναται, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, λαμβανομένων υπόψη και των όρων της σύμβασης παραχώρησης, να καθορίζει ειδικά θέματα που συνδέονται με την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και την προστασία του κοινωνικού συνόλου και διασφαλίσεις που πρέπει να αναλάβουν η ΕΚΑΖ ή, κατά περίπτωση, οι βασικοί μέτοχοι αυτής, για την εκπλήρωση και τήρηση των υποχρεώσεων που αναλαμβάνονται με τη χορήγηση της άδειας.

 

Άρθρο 368

Προϋποθέσεις έκδοσης απόφασης έναρξης λειτουργίας ΕΚΑΖ

1. Η έναρξη λειτουργίας του καζίνο προϋποθέτει την προσήκουσα πλήρωση τυχόν όρων και αιρέσεων που περιλαμβάνονται στην άδεια λειτουργίας ΕΚΑΖ, σύμφωνα με το περιεχόμενό της, που βεβαιώνεται με απόφαση της ΕΕΕΠ.

2. Η εκπλήρωση τυχόν υποχρεώσεων και η πλήρωση τυχόν όρων και αιρέσεων που αναλαμβάνει η ΕΚΑΖ με τη σύμβαση παραχώρησης ή την άδεια λειτουργίας, αντιστοίχως, που πρέπει να εκπληρωθούν ή πληρωθούν κατά τη διάρκεια λειτουργίας της, πιστοποιείται προοδευτικά από την αναθέτουσα αρχή ή, κατά περίπτωση, την ΕΕΕΠ. Προς το σκοπό αυτόν, η ΕΚΑΖ υποβάλλει στην αναθέτουσα αρχή ή, κατά περίπτωση, στην ΕΕΕΠ προοδευτικά, σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης παραχώρησης ή της άδειας λειτουργίας και το οικείο χρονοδιάγραμμα που περιέχεται σε αυτές: α) πλήρη αναφορά για την ολοκλήρωση της υλοποίησης των επιμέρους στοιχείων της επένδυσης ή την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που έχει αναλάβει ή των όρων και αιρέσεων που έχουν τεθεί, καθώς και β) στην οριστική τους μορφή τις απαιτούμενες τοπογραφικές, αρχιτεκτονικές, στατικές, ηλεκτρομηχανολογικές, περιβαλλοντικές και λοιπές μελέτες για τα κτίρια και τις εγκαταστάσεις όπου υλοποιείται η επένδυση, τις προβλεπόμενες οικοδομικές άδειες, λοιπές απαιτούμενες εγκρίσεις, άδειες και σήματα λειτουργίας, βεβαιώσεις, πιστοποιήσεις, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο, δεδομένο ή έγγραφο οφείλει να προσκομισθεί σύμφωνα με τη σύμβαση παραχώρησης ή την άδεια λειτουργίας, προς ενεργοποίηση τμημάτων της επένδυσης ή την έναρξη λειτουργίας τμημάτων του καζίνο ή άλλων επιμέρους δραστηριοτήτων, ιδίως εφόσον για την έναρξή τους απαιτείται η προσκομιδή εγκρίσεων ή αδειών. Εφόσον η επένδυση επιμερίζεται σε τμήματα, αυτά πρέπει να έχουν καταστεί πλήρως λειτουργικά για να αρχίσουν να λειτουργούν, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην άδεια λειτουργίας.

3. Με απόφαση της ΕΕΕΠ δύνανται να ρυθμίζονται ειδικά θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου ως προς θέματα της αρμοδιότητος της ΕΕΕΠ σε σχέση με τη χορηγούμενη από αυτή άδεια λειτουργίας.

 

Άρθρο 369

Χορήγηση άδειας ΕΚΑΖ σε επιχειρήσεις που διαθέτουν άδεια λειτουργίας καζίνο

1. Επιχείρηση λειτουργίας καζίνο, στην οποία έχει παραχωρηθεί άδεια καζίνο πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, δικαιούται, κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης στην ΕΕΕΠ, να ζητήσει τη χορήγηση άδειας λειτουργίας ΕΚΑΖ σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

2. Η αίτηση αναφέρει την κατηγορία της άδειας, της οποίας ζητείται η χορήγηση, και περιλαμβάνει τα στοιχεία των περιπτώσεων α΄, ε΄ και στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 367, που εφαρμόζεται αναλόγως, και τυχόν άλλα στοιχεία που μπορεί να καθορίζει με απόφασή της η ΕΕΕΠ. Στην περίπτωση της παραγράφου 7, η αίτηση περιλαμβάνει επίσης τα στοιχεία των περιπτ. β΄, γ΄, δ΄ και ζ΄ της παρ. 1 του άρθρου 367. Η άδεια λειτουργίας χορηγείται, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του πρώτου και τρίτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 362 του παρόντος νόμου, εφαρμοζομένης αναλόγως της παραγράφου 2 του άρθρου 362. Η ΕΕΕΠ αποφαίνεται αιτιολογημένα επί της αιτήσεως εντός δύο (2) μηνών από της υποβολής πλήρους φακέλου και, εφόσον χορηγηθεί άδεια λειτουργίας, τροποποιείται αναλόγως, το αργότερο εντός δύο (2) μηνών, η υφιστάμενη σύμβαση παραχώρησης μεταξύ του παραχωρησιούχου και του Ελληνικού Δημοσίου.

3. Από την ημερομηνία χορήγησης άδειας λειτουργίας ΕΚΑΖ κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου, παύουν να ισχύουν αυτοδικαίως η προγενέστερη άδεια και οι επιμέρους όροι της, ανεξαρτήτως του αν είναι ευμενέστεροι ή όχι, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στη νέα άδεια λειτουργίας ΕΚΑΖ, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος νόμου, και η ΕΚΑΖ υπάγεται στις διατάξεις του παρόντος νόμου.

4. Η χρονική διάρκεια των αδειών που παραχωρούνται κατά τη διαδικασία του παρόντος άρθρου καθορίζεται από την ΕΕΕΠ, για κάθε επιχείρηση ξεχωριστά, εντός του πλαισίου του άρθρου 359 του παρόντος νόμου. Κριτήρια για τον καθορισμό της χρονικής διάρκειας της νέας άδειας εντός των ορίων του άρθρου 359 του παρόντος νόμου αποτελούν το ύψος της επένδυσης, ο εκτιμώμενος για την απόσβεσή της αναγκαίος χρόνος, η στάθμιση του οφέλους της επιχείρησης ως εκ της αλλαγής των υποχρεώσεών της βάσει του άρθρου 374 του παρόντος νόμου σε σχέση με τις υφιστάμενες, λαμβανομένου υπόψη του χρόνου της παραχώρησης, καθώς και λοιπά κριτήρια που δύναται να ορίζει με κανονιστική απόφαση της ΕΕΕΠ.

5. Η χορηγούμενη σύμφωνα με το παρόν άρθρο άδεια λειτουργίας ΕΚΑΖ δύναται να ανανεώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 370 του παρόντος νόμου.

6. Η νέα άδεια λειτουργίας θα παρέχει όλα τα δικαιώματα και θα περιλαμβάνει τις υποχρεώσεις της ήδη υφιστάμενης, με εξαίρεση τη χρονική διάρκεια της άδειας και τις οικονομικές υποχρεώσεις, όπως αυτές προβλέπονται στο άρθρο 374 του παρόντος νόμου. Με την χορήγηση της νέας άδειας λειτουργίας τροποποιείται αυτοδικαίως ως προς τα θέματα που διαλαμβάνει η άδεια λειτουργίας της ΕΕΕΠ το περιεχόμενο τυχόν υφιστάμενης άδειας παραχώρησης, σύμφωνα και με την αίτηση που έχει υποβάλει η αιτούσα επιχείρηση, επιτρεπομένων και άλλων διαφοροποιήσεων που μπορεί να περιληφθούν σε τροποποίηση της σύμβασης παραχώρησης που μπορεί να καταρτισθεί μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, και της ΕΚΑΖ, προς τροποποίηση υφιστάμενης σύμβασης.

7. Η επιχείρηση μπορεί να ζητήσει δικαίωμα αποκλειστικής λειτουργίας καζίνο εντός της ζώνης στην οποία δικαιούται να ασκεί τη δραστηριότητά της ή και άλλης περιοχής που θα χωροθετηθεί με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Τουρισμού, ύστερα από γνώμη της ΕΕΕΠ. Η ΕΕΕΠ δύναται να εγκρίνει τη σχετική αίτηση και να περιλάβει δικαίωμα αποκλειστικής λειτουργίας στην άδεια λειτουργίας ΕΚΑΖ που θα εκδώσει, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 359 του παρόντος νόμου, εφόσον η επιχείρηση αναλάβει την υποχρέωση διενέργειας νέων επενδύσεων, που θα καθορισθούν στη σχετική σύμβαση παραχώρησης της επιχείρησης με το Ελληνικό Δημόσιο, νομίμως εκπροσωπούμενο από τον Υπουργό Οικονομικών, και σύμφωνα με τους όρους της παρούσας παραγράφου. Στην περίπτωση αυτή η επιχείρηση καταβάλλει αντάλλαγμα υπό μορφή ανάληψης υποχρέωσης ίδιας επένδυσης, όπως θα διαλαμβάνει η σχετική σύμβαση παραχώρησης που θα υπογράψει με το Ελληνικό Δημόσιο. Το ύψος του ανταλλάγματος καθορίζεται από Πιστοποιημένο Εκτιμητή, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4152/2013. Η αποτίμηση γίνεται λαμβανομένων υπόψη της χρονικής διάρκειας της άδειας υπό καθεστώς αποκλειστικότητας, της έκτασης της γεωγραφικής περιοχής στην οποία αυτή θα ισχύει, του εκτιμώμενου χρόνου απόσβεσης της επένδυσης, σε σχέση με το ύψος της, και λοιπών κριτηρίων που μπορούν να ορισθούν με κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας και Ανάπτυξης και Τουρισμού, ύστερα από γνώμη της ΕΕΕΠ. Με την ίδια απόφαση μπορούν να ρυθμίζονται η διαδικασία ορισμού του Πιστοποιημένου Εκτιμητή, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4152/2013 και λοιπά θέματα άσκησης του έργου, θέματα μεθοδολογίας της αποτίμησης και οποιοδήποτε άλλο ειδικό θέμα. Η ΕΕΕΠ αποφασίζει για τη χορήγηση δικαιώματος αποκλειστικής λειτουργίας καζίνο, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 359 του παρόντος νόμου, εφόσον κρίνει ότι η επένδυση είναι επωφελής και εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, λαμβάνοντας υπόψη τη μορφή και τους φορείς χρηματοδότησης της νέας επένδυσης, το δημοσιονομικό όφελος, τις νέες θέσεις εργασίας και τις εν γένει ωφέλειες που αναμένεται να προκύψουν από αυτήν για την εθνική οικονομία. Η καταρτιζόμενη σύμβαση παραχώρησης διαλαμβάνει τους όρους ανάπτυξης της επένδυσης και περιλαμβάνει μέτρα, τα οποία διασφαλίζουν ευλόγως, με όρους αγοράς, την προσήκουσα υλοποίηση της επένδυσης σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμά της και τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει η επιχείρηση. Οι όροι αυτοί αποτυπώνονται καταλλήλως και στην άδεια λειτουργίας, κατά την εύλογη κρίση της ΕΕΕΠ.

 

Άρθρο 370

Ανανέωση άδειας λειτουργίας ΕΚΑΖ

1. Με απόφαση της ΕΕΕΠ, ύστερα από αίτηση της ΕΚΑΖ, η άδεια λειτουργίας επιχείρησης καζίνο που έχει χορηγηθεί βάσει του παρόντος νόμου ανανεώνεται, για μία ή περισσότερες φορές, εφόσον συντρέχουν οι προς τούτο απαιτούμενες προϋποθέσεις του νόμου, για χρονική διάρκεια που καθορίζεται στην οικεία απόφαση της ΕΕΕΠ και η οποία για την κατηγορία καζίνο απλού τύπου κυμαίνεται μεταξύ πέντε (5) και δέκα (10) ετών και για την κατηγορία καζίνο ευρέος φάσματος δραστηριοτήτων μεταξύ δέκα (10) και είκοσι (20) ετών. Η σχετική αίτηση της ΕΚΑΖ πρέπει να υποβληθεί το αργότερο ένα (1) έτος πριν τη λήξη της ισχύουσας άδειάς της.

2. Η αίτηση για ανανέωση συνοδεύεται από πλήρη φάκελο που περιέχει όλα τα στοιχεία των περιπτώσεων α΄, ε΄ και στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 367, πλήρες επιχειρηματικό σχέδιο για τη λειτουργία του καζίνο κατά τη διάρκεια της αιτούμενης ανανέωσης και άλλα στοιχεία που μπορεί να καθορίζει με απόφασή της η ΕΕΕΠ.

3. Η απόφαση της ΕΕΕΠ για την ανανέωση της άδειας λειτουργίας ΕΚΑΖ εκδίδεται κατόπιν ελέγχου της αιτήσεως, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου για τη σύννομη λειτουργία ΕΚΑΖ, τηρουμένων των διατάξεων του πρώτου και τρίτου εδαφίου της παραγράφου 1 και της παραγράφου 2 του άρθρου 362.

4. Για την ανανέωση της άδειας λειτουργίας η ΕΚΑΖ καταβάλλει στο Ελληνικό Δημόσιο αντάλλαγμα για την παραχώρηση, αναλόγως του χρόνου ανανέωσης της αδείας. Το αντάλλαγμα δύναται να καταβάλλεται και υπό μορφή αντισταθμιστικών παροχών για τη διενέργεια επενδύσεων που αναλαμβάνει να διενεργήσει η ΕΚΑΖ, όπως μπορεί να ορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών και Τουρισμού ύστερα από γνώμη της ΕΕΕΠ. Με την ίδια απόφαση μπορούν να ρυθμίζονται κριτήρια για την αποτίμηση του οφέλους της ΕΚΑΖ, λόγω της ανανέωσης της άδειας λειτουργίας, από Πιστοποιημένο Εκτιμητή, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4152/2013, τον οποίο ορίζει η ΕΕΕΠ, η διαδικασία ορισμού του εν λόγω Πιστοποιημένου Εκτιμητή και λοιπά θέματα άσκησης του έργου, καθώς και οποιοδήποτε άλλο σχετικό ειδικό θέμα. Η καταρτιζόμενη σύμβαση παραχώρησης διαλαμβάνει τους όρους ανάπτυξης της επένδυσης και περιλαμβάνει μέτρα, τα οποία διασφαλίζουν ευλόγως, με όρους αγοράς, την προσήκουσα υλοποίησή της με το χρονοδιάγραμμά της και τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει η επιχείρηση. Οι όροι αυτοί αποτυπώνονται καταλλήλως και στην άδεια λειτουργίας, κατά την εύλογη κρίση της ΕΕΕΠ.

5. Με την ανανέωση της άδειας λειτουργίας, τυχόν υφιστάμενη στην τρέχουσα άδεια ρήτρα αποκλειστικότητας δεν ανανεώνεται.

 

Άρθρο 371

Διαρκείς υποχρεώσεις των ΕΚΑΖ σε θέματα οργάνωσης, λειτουργίας και στελέχωσής τους

1. Προς διασφάλιση της σύννομης λειτουργίας της και την αποφυγή συγκρούσεως συμφερόντων ή της ανάπτυξης μεθόδων που θα έθεταν σε κίνδυνο τα συμφέροντα των παικτών και την αγορά παιγνίων, η ΕΚΑΖ πρέπει να πληροί καθ΄ όλη τη διάρκεια λειτουργίας της τις προδιαγραφές:

α) για την οργάνωση και υποδομή που προβλέπονται στο άρθρο 363 ως προϋποθέσεις για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας,

β) για τη διοίκηση και τα διευθυντικά στελέχη, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 364 για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας της, και

γ) για την αξιοπιστία και καταλληλότητα των μετόχων με ειδική συμμετοχή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 365.

Οι ΕΚΑΖ οφείλουν να συμμορφώνονται καθ΄ όλη τη διάρκεια λειτουργίας τους με τις οργανωτικές και λειτουργικές απαιτήσεις του παρόντος άρθρου, με τους κανόνες δεοντολογίας που θεσπίζει η ΕΕΕΠ και διέπουν τις σχετικές δραστηριότητες και, εν γένει, με τους κανόνες που θέτουν οι ίδιες με τον Εσωτερικό Κανονισμό τους.

2. Οι ΕΚΑΖ εφαρμόζουν κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες για να εξασφαλίζεται επαρκώς η συμμόρφωσή τους, συμπεριλαμβανομένων των στελεχών, υπαλλήλων και εν γένει του προσωπικού τους, με τις υποχρεώσεις που υπέχουν από τις διατάξεις του νόμου αυτού, καθώς και κανόνες για τη διενέργεια συναλλαγών σε καζίνο.

3. Οι ΕΚΑΖ διαθέτουν και εφαρμόζουν καθ΄ όλη τη διάρκεια λειτουργίας τους Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας, που περιέχει αποτελεσματικές οργανωτικές και διοικητικές ρυθμίσεις, ώστε να ενεργούν όλα τα ευλόγως πρακτέα προκειμένου να τηρούν τις διατάξεις της νομοθεσίας και να μην επηρεάζονται αρνητικά τα συμφέροντα των παικτών. Οφείλουν επίσης να διαθέτουν υγιείς και αποτελεσματικές διοικητικές και λογιστικές διαδικασίες, μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, αποτελεσματικές διαδικασίες εκτίμησης των κινδύνων και κατάλληλους μηχανισμούς ελέγχου και ασφάλειας των συστημάτων ηλεκτρονικής επεξεργασίας δεδομένων και λειτουργίας των παιγνίων. Λαμβάνουν επίσης όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζεται η συνεχής και κανονική εκτέλεση των δραστηριοτήτων τους και χρησιμοποιούν για τον σκοπό αυτόν κατάλληλα και ανάλογα συστήματα, μέσα και διαδικασίες, σύμφωνα με τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας τους.

4. Οι ΕΚΑΖ καταγράφουν όλες τις δραστηριότητές τους, τις υπηρεσίες που παρέχουν και τις συναλλαγές που εκτελούν, κατά τρόπο που να επιτρέπει στην ΕΕΕΠ να ελέγχει τη συμμόρφωσή τους με τις απαιτήσεις του παρόντος νόμου, περιλαμβανομένων των υποχρεώσεών τους έναντι των παικτών ή των εν δυνάμει παικτών.

5. Σε περίπτωση αλλαγής μελών του Διοικητικού Συμβουλίου ή άλλων διοικητικών στελεχών της παραγράφου 1 του άρθρου 364, η ΕΚΑΖ γνωστοποιεί στην ΕΕΕΠ την αλλαγή και τα στοιχεία των νέων προσώπων που αναλαμβάνουν και ασκούν τα σχετικά καθήκοντα, με όλα τα απαιτούμενα για την αξιολόγησή τους δικαιολογητικά και πληροφορίες, αντίστοιχα με εκείνα που παρέχονται σ΄ αυτή κατά τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας, εντός δέκα (10) ημερών από την ανάληψη των καθηκόντων τους. Η ΕΕΕΠ αξιολογεί τα νέα πρόσωπα, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων του άρθρου 364, και, εφόσον κρίνει με αιτιολογημένη απόφασή της ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό τους οι απαραίτητες προϋποθέσεις, ζητεί εντός εξήντα (60) ημερών από της γνωστοποιήσεως σ΄ αυτήν των στοιχείων των νέων προσώπων την απομάκρυνση και αντικατάστασή τους. Τέτοια απόφαση μπορεί να λάβει η ΕΕΕΠ και σε οποιαδήποτε φάση λειτουργίας της ΕΚΑΖ ως προς τα πρόσωπα αυτά, εφόσον περιέλθουν σε γνώση της στοιχεία που θα οδηγούσαν σε μη αποδοχή τους ως μελών του Διοικητικού Συμβουλίου ή διευθυντικών στελεχών της ΕΚΑΖ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 364, αφού παράσχει στην ΕΚΑΖ προσηκόντως δικαίωμα προηγούμενης ακροάσεως.

6. Η ΕΕΕΠ με αιτιολογημένη απόφασή της δύναται να ζητήσει από ΕΚΑΖ την απομάκρυνση οποιουδήποτε προσώπου από αυτά που περιγράφονται στην παραγράφου 1 του άρθρου 364, εφόσον αυτό, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, θέτει σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία της ΕΚΑΖ, αφού παράσχει στην τελευταία προσηκόντως δικαίωμα προηγούμενης ακροάσεως.

7. Με τον Κανονισμό Παιγνίων της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011 και, γενικώς, με αποφάσεις της ΕΕΕΠ, μπορεί να ορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο πιστοποίησης της καταλληλότητας των προσώπων της παραγράφου 3, τα αρμόδια όργανα για την εξέταση των αιτήσεων και γνωστοποιήσεων, τα ακριβή στοιχεία, έγγραφα και δικαιολογητικά που πρέπει, κατά περίπτωση, να υποβάλλονται, ο χρόνος υποβολής, οι προθεσμίες επανεξέτασης και επαναξιολόγησης των αιτήσεων και γνωστοποιήσεων, οι θέσεις, τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες που χρήζουν ελέγχου καταλληλότητας για τα πρόσωπα που κατέχουν και ασκούν αυτές, οι διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του άρθρου αυτού, καθώς και κάθε άλλο ειδικό θέμα.

8. Με την έναρξη ισχύος των διατάξεων του Κανονισμού Παιγνίων της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/ 2011 ή των σχετικών με τα θέματα του παρόντος άρθρου αποφάσεων της ΕΕΕΠ, οι ΕΚΑΖ υποβάλλουν τις, κατά περίπτωση, γνωστοποιήσεις ή αιτήσεις πιστοποίησης του άρθρου αυτού με τον τρόπο και στον χρόνο που ορίζει η ΕΕΕΠ.

9. Δελτία καταλληλότητας που έχουν εκδοθεί για πρόσωπα που απασχολούνται σε επιχειρήσεις καζίνο σύμφωνα με τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο έκδοσή τους, εξακολουθούν να ισχύουν και για το προσωπικό που θα απασχολείται στις ΕΚΑΖ, με την επιφύλαξη όσων δύναται με αποφάσεις της να ρυθμίζει η ΕΕΕΠ για την επαναξιολόγηση των προσώπων αυτών στο πλαίσιο των διατάξεων του παρόντος νόμου.

10. Με απόφαση της ΕΕΕΠ μπορούν να εξειδικεύονται οι υποχρεώσεις που προβλέπονται για τις ΕΚΑΖ στο παρόν άρθρο.

 

Άρθρο 372

Λειτουργία, εποπτεία και έλεγχος των ΕΚΑΖ

1. Οι ΕΚΑΖ υπόκεινται κατά τη λειτουργία τους στις διατάξεις της υφιστάμενης νομοθεσίας για τα τυχερά παίγνια, οι οποίες εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις που λειτουργούν καζίνο, εκτός και αν από τις διατάξεις του παρόντος νόμου συνάγεται το αντίθετο. Με απόφαση της ΕΕΕΠ μπορούν να διευκρινίζονται θέματα ως προς την εφαρμογή και στις ΕΚΑΖ εποπτικών διατάξεων της υφιστάμενης νομοθεσίας για τα τυχερά παίγνια που εφαρμόζονται στις ήδη λειτουργούσες επιχειρήσεις καζίνο.

2. Η λειτουργία των ΕΚΑΖ εξαιρείται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις ωραρίων ομοειδών επιχειρήσεων.

3. Επί των ακαθαρίστων εσόδων των ΕΚΑΖ και των επιχειρήσεων που λειτουργούν εντός αυτών επιβάλλονται τέλη υπέρ των Δήμων, μέσα στα διοικητικά όρια των οποίων βρίσκονται οι ΕΚΑΖ, σε ποσοστό δύο τοις εκατό (2%).

4. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της ΕΕΕΠ, ιδίως για τη συλλογή στοιχείων προς διενέργεια των ελέγχων που απαιτούνται για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας και τη βεβαίωση εκπλήρωσης των υποχρεώσεων των ΕΚΑΖ σύμφωνα με τα άρθρα 363, 364, 365, 369, 370, 371, 373 και το παρόν άρθρο, δεν εφαρμόζονται οι περιορισμοί της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας περί επαγγελματικού απορρήτου. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου και την άσκηση των εν γένει εποπτικών της καθηκόντων, η ΕΕΕΠ, μέσω των εντεταλμένων οργάνων της, έχει πλήρη πρόσβαση σε όλα τα στοιχεία που τηρούν οι ΕΚΑΖ. Το προσωπικό, τα εντεταλμένα όργανα και τα στελέχη της ΕΕΕΠ, εις γνώση των οποίων περιέρχονται πληροφορίες και στοιχεία κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, υποχρεούνται στην τήρηση των διατάξεων περί εχεμύθειας του άρθρου 26 του ν. 3528/2007 (Α΄ 26).

5. Η ΕΕΕΠ δικαιούται να ελέγχει, η ίδια ή μέσω ορκωτών ελεγκτών λογιστών: α) τα βιβλία και στοιχεία που οφείλουν να τηρούν οι ΕΚΑΖ σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και των κατ΄ εξουσιοδότηση αυτού εκδιδομένων κανονιστικών πράξεων, καθώς και β) τις χρηματοοικονομικές τους καταστάσεις. Οι ΕΚΑΖ υποχρεούνται να παρέχουν στην ΕΕΕΠ και τα όργανα που αυτή εντέλλεται για τη διενέργεια του ελέγχου όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την άσκησή του, με τον τρόπο και στον χρόνο που αυτή ορίζει, χωρίς οι ΕΚΑΖ να μπορούν να αντιτάξουν επαγγελματικό απόρρητο.

 

Άρθρο 373

Μεταβίβαση μετοχών ΕΚΑΖ

1. Μέτοχος ΕΚΑΖ, που προτίθεται να μεταβιβάσει μετοχές της, έτσι ώστε με τη μεταβίβαση το ποσοστό συμμετοχής του στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας να κατέρχεται των ποσοστών 10%, 20%, 33%, 50% ή 66,7% του μετοχικού της κεφαλαίου ή των μετοχών με δικαίωμα ψήφου ή εφόσον η εταιρία παύσει να είναι θυγατρική του μεταβιβάζοντος, υποχρεούται να ενημερώσει την ΕΕΕΠ τουλάχιστον ένα (1) μήνα πριν από τη μεταβίβαση των μετοχών. Από τη διάταξη αυτή εξαιρείται η μεταβίβαση μετοχών λόγω γονικής παροχής. Επίσης, μέτοχος ΕΚΑΖ, που προτίθεται να αποκτήσει μετοχές με σύμβαση, έτσι ώστε με τη μεταβίβαση το ποσοστό συμμετοχής του στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας να ξεπεράσει τα ποσοστά 10%, 20%, 33%, 50% ή 66,6% του μετοχικού της κεφαλαίου ή των μετοχών με δικαίωμα ψήφου ή όταν η ΕΚΑΖ καθίσταται θυγατρική του υποχρεούται να ενημερώσει την ΕΕΕΠ τουλάχιστον ένα (1) μήνα πριν από την απόκτηση των μετοχών.

2. Η ΕΕΕΠ εκτιμά την καταλληλότητα του αποκτώντος για την διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης της εταιρίας και δύναται να εναντιωθεί με αιτιολογημένη απόφασή της στη σκοπούμενη μεταβίβαση αν κρίνει ότι στο πρόσωπο του αποκτώντος δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις καταλληλότητας. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 9 του άρθρου 365 ως προς τα κριτήρια καταλληλότητας των μετόχων με ειδική συμμετοχή και για έμμεση συμμετοχή εφαρμόζονται αναλόγως και στο παρόν άρθρο.

3. Μετοχές που αποκτώνται χωρίς την τήρηση της ως άνω διαδικασίας ή παρά την εναντίωση της ΕΕΕΠ δεν παρέχουν δικαίωμα ψήφου ούτε δικαιούνται μερίσματος, εκτός και αν η ΕΕΕΠ παράσχει σχετική έγκριση μεταβίβασης κατόπιν ελέγχου καταλληλότητας του αποκτώντος κατά τα ανωτέρω.

4. Κάθε μεταβίβαση μετοχών ΕΚΑΖ γνωστοποιείται στην ΕΕΕΠ από την ΕΚΑΖ μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την καταχώρισή της στα βιβλία μετόχων της ΕΚΑΖ. Μέτοχοι ΕΚΑΖ υποχρεούνται να ανακοινώνουν στην εταιρία χωρίς υπαίτια βραδύτητα κάθε συμφωνία για μεταβίβαση μετοχών.

5. Ως προς τις ΕΚΑΖ, οι μετοχές των οποίων είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά, αντί των διατάξεων των προηγουμένων παραγράφων, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παρ. 2 και 2α του άρθρου 40 του ν. 4002/2011.

6. Με απόφασή της η ΕΕΕΠ μπορεί να εξειδικεύει τα κριτήρια για τη χορήγηση της άδειας της παραγράφου 1 και να ρυθμίζει κάθε ειδικό θέμα, διαδικασία και λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

 

Άρθρο 374

Οικονομικές υποχρεώσεις ΕΚΑΖ

1. Το Ελληνικό Δημόσιο συμμετέχει στο μικτό κέρδος (ακαθάριστα έσοδα) των τυχερών παιγνίων των ΕΚΑΖ, κατά την έννοια της περίπτωση ιβ΄ του άρθρου 25 του ν. 4002/2011, όπως τροποποιείται με την παράγραφο 9 του άρθρου 379 του παρόντος νόμου, ως τοιούτων νοουμένων των εταιριών που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, μέχρι ποσού εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) ευρώ με ενιαίο συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%), με την επιφύλαξη της διατάξεως του επόμενου εδαφίου. Ο νέος συντελεστής των επιχειρήσεων που υπάγονται στον παρόντα νόμο σύμφωνα με το άρθρο 369 θα είναι σε κάθε περίπτωση κατά τέσσερις μονάδες κατώτερος του συντελεστή που εφαρμόζεται σήμερα στην κάθε λειτουργούσα επιχείρηση συντελεστή.

2. Στο μικτό κέρδος άνω των εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) ευρώ και μέχρι των διακοσίων εκατομμυρίων (200.000.000) ευρώ, το ποσοστό συμμετοχής του Δημοσίου είναι δεκαπέντε τοις εκατό (15%).

3. Στο μικτό κέρδος άνω των διακοσίων εκατομμυρίων (200.000.000) ευρώ και μέχρι των πεντακοσίων εκατομμυρίων (500.000.000) ευρώ, το ποσοστό συμμετοχής του Δημοσίου είναι δώδεκα τοις εκατό (12%).

4. Στο μικτό κέρδος άνω των πεντακόσιων εκατομμυρίων (500.000.000), το ποσοστό συμμετοχής του Δημοσίου είναι οκτώ τοις εκατό (8%).

5. Οι συντελεστές συμμετοχής του Δημοσίου στο μικτό κέρδος των τυχερών παιγνίων των ΕΚΑΖ των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου του επομένου έτους κατά το οποίο τους χορηγήθηκε άδεια λειτουργίας ΕΚΑΖ κατά το άρθρο 369 του παρόντος νόμου, ύστερα από αίτησή τους. Εφόσον η αίτηση έχει υποβληθεί μέχρι τις 31 Οκτωβρίου ημερολογιακού έτους και η άδεια χορηγηθεί το πρώτο τρίμηνο του αμέσως επομένου ημερολογιακού έτους, από την 1η Ιουλίου του έτους αυτού εφαρμόζεται ο ενιαίος συντελεστής της παραγράφου 1 στο μικτό κέρδος των τυχερών παιγνίων των ΕΚΑΖ και από την 1η Ιανουαρίου του επομένου ημερολογιακού έτους εφαρμόζονται οι συντελεστές των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου. Για ΕΚΑΖ που λαμβάνουν άδεια λειτουργίας σύμφωνα με διατάξεις του παρόντος νόμου για τη λειτουργία νέων καζίνο, ύστερα από πλειοδοτικό διαγωνισμό, οι συντελεστές των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου αυτοί εφαρμόζονται από την έναρξη λειτουργίας τους.

6. Οι ΕΚΑΖ καταβάλλουν ειδικό ετήσιο τέλος για την κατοχή άδειας λειτουργίας καζίνο, ίσο με το ένα τοις εκατό (1%) των ακαθάριστων εσόδων (μικτό κέρδος) των τυχερών παιγνίων που διεξάγουν.

7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ρυθμίζονται ειδικά θέματα για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

 

Άρθρο 375

Ανάκληση και αναστολή άδειας λειτουργίας ΕΚΑΖ

1. Η ΕΕΕΠ, πέραν των περιπτώσεων που προβλέπονται στους οικείους όρους των συμβάσεων παραχώρησης, ανακαλεί την άδεια λειτουργίας ΕΚΑΖ και στις εξής περιπτώσεις:

α) εάν η ΕΚΑΖ παραβιάζει διατάξεις της νομοθεσίας σε σχέση με τις οργανωτικές υποχρεώσεις και τους κανόνες δεοντολογίας, τίθενται σε κίνδυνο τα συμφέροντα του κοινωνικού συνόλου και, γενικότερα, το δημόσιο συμφέρον και με τρόπο ώστε η ΕΕΕΠ να κρίνει ότι συντρέχουν προϋποθέσεις που θα οδηγούσαν σε απόρριψη της αίτησης χορήγησης άδειας λειτουργίας ΕΚΑΖ, ιδίως όταν η ΕΚΑΖ έχει υποπέσει σε σοβαρές και επανειλημμένες παραβάσεις διατάξεων της νομοθεσίας, που καθιστούν τη λειτουργία της επικίνδυνη για τους παίκτες και την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς παιγνίων,

β) εάν η ΕΚΑΖ δεν πληροί τις προϋποθέσεις των άρθρων 359, 361, 363, 365, 371 και 372 του παρόντος νόμου και, εν γένει, δεν τηρεί τις υποχρεώσεις της που προκύπτουν από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, του Κανονισμού Παιγνίων της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011 ή των σχετικών με κανόνες λειτουργίας και εποπτείας της αποφάσεων της ΕΕΕΠ, περιλαμβανομένων εκείνων που εκδίδονται κατ΄ εξουσιοδότηση του παρόντος νόμου, καθώς και τις διατάξεις της νομοθεσίας για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και για τη λειτουργία της αγοράς παιγνίων, και

γ) εάν τα ίδια κεφάλαιά της υπολείπονται του ελάχιστου μετοχικού κεφαλαίου που οφείλει να διαθέτει, σύμφωνα με το άρθρο 361 του παρόντος νόμου για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών από την ημερομηνία έγκρισης από τη γενική συνέλευση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων στις οποίες αποτυπώνεται το έλλειμμα ή, εφόσον οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις δεν έχουν εγκριθεί εμπροθέσμως, από την τελευταία ημέρα στην οποία αυτές έπρεπε να έχουν εγκριθεί από τη γενική συνέλευση σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.

2. Η ανάκληση της άδειας λειτουργίας μπορεί να έχει ως αντικείμενο και ορισμένες μόνον από τις δραστηριότητες λειτουργίας τυχερών παιγνίων που περιλαμβάνει η άδεια λειτουργίας ΕΚΑΖ.

3. Πριν προχωρήσει στην ανάκληση της άδειας λειτουργίας, η ΕΕΕΠ κοινοποιεί στην ΕΚΑΖ τις διαπιστωθείσες ελλείψεις ή παραβάσεις και της γνωστοποιεί την απόφαση που έχει λάβει να προχωρήσει σε ανάκληση της άδειας λειτουργίας, εάν η ΕΚΑΖ δεν λάβει τα κατάλληλα μέτρα εντός προθεσμίας που της τάσσει, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τρεις (3) μήνες από την κοινοποίηση της αποφάσεως. Μετά την πάροδο της προθεσμίας και αφού λάβει υπόψη της τις θέσεις της ΕΚΑΖ, η ΕΕΕΠ αποφασίζει οριστικώς. Σε περίπτωση που επιχείρηση Καζίνο διακόψει για οποιονδήποτε λόγο τη λειτουργία της, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να διορίσει προσωρινή διοίκηση με αποκλειστικό σκοπό τη συνέχιση της λειτουργίας της έως τη χορήγηση της άδειας σε νέο παραχωρησιούχο.»

4. Η ΕΕΕΠ μπορεί με απόφασή της να αναστέλλει προσωρινά την άδεια λειτουργίας ΕΚΑΖ, εφόσον διαπιστώνει ότι αυτή παραβιάζει τη νομοθεσία, έτσι ώστε η λειτουργία της να δημιουργεί σοβαρούς κινδύνους για τους παίκτες και την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς τυχερών παιγνίων. Αντικείμενο της απόφασης μπορεί να είναι και η αναστολή της άδειας ασκήσεως συγκεκριμένων λειτουργιών και δραστηριοτήτων της ΕΚΑΖ, που καθορίζονται στην απόφαση. Η διάρκεια της αναστολής δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες. Στην απόφαση αναστολής της άδειας λειτουργίας ΕΚΑΖ μπορεί να τίθεται από την ΕΕΕΠ στην ΕΚΑΖ σύντομη προθεσμία, μέσα στην οποία αυτή οφείλει να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την παύση των παραβάσεων ή την άρση των συνεπειών τους.

5. Η απόφαση με την οποία επιβάλλεται προσωρινή αναστολή είναι αμέσως εκτελεστή και γνωστοποιείται στην ΕΚΑΖ με κάθε πρόσφορο μέσο. Το αργότερο με την παρέλευση του χρόνου αναστολής και αφού λάβει υπόψη τις θέσεις της ΕΚΑΖ, η ΕΕΕΠ αποφασίζει είτε την άρση της αναστολής είτε την ανάκληση της άδειας λειτουργίας της ΕΚΑΖ. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις ή ύστερα από αίτηση της ίδιας της ΕΚΑΖ, η αναστολή λειτουργίας μπορεί να παραταθεί για άλλες σαράντα πέντε (45) ημέρες κατ΄ ανώτατο όριο μετά τη λήξη του χρόνου ισχύος της πρώτης αναστολής.

 

Άρθρο 376

Κυρώσεις

1. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος νόμου επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 51 του ν. 4002/2011, δύναται δε η ΕΕΕΠ να επιβάλει τις κυρώσεις αυτές πέραν της ΕΚΑΖ, και στα μέλη του Διοικητικού της Συμβουλίου και σε λοιπά υπαίτια πρόσωπα, συνδεόμενα καθ΄ οιονδήποτε τρόπο με αυτές, που παραβιάζουν τις ανωτέρω διατάξεις. Με τον Κανονισμό Παιγνίων της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν.4002/2011 ή τις σχετικές με τα θέματα αυτά αποφάσεις της ΕΕΕΠ, καθορίζονται το είδος και το ύψος των επιβαλλόμενων διοικητικών κυρώσεων, εντός των ορίων που θέτουν οι κείμενες διατάξεις, ανά παράβαση ή ανά κατηγορία παραβάσεων ή ανά τεχνικό μέσο και υλικό και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια. Η ΕΕΕΠ κατά την επιβολή της κύρωσης και προς επιμέτρηση του προστίμου λαμβάνει υπόψη τη βαρύτητα και τη σημασία της παράβασης.

2. Οι κυρώσεις της παραγράφου 1 επιβάλλονται από την ΕΕΕΠ και σε περίπτωση που η ΕΚΑΖ ή οι μέτοχοι αυτής δεν τηρήσουν υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν και υπέχουν είτε συμβατικώς είτε εκ του νόμου, με τη σύμβαση παραχώρησης και σύμφωνα με την άδεια που χορηγείται στην ΕΚΑΖ.

3. Η παρακολούθηση, η εποπτεία και ο έλεγχος της τήρησης όλων των προβλεπόμενων διαδικασιών και υποχρεώσεων που απαιτούνται για την ορθή λειτουργία των ΕΚΑΖ, ασκούνται από την ΕΕΕΠ, σύμφωνα με τα ειδικώς προβλεπόμενα στην άδεια λειτουργίας, στον Κανονισμό Παιγνίων της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011 ή τις σχετικές με τα θέματα αυτά αποφάσεις της ΕΕΕΠ, στο άρθρο 18 του ν. 3229/2004 και στις κείμενες διατάξεις.

 

Άρθρο 377

Καταργούμενες, τροποποιούμενες και μεταβατικές διατάξεις

1. Οι περιπτώσεις α΄ έως ια΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2206/1994 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Για τη χορήγηση νέων αδειών λειτουργίας καζίνο απαιτείται η έκδοση κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας και Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Τουρισμού, κατόπιν γνώμης της ΕΕΕΠ, για τη χωροθέτηση της άδειας. Κατά τη χωροθέτηση της άδειας δεν θίγονται τυχόν δικαιώματα επιχειρήσεων που διαθέτουν άδεια λειτουργίας καζίνο.»

2. Η παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 2206/1994 καταργείται και εισάγεται νέα παράγραφος 2 ως εξής:

Α. Η περίπτ. ιβ΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2206/ 1994 αναριθμείται ως περίπτωσης α΄ της νέας παρ. 2.

Β. Στην παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 2206/1994 προστίθενται νέα περίπτωση β΄ που έχει ως εξής:

«β. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών χορηγείται ανά μία άδεια λειτουργίας καζίνο στην Κρήτη, στη Μύκονο και στη Σαντορίνη, στη γεωγραφική θέση που θα ορισθεί με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Τουρισμού.»

3. Η παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 2206/1994 αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Απαγορεύεται η μεταφορά των καζίνο των επιχειρήσεων στις οποίες έχει χορηγηθεί άδεια βάσει του παρόντος νόμου εκτός των γεωγραφικών θέσεων που ορίζονται στην οικεία άδεια, για όλη τη διάρκεια του χρόνου της άδειας. Ειδικώς για τις παρακάτω επιχειρήσεις, το καζίνο μπορεί να μεταφερθεί και εντός των παρακάτω ζωνών ανά επιχείρηση καζίνο, για όλη τη διάρκεια του χρόνου της άδειας:

α) Για το καζίνο που λειτουργεί στη θέση του Μον Παρνές στην Πάρνηθα είτε στη θέση αυτή είτε στην περιοχή που έχει χωροθετηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 6 επ. του ν. 4499/2017 (Α΄ 176), υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ορίζονται στις οικείες διατάξεις.

β) Για το καζίνο που λειτουργεί στην κοινότητα Νέου Ρυσίου Θεσσαλονίκης, εντός του νομού Θεσσαλονίκης μέσα σε περιμετρική ζώνη δεκαπέντε (15) χιλιομέτρων από την πλατεία Αριστοτέλους της Θεσσαλονίκης.

γ) Για το καζίνο που λειτουργεί στις εγκαταστάσεις στο Δήμο Λουτρακίου - Αγίων Θεοδώρων, θέση Λειβαδάκι (Ο.Τ.Α. 278, Α279), εντός του Δήμου Λουτρακίου-Περαχώρας.

δ) Για το καζίνο που λειτουργεί στην κοινότητα του Ρίο στον νομό Αχαΐας, εντός του νομού Αχαΐας.

ε) Για το καζίνο που προβλέπεται σύμφωνα με το ν. 2206/1994 να λειτουργήσει, εντός του νομού της Φλώρινας.

στ) Για το καζίνο που λειτουργεί στο Δήμο Κέρκυρας, εντός της νήσου Κέρκυρας.

ζ) Για το καζίνο που λειτουργεί στο Δήμο Σύρου-Ερμούπολης, εντός της νήσου Σύρου.»

4. Καταργείται η εξαίρεση που περιέχεται στο πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παρ. 2 του άρθρου 92 του ν. 4182/2013 (Α΄ 185) ως προς τον έλεγχο και την εποπτεία των θεμάτων που αφορούν στα αντισταθμιστικά οφέλη, τα οποία έχουν συμβατικά αναλάβει να παρέχουν τα καζίνο, καθώς και το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παρ. 2 του άρθρου 92 του ν. 4182/2013.

5. Οι ΕΚΑΖ που λαμβάνουν άδεια λειτουργίας σύμφωνα με διατάξεις του παρόντος νόμου για τη λειτουργία νέων καζίνο, ύστερα από πλειοδοτικό διαγωνισμό, δεν υπέχουν υποχρέωση επιβολής εισιτηρίου για την είσοδο στο χώρο των «μηχανημάτων» ή των «τραπεζιών» των επιχειρήσεων καζίνο κατά την περίπτωση 9, της υποπαραγράφων Ε.7. της παρ. Ε., του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α΄ 222). Επιχειρήσεις που διαθέτουν άδεια λειτουργίας καζίνο και λαμβάνουν άδεια λειτουργίας ΕΚΑΖ σύμφωνα με το άρθρο 369 του παρόντος νόμου παύουν να υπέχουν την υποχρέωση επιβολής εισιτηρίου για την είσοδο στο χώρο των «μηχανημάτων» ή των «τραπεζιών» των επιχειρήσεων καζίνο, κατά την αμέσως ανωτέρω διάταξη, από την πρώτη ημέρα του δεύτερου ημερολογιακού μήνα από τη χορήγηση σε αυτές από την ΕΕΕΠ άδειας λειτουργίας ΕΚΑΖ. Οι επιχειρήσεις καζίνο, στις οποίες χορηγήθηκε άδεια σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2206/1994 και του ν. 3139/2003, που έχουν υποχρέωση επιβολής εισιτηρίου για την είσοδο στους ως άνω χώρους, δύνανται, μετά από αίτησή τους προς την ΕΕΕΠ, να μην το επιβάλουν. Στην περίπτωση αυτή, από της παύσεως επιβολής εισιτηρίου, εφόσον το ποσό της συμμετοχής του Ελληνικού Δημοσίου επί του μικτού κέρδους υπολείπεται, κατά ημερολογιακό μήνα, του αθροίσματος του ποσού της συμμετοχής του Ελληνικού Δημοσίου και του εσόδου του Ελληνικού Δημοσίου από τα εισιτήρια του αντιστοίχου ημερολογιακού μήνα του έτους 2016, οι επιχειρήσεις αυτές υποχρεούνται να καταβάλουν στο Ελληνικό Δημόσιο τη διαφορά αυτή, μαζί με το ειδικό ετήσιο τέλος για την κατοχή άδειας λειτουργίας καζίνο. Με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π. καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή της διάταξης της παραγράφου αυτής.

6. Ειδικώς για την άδεια του στοιχείου ιβ΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2206/1994, το οποίο αριθμήθηκε ως στοιχείο α΄ της νέας παραγράφου 2 του ιδίου άρθρου και το πρώτο της εδάφιο αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, ο πλειοδοτικός διαγωνισμός για την επιλογή του παραχωρησιούχου νέας άδειας καζίνο διενεργείται από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος δύναται να αναθέσει τη διενέργεια μέρους ή όλου του πλειοδοτικού διαγωνισμού στην ΕΕΕΠ. Για τη διενέργεια του πλειοδοτικού διαγωνισμού εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 362. Όπου στο τελευταίο άρθρο γίνεται λόγος για την ΕΕΕΠ ως αρχή που διενεργεί τον πλειοδοτικό διαγωνισμό, για την περίπτωση του διαγωνισμού του στοιχείου α΄ της νέας παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 2206/1994 ως αναθέτουσα αρχή νοείται ο Υπουργός Οικονομικών.

7. Με την επιφύλαξη του άρθρου 378, διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας για τις επιχειρήσεις καζίνο που έρχονται σε αντίθεση με διατάξεις του παρόντος νόμου για τις ΕΚΑΖ δεν εφαρμόζονται ως προς τις τελευταίες και εξακολουθούν να ισχύουν για τις επιχειρήσεις που διαθέτουν ήδη άδεια καζίνο σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2206/1994 και του ν. 3139/2003. Διατάξεις της νομοθεσίας για τη ρύθμιση της αγοράς παιγνίων που εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις καζίνο που λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2206/1994 και του ν. 3139/2003 εφαρμόζονται και στις ΕΚΑΖ, εκτός και αν έρχονται σε αντίθεση με διατάξεις του παρόντος νόμου για τις ΕΚΑΖ. Με απόφαση της ΕΕΕΠ μπορούν να διευκρινίζονται θέματα ως προς την εφαρμογή και στις ΕΚΑΖ διατάξεων της υφιστάμενης νομοθεσίας για την εποπτεία των καζίνο και να καθορίζεται επέκταση της εφαρμογής τους και στις ΕΚΑΖ.

8. Η περίπτωση ιβ΄ του άρθρου 25 του ν. 4002/2011 αντικαθίσταται ως εξής:

«ιβ) «Μικτό Κέρδος» (Gross Gaming Revenue ή Gross Gaming Yield): το χρηματικό ποσό που απομένει εάν από το συνολικό χρηματικό ποσό συμμετοχής των παικτών αφαιρεθούν τα αποδιδόμενα σε αυτούς ποσά. Στην περίπτωση παιγνίων, στα οποία οι παίκτες συμμετέχουν αγωνιζόμενοι ο ένας εναντίον του άλλου (peer to peer games), το μικτό κέρδος ισούται με την προμήθεια (γκανιότα ή rake ή commission), που παρακρατείται από το πρόσωπο που διοργανώνει ή/και διεξάγει το παίγνιο, ανάλογα με τη συμμετοχή κάθε παίκτη.»

 

Άρθρο 378

Γενικές διατάξεις που εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις που λειτουργούν καζίνο

1. Με την επιφύλαξη της διάταξης της παραγράφου 26 του παρόντος άρθρου, όλες οι επιχειρήσεις που λειτουργούν καζίνο, τόσο εκείνες που έχουν λάβει άδεια καζίνο σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2206/1994 και του ν. 3139/2003, όσο και αυτές που θα λάβουν άδεια λειτουργίας ΕΚΑΖ σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, οφείλουν να συμμορφώνονται προς τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

2. Απαγορεύεται η είσοδος στο καζίνο ατόμων που δεν έχουν συμπληρώσει το εικοστό πρώτο (21) έτος της ηλικίας τους.

3. Οι επιχειρήσεις που λειτουργούν καζίνο υποχρεούνται να λαμβάνουν μέτρα δέουσας επιμέλειας σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις για την πρόληψη, την καταστολή και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και δικαιούνται να απαγορεύουν την είσοδο ή να επιβάλουν την αποχώρηση οποιουδήποτε προσώπου εμπίπτει στις σχετικές απαγορεύσεις σύμφωνα με τον Κανονισμό Παιγνίων της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180) ή τις σχετικές με τα θέματα αυτά αποφάσεις της Ε.Ε.Ε.Π. Για κάθε απαγόρευση εισόδου ή επιβολή αποχώρησης και την αιτιολογία αυτών ενημερώνεται αμελλητί η ΕΕΕΠ, καθώς και κάθε άλλη αρμόδια αρχή, εφόσον απαιτείται. Με τον Κανονισμό Παιγνίων της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011 και τις σχετικές με τα θέματα αυτά αποφάσεις της ΕΕΕΠ καθορίζονται τα κατ΄ ελάχιστο στοιχεία ταυτοποίησης, τυχόν πληροφορίες που, κατά περίπτωση, υποχρεούται να καταχωρεί η επιχείρηση καζίνο για τα πρόσωπα που εισέρχονται σε αυτή, καθώς και οι περιπτώσεις και ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις, υπό τη συνδρομή των οποίων επιχείρηση που λειτουργεί καζίνο διαμορφώνει κρίση για την απαγόρευση εισόδου ή την αποβολή προσώπων από τους χώρους της, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης αυτής. Ο Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας των επιχειρήσεων που λειτουργούν καζίνο δύναται να θεσπίζει περαιτέρω κανόνες, τηρουμένων των διατάξεων της ισχύουσας νομοθεσίας.

4. Δεν επιτρέπεται σε επιχείρηση που λειτουργεί καζίνο να προβαίνει σε έλεγχο εισόδου ούτε σε καταχώριση της ταυτότητας ή οποιουδήποτε άλλου στοιχείου των μελών του Σώματος Ελεγκτών Παιγνίων της ΕΕΕΠ του άρθρου 18 του ν. 3229/2004, καθώς και των καθ΄ ύλην αρμόδιων οργάνων της ΕΕΕΠ, εφόσον τα ανωτέρω μέλη και όργανα εισέρχονται στον χώρο των καζίνο στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων τους.

5. H παρακολούθηση, η εποπτεία και ο έλεγχος της τήρησης των διατάξεων της νομοθεσίας για την ορθή λειτουργία των καζίνο που κατέχουν άδεια σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 2206/ 1994 ασκούνται από τα αρμόδια όργανα που ορίζονται σύμφωνα με τα ειδικώς προβλεπόμενα στην απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, με την οποία χορηγείται η άδεια, καθώς και στις σχετικές με τα θέματα αυτά διατάξεις, που ρυθμίζουν την οργάνωση και λειτουργία των καζίνο, του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και των εποπτευόμενων από αυτό φορέων, αρχών και υπηρεσιών. Η εφαρμογή και τήρηση των μέτρων που λαμβάνουν τα ανωτέρω καζίνο στο πλαίσιο της διάταξης της περίπτωσης στ΄ της παρ. 3 του άρθρου 28 του ν. 4002/2011 ελέγχεται από τα αρμόδια όργανα και με τις διαδικασίες που ορίζονται στον Κανονισμό Παιγνίων της παραγράφου 3 του άρθρου 29 του ίδιου νόμου και στις σχετικές αποφάσεις της ΕΕΕΠ. Για την παρακολούθηση και τον έλεγχο των καζίνο μπορούν να συγκροτούνται μικτά κλιμάκια ελέγχου, εφαρμοζόμενων αναλόγως των διατάξεων του άρθρου 18 του ν. 3229/2004, όπως κάθε φορά ισχύει.

6. Τα μέσα πληρωμής και τα μέσα συμμετοχής, που επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για τη διεξαγωγή παιγνίων στα καζίνο καθορίζονται με τον Κανονισμό Παιγνίων της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011 ή τις σχετικές με τα θέματα αυτά αποφάσεις της ΕΕΕΠ.

7. Τα παίγνια που επιτρέπεται να διοργανώνονται στα καζίνο πρέπει να διεξάγονται νόμιμα σε τουλάχιστον ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, στην Αυστραλία, στην Ιαπωνία, στην Κίνα ή σε άλλες χώρες, υπό τις προϋποθέσεις, τους όρους, τις τεχνικές και λοιπές προδιαγραφές που τίθενται κάθε φορά από την ΕΕΕΠ. Με απόφαση της ΕΕΕΠ μπορεί να καθορίζονται κανόνες για τις προϋποθέσεις, τους όρους, τις τεχνικές και λοιπές προδιαγραφές που πρέπει να πληρούν τα παίγνια που επιτρέπεται να διεξάγονται στα καζίνο, ανεξάρτητα από το αν διεξάγονται σε άλλα κράτη κατά το προηγούμενο εδάφιο. Κάθε παίγνιο, καθώς και τεχνικό μέσο και υλικό διοργάνωσης και διεξαγωγής εντός των καζίνο, πιστοποιείται από την ΕΕΕΠ. Με τον Κανονισμό Παιγνίων της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011 ή τις σχετικές με τα θέματα αυτά αποφάσεις της ΕΕΕΠ, καθορίζονται τα παίγνια και τεχνικά μέσα και υλικά ανά παίγνιο ή κατηγορία παιγνίων, καθώς επίσης και τα κύρια και επικουρικά, πληροφορικά ή μη, συστήματα και υποσυστήματα διοργάνωσης και διεξαγωγής των παιγνίων που χρήζουν πιστοποίησης, η μορφή και το περιεχόμενο της αίτησης, τα δικαιολογητικά του φακέλου, η διάρκεια εξέτασης της αίτησης το ύψος των προβλεπόμενων κατά περίπτωση τελών και παραβόλων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Η αίτηση πιστοποίησης υποβάλλεται από πρόσωπα που έχουν εγγραφεί στα οικεία μητρώα των κατασκευαστών και εισαγωγέων τυχερών παιγνίων που τηρεί η ΕΕΕΠ σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του ν. 4002/2011 και περιλαμβάνει στοιχεία, δεδομένα και πληροφορίες που αφορούν, κατά περίπτωση, τον τύπο του παιγνίου, τη δομή και την περιγραφή του, την εμπορική ονομασία του, τους κανόνες διεξαγωγής του, το θεωρητικό ποσοστό απόδοσης, τον πίνακα πληρωμών, τα μέσα και υλικά διεξαγωγής του, εφόσον απαιτείται πρωτότυπο δείγμα του παιγνίου σε κατάλληλο ψηφιακό μέσο, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο, έγγραφο, πιστοποιητικό ή πληροφορία απαιτείται από την ΕΕΕΠ για τη διαμόρφωση της κρίσης της, στον χρόνο και με τον τρόπο που αυτή ορίζει. Η ΕΕΕΠ έχει το δικαίωμα να απορρίψει την αίτηση πιστοποίησης ή να απαιτήσει την αλλαγή ή τροποποίηση, μέρους ή του συνόλου των όρων, κανόνων και λοιπών προδιαγραφών ή/και προϋποθέσεων της διεξαγωγής του παιγνίου ή της λειτουργίας των τεχνικών μέσων και υλικών, αιτιολογώντας ειδικώς την απόφασή της αυτή. Κατά τα λοιπά ισχύουν τα προβλεπόμενα στην παρ. 5 του άρθρου 52Α του ν. 4002/2011.

8. Για την πιστοποίηση παιγνίων και τεχνικών μέσων και υλικών καταβάλλονται: α) παράβολο με την υποβολή της αίτησης και β) εφάπαξ τέλος πιστοποίησης, το οποίο καταβάλλεται από κάθε επιχείρηση που χρησιμοποιεί τα πιστοποιημένα παίγνια, τεχνικά μέσα και υλικά.

9. Τα παίγνια που πιστοποιούνται, καταχωρούνται σε ειδικό μητρώο παιγνίων καζίνο που τηρεί η ΕΕΕΠ, το οποίο αναρτάται στον ιστότοπό της. Η ανάρτηση αυτή είναι επαρκής γνωστοποίηση και απόδειξη της συνδρομής των, κατά περίπτωση, προβλεπόμενων όρων και προϋποθέσεων πιστοποίησης των παιγνίων προς διεξαγωγή. Στο ανωτέρω μητρώο καταχωρούνται υποχρεωτικά και όσα παίγνια έχουν λάβει σχετική άδεια καταλληλότητας μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

10. Για τη χορήγηση της πιστοποίησης που απαιτείται από τις κείμενες διατάξεις περί παιγνίων, μπορεί, μέχρι τη θέσπιση τεχνικών προδιαγραφών από την ΕΕΕΠ, να εφαρμόζεται η διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 27 του ν. 4002/2011.

11. Κάθε επιχείρηση καζίνο εκδίδει για τα παίγνια που διεξάγει Οδηγό Συμμετοχής, ο οποίος περιλαμβάνει κατ΄ ελάχιστον τις γενικές πληροφορίες, τους όρους, τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των παικτών και επισκεπτών για την πρόσβαση στο χώρο παιγνίων και τη συμμετοχή στα παίγνια, τους κανόνες διεξαγωγής για κάθε παίγνιο που διεξάγεται και πληροφορίες για την εφαρμογή των αρχών του Υπεύθυνου Παιχνιδιού (Responsible Gambling). Ο Οδηγός Συμμετοχής επέχει θέση σύμβασης προσχώρησης στο παίγνιο κατά την έννοια της περίπτωσης 11 της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011 και είναι διαθέσιμος στους παίκτες και σε κάθε ενδιαφερόμενο. Για τον σκοπό αυτό η επιχείρηση καζίνο υποχρεούται να διασφαλίζει την απρόσκοπτη πρόσβαση των παικτών και επισκεπτών σε κάθε σχετική με τον Οδηγό Συμμετοχής, γενική ή ειδική πληροφορία, τόσο στον χώρο παιγνίων όσο και στον ιστότοπό της. Πριν τη θέση του σε ισχύ, ο Οδηγός γνωστοποιείται στην ΕΕΕΠ, η οποία έχει το δικαίωμα να ζητήσει, οποτεδήποτε, την αλλαγή ή τροποποίηση, μέρους ή του συνόλου των όρων και κανόνων που περιλαμβάνονται σε αυτόν, αιτιολογώντας ειδικώς την απόφασή της αυτή. Με τον Κανονισμό Παιγνίων της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011 ή τις σχετικές με τα θέματα αυτά αποφάσεις της ΕΕΕΠ, καθορίζεται το ελάχιστο περιεχόμενο που πρέπει να περιλαμβάνουν οι γνωστοποιήσεις εισαγωγής νέου παιγνίου προς διεξαγωγή, ο Οδηγός Συμμετοχής, ο τρόπος και ο χρόνος της κατά τα ανωτέρω γνωστοποίησης, η προθεσμία εντός της οποίας η ΕΕΕΠ δύναται να απαιτήσει αλλαγές ή τροποποιήσεις, ο τρόπος αποδοχής των κανόνων συμμετοχής και διεξαγωγής από τον παίκτη, οι επιβαλλόμενες κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου. Εκτός των ανωτέρω, ειδικότερα θέματα που συναρτώνται με τον Οδηγό Συμμετοχής, δύναται να αποτελούν αντικείμενο, συμπληρωματικής ρύθμισης που περιλαμβάνεται στην εσωτερική πολιτική (house policy) των επιχειρήσεων που λειτουργούν καζίνο.

12. Με απόφαση της ΕΕΕΠ, κατόπιν αίτησης επιχείρησης που λειτουργεί καζίνο, μπορεί να χορηγείται «Ειδική άδεια για δοκιμαστική λειτουργία νέων παιγνίων στην αγορά», με διάρκεια ισχύος έως δύο (2) μήνες. Στην ειδική αυτή άδεια περιλαμβάνεται ειδική μνεία για το δοκιμαστικό χαρακτήρα του παιγνίου, καθορίζεται η διαδικασία ενημέρωσης των παικτών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της δοκιμαστικής λειτουργίας. Με τον Κανονισμό Παιγνίων της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011 ή τις σχετικές με τα θέματα αυτά αποφάσεις της ΕΕΕΠ, καθορίζεται κάθε σχετική λεπτομέρεια για την χορήγηση της ειδικής άδειας της παρούσας παραγράφου.

13. Κάθε επιχείρηση καζίνο υποχρεούται να καταβάλει αυθημερόν σε κάθε παίκτη, εφόσον αυτός το ζητήσει, οποιοδήποτε ποσό κέρδους του ή οποιοδήποτε ποσό αυτός διέθεσε για την αγορά μέσων συμμετοχής στα παίγνια και το οποίο δεν διέθεσε για τη συμμετοχή αυτή. Προς διασφάλιση της παραπάνω υποχρέωσης και για την αντιμετώπιση των αναγκών διεξαγωγής των παιγνίων, η επιχείρηση καζίνο οφείλει να διαθέτει, κατά την ημερήσια λειτουργία της, χρηματικό απόθεμα ασφαλείας. Για την προσμέτρηση του αποθεματικού είναι δυνατόν να συνυπολογίζονται τα ποσά που διαθέτει η επιχείρηση καζίνο σε ξένο νόμισμα. Με τον Κανονισμό Παιγνίων της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011 ή τις σχετικές με τα θέματα αυτά αποφάσεις της ΕΕΕΠ, ρυθμίζεται ο τρόπος υπολογισμού του ελάχιστου αποθέματος ασφαλείας για κάθε επιχείρηση καζίνο, ο τρόπος ελέγχου τήρησης του αποθεματικού και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

14. Η παρακολούθηση, η εποπτεία και ο έλεγχος της τήρησης όλων των προβλεπόμενων διαδικασιών και υποχρεώσεων που απαιτούνται για την ορθή λειτουργία των καζίνο, ασκούνται από την ΕΕΕΠ, σύμφωνα με τα ειδικώς προβλεπόμενα στην άδεια λειτουργίας, στη σύμβαση παραχώρησης, στον Κανονισμό Παιγνίων της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011 ή τις σχετικές με τα θέματα αυτά αποφάσεις της ΕΕΕΠ, στο άρθρο 18 του ν. 3229/2004 και στις κείμενες διατάξεις.

15. Τα χρήματα της συμμετοχής του Ελληνικού Δημοσίου στο μικτό κέρδος των τυχερών παιγνίων, όπως η συμμετοχή αυτή έχει προσδιοριστεί από τις άδειες ίδρυσης, λειτουργίας και εκμετάλλευσης των επιχειρήσεων καζίνο, από τις συμβάσεις που έχουν υπογραφεί μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και των επιχειρήσεων αυτών και τις κείμενες διατάξεις, καταβάλλονται από τις υπόχρεες επιχειρήσεις καθημερινά στην ΕΕΕΠ, με απόφαση της οποίας ορίζεται ο ακριβής χρόνος της απόδοσης, η διαδικασία και τα αναγκαία έγγραφα που τηρούνται. Η ΕΕΕΠ αποδίδει τα χρήματα της συμμετοχής στο Ελληνικό Δημόσιο την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε εβδομάδας.

16. Οι υπόλοιπες οικονομικές υποχρεώσεις των επιχειρήσεων καζίνο προς το Ελληνικό Δημόσιο, τους δικαιούχους φορείς του και τους Ο.Τ.Α., που προβλέπονται από τις άδειες λειτουργίας και τις συμβάσεις, καταβάλλονται με τον τρόπο και στον χρόνο που προβλέπεται, η δε καταβολή τους αποδεικνύεται με την υποβολή, αυθημερόν της καταβολής, των αποδεικτικών πληρωμής στην ΕΕΕΠ.

17. Η λειτουργία καζίνο δεν επιτρέπεται, αν δεν έχουν καταβληθεί πλήρως και εγκαίρως τα χρήματα της συμμετοχής του Ελληνικού Δημοσίου, καθώς και των οικονομικών υποχρεώσεων των παραγράφων 15 και 16 του παρόντος άρθρου. Αν τα χρήματα δεν καταβληθούν, όπως ορίζουν οι διατάξεις των ως άνω παραγράφων, αναστέλλεται αυτοδικαίως προσωρινά, από την επόμενη ημέρα εκείνης κατά την οποία όφειλαν να καταβληθούν τα χρήματα, η ισχύς της άδειας και αυτοδικαίως διακόπτεται η λειτουργία του καζίνο, γεγονός που διαπιστώνεται με πράξη της ΕΕΕΠ. Εφόσον τα οφειλόμενα χρήματα, με τις προβλεπόμενες προσαυξήσεις τους, καταβληθούν, με νεότερη πράξη της ΕΕΕΠ διαπιστώνεται η παύση της αναστολής και επανεκκινεί η λειτουργία του καζίνο. Η λειτουργία του καζίνο κατά παράβαση της αναστολής, επιφέρει οριστική αυτοδίκαιη ανάκληση της άδειας, γεγονός που διαπιστώνεται με πράξη της ΕΕΕΠ και επιφέρει τις συνέπειες της παραγράφου 1 του άρθρου 52 του ν. 4002/2011.

18. Κάθε μη έγκαιρη και πλήρης καταβολή της συμμετοχής του Ελληνικού Δημοσίου της παραγράφου 15, και των οικονομικών υποχρεώσεων της παραγράφου 16 του παρόντος άρθρου, συνιστά αυτοτελή παράβαση, η οποία διαπιστώνεται με την πράξη που εκδίδει η ΕΕΕΠ, με βάση τη διάταξη της παραγράφου 17 του άρθρου αυτού. Ανεξάρτητα από τις συνέπειες της παραγράφου 17, η διαπίστωση τριών (3) τέτοιων παραβάσεων, ανά έτος, καθώς και η άνω των τριάντα (30) ημερών καθυστέρηση καταβολής των οφειλόμενων μισθών του διοικητικού, τεχνικού, κύριου ή βοηθητικού προσωπικού, επιφέρει προσωρινή ανάκληση της άδειας για δύο (2) μήνες. Προσωρινή ανάκληση της άδειας, πριν την παρέλευση των δύο (2) επόμενων της προηγούμενης ανάκλησης, οικονομικών ετών, επιφέρει οριστική ανάκληση της άδειας και καταγγελία της σύμβασης από την ΕΕΕΠ.

19. Η καταβολή των χρημάτων που οφείλονται από ρυθμίσεις υποχρεώσεων προς το Ελληνικό Δημόσιο και τους δικαιούχους φορείς τους, όπως αυτές περιγράφονται στις παραγράφους 15 και 16 του παρόντος άρθρου, αποδεικνύεται με ανάλογη εφαρμογή της διαδικασίας της παραγράφου 17. Αν η ρύθμιση παύσει να ισχύει εξαιτίας μη εξυπηρέτησής της, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τις σχετικές κείμενες διατάξεις, επέρχονται οι συνέπειες των παραγράφων 17 και 18 του άρθρου αυτού, εφαρμοζόμενης της ίδιας διαδικασίας.

20. Οι συνέπειες των παραγράφων 17 και 18 του άρθρου αυτού επέρχονται ανεξάρτητα από τις προβλεπόμενες από τις κείμενες διατάξεις διοικητικές κυρώσεις.

21. Οι υπάλληλοι των επιχειρήσεων καζίνο που μετέχουν καθ΄ οιονδήποτε τρόπο στη διεξαγωγή των παιγνίων οφείλουν να φέρουν, καθ΄ όλη τη διάρκεια εισόδου και παραμονής στον χώρο εργασίας τους, δελτίο καταλληλότητας που εκδίδεται από την ΕΕΕΠ.

22. Επιχείρηση λειτουργίας καζίνο δύναται να αιτηθεί από την ΕΕΕΠ την έγκριση εποχικής λειτουργίας του καζίνο για το οποίο έχει λάβει άδεια. Η ΕΕΕΠ εγκρίνει τη σχετική αίτηση, τηρουμένης της διατάξεως της παρ. 17 του άρθρου 1 του ν. 2206/1994, εφόσον οι επιχειρήσεις αναλάβουν την υποχρέωση και καταβάλλουν στους υπαλλήλους τους, για το χρονικό διάστημα που αυτοί δεν απασχολούνται λόγω της εποχικής λειτουργίας, ποσοστό 70% των τακτικών μηνιαίων αποδοχών τους. Η υποχρέωση του προηγούμενου εδαφίου δεν αφορά την περίοδο μη απασχόλησης που λογίζεται ως αμειβόμενη άδεια των εργαζομένων. Το καταβαλλόμενο κατά την παρ. 17 του άρθρου 1 του ν. 2206/1994 τέλος εποχικής λειτουργίας υπολογίζεται μηνιαίως επί του μέσου όρου του μικτού κέρδους της επιχείρησης κατά τους τελευταίους οκτώ μήνες πριν από τη διακοπή λειτουργίας, με βάση τον συντελεστή που ισχύει κατά το χρονικό διάστημα που γεννάται η σχετική υποχρέωση.

Κατ’ εξαίρεση των διατάξεων του παρόντος νόμου, οι ΕΚΑΖ, για τις οποίες προβλέπεται η χορήγηση άδειας λειτουργίας στη Μύκονο και στη Σαντορίνη, θα λειτουργούν από 1ης Μαρτίου έως 31η Οκτωβρίου εκάστου έτους και απαλλάσσονται από κάθε υποχρέωση που προκύπτει από τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου.

23. Με απόφαση της ΕΕΕΠ επιβάλλεται σταδιακά η εφαρμογή και στις επιχειρήσεις καζίνο, στις οποίες έχει παραχωρηθεί άδεια λειτουργίας πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και οι οποίες δεν έχουν λάβει άδεια ΕΚΑΖ σύμφωνα με το άρθρο 13, των διατάξεων των άρθρων 363, 364, 371, 372, 373, 375 παράγραφος 1 περίπτωση α΄ και γ΄ και παράγραφοι 2-5 και του άρθρου 376 του παρόντος νόμου, οι οποίες θα εφαρμόζονται αναλόγως και σε αυτές, όπως θα ορίζεται στην οικεία απόφαση της ΕΕΕΠ και από του χρονικού σημείου που αυτή θα καθορίζει. Όλες οι διατάξεις των άρθρων 363, 364, 371, 372, 373, 375 παράγραφος 1 περιπτώσεις α΄ και γ΄ και παράγραφοι 2 έως 5 και του άρθρου 376 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις του πρώτου εδαφίου το αργότερο από 1.1.2020. Με τις παραπάνω εφαρμοστικές αποφάσεις της ΕΕΕΠ δύναται να καθορίζει ειδικά θέματα για την κατάλληλη εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων στις επιχειρήσεις του πρώτου εδαφίου.

24. Με απόφαση της ΕΕΕΠ μπορούν να διευκρινίζονται θέματα ως προς την εφαρμογή εποπτικών διατάξεων της υφιστάμενης νομοθεσίας για τα τυχερά παίγνια και στις επιχειρήσεις καζίνο και να καθορίζεται επέκταση της εφαρμογής των διατάξεων αυτών και στις επιχειρήσεις που λειτουργούν καζίνο.

25. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, μεταφέρονται στην ΕΕΕΠ οι αρμοδιότητες εποπτείας και ελέγχου των θεμάτων που αφορούν στα αντισταθμιστικά οφέλη, τα οποία συμβατικά αναλαμβάνουν να παρέχουν οι επιχειρήσεις καζίνο. Για τον έλεγχο και την εποπτεία των θεμάτων που αφορούν στα αντισταθμιστικά οφέλη, τα οποία έχουν συμβατικά αναληφθεί από τις επιχειρήσεις καζίνο πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, αρμόδιο είναι το Υπουργείο Τουρισμού. Με απόφαση του Υπουργού Τουρισμού ορίζεται η υπηρεσία του Υπουργείου Τουρισμού που είναι αρμόδια για την άσκηση του ελέγχου και της εποπτείας των θεμάτων αυτών.

26. Κατ’ εξαίρεση της διάταξης του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 32 του ν.4002/2011, επιχειρήσεις καζίνο που κατέχουν άδεια λειτουργίας της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου, επιτρέπεται να παρέχουν στους πελάτες τους μέσα χρηματοδότησης της συμμετοχής στα παίγνια που διεξάγουν, αξίας άνω των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ, χωρίς να απαιτείται η άμεση καταβολή του αντίστοιχου ποσού από τον πελάτη, υπό τους παρακάτω όρους και προϋποθέσεις:

α. Ο πελάτης υποβάλλει στην επιχείρηση καζίνο σχετική αίτηση παροχής των εν λόγω μέσων χρηματοδότησης της συμμετοχής. Για την έγκριση της αίτησης η επιχείρηση καζίνο δύναται να ζητήσει από τον πελάτη οποιοδήποτε στοιχείο ή πληροφορία κρίνει απαραίτητα προκειμένου να αξιολογήσει τη φερεγγυότητα και εν γένει την πιστοληπτική ικανότητα του αιτούντος, καθώς και την έγγραφη συναίνεσή του για την αναζήτηση και επαλήθευση των ανωτέρω στοιχείων ή πληροφοριών από τρίτα μέρη.

β. Για την έγκριση της αίτησης, ο πελάτης υπογράφει σύμβαση με την επιχείρηση καζίνο. γ. Προκειμένου η επιχείρηση καζίνο να παράσχει μέρος ή το σύνολο των ανωτέρω μέσων χρηματοδότησης της συμμετοχής στον πελάτη, αυτός υπογράφει υποχρεωτικά εντολή πληρωμής στο όνομα της επιχείρησης καζίνο, χωρίς δικαίωμα περαιτέρω διαταγής, για την πληρωμή της χρηματικής αξίας των μέσων που επιθυμεί κάθε φορά να λάβει, εντός της εκάστοτε προβλεπόμενης προθεσμίας. Η εντολή πληρωμής εκδίδεται από την επιχείρηση καζίνο με χρέωση του τραπεζικού λογαριασμού του πελάτη, τον οποίο αυτός έχει δηλώσει στην αίτηση της περίπτωσης α ανωτέρω και στον οποίο είναι ο αποκλειστικός δικαιούχος.

δ. Η εξόφληση των ποσών τα οποία αντιστοιχούν στην αξία των μέσων χρηματοδότησης της συμμετοχής που παρασχέθηκαν στους πελάτες, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρούσα παράγραφο, πραγματοποιείται το αργότερο εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την ημερομηνία παροχής τους. Σε περίπτωση εμπρόθεσμης καταβολής δεν επιτρέπεται η χρέωση τόκων στα ποσά αυτά. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής, επί των ανωτέρω ποσών μπορεί να επιβάλλεται δικαιοπρακτικό επιτόκιο και επιτόκιο υπερημερίας, σύμφωνα με τα ειδικώς προβλεπόμενα στη σύμβαση της περίπτωσης β΄ ανωτέρω και τις κείμενες διατάξεις.

ε. Με ευθύνη της επιχείρησης καζίνο, τα μέσα χρηματοδότησης της συμμετοχής που παρέχονται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο:

αα. Φέρουν υποχρεωτικά ειδική σήμανση και καταχωρούνται σε ειδικό μητρώο που τηρεί η επιχείρηση καζίνο.

ββ. Καταβάλλονται στον πελάτη, μόνο εντός του χώρου παιγνίων του καζίνο και εφόσον προηγουμένως αυτός έχει πλήρως ταυτοποιηθεί με φυσική παρουσία και υπογράψει τη σύμβαση της περίπτωσης β΄.

γγ. Επέχουν θέση μετρητών, χρησιμοποιούνται από τον πελάτη αποκλειστικά για τη συμμετοχή του στα παίγνια που διεξάγονται εντός της επιχείρησης καζίνο που τα παρέχει και δύναται να ανταλλάσσονται, αποκλειστικά με τα εκάστοτε προβλεπόμενα μέσα συμμετοχής στα παίγνια, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου.

στ. Δεν επιτρέπεται η μεταβίβαση των ανωτέρω μέσων χρηματοδότησης της συμμετοχής σε άλλους πελάτες ούτε η ανταλλαγή των μέσων αυτών με μετρητά.

ζ. Δεν επιτρέπεται η παροχή των ανωτέρω μέσων χρηματοδότησης της συμμετοχής σε πελάτη, εφόσον το σύνολο του ποσού που αντιστοιχεί στην αξία μέσων που έχουν ήδη παρασχεθεί στον πελάτη αυτόν, με βάση προηγούμενη αίτησή του, δεν έχει ολοσχερώς εξοφληθεί.

η. Εντολές πληρωμής του πελάτη επί των ποσών που οφείλονται για την αγορά των μέσων χρηματοδότησης της συμμετοχής που παρέχονται από τις επιχειρήσεις καζίνο σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, προσμετρώνται ως έσοδα της επιχείρησης καζίνο από τη συμμετοχή στα παίγνια και συνυπολογίζονται στα έσοδα του καζίνο που προκύπτουν από τη συμμετοχή των πελατών του στα παίγνια, κατά την παικτική ημέρα χρήσης τους, ανεξαρτήτως της κατά περίπτωση οριζόμενης προθεσμίας για την εξόφλησή τους.

θ. Ο τύπος και το περιεχόμενο της αίτησης παροχής των μέσων χρηματοδότησης της συμμετοχής, η διαδικασία έγκρισης αυτής, το ελάχιστο περιεχόμενο της σύμβασης, ο τύπος και το περιεχόμενο της εντολής πληρωμής, οι προθεσμίες πληρωμής ανά ύψος οφειλόμενου ποσού, τα παίγνια ή και οι κατηγορίες αυτών για τα οποία επιτρέπεται η χρήση των μέσων χρηματοδότησης της συμμετοχής, ο τύπος το περιεχόμενο, ο τρόπος και ο χρόνος τήρησης των σχετικών αρχείων και μητρώων, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, καθορίζονται με τον Κανονισμό Παιγνίων της παραγράφου 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011 (Α 180) ή με τις σχετικές με τα θέματα αυτά αποφάσεις της ΕΕΕΠ.

27. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, που συνεργάζεται με την επιχείρηση καζίνο για την προώθηση της δυνατότητας διεξαγωγής των παιγνίων και την προσέλκυση πελατών, το οποίο αμείβεται από την επιχείρηση καζίνο με βάση τη συμμετοχή των πελατών που προσελκύουν στα παίγνια που διεξάγονται, νοείται ως πρόσωπο που διοργανώνει τυχερά παίγνια κατά την έννοια της περίπτωσης ιη΄ του άρθρου 25 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180), όπως ισχύει και δύναται να παρέχει τις υπηρεσίες του στην επιχείρηση καζίνο εφόσον έχει εγγραφεί σε ειδικό μητρώο που τηρεί η ΕΕΕΠ. Η επιχείρηση καζίνο υποχρεούται να υποβάλλει αίτηση συνεργασίας με τα παραπάνω πρόσωπα στην ΕΕΕΠ, προκειμένου αυτά να αξιολογηθούν, ως προς την καταλληλότητά τους, αναλογικώς εφαρμοζομένων των προβλεπομένων στο άρθρο 364, πριν ακόμη την έναρξη της επιχειρηματικής σχέσης. Με τον Κανονισμό Παιγνίων της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180) ή με τις σχετικές με τα θέματα αυτά αποφάσεις της ΕΕΕΠ, καθορίζονται ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης των ανωτέρω προσώπων, τα δικαιολογητικά, οι δηλώσεις, τα πιστοποιητικά και λοιπά έγγραφα και στοιχεία που προσκομίζονται για την εγγραφή των ανωτέρω προσώπων στο ειδικό μητρώο της παρούσας παραγράφου, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν για τα πρόσωπα αυτά εκ της εγγραφής τους, ο τρόπος και η διαδικασία διαγραφής τους και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής. Με την ίδια απόφαση μπορεί να καθορίζεται η έκταση εφαρμογής συγκεκριμένων διατάξεων του παρόντος νόμου και της κείμενης νομοθεσίας για τη διοργάνωση και διεξαγωγή τυχερών παιγνίων, στα πρόσωπα αυτά.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

 

Άρθρο 379

Τροποποίηση των άρθρων 14 και 16 του ν. 3832/2010

1. Η υποπαράγραφος ια΄ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 3832/2010 (Α΄38) αντικαθίσταται ως εξής:

«(ια) Καταρτίζει και υποβάλλει τον συνοπτικό προϋπολογισμό της ΕΛ.ΣΤΑΤ., σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 54 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143), υιοθετεί και εγκρίνει τον ετήσιο αναλυτικό προϋπολογισμό της ΕΛ.ΣΤΑΤ., κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 63 του ίδιου νόμου και καταρτίζει τον ισολογισμό και τον απολογισμό αυτής.»

2. Στο άρθρο 14 του ν. 3832/2010 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

«3. Με απόφαση του Προέδρου της ΕΛ.ΣΤΑΤ. δύναται να χρησιμοποιείται το προσωπικό της για τη διενέργεια κάθε είδους στατιστικής έρευνας, στατιστικής εργασίας και απογραφής για λογαριασμό άλλων δημοσίων υπηρεσιών, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών, καθώς και ιδιωτικών φορέων, του εσωτερικού ή του εξωτερικού. Στην περίπτωση αυτή, με απόφαση του Προέδρου της ΕΛ.ΣΤΑΤ., δύναται να καθορίζεται για το ανωτέρω προσωπικό της ΕΛ.ΣΤΑΤ. κατ΄ αποκοπή αποζημίωση κατά ημέρα ή εβδομάδα ή μήνα, κατά περίπτωση, πέραν του κανονικού ή του προβλεπομένου υπερωριακού ωραρίου δημοσίων υπηρεσιών, η οποία δεν εμπίπτει στα όρια των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 21 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176), αλλά υπόκειται στους περιορισμούς της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου, ενώ η σχετική απασχόληση δεν θεωρείται κατοχή δεύτερης θέσης εργασίας ούτε εμπίπτει στον περιορισμό του ν. 1256/1982 (Α΄65). Η ανωτέρω κατ΄ αποκοπή αποζημίωση και η σχετική δαπάνη βαρύνει τον προϋπολογισμό της ΕΛ.ΣΤΑΤ.».

3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 16 του ν.3832/2010 αντικαθίσταται ως εξής:

«Τον συνοπτικό προϋπολογισμό της ΕΛ.ΣΤΑΤ., ο οποίος καταρτίζεται σύμφωνα με την διαδικασία του άρθρου 54 του ν. 4270/2014, υποβάλλει στο Γ.Λ.Κ. ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ., ο οποίος είναι και διατάκτης των δαπανών της, ενώ υιοθετεί και εγκρίνει και τον αναλυτικό προϋπολογισμό αυτής, σύμφωνα με την διαδικασία του άρθρου 63 του ν. 4270/2014.»

4. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 3 της υποπαρ. Δ.9 της παρ. Δ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α΄94) προστίθεται περίπτωση ε΄ ως εξής:

«ε) του Προέδρου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής μέχρι εκατόν ογδόντα (180) ημέρες συνολικά.».

 

Άρθρο 380

Τροποποιήσεις του ν. 4389/2016 (Α΄94) για την ΕΕΣΥΠ

1. Στο άρθρο 185 του ν. 4389/2016, οι παράγραφοι 2 και 3 αναριθμούνται σε 3 και 4, αντίστοιχα. και προστίθεται νέα παράγραφος 2, ως εξής: «2. Στο πλαίσιο του σκοπού της, η Εταιρεία, κατέχει συμμετοχές του Δημοσίου σε επιχειρήσεις του ν. 3429/2005, τις οποίες διαχειρίζεται επαγγελματικά, επαυξάνει την αξία τους και αξιοποιεί σύμφωνα με βέλτιστες διεθνείς πρακτικές και τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ, όσον αφορά την εταιρική διακυβέρνηση, την εταιρική συμμόρφωση, την εποπτεία και τη διαφάνεια των διαδικασιών, καθώς και σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές σε θέματα κοινωνικά και περιβαλλοντικά υπεύθυνης επιχειρηματικότητας και διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα με τις δημόσιες επιχειρήσεις μέρη. Οι δημόσιες επιχειρήσεις που ελέγχονται, σύμφωνα με το παρόν, από την Εταιρεία: (α) υπόκεινται σε κατάλληλη εποπτεία σύμφωνα με τους κανόνες της εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας, (β) υλοποιούν και υποστηρίζουν τις εφαρμοστέες τομεακές πολιτικές της Κυβέρνησης, (γ) αναλαμβάνουν κατόπιν ανάθεσης την παροχή Υπηρεσιών Γενικού και Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος (ΥΓΟΣ), ενδεικτικά μέσω της εκτέλεσης υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, και τις κοινές αξίες της Ένωσης που περιλαμβάνονται σε αυτήν».

2. Το άρθρο 188 του ν. 4389/2016, τροποποιείται ως εξής:

α. ο τίτλος αντικαθίσταται ως εξής: «Άμεσες και Λοιπές Θυγατρικές της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.».

β. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 188 διαγράφεται η περίπτωση δ΄ και προστίθεται νέο εδάφιο, ως εξής:

«Δημόσιες επιχειρήσεις και νομικά πρόσωπα του ν. 3429/ 2005 που το μετοχικό τους κεφάλαιο ή ο έλεγχος μεταβιβάζεται στην Εταιρεία σύμφωνα με το άρθρο 197 θεωρούνται για τους σκοπούς του παρόντος νόμου λοιπές θυγατρικές (οι «λοιπές θυγατρικές»)».

γ. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 188, το δεύτερο και τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Εκτός αν προβλέπεται ρητά διαφορετική ρύθμιση στον παρόντα νόμο, καμία από τις άμεσες θυγατρικές δεν μπορεί να παρέχει επιδότηση ή άλλη οικονομική ενίσχυση σε άλλη άμεση θυγατρική. Οι συναλλαγές μεταξύ της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών ή μεταξύ των λοιπών θυγατρικών της Εταιρείας πραγματοποιούνται με διαφάνεια και όρους ελεύθερης αγοράς και υπάγονται στους κανόνες που τίθενται στον Εσωτερικό Κανονισμό του άρθρου 189».

δ. στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 188, οι φράσεις « σε οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση θυγατρική» αντικαθίσταται με τις φράσεις: «σε οποιαδήποτε εκ των άμεσων ή λοιπών θυγατρικών».

ε. Η παράγραφος 8 καταργείται.

3. Το άρθρο 189 του ν. 4389/2016 τροποποιείται ως εξής:

α. Στην περίπτωση ε΄ της παραγράφου 1 διαγράφονται οι φράσεις «, όπως ερμηνεύονται από τη νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ.»

β. Στο τέλος του άρθρου 189 προστίθενται περιπτώσεις η΄ και θ΄ ως εξής:

«η) Πολιτική Κανονιστικής Συμμόρφωσης της Εταιρείας, θ) Μηχανισμό Συντονισμού, ο οποίος περιγράφει μεταξύ άλλων και θέματα συνεργασίας μεταξύ των λοιπών θυγατρικών και του Ελληνικού Δημοσίου σύμφωνα με την παραγράφου 6 του άρθρου 197 του παρόντος νόμου.»

γ. Στο τέλος της παραγράφου 3 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:

«Για τροποποιήσεις του Κανονισμού αναθέσεων και προμηθειών της Εταιρείας ή των άμεσων θυγατρικών της απαιτείται η προηγούμενη γνώμη της ΕΑΑΔΗΣΥ.»

4. Το άρθρο 191 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94) τροποποιείται ως εξής:

α. Στην παράγραφο 4 προστίθεται περίπτωση ιδ΄ ως εξής:

«ιδ. Προσυπογράφει την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας για την απαλλαγή του Υπεύθυνου Κανονιστικής Συμμόρφωσης από τα καθήκοντά του.»

β. Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:

«Το Εποπτικό Συμβούλιο ενημερώνεται για το διορισμό, καθώς και για την ανάκληση, προ της λήξης της θητείας τους, του διορισμού των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων των άμεσων και λοιπών θυγατρικών της Εταιρείας, σύμφωνα με την περίπτωση ε της παραγράφου 2 του άρθρου 192.».

5. Το άρθρο 192 του ν. 4389/2016 τροποποιείται, ως εξής:

«Άρθρο 192

α. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, οι λέξεις « έως επτά (7)» αντικαθίστανται με τις λέξεις «έως εννέα (9)».

β. Στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 2, διαγράφεται η τελεία και προστίθεται νέο εδάφιο, ως εξής:

«, διορίζει τον Υπεύθυνο Κανονιστικής Συμμόρφωσης και, κατόπιν προηγούμενης προσυπογραφής του Εποπτικού Συμβουλίου, τον απαλλάσσει από τα καθήκοντά του.»

γ. η περίπτωση ε΄ της παραγράφου 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«ε. Αποφασίζει σχετικά με την άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου της Εταιρείας, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ν. 2190/1920, συμπεριλαμβανομένων του διορισμού και της ανάκλησης οργάνων διοίκησης των άμεσων και λοιπών θυγατρικών, εκτός του ΤΧΣ, μέσω της Γενικής Συνέλευσης αυτών. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας ενημερώνει γραπτώς το Εποπτικό Συμβούλιο: i) για τα κριτήρια επιλογής των υποψηφίων μελών των Διοικητικών Συμβουλίων των άμεσων και λοιπών θυγατρικών, για την εξέλιξη της διαδικασίας διορισμού, για την λίστα υποψηφίων καθώς και την τελική επιλογή μελών για κάθε μία από τις άμεσες ή λοιπές θυγατρικές, ii) για την ανάκληση, προ της λήξης της θητείας τους, του διορισμού των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων των άμεσων και λοιπών θυγατρικών της Εταιρείας.»

6. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου του άρθρου 193 του ν. 4389/2016, προστίθενται οι λέξεις: «σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού αριθμ. 537/2014/Ε.Ε.».

7. Η παράγραφος 1 του άρθρου 195 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Οι ελεγμένες ετήσιες εταιρικές και ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και εκθέσεις της Εταιρείας εγκρίνονται από τη Γενική Συνέλευσή της, η οποία είναι υπεύθυνη και για την απαλλαγή των ελεγκτών από κάθε ευθύνη, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον κ.ν. 2190/1920. Οι εξαμηνιαίες ενδιάμεσες οικονομικές καταστάσεις εγκρίνονται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας και συνοδεύονται από έκθεση επισκόπησης των ορκωτών ελεγκτών λογιστών.»

8. Ο τίτλος του ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟΥ Γ΄ του ν. 4389/2016, αντικαθίσταται ως εξής: «Διατάξεις για τις άμεσες και τις λοιπές θυγατρικές».

9. Το άρθρο 197 του ν. 4389/2016, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 197

Ειδικές διατάξεις για τις λοιπές θυγατρικές

1. Το σύνολο των μετοχών κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου στις δημόσιες επιχειρήσεις που απαριθμούνται στα Παραρτήματα Δ΄, Ε΄ και ΣΤ΄, τα οποία αποτελούν αναπόσπαστα μέρη του παρόντος νόμου, μεταβιβάζονται αυτοδικαίως και χωρίς αντάλλαγμα στην Εταιρεία.

2. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας ή οποιοδήποτε άλλο εξουσιοδοτημένο από αυτό πρόσωπο διασφαλίζει ότι όλες οι ενέργειες που απαιτούνται για την ολοκλήρωση των καταχωρίσεων της παραπάνω μεταβίβασης πραγματοποιούνται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, συμπεριλαμβανομένης της εγγραφής της σχετικής μεταβίβασης στο βιβλίο μετόχων κάθε μίας εκ των μη εισηγμένων εταιριών, οι μετοχές των οποίων μεταβιβάζονται σύμφωνα με την παραπάνω παράγραφο και στην περίπτωση εταιριών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών της καταχώρισης της σχετικής μεταφοράς στο Σύστημα Άυλων Τίτλων. Με απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής καθορίζεται η διαδικασία και τα κριτήρια για τις υπόλοιπες δημόσιες επιχειρήσεις που θα μεταφερθούν στην Εταιρεία. εφαρμοζομένου αναλόγως του άρθρου 209.

3. Το καταστατικό των εταιριών, οι μετοχές των οποίων μεταβιβάζονται δυνάμει του παρόντος άμεσα ή έμμεσα στο σύνολό τους ή εν μέρει στην Εταιρεία, τροποποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.

4. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου των λοιπών θυγατρικών, οι μετοχές των οποίων μεταβιβάζονται εν όλω ή εν μέρει κατά το παρόν άρθρο στην Εταιρεία, αλλά και των θυγατρικών αυτών, εκλέγονται από τη συνέλευση των μετόχων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920. Ένα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου των λοιπών θυγατρικών, προτείνεται προς εκλογή από τον Υπουργό Οικονομικών στην Εταιρεία, η οποία ασκεί τα δικαιώματα διορισμού ή ψήφου στη γενική συνέλευση των εταιρειών αυτών προς την εκλογή μελών Διοικητικού Συμβουλίου σύμφωνα με τον κ.ν. 2190/1920. Ένα (1) μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου των Ο.ΣΥ. Α.Ε. και ΣΤΑ.ΣΥ. Α.Ε. προτείνεται προς εκλογή από τον Υπουργό Οικονομικών στον Ο.Α.Σ.Α., ο οποίος ασκεί τα δικαιώματα διορισμού ή ψήφου στη γενική συνέλευση των εταιρειών αυτών προς την εκλογή μελών Διοικητικού Συμβουλίου σύμφωνα με τον κ.ν. 2190/1920. Για τη διευκόλυνση της επιλογής των υπολοίπων υποψηφίων μελών για τα Διοικητικά Συμβούλια των λοιπών θυγατρικών: α) Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας θα συστήσει Επιτροπή Ανάδειξης Υποψηφίων, αποτελούμενη από μέλη του, η οποία θα προτείνει προς το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας υποψηφιότητες μελών για διορισμό στα Διοικητικά Συμβούλια των λοιπών θυγατρικών, όπου αυτό απαιτείται. β) Ο μέγιστος αριθμός των μελών της Επιτροπής Ανάδειξης Υποψηφίων είναι τα πέντε (5), και περιλαμβάνει τα εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, και μη εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου με εμπειρία στη διοίκηση Δημόσιων Επιχειρήσεων, ή εμπειρία σε κλάδους στους οποίους η Εταιρεία έχει παρουσία μέσω των λοιπών θυγατρικών της ή εμπειρία σε άλλα θέματα όπως κριθεί απαραίτητο, σε συνάφεια με τις προβλέψεις του Εσωτερικού Κανονισμού, γ) Η διαδικασία που ακολουθείται από την Επιτροπή Ανάδειξης Υποψηφίων αναλύεται περαιτέρω στον Εσωτερικό Κανονισμό. Κατά τον προσδιορισμό του τρόπου άσκησης του μετοχικού δικαιώματος για το διορισμό των διοικητικών συμβουλίων των λοιπών θυγατρικών, το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας θα πρέπει να λάβει υπόψη τις αρχές του Εσωτερικού Κανονισμού σχετικά με το διορισμό μελών διοικητικών συμβουλίων, την καταλληλότητα των υποψηφίων σχετικά με τις απαιτήσεις διοίκησης των λοιπών θυγατρικών (Αποστολή Δημόσιας Επιχείρησης, Δήλωση Δεσμεύσεων, κ.α), την αποφυγή διακρίσεων, την ανεξαρτησία, και τα επαγγελματικά κριτήρια που κρίνονται απαραίτητα για την επίτευξη του σκοπού κάθε μίας εκ των λοιπών θυγατρικών.

Οι παρούσες διατάξεις σχετικά με την επιλογή των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων των λοιπών θυγατρικών, υπερισχύουν οποιασδήποτε άλλης σχετικής διάταξης με την μεταφορά των μετοχών των λοιπών θυγατρικών στην Εταιρεία.

5. Η μεταβίβαση των μετοχών των δημοσιών επιχειρήσεων στην Εταιρεία δεν επηρεάζει αφ΄ εαυτής τους όρους εργασίας των υπαλλήλων των εν λόγω δημοσίων επιχειρήσεων.

6. α) Ο Εσωτερικός Κανονισμός περιέχει ένα λεπτομερές πλαίσιο («Μηχανισμός Συντονισμού») σχετικά με την διακυβέρνηση των λοιπών θυγατρικών αναφορικά: αα) με τον προσδιορισμό της αποστολής των δημοσίων επιχειρήσεων, ββ) με την θέσπιση στόχων για τα Διοικητικά Συμβούλια των λοιπών θυγατρικών και γγ) την συμμετοχή των λοιπών θυγατρικών στην αναπτυξιακή στρατηγική του κράτους. Το πλαίσιο αυτό θα αντανακλά τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές διακυβέρνησης των δημοσίων επιχειρήσεων. Θα περιλαμβάνει, επίσης, ένα λεπτομερές πλαίσιο αναφορικά με την άσκηση από τις δημόσιες επιχειρήσεις δραστηριοτήτων που αποτελούν ειδικές υποχρεώσεις, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων που συνιστούν υπηρεσίες που εξυπηρετούν το γενικό συμφέρον («πλαίσιο ειδικών υποχρεώσεων»), συμπεριλαμβανομένων των Υ.Γ.Ο.Σ.

β) Το πλαίσιο ειδικών υποχρεώσεων ρυθμίζει το συντονισμό, ως προς τα ζητήματα που αναλύονται κατωτέρω, μεταξύ της Εταιρείας, και κάθε δημόσιας επιχείρησης αφενός, και αφετέρου των δημόσιων αρχών, που εκπροσωπούνται από μια Επιτροπή που συγκροτείται από τα εποπτεύοντα αρμόδια Υπουργεία.

γ) Ειδικότερα, το πλαίσιο ειδικών υποχρεώσεων προβλέπει τη συγκρότηση ενός μηχανισμού ο οποίος θα καθορίζει, σε γενικές γραμμές, κατά πόσο είναι αναγκαία η επιβολή ειδικών υποχρεώσεων στη σχετική δημόσια επιχείρηση προκειμένου το Κράτος να επιτύχει τους στρατηγικούς στόχους του στον τομέα όπου δραστηριοποιείται η επιχείρηση, ή προκειμένου να εξυπηρετηθεί το γενικό συμφέρον.

δ) Κάθε φορά που κρίνεται αναγκαίο να επιβληθούν οι εν λόγω υποχρεώσεις, το πλαίσιο ειδικών υποχρεώσεων περιλαμβάνει μηχανισμούς για τον προσδιορισμό των αντικειμενικών και λειτουργικών στόχων και των δεικτών απόδοσης της σχετικής δημόσιας επιχείρησης, προκειμένου να διευκολυνθεί η επίτευξη των σχετικών στρατηγικών στόχων ή να διασφαλισθεί η επαρκής εξυπηρέτηση του γενικού συμφέροντος. Επιπλέον, θα υπάρχει πρόβλεψη για την κοστολόγηση και τη χρηματοδότηση των ειδικών υποχρεώσεων. Τα ως άνω στοιχεία θα καθορίζονται στις συμβάσεις απόδοσης και στόχων.

ε) Το πλαίσιο ειδικών υποχρεώσεων μπορεί να καθορίζει περαιτέρω ειδικές υποχρεώσεις.

στ) Καμία δημόσια επιχείρηση δεν θα υποχρεούται να αναλάβει δραστηριότητες, τις οποίες διαφορετικά και στο σύνηθες πλαίσιο της επιχειρηματικής της πρακτικής δεν θα αναλάμβανε, εκτός εάν οι δραστηριότητες αυτές έχουν καθοριστεί σύμφωνα με το πλαίσιο ειδικών υποχρεώσεων.

7. Η Εταιρεία μπορεί να θέτει ως στόχο τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δημοσίων επιχειρήσεων, τη μείωση λειτουργικών εξόδων μέσω λύσεων που στηρίζονται στην αξιοποίηση των τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνίας που βασίζεται στην καινοτομία, την αύξηση των εσόδων μέσω της επέκτασης της πελατειακής βάσης, τη διαφοροποίηση προϊόντων και υπηρεσιών και μέσω επενδύσεων σε νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες, καθώς και με άλλους τρόπους.

8. Οποιαδήποτε ρύθμιση δυνάμει της οποίας το Ελληνικό Δημόσιο παρέχει οποιασδήποτε μορφής οικονομική ενίσχυση σε δημόσια επιχείρηση, η οποία μεταβιβάζεται στην Εταιρεία ή σε θυγατρικές της, πρέπει να συνάδει με την ευρωπαϊκή νομοθεσία περί κρατικών ενισχύσεων και παραμένει σε ισχύ, εκτός εάν άλλως αποφασισθεί κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στο πλαίσιο της παραγράφου 10 του παρόντος άρθρου. Προκειμένου να συνεχισθεί η παροχή οικονομικής ενίσχυσης με σκοπό την υποστήριξη Υπηρεσιών Γενικού και Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος που παρέχονται από τη δημόσια επιχείρηση, οι εν λόγω υπηρεσίες πρέπει να εξακολουθούν να παρέχονται με τους ίδιους ποιοτικούς και ποσοτικούς όρους και προϋποθέσεις.»

10. Το άρθρο 198 του ν. 4389/2016 τροποποιείται ως εξής:

«Άρθρο 198

α. Η παρ. αντικαθίσταται ως εξής: «1. Μεταβιβάζονται στην Εταιρεία αυτοδικαίως οι συμβάσεις παραχώρησης των σύμφωνα με τον παρόντα νόμο λοιπών θυγατρικών. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να μεταβιβάζεται στην Εταιρεία η δυνατότητα να συνάπτει ή να ανανεώνει συμβάσεις παραχώρησης, οι οποίες σχετίζονται με τις δημόσιες επιχειρήσεις, οι μετοχές των οποίων μεταβιβάζονται σε αυτή. Το Ελληνικό Δημόσιο, με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, κατόπιν αιτιολογημένης εισήγησης της Εταιρείας, δύναται να αποφασίζει τη συνυπογραφή εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου ως εκ τρίτου συμβαλλόμενου, συμβάσεων παραχώρησης περιουσιακών δικαιωμάτων, άυλων δικαιωμάτων, δικαιωμάτων λειτουργίας, συντήρησης και εκμετάλλευσης υποδομών, μόνο ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει το ίδιο. Με την ίδια πράξη ορίζονται και εξουσιοδοτούνται τα αρμόδια όργανα για τη συνυπογραφή των ως άνω συμβάσεων ως προς τους συγκεκριμένους όρους μετά την ολοκλήρωση του προβλεπόμενου στο άρθρο 201 του παρόντος προσυμβατικού ελέγχου του Ελεγκτικού Συνεδρίου».

β. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2, οι λέξεις: «Από την ημερομηνία καταχώρησης του Καταστατικού της ΕΔΗΣ στο Γ.Ε.Μ.Η.» διαγράφονται, και η λέξη «ΕΔΗΣ» αντικαθίσταται από τη λέξη «Εταιρεία».»

11.α. Στον τίτλο των Παραρτημάτων Δ΄, Ε΄ και του Στ΄ του ν. 4389/2016, η λέξη «ΕΔΗΣ» αντικαθίσταται από τη λέξη «Εταιρεία».

β. Στο Παράρτημα Δ΄ του ν. 4389/2016 (Α΄ 94), το στοιχείο 2 («2. ΟΣΕ Α.Ε.») διαγράφεται και στο στοιχείο 3 («3. ΟΑΚΑ») προστίθενται οι λέξεις «εφόσον μετατραπεί σε κεφαλαιουχική εταιρεία».

γ. Στο Παράρτημα Ε΄ του ν. 4389/2016 (Α΄ 94), τα στοιχεία 3, 4 και 5. («3. Κτιριακές Υποδομές Α.Ε. (Κτ.Υπ. Α.Ε.)», «4. ΕΛ.Β.Ο. Α.Ε.» και «5. ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε.») διαγράφονται.

12. Το άρθρο 199 του ν. 4389/2016 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 199

Διανομή κερδών

1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, η διανομή των κερδών της Εταιρείας πραγματοποιείται σύμφωνα με τη μερισματική πολιτική, η οποία αποτελεί μέρος του Εσωτερικού Κανονισμού και με την οποία διασφαλίζεται η ακόλουθη διανομή:

α) ποσοστό 50% των κερδών της Εταιρείας καταβάλλεται ως μέρισμα στο Ελληνικό Δημόσιο και διατίθεται σύμφωνα με το ν. 4336/2015, και

β) σχετικά με τα λοιπά κέρδη θα πρέπει:

αα) Ένα μέρος να αποδίδεται ως μέρισμα στο Ελληνικό Δημόσιο και να χρησιμοποιείται από το Ελληνικό Δημόσιο για επενδύσεις σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 200 του παρόντος νόμου, και

ββ) Ένα μέρος θα χρησιμοποιείται από την Εταιρεία για Επενδύσεις σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 200 του παρόντος νόμου και δύναται επίσης να διακρατηθεί για να καλυφθούν πιθανές μελλοντικές ζημιές.

Τα κέρδη της Εταιρείας υπολογίζονται όπως προβλέπεται στον Εσωτερικό Κανονισμό, στο κεφάλαιο « Πρότυπα χρηματοοικονομικής αναφοράς και πλαίσιο για την προετοιμασία της χρηματοοικονομικής αναφοράς». Η διανομή των κερδών της Εταιρείας, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και του άρθρου 200, εγκρίνεται από την ετήσια τακτική γενική συνέλευση.

2. Οι διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 3864/2010 και οι διατάξεις των παραγράφων 14 έως και 18 του άρθρου 2 του ν. 3986/2011 εξακολουθούν να εφαρμόζονται από το ΤΧΣ και το ΤΑΙΠΕΔ αντίστοιχα, «και το ΤΧΣ θα μεταφέρει τα ποσά απευθείας στο Ελληνικό Δημόσιο».

13. Το άρθρο 200 του ν. 4389/2016 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 200

Επενδυτική Πολιτική

1. Ο Εσωτερικός Κανονισμός της Εταιρείας θα πρέπει να περιλαμβάνει κεφάλαιο Επενδυτικής Πολιτικής. Οι επενδυτικές αποφάσεις της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών (εκτός του ΤΧΣ) θα πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις της Επενδυτικής Πολιτικής, σε σχέση με τους αντίστοιχες κατηγορίες επενδύσεων.

2. Ποσά τα οποία διακρατούνται για επενδύσεις που θα πραγματοποιηθούν από την Εταιρεία σύμφωνα με τις προβλέψεις του άρθρου 199, παράγραφος 1, περίπτωση β΄, υποπερίπτωση ββ΄ και με τις προβλέψεις του Εσωτερικού Κανονισμού στο κεφάλαιο της Επενδυτικής Πολιτικής μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τους ακόλουθους σκοπούς:

(α) Για επενδύσεις στις λοιπές, ή στις άμεσες θυγατρικές (εκτός του ΤΧΣ).

(β) Για επενδύσεις σε εταιρείες ή περιουσιακά στοιχεία τα οποία δεν αποτελούν άμεσες ή λοιπές θυγατρικές της Εταιρείας.

(γ) Για διακράτηση ως αποθεματικά για μελλοντικές επενδύσεις.

Συγκεκριμένες επενδυτικές αποφάσεις σχετικά με τα ποσά που διατίθενται στους σκοπούς μπορούν να ληφθούν σύμφωνα με τις προβλέψεις της Επενδυτικής Πολιτικής.

«3. Ποσά τα οποία αποδίδονται στο Ελληνικό Δημόσιο ως μέρισμα σύμφωνα με την υποπερίπτωση αα΄ της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 199, χρησιμοποιούνται από το Ελληνικό Δημόσιο για τη χρηματοδότηση της συμμετοχής του σε επενδύσεις οι οποίες εκπληρώνουν τις στρατηγικές προτεραιότητες, τους κανόνες επιλεξιμότητας και τα κριτήρια επιλογής, όπως κάθε φορά διαμορφώνονται και εξειδικεύονται στο ισχύον Σύμφωνο Εταιρικής Σχέσης και τα ισχύοντα Επιχειρησιακά Προγράμματα τα οποία χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και το Ταμείο Συνοχής. Οι επενδύσεις αυτές χρηματοδοτούνται από το εθνικό ή το συγχρηματοδοτούμενο σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης και με χρήση ειδικού λογαριασμού που συστήνεται για το σκοπό αυτόν στην Τράπεζα της Ελλάδος. Τα ποσά που διατίθενται για το σκοπό αυτόν ετησίως αποτελούν έσοδο του ΠΔΕ, εγγράφεται δε, ισόποση πρόσθετη πίστωση στο ΠΔΕ του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, η οποία δαπανάται καθ’ υπέρβαση του συνολικού ορίου του ΠΔΕ του έτους κατά το οποίο πραγματοποιείται η διάθεση. Η μεταφορά της εν λόγω πίστωσης στον ανωτέρω ειδικό λογαριασμό βαρύνει τον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων του έτους κατά το οποίο πραγματοποιείται και ενταλματοποιείται έναντι αυτού. Η επιλογή, η παρακολούθηση και ο έλεγχος των έργων πραγματοποιείται από τις Διαχειριστικές Αρχές των άρθρων 6, 7 και 62 του ν. 4314/2014 (Α΄265) σύμφωνα με το Σύστημα Διαχείρισης και Ελέγχου του ΕΣΠΑ, το οποίο εφαρμόζεται αναλόγως. Ο συντονισμός των απαιτούμενων ενεργειών διενεργείται από την Ειδική Υπηρεσία Συντονισμού της Εφαρμογής της παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 4314/2014, η οποία, επιπλέον, υποβάλλει προς το Υπουργείο Οικονομικών ετήσια αναλυτική έκθεση προόδου υλοποίησης και απολογισμού εντός του πρώτου τριμήνου του επόμενου έτους. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης δύναται να ρυθμίζεται η διαδικασία, τα δικαιολογητικά και κάθε ειδικότερο θέμα για την πληρωμή των έργων αυτών από τον ως άνω ειδικό λογαριασμό.»

4. Η Επενδυτική Πολιτική περιλαμβάνει και τη διαδικασία καθορισμού των ποσοστών από τα κέρδη της Εταιρείας τα οποία θα αποδίδονται σε επενδύσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 199, παράγραφος 1, περίπτωση β, υποπερίπτωση ββ καθώς και για τον επιμερισμό των ποσών σε κάθε κατηγορία όπως αυτές περιγράφονται στην παράγραφο 2. Ο Εσωτερικός Κανονισμός ορίζει περαιτέρω τη διαδικασία επιλογής των επενδύσεων από την Εταιρεία ανά κατηγορία.

5. Η Επενδυτική Πολιτική θα περιλαμβάνει λεπτομέρειες σχετικά με τις ακόλουθες αρχές:

(α) Απαιτήσεις ως προς την απόδοση των επενδύσεων της παραγράφου 2, περίπτωση α΄

(β) Τις απαιτήσεις για τις επενδύσεις της παραγράφου 2, περίπτωση β΄ σχετικά με:

αα) την απόδοση των επενδύσεων για την Εταιρεία

ββ) τις θετικές επιπτώσεις ως προς την ανάπτυξη για την Ελληνική Οικονομία.

γγ) τους κλάδους στους οποίους τέτοιες επενδύσεις μπορούν να πραγματοποιηθούν και οι οποίοι θα υποδεικνύονται από τον Υπουργό Οικονομικών με την έκδοση Υπουργικής Απόφασης.

(γ) Απαιτήσεις για την επένδυση των αποθεματικών της Εταιρείας, όπως αυτά ορίζονται στην παράγραφο 2, περίπτωση γ΄

6. Τα ρευστά διαθέσιμα της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της, πλην του ΤΧΣ και του ΤΑΙΠΕΔ τηρούνται σε λογαριασμό ταμειακής διαχείρισης στην Τράπεζα της Ελλάδος, έως τη λειτουργική έναρξη του Ενιαίου Λογαριασμού Θησαυροφυλακίου, μέσω του οποίου θα γίνεται η διαχείρισή τους.».

14. Το άρθρο 201 του ν. 4389/2016 τροποποιείται ως εξής:

«Άρθρο 201

α. Το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 αντικαθίστανται ως εξής:

«Πριν από την αξιοποίηση οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου της Εταιρείας ή των άμεσων θυγατρικών της, πλην των ΤΧΣ και ΤΑΙΠΕΔ, απαιτείται να γίνει τελική αποτίμηση της αξίας του εν λόγω περιουσιακού στοιχείου σύμφωνα με τα αναφερόμενα στον Εσωτερικό Κανονισμό. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας ή των άμεσων θυγατρικών της, εκτός των ΤΧΣ και ΤΑΙΠΕΔ, είναι δυνατόν, αντί της αποτίμησης που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο, να δοθεί αιτιολογημένη γνώμη (fairness opinion) πιστωτικού ιδρύματος ή εταιρείας επενδύσεων για το δίκαιο και το εύλογο της προτεινόμενης συναλλαγής.»,

β. Το τέταρτο εδάφιο της παρ. 5 αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι διατάξεις του άρθρου 35 του ν. 4129/2013 εφαρμόζονται αναλόγως για τον προσυμβατικό έλεγχο των συμβάσεων που συνάπτονται με σκοπό την αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της (εκτός των ΤΧΣ και ΤΑΙΠΕΔ), εφόσον το τίμημα ή τα έσοδα από την αξιοποίηση υπερβαίνουν το ποσό των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000), ευρώ, με την εξαίρεση των συμβάσεων των παραγράφων 7 και 8 του παρόντος άρθρου.»

γ. Στις παρ. 7 και 8 του άρθρου 201, πριν τη λέξη « θυγατρικές» τίθεται η λέξη « άμεσες».

δ. Η παράγραφος 9 αντικαθίσταται ως εξής:

«Η Εταιρεία, με την επιφύλαξη του προοιμίου του παραρτήματος Ε΄ του παρόντος νόμου μπορεί να αποδέχεται δημόσιες προσφορές κινητών αξιών που υποβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3461/2006 (Α΄ 106) για τις συμμετοχές που διαθέτει στις λοιπές θυγατρικές.»

ε. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 11 του άρθρου 201 του ν. 4389/2016 οι λέξεις «να συνάπτει», «να συνομολογεί», « να αποδέχεται» αντικαθίσταται με τις λέξεις « να συνάπτουν», « να συνομολογούν», «να αποδέχονται».

στ. Στην παράγραφο 12 η φράση «ή των άμεσων θυγατρικών της» αντικαθίσταται με τη φράση «ή των άμεσων και λοιπών θυγατρικών της».

15. Η παράγραφος 4 του άρθρου 202 του ν. 4389/2016 αντικαθίσταται ως εξής:

«4. Όλα τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, τα μέλη των οργάνων διοίκησης των άμεσων θυγατρικών της, πλην του ΤΧΣ, καθώς και τα ανώτερα στελέχη της διοίκησης των ανωτέρω νομικών προσώπων υποβάλλουν δήλωση περιουσιακής κατάστασης, όπως εξειδικεύεται στις διατάξεις του ν. 3213/2003 (Α΄ 309).»

16. Το άρθρο 203 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94) τροποποιείται ως εξής:

«Άρθρο 203

α. Ο τίτλος του άρθρου αντικαθίσταται ως εξής:

«Θέματα προσωπικού της Εταιρείας και Άμεσων θυγατρικών της».

β. Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της, μπορούν να αποφασίσουν τη μεταφορά εργαζομένων από την Εταιρεία στις θυγατρικές αυτές ή από μία από τις θυγατρικές αυτές σε άλλη ή στην Εταιρεία.»

γ. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«και κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης που ρυθμίζει θέματα αποσπάσεων μεταξύ δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται με την περίπτωση α΄ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α΄143.).»

17. Το Αρχικό Καταστατικό της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε., το οποίο κυρώθηκε με το άρθρο 204 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94), τροποποιείται ως εξής:

α. Στο Άρθρο 2 προστίθεται παράγραφος 2 ως εξής:

«2. Στο πλαίσιο του σκοπού της, η Εταιρεία, κατέχει συμμετοχές του δημοσίου σε επιχειρήσεις του ν. 3429/2005, τις οποίες διαχειρίζεται επαγγελματικά επαυξάνει την αξία τους και αξιοποιεί σύμφωνα με βέλτιστες διεθνείς πρακτικές και τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ, όσον αφορά την εταιρική διακυβέρνηση, την εταιρική συμμόρφωση, την εποπτεία και τη διαφάνεια των διαδικασιών, καθώς και σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές σε θέματα κοινωνικά και περιβαλλοντικά υπεύθυνης επιχειρηματικότητας και διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα με τις δημόσιες επιχειρήσεις μέρη. Οι δημόσιες επιχειρήσεις που ελέγχονται, σύμφωνα με το παρόν, από την Εταιρεία: (α) υπόκεινται σε κατάλληλη εποπτεία σύμφωνα με τους κανόνες της εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας, (β) υλοποιούν και υποστηρίζουν τις εφαρμοστέες τομεακές πολιτικές της Κυβέρνησης, (γ) αναλαμβάνουν κατόπιν ανάθεσης την παροχή Υπηρεσιών Γενικού και Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος (ΥΓΟΣ), ενδεικτικά μέσω της εκτέλεσης υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, και τις κοινές αξίες της Ένωσης που περιλαμβάνονται σε αυτήν.», και η παράγραφος 2 αναριθμείται ως παράγραφος 3.

β. Στο άρθρο 9, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρίας αποτελείται από πέντε (5) έως εννέα (9) μέλη. Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου ορίζεται σε τέσσερα (4) έτη.»

γ. Στο άρθρο 10, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Η απαιτούμενη απαρτία και πλειοψηφία για τη λήψη αποφάσεων από το διοικητικό συμβούλιο ρυθμίζονται στο άρθρο 192 του νόμου.»

δ. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 11, η περίπτωση α΄ αντικαθίσταται ως εξής:

«Εκπροσωπεί την Εταιρία δικαστικά και εξωδικαστικά, περιλαμβανομένης της εκπροσώπησης αυτής στις Γενικές Συνελεύσεις των θυγατρικών της ψηφίζοντας κατά τον τρόπο που τον έχει εξουσιοδοτήσει το Διοικητικό Συμβούλιο.», και στο τέλος της περίπτωσης θ΄ προστίθενται οι λέξεις: «,καθώς και των λοιπών θυγατρικών στις οποίες ασκεί τα απαραίτητα δικαιώματα ψήφου.».

ε. Στο άρθρο 13, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Το Εποπτικό Συμβούλιο διορίζεται, λειτουργεί και έχει τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στο άρθρο 191 του νόμου.»

18. Το άρθρο 205 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94) καταργείται.

19. Στο άρθρο 210 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94), οι παράγραφοι 2, 3, 5 και 7 αντικαθίστανται ως εξής:

«2. Οι διατάξεις της παραγράφου 6β΄ του άρθρου 31 του ν. 4141/2013 εφαρμόζονται αναλόγως για τις λοιπές θυγατρικές του παρόντος νόμου.»

«3. Εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου που έχουν δοθεί υπέρ εταιριών που μεταβιβάζονται στην Εταιρεία, προς την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων παραμένουν σε ισχύ και δύναται να ανανεώνονται, να παρατείνονται ή να χορηγούνται νέες για όσο διάστημα η Εταιρεία συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο των εταιριών αυτών.»

«5. Από τη μεταβίβαση στην Εταιρεία των συμμετοχών του δημοσίου επί των επιχειρήσεων του ν. 3429/ 2005, σύμφωνα με το άρθρο 197, καταργείται κάθε διάταξη που περιλαμβάνεται στον ιδρυτικό νόμο ή τα καταστατικά των επιχειρήσεων αυτών, και η οποία προβλέπει διαφορετικό τρόπο λειτουργίας ή λήψης αποφάσεων ως προς τα δικαιώματα του μετόχου, την εκλογή μελών Δ.Σ., και κάθε άλλο ζήτημα σχετικό με τη λειτουργία τους και η οποία έρχεται σε αντίθεση με τις ειδικότερες διατάξεις του παρόντος νόμου ως προς τα ζητήματα αυτά και του κ.ν. 2190/1920.»

«7. Η απόκτηση των συμμετοχών του Δημοσίου από την Εταιρεία δυνάμει του παρόντος νόμου δεν γεννά υποχρέωση υποβολής δημόσιας πρότασης.»

20. Η έναρξη ισχύος της παρ. 1 του άρθρου 197 αρχίζει την 1.1.2018 και της παρ. 2 του άρθρου 198 του ν. 4389/2016 αρχίζει με τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

21. Στην παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3986/2011 (Α΄152), όπως αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 213 του

ν. 4389/2016 και την παρ. 4 του άρθρου όγδοου του

ν. 4393/2016 (Α΄106), διαγράφονται οι λέξεις « εφαρμόζει τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 202 του νόμου για την ίδρυση της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.».

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄

ΣΥΣΤΑΣΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

ΣΥΣΤΑΣΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ

 

Άρθρο 381

Σύσταση Διεύθυνσης Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος

1. Στο Υπουργείο Οικονομικών συστήνεται νέα Υπηρεσία, επιπέδου Διεύθυνσης με τίτλο «Διεύθυνση Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος», υπαγόμενη απευθείας στον Υπουργό Οικονομικών.

2. Ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος (άρθρο 17Α ν. 2523/1997, Α΄ 179), έχει την καθοδήγηση και το συντονισμό λειτουργίας της Υπηρεσίας.

3. Η κατά τόπο αρμοδιότητα της Υπηρεσίας εκτείνεται σε όλη την Επικράτεια.

4. Όπου στο παρόν Κεφάλαιο γίνεται αναφορά σε «Υπηρεσία», νοείται η «Διεύθυνση Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος».

 

Άρθρο 382

Αποστολή και Αρμοδιότητες

1. Αποστολή της Υπηρεσίας είναι αποκλειστικά η διενέργεια ερευνών, προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης για την εξακρίβωση τέλεσης μείζονος ποινικής απαξίας φορολογικών εγκλημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 66 επ. του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Κ.Φ.Δ., ν. 4174/93, Α΄170) και οποιωνδήποτε άλλων απολύτως συναφών οικονομικών εγκλημάτων, που βλάπτουν σοβαρά τα συμφέροντα του ελληνικού δημοσίου και της ευρωπαϊκής ένωσης, κατόπιν παραγγελίας του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ή του αναπληρωτή του ή των εισαγγελικών λειτουργών που τον επικουρούν, υπό την εποπτεία του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος.

2. Η Υπηρεσία είναι αρμόδια για:

α) την διενέργεια ερευνών, προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης για την εξακρίβωση τέλεσης φορολογικών εγκλημάτων και οποιωνδήποτε άλλων συναφών οικονομικών εγκλημάτων, σύμφωνα με την κατά την παράγραφο 1 αποστολή της, αποκλειστικά κατόπιν παραγγελίας του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ή του αναπληρωτή του ή των εισαγγελικών λειτουργών που τον επικουρούν,

β) τη σύνταξη πορισματικών εκθέσεων σε εκτέλεση των εισαγγελικών παραγγελιών που της απευθύνονται,

γ) τη διοικητική υποστήριξη και μέριμνα και την εξασφάλιση των υλικών και μέσων, που απαιτούνται για την εύρυθμη λειτουργία της σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες, και

δ) τη συλλογή, τήρηση και διαρκή ενημέρωση του αρχείου της σχετικά με την εθνική, ευρωπαϊκή και διεθνή νομοθεσία που αφορά στην αποκάλυψη και δίωξη φορολογικών και οποιωνδήποτε άλλων συναφών οικονομικών εγκλημάτων καθώς και τήρηση αρχείου διοικητικής και ποινικής νομολογίας για τα θέματα αυτά.

3. Το προσωπικό της Υπηρεσίας κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του έχει την ιδιότητα των ειδικών ανακριτικών υπαλλήλων και κατόπιν παραγγελίας του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ή του αναπληρωτή του ή των εισαγγελικών λειτουργών που τον επικουρούν:

α) προβαίνει στη διενέργεια ανακριτικών πράξεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις ισχύουσες κάθε φορά ειδικές διατάξεις και τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, για τα αδικήματα που προβλέπονται από τη σχετική νομοθεσία και εμπίπτουν στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος,

β) λαμβάνει γνώση και διενεργεί έρευνες επί φορολογικών δεδομένων, ήτοι φορολογικών δηλώσεων, φορολογικών στοιχείων και κάθε άλλου υποχρεωτικού και προαιρετικού βιβλίου και στοιχείου που ορίζεται από τη φορολογική νομοθεσία. Η πρόσβαση στα συγκεκριμένα δεδομένα περιορίζεται σε αυτά που είναι απαραίτητα για την εκτέλεση των εισαγγελικών παραγγελιών που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Ο έλεγχος των βιβλίων και στοιχείων γίνεται στα γραφεία της Υπηρεσίας ή στην επαγγελματική εγκατάσταση του ελεγχόμενου,

γ) καλεί εγγράφως τον ελεγχόμενο ή άλλο πρόσωπο να δώσει πληροφορίες για τη διευκόλυνση της έρευνας, καθώς και να παρέχει αντίγραφα μέρους των βιβλίων και στοιχείων ή οποιουδήποτε συναφούς εγγράφου, συμπεριλαμβανομένων πελατολογίων και καταλόγων προμηθευτών και αντίγραφα των ηλεκτρονικών αρχείων, εφόσον αυτά εκδίδονται μηχανογραφικά,

δ) ενεργεί κάθε αναγκαία εξέταση ή έρευνα στην επαγγελματική εγκατάσταση του ελεγχόμενου, στον τόπο παροχής των υπηρεσιών, καθώς και στα μεταφορικά μέσα,

ε) ενεργεί έρευνες εγγράφων και λοιπών στοιχείων που δεν ευρίσκονται στο χώρο της επαγγελματικής απασχόλησης του ελεγχόμενου τηρώντας τα οριζόμενα στις διατάξεις του ΚΠΔ,

στ) λαμβάνει αντίγραφα των βιβλίων και στοιχείων, καθώς και λοιπών εγγράφων, για τα οποία ο ελεγχόμενος δηλώνει ότι αντιπροσωπεύουν ακριβή αντίγραφα. Οι διενεργούντες την έρευνα δύνανται να απαιτούν από τον ελεγχόμενο ή τον εκπρόσωπο του να παρίσταται στον τόπο, όπου διενεργείται ο έλεγχος, και να απαντά σε ερωτήματα που του τίθενται, ώστε να διευκολύνεται η διενέργεια της έρευνας. Σε περίπτωση κατά την οποία τα βιβλία και στοιχεία τηρούνται σε ηλεκτρονική μορφή, η υπηρεσία έχει δικαίωμα πρόσβασης σε οποιαδήποτε φυλασσόμενα αρχεία, καθώς και στα λογιστικά προγράμματα και τις πληροφορίες που έχουν καταχωριστεί σε αυτά ενώ δικαιούται να λαμβάνει τα ηλεκτρονικά αρχεία σε αναγνώσιμη ηλεκτρονική ή έντυπη μορφή,

ζ) κατάσχει βιβλία και στοιχεία που τηρούνται ή διαφυλάσσονται σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία, οποιαδήποτε άλλα ανεπίσημα βιβλία, έγγραφα, αρχεία, στοιχεία, ηλεκτρονικά μέσα αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων προκειμένου να διασφαλιστεί η αποδεικτική αξία αυτών,

4. Οι ελεγκτές της Υπηρεσίας, στο πλαίσιο εκτέλεσης παραγγελιών των εισαγγελικών λειτουργών του παρόντος άρθρου, έχουν πρόσβαση στα πληροφοριακά συστήματα που διαχειρίζεται η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), γνωστοποιώντας στην τελευταία την πρόσβαση αυτή, σύμφωνα με τους κανόνες ιχνηλασιμότητας και πρόσβασης στα συστήματα της Α.Α.Δ.Ε., και λαμβάνουν οποιαδήποτε πληροφορία ή στοιχείο που αφορά ή είναι χρήσιμο για τη συγκεκριμένη υπόθεση που ερευνούν. Η πρόσβαση αφορά σε πληροφορίες ή στοιχεία προσδιορισμένων φυσικών και νομικών προσώπων και κάθε είδους νομικών οντοτήτων με εντοπισμένο αριθμό φορολογικού μητρώου. Η προαναφερθείσα πρόσβαση των ελεγκτών της Υπηρεσίας δεν υπόκειται σε περιορισμούς διατάξεων περί φορολογικού απορρήτου, υποχρεούνται, όμως, αυτοί στην τήρηση των διατάξεων περί εχεμύθειας του άρθρου 26 του Υπαλληλικού Κώδικα,

5. Οι ελεγκτές της Υπηρεσίας έχουν πρόσβαση στο «Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών» σύμφωνα με τα άρθρα 62 και 63 του ν. 4170/2013 (Α΄ 163) και στα λοιπά πληροφοριακά συστήματα και τις βάσεις δεδομένων που διαχειρίζονται άλλες δημόσιες υπηρεσίες σύμφωνα με τις προδιαγραφές ασφαλείας του κάθε συστήματος, μη υποκείμενοι σε περιορισμούς διατάξεων περί τραπεζικού και επαγγελματικού απορρήτου και απορρήτου των στοιχείων, υποχρεούνται, όμως, αυτοί στην τήρηση των διατάξεων περί εχεμύθειας του άρθρου 26 του Υπαλληλικού Κώδικα.

6. Οι αρμοδιότητες της Υπηρεσίας ασκούνται παράλληλα και ανεξάρτητα από λοιπές υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών. Το προσωπικό αυτής τελεί σε διαρκή ετοιμότητα για την ταχεία επέμβασή του, όταν παρίσταται ανάγκη, και θεωρείται ότι βρίσκεται σε διατεταγμένη υπηρεσία σε κάθε τόπο και χρόνο, κάθε φορά που καθίσταται αναγκαία η παρέμβασή του, πάντοτε, όμως, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, και τις εντολές των προϊσταμένων του και του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος.

7. Η Υπηρεσία συνεργάζεται και ανταλλάσσει πληροφορίες και στοιχεία, που έχουν σχέση με το αντικείμενο της αποστολής της, με άλλες αρχές, υπηρεσίες και φορείς του εσωτερικού και του εξωτερικού και δύναται να συμμετέχει σε θεσμοθετημένα διϋπηρεσιακά όργανα. Με την επιφύλαξη και τους όρους του παρόντος νόμου, οι αστυνομικές, λιμενικές, στρατιωτικές και λοιπές αρχές και υπηρεσίες, υποχρεούνται, όταν τους ζητηθεί, να συνδράμουν άμεσα και αποτελεσματικά τους υπαλλήλους της Υπηρεσίας καθώς επίσης και να χορηγούν κάθε σχετική πληροφορία ή στοιχείο. Η ανταλλαγή πληροφοριών με υπηρεσίες και φορείς του εξωτερικού αφορά μόνο στην ποινική διερεύνηση των υποθέσεων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Υπηρεσίας και δεν σχετίζεται καθ΄ οιονδήποτε τρόπο με την αμοιβαία διοικητική συνδρομή του άρθρου 29 του Κ.Φ.Δ.

8. Η Υπηρεσία μπορεί να ζητεί από τις αρμόδιες διοικητικές υπηρεσίες και τους εμπλεκόμενους φορείς στατιστικά στοιχεία, καθώς και άλλα στοιχεία και πληροφορίες σχετικά με υποθέσεις αρμοδιότητάς της.

9. Η Υπηρεσία μπορεί να ζητεί από τις αρμόδιες δικαστικές και εισαγγελικές αρχές στατιστικά στοιχεία, καθώς και πληροφορίες για τη δικονομική πορεία των υποθέσεων αρμοδιότητάς της και να λαμβάνει αντίγραφα βουλευμάτων, δικαστικών αποφάσεων και άλλων πράξεων των δικαστικών και εισαγγελικών αρχών.

10. Με την επιφύλαξη των ειδικότερων ρυθμίσεων της παρ. 4, η πρόσβαση της Υπηρεσίας σε πληροφορίες και στοιχεία, όπου αναφέρεται στα άρθρα του παρόντος νόμου, επιτρέπεται στο πλαίσιο της εκτέλεσης παραγγελιών του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ή του αναπληρωτή του ή των εισαγγελικών λειτουργών που τον επικουρούν. Η πρόσβαση αυτή διενεργείται σύμφωνα με τις διατυπώσεις του πρώτου εδάφιου της παρ. 8 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997 και σε κάθε περίπτωση σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες ιχνηλασιμότητας.

11. Μέχρι την τριακοστή πρώτη Μαρτίου κάθε έτους, η Υπηρεσία υποβάλλει έκθεση πεπραγμένων της κατά το προηγούμενο έτος στον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος και στους Υπουργούς Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών. Στην έκθεση αναφέρονται ο αριθμός ερευνών και η διαδικαστική πορεία τους. Η έκθεση αναρτάται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Οικονομικών στο διαδίκτυο το αργότερο μία (1) εβδομάδα μετά την υποβολή της, όπου και παραμένει αναρτημένη για πέντε (5) έτη.

 

Άρθρο 383

Βασική διάρθρωση

1. Η Διεύθυνση διαρθρώνεται στην Υποδιεύθυνση Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος και σε δύο αυτοτελή Τμήματα.

2. Η Υποδιεύθυνση Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος έχει ως προϊστάμενο Υποδιευθυντή και απαρτίζεται από τέσσερα (4) Τμήματα (Α΄,Β΄, Γ΄, Δ΄) Ερευνών.

3. Τα αυτοτελή Τμήματα υπάγονται απευθείας στον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης και είναι τα εξής:

α) Τμήμα Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης και

β) Τμήμα Νομικής Υποστήριξης.

 

Άρθρο 384

Στελέχωση

1. Για τη στελέχωση της Διεύθυνσης συνιστώνται 135 θέσεις ελεγκτών. Για τη διοικητική υποστήριξή της, επιτρέπεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών η κατανομή δεκαπέντε οργανικών θέσεων από τις προβλεπόμενες στα άρθρα 86 και 87 του π.δ. 142/2017 (Α΄181 ).

2. Η πλήρωση των οργανικών θέσεων διοικητικού προσωπικού της Διεύθυνσης διενεργείται:

α) με μετακίνηση υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών,

β) με μετάταξη ή απόσπαση δημοσίων υπαλλήλων σύμφωνα με τις διατάξεις του Ενιαίου Συστήματος Κινητικότητας (ν. 4440/2016, Α΄224 ),

γ) με διορισμό σύμφωνα με το ν. 2190/1994 (Α΄28,) όπως ισχύει.

3. Οι θέσεις ελεγκτών καλύπτονται, κατά παρέκκλιση των διατάξεων για το Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας, με αποσπάσεις μονίμου προσωπικού και προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού που υπηρετεί σε φορείς του δημόσιου ή ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται από τις διατάξεις του ν. 1256/1982 (Α΄65), όπως ισχύει, συμπεριλαμβανομένων ενστόλων, καθώς και ειδικού επιστημονικού προσωπικού, που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες του προανακριτικού έργου. Για τη διενέργεια των ανωτέρω αποσπάσεων εκδίδεται πρόσκληση του αρμόδιου Υπουργού, ύστερα από εισήγηση του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, με την οποία καθορίζονται ο αριθμός των θέσεων που θα καλυφθούν, τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα των υποψηφίων για την κάλυψη των θέσεων αυτών, καθώς και ο χρόνος και ο τρόπος υποβολής αίτησης των ενδιαφερομένων, η διαδικασία αξιολόγησης των αιτήσεών τους και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

4. Η απόσπαση των ελεγκτών, σύμφωνα με την παρ. 3, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που αναφέρονται στην περ. α΄ της παρ. 11 του παρόντος άρθρου, διενεργείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του οικείου Υπουργού ή του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., κατόπιν ειδικής πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος, ύστερα από εισήγηση του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, χωρίς να απαιτείται γνώμη των οικείων υπηρεσιακών συμβουλίων, με επιφύλαξη όσων ορίζονται στο άρθρο 25 του ν. 4389/2016 (Α΄94). Υπάλληλοι της Α.Α.Δ.Ε., οι οποίοι έχουν υπηρετήσει έως και την έναρξη ισχύος των διατάξεων του παρόντος, στα αυτοτελή Τμήματα Α΄ έως Δ΄ του ΚΕΦΟΜΕΠ, καθώς και οι υπάλληλοι που μεταφέρθηκαν από το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων τυγχάνουν αυξημένης μοριοδότησης κατά τη διαδικασία της πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος της παρούσας παραγράφου.

5. Η διάρκεια της απόσπασης των ελεγκτών ορίζεται διετής με δυνατότητα ανανέωσης για ένα (1) έτος, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 4.

6. Ο χρόνος της απόσπασης λογίζεται, για κάθε συνέπεια, ως χρόνος συνεχούς και πραγματικής υπηρεσίας στην οργανική θέση του υπαλλήλου.

7. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του οικείου Υπουργού ή του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., ύστερα από αιτιολογημένη εισήγηση του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, είναι δυνατόν να διακοπεί η απόσπαση υπαλλήλου και πριν από τη λήξη της, για σοβαρό λόγο αναγόμενο στην πλημμελή άσκηση των υπηρεσιακών του καθηκόντων ή μετά από αίτηση του υπαλλήλου, αφού συνεκτιμηθούν οι υπηρεσιακές ανάγκες.

8. Για την επιλογή, τοποθέτηση και λήξη της θητείας των προϊσταμένων της Διεύθυνσης και των Τμημάτων της, εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 4369/2016 (Α΄33). Οι Προϊστάμενοι της Διεύθυνσης και των Τμημάτων αυτής προέρχονται από τους ελεγκτές και το διοικητικό προσωπικό που υπηρετεί στη Διεύθυνση.

9. Η γραμματειακή και διοικητική υποστήριξη του έργου του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, του αναπληρωτή του και των εισαγγελέων που τον επικουρούν εξακολουθεί να παρέχεται από το υφιστάμενο αυτοτελές Τμήμα Γραμματείας το οποίο λειτουργεί σύμφωνα με την παρ. 9α του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997.

10. α) Οι υπάλληλοι που υπηρετούν στην Υπηρεσία διατηρούν κατά το διάστημα που εργάζονται σε αυτή όλες τις τυχόν επιπλέον του μισθού τακτικές αποδοχές και τα κάθε φύσης επιδόματα και απολαβές των λοιπών υπαλλήλων της αυτής κατηγορίας, βαθμού και μισθολογικού κλιμακίου, του κλάδου στον οποίο ανήκουν, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

β) Οι υπάλληλοι που αποσπώνται στην Υπηρεσία για το χρονικό διάστημα που υπηρετούν σε αυτή διατηρούν το σύνολο των απολαβών της οργανικής τους θέσης.

γ) Για την αποτελεσματική άσκηση των καθηκόντων των ελεγκτών της Υπηρεσίας είναι δυνατόν να καταβάλλεται σε αυτούς επίδομα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 ν. 4354/2015 (Α΄176).

11. α) Ειδικά και προς διασφάλιση της άμεσης λειτουργίας της Υπηρεσίας και προς ολοκλήρωση των εκκρεμών ελέγχων, αποσπώνται με την διαδικασία της παρ. 4 του παρόντος άρθρου και τοποθετούνται σε αυτή κατ΄ ανώτατο όριο εξήντα (60) υπάλληλοι της Α.Α.Δ.Ε.

β) Μόνο για την αρχική λειτουργία της Διεύθυνσης μέχρι πέντε (5) θέσεις διοικητικού προσωπικού της παρ. 1 του παρόντος άρθρου μπορούν να καλύπτονται με μονοετείς αποσπάσεις μόνιμου προσωπικού και προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, που υπηρετεί στο Δημόσιο ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός ορίζεται από το ν. 1256/1982 όπως ισχύει, εξαιρουμένης της Α.Α.Δ.Ε., χωρίς δυνατότητα ανανέωσης. Οι αποσπάσεις αυτές θα πραγματοποιηθούν κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του ενιαίου συστήματος κινητικότητας (ν. 4440/2016), με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου Υπουργού, ύστερα από σχετική ανακοίνωση - πρόσκληση που θα εκδοθεί από το Υπουργείο Οικονομικών.

 

Άρθρο 385

Δαπάνες

1. Οι απαιτούμενες πιστώσεις για τη λειτουργία του Υπηρεσίας εγγράφονται κάθε έτος σε ειδικό φορέα του προϋπολογισμού του Υπουργείου Οικονομικών.

2. Η δαπάνη μισθοδοσίας των υπαλλήλων που αποσπώνται στην Υπηρεσία βαρύνει το φορέα υποδοχής, σε κάθε δε περίπτωση οι αποδοχές των υπαλλήλων που αποσπώνται δεν υπολείπονται του συνόλου των αποδοχών και των λοιπών πρόσθετων αμοιβών που τους καταβάλλονταν από τον φορέα προέλευσης, με τις προϋποθέσεις χορήγησής τους. Ο φορέας υποδοχής βαρύνεται επιπλέον με τις δαπάνες οποιασδήποτε τυχόν επιπλέον αμοιβής των υπαλλήλων της Υπηρεσίας.

 

Άρθρο 386

Ειδικές ρυθμίσεις για την άσκηση των καθηκόντων του προσωπικού της Υπηρεσίας

1. Οι ελεγκτές και το λοιπό προσωπικό της Υπηρεσίας δεν εξετάζονται, δεν διώκονται και δεν ενάγονται για γνώμη που διατύπωσαν ή θέση που έλαβαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Εξαιρούνται των ανωτέρω η περίπτωση δόλου, η παραβίαση του απορρήτου των πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και η παράβαση του καθήκοντος εχεμύθειας, στο οποίο υποχρεούνται οι υπηρετούντες στην Υπηρεσία και μετά την αποχώρησή τους από αυτό. Οι ελεγκτές, εφόσον εξετάζονται ή διώκονται ενώπιον ποινικών δικαστηρίων για αποδιδόμενες σε αυτούς πράξεις ή παραλείψεις στις οποίες προέβησαν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή ενάγονται ενώπιον πολιτικών δικαστηρίων για την ίδια αιτία, μπορούν να παρίστανται και να εκπροσωπούνται ενώπιον των ποινικών ή πολιτικών δικαστηρίων από μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, κατόπιν αιτήματος του Υπουργού Οικονομικών προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, το οποίο γίνεται υποχρεωτικά δεκτό.

2. Οι ελεγκτές τηρούν το απόρρητο των πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση τους, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Η υποχρέωση τήρησης του απορρήτου και του καθήκοντος εχεμύθειας αφορά το σύνολο του προσωπικού που υπηρετεί στην Υπηρεσία.

3. Παραβιάσεις του απορρήτου ή του καθήκοντος εχεμύθειας, συνιστούν σοβαρό λόγο για την ανάκληση της απόσπασης του ελεγκτή.

 

Άρθρο 387

Διαδικασία σε περιπτώσεις ερευνών για την διακρίβωση τέλεσης εγκλημάτων φοροδιαφυγής

1. Ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος ή ο αναπληρωτής του ή οι εισαγγελικοί λειτουργοί που τον συνεπικουρούν, παραγγέλλουν, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 382 τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης στους ελεγκτές της Υπηρεσίας για τη διερεύνηση τέλεσης αδικημάτων ποινικά κολάσιμης φοροδιαφυγής και οποιωνδήποτε άλλων απολύτως συναφών οικονομικών εγκλημάτων στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς της.

2. Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης, μετά την παραγγελία του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, εκδίδει εντολές για τη διενέργεια ερευνών αρμοδιότητας της Υπηρεσίας.

3. Οι ελεγκτές της Υπηρεσίας, διενεργούν έρευνα για την διαπίστωση τέλεσης εγκλημάτων φοροδιαφυγής και λοιπών οικονομικών εγκλημάτων. Τα πρόσωπα στα οποία αποδίδεται η τέλεση αξιόποινης πράξης, κατά τη διάρκεια των ερευνών, έχουν όλα τα δικαιώματα που προβλέπονται στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

4. Μετά την ολοκλήρωση της έρευνας, και μόνο εφόσον προκύπτουν ενδείξεις ποινικά κολάσιμης, σύμφωνα με τα άρθρα 66 και επόμενα του ΚΦΔ, φοροδιαφυγής, οι ελεγκτές της Υπηρεσίας συντάσσουν πορισματική έκθεση, η οποία γνωστοποιείται προς τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος και ακολούθως διαβιβάζεται στην Α.Α.Δ.Ε. μαζί με τον φάκελο της υπόθεσης. Η πορισματική έκθεση πρέπει να είναι επαρκώς στοιχειοθετημένη και αιτιολογημένη και να έχει συγκεκριμένο μορφότυπο, πληρώντας τα ελάχιστα αντικειμενικά κριτήρια ελέγχου που εφαρμόζει η Α.Α.Δ.Ε.

5. Σε περιπτώσεις που από την προανάκριση ή την προκαταρκτική εξέταση προκύψουν ενδείξεις τέλεσης και άλλων εγκλημάτων, τα οποία δεν σχετίζονται άμεσα με αυτά των άρθρων 66 επ. του ΚΦΔ, η σχηματισθείσα δικογραφία δύναται να χωρίζεται ως προς αυτά και ακολουθείται η διαδικασία της παρ. 6 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997.

6. Για τις ως άνω υποθέσεις που διαβιβάζονται στην Α.Α.Δ.Ε. ακολουθείται η διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 28Α του ΚΦΔ, που προστίθεται με το άρθρο 390 του παρόντος.

7. Κατά την έκδοση της οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, η Α.Α.Δ.Ε. δύναται είτε να αφίσταται από την πορισματική έκθεση της Υπηρεσίας, είτε να μην εκδίδει την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, κατόπιν ειδικής και επαρκούς αιτιολογίας, ιδίως: α) σε περίπτωση που στην πορισματική έκθεση της Υπηρεσίας δεν έχουν ληφθεί υπόψη ή έχουν εφαρμοσθεί εσφαλμένα ερμηνευτικές εγκύκλιοι της Α.Α.Δ.Ε. επί των φορολογικών και τελωνειακών διατάξεων, ή η νομολογία των δικαστηρίων ή οι αποφάσεις της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, β) σε περίπτωση προσκόμισης νέων στοιχείων, γ) σε περίπτωση μη τήρησης του μορφότυπου της πορισματικής έκθεσης της Α.Α.Δ.Ε., όπως ισχύει ή δύναται να εξειδικεύεται.

8. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος προσκομίσει νέα στοιχεία στην αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε. εντός της προθεσμίας των είκοσι (20) ημερών της παρ. 2 του άρθρου 28Α του Κ.Φ.Δ., η τελευταία δύναται να τα διαβιβάζει στην Υπηρεσία προς αξιολόγηση, ακολουθώντας τη διαδικασία που ορίζεται στην παρ. 4 του άρθρου 28Α του Κ.Φ.Δ., όπως ισχύει κάθε φορά.

9. Σε περίπτωση μη επαρκούς στοιχειοθέτησης ή μη τήρησης του μορφότυπου της πορισματικής έκθεσης η Α.Α.Δ.Ε. δύναται να αναπέμψει στην Υπηρεσία αιτιολογημένα τον φάκελο της υποθέσεως για περαιτέρω έρευνα από αυτήν. Ο χρόνος που απαιτείται για την εν λόγω διαδικασία δεν προσμετράται στην προθεσμία του ενός (1) μηνός κατά τα αναφερόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 28Α του Κ.Φ.Δ., για την κοινοποίηση του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού φόρου.

10. Στις περιπτώσεις που μετά την έρευνα που διενεργείται από τους ελεγκτές της Υπηρεσίας δεν προκύπτουν ενδείξεις για την τέλεση αδικήματος ποινικά κολάσιμης φοροδιαφυγής ή οποιουδήποτε άλλου αδικήματος, η υπόθεση αρχειοθετείται από τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος και πιθανολογούμενες παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας γνωστοποιούνται στην Α.Α.Δ.Ε. σύμφωνα με την προβλεπόμενη στο άρθρο 64 του ν. 4472/2017 (Α΄ 74) διαδικασία.

 

Άρθρο 388

Συντονισμός της Διεύθυνσης Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος και της Α.Α.Δ.Ε.

1. Η Διεύθυνση Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος στο πλαίσιο εισαγγελικής παραγγελίας και η Α.Α.Δ.Ε. διατηρούν αυτοτελώς το δικαίωμα ποινικής έρευνας και φορολογικού ελέγχου, αντιστοίχως.

2. Η Α.Α.Δ.Ε. εξακολουθεί να δέχεται καταγγελίες και διατηρεί την αρμοδιότητα φορολογικού ελέγχου των προσώπων για τα οποία διεξάγεται έρευνα από τη Διεύθυνση Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος.

3. Προγενέστερες ή εν εξελίξει έρευνες της Α.Α.Δ.Ε. ή της Διεύθυνσης Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος σε σχέση με τα κατά περίπτωση ελεγχόμενα πρόσωπα εκάστου φορέα συνεκτιμώνται κατά την έναρξη ελέγχου.

4. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. συστήνεται διϋπηρεσιακό συντονιστικό όργανο καταπολέμησης φορολογικού εγκλήματος που συγκροτείται από: α) τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος με τον Αναπληρωτή του ή εισαγγελικό λειτουργό, που επικουρεί τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος και ορίζεται με πράξη του, ως Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του, β) δύο (2) εκπροσώπους της Α.Α.Δ.Ε., που ορίζονται με πράξη του Διοικητή, ως μέλη, με τους αναπληρωτές τους, γ) δύο (2) εκπροσώπους της Διεύθυνσης Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος του Υπουργείου Οικονομικών, που ορίζονται με πράξη του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης, ως μέλη, με τους αναπληρωτές τους, δ) δύο (2) εκπροσώπους του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, που ορίζονται με πράξη του Ειδικού Γραμματέα Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, με τους αναπληρωτές τους, ε) έναν (1) εκπρόσωπο της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας, που ορίζεται με πράξη του Διευθυντή της, με τον αναπληρωτή του, και στ) έναν (1) εκπρόσωπο της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, που ορίζεται με πράξη του Προέδρου της, με τον αναπληρωτή του. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία του οργάνου.

5. Αντικείμενο εργασιών του διϋπηρεσιακού συντονιστικού οργάνου είναι:

α) η αποφυγή επικαλύψεων του έργου της Υπηρεσίας με το ελεγκτικό έργο της Α.Α.Δ.Ε. και των διωκτικών σωμάτων της παραγράφου 4,

β) η υποβολή μη δεσμευτικών προτάσεων προς τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος για την προτεραιοποίηση των δράσεων της Υπηρεσίας,

γ) η παρακολούθηση της πορείας των υποθέσεων που αφορούν σε μείζονος ποινικής απαξίας φορολογικά εγκλήματα και οποιαδήποτε άλλα συναφή οικονομικά εγκλήματα που βλάπτουν σοβαρά τα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως δε η παρακολούθηση της έγκαιρης διαβίβασης των πορισματικών εκθέσεων στην Α.Α.Δ.Ε., και της σύνταξης των σχετικών μηνυτήριων αναφορών, και

δ) η αμοιβαία ανταλλαγή πληροφοριών, στο μέτρο που αυτή επιτρέπεται με βάση το άρθρο 2 του παρόντος νόμου.

6. Ο Πρόεδρος του συντονιστικού οργάνου δύναται, για την διευκόλυνση του έργου του, να δέχεται εισηγήσεις προς εξέταση και να προσκαλεί στις συνεδριάσεις εκπροσώπους από άλλα ελεγκτικά σώματα ή αρχές.

7. Ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος εποπτεύει τη λειτουργία του συντονιστικού οργάνου και δύναται να λαμβάνει υπόψιν τις προτάσεις του για την προτεραιοποίηση δράσεων της υπηρεσίας σε υποθέσεις που βλάπτουν σοβαρά τα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

8. Το συντονιστικό όργανο, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του, δεν επεμβαίνει στις διαδικασίες επιλογής υποθέσεων προς έλεγχο της Α.Α.Δ.Ε.

 

ΥΠΟΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

Άρθρο 389

Μεταβατικές ρυθμίσεις

Οι εισαγγελικές παραγγελίες, εντολές ανακριτικών και προανακριτικών πράξεων, περιλαμβανομένων των αιτημάτων και εντολών διενέργειας φορολογικών ελέγχων που έχουν προκύψει από εντολή οιασδήποτε εισαγγελικής και δικαστικής αρχής, οι οποίες εκκρεμούν στην Α.Α.Δ.Ε. (όπως ΚΕΜΕΕΠ, ΚΕΦΟΜΕΠ, Δ.Ο.Υ., ΥΕΕΔΕ, ΔΙΠΑΕΕ, Κεντρικές Υπηρεσίες, εξαιρουμένων των Τελωνειακών Υπηρεσιών και της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων), κατά το χρόνο έναρξης λειτουργίας της Υπηρεσίας, επιστρέφονται από την Α.Α.Δ.Ε. στις κατά περίπτωση αρμόδιες εισαγγελικές και δικαστικές Αρχές που έχουν εκδώσει τις σχετικές παραγγελίες, εντολές και αιτήματα μέχρι τις 28.2.2018. Κατ’ εξαίρεση του προηγούμενου εδαφίου η Α.Α.Δ.Ε. διατηρεί κατ΄ ανώτατο όριο εκκρεμείς εντολές ελέγχου 1.300 Α.Φ.Μ. για τις χρήσεις που έχουν προτεραιοποιηθεί, των οποίων ο έλεγχος βρίσκεται σε τελικό στάδιο τις 28.2.2018 ή που είναι προτεραιοποιημένες για έλεγχο από την Α.Α.Δ.Ε. κατά την ίδια ημερομηνία. Ως τελικό στάδιο ελέγχου νοείται: α) η έκδοση προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού φόρου ή β) η έκδοση αιτήματος παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του Κ.Φ.Δ.

 

Άρθρο 390

Θέσπιση άρθρου 28Α του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας

Μετά το άρθρο 28 του ν. 4174/2013 προστίθεται άρθρο 28A, ως ακολούθως:

«Άρθρο 28Α

1. Για τις υποθέσεις που διαβιβάζονται στη Φορολογική Διοίκηση από την Διεύθυνση Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος (εφεξής «Υπηρεσία»), διενεργείται έλεγχος κατ’ απόλυτη προτεραιότητα, κατά παρέκκλιση δε των διατάξεων του άρθρου 28, η Φορολογική Διοίκηση προβαίνει σε προσωρινό και οριστικό προσδιορισμό φόρου ως ακολούθως: Εντός μηνός από τη διαβίβαση της πορισματικής έκθεσης της Υπηρεσίας, των σχετικών εγγράφων και των προσκομισθέντων από τον ελεγχόμενο στοιχείων, η Φορολογική Διοίκηση κοινοποιεί εγγράφως στο φορολογούμενο αντίγραφο αυτής, σημείωμα διαπιστώσεων με τα αποτελέσματα της έρευνας και τον προσωρινό διορθωτικό προσδιορισμό φόρου, βάσει της πορισματικής έκθεσης της Υπηρεσίας.

2. Ο φορολογούμενος δύναται να λαμβάνει αντίγραφα των εγγράφων στα οποία βασίζεται ο διορθωτικός προσδιορισμός φόρου και να διατυπώσει εγγράφως τις απόψεις του σχετικά με τον προσωρινό διορθωτικό προσδιορισμό φόρου εντός είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίηση της έγγραφης γνωστοποίησης.

3 Η Φορολογική Διοίκηση εκδίδει την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία παραλαβής των απόψεων του φορολογούμενου ή, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν υποβάλει τις απόψεις του, στην εκπνοή της προθεσμίας που ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο. Το εν λόγω διάστημα δύναται να παρατείνεται αιτιολογημένα για ένα (1) επιπλέον μήνα ανάλογα με την πολυπλοκότητα της υπόθεσης, κατόπιν έγγραφης ενημέρωσης προς την Υπηρεσία.

4. Σε περίπτωση που εντός της προθεσμίας των είκοσι (20) ημερών της παραγράφου 2, ο φορολογούμενος προσκομίσει νέα στοιχεία στην αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε., η τελευταία δύναται να τα διαβιβάζει στην Υπηρεσία προς αξιολόγηση. Η Υπηρεσία υποχρεούται να αποστείλει στην αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε. εγγράφως τις απόψεις της επί των νέων αυτών στοιχείων σε προθεσμία ενός μήνα από την ημερομηνία λήψης του φακέλου. Εφόσον ο φορολογούμενος προσκομίσει εμπρόθεσμα νέα στοιχεία στην αρμόδια ελεγκτική υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε., ο χρόνος που απαιτείται για την ολοκλήρωση της διαδικασίας που προβλέπεται στα δύο προηγούμενα εδάφια δεν προσμετράται στην αναφερόμενη στην παράγραφο 3 προθεσμία των τριών (3) μηνών για την έκδοση της οριστικής πράξης προσδιορισμού φόρου, η οποία σε καμία περίπτωση δεν υπερβαίνει συνολικά τους τέσσερεις ή, κατόπιν αιτιολογημένης παράτασης, τους πέντε μήνες από τη λήψη των νέων αυτών στοιχείων από την Α.Α.Δ.Ε.

5. Η οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου εκδίδεται με βάση έκθεση ελέγχου την οποία συντάσσει η Φορολογική Διοίκηση και περιλαμβάνει εμπεριστατωμένα και αιτιολογημένα τα γεγονότα, τα στοιχεία και τις διατάξεις που έλαβε υπόψη της για τον προσδιορισμό του φόρου. Η οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου μαζί με την έκθεση ελέγχου κοινοποιούνται στο φορολογούμενο.

6. Οι διαδικασίες εφαρμογής του παρόντος άρθρου καθορίζονται με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε.

 

Άρθρο 391

Τροποποίηση της παρ. 5 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997

1. Στο τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παρ. 5 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997 (Α΄ 179), όπως ισχύει, η φράση «έως τις 30.10.2017» αντικαθίσταται από τη φράση «έως την 28.2.2018».

2. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β΄ της παρ. 5 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου ισχύουν από την 1.3.2018.»

 

Άρθρο 392

Εξουσιοδοτικές διατάξεις

1. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορούν να συνιστώνται, να συγχωνεύονται ή να καταργούνται Περιφερειακά Γραφεία της Υπηρεσίας. Στην ίδια απόφαση δύναται να καθορίζεται η κατά τόπο αρμοδιότητα κάθε Περιφερειακού Γραφείου και να ορίζεται ο χρόνος έναρξης λειτουργίας αυτών.

2. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ύστερα από εισήγηση του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύναται να ανακαθορίζεται η κατά τόπο και καθ’ ύλη αρμοδιότητα των οργανικών μονάδων της Υπηρεσίας.

3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ύστερα από εισήγηση του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος δύναται: α) να εξειδικεύονται περαιτέρω οι αρμοδιότητες της Υπηρεσίας, β) να (ανα)κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων και Γραφείων, γ) να (ανα)κατανέμονται οι οργανικές θέσεις προσωπικού στα Τμήματα και στα Γραφεία, και δ) να συνιστώνται, να συγχωνεύονται ή να καταργούνται Τμήματα ή Γραφεία της Υπηρεσίας.

4. Τα δικαιώματα και τα καθήκοντα του παραπάνω προσωπικού, καθώς και τα λοιπά θέματα λειτουργίας της Υπηρεσίας, εξειδικεύονται με εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας που καταρτίζεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Δικαιοσύνης αρμόδιου για θέματα διαφθοράς κατόπιν εισηγήσεως του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος.

5. Με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζεται ή δύναται να εξειδικεύεται o μορφότυπος της πορισματικής έκθεσης της Υπηρεσίας για τους σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος. Μέχρι την έκδοση της σχετικής απόφασης, ακολουθείται ο μορφότυπος που εφαρμόζεται από τις υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε.

6. Με κοινή απόφαση του, του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζεται ο τρόπος, η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη μεταφορά των υποθέσεων του άρθρου 389 του παρόντος.

 

Άρθρο 393

Τροποποίηση του άρθρου 1 του ν. 3213/2003

Η περίπτωση λ΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/ 2003 (Α΄ 309) αντικαθίσταται ως εξής:

«λ. Τα μέλη όλων των Σωμάτων Επιθεώρησης και Ελέγχου του Δημοσίου, οι προϊστάμενοι οργανικών μονάδων οποιασδήποτε Υπηρεσίας Επιθεώρησης, Εσωτερικού Ελέγχου ή Εσωτερικών Υποθέσεων του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, το προσωπικό της Υπηρεσίας Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος, καθώς και οι υπάλληλοι των μονάδων αυτών που ασκούν οποιαδήποτε ελεγκτικά καθήκοντα.»

 

Άρθρο 394

Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του Κεφαλαίου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄

ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

 

Άρθρο 395

Ρυθμίσεις για τον Ε.Φ.Κ.Α.

1. Στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.) συνιστάται Διεύθυνση Χορήγησης Συντάξεων Δημόσιου Τομέα, υπαγόμενη στη Γενική Διεύθυνση Συντάξεων.

2. Η Διεύθυνση Χορήγησης Συντάξεων Δημόσιου Τομέα διαρθρώνεται ως εξής:

α) Τμήμα Α΄ - Τμήμα Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Πολιτικών Συντάξεων,

β) Τμήμα Β΄ - Τμήμα Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων υπαλλήλων Ο.Τ.Α., Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και Ειδικών Κατηγοριών,

γ) Τμήμα Γ΄ - Τμήμα Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Στρατιωτικών Συντάξεων

δ) Τμήμα Δ΄ - Τμήμα Διενέργειας Μεταβολών και δειγματοληπτικών ελέγχων.

3. α) Στις οργανικές μονάδες της παρ. 2 μεταφέρονται κατ΄ αντιστοιχία οι αρμοδιότητες των οργανικών μονάδων της Γενικής Διεύθυνσης Χορήγησης Συντάξεων της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, όπως προσδιορίζονται στα άρθρα 65 έως 70 του π.δ. 142/2017 (Α΄ 181), με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 4387/2016, και σύμφωνα με τα ειδικώς οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 100 του ιδίου ως άνω νόμου.

β) Ο ακριβής αριθμός των θέσεων που θα συσταθούν για τη λειτουργία της Διεύθυνσης της παρ. 2 θα καθορισθεί με απόφαση του Διοικητή του Ε.Φ.Κ.Α., σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, το αργότερο μέχρι 30.4.2018.

4. α) Για τις ανάγκες αρχικής στελέχωσης της Διεύθυνσης Χορήγησης Συντάξεων Δημόσιου Τομέα συνιστώνται στον Ε.Φ.Κ.Α. πενήντα δύο (52) οργανικές θέσεις μόνιμου προσωπικού ως εξής: είκοσι δύο (22) θέσεις κατηγορίας ΠΕ, κλάδου Δημοσιονομικών, επτά (7) θέσεις κατηγορίας ΤΕ, κλάδου Δημοσιονομικών και είκοσι τρεις (23) θέσεις κατηγορίας ΔΕ, κλάδου Δημοσιονομικών. Οι θέσεις αυτές καλύπτονται υποχρεωτικά από υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει στη Γενική Διεύθυνση Χορήγησης Συντάξεων Δημόσιου Τομέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, οι οποίοι αποσπώνται ή μεταφέρονται σύμφωνα με τη διαδικασία των επόμενων παραγράφων. Σε κάθε περίπτωση, για τη λειτουργία της Διεύθυνσης Χορήγησης Συντάξεων Δημόσιου Τομέα πρέπει να καλυφθεί τουλάχιστον το ήμισυ των ανωτέρω θέσεων μέχρι 30.4.2018, ενώ το υπόλοιπο ήμισυ έως τις 30.9.2018.

β) Πλέον των θέσεων της προηγούμενης παραγράφου, και μέχρι την πλήρη κάλυψη των θέσεων της Διεύθυνσης Χορήγησης Συντάξεων Δημόσιου Τομέα όπως θα οριστούν με την απόφαση του Διοικητή του Ε.Φ.Κ.Α., οι θέσεις θα καλυφθούν από υπαλλήλους του Ε.Φ.Κ.Α.

5. α) Η μεταφορά και η απόσπαση των υπαλλήλων που υπηρετούν στη Γενική Διεύθυνση Χορήγησης Συντάξεων Δημόσιου Τομέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών για την κάλυψη των θέσεων της παρ. 4 γίνεται κατόπιν αιτήσεώς τους, με κοινή απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του Υπουργού Οικονομικών, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης. Σε περίπτωση μη υποβολής επαρκών αιτήσεων, οι υπόλοιπες οργανικές θέσεις καλύπτονται με υποχρεωτική απόσπαση. Η απόσπαση είναι διάρκειας ενός (1) έτους με δυνατότητα ανανέωσης για ισόχρονο χρονικό διάστημα.

β) Μετά την πάροδο τουλάχιστον ενός έτους, και μέχρι την ολοκλήρωση των διαδικασιών επιλογής προϊσταμένων του ν. 4369/2016 (Α΄ 33), οι υπάλληλοι που επιστρέφουν τοποθετούνται σε κενή θέση αντίστοιχου ιεραρχικού επιπέδου με αυτή που κατείχαν πριν από την απόσπασή τους σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις της περίπτωσης γ΄ παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 4492/ 2017 (Α΄ 156).

γ) Οι αποσπασμένοι υπάλληλοι της Γενικής Διεύθυνσης Χορήγησης Συντάξεων Δημόσιου Τομέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών δύνανται, οποτεδήποτε και μέχρι τη λήξη της απόσπασής τους, να αιτηθούν μετάταξη προς τον Ε.Φ.Κ.Α., η οποία γίνεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του Υπουργού Οικονομικών, μετά από τη σύμφωνη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου του Ε.Φ.Κ.Α.

6. α) Ο χρόνος υπηρεσίας των υπαλλήλων της Γενικής Διεύθυνσης Χορήγησης Συντάξεων Δημόσιου Τομέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών που θα αποσπασθούν στον Ε.Φ.Κ.Α. λογίζεται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας που διανύεται στο Υπουργείο Οικονομικών. Οι υπάλληλοι που αποσπώνται ή μετατάσσονται στον Ε.Φ.Κ.Α. διατηρούν το βαθμολογικό, μισθολογικό και ασφαλιστικό καθεστώς του φορέα προέλευσής τους.

β) Ο μισθός, οι λοιπές αποδοχές και τα επιδόματα καταβάλλονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

7. Δικαίωμα υποβολής αίτησης για επιλογή σε θέση προϊσταμένου για τις οργανικές μονάδες της Διεύθυνσης Χορήγησης Συντάξεων Δημόσιου Τομέα, έχουν και οι αποσπασμένοι στον Ε.Φ.Κ.Α. υπάλληλοι της Γενικής Διεύθυνσης Χορήγησης Συντάξεων Δημόσιου Τομέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, οι οποίοι, εφόσον επιλεγούν σε θέση προϊσταμένου, με την τοποθέτησή τους μετατάσσονται αυτοδικαίως στον Ε.Φ.Κ.Α.

8. Η Γενική Διεύθυνση Χορήγησης Συντάξεων Δημόσιου Τομέα καταργείται ταυτόχρονα με την πλήρωση του ημίσεως των θέσεων του εδαφίου α΄ της παρ. 4 και σε κάθε περίπτωση όχι αργότερα από τις 30.4.2018. Όπου στις κείμενες διατάξεις γίνεται αναφορά στη Γενική Διεύθυνση Χορήγησης Συντάξεων Δημοσίου Τομέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής (ΓΛΚ) νοείται η Διεύθυνση Χορήγησης Συντάξεων Δημοσίου Τομέα του Ε.Φ.Κ.Α.

9. Με την κατάργηση της Γενικής Διεύθυνσης Χορήγησης Συντάξεων Δημοσίου της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής καταργούνται πενήντα δύο (52) οργανικές θέσεις και οι υπόλοιπες οργανικές θέσεις μεταφέρονται στις λοιπές μονάδες της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Στις θέσεις αυτές τοποθετούνται οι υπάλληλοι που υπηρετούν στη Γενική Διεύθυνση Χορήγησης Συντάξεων Δημόσιου Τομέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής.

10. α) Με αποφάσεις του κατά περίπτωση εποπτεύοντος υπουργού ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια ή τεχνικό ζήτημα που ανακύπτει από την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

β) Οι διατάξεις του άρθρου αυτού είναι όλως ειδικές και κατισχύουν κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης που ορίζει διαφορετικά.

11. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, μετά από πρόταση του Διοικητή του Ε.Φ.Κ.Α., δύνανται να τροποποιούνται οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Συντάξεων Δημόσιου Τομέα.

12. Το πληροφοριακό σύστημα και οι βάσεις δεδομένων για τη χορήγηση συντάξεων δημοσίου τομέα εντάσσονται στον Ε.Φ.Κ.Α.

 

Άρθρο 396

Επιτροπή αξιολόγησης επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας

Το άρθρο 18 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176) αντικαθίσταται ως εξής:

1. Συστήνεται Επιτροπή αρμόδια για την επεξεργασία και υποβολή πρότασης μεταρρύθμισης του καθεστώτος χορήγησης επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, καθώς και για την εκπόνηση από κοινού με τους συναρμόδιους φορείς βραχυπρόθεσμου, μεσοπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου σχεδίου δράσης για την πρόληψη των παραγόντων κινδύνου στους χώρους εργασίας των φορέων στους οποίους παρατηρούνται επικίνδυνες και ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας.

2. Αναφορικά με το καθεστώς χορήγησης επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, έργο της Επιτροπής είναι ιδίως:

α) ο προσδιορισμός συγκεκριμένων κριτηρίων που συνδέονται με την έκθεση των εργαζομένων σε σοβαρό κίνδυνο βλάβης της υγείας τους εξαιτίας των συνθηκών που επικρατούν στο χώρο εργασίας όπου απασχολούνται, των ουσιών με τις οποίες έρχονται σε επαφή ή της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής τους,

β) ο προσδιορισμός της μεθοδολογίας, του τρόπου υπολογισμού του ύψους και των κατηγοριών του επιδόματος,

γ) η υπαγωγή των ειδικοτήτων/κλάδων και χώρων εργασίας στα ανωτέρω κριτήρια, λαμβάνοντας υπόψη τα περιγράμματα θέσεων εργασίας, όπου αυτά υπάρχουν, και τον βαθμό και τη συχνότητα έκθεσης στους παράγοντες με τους οποίους συνδέονται τα ανωτέρω κριτήρια.

3. Αναφορικά με την πρόληψη και προστασία από παράγοντες κινδύνου στους χώρους εργασίας, η Διεύθυνση Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, συνεπικουρούμενη από την Επιτροπή και το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.Ε.Π.Ε.), εκπονεί βραχυπρόθεσμο, μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο σχέδιο για την κατά το δυνατόν άμβλυνση των ανωτέρω παραγόντων κινδύνου και την εγκαθίδρυση και εμπέδωση των αναγκαίων συνθηκών πρόληψης και προστασίας των εργαζομένων.

4. Επί τη βάσει του έργου της όπως αυτό περιγράφεται στις παρ. 2 και 3, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τη σχέση μεταξύ των προστατευτικών και προληπτικών μέτρων για τους εργαζόμενους και του νέου συστήματος χορήγησης του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας και περιλαμβάνει στην πρότασή της ρυθμίσεις για τακτικές αναφορές και συμπερίληψη στις σχετικές βάσεις δεδομένων των μέτρων προστασίας και πρόληψης και της τυχόν επίπτωσής τους στο καταβαλλόμενο επίδομα.

5. Η Επιτροπή αποτελείται από δεκαεπτά (17) τακτικά μέλη και τα αναπληρωματικά αυτών, εκ των οποίων τέσσερις (4) ιατρούς Ε.Σ.Υ./Δημόσιας Υγείας κατάλληλων ειδικοτήτων, δύο (2) εκπροσώπους του Υπουργείου Εσωτερικών, δύο (2) εκπροσώπους του Υπουργείου Οικονομικών, δύο (2) εκπροσώπους του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης, έναν (1) εκπρόσωπο του Υπουργείου Υγείας, τρεις (3) εκπροσώπους του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, εκ των οποίων οι δύο (2) τουλάχιστον από τη Διεύθυνση Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία, δύο (2) Επιθεωρητές Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.Ε.Π.Ε.) και έναν (1) εκπρόσωπο του Ελληνικού Ινστιτούτου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (ΕΛ.ΙΝ.Υ.Α.Ε.).

6. Η Επιτροπή επικουρείται από δύο (2) γραμματείς, που προέρχονται από το Υπουργείο Οικονομικών.

7. Η Επιτροπή λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2690/1999 (Α΄ 45) και συνεδριάζει τουλάχιστον μία (1) φορά την εβδομάδα.

8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Υγείας, η οποία εκδίδεται εντός ενός (1) μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος, καθορίζεται η συγκρότηση και επιμέρους λεπτομέρειες για τον τρόπο λειτουργίας της Επιτροπής.

9. Η Επιτροπή οφείλει να ολοκληρώσει το έργο που περιγράφεται στις περιπτώσεις α΄ και β΄ και να υποβάλει σχετική γνωμοδότηση, συνοδευόμενη από αναλυτική μελέτη σύμφωνα με την ως άνω περιγραφή του έργου της, στους συναρμόδιους Υπουργούς έως τις 30.5.2018, καθώς και από προκαταρκτική ποσοτικοποίηση της εκτιμώμενης επίπτωσης της εν λόγω γνωμοδότησης. Οι συναρμόδιοι Υπουργοί επεξεργάζονται τη γνωμοδότηση και παρέχουν σχετικές οδηγίες. Επί τη βάσει των ανωτέρω οδηγιών η Επιτροπή οφείλει να ολοκληρώσει το έργο που περιγράφεται στην περίπτωση γ΄ και να υποβάλει τελική γνωμοδότηση στους συναρμόδιους Υπουργούς εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου.

10. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Υγείας προσδιορίζονται οι δικαιούχοι, το ύψος και οι όροι και προϋποθέσεις καταβολής του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας λαμβάνοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής της παρ. 1. Η απόφαση εκδίδεται εντός ενός (1) μήνα από την υποβολή της τελικής γνωμοδότησης της Επιτροπής της παρ. 1 και σε κάθε περίπτωση όχι αργότερα από το Φεβρουάριο του 2019.

11. Η Διεύθυνση Υγείας και Ασφάλειας στην Εργασία του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, συνεπικουρούμενη από την Επιτροπή και το Σ.Ε.Π.Ε.:

α) καταρτίζει, έως τις 30.5.2018, βραχυπρόθεσμο σχέδιο, καταγράφει την υφιστάμενη κατάσταση αναφορικά με την πρόληψη των παραγόντων κινδύνου στους χώρους εργασίας των φορέων, στους οποίους παρατηρούνται επικίνδυνες και ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας, και συμπεριλαμβάνει τις αναγκαίες πληροφορίες, τυχόν ισχύοντα μέτρα, καθώς και πρόταση για την επεξεργασία περαιτέρω πληροφοριών και μέτρων που μπορούν να ληφθούν άμεσα προκειμένου να αμβλυνθεί η έκθεση των εργαζομένων σε επικίνδυνα και ανθυγιεινά περιβάλλοντα εργασίας και καταχώρισή τους στις σχετικές βάσεις δεδομένων, τα οποία θα εφαρμοστούν έως τον Ιανουάριο του 2019,

β) υποβάλλει στους συναρμόδιους Υπουργούς, έως τον Ιανουάριο του 2019, προς υιοθέτηση και εφαρμογή μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο σχέδιο, κατόπιν διαβούλευσης με τους φορείς, στους οποίους παρατηρούνται επικίνδυνες και ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας,

γ) αναλαμβάνει συνεχή δράση στους τομείς της προστασίας και πρόληψης με τη συλλογή και κατηγοριοποίηση των σχετικών πληροφοριών, την ανάπτυξη καλών πρακτικών και μηχανισμών παρακολούθησης της εφαρμογής τους.

12. Μέχρι την έκδοση της απόφασης της παρ. 10 και σε κάθε περίπτωση όχι αργότερα από τον Φεβρουάριο του 2019, το επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας εξακολουθεί να καταβάλλεται στους ίδιους δικαιούχους, στο ίδιο ύψος και με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που ίσχυαν κατά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του παρόντος. Από 1.3.2019 καταργούνται η παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 4024/2011 (Α’ 176), το άρθρο 67 του ν. 4235/2014 (Α’ 32), το άρθρο 22 του ν. 4368/2016, η παρ. 8 του άρθρου 2 και η παρ. 17 του άρθρου 11 του ν. 4375/2016 (Α’ 51), το άρθρο 98 του ν. 4483/2017 (Α’ 107), καθώς και κάθε άλλη διάταξη που ρυθμίζει κατά τρόπο διαφορετικό το καθεστώς χορήγησης του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας και κάθε υπουργική ή κοινή υπουργική απόφαση που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση των ανωτέρω διατάξεων.

13. Εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου οι αρμόδιες Υπηρεσίες οφείλουν να συμπληρώσουν τα πεδία «κλάδος» και «ειδικότητα», της Εφαρμογής του Μητρώου Ανθρώπινου Δυναμικού του Ελληνικού Δημοσίου «Απογραφή». Σε περίπτωση μη συμπλήρωσης των ως άνω πεδίων, μετά την παρέλευση τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, αναστέλλεται η καταβολή του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας.

 

Άρθρο 397

Τροποποιήσεις των άρθρων 18 και 19 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας

1. Η παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) αντικαθίσταται ως εξής:

«1.α. Ο υπόχρεος σε υποβολή φορολογικών δηλώσεων υποβάλλει τις φορολογικές δηλώσεις στη Φορολογική Διοίκηση κατά το χρόνο που προβλέπεται από την οικεία φορολογική νομοθεσία.

β. Εκπρόθεσμη φορολογική δήλωση υποβάλλεται οποτεδήποτε μέχρι την κοινοποίηση του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου από τη Φορολογική Διοίκηση ή μέχρι την παραγραφή του δικαιώματος της Φορολογικής Διοίκησης για έλεγχο της αρχικής δήλωσης.

γ. Εκπρόθεσμη φορολογική δήλωση που υποβάλλεται μέχρι την κοινοποίηση εντολής ελέγχου ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του παρόντος, έχει όλες τις συνέπειες της εκπρόθεσμης δήλωσης.

δ. Εάν η εκπρόθεσμη φορολογική δήλωση υποβληθεί μετά την κοινοποίηση εντολής ελέγχου ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του παρόντος και μέχρι την κοινοποίηση του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, εφόσον προκύπτει ποσό φόρου προς καταβολή, επιβάλλεται επί του ποσού αυτού, αντί του προστίμου του άρθρου 54, πρόστιμο που ισούται με το ποσό του προστίμου των άρθρων 58 παρ. 2, 58Α παρ. 2, ή 59 παρ. 1, κατά περίπτωση. Δεν είναι δυνατή η υποβολή δήλωσης σύμφωνα με την παρούσα περίπτωση με επιφύλαξη.

ε. Εξαιρουμένων των δηλώσεων παρακρατούμενου φόρου μισθωτών υπηρεσιών, εφόσον η προκύπτουσα οφειλή εξοφληθεί εντός τριάντα (30) ημερών από τον προσδιορισμό του φόρου, το επιβληθέν σύμφωνα με την προηγούμενη περίπτωση πρόστιμο περιορίζεται στο εξήντα τοις εκατό (60%) του αρχικώς προσδιορισθέντος.

στ. Φόροι, πρόστιμα, τέλη, εισφορές και λοιπά ποσά που έχουν προσδιορισθεί κατά τις διατάξεις των περιπτώσεων δ΄ και ε΄ δεν διαγράφονται, συμψηφίζονται ή επιστρέφονται.

Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων δύναται να καθορίζεται κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.»

2. Η παρ. 3 του άρθρου 19 του ν. 4174/2013 (Α΄170) αντικαθίσταται ως εξής:

«3.α. Τροποποιητική φορολογική δήλωση υποβάλλεται οποτεδήποτε μέχρι την κοινοποίηση του προσωρινού προσδιορισμού του φόρου από τη Φορολογική Διοίκηση ή μέχρι την παραγραφή του δικαιώματος της Φορολογικής Διοίκησης για έλεγχο της αρχικής δήλωσης.

β. Τροποποιητική φορολογική δήλωση που υποβάλλεται μέχρι την κοινοποίηση εντολής ελέγχου ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του παρόντος, έχει όλες τις συνέπειες της εκπρόθεσμης δήλωσης.

γ. Εάν η τροποποιητική φορολογική δήλωση υποβληθεί μετά την κοινοποίηση εντολής ελέγχου ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του παρόντος και μέχρι την κοινοποίηση προσωρινού προσδιορισμού του φόρου, εφόσον προκύπτει ποσό φόρου προς καταβολή, επιβάλλεται επί του ποσού αυτού, αντί του προστίμου του άρθρου 54, πρόστιμο που ισούται με το ποσό του προστίμου του άρθρου 58 παρ. 1, 58Α παρ. 2, ή 59 παρ. 2, κατά περίπτωση. Για τον υπολογισμό του ανωτέρω προστίμου, λαμβάνεται ως βάση υπολογισμού το ποσό της διαφοράς μεταξύ του φόρου που προκύπτει με βάση την υποβαλλόμενη τροποποιητική φορολογική δήλωση και εκείνου που προκύπτει με βάση την αρχικώς υποβληθείσα δήλωση, και τις τυχόν τροποποιητικές δηλώσεις που έχουν εν τω μεταξύ υποβληθεί. Δεν είναι δυνατή η υποβολή δήλωσης σύμφωνα με την παρούσα περίπτωση με επιφύλαξη.

δ. Εξαιρουμένων των δηλώσεων παρακρατούμενου φόρου μισθωτών υπηρεσιών, εφόσον η προκύπτουσα οφειλή εξοφληθεί εντός τριάντα (30) ημερών από τον προσδιορισμό του φόρου, το επιβληθέν σύμφωνα με την προηγούμενη περίπτωση πρόστιμο περιορίζεται στο εξήντα τοις εκατό (60%) του αρχικώς προσδιορισθέντος.

ε. Φόροι, πρόστιμα, τέλη, εισφορές και λοιπά ποσά που προσδιορίζονται κατά τις διατάξεις των περιπτώσεων γ΄ και δ΄ δεν διαγράφονται, συμψηφίζονται ή επιστρέφονται.

Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων δύναται να καθορίζεται κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.»

 

Άρθρο 398

Τροποποιήσεις του άρθρου 72 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας

1. Μετά το πρώτο εδάφιο της παρ. 18 του άρθρου 72 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 49 παρ. 4 του ν. 4509/2017 (Α΄ 201), προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Για δηλώσεις που υποβάλλονται μετά την κοινοποίηση εντολής ελέγχου ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του παρόντος και μέχρι την κοινοποίηση του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου επιβάλλονται, αντί των ανωτέρω κυρώσεων, οι κυρώσεις της παραγράφου 17 του παρόντος, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο αυτή. Εφόσον πρόκειται για τροποποιητικές δηλώσεις, για τον υπολογισμό του ποσού του προστίμου της παραγράφου 17 του παρόντος άρθρου, λαμβάνεται ως βάση υπολογισμού το ποσό της διαφοράς μεταξύ του φόρου που προκύπτει με βάση την υποβαλλόμενη τροποποιητική φορολογική δήλωση και εκείνου που προκύπτει με βάση την αρχικώς υποβληθείσα δήλωση και τις τυχόν τροποποιητικές δηλώσεις που έχουν εν τω μεταξύ υποβληθεί. Δεν είναι δυνατή η υποβολή δηλώσεων σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο με επιφύλαξη.

Εξαιρουμένων των δηλώσεων παρακρατούμενου φόρου μισθωτών υπηρεσιών, εφόσον η προκύπτουσα οφειλή εξοφληθεί εντός τριάντα (30) ημερών από τον προσδιορισμό του φόρου, το επιβληθέν κατά το προηγούμενο εδάφιο πρόστιμο ή ο πρόσθετος φόρος περιορίζεται στο εξήντα τοις εκατό (60%) του αρχικώς προσδιορισθέντος. Φόροι, πρόστιμα, τέλη, εισφορές και λοιπά ποσά που προσδιορίζονται κατά τις διατάξεις των δύο τελευταίων εδαφίων δεν διαγράφονται, συμψηφίζονται ή επιστρέφονται.»

2. Μετά την παρ. 49 του άρθρου 72 του ν. 4174/2013, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 98 του ν. 4446/2016 (Α΄240), προστίθεται παράγραφος 50 ως εξής:

«50. Φορολογούμενος σε βάρος του οποίου:

α) έχει εκδοθεί και δεν έχει κοινοποιηθεί μέχρι την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, ή

β) θα εκδοθεί οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου κατόπιν προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού που έχει κοινοποιηθεί μέχρι την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου,

δύναται να αποδεχτεί την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού, με ανέκκλητη και ανεπιφύλακτη δήλωσή του, η οποία υποβάλλεται εντός της προθεσμίας για άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής, στον προϊστάμενο της υπηρεσίας που εξέδωσε την πράξη προσδιορισμού του φόρου. Εφόσον ο φορολογούμενος εξοφλήσει την προκύπτουσα οφειλή εντός της προθεσμίας της παραγράφου 3 του άρθρου 41, τα επιβληθέντα πρόστιμα, βάσει των άρθρων 58, 58Α παρ. 2 και 59 ή της παραγράφου 17 του παρόντος ή οι πρόσθετοι φόροι του άρθρου 1 του ν. 2523/ 1997 (Α΄ 179), κατά περίπτωση, μειώνονται στο εξήντα τοις εκατό (60%) αυτών.

Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και για εκκρεμείς υποθέσεις κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου, εφαρμοζομένης αναλόγως της παρ. 3 του άρθρου 49 του ν. 4509/2017. Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται οι υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας κατόπιν άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης ή εκείνες για τις οποίες εκκρεμεί η προθεσμία άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης. Ως εκκρεμείς νοούνται, επίσης, οι υποθέσεις οι οποίες έχουν συζητηθεί και δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση του δικαστηρίου ή έχει εκδοθεί μη αμετάκλητη απόφαση αλλά δεν έχει κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο.

Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων δύναται να καθορίζονται ζητήματα προθεσμιών, καταβολής, αρμοδιοτήτων και κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.»

 

Άρθρο 399

Στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 9 του ν. 3986/2011 (Α΄ 152) προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Συμβάσεις που συνομολογήθηκαν, σύμφωνα με τον προσυμβατικό του Ελεγκτικού Συνεδρίου, θεωρούνται επωφελείς για το Ταμείο και το Ελληνικό Δημόσιο, όσον αφορά την αστική ή ποινική ευθύνη των μελών του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων.»

 

Άρθρο 400

Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4067/2012 (Α΄ 79)

Αντικαθίσταται το πέμπτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 36 του ν. 4067/2012 με τα παρακάτω εδάφια:

«Σε περίπτωση ελλείμματος ή πλεονάσματος του ετήσιου οικονομικού αποτελέσματος του ειδικού λογαριασμού ΥΚΩ, οι μοναδιαίες χρεώσεις του ανταλλάγματος ΥΚΩ της παραγράφου 1α αναπροσαρμόζονται το Δεκέμβρη έκαστου έτους στο πλαίσιο παρακολούθησης του ειδικού λογαριασμού, μετά από εισήγηση της ΡΑΕ, η οποία εκδίδεται λαμβάνοντας υπόψη την εισήγηση του αρμόδιου διαχειριστή, τυχόν σωρευτικά ελλείμματα, σύμφωνα με την παρ. 10 του άρθρου 55 του ν. 4001/2011, την ανάγκη τήρησης ενός αποθέματος ασφαλείας και τυχόν κάλυψη του κόστους από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο. Η αναπροσαρμογή θα μηδενίζει το προβλεπόμενο έλλειμμα του τρέχοντος έτους, στο οποίο ενσωματώνεται το τυχόν έλλειμμα του προηγούμενου έτους. Ο αρμόδιος Διαχειριστής αποστέλλει τη σχετική εισήγηση στη ΡΑΕ το Σεπτέμβρη έκαστου έτους με στοιχεία και εκτιμήσεις του ετήσιου οικονομικού αποτελέσματος του ειδικού λογαριασμού ΥΚΩ του τρέχοντος και του επόμενου έτους. Η ΡΑΕ αποστέλλει το Νοέμβριο έκαστου έτους την εισήγηση στον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας.»

 

Άρθρο 401

Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4389/2016 (Α΄ 94)

Α. Το άρθρο 135 του ν. 4389/2016 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 3 οι φράσεις «του πρώτου εξαμήνου από την παρέλευση του εξαμήνου αναφοράς» και «του εξαμήνου αυτού» αντικαθίστανται αντίστοιχα από τις φράσεις «των επόμενων δύο (2) δημοπρασιών από την έκδοση της απόφασής της» και «των δημοπρασιών αυτών».

β) Στο τέλος της παραγράφου 3 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Η ως άνω απόφαση της ΡΑΕ εκδίδεται εντός μηνός από την παρέλευση του εξαμήνου αναφοράς.»

γ) Στην παράγραφο 4 οι φράσεις «του πρώτου εξαμήνου από την παρέλευση του εξαμήνου αναφοράς» και «του εξαμήνου αυτού» αντικαθίστανται αντίστοιχα από τις φράσεις «των επόμενων δύο (2) δημοπρασιών από την έκδοση της απόφασής της» και «των δημοπρασιών αυτών».

δ) Στο τέλος της παραγράφου 4 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Η ως άνω απόφαση της ΡΑΕ εκδίδεται εντός μηνός από την παρέλευση του εξαμήνου αναφοράς.»

Β. Το άρθρο 136 του ν. 4389/2016 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Δικαίωμα συμμετοχής στις δημοπρασίες πώλησης προθεσμιακών προϊόντων κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 140 έχουν, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του παρόντος, οι Προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίοι: (α) είναι κάτοχοι άδειας προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας και είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Συμμετεχόντων του Συστήματος Συναλλαγών Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού («ΣΣΗΕΠ»), το οποίο τηρεί ο Λειτουργός της Αγοράς, (β) είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Επιλέξιμων Προμηθευτών στις Δημοπρασίες του Συστήματος Συναλλαγών Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας («ΣΣΔΠΠΗΕ»), το οποίο ορίζεται στο άρθρο 140 και τηρεί ο Λειτουργός της Αγοράς και (γ) διατηρούν ή αναπτύσσουν δραστηριότητα προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας προς τρίτους στη λιανική αγορά.

2.(α) Οι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Συμμετεχόντων του ΣΣΗΕΠ Προμηθευτές Ηλεκτρικής Ενέργειας, κατά την κατάθεση της αίτησης εγγραφής τους στο Μητρώο Επιλέξιμων Προμηθευτών στις Δημοπρασίες- του Συστήματος Συναλλαγών Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας («ΣΣΔΠΠΗΕ»), υποβάλλουν στο Λειτουργό της Αγοράς ένα αξιόπιστο επιχειρηματικό πλάνο δραστηριοποίησης και ανάπτυξής τους στη λιανική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, το οποίο θα περιλαμβάνει, κατ’ ελάχιστο, ετήσιο σχέδιο διείσδυσης με τριμηνιαίους στόχους στη λιανική αγορά με χρήση ποσοτήτων Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας. Τεχνικές λεπτομέρειες του επιχειρηματικού πλάνου δύνανται να καθορίζονται στον Κώδικα Συναλλαγών Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας.

(β) Το ως άνω επιχειρηματικό πλάνο είναι διάφορο του επιχειρηματικού σχεδίου που προβλέπεται στο Μέρος 4 του Παραρτήματος 1 του ισχύοντος Κανονισμού Αδειών Προμήθειας και Εμπορίας Ηλεκτρικής Ενέργειας (Β΄ 2940/2012).

(γ) Ο Λειτουργός της Αγοράς κοινοποιεί στη ΡΑΕ τα υποβληθέντα κατά τις διατάξεις του παρόντος επιχειρηματικά πλάνα των Εναλλακτικών Προμηθευτών.

3.(αα) Προστίθεται στο τέλος του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2, όπως αναριθμείται σε 3, η φράση «κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1».

(ββ) Προστίθεται τρίτο εδάφιο στην παράγραφο 2, όπως αναριθμείται σε 3, ως εξής:

«Η ΡΑΕ και ο Λειτουργός της Αγοράς αναπτύσσουν και εφαρμόζουν κατάλληλους ελεγκτικούς μηχανισμούς για τη συμμετοχή των Βιομηχανικών Καταναλωτών στο ΣΣΔΠΠΗΕ, οι οποίοι προβλέπονται και εξειδικεύονται στον Κώδικα Συναλλαγών Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας, προς επίτευξη των οριζομένων της παρούσης, των παραγράφων 1 και 2 και τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 135 και προς διασφάλιση του υγιούς ανταγωνισμού στην αγορά ενέργειας.»

4. Η ΡΑΕ και ο Λειτουργός της Αγοράς αναπτύσσουν κατάλληλους ελεγκτικούς μηχανισμούς για τη συμμετοχή στο ΣΣΔΠΠΗΕ, προς επίτευξη των οριζόμενων στις ανωτέρω παραγράφους 1 και 2 και την παράγραφο 1 του άρθρου 135 και προς αποτροπή δημιουργίας στρεβλώσεων στη λιανική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και στις Δημοπρασίες Προθεσμιακών Προϊόντων, μαζί με τα παρακάτω:

(α) Κατά το μήνα διενέργειας δημοπρασίας και ειδικότερα σε χρονικό διάστημα που ορίζεται στον Κώδικα Συναλλαγών Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας και το αργότερο μέχρι τρεις (3) εργάσιμες ημέρες πριν τη διεξαγωγή της δημοπρασίας, ο Λειτουργός της Αγοράς ελέγχει την πλήρωση των κριτηρίων συμμετοχής των Προμηθευτών.

(β) Για τον έλεγχο ικανοποίησης του κριτηρίου (γ) της παραγράφου 1 ως προς τη συμμετοχή των Επιλέξιμων Προμηθευτών στις Δημοπρασίες, ο Λειτουργός της Αγοράς αποκλειστικά εξετάζει τις υποβληθείσες από αυτούς Δηλώσεις Φορτίου για τη δραστηριότητα προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας στη λιανική αγορά. Ειδικότερα και μόνο για την πρώτη συμμετοχή των Επιλέξιμων Προμηθευτών στις Δημοπρασίες, για τον έλεγχο ικανοποίησης του κριτηρίου (γ) της παραγράφου 1 για την πρώτη συμμετοχή, ο Λειτουργός της Αγοράς αποκλειστικά εξετάζει το επιχειρηματικό πλάνο της παραγράφου 2.»

Γ. Η περίπτωση ζ΄της παρ. 3 του άρθρου 140 του ν. 4389/2016 τροποποιείται ως εξής:

«ζ) Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί προς επίτευξη των προβλεπόμενων στις παραγράφους 2, 3 και 4 του άρθρου 136.»

 

Άρθρο 402

1. Οι Προμηθευτές Ηλεκτρικής Ενέργειας, οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Επιλέξιμων Προμηθευτών στις Δημοπρασίες του Συστήματος Συναλλαγών Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας («ΣΣΔΠΠΗΕ»), δύνανται να υποβάλουν στο Λειτουργό της Αγοράς το επιχειρηματικό πλάνο της παρ. 2 του άρθρου 136 του ν. 4389/2016 μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 2018. Ειδικότερα, οι Προμηθευτές Ηλεκτρικής Ενέργειας οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Επιλέξιμων Προμηθευτών στις Δημοπρασίες του Συστήματος Συναλλαγών Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας («ΣΣΔΠΠΗΕ») και δεν έχουν συμμετάσχει σε καμία Δημοπρασία κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, οφείλουν να υποβάλουν, στο Λειτουργό της Αγοράς το επιχειρηματικό πλάνο της παρ. 2 του άρθρου 136 του ν. 4389/2016 μέχρι τρεις (3) εργάσιμες ημέρες πριν την πρώτη Δημοπρασία μετά την έκδοση του παρόντος.

2. Ο Λειτουργός της Αγοράς υποβάλλει εντός δύο (2) ημερών από την έναρξη ισχύος τού παρόντος στη ΡΑΕ εισήγηση τροποποίησης του Κώδικα Συναλλαγών Δημοπρασιών Ηλεκτρικής Ενέργειας, σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 4 του άρθρου 136 του ν. 4389/2016. Κριτήρια ελέγχου και ελεγκτικοί μηχανισμοί που έχουν εισαχθεί προ της έκδοσης του παρόντος στον Κώδικα Συναλλαγών Δημοπρασιών Προθεσμιακών Προϊόντων Ηλεκτρικής Ενέργειας, τροποποιούνται κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 1, 2 και 4 του άρθρου 136 του ν. 4389/2016.

 

Άρθρο 403

Τροποποίηση του ν. 4270/2014

1. Το τρίτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 75 του ν. 4270/2014 (Α΄143) καταργείται.

2. Η παρ. 5 του άρθρου 75 του ν. 4270/2014 αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:

«5. Ο Υπουργός Οικονομικών υποβάλλει ετησίως Έκθεση επί των φορολογικών δαπανών, η οποία συνοδεύει τον Κρατικό Προϋπολογισμό και περιλαμβάνει τα εξής:

α) την καταγραφή των φορολογικών δαπανών, οι οποίες έχουν θεσπιστεί μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου του εκάστοτε τρέχοντος έτους,

β) την ομαδοποίησή τους ανά κατηγορία φορολογίας και ομάδα δικαιούχων,

γ) την κατανομή τους σε τομείς πολιτικής,

δ) τη δικαιολογητική τους βάση και τη χρονική διάρκεια ισχύος τους,

ε) τον αριθμό των ωφελουμένων,

στ) τον προσδιορισμό του κόστους των φορολογικών δαπανών με βάση την απώλεια φορολογικών εσόδων που προκύπτει κατά το προηγούμενο έτος.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να τροποποιείται η ανωτέρω Έκθεση κατά τη δομή και το περιεχόμενό της και να ρυθμίζεται κάθε αναγκαία σχετική λεπτομέρεια.»

3. Η παρ. 27 του άρθρου 34 («Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4270/2014..») του ν. 4484/2017 (Α΄110) καταργείται από τότε που ίσχυσε.

 

Άρθρο 404

Τροποποιήσεις διατάξεων του ν.δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ)

1.α. Στο στοιχείο στ΄ του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 19 του ν.δ. 356/1974 (Α΄90, ΚΕΔΕ) διαγράφεται η λέξη «και» και προστίθεται κόμμα «,» και μετά το στοιχείο ζ΄ προστίθεται στοιχείο η΄ ως εξής:

«και η) τη διενέργεια του πλειστηριασμού με ηλεκτρονικά μέσα».

β. Στο τέλος του άρθρου 19 του ν.δ. 356/1974 προστίθεται νέα παράγραφος 5 ως εξής:

«5. 0ι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 41 και της παρ. 3 του άρθρου 43 του παρόντος εφαρμόζονται και στον πλειστηριασμό κινητών.»

2. Η παρ. 1 του άρθρου 20 του ν.δ. 356/1974 αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Το πρόγραμμα πλειστηριασμού κοινοποιείται στον οφειλέτη τουλάχιστον σαράντα (40) ημέρες πριν από τον πλειστηριασμό. Εντός της ίδιας προθεσμίας, περίληψη του προγράμματος πλειστηριασμού, η οποία περιλαμβάνει ιδίως το ονοματεπώνυμο του οφειλέτη, καθώς και τον αριθμό φορολογικού μητρώου αυτού και, αν πρόκειται για νομικό πρόσωπο την επωνυμία και τον αριθμό φορολογικού του μητρώου, περιγραφή των κατασχεθέντων κινητών, την τιμή της πρώτης προσφοράς, το ποσό για το οποίο εκδίδεται το πρόγραμμα, το όνομα του υπαλλήλου του πλειστηριασμού, καθώς και τον τόπο, την ημέρα και την ώρα του πλειστηριασμού, δημοσιεύεται, αδαπάνως για το Δημόσιο, επιμελεία του δικαστικού επιμελητή, στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων πλειστηριασμών του Δελτίου Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) δύναται να καθορίζεται κάθε ειδικότερο θέμα για την εφαρμογή του προηγουμένου εδαφίου.»

3. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 21 του ν.δ. 356/1974 αντικαθίστανται ως εξής:

«2. Οι διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 959 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως εκάστοτε ισχύουν, εφαρμόζονται αναλόγως και στην προκειμένη περίπτωση. Εάν τα κατασχεθέντα πράγματα υπόκεινται σε φθορά κατά την κρίση του επισπεύδοντος προϊσταμένου της αρμόδιας για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υπηρεσίας, πλειστηριάζονται αμέσως ή εντός βραχείας προθεσμίας, αναλόγως του κινδύνου. Στην περίπτωση αυτή τηρείται υποχρεωτικά η δημοσιότητα της παραγράφου 6 του άρθρου 41 του παρόντος μία (1) ημέρα τουλάχιστον πριν από τη διενέργεια του πλειστηριασμού, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης αντίθετης διάταξης.

3. Υπάλληλος ενώπιον του οποίου διενεργείται ο πλειστηριασμός ορίζεται συμβολαιογράφος στην περιφέρεια του οποίου υπάγεται ο ορισθείς τόπος πλειστηριασμού και προς τον οποίο αποστέλλονται τα σχετικά έγγραφα του πλειστηριασμού τουλάχιστον πέντε (5) ημέρες πριν τη διενέργειά του, εκτός εάν συντρέχει η περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου του παρόντος άρθρου, οπότε δεν απαιτείται η τήρηση της προθεσμίας αυτής.

Εάν για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι δυνατό να ορισθεί συμβολαιογράφος του τόπου εκτέλεσης (κατάσχεσης), τα κατασχεμένα πράγματα πλειστηριάζονται ενώπιον συμβολαιογράφου της περιφέρειας του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης ή, αν και αυτό δεν είναι δυνατό, του συμβολαιογραφικού συλλόγου της πρωτεύουσας του κράτους.

Εάν η αξία των κατασχεμένων, κατά την εκτίμηση της έκθεσης κατάσχεσης, δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ, τον πλειστηριασμό μπορεί να ενεργήσει και οποιοσδήποτε εκ των υπαλλήλων της αρμόδιας για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υπηρεσίας, παρουσία δημοσίου υπαλλήλου ή δημοτικού ή κοινοτικού συμβούλου ή υπαλλήλου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης ή αστυνομικού οργάνου. Με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. δύναται να καθορίζεται κάθε ειδικότερο θέμα για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου.»

4. Στην παρ. 4 του άρθρου 24 του ν.δ. 356/1974 η λέξη «τριών» αντικαθίσταται από τη λέξη «σαράντα».

5. Στην παρ. 1 του άρθρου 28 του ν.δ. 356/1974 η λέξη «πέντε» αντικαθίσταται από τη λέξη «δεκαπέντε».

6. Στο τέλος της παρ. 7 του άρθρου 39 του ν.δ. 356/1974 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Για προγράμματα πλειστηριασμών που θα εκδοθούν επί κατασχέσεων που έχουν επιβληθεί πριν από την ημερομηνία δημοσίευσης της απόφασης της παραγράφου 7 του άρθρου 36 του παρόντος, η τιμή πρώτης προσφοράς επαναπροσδιορίζεται και ορίζεται στην εμπορική αξία του ακινήτου, όπως αυτή καθορίζεται εφαρμόζοντας αναλογικά τις διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του ιδίου άρθρου.»

7.α. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 41 του ν.δ. 356/1974 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Ο προϊστάμενος της αρμόδιας για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υπηρεσίας δύναται να αναθέσει τη σύνταξη του προγράμματος πλειστηριασμού σε δικαστικό επιμελητή.»

β. Οι παράγραφοι 4, 5 και 6 του άρθρου 41 του ν.δ. 356/1974 αντικαθίστανται ως εξής:

«4. Περίληψη του προγράμματος πλειστηριασμού, η οποία περιλαμβάνει ιδίως το ονοματεπώνυμο του οφειλέτη, καθώς και τον αριθμό φορολογικού μητρώου αυτού και, αν πρόκειται για νομικό πρόσωπο, την επωνυμία και τον αριθμό φορολογικού του μητρώου, συνοπτική περιγραφή του ακινήτου που κατασχέθηκε κατά το είδος, τη θέση, τα όρια και την έκτασή του, μνεία των υποθηκών ή προσημειώσεων που υπάρχουν επάνω στο ακίνητο, την τιμή της πρώτης προσφοράς, το ποσό για το οποίο εκδίδεται το πρόγραμμα, το όνομα του υπαλλήλου του πλειστηριασμού, καθώς και τον τόπο, την ημέρα και την ώρα του πλειστηριασμού, δημοσιεύεται αδαπάνως για το Δημόσιο, επιμελεία του δικαστικού επιμελητή, στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων πλειστηριασμών του Δελτίου Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. δύναται να καθορίζεται κάθε ειδικότερο θέμα για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου.

5. Οι ανωτέρω κοινοποιήσεις και δημοσιεύσεις ενεργούνται τουλάχιστον σαράντα (40) ημέρες πριν από τον πλειστηριασμό.

6. Η δημοσίευση στοιχείων των περιλήψεων των προγραμμάτων πλειστηριασμού μπορεί να διενεργείται και σε συγκεκριμένο δικτυακό τόπο, τηρούμενης της προθεσμίας της προηγούμενης παραγράφου. Με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. ορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου.»

γ. Η παρ. 7 του άρθρου 41 του ν.δ. 356/1974 καταργείται και η παράγραφος 8 του άρθρου αυτού αναριθμείται σε 7.

8. Το άρθρο 42 του ν.δ. 356/1974 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 42

Τόπος πλειστηριασμού

1. Το κατασχεμένο ακίνητο πλειστηριάζεται με ηλεκτρονικά μέσα ενώπιον του συμβολαιογράφου της περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο. Εάν, για οποιονδήποτε λόγο, δεν είναι δυνατό να ορισθεί συμβολαιογράφος του τόπου εκτέλεσης (κατάσχεσης), το κατασχεμένο ακίνητο πλειστηριάζεται ενώπιον συμβολαιογράφου διορισμένου στην περιφέρεια του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης ή, αν και αυτό δεν είναι δυνατό, του συμβολαιογραφικού συλλόγου της πρωτεύουσας του κράτους.

2. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 έως και 4 του άρθρου 998 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως εκάστοτε ισχύουν, εφαρμόζονται αναλόγως και στην προκειμένη περίπτωση.»

9.α. Στην παρ. 1 του άρθρου 43 του ν.δ. 356/1974 οι λέξεις «24 ώρας» αντικαθίστανται από τις λέξεις «πέντε (5) ημέρες», η περίπτωση δ΄διαγράφεται και η περίπτωση ε΄ αναριθμείται σε δ΄.

β. Η παρ. 3 του άρθρου 43 του ν.δ. 356/1974 αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Ο πλειστηριασμός διενεργείται αδαπάνως για το Δημόσιο με ηλεκτρονικά μέσα από πιστοποιημένο για το σκοπό αυτόν υπάλληλο του πλειστηριασμού, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 959 και 998, καθώς και των άρθρων 1001 και επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως εκάστοτε ισχύουν, εφόσον δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος.»

10. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 45 του

ν.δ. 356/1974 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Ο υπάλληλος του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού οφείλει, το αργότερο την πέμπτη εργάσιμη ημέρα από την κατάθεση του πλειστηριάσματος από τον υπερθεματιστή κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στα άρθρα 44 και επ. του παρόντος, να καταθέσει το πλειστηρίασμα στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.»

11.α. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 49 και της παρ. 1 του άρθρου 52 του ν.δ. 356/1974 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Εάν για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι δυνατό να οριστεί συμβολαιογράφος του τόπου της κατάσχεσης, ο πλειστηριασμός γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου διορισμένου στην περιφέρεια του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης ή, αν και αυτό δεν είναι δυνατό, του συμβολαιογραφικού συλλόγου της πρωτεύουσας του κράτους.»

β. Στην παρ. 2 του άρθρου 49 και στην παρ. 2 του άρθρου 52 του ν.δ. 356/1974 οι λέξεις «24 ώρας» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τουλάχιστον πέντε (5) ημέρες.»

12. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 55 του ν.δ. 356/1974 αντικαθίσταται ως εξής:

«Η προθεσμία προς αναγγελία του Δημοσίου είναι το αργότερο δεκαπέντε (15) ημέρες μετά την ημέρα διενεργείας του πλειστηριασμού. Ως ημέρα διενέργειας του πλειστηριασμού θεωρείται η ημέρα κατά την οποία διενεργήθηκε ο πλειστηριασμός, ανεξάρτητα από την ημέρα του πλειστηριασμού που ορίσθηκε αρχικά.»

13. Το άρθρο 61 του ν.δ. 356/1974 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 61

Κατάταξη του Δημοσίου

1. Σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης κινητού ή ακινήτου κατά οφειλέτη του, το Δημόσιο κατατάσσεται για τις μέχρι την ημέρα του πλειστηριασμού απαιτήσεις του από κάθε αιτία, με τις κάθε φύσης προσαυξήσεις, τόκους και πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής που επιβαρύνουν τις απαιτήσεις αυτές, σύμφωνα με τα άρθρα 975 έως 977Α και 1007 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

2. Ως ημέρα του πλειστηριασμού θεωρείται η ημέρα κατά την οποία διενεργήθηκε ο πλειστηριασμός, ανεξάρτητα από την ημέρα του πλειστηριασμού που ορίσθηκε αρχικά.

3. Οι μη ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, για τις οποίες κατατάχθηκε το Δημόσιο, θεωρούνται ληξιπρόθεσμες ως προς τη διανομή του πλειστηριάσματος.

4. Σε περίπτωση πτώχευσης οφειλέτη του, το Δημόσιο κατατάσσεται, σύμφωνα με τα άρθρα 154 έως 160 του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3588/2007, Α΄153), για όλες τις απαιτήσεις του που γεννήθηκαν ή ανάγονται σε χρόνο πριν από την πτώχευση, ανεξαρτήτως του χρόνου βεβαίωσής τους.»

 

Άρθρο 405

Μεταβατικές διατάξεις

1. Από την 1.5.2018 οι διενεργούμενοι κατά ΚΕΔΕ πλειστηριασμοί διεξάγονται αποκλειστικά με ηλεκτρονικά μέσα, ανεξάρτητα από το χρόνο επιβολής της κατάσχεσης ή το χρόνο έκδοσης προγράμματος πλειστηριασμού.

2. Για τους πλειστηριασμούς που έχει ήδη οριστεί να πραγματοποιηθούν με φυσικό τρόπο οποτεδήποτε μετά τις 30.4.2018 και έχει ήδη συντελεστεί σχετική προδικασία, ο προϊστάμενος της αρμόδιας, για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής, υπηρεσίας υποχρεούται στη γνωστοποίηση της μεταβολής του τρόπου και του χρόνου διενέργειας του πλειστηριασμού. Για το σκοπό αυτόν εκδίδεται νέα περίληψη του προγράμματος πλειστηριασμού, στην οποία γίνεται μνεία του εκδοθέντος κατά τα ανωτέρω προγράμματος πλειστηριασμού, της μεταβολής του τρόπου και του χρόνου διενέργειας του πλειστηριασμού, καθώς και της τυχόν αντικατάστασης του συμβολαιογράφου που είχε οριστεί αρχικά ως υπάλληλος του πλειστηριασμού, εφόσον ο τελευταίος δεν έχει πιστοποιηθεί ή δεν μπορεί να ασκήσει τα καθήκοντά του για οποιονδήποτε λόγο. Σε κάθε περίπτωση τηρούνται οι διατυπώσεις των άρθρων 20 και 41 του ΚΕΔΕ, όπως ισχύουν. Ο ως άνω πλειστηριασμός είναι άκυρος, εάν δεν τηρηθούν οι διατυπώσεις του προηγούμενου εδαφίου το αργότερο είκοσι (20) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημερομηνία διενέργειας του αρχικού πλειστηριασμού.

3. Για πλειστηριασμούς κατά ΚΕΔΕ που θα διενεργηθούν με φυσικό τρόπο μέχρι τις 30.4.2018, εφαρμόζονται οι διατάξεις του ΚΕΔΕ, όπως αυτές ισχύουν μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος.

4. Οι διατάξεις του άρθρου 61 του ΚΕΔΕ, όπως αντικαθίστανται με την παραγράφο 13 του προηγούμενου άρθρου εφαρμόζονται ως εξής:

α. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 3 εφαρμόζονται σε διαδικασίες διοικητικής και αναγκαστικής εκτέλεσης, όταν η κατάσχεση ή η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση αντίστοιχα διενεργείται μετά την 1η Ιανουάριου 2016, με εξαίρεση την παραπομπή στο άρθρο 977Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, η οποία εφαρμόζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού.

β. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 εφαρμόζονται σε διαδικασίες πτώχευσης που αρχίζουν από 19 Αυγούστου 2015, με εξαίρεση την παραπομπή στο άρθρο 156Α του Πτωχευτικού Κώδικα, η οποία εφαρμόζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού. Ως έναρξη της διαδικασίας νοείται η κατάθεση αίτησης πτώχευσης.

γ. Στις λοιπές διαδικασίες εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι προϊσχύουσες διατάξεις.

5. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 11 του προηγούμενου άρθρου, 1 έως και 3 του παρόντος άρθρου, καθώς και οι διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 των άρθρων 36 και της παραγράφου 7 του άρθρου 39 του ΚΕΔΕ εφαρμόζονται αναλόγως και από τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και τα λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, που εφαρμόζουν τον ως άνω Κώδικα για την είσπραξη των απαιτήσεών τους, όπως ειδικότερα ορίζεται στα οικεία νομοθετήματα.

 

ΤΜΗΜΑ ΙΓ΄

 

Άρθρο 406

Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις.

 

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 17 Iανουαρίου 2018


Άρθρα 1 έως 99   ||   Άρθρα 100 έως 238   ||    Άρθρα 239 έως 406


 Κατεβάσετε το αρχείο με το πρωτότυπο κείμενο, όπως είναι δημοσιευμένο στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ.) του Εθνικού Τυπογραφείου.


 

Έχει διαβαστεί 6425 φορές
Ετικέτες: νόμος 4512/2018 45122018